summaryrefslogtreecommitdiff
diff options
context:
space:
mode:
authorRoger Frank <rfrank@pglaf.org>2025-10-14 20:13:00 -0700
committerRoger Frank <rfrank@pglaf.org>2025-10-14 20:13:00 -0700
commitf6d58e1359acf2105b39e66e31759f1f1c2728ba (patch)
treeebe63c64cc46724457581d1e18a969a2c5b6c92f
initial commit of ebook 39530HEADmain
-rw-r--r--.gitattributes3
-rw-r--r--39530-0.txt3894
-rw-r--r--39530-0.zipbin0 -> 104323 bytes
-rw-r--r--39530-h.zipbin0 -> 204299 bytes
-rw-r--r--39530-h/39530-h.htm3302
-rw-r--r--39530-h/images/cover.jpgbin0 -> 99184 bytes
-rw-r--r--LICENSE.txt11
-rw-r--r--README.md2
8 files changed, 7212 insertions, 0 deletions
diff --git a/.gitattributes b/.gitattributes
new file mode 100644
index 0000000..6833f05
--- /dev/null
+++ b/.gitattributes
@@ -0,0 +1,3 @@
+* text=auto
+*.txt text
+*.md text
diff --git a/39530-0.txt b/39530-0.txt
new file mode 100644
index 0000000..ae7a9b9
--- /dev/null
+++ b/39530-0.txt
@@ -0,0 +1,3894 @@
+The Project Gutenberg EBook of Republic Volume 4 (of 4), by Plato
+
+This eBook is for the use of anyone anywhere at no cost and with
+almost no restrictions whatsoever. You may copy it, give it away or
+re-use it under the terms of the Project Gutenberg License included
+with this eBook or online at www.gutenberg.org
+
+
+Title: Republic Volume 4 (of 4)
+
+Author: Plato
+
+Translator: Ioannis Gryparis
+
+Release Date: April 24, 2012 [EBook #39530]
+
+Language: Greek
+
+Character set encoding: UTF-8
+
+*** START OF THIS PROJECT GUTENBERG EBOOK REPUBLIC VOLUME 4 (OF 4) ***
+
+
+
+
+Produced by Sophia Canoni. Book provided by Iason
+Konstantinides. Thanks to George Canonis for his major
+work in proofreading.
+
+
+
+
+
+Note: The tonic system has been changed from polytonic to
+monotonic, otherwise the spelling of the book has not been
+changed. Bold words are included in &. Footnotes have been
+converted to endnotes. // Σημείωση: Το τονικό σύστημα έχει
+αλλάξει από πολυτονικό σε μονοτονικό. Κατά τα άλλα έχει
+διατηρηθεί η ορθογραφία του βιβλίου. Λέξεις με έντονους
+χαρακτήρες περιβάλλονται από &. Οι υποσημειώσεις των σελίδων
+έχουν μεταφερθεί στο τέλος του βιβλίου.
+
+
+
+
+ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ
+ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ
+
+
+
+
+ΠΛΑΤΩΝΟΣ
+ΠΟΛΙΤΕΙΑ
+
+
+
+
+ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ
+Ι. Ν. ΓΡΥΠΑΡΗ
+
+ΤΟΜΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟΣ
+
+
+
+
+ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ
+ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΦΕΞΗ
+1911
+
+
+
+
+ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ
+ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ
+
+Π Λ Α Τ Ω Ν Ο Σ
+ΠΟΛΙΤΕΙΑ
+
+
+ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ I. Ν. ΓΡΥΠΑΡΗ
+ΤΟΜΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟΣ
+
+ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ
+ΕΚΔΟΤΙΚΟΙ ΟΙΚΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΦΕΞΗ
+1911
+
+
+
+
+
+
+ΒΙΒΛΙΟΝ Η'.
+
+
+
+ — Έστω· εμείναμεν λοιπόν σύμφωνοι, αγαπητέ Γλαύκων, ότι εις μίαν
+πολιτείαν, η οποία μέλλει να κυβερνάται άριστα, θα είναι κοιναί
+μεν αι γυναίκες, κοινά τα τέκνα, κοινή όλη η εκπαίδευσις, κοινά
+όλα τα έργα τα αναφερόμενα εις τον πόλεμον και την ειρήνην, η δε
+ανωτάτη αρχή θα δίδεται εις τους αναδεικνυομένους αρίστους εις
+την φιλοσοφίαν και εις τα πολεμικά· — Μάλιστα, εμείναμεν
+σύμφωνοι. — Επίσης παρεδέχθημεν ότι αφού τοιουτοτρόπως εκλεχθώσιν
+οι άρχοντες, θα κατοικήσωσι μετά των στρατιωτών των εις οικίας
+τοιαύτας, όπως τας προείπομεν, κοινάς δηλαδή δι' όλους και όπου
+κανείς δεν θα έχη τίποτε ιδικόν του^ εκτός δε της κατοικίας,
+ενθυμείσαι βέβαια ακόμη και τι παρεδέχθημεν και σχετικώς με την
+ιδιοκτησίαν. — Και βέβαια ενθυμούμαι, ότι κανείς από αυτούς δεν
+πρέπει να έχη οιανδήποτε ατομικήν περιουσίαν, όπως συμβαίνει
+σήμερον^ αλλ' ως αθληταί, που θα είναι, προωρισμένοι διά τον
+πόλεμον και την φρούρησιν της πόλεως, θα λαμβάνουν ως μισθόν διά
+τας υπηρεσίας των παρά των άλλων την τροφήν των μόνον, όση τους
+χρειάζεται δι' ένα χρόνον, και θα φροντίζουν αποκλειστικώς διά
+την ασφάλειαν την ιδικήν των και της πόλεως. — Πολύ σωστά· έλα
+λοιπόν τώρα, αφού είπαμεν όσα είχαμεν να ειπούμεν δι' αυτά, να
+ενθυμηθούμεν, πού ευρισκόμεθα, όταν εισήλθαμεν εις αυτήν την
+παρέκβασιν, διά να αναλάβωμεν την σειράν του λόγου μας.
+
+ — Δεν είναι δύσκολον· διότι, όπως και τώρα, εφαίνετο ότι είχες
+τελειώση και τότε τον λόγον περί της πόλεως και κατέληξες εις το
+συμπέρασμα ότι, διά να είναι αρίστη μία πολιτεία, οφείλει να
+ομοιάζη με εκείνην, που περιέγραψες, επίσης δε και τέλειος
+άνθρωπος, εκείνος που θα ωμοίαζε με αυτήν, αν και ημπορούσες,
+καθώς έλεγες, να δώσης και καλύτερον ακόμη πρότυπον του τελείου
+ανθρώπου και της πόλεως· επρόσθεσες όμως ότι, αφού αυτή η μορφή
+της πολιτείας ήτο η αρίστη, όλαι αι άλλαι κατ' ανάγκην είναι
+ελαττωματικαί· καθόσον δε ενθυμούμαι, έλεγες ότι υπάρχουν τέσσερα
+είδη τοιούτων πολιτειών, τα οποία θα ήξιζε τον κόπον να μελετήση
+κανείς, διά να ίδη τα ελαττώματά των, καθώς και των ανθρώπων που
+αντιστοιχούν προς αυτάς, ούτως ώστε, αφού σπουδάσωμεν επιμελώς
+όλους αυτούς και αναγνωρίσωμεν, ποίος είναι ο καλύτερος και ποίος
+ο χειρότερος, να είμεθα εις θέσιν να κρίνωμεν αν πράγματι ο
+πρώτος είναι ο ευτυχέστερος, και ο δεύτερος είναι ο αθλιώτερος, ή
+εάν το πράγμα έχη διαφορετικά· και ενώ εγώ σε ερωτούσα να μου
+ειπής, ποία είναι αυτά τα τέσσερα είδη των πολιτειών, μας
+διέκοψαν ο Πολέμαρχος και ο Αδείμαντος, και σε ηνάγκασαν
+τοιουτοτρόπως να κάμης την παρέκβασιν αυτήν, η οποία τώρα
+ετελείωσε.
+
+ — Πολύ σωστά τα ενθυμείσαι. — Κάμε λοιπόν τώρα όπως οι
+παλαισταί· δόσε μου πάλιν το ίδιον πιάσιμον και απάντησε εις την
+ιδίαν μου εκείνην ερώτησιν ό,τι επρόκειτο να μου αποκριθής τότε.
+— Ευχαρίστως, εάν ημπορώ. — Επιθυμώ λοιπόν να ακούσω, ποία είναι
+τα τέσσερα είδη των πολιτειών, που έλεγες.
+
+ — Δεν είναι δύσκολον να το ακούσης· είναι πολύ γνωστά και αι
+τέσσαρες και με τα ονόματά των· η πρώτη, που επαινείται μάλιστα
+από τους περισσοτέρους, είναι η Κρητική και η Λακωνική· η
+δευτέρα, η οποία έρχεται και δευτέρα εις την εκτίμησιν των
+πολλών, είναι η καλουμένη ολιγαρχία, έχουσα όχι ολίγα ελαττώματα·
+η τρίτη, όλως διόλου αντίθετος με αυτήν και ολιγώτερον
+εκτιμωμένη, η δημοκρατία· και τελευταίον η περίφημος δα εκείνη
+τυραννίς, εντελώς διαφορετική απ' όλας τας άλλας, το τέταρτον και
+χειρότερον νόσημα διά μίαν πόλιν· αυτά λοιπόν είναι τα τέσσερα
+είδη των πολιτειών· ή μήπως γνωρίζεις εσύ και καμμίαν άλλην, που
+να αποτελή ίδιον και σαφώς διακεκριμένον είδος; διότι αι
+δυναστείαι και αι αγορασταί βασιλείαι και άλλαι τοιαύται ημπορούν
+να εισέλθουν ως διάμεσοι μορφαί μεταξύ των ανωτέρω, και
+ευρίσκονται όχι ολιγώτερον συχνά εις τους βαρβάρους, παρά εις
+τους Έλληνας. — Υπάρχουν πράγματι πολλά και περίεργα πολιτεύματα
+τοιαύτα.
+
+ — Γνωρίζεις λοιπόν, ότι κατ' ανάγκην θα υπάρχουν και άλλα τόσα
+είδη ανθρωπίνων χαρακτήρων, όσα και πολιτευμάτων; ή νομίζεις ότι
+τα πολιτεύματα γίνονται &από δρυν ή από πέτραν&, και όχι από τα
+ήθη των πολιτών, τα οποία κατά την διεύθυνσιν, που θα λάβουν, θα
+συμπαρασύρουν και όλα τα λοιπά; — Πραγματικώς από τα ήθη και
+μόνον. — Αφού λοιπόν υπάρχουν πέντε είδη πολιτευμάτων, δεν πρέπει
+επίσης να υπάρχουν και πέντε είδη χαρακτήρων της ψυχής; — Πώς
+όχι; — Και τον μεν χαρακτήρα, ο οποίος αντιστοιχεί προς την
+αριστοκρατίαν, τον επραγματεύθημεν ήδη, και ορθώς είπαμεν, ότι
+είναι αγαθός και δίκαιος. — Μάλιστα. — Μετά τούτον λοιπόν πρέπει
+τώρα να διεξέλθωμεν τους χειροτέρους χαρακτήρας, και εν πρώτοις
+τον φίλαρχον και φιλόδοξον, ο οποίος αντιστοιχεί προς το
+πολίτευμα των Λακεδαιμονίων, και ακολούθως τον ολιγαρχικόν και
+τον δημοκρατικόν και τον τυραννικόν· και αφού αναγνωρίσωμεν τον
+αδικώτατον εξ όλων, τον αντιπαραβάλωμεν προς τον δικαιότατον, διά
+να ημπορέσωμεν εν τέλει να κρίνωμεν, ποία είναι η σχέσις της
+ακράτου δικαιοσύνης προς την άκρατον αδικίαν ως προς την ευτυχίαν
+ή την αθλιότητα του έχοντος, και τοιουτοτρόπως να επιδιώκωμεν ή
+την αδικίαν, συμφώνως προς τας συμβουλάς του Θρασυμάχου, ή την
+δικαιοσύνην, συμφώνως με το λογικόν συμπέρασμα που εξάγεται εξ
+αυτής της συζητήσεως. — Αυτό πράγματι έχομεν να κάμωμεν.
+
+ — Λοιπόν, όπως αρχίσαμεν ήδη να εξετάζωμεν τα ήθη των πολιτειών
+πριν από τα ήθη των ατόμων, επειδή μας εφάνη η μέθοδος αυτή
+φωτεινωτέρα, δεν εγκρίνεις να εξακολουθήσωμεν εφαρμόζοντες αυτήν,
+και αφού εξετάσωμεν κατά πρώτον την φίλαρχον πολιτείαν (διότι δεν
+γνωρίζω ποίον άλλο όνομα να της δώσω· εκτός εάν ίσως πρέπη να την
+ονομάσω τιμοκρατίαν ή τιμαρχίαν) να εξετάσωμεν ακολούθως τον
+άνθρωπον που αντιστοιχεί προς αυτήν, έπειτα την ολιγαρχίαν και
+τον ολιγαρχικόν άνθρωπον, ύστερον να στραφώμεν και να μελετήσωμεν
+την δημοκρατίαν και τον δημοκρατικόν, και τελευταίον, αφού
+εξετάσωμεν το τυραννικόν πολίτευμα και ιδούμεν και την ψυχήν του
+τυραννικού ανθρώπου, να δοκιμάσωμεν να εκφέρωμεν δικαιολογημένην
+την κρίσιν μας επί του ζητήματος, που ανελάβαμεν να λύσωμεν; —
+Μάλιστα, τοιουτοτρόπως θα ήτο σύμφωνος με την λογικήν και η
+εξέτασις και η κρίσις μας.
+
+ — Ας δοκιμάσωμεν λοιπόν πρώτα πρώτα να εξετάσωμεν πώς γίνεται η
+μετάβασις από την αριστοκρατίαν εις την τιμοκρατίαν· ή δεν είναι
+απλουστάτη αλήθεια, ότι πάσα μεταβολή εν τω πολιτεύματι
+προέρχεται από το μέρος το οποίον διαχειρίζεται την αρχήν, όταν
+τύχη και συμβή καμμία διατάραξις εις αυτό, ενώ, εφ' όσον διατηρή
+αδιατάρακτον την αρμονίαν του, όσον μικρόν και αν υποτεθή αυτό το
+μέρος, είναι αδύνατον να επέλθη καμμία μεταβολή εις την
+πολιτείαν; — Έτσι είναι πραγματικώς. — Πώς λοιπόν, Γλαύκων, θα
+υποστή μεταβολήν η πολιτεία η ιδική μας; και από πού θα εισχωρήση
+μεταξύ των επικούρων και των αρχόντων μας η διχόνοια και προς
+αλλήλους και προς τους εαυτούς των; ή θέλεις, καθώς ο Όμηρος, να
+επικαλεσθώμεν τας Μούσας να μας ειπούν, πώς κατά πρώτον ενέπεσε
+μεταξύ των η έρις και να φαντασθώμεν ότι μας αποκρίνωνται με ένα
+ύφος τραγικόν και μεγαλόστομον, ως να σοβαρεύωνται και να
+σπουδαιολογούν, ενώ θα παίζουν και θα χαριεντολογούν με ημάς σαν
+με παιδιά; — Πώς;
+
+ — Κατ' αυτόν τον τρόπον περίπου: Δύσκολον βέβαια είναι μία
+πόλις, ούτω συγκεκροτημένη, όπως η ιδική σας, να μετακινηθή· αλλ'
+αφού παν ό,τι γεννάται υπόκειται και εις φθοράν, ούτε το
+πολιτικόν σας αυτό σύνταγμα θα μείνη εις αιώνα αναλλοίωτον, αλλά
+θα έλθη ημέρα να διαλυθή· και ιδού πώς. Υπάρχει, όχι μόνον διά τα
+φυτά, που γεννώνται εις τους κόλπους της γης, αλλά προσέτι και
+διά τας {???} και τα σώματα των ζώων, που ζουν επί της
+επιφανείας αυτής, περίοδος ευφορίας και αφορίας· συμβαίνει δε
+τούτο, όταν έκαστον είδος τελειώνη και ξαναρχίζη τον κύκλον της
+εξελίξεως αυτού, ο οποίος είναι βραχύτερος ή μακρότερος, αναλόγως
+της διαρκείας της ζωής εκάστου είδους· οι δε ιδικοί σας άρχοντες,
+τους οποίους σεις εξεπαιδεύσατε, όσον σοφοί και αν είναι, δυνατόν
+να συμβή να μην εννοήσουν ή να μην υπολογίσουν ακριβώς τας
+περιόδους αυτάς της ευφορίας και της αγονίας του είδους σας και
+τοιουτοτρόπως να τους διαφύγη ο κατάλληλος καιρός και να
+τεκνοποιήσουν, όταν δεν πρέπη· και διά μεν τα θεία γένη η
+περίοδος αύτη περιλαμβάνεται εντός αριθμού τελείου· διά δε το
+ανθρώπινον γένος υπάρχει ένας τοιούτος αριθμός γεωμετρικός, (1) ο
+οποίος κανονίζει την περίοδον των χειροτέρων και των καλυτέρων
+γεννήσεων, όταν δει από άγνοιαν αυτού, οι άρχοντές σας συνάψωσιν
+εις ακατάλληλον εποχήν τους μεταξύ των ανδρών και γυναικών
+γάμους, τότε εξ αυτών θα προέλθουν τέκνα όχι με καλά φυσικά ούτε
+ευτυχισμένα. Και θα εγκαταστήσουν μεν τους καλυτέρους μεταξύ
+αυτών εις την αρχήν οι προκάτοχοι, επειδή όμως θα είναι ανάξιοι
+να τους διαδεχθούν, θα αρχίσουν πρώτα πρώτα να παραμελούν την
+φρούρησίν μας, μη δίδοντες την δέουσαν σημασίαν εις τα της
+μουσικής [ακολούθως δε και εις την γυμναστικήν]· ένεκα τούτου οι
+νέοι μας θα γίνουν αμουσότεροι· και όσοι εξ αυτών γίνουν κατόπιν
+άρχοντες δεν θα έχουν την προσήκουσαν ικανότητα να διακρίνουν τα
+κατά τον Ησίοδον γένη, που παρεδέχθημεν και ημείς, το χρυσούν, το
+αργυρούν, το χαλκούν και το σιδηρούν· επειδή δε θα ανακατωθούν το
+σιδηρούν με το αργυρούν, και το χαλκούν με το χρυσούν, θα επέλθη
+ανομοιότης και ανάρμοστος ανωμαλία, ελαττώματα τα οποία, όπου και
+αν παρουσιάζωνται, γεννούν πάντα τον πόλεμον και την έχθραν. —
+Και πολύ σωστά θα ειπούμεν ότι μας απεκρίθησαν αι Μούσαι. — Κατ'
+ανάγκην, αφού βέβαια είναι Μούσαι. — Ας ιδούμεν λοιπόν τι λέγουν
+και παρακάτω.
+
+ — Αφού άπαξ προέκυψεν η διχόνοια μεταξύ των, αφ' ενός μεν τα δύο
+γένη, το χαλκούν και το σιδηρούν, ήρχισαν να τραυούν προς τον
+πλουτισμόν και την απόκτησιν γης και οικιών και χρυσίου και
+αργύρου, τα δε δύο άλλα πάλιν αφ' ετέρου, το χρυσούν και το
+αργυρούν, επειδή αυτά δεν είχαν έλλειψιν, αλλ' ήσαν εκ φύσεως
+πλούσια, εξηκολούθουν να σύρουν τας ψυχάς προς την αρετήν και την
+αρχαίαν εν γένει κατάστασιν· μετά πολλούς τέλος αγώνας και
+διαμάχας, συνεβιβάσθησαν να μοιράσουν μεταξύ των την γην και τας
+κατοικίας, να υποδουλώσουν δε εκείνους, που εφρούρουν πριν, και
+τους οποίους ελευθέρους όντας τους εθεώρουν φίλους και τροφούς
+των, και να τους καταστήσουν τώρα περιοίκους και οικέτας των,
+μόνοι των δε πλέον να έχουν την φροντίδα του πολέμου και της
+κοινής ασφαλείας. — Από αυτό πράγματι μου φαίνεται, πως ήρχισεν η
+μετάβασις. — Αυτό δε το νέον πολίτευμα δεν θα είναι κάτι τι
+μεταξύ αριστοκρατίας και ολιγαρχίας; — Βεβαιότατα.
+
+ — Κατ' αυτόν λοιπόν τον τρόπον θα επέλθη η μεταπολίτευσις· οποία
+δε τις θα είναι τώρα η νέα διοίκησις; δεν είναι φανερόν ότι, αφ'
+ενός μεν θα διατηρήση μερικά από το παλαιόν πολίτευμα, άλλα δε θα
+πάρη από την ολιγαρχίαν, αφού κείται μεταξύ των δύο, αφ' ετέρου
+δε θα έχη κάτι όλως διόλου ξεχωριστόν και ιδικόν της; — Έτσι
+είναι. — Δεν θα διατηρήση λοιπόν η τάξις των προμάχων από μεν την
+αριστοκρατίαν τον προς τους άρχοντας σεβασμόν, την αποχήν από της
+γεωργίας και των χειρωνακτικών εργασιών και εν γένει όλων των
+προσοδοφόρων επαγγελμάτων, το σύστημα των κοινών συσσιτίων, την
+επιμέλειαν της γυμναστικής και των πολεμικών γυμνασίων και όλα τα
+τοιαύτα; — Ναι. — Ξεχωριστά δε ιδικά της δεν θα έχη τον φόβον να
+ανυψώνη εις τα ανώτατα αξιώματα τους σοφούς, επειδή δεν θα
+ευρίσκη πλέον εις τους κόλπους της τοιούτους ανθρώπους μονομερείς
+και αποκλειστικούς, αλλά μικτούς; και επομένως δεν θα αποκλίνη
+προς ανθρώπους μάλλον θυμοειδείς και ολιγώτερον μορφωμένους, και
+γεννημένους μάλλον δια τον πόλεμον παρά διά την ειρήνην; και δεν
+θα δίδη μεγαλυτέραν αξίαν εις τα στρατηγήματα και τους δόλους του
+πολέμου, τον οποίον θα θεωρή ως την μοναδικήν της πάντοτε
+ενασχόλησιν; — Ναι. — Επομένως θα είναι οι τοιούτοι άπληστοι
+χρημάτων, όπως συμβαίνει εις τας ολιγαρχίας, και θα λατρεύουν
+μανιωδώς εν κρυπτώ και παραβύστω τον χρυσόν και τον άργυρον, αφού
+θα έχουν ίδια ταμεία και θησαυροφυλάκια, όπου θα τα φυλάττουν
+κρυμμένα, επίσης δε και κατοικίας απομονωμένας, αληθινάς φωλεάς
+ιδικάς των, όπου θα κάμνουν μεγάλα έξοδα και σπατάλην με γυναίκας
+και με οποίους άλλους θέλουν. — Σωστότατα. — Επομένως θα είναι
+φιλάργυροι μεν διά τα ιδικά των χρήματα, αφού θα τα λατρεύουν και
+θα τα φυλάττουν κρυφά, σπάταλοι όμως διά τα ξένα, από την
+επιθυμίαν να ικανοποιούν τα πάθη των· παραδεδομένοι δε κρυφίως
+εις όλας τας ηδονάς, θα κυττάζουν πώς να διαφύγουν τον νόμον, σαν
+άτακτα παιδιά τον πατέρα των, εξ αιτίας της ανατροφής των, η
+οποία στηρίζεται εις την βίαν και όχι εις την πειθώ, επειδή
+παρημελήθη η Μούσα η αληθινή των λόγων και της φιλοσοφίας, και
+επροτιμήθη η γυμναστική αντί της μουσικής. — Όλως διόλου πράγματι
+είναι ανακατωμένη αυτή η πολιτεία με καλά και με κακά. —
+Ανακατωμένη, μάλιστα· ένα δε μόνον είναι καθαρόν και
+διαφανέστατον εις αυτήν, αφού επικρατεί το θυμοειδές, η φιλαρχία
+και η φιλοδοξία. — Και πάρα πολύ μάλιστα.
+
+ — Αυτή λοιπόν είναι η αρχή και η μορφή του πολιτεύματος τούτου,
+το οποίον, εννοείς, περιωρίσθην να σχεδιαγραφήσω απλώς και όχι να
+επεξεργασθώ τελείως, επειδή αρκεί και τόσον διά να γνωρίσωμεν τον
+δικαιότατον και τον αδικώτατον άνθρωπον, που ζητούμεν, θα ήτο δε
+εξ άλλου και ατελείωτον το έργον, αν ηθέλαμεν να διέλθωμεν όλα τα
+πολιτεύματα, χωρίς να παραλείπωμεν καμμίαν λεπτομέρειαν. — Και
+πολύ σωστά.
+
+ — Ποίος λοιπόν είναι ο άνθρωπος, που αντιστοιχεί προς αυτό το
+πολίτευμα; πώς μορφούται και ποίος είναι ο χαρακτήρ του; — Τον
+φαντάζομαι, διέκοψεν ο Αδείμαντος, να παρομοιάζη κάπως με τον
+Γλαύκωνα αυτόν, όσον αφορά τουλάχιστον την φιλοδοξίαν. — Ίσως
+κατά τούτο μόνον· μου φαίνεται όμως ότι διαφέρει κατά πολλά άλλα.
+— Ποία; — Εν πρώτοις πρέπει να είναι εκείνος αυθαδέστερος και
+κάπως αμουσότερος, αν και θα αγαπά την μουσικήν· θα αγαπά επίσης
+τους λόγους και τα ακροάματα, δεν θα έχη όμως ο ίδιος καμμίαν
+ρητορικήν ιδιοφυίαν· προς τους δούλους θα είναι σκληρός, αντί να
+τους περιφρονή, όπως εκείνοι που έλαβαν την τελείαν ανατροφήν,
+προς τους ελευθέρους ήμερος και προς τους άρχοντας ευπειθέστατος·
+φίλαρχος δε και φιλόδοξος επί πάσι, θα επιζητή τα αξιώματα όχι
+χάρις εις την ρητορικήν του ικανότητα, αλλά χάρις εις την
+πολεμικήν του αξίαν και τα πολεμικά του κατορθώματα, και θα είναι
+επομένως μανιώδης διά τας σωματικάς ασκήσεις και το κυνήγιον. —
+Αυτά αλήθεια θα είναι τα ήθη του ανθρώπου εκείνης της πολιτείας.
+— Αλλά ακόμη ο τοιούτος, εφ' όσον μεν είναι νέος, ίσως να
+περιφρονή τα χρήματα, όσον όμως προχωρή η ηλικία, θα του
+αναπτύσσεται επί μάλλον και μάλλον και το πάθος αυτό, διότι και
+εκ φύσεως μετέχει της φιλοχρηματίας και διότι και η αρετή του δεν
+είναι καθαρά και ακεραία, επειδή εξ αρχής εστερήθη του αρίστου
+αυτής φύλακος. — Τίνος; ηρώτησεν ο Αδείμαντος. — Της διαλεκτικής,
+συνδυασμένης με την μουσικήν διότι μόνον αυτή ημπορεί να διασώση
+την αρετήν καθ' όλον τον βίον εις την καρδίαν εκείνου, που την
+κατέχει. — Καλά λέγεις. — Τοιούτος λοιπόν είναι και ο χαρακτήρ
+του νέου, ο οποίος ομοιάζει με το τιμοκρατικόν πολίτευμα. —
+Πράγματι.
+
+ — Ιδού δε τώρα κατά ποίον τρόπον σχηματίζεται· συμβαίνει ο νέος
+μας να έχη πατέρα κατοικούντα εις πόλιν κακώς κυβερνωμένην, ο
+οποίος αποφεύγει τας τιμάς και τα αξιώματα και όλας τας
+ενοχλήσεις που συνεπάγουν και προτιμά να μην έχη καμμίαν θέσιν
+εις την πόλιν, φθάνει να έχη εξησφαλισμένην την ησυχίαν του. —
+Λοιπόν πώς διαπλάσσεται ο χαρακτήρ του υιού; — Ακούει εν πρώτοις
+την μητέρα του να δυσανασχετή και να παραπονήται διαρκώς, διότι ο
+σύζυγός της δεν είναι από τους επισήμους και δι' αυτό δεν έχει
+και αυτή καμμίαν κοινωνικήν σειράν μεταξύ των άλλων γυναικών,
+διότι τον βλέπει να μη φροντίζη καθόλου να αυξήση την περιουσίαν
+του και να προτιμά να υφίσταται ανάνδρως κάθε ζημίαν των
+συμφερόντων του, παρά να έχη ανακατώματα και διαφοράς εις τα
+δικαστήρια, να ενασχολήται μόνον περί του εαυτού του, να δεικνύη
+δε τελείαν αδιαφορίαν περί αυτής· καθημερινώς λοιπόν την ακούει
+να επαναλαμβάνη και να λέγη, ότι ο πατέρας του δεν είναι άνδρας,
+ότι δεν είναι καμμιά προκοπή από αυτόν, και όλα τα τέτοια που
+συνηθίζουν να ψάλλουν αι γυναίκες εις αυτάς τας περιστάσεις. —
+Αυτό το έχουν πραγματικώς αι γυναίκες, είπεν ο Αδείμαντος. —
+Γνωρίζεις δε ακόμη ότι και οι υπηρέται της οικίας, θέλοντες να
+δείξουν ζήλον και ενδιαφέρον διά τον υιόν του κυρίου των, του
+ομιλούν ενίοτε κρυφίως με την ιδίαν γλώσσαν, και όταν
+παραδείγματος χάριν βλέπουν, ότι ο πατέρας του δεν έρχεται εις
+βοήθειάν του, ή διά να πληρώση κανένα του χρέος, ή διά να
+ξεμπλέξη από καμμιά βρωμοδουλειά, τον συμβουλεύουν και τον
+παρακινούν, όταν μεγαλώση, να κυνηγά τους εχθρούς του και να μην
+αφήνη να του πατούν το δίκιο και να είναι περισσότερον άνδρας από
+τον πατέρα του· και όταν εξέρχεται έξω όλο τα ίδια ακούει, και
+βλέπει ότι, όσοι περιορίζονται εις το έργον των, θεωρούνται
+ηλίθιοι και παραγκωνίζονται, ενώ όσοι κάθε άλλο κυττάζουν παρά
+την δουλειάν των, τιμώνται και δοξάζονται. Τότε λοιπόν ο νέος,
+όσον από το ένα μέρος βλέπει και ακούει αυτά, από το άλλο όμως
+πάλιν ακούει τους λόγους του πατέρα του και βλέπει πόσον η
+διαγωγή του και ο τρόπος του διαφέρει από τους άλλους, αισθάνεται
+τον εαυτόν του να τον τραβούν και από τα δύο μέρη, διότι ενώ ο
+πατέρας του καλλιεργεί και ενισχύει το λογιστικόν μέρος της ψυχής
+του, οι άλλοι απεναντίας του εξάπτουν το επιθυμητικόν και το
+θυμοειδές· και επειδή το φυσικόν του δεν είναι κακόν, αλλά απλώς
+έχει παρασυρθή από κακάς συναναστροφάς, ελκόμενος και από τα δύο
+μέρη, καταντά να πάρη τον μέσον δρόμον και να παραδώση πάσαν επί
+του εαυτού του εξουσίαν εις το θυμοειδές και φιλόνεικον μέρος της
+ψυχής του, το οποίον επίσης είναι το μέσον μεταξύ του λογιστικού
+και του επιθυμητικού· και τοιουτοτρόπως έγινεν άνθρωπος φιλόδοξος
+και υψηλόφρων. — Μου φαίνεται ότι πολύ καλά εξήγησες την γένεσιν
+αυτού του χαρακτήρος. — Έχομεν λοιπόν το δεύτερον είδος του
+πολιτεύματος και του ανθρώπου; — Το έχομεν. — Κατόπιν από αυτόν,
+δεν θα μεταβώμεν, καθώς λέγει ο Αισχύλος, εις &«άλλον τώρα σ'
+άλλη κληρωμένο πόλη»& (21) ή μάλλον πρώτα εις άλλο πολίτευμα, διά
+να ακολουθήσωμεν την τάξιν; — Εννοείται. — Το πολίτευμα που
+έρχεται, καθώς νομίζω, κατόπιν είναι η &ολιγαρχία&. — Και ποίαν
+μορφήν του πολιτεύματος ονομάζεις ολιγαρχίαν; — Το πολίτευμα το
+οποίον στηρίζεται επί της περιουσίας των πολιτών και εις το
+οποίον λαμβάνουν μέρος μόνον οι πλούσιοι, αποκλείονται δε οι
+πτωχοί. — Ενόησα. — Λοιπόν δεν πρέπει πρώτον να ειπούμεν πώς
+γίνεται η μετάβασις από την τιμοκρατίαν εις την ολιγαρχίαν; —
+Ναι. — Και τυφλός όμως το βλέπει, υποθέτω, πώς γίνεται. — Πώς; —
+Ο χρυσός ο συσσωρευόμενος εις τα ιδιωτικά ταμεία των πολιτών,
+είναι εκείνος που επιφέρει την καταστροφήν του πολιτεύματος·
+διότι πρώτον μεν δημιουργούν δαπάνας δια τους εαυτούς των και
+επομένως παραχαράττουν τον νόμον και αυτοί και αι γυναίκες των. —
+Φυσικά. — Έπειτα, νομίζω, το παράδειγμα αυτών ωθεί και τους
+άλλους να τους μιμηθούν και δεν αργούν να γίνουν όλοι οι ίδιοι. —
+Βεβαίως. — Ακολούθως το πάθος του χρηματισμού τους κυριεύει
+ολοένα και περισσότερον, και όσο δίδουν μεγαλυτέραν εκτίμησιν εις
+τον πλούτον, τόσον εκπίπτει η αξία της αρετής· διότι πραγματικώς
+η αρετή και ο πλούτος δεν έχουν τοιαύτην διαφοράν μεταξύ των,
+ώστε αν τα βάλωμεν εις τας δύο πλάστιγγας του ζυγού, όσον
+ανεβαίνει το ένα τόσον θα κατεβαίνη το άλλο; — Και βέβαια. — Ώστε
+εφ' όσον τιμώνται εις την πόλιν τα πλούτη και οι πλούσιοι, επί
+τοσούτον θα περιφρονούνται η αρετή και οι χρηστοί άνθρωποι. —
+Αυτό είναι φανερόν. — Επιδιώκεται όμως πάντοτε ένα πράγμα που το
+εκτιμούν, απεναντίας δε παραμελείται εκείνο που περιφρονούν. —
+Έτσι είναι. — Ώστε από φιλόδοξοι και φιλότιμοι που ήσαν εις την
+τιμοκρατίαν, καταντούν εις το τέλος να γίνουν φιλοχρήματοι και
+άπληστοι, και τον μεν πλούσιον εγκωμιάζουν και θαυμάζουν και
+ανυψώνουν εις τα αξιώματα του κράτους, τον δε πτωχόν περιφρονούν.
+— Αναμφιβόλως.
+
+ — Τότε λοιπόν θεσπίζουν διά νόμου ως όρον της συμμετοχής εις την
+εξουσίαν το ποσόν της περιουσίας, περισσότερον ή ολιγώτερον
+αναλόγως του βαθμού της ολιγαρχίας, αποκλείοντες της αρχής
+πάντας, όσων η περιουσία δεν ανέρχεται εις το ορισθέν τίμημα· όλα
+δε αυτά ή τα επιβάλλουν διά της βίας και των όπλων, ή και απλώς
+επισείοντες τον φόβον αναγκάζουν και τους άλλους να τα
+παραδεχθούν· ή δεν είναι έτσι; — Έτσι. — Ιδού λοιπόν εν συντόμω
+πώς λαμβάνει την σύστασίν του αυτό το πολίτευμα. — Μάλιστα· αλλά
+ποία είναι τα ήθη του και τα ελαττώματα, τα οποία είπαμεν ότι
+έχει;
+
+ — Πρώτον πρώτον αυτός ο θεμελιώδης όρος του πολιτεύματος· διότι,
+ειπέ μου, τι θα συνέβαινεν, αν εξελέγοντο οι κυβερνήται των
+πλοίων επί τη βάσει της περιουσίας των, και απεκλείετο ο πτωχός,
+με όλην την μεγαλυτέραν εμπειρίαν που θα είχεν εις τα ναυτικά; —
+Πάρα πολύ κακά θα επήγαινε τότε η τοιαύτη ναυτιλία. — Δεν θα
+συνέβαινε δε το ίδιον προκειμένου και διά κάθε άλλην αρχήν; —
+Υποθέτω. — Εκτός ίσως διά την αρχήν της πόλεως· ή και δι' αυτήν
+επίσης; — Δι' αυτήν ίσα ίσα περισσότερον από κάθε άλλην, αφού
+είναι το δυσκολώτατον και σπουδαιότατον είδος της αρχής. — Ώστε
+αυτό το μέγιστον ελάττωμα έχει εν πρώτοις η ολιγαρχία. —
+Φαίνεται.
+
+ — Αλλά τι; αυτό το άλλο σου φαίνεται τάχα μικρότερον; — Το
+ποίον; — Ότι κατ' ανάγκην η ολιγαρχική πόλις δεν είναι μία, αλλά
+δύο, η μία μεν των πτωχών και η άλλη των πλουσίων, οίτινες
+κατοικούν μεν ομού, θέλουν δε το κακόν οι μεν των δε. — Δεν
+είναι, μα την αλήθειαν, μικρότερον. — Αλλ' ακόμη δεν είναι και
+αυτό καλόν, ότι δεν ημπορούν ίσως να κάμουν και πόλεμον, διότι
+είναι ηναγκασμένοι ή να οπλίσουν προς τούτο το πλήθος, οπότε θα
+εφοβούντο αυτό μάλλον ή τους εχθρούς, ή να μην το χρησιμοποιήσουν
+καθόλου, οπότε θα εφαίνοντο πραγματικώς ολιγαρχικοί εις την
+μάχην, εκτός του ότι οι πλούσιοι δεν εννοούν και να συνεισφέρουν
+χρήματα, αφού είναι φιλάργυροι. — Αλήθεια δεν είναι καλόν. — Τι
+δε; εκείνο που κατεδικάσαμεν προηγουμένως, να καταγίνωνται δηλαδή
+οι ίδιοι εις πολλά έργα συγχρόνως και να είναι μαζί και γεωργοί
+και έμποροι και πολεμισταί, όπως συμβαίνει εις αυτήν την
+πολιτείαν, σου φαίνεται τάχα πως είναι σωστόν; — Καθόλου μάλιστα.
+
+ — Βλέπε τώρα, αν απ' όλα αυτά τα κακά το μεγαλύτερον δεν
+εμφανίζεται κατά πρώτον εις αυτήν την πολιτείαν. — Το ποίον; —
+Ότι επιτρέπεται εις τον καθένα να εκποιήση όλην του την
+περιουσίαν, και εις ένα άλλον να την αγοράση από αυτόν, και
+εκείνος που την επώλησε να παραμένη εις την πόλιν, χωρίς να είναι
+πλέον τίποτε δι' αυτήν, ούτε έμπορος, ούτε τεχνίτης, ούτε ιππεύς,
+ούτε οπλίτης, αλλά να ονομάζεται απλώς πτωχός και άπορος. — Έχεις
+δίκαιον. — Δεν εμποδίζεται λοιπόν αυτό εις τας ολιγαρχικάς
+πολιτείας· διότι αλλέως δεν θα ήταν οι μεν υπέρπλουτοι, οι δε
+πάμπτωχοι. — Σωστά. — Πρόσεξε ακόμη και εις αυτό· όταν, καθ' όν
+καιρόν ήτο πλούσιος, εξώδευεν αλύπητα ο τοιούτος, είχε από αυτό
+καμμίαν ωφέλειαν η πολιτεία; εθεωρείτο τότε ένας από τους
+αρχηγούς της, ή πράγματι δεν ήτο ούτε άρχων ούτε υπηρέτης, αλλ'
+απλώς εξοδευτής των ετοίμων; — Όπως το λέγεις· δεν ήτο τίποτε
+άλλο παρά εξοδευτής. — Θέλεις λοιπόν να τον ονομάσωμεν αυτόν,
+όπως είναι ο κηφήν εις την κυψέλην νόσημα του σμήνους,
+τοιουτοτρόπως και αυτός νόσημα της πόλεως; — Ακούς εκεί δεν θέλω;
+— Όμως, ω Αδείμαντε, τους μεν πτερωτούς κηφήνας ο θεός τους έκαμε
+δίχως κέντρον, ενώ από αυτούς τους δίποδας κηφήνας, εις μερικούς
+μεν δεν έδωσεν επίσης κέντρον, εις άλλους όμως έδωσε και πολύ
+φοβερόν μάλιστα· και αυτοί μεν που δεν έχουν, αποθνήσκουν εις τα
+γηρατειά των πτωχοί, από δε τους άλλους γίνονται όλοι εκείνοι,
+που ονομάζονται κακούργοι· δεν είναι αλήθεια; — Βεβαιότατα. —
+Είναι λοιπόν φανερόν, ότι εις μίαν πόλιν, όπου θα ιδής πτωχούς,
+υπάρχουν κρυμμένοι το δίχως άλλο κλέπται και λωποδύται και
+ιερόσυλοι και εν γένει εργάται πάσης τοιαύτης κακίας. — Φανερόν.
+— Τι λοιπόν; εις τας ολιγαρχουμένας πόλεις υπάρχουν πτωχοί; —
+Σχεδόν όλοι οι κάτοικοι εκτός των αρχόντων. — Πώς λοιπόν να μη
+πιστεύωμεν, ότι θα υπάρχουν εις αυτάς και πλήθος κακούργοι με
+κέντρα, τους οποίους φροντίζουν οι άρχοντες και συγκρατούν διά
+της βίας; — Βεβαίως. — Και από ποίαν άλλην αφορμήν προέρχεται
+τούτο, παρά από την απαιδευσίαν και την κακήν ανατροφήν και από
+την ελαττωματικήν σύστασιν της πολιτείας; — Από καμμίαν άλλην. —
+Τοιαύτη τις λοιπόν σχεδόν είναι η ολιγαρχουμένη πόλις και αυτά τα
+ελαττώματά της, ίσως δε και περισσότερα. — Μάλιστα. — Και ας
+θεωρήσωμεν επομένως τελειωμένην την απεικόνισιν και αυτής της
+πολιτείας, την οποίαν ονομάζουν ολιγαρχίαν και της οποίας οι
+άρχοντες γίνονται επί τη βάσει της περιουσίας· τώρα ας εξετάσωμεν
+και τον άνθρωπον, που της είναι όμοιος, και πώς σχηματίζεται και
+ποίος είναι ο χαρακτήρ του. — Ας ίδωμεν. — Δεν σου φαίνεται, ότι
+κατ' αυτόν τον τρόπον μεταπίπτει από του τιμοκρατικού εκείνου εις
+τον ολιγαρχικόν; — Πώς; — Ο υιός από την παιδικήν του ηλικίαν
+κατά πρώτον μεν φιλοτιμείται να μιμηθή τον πατέρα του και να
+βαδίση επί τα ίχνη του· αλλ' ακολούθως, όταν ιδή έξαφνα, ότι ο
+πατέρας του προσέκρουσεν εις την πόλιν, όπως επάνω εις βράχον,
+και αφού έκαμε αβαρίαν και της περιουσίας του και του εαυτού του,
+κατά την διαχείρισιν είτε στρατηγίας τινός ή καμμιάς άλλης αρχής,
+έπεσε εις τα δικαστήρια και εις τα νύχια των συκοφαντών, και
+κατεδικάσθη ή εις θάνατον ή εις εξορίαν ή εις την στέρησιν των
+πολιτικών του δικαιωμάτων και την δήμευσιν της περιουσίας του, —
+Όπως συμβαίνει φυσικά. — Όταν, λέγω, ιδή όλα αυτά και πάθη και
+φοβηθή τα ίδια και διά τον εαυτόν του, τότε, νομίζω, και αυτός
+κρημνίζει κατακέφαλα από τον θρόνον της ψυχής του την φιλοδοξίαν
+και το θυμοειδές εκείνο, και ταπεινωθείς από την πτωχείαν δεν
+σκέπτεται άλλο παρά πώς να κάμη περιουσίαν, και κατά μικρόν με
+πολλάς στερήσεις, μεγάλην οικονομίαν και αδιάκοπον εργασίαν το
+κατορθώνει· δεν νομίζεις λοιπόν τότε, ότι εις εκείνον τον θρόνον,
+από τον οποίον εδίωξε την φιλοδοξίαν, θα αναβιβάση την
+φιλοχρηματίαν και το επιθυμητικόν, το οποίον θα ανακηρύξη μέγαν
+βασιλέα του και θα του φορέση τιάρας και στρεπτούς και ακινάκας;
+— Το πιστεύω. — Το δε λογιστικόν βέβαια και το θυμοειδές θα τα
+ρίψη χάμω δούλους και υποπόδια εκατέρωθεν του θρόνου του, και εις
+μεν το ένα δεν θα επιτρέπη να σκέπτεται και να συλλογίζεται
+τίποτε άλλο, παρά πώς θα κάμη από ολιγώτερα περισσότερα τα
+χρήματά του, το δε άλλο πάλιν τίποτε να μη θαυμάζη και τιμά παρά
+τον πλούτον και τους πλουσίους και να μην έχη άλλην φιλοδοξίαν
+παρά την απόκτησιν χρημάτων και οτιδήποτε άλλο οδηγεί προς τούτο.
+— Δεν υπάρχει άλλη μετάβασις τόσον ταχεία και ισχυρά δι' ένα
+νέον, όσον από την φιλοδοξίαν εις την φιλοχρηματίαν. — Αυτός
+λοιπόν δεν είναι ο ολιγαρχικός; — Η μεταβολή τουλάχιστον που τον
+έκαμε τοιούτον είναι ομοία με την μεταβολήν, εκ της οποίας
+προήλθεν η ολιγαρχία. — Ας εξετάσωμεν λοιπόν αν είναι όμοιος με
+αυτήν. — Ας το εξετάσωμεν.
+
+ — Πρώτη λοιπόν ομοιότης δεν είναι, ότι εκτιμά τα χρήματα
+περισσότερον από κάθε άλλο; — Πώς όχι; — Έπειτα, ότι είναι
+φειδωλός και εργατικός και δεν ικανοποιεί παρά μόνον τας
+απολύτους ανάγκας και επιθυμίας του και απαγορεύει κάθε άλλην
+δαπάνην εις τον εαυτόν του και υποδουλώνει όλας τας άλλας
+επιθυμίας του ως ματαίας. — Πραγματικώς. — Είναι επομένως βρωμερά
+γλίσχρος, αφού ζητεί από το κάθε τι να κερδίση, με μίαν λέξιν
+άνθρωπος θησαυροποιός, από εκείνους δα που θαυμάζει το πλήθος· ή
+δεν είναι αυτός, που ομοιάζει με το ολιγαρχικόν πολίτευμα; —
+Μάλιστα, διότι και από τα δύο μέρη τα χρήματα είναι που έχουν την
+μεγαλυτέραν αξίαν και εκτίμησιν. — Διά τον λόγον, ότι καμμίαν
+προσοχήν, υποθέτω, δεν έδωσεν ο τοιούτος άνθρωπος διά την
+μόρφωσίν του. — Και εγώ το υποθέτω, διότι άλλως δεν θα ελάμβανεν
+ένα οδηγόν τυφλόν και δεν θα τον εξετίμα τόσον. — Πολύ ωραία το
+είπες· πρόσεχε δε τώρα εις αυτό· δεν θα έχωμεν δίκαιον να
+ειπούμεν, ότι η απαιδευσία του εγέννησεν επιθυμίας ως του
+κηφήνος, άλλας μεν πτωχικάς, άλλας δε κακούργους, τας οποίας
+μόλις και μετά βίας προσπαθεί να συγκρατή; — Μάλιστα. — Και
+γνωρίζεις πού θα ίδης εκδηλουμένας τας κακούργους διαθέσεις των;
+— Πού; — Όταν αναλάβουν έξαφνα την επιτροπείαν ορφανών, ή τίποτε
+άλλο ανάλογον, που θα έχουν όλην την ελευθερίαν να καταχρασθούν
+και να αδικήσουν. — Αλήθεια λέγεις. — Δεν είναι λοιπόν εκ τούτου
+φανερόν ότι εις τας άλλας του συναλλαγάς, εις τας οποίας
+ευδοκιμεί θεωρούμενος έντιμος και δίκαιος κατορθώνει, με όχι
+μικράν επιβολήν επί του εαυτού του να συγκρατήση τας αγρίας
+επιθυμίας που κρύπτει μέσα του, όχι διότι είναι πεπεισμένος ότι
+αυτό είναι καλύτερον, ούτε διότι τας χαλιναγωγεί διά του ορθού
+λόγου, αλλ' εξ ανάγκης και από φόβον, διότι τρέμει μήπως χάση και
+την άλλην περιουσίαν; — Αναμφιβόλως. — Αλλ' όταν πρόκειται να
+εξοδεύσουν τα ξένα χρήματα, τότε μα την αλήθειαν, φίλε μου, θα
+ανακαλύψης εις τους πλείστους εξ αυτών κεκρυμμένας τας φυσικάς
+εκείνας επιθυμίας του κηφήνος. — Και εις τον υπέρτατον μάλιστα
+βαθμόν. — Ο τοιούτος λοιπόν άνθρωπος δεν θα είναι απηλλαγμένος
+εσωτερικών στάσεων, ούτε θα είναι ένας, αλλά διπλούς, διότι αι
+καλύτεραι και αι χειρότεραι επιθυμίαι, που έχει μέσα του, θα
+πολεμούν μεταξύ των, θα υπερισχύουν όμως οπωσδήποτε αι καλύτεραι.
+— Έτσι είναι. — Διά τούτο δε νομίζω θα τηρή ο τοιούτος τα
+εξωτερικά τουλάχιστον προσχήματα καλύτερα από πολλούς άλλους· η
+αληθινή όμως αρετή, η οποία προέρχεται από την εσωτερικήν
+ομόνοιαν και αρμονίαν της ψυχής, θα είναι βέβαια πράγμα τελείως
+άγνωστον δι' αυτόν. — Το πιστεύω. — Προκειμένου δε περί ευγενούς
+αμίλλης μεταξύ των πολιτών, ή διά καμμίαν νίκην, ή δι' ό,τι άλλο
+από τα ωραία αγωνίσματα της φιλοτιμίας, ο φιλοχρήματος κάθε άλλο
+παρά να λαμβάνη ενεργητικόν μέρος εις αυτά, διότι δεν θέλει να
+εξοδεύη χρήματα διά την δόξαν και τους τοιούτους αγώνας, και
+φοβείται να εξεγείρη μέσα του τας εξοδευτικάς επιθυμίας και να
+τας προσκαλέση εις βοήθειάν του και εις σύμπραξιν· πολεμεί λοιπόν
+με ολίγιστον μέρος από τα ιδικά του, πράγματι ολιγαρχικώς, και
+επομένως νικάται μεν πάντοτε, αλλά και πάντοτε μένει πλούσιος. —
+Έτσι είναι. — Θα αμφιβάλλωμεν λοιπόν ακόμη περί της πλήρους
+ομοιότητος, που υφίσταται μεταξύ της ολιγαρχουμένης πολιτείας και
+του φιλοχρημάτου και φειδωλού ανθρώπου; — Καθόλου.
+
+ — Έρχεται τώρα η σειρά της δημοκρατίας, να εξετάσωμεν πώς
+σχηματίζεται και ποίος είναι ο χαρακτήρ αυτής, ούτως ώστε, αφού
+γνωρίσωμεν και τον χαρακτήρα του ανθρώπου, που της ομοιάζει, να
+υποβάλωμεν και αυτόν υπό την κρίσιν μας. — Θα ακολουθήσωμεν
+δηλαδή και εις αυτό την ιδίαν μας μέθοδον. — Ιδού λοιπόν πώς
+γίνεται η μετάβασις από την ολιγαρχίαν εις την δημοκρατίαν, ένεκα
+της απληστίας προς επαύξησιν της κεκτημένης περιουσίας, πράγμα το
+οποίον θεωρείται ως το ανώτατον αγαθόν εν τη ολιγαρχική πολιτεία.
+— Πώς γίνεται; — Επειδή οι άρχοντες εν αυτή οφείλουν το αξίωμά
+των εις τα μεγάλα των πλούτη, δεν τους συμφέρει να περιορίσουν
+διά νόμου την ελευθερίαν των ασώτων νέων, ώστε να μην έχουν το
+δικαίωμα να σπαταλούν και να καταβροχθίζουν τας περιουσίας των,
+διά να αγοράζουν αυτοί τα αγαθά των ή να τους δανείζουν με βαρείς
+τόκους και τοιουτοτρόπως να αυξάνουν ακόμη περισσότερον τα πλούτη
+των και την υπόληψίν των. — Αναμφιβόλως. — Είναι όμως ήδη
+φανερόν, ότι αδύνατον συγχρόνως και να τιμούν τον πλούτον εις
+μίαν πόλιν, και να εξασκούν την εγκράτειαν και την σωφροσύνην,
+αλλά κατ' ανάγκην ή το ένα θα παραμελούν ή το άλλο. — Εκτός πάσης
+αμφιβολίας. — Παραμελούντες λοιπόν οι άρχοντες εις τας
+ολιγαρχικάς πολιτείας και μη φροντίζοντες να περιορίσουν την
+ακολασίαν, ηνάγκασαν πολλούς, ανθρώπους ίσως εκ φύσεως ευγενών
+αισθημάτων, να καταντήσουν εις την εσχάτην ένδειαν. — Μάλιστα. —
+Κάθηνται λοιπόν αυτοί εις την πόλιν με το κέντρον έτοιμον και
+ωπλισμένοι, άλλοι μεν κατάχρεοι, άλλοι στερημένοι τα πολιτικά
+τους δικαιώματα, άλλοι και τα δύο μαζί, με την καρδίαν γεμάτην
+έχθραν και επιβουλήν εναντίον εκείνων, που επλούτησαν με τα
+λείψανα της περιουσίας των, και εναντίον όλων εν γένει των
+πολιτών, τρέφοντες σχέδια γενικής ανατροπής των πραγμάτων. — Έτσι
+είναι. — Εν τω μεταξύ οι χρηματισταί, πεσμένοι με τα μούτρα εις
+τη δουλειά των, χωρίς να κάνουν πως τους προσέχουν καν αυτούς,
+περιμένουν τίνος από τους άλλους θα έλθη τώρα η σειρά να πέση εις
+τα νύχια των, διά να τον αφαιμάξουν, δανείζοντες εις αυτόν και
+λαμβάνοντες τόκους πολύ περισσοτέρους από το αρχικόν κεφάλαιον
+και αυξάνοντες τοιουτοτρόπως τον αριθμόν των πτωχών και των
+κηφήνων εις την {πόλιν}. — Πώς βέβαια να μην τον αυξάνουν; — Δεν
+εννοούν μολαταύτα ν' ανακόψουν την πρόοδον του κακού, που
+υποβόσκει, είτε απαγορεύοντες εις τους ιδιώτας, να διαθέτουν όπως
+τους φανή την περιουσίαν των, είτε και με ένα άλλο μέσον, διά του
+οποίου προλαμβάνονται όλα αυτά τα κακά. — Και ποίον είναι αυτό το
+μέσον; — Ένας νόμος, ο οποίος, ελλείψει του πρώτου, θα ηνάγκαζε
+τους πολίτας να είναι τίμιοι εις τας συναλλαγάς των· διότι αν
+ήθελέ τις ορίση τα τοιούτου είδους συμβόλαια να γίνωνται επί
+κινδύνω των δανειστών, και η τοκογλυφία θα εξησκείτο ολιγώτερον
+αναιδώς εις την πόλιν, και ολιγώτερα από αυτά τα κακά, που
+είπαμεν τώρα, θα ανεφύοντο εν αυτή. — Πολύ σωστά. — Ενώ τώρα οι
+άρχοντες δι' όλους αυτούς τους λόγους γίνονται αφορμή να
+περιέρχωνται εις αυτήν την κατάστασιν οι υπήκοοί των· αυτοί δε οι
+ίδιοι και τα τέκνα των ζώντες βίον τρυφηλόν και μη γυμνάζοντες
+ούτε τα σώματα ούτε τας ψυχάς των, καταντούν μαλθακοί και
+ανίκανοι να αντισταθούν και εις τας ηδονάς και εις τας λύπας. —
+Πράγματι. — Αλλ' αφού αυτοί οι πατέρες δεν σκέπτονται τίποτε
+άλλο, παρά πώς να αυξήσουν την περιουσίαν των, είναι δυνατόν να
+φροντίζουν περί αρετής περισσότερον από την τάξιν των πτωχών; —
+Όχι βέβαια.
+
+ — Λοιπόν, υπό τοιαύτας συνθήκας, όταν τύχη και ευρεθούν μαζί
+άρχοντες και υπήκοοι, είτε εις καμμίαν πορείαν, ή αποστολήν, ή
+εκστρατείαν κατά ξηράν ή θάλασσαν ως συστρατιώται ή συμπλωτήρες,
+ή εις οιανδήποτε άλλην περίστασιν και γνωρισθούν καλά μεταξύ των
+εις τους κινδύνους, βέβαια δεν θα έχουν λόγον οι πλούσιοι να
+περιφρονούν τους πτωχούς· αλλ' απεναντίας, όταν ένας πτωχός,
+ξερακιανός και ηλιοκαμμένος, τύχη να έχη παραστάτην εις τον
+πόλεμον κανένα πλούσιον, που δεν τον είδε ποτέ ο ήλιος και
+γεμάτον περιττά κρέατα και πάχη, και τον ιδή να λαχανιάζη και να
+μην ηξεύρη πώς να εξοικονομήση τον εαυτόν του, δεν νομίζεις πως
+θα σκεφθή αμέσως, ότι από την ιδικήν των την ανανδρίαν είναι
+πλούσιοι οι τοιούτοι, και δεν θα λέγουν ο ένας του άλλου, όταν
+συναντώνται ιδιαιτέρως, ότι «οι άνθρωποί μας δεν αξίζουν τίποτε»;
+— Πολύ καλά το γνωρίζω, ότι αυτό πράγματι γίνεται.
+
+ — Λοιπόν, όπως ένα σώμα ασθενικόν δεν χρειάζεται παρά την
+ελαχίστην αφορμήν απέξω διά να πέση κάτω, ενίοτε δε υφίσταται
+γενικήν διατάραξιν και χωρίς καμμίαν εξωτερικήν αιτίαν, το ίδιον
+και μία πολιτεία, ευρισκομένη εις την αυτήν κατάστασιν, αρκεί
+μικρά αφορμή, διά να αναστατωθή και παραδοθή εις τον εμφύλιον
+πόλεμον, όταν ή οι πτωχοί επικαλεσθούν την βοήθειαν μιας
+δημοκρατουμένης πόλεως, ή οι πλούσιοι ολιγαρχουμένης, ενίοτε δε
+και χωρίς να γίνη και αυτό. — Πολύ σωστά. — Και το πολίτευμα
+μεταβάλλεται εις δημοκρατικόν, όταν, μου φαίνεται, υπερισχύσουν
+οι πτωχοί και άλλους μεν φονεύσουν, άλλους δε εξορίσουν, και
+μοιράσουν με τους λοιπούς εξ ίσου τας αρχάς και τα αξιώματα της
+πολιτείας [εκλεγομένων ως επί το πλείστον των αρχόντων διά του
+κλήρου]. — Κατ' αυτόν πράγματι τον τρόπον γίνεται η σύστασις της
+δημοκρατίας, είτε αν νικήσουν διά των όπλων οι πτωχοί, είτε αν οι
+πλούσιοι από φόβον αποφασίσουν να αποχωρήσουν μόνοι των εκ της
+πόλεως.
+
+ — Ποίος λοιπόν θα είναι τώρα ο τρόπος της διοικήσεως, και ποία
+τα ήθη της πολιτείας ταύτης; διότι είναι φανερόν ότι εξ αυτής της
+εξετάσεως θα ευρεθή τοιούτος και ο δημοκρατικός άνθρωπος. —
+Βεβαίως — Λοιπόν εν πρώτοις όλοι των είναι ελεύθεροι, και
+επικρατεί εις την πολιτείαν πλήρης ελευθερία και παρρησία και
+εξουσία να κάμνη ο καθένας ό,τι θέλει. — Αυτό τουλάχιστον
+λέγεται. — Όπου όμως υπάρχει αυτή η εξουσία, είναι φανερόν ότι
+έκαστος πολίτης θα διαθέτη και θα κανονίζη τον βίον του κατ'
+αρέσκειαν. — Μάλιστα, φανερόν. — Επομένως θα υπάρχη εις αυτήν την
+πολιτείαν μεγίστη ποικιλία ανθρωπίνων τύπων και χαρακτήρων. — Και
+πώς όχι; — Μα την αλήθειαν κινδυνεύει να θεωρηθή η ωραιοτέρα από
+όλας τας πολιτείας αυτή, καθώς φόρεμα κεντημένον με πολυποίκιλα
+άνθη, τοιουτοτρόπως στολισμένη και αυτή με παντοειδή ήθη και
+χαρακτήρας· και δι' αυτό ίσως, όπως τα παιδιά και αι γυναίκες
+θαυμάζουν την ποικιλίαν του στολισμού, να κρίνουν και οι πολλοί
+ωραιοτέραν αυτήν την πολιτείαν. — Δεν δυσκολεύομαι να το
+πιστεύσω. — Και εις αυτήν την πολιτείαν είναι που ημπορεί κανείς
+να έλθη να διαλέξη το είδος του πολιτεύματος που του έρχεται εις
+τον λογαριασμόν. — Πώς αυτό; — Διότι περικλείει όλα τα είδη των
+πολιτευμάτων, χάρις εις την εξουσίαν που έχει ο καθένας να ζη
+όπως θέλει· και φαίνεται, πως αν ήθελε κανείς να χαράξη το
+σχέδιον μιας πολιτείας, όπως δα εκάμναμεν και ημείς τώρα, δεν θα
+έχη ανάγκην παρά να μεταβή εις μίαν δημοκρατουμένην πάλιν, όπως
+πηγαίνει κανείς εις την αγοράν ή εις το παντοπωλείον, και να
+διαλέξη το είδος της αρεσκείας του, σύμφωνα με το οποίον να
+εκτελέση το σχέδιόν του. — Ίσως πράγματι δεν θα του λείψουν
+πρότυπα.
+
+ — Δεν φαίνεται δε θαυμασία εκ πρώτης όψεως και πολύ χαριτωμένη η
+τοιαύτη διευθέτησις των πραγμάτων, ώστε να μην έχης την
+υποχρέωσιν να αναλαμβάνης καμμίαν δημοσίαν λειτουργίαν, όσην και
+αν έχης ικανότητα προς τούτο, ούτε πάλιν να υπόκεισαι εις καμμίαν
+εξουσίαν, εάν δεν θέλης, ούτε να πηγαίνης εις τον πόλεμον, ενώ οι
+άλλοι πηγαίνουν, ούτε να έχης ειρήνην, όταν έχουν οι άλλοι, εάν
+δεν το επιθυμής εσύ, ή, εάν κανείς νόμος σου αποκλείη το δικαίωμα
+να γίνης άρχων και δικαστής, εσύ μολαταύτα να γίνεσαι, εάν σου
+κατέβη εις το κεφάλι; — Ίσως πράγματι εκ πρώτης όψεως. — Έπειτα,
+τι σου λέγει εκείνη ενίοτε η επιείκεια προς τους καταδικασμένους;
+ή δεν έτυχε ποτέ να ιδής εις τοιαύτην πολιτείαν ανθρώπους
+καταδικασθέντας εις θάνατον ή εις εξορίαν, να μένουν και να
+αναστρέφωνται εν μέσω των άλλων, και ως να μην τον επρόσεχε ή τον
+έβλεπε κανείς, να περιφέρεται αρειμανίως εν μέση αγορά ως ήρως; —
+Και πολλούς μάλιστα είδα.
+
+ — Εκείνη δε η συγκαταβατικότης των, η απηλλαγμένη και του
+ελαχίστου ίχνους μικρολογίας; εκείνη η καταφρόνησις προς όλας τας
+αρχάς, τας οποίας ημείς με τόσην σοβαρότητα και σεβασμόν
+πραγματευόμεθα, όταν εσχεδιάζαμεν την πόλιν μας, λέγοντες ότι,
+ουδέποτε, εκτός αν έχη τις τελείαν εκ φύσεως προδιάθεσιν, εκτός
+αν εκ παιδικής ηλικίας και εν μέσω των παιγνίων του ζη με τα
+παραδείγματα του καλού και ακολούθως σπουδάση επιμελώς όλα αυτά,
+είναι δυνατόν να γίνη κανείς ενάρετος και καλός άνθρωπος; με
+πόσην μεγαλοπρέπειαν ποδοπατή όλας αυτάς τας αρχάς και χωρίς
+διόλου να ενδιαφέρεται να γνωρίση με ποίαν προπαρασκευήν κατήλθεν
+εις το πολιτικόν στάδιον ο δείνα πολιτευόμενος, τον περιβάλλει με
+όλην του την εκτίμησιν και υποστήριξιν, αρκεί μόνον να διακηρύττη
+εκείνος ότι είναι φίλος και προστάτης των συμφερόντων του λαού! —
+Τι γενναία πράγματι συγκατάβασις! — Αυτά έχει και άλλα πολλά,
+όμοια πλεονεκτήματα η δημοκρατία και είναι, καθώς βλέπεις,
+πολίτευμα ευχάριστον, με μεγάλην ποικιλίαν και με τελείαν
+αναρχίαν, αφού διανέμει την ισότητα ομοίως μεταξύ ίσων και
+ανίσων. — Πράγματα πολύ γνωστά μας λέγεις.
+
+ — Πρόσεξε τώρα και οποίος τις θα είναι ο χαρακτήρ του ατόμου εις
+μίαν δημοκρατίαν· ή θέλεις πρώτα να εξετάσωμεν, όπως το εκάμαμεν
+και διά το πολίτευμα, κατά ποίον τρόπον σχηματίζεται; — Μάλιστα.
+— Λοιπόν ως εξής κατά την ιδέαν μου· ο φιλοχρήματος εκείνος και
+ολιγαρχικός έχει υιόν, ο οποίος ανατραφείς υπό του πατρός του
+έχει τα ίδια αισθήματα με αυτόν. — Πώς όχι; — Και ούτος λοιπόν
+διά της βίας κατορθώνει και χαλιναγωγεί τας επιθυμίας του
+εκείνας, αι οποίαι χωρίς να του φέρουν κανένα κέρδος, απεναντίας
+είναι δαπανηραί, και δι' αυτό και ονομάζονται όχι αναγκαίαι. —
+Μάλιστα. — Θέλεις λοιπόν, διά να κάμωμεν σαφέστερα τα πράγματα,
+να ορίσωμεν πρώτα ποίας λέγομεν αναγκαίας επιθυμίας και ποίας
+όχι; — Θέλω. Αναγκαίαι λοιπόν επιθυμίαι δεν πρέπει να ονομασθούν
+δικαίως εκείναι, που δεν ημπορούμεν να τας αποφύγωμεν και των
+οποίων η ικανοποίησις μας είναι ωφέλιμος; διότι είναι φανερόν ότι
+και τα δύο αυτά είναι ανάγκαι επιβεβλημέναι υπό της φύσεως. — Και
+πολύ μάλιστα. — Ώστε έχομεν δίκαιον ν' αποδώσωμεν εις αυτάς τον
+χαρακτηρισμόν του αναγκαίου. — Βεβαίως. — Τι δε; εκείνας, από τας
+οποίας θα ημπορούσε κανείς να απαλλαχθή, αν το έκαμνε έργον του
+από νεαράς ηλικίας, και αι οποίαι κανένα κα\ον δεν μας κάμνουν
+που υπάρχουν, αλλά το εναντίον, δεν θα ήτο ορθόν, αν ηθέλομεν τας
+ονομάση όχι αναγκαίας; — Πολύ ορθόν. — Να λάβωμεν τώρα ένα
+παράδειγμα και διά τα δύο είδη, διά να έχωμεν ένα τύπον αυτών; —
+Πρέπει βέβαια. — Λοιπόν, η επιθυμία του να φάγωμεν απλώς όσον
+χρειάζεται διά την υγείαν μας και την ευεξίαν ή και η επιθυμία
+ηρτυμένου φαγητού, δεν είναι αναγκαία; — Το νομίζω. — Και η μεν
+επιθυμία απλώς του να φάγωμεν είναι και διά τους δύο λόγους,
+νομίζω, αναγκαία, και διότι είναι ωφέλιμος και διότι χωρίς αυτό
+δεν ημπορούμεν να ζήσωμεν. — Ναι. — Του δε ηρτυμένου φαγητού, εφ'
+όσον παρέχει κάποιαν ωφέλειαν διά την ευεξίαν μας. — Πολύ σωστά.
+— Πέραν όμως από αυτό η επιθυμία φαγητών ασυνηθίστων και
+αλλοκότων παρασκευασμάτων, επιθυμία βλαβερά μεν διά το σώμα,
+επιβλαβής δε και διά την σωφροσύνην και την νηφαλιότητα της
+ψυχής, και από της οποίας διά της καταλλήλου εκπαιδεύσεως
+δύνανται οι περισσότεροι εκ νεαράς ηλικίας να απαλλαχθούν, η
+τοιαύτη επιθυμία δεν δύναται δικαίως να ονομασθή όχι αναγκαία; —
+Και πολύ μάλιστα. — Ημπορούμεν λοιπόν ακόμη αυτάς μεν να τας
+ονομάσωμεν και δαπανηράς, τας δε πρώτας επικερδείς, διότι
+χρησιμεύουν να μας κάμνουν ικανούς να εργαζώμεθα — Πώς όχι; — Δεν
+συμβαίνει δε το ίδιον και με τας ερωτικάς και με όλας τας άλλας
+επιθυμίας; — Το ίδιον. — Εκείνον λοιπόν που ωνομάσαμεν
+προηγουμένως κηφήνα, δεν είναι αυτός που κυριαρχείται από τας
+τοιαύτας ηδονάς και επιθυμίας τας μη αναγκαίας, ενώ απεναντίας ο
+φιλοχρήματος και ολιγαρχικός έχει μόνον τας αναγκαίας; — Πώς όχι;
+
+ — Ας το εξηγήσωμεν λοιπόν τώρα εξ αρχής πώς από τον ολιγαρχικόν
+γίνεται ο δημοκρατικός· κατ' αυτόν τον τρόπον μου φαίνεται πως
+γίνεται το πράγμα ως επί το πλείστον. — Πώς; — Όταν ένας νέος,
+ανατεθραμμένος, όπως ελέγαμεν, με την αγάπην του κέρδους και εν
+γένει αμελώς, γευθή άπαξ από το μέλι των κηφήνων και τύχη να
+συναναστραφή με τα δεινά και φοβερά εκείνα θηρία, που ημπορούν να
+του παρασκευάσουν ποικίλας και παντοειδείς ηδονάς, από αυτήν την
+στιγμήν, γνώριζε, αρχίζει να μεταβάλλεται η εν αυτώ ολιγαρχική
+φύσις εις δημοκρατικήν. — Κατ' ανάγκην. — Και όπως η ολιγαρχική
+πολιτεία μεταβάλλει μορφήν, όταν την δημοκρατικήν μερίδα την
+βοηθήσουν έξωθεν σύμμαχοι των αυτών φρονημάτων, δεν μεταβάλλεται
+επίσης και ο νέος, όταν έξωθεν όμοιαι και συγγενείς επιθυμίαι,
+βοηθήσουν το έτερον είδος των εν αυτώ επιθυμιών; — Βεβαιότατα. —
+Και εάν μεν σπεύση αφ' ετέρου προς βοήθειαν της εν αυτώ
+ολιγαρχικής μερίδος των επιθυμιών καμμία άλλη συμμαχία, ο πατέρας
+του δηλαδή και οι άλλοι οικείοι του με τας νουθεσίας των και τας
+επιπλήξεις των, τότε, νομίζω, συνάπτεται μέσα του πόλεμος σωστός
+μεταξύ των δύο μερίδων. — Πώς όχι; — Και άλλοτε μεν συμβαίνει να
+ηττηθή η δημοκρατική μερίς υπό της ολιγαρχικής, και τότε αι κακαί
+επιθυμίαι εν μέρει μεν τελείως εξαφανίζονται, εν μέρει δε
+εκδιώκονται εκ της ψυχής του νέου, μέσα εις την οποίαν γεννάται
+το αίσθημα της εντροπής, και επανέρχεται τοιουτοτρόπως εις την
+ευθείαν οδόν. — Πράγματι συμβαίνει αυτό ενίοτε. — Πάλιν όμως μετ'
+ολίγον, εξ αιτίας της κακής ανατροφής, που έλαβε από τον πατέρα
+του, άλλαι επιθυμίαι ισχυρότεραι και περισσότεραι διαδέχονται
+εκείνας που κατώρθωσε να εξορίση. — Πράγματι και αυτό γίνεται
+συνήθως. — Τον παρασύρουν λοιπόν προς τας αυτάς κακάς
+συναναστροφάς, και από την λαθραίαν αυτήν επιμιξίαν γεννώνται
+πλήθος νέων επιθυμιών μέσα του. Πώς όχι; Εις το τέλος όμως
+καταλαμβάνουν την ακρόπολιν της ψυχής νέου αντιληφθείσαι, ότι
+είναι κενή μαθήσεως και καλών έξεων και αληθινών αρχών, που
+χρησιμεύουν ως οι καλύτεροι φρουροί και φύλακες διά την διάνοιαν
+των θεοφιλών ανθρώπων. — Αναμφιβόλως. — Κρίσεις δε ψευδείς και
+δοξασίαι επιπόλαιαι και αλλαζονικαί αναβαίνουν και πιάνουν την
+θέσιν, που έπρεπε να κατέχουν εκείναι. — Αυτό γίνεται. Τότε
+λοιπόν δεν επιστρέφει και μένει διά παντός πλέον φανερά μαζί με
+τους λωτοφάγους εκείνους και αν τύχη να έλθη εκ μέρους των
+οικείων του καμμία ενίσχυσις εις την αντίθετον, την φειδωλήν
+μερίδα της ψυχής του, αι αλαζονικαί δοξασίαι δεν κλείουν τας
+πύλας του εν αυτώ βασιλικού τείχους και ούτε εις αυτήν την
+επικουρίαν επιτρέπουν την είσοδον, ούτε θέλουν να ακούσουν τους
+λόγους, που φέρει πρεσβεία ανθρώπων πρεσβυτέρων και συνετών; αλλ'
+αφού εξησφάλισαν υπέρ εαυτών την νίκην με την βοήθειαν πλήθους
+ανωφελών επιθυμιών, εκδιώκουν μεν ατίμως την εντροπήν ονομάζοντες
+αυτήν ηλιθιότητα, κυνηγούν με πολλούς προπηλακισμούς την
+σωφροσύνην, την οποίαν αποκαλούν ανανδρίαν, και στέλλουν εις
+εξορίαν την μετριότητα και ολιγάρκειαν, τας οποίας χαρακτηρίζουν
+ως χωριατοσύνην και προστυχιάν. — Αληθινά. — Αφού λοιπόν
+τοιουτοτρόπως απαλλάξουν από αυτάς και καθαρίσουν την ψυχήν του
+νέου, που επήραν εις την κατοχήν των και τον μυούν εις τα μεγάλα
+μυστήρια, τότε δα πλέον εισάγουν εις αυτήν, μετά μεγάλης και
+λαμπράς ακολουθίας και με στεφάνους εις την κεφαλήν, την
+αυθαιρεσίαν και την αναρχίαν και την ακολασίαν και την αναίδειαν,
+τας οποίας στολίζουν με εγκώμια και χαϊδευτικά ονόματα,
+αποκαλούντες την μεν αυθαιρεσίαν τρόπον του φέρεσθαι καθώς
+πρέπει, την αναρχίαν ελευθερίαν, την ακολασίαν μεγαλοπρέπειαν,
+και την αναίδειαν ανδρείαν. Δεν είναι πράγματι κατ' αυτόν τον
+τρόπον, που ένας νέος συνηθισμένος εκ παιδικής ηλικίας να
+ικανοποιή τας αναγκαίας μόνον επιθυμίας του, μεταβάλλει
+κατάστασιν και παραδίδεται με όλην την ελευθερίαν και την άδειαν
+εις τας μη αναγκαίας και ωφελίμους ηδονάς; — Με μεγάλην πράγματι
+ακρίβειαν και ζωηρότητα εζωγράφισες την μεταβολήν του.
+
+ — Ζη δε πλέον απ' εδώ κ' εμπρός ο τοιούτος χωρίς να κάμνη
+καμμίαν διάκρισιν μεταξύ των αναγκαίων και περιττών ηδονών, διά
+την ικανοποίησιν των οποίων δεν φείδεται ούτε χρημάτων, ούτε
+κόπου, ούτε χρόνου· αλλ' εάν έχη τύχην και δεν παρασυρθή υπ'
+αυτών μέχρι παροξυσμού, με τον καιρόν δε και με την ηλικίαν, αφού
+κατευνασθή οπωσδήποτε η τρικυμία των παθών, ανακαλέση εκ της
+εξορίας μερικούς εκ των φυγάδων και δεν παραδώση μέχρι τέλους και
+ανεπιφυλάκτως τον εαυτόν του εις τους επεισελθόντας, αποκαθιστά
+τότε κάποιαν ισορροπίαν μεταξύ των επιθυμιών του και παραδίδει
+εκάστοτε την διοίκησιν της ψυχής του εις την μερίδα την οποίαν
+ήθελεν, ούτως ειπείν, ευνοήση ο κλήρος και πάλιν εις την άλλην,
+αφού κορεσθή με την πρώτην, χωρίς να κάμνη διάκρισιν, αλλά την
+αυτήν εύνοιαν τρέφων και διά τας δύο. — Πολύ σωστά. — Και δεν
+δέχεται, εννοείται, να ακούση ουδ' επιτρέπει την είσοδον εις το
+φρούριον, εάν έλθη ο ορθός λόγος να του είπη, ότι υπάρχουν δύο
+ειδών ηδοναί, αι μεν αποτέλεσμα των καλών και χρηστών επιθυμιών,
+αι δε των πονηρών και φαύλων, και ότι τας μεν πρώτας οφείλει να
+επιζητή και να εκτιμά, τας δε άλλας να καταστέλλη και να δαμάζη·
+αποκρούει κάθε τοιαύτην εισήγησιν και λέγει ότι πρέπει όλας εξ
+ίσου να εκτιμά. — Αυτό βέβαια πρέπει να κάμνη εις την κατάστασιν,
+που ευρίσκεται.
+
+ — Περνά λοιπόν την ζωήν του ημέραν με την ημέραν κατ' αυτόν τον
+τρόπον χαριζόμενος εις την πρώτην, που θα του παρουσιασθή
+επιθυμίαν του· σήμερον παραδίδεται εις την μέθην και την
+διασκέδασιν, αύριον εις την υδροποσίαν και την αυστηροτέραν
+δίαιταν, άλλοτε εις την αργίαν και την τελείαν αμεριμνησίαν των
+πάντων, και άλλοτε τάχα εγκύπτει εις την φιλοσοφίαν· το
+συχνότερον πολιτεύεται, ανέρχεται επί του βήματος και ό,τι φθάση
+λέγει και κάμνει· και άν ποτε ζηλώση την πολεμικήν δόξαν,
+επιδίδεται εις τα πολεμικά, άλλοτε πάλιν ζηλεύει τους
+επιχειρηματίας, και ιδού αυτός τοιούτος· και εν γένει καμμίαν
+τάξιν δεν έχει εις την ζωήν του, ούτε εννοεί να στενοχωρηθή από
+τίποτε, και αυτόν τον βίον εξακολουθεί μέχρι τέλους, τον οποίον
+ονομάζει ευχάριστον, ελεύθερον και μακάριον. Θαυμάσια εξεικόνισες
+τον χαρακτήρα του φίλου της ισονομίας. — Χαρακτήρα πολυσύνθετον,
+ο οποίος ενώνει εν εαυτώ ποικιλίαν ηθών και χαρακτήρων, όπως και
+εκείνη η δημοκρατική πολιτεία· και δεν είναι παράδοξον να τον
+ευρίσκουν πολλοί και πολλαί αξιοζήλευτον, αφού περιέχει όλα τα
+είδη των πολιτευμάτων και των χαρακτήρων. — Έτσι είναι. — Δεν
+αντιστοιχεί λοιπόν προς την δημοκρατικήν πολιτείαν ο τοιούτος
+άνθρωπος, ώστε να τον ονομάσωμεν ορθώς δημοκρατικόν; —
+Αντιστοιχεί βέβαια.
+
+ — Μας υπολείπεται λοιπόν τώρα πλέον να διεξέλθωμεν το κάλλιστον
+είδος του πολιτεύματος και τον άριστον ανθρώπινον χαρακτήρα, την
+τυραννίδα και τον τύραννον. — Μάλιστα. — Ας ίδωμεν λοιπόν,
+αγαπητέ φίλε, κατά ποίον τρόπον σχηματίζεται η τυραννίς· και ότι
+μεν την αρχήν της έχει από την δημοκρατίαν είναι σχεδόν φανερόν.
+— Βεβαίως. — Και άραγε κατά τον ίδιον τρόπον, που γίνεται από την
+ολιγαρχίαν η δημοκρατία, κατά τον ίδιον γίνεται και από την
+δημοκρατίαν η τυραννίς; — Πώς; — Εκείνο το οποίον εν τη ολιγαρχία
+εθεωρήθη το ανώτατον αγαθόν, και εις το οποίον εχρεώστει,
+είπαμεν, την γέννησίν της αύτη — ήτο δε τούτο ο πλούτος· ή όχι; —
+Ναι. — Η απληστία λοιπόν του πλούτου και η παραμέλησις όλων των
+άλλων προς απόκτησιν αυτού, είναι εκείνο που επέφερε την
+καταστροφήν της. — Αλήθεια. — Κατά τον ίδιον λοιπόν λόγον και η
+απληστία εκείνου, που θεωρείται εν τη δημοκρατία το ανώτατον
+αγαθόν, δεν επιφέρει και αυτής την καταστροφήν; — Και ποίον είναι
+αυτό το αγαθόν; — Η ελευθερία· διότι αυτό θα ακούσης να λέγουν
+εις μίαν δημοκρατουμένην πολιτείαν, ότι είναι το καλύτερον πράγμα
+που υπάρχει, και δι' αυτό εις τοιαύτην μόνον πολιτείαν αξίζει να
+ζη ένας, που είναι εκ φύσεως ελεύθερος. — Πραγματικώς λέγεται και
+πολύ μάλιστα αυτός ο λόγος. — Δεν είναι λοιπόν, και αυτό ακριβώς
+επρόκειτο να είπω τώρα, η απληστία της ελευθερίας και η αδιαφορία
+δι' όλα τα άλλα, που επιφέρει την κατάπτωσιν και αυτού του
+πολιτεύματος και παρασκευάζει την ανάγκην της τυραννίδος; — Πώς
+δηλαδή;
+
+ — Όταν μία δημοκρατουμένη πολιτεία, που έχει άσβεστον δίψαν
+ελευθερίας, τύχη να κυβερνάται από κακούς οινοχόους, και μεθύση,
+διότι της κερνούν παρά πάνω απ' ό,τι πρέπει άκρατον, τότε λοιπόν,
+αν δεν είναι παραπολύ καλόβολοι οι άρχοντες και δεν εξακολουθούν
+να της δίνουν ελευθερίαν όσην θέλη, τους κατηγορεί και τους
+τιμωρεί με την πρόφασιν ότι είναι καταχθόνιοι και αποβλέπουν εις
+την ολιγαρχίαν. — Το κάμνουν πραγματικώς αυτό. — Και όσοι μεν των
+πολιτών εξακολουθούν να υπακούουν εις τους άρχοντας, τους
+προπηλακίζει, ότι είναι δούλοι εκούσιοι και δεν αξίζουν τίποτε,
+τους δε άρχοντας που είναι όμοιοι με τους υπηκόους, και τους
+υπηκόους που είναι όμοιοι με τους άρχοντας, επαινεί και τιμά και
+ιδία και δημοσία· κατ' ανάγκην λοιπόν δεν θα εξαπλωθή παντού η
+ελευθερία εις μίαν τοιαύτην πόλιν; — Πώς όχι; — Θα εισδύση
+μάλιστα, φίλε μου, και εις τους κόλπους της οικογενείας, και εις
+το τέλος τέλος θα μεταδοθή το μίασμα της αναρχίας και εις αυτά τα
+κατοικίδια ζώα. — Τι εννοείς με τούτο; — Θέλω να είπω ότι οι
+πατέρες θα συνηθίσουν να θεωρούν τα τέκνα ως ίσους και ομοίους
+των και να φοβούνται τους υιούς των, το ίδιον πάλιν οι υιοί τους
+πατέρας και ούτε θα τους σέβωνται, ούτε θα τους φοβούνται, διά να
+είναι βέβαια ελεύθεροι· οι μέτοικοι θα εξισωθούν με τους πολίτας,
+οι πολίται με τους μετοίκους, ωσαύτως δε και οι ξένοι. — Αυτό
+ακριβώς και συμβαίνει.
+
+ — Αυτά λοιπόν γίνονται και άλλα μικρότερα τοιαύτα, εις αυτήν την
+πολιτείαν· ο διδάσκαλος φοβείται και περιποιείται τους μαθητάς
+του, οι μαθηταί καμμίαν σημασίαν δεν δίδουν διά τους διδασκάλους
+και τους παιδαγωγούς των· και εν γένει οι νέοι εννοούν να περνούν
+το ένα με τους γεροντοτέρους και να συνερίζωνται με αυτούς και
+εις τους λόγους και τα έργα, οι δε γέροντες πάλιν συγκατερχόμενοι
+μέχρι των νέων σπουδάζουν να μιμούνται τους τρόπους των και να
+κάμνουν τον χαρίεντα και τον ευτράπελον, διά να μη θεωρούνται
+φορτικοί και δεσποτικοί. — Αυτό είναι αλήθεια. — Αλλ' η πλέον
+ανυπόφορος κατάχρησις της ελευθερίας που συμβαίνει εις την
+τοιαύτην πολιτείαν, είναι να βλέπης τους δούλους τους
+αγορασμένους και τας δούλας, να απολαμβάνουν όχι μικροτέραν
+ελευθερίαν από εκείνους που τους ηγόρασαν· ελησμόνησα δε σχεδόν
+να είπω, πόση ισονομία και ελευθερία επικρατεί εις τας μεταξύ
+ανδρών και γυναικών σχέσεις. — Ας μη λησμονώμεν τίποτε και, κατά
+τον Αισχύλον, ας λέγωμεν ό,τι μας έρχεται εις το στόμα. — Πολύ
+καλά· και εγώ αυτό θα κάμω. Θα εδυσκολεύετο κανείς να το
+πιστεύση, αν τουλάχιστον δεν το έβλεπε, πόσον και αυτά τα ζώα τα
+εις την υπηρεσίαν των ανθρώπων απολαμβάνουν εδώ μεγαλυτέραν
+ελευθερίαν ή παντού αλλού· διότι πραγματικώς, όπως λέγει και η
+παροιμία, &κατά τον αφέντη και το σκυλί&, οι δε ίπποι και οι
+όνοι, συνηθισμένοι να πηγαίνουν ελεύθερα και με όλην των την
+μεγαλοπρέπειαν εις τους δρόμους, πίπτουν επάνω εις όσους τύχη να
+συναντήσουν, εάν δεν παραμερίσουν αυτοί· και τέλος πάντων όλα
+απολαμβάνουν απόλυτον ελευθερίαν. — Μου διηγείσαι το ιδικόν μου
+το όνειρον συχνά μου συμβαίνει αυτό, όταν πηγαίνω εις την εξοχήν.
+
+ — Εννοείς λοιπόν, ποίον είναι το κεφάλαιον όλων αυτών αν τα
+προσθέσωμεν· η ψυχή των πολιτών γίνεται τόσον ευπαθής, ώστε και
+εις την ελαχίστην υποψίαν καταναγκασμού, που θα ήθελέ τις να τους
+επιβάλη, αγανακτούν και εξεγείρονται· γνωρίζεις δε βέβαια ότι εις
+το τέλος καταντούν να μη λαμβάνουν καθόλου υπ' όψιν των και τους
+νόμους, είτε τους γραπτούς είτε τους αγράφους, διά να μην έχουν
+κανένα απολύτως κύριον. — Το γνωρίζω και πολύ καλά.
+
+ — Αυτή λοιπόν, φίλε μου, είναι η τόσον καλή και χαριτωμένη μορφή
+του πολιτεύματος, εκ της οποίας, κατά την ιδέαν μου, λαμβάνει την
+αρχήν η τυραννίς. — Πραγματικώς χαριτωμένη· αλλά τι συμβαίνει
+κατόπιν; — Το ίδιον νόσημα, το οποίον ανεφάνη εις την ολιγαρχίαν
+και επέφερε την καταστροφήν της, το ίδιον παρουσιάζεται και εις
+αυτήν αλλά υπό μορφήν βαρυτέραν, ένεκα της γενικής αμεριμνησίας,
+και επιφέρει την υποδούλωσιν της δημοκρατίας· διότι τωόντι η
+υπερβολή εις κάθε πράγμα επιφέρει συνήθως την μετάπτωσιν εις την
+εναντίαν υπερβολήν, όπως παρατηρείται εις τας εποχάς του έτους,
+εις τα φυτά, εις τα σώματά μας και μάλιστα και εις τας πολιτείας
+προπάντων. — Είναι πολύ φυσικόν να γίνεται. — Και λοιπόν και η
+υπερβολική ελευθερία, είτε εις τους ιδιώτας είτε και εις τα
+κράτη, εις τίποτε άλλο, φαίνεται, δεν οδηγεί παρά εις την
+ασυλείαν. — Έτσι είναι. — Είναι λοιπόν φυσικόν να μη προέρχεται
+εξ άλλης πολιτείας η τυραννίς παρά εκ της δημοκρατίας, εκ της
+ακροτάτης δηλαδή ελευθερίας η μεγαλύτερα και αγριωτέρα δουλεία. —
+Το πράγμα έχει τον λόγον του. — Δεν είναι όμως αυτό που με
+ερωτούσες, αλλά ποίον νόσημα παρουσιάζεται εις την δημοκρατίαν,
+το ίδιον απαράλλακτα όπως κανείς την ολιγαρχίαν, και επιφέρει την
+υποδούλωσιν αυτής. — Έχεις δίκαιον.
+
+ — Εννοώ λοιπόν εκείνο το είδος των αργών και πολυδαπάνων
+ανθρώπων, εκ των οποίων οι μεν γενναιότεροι τίθενται επί κεφαλής,
+οι δε άλλοι, οι ανανδρότεροι, τους ακολουθούν τους πρώτους,
+ενθυμείσαι, τους παρεβάλαμεν με τους κηφήνας, που έχουν κέντρα,
+και τους άλλους με τους κηφήνας, που δεν έχουν. — Και πολύ ορθώς.
+— Αυτά λοιπόν τα δύο είδη των ανθρώπων επιφέρουν γενικήν
+διατάραξιν εις πάσαν πολιτείαν, που εμφανίζονται, απαράλλακτα
+όπως συμβαίνει με το φλέγμα και την χολήν εις το ανθρώπινον σώμα·
+πρέπει λοιπόν ο καλός ιατρός και νομοθέτης της πολιτείας να λάβη
+εξ αρχής όλα τα μέτρα του, όπως ένας έμπειρος μελισσουργός,
+προπάντων μεν διά να μη εισχωρήσουν καθόλου εις την κυψέλην, αν
+δε τύχη και εισχωρήσουν, να τους πετάξη έξω μίαν ώραν αρχύτερα
+μαζί με τας βεβλαμμένας κηρήθρας. — Δεν έχει, μα την αλήθειαν,
+καλύτερον να κάμη. — Ας λάβωμεν όμως το πράγμα ως εξής, διά να
+εννοήσωμεν σαφέστερα αυτό που θέλομεν. — Πώς; — Ας διαιρέσωμεν
+την δημοκρατουμένην πολιτείαν εις τρεις τάξεις, πράγμα το οποίον
+άλλως τε είναι και αληθές· η πρώτη περιλαμβάνει αυτούς ακριβώς
+που ελέγαμεν τώρα, και οι οποίοι από την γενικήν ελευθερίαν,
+πολλαπλασιάζονται όχι ολιγώτερον παρά εις την ολιγαρχικήν
+πολιτείαν. — Έτσι είναι — Είναι δε, εννοείται, και πολύ
+βλαβερώτεροι εις την δημοκρατικήν παρά εις εκείνην. — Πώς; — Εκεί
+μεν, επειδή το είδος αυτό των ανθρώπων, δεν έχει καμμίαν υπόληψιν
+και το απομακρύνουν από κάθε αρχήν, μένει ούτως ειπείν αγύμναστον
+και ατροφικόν· ενώ απεναντίας εις μίαν δημοκρατίαν αυτό
+διαχειρίζεται, ως γνωστόν, την ανωτάτην εξουσίαν, εκτός ολίγων
+εξαιρέσεων και οι μεν επιτηδειότεροι εξ αυτών λέγουν και
+πράττουν, οι δε άλλοι περιβομβούν προσκολλημένοι γύρω εις το βήμα
+και δεν επιτρέπουν εις κανένα να έχη την αντίθετον γνώμην, ώστε
+τα πάντα διεξάγονται εις αυτήν την πολιτείαν υπό των τοιούτων,
+εκτός ενός πολύ μικρόν αριθμού. — Είναι αληθές. — Είναι τώρα μία
+δευτέρα τάξις, η οποία μένει πάντα χωρισμένη από το πλήθος. —
+Ποία είναι αυτή; — Επειδή όλοι εις αυτήν την πολιτείαν εργάζονται
+διά να πλουτήσουν, οι φρονιμώτεροι και πλέον μετρημένοι εκ φύσεως
+μεταξύ των γίνονται και πλουσιώτεροι. — Φυσικά. — Και από αυτούς
+είναι, νομίζω, που τραυούν το περισσότερον μέλι και προχειρότερα
+οι κηφήνες. — Και τι να τραυήξουν βέβαια από εκείνους, που δεν
+έχουν τίποτε; — Αυτοί λοιπόν οι πλούσιοι είναι, που τους λέγουν:
+το βοτάνι των κηφήνων. — Επάνω κάτω. — Η δε τρίτη τάξις είναι ο
+μικρός λαός, όσοι είναι τεχνίται και δεν πολυανακατώνονται εις τα
+πράγματα και που μόλις επαρκούν να ζήσουν με τα ολίγα που έχουν·
+και είναι μολαταύτα εις μίαν δημοκρατίαν η πολυπληθεστέρα και
+κυριωτέρα τάξις αύτη, όταν συσσωματωθή.
+
+Έτσι είναι· αλλά δεν συνηθίζει να το κάμνη αυτό συχνά, εάν δεν
+πάρη και αυτός το μερίδιόν του από το μέλι. — Και το παίρνει
+πραγματικώς, καθόσον οι προεστώτες κάμνουν ό,τι ημπορούν δι'
+αυτό· αφαιρούν τας περιουσίας των πλουσίων και τας μοιράζουν εις
+τον λαόν, αφού, εννοείται, κρατήσουν αυτοί το μεγαλύτερον μέρος.
+— Κατ' αυτόν τον τρόπον πραγματικώς λαμβάνει και αυτός το
+μερίδιόν του. — Αναγκάζονται λοιπόν και οι πλούσιοι, των οποίων
+τας περιουσίας παίρνουν, να υπερασπίζωνται, λαμβάνοντες τον λόγον
+εις τας συναθροίσεις του δήμου ή ενεργούντες όπως άλλως δύνανται.
+— Πώς όχι; — Κατηγορούνται λοιπόν υπό των άλλων, και χωρίς να
+επιδιώκουν καμμίαν καινοτομίαν πολιτικήν, ότι τάχα σχεδιάζουν την
+ανατροπήν του δημοκρατικού πολιτεύματος και είναι ολιγαρχικοί. —
+Βεβαίως. — Και αυτοί λοιπόν εις το τέλος, αφού βλέπουν ότι ο
+δήμος, όχι ίσως τόσον από κακήν θέλησιν, αλλά εξ αγνοίας και
+απατώμενος από τους συκοφάντας, θέλει όλο να τους αδική, τότε
+πλέον, είτε το θέλουν είτε όχι, γίνονται πραγματικώς ολιγαρχικοί·
+και δεν πταίουν αυτοί, αλλ' αφορμή πάλιν του κακού είναι εκείνος
+ο ίδιος ο κηφήν, που τους καταδιώκει με το κέντρον του. —
+Αναμφιβόλως. — Αρχίζουν λοιπόν καταγγελίαι και κρίσεις και
+δικαστικοί αγώνες μεταξύ των. — Βέβαια. — Δεν έχει δε την
+συνήθειαν ο δήμος να αναδεικνύη εκάστοτε ένα κατ' εξοχήν
+προστάτην του, και να τον περιβάλλη με πάσαν ισχύν και εξουσίαν;
+— Μάλιστα. — Είναι λοιπόν φανερόν, ότι από αυτήν την ρίζαν των
+προστατών του δήμου ξεφυτρώνει ο τύραννος και από πουθενά άλλου.
+— Και πολύ μάλιστα φανερόν.
+
+ — Ποία λοιπόν είναι η αρχή της μεταβολής από του προστάτου εις
+τον τύραννον; δεν είναι προφανώς, όταν αρχίση ο προστάτης να
+κάμνη το ίδιον μ' εκείνο, που συμβαίνει, κατά τον μύθον, εις το
+εν Αρκαδία ιερόν του Λυκαίου Διός; — Τι δηλαδή; — Ότι τάχα
+εκείνος, που γευθή από το ένα ανθρώπινον σπλάγχνον, που είναι
+κομμένον μέσα εις τα πολλά άλλα σπλάγχνα των άλλων θυμάτων, κατ'
+αναπόδραστον ανάγκην μεταβάλλεται εις λύκον· ή δεν έχεις ποτέ σου
+ακούση αυτόν τον μύθον; — Μάλιστα. — Μήπως λοιπόν τοιουτοτρόπως
+και ο προστάτης του δήμου, όταν εύρη όχλον πρόθυμον να τον
+υπακούη και δεν κρατήση τας χείρας του καθαράς από το αίμα
+συμπολιτών του, αλλά με αδίκους κατηγορίας, όπως γίνεται πολύ
+συνήθως, ενώπιον των δικαστηρίων γίνη αφορμή να αδικοθανατήση
+άνθρωπος και γευθή τοιουτοτρόπως με γλώσσαν και στόμα ανόσιον
+συγγενικό αίμα και εξορίζει και φονεύει και υπόσχεται απόσβεσιν
+χρεών και αναδασμόν γης, μήπως, λέγω, κατ' ανάγκην τότε, ύστερ'
+απ' όλ' αυτά, είναι πεπρωμένον ο τοιούτος ή να πέση και αυτός
+θύμα των εχθρών του, ή να γίνη τύραννος και να μεταβληθή από
+άνθρωπος εις λύκον; Κατ' ανάγκην αυτό θα συμβή. — Αυτός λοιπόν
+είναι που στήνει πόλεμον με εκείνους που έχουν τας μεγάλας
+περιουσίας. — Αυτός. — Και εάν, αφού μίαν φοράν εξορισθή,
+επανέλθη παρ' όλην την αντίστασιν των εχθρών του, δεν επανέρχεται
+τέλειος πλέον τύραννος; — Αναμφιβόλως. — Αλλ' εάν δεν ημπορέσουν
+να τον εξορίσουν ή να τον φονεύσουν, κατηγορούντες αυτόν ενώπιον
+του δήμου, δεν συνωμοτούν να τον δολοφονήσουν κρυφίως; — Αυτό
+τουλάχιστον γίνεται συνήθως. — Και τότε συμβαίνει το πολυθρύλητον
+εκείνο τέχνασμα των τυράννων, εις το οποίον καταφεύγουν, όταν τα
+πράγματα καταντήσουν εις αυτό το σημείον, να ζητούν δηλαδή από
+τον δήμον σωματοφύλακας, διά να μην τους πάθη τίποτε ο
+υπερασπιστής του δήμου. — Μάλιστα. — Και του δίδουν πράγματι,
+επειδή φοβούνται μεν δι' εκείνον, δεν φοβούνται δε τίποτε διά τον
+εαυτόν τους. — Και βέβαια.
+
+ — &Όταν& λοιπόν το πράγμα φθάση εις αυτό το σημείον, κάθε
+άνθρωπος με μεγάλην περιουσίαν, και ο οποίος δι' αυτόν τον λόγον
+θεωρείται ως εχθρός του δήμου, εφαρμόζει τον χρησμόν, που εδόθη
+εις τον Κροίσον, και
+
+$$στο χαλικοστρωμένον Έρμον
+$φεύγει, δε μένει, και δειλός δε ντρέπεται να γίνη.
+
+ — Διότι βέβαια δεν θα του δοθή περίστασις να εντραπή άλλην φοράν
+πλέον. — Πραγματικώς, διότι αν συλληφθή, θα λάβη άφευκτον
+θάνατον. — Κατ' ανάγκην. — Όσον δε αφορά τον προστάτην του δήμου,
+εκείνος πλέον τότε φαρδύς πλατύς, όχι πέφτει καταγής (όπως λέγει
+ο στίχος) αλλά, αφού καταρρίψη και άλλους πολλούς, ενθρονίζεται
+εις το άρμα της πόλεως και παρουσιάζεται πλέον τέλειος τύραννος
+αντί προστάτου. — Και ποίος θα τον ημπόδιζε;
+
+ — Ας ίδωμεν τώρα την ευδαιμονίαν αυτού του ανθρώπου και της
+πόλεως, η οποία θα έχη την ευτυχίαν να τον αποκτήση. — Ας ίδωμεν.
+— Και εις μεν τας πρώτας ημέρας της αρχής του, δεν φέρεται
+φιλομειδέστατα και καταδεκτικώτατα εις όλους που συναντά, και δεν
+αποστέργει και αυτό το όνομα του τυράννου; δεν σκορπίζει αφειδώς
+υποσχέσεις και ιδία και δημοσία και αναστέλλει πράγματι τα χρέη
+και μοιράζει γαίας εις τον δήμον και εις τους ανθρώπους του και
+εν γένει υποκρίνεται προς όλους τον πράον και ήμερον; — Είναι
+ηναγκασμένος να το κάμνη. Όταν όμως ησυχάση άπαξ με τους
+εξωτερικούς του εχθρούς, και με άλλους μεν εξ αυτών συμφιλιωθή,
+άλλους δε τους εξοντώση, πρώτον μεν αρχίζει να υποκινή κάθε φοράν
+και κάποιον πόλεμον, διά να έχη πάντοτε ο δήμος ανάγκην αρχηγού.
+— Είναι φυσικόν. — Αλλά προ πάντων δεν το κάμνει, διά να
+συνεισφέρουν εις τας ανάγκας δήθεν του πολέμου και τοιουτοτρόπως,
+μόλις επαρκούντες πλέον εις τας καθημερινάς των ανάγκας, να μην
+είναι εις θέσιν να τον επιβουλεύωνται; — Φανερόν. — Και διά να
+έχη ακόμη το μέσον να απαλλάσσεται με εύσχημον πρόφασιν από
+εκείνους, που υποπτεύεται ότι έχουν αρκετά φιλελεύθερον το
+φρόνημα, διά να μην υποκύψουν υπό τον ζυγόν του, εκθέτων αυτούς
+εις τους κινδύνους του πολέμου; δι' όλους αυτούς τους λόγους δεν
+έχει ανάγκην πάντοτε ο τύραννος να προκαλή κάποιον πόλεμον; —
+Μάλιστα. — Όλα όμως αυτά δεν τον κάμνουν να γίνεται επί μάλλον
+και μάλλον μισητός εις τους πολίτας; — Πώς όχι; — Μερικοί δε από
+εκείνους που συνετέλεσαν εις την ανύψωσίν του και έχουν διά τούτο
+κάποιαν δύναμιν πλησίον του, δεν θα αρχίσουν να κάμνουν λόγον
+μετά παρρησίας διά τας πράξεις του μεταξύ των, οι δε τολμηρότεροι
+και προς αυτόν τον ίδιον να τας κατακρίνουν; — Φυσικώτατα. —
+Όλους λοιπόν αυτούς πρέπει να τους βγάλη ο τύραννος από την
+μέσην, εάν θέλη να διατηρήση την εξουσίαν, έως ότου δεν αφίση
+κανένα, ούτε φίλον ούτε εχθρόν, που να έχη κάποιαν αξίαν. — Αυτό
+είναι φανερόν. — Πρέπει λοιπόν με άκραν οξύτητα να διακρίνη και
+να βλέπη ποίος είναι ανδρείος, ποίος μεγαλόφρων, ποίος φρόνιμος,
+ποίος πλούσιος· και τόσον ευτυχής είναι, ώστε πρέπει, εκών άκων,
+να τους θεωρή όλους αυτούς εχθρούς του και να επιζητή την
+καταστροφήν των, έως ότου καθαρίση τελείως την πόλιν από αυτούς.
+— Ωραίος καθαρισμός! — Ωραίος πράγματι, αλλ' αντίθετος από
+εκείνον που κάμνουν εις τα σώματα οι ιατροί· εκείνοι δηλαδή
+αφαιρούν τα χειρότερα και αφήνουν τα καλύτερα· αυτός δε το
+εναντίον. — Καθώς φαίνεται είναι ανάγκη να το κάμνη αυτό, αν
+εννοή να διατηρήση την αρχήν.
+
+ — Με αξιολάτρευτον, μα την αλήθειαν, ανάγκην είναι δεσμευμένος,
+η οποία του επιβάλλει, ή να ζη με τους πολλούς τους φαύλους και
+μάλιστα μισούμενος υπ' αυτών, ή να αποθάνη. — Αυτή είναι η θέσις
+του. — Αλλά όσον μισητότερος γίνεται εις τους πολίτας με αυτάς
+τας πράξεις του, δεν θα έχη ανάγκην και τόσον περισσοτέρων και
+πιστοτέρων δορυφόρων; — Πώς όχι; — Αλλά πού θα εύρη αυτούς τους
+πιστούς και από πού θα τους προσκαλέση; — Μόνοι των θα έλθουν
+πολλοί πετώντας, αρκεί να τους πληρώνη κανείς καλά. — Μου
+φαίνεται, μα τον κύνα, πως εννοείς κάποιους κηφήνας πάλιν,
+ξενικούς και κάθε λογής. — Σωστά το ηύρες. — Τι τάχα; δεν θα
+ημπορούσεν άραγε να είχεν εντοπίους; — Πώς; — Να πάρη τους
+δούλους από τους κυρίους των, να τους απελευθερώση και να
+αποτελέση από αυτούς την σωματοφυλακήν του. — Καλά το εσκέφθης,
+διότι αυτοί πραγματικώς θα του είναι και τελείως αφωσιωμένοι. —
+Τι αξιοζήλευτον πράγμα, αλήθεια, που μας παριστάνεις τον
+τύραννον, αφού θα έχη τέτοιους φίλους και πιστούς ανθρώπους, διά
+να αντικαταστήση εκείνους τους άλλους που εξέκαμε πριν! — Και
+όμως αυτούς έχει. — Και τον θαυμάζουν βέβαια αυτοί οι νέοι του
+σύντροφοι και ζουν με οικειότητα μαζί του οι νέοι αυτοί πολίται,
+ενώ οι χρηστοί τον μισούν και τον αποφεύγουν. — Πώς να μη γίνεται
+αυτό;
+
+ — Έχουν λοιπόν δίκαιον να θεωρούν την τραγωδίαν εν γένει ταμείον
+πάσης σοφίας, και ιδιαιτέρως εν αυτή τον Ευριπίδην. — Διατί το
+λέγεις αυτό; — Διότι είπε μεταξύ των άλλων και αυτήν την
+βαθυστόχαστον ρήσιν ότι «γίνονται σοφοί οι τύραννοι με την
+συναναστροφήν των σοφών»· και έλεγε βέβαια σοφούς, αυτούς που
+ζουν με οικειότητα μαζί των. — Και ως ισόθεον ακόμη εγκωμιάζει
+την τυραννίδα και αυτός και οι άλλοι ποιηταί. — Πιστεύω όμως
+μολαταύτα, ότι, καθώς είναι σοφοί οι ποιηταί της τραγωδίας, θα
+μας συμπαθήσουν και ημάς και όλους, όσοι πολιτεύονται σύμφωνα με
+τας ιδικάς μας αρχάς, που δεν θα τους παραδεχθούμεν εις την
+πολιτείαν μας, επειδή εξυμνούν τους τυράννους. — Θα μας
+συμπαθήσουν, πιστεύω και εγώ, τουλάχιστον οι λεπτότεροι μεταξύ
+των. — Ημπορούν όμως, εννοείται, αξιόλογα να περιοδεύουν εις τας
+άλλας πολιτείας, να συναθροίζουν τους όχλους και μισθώνοντες τας
+ωραιοτέρας και ισχυροτέρας και πειστικωτέρας φωνάς, να
+προσελκύουν τα πλήθη υπέρ των τυραννίδων και των δημοκρατιών.
+Βεβαίως. — Δι' όλα αυτά μάλιστα λαμβάνουν και πλουσίας αμοιβάς
+και τιμάς, προπάντων μεν από τους τυράννους, κατά δεύτερον δε
+λόγον από τας δημοκρατίας· αλλ' όσον, εννοείται, παίρνουν τον
+ανήφορον προς τα τελειότερα πολιτεύματα, τόσον αποκάμνει και η
+υπόληψίς των, ως να την έπιασεν άσθμα και δεν ημπορεί να τους
+παρακολουθήση. — Έχεις δίκαιον.
+
+ — Αλλ' ας επανέλθωμεν από αυτήν την παρέκβασιν, που εκάμαμεν,
+και ας ιδούμεν τώρα πώς ο τύραννος θα διαθρέψη το ωραίον και
+πολυάριθμον και πολυποίκιλον και πάντοτε ανανεούμενον στρατόπεδόν
+του εκείνο. — Είναι φανερόν, ότι θα θέση χείρα βέβηλον εις τους
+ναούς και τους ιερούς θησαυρούς της πόλεως, και εφόσον το εκ της
+πωλήσεως αυτών χρήμα τον εξαρκεί, δεν θα επιβάλλη εις τον λαόν
+πολύ μεγάλας καταναγκαστικάς εισφοράς. — Αλλά τι θα γίνη όταν
+τελειώσουν αυτά; — Τότε βέβαια θαρχίση να τρέφεται και αυτός και
+οι καλεσμένοι του και οι φίλοι του και αι φίλαι του από τα
+πατρικά του. — Ενόησα· ότι ο λαός δηλαδή, που εγέννησε τον
+τύραννον, θα θρέψη και αυτόν και τους συντρόφους του. — Έχει
+βέβαια αυτήν την υποχρέωσιν. — Πώς το λέγεις αυτό; αλλ' αν ο λαός
+αγανακτήση επί τέλους και του είπη, ότι δεν είναι δίκαιον να
+τρέφεται από τον πατέρα του ένας υιός εις αυτήν την ηλικίαν
+πλέον, αλλά το εναντίον ο πατέρας επί τον υιόν, και ούτε τον
+εγέννησε και τον ανάστησε διά να του γίνη, όταν μεγαλώση, δούλος
+των δούλων του και να τον τρέφη και αυτόν και τους δούλους και
+όλον τον άλλον συρφετόν της ακολουθίας του, αλλά διά να
+απελευθερωθή με την βοήθειαν και την προστασίαν του από τους
+πλουσίους και τους ονομαζομένους επιφανείς, και τώρα τον
+προστάζει να φύγη από την πόλιν, και αυτός και οι φίλοι του, όπως
+ένας πατέρας που εκδιώκει από την οικίαν του τον υιόν του μαζί με
+τους οχληρούς συντρόφους του; — Τότε, μα τον θεόν, θα γνωρίση
+πλέον ο δήμος ποίον θρέμμα εγέννησε και εθέρμανε εις τον κόλπον
+του και εμεγάλωσε και ότι εκείνοι, που θέλει να εκδιώξη, είναι
+πολύ ισχυρότεροι του. — Τι κάθεσαι και λέγεις; θα τολμήση να
+επιβάλη βίαν εις τον πατέρα του ο τύραννος, και αν δεν υποχωρήση,
+να τον κτυπήση ακόμη; — Μάλιστα, αφού πρώτα τον αφοπλίση. — Μα
+εσύ μας τον παριστάνης τον τύραννον σωστόν πατροφάγον και
+διεστραμμένον γηροτρόφον και, καθώς φαίνεται, αυτό πραγματικώς
+είναι που ονομάζει όλος ο κόσμος τυραννίδα· ο λαός, κατά το
+λεγόμενον, διά να αποφύγη τον καπνόν της δουλείας ανθρώπων
+ελευθέρων, έπεσε μέσα εις τη φωτιά δεσποτείας δούλων και ήλλαξε
+το φόρεμα της μεγάλης εκείνης και αναρμόστου ελευθερίας με το
+φόρεμα της σκληροτάτης και πικροτάτης δουλείας των δούλων. — Έτσι
+γίνονται αυτά τα πράγματα. — Και λοιπόν, θα είχαμεν τώρα άδικον
+να ισχυρισθώμεν, ότι αρκετά καλά ανεπτύξαμεν πώς γίνεται η
+μετάβασις από την δημοκρατίαν εις την τυραννίδα, και ποίος είναι
+ο χαρακτήρ αυτής; — Και πολύ καλά μάλιστα.
+
+
+
+ΒΙΒΛΙΟΝ Θ'.
+
+
+
+ — Μας μένει λοιπόν να εξετάσωμεν τον τυραννικόν άνθρωπον, π;vς
+σχηματίζεται από τον δημοκρατικόν, ποία είναι τα ήθη του και αν ο
+τρόπος της ζωής του είναι άθλιος ή μακαριστός. — Αυτό πράγματι
+μας μένει να εξετάσωμεν. — Γνωρίζεις όμως τι επιθυμώ εγώ ακόμη; —
+Τι; — Μου φαίνεται, ότι δεν φτάσαμεν αρκετά ακριβώς το περί των
+επιθυμιών κεφάλαιον, ποία είναι η φύσις και τα διάφορα είδη
+αυτών· και εφ' όσον δεν γίνη τούτο, θα είναι πάντοτε ασαφεστέρα η
+εξέτασις εκείνου, που ζητούμεν. — Και δεν είναι ακόμη καιρός να
+το κάμωμεν; — Είναι βέβαια· και πρόσεξε τι κυρίως θέλω να
+γνωρίσωμεν περί αυτών· μεταξύ των επιθυμιών και των ηδονών, τας
+οποίας εχαρακτηρίσαμεν ως μη αναγκαίας, υπάρχουν μερικαί, που τας
+θεωρώ παρανόμους· αυταί ενυπάρχουν γενικώς εις όλους σχεδόν τους
+ανθρώπους, αλλά εις μερικούς μεν περιστέλλονται υπό των νόμων και
+υπό άλλων καλυτέρων επιθυμιών, ούτως ώστε ή φεύγουν καθ'
+ολοκληρίαν ή, όσαι μένουν, είναι ολίγαι και ασθενέστεραι, εις
+άλλους όμως είναι πολλαί και ισχυρότεραι. — Και ποίαι είναι αυταί
+αι επιθυμίαι, που λέγεις; — Εκείναι αι οποίαι εξεγείρονται κατά
+την διάρκειαν του ύπνου, όταν κοιμάται μεν το άλλο μέρος της
+ψυχής, που είναι λογικόν, ήμερον και αρχικόν, το δε κτηνώδες και
+άγριον, υπό την επίδρασιν ή πολυφαγίας ή μέθης, αρχίζει να σκιρτά
+και, αφού τέλος αποδιώξη τον ύπνον, ζητή να διαφύγη και να
+ικανοποιήση τας ορέξεις του· και γνωρίζεις, ότι δεν είναι τίποτε
+που να μη τολμά να το κάμη τότε, ως να είχεν απαλλαχθή και
+αποτινάξη πάντα χαλινόν εντροπής και φρονήσεως· διότι δεν
+διστάζει να επιχειρήση, καθώς φαντάζεται, οιανδήποτε βδελυρίαν,
+χωρίς να κάμνη διάκρισιν ή μητρός, ή άλλου οποιουδήποτε ανθρώπου,
+ή θεού, ή ζώου, κάθε μιαιοφονίαν ημπορεί να διαπράξη και καμμίαν
+ακαθαρσίαν δεν αποτροπιάζεται, και μ' ένα λόγον δεν υπάρχει
+παραφροσύνη και αναισχυντία, που να την αφήση. — Είναι αληθέστατα
+αυτά που λέγεις.
+
+ — Όταν όμως ένας άνθρωπος έχη ρυθμίση την δίαιτάν του με τους
+κανόνας της υγιεινής και της σωφροσύνης· όταν, πριν παραδοθή εις
+τον ύπνον, εξεγείρη το λογιστικόν του και το θρέψη με καλούς
+διαλογισμούς και σκέψεις και συγκεντρώνη εις αυτάς όλην του την
+διάνοιαν· όταν, χωρίς να παραφορτώση το επιθυμητικόν, του
+παραχωρή όσον του χρειάζεται απολύτως, διά να αποκοιμηθή και να
+μην έρχεται να ταράσση την καλυτέραν μερίδα της ψυχής με την
+χαράν του ή την λύπην του, αλλά την αφήση μόνην της και
+ανεπηρέαστον να αναζητή και να λαχταρά να μάθη, ό,τι δεν
+γνωρίζει, ή από τα παρελθόντα, ή από τα ενεστώτα, ή από τα
+μέλλοντα· όταν επίσης αυτός ο άνθρωπος κατευνάση το θυμοειδές
+μέρος της ψυχής του και κοιμηθή χωρίς να έχη την καρδίαν του
+ταραγμένην από θυμόν εναντίον τινός· όταν τέλος καθησυχάση αυτά
+τα δύο μέρη της ψυχής, κρατήση δε εν εξεγέρσει το τρίτον μόνον
+μέρος, εις το οποίον εδράζει η φρόνησις, και τοιουτοτρόπως
+αναπαυθή, γνωρίζεις βέβαια ότι προσεγγίζει τότε το πνεύμα του
+πλησιέστερα εις την αλήθειαν, και κάθε άλλο παρά φαντασίαι
+παράνομοι του παρουσιάζονται εις τα όνειρά του. — Και εγώ
+παραδέχομαι ότι τοιουτοτρόπως γίνονται τα πράγματα. — Και ίσως
+μεν να εξετείναμεν πέραν του δέοντος αυτήν την παρέκβασιν· εκείνο
+οπωσδήποτε, που μας ενδιαφέρει να γνωρίζωμεν, είναι, ότι έχει
+μέσα του ο καθένας μας, και εκείνοι ακόμη που θεωρούνται
+περισσότερον κύριοι των παθών των, ένα είδος επιθυμιών κτηνωδών,
+αγρίων και παρανόμων· αυτό δε προπάντων αποδεικνύεται από τα
+όνειρα· σκέψου λοιπόν τώρα αν σου φαίνεται πως έχω δίκαιον και
+συμφωνής μαζί μου. — Αλλά συμφωνώ βέβαια.
+
+ — Λοιπόν ενθυμήσου τώρα την εικόνα που εκάμαμεν του δημοκρατικού
+ανθρώπου· ελέγαμεν, ότι ανετράφη εκ νεότητος υπό πατρός φειδωλού,
+όστις μόνον τας επικερδείς επιθυμίας εξετίμα, τελείως δε
+περιεφρόνει τας μη αναγκαίας, που αποβλέπουν μόνον εις την
+διασκέδασιν και τον καλλωπισμόν· ή όχι; — Ναι. — Αλλά σχετισθείς
+με ανθρώπους παραλυμένους και εκδότους εις όλας τας επιθυμίας και
+ηδονάς, που ανεφέραμεν προ ολίγου, παραδίδεται και αυτός εις
+πάσαν διαφθοράν και εις παν είδος των επιθυμιών εκείνων, από
+μίσος προς την φιλαργυρίαν του πατέρα του· επειδή όμως είχε
+καλυτέραν φύσιν από τους διαφθορείς του, ελκόμενος κατά δύο
+αντιθέτους διευθύνσεις, διέπλασεν ένα μέσον μεταξύ των δύο
+χαρακτήρα και απολαμβάνων με το μέτρον, καθώς φαντάζεται, τα καλά
+του ενός και του άλλου, ζη βίον ούτε ανελεύθερον ούτε παράνομον,
+μεταβληθείς τοιουτοτρόπως από δημοκρατικού εις ολιγαρχικόν. —
+Αυτήν πραγματικώς την ιδέαν εσχηματίσαμεν και έχομεν περί του
+τοιούτου.
+
+ — Τώρα φαντάσου πάλιν αυτόν τον άνθρωπον, προχωρημένον πλέον εις
+την ηλικίαν, να έχη υιόν νέον, ο οποίος βέβαια θα ανετράφη με τας
+ιδίας αρχάς του πατρός του. — Πολύ καλά. — Φαντάσου κατόπιν ότι
+συμβαίνουν και με αυτόν τα ίδια, που συνέβησαν και με τον πατέρα
+του, ότι δηλαδή παραδίδεται εις πάσαν παραλυσίαν, την οποίαν
+ονομάζουν ελευθερίαν εκείνοι που τον παρέσυραν εις αυτήν και ότι
+ο πατέρας του και οι άλλοι οι οικείοι του έρχονται εις βοήθειαν
+των διαμέσων εκείνων επιθυμιών του, επεμβαίνουν δε συγχρόνως και
+οι άλλοι υπέρ της ιδικής των μερίδος· όταν όμως οι τελευταίοι
+ούτοι, μάγοι φοβεροί και επιτηδειότατοι να δημιουργούν τυράννους,
+απελπισθούν, ότι θα ημπορέσουν να κρατήσουν τον νέον προς το
+μέρος των με κάθε άλλον τρόπον, μηχανώνται το κάθε τι διά να
+γεννηθή εις την καρδίαν του ο έρως εκείνος, όστις προΐσταται των
+αργών και σπατάλων επιθυμιών, και ο οποίος είναι, κατά την ιδέαν
+μου, ένας μεγάλος και πτερωτός κηφήν· ή νομίζεις εσύ ότι είναι
+τίποτε άλλο αυτός ο έρως; — Αυτό και τίποτε άλλο. — Όταν λοιπόν
+αι άλλαι επιθυμίαι έλθουν και περιβομβούν γύρω του, στεφανωμέναι
+με άνθη, μυρωμέναι, μεθυσμέναι με οίνους και θυμιάματα,
+συνοδευόμεναι με όλας τας αχαλινώτους ηδονάς και αρχίσουν να τον
+τρέφουν με το παραπάνω και να τον μεγαλώνουν έως ότου του
+αναπτυχθή το κέντρον του πόθου και της φιλοδοξίας, τότε πλέον
+δορυφορούμενος υπό της μανίας και οιστρηλατούμενος ο προστάτης
+αυτός της ψυχής, εάν εύρη ακόμη μέσα του μερικά αισθήματα και
+επιθυμίας χρηστάς και ίχνη εντροπής, τα αποτελειώνει και τα
+εκδιώκει κακήν κακώς έξω από την ψυχήν του, την οποίαν αφού
+τοιουτοτρόπως καθαρίση από κάθε σωφροσύνην, γεμίζει με την απέξω
+φερμένην παραφροσύνην του. — Είναι πιστοτάτη εικών του τρόπου,
+κατά τον οποίον γεννάται ο τυραννικός άνθρωπος. — Δεν είναι άραγε
+δι' αυτόν τον λόγον που ωνομάσθη παλαιόθεν τύραννος και ο Έρως; —
+Έτσι φαίνεται. — Και ένας άνθρωπος επίσης μεθυσμένος δεν
+παρουσιάζει κάπως τυραννικάς διαθέσεις; — Μάλιστα. — Αλλά και
+ένας παράφρων και με σαλευμένας τας φρένας δεν φαντάζεται ότι
+είναι ικανός να κυβερνήση όχι μόνον τους ανθρώπους αλλά και τους
+θεούς; — Αναμφιβόλως. — Λοιπόν, καλέ μου, τυραννικός γίνεται ένας
+άνθρωπος, όταν, ή εκ φύσεως ή εξ ανατροφής, ή και εκ των δύο,
+καταστή επιρρεπής εις την μέθην και εις τον έρωτα και εις την
+παραφροσύνην. — Πολύ σωστά.
+
+ — Κατ' αυτόν λοιπόν τον τρόπον γίνεται και τοιούτος είναι ο
+χαρακτήρ του· ποία δε είναι η ζωή του; — Όπως λέγουν παίζοντες
+«αυτό θα μου το πης εσύ κ' εμένα». — Θα σου το ειπώ· ύστερ' απ'
+αυτό, ρίπτονται πλέον κατακέφαλα εις τας εορτάς, εις τους κώμους,
+εις τα συμπόσια, εις τας εταίρας και όλα τα τοιαύτα εκείνοι, εις
+τας ψυχάς των οποίων ενθρονισθείς ο Έρως τύραννος, τους κυβερνά
+καθ' ολοκληρίαν. — Κατ' ανάγκην. — Εκάστην δε νύκτα και ημέραν
+δεν θα ξεφυτρώνουν και όλο νέαι και φοβεραί επιθυμίαι, με ένα
+σωρόν απαιτήσεις διά να ικανοποιηθούν; — Βεβαιότατα. — Εάν
+υπάρχουν λοιπόν τίποτε πρόσοδοι, δεν θ' αργήσουν να εξαντληθούν.
+— Πώς όχι; — Κατόπιν λοιπόν θα αρχίσουν τα δάνεια και ο
+τμηματικός εξαφανισμός της περιουσίας. — Εννοείται. — Όταν δε
+τελειώσουν όλα, δεν θ' αρχίσουν κατ' ανάγκην να φωνάζουν
+θορυβωδώς αι πολλαί και σφοδραί επιθυμίαι, που εμφωλεύουν μέσα
+των; αυτοί δε κεντρούμενοι και από τας άλλας επιθυμίας, προ
+πάντων όμως υπό του Έρωτος, ο οποίος ως αρχηγός ούτως ειπείν,
+έχει όλας τας άλλας δορυφόρους του, δεν θα καταληφθούν υπό μανίας
+και θα τρέχουν δεξιά και αριστερά να κυττάξουν, ποίος έχει
+τίποτε, που να ημπορούν να το αφαιρέσουν διά της απάτης ή και διά
+της βίας; — Βεβαιότατα. — Είναι λοιπόν αναγκασμένοι να μαζεύουν
+από παντού και ό,τι λάχη, ειδεμή να υποφέρουν τας σκληροτέρας
+βασάνους και πόνους. — Δίχως άλλο. — Καθώς δε τα πάθη, που
+εισήλθον κατόπιν εις την ψυχήν του, εξετόπισαν τας παλαιάς
+επιθυμίας και τας απεγύμνωσαν από τα υπάρχοντά των, τοιουτοτρόπως
+άραγε και αυτός θα ζητήση, αν και νεώτερος, να δείξη την
+πλεονεξίαν του εις βάρος του πατρός του και της μητρός του και να
+τους στερήση και το μερίδιόν των, αφού εσπατάλησε το ιδικόν του;
+— Πώς όχι; — Και αν δεν του το επιτρέψουν, δεν θα τολμήση να
+κλέψη και να εξαπατήση τους γονείς του; — Χωρίς αμφιβολίαν. — Και
+αν δεν το κατορθώση, δεν θα καταφύγη εις την βίαν και την
+αρπαγήν; — Το πιστεύω. — Και αν αντιτάξουν εις την βίαν του
+αντίστασιν, θα σεβασθή άραγε τα γηρατειά των και θα τον εμποδίση
+τίποτε, να τους μεταχειρισθή με τρόπον τυραννικόν; — Δεν σου τους
+εξασφαλίζω πάρα πολύ τους γονείς τοιούτου ανθρώπου.
+
+ — Αλλά χάριν μιας φίλης χθεσινής, χάριν μιας εταίρας με την
+οποίαν δεν τον συνδέει κανείς ιερός δεσμός, ή χάριν ενός νεαρού
+φίλου, ο οποίος χθες ακόμη του ήτο αδιάφορος, πιστεύεις,
+Αδείμαντε, ότι θα ετόλμα να σηκώση χείρα εναντίον της παλαιάς
+φίλης, της μητρός του, με την οποίαν τον συνδέουν οι ιερώτατοι
+δεσμοί, ή του αρχαιοτέρου φίλου του, του παρήλικος πλέον και
+γέροντος πατρός του, και να τους υποδουλώση εις τους έρωτάς του
+εκείνους, εάν έφθανε και μέχρι του να τους εισαγάγη εις την αυτήν
+οικίαν; — Ναι, μα την αλήθειαν, το πιστεύω. — Πολύ αξιομακάριστον
+λοιπόν πράγμα φαίνεται πως είναι, να γεννήση κανείς υιόν τοιούτου
+χαρακτήρος. — Πολύ βέβαια.
+
+— Τι δε; όταν τέλος τελειώσουν ό,τι είχαν και δεν είχαν οι γονείς
+του, πολλαπλασιασθή δε και αυξηθή μέσα εις την καρδίαν του το
+σμήνος των ηδονών, τότε δεν θα τολμήση εις τας αρχάς να τρυπήση
+τον τοίχον καμμιάς οικίας, ή να προβή εις την λωποδυσίαν κανενός
+νυκτερινού διαβάτου, μετά ταύτα δε να απογυμνώση και κανένα ναόν;
+Όλα τότε πλέον τα αισθήματα της τιμής και της σωφροσύνης, που
+είχε μάθη από την παιδικήν του ηλικίαν να διακρίνη, θα υποταχθούν
+νικημένα εις τα πάθη του, τα οποία νεωστί απελευθερώσας ο έρως
+από την δουλείαν έχει κάμει δορυφόρους του· και τα πάθη αυτά, τα
+οποία πρότερον, ότε ακόμη ήτο εις την εξουσίαν του πατρός του και
+των δημοκρατικών νόμων, μόλις καθ' ύπνους εις τα όνειρά του
+ετόλμων να απολυθούν, τώρα, που ο έρως έγινε τύραννός του, τον
+κάμνουν πλέον διά παντός τοιούτον, οποίος πριν εγίνετο ενίοτε εις
+τον ύπνον του· τώρα ούτε ο δεινότερος φόνος, ούτε το βδελυρώτερον
+βρώμα, ούτε το χειρότερον κακούργημα θα τον σταματήση· αλλά ο
+έρως, ο οποίος τυραννικώς ζη και βασιλεύει μέσα του εν πάση
+ανομία και αναρχία, ως απόλυτος μονάρχης εις μίαν πόλιν, θα τον
+αναγκάση τα πάντα να αποτολμήση, διά να διαθρέψη και τον εαυτόν
+του και την πολυθόρυβον εκείνην ακολουθίαν των παθών, τα οποία,
+άλλα μεν εισήλθον έξωθεν από τας κακάς συναναστροφάς, άλλα δε
+ανεπτύχθησαν μόνα των μέσα του από την ελευθερίαν και την
+χειραφέτησιν που τους παρεχώρησεν ο ίδιος· ή δεν είναι αυτός ο
+βίος που διάγει ο τοιούτος άνθρωπος; — Αυτός και όχι άλλος.
+
+ — Και αν μεν ευρίσκωνται ολίγοι τοιούτοι εις μίαν πολιτείαν, οι
+δε λοιποί πολίται είναι συνετοί, τότε αναγκάζονται να
+αναχωρήσουν, διά να προσφέρουν τας υπηρεσίας των εις κανένα άλλον
+ξένον τύραννον, ή διά να καταταχθούν ως μισθοφόροι, εάν υπάρχη
+πουθενά πόλεμος· και αν η πόλις διατελή εν ειρήνη και ησυχία,
+διαπράττουν τότε εν αυτή πολλά μικρά κακά. — Τι είδους δηλαδή; —
+Παραδείγματος χάριν κλοπάς, διαρρήξεις, λωποδυσίας, ιεροσυλίας,
+σωματεμπορίας· ενίοτε δε, αν έχουν κάποιαν ευγλωττίαν,
+μετέρχονται και το επάγγελμα του συκοφάντου, και ψευδομαρτυρούν ή
+πωλούν την συνείδησίν των. — Πραγματικώς μικρά κακά, εάν είναι
+ολίγοι οι τοιούτοι. — Διότι βέβαια τα μικρά είναι μικρά εν
+συγκρίσει προς τα μεγάλα· και όλα αυτά παραβαλλόμενα προς όσα
+υποφέρει μία πόλις, όταν από την ιδίαν της αθλιότητα και
+διαφθοράν αποκτήση τύραννον, είναι μηδαμινά και καμμίαν αίσθησιν
+δεν κάμνουν· όταν όμως εις μίαν πόλιν αυξηθή ο αριθμός των
+τοιούτων και προστεθούν και άλλοι εις αυτούς και αισθανθούν την
+υπεροχήν των, τότε ούτοι, συνεργούσης και της μωρίας του μικρού
+λαού, προμηθεύουν εις την πόλιν τον τύραννον, και μάλιστα εκείνον
+μεταξύ αυτών, όστις έχει μέσα εις την ψυχήν του τον μεγαλύτερον
+και ισχυρότερον τύραννον. — Πολύ φυσικά, διότι αυτός θα ήτο και ο
+τυραννικώτερος.
+
+ — Και λοιπόν, εάν μεν η πόλις το πάρη απόφασιν και κλίνη την
+κεφαλήν, χωρίς να φέρη καμμίαν αντίστασιν, καλώς έχει· ειδεμή,
+εάν θελήση να εναντιωθή, όπως μετεχειρίσθη τότε την μητέρα του
+και τον πατέρα του, τα ίδια θα κάμη τώρα και με την πατρίδα του,
+εάν ημπορέση· θα την πιέση, θα την βασανίση και θα την αναγκάση
+αυτήν, την παλαιάν του φίλην, την μητρίδα, καθώς την λέγουν οι
+Κρήτες, και την πατρίδα, να κάμνη τον δούλον εις τους νέους του
+φίλους, που έφερεν απ' έξω, και να τους διατρέφη· και εις αυτό το
+τέλος θα καταλήξουν αι επιθυμίαι του τοιούτου ανθρώπου. — Εις
+αυτό μάλιστα.
+
+ — Άλλως τε τοιαύτη είναι η διαγωγή των και εις τον ιδιωτικόν των
+βίον και πριν ακόμη καταλάβουν την εξουσίαν· πρώτον μεν, όσοι
+τους περιστοιχίζουν, ή θα είναι κόλακες πρόθυμοι να τους
+εξυπηρετούν εις κάθε περίστασιν, ή και αυτοί οι ίδιοι, όταν έχουν
+την ανάγκην των, δεν θα διστάζουν να ταπεινώνωνται και να έρπουν
+εμπρός των και να λαμβάνουν όλα τα σχήματα, διά να τους
+αποδείξουν τάχα την αγάπην των, μόλις όμως κατορθώσουν τον σκοπόν
+των, ούτε θέλουν πλέον να τους γνωρίζουν. — Πολύ σωστά. —
+Τοιουτοτρόπως λοιπόν περνούν όλην την ζωήν των, χωρίς ποτέ να
+είναι φίλοι με κανένα, αλλά πάντοτε ή δεσπόται των άλλων ή
+δούλοι, και το χαρακτηριστικόν ακριβώς της τυραννικής φύσεως
+είναι να μη γνωρίση ποτέ ούτε την αληθινήν ελευθερίαν, ούτε την
+αληθινήν φιλίαν. — Βεβαιότατα. — Δεν θα είχαμεν λοιπόν δίκαιον να
+τους ονομάσωμεν τους τοιούτους απίστους; — Πώς όχι; Ακόμη δε και
+αδίκους εις τον υπέρτατον βαθμόν, εάν τουλάχιστον ήσαν σωστά, όσα
+προηγουμένως παρεδέχθημεν περί της δικαιοσύνης; — Αλλά ήσαν
+βέβαια σωστά.
+
+ — Ας συγκεφαλαιώσωμεν λοιπόν τώρα τον χείριστον των ανθρώπων·
+και θα είναι βέβαια χείριστος εκείνος, που εις την πραγματικότητα
+θα είναι ίδιος με αυτόν, του οποίου αμυδράν εικόνα εδώσαμεν
+ημείς. — Βεβαίως. — Θα είναι λοιπόν ο άνθρωπος, ο οποίος έχων εκ
+φύσεως τον τυραννικώτατον χαρακτήρα, γίνη και απόλυτος μονάρχης·
+και όσον περισσότερον διατηρήση αυτήν την εξουσίαν, τόσον μάλλον
+και χειρότερος γίνεται. — Κατ' ανάγκην, είπε λαβών τον λόγον ο
+Γλαύκων. — Αλλ' εάν είναι ο χειρότερος των ανθρώπων, είπα εγώ,
+δεν θα είναι και ο αθλιώτερος; και δεν θα είναι τόσον αθλιώτερος,
+όσον περισσότερον χρόνον και με τον μάλλον απόλυτον τρόπον
+εξασκήση την τυραννικήν εξουσίαν; αδιάφορον τι φρονούν περί του
+πράγματος οι πολλοί. — Κατ' ανάγκην είναι όπως τα λέγεις. — Ο
+τυραννικός λοιπόν άνθρωπος, που τυραννείται από τα πάθη του, δεν
+αντιστοιχεί κατά την ομοιότητα προς την τυραννουμένην πόλιν, όπως
+ο δημοκρατικός προς την δημοκρατουμένην, και οι άλλοι ομοίως; —
+Χωρίς αμφιβολίαν. — Οποίαν επομένως σχέσιν έχει μία πόλις προς
+μίαν άλλην, ως προς την αρετήν και την ευδαιμονίαν, την αυτήν δεν
+έχει και ένας άνθρωπος προς ένα άλλον; — Πώς όχι; — Αλλά ποίαν
+σχέσιν έχει, ως προς την αρετήν, μία πόλις τυραννουμένη προς την
+βασιλευομένην εκείνην πόλιν, όπως πρώτην την περιεγράψαμεν; —
+Είναι όλως διόλου αντίθετοι· διότι η μία είναι η καλυτέρα και η
+άλλη η χειροτέρα. — Δεν θα σε ερωτήσω ποίαν λέγεις καλυτέραν και
+ποίαν χειροτέραν· διότι είναι φανερόν· αλλά την αυτήν άραγε ιδέαν
+έχεις και περί της ευδαιμονίας και αθλιότητος αυτών ή
+διαφορετικήν; και ας μη συγχύσωμεν τα πράγματα λαμβάνοντες υπ'
+όψει μας τον τύραννον μόνον, που είναι ένας, ούτε τον μικρόν
+αριθμόν των ευνοουμένων του, αλλά να εισέλθωμεν και να
+εξετάσωμεν, καθώς πρέπει, ολόκληρον την πόλιν, να διεισδύσωμεν
+παντού και τοιουτοτρόπως ν' αποφανθώμεν δι' όσα ίδωμεν. — Είναι
+πολύ δίκαιον αυτό που ζητείς· και είναι φανερόν διά τον καθένα,
+ότι δεν υπάρχει πολιτεία αθλιωτέρα από την τυραννουμένην, ούτε
+ευτυχεστέρα από την βασιλευομένην. — Και δεν θα είχα άραγε
+δίκαιον, να ζητήσω το ίδιον και προκειμένου περί των ανθρώπων,
+και να θέλω να στηριχθώ εις την περί αυτών κρίσιν εκείνου μόνον,
+όστις δύναται να διεισδύση διά της διανοίας και εννοήση κατά
+βάθος τον εσωτερικόν αυτών χαρακτήρα, χωρίς να θαμβώνεται, σαν να
+ήταν παιδί, από την εξωτερικήν παράστασιν και τα προσχήματα, που
+υποδύονται οι τύραννοι εμπρός εις τον κόσμον; εάν λοιπόν
+ισχυριζόμην ότι δεν πρέπει να ακούσωμεν, επί του προκειμένου
+ζητήματος, παρά μόνον εκείνον, όστις, εκτός της περί το κρίνειν
+ικανότητός του, έχει ακόμη συζήση και μετά των τυράννων, και τους
+παρηκολούθησεν εις όλας τας κατ' ιδίαν πράξεις των και εις τας
+προς τους οικείους αυτών σχέσεις των, όπου παρουσιάζονται χωρίς
+την θεατρικήν εκείνην διασκευήν και πομπήν, και τους είδεν ακόμη
+και πώς φέρονται κατά τους δημοσίους κινδύνους, και τον
+παρακαλέσωμεν αυτόν να μας ειπή και ημάς, αφού τα εγνώρισε όλα
+κατά βάθος, ποίαν ιδέαν έχει περί της ευτυχίας ή αθλιότητος του
+τυράννου εν σχέσει προς τους άλλους ανθρώπους; . . . — Δεν θα
+ημπορούσες να εξέλεγες καλύτερον κριτήν. — Θέλεις λοιπόν να
+υποθέσωμεν προς στιγμήν, ότι ημείς είμεθα οι ικανοί να κρίνωμεν,
+και ότι εκτός τούτου συνεζήσαμεν ήδη με τυράννους, ώστε να έχωμεν
+κάποιον να μας απαντά εις τας ερωτήσεις μας; — Θέλω μάλιστα.
+
+ — Εμπρός λοιπόν τώρα κύτταξε όπως σου λέγω· ενθυμούμενος την
+ομοιότητα, που υπάρχει μεταξύ της πόλεως και του ατόμου, εξέτασε
+την μίαν και τον άλλον με την σειράν, και ειπέ μου την κατάστασιν
+και των δύο. — Ποίαν κατάστασιν; — Πρώτον μεν, διά να αρχίσωμεν
+από την πόλιν, θα ονομάσης ελευθέραν ή δούλην μίαν πόλιν
+τυραννουμένην; — Δούλην και εις τον ανώτατον μάλιστα βαθμόν. —
+Και όμως ευρίσκεις και εις αυτήν δεσπότας και ελευθέρους. — Ναι,
+αλλά εις ελάχιστον αριθμόν· ενώ, αληθώς ειπείν, το μεγαλύτερον
+και υγιέστερον εν αυτή μέρος υπόκειται εις την αθλιωτέραν και
+ατιμωτέραν δουλείαν. — Αφού λοιπόν συμβαίνει το ίδιον και με το
+άτομον, ό,τι και με την πόλιν, δεν θα υπάρχη και εις αυτόν η ιδία
+κατάστασις πραγμάτων, δεν θα είναι η ψυχή του γεμάτη από την
+μεγαλυτέραν δουλείαν και ανελευθερίαν, και θα δουλεύη μεν το
+υγιέστερον και καλύτερον αυτής μέρος, θα δεσπόζη δε το
+μικρότερον, το και ελεεινότερον και μανιωδέστερον; — Κατ'
+ανάγκην. — Τι λοιπόν; δούλην θα ονομάσης αυτήν την ψυχήν ή
+ελευθέραν; — Δούλην αναμφιβόλως. — Η πόλις πάλιν η τυραννουμένη
+και επομένως δούλη ημπορεί ποτέ να κάμνη ό,τι θέλη; — Κάθε άλλο.
+— Και η τυραννουμένη ψυχή κατά συνέπειαν κάθε άλλο, παρά να κάμνη
+ό,τι θέλη ημπορεί· και ομιλώ δι' ολόκληρον την ψυχήν· αλλά
+παρασυρομένη βιαίως υπό του οίστρου των παθών της, θα είναι πάντα
+γεμάτη από ταραχήν και μεταμέλειαν. — Πώς όχι; — Και τι ημπορεί
+να είναι μία πόλις τυραννουμένη, πλουσία ή πτωχή; — Πτωχή. — Και
+η τυραννική επομένως ψυχή θα είναι τοιαύτη και, ως εκ της
+πτωχείας της, και άπληστος συγχρόνως κατ' ανάγκην. — Έτσι είναι.
+— Ακόμη δε κατ' ανάγκην δεν θα διατελή υπό το κράτος παντοτινού
+φόβου και η τοιαύτη πόλις και ο τοιούτος άνθρωπος; — Μάλιστα. —
+Οδυρμούς δε και στεναγμούς και θρήνους και πόνους, πιστεύεις ότι
+ημπορείς να εύρης περισσοτέρους εις καμμίαν άλλην πόλιν; —
+Καθόλου. — Ή και εις κανένα άλλον άνθρωπον περισσοτέρους παρά εις
+τον τυραννικόν αυτόν, που τον κάμνουν έξω φρενών ο έρως και τα
+άλλα του πάθη; — Πώς είναι δυνατόν; — Ώστε όλα αυτά, νομίζω, και
+άλλα τοιαύτα ακόμη, έλαβες υπ' όψιν σου, διά να κρίνης, ότι αυτή
+η πόλις είναι η αθλιεστέρα απ' όλας τας πόλεις. Και δεν έχω τάχα
+δίκαιον; — Πολύ μεγάλον μάλιστα· αλλά τι λέγεις και διά τον
+τυραννικόν άνδρα, αν λάβης υπ' όψιν σου όλα αυτά τα ίδια; — Ότι
+είναι κατά πολύ αθλιώτερος απ' όλους τους ανθρώπους. — Α, εις
+αυτό όμως δεν έχεις επίσης δίκαιον. — Πώς; — Δεν είναι ακόμη εις
+τόσον βαθμόν άθλιος ο τοιούτος. — Και ποίος λοιπόν είναι; — Θα
+παραδεχθής, πιστεύω, ότι είναι αυτός, που θα σου ειπώ. — Ποίος; —
+Εκείνος όστις, ενώ είναι και εκ φύσεως τυραννικός, δεν διέλθη την
+ζωήν του ως απλούς ιδιώτης, αλλά η κακή του τύχη, προς μεγάλην
+του συμφοράν, του παρουσιάση την ευκαιρίαν να γίνη τύραννος. —
+Συμπεραίνω, εξ όσων είπαμεν προηγουμένως, ότι έχεις δίκαιον. —
+Πολύ καλά· αλλά εις ζητήματα τοιαύτης σπουδαιότητος, όπου
+πρόκειται να εύρωμεν, ποίος βίος είναι ο ευτυχέστερος και ποίος ο
+δυστυχέστερος, δεν πρέπει να περιοριζώμεθα εις εικασίας μόνον,
+αλλά να τα υποβάλωμεν εις τον αυστηρότερον έλεγχον του ορθού
+λόγου. — Έχεις μέγα δίκαιον.
+
+ — Πρόσεξε λοιπόν να ιδής· διά να κρίνωμεν καλώς περί του
+τυράννου, ιδού, μου φαίνεται, πώς πρέπει να τον εξετάσωμεν. —
+Πώς; — Να τον συγκρίνωμεν προς ένα έκαστον των άλλων πλουσίων
+ιδιωτών, οι οποίοι έχουν πολλούς δούλους· διότι αυτοί έχουν τούτο
+τουλάχιστον το κοινόν προς τους τυράννους, ότι έχουν πολλούς εις
+την εξουσίαν των· η διαφορά έγκειται μόνον εις τον αριθμόν. —
+Πράγματι. — Γνωρίζεις δε βέβαια ότι οι ιδιώται ούτοι ζουν ήσυχα
+και δεν έχουν κανένα φόβον από τους δούλους των. — Και τι θα
+είχαν να φοβηθούν; — Τίποτε· αλλά γνωρίζεις τον λόγον; Βεβαίως·
+διότι ολόκληρος η πόλις προστατεύει έκαστον ιδιώτην. — Πολύ
+σωστά· αλλά αν κανείς από τους θεούς σηκώση από μέσα από την
+πόλιν ένα από αυτούς τους πλουσίους, που να έχη πεντήκοντα
+δούλους ή και περισσοτέρους και τον μεταφέρη με την γυναίκα του
+και τα τέκνα και με όλην του την περιουσίαν και τους δούλους του
+εις μίαν ερημίαν, όπου να μην υπάρχη κανείς άλλος άνθρωπος
+ελεύθερος να τον βοηθήση εν ανάγκη, εις ποίον διηνεκή φόβον
+φαντάζεσαι ότι θα ευρίσκετο, μη σηκωθούν οι δούλοι και τον
+σκοτώσουν και αυτόν και την γυναίκα του και τα τέκνα του; — Δεν
+είναι δύσκολον να το φαντασθή κανείς. — Δεν θα ηναγκάζετο λοιπόν
+τότε να περιποιήται και να θωπεύη μερικούς από τους δούλους του
+και να τους δίδη ένα σωρόν υποσχέσεις και να τους απελευθερώση
+ακόμη, χωρίς να το αξίζουν, και ενί λόγω να καταντήση αυτός κόλαξ
+των ιδίων του δούλων; — Κατ' ανάγκην, διότι άλλως θα διέτρεχε
+κίνδυνον η ζωή του. — Αλλά και τι ακόμη θα συνέβαινεν, εάν ο
+ίδιος ο θεός έβαζε γύρω εις την κατοικίαν αυτού του πλουσίου και
+πολλούς άλλους γείτονας, που να μην υποφέρουν, ένας άνθρωπος να
+έχη υπό την εξουσίαν του άλλους ομοίους του, αλλ' όπου εύρουν
+κανένα τοιούτον, να του επιβάλλουν τας εσχάτας τιμωρίας; — Η
+θέσις του θα ήτο ακόμη περισσότερον χειροτέρα, αφού θα
+περιεστοιχίζετο πανταχόθεν από ανθρώπους όλους εχθρούς του.
+
+ — Εις μίαν λοιπόν τοιαύτην ειρκτήν δεν ευρίσκεται φυλακισμένος
+και αλυσοδεμένος ο τύραννος; έχων εκ φύσεως τοιούτον χαρακτήρα,
+όπως τον εζωγραφίσαμεν, δεν θα διατελή διαρκώς υπό το κράτος
+φόβων και επιθυμιών παντοειδών; με όλην δε την απληστίαν της
+ψυχής του, δεν θα είναι ο μόνος εκ των πολιτών, που ούτε να
+ταξειδεύση θα ημπορή πουθενά, ούτε να ιδή τίποτε από εκείνα, που
+έχουν οι άλλοι την περιέργειαν να βλέπουν, αλλά κατάκλειστος ως
+επί το πολύ μέσα εις την οικίαν του, σαν γυναίκα, ζηλεύει τους
+άλλους, που ημπορούν να ταξειδεύουν και να βλέπουν τόσον ωραία
+πράγματα; — Πολύ σωστά τα λέγεις.
+
+Ο άνθρωπος λοιπόν ο τυραννικός, ο δούλος των παθών και των
+επιθυμιών του, τον οποίον ήδη συ εχαρακτήρισες ως τον αθλιώτατον
+των ανθρώπων, καρπούται πολύ περισσότερα ακόμη κακά, όταν δεν
+διέλθη την ζωήν του ως απλούς ιδιώτης, αλλ' αναγκασθή από κάποιαν
+κακήν του τύχην να γίνη τύραννος, και ενώ δεν είναι ικανός να
+κυβερνήση τον εαυτόν του, αναλάβη να κυβερνά τους άλλους·
+απαράλλακτα δηλαδή όπως ένας άνθρωπος ασθενικός, που δεν ημπορεί
+καλά καλά να επαρκέση εις τον εαυτόν του, αντί να περιορισθή να
+φροντίζη διά την υγείαν του, ήθελε αναγκασθή να περάση την ζωήν
+του αγωνιζόμενος προς άλλους αθλητάς και μαχόμενος. Η παρομοίωσίς
+σου είναι ακριβεστάτη και αληθεστάτη. — Ώστε η κατάστασις αυτή
+δεν είναι υφ' όλας τας επόψεις η χειροτέρα, και από εκείνον τον
+οποίον συ έκρινες αθλιώτερον, δεν ζη πολύ αθλιώτερα ακόμη ο
+τύραννος; — Χωρίς καμμίαν αμφιβολίαν.
+
+ — Είναι λοιπόν τη αληθεία, και αν κανείς δεν ήθελε να το
+παραδεχθή, ο πραγματικός τύραννος πραγματικός δούλος, υποκείμενος
+εις την μεγίστην δουλείαν και εξευτελισμόν, και κόλαξ των
+ταπεινοτάτων ανθρώπων· ποτέ δεν ημπορεί να ικανοποιήση και να
+χορτάση και τας κοινοτέρας του επιθυμίας, αλλά στερείται των
+πάντων και παρουσιάζεται πράγματι πτωχός εις εκείνον, που
+γνωρίζει να εξετάση όλον το βάθος της ψυχής του, και διατελεί
+καθ' όλον τον βίον του υπό το κράτος φόβων και σφαδασμών και
+οδυνών, εάν είναι αληθές ότι ομοιάζει με την πόλιν της οποίας
+είναι ο κύριος· και ομοιάζει πράγματι· δεν είναι έτσι; —
+Βεβαιότατα. — Ακόμη δε ας προσθέσωμεν εις τας τόσας αθλιότητας
+και εκείνα, που είπαμεν προηγουμένως, ότι από ημέρας εις ημέραν
+γίνεται αναγκαίως, χάρις εις την αρχήν την οποίαν κατέχει, ακόμη
+περισσότερον από πριν φθονερός, άπιστος, άδικος, άφιλος, ανόσιος,
+πάσης κακίας πανδοχείον και οικοτροφείον, και δι' όλους αυτούς
+τους λόγους δυστυχής μεν ο ίδιος, αφορμή δε της δυστυχίας και
+όλων των άλλων, που τον πλησιάζουν. — Κανείς λογικός άνθρωπος δεν
+θα έχη την παραμικροτέραν αντίρρησιν εις όλα αυτά.
+
+ — Έλα λοιπόν τώρα κάμε μου την χάριν, όπως ο κριτής που εκφέρει
+την τελικήν κρίσιν μετά το πέρας όλων των αγώνων, να εκφέρης και
+συ τώρα πλέον την κρίσιν σου, ποίος κατά την ιδέαν σου έρχεται
+πρώτος ως προς την ευδαιμονίαν, ποίος δεύτερος και ούτω καθ'
+εξής, από τους πέντε που έχομεν να κρίνωμεν, τον βασιλικόν,
+τιμοκρατικόν, ολιγαρχικόν, δημοκρατικόν και τυραννικόν. — Αλλά
+καθόλου δύσκολος δεν είναι η κρίσις· εγώ τουλάχιστον τους κρίνω,
+υπό έποψιν αρετής και κακίας, ευδαιμονίας και δυστυχίας, κατά την
+σειράν που εισήλθον, όπως οι χοροί των τραγωδιών, εις την σκηνήν.
+— Θέλεις λοιπόν να μισθώσωμεν ένα κήρυκα, ή να κάμω εγώ ο ίδιος
+αυτό το έργον και να κηρύξω ότι, ο υιός του Αρίστωνος τον
+εναρετώτατον και δικαιότατον άνθρωπον έκρινεν ως τον
+ευτυχέστατον, και αυτός είναι ο βασιλικώτατος, εκείνος δηλαδή που
+εξουσιάζει περισσότερον τον εαυτόν του, τον δε κάκιστον και
+αδικώτατον ως τον δυστυχέστατον, και αυτός πάλιν είναι εκείνος
+που έχει τον τυραννικώτατον χαρακτήρα και εξασκεί του χειροτέρου
+είδους την τυραννίαν και επί του εαυτού του και επί της πόλεως; —
+Μάλιστα, να το κηρύξης εκ μέρους μου. — Να προσθέσω δε εις το
+κήρυγμά μου: και αν ακόμη τους γνωρίζουν ή δεν τους γνωρίζουν,
+ότι είναι τοιούτοι, όλοι και θεοί και άνθρωποι; — Να το
+προσθέσης.
+
+ — Πολύ καλά· αύτη λοιπόν είναι μία απόδειξις του ζητουμένου μας·
+υπάρχει όμως και μία άλλη, την οποίαν, εάν θέλης, ημπορώ να σου
+δώσω. — Και ποία είναι αυτή; — Επειδή, όπως μία πολιτεία είναι
+διηρημένη εις τρία μέρη, τοιουτοτρόπως και η ψυχή του καθενός μας
+διαιρείται επίσης εις τρία μέρη, ημπορούμεν, μου φαίνεται, να
+εξαγάγωμεν εξ αυτού και μίαν άλλην απόδειξιν. — Να την ακούσωμεν.
+— Ιδού την· εις τα τρία αυτά μέρη της ψυχής αντιστοιχούν και τρία
+είδη ηδονών, μία διά το καθένα· επίσης και τρία είδη επιθυμιών
+και αρχών. — Εξήγησέ μου το καλύτερα. — Το πρώτον εκ των μερών
+τούτων της ψυχής είναι, είπομεν, εκείνο διά του οποίου ο άνθρωπος
+μανθάνει· το δεύτερον εκείνο, διά του οποίου θυμούται· το δε
+τρίτον έχει πολλάς διαφόρους μορφάς, ώστε να δύναται να περιληφθή
+υπό ένα ιδιαίτερον όνομα· από το ισχυρότερον όμως και
+επικρατέστερον χαρακτηριστικόν του, το ωνομάσαμεν επιθυμητικόν,
+ένεκα της μεγάλης σφοδρότητος, που έχουν αι επιθυμίαι του φαγητού
+και του ποτού και των αφροδισίων και των άλλων σχετικών, ακόμη δε
+και φιλοχρήματον, επειδή διά των χρημάτων προ πάντων
+ικανοποιούνται αυταί αι επιθυμίαι. — Και πολύ σωστά. — Και αν
+άραγε ηθέλαμεν ειπή, ότι η ηδονή και η αγάπη του μέρους τούτου
+της ψυχής είναι η αγάπη του κέρδους, δεν θα καθωρίζαμεν γενικώς
+την ιδιαιτέραν φύσιν αυτού, ώστε να έχωμεν σαφή αντίληψιν του
+πράγματος, οσάκις ηθέλαμεν να το ονομάσωμεν; δεν θα είχαμεν
+δίκαιον να το ονομάσωμεν φιλοχρήματον και φιλοκερδές; — Αυτό λέγω
+και εγώ.
+
+ — Το δε θυμοειδές μέρος της ψυχής δεν είναι εκείνο, διά του
+οποίου ορμάται αύτη ολόκληρος να επιζητή την ευδοκίμησιν, την
+επικράτησιν, την νίκην; — Μάλιστα. — Δεν θα εταίριαζε λοιπόν τάχα
+να το ονομάσωμεν αυτό ακόμη και φιλόνικον και φιλότιμον; — Και
+πολύ μάλιστα. — Όσον δε αφορά το μέρος, διά του οποίου
+μανθάνομεν, είναι φανερόν εις όλους, ότι τείνει ολόκληρον να
+γνωρίση την αλήθειαν, πανταχού όπου υπάρχει, και ότι καμμίαν
+σημασίαν δεν δίδει διά τα πλούτη και την δόξαν και τα τοιαύτα. —
+Μάλιστα. — Δεν θα ημπορούσαμεν λοιπόν να το ονομάσωμεν δικαίως
+φιλομαθές και φιλόσοφον; — Πώς όχι; — Δεν είναι ακόμη αληθές, ότι
+εις άλλους μεν ανθρώπους επικρατεί το ένα απ' αυτά, εις άλλους δε
+το άλλο, κατά πώς τύχη; — Έτσι είναι. — Και δι' αυτόν τον λόγον
+ακριβώς δεν δυνάμεθα να είπωμεν ότι τα τρία κύρια είδη των
+ανθρωπίνων χαρακτήρων είναι ο φιλόσοφος, ο φιλόδοξος και ο
+φιλοκερδής; — Βεβαιότατα. — Και τρία είδη επίσης ηδονών
+αντιστοιχούντα εις έκαστον από αυτούς τους τρεις χαρακτήρας; —
+Μάλιστα. — Γνωρίζεις δε, ότι, αν ερωτήσης τρεις τοιούτους
+ανθρώπους τον καθένα χωριστά, ποίον από αυτούς τους βίους θεωρεί
+ευτυχέστερον, θα εγκωμιάση έκαστος περισσότερον τον ιδικόν του· ο
+φιλοκερδής έξαφνα δεν θα μας είπη, ότι η ηδονή της μαθήσεως ή της
+δόξης δεν έχουν καμμίαν αξίαν εμπρός εις την ηδονήν του κέρδους,
+εφόσον τουλάχιστον δεν μας παρέχουν και καμμίαν υλικήν ωφέλειαν;
+— Είναι αληθές. — Τι δε ο φιλόδοξος; την μεν ηδονήν του κέρδους
+δεν την θεωρεί ταπεινήν, την δε της μαθήσεως αφ' ετέρου καπνόν
+και φλυαρίαν, εκτός τουλάχιστον αν προσπορίζη και κάποιαν δόξαν
+και τιμάς; — Έτσι είναι. — Ο δε φιλόσοφος, τι φαντάζεσαι ότι
+νομίζει τας άλλας ηδονάς εμπρός εις εκείνην, που παρέχει η γνώσις
+της αληθείας και η αποκλειστική εις αυτήν αφοσίωσις; δεν θα
+έλεγεν ότι πολύ απέχουν της αληθινής ηδονής και ότι είναι το πολύ
+ανάγκαι τας οποίας ούτε καν θα εσκέπτετο, αν δεν τας επέβαλλεν η
+φύσις; — Δι' αυτό δα πρέπει να είμεθα τελείως βέβαιοι.
+
+ — Αφού λοιπόν αμφισβητούνται τα τρία ταύτα είδη των ηδονών και
+οι αντιστοιχούντες προς αυτά βίοι, πώς θα κάμωμεν διά να κρίνωμεν
+ποίος από τους τρεις έχει δίκαιο; πώς να εύρωμεν, αν όχι ποίος
+βίος από αυτούς είναι ωραιότερος και ασχημότερος ή καλύτερος και
+χειρότερος, αλλά τουλάχιστον ευχαριστότερος και αλυπότερος; —
+Ξεύρω κ' εγώ; — Σκέψου να ιδής· πώς δυνάμεθα να κρίνωμεν ασφαλώς
+περί της αληθείας ενός πράγματος; ουχί διά της εμπειρίας, της
+φρονήσεως και του ορθού λόγου; ή μήπως έχομεν κανένα άλλο
+καλύτερον κριτήριον; — Όχι βέβαια. — Πρόσεξε λοιπόν ποίος από
+αυτούς τους τρεις ανθρώπους έχει μεγαλυτέραν εμπειρίαν όλων των
+ηδονών, που ανεφέραμεν; νομίζεις ότι ο φιλοκερδής, αν επεδίδετο
+εις την σπουδήν της αληθείας, θα ήτο ικανώτερος να κρίνη περί της
+ηδονής, την οποίαν παρέχει η γνώσις, ή ο φιλόσοφος περί της
+ηδονής, την οποίαν παρέχει το κέρδος; — Πολύ διαφέρει το πράγμα·
+διότι ο μεν φιλόσοφος είναι υποχρεωμένος από την παιδικήν του
+ηλικίαν να δοκιμάζη και τας άλλας ηδονάς, ενώ ο φιλοκερδής δεν
+έχει καμμίαν ανάγκην να σπουδάση την αλήθειαν της φύσεως των
+όντων, διά να δοκιμάση, πόσον γλυκεία είναι αυτή η ηδονή, και να
+αποκτήση επομένως την εμπειρίαν της· μάλλον δε, και αν είχε όλην
+την καλήν διάθεσιν και προθυμίαν, το πράγμα θα ήτο ανώτερον των
+δυνάμεών του. — Ώστε ο φιλόσοφος υπερτερεί κατά πολύ τον
+φιλοκερδή ως προς την εμπειρίαν αμφοτέρων των ηδονών. — Πολύ
+μάλιστα. — Τον δε φιλότιμον; έχει τάχα ολιγωτέραν εμπειρίαν της
+ηδονής, που δίδουν αι τιμαί και η δόξα, παρ' όσην έχει ο
+φιλότιμος της ηδονής, που παρέχουν η μάθησις και η επιστήμη; —
+Κάθε άλλο· διότι τιμάς μεν και δόξαν ευρίσκει έκαστος των τριών
+αυτών ανθρώπων, όταν ευδοκιμήση εξαιρετικώς εις το έργον εις το
+οποίον ήθελεν επιδοθή, και ο πλούσιος τιμάται υπό πολλών όπως και
+ο ανδρείος και ο σοφός· ώστε, όσον δι' αυτήν την ηδονήν των
+τιμών, τι πράγμα είναι, όλοι έχουν ίσην εμπειρίαν ενώ, ποίαν
+ηδονήν παρέχει η εύρεσις της αληθείας των όντων, κανείς άλλος δεν
+ημπορεί να την έχη δοκιμάση παρά μόνον ο φιλόσοφος. — Επομένως,
+όσον εξαρτάται από την εμπειρίαν, ο φιλόσοφος είναι εις θέσιν να
+κρίνη πολύ καλύτερα από τους δύο άλλους. — Χωρίς καμμίαν
+αντίρρησιν.
+
+ — Αλλ' είναι και ο μόνος ακόμη ο οποίος, μετά της εμπειρίας
+συνδυάζει και την φρόνησιν. — Πώς όχι; — Προσέτι δε και το
+όργανον, διά του οποίου δυνάμεθα να κρίνωμεν ορθώς, δεν ανήκει
+εις τον φιλοκερδή ουδέ εις τον φιλότιμον, αλλ' αποκλειστικώς εις
+τον φιλόσοφον. — Το ποίον; — Δεν είπαμεν ότι χρειάζεται ο ορθός
+λόγος διά να κρίνωμεν ορθώς; — Ναι. — Αλλ' ακριβώς το προσιδιάζον
+όργανον του φιλοσόφου είναι ο ορθός λόγος. — Πώς όχι; — Λοιπόν,
+εάν ήρκει το κέρδος και τα πλούτη διά να κρίνωμεν ορθώς περί των
+πραγμάτων, εκείνα τα οποία θα επήνει ή θα έψεγεν ο φιλοκερδής,
+κατ' ανάγκην θα ήσαν και τα αληθέστερα. — Βεβαίως. — Εάν δε ήρκει
+η τιμή, η νίκη και η ανδρεία, τότε δεν θα ήσαν αληθή εκείνα, τα
+οποία θα επήνει ο φιλότιμος και ο φιλόνικος; — Φανερόν. — Αφού
+όμως τα πράγματα κρίνονται διά της εμπειρίας, της φρονήσεως και
+του ορθού λόγου; — Τότε κατ' ανάγκην αληθή είναι εκείνα μόνον, τα
+οποία επαινεί ο φιλόσοφος, ο φίλος του ορθού λόγου. — Και
+επομένως, από τας τρεις ηδονάς της ψυχής, γλυκυτέρα είναι η ηδονή
+της μαθήσεως και της επιστήμης, και εκείνος ο άνθρωπος, εις τον
+οποίον επικρατεί αύτη, θα διάγη βέβαια τον γλυκύτερον βίον. — Πώς
+ημπορεί να είναι αλλέως; έχει πράγματι όλα του τα δίκαια ο
+φιλόσοφος, όταν επαινή ως άριστον τον ιδικόν του βίον. — Ποίον δε
+βίον και ποίαν ηδονήν θέτει εις την δευτέραν σειράν ο κριτής; —
+Φυσικά του φιλοδόξου και του πολεμικού· διότι αυτόν θεωρεί
+πλησιέστερον προς τον ιδικόν του, ή του χρηματιστού. — Ώστε,
+καθώς φαίνεται, εις τον τελευταίον τούτον δίδει την τελευταίαν
+θέσιν. — Αναμφιβόλως.
+
+ — Ιδού λοιπόν δύο αλλεπάλληλοι νίκαι, εις τας οποίας ο δίκαιος
+ενίκησε τον άδικον· αλλά και τρίτην ακόμη θα νικήση, αληθώς
+ολυμπιακήν, διά την οποίαν θα αποδώση χάριτας εις τον σωτήρα τον
+Ολύμπιον Δία· και ιδού αυτή: κάθε άλλη ηδονή, εκτός του σοφού,
+δεν είναι τελείως αληθής και καθαρά, αλλ' είναι απλώς μία
+σκιαγραφία της ηδονής, καθώς ενθυμούμαι να ήκουσα από κάποιον
+σοφόν· και αυτό βέβαια θα ήτο η μεγαλυτέρα και τελειωτική ήττα
+του αδίκου. — Βέβαια· αλλά πώς το αποδεικνύεις; — Εσύ αποκρίνου
+εις τας ερωτήσεις μου και από κοινού αναζητούντες θα το εύρωμεν.
+— Ερώτα με λοιπόν. — Σε ερωτώ· η λύπη δεν λέγομεν ότι είναι το
+εναντίον της ηδονής; — Είναι βέβαια. — Δεν υπάρχει δε και μία
+κατάστασις, κατά την οποίαν ούτε χαίρομεν ούτε λυπούμεθα; —
+Μάλιστα. — Και η κατάστασις αύτη, κειμένη εν τω μέσω της ηδονής
+και της λύπης, αποτελεί διά την ψυχήν μίαν κατάστασιν ησυχίας
+απέναντι και των δύο· ή δεν είναι αυτή η ιδέα σου; — Αυτή
+μάλιστα. — Αλλά ενθυμείσαι άραγε τους λόγους, που λέγουν οι
+άρρωστοι κατά την ασθένειάν των; — Ποίους λόγους; — Ότι δεν
+υπάρχει γλυκύτερον πράγμα από την υγείαν, αλλά δεν ήσαν εις θέσιν
+να γνωρίζουν όλην του την αξίαν πριν ασθενήσουν. — Ναι, τους
+ενθυμούμαι. — Δεν ήκουsες επίσης και εκείνους, που υποφέρουν από
+καμμίαν μεγάλην λύπην, να λέγουν, ότι τίποτε δεν είναι γλυκύτερον
+παρά να μην υποφέρη κανείς πλέον; — Μάλιστα. — Αλλά και εις
+πολλάς άλλας τοιαύτας περιστάσεις κάμνουν, νομίζω, το ίδιον οι
+άνθρωποι· όταν λυπούνται, εγκωμιάζουν ως το γλυκύτερον πράγμα το
+να μη λυπάται κανείς, την απαλλαγήν από της λύπης και την
+ησυχίαν, και όχι την χαράν. — Διότι αυτό ίσως τους φαίνεται τότε
+γλυκύ και ευχάριστον πράγμα, η ησυχία. — Κατά τον ίδιον επομένως
+λόγον και όταν παύση κανείς να χαίρη, αυτή η ησυχία της χαράς, θα
+του επροξενούσε λυπηρόν συναίσθημα. — Κατά πάσαν πιθανότητα. —
+Ώστε αυτή η ησυχία της ψυχής, η οποία είπαμεν ότι κείται μεταξύ
+της ηδονής και της λύπης, θα είναι, κατά τας περιστάσεις και τα
+δύο, και λύπη και ηδονή. — Έτσι φαίνεται. — Αλλά είναι δυνατόν,
+αφού δεν είναι ούτε το ένα ούτε το άλλο, να είναι και τα δύο
+μαζί; — Δεν το πιστεύω. — Κάθε λυπηρόν ή ευχάριστον συναίσθημα
+δεν παραδέχεσαι ότι είναι κάποια κίνησις της ψυχής; — Ναι. — Ενώ
+απεναντίας το να μην αισθάνεται κανείς ούτε χαράν ούτε λύπην, δεν
+είπαμεν ότι είναι μία κατάστασις ησυχίας και κάτι τι το διάμεσον
+μεταξύ των δύο εκείνων συναισθημάτων; — Μάλιστα. — Πώς είναι
+λοιπόν λογικόν να παραδεχθή κανείς, ότι η άρνησις της λύπης είναι
+ηδονή, και η άρνησις της ηδονής λύπη; — Καθόλου βέβαια λογικόν
+δεν είναι. — Ώστε αυτή η κατάστασις της ησυχίας δεν είναι καθ'
+εαυτήν ούτε ευχάριστον ούτε δυσάρεστον συναίσθημα· αλλά φαίνεται
+απλώς ευχάριστον παραβαλλόμενον προς την λύπην, και δυσάρεστον εν
+σχέσει προς την ηδονήν· και εις όλα επομένως αυτά τα φαντάσματα
+δεν υπάρχει αληθής ηδονή, αλλά μόνον κάποια γοητεία. — Καθώς
+τουλάχιστον απεδείχθη διά του συλλογισμού. . . .
+
+ — Διά να μη σου μένη λοιπόν κανένας λόγος να φαντάζεσαι, ότι δεν
+είναι άλλο τίποτε η ηδονή εις αυτόν τον κόσμον παρά απαλλαγή από
+της λύπης και η λύπη απαλλαγή από της ηδονής, πρόσεξε να ιδής
+ηδονάς, αι οποίαι δεν προέρχονται κατόπιν από λύπας. — Πού είναι
+αυταί και ποίου είδους; — Πολλαί μεν και άλλαι, αλλά πρόσεξε, διά
+να εννοήσης, τας ηδονάς της οσφρήσεως· αυταί, χωρίς να προηγηθή
+κανένα δυσάρεστον αίσθημα, προξενούν έξαφνα ισχυροτάτην εντύπωσιν
+εις την ψυχήν, και αφού παύσουν, δεν της αφήνουν καμμίαν λύπην. —
+Είναι αλήθεια αυτό. — Ας μη φανταζώμεθα λοιπόν, ότι η καθαρά
+ηδονή είναι απλώς απαλλαγή από την λύπην, και η πραγματική λύπη
+απαλλαγή από την ηδονήν. — Όχι. — Και μολαταύτα αι λεγόμεναι
+ακριβώς ηδοναί, όσαι διά των αισθήσεων του σώματος φθάνουν εις
+την ψυχήν, αι περισσότεραι, ίσως και αι ισχυρότεραι, ανήκουν εις
+αυτό το είδος, είναι δηλαδή απαλλαγαί από κάποιαν λύπην. —
+Σύμφωνος. — Δεν συμβαίνει δε το ίδιον και με τας προαισθήσεις της
+χαράς και της λύπης, που προκαταβολικώς δοκιμάζομεν επί τη
+προσδοκία ευχαρίστου τινός ή δυσαρέστου πράγματος; — Το ίδιον.
+
+ — Γνωρίζεις δε τι είναι αύται αι ηδοναί και με τι δύναταί τις να
+τας παραβάλη; — Με τι; — Δεν αγνοείς ότι υπάρχει εις την φύσιν
+άνω, κάτω, και μέσον. — Μάλιστα. — Ένας, ο οποίος μεταβαίνει από
+το κάτω εις το μέσον, δεν φαντάζεται ότι πηγαίνει προς τα άνω;
+και όταν φθάση εις το μέσον και γυρίζη και βλέπη από πού
+εξεκίνησε, τι άλλο ημπορεί να φαντασθή, παρά ότι ευρίσκεται εις
+το άνω, επειδή δεν είδεν ακόμη το πραγματικώς άνω; — Μα την
+αλήθειαν, δεν νομίζω ότι θα φαντασθή αλλέως το πράγμα. — Εάν δε
+πάλιν εφέρετο προς τα κάτω, θα επίστευε βέβαια ότι καταβαίνει,
+και δεν θα είχεν άδικον να το πιστεύη. — Όχι βέβαια. — Όλα δε
+αυτά θα τα επάθαινε, διότι δεν γνωρίζει το πραγματικόν άνω, και
+το κάτω, και το μέσον. — Φυσικά. — Θα παραξενευθής λοιπόν, εάν
+άνθρωποι άπειροι της αληθείας έχουν εσφαλμένην ιδέαν, όπως περί
+πολλών άλλων πραγμάτων, τοιουτοτρόπως και περί ηδονής και λύπης
+και της μέσης εκείνης μεταξύ αυτών καταστάσεως; ούτως ώστε, όταν
+περιπίπτουν εις καμμίαν λύπην, πιστεύουν ότι υποφέρουν, και
+υποφέρουν πράγματι· αλλ' όταν εκ της λύπης μεταβαίνουν εις την
+μέσην κατάστασιν, είναι τελείως πεπεισμένοι ότι ευρίσκονται εις
+την πλήρη ικανοποίησιν, εις την πλήρη απόλαυσιν της ηδονής; ενώ
+απλούστατα απατώνται από άγνοιαν της πραγματικής ηδονής και διότι
+θεωρούν την λύπην κατ' αντιπαραβολήν μόνον προς την έλλειψιν της
+λύπης, όπως ένας, που δεν γνωρίζει το λευκόν χρώμα, θα έπαιρνε το
+φαιόν διά λευκόν, εν συγκρίσει προς το μέλαν. — Πολύ περισσότερον
+θα μου εφαίνετο παράξενον, αν το εναντίον συνέβαινε.
+
+ — Τώρα πρόσεχε εις αυτό, που θα σου είπω· η πείνα, η δίψα και αι
+άλλαι φυσικαί ανάγκαι, δεν αποτελούν διά το σώμα ένα είδος κενού,
+το οποίον ζητεί να πληρωθή; — Μάλιστα. — Παρομοίως δε η άγνοια
+και η αφροσύνη δεν είναι ένα είδος κενού και αυταί διά την ψυχήν;
+— Αναμφιβόλως. — Και το μεν κενόν, που δημιουργεί η πείνα, δεν το
+γεμίζει ο άνθρωπος λαμβάνων τροφήν, το δε κενόν της ψυχής τρέφων
+την διάνοιάν του; — Πώς όχι; — Και ποία είναι τελειοτέρα
+πλήρωσις, εκείνη που γίνεται με πράγματα περισσότερον ουσιαστικά,
+ή ολιγώτερον; — Με πράγματα βέβαια περισσότερον ουσιαστικά. — Και
+ποία πράγματα σου φαίνεται ότι μετέχουν περισσότερον της καθαράς
+ουσίας του όντος, τα φαγητά άραγε και τα ποτά και εν γένει αι
+τροφαί, ή αι αληθείς δοξασίαι; και αι επιστήμαι και τα διανοήματα
+και με μίαν λέξιν όλαι αι αρεταί; κρίνε δε το πράγμα ως εξής·
+περισσοτέραν πραγματικότητα σου φαίνεται ότι έχει εκείνο, που
+προέρχεται από το ον το πάντοτε αναλλοίωτον και αθάνατον και
+αληθές και είναι και αυτό τοιούτον και παράγεται επίσης εντός
+τοιούτου τινός, ή εκείνο που προέρχεται από πράγματα υποκείμενα
+εις την αλλοίωσιν και την φθοράν και είναι και αυτό τοιούτον και
+παράγεται επίσης εντός τοιούτων; — Εκείνο βέβαια που προέρχεται
+από το πάντοτε αναλλοίωτον. — Τα δε πράγματα τα υποκείμενα εις
+αλλοίωσιν μήπως μετέχουν τάχα περισσοτέρας πραγματικότητος ή
+επιστήμης; — Διόλου. Μήπως τάχα αληθείας; — Ούτε τούτο. — Αφού
+λοιπόν μετέχουν ολιγωτέρας αληθείας, δεν θα μετείχον και
+ολιγωτέρας πραγματικότητος; Κατ' ανάγκην. — Ώστε γενικώς, όλα,
+όσα χρησιμεύουν προς συντήρησιν του σώματος δεν μετέχουν
+ολιγωτέρας αληθείας και πραγματικότητος, παρ' εκείνα, που
+χρησιμεύουν εις την συντήρησιν και θεραπείαν της ψυχής; —
+Αναμφιβόλως. — Και αυτό δε το σώμα δεν έχει ολιγωτέραν
+πραγματικότητα από την ψυχήνq — Μάλιστα. — Η πλήρωσις επομένως
+της ψυχής, αφού γίνεται με πράγματα ουσιαστικώτερα, μετέχει δε
+και η ιδία περισσοτέρας πραγματικότητος, είναι τωόντι πολύ
+πραγματικωτέρα από την πλήρωσιν του σώματος. — Πώς όχι;
+
+ — Εάν λοιπόν η ηδονή συνίσταται εις το να πληρούται τι με τα
+πράγματα, που είναι σύμφωνα με την φύσιν του, εκείνο που
+πληρούται αληθώς με τα πράγματα, τα οποία έχουν περισσοτέραν
+πραγματικότητα, οφείλει βεβαίως να απολαμβάνη μίαν ηδονήν όντως
+πραγματικωτέραν και αληθεστέραν, ενώ εκείνο το οποίον πληρούται
+με πράγματα ολιγώτερον μετέχοντα από την πραγματικότητα, θα
+πληρούται κατά τρόπον ολιγώτερον αληθή και βέβαιον και η ηδονή,
+την οποίαν απολαμβάνει, θα είναι πολύ ολιγώτερον αληθής και
+βεβαία. — Είναι απόλυτος ανάγκη να συμβαίνη αυτό. — Εκείνοι
+επομένως που δεν γνωρίζουν τι θα ειπή σοφία και αρετή, και είναι
+παραδομένοι εις τας απολαύσεις της κοιλίας και άλλας τοιαύτας
+υλικάς ηδονάς, φέρονται διαρκώς προς τα κάτω και το πολύ πάλιν
+έως εις το μέσον, και εις όλην των την ζωήν ανεβοκαταιβαίνουν
+μεταξύ των δύο τούτων σημείων, χωρίς ποτέ να ημπορέσουν να το
+υπερβούν και χωρίς ποτέ να σταθούν ικανοί, να σηκώσουν τα
+βλέμματά των προς το αληθώς άνω, ούτε να απολαύσουν πραγματικώς
+το αληθώς ον, και να γευθούν την καθαράν και γνησίαν ηδονήν· αλλά
+πάντοτε βλέποντες προς τα κάτω, δίκην ζώων, και σκυμμένοι επάνω
+εις την γην και εις τραπέζας βόσκουν κτηνωδώς χορταίνοντες την
+κοιλίαν των και τας σαρκικάς των επιθυμίας, και από την
+πλεονεξίαν αυτών των ηδονών λακτίζονται και κερατίζονται μεταξύ
+των και εις το τέλος και αλληλοφονεύονται με τα σιδηρά των κέρατα
+και τας οπλάς επάνω εις την λύσσαν της απληστίας των, διότι δεν
+είναι εις θέσιν να γεμίσουν με πράγματα ουσιαστικά το μέρος
+εκείνο του εαυτού των, που μετέχει περισσότερον του όντος και που
+είναι το μόνον επιδεκτικόν αληθούς πληρώσεως. — Πιστότατα ως
+χρησμολόγος απεικόνισες τον βίον των πολλών, Σωκράτη. — Δεν είναι
+λοιπόν ανάγκη και να γνωρίζουν μόνον ηδονάς αναμεμιγμένας με
+λύπας, απλά είδωλα της αληθούς ηδονής, ατελείς σκιαγραφίας, που
+λαμβάνουν χρώμα μόνον εκ της προς αλλήλας αντιπαραθέσεως και
+φαίνονται τόσον ισχυραί και αι δύο, ώστε γεννούν λυσσώδεις έρωτας
+εις τους άφρονας, και γίνονται τόσον περιμάχητοι, όπως έγινε
+περιμάχητον, κατά τον Στησίχορον, το είδωλον της Ελένης εις τους
+εν Τροία, επειδή δεν εγνώριζαν την αληθινήν Ελένην; — Πράγματι
+τοιούτον τι θα συμβαίνη κατ' ανάγκην και με αυτό.
+
+ — Αλλά πώς; το ίδιον δεν θα συμβαίνη κατ' ανάγκην και με το
+θυμοειδές, όταν η φιλοδοξία υποδαυλιζομένη υπό του φθόνου, το
+φιλόνικον του χαρακτήρος υπό της αυθαιρεσίας και η φυσική
+αγριότης υπό της οργής, ωθούν τον άνθρωπον να επιδιώκη δίχως νουν
+και κρίσιν την πλησμονήν της τιμής, της νίκης και του θυμού; —
+Τοιαύτα θα συμβαίνουν κατ' ανάγκην και με αυτό. — Τι λοιπόν; δεν
+δυνάμεθα να είπωμεν μετά θάρρους, ότι και αι επιθυμίαι, που
+ανήκουν εις τα δύο αυτά μέρη της ψυχής, το φιλόνικον και το
+φιλοκερδές, όταν οδηγούνται υπό της επιστήμης και του λογικού και
+υπό την οδηγίαν αυτών δεν επιδιώκουν άλλας ηδονάς, παρά όσας
+υποδεικνύει η φρόνησις, θα αισθανθώσι τότε τας αληθεστάτας ηδονάς
+και τας πλέον συμφώνους προς την φύσιν των που είναι δυνατόν να
+δοκιμάσουν, διότι αφ' ενός μεν τας οδηγεί η αλήθεια και διότι,
+αφ' ετέρου, εκείνο το οποίον είναι συμφερώτερον εις κάθε πράγμα,
+είναι συγχρόνως και οικειότερον προς την φύσιν του; — Είναι
+πράγματι αληθές τούτο. — Όταν λοιπόν ολόκληρος η ψυχή βαδίζη
+όπισθεν του λογικού και δεν επικρατή στάσις μεταξύ των διαφόρων
+αυτής μερών, εκτός του ότι έκαστον εξ αυτών περιορίζεται εις το
+να πράττη το έργον του, συμφώνως με τον ορισμόν της δικαιοσύνης,
+καρπούται προσέτι και τας ηδονάς, που του ανήκουν, τας
+καθαρωτέρας δηλαδή και αληθεστέρας ηδονάς, που ημπορεί να
+απολαύση — Δίχως αμφιβολίαν. — Ενώ απεναντίας, όταν επικρατήση
+κανένα από τα δύο άλλα μέρη της ψυχής, συμβαίνει ώστε εν πρώτοις
+αυτό το ίδιον να μην ημπορή να εύρη την ηδονήν, που του
+προσιδιάζει, εξαναγκάζει δε αφ' ετέρου και τα άλλα να επιδιώκουν
+ηδονάς ξένας προς την φύσιν των και επομένως όχι αληθινάς. — Έτσι
+είναι. — Ώστε εκείνα, που περισσότερον απέχουν από την φιλοσοφίαν
+και τον ορθόν λόγον, αυτά ακριβώς δεν θα έφερον τα ολέθρια ταύτα
+αποτελέσματα; — Χωρίς άλλο. — Δεν απέχει δε ένα πράγμα από τον
+ορθόν λόγον, όσον περισσότερον απέχει από τον νόμον και την
+τάξιν; — Φανερόν. — Δεν εύρομεν δε ότι περισσότερον από κάθε άλλο
+απέχουν αι τυραννικαί και αι ερωτικαί επιθυμίαι; — Μάλιστα. —
+Ολιγώτερον δε αι βασιλικαί και αι κόσμιαι; — Ναι. — Κατά
+συνέπειαν περισσότερον μεν θα απέχη από την αληθινήν και
+προσιδιάζουσαν εις τον άνθρωπον ηδονήν ο τύραννος, ολιγώτερον δε
+ο βασιλεύς· — Κατ' ανάγκην. — Επομένως η δυστυχεστέρα μεν ζωή και
+αηδεστέρα θα είναι του τυράννου, η ευχαριστοτέρα δε και
+ευτυχεστέρα του βασιλέως. — Αυτό είναι αναντίρρητον. — Και
+γνωρίζεις κατά πόσον είναι δυστυχεστέρα η ζωή του τυράννου από
+του βασιλέως. — Αν μου το ειπής . . .
+
+ — Υπάρχουν, καθώς παρεδέχθημεν, τρεις ηδοναί, εκ των οποίων η
+μία αληθινή, αι δε δύο άλλαι νόθοι· ο τύραννος λοιπόν εχθρός του
+νόμου και του ορθού λόγου και περιστοιχούμενος πάντοτε υπό
+ακολουθίας ηδονών δουλικών, κείται εις το έσχατον άκρον των νόθων
+ηδονών, και πόσον επομένως υστερεί του άλλου κατά την ευτυχίαν,
+είναι δύσκολον να το ορίσωμεν, εκτός ίσως κατ' αυτόν τον τρόπον.
+— Κατά ποίον; — Ο τύραννος έρχεται εις την σειράν τρίτος, ευθύς
+κατόπιν από τον ολιγαρχικόν, διότι μεταξύ αυτών ευρίσκεται ο
+δημοκρατικός — Μάλιστα. — Επομένως, εάν όσα είπαμεν παραπάνω
+είναι αληθινά, το είδωλον της ηδονής, που απολαμβάνει ο τύραννος,
+είναι το έν τρίτον, ως προς την αλήθειαν, της ηδονής του
+ολιγαρχικού. — Ναι. — Ο δε ολιγαρχικός πάλιν έρχεται τρίτος εις
+την σειράν κατόπιν του βασιλικού και αριστοκρατικού, εάν δεχθώμεν
+αυτούς ως έν και μόνον πρόσωπον. — Μάλιστα τρίτος. — Ώστε ο
+τύραννος απέχει της αληθούς ηδονής το τριπλάσιον του τριπλασίου.
+— Φαίνεται. — Θα ηδύνατο επομένως το είδωλον της ηδονής του
+τυράννου, επί τη βάσει του αριθμού τούτου του μήκους, να
+παρασταθή δι' ενός επιπέδου. — Μάλιστα. — Εάν δε πολλαπλασιάσωμεν
+τον αριθμόν τούτον εφ' εαυτόν και τον υψώσωμεν εις την τρίτην του
+δύναμιν, είναι δύσκολον να ίδωμεν εις πόσην απόστασιν ευρίσκεται
+από την αληθινήν ηδονήν. — Βέβαια είναι εύκολον εις ένα
+μαθηματικόν να το υπολογίση. Εάν λοιπόν τώρα αντιστρέψωμεν αυτήν
+την αναλογίαν και ζητήσωμεν, πόσον η ηδονή του βασιλέως είναι
+αληθεστέρα από του τυράννου, θα εύρωμεν, ως εξαγόμενον του
+πολλαπλασιασμού, ότι ο βασιλεύς ζη επτακοσίας είκοσι εννέα φοράς
+ευτυχέστερον του τυράννου, και ο τύραννος δυστυχέστερον του
+βασιλέως άλλας τόσας φοράς. (3) — Καταπληκτικός είναι αυτός ο
+υπολογισμός της διαφοράς, που έστησες μεταξύ του δικαίου και του
+αδίκου, ως προς την ευτυχίαν και δυστυχίαν αυτών. — Αληθινός όμως
+αριθμός, καθόσον εκφράζει ακριβώς την ζωήν που ανήκει εις αυτούς,
+όπως τους ανήκουν αι ημέραι των και αι νύκτες και οι μήνες και τα
+έτη. — Πραγματικώς. — Αφού λοιπόν τόσον υπερέχει κατά την
+ευτυχίαν ο αγαθός και δίκαιος τον κακόν και άδικον, φαντάσου τώρα
+πόσον απείρως πρέπει να υπερέχη αυτόν κατά την κοσμιότητα του
+βίου και την ωραιότητα και την αξίαν! — Απείρως πράγματι.
+
+ — Έστω λοιπόν και αφού εφθάσαμεν τώρα εδώ, ας επαναλάβωμεν
+εκείνα που είπαμεν εις την αρχήν αρχήν και τα οποία έδωσαν
+αφορμήν εις αυτήν την συζήτησιν· ελέγετο δε τότε, νομίζω, ότι η
+αδικία ωφελεί εις τον τελείως άδικον, φθάνει να περνά διά
+δίκαιος· δεν ελέχθη πράγματι αυτό: — Μάλιστα. — Ας το εξετάσωμεν
+λοιπόν και αυτό, τώρα που εμείναμεν σύμφωνοι περί των
+αποτελεσμάτων, τα οποία έχουν επί της ψυχής και τα άδικα έργα και
+τα δίκαια. — Πώς; — Ας πλάσωμεν διά της φαντασίας μίαν εικόνα της
+ψυχής, διά να ιδή, τι έλεγεν εκείνος που το υπεστήριζεν αυτό. —
+Τι είδους εικόνα. — Μίαν εικόνα κατά το είδος της Χίμαιρας και
+της Σκύλλας και του Κέρβερου και των άλλων μυθολογουμένων
+τεράτων, τα οποία παριστάνουν συγκείμενα από πολλάς και διαφόρους
+φύσεις ηνωμένας. — Πολύ καλά. — Πλάττε λοιπόν εν πρώτοις ένα
+τέρας ποικίλον και πολυκέφαλον, που να έχη γύρω άλλας μεν κεφαλάς
+ημέρων ζώων και άλλας αγρίων, και που να ημπορή να τας παράγη
+μόνον του όλας αυτάς και να τας μεταβάλλη κατά βούλησιν. —
+Χρειάζεται πολύ επιτήδειος τεχνίτης δι' αυτό το έργον· αφού όμως
+είναι πολύ ευκολώτερον να πλάττη κανείς διά της φαντασίας παρά με
+τον κηρόν, ας υποθέσωμεν ότι το επλάσαμεν το τέρας σου. — Κάμε
+τώρα και μίαν εικόνα λέοντος και μίαν ανθρώπου· αλλά να είναι
+πολύ μεγαλυτέρα η πρώτη εικών από τας δύο άλλας, και η δευτέρα
+μεγαλυτέρα από την τελευταίαν. — Αυτά είναι ευκολώτερα και έγιναν
+ήδη. — Σύναψε τώρα αυτάς τας τρεις εικόνας ώστε να συνδεθούν καλά
+και να αποτελέσουν έν όλον. — Έτοιμον και αυτό. — Να το ενδύσης
+τώρα όλο αυτό γύρω με την εικόνα ενός ανθρώπου, ούτως ώστε ένας,
+που δεν ημπορεί να ιδή τι έχει μέσα του, αλλά βλέπει μόνον το
+εξωτερικόν περίβλημα, να του φαίνεται πως είναι απλώς ένας
+άνθρωπος. — Έγινε και αυτό.
+
+ — Ας είπωμεν τώρα εις εκείνον που υποστηρίζει ότι η αδικία
+ωφελεί εις τούτον τον άνθρωπον και η δικαιοσύνη δεν τον συμφέρει,
+ας του είπωμεν, λέγω, ότι είναι το ίδιον να υποστηρίζη πως τον
+συμφέρει, να καλοθρέφη το πολυκέφαλον τέρας και να τρανεύη τον
+λέοντα και τα περί τον λέοντα, να αφήνη δε τον άνθρωπον να
+αποθνήσκη από την πείναν και να αδυνατίζη, εις τρόπον ώστε να
+σύρνεται όπου τον τραυούν τα άλλα δύο θηρία, και ούτε καν να
+εξοικειώνη και αυτά μεταξύ των διά να ζουν με αγάπην, αλλά να τα
+αφήνη να μαλλώνουν και να δαγκάνωνται και να τρώγωνται. — Τίποτε
+άλλο πράγματι δεν λέγει εκείνος που επαινεί την αδικίαν. — Ενώ
+απεναντίας εκείνος, που υποστηρίζει ότι η δικαιοσύνη ωφελεί, δεν
+λέγει ότι πρέπει πάντα τα έργα μας και πάντες οι λόγοι μας να
+τείνουν εις το να καταστήσουν επικρατέστερον τον εσωτερικόν
+άνθρωπον, και δεν θα επιμελήται και το πολυκέφαλον τέρας ως
+έμπειρος γεωργός, λαμβάνων και την βοήθειαν του λέοντος, διά να
+τρέφη μεν και αναπτύσση τα ήμερα, εμποδίζη δε τα άγρια να
+φυτρώνουν, και να φροντίζη από κοινού δι' όλα, ώστε να ζουν με
+αγάπην και ομόνοιαν μεταξύ των; — Αυτό ακριβώς βέβαια λέγει
+εκείνος που επαινεί την δικαιοσύνην. — Ώστε κατά πάντα τρόπον
+εκείνος μεν που εγκωμιάζει την δικαιοσύνην λέγει την αλήθειαν,
+ψεύδεται δε εκείνος που επαινεί την αδικίαν· και πραγματικώς,
+είτε προς την ηδονήν, είτε προς την δόξαν, είτε προς την ωφέλειαν
+αποβλέψη τις, ο μεν επαινετής της δικαιοσύνης αληθεύει, ο δε
+κατήγορος αυτής τίποτε το σωστόν δεν λέγει, ουδέ καν γνωρίζει
+εκείνο που κατηγορεί. — Πραγματικώς μου φαίνεται πως δεν
+γνωρίζει.
+
+ — Ας προσπαθήσωμεν όμως να τον εξαγάγωμεν από την πλάνην του,
+αφού αύτη βέβαια δεν είναι εκουσία. Ευλογημένε, θα του είπωμεν,
+επί τίνος βάσεως έχει καθιερωθή η διάκρισις μεταξύ του καλού και
+του αισχρού; τα μεν καλά δεν είναι εκείνα που υποτάσσουν το
+ζωώδες μέρος της φύσεως ημών υπό το ανθρώπινον, ή μάλλον το
+θείον, αισχρά δε απεναντίας εκείνα, που υποδουλώνουν το ήμερον
+εις το άγριον και θηριώδες; τι λέγεις, θα συμφωνήση; — Αν θέλη να
+με ακούση. — Τούτου τεθέντος, ημπορεί ποτε να είναι ωφέλιμον εις
+κανένα, να πάρη χρήματα αδίκως, εάν πρόκειται με τα χρήματα που
+θα πάρη να υποδουλώση το καλύτερον μέρος του εαυτού του εις το
+ελεεινότερον; σκέψου δα εάν επρόκειτο απέναντι χρημάτων να πωλήση
+δούλον τον υιόν του ή την θυγατέρα του, και μάλιστα εις ανθρώπους
+αγρίους και κακούς, δεν θα τον εσύμφερε βέβαια το πράγμα, και
+τους μεγαλυτέρους θησαυρούς ακόμη αν ελάμβανεν· όταν δε
+υποδουλώνη το θειότατον μέρος του εαυτού του εις το αθεώτατον και
+μιαρώτατον, δεν είναι πράγματι άθλιος, και ο χρυσός, τον οποίον
+δέχεται απέναντι, δεν θα του στοιχίση δεινότερον όλεθρον, παρ'
+ό,τι εις την Εριφύλην το χρυσούν περιδέραιον, το οποίον εδέχθη
+απέναντι της ζωής του συζύγου της; — Πολύ δεινότερον βέβαια, θα
+σου αποκριθώ εγώ εκ μέρους του.
+
+ — Διά ποίον λόγον, σε παρακαλώ, κατεδικάσθη πάντοτε και ανέκαθεν
+ο ακόλαστος βίος, παρά διότι η ακολασία αφίνει αχαλίνωτον το
+φοβερόν εκείνο και μεγάλον και πολυκέφαλον τέρας πέραν του
+δέοντος; — Δι' αυτόν βέβαια τον λόγον. — Διατί δε καταδικάζουν
+την αυθαιρεσίαν και το ασυμβίβαστον του χαρακτήρος, παρά διότι
+αναπτύσσουν και επιτείνουν παρά το αρμόζον μέτρον την φύσιν του
+λέοντος και του όφεως εν τω ανθρώπω; — Αναμφιβόλως. — Εάν δε
+ψέγουν τον τρυφηλόν και μαλθακόν βίον, δεν είναι διότι εκνευρίζει
+και εκφυλίζει την ιδίαν αυτήν φύσιν, όταν την μεταβάλλη εις
+ανανδρίαν; — Πώς όχι; — Διατί ακόμη ψέγουν την κολακείαν και την
+ανελευθερίαν, παρά διότι υποδουλώνει αυτό το ίδιον, το θυμοειδές,
+εις το ταραχώδες εκείνο θηρίον και διότι εξευτελιζόμενον χάριν
+χρημάτων και ένεκα της απληστίας εκείνου το συνηθίζει εκ νεαράς
+ηλικίας να γίνεται αντί λέοντος πίθηκος; — Έτσι είναι. — Διά τίνα
+δε λόγον τα βάναυσα επαγγέλματα και τας χειρωνακτικάς εργασίας
+δεν τας έχουν εις καμμίαν υπόληψιν; όχι διότι εκείνοι που τας
+εξασκούν έχουν τόσον αδύνατον εκ φύσεως το άριστον μέρος της
+ψυχής, το λογικόν, ώστε μη δυνάμενοι να χαλιναγωγήσουν και να
+κυβερνήσουν τα θηρία εκείνα, που είναι μέσα των, αναγκάζονται να
+τα περιποιούνται, και δεν είναι εις θέσιν τίποτε άλλο να μάθουν,
+παρά τα μέσα με τα οποία να κολακεύουν τας αδυναμίας των; — Έτσι
+φαίνεται.
+
+ — Λοιπόν, διά να λάβουν και οι τοιούτοι ένα άρχοντα όμοιον με
+εκείνον, υπό του οποίου κυβερνάται ο τέλειος άνθρωπος, δεν πρέπει
+να γίνωνται υπήκοοι και δούλοι εκείνου του τελείου, ο οποίος και
+αυτός κυβερνάται εσωτερικώς υπό του θείου, χωρίς βέβαια να
+νομίζωμεν ότι η υποταγή αύτη θα είναι επί βλάβη του υπηκόου,
+καθώς διισχυρίζετο ο Θρασύμαχος εν γένει περί των υπηκόων, αλλ'
+επειδή είναι διά πάντα άνθρωπον συμφερώτερον να κυβερνάται υπό
+άρχοντος σοφού και θείου, είτε τον έχει εντός του και είναι
+ιδικός του (το οποίον θα ήτο και το καλύτερον) είτε και του
+επιβάλλεται έξωθεν, ίνα κατά το δυνατόν γίνωμεν όλοι όμοιοι προς
+αλλήλους και φίλοι κυβερνώμενοι υπό της αυτής αρχής: — Και πολύ
+σωστά. — Είναι δε φανερόν, ότι τον ίδιον σκοπόν προτίθεται και ο
+νόμος, όταν παρέχη την βοήθειάν του ανεξαιρέτως εις όλα τα μέλη
+της πολιτείας· και η εξάρτησις δε, υπό την οποίαν κρατούμεν τους
+παίδας, επί της αυτής αρχής στηρίζεται· διότι δεν τους αφήνωμεν
+ελευθέρους να κάμνουν ό,τι θέλουν, εφ' όσον προηγουμένως δεν
+εγκαθιδρύσωμεν εντός αυτών, όπως εις μίαν πόλιν, ένα πολίτευμα
+σταθερόν, και εφ' όσον δεν καλλιεργήσωμεν το λογικόν των διά του
+ιδικού μας, ώστε να είναι εις θέσιν να επαγρυπνή επ' αυτών και να
+ρυθμίζη την διαγωγήν των· τότε δε μόνον τους χειραφετούμεν. —
+Πράγματι επ' αυτής της αρχής στηρίζεται ο νόμος. — Πώς λοιπόν,
+αγαπητέ Γλαύκων, και επί τίνος λόγου στηριζόμενοι θα ημπορούσαμεν
+να είπωμεν ότι ωφελεί να αδική τις ή να ακολασταίνη ή να κάμνη
+καμμίαν αισχράν πράξιν, έστω και αν, χειρότερος γινόμενος,
+επρόκειτο να κερδίση χρήματα πολλά ή άλλην τινά δύναμιν; — Κατ'
+ουδένα τρόπον. — Ή τι θα ωφελούσε ακόμη, και αν η αδικία έμενε
+κρυμμένη και ατιμώρητος; μήπως η ατιμωρησία δεν καθιστά τον κακόν
+ακόμη χειρότερον; ενώ απεναντίας, όταν το έγκλημα ανακαλύπτεται
+και τιμωρήται, το μεν θηριώδες μέρος της ψυχής καταπραΰνεται και
+εξημερούται, το δε ήμερον επανακτά όλα του τα δικαιώματα,
+ολόκληρος δε η ψυχή αποκαθισταμένη εις την αρίστην αυτής φύσιν
+ανυψούται, διά της σωφροσύνης και της δικαιοσύνης και της
+φρονήσεως, εις κατάστασιν τόσον πολύ ανωτέραν από το σώμα, το
+οποίον ήθελεν αποκτήση δύναμιν και καλλονήν και υγείαν, όσον η
+ψυχή είναι καθ' εαυτήν ανωτέρα του σώματος. — Αυτό είναι βέβαιον.
+— Ώστε ένας άνθρωπος με νουν θα βάλη βέβαια όλα του τα δυνατά διά
+να επιτύχη αυτό το τέλειον είδος της ζωής· και εν πρώτοις θα
+εκτιμά παρά παν άλλο τα μαθήματα, που συντείνουν εις την
+τελειοποίησιν της ψυχής, περιφρονών όλα τα άλλα. — Αναντιρρήτως.
+— Έπειτα, ως προς την σωματικήν δίαιταν, δεν θα παραδώση τον
+εαυτόν του εις την κτηνώδη και άλογον ηδονήν διά να ζη μόνον με
+την απόλαυσιν αυτής, αλλ' ουδέ πάλιν θα επιδοθή εις την
+αποκλειστικήν επιμέλειαν της υγείας του, διά να γίνη δυνατός και
+υγιής και ωραίος, εάν δεν πρόκειται να αποκτήση δι' αυτών
+συγχρόνως και την εγκράτειαν, αλλά θα επιζητή πάντοτε την εν τω
+σώματι αρμονίαν, χάριν μόνον της εν τη ψυχή συμφωνίας. —
+Βεβαιότατα, εάν τουλάχιστον πρόκειται να είναι αληθινός μουσικός.
+
+ — Και επομένως και εις την απόκτησιν των χρημάτων θα τηρήση το
+αυτό μέτρον και την αυτήν βεβαίως αρμονίαν, χωρίς να τον θαμβώνη
+ο όγκος του πλούτου, που τον μακαρίζουν συνήθως οι πολλοί, διά να
+ζητή και αυτός να τον αυξήση επ' άπειρον, αυξάνων όμως συγχρόνως
+επ' άπειρον και τα κακά που τον συνοδεύουν. — Και εγώ δεν πιστεύω
+να το κάμη αυτό. — Αλλ' αποβλέπων πάντοτε εις το εσωτερικόν του
+πολίτευμα και προσέχων μήπως επιφέρη καμμίαν εις αυτό διατάραξιν
+είτε η περίσσεια του πλούτου είτε η ανεπάρκεια αυτού, θα φροντίση
+επ' αυτής της βάσεως να κανονίση τα έσοδα και τα έξοδά του
+συμφώνως προς τας δυνάμεις του. — Αναμφιβόλως. — Επί της αυτής
+ακόμη αρχής στηριζόμενος και ως προς τας τιμάς και τα αξιώματα,
+θα επιζητή μεν και ευχαρίστως μάλιστα θα δοκιμάζη εκείνα, που
+έχει την ιδέαν ότι θα τον κάμουν καλύτερον, θα αποφεύγη όμως,
+είτε εις τον ιδιωτικόν είτε εις τον δημόσιον βίον του, όσα θα
+ημπορούσαν να διαταράξουν την αρμονίαν, που βασιλεύει εις την
+ψυχήν του. — Τότε λοιπόν δεν θα θελήση να αναμιχθή εις τα
+πολιτικά, εάν, καθώς λέγεις, τόσον φροντίζη δι' αυτό. — Θα
+θελήση, μα τον κύνα, και παρά πολύ μάλιστα, τουλάχιστον εις την
+ιδικήν του πόλιν, όχι όμως ίσως και εις την πατρίδα του, εκτός
+τουλάχιστον αν γίνη κανένα θαύμα . . . — Α, εκατάλαβα· εννοείς
+την πόλιν, την οποίαν ιδρύσαμεν ημείς, και η οποία μόνον κατά
+φαντασίαν υφίσταται, διότι δεν πιστεύω να υπάρχη εις κανένα μέρος
+της γης. — Αλλ' ίσως να ευρίσκεται εις τον ουρανόν το πρότυπον
+αυτής, τουλάχιστον δι' εκείνον που θέλει να το βλέπη· και να
+ρυθμίζη επί τη βάσει αυτού το πολίτευμα της ψυχής του· άλλως τε
+δεν σημαίνει τίποτε αν υπάρχη, ή αν θα υπάρξη κάποτε· διότι ο
+σοφός και τέλειος άνθρωπός μας μόνον εις της τοιαύτης πόλεως τα
+πολιτικά θα αναμιχθή και καμμιάς άλλης. — Και είναι πολύ φυσικόν.
+
+
+
+ΒΙΒΛΙΟΝ Ι'.
+
+
+
+ — Και πραγματικώς πολλούς και άλλους λόγους έχω να κρίνω, ότι η
+πολιτεία που ιδρύσαμεν ημείς είναι η τελειοτέρα από κάθε άλλην,
+όχι δε ολιγώτερον το λέγω αυτό και όταν αναλογισθώ εκείνο που
+είπαμεν διά την ποίησιν. — Το ποίον; — Το ότι κατ' ουδένα τρόπον
+παραδεχόμεθα το καθαρώς μιμητικόν αυτής μέρος· τώρα μάλιστα,
+καθώς νομίζω, φαίνεται απαραίτητος η ανάγκη να το αποκλείσωμεν
+ολότελα, αφού έχομεν πλέον σαφώς διακρίνη τα μέρη εις τα οποία
+διαιρείται η ψυχή. — Πώς τούτο; — Διά να το είπωμεν μεταξύ μας,
+διότι δεν θα με προδώσετε βέβαια εις τους τραγικούς ποιητάς και
+εις όλους τους άλλους τους μιμητικούς, όλα αυτά τα είδη της
+ποιήσεως δεν είναι δι' άλλο παρά να διαφθείρουν τον νουν των
+ακροατών, όσοι τουλάχιστον δεν έχουν αντιφάρμακον την ακριβή
+εκτίμησιν των πραγμάτων αυτών. — Πώς σκέπτεσαι διά να φθάσης εις
+αυτό το συμπέρασμα; — Θα σου το ειπώ, αν και μου κρατεί την
+γλώσσαν μου μια κάποια αγάπη και σεβασμός, που τρέφω εκ παιδικής
+ηλικίας διά τον Όμηρον· διότι φαίνεται ότι αυτός είναι ο πρώτος
+διδάσκαλος και ο αρχηγός όλων αυτών των καλών μας τραγικών
+ποιητών^ αλλ' επειδή όμως ο άνθρωπος οφείλει να υποχωρήση εμπρός
+εις την αλήθειαν, πρέπει να το ειπώ αυτό που λέγω. — Πολύ σωστά
+βέβαια.
+
+ — Άκουε λοιπόν, ή καλύτερα απάντησέ μου. — Ερώτα με. — Ημπορείς
+να μου ειπής μίμησις γενικώς τι είναι; διότι εγώ δεν κατορθώνω
+πολύ καλά να εννοήσω τι θέλει να ειπή. — Πολύ ωραία λοιπόν τότε
+θα το εννοήσω εγώ! — Δεν θα ήτο και παράδοξον το πράγμα, διότι
+πολλάκις άνθρωποι με αμβλείαν την όρασιν βλέπουν κάτι τι
+πρωτύτερα από τους οξυδερκείς. — Αυτό είναι αλήθεια, αλλά ποτέ
+εγώ εμπρός σου δεν θα ήμουν ικανός να τολμήσω να ειπώ την ιδέαν
+μου δι' οτιδήποτε· ώστε βλέπε συ ο ίδιος.
+
+ — Θέλεις λοιπόν να αρχίσωμεν και αυτήν την εξέτασιν από την
+συνηθισμένην μας μέθοδον; συνηθίζομεν, ηξεύρεις, να
+περιλαμβάνωμεν υπό μίαν ιδέαν γενικήν εκάστην χωριστήν πληθύν των
+όντων, εις τα οποία αποδίδομεν το αυτό όνομα· ή δεν εννοείς; —
+Εννοώ. — Ας λάβωμεν λοιπόν και τώρα ό,τι θέλεις από αυτά τα
+πολλά· υπάρχουν, παραδείγματος χάριν, πολλαί κλίναι και τράπεζαι.
+— Πώς όχι; — Αλλά αυτά τα δύο είδη των επίπλων περιλαμβάνονται το
+ένα υπό την ιδέαν της κλίνης, το άλλο υπό την ιδέαν της τραπέζης.
+— Ναι. — Δεν συνηθίζομεν δε ακόμη να λέγωμεν, ότι ο τεχνίτης που
+κατασκευάζει το ένα ή το άλλο από αυτά τα δύο είδη των επίπλων,
+έχει υπ' όψιν του την ιδέαν και τοιουτοτρόπως κατασκευάζει ο ένας
+τας κλίνας και ο άλλος τας τραπέζας, τας οποίας μεταχειριζόμεθα
+ημείς, και όλα τα άλλα κατ' αυτόν τον τρόπον; διότι βέβαια αυτήν
+την ιδέαν κανείς τεχνίτης δεν την κατασκευάζει· είναι δυνατόν; —
+Όχι βέβαια.
+
+ — Κοίταξε λοιπόν τώρα τι όνομα θα δώσης και εις αυτόν τον
+τεχνίτην που θα σου ειπώ. — Τον ποίον; — Εκείνος που κάμνει όλα
+όσα κάμνουν χωριστά καθένας από τους χειροτέχνας. — Φοβερός και
+θαυμαστός θα είναι αυτός που μας λέγεις. — Περίμενε να ιδής ακόμη
+και τότε πολύ περισσότερον θα τον θαυμάσης· διότι ο ίδιος αυτός ο
+τεχνίτης είναι άξιος να κάμη όχι μόνον όλα τα έπιπλα και σκεύη,
+αλλά και όλα τα δημιουργήματα της φύσεως, και ζώα και φυτά και
+όλα τα άλλα πράγματα και τον εαυτόν του ακόμη, και εκτός τούτων
+και την γην και τον ουρανόν και τον Άδην κάτω από την γην. — Πάρα
+πολύ αξιοθαύμαστον σοφόν μας λέγεις. — Δεν το πιστεύεις; Αλλά
+ειπέ μου, σε παρακαλώ· σου φαίνεται απολύτως αδύνατον να υπάρξη,
+ένας τέτοιος τεχνίτης, ή υπό μίαν μεν έποψιν ημπορεί ένας να
+κάμνη όλα αυτά, υπό άλλην δε έποψιν όχι; ή μήπως δεν γνωρίζεις
+ότι και συ ο ίδιος θα ήσουν ικανός με ένα κάποιον τρόπον να τα
+κάμης όλα αυτά; — Και ποίος είναι αυτός ο τρόπος; — Το πράγμα δεν
+είναι δύσκολον, αλλά γίνεται συχνάκις και γρήγορα· και εις την
+στιγμήν μάλιστα, αν θέλης να κάμης την δοκιμήν, πάρε ένα
+καθρέπτην και γύρισέ τον απ' όλα τα μέρη· αμέσως θα κάμης τον
+ήλιον και όσα υπάρχουν εις τον ουρανόν, αμέσως θα κάμης την γην,
+και τον εαυτόν σου και τα άλλα ζώα και τα σκεύη και τα φυτά και
+όλα που ελέγαμεν προ ολίγου.
+
+Ναι, φαινόμενα, όχι όμως και αληθώς υπάρχοντα. — Πολύ καλά το
+είπες, και έρχεσαι ακριβώς εκεί που ζητεί ο λόγος· και ο
+ζωγράφος, νομίζω, είναι τεχνίτης αυτού του είδους, ή όχι; —
+Βεβαιότατα. — Αλλά, υποθέτω, δεν θα ειπής ότι είναι αληθινά και
+πραγματικά εκείνα που κάμνει· αν και υπό μίαν τινά έποψιν και ο
+ζωγράφος κάμνει κλίνην ή όχι; — Ναι, αλλά φαινομενικήν κλίνην. —
+Τι δε ο κλινοποιός; δεν έλεγες προ μικρού ότι δεν κατασκευάζει
+την ιδέαν, η οποία ακριβώς δεχόμεθα ότι είναι εκείνο που κατ'
+ουσίαν είναι η κλίνη, αλλ' απλώς μίαν κλίνην; — Ναι, το έλεγα. —
+Αφού λοιπόν δεν κάμνει εκείνο που κατ' ουσίαν υπάρχει, δεν κάμνει
+επομένως τίποτε πραγματικόν, αλλά κάτι τι που ομοιάζει με το
+πραγματικόν, χωρίς όμως να είναι αυτό· εάν δε τις ήθελεν είπη,
+ότι είναι πραγματικώς ον το έργον του κλινοποιού ή άλλου τινός
+τεχνίτου, δεν φαίνεται ότι απατάται προφανώς; — Αυτό τουλάχιστον
+θα παραδεχθούν όσοι διατρίβουν με αυτά τα ζητήματα. — Ας μη μας
+φαίνεται λοιπόν παράδοξον εάν και αυτό είναι κάτι τι πολύ αμυδρόν
+παραβαλλόμενον προς την αλήθειαν. — Μάλιστα.
+
+ — Θέλεις λοιπόν επ' αυτών τα οποία είπαμεν να εξετάσωμεν τι
+πράγμα είναι ο μιμητής ούτος; — Εάν το θέλης. — Υπάρχουν λοιπόν
+τριών ειδών κλίναι· μία, η οποία υπάρχει, εν τη φύσει, και την
+οποίαν, καθώς νομίζω, ημπορούμεν να είπωμεν ότι την κατεσκεύασεν
+ο θεός· διότι εις ποίον άλλον δυνάμεθα να την αποδώσωμεν; — Εις
+κανένα άλλον, νομίζω. — Δευτέρα, την οποίαν κατασκευάζει ο
+ξυλουργός. — Μάλιστα. — Και μία τρίτη, την οποίαν κάμνει ο
+ζωγράφος· δεν είναι έτσι; — Έτσι είναι. — Ζωγράφος λοιπόν,
+κλινοποιός, θεός, είναι τρεις τεχνίται εις τους οποίους ανήκουν
+τρία διάφορα είδη κλινών. — Μάλιστα τρεις. — Και ο μεν θεός, είτε
+δεν ήθελεν, είτε υπήρχεν ανάγκη τις να μη κατασκευάαη παρά μίαν
+μόνον κλίνην εν τη φύσει, κατεσκεύασε πραγματικώς μίαν μόνην,
+εκείνην ακριβώς που είναι η καθ' αυτό κλίνη· δύο δε τοιαύται ή
+περισσότεραι ούτε εδημιουργήθησαν, ούτε είναι δυνατόν να
+δημιουργηθώσι. — Διά ποίον λόγον; — Διότι αν ήθελε κατασκευάση
+δύο μόνον, αμέσως θα παρουσιάζετο και μία τρίτη, της οποίας η
+ιδέα θα ήτο κοινή και εις τας δύο εκείνας, και τότε αυτή θα ήτο η
+καθ' αυτό κλίνη, και όχι αι δύο άλλαι. — Πολύ σωστά. — Αυτά
+λοιπόν, υποθέτω, τα εγνώριζεν ο θεός, και επειδή ήθελε να είναι
+πράγματι ποιητής κλίνης πραγματικώς και καθ' εαυτήν υπαρχούσης,
+και όχι όπως ο κλινοποιός κατασκευαστής αυτής ή εκείνης της
+κλίνης, δι' αυτό εδημιούργησε την κλίνην η οποία εκ φύσεως είναι
+μία. — Έτσι πρέπει να είναι το πράγμα. — Θέλεις λοιπόν αυτόν μεν
+να τον ονομάσωμεν δημιουργόν της κλίνης, ή κάπως έτσι αλλέως; —
+Θα είναι δίκαιον, διότι αφ' εαυτού εδημιούργησε και της κλίνης
+την ουσίαν και όλων των άλλων πραγμάτων. — Τον δε κλινοποιόν; δεν
+θα τον ονομάσωμεν κατασκευαστήν κλίνης; — Ναι. — Τον δε ζωγράφον
+θα ονομάσωμεν επίσης κατασκευαστήν και δημιουργόν αυτής; —
+Καθόλου. — Αλλά τι λοιπόν θα τον ονομάσης της κλίνης; — Μα,
+υποθέτω, το καλύτερον που Θα εταίριαζε είναι να τον ονομάσωμεν
+μιμητήν εκείνου, του οποίου οι άλλοι είναι κατασκευασταί. — Πολύ
+καλά· μιμητήν λοιπόν ονομάζεις τον ποιητήν ενός έργου, που απέχει
+τρεις βαθμίδας από την φύσιν; — Ακριβώς. — Τοιουτοτρόπως λοιπόν
+και ο τραγωδιοποιός, αφού είναι μιμητής, απέχει τρεις βαθμούς από
+τον βασιλέα και από την αλήθειαν, καθώς και όλοι οι άλλοι οι
+μιμηταί. — Έτσι φαίνεται.
+
+ — Περί μεν λοιπόν του μιμητού εμείναμεν σύμφωνοι· ειπέ μου δε
+τώρα περί του ζωγράφου· φρονείς τάχα ότι έργον έχει να μιμήται
+εκείνο που είναι εν τη φύσει καθ' εαυτό έν, ή τα έργα των
+τεχνιτών; — Τα έργα των τεχνιτών. — Και άραγε όπως είναι ή όπως
+φαίνονται; αυτό ακόμη να μου καθορίσης. — Πώς εννοείς; — Ως εξής·
+μία κλίνη, είτε εκ του πλαγίου την παρατηρείς, είτε κατ' ενώπιον,
+είτε απ' όπου αλλού, μεταβάλλεται καθόλου, ή απλώς μόνον φαίνεται
+διαφορετική; το ίδιον δε και δι' όλα τα άλλα πράγματα; — Φαίνεται
+μόνον διαφορετική, χωρίς να μεταβάλλεται καθόλου. — Εδώ λοιπόν
+τώρα πρόσεξε· ποίος είναι ο σκοπός της ζωγραφικής; έργον έχει να
+μιμήται το αντικείμενον, όπως πραγματικώς υπάρχει, ή το
+φαινόμενον όπως φαίνεται; είναι με άλλους λόγους μίμησις του
+φαινομενικού ή της πραγματικότητος; — Του φαινομενικού. Απέχει
+λοιπόν πολύ της αληθείας η μίμησις και, καθώς φαίνεται, δι' αυτό
+κάμνει τόσα πράγματα, διότι παίρνει πάρα πολύ μικρόν μέρος από το
+κάθε τι, και αυτό ακόμη δεν είναι παρά φαινομενικόν μόνον·
+παραδείγματος χάριν ο ζωγράφος, λέγομεν, θα μας ζωγραφήση ένα
+υποδηματοποιόν, τον ξυλουργόν, τους άλλους τεχνίτας, χωρίς να
+γνωρίζη τίποτε από την τέχνην κανενός· μ' όλα ταύτα, εάν είναι
+καλός ο ζωγράφος, ημπορεί να εξαπατήση τα παιδιά και τους αμαθείς
+ανθρώπους, επιδεικνύων από μακράν εις αυτούς ένα ξυλουργόν, που
+έχει ζωγραφίση, εις τρόπον ώστε να πιστεύουν ότι είναι αληθινός
+ξυλουργός. — Πώς όχι; — Αλλ' όμως, φίλε μου, αυτήν την ιδέαν
+πρέπει να σχηματίσωμεν περί όλων αυτών όταν έλθη κανείς να μας
+είπη, ότι συνήντησε κάποιον άνθρωπον, που γνωρίζει όλας τας
+τέχνας, και ότι όλα τα άλλα πράγματα, τα οποία γνωρίζουν οι άλλοι
+χωριστά ο καθένας, αυτός τα γνωρίζει πολύ καλύτερα από αυτούς,
+πρέπει να του απαντήσωμεν ότι χωρίς άλλο είναι πολύ απλοϊκός να
+το πιστεύη, και, καθώς φαίνεται, ευρήκε κανένα μάγον ή μιμητήν,
+από τον οποίον εξηπατήθη ώστε να τον νομίση πάνσοφον, επειδή ο
+ίδιος δεν είναι εις θέσιν να ξεχωρίση την επιστήμην και την
+ανεπιστημοσύνην και την μίμησιν. — Αυτό είναι αληθέστατον.
+
+ — Μας μένει τώρα ύστερ' απ' αυτά να εξετάσωμεν την τραγωδίαν,
+και τον Όμηρον τον αρχηγόν αυτής, διότι ακούομεν μερικούς να
+λέγουν ότι οι ποιηταί αυτοί γνωρίζουν όλας τας τέχνας, και όλας
+τας ανθρωπίνας επιστήμας, που έχουν αντικείμενον την αρετήν και
+την κακίαν, προσέτι δε και όσα αποβλέπουν τους θεούς· επειδή ένας
+καλός ποιητής είναι ανάγκη να γνωρίζη καλά όλα εκείνα, τα οποία
+πραγματεύεται, εάν θέλη να έχη το έργον του πραγματικήν αξίαν,
+άλλως δεν είναι δυνατόν να κάμη τίποτε· πρέπει λοιπόν να
+εξετάσωμεν ημείς, αυτοί που ομιλούν κατ' αυτόν τον τρόπον μήπως
+τάχα έχουν απατηθή από τους μιμητάς τούτους, και βλέποντες τα
+έργα των, δεν είναι εις θέσιν να εννοήσουν, ότι απέχουν τρεις
+βαθμούς από την πραγματικότητα και ότι τοιαύτα έργα είναι εύκολον
+να γίνουν και από άνθρωπον μη γνωρίζοντα την αλήθειαν, διότι
+είναι φαντάσματα και δεν έχουν τίποτε το αληθινόν· ή μήπως τάχα
+έχουν δίκαιον και πράγματι οι καλοί ποιηταί κατέχουν κατά βάθος
+τα πράγματα, τα οποία, κατά την κρίσιν των πολλών, τόσον εύμορφα
+παριστάνουν. — Πραγματικώς πρέπει να το εξετάσωμεν. — Πιστεύεις
+λοιπόν ότι, εάν ένας ήτο εξ ίσου ικανός να κάμη και το είδωλον
+ενός πράγματος, και αυτό το ίδιον πράγμα καθ' εαυτό, θα επροτίμα
+να αφοσιωθή με όλας τας δυνάμεις του εις την δημιουργίαν κενών
+ειδώλων και αυτό να λάβη ως σκοπόν της ζωής του, ως να μην είχε
+τίποτε άλλο καλύτερον να κάμη; — Δεν το πιστεύω εγώ. — Αλλ' εάν
+ήτο αληθώς επιστήμων των πραγμάτων αυτών που μιμείται, νομίζω ότι
+πολύ περισσότερον θα επροθυμοποιείτο διά τα ίδια τα έργα παρά διά
+την μίμησιν αυτών, και θα επροσπαθούσε να αφήση οπίσω του την
+μνήμην πολλών και καλών κατορθωμάτων, προτιμών, φυσικώ τω λόγω,
+να είναι μάλλον ο εγκωμιαζόμενος, παρά ο εγκωμιαστής άλλων. — Και
+εγώ αυτό φρονώ, διότι δεν είναι ίση και εις τας δύο περιστάσεις η
+τιμή και η ωφέλεια. — Και διά μεν τα άλλα πράγματα ας μη ζητώμεν
+λόγον από τον Όμηρον ή από όποιον άλλον ποιητήν· ας μην
+ερωτήσωμεν αν κανείς από αυτούς ήτο επιστήμων ιατρός, και όχι
+απλώς μιμητής ιατρικών λόγων, εάν κανείς από τους παλαιούς ή
+νέους ποιητάς εθεράπευσεν ασθενείς, όπως ο Ασκληπιός, αν άφησε
+μαθητάς της ιατρικής, όπως εκείνος τους ιδίους του απογόνους· ας
+μην τους ερωτήσωμεν και διά τας άλλας τέχνας και ας τα αφήσωμεν
+όλα αυτά κατά μέρος· αφού, όμως ο Όμηρος τολμά να κάμνη λόγον
+περί των μεγίστων και καλλίστων πραγμάτων, περί πολέμων και
+στρατηγιών και διοικήσεων πόλεων και περί της εκπαιδεύσεως των
+ανθρώπων, είναι ίσως δίκαιον να τον ερωτήσωμεν και να του
+είπωμεν: Ω φίλε Όμηρε, εάν δεν απέχης τρεις βαθμούς από την
+αλήθειαν όσον αφορά την αρετήν και δεν είσαι απλώς δημιουργός
+ειδώλων, μιμητής δηλαδή κατά τον ορισμόν μας, αλλά απέχης, έστω,
+δύο βαθμούς και ήσουν ικανός να γνωρίζης ποία είναι εκείνα που
+κάμνουν τους ανθρώπους καλυτέρους ή χειροτέρους είτε εις τον
+ιδιωτικόν είτε εις τον δημόσιον βίον, λέγε μας, ποία πόλις
+χρεωστεί εις εσένα την βελτίωσιν της διοικήσεώς της, όπως η
+Λακεδαίμων εις τον Λυκούργον και αι άλλαι πόλεις μικραί και
+μεγάλαι εις άλλους πολλούς; εσένα ποία πόλις σε μνημονεύει ότι
+υπήρξες νομοθέτης άριστος και ότι την ωφέλησες; η Ιταλία και η
+Σικελία έχουν τον Χαρώνδαν, ημείς οι Αθηναίοι τον Σόλωνα· εσένα
+όμως ποίος τόπος; θα έχη να μας απαντήση κανένα; — Δεν πιστεύω·
+τουλάχιστον ούτε αυτοί οι Ομηρίδαι αναφέρουν τοιούτον τι. — Αλλά
+μήπως τάχα μνημονεύεται κανένας πόλεμος επί της εποχής του
+Ομήρου, ο οποίος να διεξήχθη επιτυχώς ή υπό την αρχηγίαν εκείνου
+ή σύμφωνα με τας συμβουλάς του; — Κανείς. — Αλλά μήπως λοιπόν
+αναφέρονται πολλαί εφευρέσεις ως σοφού ανθρώπου εις τας τέχνας
+και άλλαι ευκολίαι ωφέλιμοι εις τας διαφόρους εργασίας και τα
+επαγγέλματα, όπως λέγεται περί του Θαλού του Μιλησίου και του
+Αναχάρσιδος του Σκύθου; — Τίποτε απολύτως τοιούτον δεν λέγεται. —
+Αλλ' εάν δεν προσέφερεν ο Όμηρος καμμίαν τοιαύτην υπηρεσίαν εις
+την κοινωνίαν, μήπως λέγεται ότι διηύθυνεν, ότε έζη, την
+ανατροφήν ιδιωτών τινων, οι οποίοι ηρέσκοντο εις την
+συναναστροφήν του και παρέδοσαν εις τους μεταγενεστέρους ένα
+τρόπον βίου ομηρικόν, όπως ο Πυθαγόρας παραδείγματος χάριν
+ηγαπήθη ιδιαζόντως διά τον λόγον τούτον και οι οπαδοί του ακόμη
+και σήμερον διακρίνονται μεταξύ όλων των ανθρώπων δια τον
+ιδιαίτερον τρόπον του βίου των, τον οποίον αυτοί οι ίδιοι
+ονομάζουν Πυθαγόρειον; — Ούτε τίποτε τοιούτον αναφέρεται· διότι ο
+Κρεώφυλος τουλάχιστον, ο φίλος του Ομήρου, θα εφαίνετο ίσως ως
+προς την ανατροφήν του γελοιότερος και από αυτό το όνομά του, αν
+αληθεύουν όσα αναφέρουν σχετικώς με την διαγωγήν του προς τον
+Όμηρον· διότι λέγουν ότι επέδειξε μίαν αχαρακτήριστον αμέλειαν
+προς αυτόν, ενόσω έζη.
+
+ — Πραγματικώς αναφέρεται τοιούτον τι· αλλά φρονείς, Γλαύκων, ότι
+εάν πράγματι ο Όμηρος ήτο ικανός να εκπαιδεύη τους ανθρώπους και
+να τους κάμνη καλυτέρους, επειδή ημπορούσε να γνωρίζη κατά βάθος
+αυτά τα πράγματα και όχι απλώς να τα μιμήται, δεν θα αποκτούσε
+πολλούς φίλους, οι οποίοι θα τον περιέβαλλον με όλην την αγάπην
+των; αλλ' ο μεν Πρωταγόρας έξαφνα ο Αβδηρίτης και ο Πρόδικος ο
+Κείος και πλείστοι άλλοι έχουν αρκετήν επιρροήν επί του πνεύματος
+των συγχρόνων των, ώστε να τους πείθουν, εις τας ιδιαιτέρας των
+ομιλίας, ότι ούτε τον οίκον ούτε την πατρίδα των θα ημπορέσουν να
+διοικήσουν, εάν δεν αναλάβουν αυτοί την διεύθυνσιν της
+εκπαιδεύσεώς των· και δι' αυτήν των την σοφίαν τόσον πολύ τους
+αγαπούν και τους τιμούν, ώστε μόνον που δεν τους σηκώνουν να τους
+γυρνούν επάνω εις τα κεφάλια των οι οπαδοί των. Τον δε Όμηρον και
+τον Ησίοδον οι σύγχρονοί των θα τους άφηναν να περιέρχωνται ως
+αλήται τον κόσμον να απαγγέλλουν τας ραψωδίας των, εάν ημπορούσαν
+να ωφελήσουν τους ανθρώπους με αληθινά διδάγματα αρετής; δεν θα
+προσεκολλώντο μάλλον εις αυτούς περισσότερον απ' ό,τι
+προσκολλώντο εις τον χρυσόν, και δεν θα έκαμναν τα δυνατά των διά
+να τους κρατήσουν πλησίον των, ή, εάν δεν το κατώρθωναν, δεν θα
+τους παρηκολούθουν οι ίδιοι όπου και αν επήγαιναν ως πιστοί
+μαθηταί, έως ότου τελειοποιήσουν επαρκώς την εκπαίδευσίν των; —
+Μου φαίνεται ότι έχεις πληρέστατον δίκαιον, Σωκράτη.
+
+ — Να είπωμεν λοιπόν περί όλων των ποιητών εν γένει, αρχίζοντες
+από τον Όμηρον, ότι είναι απλώς μιμηταί των ειδώλων της αρετής
+και όλων των άλλων, τα οποία πραγματεύονται εις τα ποιήματά των,
+την αλήθειαν όμως ούτε καν προσεγγίζουν; αλλ' όπως ελέγαμεν προ
+ολίγου, ο ζωγράφος ημπορεί να κάμη ένα υποδηματοποιόν που να
+ομοιάζη πράγματι τόσον πολύ, αν και αυτός ο ίδιος δεν έχει
+καμμίαν γνώσιν από αυτό το επάγγελμα, ώστε εκείνοι που τον
+βλέπουν, απατώμενοι από το σχέδιον και από το χρώμα, να νομίζουν
+ότι βλέπουν αληθινόν υποδηματοποιόν. — Αναμφιβόλως. —
+Τοιουτοτρόπως, νομίζω, και ο ποιητής, ενώ δεν γνωρίζει τίποτε
+άλλο παρά να μιμήται, έχει την ικανότητα να επιχρωματίζη με
+τοιαύτά τινα χρώματα, με τας λέξεις δηλαδή και τας εικονικάς
+εκφράσεις, εκάστην τέχνην, ώστε, είτε περί υποδηματοποιίας
+ομιλεί, είτε πραγματεύεται περί πολέμου, είτε περί οιουδήποτε
+άλλου πράγματος εν μέτρω και ρυθμώ και αρμονία, οι ακροαταί,
+κρίνοντες όπως τα ακούουν κατ' αυτόν τον τρόπον, να πιστεύουν,
+ότι τα γνωρίζει περίφημα και κατά βάθος αυτά όλα που λέγει· τόσην
+μεγάλην γοητείαν έχει εκ φύσεως η ποίησις! διότι γνωρίζεις,
+υποθέτω, οποία τις ήθελε φανή αυτή καθ' εαυτήν η ποίησις, εάν
+απογυμνωθή από τον μουσικόν αυτόν χρωματισμόν της· βέβαια θα το
+έχης και συ παρατηρήση. — Μάλιστα. — Δεν ομοιάζει με τα πρόσωπα
+των ευρισκομένων εις το άνθος της νεότητός των, χωρίς όμως και να
+είναι ωραίοι, τα οποία γνωρίζεις δα πώς φαίνονται όταν χάσουν
+αυτό το άνθος; — Ακριβώς.
+
+ — Πρόσεξε τώρα παρά κάτω· ο ποιητής του ειδώλου, ο μιμητής
+δηλαδή, δεν έχει καμμίαν ακριβή γνώσιν του πραγματικού, αλλ'
+απλώς του φαινομένου· δεν είναι έτσι; — Μάλιστα. — Ας μην
+αρκεσθώμεν όμως εις αυτήν την ατελή εξέτασιν του πράγματος, αλλ'
+ας το εξετάσωμεν κατά βάθος. — Λέγε. — Ο ζωγράφος, λέγομεν, θα
+ζωγραφίση ηνίας και χαλινόν. — Μάλιστα. — Επίσης και ο σκυτοτόμος
+και ο σιδηρουργός θα κατασκευάσουν τα ίδια αυτά πράγματα. — Ναι.
+— Άραγε όμως γνωρίζει ο ζωγράφος πώς πρέπει να είναι αι ηνίαι και
+ο χαλινός; ή μήπως δεν το γνωρίζει αυτό ούτε εκείνος που τα
+κατασκευάζει, ο σιδηρουργός και ο σκυτοτόμος, αλλά μόνος εκείνος
+που γνωρίζει και να τα μεταχειρισθή, δηλαδή ο ιππεύς; — Αυτό
+είναι αλήθεια, — Και δεν θα παραδεχθώμεν ότι το ίδιον συμβαίνει
+και με όλα τα άλλα; — Πώς; Δι' έκαστον πράγμα υπάρχουν αυταί αι
+τρεις τέχναι, η μία που το μεταχειρίζεται, η άλλη που το
+κατασκευάζει και η άλλη που το μιμείται. — Μάλιστα. — Αλλά αι
+ιδιότητες και το κάλλος και η τελειότης ενός σκεύους ή ενός ζώου
+ή και μιας πράξεως εις τι άλλο αποβλέπουν παρά εις την χρήσιν,
+διά την οποίαν έκαστον κατεσκευάσθη υπό του ανθρώπου ή εποιήθη
+υπό της φύσεως; Έτσι είναι. — Κατ' ανάγκην λοιπόν μόνος ο
+μεταχειριζόμεγος ένα πράγμα γνωρίζει τας ιδιότητας αυτού καλύτερα
+από κάθε άλλον και αυτός οδηγεί τον κατασκευαστήν και του λέγει
+ποία προτερήματα ή ελαττώματα παρουσιάζει το έργον του εις την
+χρήσιν· ο αυλητής παραδείγματος χάριν θα συστήση εις τον
+κατασκευαστήν των αυλών και θα του παραγγείλη πώς πρέπει να είναι
+οι αυλοί, που του κάνουν καλύτερα εις την εργασίαν του, και
+εκείνος θα ακολουθήση τας συστάσεις του. — Πώς όχι; — Εκείνος
+λοιπόν του παραγγέλλει ως γνώστης των καλών και των κακών αυλών,
+και ο άλλος θα τους κατασκευάση με όλην την πεποίθησιν εις την
+εμπειρίαν του. — Βέβαια. — Ώστε η μεν γνώσις την οποίαν έχει ο
+κατασκευαστής περί των προτερημάτων ή ελαττωμάτων του έργου του
+είναι απλή πίστις, την οποίαν αντλεί από τας συνομιλίας του με
+εκείνον που γνωρίζει να το μεταχειρίζεται, και του οποίου είναι
+αναγκασμένος να ακούη τας οδηγίας· ενώ αυτός ο μεταχειριζόμενος
+κατέχει την επιστήμην του πράγματος. — Βεβαιότατα.
+
+ — Ο δε μιμητής από την χρήσιν τάχα των πραγμάτων τα οποία
+μιμείται, θα αποκτήση την επιστήμην αυτών, ώστε να είναι εις
+θέσιν να γνωρίζη αν είναι καλά ή ορθά είτε όχι; ή τουλάχιστον θα
+μάθη να έχη μίαν ορθήν γνώμην περί αυτών, διότι ευρίσκεται εις
+την ανάγκην να συνομιλή με εκείνον που τα γνωρίζει και να λαμβάνη
+από αυτόν διαταγάς πώς πρέπει να εργάζεται; — Ούτε το ένα ούτε το
+άλλο. — Ούτε λοιπόν γνώσιν ακριβή ούτε ορθήν ιδέαν θα έχη ο
+μιμητής σχετικώς με τας αρετάς και τας κακίας των πραγμάτων, τα
+οποία μιμείται. — Έτσι φαίνεται. — Ώστε ο μιμητής, εις την
+ποίησιν, θα είναι πολύ βέβαια αξιάγαστος διά την σοφίαν που έχει
+των πραγμάτων, περί των οποίων πραγματεύεται. — Δεν το
+φαντάζομαι. — Αλλ' όμως μολαταύτα θα μιμηθή το κάθε τι, χωρίς να
+γνωρίζη τι είναι το καλόν και τι το κακόν εις αυτό· αλλά, καθώς
+φαίνεται, εκείνο που θεωρούν και παραδέχονται ως καλόν οι πολλοί
+οι αμαθείς, αυτό θα λαμβάνη ως αντικείμενον μιμήσεως. — Και τι
+άλλο; — Ώστε κατ' αυτόν τον τρόπον νομίζω, ότι απεδείξαμεν
+επαρκώς δύο τινά: πρώτον ότι ο μιμητής τίποτε άξιον λόγου δεν
+γνωρίζει από όσα μιμείται, και ότι η μίμησις είναι απλώς παιδιά,
+στερουμένη πάσης σοβαρότητος· και δεύτερον ότι εκείνοι που
+επιλαμβάνονται της τραγικής ποιήσεως, είτε εις ιαμβικούς στίχους
+είτε εις ηρωικούς, είναι όλοι των μιμηταί, όσον ημπορεί κανείς να
+είναι. — Αναμφιβόλως.
+
+ — Αλλά, προς θεού, αυτή η μίμησις δεν απέχει τρεις βαθμούς από
+την αλήθειαν; ή όχι; — Μάλιστα. — Προς ποίον δε τάχα πράγμα του
+ανθρώπου εξασκεί την δύναμιν που έχει; — Τι δηλαδή πράγμα
+εννοείς; — Αυτό που θα σου ειπώ· το αυτό μέγεθος, καθώς βέβαια
+γνωρίζεις, αναλόγως πού το βλέπει η όρασις από μακράν ή από
+πλησίον, δεν φαίνεται ίσον. — Πραγματικώς. — Και ακόμη τα ίδια
+αντικείμενα φαίνονται τεθλασμένα ή ευθέα αναλόγως πού τα βλέπομεν
+μέσα ή έξω από το νερό, και κοίλα ή κυρτά ένεκα της απάτης που
+προξενούν εις την όρασιν τα χρώματα· και εν γένει είναι φανερόν
+ότι η οπτική αύτη απάτη εμβάλλει εις μεγάλην διατάραξιν την
+ψυχήν. Αυτήν λοιπόν την φυσικήν ημών διάθεσιν είναι που
+εκμεταλλεύεται η τέχνη της σκιαγραφίας και η τέχνη των
+θαυματοποιών και άλλαι παρόμοιαι, και δεν παραλείπουν καμμίαν
+γοητείαν που να μην την εξασκούν εις βάρος της. — Έχεις δίκαιον.
+— Δεν ευρέθη όμως το μέτρημα, η αρίθμησις και το ζύγισμα
+ασφαλέστατον προφυλακτικόν κατά της απάτης ταύτης, ώστε να μην
+υπερισχύη εν ημίν εκείνο, που μας φαίνεται μεγαλύτερον ή
+μικρότερον ή περισσότερον ή βαρύτερον, αλλ' εκείνο που θα
+βεβαιωθώμεν διά του υπολογισμού και της καταμετρήσεως ή και της
+ζυγίσεως; — Βεβαιότατα. — Αυτά όμως όλα δεν είναι έργον του
+λογιστικού μέρους της ψυχής μας; — Αυτού βέβαια. — Όταν όμως
+τούτο μετρήση πολλάκις και εύρη ότι υπάρχουν πράγματα μεγαλύτερα
+ή μικρότερα το ένα από το άλλο ή ίσα μεταξύ των, τότε θα
+παραδεχθή ότι τα αυτά πράγματα έχουν συγχρόνως ιδιότητας
+αντιθέτους προς αλλήλας.
+
+ — Μάλιστα. — Αλλ' ημείς δεν είπαμεν, ότι είναι αδύνατον το αυτό
+μέρος της ψυχής να σχηματίση συγχρόνως αντιθέτους κρίσεις περί
+του αυτού πράγματος; — Και πολύ ορθώς το είπαμεν. — Ώστε λοιπόν
+το μέρος της ψυχής μας που κρίνει χωρίς να λαμβάνη υπ' όψιν του
+το μέτρημα δεν ημπορεί να είναι το ίδιον με εκείνο, που κρίνει
+σύμφωνα με τα μέτρα. — Δεν ημπορεί βέβαια. — Αλλά το μέρος της
+ψυχής, που στηρίζεται εις το μέτρημα και τον λογαριασμόν, είναι
+το καλύτερον, που υπάρχει εν αυτή. — Πώς όχι; — Και επομένως
+εκείνο, που αντιτίθεται προς αυτό, θα είναι κάποιο από τα
+ταπεινότερα στοιχεία της ψυχής. — Κατ' ανάγκην.
+
+ — Εις αυτό το συμπέρασμα ακριβώς ήθελα να καταλήξωμεν, όταν
+έλεγα ότι η ζωγραφική και εν γένει πάσα τέχνη στηριζομένη επί της
+μιμήσεως απέχει πολύ από την αλήθειαν εις κάθε τι που παράγει και
+ότι αφ' ετέρου και το μέρος εκείνο της ψυχής μας, προς το οποίον
+αύτη αναφέρεται και συγγενεύει και σχετίζεται, απέχει επίσης πολύ
+από την σοφίαν, και δεν είναι διά κανένα ασφαλές και αληθινόν
+πράγμα. — Συμφωνότατος. — Φαύλη επομένως και με φαύλον
+συνδυαζομένη η μιμητική γεννά και τέκνα φαύλα — Έτσι φαίνεται. —
+Και τάχα αυτό αληθεύει μόνον εις την διά της οράσεως μιμητικήν, ή
+και εις την διά της ακοής, την οποίαν ονομάζομεν ποίησιν; — Μου
+φαίνεται πως και δι' αυτήν αληθεύει το ίδιον. — Ας μην
+εμπιστευώμεθα όμως εις την αναλογίαν μόνον την οποίαν μας
+φαίνεται ότι έχει προς την ζωγραφικήν, αλλ' ας προβώμεν και εις
+την ακριβή εξέτασιν του μέρους εκείνου της ψυχής, προς το οποίον
+έχει την ιδιαιτέραν της αναφοράν η ποίησις, και ας ίδωμεν αν αυτό
+το μέρος έχη ή δεν έχη καμμίαν αξίαν. — Αυτό πρέπει να κάμωμεν.
+
+ — Ας θεωρήσωμεν λοιπόν το πράγμα κατ' αυτόν τον τρόπον· η
+ποιητική μίμησις, λέγομεν, μιμείται τους ανθρώπους εις τας
+αναγκαστικάς ή εκουσίας πράξεις αυτών, κατ' ακολουθίαν των οποίων
+θεωρούν τους εαυτούς των ή ευτυχείς ή δυστυχείς, και εις τας
+οποίας όλας ή χαίρουν ή λυπούνται· μήπως είναι τίποτε άλλο εκτός
+από αυτό; — Όχι, τίποτε. — Και τάχα εις όλας αυτάς τας
+περιστάσεις ο άνθρωπος ευρίσκεται εις συμφωνίαν με τον εαυτόν
+του; ή μήπως απεναντίας, όπως προκειμένου περί της οράσεως
+ελέγαμεν ότι στασιάζει και σχηματίζει αντιθέτους συγχρόνως
+δοξασίας περί των αυτών πραγμάτων, τοιουτοτρόπως και όσον αφορά
+τας πράξεις του διχογνωμεί και μάχεται ο ίδιος με τον εαυτόν του;
+μου έρχεται δε τώρα εις τον νουν, ότι δεν είναι καν ανάγκη να
+συζητούμεν επ' αυτού του σημείου, διότι εις τους ανωτέρω λόγους
+μας εμείναμεν τελείως σύμφωνοι εις όλα αυτά, ότι η ψυχή μας
+δηλαδή είναι γεμάτη από μυρίας τοιαύτας αντιθέσεις, αι οποίαι
+συμβαίνουν συγχρόνως εντός αυτής. — Πολύ σωστά. — Βέβαια και πολύ
+σωστά· αλλά μου φαίνεται ότι είναι ανάγκη τώρα να εξετάσωμεν
+εκείνο που τότε παρελείψαμεν. — Το ποίον τούτο; — Ελέγαμεν καθώς
+ενθυμείσαι και τότε, ότι ένας άνθρωπος μετρημένος, εις τον οποίον
+ήθελε συμβή καμμία ατυχία, να χάση παραδείγματος χάριν τον υιόν
+του ή τίποτε άλλο που να του είναι εξαιρετικώς προσφιλές, θα
+υποφέρη την απώλειαν αυτήν με περισσοτέραν υπομονήν από κάθε
+άλλον. Βεβαίως. — Τώρα δε ας εξετάσωμεν και τούτο· τάχα καμμίαν
+πραγματικώς λύπην δεν θα αισθανθή, ή αυτό μεν είναι αδύνατον, θα
+περιορίση δε απλώς την θλίψιν του; Αυτό μάλλον μου φαίνεται ότι
+είναι το αληθές. — Πες μου δε ακόμη και αυτό· πότε νομίζεις ότι
+περισσότερον θα προσπαθήση να πολεμήση και να κατανικήση την
+λύπην του, όταν ευρίσκεται μεταξύ των ομοίων του και τον βλέπουν,
+ή όταν θα ευρεθή μόνος του χωρίς την παρουσίαν κανενός άλλου; —
+Πολύ βέβαια θα διαφέρη το πράγμα όταν τον βλέπουν άλλοι. — Ενώ
+όταν είναι μόνος του θα αφήση, υποθέτω, τον εαυτόν του να ξεσπάση
+εις θρήνους πολλούς και οδυρμούς, που πολύ θα εντρέπετο αν τον
+ήκουε κανείς, και πολλά θα έκαμνε, που δεν θα εδέχετο να τον
+έβλεπε κανείς να τα κάμνη. — Έτσι είναι.
+
+ — Εκείνο λοιπόν που τον διατάσσει να αντιστέκεται κατά της λύπης
+δεν είναι ο ορθός λόγος και ο νόμος; και απεναντίας εκείνο που
+τον σύρει εις αυτήν δεν είναι αυτό το πάθος; — Αληθώς. — Όταν δε
+ο άνθρωπος δοκιμάζη δύο συγχρόνως αντίθετα κινήματα εν σχέσει
+προς το αυτό αντικείμενον, κατ' ανάγκην, λέγομεν, ότι υπάρχουν εν
+αυτώ δύο διακεκριμένα μέρη. — Πώς όχι; — Λοιπόν το μεν ένα εξ
+αυτών είναι έτοιμον να υπακούση εις τον νόμον και να ακολουθήση
+τας υποδείξεις αυτού. Πώς; — Λέγει δηλαδή ο νόμος, ότι κάλλιστον
+είναι να διατηρή τις όσον το δυνατόν μεγαλυτέραν ευστάθειαν εις
+τας συμφοράς του και να μην αγανακτή, διότι ούτε δυνάμεθα να
+γνωρίζωμεν τι είναι το καλόν και τι το κακόν εις αυτάς, ούτε
+κερδίζει κανείς τίποτε να στενοχωρήται υπερμέτρως, ούτε αξίζει να
+αποδίδωμεν μεγάλην σπουδαιότητα εις κανέν από τα ανθρώπινα·
+προπάντων δε διότι η λύπη γίνεται εμπόδιον εις το να σπεύση
+τάχιστα προς βοήθειαν ημών εκείνο, του οποίου απαραίτητον ανάγκην
+έχομεν εις αυτάς τας περιστάσεις. — Και ποίον είναι αυτό; — Το
+λογικόν, διά να κρίνωμεν ψυχραίμως την επελθούσαν συμφοράν, και,
+όπως όταν εις τους κύβους μας έλθη καμμιά στραβή ριξιά, να
+κυττάξωμεν να κανονίσωμεν τα πράγματά μας σύμφωνα με την
+περίστασιν, όπως δηλαδή μας υποδείξη το λογικόν πως θα είναι
+καλύτερα, και να μην κάμνωμεν όπως τα παιδιά, που όταν τύχη να
+πέσουν, κρατούν το μέρος που εχτύπησαν και εξακολουθούν να
+ξεφωνίζουν· αλλά να συνηθίζωμεν την ψυχήν μας να επιλαμβάνεται
+όσον το δυνατόν γρηγορώτερα της θεραπείας του νοσήματος και της
+επανορθώσεως του ατυχήματος, καθιστώσα τοιουτοτρόπως διά της
+ιατρικής περιττάς τας ανωφελείς θρηνωδίας. — Αυτό πράγματι είναι
+το καλύτερον, που θα είχαμεν να κάμωμεν εις τας συμφοράς μας. —
+Λέγομεν λοιπόν ότι είναι το καλύτερον μέρος του εαυτού μας
+εκείνο, που γνωρίζει να ακολουθή αυτόν τον λογισμόν. — Φανερόν. —
+Ενώ εκείνο το άλλο μέρος, που μας τραυά αδιαλείπτως εις την
+ανάμνησιν του παθήματός μας και μας ρίπτει εις τους θρήνους και
+δεν ημπορεί να τους χορτάση, δεν έχομεν όλα μας τα δίκαια να το
+είπωμεν αλόγιστον και ανωφέλευτον και δειλόν; — Βέβαια θα το
+είπωμεν.
+
+ — Λοιπόν η μεν λύπη και η αγανάκτησις παρέχει πολλάς και
+ποικίλας αφορμάς εις την μίμησιν, ενώ απεναντίας ο φρόνιμος και
+γαλήνιος χαρακτήρ, ο οποίος είναι πάντοτε όμοιος προς εαυτόν,
+ούτε εύκολον είναι να τον μιμηθή κανείς, ούτε πολύ πρόσφορος να
+κατανοηθή, μάλιστα υπό του πολυποικίλου εκείνου πλήθους που
+συναθροίζεται συνήθως εις τας πανηγύρεις και τα θέατρα· διότι
+είναι όλως διόλου ξένη προς αυτούς η μίμησις τοιαύτης ψυχικής
+διαθέσεως. — Πράγματι όλως διόλου. — Άλλως τε ο μιμητικός ποιητής
+δεν είναι εκ φύσεως πλασμένος να παριστάνη αυτό το μέρος της
+ψυχής και η σοφία του δεν είναι προορισμένη να αρέσκεται εις
+αυτό, αν θέλη να ευδοκιμήση παρά τοις πολλοίς, αλλά να εξεικονίζη
+τους παθητικούς χαρακτήρας, των οποίων η ποικιλία καθιστά
+ευκολωτέραν την μίμησιν. — Το πράγμα είναι ευνόητον. — Θα είχαμεν
+λοιπόν δίκαιον να καταδικάσωμεν και αυτόν και να τον βάλωμεν εις
+την ανάλογον θέσιν με τον ζωγράφον; διότι έχει κοινόν προς αυτόν
+το ότι συνθέτει πράγματα δίχως αξίαν, εν σχέσει με την αλήθειαν·
+ακόμη δε του ομοιάζει, διότι εργάζεται να αρέση εις το χειρότερον
+και όχι εις το καλύτερον μέρος της ψυχής. Τοιουτοτρόπως λοιπόν θα
+είμεθα πληρέστατα δικαιολογημένοι να μην τον παραδεχθώμεν εις την
+ευνομουμένην πολιτείαν μας, διότι εξεγείρει και τρέφει το κακόν
+τούτο μέρος της ψυχής και όσον ισχυροποιεί αυτό τόσον καταστρέφει
+το λογιστικόν· και όπως όταν εις μίαν πολιτείαν καθιστά τις τους
+κακούς ισχυροτέρους και παραδίδει εις αυτούς την διοίκησιν της
+πόλεως και εξαφανίζει τους χρηστοτέρους, το ίδιον θα είπωμεν και
+διά τον μιμητικόν ποιητήν, ότι εγκαθιδρύει εις την ψυχήν εκάστου
+κακήν πολιτείαν, διότι χαρίζεται εις το ανόητον και αλόγιστον
+αυτής μέρος και δεν ημπορεί να ξεχωρίση ούτε τα μεγαλύτερα ούτε
+τα μικρότερα, αλλά εκλαμβάνει τα αυτά άλλοτε μεν μεγάλα άλλοτε δε
+μικρά, και πλάττει είδωλα, τα οποία απέχουν απείρως από την
+αλήθειαν — Αυτό είναι βέβαιον.
+
+ — Και μολαταύτα ακόμη δεν είπαμεν το μεγαλύτερον κακόν που
+προξενεί η ποίησις· διότι δεν είναι πράγματι φοβερώτατον να
+βλέπωμεν, ότι, εκτός πάρα πολύ ολίγων, είναι ικανή να διαφθείρη
+και αυτούς τους σοφούς; — Αλήθεια φοβερώτατον, εάν πράγματι
+κατορθώνη και αυτό. — Άκουσε και θα κρίνης· γνωρίζεις ότι και οι
+καλύτεροι ακόμη από ημάς, όταν ακούωμεν μέρη από τον Όμηρον ή και
+από κανένα άλλον τραγικόν ποιητήν, τα οποία παρουσιάζουν ένα ήρωα
+που ευρίσκεται εις μεγάλην λύπην και εν μέσω των οδυρμών του
+απαγγέλλει μακράν ρήσιν, ή και μοιρολογεί και κτυπά το στήθος
+του, αισθανόμεθα μίαν ευχαρίστησιν, την οποίαν ασυναισθήτως
+αφήνομεν κατά μικρόν να μας κυριεύση και ενώ αφ' ενός συμπάσχομεν
+με τον ήρωα, αφ' ετέρου με όλην μας την σοβαρότητα θαυμάζομεν και
+επαινούμεν τον ποιητήν, που μας παρέχει αυτήν την συγκίνησιν. —
+Το γνωρίζω, πώς όχι; — Και όμως όταν συμβή εις κανένα από ημάς
+τους ιδίους καμμία λύπη μεγάλη, γνωρίζεις επίσης ότι
+φιλοτιμούμεθα να φερώμεθα κατά τρόπον όλως διόλου αντίθετον, να
+δεικνύωμεν δηλαδή ησυχίαν και υπομονήν, αν ημπορούμεν, διότι αυτή
+είναι η διαγωγή που αρμόζει εις άνδρα, ενώ εκείνο, που
+επαινούσαμεν τότε, μόνον εις γυναίκας ταιριάζει. — Το γνωρίζω και
+αυτό. — Είναι λοιπόν ορθός αυτός ο έπαινος, να βλέπωμεν τοιούτον
+άνδρα, που δεν θα κατεδέχετο κανείς αλλά και θα εντρέπετο να
+είναι εις την θέσιν του, χωρίς να αισθανώμεθα βδελυγμίαν, αλλ'
+απεναντίας να χαίρωμεν και να επαινούμεν; — Πραγματικώς δεν
+φαίνεται καθόλου εύλογον το πράγμα. — Αναμφιβόλως, αν μάλιστα το
+θεωρήσης υπ' αυτήν την έποψιν. — Την ποίαν; — Εάν σκεφθής ότι το
+μέρος εκείνο της ψυχής μας, το οποίον διά της βίας συγκρατούμεν
+εις τας συμφοράς μας, και χάνεται διά δάκρυα και οδυρμούς και
+ποτέ του δεν τα χορταίνει αρκετά, επειδή αυτή είναι η φύσις του
+να επιθυμή τα τοιαύτα, αυτό, λέγω, το μέρος είναι εκείνο που
+κολακεύουν οι ποιηταί και σπουδάζουν να το ευχαριστούν· το δε
+άλλο μέρος της ψυχής, που είναι εκ φύσεως το καλύτερον, επειδή
+ακόμη δεν είναι αρκετά ενδυναμωμένον υπό του λόγου και της
+συνηθείας, αφήνει ελεύθερον τον χαλινόν του θρηνητικού εκείνου,
+με την δικαιολογίαν ότι είναι απλώς θεατής ξένων δυστυχιών και
+δεν είναι καθόλου εντροπή δι' αυτό να επαινή και να ελεή έναν
+άλλον, που μολονότι έχει να καυχάται διά την ανδρείαν του και την
+υπεροχήν του, παραδίδεται εις ακαίρους θρήνους· και τοιουτοτρόπως
+θεωρεί τουλάχιστον κέρδος την ευχαρίστησιν που δοκιμάζει, και δεν
+θα εδέχετο κατ' ουδένα λόγον να την στερηθή καταδικάζων ολόκληρον
+το ποίημα· διότι παρά πολύ ολίγοι είναι εις θέσιν να σκεφθούν,
+πόσον τα ξένα αισθήματα επιδρώσιν ασυναισθήτως επί των ιδικών
+μας· ούτως ώστε, όταν κανείς αναθρέψη και δυναμώση την
+ευαισθησίαν αυτού με την θέαν των δυστυχιών του άλλου, είναι
+δύσκολον να την συγκρατή εις τας ιδικάς του. — Αυτό είναι
+βέβαιον.
+
+ — Δεν ισχύει δε το αυτό και περί του γελοίου; όσον και αν
+εντρέπεσαι ο ίδιος να κάμνης τον γελωτοποιόν, όταν ευρίσκης
+ευχαρίστησιν εις την μίμησιν του γελοίου, είτε εις το θέατρον που
+παριστάνουν κωμωδίας, είτε εις τας ιδιαιτέρας συναναστροφάς, και
+δεν το αποστρέφεσαι ως πρόστυχον πράγμα, θα σου συμβή το ίδιον
+ό,τι και με τας τραγικάς συγκινήσεις· την τάσιν δηλαδή την οποίαν
+ησθάνεσο μέσα σου να κάμης τον γελωτοποιόν και την οποίαν
+προηγουμένως συνεκράτεις διά του ορθού λόγου, από τον φόβον που
+είχες μήπως χαρακτηρισθής ως εξ επαγγέλματος τοιούτος, την
+αφήνεις πλέον ελευθέραν και αφού την θρέψης αρκετά εις τα κωμικά
+θεάματα, χωρίς να το εννοής και ο ίδιος, παρασύρεσαι εις τας
+ιδιαιτέρας σου συναναστροφάς, ώστε να καταντήσης σωστός
+γελωτοποιός. — Έχεις δίκαιον. — Το ίδιον αποτέλεσμα δεν γεννά εις
+την ψυχήν μας η μιμητική ποίησις και όσον αφορά τον έρωτα και τον
+θυμόν και όλας τας επιθυμίας και τα λυπηρά ή ηδονικά συναισθήματα
+τα οποία λέγομεν ότι μας παρακολουθούν εις πάσαν μας πράξιν;
+διότι τα ποτίζει αυτά και τα αναπτύσσει, αντί να τα αφήνη να
+ξηρανθούν και τους παραδίδει πάσαν εφ' ημών εξουσίαν, ενώ το
+ορθόν είναι να τα εξουσιάζωμεν ημείς διά να γινώμεθα καλύτεροι
+και ευτυχέστεροι από χειρότεροι και αθλιώτεροι. — Δεν ημπορώ παρά
+να συμφωνήσω πληρέστατα μαζί σου.
+
+ — Λοιπόν, φίλε μου Γλαύκων, όταν τύχη να ακούσης τους θαυμαστάς
+του Ομήρου να λέγουν ότι ο ποιητής ούτος εξεπαίδευσε την Ελλάδα,
+και ότι είναι άξιον να τον πάρης διά να σου μάθη πώς να κυβερνάς
+και να διευθύνης τα ανθρώπινα πράγματα, και να συμμορφώσης όλον
+σου τον βίον σύμφωνα με τα υποδείγματα αυτού του ποιητού, πρέπει
+να τους συμπαθής μεν και να τους εκτιμάς δι' όλην την αξίαν που
+ημπορεί να έχουν και να παραδεχθής μαζί των ότι ο Όμηρος είναι ο
+μεγαλύτερος των ποιητών και ο πρώτος των τραγικών· να γνωρίζης
+όμως συγχρόνως ότι δεν πρέπει να παραδεχθώμεν εις την πολιτείαν
+μας καμμίαν άλλην ποίησιν, εκτός μόνον ύμνους προς τιμήν των θεών
+και εγκώμια των μεγάλων ανδρών· εάν δε παραδεχθής την προς τέρψιν
+Μούσαν, είτε επικήν είτε λυρικήν, η ηδονή και η λύπη θα
+βασιλεύσουν εις την πόλιν σου αντί του νόμου και αντί του ορθού
+εκείνου λόγου, του οποίου την υπεροχήν πάντοτε κοινώς
+παρεδέχθησαν οι άνθρωποι. — Έχεις πληρέστατον δίκαιον.
+
+ — Αφού λοιπόν η περίστασις το έφερε να κάμωμεν πάλιν λόγον διά
+την ποίησιν, αυτά είναι που είχαμεν να είπωμεν προς απολογίαν
+μας, διότι την απεπέμψαμεν από την πρώτην φοράν εκ της πολιτείας
+μας, τέτοια που είναι· ο ορθός λόγος μας υποχρέωσε προς τούτο.
+Μολαταύτα, διά να μην έχη να μας κατηγορήση ως σκληρούς και
+αγροίκους, ας της είπωμεν ότι από παλαιού χρονολογείται η διαφορά
+αυτή μεταξύ ποιήσεως και φιλοσοφίας· διότι και &η αλύχτρα& εκείνη
+&σκύλλα που γαυγίζει τον κύριόν της&, και ο &μεγάλος ανάμεσα ατά
+κούφια λόγια των μωρών&, και & ο τ ω ν δ ι α σ ό φ ω ν ό χ λ ο
+ς κ ρ α τ ώ ν&, και &εκείνοι των οποίων η πενία οξύνει το
+πνεύμα& και άλλα μύρια τοιαύτα, είναι σημεία της παλαιάς αυτών
+αντιθέσεως. Και πάλιν όμως διακηρύττομεν ότι, εάν η προς τέρψιν
+ποίησις και η μίμησις ημπορή να μας παρουσιάση κανένα επαρκή
+λόγον πως έχει την θέσιν της εις μίαν ευνομουμένην πόλιν, είμεθα
+πρόθυμοι να της επιτρέψωμεν την επάνοδόν της, επειδή δεν
+ημπορούμεν να αρνηθούμεν την γοητείαν τουλάχιστον που εξασκεί και
+εις ημάς τους ιδίους· δεν είναι όμως επιτετραμμένον να προδώσωμεν
+εκείνο που πιστεύομεν ως αληθινόν· και πραγματικώς και συ ο
+ίδιος, καλέ μου φίλε, δεν γοητεύεσαι υπ' αυτής, και μάλιστα όταν
+σου την παρουσιάζη ο Όμηρος; — Και πολύ μάλιστα. — Είναι λοιπόν
+δίκαιον να της δώσωμεν το δικαίωμα να εμφανισθή ενώπιόν μας, διά
+να απολογηθή είτε με κανένα λυρικόν είτε με οιονδήποτε άλλο
+ποίημα θέλει; — Πώς όχι; — Ημπορούμεν δε βέβαια να δώσωμεν την
+άδειαν και εις τους συνηγόρους της, οι οποίοι δεν είναι μεν οι
+ίδιοι ποιηταί, αγαπούν όμως την ποίησιν, να αναλάβουν την
+υπεράσπισίν της όχι εμμέτρως αλλά εις πεζόν λόγον, διά να μας
+αποδείξουν ότι, όχι μόνον ευχάριστος είναι, αλλά και ωφέλιμος εις
+τας πολιτείας και εν γένει εις τον ανθρώπινον βίον· και θα τους
+ακούσωμεν με ευμένειαν· διότι θα κερδίσωμεν και ημείς αν
+αποδειχθή ότι όχι μόνον τερπνή, αλλά και ωφέλιμος είναι. — Και
+βέβαια θα κερδίσωμεν και ημείς. — Ει δε μη, αγαπητέ μου φίλε, θα
+κάμωμεν και ημείς όπως οι ερασταί, οι οποίοι, με πολλήν μεν
+δυσκολίαν, όμως επί τέλους κατορθώνουν ν' αποσπάσουν τον έρωτα
+από την καρδίαν των, εάν βεβαιωθούν ότι τους είναι επιβλαβής· και
+ημείς λοιπόν προς χάριν μεν του παλαιού μας προς την ποίησιν
+έρωτος, που τον οφείλομεν εις την ανατροφήν που ελάβαμεν από τα
+λαμπρά μας πολιτεύματα, θα ευχώμεθα βέβαια να αποδειχθή καλλίστη
+και αληθεστάτη, εφ' όσον όμως δεν θα κατορθώση να απολογηθή καθώς
+πρέπει, θα την ακούωμεν, ενώ μέσα μας θα λέγωμεν, ως εξορκισμόν
+κατά των μαγγανειών της, τους λόγους και τα επιχειρήματα, που
+εξεθέσαμεν, από φόβον μήπως εμπέσωμεν πάλιν εις τον νεανικόν μας
+έρωτα, που οι πολλοί εξακολουθούν ακόμη να τρέφουν δι' αυτήν·
+εννοούμεν λοιπόν ότι δεν πρέπει να προσέχωμεν εις την τοιαύτην
+ποίησιν, ως να είχε καμμίαν αξίαν ή καμμίαν σχέσιν με την
+αλήθειαν, και ότι κάθε άνθρωπος, που φοβείται διά το εν τη ψυχή
+του πολίτευμα, πρέπει να την ακούη λαμβάνων όλας τας προφυλάξεις
+του και να πιστεύη ότι όσα είπαμεν περί της ποιήσεως είναι όλα
+αληθινά. — Και εγώ είμαι καθ' ολοκληρίαν σύμφωνος. — Διότι είναι
+μέγας ο αγών, φίλε μου Γλαύκων, πολύ περισσότερον μέγας απ' ό,τι
+φαντάζονται, να γίνη κανείς καλός ή κακός· και ούτε δόξα, ούτε
+πλούτη, ούτε αξιώματα, ούτε αυτή η ποίησις αξίζουν διά να μας
+κάμουν να παραμελήσωμεν την δικαιοσύνην και την αρετήν. — Δεν
+ημπορώ παρά να συμφωνήσω μαζί σου ύστερα απ' όσα είπαμεν και ούτε
+άλλος κανείς πιστεύω να κρίνη διαφορετικά.
+
+ — Και όμως δεν εκάμαμεν ακόμη λόγον διά τας μεγαλυτέρας
+ανταμοιβάς και τα έπαθλα, που επιφυλάσσονται διά την αρετήν. —
+Πρέπει να είναι αφαντάστως μεγάλαι, αν θα είναι μεγαλύτεραι από
+όσας ανεφέραμεν ήδη. — Και τι μεγάλον ημπορεί να είναι ένα
+πράγμα, που βαστά ολίγον χρονικόν διάστημα; διότι πράγματι όλος
+αυτός ο χρόνος από την παιδικήν έως την γεροντικήν ηλικίαν είναι
+ελάχιστος εν συγκρίσει προς την αιωνιότητα. — Τίποτε μάλιστα,
+ημπορούμεν να ειπούμεν. — Πώς λοιπόν; φρονείς ότι ένα αθάνατον
+πράγμα οφείλει να περιορίση τας προσπαθείας του και τας βλέψεις
+του διά τόσον βραχύν χρόνον και όχι δι' όλην την αιωνιότητα; —
+Δεν το φρονώ εγώ· αλλά προς τι αυτά που λέγεις; — Δεν γνωρίζεις
+λοιπόν ότι είναι αθάνατος η ψυχή μας και ουδέποτε χάνεται; Εις
+αυτούς τους λόγους με εκύτταξεν ο Γλαύκων με έκπληξιν και μου
+είπε: — Όχι, μα την αλήθειαν, δεν γνωρίζω· μήπως εσύ ημπορείς να
+μου το αποδείξης; — Και βέβαια, εάν τουλάχιστον δεν σφάλλωμαι·
+νομίζω δε ότι και συ ο ίδιος ημπορείς να το κάμης· διότι δεν
+είναι καθόλου δύσκολον. — Δι' εμένα τουλάχιστον είναι· και θα μου
+έκανες μεγάλην ευχαρίστησιν να μου αποδείξης αυτό το όχι
+δύσκολον. — Άκουε λοιπόν. — Λέγε — Παραδέχεσαι ότι υπάρχει καλόν
+και κακόν; — Μάλιστα. — Και άραγε τα αντιλαμβάνεσαι αυτά όπως
+εγώ; — Πώς; — Ότι κακόν μεν είναι παν ό,τι επιφέρει φθοράν και
+αφανισμόν, καλόν δε παν ό,τι σώζει και ωφελεί. — Μάλιστα. —
+Έκαστον δε πράγμα δεν παραδέχεσαι ότι έχει το καλόν του και το
+κακόν του; παραδείγματος χάριν οι οφθαλμοί έχουν την οφθαλμίαν
+και εν γένει το σώμα τας νόσους, ο σίτος την ερυσίβην, τα ξύλα
+την σήψιν, ο χαλκός και ο σίδηρος την σκωρίαν· και μ' ένα λόγον
+τίποτε δεν υπάρχει εις την φύσιν που να μην έχη το κακόν του και
+την ιδιαιτέραν του ασθένειαν. — Έτσι είναι. — Όταν λοιπόν αυτό το
+κακόν προσβάλη ένα πράγμα, δεν το βλάπτει και εις το τέλος το
+διαλύει και το καταστρέφει εξ ολοκλήρου; — Πώς όχι; — Ώστε αυτό
+το ιδιαίτερον διά την φύσιν εκάστου πράγματος κακόν και νόσημα
+είναι που το καταστρέφει, και αν δεν το καταστρέψη αυτό, δεν
+υπάρχει τίποτε άλλο που να επιφέρη την καταστροφήν του· διότι
+βέβαια το καλόν δεν είναι ποτέ δυνατόν να προξενήση αυτό το
+αποτέλεσμα, ούτε επίσης εκείνο που δεν είναι ούτε καλόν ούτε
+κακόν. — Πώς βέβαια θα ημπορούσε;
+
+ — Εάν λοιπόν εύρωμεν κανένα πράγμα, το οποίον να έχη μεν το
+ιδιαίτερόν του νόσημα, που το καθιστά χειρότερον απ' ό,τι είναι,
+που δεν ημπορεί όμως και να το διαλύση εξ ολοκλήρου και να το
+καταστρέψη, δεν πρέπει να συμπεράνωμεν τότε ότι αυτό το πράγμα εκ
+φύσεως δεν υπόκειται εις καταστροφήν; — Δεν υπάρχει αμφιβολία
+περί του πράγματος. — Ε, λοιπόν! δεν υπάρχει κάτι που κάμνει την
+ψυχήν κακήν; — Και βέβαια· όλα εκείνα, που ανεφέραμεν ήδη ημείς,
+η αδικία και η ακολασία και η δειλία και η αμάθεια. — Και μήπως
+τάχα είναι κανένα από αυτά που να διαλύη και καταστρέφη την
+ψυχήν; πρόσεχε όμως μήπως εξαπατηθώμεν και νομίσωμεν ότι ο άδικος
+και άφρων άνθρωπος, όταν καταδικασθή διά μίαν αδικίαν την οποίαν
+διέπραξεν, η απώλειά του είναι αποτέλεσμα της αδικίας, της
+ασθενείας δηλαδή της ψυχής του· αλλά ιδού πως πρέπει να θεωρήσης
+το πράγμα· όπως η ασθένεια, η οποία είναι η διαλυτική αρχή του
+σώματος, το υποσκάπτει μικρόν κατά μικρόν και το αφανίζει και το
+φέρει εις κατάστασιν ώστε ούτε σώμα να είναι πλέον· όπως ακόμη
+και όλα τα άλλα πράγματα, που είπαμεν πριν, έχουν την ιδιαιτέραν
+αυτών νόσον, η οποία προσκολλωμένη και διατρίβουσα εις αυτά τα
+φθείρει και τα κάμνει να μην είναι πλέον ό,τι ήσαν· δεν είναι
+έτσι; — Μάλιστα. — Κατά τον ίδιον λοιπόν τρόπον ας εξετάσωμεν και
+περί της ψυχής, εάν η αδικία και τα άλλα πάθη, όταν εισβάλουν και
+εγκατασταθούν εις αυτήν, την φθείρουν και την εξαφανίζουν, έως
+ότου την οδηγήσουν εις τον θάνατον, χωρίζοντα αυτήν από του
+σώματος. — Κατ' ουδένα τρόπον δεν ημπορεί να συμβαίνη αυτό διά
+την ψυχήν. — Αφ' ετέρου όμως θα ήτο άλογον να είπωμεν, ότι ένα
+πράγμα καταστρέφεται από ένα ξένον νόσημα, αφού δεν καταστρέφεται
+από το ιδικόν του. — Βεβαίως άλογον — Συλλογίσου πράγματι,
+αγαπητέ μου Γλαύκων, ότι και όσον αφορά το σώμα, δεν παραδεχόμεθα
+ότι η καταστροφή του ημπορεί να είναι το άμεσον αποτέλεσμα της
+κακής ποιότητος των τροφών, είτε ένεκα της πολυκαιρίας των, είτε
+της αποσυνθέσεώς των, είτε οιασδήποτε άλλης αφορμής· αλλ' εάν η
+κακή ποιότης των τροφών γεννήση εις το σώμα την ασθένειαν, η
+οποία προσιδιάζει εις αυτό, θα είπωμεν, ότι εξ οποίας εκείνων
+κατεστράφη το σώμα υπό της ασθενείας, η οποία είναι το ιδικόν του
+κακόν· ουδέποτε δε θα ισχυρισθώμεν ότι αι τροφαί, που είναι ένα
+πράγμα όλως διόλου διαφορετικόν από το σώμα, ημπορούν διά της
+κακής των ποιότητος να επιφέρουν την καταστροφήν αυτού, εκτός εάν
+το ξένον τούτο κακόν δεν γεννήση το κακόν, που προσιδιάζει εις το
+σώμα. — Έχεις πληρέστατον δίκαιον. — Κατά τον ίδιον λοιπόν λόγον,
+εάν η ασθένεια του σώματος δεν γεννήση την ασθένειαν της ψυχής,
+ας μην ισχυρισθώμεν ποτέ ότι αύτη είναι δυνατόν να καταστραφή υπό
+ξένου κακού, χωρίς να μεσολαβήση το ιδικόν της το νόσημα. — Το
+πράγμα είναι λογικώτατον.
+
+ — Ή λοιπόν πρέπει να εξελέγξωμεν αυτά μας τα επιχειρήματα ως μη
+λογικά, ή εφ' όσον μένουν ανεξέλεγκτα, ας μη τολμήσωμεν να
+είπωμεν, ότι είτε υπό του πυρετού, είτε υπό οιασδήποτε άλλης
+νόσου, είτε και υπό του σιδήρου, έστω και αν κατακόψωμεν
+ολόκληρον το σώμα εις ελάχιστα τεμάχια, είναι ποτέ δυνατόν και
+δι' όλων αυτών των μέσων να καταστραφή η ψυχή· εκτός εάν κανείς
+μας αποδείξη, ότι από αυτά τα παθήματα του σώματος γίνεται και
+αυτή η ιδία ψυχή αδικωτέρα και ανοσιωτέρα· και ας μην επιτρέψωμεν
+να μας ειπούν, ότι είτε η ψυχή, είτε οιονδήποτε άλλο πράγμα,
+αφανίζεται υπό ξένου κακού, χωρίς να επέλθη το κακόν το οποίον εκ
+φύσεως του προσιδιάζει. — Αλλ' αυτό όμως βέβαια κανείς δεν θα
+ημπορέση να το αποδείξη, ότι αι ψυχαί των αποθνησκόντων γίνονται
+αδικώτεραι ένεκα του θανάτου — Εάν κανείς μολαταύτα έχη την
+τόλμην να προσβάλη αυτήν την αλήθειαν και ισχυρισθή ότι ο θάνατος
+καθιστά τον άνθρωπον χειρότερον και αδικώτερον, διά να μην
+αναγκασθή κατά συνέπειαν τούτου να ομολογήση ότι αι ψυχαί είναι
+αθάνατοι, θα τον υποχρεώσωμεν να παραδεχθή, ότι, εάν είναι
+αλήθεια αυτό που λέγει, η αδικία οδηγεί φυσικώς εις τον θάνατον,
+όπως η νόσος, και ότι αυτή είναι που θανατώνει με την δύναμιν,
+που έχει εκ φύσεως, τους κατεχομένους υπ' αυτής, άλλους μεν
+αμέσως, άλλους δε αργότερον, αναλόγως του βαθμού της αδικίας, και
+όχι όπως αποδεικνύει η καθημερινή πείρα, ότι αιτία του θανάτου
+των αδίκων είναι η τιμωρία που τους επιβάλλουν άλλοι. — Και μα
+την αλήθειαν, εάν η αδικία ήτο εκείνη που δίδει τον θάνατον εις
+τους πονηρούς, δεν θα ήτο τότε τόσον πολύ φοβερόν πράγμα· διότι
+τότε θα ήτο απαλλαγή από όλα τα κακά· αλλά φρονώ απεναντίας ότι
+μάλλον τους άλλους φονεύει, όσον της είναι δυνατόν, καθιστά δε
+εκείνον, που την έχει, και πάρα πολύ μάλιστα ζωτικόν, προσέτι δε
+και άγρυπνον· τόσον πολύ απέχει, φαίνεται, του να είναι
+θανάσιμος. — Πολύ σωστά τα λέγεις· διότι, εάν η διαφθορά της
+ψυχής, εάν το ιδιαίτερον αυτής κακόν, δεν ημπορή να την θανατώση
+και να την καταστρέψη, πώς είναι ποτέ δυνατόν να επιφέρη αυτό το
+αποτέλεσμα επί της ψυχής, ή επί οιουδήποτε άλλου πράγματος ένα
+άλλο κακόν που είναι εκ φύσεως τεταγμένον να προξενή την
+καταστροφήν άλλου ωρισμένου πράγματος; — Αδύνατον βέβαια και
+εναντίον πάσης λογικής. — Επομένως αφού ένα πράγμα δεν
+καταστρέφεται από κανένα κακόν, ούτε ιδικόν του ούτε ξένον, είναι
+φανερόν ότι κατ' ανάγκην θα υπάρχη πάντοτε, και αφού θα υπάρχη
+πάντοτε, είναι αθάνατον. — Κατ' ανάγκην.
+
+ — Ας το θεωρήσωμεν λοιπόν αυτό ως αναμφισβήτητον αλήθειαν και
+κατά συνέπειαν τούτου εννοείς, ότι αι ψυχαί θα είναι πάντοτε αι
+αυταί· διότι, αφού καμμία δεν χάνεται, δεν ημπορεί ούτε
+ολιγώτεραι να γίνουν, ούτε περισσότεραι· και πράγματι, εάν ο
+αριθμός των αθανάτων πραγμάτων ηύξανε, τα νέα αυτά όντα θα
+εγίνοντο από κάτι θνητόν, και τοιουτοτρόπως όλα τα πάντα εις το
+τέλος θα εγίνοντο αθάνατα. — Έχεις δίκαιον. — Αλλά ούτε τούτο θα
+μας επιτρέψη ο ορθός λόγος να το πιστεύσωμεν, ούτε προσέτι και να
+παραδεχθώμεν, ότι η ψυχή, θεωρουμένη κατά την αληθεστάτην αυτής
+φύσιν, ημπορεί να είναι πράγμα ποικιλόμορφον, γεμάτον από
+ανομοιότητα και διαφοράν. — Πώς λέγεις; — Δεν είναι εύκολον,
+πράγμα αποτελούμενον εκ της συνθέσεως πολλών μερών, να είναι
+αιώνιον, εκτός αν η σύνθεσις δεν είναι τόσον τελεία, όπως
+κατεδείξαμεν ήδη ότι είναι η της ψυχής. — Δεν είναι πράγματι
+πιθανόν, — Οι λόγοι λοιπόν που ανεφέραμεν προ μικρού και οι άλλοι
+μας αναγκάζουν να παραδεχθώμεν ότι η ψυχή είναι αθάνατος· αλλά
+διά να γνωρίσωμεν την αληθινήν αυτής φύσιν, δεν πρέπει να την
+ίδωμεν όπως την βλέπομεν ημείς σήμερον εις την κατάστασιν της
+διαφθοράς, που ευρίσκεται ένεκα της ενώσεώς της μετά του σώματος,
+και των άλλων κακών, αλλά πρέπει να την παρατηρήσωμεν προσεκτικά
+διά του λογισμού, οποία τις είναι κάθ' εαυτήν και απηλλαγμένη
+παντός ξένου στοιχείου, και τότε θα εννοήσωμεν πόσον απείρως
+ωραιοτέρα είναι και τότε προσέτι θα γνωρίσωμεν ακριβέστερον και
+την φύσιν της δικαιοσύνης και της αδικίας και όλων των άλλων,
+περί των οποίων ήδη εκάμαμεν λόγον· όσα δε είπαμεν τώρα περί
+αυτής είναι μεν αληθή, αλλ' εν σχέσει πάντοτε προς την παρούσαν
+αυτής κατάστασιν όπως πράγματι την είδαμεν, είναι καθώς εκείνοι
+που βλέπουν τον θαλάσσιον Γλαύκον και δεν ημπορούν να
+αναγνωρίσουν την πρώτην αυτού μορφήν, επειδή τα παλαιά μέρη του
+σώματος του είναι αλλά μεν σπασμένα, άλλα δε φαγωμένα και τελείως
+παραμορφωμένα υπό των κυμάτων, έχουν δε προσκολληθή επάνω του
+άλλα, κογχύλια και φύκη και πέτραι, εις τρόπον ώστε με κάθε άλλον
+θηρίον να ομοιάζη μάλλον, παρά όπως ήτο η αρχική αυτού φύσις·
+τοιουτοτρόπως παρουσιάζεται εις ημάς και η ψυχή, παραμορφωμένη
+από μύρια κακά· αλλά πρέπει, ω Γλαύκων, εκεί να αποβλέπωμεν. —
+Πού; — Εις τον έρωτα αυτής προς την αλήθειαν, και να λάβωμεν υπ'
+όψιν μας τα πράγματα προς τα οποία φέρεται και των οποίων την
+επικοινωνίαν επιζητεί, και την συγγένειαν την οποίαν έχει με παν
+ό,τι είναι αθάνατον και θείον και αιώνιον, διά να εννοήσωμεν
+οποία τις θα εγίνετο, όταν, παραδοθείσα εξ ολοκλήρου εις την
+επιδίωξιν παντός τοιούτου, και εκπηδήσασα με αυτήν την ορμήν έξω
+από τα βάθη της θαλάσσης, όπου τώρα ευρίσκεται, ήθελεν αποτινάξη
+πέτρας και κογχύλια, τα οποία τώρα είναι προσκολλημένα επάνω της
+επειδή τρέφεται από την γην με πράγματα γαιώδη και πετρώδη και
+άγρια εις τα μακαριστά υπό των πολλών θεωρούμενα γεύματά της· και
+τότε θα ιδής την αληθινήν αυτής φύσιν, είτε είναι πολυμερής είτε
+μονομερής, είτε ποία είναι η ουσία της και η υπόστασίς της· επί
+του παρόντος έχομεν, μου φαίνεται, αρκετά καλά εκθέση τα πάθη και
+τας μεταβολάς εις τας οποίας υπόκειται κατά τον ανθρώπινον αυτής
+βίον. — Πολύ λαμπρά. — Δεν απηλλάξαμεν λοιπόν εις αυτήν μας την
+έρευναν την δικαιοσύνην από παν το επουσιώδες και δεν εθέσαμεν
+κατά μέρος τιμάς και ανταμοιβάς και φήμας, που ανεφέρετε εσείς
+ακολουθούντες τον Όμηρον και τον Ησίοδον; δεν απεδείξαμεν, ότι η
+δικαιοσύνη καθ' εαυτήν είναι το μεγαλύτερον αγαθόν της ψυχής και
+ότι αύτη πρέπει να πράττη το δίκαιον, είτε κατέχει τον δακτύλιον
+του Γύγου, είτε όχι, ή και προσέτι εκτός αυτού και την
+περικεφαλαίαν του Άδου; — Αληθέστατα.
+
+ — Θα ημπορούσε τάχα να μας κατηγορήση κανείς, φίλε Γλαύκων, εάν
+ηθέλαμεν αποδώση τώρα εις την δικαιοσύνην και τας λοιπάς αρετάς,
+εκτός των πλεονεκτημάτων τα οποία καθ' εαυτάς έχουν, και τας
+ανταμοιβάς, που εξασφαλίζουν εις την ψυχήν εκ μέρους και των
+ανθρώπων και των θεών και εν τη ζωή και μετά θάνατον; — Καθόλου,
+νομίζω. — Θέλετε λοιπόν να μου επιστρέψετε εκείνα που σας
+εδάνεισα εις την αρχήν της συζητήσεώς μας; — Τι πράγμα; —
+Συγκατετέθην να σας παραχωρήσω ότι ημπορεί να θεωρήται ο δίκαιος
+άνθρωπος άδικος, και ο άδικος δίκαιος· διότι σεις εζητήσετε, αν
+και εις τούτο δεν είναι δυνατόν να εξαπατήση τις θεούς και
+ανθρώπους, να κάμωμεν μολαταύτα αυτήν την υπόθεσιν χάριν του
+λόγου, διά να κριθή αυτή καθ' εαυτήν η δικαιοσύνη προς αυτήν την
+αδικίαν· ή δεν το ενθυμείσαι; — Θα είχα άδικον να μην το
+ενθυμούμαι. — Αφού λοιπόν ήδη πλέον έχουν κριθή καθ' εαυτάς,
+απαιτώ τώρα υπέρ της δικαιοσύνης, να της αποδώσωμεν τας τιμάς που
+έχει και εκ μέρους των θεών και εκ μέρους των ανθρώπων και να την
+αποκαταστήσωμεν εις τα δικαιώματά της, και αφού απεδείξαμεν τα
+πλεονεκτήματα που δίδει εις τους αληθινούς οπαδούς της και ότι
+ουδέποτε εξαπατά εκείνους που την εγκολπούνται πραγματικώς, να
+ομολογήσωμεν ότι και ως προς τα αγαθά που παρέχει εις τους
+έχοντας απλώς την φήμην δικαίου ανθρώπου υπερτερεί την αδικίαν
+και της αξίζει να λάβη τον νικητήριον στέφανον. — Είναι πολύ
+δικαία η απαίτησίς σου.
+
+Πρώτον μεν λοιπόν δεν θα μου παραχωρήσετε τούτο, ότι είναι
+αδύνατον να εξαπατηθούν οι θεοί, ποίος είναι δίκαιος άνθρωπος και
+ποίος άδικος; — Σου το παραχωρούμεν. — Και αφού το πράγμα έχει
+κατ' αυτόν τον τρόπον, ο μεν πρώτος δεν θα είναι αγαπητός εις
+τους θεούς ο δε άλλος μισητός, όπως και το παρεδέχθημεν εκ μιας
+αρχής; — Έτσι είναι. — Δεν θα ομολογήσωμεν δε, ότι ο άνθρωπος που
+αγαπούν οι θεοί, θα έχη να περιμένη τα μεγαλύτερα αγαθά, που εκ
+μέρους των παραχωρούνται, εκτός πλέον αν δεν έχη να πληρώση
+καμμίαν προγενεστέραν αμαρτίαν; — Αναμφιβόλως. — Πρέπει λοιπόν να
+έχωμεν την βεβαιότητα περί του δικαίου ανθρώπου, είτε πενία τον
+βασανίζει είτε ασθένεια είτε κανέν από τα άλλα θεωρούμενα κακά,
+ότι εις το τέλος όλα αυτά θα του έβγουν εις καλόν ενόσω ακόμη ζη
+ή και μετά τον θάνατον του· διότι ποτέ δεν εγκαταλείπει ο θεός
+εκείνον, ο οποίος προθυμοποιείται να γίνεται τέλειος και εξασκών
+την αρετήν να εξομοιούται, όσον είναι δυνατόν διά τον άνθρωπον,
+προς τον θεόν. — Βεβαίως δεν είναι φυσικόν ο τοιούτος να
+παραμελήται υπό του ομοίου του. — Όσον δε αφορά τον άδικον δεν
+πρέπει κατ' ανάγκην να έχωμεν όλως διόλου την εναντίαν ιδέαν; —
+Εννοείται βέβαια. — Τοιουτοτρόπως λοιπόν, εκ μέρους των θεών, ο
+στέφανος της νίκης θα είναι διά τον δίκαιον. — Αυτό τουλάχιστον
+είναι η γνώμη μου.
+
+ — Και εκ μέρους δε των ανθρώπων τα ίδια δεν συμβαίνουν, αφού επί
+τέλους πρέπει να βάλωμεν τα πράγματα εις την θέσιν των; δεν
+παθαίνουν το ίδιον οι δόλιοι και οι άδικοι ό,τι και οι δρομείς
+εκείνοι, οι οποίοι τρέχουν μεν καλά κατά την αρχήν του δρόμου,
+όχι όμως και κατά την επιστροφήν; και κατά πρώτον μεν χύνονται με
+μεγάλην ορμήν, εις το τέλος όμως γίνονται καταγέλαστοι, όταν με
+κρεμασμένα τα αυτιά εις τους ώμους αποσύρωνται αστεφάνωτοι· ενώ
+οι αληθινοί δρομείς φθάνουν εις το τέρμα, λαμβάνουν τα άθλα και
+στεφανώνονται· δεν συμβαίνει δε το ίδιον ως επί το πλείστον και
+με τους δικαίους; εις το τέλος εκάστης επιχειρήσεώς των, εις το
+τέλος της σταδιοδρομίας των και του βίου των, δεν λαμβάνουν παρά
+των ανθρώπων τα έπαθλα της ευδοκιμήσεως και τας ανταμοιβάς, που
+τους ανήκουν; — Έχεις δίκαιον.
+
+ — Θα δεχθής λοιπόν να εφαρμόσω εις τους δικαίους εκείνα τα οποία
+έλεγες εσύ περί των αδίκων; θα είπω δηλαδή ότι οι μεν δίκαιοι,
+όταν φθάσουν εις την ώριμον ηλικίαν, λαμβάνουν εις την πόλιν των
+όλα τα αξιώματα που ήθελον επιθυμήση, παίρνουν γυναίκα κατ'
+εκλογήν των απ' όπου θέλουν, νυμφεύουν επίσης τα τέκνα των εκεί
+που θελήσουν, και όλα όσα εσύ έλεγες τότε διά τους αδίκους, τα
+λέγω τώρα εγώ δι' αυτούς· απεναντίας δε οι άδικοι, και αν κατ'
+αρχάς πολλοί εξ αυτών κατορθώσουν να μην τους πάρουν είδησιν οι
+άνθρωποι, ξεσκεπάζονται όμως εις το τέλος του δρόμου των και
+γίνονται καταγέλαστοι, προπηλακίζονται εις τα γηρατειά των υπό
+των πολιτών και των ξένων, και, διά να μεταχειρισθώ τας εκφράσεις
+τας οποίας εύρισκες πολύ χονδράς — και είχες δίκαιον — όταν τας
+έλεγες περί του δικαίου, θα υποστούν και μαστιγώσεις και
+στρεβλώσεις και καυτηριασμούς και μ' ένα λόγον φαντάσου πως
+ακούεις από το στόμα μου όλα τα είδη των βασάνων, που ανέφερες
+τότε· αλλ' όπως σου είπα, κύτταξε αν θα τα παραδεχθής όλα αυτά. —
+Και πολύ προθύμως· διότι αναγνωρίζω πως έχεις δίκαιον.
+
+ — Τοιαύτα λοιπόν είναι τα πλεονεκτήματα, δώρα, μισθοί και
+ανταμοιβαί, που έχει ο δίκαιος κατά την διάρκειαν της ζωής του εκ
+μέρους των θεών και των ανθρώπων, εκτός εκείνων, τα οποία,
+είπομεν, του παρέχει αυτή καθ' εαυτήν η δικαιοσύνη. — Πολύ ωραία
+και ασφαλή. — Και όμως τίποτε δεν είναι αυτά ούτε κατά ποιόν ούτε
+κατά ποσόν εμπρός εις εκείνα που περιμένουν και τον ένα και τον
+άλλον μετά θάνατον· πρέπει δε να λεχθούν και αυτά, διά να
+αποδώσωμεν τελείως και εις τον δίκαιον και εις τον άδικον ό,τι
+έχει δικαίωμα να ακούση ο καθένας των από αυτήν μας την
+συζήτησιν. — Λέγε λοιπόν, διότι ολίγα πράγματα υπάρχουν που θα
+ήκουα με περισσοτέραν ευχαρίστησιν.
+
+ — Θα ακούσης λοιπόν τώρα την διήγησιν όχι του Αλκίνου αλλ'
+ανδρός ελλογίμου, του Ηρός του Αρμενίου, εκ Παμφυλίας το γένος
+έλκοντος. Αυτός εφονεύθη εις τον πόλεμον και όταν μετά δέκα
+ημέρας ήλθαν να παραλάβουν τα σώματα των νεκρών, που ευρίσκοντο
+πλέον εν τελεία αποσυνθέσει, το ιδικόν του ήτο ακόμη σώον και
+ακέραιον· τον μετέφεραν λοιπόν εις την πατρίδα προς ταφήν και ενώ
+την δωδεκάτην από του θανάτου του ημέραν έκειτο ήδη επί της
+πυράς, επανήλθεν εις την ζωήν και διηγήθη εις τους παρισταμένους
+όσα είχεν ιδή εις τον άλλον κόσμον· ευθύς, τους έλεγεν, που
+εβγήκεν η ψυχή του, εξεκίνησε με πολλούς άλλους και έφθασαν εις
+ένα θαυμάσιον τόπον, όπουν είδαν δύο χάσματα εις την γην, κοντά
+το ένα εις το άλλο, και δύο άλλα επάνω εις τον ουρανόν,
+κατάντικρυ εις τα πρώτα· μεταξύ δε αυτών εκάθηντο δικασταί, οι
+οποίοι εξέδιδον την απόφασίν των, και διέτασσον τους μεν δικαίους
+να ακολουθήσουν την προς τα δεξιά και άνω διά του ουρανού οδόν,
+αφού προηγουμένως τους εκρεμνούσαν απ' εμπρός μίαν πινακίδα, όπου
+εσημείωναν την απόφασίν των· τους δε αδίκους την προς τα κάτω και
+αριστερά, αφού και εις αυτούς εκρεμνούσαν ομοίαν πινακίδα, αλλ'
+από πίσω, περιέχουσαν την σημείωσιν όλων των πράξεών των· όταν
+παρουσιάσθη και ο ίδιος, του είπαν ότι οφείλει να έλθη και να
+φέρη εις τους ανθρώπους την είδησιν όλων που συμβαίνουν εκεί, και
+τον διέταξαν να περιμείνη διά να παρατηρήση και ακούση τα πάντα.
+
+Είδε λοιπόν εκεί πρώτον μεν τας ψυχάς, που εδικάσθησαν τότε, να
+αναχωρούν από τα δύο αντικρυνά χάσματα του ουρανού και της γης,
+και από τα δύο άλλα πάλιν, από το ένα της γης να αναβαίνουν ψυχαί
+γεμάται από σκόνην και ακαθαρσίαν, από το άλλο δε του ουρανού να
+κατεβαίνουν άλλαι ωραίαι και καθαραί· όλαι δε εφαίνοντο ως να
+έφθαναν από μακρυνόν δρόμον και με ευχαρίστησιν ήρχοντο να
+κατασκηνώσουν εις τον λειμώνα, ως εις τόπον συγκεντρώσεως· όσαι
+εξ αυτών εγνωρίζοντο, αντήλλασον εγκάρδιον χαιρετισμόν και
+εζήτουν πληροφορίας μεταξύ των, εκείναι από τον ουρανόν, αι άλλαι
+από την γην και διηγούντο πλέον αι μεν πρώται με δάκρυα και με
+κοπετούς όσα έπαθαν και είδαν κατά την πορείαν των κάτω από την
+γην — ήτο δε η διάρκεια της πορείας χιλίων ετών — όσαι δε έφθαναν
+από τον ουρανόν, τας μοναδικάς ηδονάς που απήλαυσαν, και το
+άφραστον κάλλος των θεαμάτων που είδαν.
+
+Πολύς καιρός θα εχρειάζετο, φίλε μου Γλαύκων, να καθήσω να σου τα
+διηγηθώ τώρα όλα· το συμπέρασμα της διηγήσεώς του ήτο το εξής·
+δι' όλας τας αδικίας, που διέπραξεν έκαστος εν τη ζωή, ετιμωρείτο
+η ψυχή του δεκαπλασίως δι' εκάστην χωριστά, η δε διάρκεια εκάστης
+τιμωρίας ήτο εκατόν ετών, όση είναι και η φυσική διάρκεια της
+ανθρωπίνης ζωής, διά να πληρώνουν δεκάκις την πληρωμήν εκάστου
+αδικήματος. Κατ' αυτόν τον τρόπον, εκείνοι που έγιναν αίτιοι
+πολλών θανάτων, που είτε επρόδωσαν πόλεις και στρατόπεδα και
+υπήρξαν αφορμή να περιπέσουν εις δουλείαν, είτε έγιναν ένοχοι
+άλλων τοιούτων κακουργημάτων, δι' όλα αυτά υπεβάλλοντο εις
+δεκαπλάσια δι' έκαστον βασανιστήρια, ενώ εκείνοι απ' εναντίας που
+προσέφεραν μεγάλας ευεργεσίας εις τους ανθρώπους και διετέλεσαν
+καθ' όλην την ζωήν των ενάρετοι και δίκαιοι ελάμβανον κατά την
+αυτήν αναλογίαν την ανταμοιβήν των καλών των πράξεων· όσον δε
+αφορά εκείνους που απέθνησκον ολίγον χρόνον μετά την γέννησιν
+των, έλεγεν άλλα που δεν αξίζει τον κόπον να αναφέρω· υπήρχον δε
+ακόμη ανταμοιβαί πολύ μεγαλύτεραι δι' εκείνους που εσέβοντο τους
+θεούς και ετίμων τους γονείς των εις την ζωήν, καθώς και
+εξαιρετικά βασανιστήρια διά τους ασεβείς, τους πατροκτόνους και
+δι' όσους ιδία χειρί διέπραξαν φόνους.
+
+Μεταξύ άλλων έλεγεν ότι ήτο παρών εκεί, όταν κάποιος ηρώτησεν
+έναν άλλον, πού ευρίσκετο ο μέγας Αρδιαίος· αυτός δε ο Αρδιαίος
+είχε χρηματίση τύραννος εις μίαν πόλιν της Παμφυλίας, χίλια έτη
+πριν, είχε δε φονεύση τον γέροντα πατέρα του και τον μεγαλύτερον
+αδελφόν του και άλλα δε πολλά, καθώς ελέγετο, εγκλήματα διέπραξε.
+«Δεν έφθασεν, απεκρίθη ο ερωτηθείς, και ούτε θα φθάση ποτέ εδώ».
+Είδαμεν όμως ένα από τα φοβερώτερα εκεί θεάματα. Ότε ήμεθα πλέον
+κοντά να εξέλθωμεν από το υπόγειον χάσμα, αφού συνεπληρώσαμεν
+όλας τας ποινάς μας, βλέπομεν αίφνης τον Αρδιαίον εκείνον και
+άλλους πολλούς, των οποίων οι περισσότεροι σχεδόν επίσης υπήρξαν
+τύραννοι· ήσαν όμως και μερικοί ιδιώται, οι οποίοι διέπραξαν εις
+την ζωήν των μεγάλα κακουργήματα· καθ' ήν στιγμήν ούτοι ενόμιζαν
+πλέον ότι θα εξέλθουν, το στόμιον του χάσματος δεν τους επέτρεπε
+την διάβασιν, αλλ' ήρχισε να μυκάται, όπως έκαμνε και κάθε φορά
+που ένας από εκείνους τους αθλίους, των οποίων τα αμαρτήματα ήσαν
+ανίατα, ή που δεν είχεν υποστή πλήρη την ποινήν του, εδοκίμαζε να
+εξέλθη· μόλις δε ηκούσθη εκείνος ο μυκηθμός, προσέτρεξαν αμέσως
+κάτι αγριάνθρωποι, που να τους έβλεπες ήσαν κατακόκκινοι σαν
+φλόγα, και τους μεν άλλους τους άρπαξαν και τους επήραν από εκεί,
+τον δε Αρδιαίον και μερικούς ακόμη τους έδεσαν χέρια, πόδια και
+κεφαλήν, τους έρριξαν καταγής και τους εξέγδαραν και ήρχισαν να
+τους σύρουν έξω από τον δρόμον επάνω εις ασπαλάθρους και αγκάθια,
+όπου εξεσχίζοντο σκληρά αι σάρκες των· εις όσους δε συνήντων
+έκαμνον γνωστούς τους λόγους, διά τους οποίους τους
+μετεχειρίζοντο κατ' αυτόν τον τρόπον, και τους έλεγαν πού θα
+επήγαιναν να τους πετάξουν· απ' όλους λοιπόν, λέγει, τους τόσους
+και παντοειδείς φόβους, που κατέχουν εκεί τας ψυχάς, κανείς δεν
+ημπορούσε να συγκριθή με αυτόν, μήπως, κατά την ώραν που
+επρόκειτο πλέον να περάσουν το στόμιον, ακουσθή εκείνος ο
+μυκηθμός, και ότι απερίγραπτος ήτο η χαρά των να ανεβή κανείς,
+χωρίς να αντηχήση.
+
+Αύται λοιπόν ήσαν περίπου αι κρίσεις και αι τιμωρίαι και αι
+αντίστοιχοι αμοιβαί, τας οποίας διηγείτο· αφού δε παρέμενον επτά
+ημέρας εις τον λειμώνα εκείνον, έπρεπε να αναχωρήσουν εκείθεν την
+ογδόην και μετά τεσσάρων ημερών πορείαν έφθανον εις ένα τόπον,
+από τον οποίον έβλεπαν ένα φως το οποίον διέσχιζεν ολόκληρον τον
+ουρανόν και την γην, ευθύ ως στήλη, και όμοιον με την ίριδα, αλλά
+λαμπρότερον και καθαρώτερον· έφθασαν δε εις το φως τούτο μετά
+πορείαν άλλης μιας ημέρας· εκεί δε είδον ότι τα άκρα του ουρανού
+επερατούντο εις το μέσον του φωτός εκείνου, το οποίον εχρησίμευεν
+ως σύνδεσμος αυτού και περιέβαλλεν όλην αυτού την περιφέρειαν,
+απαράλλακτα όπως τα υποζώματα των τριήρων· από δε τα άκρα του
+εκρέμετο ο άτρακτος της Ανάγκης, που έδιδε την κίνησιν εις όλας
+τας ουρανίους περιστροφάς· και η μεν ηλακάτη και το άγκιστρον
+αυτού ήσαν από χάλυβα, ο δε σφόνδυλος από μίγμα χάλυβος και άλλων
+μετάλλων.
+
+Ως προς το σχήμα ο σφόνδυλος ωμοίαζεν με τους ιδικούς μας εδώ·
+διά να λάβης δε ακριβεστέραν ιδέαν, εξ όσων έλεγε, πρέπει να
+φαντασθής ένα μεγάλον σφόνδυλον κοίλον και σκαλισμένον εις όλην
+του την εσωτερικήν περιφέρειαν, εντός του οποίου προσηρμόζετο
+ένας άλλος μικρότερος, όπως οι κάδοι που εισέρχονται ο ένας μέσα
+εις τον άλλον· εντός του δευτέρου άλλος τρίτος, και πάλιν ένας
+τέταρτος και ακόμη άλλοι τέσσαρες· διότι εν συνόλω ήσαν οκτώ,
+κείμενοι ο είς εντός του άλλου συγκεντρικώς· άνωθεν εφαίνοντο τα
+χείλη εκάστου ως κύκλοι, έξωθεν δε παρουσίαζον συνεχή επιφάνειαν
+ως ενός μόνου σφονδύλου πέριξ της ηλακάτης, της οποίας ο άξων
+διήρχετο καταμεσίς από το κέντρον του ογδόου. Και ο μεν πρώτος
+προς τα έξω σφόνδυλος είχε τον κύκλον του χείλους πλατύτερον απ'
+όλους, κατά δεύτερον δε λόγον ο έκτος, έπειτα ο τέταρτος,
+ακολούθως ο όγδοος, πέμπτον ο έβδομος, έκτον ο πέμπτος, και
+τελευταίον ο δεύτερος. Και ο μεν κύκλος ο σχηματιζόμενος υπό των
+χειλέων του μεγίστου σφονδύλου ήτο ποικίλων χρωμάτων, του δε
+εβδόμου λαμπρότατος, ο όγδοος ελάμβανεν από τον έβδομον το χρώμα
+του και την λάμψιν του, ο δεύτερος και ο πέμπτος είχον τα αυτά
+χρώματα, αλλ' αποκλίνοντα μάλλον προς το ξανθόν, του τρίτου το
+χρώμα ήτο το λευκότερον απ' όλων, του τετάρτου υπέρυθρον,
+δεύτερον δε κατά την λευκότητα του έκτου. Ολόκληρος ο άτρακτος
+εστρέφετο περί τον άξονά του κατά την αυτήν φοράν, ενώ εσωτερικώς
+οι επτά συγκεντρικοί κύκλοι περιεστρέφοντο ηρέμα κατ' εναντίαν
+διεύθυνσιν· εξ αυτών πάλιν τάχιστα μεν εκινείτο ο όγδοος κατά
+δεύτερον δε λόγον και ισοχρόνως σχεδόν προς αλλήλους ο έβδομος,
+έκτος και πέμπτος· ο τέταρτος, όπως τους εφαίνετο, ήτο τρίτος
+κατά την ταχύτητα, και ο τρίτος τέταρτος, πέμπτος δε και
+τελευταίος ο δεύτερος· αυτός δε ο άτρακτος εστρέφετο επάνω εις τα
+γόνατα της Ανάγκης. Επάνω εις έκαστον εκ των κύκλων αυτού
+επέβαινεν από μία Σειρήν, η οποία περιεστρέφετο και αυτή, και
+έψαλλε με φωνήν επί ενός και του αυτού τόνου πάντοτε· ούτως ώστε
+από τας οκτώ που ήσαν απετελείτο μία πλήρης συμφωνία.
+
+Πέριξ δε του ατράκτου και εις ίσας αποστάσεις εκάθηντο επί θρόνων
+αι τρεις Μοίραι, θυγατέρες της Ανάγκης, η Λάχεσις, η Κλωθώ και η
+Άτροπος με φορέματα λευκά και με στέμματα εις την κεφαλήν·
+συνώδευον δε με το άσμα των την αρμονίαν των Σειρήνων και έψαλλον
+η μεν Λάχεσις τα παρελθόντα, η Κλωθώ τα παρόντα και η Άτροπος τα
+μέλλοντα· και η μεν Κλωθώ μετέδιδεν, εγγίζουσα κατά διαλείμματα
+με την δεξιάν της χείρα τον άτρακτον, την εξωτερικήν περιστροφήν
+εις αυτόν, η Άτροπος πάλιν με την αριστεράν χείρα εις τους
+εσωτερικούς σφονδύλους, η δε Λάχεσις πότε με την μίαν πότε με την
+άλλην χείρα ήγγιζε και τον άτρακτον και τους σφονδύλους.
+
+Ευθύς λοιπόν που έφθασαν εκεί, έπρεπε να παρουσιασθούν εμπρός εις
+την Λάχεσιν· και πρώτον μεν ένας προφήτης υπέδειξεν εις έκαστον
+την θέσιν του και την σειράν του, και αφού έλαβεν από τα γόνατα
+της Λαχέσεως κλήρους και παραδείγματα ανθρωπίνων βίων, ανέβηκεν
+επάνω εις ένα υψηλόν βήμα και είπε, «Τάδε λέγει Λάχεσις η
+παρθένος, της Ανάγκης θυγάτηρ. Ψυχαί εφήμεροι, μέλλετε να
+αρχίσετε άλλην περίοδον ζωής, εντός σώματος θνητού· δεν θα σας
+εκλέξη η τύχη, αλλά σεις θα εκλέξετε την τύχην σας· ο πρώτος που
+θα υποδείξη ο κλήρος, θα εκλέξη πρώτος τον βίον του, τον οποίον
+αμετακλήτως θα είναι αναγκασμένος να ακολουθήση. Η αρετή είναι
+κτήμα αδέσποτον και αναλόγως που την τιμά ή την περιφρονεί
+έκαστος, θα λάβη και την σχετικήν του μερίδα, μεγαλυτέραν ή
+μικροτέραν, από αυτήν· έκαστος είναι υπεύθυνος διά την εκλογήν
+του· ο θεός είναι αναίτιος». Αφού είπεν αυτά, έρριψεν επάνω εις
+όλους τους κλήρους, και ο καθένας επήρεν εκείνον που έπεσεν
+εμπρός του, εκτός του Ηρός, εις τον οποίον απηγορεύθη, καθώς
+έλεγε, να πάρη· έκαστος λοιπόν εγνώριζεν από τον κλήρον του, ποία
+ήτο η σειρά του διά να εκλέξη· ακολούθως λοιπόν ο προφήτης έβαλεν
+εμπρός των καταγής τα παραδείγματα των βίων, πολύ περισσότερα από
+τον αριθμόν των παρόντων, που έμελλον να εκλέξουν, και κάθε
+είδους και λογής· διότι υπήρχον και των ζώων όλων και των
+ανθρώπων όλων ανεξαιρέτως· υπήρχον λοιπόν μεταξύ αυτών
+τυραννίδες, άλλαι μεν ισόβιοι, άλλαι δε καταλυόμεναι εν τω μεταξύ
+και καταντώσαι εις πενίαν και εξορίαν και επαιτείαν· υπήρχον
+επίσης και βίοι ανδρών επιφανών, άλλων μεν διά την καλλονήν της
+μορφής και τα ωραία των σώματα, άλλων διά την καταγωγήν των και
+τας αρετάς των προγόνων· ωσαύτως δε και ασήμων ανθρώπων υπό πάσαν
+τοιαύτην έποψιν και γυναικών δε ομοίως· τάξις όμως ωρισμένη διά
+τας ψυχάς δεν υπήρχε καμμία, διότι έπρεπε κατ' ανάγκην εκάστη να
+μεταβάλη την φύσιν της αναλόγως της εκλογής που θα έκαμνε· άλλως
+τε τα πλούτη και η πενία, αι νόσοι και η υγεία ήσαν κατανεμημένα
+εις όλους τους βίους, εις άλλους μεν χωρίς καμμίαν διάκρισιν, εις
+άλλους δε κατά δικαίαν αναλογίαν.
+
+Εδώ λοιπόν είναι, αγαπητέ Γλαύκων, πού έγκειται ο μεγαλύτερος
+κίνδυνος διά τον άνθρωπον· και δι' αυτό πρέπει έκαστος εξ ημών,
+παραμελών κάθε άλλο μάθημα, να αφοσιωθή εξ ολοκλήρου εις εκείνο
+μόνον, που θα τον κάμη ικανόν να αναζητήση και να εύρη τον
+άνθρωπον, ο οποίος θα ημπορέση να του μάθη να είναι εις θέσιν, να
+διακρίνη μετ' επιστήμης τον βίον τον χρηστόν και πονηρόν, και να
+εκλέγη πανταχού και πάντοτε εκ των δυνατών τον καλύτερον, και
+λαμβάνων υπ' όψει του όλα, όσα ημείς ήδη ανεφέραμεν, να κρίνη
+κατά πόσον, είτε ομού είτε χωριστά θεωρούμενα, συντελούν εις την
+αληθινήν ευτυχίαν της ζωής· τοιουτοτρόπως θα γνωρίζη,
+παραδείγματος χάριν, πόσον κάλλος αναμιγνυόμενον μετά βαθμού
+τινος πενίας ή πλούτου και μετά ποίας τινός διαθέσεως της ψυχής
+καθιστά τον άνθρωπον καλόν ή κακόν· ποίον αποτέλεσμα ημπορεί να
+έχουν η ευγενής και η ταπεινή καταγωγή και ο ιδιωτικός βίος και
+τα αξιώματα, αι σωματικαί δυνάμεις και αι ασθένειαι, η ευμάθεια
+και η δυσμάθεια και μ' ένα λόγον αι διάφοροι της ψυχής φυσικαί ή
+επίκτητοι ιδιότητες, συναρμοζόμεναι προς αλλήλας· εις τρόπον
+ώστε, αφού συλλογισθή περί όλων αυτών, να είναι εις θέσιν να
+εκλέγη, αποβλέπων προς την φύσιν της ψυχής, τον χειρότερον και
+τον καλύτερον βίον, με την βεβαιότητα, ότι χειρότερος μεν είναι
+εκείνος που την φέρει εις το σημείον να γίνεται αδικωτέρα,
+καλύτερος δε εκείνος που την κάμνει δικαιοτέραν· όλα δε τα άλλα
+θα τα θεωρήση διά τίποτε· διότι είδαμεν ότι αυτή είναι η καλυτέρα
+εκλογή, που έχει να κάμη, είτε δι' αυτήν την ζωήν, είτε διά την
+άλλην· πρέπει λοιπόν να διατηρή αδιάσειστον αυτήν την πεποίθησιν
+μέχρι τάφου, ώστε να μην τον θαμβώσουν και εκεί κάτω πλούτη και
+άλλα τοιαύτα κακά, και εμπέση εις τυραννίδας και άλλας ομοίας
+πράξεις, εκ των οποίων και εις τους άλλους θα προξενήση πολλά και
+ανήκεστα κακά, όχι δε ολιγώτερα θα πάθη και ο ίδιος· αλλά μάλλον
+να γνωρίζη πάντοτε να εκλέγη τον μέσον όρον μεταξύ αυτών των βίων
+και να αποφεύγη εξ ίσου και τα δύο εκατέρωθεν άκρα και εις αυτήν
+την ζωήν κατά το δυνατόν και εις όλην έπειτα την μετά ταύτα·
+διότι μόνον τοιουτοτρόπως γίνεται ευδαιμονέστατος ο άνθρωπος.
+
+Και λοιπόν και τότε, καθώς διηγείτο ο εκείθεν αποσταλείς άγγελος,
+είπεν ο προφήτης προς τας ψυχάς: «Και δι' εκείνον που μείνη
+τελευταίος, αρκεί να κάμη την εκλογήν του με περίσκεψιν,
+επιφυλάσσεται βίος υποφερτός, που από την καλήν του θέλησιν
+εξαρτάται να είναι όχι κακός· και εκείνος λοιπόν που θα κάμη
+πρώτος εκλογήν ας προσέξη, και ο τελευταίος ας μην απελπίζεται».
+Και αφού είπεν αυτά, εκείνος εις τον οποίον έλαχεν ο πρώτος
+κλήρος, ευθύς ώρμησε και χωρίς να υπολογίση επαρκώς τα πάντα,
+εξέλεξε την μεγαλυτέραν τυραννίδα, παρασυρθείς υπό της αφροσύνης
+και της απληστίας· αφού όμως έλαβε καιρόν να σκεφθή και είδεν ότι
+το πεπρωμένον του ήτο να φάγη τα ίδιά του τέκνα και να διαπράξη
+και άλλα φρικτά κακουργήματα, ήρχισε να κόπτεται και να οδύρεται
+διά την εκλογήν του και, λησμονών όσα του προείπεν ο προφήτης, να
+αιτιάται την τύχην, τους θεούς και τους δαίμονας και πάντα άλλον
+μάλλον παρά τον εαυτόν του. Και μολαταύτα αυτός ήτο από εκείνους
+που ήλθαν από τον ουρανόν και είχε ζήση την προτέραν του ζωήν εις
+πολιτείαν συντεταγμένην καλώς, ήτο δε όχι αμέτοχος αρετής, την
+οποίαν όμως ώφειλε μάλλον εις συνήθειαν παρά εις την φιλοσοφίαν·
+πρέπει δε άλλως τε να ρηθή, ότι και πολλαί άλλαι από τας ψυχάς,
+που επέστρεφαν από τον δρόμον του ουρανού, ηπατώντο επίσης εις
+την εκλογήν των, διότι δεν είχαν την πείραν των κακών του βίου·
+ενώ απεναντίας όσοι επέστρεφαν από τον υπόγειον δρόμον, επειδή
+και οι ίδιοι είχον υποφέρη πολλά και άλλους είχον ιδή να
+υποφέρουν, δεν προέβαινον απερίσκεπτα εις την εκλογήν των· δι'
+αυτόν δε τον λόγον και ανεξαρτήτως της τύχης του κλήρου,
+συνέβαινεν ώστε εις το πλείστον των ψυχών να επέρχεται μεταβολή
+του βίου των, από καλού εις κακόν και τανάπαλιν· διότι, εάν ένας,
+κάθε φορά που θα έφθανεν εις αυτόν τον κόσμον, ήθελεν αφοσιώνεται
+εις την υγιά φιλοσοφίαν, αρκεί μόνον να μην ήρχετο μεταξύ των
+τελευταίων εις την σειράν της εκλογής, μεγάλη υπάρχει πιθανότης,
+εκ των διηγήσεων του Ηρός του Αρμενίου, όχι μόνον ενταύθα να ζήση
+ευτυχής, αλλά και κατά την εντεύθεν προς τα εκεί πορείαν του και
+κατά την επιστροφήν του εκείθεν να πάρη τον ομαλόν δρόμον του
+ουρανού και όχι τον υπόγειον και τραχύν.
+
+Ήξιζε λοιπόν, καθώς διηγείτο, να ίδη κανείς το θέαμα εκείνο, πώς
+εκάστη ψυχή εξέλεγε τον βίον της· το περίεργον του πράγματος σου
+επροξένει και οίκτον και γέλωτα· διότι έκαμνον την εκλογήν
+οδηγούμενοι ως επί το πλείστον από τας συνηθείας του
+προγενεστέρου βίου· είδεν έξαφνα μίαν ψυχήν, η οποία ήτο άλλοτε
+του Ορφέως, να εκλέξη τον βίον του κύκνου από μίσος των γυναικών,
+διότι ευρών άλλοτε τον θάνατον υπ' αυτών, δεν ήθελε να οφείλη την
+γέννησίν του εις γυναίκα· του δε Θαμύρου την ψυχήν να εκλέγη τον
+βίον της αηδόνος· ένα κύκνον πάλιν να ανταλλάσση τον ιδικόν του
+με ανθρώπινον βίον, καθώς και άλλα ωδικά πτηνά· μία δε ψυχή, η
+οποία έλαχε τον εικοστόν κλήρον, εξέλεξε βίον λέοντος· και αυτή
+ήτο του Αίαντος του Τελαμωνίου, ήτις ενθυμουμένη την κρίσιν των
+όπλων απέστεργε να γίνη πάλιν άνθρωπος· η κατόπιν ήτο του
+Αγαμέμνονος· και αυτή δε από έχθραν του ανθρωπίνου γένους, δι'
+όσα είχε πάθη, επροτίμησε βίον αετού· η δε ψυχή της Αταλάντης, η
+οποία είχε λάβη έναν από τους μέσους κλήρους, αναλογιζομένη τας
+μεγάλας τιμάς των αθλητών, δεν ηδυνήθη να αντιστή εις την
+επιθυμίαν να εκλέξη και αυτή τοιούτον βίον· και μετ' αυτήν είδε
+την ψυχήν του Επειού του υιού του Πανοπέως να προτιμά φύσιν
+γυναικός επιτηδείας εις τα έργα της χειρός· μακράν δε, μεταξύ των
+τελευταίων, του γελωτοποιού Θερσίτου ενδυομένην το σχήμα πιθήκου·
+κατά τύχην δε και η ψυχή του Οδυσσέως, εις την οποίαν έλαχεν ο
+έσχατος κλήρος, προσήλθε και αυτή να εκλέξη· ενθυμουμένη δε τας
+παρελθούσας δυστυχίας και απηυδισμένη πλέον από την φιλοδοξίαν,
+ανεζήτει επί μακρόν και μόλις και μετά βίας, ανεκάλυψε τέλος
+κάπου τον ήσυχον βίον απλού ιδιώτου, τον οποίον είχον παρατρέξη
+όλαι αι άλλαι ψυχαί, και μόλις τον είδεν ανέκραξεν, ότι και αν
+επρόκειτο να εκλέξη πρώτη, μετά της αυτής ευχαριστήσεως θα έκαμνε
+την ιδίαν εκλογήν· και εκ των άλλων δε ζώων επίσης πολλά
+μετέβαλλον το βίον των προς τον ανθρώπινον και μεταξύ των, τα μεν
+άδικα εις τα άγρια τα δε δίκαια εις τα ήμερα, ούτως ώστε να
+γίνωνται παντοειδείς αναμίξεις.
+
+Αφού δε πάσαι αι ψυχαί εξέλεξαν τους βίους των, κατά την σειράν
+που υπέδειξεν ο κλήρος των, ακολούθως προσήλθον κατά την αυτήν
+τάξιν εμπρός εις την Λάχεσιν, η οποία έδωσεν εις έκαστον τον
+δαίμονα που εξέλεξε, διά να του χρησιμεύη ως φύλαξ κατά την νέαν
+του ζωήν και να τον βοηθή να εκπληρώση τον προορισμόν της εκλογής
+του. Αυτός δε κατά πρώτον ωδήγει την ψυχήν προς την Κλωθώ, ίνα,
+διά της χειρός της και μιας περιστροφής του ατράκτου, επικυρώση
+την μοίραν που εξέλεξε· μετά ταύτα δε την έφερεν εις την Άτροπον
+η οποία έγνεθε το νήμα και έκαμνε τοιουτοτρόπως ανέκκλητα όσα
+επέκλωσεν η Κλωθώ. Και εκείθεν, χωρίς πλέον να είναι
+επιτετραμμένον να στρέψουν οπίσω, επήγαιναν και επερνούσαν κάτω
+από τον θρόνον της Ανάγκης· αφού δε επερνούσαν και όλοι οι άλλοι,
+επορεύοντο εις το πεδίον της λήθης, όπου επεκράτει φοβερός και
+πνιγηρότατος καύσων, διότι δεν υπήρχεν ούτε δένδρον ούτε τίποτε
+απ' όσα φύονται εις την γην. Όταν έφθανε τέλος η εσπέρα
+κατεσκήνουν παρά τας όχθας του Αμέλητος ποταμού, του οποίου το
+ύδωρ κανέν αγγείον δεν ημπορεί να κρατήση· εκάστη ψυχή ήτο
+υποχρεωμένη να πίη ένα ωρισμένον μέτρον από αυτό το ύδωρ, μερικοί
+όμως δεν είχον αρκετήν φρόνησιν να κρατηθούν διά να μη πίουν
+περισσότερον· και τότε έχανον εξ ολοκλήρου πάσαν των προηγουμένων
+ανάμνησιν· κατόπιν παρεδόθησαν εις τον ύπνον και κατά τα
+μεσάνυκτα ηκούσθη φοβερά βροντή συνοδευομένη υπό σεισμού· και
+τότε εξαφνικά εξεσφενδονίσθησαν, ως διάττοντες αστέρες, άλλος
+εδώ, άλλος εκεί, εις τους διαφόρους τόπους, όπου έμελλε να αρχίση
+η νέα των ζωή. Εις τον Αρμένιον, καθώς έλεγεν ο ίδιος, απηγορεύθη
+να πίη από το ύδωρ· από πού όμως και πώς επανήλθεν η ψυχή εις το
+σώμα του, δεν ήξευρε ούτε αυτός, αλλ' έξαφνα ήνοιξε τους
+οφθαλμούς του την αυγήν και είδεν ότι ευρίσκετο εξηπλωμένος επί
+της πυράς.
+
+Και τοιουτοτρόπως, αγαπητέ μου Γλαύκων, εσώθη μέχρις ημών ο μύθος
+ούτος και δεν εχάθη, ημπορεί δε και ημάς να σώση, αν δώσωμεν
+πίστιν εις αυτόν και διέλθωμεν αισίως τον ποταμόν της λήθης
+διαφυλάττοντας την ψυχήν μας καθαράν από παντός ρύπου. Εάν λοιπόν
+θέλης να με πιστεύσης, παραδεχόμενοι ότι η ψυχή είναι αθάνατος
+και εκ φύσεως δεκτική όλων των κακών και όλων των αγαθών
+συγχρόνως, δεν θα παρεκκλίνωμεν ποτέ από την προς τα άνω άγουσαν
+οδόν, και με όλας τας δυνάμεις μας θα εξασκώμεν την δικαιοσύνην
+μετά φρονήσεως· τοιουτοτρόπως και με τον εαυτόν μας θα είμεθα
+πάντοτε φίλοι και με τους θεούς, και αφού αποκομίσωμεν επί της
+γης τα άθλα της αρετής, όμοιοι με τους νικηφόρους αθλητάς, τους
+οποίους εν θριάμβω περιάγουν, θα είμεθα ευτυχείς και ενταύθα και
+κατά την διάρκειαν της χιλιετούς πορείας, την οποίαν ανεφέραμεν.
+
+
+
+ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ.
+
+
+
+
+ *
+ * *
+
+
+Η Σειρά των Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων, των Εκδόσεων Φέξη,
+υπήρξαν ένας σταθμός στα ελληνικά χρονικά. Για πρώτη φορά
+προσφερόταν συστηματικά στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, η αρχαία
+ελληνική σκέψη (ιστορία, φιλοσοφία, ποίηση, δράμα, δικανικός και
+πολιτικός λόγος) σε δημιουργικές μεταφορές της, από τους άριστους
+μεταφραστές του τόπου, στην πιο σύγχρονη μορφή που πήρε
+εξελισσόμενο το γλωσσικό της όργανο. Ο Όμηρος, οι Τραγικοί κι ο
+Αριστοφάνης, ο Ηρόδοτος, ο Θουκυδίδης, ο Πλάτων, ο Ξενοφών, ο
+Αριστοτέλης, ο Θεόκριτος, ο Θεόφραστος, ο Επίκτητος, ο
+Πλούταρχος, ο Λουκιανός κλπ. προσφέρονται και σήμερα, στις
+κλασικές πια μεταφράσεις των Πολυλά, Ραγκαβή, Μωραϊτίδη,
+Κονδυλάκη, Ποριώτη, Γρυπάρη, Τανάγρα, Πολέμη, Καμπάνη,
+Καζαντζάκη, Βάρναλη, Αυγέρη, Βουτιερίδη, Ζερβού, Φιλαδελφέως,
+Τσοκόπουλου, Σίγουρου, Κ. Χρηστομάνου κλπ, σε μια σύγχρονη σειρά
+εκδόσεων βιβλίου τσέπης, πράγμα που επίσης γίνεται για πρώτη
+φορά, συστηματικά, στην Ελλάδα.
+
+&Πολιτεία.& Το πρωτυπώτερον και πλαστικώτερον των πλατωνικών
+έργων, αποτελούμενον εκ 10 βιβλίων. Το πρώτον βιβλίον
+πραγματευόμενον περί δικαιοσύνης είναι αφετηρία διατυπώσεως
+έπειτα ιδανικού πολιτεύματος. Η οριζομένη ισότης δικαιωμάτων των
+πολιτών, η διακανόνισις ίσης εργασίας, η κατανομή των πολιτών εις
+τρεις τάξεις, η εξίσωσις ανδρών και γυναικών, η κοινογαμία και
+κοινοκτημοσύνη, ο αποκλεισμός των ποιητών, ο περιορισμός της
+αυξήσεως του πληθυσμού, αι πρωτόρρυθμοι γενικαί περί του
+κοινωνικού και του αστικού δικαίου αρχαί, συνδυαζόμεναι εις
+οργανικόν σύστημα εις την «Πολιτείαν» του Πλάτωνος, υπήρξαν
+αφετηρίαι πλείστων φιλοσοφικών, κοινωνιολογικών και πολιτικών
+θεωριών. Ώστε και από της απόψεως ταύτης είναι εκ των
+σημαντικωτέρων δημιουργημάτων της ανθρωπίνης σκέψεως.
+
+Η μετάφρασις πιστή, σαφής και γλαφυρά υπό του κ. Ι. Ν. Γρυπάρη.
+Τόμος Α' 10 δρχ., Τόμος Β΄ 10 δρχ., Τόμος Γ' 10 δρχ. Τόμος Δ' 10
+δρχ.
+
+ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΠΩΛΗΣΙΣ
+ΛΑΔΙΑΣ ΚΑΙ ΣΙΑ Ο.Ε.
+ΙΠΠΟΚΡΑΤΟΥΣ 22 — ΤΗΛ. 614.686, 634.506
+
+ΤΙΜΑΤΑΙ ΔΡΧ. 10
+
+ *
+ * *
+
+1) Πρόκειται εδώ περί του πολυθρυλήτου &Πλατωνικού αριθμού&, περί
+του οποίου εγράφησαν και παρά των αρχαίων και των νεωτέρων. Τα
+υπομνήματα τον Πρόκλου Π,36 κ. ε. έκδ. Kroll δεν συνετέλεσαν και
+πολύ εις την ακριβή εξήγησιν του σχετικού χωρίου, του οποίου την
+μετάφρασιν και ημείς ούτε καν επεχειρήσαμεν. — Ας προσέξη εδώ
+ακόμη ο αναγνώστης εις κάποιαν αναλογίαν, μακρυνήν βέβαια, που
+υπάρχει μεταξύ της πλατωνικής θεωρίας των «περιτροπών» και της
+αιωνίας επαναφοράς του Νίτσε.
+
+2) Ο στίχος του Αισχύλου είναι: λέγε άλλον τώρα σ' άλλες
+κληρωμένο πύλες. Επτ. Θήβ. σελ. 24 ημετέρας μεταφράσεως εκδ.
+Φέξη.
+
+3) Ο αριθμητικός ούτος υπολογισμός του πυθαγορίζοντος Πλάτωνος
+αναχωρεί εκ της υποθέσεως, ότι η ευτυχία του ηθικώς ανωτέρου
+ανθρώπου — του βασιλέως φιλοσόφου — έχει προς την ευτυχίαν του
+ανθρώπου του κειμένου δύο βαθμούς κατωτέρω — δηλ. του ολιγαρχικού
+— ως η του ολιγαρχικού προς την του τυράννου, ήτις ευρίσκεται
+επίσης δύο βαθμούς κατωτέρω. Η τελευταία αύτη αξία, επειδή
+πρόκειται περί απλής σκιάς (ειδώλου) εστερημένης πάσης
+στερεότητας, παρίσταται διά του αριθμού της επιφανείας, όστις
+είναι το 9, 3 >< 3 και ούτω έχομεν την αναλογίαν 9: 81 = 81: 729.
+Εκ τούτου εξάγεται ότι εις τους πέντε βαθμους της αρετής και
+ευτυχίας αντιστοιχούν αι πέντε πρώται δυνάμεις του 3 (3, 9, 27,
+81, 243, 729). Μεθ' όλον το αυθαίρετον και το κάπως παράξενον των
+διαβεβαιώσεων τούτων, οφείλομεν να μη παρίδωμεν την βαθύτητα της
+βλέψεως, ήτις επέτρεψεν εις τον φιλόσοφον να προαισθανθή την
+ύπαρξιν νόμων εν τω συνόλω του φυσικού κόσμου, όπως και του
+ψυχικού, τον οποίον έχει δίκαιον να μη χωρίζη απ' εκείνου». (T.
+Comperz.)
+
+
+
+
+
+
+
+End of the Project Gutenberg EBook of Republic Volume 4 (of 4), by Plato
+
+*** END OF THIS PROJECT GUTENBERG EBOOK REPUBLIC VOLUME 4 (OF 4) ***
+
+***** This file should be named 39530-0.txt or 39530-0.zip *****
+This and all associated files of various formats will be found in:
+ http://www.gutenberg.org/3/9/5/3/39530/
+
+Produced by Sophia Canoni. Book provided by Iason
+Konstantinides. Thanks to George Canonis for his major
+work in proofreading.
+
+
+Updated editions will replace the previous one--the old editions
+will be renamed.
+
+Creating the works from public domain print editions means that no
+one owns a United States copyright in these works, so the Foundation
+(and you!) can copy and distribute it in the United States without
+permission and without paying copyright royalties. Special rules,
+set forth in the General Terms of Use part of this license, apply to
+copying and distributing Project Gutenberg-tm electronic works to
+protect the PROJECT GUTENBERG-tm concept and trademark. Project
+Gutenberg is a registered trademark, and may not be used if you
+charge for the eBooks, unless you receive specific permission. If you
+do not charge anything for copies of this eBook, complying with the
+rules is very easy. You may use this eBook for nearly any purpose
+such as creation of derivative works, reports, performances and
+research. They may be modified and printed and given away--you may do
+practically ANYTHING with public domain eBooks. Redistribution is
+subject to the trademark license, especially commercial
+redistribution.
+
+
+
+*** START: FULL LICENSE ***
+
+THE FULL PROJECT GUTENBERG LICENSE
+PLEASE READ THIS BEFORE YOU DISTRIBUTE OR USE THIS WORK
+
+To protect the Project Gutenberg-tm mission of promoting the free
+distribution of electronic works, by using or distributing this work
+(or any other work associated in any way with the phrase "Project
+Gutenberg"), you agree to comply with all the terms of the Full Project
+Gutenberg-tm License available with this file or online at
+ www.gutenberg.org/license.
+
+
+Section 1. General Terms of Use and Redistributing Project Gutenberg-tm
+electronic works
+
+1.A. By reading or using any part of this Project Gutenberg-tm
+electronic work, you indicate that you have read, understand, agree to
+and accept all the terms of this license and intellectual property
+(trademark/copyright) agreement. If you do not agree to abide by all
+the terms of this agreement, you must cease using and return or destroy
+all copies of Project Gutenberg-tm electronic works in your possession.
+If you paid a fee for obtaining a copy of or access to a Project
+Gutenberg-tm electronic work and you do not agree to be bound by the
+terms of this agreement, you may obtain a refund from the person or
+entity to whom you paid the fee as set forth in paragraph 1.E.8.
+
+1.B. "Project Gutenberg" is a registered trademark. It may only be
+used on or associated in any way with an electronic work by people who
+agree to be bound by the terms of this agreement. There are a few
+things that you can do with most Project Gutenberg-tm electronic works
+even without complying with the full terms of this agreement. See
+paragraph 1.C below. There are a lot of things you can do with Project
+Gutenberg-tm electronic works if you follow the terms of this agreement
+and help preserve free future access to Project Gutenberg-tm electronic
+works. See paragraph 1.E below.
+
+1.C. The Project Gutenberg Literary Archive Foundation ("the Foundation"
+or PGLAF), owns a compilation copyright in the collection of Project
+Gutenberg-tm electronic works. Nearly all the individual works in the
+collection are in the public domain in the United States. If an
+individual work is in the public domain in the United States and you are
+located in the United States, we do not claim a right to prevent you from
+copying, distributing, performing, displaying or creating derivative
+works based on the work as long as all references to Project Gutenberg
+are removed. Of course, we hope that you will support the Project
+Gutenberg-tm mission of promoting free access to electronic works by
+freely sharing Project Gutenberg-tm works in compliance with the terms of
+this agreement for keeping the Project Gutenberg-tm name associated with
+the work. You can easily comply with the terms of this agreement by
+keeping this work in the same format with its attached full Project
+Gutenberg-tm License when you share it without charge with others.
+
+1.D. The copyright laws of the place where you are located also govern
+what you can do with this work. Copyright laws in most countries are in
+a constant state of change. If you are outside the United States, check
+the laws of your country in addition to the terms of this agreement
+before downloading, copying, displaying, performing, distributing or
+creating derivative works based on this work or any other Project
+Gutenberg-tm work. The Foundation makes no representations concerning
+the copyright status of any work in any country outside the United
+States.
+
+1.E. Unless you have removed all references to Project Gutenberg:
+
+1.E.1. The following sentence, with active links to, or other immediate
+access to, the full Project Gutenberg-tm License must appear prominently
+whenever any copy of a Project Gutenberg-tm work (any work on which the
+phrase "Project Gutenberg" appears, or with which the phrase "Project
+Gutenberg" is associated) is accessed, displayed, performed, viewed,
+copied or distributed:
+
+This eBook is for the use of anyone anywhere at no cost and with
+almost no restrictions whatsoever. You may copy it, give it away or
+re-use it under the terms of the Project Gutenberg License included
+with this eBook or online at www.gutenberg.org
+
+1.E.2. If an individual Project Gutenberg-tm electronic work is derived
+from the public domain (does not contain a notice indicating that it is
+posted with permission of the copyright holder), the work can be copied
+and distributed to anyone in the United States without paying any fees
+or charges. If you are redistributing or providing access to a work
+with the phrase "Project Gutenberg" associated with or appearing on the
+work, you must comply either with the requirements of paragraphs 1.E.1
+through 1.E.7 or obtain permission for the use of the work and the
+Project Gutenberg-tm trademark as set forth in paragraphs 1.E.8 or
+1.E.9.
+
+1.E.3. If an individual Project Gutenberg-tm electronic work is posted
+with the permission of the copyright holder, your use and distribution
+must comply with both paragraphs 1.E.1 through 1.E.7 and any additional
+terms imposed by the copyright holder. Additional terms will be linked
+to the Project Gutenberg-tm License for all works posted with the
+permission of the copyright holder found at the beginning of this work.
+
+1.E.4. Do not unlink or detach or remove the full Project Gutenberg-tm
+License terms from this work, or any files containing a part of this
+work or any other work associated with Project Gutenberg-tm.
+
+1.E.5. Do not copy, display, perform, distribute or redistribute this
+electronic work, or any part of this electronic work, without
+prominently displaying the sentence set forth in paragraph 1.E.1 with
+active links or immediate access to the full terms of the Project
+Gutenberg-tm License.
+
+1.E.6. You may convert to and distribute this work in any binary,
+compressed, marked up, nonproprietary or proprietary form, including any
+word processing or hypertext form. However, if you provide access to or
+distribute copies of a Project Gutenberg-tm work in a format other than
+"Plain Vanilla ASCII" or other format used in the official version
+posted on the official Project Gutenberg-tm web site (www.gutenberg.org),
+you must, at no additional cost, fee or expense to the user, provide a
+copy, a means of exporting a copy, or a means of obtaining a copy upon
+request, of the work in its original "Plain Vanilla ASCII" or other
+form. Any alternate format must include the full Project Gutenberg-tm
+License as specified in paragraph 1.E.1.
+
+1.E.7. Do not charge a fee for access to, viewing, displaying,
+performing, copying or distributing any Project Gutenberg-tm works
+unless you comply with paragraph 1.E.8 or 1.E.9.
+
+1.E.8. You may charge a reasonable fee for copies of or providing
+access to or distributing Project Gutenberg-tm electronic works provided
+that
+
+- You pay a royalty fee of 20% of the gross profits you derive from
+ the use of Project Gutenberg-tm works calculated using the method
+ you already use to calculate your applicable taxes. The fee is
+ owed to the owner of the Project Gutenberg-tm trademark, but he
+ has agreed to donate royalties under this paragraph to the
+ Project Gutenberg Literary Archive Foundation. Royalty payments
+ must be paid within 60 days following each date on which you
+ prepare (or are legally required to prepare) your periodic tax
+ returns. Royalty payments should be clearly marked as such and
+ sent to the Project Gutenberg Literary Archive Foundation at the
+ address specified in Section 4, "Information about donations to
+ the Project Gutenberg Literary Archive Foundation."
+
+- You provide a full refund of any money paid by a user who notifies
+ you in writing (or by e-mail) within 30 days of receipt that s/he
+ does not agree to the terms of the full Project Gutenberg-tm
+ License. You must require such a user to return or
+ destroy all copies of the works possessed in a physical medium
+ and discontinue all use of and all access to other copies of
+ Project Gutenberg-tm works.
+
+- You provide, in accordance with paragraph 1.F.3, a full refund of any
+ money paid for a work or a replacement copy, if a defect in the
+ electronic work is discovered and reported to you within 90 days
+ of receipt of the work.
+
+- You comply with all other terms of this agreement for free
+ distribution of Project Gutenberg-tm works.
+
+1.E.9. If you wish to charge a fee or distribute a Project Gutenberg-tm
+electronic work or group of works on different terms than are set
+forth in this agreement, you must obtain permission in writing from
+both the Project Gutenberg Literary Archive Foundation and Michael
+Hart, the owner of the Project Gutenberg-tm trademark. Contact the
+Foundation as set forth in Section 3 below.
+
+1.F.
+
+1.F.1. Project Gutenberg volunteers and employees expend considerable
+effort to identify, do copyright research on, transcribe and proofread
+public domain works in creating the Project Gutenberg-tm
+collection. Despite these efforts, Project Gutenberg-tm electronic
+works, and the medium on which they may be stored, may contain
+"Defects," such as, but not limited to, incomplete, inaccurate or
+corrupt data, transcription errors, a copyright or other intellectual
+property infringement, a defective or damaged disk or other medium, a
+computer virus, or computer codes that damage or cannot be read by
+your equipment.
+
+1.F.2. LIMITED WARRANTY, DISCLAIMER OF DAMAGES - Except for the "Right
+of Replacement or Refund" described in paragraph 1.F.3, the Project
+Gutenberg Literary Archive Foundation, the owner of the Project
+Gutenberg-tm trademark, and any other party distributing a Project
+Gutenberg-tm electronic work under this agreement, disclaim all
+liability to you for damages, costs and expenses, including legal
+fees. YOU AGREE THAT YOU HAVE NO REMEDIES FOR NEGLIGENCE, STRICT
+LIABILITY, BREACH OF WARRANTY OR BREACH OF CONTRACT EXCEPT THOSE
+PROVIDED IN PARAGRAPH 1.F.3. YOU AGREE THAT THE FOUNDATION, THE
+TRADEMARK OWNER, AND ANY DISTRIBUTOR UNDER THIS AGREEMENT WILL NOT BE
+LIABLE TO YOU FOR ACTUAL, DIRECT, INDIRECT, CONSEQUENTIAL, PUNITIVE OR
+INCIDENTAL DAMAGES EVEN IF YOU GIVE NOTICE OF THE POSSIBILITY OF SUCH
+DAMAGE.
+
+1.F.3. LIMITED RIGHT OF REPLACEMENT OR REFUND - If you discover a
+defect in this electronic work within 90 days of receiving it, you can
+receive a refund of the money (if any) you paid for it by sending a
+written explanation to the person you received the work from. If you
+received the work on a physical medium, you must return the medium with
+your written explanation. The person or entity that provided you with
+the defective work may elect to provide a replacement copy in lieu of a
+refund. If you received the work electronically, the person or entity
+providing it to you may choose to give you a second opportunity to
+receive the work electronically in lieu of a refund. If the second copy
+is also defective, you may demand a refund in writing without further
+opportunities to fix the problem.
+
+1.F.4. Except for the limited right of replacement or refund set forth
+in paragraph 1.F.3, this work is provided to you 'AS-IS', WITH NO OTHER
+WARRANTIES OF ANY KIND, EXPRESS OR IMPLIED, INCLUDING BUT NOT LIMITED TO
+WARRANTIES OF MERCHANTABILITY OR FITNESS FOR ANY PURPOSE.
+
+1.F.5. Some states do not allow disclaimers of certain implied
+warranties or the exclusion or limitation of certain types of damages.
+If any disclaimer or limitation set forth in this agreement violates the
+law of the state applicable to this agreement, the agreement shall be
+interpreted to make the maximum disclaimer or limitation permitted by
+the applicable state law. The invalidity or unenforceability of any
+provision of this agreement shall not void the remaining provisions.
+
+1.F.6. INDEMNITY - You agree to indemnify and hold the Foundation, the
+trademark owner, any agent or employee of the Foundation, anyone
+providing copies of Project Gutenberg-tm electronic works in accordance
+with this agreement, and any volunteers associated with the production,
+promotion and distribution of Project Gutenberg-tm electronic works,
+harmless from all liability, costs and expenses, including legal fees,
+that arise directly or indirectly from any of the following which you do
+or cause to occur: (a) distribution of this or any Project Gutenberg-tm
+work, (b) alteration, modification, or additions or deletions to any
+Project Gutenberg-tm work, and (c) any Defect you cause.
+
+
+Section 2. Information about the Mission of Project Gutenberg-tm
+
+Project Gutenberg-tm is synonymous with the free distribution of
+electronic works in formats readable by the widest variety of computers
+including obsolete, old, middle-aged and new computers. It exists
+because of the efforts of hundreds of volunteers and donations from
+people in all walks of life.
+
+Volunteers and financial support to provide volunteers with the
+assistance they need are critical to reaching Project Gutenberg-tm's
+goals and ensuring that the Project Gutenberg-tm collection will
+remain freely available for generations to come. In 2001, the Project
+Gutenberg Literary Archive Foundation was created to provide a secure
+and permanent future for Project Gutenberg-tm and future generations.
+To learn more about the Project Gutenberg Literary Archive Foundation
+and how your efforts and donations can help, see Sections 3 and 4
+and the Foundation information page at www.gutenberg.org
+
+
+Section 3. Information about the Project Gutenberg Literary Archive
+Foundation
+
+The Project Gutenberg Literary Archive Foundation is a non profit
+501(c)(3) educational corporation organized under the laws of the
+state of Mississippi and granted tax exempt status by the Internal
+Revenue Service. The Foundation's EIN or federal tax identification
+number is 64-6221541. Contributions to the Project Gutenberg
+Literary Archive Foundation are tax deductible to the full extent
+permitted by U.S. federal laws and your state's laws.
+
+The Foundation's principal office is located at 4557 Melan Dr. S.
+Fairbanks, AK, 99712., but its volunteers and employees are scattered
+throughout numerous locations. Its business office is located at 809
+North 1500 West, Salt Lake City, UT 84116, (801) 596-1887. Email
+contact links and up to date contact information can be found at the
+Foundation's web site and official page at www.gutenberg.org/contact
+
+For additional contact information:
+ Dr. Gregory B. Newby
+ Chief Executive and Director
+ gbnewby@pglaf.org
+
+Section 4. Information about Donations to the Project Gutenberg
+Literary Archive Foundation
+
+Project Gutenberg-tm depends upon and cannot survive without wide
+spread public support and donations to carry out its mission of
+increasing the number of public domain and licensed works that can be
+freely distributed in machine readable form accessible by the widest
+array of equipment including outdated equipment. Many small donations
+($1 to $5,000) are particularly important to maintaining tax exempt
+status with the IRS.
+
+The Foundation is committed to complying with the laws regulating
+charities and charitable donations in all 50 states of the United
+States. Compliance requirements are not uniform and it takes a
+considerable effort, much paperwork and many fees to meet and keep up
+with these requirements. We do not solicit donations in locations
+where we have not received written confirmation of compliance. To
+SEND DONATIONS or determine the status of compliance for any
+particular state visit www.gutenberg.org/donate
+
+While we cannot and do not solicit contributions from states where we
+have not met the solicitation requirements, we know of no prohibition
+against accepting unsolicited donations from donors in such states who
+approach us with offers to donate.
+
+International donations are gratefully accepted, but we cannot make
+any statements concerning tax treatment of donations received from
+outside the United States. U.S. laws alone swamp our small staff.
+
+Please check the Project Gutenberg Web pages for current donation
+methods and addresses. Donations are accepted in a number of other
+ways including checks, online payments and credit card donations.
+To donate, please visit: www.gutenberg.org/donate
+
+
+Section 5. General Information About Project Gutenberg-tm electronic
+works.
+
+Professor Michael S. Hart was the originator of the Project Gutenberg-tm
+concept of a library of electronic works that could be freely shared
+with anyone. For forty years, he produced and distributed Project
+Gutenberg-tm eBooks with only a loose network of volunteer support.
+
+Project Gutenberg-tm eBooks are often created from several printed
+editions, all of which are confirmed as Public Domain in the U.S.
+unless a copyright notice is included. Thus, we do not necessarily
+keep eBooks in compliance with any particular paper edition.
+
+Most people start at our Web site which has the main PG search facility:
+
+ www.gutenberg.org
+
+This Web site includes information about Project Gutenberg-tm,
+including how to make donations to the Project Gutenberg Literary
+Archive Foundation, how to help produce our new eBooks, and how to
diff --git a/39530-0.zip b/39530-0.zip
new file mode 100644
index 0000000..3bd6e49
--- /dev/null
+++ b/39530-0.zip
Binary files differ
diff --git a/39530-h.zip b/39530-h.zip
new file mode 100644
index 0000000..6ef2eb9
--- /dev/null
+++ b/39530-h.zip
Binary files differ
diff --git a/39530-h/39530-h.htm b/39530-h/39530-h.htm
new file mode 100644
index 0000000..fffe6f0
--- /dev/null
+++ b/39530-h/39530-h.htm
@@ -0,0 +1,3302 @@
+<?xml version="1.0"?>
+<!DOCTYPE html PUBLIC "-//W3C//DTD XHTML 1.0 Transitional//EN" "http://www.w3.org/TR/xhtml1/DTD/xhtml1-transitional.dtd">
+<html xmlns="http://www.w3.org/1999/xhtml">
+<head>
+<meta http-equiv="Content-Type" content="text/html; charset=utf-8" />
+<meta name="keywords"
+ content="Πλάτων, Πολιτεία, Ι. Ν. Γρυπάρης, Φιλοσοφία" />
+
+<title>Πολιτεία Τόμος 4</title>
+
+<style type="text/css">
+
+body {
+font-family: verdana, geneva, arial, helvetica, sans-serif;
+line-height: 20px;
+margin-left: 5%;
+margin-right: 5%;
+}
+
+p{
+ text-align: justify;
+ margin-top: 1em;
+ margin-bottom: 1em;
+}
+
+hr{
+ width: 65%;
+}
+.poem {
+ FONT-SIZE: 95%; margin-left: 30%;
+}
+</style>
+
+</head>
+
+<body>
+
+
+<pre>
+
+The Project Gutenberg EBook of Republic Volume 4 (of 4), by Plato
+
+This eBook is for the use of anyone anywhere at no cost and with
+almost no restrictions whatsoever. You may copy it, give it away or
+re-use it under the terms of the Project Gutenberg License included
+with this eBook or online at www.gutenberg.org
+
+
+Title: Republic Volume 4 (of 4)
+
+Author: Plato
+
+Translator: Ioannis Gryparis
+
+Release Date: April 24, 2012 [EBook #39530]
+
+Language: Greek
+
+Character set encoding: UTF-8
+
+*** START OF THIS PROJECT GUTENBERG EBOOK REPUBLIC VOLUME 4 (OF 4) ***
+
+
+
+
+Produced by Sophia Canoni. Book provided by Iason
+Konstantinides. Thanks to George Canonis for his major
+work in proofreading.
+
+
+
+
+
+
+</pre>
+
+
+<p style='font-size: small;'>Note: The tonic system has been changed from polytonic to
+monotonic, otherwise the spelling of the book has not been changed. Footnotes have
+been converted to endnotes. // Σημείωση: Το τονικό σύστημα έχει αλλάξει από
+πολυτονικό σε μονοτονικό. Κατά τα άλλα έχει διατηρηθεί η ορθογραφία του βιβλίου.
+Οι υποσημειώσεις των σελίδων έχουν μεταφερθεί στο τέλος του βιβλίου.</p>
+
+<p style='text-align:center;'><br /><img src ="images/cover.jpg" width="458"
+height="650"
+alt="Εξώφυλλο" border="2" /><br /></p>
+
+<h4 style="text-align: center; margin-top: 3em">ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ<br />
+<u>ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ</u></h4>
+
+<p>
+</p>
+
+<h1 style="text-align: center; margin-top: 3em">ΠΛΑΤΩΝΟΣ</h1>
+<h2 style="text-align: center; margin-top: 3em">ΠΟΛΙΤΕΙΑ</h2>
+
+<h3 style="text-align: center; margin-top: 6em">ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ<br />
+Ι. Ν. ΓΡΥΠΑΡΗ<br /><br /><br />
+
+ΤΟΜΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟΣ</h3>
+
+<h4 style="text-align: center; margin-top: 8em">ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ<br />
+ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΦΕΞΗ<br />
+1911</h4>
+
+
+<p>
+</p>
+
+<h3 style="text-align: center; margin-top: 6em">ΠΛΑΤΩΝΟΣ<br />
+ΠΟΛΙΤΕΙΑ</h3>
+
+<h4 style="text-align: center; margin-top: 8em">ΒΙΒΛΙΟΝ Η'.</h4>
+
+<p>
+<br />
+&nbsp;— Έστω· εμείναμεν λοιπόν σύμφωνοι, αγαπητέ Γλαύκων, ότι εις μίαν πολιτείαν,
+η οποία μέλλει να κυβερνάται άριστα, θα είναι κοιναί μεν αι γυναίκες, κοινά τα τέκνα,
+κοινή όλη η εκπαίδευσις, κοινά όλα τα έργα τα αναφερόμενα εις τον πόλεμον και την
+ειρήνην, η δε ανωτάτη αρχή θα δίδεται εις τους αναδεικνυομένους αρίστους εις την
+φιλοσοφίαν και εις τα πολεμικά· — Μάλιστα, εμείναμεν σύμφωνοι. — Επίσης
+παρεδέχθημεν ότι αφού τοιουτοτρόπως εκλεχθώσιν οι άρχοντες, θα κατοικήσωσι μετά
+των στρατιωτών των εις οικίας τοιαύτας, όπως τας προείπομεν, κοινάς δηλαδή δι'
+όλους και όπου κανείς δεν θα έχη τίποτε ιδικόν του^ εκτός δε της κατοικίας,
+ενθυμείσαι βέβαια ακόμη και τι παρεδέχθημεν και σχετικώς με την ιδιοκτησίαν. — Και
+βέβαια ενθυμούμαι, ότι κανείς από αυτούς δεν πρέπει να έχη οιανδήποτε ατομικήν
+περιουσίαν, όπως συμβαίνει σήμερον^ αλλ' ως αθληταί, που θα είναι, προωρισμένοι
+διά τον πόλεμον και την φρούρησιν της πόλεως, θα λαμβάνουν ως μισθόν διά τας
+υπηρεσίας των παρά των άλλων την τροφήν των μόνον, όση τους χρειάζεται δι' ένα
+χρόνον, και θα φροντίζουν αποκλειστικώς διά την ασφάλειαν την ιδικήν των και της
+πόλεως. — Πολύ σωστά· έλα λοιπόν τώρα, αφού είπαμεν όσα είχαμεν να ειπούμεν δι'
+αυτά, να ενθυμηθούμεν, πού ευρισκόμεθα, όταν εισήλθαμεν εις αυτήν την
+παρέκβασιν, διά να αναλάβωμεν την σειράν του λόγου μας.</p>
+
+<p>&nbsp;— Δεν είναι δύσκολον· διότι, όπως και τώρα, εφαίνετο ότι είχες τελειώση
+και τότε τον λόγον περί της πόλεως και κατέληξες εις το συμπέρασμα ότι, διά να είναι
+αρίστη μία πολιτεία, οφείλει να ομοιάζη με εκείνην, που περιέγραψες, επίσης δε και
+τέλειος άνθρωπος, εκείνος που θα ωμοίαζε με αυτήν, αν και ημπορούσες, καθώς
+έλεγες, να δώσης και καλύτερον ακόμη πρότυπον του τελείου ανθρώπου και της
+πόλεως· επρόσθεσες όμως ότι, αφού αυτή η μορφή της πολιτείας ήτο η αρίστη, όλαι
+αι άλλαι κατ' ανάγκην είναι ελαττωματικαί· καθόσον δε ενθυμούμαι, έλεγες ότι
+υπάρχουν τέσσερα είδη τοιούτων πολιτειών, τα οποία θα ήξιζε τον κόπον να μελετήση
+κανείς, διά να ίδη τα ελαττώματά των, καθώς και των ανθρώπων που αντιστοιχούν
+προς αυτάς, ούτως ώστε, αφού σπουδάσωμεν επιμελώς όλους αυτούς και
+αναγνωρίσωμεν, ποίος είναι ο καλύτερος και ποίος ο χειρότερος, να είμεθα εις θέσιν
+να κρίνωμεν αν πράγματι ο πρώτος είναι ο ευτυχέστερος, και ο δεύτερος είναι ο
+αθλιώτερος, ή εάν το πράγμα έχη διαφορετικά· και ενώ εγώ σε ερωτούσα να μου
+ειπής, ποία είναι αυτά τα τέσσερα είδη των πολιτειών, μας διέκοψαν ο Πολέμαρχος
+και ο Αδείμαντος, και σε ηνάγκασαν τοιουτοτρόπως να κάμης την παρέκβασιν αυτήν,
+η οποία τώρα ετελείωσε.</p>
+
+<p>&nbsp;— Πολύ σωστά τα ενθυμείσαι. — Κάμε λοιπόν τώρα όπως οι παλαισταί·
+δόσε μου πάλιν το ίδιον πιάσιμον και απάντησε εις την ιδίαν μου εκείνην ερώτησιν
+ό,τι επρόκειτο να μου αποκριθής τότε. — Ευχαρίστως, εάν ημπορώ. — Επιθυμώ
+λοιπόν να ακούσω, ποία είναι τα τέσσερα είδη των πολιτειών, που έλεγες.</p>
+
+<p>&nbsp;— Δεν είναι δύσκολον να το ακούσης· είναι πολύ γνωστά και αι τέσσαρες
+και με τα ονόματά των· η πρώτη, που επαινείται μάλιστα από τους περισσοτέρους,
+είναι η Κρητική και η Λακωνική· η δευτέρα, η οποία έρχεται και δευτέρα εις την
+εκτίμησιν των πολλών, είναι η καλουμένη ολιγαρχία, έχουσα όχι ολίγα ελαττώματα· η
+τρίτη, όλως διόλου αντίθετος με αυτήν και ολιγώτερον εκτιμωμένη, η δημοκρατία· και
+τελευταίον η περίφημος δα εκείνη τυραννίς, εντελώς διαφορετική απ' όλας τας άλλας,
+το τέταρτον και χειρότερον νόσημα διά μίαν πόλιν· αυτά λοιπόν είναι τα τέσσερα είδη
+των πολιτειών· ή μήπως γνωρίζεις εσύ και καμμίαν άλλην, που να αποτελή ίδιον και
+σαφώς διακεκριμένον είδος; διότι αι δυναστείαι και αι αγορασταί βασιλείαι και άλλαι
+τοιαύται ημπορούν να εισέλθουν ως διάμεσοι μορφαί μεταξύ των ανωτέρω, και
+ευρίσκονται όχι ολιγώτερον συχνά εις τους βαρβάρους, παρά εις τους Έλληνας. —
+Υπάρχουν πράγματι πολλά και περίεργα πολιτεύματα τοιαύτα.</p>
+
+<p>&nbsp;— Γνωρίζεις λοιπόν, ότι κατ' ανάγκην θα υπάρχουν και άλλα τόσα είδη
+ανθρωπίνων χαρακτήρων, όσα και πολιτευμάτων; ή νομίζεις ότι τα πολιτεύματα
+γίνονται <b>από δρυν ή από πέτραν</b>, και όχι από τα ήθη των πολιτών, τα οποία
+κατά την διεύθυνσιν, που θα λάβουν, θα συμπαρασύρουν και όλα τα λοιπά; —
+Πραγματικώς από τα ήθη και μόνον. — Αφού λοιπόν υπάρχουν πέντε είδη
+πολιτευμάτων, δεν πρέπει επίσης να υπάρχουν και πέντε είδη χαρακτήρων της ψυχής;
+— Πώς όχι; — Και τον μεν χαρακτήρα, ο οποίος αντιστοιχεί προς την αριστοκρατίαν,
+τον επραγματεύθημεν ήδη, και ορθώς είπαμεν, ότι είναι αγαθός και δίκαιος. —
+Μάλιστα. — Μετά τούτον λοιπόν πρέπει τώρα να διεξέλθωμεν τους χειροτέρους
+χαρακτήρας, και εν πρώτοις τον φίλαρχον και φιλόδοξον, ο οποίος αντιστοιχεί προς το
+πολίτευμα των Λακεδαιμονίων, και ακολούθως τον ολιγαρχικόν και τον δημοκρατικόν
+και τον τυραννικόν· και αφού αναγνωρίσωμεν τον αδικώτατον εξ όλων, τον
+αντιπαραβάλωμεν προς τον δικαιότατον, διά να ημπορέσωμεν εν τέλει να κρίνωμεν,
+ποία είναι η σχέσις της ακράτου δικαιοσύνης προς την άκρατον αδικίαν ως προς την
+ευτυχίαν ή την αθλιότητα του έχοντος, και τοιουτοτρόπως να επιδιώκωμεν ή την
+αδικίαν, συμφώνως προς τας συμβουλάς του Θρασυμάχου, ή την δικαιοσύνην,
+συμφώνως με το λογικόν συμπέρασμα που εξάγεται εξ αυτής της συζητήσεως. — Αυτό
+πράγματι έχομεν να κάμωμεν. </p>
+
+<p>&nbsp;— Λοιπόν, όπως αρχίσαμεν ήδη να εξετάζωμεν τα ήθη των πολιτειών πριν
+από τα ήθη των ατόμων, επειδή μας εφάνη η μέθοδος αυτή φωτεινωτέρα, δεν
+εγκρίνεις να εξακολουθήσωμεν εφαρμόζοντες αυτήν, και αφού εξετάσωμεν κατά
+πρώτον την φίλαρχον πολιτείαν (διότι δεν γνωρίζω ποίον άλλο όνομα να της δώσω·
+εκτός εάν ίσως πρέπη να την ονομάσω τιμοκρατίαν ή τιμαρχίαν) να εξετάσωμεν
+ακολούθως τον άνθρωπον που αντιστοιχεί προς αυτήν, έπειτα την ολιγαρχίαν και τον
+ολιγαρχικόν άνθρωπον, ύστερον να στραφώμεν και να μελετήσωμεν την δημοκρατίαν
+και τον δημοκρατικόν, και τελευταίον, αφού εξετάσωμεν το τυραννικόν πολίτευμα και
+ιδούμεν και την ψυχήν του τυραννικού ανθρώπου, να δοκιμάσωμεν να εκφέρωμεν
+δικαιολογημένην την κρίσιν μας επί του ζητήματος, που ανελάβαμεν να λύσωμεν; —
+Μάλιστα, τοιουτοτρόπως θα ήτο σύμφωνος με την λογικήν και η εξέτασις και η κρίσις
+μας.</p>
+
+<p>&nbsp;— Ας δοκιμάσωμεν λοιπόν πρώτα πρώτα να εξετάσωμεν πώς γίνεται η
+μετάβασις από την αριστοκρατίαν εις την τιμοκρατίαν· ή δεν είναι απλουστάτη
+αλήθεια, ότι πάσα μεταβολή εν τω πολιτεύματι προέρχεται από το μέρος το οποίον
+διαχειρίζεται την αρχήν, όταν τύχη και συμβή καμμία διατάραξις εις αυτό, ενώ, εφ'
+όσον διατηρή αδιατάρακτον την αρμονίαν του, όσον μικρόν και αν υποτεθή αυτό το
+μέρος, είναι αδύνατον να επέλθη καμμία μεταβολή εις την πολιτείαν; — Έτσι είναι
+πραγματικώς. — Πώς λοιπόν, Γλαύκων, θα υποστή μεταβολήν η πολιτεία η ιδική μας;
+και από πού θα εισχωρήση μεταξύ των επικούρων και των αρχόντων μας η διχόνοια
+και προς αλλήλους και προς τους εαυτούς των; ή θέλεις, καθώς ο Όμηρος, να
+επικαλεσθώμεν τας Μούσας να μας ειπούν, πώς κατά πρώτον ενέπεσε μεταξύ των η
+έρις και να φαντασθώμεν ότι μας αποκρίνωνται με ένα ύφος τραγικόν και
+μεγαλόστομον, ως να σοβαρεύωνται και να σπουδαιολογούν, ενώ θα παίζουν και θα
+χαριεντολογούν με ημάς σαν με παιδιά; — Πώς;</p>
+
+<p>&nbsp;— Κατ' αυτόν τον τρόπον περίπου: Δύσκολον βέβαια είναι μία πόλις, ούτω
+συγκεκροτημένη, όπως η ιδική σας, να μετακινηθή· αλλ' αφού παν ό,τι γεννάται
+υπόκειται και εις φθοράν, ούτε το πολιτικόν σας αυτό σύνταγμα θα μείνη εις αιώνα
+αναλλοίωτον, αλλά θα έλθη ημέρα να διαλυθή· και ιδού πώς. Υπάρχει, όχι μόνον διά
+τα φυτά, που γεννώνται εις τους κόλπους της γης, αλλά προσέτι και διά τας {???} και
+τα σώματα των ζώων, που ζουν επί της επιφανείας αυτής, περίοδος ευφορίας και
+αφορίας· συμβαίνει δε τούτο, όταν έκαστον είδος τελειώνη και ξαναρχίζη τον κύκλον
+της εξελίξεως αυτού, ο οποίος είναι βραχύτερος ή μακρότερος, αναλόγως της
+διαρκείας της ζωής εκάστου είδους· οι δε ιδικοί σας άρχοντες, τους οποίους σεις
+εξεπαιδεύσατε, όσον σοφοί και αν είναι, δυνατόν να συμβή να μην εννοήσουν ή να
+μην υπολογίσουν ακριβώς τας περιόδους αυτάς της ευφορίας και της αγονίας του
+είδους σας και τοιουτοτρόπως να τους διαφύγη ο κατάλληλος καιρός και να
+τεκνοποιήσουν, όταν δεν πρέπη· και διά μεν τα θεία γένη η περίοδος αύτη
+περιλαμβάνεται εντός αριθμού τελείου· διά δε το ανθρώπινον γένος υπάρχει ένας
+τοιούτος αριθμός γεωμετρικός,
+(<span style='font-size: small;'><a href='#fn1' id='ref1'>1</a></span>)
+ο οποίος κανονίζει την περίοδον των χειροτέρων και των καλυτέρων γεννήσεων, όταν
+δει από άγνοιαν αυτού, οι άρχοντές σας συνάψωσιν εις ακατάλληλον εποχήν τους
+μεταξύ των ανδρών και γυναικών γάμους, τότε εξ αυτών θα προέλθουν τέκνα όχι με
+καλά φυσικά ούτε ευτυχισμένα. Και θα εγκαταστήσουν μεν τους καλυτέρους μεταξύ
+αυτών εις την αρχήν οι προκάτοχοι, επειδή όμως θα είναι ανάξιοι να τους διαδεχθούν,
+θα αρχίσουν πρώτα πρώτα να παραμελούν την φρούρησίν μας, μη δίδοντες την
+δέουσαν σημασίαν εις τα της μουσικής [ακολούθως δε και εις την γυμναστικήν]· ένεκα
+τούτου οι νέοι μας θα γίνουν αμουσότεροι· και όσοι εξ αυτών γίνουν κατόπιν άρχοντες
+δεν θα έχουν την προσήκουσαν ικανότητα να διακρίνουν τα κατά τον Ησίοδον γένη,
+που παρεδέχθημεν και ημείς, το χρυσούν, το αργυρούν, το χαλκούν και το σιδηρούν·
+επειδή δε θα ανακατωθούν το σιδηρούν με το αργυρούν, και το χαλκούν με το
+χρυσούν, θα επέλθη ανομοιότης και ανάρμοστος ανωμαλία, ελαττώματα τα οποία,
+όπου και αν παρουσιάζωνται, γεννούν πάντα τον πόλεμον και την έχθραν. — Και πολύ
+σωστά θα ειπούμεν ότι μας απεκρίθησαν αι Μούσαι. — Κατ' ανάγκην, αφού βέβαια
+είναι Μούσαι. — Ας ιδούμεν λοιπόν τι λέγουν και παρακάτω.</p>
+
+<p>&nbsp;— Αφού άπαξ προέκυψεν η διχόνοια μεταξύ των, αφ' ενός μεν τα δύο γένη,
+το χαλκούν και το σιδηρούν, ήρχισαν να τραυούν προς τον πλουτισμόν και την
+απόκτησιν γης και οικιών και χρυσίου και αργύρου, τα δε δύο άλλα πάλιν αφ' ετέρου,
+το χρυσούν και το αργυρούν, επειδή αυτά δεν είχαν έλλειψιν, αλλ' ήσαν εκ φύσεως
+πλούσια, εξηκολούθουν να σύρουν τας ψυχάς προς την αρετήν και την αρχαίαν εν
+γένει κατάστασιν· μετά πολλούς τέλος αγώνας και διαμάχας, συνεβιβάσθησαν να
+μοιράσουν μεταξύ των την γην και τας κατοικίας, να υποδουλώσουν δε εκείνους, που
+εφρούρουν πριν, και τους οποίους ελευθέρους όντας τους εθεώρουν φίλους και
+τροφούς των, και να τους καταστήσουν τώρα περιοίκους και οικέτας των, μόνοι των δε
+πλέον να έχουν την φροντίδα του πολέμου και της κοινής ασφαλείας. — Από αυτό
+πράγματι μου φαίνεται, πως ήρχισεν η μετάβασις. — Αυτό δε το νέον πολίτευμα δεν
+θα είναι κάτι τι μεταξύ αριστοκρατίας και ολιγαρχίας; — Βεβαιότατα.</p>
+
+<p>&nbsp;— Κατ' αυτόν λοιπόν τον τρόπον θα επέλθη η μεταπολίτευσις· οποία δε τις
+θα είναι τώρα η νέα διοίκησις; δεν είναι φανερόν ότι, αφ' ενός μεν θα διατηρήση
+μερικά από το παλαιόν πολίτευμα, άλλα δε θα πάρη από την ολιγαρχίαν, αφού κείται
+μεταξύ των δύο, αφ' ετέρου δε θα έχη κάτι όλως διόλου ξεχωριστόν και ιδικόν της; —
+Έτσι είναι. — Δεν θα διατηρήση λοιπόν η τάξις των προμάχων από μεν την
+αριστοκρατίαν τον προς τους άρχοντας σεβασμόν, την αποχήν από της γεωργίας και
+των χειρωνακτικών εργασιών και εν γένει όλων των προσοδοφόρων επαγγελμάτων, το
+σύστημα των κοινών συσσιτίων, την επιμέλειαν της γυμναστικής και των πολεμικών
+γυμνασίων και όλα τα τοιαύτα; — Ναι. — Ξεχωριστά δε ιδικά της δεν θα έχη τον
+φόβον να ανυψώνη εις τα ανώτατα αξιώματα τους σοφούς, επειδή δεν θα ευρίσκη
+πλέον εις τους κόλπους της τοιούτους ανθρώπους μονομερείς και αποκλειστικούς,
+αλλά μικτούς; και επομένως δεν θα αποκλίνη προς ανθρώπους μάλλον θυμοειδείς και
+ολιγώτερον μορφωμένους, και γεννημένους μάλλον δια τον πόλεμον παρά διά την
+ειρήνην; και δεν θα δίδη μεγαλυτέραν αξίαν εις τα στρατηγήματα και τους δόλους του
+πολέμου, τον οποίον θα θεωρή ως την μοναδικήν της πάντοτε ενασχόλησιν; — Ναι. —
+Επομένως θα είναι οι τοιούτοι άπληστοι χρημάτων, όπως συμβαίνει εις τας
+ολιγαρχίας, και θα λατρεύουν μανιωδώς εν κρυπτώ και παραβύστω τον χρυσόν και
+τον άργυρον, αφού θα έχουν ίδια ταμεία και θησαυροφυλάκια, όπου θα τα φυλάττουν
+κρυμμένα, επίσης δε και κατοικίας απομονωμένας, αληθινάς φωλεάς ιδικάς των, όπου
+θα κάμνουν μεγάλα έξοδα και σπατάλην με γυναίκας και με οποίους άλλους θέλουν.
+— Σωστότατα. — Επομένως θα είναι φιλάργυροι μεν διά τα ιδικά των χρήματα, αφού
+θα τα λατρεύουν και θα τα φυλάττουν κρυφά, σπάταλοι όμως διά τα ξένα, από την
+επιθυμίαν να ικανοποιούν τα πάθη των· παραδεδομένοι δε κρυφίως εις όλας τας
+ηδονάς, θα κυττάζουν πώς να διαφύγουν τον νόμον, σαν άτακτα παιδιά τον πατέρα
+των, εξ αιτίας της ανατροφής των, η οποία στηρίζεται εις την βίαν και όχι εις την
+πειθώ, επειδή παρημελήθη η Μούσα η αληθινή των λόγων και της φιλοσοφίας, και
+επροτιμήθη η γυμναστική αντί της μουσικής. — Όλως διόλου πράγματι είναι
+ανακατωμένη αυτή η πολιτεία με καλά και με κακά. — Ανακατωμένη, μάλιστα· ένα δε
+μόνον είναι καθαρόν και διαφανέστατον εις αυτήν, αφού επικρατεί το θυμοειδές, η
+φιλαρχία και η φιλοδοξία. — Και πάρα πολύ μάλιστα.</p>
+
+<p>&nbsp;— Αυτή λοιπόν είναι η αρχή και η μορφή του πολιτεύματος τούτου, το
+οποίον, εννοείς, περιωρίσθην να σχεδιαγραφήσω απλώς και όχι να επεξεργασθώ
+τελείως, επειδή αρκεί και τόσον διά να γνωρίσωμεν τον δικαιότατον και τον
+αδικώτατον άνθρωπον, που ζητούμεν, θα ήτο δε εξ άλλου και ατελείωτον το έργον, αν
+ηθέλαμεν να διέλθωμεν όλα τα πολιτεύματα, χωρίς να παραλείπωμεν καμμίαν
+λεπτομέρειαν. — Και πολύ σωστά.</p>
+
+<p>&nbsp;— Ποίος λοιπόν είναι ο άνθρωπος, που αντιστοιχεί προς αυτό το
+πολίτευμα; πώς μορφούται και ποίος είναι ο χαρακτήρ του; — Τον φαντάζομαι,
+διέκοψεν ο Αδείμαντος, να παρομοιάζη κάπως με τον Γλαύκωνα αυτόν, όσον αφορά
+τουλάχιστον την φιλοδοξίαν. — Ίσως κατά τούτο μόνον· μου φαίνεται όμως ότι
+διαφέρει κατά πολλά άλλα. — Ποία; — Εν πρώτοις πρέπει να είναι εκείνος
+αυθαδέστερος και κάπως αμουσότερος, αν και θα αγαπά την μουσικήν· θα αγαπά
+επίσης τους λόγους και τα ακροάματα, δεν θα έχη όμως ο ίδιος καμμίαν ρητορικήν
+ιδιοφυίαν· προς τους δούλους θα είναι σκληρός, αντί να τους περιφρονή, όπως εκείνοι
+που έλαβαν την τελείαν ανατροφήν, προς τους ελευθέρους ήμερος και προς τους
+άρχοντας ευπειθέστατος· φίλαρχος δε και φιλόδοξος επί πάσι, θα επιζητή τα αξιώματα
+όχι χάρις εις την ρητορικήν του ικανότητα, αλλά χάρις εις την πολεμικήν του αξίαν και
+τα πολεμικά του κατορθώματα, και θα είναι επομένως μανιώδης διά τας σωματικάς
+ασκήσεις και το κυνήγιον. — Αυτά αλήθεια θα είναι τα ήθη του ανθρώπου εκείνης της
+πολιτείας. — Αλλά ακόμη ο τοιούτος, εφ' όσον μεν είναι νέος, ίσως να περιφρονή τα
+χρήματα, όσον όμως προχωρή η ηλικία, θα του αναπτύσσεται επί μάλλον και μάλλον
+και το πάθος αυτό, διότι και εκ φύσεως μετέχει της φιλοχρηματίας και διότι και η
+αρετή του δεν είναι καθαρά και ακεραία, επειδή εξ αρχής εστερήθη του αρίστου
+αυτής φύλακος. — Τίνος; ηρώτησεν ο Αδείμαντος. — Της διαλεκτικής, συνδυασμένης
+με την μουσικήν διότι μόνον αυτή ημπορεί να διασώση την αρετήν καθ' όλον τον βίον
+εις την καρδίαν εκείνου, που την κατέχει. — Καλά λέγεις. — Τοιούτος λοιπόν είναι και
+ο χαρακτήρ του νέου, ο οποίος ομοιάζει με το τιμοκρατικόν πολίτευμα. —
+Πράγματι.</p>
+
+<p>&nbsp;— Ιδού δε τώρα κατά ποίον τρόπον σχηματίζεται· συμβαίνει ο νέος μας να
+έχη πατέρα κατοικούντα εις πόλιν κακώς κυβερνωμένην, ο οποίος αποφεύγει τας
+τιμάς και τα αξιώματα και όλας τας ενοχλήσεις που συνεπάγουν και προτιμά να μην
+έχη καμμίαν θέσιν εις την πόλιν, φθάνει να έχη εξησφαλισμένην την ησυχίαν του. —
+Λοιπόν πώς διαπλάσσεται ο χαρακτήρ του υιού; — Ακούει εν πρώτοις την μητέρα του
+να δυσανασχετή και να παραπονήται διαρκώς, διότι ο σύζυγός της δεν είναι από τους
+επισήμους και δι' αυτό δεν έχει και αυτή καμμίαν κοινωνικήν σειράν μεταξύ των
+άλλων γυναικών, διότι τον βλέπει να μη φροντίζη καθόλου να αυξήση την περιουσίαν
+του και να προτιμά να υφίσταται ανάνδρως κάθε ζημίαν των συμφερόντων του, παρά
+να έχη ανακατώματα και διαφοράς εις τα δικαστήρια, να ενασχολήται μόνον περί του
+εαυτού του, να δεικνύη δε τελείαν αδιαφορίαν περί αυτής· καθημερινώς λοιπόν την
+ακούει να επαναλαμβάνη και να λέγη, ότι ο πατέρας του δεν είναι άνδρας, ότι δεν
+είναι καμμιά προκοπή από αυτόν, και όλα τα τέτοια που συνηθίζουν να ψάλλουν αι
+γυναίκες εις αυτάς τας περιστάσεις. — Αυτό το έχουν πραγματικώς αι γυναίκες, είπεν
+ο Αδείμαντος. — Γνωρίζεις δε ακόμη ότι και οι υπηρέται της οικίας, θέλοντες να
+δείξουν ζήλον και ενδιαφέρον διά τον υιόν του κυρίου των, του ομιλούν ενίοτε
+κρυφίως με την ιδίαν γλώσσαν, και όταν παραδείγματος χάριν βλέπουν, ότι ο πατέρας
+του δεν έρχεται εις βοήθειάν του, ή διά να πληρώση κανένα του χρέος, ή διά να
+ξεμπλέξη από καμμιά βρωμοδουλειά, τον συμβουλεύουν και τον παρακινούν, όταν
+μεγαλώση, να κυνηγά τους εχθρούς του και να μην αφήνη να του πατούν το δίκιο και
+να είναι περισσότερον άνδρας από τον πατέρα του· και όταν εξέρχεται έξω όλο τα ίδια
+ακούει, και βλέπει ότι, όσοι περιορίζονται εις το έργον των, θεωρούνται ηλίθιοι και
+παραγκωνίζονται, ενώ όσοι κάθε άλλο κυττάζουν παρά την δουλειάν των, τιμώνται και
+δοξάζονται. Τότε λοιπόν ο νέος, όσον από το ένα μέρος βλέπει και ακούει αυτά, από
+το άλλο όμως πάλιν ακούει τους λόγους του πατέρα του και βλέπει πόσον η διαγωγή
+του και ο τρόπος του διαφέρει από τους άλλους, αισθάνεται τον εαυτόν του να τον
+τραβούν και από τα δύο μέρη, διότι ενώ ο πατέρας του καλλιεργεί και ενισχύει το
+λογιστικόν μέρος της ψυχής του, οι άλλοι απεναντίας του εξάπτουν το επιθυμητικόν
+και το θυμοειδές· και επειδή το φυσικόν του δεν είναι κακόν, αλλά απλώς έχει
+παρασυρθή από κακάς συναναστροφάς, ελκόμενος και από τα δύο μέρη, καταντά να
+πάρη τον μέσον δρόμον και να παραδώση πάσαν επί του εαυτού του εξουσίαν εις το
+θυμοειδές και φιλόνεικον μέρος της ψυχής του, το οποίον επίσης είναι το μέσον
+μεταξύ του λογιστικού και του επιθυμητικού· και τοιουτοτρόπως έγινεν άνθρωπος
+φιλόδοξος και υψηλόφρων. — Μου φαίνεται ότι πολύ καλά εξήγησες την γένεσιν
+αυτού του χαρακτήρος. — Έχομεν λοιπόν το δεύτερον είδος του πολιτεύματος και του
+ανθρώπου; — Το έχομεν. — Κατόπιν από αυτόν, δεν θα μεταβώμεν, καθώς λέγει ο
+Αισχύλος, εις <b>«άλλον τώρα σ' άλλη κληρωμένο πόλη»</b>
+(<span style='font-size: small;'><a href='#fn2' id='ref2'>2</a></span>) ή μάλλον πρώτα
+εις άλλο πολίτευμα, διά να ακολουθήσωμεν την τάξιν; — Εννοείται. — Το πολίτευμα
+που έρχεται, καθώς νομίζω, κατόπιν είναι η <b>ολιγαρχία</b>. — Και ποίαν μορφήν
+του πολιτεύματος ονομάζεις ολιγαρχίαν; — Το πολίτευμα το οποίον στηρίζεται επί της
+περιουσίας των πολιτών και εις το οποίον λαμβάνουν μέρος μόνον οι πλούσιοι,
+αποκλείονται δε οι πτωχοί. — Ενόησα. — Λοιπόν δεν πρέπει πρώτον να ειπούμεν πώς
+γίνεται η μετάβασις από την τιμοκρατίαν εις την ολιγαρχίαν; — Ναι. — Και τυφλός
+όμως το βλέπει, υποθέτω, πώς γίνεται. — Πώς; — Ο χρυσός ο συσσωρευόμενος εις τα
+ιδιωτικά ταμεία των πολιτών, είναι εκείνος που επιφέρει την καταστροφήν του
+πολιτεύματος· διότι πρώτον μεν δημιουργούν δαπάνας δια τους εαυτούς των και
+επομένως παραχαράττουν τον νόμον και αυτοί και αι γυναίκες των. — Φυσικά. —
+Έπειτα, νομίζω, το παράδειγμα αυτών ωθεί και τους άλλους να τους μιμηθούν και δεν
+αργούν να γίνουν όλοι οι ίδιοι. — Βεβαίως. — Ακολούθως το πάθος του χρηματισμού
+τους κυριεύει ολοένα και περισσότερον, και όσο δίδουν μεγαλυτέραν εκτίμησιν εις τον
+πλούτον, τόσον εκπίπτει η αξία της αρετής· διότι πραγματικώς η αρετή και ο πλούτος
+δεν έχουν τοιαύτην διαφοράν μεταξύ των, ώστε αν τα βάλωμεν εις τας δύο
+πλάστιγγας του ζυγού, όσον ανεβαίνει το ένα τόσον θα κατεβαίνη το άλλο; — Και
+βέβαια. — Ώστε εφ' όσον τιμώνται εις την πόλιν τα πλούτη και οι πλούσιοι, επί
+τοσούτον θα περιφρονούνται η αρετή και οι χρηστοί άνθρωποι. — Αυτό είναι
+φανερόν. — Επιδιώκεται όμως πάντοτε ένα πράγμα που το εκτιμούν, απεναντίας δε
+παραμελείται εκείνο που περιφρονούν. — Έτσι είναι. — Ώστε από φιλόδοξοι και
+φιλότιμοι που ήσαν εις την τιμοκρατίαν, καταντούν εις το τέλος να γίνουν
+φιλοχρήματοι και άπληστοι, και τον μεν πλούσιον εγκωμιάζουν και θαυμάζουν και
+ανυψώνουν εις τα αξιώματα του κράτους, τον δε πτωχόν περιφρονούν. —
+Αναμφιβόλως.</p>
+
+<p>&nbsp;— Τότε λοιπόν θεσπίζουν διά νόμου ως όρον της συμμετοχής εις την
+εξουσίαν το ποσόν της περιουσίας, περισσότερον ή ολιγώτερον αναλόγως του βαθμού
+της ολιγαρχίας, αποκλείοντες της αρχής πάντας, όσων η περιουσία δεν ανέρχεται εις
+το ορισθέν τίμημα· όλα δε αυτά ή τα επιβάλλουν διά της βίας και των όπλων, ή και
+απλώς επισείοντες τον φόβον αναγκάζουν και τους άλλους να τα παραδεχθούν· ή δεν
+είναι έτσι; — Έτσι. — Ιδού λοιπόν εν συντόμω πώς λαμβάνει την σύστασίν του αυτό το
+πολίτευμα. — Μάλιστα· αλλά ποία είναι τα ήθη του και τα ελαττώματα, τα οποία
+είπαμεν ότι έχει;</p>
+
+<p>&nbsp;— Πρώτον πρώτον αυτός ο θεμελιώδης όρος του πολιτεύματος· διότι, ειπέ
+μου, τι θα συνέβαινεν, αν εξελέγοντο οι κυβερνήται των πλοίων επί τη βάσει της
+περιουσίας των, και απεκλείετο ο πτωχός, με όλην την μεγαλυτέραν εμπειρίαν που θα
+είχεν εις τα ναυτικά; — Πάρα πολύ κακά θα επήγαινε τότε η τοιαύτη ναυτιλία. — Δεν
+θα συνέβαινε δε το ίδιον προκειμένου και διά κάθε άλλην αρχήν; — Υποθέτω. — Εκτός
+ίσως διά την αρχήν της πόλεως· ή και δι' αυτήν επίσης; — Δι' αυτήν ίσα ίσα
+περισσότερον από κάθε άλλην, αφού είναι το δυσκολώτατον και σπουδαιότατον είδος
+της αρχής. — Ώστε αυτό το μέγιστον ελάττωμα έχει εν πρώτοις η ολιγαρχία. —
+Φαίνεται.</p>
+
+<p>&nbsp;— Αλλά τι; αυτό το άλλο σου φαίνεται τάχα μικρότερον; — Το ποίον; — Ότι
+κατ' ανάγκην η ολιγαρχική πόλις δεν είναι μία, αλλά δύο, η μία μεν των πτωχών και η
+άλλη των πλουσίων, οίτινες κατοικούν μεν ομού, θέλουν δε το κακόν οι μεν των δε. —
+Δεν είναι, μα την αλήθειαν, μικρότερον. — Αλλ' ακόμη δεν είναι και αυτό καλόν, ότι
+δεν ημπορούν ίσως να κάμουν και πόλεμον, διότι είναι ηναγκασμένοι ή να οπλίσουν
+προς τούτο το πλήθος, οπότε θα εφοβούντο αυτό μάλλον ή τους εχθρούς, ή να μην το
+χρησιμοποιήσουν καθόλου, οπότε θα εφαίνοντο πραγματικώς ολιγαρχικοί εις την
+μάχην, εκτός του ότι οι πλούσιοι δεν εννοούν και να συνεισφέρουν χρήματα, αφού
+είναι φιλάργυροι. — Αλήθεια δεν είναι καλόν. — Τι δε; εκείνο που κατεδικάσαμεν
+προηγουμένως, να καταγίνωνται δηλαδή οι ίδιοι εις πολλά έργα συγχρόνως και να
+είναι μαζί και γεωργοί και έμποροι και πολεμισταί, όπως συμβαίνει εις αυτήν την
+πολιτείαν, σου φαίνεται τάχα πως είναι σωστόν; — Καθόλου μάλιστα.</p>
+
+<p>&nbsp;— Βλέπε τώρα, αν απ' όλα αυτά τα κακά το μεγαλύτερον δεν εμφανίζεται
+κατά πρώτον εις αυτήν την πολιτείαν. — Το ποίον; — Ότι επιτρέπεται εις τον καθένα
+να εκποιήση όλην του την περιουσίαν, και εις ένα άλλον να την αγοράση από αυτόν,
+και εκείνος που την επώλησε να παραμένη εις την πόλιν, χωρίς να είναι πλέον τίποτε
+δι' αυτήν, ούτε έμπορος, ούτε τεχνίτης, ούτε ιππεύς, ούτε οπλίτης, αλλά να ονομάζεται
+απλώς πτωχός και άπορος. — Έχεις δίκαιον. — Δεν εμποδίζεται λοιπόν αυτό εις τας
+ολιγαρχικάς πολιτείας· διότι αλλέως δεν θα ήταν οι μεν υπέρπλουτοι, οι δε
+πάμπτωχοι. — Σωστά. — Πρόσεξε ακόμη και εις αυτό· όταν, καθ' όν καιρόν ήτο
+πλούσιος, εξώδευεν αλύπητα ο τοιούτος, είχε από αυτό καμμίαν ωφέλειαν η πολιτεία;
+εθεωρείτο τότε ένας από τους αρχηγούς της, ή πράγματι δεν ήτο ούτε άρχων ούτε
+υπηρέτης, αλλ' απλώς εξοδευτής των ετοίμων; — Όπως το λέγεις· δεν ήτο τίποτε άλλο
+παρά εξοδευτής. — Θέλεις λοιπόν να τον ονομάσωμεν αυτόν, όπως είναι ο κηφήν εις
+την κυψέλην νόσημα του σμήνους, τοιουτοτρόπως και αυτός νόσημα της πόλεως; —
+Ακούς εκεί δεν θέλω; — Όμως, ω Αδείμαντε, τους μεν πτερωτούς κηφήνας ο θεός τους
+έκαμε δίχως κέντρον, ενώ από αυτούς τους δίποδας κηφήνας, εις μερικούς μεν δεν
+έδωσεν επίσης κέντρον, εις άλλους όμως έδωσε και πολύ φοβερόν μάλιστα· και αυτοί
+μεν που δεν έχουν, αποθνήσκουν εις τα γηρατειά των πτωχοί, από δε τους άλλους
+γίνονται όλοι εκείνοι, που ονομάζονται κακούργοι· δεν είναι αλήθεια; — Βεβαιότατα.
+— Είναι λοιπόν φανερόν, ότι εις μίαν πόλιν, όπου θα ιδής πτωχούς, υπάρχουν
+κρυμμένοι το δίχως άλλο κλέπται και λωποδύται και ιερόσυλοι και εν γένει εργάται
+πάσης τοιαύτης κακίας. — Φανερόν. — Τι λοιπόν; εις τας ολιγαρχουμένας πόλεις
+υπάρχουν πτωχοί; — Σχεδόν όλοι οι κάτοικοι εκτός των αρχόντων. — Πώς λοιπόν να
+μη πιστεύωμεν, ότι θα υπάρχουν εις αυτάς και πλήθος κακούργοι με κέντρα, τους
+οποίους φροντίζουν οι άρχοντες και συγκρατούν διά της βίας; — Βεβαίως. — Και από
+ποίαν άλλην αφορμήν προέρχεται τούτο, παρά από την απαιδευσίαν και την κακήν
+ανατροφήν και από την ελαττωματικήν σύστασιν της πολιτείας; — Από καμμίαν
+άλλην. — Τοιαύτη τις λοιπόν σχεδόν είναι η ολιγαρχουμένη πόλις και αυτά τα
+ελαττώματά της, ίσως δε και περισσότερα. — Μάλιστα. — Και ας θεωρήσωμεν
+επομένως τελειωμένην την απεικόνισιν και αυτής της πολιτείας, την οποίαν
+ονομάζουν ολιγαρχίαν και της οποίας οι άρχοντες γίνονται επί τη βάσει της
+περιουσίας· τώρα ας εξετάσωμεν και τον άνθρωπον, που της είναι όμοιος, και πώς
+σχηματίζεται και ποίος είναι ο χαρακτήρ του. — Ας ίδωμεν. — Δεν σου φαίνεται, ότι
+κατ' αυτόν τον τρόπον μεταπίπτει από του τιμοκρατικού εκείνου εις τον ολιγαρχικόν;
+— Πώς; — Ο υιός από την παιδικήν του ηλικίαν κατά πρώτον μεν φιλοτιμείται να
+μιμηθή τον πατέρα του και να βαδίση επί τα ίχνη του· αλλ' ακολούθως, όταν ιδή
+έξαφνα, ότι ο πατέρας του προσέκρουσεν εις την πόλιν, όπως επάνω εις βράχον, και
+αφού έκαμε αβαρίαν και της περιουσίας του και του εαυτού του, κατά την διαχείρισιν
+είτε στρατηγίας τινός ή καμμιάς άλλης αρχής, έπεσε εις τα δικαστήρια και εις τα νύχια
+των συκοφαντών, και κατεδικάσθη ή εις θάνατον ή εις εξορίαν ή εις την στέρησιν των
+πολιτικών του δικαιωμάτων και την δήμευσιν της περιουσίας του, — Όπως συμβαίνει
+φυσικά. — Όταν, λέγω, ιδή όλα αυτά και πάθη και φοβηθή τα ίδια και διά τον εαυτόν
+του, τότε, νομίζω, και αυτός κρημνίζει κατακέφαλα από τον θρόνον της ψυχής του την
+φιλοδοξίαν και το θυμοειδές εκείνο, και ταπεινωθείς από την πτωχείαν δεν σκέπτεται
+άλλο παρά πώς να κάμη περιουσίαν, και κατά μικρόν με πολλάς στερήσεις, μεγάλην
+οικονομίαν και αδιάκοπον εργασίαν το κατορθώνει· δεν νομίζεις λοιπόν τότε, ότι εις
+εκείνον τον θρόνον, από τον οποίον εδίωξε την φιλοδοξίαν, θα αναβιβάση την
+φιλοχρηματίαν και το επιθυμητικόν, το οποίον θα ανακηρύξη μέγαν βασιλέα του και
+θα του φορέση τιάρας και στρεπτούς και ακινάκας; — Το πιστεύω. — Το δε λογιστικόν
+βέβαια και το θυμοειδές θα τα ρίψη χάμω δούλους και υποπόδια εκατέρωθεν του
+θρόνου του, και εις μεν το ένα δεν θα επιτρέπη να σκέπτεται και να συλλογίζεται
+τίποτε άλλο, παρά πώς θα κάμη από ολιγώτερα περισσότερα τα χρήματά του, το δε
+άλλο πάλιν τίποτε να μη θαυμάζη και τιμά παρά τον πλούτον και τους πλουσίους και
+να μην έχη άλλην φιλοδοξίαν παρά την απόκτησιν χρημάτων και οτιδήποτε άλλο
+οδηγεί προς τούτο. — Δεν υπάρχει άλλη μετάβασις τόσον ταχεία και ισχυρά δι' ένα
+νέον, όσον από την φιλοδοξίαν εις την φιλοχρηματίαν. — Αυτός λοιπόν δεν είναι ο
+ολιγαρχικός; — Η μεταβολή τουλάχιστον που τον έκαμε τοιούτον είναι ομοία με την
+μεταβολήν, εκ της οποίας προήλθεν η ολιγαρχία. — Ας εξετάσωμεν λοιπόν αν είναι
+όμοιος με αυτήν. — Ας το εξετάσωμεν.</p>
+
+<p>&nbsp;— Πρώτη λοιπόν ομοιότης δεν είναι, ότι εκτιμά τα χρήματα περισσότερον
+από κάθε άλλο; — Πώς όχι; — Έπειτα, ότι είναι φειδωλός και εργατικός και δεν
+ικανοποιεί παρά μόνον τας απολύτους ανάγκας και επιθυμίας του και απαγορεύει
+κάθε άλλην δαπάνην εις τον εαυτόν του και υποδουλώνει όλας τας άλλας επιθυμίας
+του ως ματαίας. — Πραγματικώς. — Είναι επομένως βρωμερά γλίσχρος, αφού ζητεί
+από το κάθε τι να κερδίση, με μίαν λέξιν άνθρωπος θησαυροποιός, από εκείνους δα
+που θαυμάζει το πλήθος· ή δεν είναι αυτός, που ομοιάζει με το ολιγαρχικόν
+πολίτευμα; — Μάλιστα, διότι και από τα δύο μέρη τα χρήματα είναι που έχουν την
+μεγαλυτέραν αξίαν και εκτίμησιν. — Διά τον λόγον, ότι καμμίαν προσοχήν, υποθέτω,
+δεν έδωσεν ο τοιούτος άνθρωπος διά την μόρφωσίν του. — Και εγώ το υποθέτω, διότι
+άλλως δεν θα ελάμβανεν ένα οδηγόν τυφλόν και δεν θα τον εξετίμα τόσον. — Πολύ
+ωραία το είπες· πρόσεχε δε τώρα εις αυτό· δεν θα έχωμεν δίκαιον να ειπούμεν, ότι η
+απαιδευσία του εγέννησεν επιθυμίας ως του κηφήνος, άλλας μεν πτωχικάς, άλλας δε
+κακούργους, τας οποίας μόλις και μετά βίας προσπαθεί να συγκρατή; — Μάλιστα. —
+Και γνωρίζεις πού θα ίδης εκδηλουμένας τας κακούργους διαθέσεις των; — Πού; —
+Όταν αναλάβουν έξαφνα την επιτροπείαν ορφανών, ή τίποτε άλλο ανάλογον, που θα
+έχουν όλην την ελευθερίαν να καταχρασθούν και να αδικήσουν. — Αλήθεια λέγεις. —
+Δεν είναι λοιπόν εκ τούτου φανερόν ότι εις τας άλλας του συναλλαγάς, εις τας οποίας
+ευδοκιμεί θεωρούμενος έντιμος και δίκαιος κατορθώνει, με όχι μικράν επιβολήν επί
+του εαυτού του να συγκρατήση τας αγρίας επιθυμίας που κρύπτει μέσα του, όχι διότι
+είναι πεπεισμένος ότι αυτό είναι καλύτερον, ούτε διότι τας χαλιναγωγεί διά του ορθού
+λόγου, αλλ' εξ ανάγκης και από φόβον, διότι τρέμει μήπως χάση και την άλλην
+περιουσίαν; — Αναμφιβόλως. — Αλλ' όταν πρόκειται να εξοδεύσουν τα ξένα χρήματα,
+τότε μα την αλήθειαν, φίλε μου, θα ανακαλύψης εις τους πλείστους εξ αυτών
+κεκρυμμένας τας φυσικάς εκείνας επιθυμίας του κηφήνος. — Και εις τον υπέρτατον
+μάλιστα βαθμόν. — Ο τοιούτος λοιπόν άνθρωπος δεν θα είναι απηλλαγμένος
+εσωτερικών στάσεων, ούτε θα είναι ένας, αλλά διπλούς, διότι αι καλύτεραι και αι
+χειρότεραι επιθυμίαι, που έχει μέσα του, θα πολεμούν μεταξύ των, θα υπερισχύουν
+όμως οπωσδήποτε αι καλύτεραι. — Έτσι είναι. — Διά τούτο δε νομίζω θα τηρή ο
+τοιούτος τα εξωτερικά τουλάχιστον προσχήματα καλύτερα από πολλούς άλλους· η
+αληθινή όμως αρετή, η οποία προέρχεται από την εσωτερικήν ομόνοιαν και αρμονίαν
+της ψυχής, θα είναι βέβαια πράγμα τελείως άγνωστον δι' αυτόν. — Το πιστεύω. —
+Προκειμένου δε περί ευγενούς αμίλλης μεταξύ των πολιτών, ή διά καμμίαν νίκην, ή δι'
+ό,τι άλλο από τα ωραία αγωνίσματα της φιλοτιμίας, ο φιλοχρήματος κάθε άλλο παρά
+να λαμβάνη ενεργητικόν μέρος εις αυτά, διότι δεν θέλει να εξοδεύη χρήματα διά την
+δόξαν και τους τοιούτους αγώνας, και φοβείται να εξεγείρη μέσα του τας εξοδευτικάς
+επιθυμίας και να τας προσκαλέση εις βοήθειάν του και εις σύμπραξιν· πολεμεί λοιπόν
+με ολίγιστον μέρος από τα ιδικά του, πράγματι ολιγαρχικώς, και επομένως νικάται μεν
+πάντοτε, αλλά και πάντοτε μένει πλούσιος. — Έτσι είναι. — Θα αμφιβάλλωμεν λοιπόν
+ακόμη περί της πλήρους ομοιότητος, που υφίσταται μεταξύ της ολιγαρχουμένης
+πολιτείας και του φιλοχρημάτου και φειδωλού ανθρώπου; — Καθόλου.</p>
+
+<p>&nbsp;— Έρχεται τώρα η σειρά της δημοκρατίας, να εξετάσωμεν πώς σχηματίζεται
+και ποίος είναι ο χαρακτήρ αυτής, ούτως ώστε, αφού γνωρίσωμεν και τον χαρακτήρα
+του ανθρώπου, που της ομοιάζει, να υποβάλωμεν και αυτόν υπό την κρίσιν μας. — Θα
+ακολουθήσωμεν δηλαδή και εις αυτό την ιδίαν μας μέθοδον. — Ιδού λοιπόν πώς
+γίνεται η μετάβασις από την ολιγαρχίαν εις την δημοκρατίαν, ένεκα της απληστίας
+προς επαύξησιν της κεκτημένης περιουσίας, πράγμα το οποίον θεωρείται ως το
+ανώτατον αγαθόν εν τη ολιγαρχική πολιτεία. — Πώς γίνεται; — Επειδή οι άρχοντες εν
+αυτή οφείλουν το αξίωμά των εις τα μεγάλα των πλούτη, δεν τους συμφέρει να
+περιορίσουν διά νόμου την ελευθερίαν των ασώτων νέων, ώστε να μην έχουν το
+δικαίωμα να σπαταλούν και να καταβροχθίζουν τας περιουσίας των, διά να αγοράζουν
+αυτοί τα αγαθά των ή να τους δανείζουν με βαρείς τόκους και τοιουτοτρόπως να
+αυξάνουν ακόμη περισσότερον τα πλούτη των και την υπόληψίν των. —
+Αναμφιβόλως. — Είναι όμως ήδη φανερόν, ότι αδύνατον συγχρόνως και να τιμούν τον
+πλούτον εις μίαν πόλιν, και να εξασκούν την εγκράτειαν και την σωφροσύνην, αλλά
+κατ' ανάγκην ή το ένα θα παραμελούν ή το άλλο. — Εκτός πάσης αμφιβολίας. —
+Παραμελούντες λοιπόν οι άρχοντες εις τας ολιγαρχικάς πολιτείας και μη φροντίζοντες
+να περιορίσουν την ακολασίαν, ηνάγκασαν πολλούς, ανθρώπους ίσως εκ φύσεως
+ευγενών αισθημάτων, να καταντήσουν εις την εσχάτην ένδειαν. — Μάλιστα. —
+Κάθηνται λοιπόν αυτοί εις την πόλιν με το κέντρον έτοιμον και ωπλισμένοι, άλλοι μεν
+κατάχρεοι, άλλοι στερημένοι τα πολιτικά τους δικαιώματα, άλλοι και τα δύο μαζί, με
+την καρδίαν γεμάτην έχθραν και επιβουλήν εναντίον εκείνων, που επλούτησαν με τα
+λείψανα της περιουσίας των, και εναντίον όλων εν γένει των πολιτών, τρέφοντες
+σχέδια γενικής ανατροπής των πραγμάτων. — Έτσι είναι. — Εν τω μεταξύ οι
+χρηματισταί, πεσμένοι με τα μούτρα εις τη δουλειά των, χωρίς να κάνουν πως τους
+προσέχουν καν αυτούς, περιμένουν τίνος από τους άλλους θα έλθη τώρα η σειρά να
+πέση εις τα νύχια των, διά να τον αφαιμάξουν, δανείζοντες εις αυτόν και λαμβάνοντες
+τόκους πολύ περισσοτέρους από το αρχικόν κεφάλαιον και αυξάνοντες
+τοιουτοτρόπως τον αριθμόν των πτωχών και των κηφήνων εις την {πόλιν}. — Πώς
+βέβαια να μην τον αυξάνουν; — Δεν εννοούν μολαταύτα ν' ανακόψουν την πρόοδον
+του κακού, που υποβόσκει, είτε απαγορεύοντες εις τους ιδιώτας, να διαθέτουν όπως
+τους φανή την περιουσίαν των, είτε και με ένα άλλο μέσον, διά του οποίου
+προλαμβάνονται όλα αυτά τα κακά. — Και ποίον είναι αυτό το μέσον; — Ένας νόμος, ο
+οποίος, ελλείψει του πρώτου, θα ηνάγκαζε τους πολίτας να είναι τίμιοι εις τας
+συναλλαγάς των· διότι αν ήθελέ τις ορίση τα τοιούτου είδους συμβόλαια να γίνωνται
+επί κινδύνω των δανειστών, και η τοκογλυφία θα εξησκείτο ολιγώτερον αναιδώς εις
+την πόλιν, και ολιγώτερα από αυτά τα κακά, που είπαμεν τώρα, θα ανεφύοντο εν
+αυτή. — Πολύ σωστά. — Ενώ τώρα οι άρχοντες δι' όλους αυτούς τους λόγους γίνονται
+αφορμή να περιέρχωνται εις αυτήν την κατάστασιν οι υπήκοοί των· αυτοί δε οι ίδιοι
+και τα τέκνα των ζώντες βίον τρυφηλόν και μη γυμνάζοντες ούτε τα σώματα ούτε τας
+ψυχάς των, καταντούν μαλθακοί και ανίκανοι να αντισταθούν και εις τας ηδονάς και
+εις τας λύπας. — Πράγματι. — Αλλ' αφού αυτοί οι πατέρες δεν σκέπτονται τίποτε
+άλλο, παρά πώς να αυξήσουν την περιουσίαν των, είναι δυνατόν να φροντίζουν περί
+αρετής περισσότερον από την τάξιν των πτωχών; — Όχι βέβαια.</p>
+
+<p>&nbsp;— Λοιπόν, υπό τοιαύτας συνθήκας, όταν τύχη και ευρεθούν μαζί άρχοντες
+και υπήκοοι, είτε εις καμμίαν πορείαν, ή αποστολήν, ή εκστρατείαν κατά ξηράν ή
+θάλασσαν ως συστρατιώται ή συμπλωτήρες, ή εις οιανδήποτε άλλην περίστασιν και
+γνωρισθούν καλά μεταξύ των εις τους κινδύνους, βέβαια δεν θα έχουν λόγον οι
+πλούσιοι να περιφρονούν τους πτωχούς· αλλ' απεναντίας, όταν ένας πτωχός,
+ξερακιανός και ηλιοκαμμένος, τύχη να έχη παραστάτην εις τον πόλεμον κανένα
+πλούσιον, που δεν τον είδε ποτέ ο ήλιος και γεμάτον περιττά κρέατα και πάχη, και τον
+ιδή να λαχανιάζη και να μην ηξεύρη πώς να εξοικονομήση τον εαυτόν του, δεν
+νομίζεις πως θα σκεφθή αμέσως, ότι από την ιδικήν των την ανανδρίαν είναι πλούσιοι
+οι τοιούτοι, και δεν θα λέγουν ο ένας του άλλου, όταν συναντώνται ιδιαιτέρως, ότι «οι
+άνθρωποί μας δεν αξίζουν τίποτε»; — Πολύ καλά το γνωρίζω, ότι αυτό πράγματι
+γίνεται.</p>
+
+<p>&nbsp;— Λοιπόν, όπως ένα σώμα ασθενικόν δεν χρειάζεται παρά την ελαχίστην
+αφορμήν απέξω διά να πέση κάτω, ενίοτε δε υφίσταται γενικήν διατάραξιν και χωρίς
+καμμίαν εξωτερικήν αιτίαν, το ίδιον και μία πολιτεία, ευρισκομένη εις την αυτήν
+κατάστασιν, αρκεί μικρά αφορμή, διά να αναστατωθή και παραδοθή εις τον εμφύλιον
+πόλεμον, όταν ή οι πτωχοί επικαλεσθούν την βοήθειαν μιας δημοκρατουμένης
+πόλεως, ή οι πλούσιοι ολιγαρχουμένης, ενίοτε δε και χωρίς να γίνη και αυτό. — Πολύ
+σωστά. — Και το πολίτευμα μεταβάλλεται εις δημοκρατικόν, όταν, μου φαίνεται,
+υπερισχύσουν οι πτωχοί και άλλους μεν φονεύσουν, άλλους δε εξορίσουν, και
+μοιράσουν με τους λοιπούς εξ ίσου τας αρχάς και τα αξιώματα της πολιτείας
+[εκλεγομένων ως επί το πλείστον των αρχόντων διά του κλήρου]. — Κατ' αυτόν
+πράγματι τον τρόπον γίνεται η σύστασις της δημοκρατίας, είτε αν νικήσουν διά των
+όπλων οι πτωχοί, είτε αν οι πλούσιοι από φόβον αποφασίσουν να αποχωρήσουν
+μόνοι των εκ της πόλεως.</p>
+
+<p>&nbsp;— Ποίος λοιπόν θα είναι τώρα ο τρόπος της διοικήσεως, και ποία τα ήθη
+της πολιτείας ταύτης; διότι είναι φανερόν ότι εξ αυτής της εξετάσεως θα ευρεθή
+τοιούτος και ο δημοκρατικός άνθρωπος. — Βεβαίως — Λοιπόν εν πρώτοις όλοι των
+είναι ελεύθεροι, και επικρατεί εις την πολιτείαν πλήρης ελευθερία και παρρησία και
+εξουσία να κάμνη ο καθένας ό,τι θέλει. — Αυτό τουλάχιστον λέγεται. — Όπου όμως
+υπάρχει αυτή η εξουσία, είναι φανερόν ότι έκαστος πολίτης θα διαθέτη και θα
+κανονίζη τον βίον του κατ' αρέσκειαν. — Μάλιστα, φανερόν. — Επομένως θα υπάρχη
+εις αυτήν την πολιτείαν μεγίστη ποικιλία ανθρωπίνων τύπων και χαρακτήρων. — Και
+πώς όχι; — Μα την αλήθειαν κινδυνεύει να θεωρηθή η ωραιοτέρα από όλας τας
+πολιτείας αυτή, καθώς φόρεμα κεντημένον με πολυποίκιλα άνθη, τοιουτοτρόπως
+στολισμένη και αυτή με παντοειδή ήθη και χαρακτήρας· και δι' αυτό ίσως, όπως τα
+παιδιά και αι γυναίκες θαυμάζουν την ποικιλίαν του στολισμού, να κρίνουν και οι
+πολλοί ωραιοτέραν αυτήν την πολιτείαν. — Δεν δυσκολεύομαι να το πιστεύσω. — Και
+εις αυτήν την πολιτείαν είναι που ημπορεί κανείς να έλθη να διαλέξη το είδος του
+πολιτεύματος που του έρχεται εις τον λογαριασμόν. — Πώς αυτό; — Διότι περικλείει
+όλα τα είδη των πολιτευμάτων, χάρις εις την εξουσίαν που έχει ο καθένας να ζη όπως
+θέλει· και φαίνεται, πως αν ήθελε κανείς να χαράξη το σχέδιον μιας πολιτείας, όπως
+δα εκάμναμεν και ημείς τώρα, δεν θα έχη ανάγκην παρά να μεταβή εις μίαν
+δημοκρατουμένην πάλιν, όπως πηγαίνει κανείς εις την αγοράν ή εις το παντοπωλείον,
+και να διαλέξη το είδος της αρεσκείας του, σύμφωνα με το οποίον να εκτελέση το
+σχέδιόν του. — Ίσως πράγματι δεν θα του λείψουν πρότυπα.</p>
+
+<p>&nbsp;— Δεν φαίνεται δε θαυμασία εκ πρώτης όψεως και πολύ χαριτωμένη η
+τοιαύτη διευθέτησις των πραγμάτων, ώστε να μην έχης την υποχρέωσιν να
+αναλαμβάνης καμμίαν δημοσίαν λειτουργίαν, όσην και αν έχης ικανότητα προς τούτο,
+ούτε πάλιν να υπόκεισαι εις καμμίαν εξουσίαν, εάν δεν θέλης, ούτε να πηγαίνης εις
+τον πόλεμον, ενώ οι άλλοι πηγαίνουν, ούτε να έχης ειρήνην, όταν έχουν οι άλλοι, εάν
+δεν το επιθυμής εσύ, ή, εάν κανείς νόμος σου αποκλείη το δικαίωμα να γίνης άρχων
+και δικαστής, εσύ μολαταύτα να γίνεσαι, εάν σου κατέβη εις το κεφάλι; — Ίσως
+πράγματι εκ πρώτης όψεως. — Έπειτα, τι σου λέγει εκείνη ενίοτε η επιείκεια προς
+τους καταδικασμένους; ή δεν έτυχε ποτέ να ιδής εις τοιαύτην πολιτείαν ανθρώπους
+καταδικασθέντας εις θάνατον ή εις εξορίαν, να μένουν και να αναστρέφωνται εν μέσω
+των άλλων, και ως να μην τον επρόσεχε ή τον έβλεπε κανείς, να περιφέρεται
+αρειμανίως εν μέση αγορά ως ήρως; — Και πολλούς μάλιστα είδα.</p>
+
+<p>&nbsp;— Εκείνη δε η συγκαταβατικότης των, η απηλλαγμένη και του ελαχίστου
+ίχνους μικρολογίας; εκείνη η καταφρόνησις προς όλας τας αρχάς, τας οποίας ημείς με
+τόσην σοβαρότητα και σεβασμόν πραγματευόμεθα, όταν εσχεδιάζαμεν την πόλιν μας,
+λέγοντες ότι, ουδέποτε, εκτός αν έχη τις τελείαν εκ φύσεως προδιάθεσιν, εκτός αν εκ
+παιδικής ηλικίας και εν μέσω των παιγνίων του ζη με τα παραδείγματα του καλού και
+ακολούθως σπουδάση επιμελώς όλα αυτά, είναι δυνατόν να γίνη κανείς ενάρετος και
+καλός άνθρωπος; με πόσην μεγαλοπρέπειαν ποδοπατή όλας αυτάς τας αρχάς και
+χωρίς διόλου να ενδιαφέρεται να γνωρίση με ποίαν προπαρασκευήν κατήλθεν εις το
+πολιτικόν στάδιον ο δείνα πολιτευόμενος, τον περιβάλλει με όλην του την εκτίμησιν
+και υποστήριξιν, αρκεί μόνον να διακηρύττη εκείνος ότι είναι φίλος και προστάτης των
+συμφερόντων του λαού! — Τι γενναία πράγματι συγκατάβασις! — Αυτά έχει και άλλα
+πολλά, όμοια πλεονεκτήματα η δημοκρατία και είναι, καθώς βλέπεις, πολίτευμα
+ευχάριστον, με μεγάλην ποικιλίαν και με τελείαν αναρχίαν, αφού διανέμει την ισότητα
+ομοίως μεταξύ ίσων και ανίσων. — Πράγματα πολύ γνωστά μας λέγεις.</p>
+
+<p>&nbsp;— Πρόσεξε τώρα και οποίος τις θα είναι ο χαρακτήρ του ατόμου εις μίαν
+δημοκρατίαν· ή θέλεις πρώτα να εξετάσωμεν, όπως το εκάμαμεν και διά το πολίτευμα,
+κατά ποίον τρόπον σχηματίζεται; — Μάλιστα. — Λοιπόν ως εξής κατά την ιδέαν μου· ο
+φιλοχρήματος εκείνος και ολιγαρχικός έχει υιόν, ο οποίος ανατραφείς υπό του πατρός
+του έχει τα ίδια αισθήματα με αυτόν. — Πώς όχι; — Και ούτος λοιπόν διά της βίας
+κατορθώνει και χαλιναγωγεί τας επιθυμίας του εκείνας, αι οποίαι χωρίς να του
+φέρουν κανένα κέρδος, απεναντίας είναι δαπανηραί, και δι' αυτό και ονομάζονται όχι
+αναγκαίαι. — Μάλιστα. — Θέλεις λοιπόν, διά να κάμωμεν σαφέστερα τα πράγματα,
+να ορίσωμεν πρώτα ποίας λέγομεν αναγκαίας επιθυμίας και ποίας όχι; — Θέλω.
+Αναγκαίαι λοιπόν επιθυμίαι δεν πρέπει να ονομασθούν δικαίως εκείναι, που δεν
+ημπορούμεν να τας αποφύγωμεν και των οποίων η ικανοποίησις μας είναι ωφέλιμος;
+διότι είναι φανερόν ότι και τα δύο αυτά είναι ανάγκαι επιβεβλημέναι υπό της φύσεως.
+— Και πολύ μάλιστα. — Ώστε έχομεν δίκαιον ν' αποδώσωμεν εις αυτάς τον
+χαρακτηρισμόν του αναγκαίου. — Βεβαίως. — Τι δε; εκείνας, από τας οποίας θα
+ημπορούσε κανείς να απαλλαχθή, αν το έκαμνε έργον του από νεαράς ηλικίας, και αι
+οποίαι κανένα κα\ον δεν μας κάμνουν που υπάρχουν, αλλά το εναντίον, δεν θα ήτο
+ορθόν, αν ηθέλομεν τας ονομάση όχι αναγκαίας; — Πολύ ορθόν. — Να λάβωμεν τώρα
+ένα παράδειγμα και διά τα δύο είδη, διά να έχωμεν ένα τύπον αυτών; — Πρέπει
+βέβαια. — Λοιπόν, η επιθυμία του να φάγωμεν απλώς όσον χρειάζεται διά την υγείαν
+μας και την ευεξίαν ή και η επιθυμία ηρτυμένου φαγητού, δεν είναι αναγκαία; — Το
+νομίζω. — Και η μεν επιθυμία απλώς του να φάγωμεν είναι και διά τους δύο λόγους,
+νομίζω, αναγκαία, και διότι είναι ωφέλιμος και διότι χωρίς αυτό δεν ημπορούμεν να
+ζήσωμεν. — Ναι. — Του δε ηρτυμένου φαγητού, εφ' όσον παρέχει κάποιαν ωφέλειαν
+διά την ευεξίαν μας. — Πολύ σωστά. — Πέραν όμως από αυτό η επιθυμία φαγητών
+ασυνηθίστων και αλλοκότων παρασκευασμάτων, επιθυμία βλαβερά μεν διά το σώμα,
+επιβλαβής δε και διά την σωφροσύνην και την νηφαλιότητα της ψυχής, και από της
+οποίας διά της καταλλήλου εκπαιδεύσεως δύνανται οι περισσότεροι εκ νεαράς
+ηλικίας να απαλλαχθούν, η τοιαύτη επιθυμία δεν δύναται δικαίως να ονομασθή όχι
+αναγκαία; — Και πολύ μάλιστα. — Ημπορούμεν λοιπόν ακόμη αυτάς μεν να τας
+ονομάσωμεν και δαπανηράς, τας δε πρώτας επικερδείς, διότι χρησιμεύουν να μας
+κάμνουν ικανούς να εργαζώμεθα — Πώς όχι; — Δεν συμβαίνει δε το ίδιον και με τας
+ερωτικάς και με όλας τας άλλας επιθυμίας; — Το ίδιον. — Εκείνον λοιπόν που
+ωνομάσαμεν προηγουμένως κηφήνα, δεν είναι αυτός που κυριαρχείται από τας
+τοιαύτας ηδονάς και επιθυμίας τας μη αναγκαίας, ενώ απεναντίας ο φιλοχρήματος και
+ολιγαρχικός έχει μόνον τας αναγκαίας; — Πώς όχι;</p>
+
+<p>&nbsp;— Ας το εξηγήσωμεν λοιπόν τώρα εξ αρχής πώς από τον ολιγαρχικόν
+γίνεται ο δημοκρατικός· κατ' αυτόν τον τρόπον μου φαίνεται πως γίνεται το πράγμα
+ως επί το πλείστον. — Πώς; — Όταν ένας νέος, ανατεθραμμένος, όπως ελέγαμεν, με
+την αγάπην του κέρδους και εν γένει αμελώς, γευθή άπαξ από το μέλι των κηφήνων
+και τύχη να συναναστραφή με τα δεινά και φοβερά εκείνα θηρία, που ημπορούν να
+του παρασκευάσουν ποικίλας και παντοειδείς ηδονάς, από αυτήν την στιγμήν,
+γνώριζε, αρχίζει να μεταβάλλεται η εν αυτώ ολιγαρχική φύσις εις δημοκρατικήν. —
+Κατ' ανάγκην. — Και όπως η ολιγαρχική πολιτεία μεταβάλλει μορφήν, όταν την
+δημοκρατικήν μερίδα την βοηθήσουν έξωθεν σύμμαχοι των αυτών φρονημάτων, δεν
+μεταβάλλεται επίσης και ο νέος, όταν έξωθεν όμοιαι και συγγενείς επιθυμίαι,
+βοηθήσουν το έτερον είδος των εν αυτώ επιθυμιών; — Βεβαιότατα. — Και εάν μεν
+σπεύση αφ' ετέρου προς βοήθειαν της εν αυτώ ολιγαρχικής μερίδος των επιθυμιών
+καμμία άλλη συμμαχία, ο πατέρας του δηλαδή και οι άλλοι οικείοι του με τας
+νουθεσίας των και τας επιπλήξεις των, τότε, νομίζω, συνάπτεται μέσα του πόλεμος
+σωστός μεταξύ των δύο μερίδων. — Πώς όχι; — Και άλλοτε μεν συμβαίνει να ηττηθή η
+δημοκρατική μερίς υπό της ολιγαρχικής, και τότε αι κακαί επιθυμίαι εν μέρει μεν
+τελείως εξαφανίζονται, εν μέρει δε εκδιώκονται εκ της ψυχής του νέου, μέσα εις την
+οποίαν γεννάται το αίσθημα της εντροπής, και επανέρχεται τοιουτοτρόπως εις την
+ευθείαν οδόν. — Πράγματι συμβαίνει αυτό ενίοτε. — Πάλιν όμως μετ' ολίγον, εξ
+αιτίας της κακής ανατροφής, που έλαβε από τον πατέρα του, άλλαι επιθυμίαι
+ισχυρότεραι και περισσότεραι διαδέχονται εκείνας που κατώρθωσε να εξορίση. —
+Πράγματι και αυτό γίνεται συνήθως. — Τον παρασύρουν λοιπόν προς τας αυτάς κακάς
+συναναστροφάς, και από την λαθραίαν αυτήν επιμιξίαν γεννώνται πλήθος νέων
+επιθυμιών μέσα του. Πώς όχι; Εις το τέλος όμως καταλαμβάνουν την ακρόπολιν της
+ψυχής νέου αντιληφθείσαι, ότι είναι κενή μαθήσεως και καλών έξεων και αληθινών
+αρχών, που χρησιμεύουν ως οι καλύτεροι φρουροί και φύλακες διά την διάνοιαν των
+θεοφιλών ανθρώπων. — Αναμφιβόλως. — Κρίσεις δε ψευδείς και δοξασίαι επιπόλαιαι
+και αλλαζονικαί αναβαίνουν και πιάνουν την θέσιν, που έπρεπε να κατέχουν εκείναι.
+— Αυτό γίνεται. Τότε λοιπόν δεν επιστρέφει και μένει διά παντός πλέον φανερά μαζί
+με τους λωτοφάγους εκείνους και αν τύχη να έλθη εκ μέρους των οικείων του καμμία
+ενίσχυσις εις την αντίθετον, την φειδωλήν μερίδα της ψυχής του, αι αλαζονικαί
+δοξασίαι δεν κλείουν τας πύλας του εν αυτώ βασιλικού τείχους και ούτε εις αυτήν την
+επικουρίαν επιτρέπουν την είσοδον, ούτε θέλουν να ακούσουν τους λόγους, που
+φέρει πρεσβεία ανθρώπων πρεσβυτέρων και συνετών; αλλ' αφού εξησφάλισαν υπέρ
+εαυτών την νίκην με την βοήθειαν πλήθους ανωφελών επιθυμιών, εκδιώκουν μεν
+ατίμως την εντροπήν ονομάζοντες αυτήν ηλιθιότητα, κυνηγούν με πολλούς
+προπηλακισμούς την σωφροσύνην, την οποίαν αποκαλούν ανανδρίαν, και στέλλουν
+εις εξορίαν την μετριότητα και ολιγάρκειαν, τας οποίας χαρακτηρίζουν ως
+χωριατοσύνην και προστυχιάν. — Αληθινά. — Αφού λοιπόν τοιουτοτρόπως
+απαλλάξουν από αυτάς και καθαρίσουν την ψυχήν του νέου, που επήραν εις την
+κατοχήν των και τον μυούν εις τα μεγάλα μυστήρια, τότε δα πλέον εισάγουν εις αυτήν,
+μετά μεγάλης και λαμπράς ακολουθίας και με στεφάνους εις την κεφαλήν, την
+αυθαιρεσίαν και την αναρχίαν και την ακολασίαν και την αναίδειαν, τας οποίας
+στολίζουν με εγκώμια και χαϊδευτικά ονόματα, αποκαλούντες την μεν αυθαιρεσίαν
+τρόπον του φέρεσθαι καθώς πρέπει, την αναρχίαν ελευθερίαν, την ακολασίαν
+μεγαλοπρέπειαν, και την αναίδειαν ανδρείαν. Δεν είναι πράγματι κατ' αυτόν τον
+τρόπον, που ένας νέος συνηθισμένος εκ παιδικής ηλικίας να ικανοποιή τας αναγκαίας
+μόνον επιθυμίας του, μεταβάλλει κατάστασιν και παραδίδεται με όλην την ελευθερίαν
+και την άδειαν εις τας μη αναγκαίας και ωφελίμους ηδονάς; — Με μεγάλην πράγματι
+ακρίβειαν και ζωηρότητα εζωγράφισες την μεταβολήν του.</p>
+
+<p>&nbsp;— Ζη δε πλέον απ' εδώ κ' εμπρός ο τοιούτος χωρίς να κάμνη καμμίαν
+διάκρισιν μεταξύ των αναγκαίων και περιττών ηδονών, διά την ικανοποίησιν των
+οποίων δεν φείδεται ούτε χρημάτων, ούτε κόπου, ούτε χρόνου· αλλ' εάν έχη τύχην και
+δεν παρασυρθή υπ' αυτών μέχρι παροξυσμού, με τον καιρόν δε και με την ηλικίαν,
+αφού κατευνασθή οπωσδήποτε η τρικυμία των παθών, ανακαλέση εκ της εξορίας
+μερικούς εκ των φυγάδων και δεν παραδώση μέχρι τέλους και ανεπιφυλάκτως τον
+εαυτόν του εις τους επεισελθόντας, αποκαθιστά τότε κάποιαν ισορροπίαν μεταξύ των
+επιθυμιών του και παραδίδει εκάστοτε την διοίκησιν της ψυχής του εις την μερίδα την
+οποίαν ήθελεν, ούτως ειπείν, ευνοήση ο κλήρος και πάλιν εις την άλλην, αφού
+κορεσθή με την πρώτην, χωρίς να κάμνη διάκρισιν, αλλά την αυτήν εύνοιαν τρέφων
+και διά τας δύο. — Πολύ σωστά. — Και δεν δέχεται, εννοείται, να ακούση ουδ'
+επιτρέπει την είσοδον εις το φρούριον, εάν έλθη ο ορθός λόγος να του είπη, ότι
+υπάρχουν δύο ειδών ηδοναί, αι μεν αποτέλεσμα των καλών και χρηστών επιθυμιών,
+αι δε των πονηρών και φαύλων, και ότι τας μεν πρώτας οφείλει να επιζητή και να
+εκτιμά, τας δε άλλας να καταστέλλη και να δαμάζη· αποκρούει κάθε τοιαύτην
+εισήγησιν και λέγει ότι πρέπει όλας εξ ίσου να εκτιμά. — Αυτό βέβαια πρέπει να
+κάμνη εις την κατάστασιν, που ευρίσκεται.</p>
+
+<p>&nbsp;— Περνά λοιπόν την ζωήν του ημέραν με την ημέραν κατ' αυτόν τον τρόπον
+χαριζόμενος εις την πρώτην, που θα του παρουσιασθή επιθυμίαν του· σήμερον
+παραδίδεται εις την μέθην και την διασκέδασιν, αύριον εις την υδροποσίαν και την
+αυστηροτέραν δίαιταν, άλλοτε εις την αργίαν και την τελείαν αμεριμνησίαν των
+πάντων, και άλλοτε τάχα εγκύπτει εις την φιλοσοφίαν· το συχνότερον πολιτεύεται,
+ανέρχεται επί του βήματος και ό,τι φθάση λέγει και κάμνει· και άν ποτε ζηλώση την
+πολεμικήν δόξαν, επιδίδεται εις τα πολεμικά, άλλοτε πάλιν ζηλεύει τους
+επιχειρηματίας, και ιδού αυτός τοιούτος· και εν γένει καμμίαν τάξιν δεν έχει εις την
+ζωήν του, ούτε εννοεί να στενοχωρηθή από τίποτε, και αυτόν τον βίον εξακολουθεί
+μέχρι τέλους, τον οποίον ονομάζει ευχάριστον, ελεύθερον και μακάριον. Θαυμάσια
+εξεικόνισες τον χαρακτήρα του φίλου της ισονομίας. — Χαρακτήρα πολυσύνθετον, ο
+οποίος ενώνει εν εαυτώ ποικιλίαν ηθών και χαρακτήρων, όπως και εκείνη η
+δημοκρατική πολιτεία· και δεν είναι παράδοξον να τον ευρίσκουν πολλοί και πολλαί
+αξιοζήλευτον, αφού περιέχει όλα τα είδη των πολιτευμάτων και των χαρακτήρων. —
+Έτσι είναι. — Δεν αντιστοιχεί λοιπόν προς την δημοκρατικήν πολιτείαν ο τοιούτος
+άνθρωπος, ώστε να τον ονομάσωμεν ορθώς δημοκρατικόν; — Αντιστοιχεί βέβαια.</p>
+
+<p>&nbsp;— Μας υπολείπεται λοιπόν τώρα πλέον να διεξέλθωμεν το κάλλιστον είδος
+του πολιτεύματος και τον άριστον ανθρώπινον χαρακτήρα, την τυραννίδα και τον
+τύραννον. — Μάλιστα. — Ας ίδωμεν λοιπόν, αγαπητέ φίλε, κατά ποίον τρόπον
+σχηματίζεται η τυραννίς· και ότι μεν την αρχήν της έχει από την δημοκρατίαν είναι
+σχεδόν φανερόν. — Βεβαίως. — Και άραγε κατά τον ίδιον τρόπον, που γίνεται από την
+ολιγαρχίαν η δημοκρατία, κατά τον ίδιον γίνεται και από την δημοκρατίαν η τυραννίς;
+— Πώς; — Εκείνο το οποίον εν τη ολιγαρχία εθεωρήθη το ανώτατον αγαθόν, και εις το
+οποίον εχρεώστει, είπαμεν, την γέννησίν της αύτη — ήτο δε τούτο ο πλούτος· ή όχι; —
+Ναι. — Η απληστία λοιπόν του πλούτου και η παραμέλησις όλων των άλλων προς
+απόκτησιν αυτού, είναι εκείνο που επέφερε την καταστροφήν της. — Αλήθεια. —
+Κατά τον ίδιον λοιπόν λόγον και η απληστία εκείνου, που θεωρείται εν τη δημοκρατία
+το ανώτατον αγαθόν, δεν επιφέρει και αυτής την καταστροφήν; — Και ποίον είναι
+αυτό το αγαθόν; — Η ελευθερία· διότι αυτό θα ακούσης να λέγουν εις μίαν
+δημοκρατουμένην πολιτείαν, ότι είναι το καλύτερον πράγμα που υπάρχει, και δι' αυτό
+εις τοιαύτην μόνον πολιτείαν αξίζει να ζη ένας, που είναι εκ φύσεως ελεύθερος. —
+Πραγματικώς λέγεται και πολύ μάλιστα αυτός ο λόγος. — Δεν είναι λοιπόν, και αυτό
+ακριβώς επρόκειτο να είπω τώρα, η απληστία της ελευθερίας και η αδιαφορία δι' όλα
+τα άλλα, που επιφέρει την κατάπτωσιν και αυτού του πολιτεύματος και παρασκευάζει
+την ανάγκην της τυραννίδος; — Πώς δηλαδή;</p>
+
+<p>&nbsp;— Όταν μία δημοκρατουμένη πολιτεία, που έχει άσβεστον δίψαν
+ελευθερίας, τύχη να κυβερνάται από κακούς οινοχόους, και μεθύση, διότι της κερνούν
+παρά πάνω απ' ό,τι πρέπει άκρατον, τότε λοιπόν, αν δεν είναι παραπολύ καλόβολοι οι
+άρχοντες και δεν εξακολουθούν να της δίνουν ελευθερίαν όσην θέλη, τους κατηγορεί
+και τους τιμωρεί με την πρόφασιν ότι είναι καταχθόνιοι και αποβλέπουν εις την
+ολιγαρχίαν. — Το κάμνουν πραγματικώς αυτό. — Και όσοι μεν των πολιτών
+εξακολουθούν να υπακούουν εις τους άρχοντας, τους προπηλακίζει, ότι είναι δούλοι
+εκούσιοι και δεν αξίζουν τίποτε, τους δε άρχοντας που είναι όμοιοι με τους υπηκόους,
+και τους υπηκόους που είναι όμοιοι με τους άρχοντας, επαινεί και τιμά και ιδία και
+δημοσία· κατ' ανάγκην λοιπόν δεν θα εξαπλωθή παντού η ελευθερία εις μίαν τοιαύτην
+πόλιν; — Πώς όχι; — Θα εισδύση μάλιστα, φίλε μου, και εις τους κόλπους της
+οικογενείας, και εις το τέλος τέλος θα μεταδοθή το μίασμα της αναρχίας και εις αυτά
+τα κατοικίδια ζώα. — Τι εννοείς με τούτο; — Θέλω να είπω ότι οι πατέρες θα
+συνηθίσουν να θεωρούν τα τέκνα ως ίσους και ομοίους των και να φοβούνται τους
+υιούς των, το ίδιον πάλιν οι υιοί τους πατέρας και ούτε θα τους σέβωνται, ούτε θα
+τους φοβούνται, διά να είναι βέβαια ελεύθεροι· οι μέτοικοι θα εξισωθούν με τους
+πολίτας, οι πολίται με τους μετοίκους, ωσαύτως δε και οι ξένοι. — Αυτό ακριβώς και
+συμβαίνει.</p>
+
+<p>&nbsp;— Αυτά λοιπόν γίνονται και άλλα μικρότερα τοιαύτα, εις αυτήν την
+πολιτείαν· ο διδάσκαλος φοβείται και περιποιείται τους μαθητάς του, οι μαθηταί
+καμμίαν σημασίαν δεν δίδουν διά τους διδασκάλους και τους παιδαγωγούς των· και
+εν γένει οι νέοι εννοούν να περνούν το ένα με τους γεροντοτέρους και να
+συνερίζωνται με αυτούς και εις τους λόγους και τα έργα, οι δε γέροντες πάλιν
+συγκατερχόμενοι μέχρι των νέων σπουδάζουν να μιμούνται τους τρόπους των και να
+κάμνουν τον χαρίεντα και τον ευτράπελον, διά να μη θεωρούνται φορτικοί και
+δεσποτικοί. — Αυτό είναι αλήθεια. — Αλλ' η πλέον ανυπόφορος κατάχρησις της
+ελευθερίας που συμβαίνει εις την τοιαύτην πολιτείαν, είναι να βλέπης τους δούλους
+τους αγορασμένους και τας δούλας, να απολαμβάνουν όχι μικροτέραν ελευθερίαν
+από εκείνους που τους ηγόρασαν· ελησμόνησα δε σχεδόν να είπω, πόση ισονομία και
+ελευθερία επικρατεί εις τας μεταξύ ανδρών και γυναικών σχέσεις. — Ας μη
+λησμονώμεν τίποτε και, κατά τον Αισχύλον, ας λέγωμεν ό,τι μας έρχεται εις το στόμα.
+— Πολύ καλά· και εγώ αυτό θα κάμω. Θα εδυσκολεύετο κανείς να το πιστεύση, αν
+τουλάχιστον δεν το έβλεπε, πόσον και αυτά τα ζώα τα εις την υπηρεσίαν των
+ανθρώπων απολαμβάνουν εδώ μεγαλυτέραν ελευθερίαν ή παντού αλλού· διότι
+πραγματικώς, όπως λέγει και η παροιμία, <b>κατά τον αφέντη και το σκυλί</b>, οι δε
+ίπποι και οι όνοι, συνηθισμένοι να πηγαίνουν ελεύθερα και με όλην των την
+μεγαλοπρέπειαν εις τους δρόμους, πίπτουν επάνω εις όσους τύχη να συναντήσουν,
+εάν δεν παραμερίσουν αυτοί· και τέλος πάντων όλα απολαμβάνουν απόλυτον
+ελευθερίαν. — Μου διηγείσαι το ιδικόν μου το όνειρον συχνά μου συμβαίνει αυτό,
+όταν πηγαίνω εις την εξοχήν. </p>
+
+<p>&nbsp;— Εννοείς λοιπόν, ποίον είναι το κεφάλαιον όλων αυτών αν τα
+προσθέσωμεν· η ψυχή των πολιτών γίνεται τόσον ευπαθής, ώστε και εις την ελαχίστην
+υποψίαν καταναγκασμού, που θα ήθελέ τις να τους επιβάλη, αγανακτούν και
+εξεγείρονται· γνωρίζεις δε βέβαια ότι εις το τέλος καταντούν να μη λαμβάνουν
+καθόλου υπ' όψιν των και τους νόμους, είτε τους γραπτούς είτε τους αγράφους, διά
+να μην έχουν κανένα απολύτως κύριον. — Το γνωρίζω και πολύ καλά.</p>
+
+<p>&nbsp;— Αυτή λοιπόν, φίλε μου, είναι η τόσον καλή και χαριτωμένη μορφή του
+πολιτεύματος, εκ της οποίας, κατά την ιδέαν μου, λαμβάνει την αρχήν η τυραννίς. —
+Πραγματικώς χαριτωμένη· αλλά τι συμβαίνει κατόπιν; — Το ίδιον νόσημα, το οποίον
+ανεφάνη εις την ολιγαρχίαν και επέφερε την καταστροφήν της, το ίδιον παρουσιάζεται
+και εις αυτήν αλλά υπό μορφήν βαρυτέραν, ένεκα της γενικής αμεριμνησίας, και
+επιφέρει την υποδούλωσιν της δημοκρατίας· διότι τωόντι η υπερβολή εις κάθε
+πράγμα επιφέρει συνήθως την μετάπτωσιν εις την εναντίαν υπερβολήν, όπως
+παρατηρείται εις τας εποχάς του έτους, εις τα φυτά, εις τα σώματά μας και μάλιστα
+και εις τας πολιτείας προπάντων. — Είναι πολύ φυσικόν να γίνεται. — Και λοιπόν και η
+υπερβολική ελευθερία, είτε εις τους ιδιώτας είτε και εις τα κράτη, εις τίποτε άλλο,
+φαίνεται, δεν οδηγεί παρά εις την ασυλείαν. — Έτσι είναι. — Είναι λοιπόν φυσικόν να
+μη προέρχεται εξ άλλης πολιτείας η τυραννίς παρά εκ της δημοκρατίας, εκ της
+ακροτάτης δηλαδή ελευθερίας η μεγαλύτερα και αγριωτέρα δουλεία. — Το πράγμα
+έχει τον λόγον του. — Δεν είναι όμως αυτό που με ερωτούσες, αλλά ποίον νόσημα
+παρουσιάζεται εις την δημοκρατίαν, το ίδιον απαράλλακτα όπως κανείς την
+ολιγαρχίαν, και επιφέρει την υποδούλωσιν αυτής. — Έχεις δίκαιον.</p>
+
+<p>&nbsp;— Εννοώ λοιπόν εκείνο το είδος των αργών και πολυδαπάνων ανθρώπων,
+εκ των οποίων οι μεν γενναιότεροι τίθενται επί κεφαλής, οι δε άλλοι, οι ανανδρότεροι,
+τους ακολουθούν τους πρώτους, ενθυμείσαι, τους παρεβάλαμεν με τους κηφήνας,
+που έχουν κέντρα, και τους άλλους με τους κηφήνας, που δεν έχουν. — Και πολύ
+ορθώς. — Αυτά λοιπόν τα δύο είδη των ανθρώπων επιφέρουν γενικήν διατάραξιν εις
+πάσαν πολιτείαν, που εμφανίζονται, απαράλλακτα όπως συμβαίνει με το φλέγμα και
+την χολήν εις το ανθρώπινον σώμα· πρέπει λοιπόν ο καλός ιατρός και νομοθέτης της
+πολιτείας να λάβη εξ αρχής όλα τα μέτρα του, όπως ένας έμπειρος μελισσουργός,
+προπάντων μεν διά να μη εισχωρήσουν καθόλου εις την κυψέλην, αν δε τύχη και
+εισχωρήσουν, να τους πετάξη έξω μίαν ώραν αρχύτερα μαζί με τας βεβλαμμένας
+κηρήθρας. — Δεν έχει, μα την αλήθειαν, καλύτερον να κάμη. — Ας λάβωμεν όμως το
+πράγμα ως εξής, διά να εννοήσωμεν σαφέστερα αυτό που θέλομεν. — Πώς; — Ας
+διαιρέσωμεν την δημοκρατουμένην πολιτείαν εις τρεις τάξεις, πράγμα το οποίον
+άλλως τε είναι και αληθές· η πρώτη περιλαμβάνει αυτούς ακριβώς που ελέγαμεν
+τώρα, και οι οποίοι από την γενικήν ελευθερίαν, πολλαπλασιάζονται όχι ολιγώτερον
+παρά εις την ολιγαρχικήν πολιτείαν. — Έτσι είναι — Είναι δε, εννοείται, και πολύ
+βλαβερώτεροι εις την δημοκρατικήν παρά εις εκείνην. — Πώς; — Εκεί μεν, επειδή το
+είδος αυτό των ανθρώπων, δεν έχει καμμίαν υπόληψιν και το απομακρύνουν από
+κάθε αρχήν, μένει ούτως ειπείν αγύμναστον και ατροφικόν· ενώ απεναντίας εις μίαν
+δημοκρατίαν αυτό διαχειρίζεται, ως γνωστόν, την ανωτάτην εξουσίαν, εκτός ολίγων
+εξαιρέσεων και οι μεν επιτηδειότεροι εξ αυτών λέγουν και πράττουν, οι δε άλλοι
+περιβομβούν προσκολλημένοι γύρω εις το βήμα και δεν επιτρέπουν εις κανένα να έχη
+την αντίθετον γνώμην, ώστε τα πάντα διεξάγονται εις αυτήν την πολιτείαν υπό των
+τοιούτων, εκτός ενός πολύ μικρόν αριθμού. — Είναι αληθές. — Είναι τώρα μία
+δευτέρα τάξις, η οποία μένει πάντα χωρισμένη από το πλήθος. — Ποία είναι αυτή; —
+Επειδή όλοι εις αυτήν την πολιτείαν εργάζονται διά να πλουτήσουν, οι φρονιμώτεροι
+και πλέον μετρημένοι εκ φύσεως μεταξύ των γίνονται και πλουσιώτεροι. — Φυσικά. —
+Και από αυτούς είναι, νομίζω, που τραυούν το περισσότερον μέλι και προχειρότερα οι
+κηφήνες. — Και τι να τραυήξουν βέβαια από εκείνους, που δεν έχουν τίποτε; — Αυτοί
+λοιπόν οι πλούσιοι είναι, που τους λέγουν: το βοτάνι των κηφήνων. — Επάνω κάτω. —
+Η δε τρίτη τάξις είναι ο μικρός λαός, όσοι είναι τεχνίται και δεν πολυανακατώνονται
+εις τα πράγματα και που μόλις επαρκούν να ζήσουν με τα ολίγα που έχουν· και είναι
+μολαταύτα εις μίαν δημοκρατίαν η πολυπληθεστέρα και κυριωτέρα τάξις αύτη, όταν
+συσσωματωθή.</p>
+
+<p>Έτσι είναι· αλλά δεν συνηθίζει να το κάμνη αυτό συχνά, εάν δεν πάρη και αυτός το
+μερίδιόν του από το μέλι. — Και το παίρνει πραγματικώς, καθόσον οι προεστώτες
+κάμνουν ό,τι ημπορούν δι' αυτό· αφαιρούν τας περιουσίας των πλουσίων και τας
+μοιράζουν εις τον λαόν, αφού, εννοείται, κρατήσουν αυτοί το μεγαλύτερον μέρος. —
+Κατ' αυτόν τον τρόπον πραγματικώς λαμβάνει και αυτός το μερίδιόν του. —
+Αναγκάζονται λοιπόν και οι πλούσιοι, των οποίων τας περιουσίας παίρνουν, να
+υπερασπίζωνται, λαμβάνοντες τον λόγον εις τας συναθροίσεις του δήμου ή
+ενεργούντες όπως άλλως δύνανται. — Πώς όχι; — Κατηγορούνται λοιπόν υπό των
+άλλων, και χωρίς να επιδιώκουν καμμίαν καινοτομίαν πολιτικήν, ότι τάχα σχεδιάζουν
+την ανατροπήν του δημοκρατικού πολιτεύματος και είναι ολιγαρχικοί. — Βεβαίως. —
+Και αυτοί λοιπόν εις το τέλος, αφού βλέπουν ότι ο δήμος, όχι ίσως τόσον από κακήν
+θέλησιν, αλλά εξ αγνοίας και απατώμενος από τους συκοφάντας, θέλει όλο να τους
+αδική, τότε πλέον, είτε το θέλουν είτε όχι, γίνονται πραγματικώς ολιγαρχικοί· και δεν
+πταίουν αυτοί, αλλ' αφορμή πάλιν του κακού είναι εκείνος ο ίδιος ο κηφήν, που τους
+καταδιώκει με το κέντρον του. — Αναμφιβόλως. — Αρχίζουν λοιπόν καταγγελίαι και
+κρίσεις και δικαστικοί αγώνες μεταξύ των. — Βέβαια. — Δεν έχει δε την συνήθειαν ο
+δήμος να αναδεικνύη εκάστοτε ένα κατ' εξοχήν προστάτην του, και να τον περιβάλλη
+με πάσαν ισχύν και εξουσίαν; — Μάλιστα. — Είναι λοιπόν φανερόν, ότι από αυτήν την
+ρίζαν των προστατών του δήμου ξεφυτρώνει ο τύραννος και από πουθενά άλλου. —
+Και πολύ μάλιστα φανερόν.</p>
+
+<p>&nbsp;— Ποία λοιπόν είναι η αρχή της μεταβολής από του προστάτου εις τον
+τύραννον; δεν είναι προφανώς, όταν αρχίση ο προστάτης να κάμνη το ίδιον μ' εκείνο,
+που συμβαίνει, κατά τον μύθον, εις το εν Αρκαδία ιερόν του Λυκαίου Διός; — Τι
+δηλαδή; — Ότι τάχα εκείνος, που γευθή από το ένα ανθρώπινον σπλάγχνον, που είναι
+κομμένον μέσα εις τα πολλά άλλα σπλάγχνα των άλλων θυμάτων, κατ' αναπόδραστον
+ανάγκην μεταβάλλεται εις λύκον· ή δεν έχεις ποτέ σου ακούση αυτόν τον μύθον; —
+Μάλιστα. — Μήπως λοιπόν τοιουτοτρόπως και ο προστάτης του δήμου, όταν εύρη
+όχλον πρόθυμον να τον υπακούη και δεν κρατήση τας χείρας του καθαράς από το
+αίμα συμπολιτών του, αλλά με αδίκους κατηγορίας, όπως γίνεται πολύ συνήθως,
+ενώπιον των δικαστηρίων γίνη αφορμή να αδικοθανατήση άνθρωπος και γευθή
+τοιουτοτρόπως με γλώσσαν και στόμα ανόσιον συγγενικό αίμα και εξορίζει και
+φονεύει και υπόσχεται απόσβεσιν χρεών και αναδασμόν γης, μήπως, λέγω, κατ'
+ανάγκην τότε, ύστερ' απ' όλ' αυτά, είναι πεπρωμένον ο τοιούτος ή να πέση και αυτός
+θύμα των εχθρών του, ή να γίνη τύραννος και να μεταβληθή από άνθρωπος εις λύκον;
+Κατ' ανάγκην αυτό θα συμβή. — Αυτός λοιπόν είναι που στήνει πόλεμον με εκείνους
+που έχουν τας μεγάλας περιουσίας. — Αυτός. — Και εάν, αφού μίαν φοράν εξορισθή,
+επανέλθη παρ' όλην την αντίστασιν των εχθρών του, δεν επανέρχεται τέλειος πλέον
+τύραννος; — Αναμφιβόλως. — Αλλ' εάν δεν ημπορέσουν να τον εξορίσουν ή να τον
+φονεύσουν, κατηγορούντες αυτόν ενώπιον του δήμου, δεν συνωμοτούν να τον
+δολοφονήσουν κρυφίως; — Αυτό τουλάχιστον γίνεται συνήθως. — Και τότε συμβαίνει
+το πολυθρύλητον εκείνο τέχνασμα των τυράννων, εις το οποίον καταφεύγουν, όταν τα
+πράγματα καταντήσουν εις αυτό το σημείον, να ζητούν δηλαδή από τον δήμον
+σωματοφύλακας, διά να μην τους πάθη τίποτε ο υπερασπιστής του δήμου. —
+Μάλιστα. — Και του δίδουν πράγματι, επειδή φοβούνται μεν δι' εκείνον, δεν
+φοβούνται δε τίποτε διά τον εαυτόν τους. — Και βέβαια.</p>
+
+<p>&nbsp;— <b>Όταν</b> λοιπόν το πράγμα φθάση εις αυτό το σημείον, κάθε
+άνθρωπος με μεγάλην περιουσίαν, και ο οποίος δι' αυτόν τον λόγον θεωρείται ως
+εχθρός του δήμου, εφαρμόζει τον χρησμόν, που εδόθη εις τον Κροίσον, και </p>
+
+<p class="poem">&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;
+&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;
+&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;
+στο
+χαλικοστρωμένον Έρμον<br />
+φεύγει, δε μένει, και δειλός δε ντρέπεται να γίνη.</p>
+
+<p>&nbsp;— Διότι βέβαια δεν θα του δοθή περίστασις να εντραπή άλλην φοράν
+πλέον. — Πραγματικώς, διότι αν συλληφθή, θα λάβη άφευκτον θάνατον. — Κατ'
+ανάγκην. — Όσον δε αφορά τον προστάτην του δήμου, εκείνος πλέον τότε φαρδύς
+πλατύς, όχι πέφτει καταγής (όπως λέγει ο στίχος) αλλά, αφού καταρρίψη και άλλους
+πολλούς, ενθρονίζεται εις το άρμα της πόλεως και παρουσιάζεται πλέον τέλειος
+τύραννος αντί προστάτου. — Και ποίος θα τον ημπόδιζε;</p>
+
+<p>&nbsp;— Ας ίδωμεν τώρα την ευδαιμονίαν αυτού του ανθρώπου και της πόλεως, η
+οποία θα έχη την ευτυχίαν να τον αποκτήση. — Ας ίδωμεν. — Και εις μεν τας πρώτας
+ημέρας της αρχής του, δεν φέρεται φιλομειδέστατα και καταδεκτικώτατα εις όλους
+που συναντά, και δεν αποστέργει και αυτό το όνομα του τυράννου; δεν σκορπίζει
+αφειδώς υποσχέσεις και ιδία και δημοσία και αναστέλλει πράγματι τα χρέη και
+μοιράζει γαίας εις τον δήμον και εις τους ανθρώπους του και εν γένει υποκρίνεται
+προς όλους τον πράον και ήμερον; — Είναι ηναγκασμένος να το κάμνη. Όταν όμως
+ησυχάση άπαξ με τους εξωτερικούς του εχθρούς, και με άλλους μεν εξ αυτών
+συμφιλιωθή, άλλους δε τους εξοντώση, πρώτον μεν αρχίζει να υποκινή κάθε φοράν
+και κάποιον πόλεμον, διά να έχη πάντοτε ο δήμος ανάγκην αρχηγού. — Είναι φυσικόν.
+— Αλλά προ πάντων δεν το κάμνει, διά να συνεισφέρουν εις τας ανάγκας δήθεν του
+πολέμου και τοιουτοτρόπως, μόλις επαρκούντες πλέον εις τας καθημερινάς των
+ανάγκας, να μην είναι εις θέσιν να τον επιβουλεύωνται; — Φανερόν. — Και διά να έχη
+ακόμη το μέσον να απαλλάσσεται με εύσχημον πρόφασιν από εκείνους, που
+υποπτεύεται ότι έχουν αρκετά φιλελεύθερον το φρόνημα, διά να μην υποκύψουν υπό
+τον ζυγόν του, εκθέτων αυτούς εις τους κινδύνους του πολέμου; δι' όλους αυτούς τους
+λόγους δεν έχει ανάγκην πάντοτε ο τύραννος να προκαλή κάποιον πόλεμον; —
+Μάλιστα. — Όλα όμως αυτά δεν τον κάμνουν να γίνεται επί μάλλον και μάλλον
+μισητός εις τους πολίτας; — Πώς όχι; — Μερικοί δε από εκείνους που συνετέλεσαν εις
+την ανύψωσίν του και έχουν διά τούτο κάποιαν δύναμιν πλησίον του, δεν θα αρχίσουν
+να κάμνουν λόγον μετά παρρησίας διά τας πράξεις του μεταξύ των, οι δε
+τολμηρότεροι και προς αυτόν τον ίδιον να τας κατακρίνουν; — Φυσικώτατα. — Όλους
+λοιπόν αυτούς πρέπει να τους βγάλη ο τύραννος από την μέσην, εάν θέλη να
+διατηρήση την εξουσίαν, έως ότου δεν αφίση κανένα, ούτε φίλον ούτε εχθρόν, που να
+έχη κάποιαν αξίαν. — Αυτό είναι φανερόν. — Πρέπει λοιπόν με άκραν οξύτητα να
+διακρίνη και να βλέπη ποίος είναι ανδρείος, ποίος μεγαλόφρων, ποίος φρόνιμος,
+ποίος πλούσιος· και τόσον ευτυχής είναι, ώστε πρέπει, εκών άκων, να τους θεωρή
+όλους αυτούς εχθρούς του και να επιζητή την καταστροφήν των, έως ότου καθαρίση
+τελείως την πόλιν από αυτούς. — Ωραίος καθαρισμός! — Ωραίος πράγματι, αλλ'
+αντίθετος από εκείνον που κάμνουν εις τα σώματα οι ιατροί· εκείνοι δηλαδή
+αφαιρούν τα χειρότερα και αφήνουν τα καλύτερα· αυτός δε το εναντίον. — Καθώς
+φαίνεται είναι ανάγκη να το κάμνη αυτό, αν εννοή να διατηρήση την αρχήν.</p>
+
+<p>&nbsp;— Με αξιολάτρευτον, μα την αλήθειαν, ανάγκην είναι δεσμευμένος, η
+οποία του επιβάλλει, ή να ζη με τους πολλούς τους φαύλους και μάλιστα μισούμενος
+υπ' αυτών, ή να αποθάνη. — Αυτή είναι η θέσις του. — Αλλά όσον μισητότερος γίνεται
+εις τους πολίτας με αυτάς τας πράξεις του, δεν θα έχη ανάγκην και τόσον
+περισσοτέρων και πιστοτέρων δορυφόρων; — Πώς όχι; — Αλλά πού θα εύρη αυτούς
+τους πιστούς και από πού θα τους προσκαλέση; — Μόνοι των θα έλθουν πολλοί
+πετώντας, αρκεί να τους πληρώνη κανείς καλά. — Μου φαίνεται, μα τον κύνα, πως
+εννοείς κάποιους κηφήνας πάλιν, ξενικούς και κάθε λογής. — Σωστά το ηύρες. — Τι
+τάχα; δεν θα ημπορούσεν άραγε να είχεν εντοπίους; — Πώς; — Να πάρη τους
+δούλους από τους κυρίους των, να τους απελευθερώση και να αποτελέση από αυτούς
+την σωματοφυλακήν του. — Καλά το εσκέφθης, διότι αυτοί πραγματικώς θα του είναι
+και τελείως αφωσιωμένοι. — Τι αξιοζήλευτον πράγμα, αλήθεια, που μας παριστάνεις
+τον τύραννον, αφού θα έχη τέτοιους φίλους και πιστούς ανθρώπους, διά να
+αντικαταστήση εκείνους τους άλλους που εξέκαμε πριν! — Και όμως αυτούς έχει. —
+Και τον θαυμάζουν βέβαια αυτοί οι νέοι του σύντροφοι και ζουν με οικειότητα μαζί
+του οι νέοι αυτοί πολίται, ενώ οι χρηστοί τον μισούν και τον αποφεύγουν. — Πώς να
+μη γίνεται αυτό;</p>
+
+<p>&nbsp;— Έχουν λοιπόν δίκαιον να θεωρούν την τραγωδίαν εν γένει ταμείον πάσης
+σοφίας, και ιδιαιτέρως εν αυτή τον Ευριπίδην. — Διατί το λέγεις αυτό; — Διότι είπε
+μεταξύ των άλλων και αυτήν την βαθυστόχαστον ρήσιν ότι «γίνονται σοφοί οι
+τύραννοι με την συναναστροφήν των σοφών»· και έλεγε βέβαια σοφούς, αυτούς που
+ζουν με οικειότητα μαζί των. — Και ως ισόθεον ακόμη εγκωμιάζει την τυραννίδα και
+αυτός και οι άλλοι ποιηταί. — Πιστεύω όμως μολαταύτα, ότι, καθώς είναι σοφοί οι
+ποιηταί της τραγωδίας, θα μας συμπαθήσουν και ημάς και όλους, όσοι πολιτεύονται
+σύμφωνα με τας ιδικάς μας αρχάς, που δεν θα τους παραδεχθούμεν εις την πολιτείαν
+μας, επειδή εξυμνούν τους τυράννους. — Θα μας συμπαθήσουν, πιστεύω και εγώ,
+τουλάχιστον οι λεπτότεροι μεταξύ των. — Ημπορούν όμως, εννοείται, αξιόλογα να
+περιοδεύουν εις τας άλλας πολιτείας, να συναθροίζουν τους όχλους και μισθώνοντες
+τας ωραιοτέρας και ισχυροτέρας και πειστικωτέρας φωνάς, να προσελκύουν τα πλήθη
+υπέρ των τυραννίδων και των δημοκρατιών. Βεβαίως. — Δι' όλα αυτά μάλιστα
+λαμβάνουν και πλουσίας αμοιβάς και τιμάς, προπάντων μεν από τους τυράννους,
+κατά δεύτερον δε λόγον από τας δημοκρατίας· αλλ' όσον, εννοείται, παίρνουν τον
+ανήφορον προς τα τελειότερα πολιτεύματα, τόσον αποκάμνει και η υπόληψίς των, ως
+να την έπιασεν άσθμα και δεν ημπορεί να τους παρακολουθήση. — Έχεις δίκαιον.</p>
+
+<p>&nbsp;— Αλλ' ας επανέλθωμεν από αυτήν την παρέκβασιν, που εκάμαμεν, και ας
+ιδούμεν τώρα πώς ο τύραννος θα διαθρέψη το ωραίον και πολυάριθμον και
+πολυποίκιλον και πάντοτε ανανεούμενον στρατόπεδόν του εκείνο. — Είναι φανερόν,
+ότι θα θέση χείρα βέβηλον εις τους ναούς και τους ιερούς θησαυρούς της πόλεως, και
+εφόσον το εκ της πωλήσεως αυτών χρήμα τον εξαρκεί, δεν θα επιβάλλη εις τον λαόν
+πολύ μεγάλας καταναγκαστικάς εισφοράς. — Αλλά τι θα γίνη όταν τελειώσουν αυτά;
+— Τότε βέβαια θαρχίση να τρέφεται και αυτός και οι καλεσμένοι του και οι φίλοι του
+και αι φίλαι του από τα πατρικά του. — Ενόησα· ότι ο λαός δηλαδή, που εγέννησε τον
+τύραννον, θα θρέψη και αυτόν και τους συντρόφους του. — Έχει βέβαια αυτήν την
+υποχρέωσιν. — Πώς το λέγεις αυτό; αλλ' αν ο λαός αγανακτήση επί τέλους και του
+είπη, ότι δεν είναι δίκαιον να τρέφεται από τον πατέρα του ένας υιός εις αυτήν την
+ηλικίαν πλέον, αλλά το εναντίον ο πατέρας επί τον υιόν, και ούτε τον εγέννησε και τον
+ανάστησε διά να του γίνη, όταν μεγαλώση, δούλος των δούλων του και να τον τρέφη
+και αυτόν και τους δούλους και όλον τον άλλον συρφετόν της ακολουθίας του, αλλά
+διά να απελευθερωθή με την βοήθειαν και την προστασίαν του από τους πλουσίους
+και τους ονομαζομένους επιφανείς, και τώρα τον προστάζει να φύγη από την πόλιν,
+και αυτός και οι φίλοι του, όπως ένας πατέρας που εκδιώκει από την οικίαν του τον
+υιόν του μαζί με τους οχληρούς συντρόφους του; — Τότε, μα τον θεόν, θα γνωρίση
+πλέον ο δήμος ποίον θρέμμα εγέννησε και εθέρμανε εις τον κόλπον του και
+εμεγάλωσε και ότι εκείνοι, που θέλει να εκδιώξη, είναι πολύ ισχυρότεροι του. — Τι
+κάθεσαι και λέγεις; θα τολμήση να επιβάλη βίαν εις τον πατέρα του ο τύραννος, και αν
+δεν υποχωρήση, να τον κτυπήση ακόμη; — Μάλιστα, αφού πρώτα τον αφοπλίση. —
+Μα εσύ μας τον παριστάνης τον τύραννον σωστόν πατροφάγον και διεστραμμένον
+γηροτρόφον και, καθώς φαίνεται, αυτό πραγματικώς είναι που ονομάζει όλος ο
+κόσμος τυραννίδα· ο λαός, κατά το λεγόμενον, διά να αποφύγη τον καπνόν της
+δουλείας ανθρώπων ελευθέρων, έπεσε μέσα εις τη φωτιά δεσποτείας δούλων και
+ήλλαξε το φόρεμα της μεγάλης εκείνης και αναρμόστου ελευθερίας με το φόρεμα της
+σκληροτάτης και πικροτάτης δουλείας των δούλων. — Έτσι γίνονται αυτά τα
+πράγματα. — Και λοιπόν, θα είχαμεν τώρα άδικον να ισχυρισθώμεν, ότι αρκετά καλά
+ανεπτύξαμεν πώς γίνεται η μετάβασις από την δημοκρατίαν εις την τυραννίδα, και
+ποίος είναι ο χαρακτήρ αυτής; — Και πολύ καλά μάλιστα.</p>
+
+<h4 style="text-align: center; margin-top: 3em">ΒΙΒΛΙΟΝ Θ'.</h4>
+
+<p>
+<br />
+&nbsp;— Μας μένει λοιπόν να εξετάσωμεν τον τυραννικόν άνθρωπον, π;vς
+σχηματίζεται από τον δημοκρατικόν, ποία είναι τα ήθη του και αν ο τρόπος της ζωής
+του είναι άθλιος ή μακαριστός. — Αυτό πράγματι μας μένει να εξετάσωμεν. —
+Γνωρίζεις όμως τι επιθυμώ εγώ ακόμη; — Τι; — Μου φαίνεται, ότι δεν φτάσαμεν
+αρκετά ακριβώς το περί των επιθυμιών κεφάλαιον, ποία είναι η φύσις και τα διάφορα
+είδη αυτών· και εφ' όσον δεν γίνη τούτο, θα είναι πάντοτε ασαφεστέρα η εξέτασις
+εκείνου, που ζητούμεν. — Και δεν είναι ακόμη καιρός να το κάμωμεν; — Είναι βέβαια·
+και πρόσεξε τι κυρίως θέλω να γνωρίσωμεν περί αυτών· μεταξύ των επιθυμιών και
+των ηδονών, τας οποίας εχαρακτηρίσαμεν ως μη αναγκαίας, υπάρχουν μερικαί, που
+τας θεωρώ παρανόμους· αυταί ενυπάρχουν γενικώς εις όλους σχεδόν τους
+ανθρώπους, αλλά εις μερικούς μεν περιστέλλονται υπό των νόμων και υπό άλλων
+καλυτέρων επιθυμιών, ούτως ώστε ή φεύγουν καθ' ολοκληρίαν ή, όσαι μένουν, είναι
+ολίγαι και ασθενέστεραι, εις άλλους όμως είναι πολλαί και ισχυρότεραι. — Και ποίαι
+είναι αυταί αι επιθυμίαι, που λέγεις; — Εκείναι αι οποίαι εξεγείρονται κατά την
+διάρκειαν του ύπνου, όταν κοιμάται μεν το άλλο μέρος της ψυχής, που είναι λογικόν,
+ήμερον και αρχικόν, το δε κτηνώδες και άγριον, υπό την επίδρασιν ή πολυφαγίας ή
+μέθης, αρχίζει να σκιρτά και, αφού τέλος αποδιώξη τον ύπνον, ζητή να διαφύγη και να
+ικανοποιήση τας ορέξεις του· και γνωρίζεις, ότι δεν είναι τίποτε που να μη τολμά να το
+κάμη τότε, ως να είχεν απαλλαχθή και αποτινάξη πάντα χαλινόν εντροπής και
+φρονήσεως· διότι δεν διστάζει να επιχειρήση, καθώς φαντάζεται, οιανδήποτε
+βδελυρίαν, χωρίς να κάμνη διάκρισιν ή μητρός, ή άλλου οποιουδήποτε ανθρώπου, ή
+θεού, ή ζώου, κάθε μιαιοφονίαν ημπορεί να διαπράξη και καμμίαν ακαθαρσίαν δεν
+αποτροπιάζεται, και μ' ένα λόγον δεν υπάρχει παραφροσύνη και αναισχυντία, που να
+την αφήση. — Είναι αληθέστατα αυτά που λέγεις.</p>
+
+<p>&nbsp;— Όταν όμως ένας άνθρωπος έχη ρυθμίση την δίαιτάν του με τους κανόνας
+της υγιεινής και της σωφροσύνης· όταν, πριν παραδοθή εις τον ύπνον, εξεγείρη το
+λογιστικόν του και το θρέψη με καλούς διαλογισμούς και σκέψεις και συγκεντρώνη εις
+αυτάς όλην του την διάνοιαν· όταν, χωρίς να παραφορτώση το επιθυμητικόν, του
+παραχωρή όσον του χρειάζεται απολύτως, διά να αποκοιμηθή και να μην έρχεται να
+ταράσση την καλυτέραν μερίδα της ψυχής με την χαράν του ή την λύπην του, αλλά την
+αφήση μόνην της και ανεπηρέαστον να αναζητή και να λαχταρά να μάθη, ό,τι δεν
+γνωρίζει, ή από τα παρελθόντα, ή από τα ενεστώτα, ή από τα μέλλοντα· όταν επίσης
+αυτός ο άνθρωπος κατευνάση το θυμοειδές μέρος της ψυχής του και κοιμηθή χωρίς
+να έχη την καρδίαν του ταραγμένην από θυμόν εναντίον τινός· όταν τέλος
+καθησυχάση αυτά τα δύο μέρη της ψυχής, κρατήση δε εν εξεγέρσει το τρίτον μόνον
+μέρος, εις το οποίον εδράζει η φρόνησις, και τοιουτοτρόπως αναπαυθή, γνωρίζεις
+βέβαια ότι προσεγγίζει τότε το πνεύμα του πλησιέστερα εις την αλήθειαν, και κάθε
+άλλο παρά φαντασίαι παράνομοι του παρουσιάζονται εις τα όνειρά του. — Και εγώ
+παραδέχομαι ότι τοιουτοτρόπως γίνονται τα πράγματα. — Και ίσως μεν να
+εξετείναμεν πέραν του δέοντος αυτήν την παρέκβασιν· εκείνο οπωσδήποτε, που μας
+ενδιαφέρει να γνωρίζωμεν, είναι, ότι έχει μέσα του ο καθένας μας, και εκείνοι ακόμη
+που θεωρούνται περισσότερον κύριοι των παθών των, ένα είδος επιθυμιών
+κτηνωδών, αγρίων και παρανόμων· αυτό δε προπάντων αποδεικνύεται από τα όνειρα·
+σκέψου λοιπόν τώρα αν σου φαίνεται πως έχω δίκαιον και συμφωνής μαζί μου. —
+Αλλά συμφωνώ βέβαια.</p>
+
+<p>&nbsp;— Λοιπόν ενθυμήσου τώρα την εικόνα που εκάμαμεν του δημοκρατικού
+ανθρώπου· ελέγαμεν, ότι ανετράφη εκ νεότητος υπό πατρός φειδωλού, όστις μόνον
+τας επικερδείς επιθυμίας εξετίμα, τελείως δε περιεφρόνει τας μη αναγκαίας, που
+αποβλέπουν μόνον εις την διασκέδασιν και τον καλλωπισμόν· ή όχι; — Ναι. — Αλλά
+σχετισθείς με ανθρώπους παραλυμένους και εκδότους εις όλας τας επιθυμίας και
+ηδονάς, που ανεφέραμεν προ ολίγου, παραδίδεται και αυτός εις πάσαν διαφθοράν
+και εις παν είδος των επιθυμιών εκείνων, από μίσος προς την φιλαργυρίαν του πατέρα
+του· επειδή όμως είχε καλυτέραν φύσιν από τους διαφθορείς του, ελκόμενος κατά
+δύο αντιθέτους διευθύνσεις, διέπλασεν ένα μέσον μεταξύ των δύο χαρακτήρα και
+απολαμβάνων με το μέτρον, καθώς φαντάζεται, τα καλά του ενός και του άλλου, ζη
+βίον ούτε ανελεύθερον ούτε παράνομον, μεταβληθείς τοιουτοτρόπως από
+δημοκρατικού εις ολιγαρχικόν. — Αυτήν πραγματικώς την ιδέαν εσχηματίσαμεν και
+έχομεν περί του τοιούτου.</p>
+
+<p>&nbsp;— Τώρα φαντάσου πάλιν αυτόν τον άνθρωπον, προχωρημένον πλέον εις
+την ηλικίαν, να έχη υιόν νέον, ο οποίος βέβαια θα ανετράφη με τας ιδίας αρχάς του
+πατρός του. — Πολύ καλά. — Φαντάσου κατόπιν ότι συμβαίνουν και με αυτόν τα ίδια,
+που συνέβησαν και με τον πατέρα του, ότι δηλαδή παραδίδεται εις πάσαν
+παραλυσίαν, την οποίαν ονομάζουν ελευθερίαν εκείνοι που τον παρέσυραν εις αυτήν
+και ότι ο πατέρας του και οι άλλοι οι οικείοι του έρχονται εις βοήθειαν των διαμέσων
+εκείνων επιθυμιών του, επεμβαίνουν δε συγχρόνως και οι άλλοι υπέρ της ιδικής των
+μερίδος· όταν όμως οι τελευταίοι ούτοι, μάγοι φοβεροί και επιτηδειότατοι να
+δημιουργούν τυράννους, απελπισθούν, ότι θα ημπορέσουν να κρατήσουν τον νέον
+προς το μέρος των με κάθε άλλον τρόπον, μηχανώνται το κάθε τι διά να γεννηθή εις
+την καρδίαν του ο έρως εκείνος, όστις προΐσταται των αργών και σπατάλων
+επιθυμιών, και ο οποίος είναι, κατά την ιδέαν μου, ένας μεγάλος και πτερωτός κηφήν·
+ή νομίζεις εσύ ότι είναι τίποτε άλλο αυτός ο έρως; — Αυτό και τίποτε άλλο. — Όταν
+λοιπόν αι άλλαι επιθυμίαι έλθουν και περιβομβούν γύρω του, στεφανωμέναι με άνθη,
+μυρωμέναι, μεθυσμέναι με οίνους και θυμιάματα, συνοδευόμεναι με όλας τας
+αχαλινώτους ηδονάς και αρχίσουν να τον τρέφουν με το παραπάνω και να τον
+μεγαλώνουν έως ότου του αναπτυχθή το κέντρον του πόθου και της φιλοδοξίας, τότε
+πλέον δορυφορούμενος υπό της μανίας και οιστρηλατούμενος ο προστάτης αυτός της
+ψυχής, εάν εύρη ακόμη μέσα του μερικά αισθήματα και επιθυμίας χρηστάς και ίχνη
+εντροπής, τα αποτελειώνει και τα εκδιώκει κακήν κακώς έξω από την ψυχήν του, την
+οποίαν αφού τοιουτοτρόπως καθαρίση από κάθε σωφροσύνην, γεμίζει με την απέξω
+φερμένην παραφροσύνην του. — Είναι πιστοτάτη εικών του τρόπου, κατά τον οποίον
+γεννάται ο τυραννικός άνθρωπος. — Δεν είναι άραγε δι' αυτόν τον λόγον που
+ωνομάσθη παλαιόθεν τύραννος και ο Έρως; — Έτσι φαίνεται. — Και ένας άνθρωπος
+επίσης μεθυσμένος δεν παρουσιάζει κάπως τυραννικάς διαθέσεις; — Μάλιστα. —
+Αλλά και ένας παράφρων και με σαλευμένας τας φρένας δεν φαντάζεται ότι είναι
+ικανός να κυβερνήση όχι μόνον τους ανθρώπους αλλά και τους θεούς; —
+Αναμφιβόλως. — Λοιπόν, καλέ μου, τυραννικός γίνεται ένας άνθρωπος, όταν, ή εκ
+φύσεως ή εξ ανατροφής, ή και εκ των δύο, καταστή επιρρεπής εις την μέθην και εις
+τον έρωτα και εις την παραφροσύνην. — Πολύ σωστά.</p>
+
+<p>&nbsp;— Κατ' αυτόν λοιπόν τον τρόπον γίνεται και τοιούτος είναι ο χαρακτήρ του·
+ποία δε είναι η ζωή του; — Όπως λέγουν παίζοντες «αυτό θα μου το πης εσύ κ'
+εμένα». — Θα σου το ειπώ· ύστερ' απ' αυτό, ρίπτονται πλέον κατακέφαλα εις τας
+εορτάς, εις τους κώμους, εις τα συμπόσια, εις τας εταίρας και όλα τα τοιαύτα εκείνοι,
+εις τας ψυχάς των οποίων ενθρονισθείς ο Έρως τύραννος, τους κυβερνά καθ'
+ολοκληρίαν. — Κατ' ανάγκην. — Εκάστην δε νύκτα και ημέραν δεν θα ξεφυτρώνουν
+και όλο νέαι και φοβεραί επιθυμίαι, με ένα σωρόν απαιτήσεις διά να ικανοποιηθούν;
+— Βεβαιότατα. — Εάν υπάρχουν λοιπόν τίποτε πρόσοδοι, δεν θ' αργήσουν να
+εξαντληθούν. — Πώς όχι; — Κατόπιν λοιπόν θα αρχίσουν τα δάνεια και ο τμηματικός
+εξαφανισμός της περιουσίας. — Εννοείται. — Όταν δε τελειώσουν όλα, δεν θ'
+αρχίσουν κατ' ανάγκην να φωνάζουν θορυβωδώς αι πολλαί και σφοδραί επιθυμίαι,
+που εμφωλεύουν μέσα των; αυτοί δε κεντρούμενοι και από τας άλλας επιθυμίας, προ
+πάντων όμως υπό του Έρωτος, ο οποίος ως αρχηγός ούτως ειπείν, έχει όλας τας άλλας
+δορυφόρους του, δεν θα καταληφθούν υπό μανίας και θα τρέχουν δεξιά και αριστερά
+να κυττάξουν, ποίος έχει τίποτε, που να ημπορούν να το αφαιρέσουν διά της απάτης ή
+και διά της βίας; — Βεβαιότατα. — Είναι λοιπόν αναγκασμένοι να μαζεύουν από
+παντού και ό,τι λάχη, ειδεμή να υποφέρουν τας σκληροτέρας βασάνους και πόνους. —
+Δίχως άλλο. — Καθώς δε τα πάθη, που εισήλθον κατόπιν εις την ψυχήν του,
+εξετόπισαν τας παλαιάς επιθυμίας και τας απεγύμνωσαν από τα υπάρχοντά των,
+τοιουτοτρόπως άραγε και αυτός θα ζητήση, αν και νεώτερος, να δείξη την πλεονεξίαν
+του εις βάρος του πατρός του και της μητρός του και να τους στερήση και το μερίδιόν
+των, αφού εσπατάλησε το ιδικόν του; — Πώς όχι; — Και αν δεν του το επιτρέψουν, δεν
+θα τολμήση να κλέψη και να εξαπατήση τους γονείς του; — Χωρίς αμφιβολίαν. — Και
+αν δεν το κατορθώση, δεν θα καταφύγη εις την βίαν και την αρπαγήν; — Το πιστεύω.
+— Και αν αντιτάξουν εις την βίαν του αντίστασιν, θα σεβασθή άραγε τα γηρατειά των
+και θα τον εμποδίση τίποτε, να τους μεταχειρισθή με τρόπον τυραννικόν; — Δεν σου
+τους εξασφαλίζω πάρα πολύ τους γονείς τοιούτου ανθρώπου.</p>
+
+<p>&nbsp;— Αλλά χάριν μιας φίλης χθεσινής, χάριν μιας εταίρας με την οποίαν δεν
+τον συνδέει κανείς ιερός δεσμός, ή χάριν ενός νεαρού φίλου, ο οποίος χθες ακόμη του
+ήτο αδιάφορος, πιστεύεις, Αδείμαντε, ότι θα ετόλμα να σηκώση χείρα εναντίον της
+παλαιάς φίλης, της μητρός του, με την οποίαν τον συνδέουν οι ιερώτατοι δεσμοί, ή
+του αρχαιοτέρου φίλου του, του παρήλικος πλέον και γέροντος πατρός του, και να
+τους υποδουλώση εις τους έρωτάς του εκείνους, εάν έφθανε και μέχρι του να τους
+εισαγάγη εις την αυτήν οικίαν; — Ναι, μα την αλήθειαν, το πιστεύω. — Πολύ
+αξιομακάριστον λοιπόν πράγμα φαίνεται πως είναι, να γεννήση κανείς υιόν τοιούτου
+χαρακτήρος. — Πολύ βέβαια. </p>
+
+<p>— Τι δε; όταν τέλος τελειώσουν ό,τι είχαν και δεν είχαν οι γονείς του,
+πολλαπλασιασθή δε και αυξηθή μέσα εις την καρδίαν του το σμήνος των ηδονών, τότε
+δεν θα τολμήση εις τας αρχάς να τρυπήση τον τοίχον καμμιάς οικίας, ή να προβή εις
+την λωποδυσίαν κανενός νυκτερινού διαβάτου, μετά ταύτα δε να απογυμνώση και
+κανένα ναόν; Όλα τότε πλέον τα αισθήματα της τιμής και της σωφροσύνης, που είχε
+μάθη από την παιδικήν του ηλικίαν να διακρίνη, θα υποταχθούν νικημένα εις τα πάθη
+του, τα οποία νεωστί απελευθερώσας ο έρως από την δουλείαν έχει κάμει
+δορυφόρους του· και τα πάθη αυτά, τα οποία πρότερον, ότε ακόμη ήτο εις την
+εξουσίαν του πατρός του και των δημοκρατικών νόμων, μόλις καθ' ύπνους εις τα
+όνειρά του ετόλμων να απολυθούν, τώρα, που ο έρως έγινε τύραννός του, τον
+κάμνουν πλέον διά παντός τοιούτον, οποίος πριν εγίνετο ενίοτε εις τον ύπνον του·
+τώρα ούτε ο δεινότερος φόνος, ούτε το βδελυρώτερον βρώμα, ούτε το χειρότερον
+κακούργημα θα τον σταματήση· αλλά ο έρως, ο οποίος τυραννικώς ζη και βασιλεύει
+μέσα του εν πάση ανομία και αναρχία, ως απόλυτος μονάρχης εις μίαν πόλιν, θα τον
+αναγκάση τα πάντα να αποτολμήση, διά να διαθρέψη και τον εαυτόν του και την
+πολυθόρυβον εκείνην ακολουθίαν των παθών, τα οποία, άλλα μεν εισήλθον έξωθεν
+από τας κακάς συναναστροφάς, άλλα δε ανεπτύχθησαν μόνα των μέσα του από την
+ελευθερίαν και την χειραφέτησιν που τους παρεχώρησεν ο ίδιος· ή δεν είναι αυτός ο
+βίος που διάγει ο τοιούτος άνθρωπος; — Αυτός και όχι άλλος.</p>
+
+<p>&nbsp;— Και αν μεν ευρίσκωνται ολίγοι τοιούτοι εις μίαν πολιτείαν, οι δε λοιποί
+πολίται είναι συνετοί, τότε αναγκάζονται να αναχωρήσουν, διά να προσφέρουν τας
+υπηρεσίας των εις κανένα άλλον ξένον τύραννον, ή διά να καταταχθούν ως
+μισθοφόροι, εάν υπάρχη πουθενά πόλεμος· και αν η πόλις διατελή εν ειρήνη και
+ησυχία, διαπράττουν τότε εν αυτή πολλά μικρά κακά. — Τι είδους δηλαδή; —
+Παραδείγματος χάριν κλοπάς, διαρρήξεις, λωποδυσίας, ιεροσυλίας, σωματεμπορίας·
+ενίοτε δε, αν έχουν κάποιαν ευγλωττίαν, μετέρχονται και το επάγγελμα του
+συκοφάντου, και ψευδομαρτυρούν ή πωλούν την συνείδησίν των. — Πραγματικώς
+μικρά κακά, εάν είναι ολίγοι οι τοιούτοι. — Διότι βέβαια τα μικρά είναι μικρά εν
+συγκρίσει προς τα μεγάλα· και όλα αυτά παραβαλλόμενα προς όσα υποφέρει μία
+πόλις, όταν από την ιδίαν της αθλιότητα και διαφθοράν αποκτήση τύραννον, είναι
+μηδαμινά και καμμίαν αίσθησιν δεν κάμνουν· όταν όμως εις μίαν πόλιν αυξηθή ο
+αριθμός των τοιούτων και προστεθούν και άλλοι εις αυτούς και αισθανθούν την
+υπεροχήν των, τότε ούτοι, συνεργούσης και της μωρίας του μικρού λαού,
+προμηθεύουν εις την πόλιν τον τύραννον, και μάλιστα εκείνον μεταξύ αυτών, όστις
+έχει μέσα εις την ψυχήν του τον μεγαλύτερον και ισχυρότερον τύραννον. — Πολύ
+φυσικά, διότι αυτός θα ήτο και ο τυραννικώτερος.</p>
+
+<p>&nbsp;— Και λοιπόν, εάν μεν η πόλις το πάρη απόφασιν και κλίνη την κεφαλήν,
+χωρίς να φέρη καμμίαν αντίστασιν, καλώς έχει· ειδεμή, εάν θελήση να εναντιωθή,
+όπως μετεχειρίσθη τότε την μητέρα του και τον πατέρα του, τα ίδια θα κάμη τώρα και
+με την πατρίδα του, εάν ημπορέση· θα την πιέση, θα την βασανίση και θα την
+αναγκάση αυτήν, την παλαιάν του φίλην, την μητρίδα, καθώς την λέγουν οι Κρήτες,
+και την πατρίδα, να κάμνη τον δούλον εις τους νέους του φίλους, που έφερεν απ' έξω,
+και να τους διατρέφη· και εις αυτό το τέλος θα καταλήξουν αι επιθυμίαι του τοιούτου
+ανθρώπου. — Εις αυτό μάλιστα.</p>
+
+<p>&nbsp;— Άλλως τε τοιαύτη είναι η διαγωγή των και εις τον ιδιωτικόν των βίον και
+πριν ακόμη καταλάβουν την εξουσίαν· πρώτον μεν, όσοι τους περιστοιχίζουν, ή θα
+είναι κόλακες πρόθυμοι να τους εξυπηρετούν εις κάθε περίστασιν, ή και αυτοί οι ίδιοι,
+όταν έχουν την ανάγκην των, δεν θα διστάζουν να ταπεινώνωνται και να έρπουν
+εμπρός των και να λαμβάνουν όλα τα σχήματα, διά να τους αποδείξουν τάχα την
+αγάπην των, μόλις όμως κατορθώσουν τον σκοπόν των, ούτε θέλουν πλέον να τους
+γνωρίζουν. — Πολύ σωστά. — Τοιουτοτρόπως λοιπόν περνούν όλην την ζωήν των,
+χωρίς ποτέ να είναι φίλοι με κανένα, αλλά πάντοτε ή δεσπόται των άλλων ή δούλοι,
+και το χαρακτηριστικόν ακριβώς της τυραννικής φύσεως είναι να μη γνωρίση ποτέ
+ούτε την αληθινήν ελευθερίαν, ούτε την αληθινήν φιλίαν. — Βεβαιότατα. — Δεν θα
+είχαμεν λοιπόν δίκαιον να τους ονομάσωμεν τους τοιούτους απίστους; — Πώς όχι;
+Ακόμη δε και αδίκους εις τον υπέρτατον βαθμόν, εάν τουλάχιστον ήσαν σωστά, όσα
+προηγουμένως παρεδέχθημεν περί της δικαιοσύνης; — Αλλά ήσαν βέβαια σωστά.</p>
+
+<p>&nbsp;— Ας συγκεφαλαιώσωμεν λοιπόν τώρα τον χείριστον των ανθρώπων· και
+θα είναι βέβαια χείριστος εκείνος, που εις την πραγματικότητα θα είναι ίδιος με
+αυτόν, του οποίου αμυδράν εικόνα εδώσαμεν ημείς. — Βεβαίως. — Θα είναι λοιπόν ο
+άνθρωπος, ο οποίος έχων εκ φύσεως τον τυραννικώτατον χαρακτήρα, γίνη και
+απόλυτος μονάρχης· και όσον περισσότερον διατηρήση αυτήν την εξουσίαν, τόσον
+μάλλον και χειρότερος γίνεται. — Κατ' ανάγκην, είπε λαβών τον λόγον ο Γλαύκων. —
+Αλλ' εάν είναι ο χειρότερος των ανθρώπων, είπα εγώ, δεν θα είναι και ο αθλιώτερος;
+και δεν θα είναι τόσον αθλιώτερος, όσον περισσότερον χρόνον και με τον μάλλον
+απόλυτον τρόπον εξασκήση την τυραννικήν εξουσίαν; αδιάφορον τι φρονούν περί του
+πράγματος οι πολλοί. — Κατ' ανάγκην είναι όπως τα λέγεις. — Ο τυραννικός λοιπόν
+άνθρωπος, που τυραννείται από τα πάθη του, δεν αντιστοιχεί κατά την ομοιότητα
+προς την τυραννουμένην πόλιν, όπως ο δημοκρατικός προς την δημοκρατουμένην, και
+οι άλλοι ομοίως; — Χωρίς αμφιβολίαν. — Οποίαν επομένως σχέσιν έχει μία πόλις
+προς μίαν άλλην, ως προς την αρετήν και την ευδαιμονίαν, την αυτήν δεν έχει και ένας
+άνθρωπος προς ένα άλλον; — Πώς όχι; — Αλλά ποίαν σχέσιν έχει, ως προς την αρετήν,
+μία πόλις τυραννουμένη προς την βασιλευομένην εκείνην πόλιν, όπως πρώτην την
+περιεγράψαμεν; — Είναι όλως διόλου αντίθετοι· διότι η μία είναι η καλυτέρα και η
+άλλη η χειροτέρα. — Δεν θα σε ερωτήσω ποίαν λέγεις καλυτέραν και ποίαν
+χειροτέραν· διότι είναι φανερόν· αλλά την αυτήν άραγε ιδέαν έχεις και περί της
+ευδαιμονίας και αθλιότητος αυτών ή διαφορετικήν; και ας μη συγχύσωμεν τα
+πράγματα λαμβάνοντες υπ' όψει μας τον τύραννον μόνον, που είναι ένας, ούτε τον
+μικρόν αριθμόν των ευνοουμένων του, αλλά να εισέλθωμεν και να εξετάσωμεν, καθώς
+πρέπει, ολόκληρον την πόλιν, να διεισδύσωμεν παντού και τοιουτοτρόπως ν'
+αποφανθώμεν δι' όσα ίδωμεν. — Είναι πολύ δίκαιον αυτό που ζητείς· και είναι
+φανερόν διά τον καθένα, ότι δεν υπάρχει πολιτεία αθλιωτέρα από την
+τυραννουμένην, ούτε ευτυχεστέρα από την βασιλευομένην. — Και δεν θα είχα άραγε
+δίκαιον, να ζητήσω το ίδιον και προκειμένου περί των ανθρώπων, και να θέλω να
+στηριχθώ εις την περί αυτών κρίσιν εκείνου μόνον, όστις δύναται να διεισδύση διά της
+διανοίας και εννοήση κατά βάθος τον εσωτερικόν αυτών χαρακτήρα, χωρίς να
+θαμβώνεται, σαν να ήταν παιδί, από την εξωτερικήν παράστασιν και τα προσχήματα,
+που υποδύονται οι τύραννοι εμπρός εις τον κόσμον; εάν λοιπόν ισχυριζόμην ότι δεν
+πρέπει να ακούσωμεν, επί του προκειμένου ζητήματος, παρά μόνον εκείνον, όστις,
+εκτός της περί το κρίνειν ικανότητός του, έχει ακόμη συζήση και μετά των τυράννων,
+και τους παρηκολούθησεν εις όλας τας κατ' ιδίαν πράξεις των και εις τας προς τους
+οικείους αυτών σχέσεις των, όπου παρουσιάζονται χωρίς την θεατρικήν εκείνην
+διασκευήν και πομπήν, και τους είδεν ακόμη και πώς φέρονται κατά τους δημοσίους
+κινδύνους, και τον παρακαλέσωμεν αυτόν να μας ειπή και ημάς, αφού τα εγνώρισε
+όλα κατά βάθος, ποίαν ιδέαν έχει περί της ευτυχίας ή αθλιότητος του τυράννου εν
+σχέσει προς τους άλλους ανθρώπους; . . . — Δεν θα ημπορούσες να εξέλεγες
+καλύτερον κριτήν. — Θέλεις λοιπόν να υποθέσωμεν προς στιγμήν, ότι ημείς είμεθα οι
+ικανοί να κρίνωμεν, και ότι εκτός τούτου συνεζήσαμεν ήδη με τυράννους, ώστε να
+έχωμεν κάποιον να μας απαντά εις τας ερωτήσεις μας; — Θέλω μάλιστα.</p>
+
+<p>&nbsp;— Εμπρός λοιπόν τώρα κύτταξε όπως σου λέγω· ενθυμούμενος την
+ομοιότητα, που υπάρχει μεταξύ της πόλεως και του ατόμου, εξέτασε την μίαν και τον
+άλλον με την σειράν, και ειπέ μου την κατάστασιν και των δύο. — Ποίαν κατάστασιν;
+— Πρώτον μεν, διά να αρχίσωμεν από την πόλιν, θα ονομάσης ελευθέραν ή δούλην
+μίαν πόλιν τυραννουμένην; — Δούλην και εις τον ανώτατον μάλιστα βαθμόν. — Και
+όμως ευρίσκεις και εις αυτήν δεσπότας και ελευθέρους. — Ναι, αλλά εις ελάχιστον
+αριθμόν· ενώ, αληθώς ειπείν, το μεγαλύτερον και υγιέστερον εν αυτή μέρος υπόκειται
+εις την αθλιωτέραν και ατιμωτέραν δουλείαν. — Αφού λοιπόν συμβαίνει το ίδιον και
+με το άτομον, ό,τι και με την πόλιν, δεν θα υπάρχη και εις αυτόν η ιδία κατάστασις
+πραγμάτων, δεν θα είναι η ψυχή του γεμάτη από την μεγαλυτέραν δουλείαν και
+ανελευθερίαν, και θα δουλεύη μεν το υγιέστερον και καλύτερον αυτής μέρος, θα
+δεσπόζη δε το μικρότερον, το και ελεεινότερον και μανιωδέστερον; — Κατ' ανάγκην.
+— Τι λοιπόν; δούλην θα ονομάσης αυτήν την ψυχήν ή ελευθέραν; — Δούλην
+αναμφιβόλως. — Η πόλις πάλιν η τυραννουμένη και επομένως δούλη ημπορεί ποτέ να
+κάμνη ό,τι θέλη; — Κάθε άλλο. — Και η τυραννουμένη ψυχή κατά συνέπειαν κάθε
+άλλο, παρά να κάμνη ό,τι θέλη ημπορεί· και ομιλώ δι' ολόκληρον την ψυχήν· αλλά
+παρασυρομένη βιαίως υπό του οίστρου των παθών της, θα είναι πάντα γεμάτη από
+ταραχήν και μεταμέλειαν. — Πώς όχι; — Και τι ημπορεί να είναι μία πόλις
+τυραννουμένη, πλουσία ή πτωχή; — Πτωχή. — Και η τυραννική επομένως ψυχή θα
+είναι τοιαύτη και, ως εκ της πτωχείας της, και άπληστος συγχρόνως κατ' ανάγκην. —
+Έτσι είναι. — Ακόμη δε κατ' ανάγκην δεν θα διατελή υπό το κράτος παντοτινού φόβου
+και η τοιαύτη πόλις και ο τοιούτος άνθρωπος; — Μάλιστα. — Οδυρμούς δε και
+στεναγμούς και θρήνους και πόνους, πιστεύεις ότι ημπορείς να εύρης περισσοτέρους
+εις καμμίαν άλλην πόλιν; — Καθόλου. — Ή και εις κανένα άλλον άνθρωπον
+περισσοτέρους παρά εις τον τυραννικόν αυτόν, που τον κάμνουν έξω φρενών ο έρως
+και τα άλλα του πάθη; — Πώς είναι δυνατόν; — Ώστε όλα αυτά, νομίζω, και άλλα
+τοιαύτα ακόμη, έλαβες υπ' όψιν σου, διά να κρίνης, ότι αυτή η πόλις είναι η
+αθλιεστέρα απ' όλας τας πόλεις. Και δεν έχω τάχα δίκαιον; — Πολύ μεγάλον μάλιστα·
+αλλά τι λέγεις και διά τον τυραννικόν άνδρα, αν λάβης υπ' όψιν σου όλα αυτά τα ίδια;
+— Ότι είναι κατά πολύ αθλιώτερος απ' όλους τους ανθρώπους. — Α, εις αυτό όμως
+δεν έχεις επίσης δίκαιον. — Πώς; — Δεν είναι ακόμη εις τόσον βαθμόν άθλιος ο
+τοιούτος. — Και ποίος λοιπόν είναι; — Θα παραδεχθής, πιστεύω, ότι είναι αυτός, που
+θα σου ειπώ. — Ποίος; — Εκείνος όστις, ενώ είναι και εκ φύσεως τυραννικός, δεν
+διέλθη την ζωήν του ως απλούς ιδιώτης, αλλά η κακή του τύχη, προς μεγάλην του
+συμφοράν, του παρουσιάση την ευκαιρίαν να γίνη τύραννος. — Συμπεραίνω, εξ όσων
+είπαμεν προηγουμένως, ότι έχεις δίκαιον. — Πολύ καλά· αλλά εις ζητήματα τοιαύτης
+σπουδαιότητος, όπου πρόκειται να εύρωμεν, ποίος βίος είναι ο ευτυχέστερος και
+ποίος ο δυστυχέστερος, δεν πρέπει να περιοριζώμεθα εις εικασίας μόνον, αλλά να τα
+υποβάλωμεν εις τον αυστηρότερον έλεγχον του ορθού λόγου. — Έχεις μέγα
+δίκαιον.</p>
+
+<p>&nbsp;— Πρόσεξε λοιπόν να ιδής· διά να κρίνωμεν καλώς περί του τυράννου,
+ιδού, μου φαίνεται, πώς πρέπει να τον εξετάσωμεν. — Πώς; — Να τον συγκρίνωμεν
+προς ένα έκαστον των άλλων πλουσίων ιδιωτών, οι οποίοι έχουν πολλούς δούλους·
+διότι αυτοί έχουν τούτο τουλάχιστον το κοινόν προς τους τυράννους, ότι έχουν
+πολλούς εις την εξουσίαν των· η διαφορά έγκειται μόνον εις τον αριθμόν. —
+Πράγματι. — Γνωρίζεις δε βέβαια ότι οι ιδιώται ούτοι ζουν ήσυχα και δεν έχουν
+κανένα φόβον από τους δούλους των. — Και τι θα είχαν να φοβηθούν; — Τίποτε· αλλά
+γνωρίζεις τον λόγον; Βεβαίως· διότι ολόκληρος η πόλις προστατεύει έκαστον ιδιώτην.
+— Πολύ σωστά· αλλά αν κανείς από τους θεούς σηκώση από μέσα από την πόλιν ένα
+από αυτούς τους πλουσίους, που να έχη πεντήκοντα δούλους ή και περισσοτέρους και
+τον μεταφέρη με την γυναίκα του και τα τέκνα και με όλην του την περιουσίαν και
+τους δούλους του εις μίαν ερημίαν, όπου να μην υπάρχη κανείς άλλος άνθρωπος
+ελεύθερος να τον βοηθήση εν ανάγκη, εις ποίον διηνεκή φόβον φαντάζεσαι ότι θα
+ευρίσκετο, μη σηκωθούν οι δούλοι και τον σκοτώσουν και αυτόν και την γυναίκα του
+και τα τέκνα του; — Δεν είναι δύσκολον να το φαντασθή κανείς. — Δεν θα ηναγκάζετο
+λοιπόν τότε να περιποιήται και να θωπεύη μερικούς από τους δούλους του και να
+τους δίδη ένα σωρόν υποσχέσεις και να τους απελευθερώση ακόμη, χωρίς να το
+αξίζουν, και ενί λόγω να καταντήση αυτός κόλαξ των ιδίων του δούλων; — Κατ'
+ανάγκην, διότι άλλως θα διέτρεχε κίνδυνον η ζωή του. — Αλλά και τι ακόμη θα
+συνέβαινεν, εάν ο ίδιος ο θεός έβαζε γύρω εις την κατοικίαν αυτού του πλουσίου και
+πολλούς άλλους γείτονας, που να μην υποφέρουν, ένας άνθρωπος να έχη υπό την
+εξουσίαν του άλλους ομοίους του, αλλ' όπου εύρουν κανένα τοιούτον, να του
+επιβάλλουν τας εσχάτας τιμωρίας; — Η θέσις του θα ήτο ακόμη περισσότερον
+χειροτέρα, αφού θα περιεστοιχίζετο πανταχόθεν από ανθρώπους όλους εχθρούς
+του.</p>
+
+<p>&nbsp;— Εις μίαν λοιπόν τοιαύτην ειρκτήν δεν ευρίσκεται φυλακισμένος και
+αλυσοδεμένος ο τύραννος; έχων εκ φύσεως τοιούτον χαρακτήρα, όπως τον
+εζωγραφίσαμεν, δεν θα διατελή διαρκώς υπό το κράτος φόβων και επιθυμιών
+παντοειδών; με όλην δε την απληστίαν της ψυχής του, δεν θα είναι ο μόνος εκ των
+πολιτών, που ούτε να ταξειδεύση θα ημπορή πουθενά, ούτε να ιδή τίποτε από εκείνα,
+που έχουν οι άλλοι την περιέργειαν να βλέπουν, αλλά κατάκλειστος ως επί το πολύ
+μέσα εις την οικίαν του, σαν γυναίκα, ζηλεύει τους άλλους, που ημπορούν να
+ταξειδεύουν και να βλέπουν τόσον ωραία πράγματα; — Πολύ σωστά τα λέγεις.</p>
+
+<p>Ο άνθρωπος λοιπόν ο τυραννικός, ο δούλος των παθών και των επιθυμιών του, τον
+οποίον ήδη συ εχαρακτήρισες ως τον αθλιώτατον των ανθρώπων, καρπούται πολύ
+περισσότερα ακόμη κακά, όταν δεν διέλθη την ζωήν του ως απλούς ιδιώτης, αλλ'
+αναγκασθή από κάποιαν κακήν του τύχην να γίνη τύραννος, και ενώ δεν είναι ικανός
+να κυβερνήση τον εαυτόν του, αναλάβη να κυβερνά τους άλλους· απαράλλακτα
+δηλαδή όπως ένας άνθρωπος ασθενικός, που δεν ημπορεί καλά καλά να επαρκέση εις
+τον εαυτόν του, αντί να περιορισθή να φροντίζη διά την υγείαν του, ήθελε αναγκασθή
+να περάση την ζωήν του αγωνιζόμενος προς άλλους αθλητάς και μαχόμενος. Η
+παρομοίωσίς σου είναι ακριβεστάτη και αληθεστάτη. — Ώστε η κατάστασις αυτή δεν
+είναι υφ' όλας τας επόψεις η χειροτέρα, και από εκείνον τον οποίον συ έκρινες
+αθλιώτερον, δεν ζη πολύ αθλιώτερα ακόμη ο τύραννος; — Χωρίς καμμίαν
+αμφιβολίαν.</p>
+
+<p>&nbsp;— Είναι λοιπόν τη αληθεία, και αν κανείς δεν ήθελε να το παραδεχθή, ο
+πραγματικός τύραννος πραγματικός δούλος, υποκείμενος εις την μεγίστην δουλείαν
+και εξευτελισμόν, και κόλαξ των ταπεινοτάτων ανθρώπων· ποτέ δεν ημπορεί να
+ικανοποιήση και να χορτάση και τας κοινοτέρας του επιθυμίας, αλλά στερείται των
+πάντων και παρουσιάζεται πράγματι πτωχός εις εκείνον, που γνωρίζει να εξετάση
+όλον το βάθος της ψυχής του, και διατελεί καθ' όλον τον βίον του υπό το κράτος
+φόβων και σφαδασμών και οδυνών, εάν είναι αληθές ότι ομοιάζει με την πόλιν της
+οποίας είναι ο κύριος· και ομοιάζει πράγματι· δεν είναι έτσι; — Βεβαιότατα. — Ακόμη
+δε ας προσθέσωμεν εις τας τόσας αθλιότητας και εκείνα, που είπαμεν προηγουμένως,
+ότι από ημέρας εις ημέραν γίνεται αναγκαίως, χάρις εις την αρχήν την οποίαν κατέχει,
+ακόμη περισσότερον από πριν φθονερός, άπιστος, άδικος, άφιλος, ανόσιος, πάσης
+κακίας πανδοχείον και οικοτροφείον, και δι' όλους αυτούς τους λόγους δυστυχής μεν
+ο ίδιος, αφορμή δε της δυστυχίας και όλων των άλλων, που τον πλησιάζουν. — Κανείς
+λογικός άνθρωπος δεν θα έχη την παραμικροτέραν αντίρρησιν εις όλα αυτά.</p>
+
+<p>&nbsp;— Έλα λοιπόν τώρα κάμε μου την χάριν, όπως ο κριτής που εκφέρει την
+τελικήν κρίσιν μετά το πέρας όλων των αγώνων, να εκφέρης και συ τώρα πλέον την
+κρίσιν σου, ποίος κατά την ιδέαν σου έρχεται πρώτος ως προς την ευδαιμονίαν, ποίος
+δεύτερος και ούτω καθ' εξής, από τους πέντε που έχομεν να κρίνωμεν, τον βασιλικόν,
+τιμοκρατικόν, ολιγαρχικόν, δημοκρατικόν και τυραννικόν. — Αλλά καθόλου δύσκολος
+δεν είναι η κρίσις· εγώ τουλάχιστον τους κρίνω, υπό έποψιν αρετής και κακίας,
+ευδαιμονίας και δυστυχίας, κατά την σειράν που εισήλθον, όπως οι χοροί των
+τραγωδιών, εις την σκηνήν. — Θέλεις λοιπόν να μισθώσωμεν ένα κήρυκα, ή να κάμω
+εγώ ο ίδιος αυτό το έργον και να κηρύξω ότι, ο υιός του Αρίστωνος τον εναρετώτατον
+και δικαιότατον άνθρωπον έκρινεν ως τον ευτυχέστατον, και αυτός είναι ο
+βασιλικώτατος, εκείνος δηλαδή που εξουσιάζει περισσότερον τον εαυτόν του, τον δε
+κάκιστον και αδικώτατον ως τον δυστυχέστατον, και αυτός πάλιν είναι εκείνος που
+έχει τον τυραννικώτατον χαρακτήρα και εξασκεί του χειροτέρου είδους την τυραννίαν
+και επί του εαυτού του και επί της πόλεως; — Μάλιστα, να το κηρύξης εκ μέρους μου.
+— Να προσθέσω δε εις το κήρυγμά μου: και αν ακόμη τους γνωρίζουν ή δεν τους
+γνωρίζουν, ότι είναι τοιούτοι, όλοι και θεοί και άνθρωποι; — Να το προσθέσης.</p>
+
+<p>&nbsp;— Πολύ καλά· αύτη λοιπόν είναι μία απόδειξις του ζητουμένου μας·
+υπάρχει όμως και μία άλλη, την οποίαν, εάν θέλης, ημπορώ να σου δώσω. — Και ποία
+είναι αυτή; — Επειδή, όπως μία πολιτεία είναι διηρημένη εις τρία μέρη,
+τοιουτοτρόπως και η ψυχή του καθενός μας διαιρείται επίσης εις τρία μέρη,
+ημπορούμεν, μου φαίνεται, να εξαγάγωμεν εξ αυτού και μίαν άλλην απόδειξιν. — Να
+την ακούσωμεν. — Ιδού την· εις τα τρία αυτά μέρη της ψυχής αντιστοιχούν και τρία
+είδη ηδονών, μία διά το καθένα· επίσης και τρία είδη επιθυμιών και αρχών. —
+Εξήγησέ μου το καλύτερα. — Το πρώτον εκ των μερών τούτων της ψυχής είναι,
+είπομεν, εκείνο διά του οποίου ο άνθρωπος μανθάνει· το δεύτερον εκείνο, διά του
+οποίου θυμούται· το δε τρίτον έχει πολλάς διαφόρους μορφάς, ώστε να δύναται να
+περιληφθή υπό ένα ιδιαίτερον όνομα· από το ισχυρότερον όμως και επικρατέστερον
+χαρακτηριστικόν του, το ωνομάσαμεν επιθυμητικόν, ένεκα της μεγάλης σφοδρότητος,
+που έχουν αι επιθυμίαι του φαγητού και του ποτού και των αφροδισίων και των
+άλλων σχετικών, ακόμη δε και φιλοχρήματον, επειδή διά των χρημάτων προ πάντων
+ικανοποιούνται αυταί αι επιθυμίαι. — Και πολύ σωστά. — Και αν άραγε ηθέλαμεν
+ειπή, ότι η ηδονή και η αγάπη του μέρους τούτου της ψυχής είναι η αγάπη του
+κέρδους, δεν θα καθωρίζαμεν γενικώς την ιδιαιτέραν φύσιν αυτού, ώστε να έχωμεν
+σαφή αντίληψιν του πράγματος, οσάκις ηθέλαμεν να το ονομάσωμεν; δεν θα είχαμεν
+δίκαιον να το ονομάσωμεν φιλοχρήματον και φιλοκερδές; — Αυτό λέγω και εγώ.</p>
+
+<p>&nbsp;— Το δε θυμοειδές μέρος της ψυχής δεν είναι εκείνο, διά του οποίου
+ορμάται αύτη ολόκληρος να επιζητή την ευδοκίμησιν, την επικράτησιν, την νίκην; —
+Μάλιστα. — Δεν θα εταίριαζε λοιπόν τάχα να το ονομάσωμεν αυτό ακόμη και
+φιλόνικον και φιλότιμον; — Και πολύ μάλιστα. — Όσον δε αφορά το μέρος, διά του
+οποίου μανθάνομεν, είναι φανερόν εις όλους, ότι τείνει ολόκληρον να γνωρίση την
+αλήθειαν, πανταχού όπου υπάρχει, και ότι καμμίαν σημασίαν δεν δίδει διά τα πλούτη
+και την δόξαν και τα τοιαύτα. — Μάλιστα. — Δεν θα ημπορούσαμεν λοιπόν να το
+ονομάσωμεν δικαίως φιλομαθές και φιλόσοφον; — Πώς όχι; — Δεν είναι ακόμη
+αληθές, ότι εις άλλους μεν ανθρώπους επικρατεί το ένα απ' αυτά, εις άλλους δε το
+άλλο, κατά πώς τύχη; — Έτσι είναι. — Και δι' αυτόν τον λόγον ακριβώς δεν δυνάμεθα
+να είπωμεν ότι τα τρία κύρια είδη των ανθρωπίνων χαρακτήρων είναι ο φιλόσοφος, ο
+φιλόδοξος και ο φιλοκερδής; — Βεβαιότατα. — Και τρία είδη επίσης ηδονών
+αντιστοιχούντα εις έκαστον από αυτούς τους τρεις χαρακτήρας; — Μάλιστα. —
+Γνωρίζεις δε, ότι, αν ερωτήσης τρεις τοιούτους ανθρώπους τον καθένα χωριστά, ποίον
+από αυτούς τους βίους θεωρεί ευτυχέστερον, θα εγκωμιάση έκαστος περισσότερον
+τον ιδικόν του· ο φιλοκερδής έξαφνα δεν θα μας είπη, ότι η ηδονή της μαθήσεως ή της
+δόξης δεν έχουν καμμίαν αξίαν εμπρός εις την ηδονήν του κέρδους, εφόσον
+τουλάχιστον δεν μας παρέχουν και καμμίαν υλικήν ωφέλειαν; — Είναι αληθές. — Τι δε
+ο φιλόδοξος; την μεν ηδονήν του κέρδους δεν την θεωρεί ταπεινήν, την δε της
+μαθήσεως αφ' ετέρου καπνόν και φλυαρίαν, εκτός τουλάχιστον αν προσπορίζη και
+κάποιαν δόξαν και τιμάς; — Έτσι είναι. — Ο δε φιλόσοφος, τι φαντάζεσαι ότι νομίζει
+τας άλλας ηδονάς εμπρός εις εκείνην, που παρέχει η γνώσις της αληθείας και η
+αποκλειστική εις αυτήν αφοσίωσις; δεν θα έλεγεν ότι πολύ απέχουν της αληθινής
+ηδονής και ότι είναι το πολύ ανάγκαι τας οποίας ούτε καν θα εσκέπτετο, αν δεν τας
+επέβαλλεν η φύσις; — Δι' αυτό δα πρέπει να είμεθα τελείως βέβαιοι.</p>
+
+<p>&nbsp;— Αφού λοιπόν αμφισβητούνται τα τρία ταύτα είδη των ηδονών και οι
+αντιστοιχούντες προς αυτά βίοι, πώς θα κάμωμεν διά να κρίνωμεν ποίος από τους
+τρεις έχει δίκαιο; πώς να εύρωμεν, αν όχι ποίος βίος από αυτούς είναι ωραιότερος και
+ασχημότερος ή καλύτερος και χειρότερος, αλλά τουλάχιστον ευχαριστότερος και
+αλυπότερος; — Ξεύρω κ' εγώ; — Σκέψου να ιδής· πώς δυνάμεθα να κρίνωμεν
+ασφαλώς περί της αληθείας ενός πράγματος; ουχί διά της εμπειρίας, της φρονήσεως
+και του ορθού λόγου; ή μήπως έχομεν κανένα άλλο καλύτερον κριτήριον; — Όχι
+βέβαια. — Πρόσεξε λοιπόν ποίος από αυτούς τους τρεις ανθρώπους έχει μεγαλυτέραν
+εμπειρίαν όλων των ηδονών, που ανεφέραμεν; νομίζεις ότι ο φιλοκερδής, αν
+επεδίδετο εις την σπουδήν της αληθείας, θα ήτο ικανώτερος να κρίνη περί της ηδονής,
+την οποίαν παρέχει η γνώσις, ή ο φιλόσοφος περί της ηδονής, την οποίαν παρέχει το
+κέρδος; — Πολύ διαφέρει το πράγμα· διότι ο μεν φιλόσοφος είναι υποχρεωμένος από
+την παιδικήν του ηλικίαν να δοκιμάζη και τας άλλας ηδονάς, ενώ ο φιλοκερδής δεν
+έχει καμμίαν ανάγκην να σπουδάση την αλήθειαν της φύσεως των όντων, διά να
+δοκιμάση, πόσον γλυκεία είναι αυτή η ηδονή, και να αποκτήση επομένως την
+εμπειρίαν της· μάλλον δε, και αν είχε όλην την καλήν διάθεσιν και προθυμίαν, το
+πράγμα θα ήτο ανώτερον των δυνάμεών του. — Ώστε ο φιλόσοφος υπερτερεί κατά
+πολύ τον φιλοκερδή ως προς την εμπειρίαν αμφοτέρων των ηδονών. — Πολύ μάλιστα.
+— Τον δε φιλότιμον; έχει τάχα ολιγωτέραν εμπειρίαν της ηδονής, που δίδουν αι τιμαί
+και η δόξα, παρ' όσην έχει ο φιλότιμος της ηδονής, που παρέχουν η μάθησις και η
+επιστήμη; — Κάθε άλλο· διότι τιμάς μεν και δόξαν ευρίσκει έκαστος των τριών αυτών
+ανθρώπων, όταν ευδοκιμήση εξαιρετικώς εις το έργον εις το οποίον ήθελεν επιδοθή,
+και ο πλούσιος τιμάται υπό πολλών όπως και ο ανδρείος και ο σοφός· ώστε, όσον δι'
+αυτήν την ηδονήν των τιμών, τι πράγμα είναι, όλοι έχουν ίσην εμπειρίαν ενώ, ποίαν
+ηδονήν παρέχει η εύρεσις της αληθείας των όντων, κανείς άλλος δεν ημπορεί να την
+έχη δοκιμάση παρά μόνον ο φιλόσοφος. — Επομένως, όσον εξαρτάται από την
+εμπειρίαν, ο φιλόσοφος είναι εις θέσιν να κρίνη πολύ καλύτερα από τους δύο άλλους.
+— Χωρίς καμμίαν αντίρρησιν.</p>
+
+<p>&nbsp;— Αλλ' είναι και ο μόνος ακόμη ο οποίος, μετά της εμπειρίας συνδυάζει και
+την φρόνησιν. — Πώς όχι; — Προσέτι δε και το όργανον, διά του οποίου δυνάμεθα να
+κρίνωμεν ορθώς, δεν ανήκει εις τον φιλοκερδή ουδέ εις τον φιλότιμον, αλλ'
+αποκλειστικώς εις τον φιλόσοφον. — Το ποίον; — Δεν είπαμεν ότι χρειάζεται ο ορθός
+λόγος διά να κρίνωμεν ορθώς; — Ναι. — Αλλ' ακριβώς το προσιδιάζον όργανον του
+φιλοσόφου είναι ο ορθός λόγος. — Πώς όχι; — Λοιπόν, εάν ήρκει το κέρδος και τα
+πλούτη διά να κρίνωμεν ορθώς περί των πραγμάτων, εκείνα τα οποία θα επήνει ή θα
+έψεγεν ο φιλοκερδής, κατ' ανάγκην θα ήσαν και τα αληθέστερα. — Βεβαίως. — Εάν δε
+ήρκει η τιμή, η νίκη και η ανδρεία, τότε δεν θα ήσαν αληθή εκείνα, τα οποία θα επήνει
+ο φιλότιμος και ο φιλόνικος; — Φανερόν. — Αφού όμως τα πράγματα κρίνονται διά
+της εμπειρίας, της φρονήσεως και του ορθού λόγου; — Τότε κατ' ανάγκην αληθή είναι
+εκείνα μόνον, τα οποία επαινεί ο φιλόσοφος, ο φίλος του ορθού λόγου. — Και
+επομένως, από τας τρεις ηδονάς της ψυχής, γλυκυτέρα είναι η ηδονή της μαθήσεως
+και της επιστήμης, και εκείνος ο άνθρωπος, εις τον οποίον επικρατεί αύτη, θα διάγη
+βέβαια τον γλυκύτερον βίον. — Πώς ημπορεί να είναι αλλέως; έχει πράγματι όλα του
+τα δίκαια ο φιλόσοφος, όταν επαινή ως άριστον τον ιδικόν του βίον. — Ποίον δε βίον
+και ποίαν ηδονήν θέτει εις την δευτέραν σειράν ο κριτής; — Φυσικά του φιλοδόξου
+και του πολεμικού· διότι αυτόν θεωρεί πλησιέστερον προς τον ιδικόν του, ή του
+χρηματιστού. — Ώστε, καθώς φαίνεται, εις τον τελευταίον τούτον δίδει την τελευταίαν
+θέσιν. — Αναμφιβόλως.</p>
+
+<p>&nbsp;— Ιδού λοιπόν δύο αλλεπάλληλοι νίκαι, εις τας οποίας ο δίκαιος ενίκησε
+τον άδικον· αλλά και τρίτην ακόμη θα νικήση, αληθώς ολυμπιακήν, διά την οποίαν θα
+αποδώση χάριτας εις τον σωτήρα τον Ολύμπιον Δία· και ιδού αυτή: κάθε άλλη ηδονή,
+εκτός του σοφού, δεν είναι τελείως αληθής και καθαρά, αλλ' είναι απλώς μία
+σκιαγραφία της ηδονής, καθώς ενθυμούμαι να ήκουσα από κάποιον σοφόν· και αυτό
+βέβαια θα ήτο η μεγαλυτέρα και τελειωτική ήττα του αδίκου. — Βέβαια· αλλά πώς το
+αποδεικνύεις; — Εσύ αποκρίνου εις τας ερωτήσεις μου και από κοινού αναζητούντες
+θα το εύρωμεν. — Ερώτα με λοιπόν. — Σε ερωτώ· η λύπη δεν λέγομεν ότι είναι το
+εναντίον της ηδονής; — Είναι βέβαια. — Δεν υπάρχει δε και μία κατάστασις, κατά την
+οποίαν ούτε χαίρομεν ούτε λυπούμεθα; — Μάλιστα. — Και η κατάστασις αύτη,
+κειμένη εν τω μέσω της ηδονής και της λύπης, αποτελεί διά την ψυχήν μίαν
+κατάστασιν ησυχίας απέναντι και των δύο· ή δεν είναι αυτή η ιδέα σου; — Αυτή
+μάλιστα. — Αλλά ενθυμείσαι άραγε τους λόγους, που λέγουν οι άρρωστοι κατά την
+ασθένειάν των; — Ποίους λόγους; — Ότι δεν υπάρχει γλυκύτερον πράγμα από την
+υγείαν, αλλά δεν ήσαν εις θέσιν να γνωρίζουν όλην του την αξίαν πριν ασθενήσουν. —
+Ναι, τους ενθυμούμαι. — Δεν ήκουsες επίσης και εκείνους, που υποφέρουν από
+καμμίαν μεγάλην λύπην, να λέγουν, ότι τίποτε δεν είναι γλυκύτερον παρά να μην
+υποφέρη κανείς πλέον; — Μάλιστα. — Αλλά και εις πολλάς άλλας τοιαύτας
+περιστάσεις κάμνουν, νομίζω, το ίδιον οι άνθρωποι· όταν λυπούνται, εγκωμιάζουν ως
+το γλυκύτερον πράγμα το να μη λυπάται κανείς, την απαλλαγήν από της λύπης και την
+ησυχίαν, και όχι την χαράν. — Διότι αυτό ίσως τους φαίνεται τότε γλυκύ και
+ευχάριστον πράγμα, η ησυχία. — Κατά τον ίδιον επομένως λόγον και όταν παύση
+κανείς να χαίρη, αυτή η ησυχία της χαράς, θα του επροξενούσε λυπηρόν συναίσθημα.
+— Κατά πάσαν πιθανότητα. — Ώστε αυτή η ησυχία της ψυχής, η οποία είπαμεν ότι
+κείται μεταξύ της ηδονής και της λύπης, θα είναι, κατά τας περιστάσεις και τα δύο, και
+λύπη και ηδονή. — Έτσι φαίνεται. — Αλλά είναι δυνατόν, αφού δεν είναι ούτε το ένα
+ούτε το άλλο, να είναι και τα δύο μαζί; — Δεν το πιστεύω. — Κάθε λυπηρόν ή
+ευχάριστον συναίσθημα δεν παραδέχεσαι ότι είναι κάποια κίνησις της ψυχής; — Ναι.
+— Ενώ απεναντίας το να μην αισθάνεται κανείς ούτε χαράν ούτε λύπην, δεν είπαμεν
+ότι είναι μία κατάστασις ησυχίας και κάτι τι το διάμεσον μεταξύ των δύο εκείνων
+συναισθημάτων; — Μάλιστα. — Πώς είναι λοιπόν λογικόν να παραδεχθή κανείς, ότι η
+άρνησις της λύπης είναι ηδονή, και η άρνησις της ηδονής λύπη; — Καθόλου βέβαια
+λογικόν δεν είναι. — Ώστε αυτή η κατάστασις της ησυχίας δεν είναι καθ' εαυτήν ούτε
+ευχάριστον ούτε δυσάρεστον συναίσθημα· αλλά φαίνεται απλώς ευχάριστον
+παραβαλλόμενον προς την λύπην, και δυσάρεστον εν σχέσει προς την ηδονήν· και εις
+όλα επομένως αυτά τα φαντάσματα δεν υπάρχει αληθής ηδονή, αλλά μόνον κάποια
+γοητεία. — Καθώς τουλάχιστον απεδείχθη διά του συλλογισμού. . . . </p>
+
+<p>&nbsp;— Διά να μη σου μένη λοιπόν κανένας λόγος να φαντάζεσαι, ότι δεν είναι
+άλλο τίποτε η ηδονή εις αυτόν τον κόσμον παρά απαλλαγή από της λύπης και η λύπη
+απαλλαγή από της ηδονής, πρόσεξε να ιδής ηδονάς, αι οποίαι δεν προέρχονται
+κατόπιν από λύπας. — Πού είναι αυταί και ποίου είδους; — Πολλαί μεν και άλλαι,
+αλλά πρόσεξε, διά να εννοήσης, τας ηδονάς της οσφρήσεως· αυταί, χωρίς να
+προηγηθή κανένα δυσάρεστον αίσθημα, προξενούν έξαφνα ισχυροτάτην εντύπωσιν
+εις την ψυχήν, και αφού παύσουν, δεν της αφήνουν καμμίαν λύπην. — Είναι αλήθεια
+αυτό. — Ας μη φανταζώμεθα λοιπόν, ότι η καθαρά ηδονή είναι απλώς απαλλαγή από
+την λύπην, και η πραγματική λύπη απαλλαγή από την ηδονήν. — Όχι. — Και
+μολαταύτα αι λεγόμεναι ακριβώς ηδοναί, όσαι διά των αισθήσεων του σώματος
+φθάνουν εις την ψυχήν, αι περισσότεραι, ίσως και αι ισχυρότεραι, ανήκουν εις αυτό
+το είδος, είναι δηλαδή απαλλαγαί από κάποιαν λύπην. — Σύμφωνος. — Δεν συμβαίνει
+δε το ίδιον και με τας προαισθήσεις της χαράς και της λύπης, που προκαταβολικώς
+δοκιμάζομεν επί τη προσδοκία ευχαρίστου τινός ή δυσαρέστου πράγματος; — Το
+ίδιον.</p>
+
+<p>&nbsp;— Γνωρίζεις δε τι είναι αύται αι ηδοναί και με τι δύναταί τις να τας
+παραβάλη; — Με τι; — Δεν αγνοείς ότι υπάρχει εις την φύσιν άνω, κάτω, και μέσον. —
+Μάλιστα. — Ένας, ο οποίος μεταβαίνει από το κάτω εις το μέσον, δεν φαντάζεται ότι
+πηγαίνει προς τα άνω; και όταν φθάση εις το μέσον και γυρίζη και βλέπη από πού
+εξεκίνησε, τι άλλο ημπορεί να φαντασθή, παρά ότι ευρίσκεται εις το άνω, επειδή δεν
+είδεν ακόμη το πραγματικώς άνω; — Μα την αλήθειαν, δεν νομίζω ότι θα φαντασθή
+αλλέως το πράγμα. — Εάν δε πάλιν εφέρετο προς τα κάτω, θα επίστευε βέβαια ότι
+καταβαίνει, και δεν θα είχεν άδικον να το πιστεύη. — Όχι βέβαια. — Όλα δε αυτά θα
+τα επάθαινε, διότι δεν γνωρίζει το πραγματικόν άνω, και το κάτω, και το μέσον. —
+Φυσικά. — Θα παραξενευθής λοιπόν, εάν άνθρωποι άπειροι της αληθείας έχουν
+εσφαλμένην ιδέαν, όπως περί πολλών άλλων πραγμάτων, τοιουτοτρόπως και περί
+ηδονής και λύπης και της μέσης εκείνης μεταξύ αυτών καταστάσεως; ούτως ώστε,
+όταν περιπίπτουν εις καμμίαν λύπην, πιστεύουν ότι υποφέρουν, και υποφέρουν
+πράγματι· αλλ' όταν εκ της λύπης μεταβαίνουν εις την μέσην κατάστασιν, είναι
+τελείως πεπεισμένοι ότι ευρίσκονται εις την πλήρη ικανοποίησιν, εις την πλήρη
+απόλαυσιν της ηδονής; ενώ απλούστατα απατώνται από άγνοιαν της πραγματικής
+ηδονής και διότι θεωρούν την λύπην κατ' αντιπαραβολήν μόνον προς την έλλειψιν της
+λύπης, όπως ένας, που δεν γνωρίζει το λευκόν χρώμα, θα έπαιρνε το φαιόν διά
+λευκόν, εν συγκρίσει προς το μέλαν. — Πολύ περισσότερον θα μου εφαίνετο
+παράξενον, αν το εναντίον συνέβαινε.</p>
+
+<p>&nbsp;— Τώρα πρόσεχε εις αυτό, που θα σου είπω· η πείνα, η δίψα και αι άλλαι
+φυσικαί ανάγκαι, δεν αποτελούν διά το σώμα ένα είδος κενού, το οποίον ζητεί να
+πληρωθή; — Μάλιστα. — Παρομοίως δε η άγνοια και η αφροσύνη δεν είναι ένα είδος
+κενού και αυταί διά την ψυχήν; — Αναμφιβόλως. — Και το μεν κενόν, που δημιουργεί
+η πείνα, δεν το γεμίζει ο άνθρωπος λαμβάνων τροφήν, το δε κενόν της ψυχής τρέφων
+την διάνοιάν του; — Πώς όχι; — Και ποία είναι τελειοτέρα πλήρωσις, εκείνη που
+γίνεται με πράγματα περισσότερον ουσιαστικά, ή ολιγώτερον; — Με πράγματα
+βέβαια περισσότερον ουσιαστικά. — Και ποία πράγματα σου φαίνεται ότι μετέχουν
+περισσότερον της καθαράς ουσίας του όντος, τα φαγητά άραγε και τα ποτά και εν
+γένει αι τροφαί, ή αι αληθείς δοξασίαι; και αι επιστήμαι και τα διανοήματα και με μίαν
+λέξιν όλαι αι αρεταί; κρίνε δε το πράγμα ως εξής· περισσοτέραν πραγματικότητα σου
+φαίνεται ότι έχει εκείνο, που προέρχεται από το ον το πάντοτε αναλλοίωτον και
+αθάνατον και αληθές και είναι και αυτό τοιούτον και παράγεται επίσης εντός τοιούτου
+τινός, ή εκείνο που προέρχεται από πράγματα υποκείμενα εις την αλλοίωσιν και την
+φθοράν και είναι και αυτό τοιούτον και παράγεται επίσης εντός τοιούτων; — Εκείνο
+βέβαια που προέρχεται από το πάντοτε αναλλοίωτον. — Τα δε πράγματα τα
+υποκείμενα εις αλλοίωσιν μήπως μετέχουν τάχα περισσοτέρας πραγματικότητος ή
+επιστήμης; — Διόλου. Μήπως τάχα αληθείας; — Ούτε τούτο. — Αφού λοιπόν
+μετέχουν ολιγωτέρας αληθείας, δεν θα μετείχον και ολιγωτέρας πραγματικότητος;
+Κατ' ανάγκην. — Ώστε γενικώς, όλα, όσα χρησιμεύουν προς συντήρησιν του σώματος
+δεν μετέχουν ολιγωτέρας αληθείας και πραγματικότητος, παρ' εκείνα, που
+χρησιμεύουν εις την συντήρησιν και θεραπείαν της ψυχής; — Αναμφιβόλως. — Και
+αυτό δε το σώμα δεν έχει ολιγωτέραν πραγματικότητα από την ψυχήνq — Μάλιστα.
+— Η πλήρωσις επομένως της ψυχής, αφού γίνεται με πράγματα ουσιαστικώτερα,
+μετέχει δε και η ιδία περισσοτέρας πραγματικότητος, είναι τωόντι πολύ
+πραγματικωτέρα από την πλήρωσιν του σώματος. — Πώς όχι;</p>
+
+<p>&nbsp;— Εάν λοιπόν η ηδονή συνίσταται εις το να πληρούται τι με τα πράγματα,
+που είναι σύμφωνα με την φύσιν του, εκείνο που πληρούται αληθώς με τα πράγματα,
+τα οποία έχουν περισσοτέραν πραγματικότητα, οφείλει βεβαίως να απολαμβάνη μίαν
+ηδονήν όντως πραγματικωτέραν και αληθεστέραν, ενώ εκείνο το οποίον πληρούται με
+πράγματα ολιγώτερον μετέχοντα από την πραγματικότητα, θα πληρούται κατά τρόπον
+ολιγώτερον αληθή και βέβαιον και η ηδονή, την οποίαν απολαμβάνει, θα είναι πολύ
+ολιγώτερον αληθής και βεβαία. — Είναι απόλυτος ανάγκη να συμβαίνη αυτό. —
+Εκείνοι επομένως που δεν γνωρίζουν τι θα ειπή σοφία και αρετή, και είναι
+παραδομένοι εις τας απολαύσεις της κοιλίας και άλλας τοιαύτας υλικάς ηδονάς,
+φέρονται διαρκώς προς τα κάτω και το πολύ πάλιν έως εις το μέσον, και εις όλην των
+την ζωήν ανεβοκαταιβαίνουν μεταξύ των δύο τούτων σημείων, χωρίς ποτέ να
+ημπορέσουν να το υπερβούν και χωρίς ποτέ να σταθούν ικανοί, να σηκώσουν τα
+βλέμματά των προς το αληθώς άνω, ούτε να απολαύσουν πραγματικώς το αληθώς ον,
+και να γευθούν την καθαράν και γνησίαν ηδονήν· αλλά πάντοτε βλέποντες προς τα
+κάτω, δίκην ζώων, και σκυμμένοι επάνω εις την γην και εις τραπέζας βόσκουν
+κτηνωδώς χορταίνοντες την κοιλίαν των και τας σαρκικάς των επιθυμίας, και από την
+πλεονεξίαν αυτών των ηδονών λακτίζονται και κερατίζονται μεταξύ των και εις το
+τέλος και αλληλοφονεύονται με τα σιδηρά των κέρατα και τας οπλάς επάνω εις την
+λύσσαν της απληστίας των, διότι δεν είναι εις θέσιν να γεμίσουν με πράγματα
+ουσιαστικά το μέρος εκείνο του εαυτού των, που μετέχει περισσότερον του όντος και
+που είναι το μόνον επιδεκτικόν αληθούς πληρώσεως. — Πιστότατα ως χρησμολόγος
+απεικόνισες τον βίον των πολλών, Σωκράτη. — Δεν είναι λοιπόν ανάγκη και να
+γνωρίζουν μόνον ηδονάς αναμεμιγμένας με λύπας, απλά είδωλα της αληθούς ηδονής,
+ατελείς σκιαγραφίας, που λαμβάνουν χρώμα μόνον εκ της προς αλλήλας
+αντιπαραθέσεως και φαίνονται τόσον ισχυραί και αι δύο, ώστε γεννούν λυσσώδεις
+έρωτας εις τους άφρονας, και γίνονται τόσον περιμάχητοι, όπως έγινε περιμάχητον,
+κατά τον Στησίχορον, το είδωλον της Ελένης εις τους εν Τροία, επειδή δεν εγνώριζαν
+την αληθινήν Ελένην; — Πράγματι τοιούτον τι θα συμβαίνη κατ' ανάγκην και με
+αυτό.</p>
+
+<p>&nbsp;— Αλλά πώς; το ίδιον δεν θα συμβαίνη κατ' ανάγκην και με το θυμοειδές,
+όταν η φιλοδοξία υποδαυλιζομένη υπό του φθόνου, το φιλόνικον του χαρακτήρος υπό
+της αυθαιρεσίας και η φυσική αγριότης υπό της οργής, ωθούν τον άνθρωπον να
+επιδιώκη δίχως νουν και κρίσιν την πλησμονήν της τιμής, της νίκης και του θυμού; —
+Τοιαύτα θα συμβαίνουν κατ' ανάγκην και με αυτό. — Τι λοιπόν; δεν δυνάμεθα να
+είπωμεν μετά θάρρους, ότι και αι επιθυμίαι, που ανήκουν εις τα δύο αυτά μέρη της
+ψυχής, το φιλόνικον και το φιλοκερδές, όταν οδηγούνται υπό της επιστήμης και του
+λογικού και υπό την οδηγίαν αυτών δεν επιδιώκουν άλλας ηδονάς, παρά όσας
+υποδεικνύει η φρόνησις, θα αισθανθώσι τότε τας αληθεστάτας ηδονάς και τας πλέον
+συμφώνους προς την φύσιν των που είναι δυνατόν να δοκιμάσουν, διότι αφ' ενός μεν
+τας οδηγεί η αλήθεια και διότι, αφ' ετέρου, εκείνο το οποίον είναι συμφερώτερον εις
+κάθε πράγμα, είναι συγχρόνως και οικειότερον προς την φύσιν του; — Είναι πράγματι
+αληθές τούτο. — Όταν λοιπόν ολόκληρος η ψυχή βαδίζη όπισθεν του λογικού και δεν
+επικρατή στάσις μεταξύ των διαφόρων αυτής μερών, εκτός του ότι έκαστον εξ αυτών
+περιορίζεται εις το να πράττη το έργον του, συμφώνως με τον ορισμόν της
+δικαιοσύνης, καρπούται προσέτι και τας ηδονάς, που του ανήκουν, τας καθαρωτέρας
+δηλαδή και αληθεστέρας ηδονάς, που ημπορεί να απολαύση — Δίχως αμφιβολίαν. —
+Ενώ απεναντίας, όταν επικρατήση κανένα από τα δύο άλλα μέρη της ψυχής,
+συμβαίνει ώστε εν πρώτοις αυτό το ίδιον να μην ημπορή να εύρη την ηδονήν, που του
+προσιδιάζει, εξαναγκάζει δε αφ' ετέρου και τα άλλα να επιδιώκουν ηδονάς ξένας προς
+την φύσιν των και επομένως όχι αληθινάς. — Έτσι είναι. — Ώστε εκείνα, που
+περισσότερον απέχουν από την φιλοσοφίαν και τον ορθόν λόγον, αυτά ακριβώς δεν
+θα έφερον τα ολέθρια ταύτα αποτελέσματα; — Χωρίς άλλο. — Δεν απέχει δε ένα
+πράγμα από τον ορθόν λόγον, όσον περισσότερον απέχει από τον νόμον και την τάξιν;
+— Φανερόν. — Δεν εύρομεν δε ότι περισσότερον από κάθε άλλο απέχουν αι
+τυραννικαί και αι ερωτικαί επιθυμίαι; — Μάλιστα. — Ολιγώτερον δε αι βασιλικαί και
+αι κόσμιαι; — Ναι. — Κατά συνέπειαν περισσότερον μεν θα απέχη από την αληθινήν
+και προσιδιάζουσαν εις τον άνθρωπον ηδονήν ο τύραννος, ολιγώτερον δε ο βασιλεύς·
+— Κατ' ανάγκην. — Επομένως η δυστυχεστέρα μεν ζωή και αηδεστέρα θα είναι του
+τυράννου, η ευχαριστοτέρα δε και ευτυχεστέρα του βασιλέως. — Αυτό είναι
+αναντίρρητον. — Και γνωρίζεις κατά πόσον είναι δυστυχεστέρα η ζωή του τυράννου
+από του βασιλέως. — Αν μου το ειπής . . . </p>
+
+<p>&nbsp;— Υπάρχουν, καθώς παρεδέχθημεν, τρεις ηδοναί, εκ των οποίων η μία
+αληθινή, αι δε δύο άλλαι νόθοι· ο τύραννος λοιπόν εχθρός του νόμου και του ορθού
+λόγου και περιστοιχούμενος πάντοτε υπό ακολουθίας ηδονών δουλικών, κείται εις το
+έσχατον άκρον των νόθων ηδονών, και πόσον επομένως υστερεί του άλλου κατά την
+ευτυχίαν, είναι δύσκολον να το ορίσωμεν, εκτός ίσως κατ' αυτόν τον τρόπον. — Κατά
+ποίον; — Ο τύραννος έρχεται εις την σειράν τρίτος, ευθύς κατόπιν από τον
+ολιγαρχικόν, διότι μεταξύ αυτών ευρίσκεται ο δημοκρατικός — Μάλιστα. —
+Επομένως, εάν όσα είπαμεν παραπάνω είναι αληθινά, το είδωλον της ηδονής, που
+απολαμβάνει ο τύραννος, είναι το έν τρίτον, ως προς την αλήθειαν, της ηδονής του
+ολιγαρχικού. — Ναι. — Ο δε ολιγαρχικός πάλιν έρχεται τρίτος εις την σειράν κατόπιν
+του βασιλικού και αριστοκρατικού, εάν δεχθώμεν αυτούς ως έν και μόνον πρόσωπον.
+— Μάλιστα τρίτος. — Ώστε ο τύραννος απέχει της αληθούς ηδονής το τριπλάσιον του
+τριπλασίου. — Φαίνεται. — Θα ηδύνατο επομένως το είδωλον της ηδονής του
+τυράννου, επί τη βάσει του αριθμού τούτου του μήκους, να παρασταθή δι' ενός
+επιπέδου. — Μάλιστα. — Εάν δε πολλαπλασιάσωμεν τον αριθμόν τούτον εφ' εαυτόν
+και τον υψώσωμεν εις την τρίτην του δύναμιν, είναι δύσκολον να ίδωμεν εις πόσην
+απόστασιν ευρίσκεται από την αληθινήν ηδονήν. — Βέβαια είναι εύκολον εις ένα
+μαθηματικόν να το υπολογίση. Εάν λοιπόν τώρα αντιστρέψωμεν αυτήν την αναλογίαν
+και ζητήσωμεν, πόσον η ηδονή του βασιλέως είναι αληθεστέρα από του τυράννου, θα
+εύρωμεν, ως εξαγόμενον του πολλαπλασιασμού, ότι ο βασιλεύς ζη επτακοσίας είκοσι
+εννέα φοράς ευτυχέστερον του τυράννου, και ο τύραννος δυστυχέστερον του
+βασιλέως άλλας τόσας φοράς.
+(<span style='font-size: small;'><a href='#fn3' id='ref3'>3</a></span>) —
+Καταπληκτικός είναι αυτός ο υπολογισμός της διαφοράς, που έστησες μεταξύ του
+δικαίου και του αδίκου, ως προς την ευτυχίαν και δυστυχίαν αυτών. — Αληθινός όμως
+αριθμός, καθόσον εκφράζει ακριβώς την ζωήν που ανήκει εις αυτούς, όπως τους
+ανήκουν αι ημέραι των και αι νύκτες και οι μήνες και τα έτη. — Πραγματικώς. — Αφού
+λοιπόν τόσον υπερέχει κατά την ευτυχίαν ο αγαθός και δίκαιος τον κακόν και άδικον,
+φαντάσου τώρα πόσον απείρως πρέπει να υπερέχη αυτόν κατά την κοσμιότητα του
+βίου και την ωραιότητα και την αξίαν! — Απείρως πράγματι.</p>
+
+<p>&nbsp;— Έστω λοιπόν και αφού εφθάσαμεν τώρα εδώ, ας επαναλάβωμεν εκείνα
+που είπαμεν εις την αρχήν αρχήν και τα οποία έδωσαν αφορμήν εις αυτήν την
+συζήτησιν· ελέγετο δε τότε, νομίζω, ότι η αδικία ωφελεί εις τον τελείως άδικον, φθάνει
+να περνά διά δίκαιος· δεν ελέχθη πράγματι αυτό: — Μάλιστα. — Ας το εξετάσωμεν
+λοιπόν και αυτό, τώρα που εμείναμεν σύμφωνοι περί των αποτελεσμάτων, τα οποία
+έχουν επί της ψυχής και τα άδικα έργα και τα δίκαια. — Πώς; — Ας πλάσωμεν διά της
+φαντασίας μίαν εικόνα της ψυχής, διά να ιδή, τι έλεγεν εκείνος που το υπεστήριζεν
+αυτό. — Τι είδους εικόνα. — Μίαν εικόνα κατά το είδος της Χίμαιρας και της Σκύλλας
+και του Κέρβερου και των άλλων μυθολογουμένων τεράτων, τα οποία παριστάνουν
+συγκείμενα από πολλάς και διαφόρους φύσεις ηνωμένας. — Πολύ καλά. — Πλάττε
+λοιπόν εν πρώτοις ένα τέρας ποικίλον και πολυκέφαλον, που να έχη γύρω άλλας μεν
+κεφαλάς ημέρων ζώων και άλλας αγρίων, και που να ημπορή να τας παράγη μόνον
+του όλας αυτάς και να τας μεταβάλλη κατά βούλησιν. — Χρειάζεται πολύ επιτήδειος
+τεχνίτης δι' αυτό το έργον· αφού όμως είναι πολύ ευκολώτερον να πλάττη κανείς διά
+της φαντασίας παρά με τον κηρόν, ας υποθέσωμεν ότι το επλάσαμεν το τέρας σου. —
+Κάμε τώρα και μίαν εικόνα λέοντος και μίαν ανθρώπου· αλλά να είναι πολύ
+μεγαλυτέρα η πρώτη εικών από τας δύο άλλας, και η δευτέρα μεγαλυτέρα από την
+τελευταίαν. — Αυτά είναι ευκολώτερα και έγιναν ήδη. — Σύναψε τώρα αυτάς τας
+τρεις εικόνας ώστε να συνδεθούν καλά και να αποτελέσουν έν όλον. — Έτοιμον και
+αυτό. — Να το ενδύσης τώρα όλο αυτό γύρω με την εικόνα ενός ανθρώπου, ούτως
+ώστε ένας, που δεν ημπορεί να ιδή τι έχει μέσα του, αλλά βλέπει μόνον το εξωτερικόν
+περίβλημα, να του φαίνεται πως είναι απλώς ένας άνθρωπος. — Έγινε και αυτό.</p>
+
+<p>&nbsp;— Ας είπωμεν τώρα εις εκείνον που υποστηρίζει ότι η αδικία ωφελεί εις
+τούτον τον άνθρωπον και η δικαιοσύνη δεν τον συμφέρει, ας του είπωμεν, λέγω, ότι
+είναι το ίδιον να υποστηρίζη πως τον συμφέρει, να καλοθρέφη το πολυκέφαλον τέρας
+και να τρανεύη τον λέοντα και τα περί τον λέοντα, να αφήνη δε τον άνθρωπον να
+αποθνήσκη από την πείναν και να αδυνατίζη, εις τρόπον ώστε να σύρνεται όπου τον
+τραυούν τα άλλα δύο θηρία, και ούτε καν να εξοικειώνη και αυτά μεταξύ των διά να
+ζουν με αγάπην, αλλά να τα αφήνη να μαλλώνουν και να δαγκάνωνται και να
+τρώγωνται. — Τίποτε άλλο πράγματι δεν λέγει εκείνος που επαινεί την αδικίαν. — Ενώ
+απεναντίας εκείνος, που υποστηρίζει ότι η δικαιοσύνη ωφελεί, δεν λέγει ότι πρέπει
+πάντα τα έργα μας και πάντες οι λόγοι μας να τείνουν εις το να καταστήσουν
+επικρατέστερον τον εσωτερικόν άνθρωπον, και δεν θα επιμελήται και το πολυκέφαλον
+τέρας ως έμπειρος γεωργός, λαμβάνων και την βοήθειαν του λέοντος, διά να τρέφη
+μεν και αναπτύσση τα ήμερα, εμποδίζη δε τα άγρια να φυτρώνουν, και να φροντίζη
+από κοινού δι' όλα, ώστε να ζουν με αγάπην και ομόνοιαν μεταξύ των; — Αυτό
+ακριβώς βέβαια λέγει εκείνος που επαινεί την δικαιοσύνην. — Ώστε κατά πάντα
+τρόπον εκείνος μεν που εγκωμιάζει την δικαιοσύνην λέγει την αλήθειαν, ψεύδεται δε
+εκείνος που επαινεί την αδικίαν· και πραγματικώς, είτε προς την ηδονήν, είτε προς την
+δόξαν, είτε προς την ωφέλειαν αποβλέψη τις, ο μεν επαινετής της δικαιοσύνης
+αληθεύει, ο δε κατήγορος αυτής τίποτε το σωστόν δεν λέγει, ουδέ καν γνωρίζει εκείνο
+που κατηγορεί. — Πραγματικώς μου φαίνεται πως δεν γνωρίζει.</p>
+
+<p>&nbsp;— Ας προσπαθήσωμεν όμως να τον εξαγάγωμεν από την πλάνην του, αφού
+αύτη βέβαια δεν είναι εκουσία. Ευλογημένε, θα του είπωμεν, επί τίνος βάσεως έχει
+καθιερωθή η διάκρισις μεταξύ του καλού και του αισχρού; τα μεν καλά δεν είναι
+εκείνα που υποτάσσουν το ζωώδες μέρος της φύσεως ημών υπό το ανθρώπινον, ή
+μάλλον το θείον, αισχρά δε απεναντίας εκείνα, που υποδουλώνουν το ήμερον εις το
+άγριον και θηριώδες; τι λέγεις, θα συμφωνήση; — Αν θέλη να με ακούση. — Τούτου
+τεθέντος, ημπορεί ποτε να είναι ωφέλιμον εις κανένα, να πάρη χρήματα αδίκως, εάν
+πρόκειται με τα χρήματα που θα πάρη να υποδουλώση το καλύτερον μέρος του
+εαυτού του εις το ελεεινότερον; σκέψου δα εάν επρόκειτο απέναντι χρημάτων να
+πωλήση δούλον τον υιόν του ή την θυγατέρα του, και μάλιστα εις ανθρώπους αγρίους
+και κακούς, δεν θα τον εσύμφερε βέβαια το πράγμα, και τους μεγαλυτέρους
+θησαυρούς ακόμη αν ελάμβανεν· όταν δε υποδουλώνη το θειότατον μέρος του
+εαυτού του εις το αθεώτατον και μιαρώτατον, δεν είναι πράγματι άθλιος, και ο
+χρυσός, τον οποίον δέχεται απέναντι, δεν θα του στοιχίση δεινότερον όλεθρον, παρ'
+ό,τι εις την Εριφύλην το χρυσούν περιδέραιον, το οποίον εδέχθη απέναντι της ζωής
+του συζύγου της; — Πολύ δεινότερον βέβαια, θα σου αποκριθώ εγώ εκ μέρους
+του.</p>
+
+<p>&nbsp;— Διά ποίον λόγον, σε παρακαλώ, κατεδικάσθη πάντοτε και ανέκαθεν ο
+ακόλαστος βίος, παρά διότι η ακολασία αφίνει αχαλίνωτον το φοβερόν εκείνο και
+μεγάλον και πολυκέφαλον τέρας πέραν του δέοντος; — Δι' αυτόν βέβαια τον λόγον. —
+Διατί δε καταδικάζουν την αυθαιρεσίαν και το ασυμβίβαστον του χαρακτήρος, παρά
+διότι αναπτύσσουν και επιτείνουν παρά το αρμόζον μέτρον την φύσιν του λέοντος και
+του όφεως εν τω ανθρώπω; — Αναμφιβόλως. — Εάν δε ψέγουν τον τρυφηλόν και
+μαλθακόν βίον, δεν είναι διότι εκνευρίζει και εκφυλίζει την ιδίαν αυτήν φύσιν, όταν
+την μεταβάλλη εις ανανδρίαν; — Πώς όχι; — Διατί ακόμη ψέγουν την κολακείαν και
+την ανελευθερίαν, παρά διότι υποδουλώνει αυτό το ίδιον, το θυμοειδές, εις το
+ταραχώδες εκείνο θηρίον και διότι εξευτελιζόμενον χάριν χρημάτων και ένεκα της
+απληστίας εκείνου το συνηθίζει εκ νεαράς ηλικίας να γίνεται αντί λέοντος πίθηκος; —
+Έτσι είναι. — Διά τίνα δε λόγον τα βάναυσα επαγγέλματα και τας χειρωνακτικάς
+εργασίας δεν τας έχουν εις καμμίαν υπόληψιν; όχι διότι εκείνοι που τας εξασκούν
+έχουν τόσον αδύνατον εκ φύσεως το άριστον μέρος της ψυχής, το λογικόν, ώστε μη
+δυνάμενοι να χαλιναγωγήσουν και να κυβερνήσουν τα θηρία εκείνα, που είναι μέσα
+των, αναγκάζονται να τα περιποιούνται, και δεν είναι εις θέσιν τίποτε άλλο να μάθουν,
+παρά τα μέσα με τα οποία να κολακεύουν τας αδυναμίας των; — Έτσι φαίνεται.</p>
+
+<p>&nbsp;— Λοιπόν, διά να λάβουν και οι τοιούτοι ένα άρχοντα όμοιον με εκείνον,
+υπό του οποίου κυβερνάται ο τέλειος άνθρωπος, δεν πρέπει να γίνωνται υπήκοοι και
+δούλοι εκείνου του τελείου, ο οποίος και αυτός κυβερνάται εσωτερικώς υπό του
+θείου, χωρίς βέβαια να νομίζωμεν ότι η υποταγή αύτη θα είναι επί βλάβη του
+υπηκόου, καθώς διισχυρίζετο ο Θρασύμαχος εν γένει περί των υπηκόων, αλλ' επειδή
+είναι διά πάντα άνθρωπον συμφερώτερον να κυβερνάται υπό άρχοντος σοφού και
+θείου, είτε τον έχει εντός του και είναι ιδικός του (το οποίον θα ήτο και το καλύτερον)
+είτε και του επιβάλλεται έξωθεν, ίνα κατά το δυνατόν γίνωμεν όλοι όμοιοι προς
+αλλήλους και φίλοι κυβερνώμενοι υπό της αυτής αρχής: — Και πολύ σωστά. — Είναι
+δε φανερόν, ότι τον ίδιον σκοπόν προτίθεται και ο νόμος, όταν παρέχη την βοήθειάν
+του ανεξαιρέτως εις όλα τα μέλη της πολιτείας· και η εξάρτησις δε, υπό την οποίαν
+κρατούμεν τους παίδας, επί της αυτής αρχής στηρίζεται· διότι δεν τους αφήνωμεν
+ελευθέρους να κάμνουν ό,τι θέλουν, εφ' όσον προηγουμένως δεν εγκαθιδρύσωμεν
+εντός αυτών, όπως εις μίαν πόλιν, ένα πολίτευμα σταθερόν, και εφ' όσον δεν
+καλλιεργήσωμεν το λογικόν των διά του ιδικού μας, ώστε να είναι εις θέσιν να
+επαγρυπνή επ' αυτών και να ρυθμίζη την διαγωγήν των· τότε δε μόνον τους
+χειραφετούμεν. — Πράγματι επ' αυτής της αρχής στηρίζεται ο νόμος. — Πώς λοιπόν,
+αγαπητέ Γλαύκων, και επί τίνος λόγου στηριζόμενοι θα ημπορούσαμεν να είπωμεν ότι
+ωφελεί να αδική τις ή να ακολασταίνη ή να κάμνη καμμίαν αισχράν πράξιν, έστω και
+αν, χειρότερος γινόμενος, επρόκειτο να κερδίση χρήματα πολλά ή άλλην τινά δύναμιν;
+— Κατ' ουδένα τρόπον. — Ή τι θα ωφελούσε ακόμη, και αν η αδικία έμενε κρυμμένη
+και ατιμώρητος; μήπως η ατιμωρησία δεν καθιστά τον κακόν ακόμη χειρότερον; ενώ
+απεναντίας, όταν το έγκλημα ανακαλύπτεται και τιμωρήται, το μεν θηριώδες μέρος
+της ψυχής καταπραΰνεται και εξημερούται, το δε ήμερον επανακτά όλα του τα
+δικαιώματα, ολόκληρος δε η ψυχή αποκαθισταμένη εις την αρίστην αυτής φύσιν
+ανυψούται, διά της σωφροσύνης και της δικαιοσύνης και της φρονήσεως, εις
+κατάστασιν τόσον πολύ ανωτέραν από το σώμα, το οποίον ήθελεν αποκτήση δύναμιν
+και καλλονήν και υγείαν, όσον η ψυχή είναι καθ' εαυτήν ανωτέρα του σώματος. —
+Αυτό είναι βέβαιον. — Ώστε ένας άνθρωπος με νουν θα βάλη βέβαια όλα του τα
+δυνατά διά να επιτύχη αυτό το τέλειον είδος της ζωής· και εν πρώτοις θα εκτιμά παρά
+παν άλλο τα μαθήματα, που συντείνουν εις την τελειοποίησιν της ψυχής, περιφρονών
+όλα τα άλλα. — Αναντιρρήτως. — Έπειτα, ως προς την σωματικήν δίαιταν, δεν θα
+παραδώση τον εαυτόν του εις την κτηνώδη και άλογον ηδονήν διά να ζη μόνον με την
+απόλαυσιν αυτής, αλλ' ουδέ πάλιν θα επιδοθή εις την αποκλειστικήν επιμέλειαν της
+υγείας του, διά να γίνη δυνατός και υγιής και ωραίος, εάν δεν πρόκειται να αποκτήση
+δι' αυτών συγχρόνως και την εγκράτειαν, αλλά θα επιζητή πάντοτε την εν τω σώματι
+αρμονίαν, χάριν μόνον της εν τη ψυχή συμφωνίας. — Βεβαιότατα, εάν τουλάχιστον
+πρόκειται να είναι αληθινός μουσικός.</p>
+
+<p>&nbsp;— Και επομένως και εις την απόκτησιν των χρημάτων θα τηρήση το αυτό
+μέτρον και την αυτήν βεβαίως αρμονίαν, χωρίς να τον θαμβώνη ο όγκος του πλούτου,
+που τον μακαρίζουν συνήθως οι πολλοί, διά να ζητή και αυτός να τον αυξήση επ'
+άπειρον, αυξάνων όμως συγχρόνως επ' άπειρον και τα κακά που τον συνοδεύουν. —
+Και εγώ δεν πιστεύω να το κάμη αυτό. — Αλλ' αποβλέπων πάντοτε εις το εσωτερικόν
+του πολίτευμα και προσέχων μήπως επιφέρη καμμίαν εις αυτό διατάραξιν είτε η
+περίσσεια του πλούτου είτε η ανεπάρκεια αυτού, θα φροντίση επ' αυτής της βάσεως
+να κανονίση τα έσοδα και τα έξοδά του συμφώνως προς τας δυνάμεις του. —
+Αναμφιβόλως. — Επί της αυτής ακόμη αρχής στηριζόμενος και ως προς τας τιμάς και
+τα αξιώματα, θα επιζητή μεν και ευχαρίστως μάλιστα θα δοκιμάζη εκείνα, που έχει την
+ιδέαν ότι θα τον κάμουν καλύτερον, θα αποφεύγη όμως, είτε εις τον ιδιωτικόν είτε εις
+τον δημόσιον βίον του, όσα θα ημπορούσαν να διαταράξουν την αρμονίαν, που
+βασιλεύει εις την ψυχήν του. — Τότε λοιπόν δεν θα θελήση να αναμιχθή εις τα
+πολιτικά, εάν, καθώς λέγεις, τόσον φροντίζη δι' αυτό. — Θα θελήση, μα τον κύνα, και
+παρά πολύ μάλιστα, τουλάχιστον εις την ιδικήν του πόλιν, όχι όμως ίσως και εις την
+πατρίδα του, εκτός τουλάχιστον αν γίνη κανένα θαύμα . . . — Α, εκατάλαβα· εννοείς
+την πόλιν, την οποίαν ιδρύσαμεν ημείς, και η οποία μόνον κατά φαντασίαν υφίσταται,
+διότι δεν πιστεύω να υπάρχη εις κανένα μέρος της γης. — Αλλ' ίσως να ευρίσκεται εις
+τον ουρανόν το πρότυπον αυτής, τουλάχιστον δι' εκείνον που θέλει να το βλέπη· και
+να ρυθμίζη επί τη βάσει αυτού το πολίτευμα της ψυχής του· άλλως τε δεν σημαίνει
+τίποτε αν υπάρχη, ή αν θα υπάρξη κάποτε· διότι ο σοφός και τέλειος άνθρωπός μας
+μόνον εις της τοιαύτης πόλεως τα πολιτικά θα αναμιχθή και καμμιάς άλλης. — Και
+είναι πολύ φυσικόν.</p>
+
+<h4 style="text-align: center; margin-top: 3em">ΒΙΒΛΙΟΝ Ι'.</h4>
+
+<p>
+<br />
+&nbsp;— Και πραγματικώς πολλούς και άλλους λόγους έχω να κρίνω, ότι η πολιτεία
+που ιδρύσαμεν ημείς είναι η τελειοτέρα από κάθε άλλην, όχι δε ολιγώτερον το λέγω
+αυτό και όταν αναλογισθώ εκείνο που είπαμεν διά την ποίησιν. — Το ποίον; — Το ότι
+κατ' ουδένα τρόπον παραδεχόμεθα το καθαρώς μιμητικόν αυτής μέρος· τώρα
+μάλιστα, καθώς νομίζω, φαίνεται απαραίτητος η ανάγκη να το αποκλείσωμεν ολότελα,
+αφού έχομεν πλέον σαφώς διακρίνη τα μέρη εις τα οποία διαιρείται η ψυχή. — Πώς
+τούτο; — Διά να το είπωμεν μεταξύ μας, διότι δεν θα με προδώσετε βέβαια εις τους
+τραγικούς ποιητάς και εις όλους τους άλλους τους μιμητικούς, όλα αυτά τα είδη της
+ποιήσεως δεν είναι δι' άλλο παρά να διαφθείρουν τον νουν των ακροατών, όσοι
+τουλάχιστον δεν έχουν αντιφάρμακον την ακριβή εκτίμησιν των πραγμάτων αυτών. —
+Πώς σκέπτεσαι διά να φθάσης εις αυτό το συμπέρασμα; — Θα σου το ειπώ, αν και
+μου κρατεί την γλώσσαν μου μια κάποια αγάπη και σεβασμός, που τρέφω εκ παιδικής
+ηλικίας διά τον Όμηρον· διότι φαίνεται ότι αυτός είναι ο πρώτος διδάσκαλος και ο
+αρχηγός όλων αυτών των καλών μας τραγικών ποιητών^ αλλ' επειδή όμως ο
+άνθρωπος οφείλει να υποχωρήση εμπρός εις την αλήθειαν, πρέπει να το ειπώ αυτό
+που λέγω. — Πολύ σωστά βέβαια.</p>
+
+<p>&nbsp;— Άκουε λοιπόν, ή καλύτερα απάντησέ μου. — Ερώτα με. — Ημπορείς να
+μου ειπής μίμησις γενικώς τι είναι; διότι εγώ δεν κατορθώνω πολύ καλά να εννοήσω τι
+θέλει να ειπή. — Πολύ ωραία λοιπόν τότε θα το εννοήσω εγώ! — Δεν θα ήτο και
+παράδοξον το πράγμα, διότι πολλάκις άνθρωποι με αμβλείαν την όρασιν βλέπουν κάτι
+τι πρωτύτερα από τους οξυδερκείς. — Αυτό είναι αλήθεια, αλλά ποτέ εγώ εμπρός σου
+δεν θα ήμουν ικανός να τολμήσω να ειπώ την ιδέαν μου δι' οτιδήποτε· ώστε βλέπε συ
+ο ίδιος.</p>
+
+<p>&nbsp;— Θέλεις λοιπόν να αρχίσωμεν και αυτήν την εξέτασιν από την
+συνηθισμένην μας μέθοδον; συνηθίζομεν, ηξεύρεις, να περιλαμβάνωμεν υπό μίαν
+ιδέαν γενικήν εκάστην χωριστήν πληθύν των όντων, εις τα οποία αποδίδομεν το αυτό
+όνομα· ή δεν εννοείς; — Εννοώ. — Ας λάβωμεν λοιπόν και τώρα ό,τι θέλεις από αυτά
+τα πολλά· υπάρχουν, παραδείγματος χάριν, πολλαί κλίναι και τράπεζαι. — Πώς όχι; —
+Αλλά αυτά τα δύο είδη των επίπλων περιλαμβάνονται το ένα υπό την ιδέαν της κλίνης,
+το άλλο υπό την ιδέαν της τραπέζης. — Ναι. — Δεν συνηθίζομεν δε ακόμη να λέγωμεν,
+ότι ο τεχνίτης που κατασκευάζει το ένα ή το άλλο από αυτά τα δύο είδη των επίπλων,
+έχει υπ' όψιν του την ιδέαν και τοιουτοτρόπως κατασκευάζει ο ένας τας κλίνας και ο
+άλλος τας τραπέζας, τας οποίας μεταχειριζόμεθα ημείς, και όλα τα άλλα κατ' αυτόν
+τον τρόπον; διότι βέβαια αυτήν την ιδέαν κανείς τεχνίτης δεν την κατασκευάζει· είναι
+δυνατόν; — Όχι βέβαια.</p>
+
+<p>&nbsp;— Κοίταξε λοιπόν τώρα τι όνομα θα δώσης και εις αυτόν τον τεχνίτην που
+θα σου ειπώ. — Τον ποίον; — Εκείνος που κάμνει όλα όσα κάμνουν χωριστά καθένας
+από τους χειροτέχνας. — Φοβερός και θαυμαστός θα είναι αυτός που μας λέγεις. —
+Περίμενε να ιδής ακόμη και τότε πολύ περισσότερον θα τον θαυμάσης· διότι ο ίδιος
+αυτός ο τεχνίτης είναι άξιος να κάμη όχι μόνον όλα τα έπιπλα και σκεύη, αλλά και όλα
+τα δημιουργήματα της φύσεως, και ζώα και φυτά και όλα τα άλλα πράγματα και τον
+εαυτόν του ακόμη, και εκτός τούτων και την γην και τον ουρανόν και τον Άδην κάτω
+από την γην. — Πάρα πολύ αξιοθαύμαστον σοφόν μας λέγεις. — Δεν το πιστεύεις;
+Αλλά ειπέ μου, σε παρακαλώ· σου φαίνεται απολύτως αδύνατον να υπάρξη, ένας
+τέτοιος τεχνίτης, ή υπό μίαν μεν έποψιν ημπορεί ένας να κάμνη όλα αυτά, υπό άλλην
+δε έποψιν όχι; ή μήπως δεν γνωρίζεις ότι και συ ο ίδιος θα ήσουν ικανός με ένα
+κάποιον τρόπον να τα κάμης όλα αυτά; — Και ποίος είναι αυτός ο τρόπος; — Το
+πράγμα δεν είναι δύσκολον, αλλά γίνεται συχνάκις και γρήγορα· και εις την στιγμήν
+μάλιστα, αν θέλης να κάμης την δοκιμήν, πάρε ένα καθρέπτην και γύρισέ τον απ' όλα
+τα μέρη· αμέσως θα κάμης τον ήλιον και όσα υπάρχουν εις τον ουρανόν, αμέσως θα
+κάμης την γην, και τον εαυτόν σου και τα άλλα ζώα και τα σκεύη και τα φυτά και όλα
+που ελέγαμεν προ ολίγου.</p>
+
+<p>Ναι, φαινόμενα, όχι όμως και αληθώς υπάρχοντα. — Πολύ καλά το είπες, και
+έρχεσαι ακριβώς εκεί που ζητεί ο λόγος· και ο ζωγράφος, νομίζω, είναι τεχνίτης αυτού
+του είδους, ή όχι; — Βεβαιότατα. — Αλλά, υποθέτω, δεν θα ειπής ότι είναι αληθινά
+και πραγματικά εκείνα που κάμνει· αν και υπό μίαν τινά έποψιν και ο ζωγράφος
+κάμνει κλίνην ή όχι; — Ναι, αλλά φαινομενικήν κλίνην. — Τι δε ο κλινοποιός; δεν
+έλεγες προ μικρού ότι δεν κατασκευάζει την ιδέαν, η οποία ακριβώς δεχόμεθα ότι
+είναι εκείνο που κατ' ουσίαν είναι η κλίνη, αλλ' απλώς μίαν κλίνην; — Ναι, το έλεγα. —
+Αφού λοιπόν δεν κάμνει εκείνο που κατ' ουσίαν υπάρχει, δεν κάμνει επομένως τίποτε
+πραγματικόν, αλλά κάτι τι που ομοιάζει με το πραγματικόν, χωρίς όμως να είναι αυτό·
+εάν δε τις ήθελεν είπη, ότι είναι πραγματικώς ον το έργον του κλινοποιού ή άλλου
+τινός τεχνίτου, δεν φαίνεται ότι απατάται προφανώς; — Αυτό τουλάχιστον θα
+παραδεχθούν όσοι διατρίβουν με αυτά τα ζητήματα. — Ας μη μας φαίνεται λοιπόν
+παράδοξον εάν και αυτό είναι κάτι τι πολύ αμυδρόν παραβαλλόμενον προς την
+αλήθειαν. — Μάλιστα.</p>
+
+<p>&nbsp;— Θέλεις λοιπόν επ' αυτών τα οποία είπαμεν να εξετάσωμεν τι πράγμα
+είναι ο μιμητής ούτος; — Εάν το θέλης. — Υπάρχουν λοιπόν τριών ειδών κλίναι· μία, η
+οποία υπάρχει, εν τη φύσει, και την οποίαν, καθώς νομίζω, ημπορούμεν να είπωμεν
+ότι την κατεσκεύασεν ο θεός· διότι εις ποίον άλλον δυνάμεθα να την αποδώσωμεν; —
+Εις κανένα άλλον, νομίζω. — Δευτέρα, την οποίαν κατασκευάζει ο ξυλουργός. —
+Μάλιστα. — Και μία τρίτη, την οποίαν κάμνει ο ζωγράφος· δεν είναι έτσι; — Έτσι είναι.
+— Ζωγράφος λοιπόν, κλινοποιός, θεός, είναι τρεις τεχνίται εις τους οποίους ανήκουν
+τρία διάφορα είδη κλινών. — Μάλιστα τρεις. — Και ο μεν θεός, είτε δεν ήθελεν, είτε
+υπήρχεν ανάγκη τις να μη κατασκευάαη παρά μίαν μόνον κλίνην εν τη φύσει,
+κατεσκεύασε πραγματικώς μίαν μόνην, εκείνην ακριβώς που είναι η καθ' αυτό κλίνη·
+δύο δε τοιαύται ή περισσότεραι ούτε εδημιουργήθησαν, ούτε είναι δυνατόν να
+δημιουργηθώσι. — Διά ποίον λόγον; — Διότι αν ήθελε κατασκευάση δύο μόνον,
+αμέσως θα παρουσιάζετο και μία τρίτη, της οποίας η ιδέα θα ήτο κοινή και εις τας δύο
+εκείνας, και τότε αυτή θα ήτο η καθ' αυτό κλίνη, και όχι αι δύο άλλαι. — Πολύ σωστά.
+— Αυτά λοιπόν, υποθέτω, τα εγνώριζεν ο θεός, και επειδή ήθελε να είναι πράγματι
+ποιητής κλίνης πραγματικώς και καθ' εαυτήν υπαρχούσης, και όχι όπως ο κλινοποιός
+κατασκευαστής αυτής ή εκείνης της κλίνης, δι' αυτό εδημιούργησε την κλίνην η οποία
+εκ φύσεως είναι μία. — Έτσι πρέπει να είναι το πράγμα. — Θέλεις λοιπόν αυτόν μεν να
+τον ονομάσωμεν δημιουργόν της κλίνης, ή κάπως έτσι αλλέως; — Θα είναι δίκαιον,
+διότι αφ' εαυτού εδημιούργησε και της κλίνης την ουσίαν και όλων των άλλων
+πραγμάτων. — Τον δε κλινοποιόν; δεν θα τον ονομάσωμεν κατασκευαστήν κλίνης; —
+Ναι. — Τον δε ζωγράφον θα ονομάσωμεν επίσης κατασκευαστήν και δημιουργόν
+αυτής; — Καθόλου. — Αλλά τι λοιπόν θα τον ονομάσης της κλίνης; — Μα, υποθέτω, το
+καλύτερον που Θα εταίριαζε είναι να τον ονομάσωμεν μιμητήν εκείνου, του οποίου οι
+άλλοι είναι κατασκευασταί. — Πολύ καλά· μιμητήν λοιπόν ονομάζεις τον ποιητήν ενός
+έργου, που απέχει τρεις βαθμίδας από την φύσιν; — Ακριβώς. — Τοιουτοτρόπως
+λοιπόν και ο τραγωδιοποιός, αφού είναι μιμητής, απέχει τρεις βαθμούς από τον
+βασιλέα και από την αλήθειαν, καθώς και όλοι οι άλλοι οι μιμηταί. — Έτσι
+φαίνεται.</p>
+
+<p>&nbsp;— Περί μεν λοιπόν του μιμητού εμείναμεν σύμφωνοι· ειπέ μου δε τώρα
+περί του ζωγράφου· φρονείς τάχα ότι έργον έχει να μιμήται εκείνο που είναι εν τη
+φύσει καθ' εαυτό έν, ή τα έργα των τεχνιτών; — Τα έργα των τεχνιτών. — Και άραγε
+όπως είναι ή όπως φαίνονται; αυτό ακόμη να μου καθορίσης. — Πώς εννοείς; — Ως
+εξής· μία κλίνη, είτε εκ του πλαγίου την παρατηρείς, είτε κατ' ενώπιον, είτε απ' όπου
+αλλού, μεταβάλλεται καθόλου, ή απλώς μόνον φαίνεται διαφορετική; το ίδιον δε και
+δι' όλα τα άλλα πράγματα; — Φαίνεται μόνον διαφορετική, χωρίς να μεταβάλλεται
+καθόλου. — Εδώ λοιπόν τώρα πρόσεξε· ποίος είναι ο σκοπός της ζωγραφικής; έργον
+έχει να μιμήται το αντικείμενον, όπως πραγματικώς υπάρχει, ή το φαινόμενον όπως
+φαίνεται; είναι με άλλους λόγους μίμησις του φαινομενικού ή της πραγματικότητος;
+— Του φαινομενικού. Απέχει λοιπόν πολύ της αληθείας η μίμησις και, καθώς
+φαίνεται, δι' αυτό κάμνει τόσα πράγματα, διότι παίρνει πάρα πολύ μικρόν μέρος από
+το κάθε τι, και αυτό ακόμη δεν είναι παρά φαινομενικόν μόνον· παραδείγματος χάριν
+ο ζωγράφος, λέγομεν, θα μας ζωγραφήση ένα υποδηματοποιόν, τον ξυλουργόν, τους
+άλλους τεχνίτας, χωρίς να γνωρίζη τίποτε από την τέχνην κανενός· μ' όλα ταύτα, εάν
+είναι καλός ο ζωγράφος, ημπορεί να εξαπατήση τα παιδιά και τους αμαθείς
+ανθρώπους, επιδεικνύων από μακράν εις αυτούς ένα ξυλουργόν, που έχει ζωγραφίση,
+εις τρόπον ώστε να πιστεύουν ότι είναι αληθινός ξυλουργός. — Πώς όχι; — Αλλ' όμως,
+φίλε μου, αυτήν την ιδέαν πρέπει να σχηματίσωμεν περί όλων αυτών όταν έλθη
+κανείς να μας είπη, ότι συνήντησε κάποιον άνθρωπον, που γνωρίζει όλας τας τέχνας,
+και ότι όλα τα άλλα πράγματα, τα οποία γνωρίζουν οι άλλοι χωριστά ο καθένας, αυτός
+τα γνωρίζει πολύ καλύτερα από αυτούς, πρέπει να του απαντήσωμεν ότι χωρίς άλλο
+είναι πολύ απλοϊκός να το πιστεύη, και, καθώς φαίνεται, ευρήκε κανένα μάγον ή
+μιμητήν, από τον οποίον εξηπατήθη ώστε να τον νομίση πάνσοφον, επειδή ο ίδιος δεν
+είναι εις θέσιν να ξεχωρίση την επιστήμην και την ανεπιστημοσύνην και την μίμησιν.
+— Αυτό είναι αληθέστατον.</p>
+
+<p>&nbsp;— Μας μένει τώρα ύστερ' απ' αυτά να εξετάσωμεν την τραγωδίαν, και τον
+Όμηρον τον αρχηγόν αυτής, διότι ακούομεν μερικούς να λέγουν ότι οι ποιηταί αυτοί
+γνωρίζουν όλας τας τέχνας, και όλας τας ανθρωπίνας επιστήμας, που έχουν
+αντικείμενον την αρετήν και την κακίαν, προσέτι δε και όσα αποβλέπουν τους θεούς·
+επειδή ένας καλός ποιητής είναι ανάγκη να γνωρίζη καλά όλα εκείνα, τα οποία
+πραγματεύεται, εάν θέλη να έχη το έργον του πραγματικήν αξίαν, άλλως δεν είναι
+δυνατόν να κάμη τίποτε· πρέπει λοιπόν να εξετάσωμεν ημείς, αυτοί που ομιλούν κατ'
+αυτόν τον τρόπον μήπως τάχα έχουν απατηθή από τους μιμητάς τούτους, και
+βλέποντες τα έργα των, δεν είναι εις θέσιν να εννοήσουν, ότι απέχουν τρεις βαθμούς
+από την πραγματικότητα και ότι τοιαύτα έργα είναι εύκολον να γίνουν και από
+άνθρωπον μη γνωρίζοντα την αλήθειαν, διότι είναι φαντάσματα και δεν έχουν τίποτε
+το αληθινόν· ή μήπως τάχα έχουν δίκαιον και πράγματι οι καλοί ποιηταί κατέχουν
+κατά βάθος τα πράγματα, τα οποία, κατά την κρίσιν των πολλών, τόσον εύμορφα
+παριστάνουν. — Πραγματικώς πρέπει να το εξετάσωμεν. — Πιστεύεις λοιπόν ότι, εάν
+ένας ήτο εξ ίσου ικανός να κάμη και το είδωλον ενός πράγματος, και αυτό το ίδιον
+πράγμα καθ' εαυτό, θα επροτίμα να αφοσιωθή με όλας τας δυνάμεις του εις την
+δημιουργίαν κενών ειδώλων και αυτό να λάβη ως σκοπόν της ζωής του, ως να μην είχε
+τίποτε άλλο καλύτερον να κάμη; — Δεν το πιστεύω εγώ. — Αλλ' εάν ήτο αληθώς
+επιστήμων των πραγμάτων αυτών που μιμείται, νομίζω ότι πολύ περισσότερον θα
+επροθυμοποιείτο διά τα ίδια τα έργα παρά διά την μίμησιν αυτών, και θα
+επροσπαθούσε να αφήση οπίσω του την μνήμην πολλών και καλών κατορθωμάτων,
+προτιμών, φυσικώ τω λόγω, να είναι μάλλον ο εγκωμιαζόμενος, παρά ο εγκωμιαστής
+άλλων. — Και εγώ αυτό φρονώ, διότι δεν είναι ίση και εις τας δύο περιστάσεις η τιμή
+και η ωφέλεια. — Και διά μεν τα άλλα πράγματα ας μη ζητώμεν λόγον από τον
+Όμηρον ή από όποιον άλλον ποιητήν· ας μην ερωτήσωμεν αν κανείς από αυτούς ήτο
+επιστήμων ιατρός, και όχι απλώς μιμητής ιατρικών λόγων, εάν κανείς από τους
+παλαιούς ή νέους ποιητάς εθεράπευσεν ασθενείς, όπως ο Ασκληπιός, αν άφησε
+μαθητάς της ιατρικής, όπως εκείνος τους ιδίους του απογόνους· ας μην τους
+ερωτήσωμεν και διά τας άλλας τέχνας και ας τα αφήσωμεν όλα αυτά κατά μέρος·
+αφού, όμως ο Όμηρος τολμά να κάμνη λόγον περί των μεγίστων και καλλίστων
+πραγμάτων, περί πολέμων και στρατηγιών και διοικήσεων πόλεων και περί της
+εκπαιδεύσεως των ανθρώπων, είναι ίσως δίκαιον να τον ερωτήσωμεν και να του
+είπωμεν: Ω φίλε Όμηρε, εάν δεν απέχης τρεις βαθμούς από την αλήθειαν όσον αφορά
+την αρετήν και δεν είσαι απλώς δημιουργός ειδώλων, μιμητής δηλαδή κατά τον
+ορισμόν μας, αλλά απέχης, έστω, δύο βαθμούς και ήσουν ικανός να γνωρίζης ποία
+είναι εκείνα που κάμνουν τους ανθρώπους καλυτέρους ή χειροτέρους είτε εις τον
+ιδιωτικόν είτε εις τον δημόσιον βίον, λέγε μας, ποία πόλις χρεωστεί εις εσένα την
+βελτίωσιν της διοικήσεώς της, όπως η Λακεδαίμων εις τον Λυκούργον και αι άλλαι
+πόλεις μικραί και μεγάλαι εις άλλους πολλούς; εσένα ποία πόλις σε μνημονεύει ότι
+υπήρξες νομοθέτης άριστος και ότι την ωφέλησες; η Ιταλία και η Σικελία έχουν τον
+Χαρώνδαν, ημείς οι Αθηναίοι τον Σόλωνα· εσένα όμως ποίος τόπος; θα έχη να μας
+απαντήση κανένα; — Δεν πιστεύω· τουλάχιστον ούτε αυτοί οι Ομηρίδαι αναφέρουν
+τοιούτον τι. — Αλλά μήπως τάχα μνημονεύεται κανένας πόλεμος επί της εποχής του
+Ομήρου, ο οποίος να διεξήχθη επιτυχώς ή υπό την αρχηγίαν εκείνου ή σύμφωνα με
+τας συμβουλάς του; — Κανείς. — Αλλά μήπως λοιπόν αναφέρονται πολλαί εφευρέσεις
+ως σοφού ανθρώπου εις τας τέχνας και άλλαι ευκολίαι ωφέλιμοι εις τας διαφόρους
+εργασίας και τα επαγγέλματα, όπως λέγεται περί του Θαλού του Μιλησίου και του
+Αναχάρσιδος του Σκύθου; — Τίποτε απολύτως τοιούτον δεν λέγεται. — Αλλ' εάν δεν
+προσέφερεν ο Όμηρος καμμίαν τοιαύτην υπηρεσίαν εις την κοινωνίαν, μήπως λέγεται
+ότι διηύθυνεν, ότε έζη, την ανατροφήν ιδιωτών τινων, οι οποίοι ηρέσκοντο εις την
+συναναστροφήν του και παρέδοσαν εις τους μεταγενεστέρους ένα τρόπον βίου
+ομηρικόν, όπως ο Πυθαγόρας παραδείγματος χάριν ηγαπήθη ιδιαζόντως διά τον
+λόγον τούτον και οι οπαδοί του ακόμη και σήμερον διακρίνονται μεταξύ όλων των
+ανθρώπων δια τον ιδιαίτερον τρόπον του βίου των, τον οποίον αυτοί οι ίδιοι
+ονομάζουν Πυθαγόρειον; — Ούτε τίποτε τοιούτον αναφέρεται· διότι ο Κρεώφυλος
+τουλάχιστον, ο φίλος του Ομήρου, θα εφαίνετο ίσως ως προς την ανατροφήν του
+γελοιότερος και από αυτό το όνομά του, αν αληθεύουν όσα αναφέρουν σχετικώς με
+την διαγωγήν του προς τον Όμηρον· διότι λέγουν ότι επέδειξε μίαν αχαρακτήριστον
+αμέλειαν προς αυτόν, ενόσω έζη.</p>
+
+<p>&nbsp;— Πραγματικώς αναφέρεται τοιούτον τι· αλλά φρονείς, Γλαύκων, ότι εάν
+πράγματι ο Όμηρος ήτο ικανός να εκπαιδεύη τους ανθρώπους και να τους κάμνη
+καλυτέρους, επειδή ημπορούσε να γνωρίζη κατά βάθος αυτά τα πράγματα και όχι
+απλώς να τα μιμήται, δεν θα αποκτούσε πολλούς φίλους, οι οποίοι θα τον
+περιέβαλλον με όλην την αγάπην των; αλλ' ο μεν Πρωταγόρας έξαφνα ο Αβδηρίτης και
+ο Πρόδικος ο Κείος και πλείστοι άλλοι έχουν αρκετήν επιρροήν επί του πνεύματος των
+συγχρόνων των, ώστε να τους πείθουν, εις τας ιδιαιτέρας των ομιλίας, ότι ούτε τον
+οίκον ούτε την πατρίδα των θα ημπορέσουν να διοικήσουν, εάν δεν αναλάβουν αυτοί
+την διεύθυνσιν της εκπαιδεύσεώς των· και δι' αυτήν των την σοφίαν τόσον πολύ τους
+αγαπούν και τους τιμούν, ώστε μόνον που δεν τους σηκώνουν να τους γυρνούν επάνω
+εις τα κεφάλια των οι οπαδοί των. Τον δε Όμηρον και τον Ησίοδον οι σύγχρονοί των
+θα τους άφηναν να περιέρχωνται ως αλήται τον κόσμον να απαγγέλλουν τας
+ραψωδίας των, εάν ημπορούσαν να ωφελήσουν τους ανθρώπους με αληθινά
+διδάγματα αρετής; δεν θα προσεκολλώντο μάλλον εις αυτούς περισσότερον απ' ό,τι
+προσκολλώντο εις τον χρυσόν, και δεν θα έκαμναν τα δυνατά των διά να τους
+κρατήσουν πλησίον των, ή, εάν δεν το κατώρθωναν, δεν θα τους παρηκολούθουν οι
+ίδιοι όπου και αν επήγαιναν ως πιστοί μαθηταί, έως ότου τελειοποιήσουν επαρκώς
+την εκπαίδευσίν των; — Μου φαίνεται ότι έχεις πληρέστατον δίκαιον, Σωκράτη.</p>
+
+<p>&nbsp;— Να είπωμεν λοιπόν περί όλων των ποιητών εν γένει, αρχίζοντες από τον
+Όμηρον, ότι είναι απλώς μιμηταί των ειδώλων της αρετής και όλων των άλλων, τα
+οποία πραγματεύονται εις τα ποιήματά των, την αλήθειαν όμως ούτε καν
+προσεγγίζουν; αλλ' όπως ελέγαμεν προ ολίγου, ο ζωγράφος ημπορεί να κάμη ένα
+υποδηματοποιόν που να ομοιάζη πράγματι τόσον πολύ, αν και αυτός ο ίδιος δεν έχει
+καμμίαν γνώσιν από αυτό το επάγγελμα, ώστε εκείνοι που τον βλέπουν, απατώμενοι
+από το σχέδιον και από το χρώμα, να νομίζουν ότι βλέπουν αληθινόν
+υποδηματοποιόν. — Αναμφιβόλως. — Τοιουτοτρόπως, νομίζω, και ο ποιητής, ενώ δεν
+γνωρίζει τίποτε άλλο παρά να μιμήται, έχει την ικανότητα να επιχρωματίζη με τοιαύτά
+τινα χρώματα, με τας λέξεις δηλαδή και τας εικονικάς εκφράσεις, εκάστην τέχνην,
+ώστε, είτε περί υποδηματοποιίας ομιλεί, είτε πραγματεύεται περί πολέμου, είτε περί
+οιουδήποτε άλλου πράγματος εν μέτρω και ρυθμώ και αρμονία, οι ακροαταί,
+κρίνοντες όπως τα ακούουν κατ' αυτόν τον τρόπον, να πιστεύουν, ότι τα γνωρίζει
+περίφημα και κατά βάθος αυτά όλα που λέγει· τόσην μεγάλην γοητείαν έχει εκ
+φύσεως η ποίησις! διότι γνωρίζεις, υποθέτω, οποία τις ήθελε φανή αυτή καθ' εαυτήν
+η ποίησις, εάν απογυμνωθή από τον μουσικόν αυτόν χρωματισμόν της· βέβαια θα το
+έχης και συ παρατηρήση. — Μάλιστα. — Δεν ομοιάζει με τα πρόσωπα των
+ευρισκομένων εις το άνθος της νεότητός των, χωρίς όμως και να είναι ωραίοι, τα
+οποία γνωρίζεις δα πώς φαίνονται όταν χάσουν αυτό το άνθος; — Ακριβώς.</p>
+
+<p>&nbsp;— Πρόσεξε τώρα παρά κάτω· ο ποιητής του ειδώλου, ο μιμητής δηλαδή,
+δεν έχει καμμίαν ακριβή γνώσιν του πραγματικού, αλλ' απλώς του φαινομένου· δεν
+είναι έτσι; — Μάλιστα. — Ας μην αρκεσθώμεν όμως εις αυτήν την ατελή εξέτασιν του
+πράγματος, αλλ' ας το εξετάσωμεν κατά βάθος. — Λέγε. — Ο ζωγράφος, λέγομεν, θα
+ζωγραφίση ηνίας και χαλινόν. — Μάλιστα. — Επίσης και ο σκυτοτόμος και ο
+σιδηρουργός θα κατασκευάσουν τα ίδια αυτά πράγματα. — Ναι. — Άραγε όμως
+γνωρίζει ο ζωγράφος πώς πρέπει να είναι αι ηνίαι και ο χαλινός; ή μήπως δεν το
+γνωρίζει αυτό ούτε εκείνος που τα κατασκευάζει, ο σιδηρουργός και ο σκυτοτόμος,
+αλλά μόνος εκείνος που γνωρίζει και να τα μεταχειρισθή, δηλαδή ο ιππεύς; — Αυτό
+είναι αλήθεια, — Και δεν θα παραδεχθώμεν ότι το ίδιον συμβαίνει και με όλα τα άλλα;
+— Πώς; Δι' έκαστον πράγμα υπάρχουν αυταί αι τρεις τέχναι, η μία που το
+μεταχειρίζεται, η άλλη που το κατασκευάζει και η άλλη που το μιμείται. — Μάλιστα.
+— Αλλά αι ιδιότητες και το κάλλος και η τελειότης ενός σκεύους ή ενός ζώου ή και
+μιας πράξεως εις τι άλλο αποβλέπουν παρά εις την χρήσιν, διά την οποίαν έκαστον
+κατεσκευάσθη υπό του ανθρώπου ή εποιήθη υπό της φύσεως; Έτσι είναι. — Κατ'
+ανάγκην λοιπόν μόνος ο μεταχειριζόμεγος ένα πράγμα γνωρίζει τας ιδιότητας αυτού
+καλύτερα από κάθε άλλον και αυτός οδηγεί τον κατασκευαστήν και του λέγει ποία
+προτερήματα ή ελαττώματα παρουσιάζει το έργον του εις την χρήσιν· ο αυλητής
+παραδείγματος χάριν θα συστήση εις τον κατασκευαστήν των αυλών και θα του
+παραγγείλη πώς πρέπει να είναι οι αυλοί, που του κάνουν καλύτερα εις την εργασίαν
+του, και εκείνος θα ακολουθήση τας συστάσεις του. — Πώς όχι; — Εκείνος λοιπόν του
+παραγγέλλει ως γνώστης των καλών και των κακών αυλών, και ο άλλος θα τους
+κατασκευάση με όλην την πεποίθησιν εις την εμπειρίαν του. — Βέβαια. — Ώστε η μεν
+γνώσις την οποίαν έχει ο κατασκευαστής περί των προτερημάτων ή ελαττωμάτων του
+έργου του είναι απλή πίστις, την οποίαν αντλεί από τας συνομιλίας του με εκείνον που
+γνωρίζει να το μεταχειρίζεται, και του οποίου είναι αναγκασμένος να ακούη τας
+οδηγίας· ενώ αυτός ο μεταχειριζόμενος κατέχει την επιστήμην του πράγματος. —
+Βεβαιότατα.</p>
+
+<p>&nbsp;— Ο δε μιμητής από την χρήσιν τάχα των πραγμάτων τα οποία μιμείται, θα
+αποκτήση την επιστήμην αυτών, ώστε να είναι εις θέσιν να γνωρίζη αν είναι καλά ή
+ορθά είτε όχι; ή τουλάχιστον θα μάθη να έχη μίαν ορθήν γνώμην περί αυτών, διότι
+ευρίσκεται εις την ανάγκην να συνομιλή με εκείνον που τα γνωρίζει και να λαμβάνη
+από αυτόν διαταγάς πώς πρέπει να εργάζεται; — Ούτε το ένα ούτε το άλλο. — Ούτε
+λοιπόν γνώσιν ακριβή ούτε ορθήν ιδέαν θα έχη ο μιμητής σχετικώς με τας αρετάς και
+τας κακίας των πραγμάτων, τα οποία μιμείται. — Έτσι φαίνεται. — Ώστε ο μιμητής, εις
+την ποίησιν, θα είναι πολύ βέβαια αξιάγαστος διά την σοφίαν που έχει των
+πραγμάτων, περί των οποίων πραγματεύεται. — Δεν το φαντάζομαι. — Αλλ' όμως
+μολαταύτα θα μιμηθή το κάθε τι, χωρίς να γνωρίζη τι είναι το καλόν και τι το κακόν εις
+αυτό· αλλά, καθώς φαίνεται, εκείνο που θεωρούν και παραδέχονται ως καλόν οι
+πολλοί οι αμαθείς, αυτό θα λαμβάνη ως αντικείμενον μιμήσεως. — Και τι άλλο; —
+Ώστε κατ' αυτόν τον τρόπον νομίζω, ότι απεδείξαμεν επαρκώς δύο τινά: πρώτον ότι ο
+μιμητής τίποτε άξιον λόγου δεν γνωρίζει από όσα μιμείται, και ότι η μίμησις είναι
+απλώς παιδιά, στερουμένη πάσης σοβαρότητος· και δεύτερον ότι εκείνοι που
+επιλαμβάνονται της τραγικής ποιήσεως, είτε εις ιαμβικούς στίχους είτε εις ηρωικούς,
+είναι όλοι των μιμηταί, όσον ημπορεί κανείς να είναι. — Αναμφιβόλως.</p>
+
+<p>&nbsp;— Αλλά, προς θεού, αυτή η μίμησις δεν απέχει τρεις βαθμούς από την
+αλήθειαν; ή όχι; — Μάλιστα. — Προς ποίον δε τάχα πράγμα του ανθρώπου εξασκεί
+την δύναμιν που έχει; — Τι δηλαδή πράγμα εννοείς; — Αυτό που θα σου ειπώ· το αυτό
+μέγεθος, καθώς βέβαια γνωρίζεις, αναλόγως πού το βλέπει η όρασις από μακράν ή
+από πλησίον, δεν φαίνεται ίσον. — Πραγματικώς. — Και ακόμη τα ίδια αντικείμενα
+φαίνονται τεθλασμένα ή ευθέα αναλόγως πού τα βλέπομεν μέσα ή έξω από το νερό,
+και κοίλα ή κυρτά ένεκα της απάτης που προξενούν εις την όρασιν τα χρώματα· και εν
+γένει είναι φανερόν ότι η οπτική αύτη απάτη εμβάλλει εις μεγάλην διατάραξιν την
+ψυχήν. Αυτήν λοιπόν την φυσικήν ημών διάθεσιν είναι που εκμεταλλεύεται η τέχνη
+της σκιαγραφίας και η τέχνη των θαυματοποιών και άλλαι παρόμοιαι, και δεν
+παραλείπουν καμμίαν γοητείαν που να μην την εξασκούν εις βάρος της. — Έχεις
+δίκαιον. — Δεν ευρέθη όμως το μέτρημα, η αρίθμησις και το ζύγισμα ασφαλέστατον
+προφυλακτικόν κατά της απάτης ταύτης, ώστε να μην υπερισχύη εν ημίν εκείνο, που
+μας φαίνεται μεγαλύτερον ή μικρότερον ή περισσότερον ή βαρύτερον, αλλ' εκείνο που
+θα βεβαιωθώμεν διά του υπολογισμού και της καταμετρήσεως ή και της ζυγίσεως; —
+Βεβαιότατα. — Αυτά όμως όλα δεν είναι έργον του λογιστικού μέρους της ψυχής μας;
+— Αυτού βέβαια. — Όταν όμως τούτο μετρήση πολλάκις και εύρη ότι υπάρχουν
+πράγματα μεγαλύτερα ή μικρότερα το ένα από το άλλο ή ίσα μεταξύ των, τότε θα
+παραδεχθή ότι τα αυτά πράγματα έχουν συγχρόνως ιδιότητας αντιθέτους προς
+αλλήλας.</p>
+
+<p>&nbsp;— Μάλιστα. — Αλλ' ημείς δεν είπαμεν, ότι είναι αδύνατον το αυτό μέρος
+της ψυχής να σχηματίση συγχρόνως αντιθέτους κρίσεις περί του αυτού πράγματος; —
+Και πολύ ορθώς το είπαμεν. — Ώστε λοιπόν το μέρος της ψυχής μας που κρίνει χωρίς
+να λαμβάνη υπ' όψιν του το μέτρημα δεν ημπορεί να είναι το ίδιον με εκείνο, που
+κρίνει σύμφωνα με τα μέτρα. — Δεν ημπορεί βέβαια. — Αλλά το μέρος της ψυχής, που
+στηρίζεται εις το μέτρημα και τον λογαριασμόν, είναι το καλύτερον, που υπάρχει εν
+αυτή. — Πώς όχι; — Και επομένως εκείνο, που αντιτίθεται προς αυτό, θα είναι κάποιο
+από τα ταπεινότερα στοιχεία της ψυχής. — Κατ' ανάγκην.</p>
+
+<p>&nbsp;— Εις αυτό το συμπέρασμα ακριβώς ήθελα να καταλήξωμεν, όταν έλεγα ότι
+η ζωγραφική και εν γένει πάσα τέχνη στηριζομένη επί της μιμήσεως απέχει πολύ από
+την αλήθειαν εις κάθε τι που παράγει και ότι αφ' ετέρου και το μέρος εκείνο της
+ψυχής μας, προς το οποίον αύτη αναφέρεται και συγγενεύει και σχετίζεται, απέχει
+επίσης πολύ από την σοφίαν, και δεν είναι διά κανένα ασφαλές και αληθινόν πράγμα.
+— Συμφωνότατος. — Φαύλη επομένως και με φαύλον συνδυαζομένη η μιμητική
+γεννά και τέκνα φαύλα — Έτσι φαίνεται. — Και τάχα αυτό αληθεύει μόνον εις την διά
+της οράσεως μιμητικήν, ή και εις την διά της ακοής, την οποίαν ονομάζομεν ποίησιν;
+— Μου φαίνεται πως και δι' αυτήν αληθεύει το ίδιον. — Ας μην εμπιστευώμεθα όμως
+εις την αναλογίαν μόνον την οποίαν μας φαίνεται ότι έχει προς την ζωγραφικήν, αλλ'
+ας προβώμεν και εις την ακριβή εξέτασιν του μέρους εκείνου της ψυχής, προς το
+οποίον έχει την ιδιαιτέραν της αναφοράν η ποίησις, και ας ίδωμεν αν αυτό το μέρος
+έχη ή δεν έχη καμμίαν αξίαν. — Αυτό πρέπει να κάμωμεν.</p>
+
+<p>&nbsp;— Ας θεωρήσωμεν λοιπόν το πράγμα κατ' αυτόν τον τρόπον· η ποιητική
+μίμησις, λέγομεν, μιμείται τους ανθρώπους εις τας αναγκαστικάς ή εκουσίας πράξεις
+αυτών, κατ' ακολουθίαν των οποίων θεωρούν τους εαυτούς των ή ευτυχείς ή
+δυστυχείς, και εις τας οποίας όλας ή χαίρουν ή λυπούνται· μήπως είναι τίποτε άλλο
+εκτός από αυτό; — Όχι, τίποτε. — Και τάχα εις όλας αυτάς τας περιστάσεις ο
+άνθρωπος ευρίσκεται εις συμφωνίαν με τον εαυτόν του; ή μήπως απεναντίας, όπως
+προκειμένου περί της οράσεως ελέγαμεν ότι στασιάζει και σχηματίζει αντιθέτους
+συγχρόνως δοξασίας περί των αυτών πραγμάτων, τοιουτοτρόπως και όσον αφορά τας
+πράξεις του διχογνωμεί και μάχεται ο ίδιος με τον εαυτόν του; μου έρχεται δε τώρα
+εις τον νουν, ότι δεν είναι καν ανάγκη να συζητούμεν επ' αυτού του σημείου, διότι εις
+τους ανωτέρω λόγους μας εμείναμεν τελείως σύμφωνοι εις όλα αυτά, ότι η ψυχή μας
+δηλαδή είναι γεμάτη από μυρίας τοιαύτας αντιθέσεις, αι οποίαι συμβαίνουν
+συγχρόνως εντός αυτής. — Πολύ σωστά. — Βέβαια και πολύ σωστά· αλλά μου
+φαίνεται ότι είναι ανάγκη τώρα να εξετάσωμεν εκείνο που τότε παρελείψαμεν. — Το
+ποίον τούτο; — Ελέγαμεν καθώς ενθυμείσαι και τότε, ότι ένας άνθρωπος μετρημένος,
+εις τον οποίον ήθελε συμβή καμμία ατυχία, να χάση παραδείγματος χάριν τον υιόν
+του ή τίποτε άλλο που να του είναι εξαιρετικώς προσφιλές, θα υποφέρη την απώλειαν
+αυτήν με περισσοτέραν υπομονήν από κάθε άλλον. Βεβαίως. — Τώρα δε ας
+εξετάσωμεν και τούτο· τάχα καμμίαν πραγματικώς λύπην δεν θα αισθανθή, ή αυτό
+μεν είναι αδύνατον, θα περιορίση δε απλώς την θλίψιν του; Αυτό μάλλον μου
+φαίνεται ότι είναι το αληθές. — Πες μου δε ακόμη και αυτό· πότε νομίζεις ότι
+περισσότερον θα προσπαθήση να πολεμήση και να κατανικήση την λύπην του, όταν
+ευρίσκεται μεταξύ των ομοίων του και τον βλέπουν, ή όταν θα ευρεθή μόνος του
+χωρίς την παρουσίαν κανενός άλλου; — Πολύ βέβαια θα διαφέρη το πράγμα όταν τον
+βλέπουν άλλοι. — Ενώ όταν είναι μόνος του θα αφήση, υποθέτω, τον εαυτόν του να
+ξεσπάση εις θρήνους πολλούς και οδυρμούς, που πολύ θα εντρέπετο αν τον ήκουε
+κανείς, και πολλά θα έκαμνε, που δεν θα εδέχετο να τον έβλεπε κανείς να τα κάμνη. —
+Έτσι είναι.</p>
+
+<p>&nbsp;— Εκείνο λοιπόν που τον διατάσσει να αντιστέκεται κατά της λύπης δεν
+είναι ο ορθός λόγος και ο νόμος; και απεναντίας εκείνο που τον σύρει εις αυτήν δεν
+είναι αυτό το πάθος; — Αληθώς. — Όταν δε ο άνθρωπος δοκιμάζη δύο συγχρόνως
+αντίθετα κινήματα εν σχέσει προς το αυτό αντικείμενον, κατ' ανάγκην, λέγομεν, ότι
+υπάρχουν εν αυτώ δύο διακεκριμένα μέρη. — Πώς όχι; — Λοιπόν το μεν ένα εξ αυτών
+είναι έτοιμον να υπακούση εις τον νόμον και να ακολουθήση τας υποδείξεις αυτού.
+Πώς; — Λέγει δηλαδή ο νόμος, ότι κάλλιστον είναι να διατηρή τις όσον το δυνατόν
+μεγαλυτέραν ευστάθειαν εις τας συμφοράς του και να μην αγανακτή, διότι ούτε
+δυνάμεθα να γνωρίζωμεν τι είναι το καλόν και τι το κακόν εις αυτάς, ούτε κερδίζει
+κανείς τίποτε να στενοχωρήται υπερμέτρως, ούτε αξίζει να αποδίδωμεν μεγάλην
+σπουδαιότητα εις κανέν από τα ανθρώπινα· προπάντων δε διότι η λύπη γίνεται
+εμπόδιον εις το να σπεύση τάχιστα προς βοήθειαν ημών εκείνο, του οποίου
+απαραίτητον ανάγκην έχομεν εις αυτάς τας περιστάσεις. — Και ποίον είναι αυτό; — Το
+λογικόν, διά να κρίνωμεν ψυχραίμως την επελθούσαν συμφοράν, και, όπως όταν εις
+τους κύβους μας έλθη καμμιά στραβή ριξιά, να κυττάξωμεν να κανονίσωμεν τα
+πράγματά μας σύμφωνα με την περίστασιν, όπως δηλαδή μας υποδείξη το λογικόν
+πως θα είναι καλύτερα, και να μην κάμνωμεν όπως τα παιδιά, που όταν τύχη να
+πέσουν, κρατούν το μέρος που εχτύπησαν και εξακολουθούν να ξεφωνίζουν· αλλά να
+συνηθίζωμεν την ψυχήν μας να επιλαμβάνεται όσον το δυνατόν γρηγορώτερα της
+θεραπείας του νοσήματος και της επανορθώσεως του ατυχήματος, καθιστώσα
+τοιουτοτρόπως διά της ιατρικής περιττάς τας ανωφελείς θρηνωδίας. — Αυτό πράγματι
+είναι το καλύτερον, που θα είχαμεν να κάμωμεν εις τας συμφοράς μας. — Λέγομεν
+λοιπόν ότι είναι το καλύτερον μέρος του εαυτού μας εκείνο, που γνωρίζει να
+ακολουθή αυτόν τον λογισμόν. — Φανερόν. — Ενώ εκείνο το άλλο μέρος, που μας
+τραυά αδιαλείπτως εις την ανάμνησιν του παθήματός μας και μας ρίπτει εις τους
+θρήνους και δεν ημπορεί να τους χορτάση, δεν έχομεν όλα μας τα δίκαια να το
+είπωμεν αλόγιστον και ανωφέλευτον και δειλόν; — Βέβαια θα το είπωμεν.</p>
+
+<p>&nbsp;— Λοιπόν η μεν λύπη και η αγανάκτησις παρέχει πολλάς και ποικίλας
+αφορμάς εις την μίμησιν, ενώ απεναντίας ο φρόνιμος και γαλήνιος χαρακτήρ, ο
+οποίος είναι πάντοτε όμοιος προς εαυτόν, ούτε εύκολον είναι να τον μιμηθή κανείς,
+ούτε πολύ πρόσφορος να κατανοηθή, μάλιστα υπό του πολυποικίλου εκείνου
+πλήθους που συναθροίζεται συνήθως εις τας πανηγύρεις και τα θέατρα· διότι είναι
+όλως διόλου ξένη προς αυτούς η μίμησις τοιαύτης ψυχικής διαθέσεως. — Πράγματι
+όλως διόλου. — Άλλως τε ο μιμητικός ποιητής δεν είναι εκ φύσεως πλασμένος να
+παριστάνη αυτό το μέρος της ψυχής και η σοφία του δεν είναι προορισμένη να
+αρέσκεται εις αυτό, αν θέλη να ευδοκιμήση παρά τοις πολλοίς, αλλά να εξεικονίζη
+τους παθητικούς χαρακτήρας, των οποίων η ποικιλία καθιστά ευκολωτέραν την
+μίμησιν. — Το πράγμα είναι ευνόητον. — Θα είχαμεν λοιπόν δίκαιον να
+καταδικάσωμεν και αυτόν και να τον βάλωμεν εις την ανάλογον θέσιν με τον
+ζωγράφον; διότι έχει κοινόν προς αυτόν το ότι συνθέτει πράγματα δίχως αξίαν, εν
+σχέσει με την αλήθειαν· ακόμη δε του ομοιάζει, διότι εργάζεται να αρέση εις το
+χειρότερον και όχι εις το καλύτερον μέρος της ψυχής. Τοιουτοτρόπως λοιπόν θα
+είμεθα πληρέστατα δικαιολογημένοι να μην τον παραδεχθώμεν εις την ευνομουμένην
+πολιτείαν μας, διότι εξεγείρει και τρέφει το κακόν τούτο μέρος της ψυχής και όσον
+ισχυροποιεί αυτό τόσον καταστρέφει το λογιστικόν· και όπως όταν εις μίαν πολιτείαν
+καθιστά τις τους κακούς ισχυροτέρους και παραδίδει εις αυτούς την διοίκησιν της
+πόλεως και εξαφανίζει τους χρηστοτέρους, το ίδιον θα είπωμεν και διά τον μιμητικόν
+ποιητήν, ότι εγκαθιδρύει εις την ψυχήν εκάστου κακήν πολιτείαν, διότι χαρίζεται εις το
+ανόητον και αλόγιστον αυτής μέρος και δεν ημπορεί να ξεχωρίση ούτε τα μεγαλύτερα
+ούτε τα μικρότερα, αλλά εκλαμβάνει τα αυτά άλλοτε μεν μεγάλα άλλοτε δε μικρά, και
+πλάττει είδωλα, τα οποία απέχουν απείρως από την αλήθειαν — Αυτό είναι
+βέβαιον.</p>
+
+<p>&nbsp;— Και μολαταύτα ακόμη δεν είπαμεν το μεγαλύτερον κακόν που προξενεί η
+ποίησις· διότι δεν είναι πράγματι φοβερώτατον να βλέπωμεν, ότι, εκτός πάρα πολύ
+ολίγων, είναι ικανή να διαφθείρη και αυτούς τους σοφούς; — Αλήθεια φοβερώτατον,
+εάν πράγματι κατορθώνη και αυτό. — Άκουσε και θα κρίνης· γνωρίζεις ότι και οι
+καλύτεροι ακόμη από ημάς, όταν ακούωμεν μέρη από τον Όμηρον ή και από κανένα
+άλλον τραγικόν ποιητήν, τα οποία παρουσιάζουν ένα ήρωα που ευρίσκεται εις
+μεγάλην λύπην και εν μέσω των οδυρμών του απαγγέλλει μακράν ρήσιν, ή και
+μοιρολογεί και κτυπά το στήθος του, αισθανόμεθα μίαν ευχαρίστησιν, την οποίαν
+ασυναισθήτως αφήνομεν κατά μικρόν να μας κυριεύση και ενώ αφ' ενός
+συμπάσχομεν με τον ήρωα, αφ' ετέρου με όλην μας την σοβαρότητα θαυμάζομεν και
+επαινούμεν τον ποιητήν, που μας παρέχει αυτήν την συγκίνησιν. — Το γνωρίζω, πώς
+όχι; — Και όμως όταν συμβή εις κανένα από ημάς τους ιδίους καμμία λύπη μεγάλη,
+γνωρίζεις επίσης ότι φιλοτιμούμεθα να φερώμεθα κατά τρόπον όλως διόλου
+αντίθετον, να δεικνύωμεν δηλαδή ησυχίαν και υπομονήν, αν ημπορούμεν, διότι αυτή
+είναι η διαγωγή που αρμόζει εις άνδρα, ενώ εκείνο, που επαινούσαμεν τότε, μόνον εις
+γυναίκας ταιριάζει. — Το γνωρίζω και αυτό. — Είναι λοιπόν ορθός αυτός ο έπαινος, να
+βλέπωμεν τοιούτον άνδρα, που δεν θα κατεδέχετο κανείς αλλά και θα εντρέπετο να
+είναι εις την θέσιν του, χωρίς να αισθανώμεθα βδελυγμίαν, αλλ' απεναντίας να
+χαίρωμεν και να επαινούμεν; — Πραγματικώς δεν φαίνεται καθόλου εύλογον το
+πράγμα. — Αναμφιβόλως, αν μάλιστα το θεωρήσης υπ' αυτήν την έποψιν. — Την
+ποίαν; — Εάν σκεφθής ότι το μέρος εκείνο της ψυχής μας, το οποίον διά της βίας
+συγκρατούμεν εις τας συμφοράς μας, και χάνεται διά δάκρυα και οδυρμούς και ποτέ
+του δεν τα χορταίνει αρκετά, επειδή αυτή είναι η φύσις του να επιθυμή τα τοιαύτα,
+αυτό, λέγω, το μέρος είναι εκείνο που κολακεύουν οι ποιηταί και σπουδάζουν να το
+ευχαριστούν· το δε άλλο μέρος της ψυχής, που είναι εκ φύσεως το καλύτερον, επειδή
+ακόμη δεν είναι αρκετά ενδυναμωμένον υπό του λόγου και της συνηθείας, αφήνει
+ελεύθερον τον χαλινόν του θρηνητικού εκείνου, με την δικαιολογίαν ότι είναι απλώς
+θεατής ξένων δυστυχιών και δεν είναι καθόλου εντροπή δι' αυτό να επαινή και να
+ελεή έναν άλλον, που μολονότι έχει να καυχάται διά την ανδρείαν του και την
+υπεροχήν του, παραδίδεται εις ακαίρους θρήνους· και τοιουτοτρόπως θεωρεί
+τουλάχιστον κέρδος την ευχαρίστησιν που δοκιμάζει, και δεν θα εδέχετο κατ' ουδένα
+λόγον να την στερηθή καταδικάζων ολόκληρον το ποίημα· διότι παρά πολύ ολίγοι
+είναι εις θέσιν να σκεφθούν, πόσον τα ξένα αισθήματα επιδρώσιν ασυναισθήτως επί
+των ιδικών μας· ούτως ώστε, όταν κανείς αναθρέψη και δυναμώση την ευαισθησίαν
+αυτού με την θέαν των δυστυχιών του άλλου, είναι δύσκολον να την συγκρατή εις τας
+ιδικάς του. — Αυτό είναι βέβαιον.</p>
+
+<p>&nbsp;— Δεν ισχύει δε το αυτό και περί του γελοίου; όσον και αν εντρέπεσαι ο
+ίδιος να κάμνης τον γελωτοποιόν, όταν ευρίσκης ευχαρίστησιν εις την μίμησιν του
+γελοίου, είτε εις το θέατρον που παριστάνουν κωμωδίας, είτε εις τας ιδιαιτέρας
+συναναστροφάς, και δεν το αποστρέφεσαι ως πρόστυχον πράγμα, θα σου συμβή το
+ίδιον ό,τι και με τας τραγικάς συγκινήσεις· την τάσιν δηλαδή την οποίαν ησθάνεσο
+μέσα σου να κάμης τον γελωτοποιόν και την οποίαν προηγουμένως συνεκράτεις διά
+του ορθού λόγου, από τον φόβον που είχες μήπως χαρακτηρισθής ως εξ
+επαγγέλματος τοιούτος, την αφήνεις πλέον ελευθέραν και αφού την θρέψης αρκετά
+εις τα κωμικά θεάματα, χωρίς να το εννοής και ο ίδιος, παρασύρεσαι εις τας
+ιδιαιτέρας σου συναναστροφάς, ώστε να καταντήσης σωστός γελωτοποιός. — Έχεις
+δίκαιον. — Το ίδιον αποτέλεσμα δεν γεννά εις την ψυχήν μας η μιμητική ποίησις και
+όσον αφορά τον έρωτα και τον θυμόν και όλας τας επιθυμίας και τα λυπηρά ή ηδονικά
+συναισθήματα τα οποία λέγομεν ότι μας παρακολουθούν εις πάσαν μας πράξιν; διότι
+τα ποτίζει αυτά και τα αναπτύσσει, αντί να τα αφήνη να ξηρανθούν και τους
+παραδίδει πάσαν εφ' ημών εξουσίαν, ενώ το ορθόν είναι να τα εξουσιάζωμεν ημείς
+διά να γινώμεθα καλύτεροι και ευτυχέστεροι από χειρότεροι και αθλιώτεροι. — Δεν
+ημπορώ παρά να συμφωνήσω πληρέστατα μαζί σου.</p>
+
+<p>&nbsp;— Λοιπόν, φίλε μου Γλαύκων, όταν τύχη να ακούσης τους θαυμαστάς του
+Ομήρου να λέγουν ότι ο ποιητής ούτος εξεπαίδευσε την Ελλάδα, και ότι είναι άξιον να
+τον πάρης διά να σου μάθη πώς να κυβερνάς και να διευθύνης τα ανθρώπινα
+πράγματα, και να συμμορφώσης όλον σου τον βίον σύμφωνα με τα υποδείγματα
+αυτού του ποιητού, πρέπει να τους συμπαθής μεν και να τους εκτιμάς δι' όλην την
+αξίαν που ημπορεί να έχουν και να παραδεχθής μαζί των ότι ο Όμηρος είναι ο
+μεγαλύτερος των ποιητών και ο πρώτος των τραγικών· να γνωρίζης όμως συγχρόνως
+ότι δεν πρέπει να παραδεχθώμεν εις την πολιτείαν μας καμμίαν άλλην ποίησιν, εκτός
+μόνον ύμνους προς τιμήν των θεών και εγκώμια των μεγάλων ανδρών· εάν δε
+παραδεχθής την προς τέρψιν Μούσαν, είτε επικήν είτε λυρικήν, η ηδονή και η λύπη θα
+βασιλεύσουν εις την πόλιν σου αντί του νόμου και αντί του ορθού εκείνου λόγου, του
+οποίου την υπεροχήν πάντοτε κοινώς παρεδέχθησαν οι άνθρωποι. — Έχεις
+πληρέστατον δίκαιον.</p>
+
+<p>&nbsp;— Αφού λοιπόν η περίστασις το έφερε να κάμωμεν πάλιν λόγον διά την
+ποίησιν, αυτά είναι που είχαμεν να είπωμεν προς απολογίαν μας, διότι την
+απεπέμψαμεν από την πρώτην φοράν εκ της πολιτείας μας, τέτοια που είναι· ο ορθός
+λόγος μας υποχρέωσε προς τούτο. Μολαταύτα, διά να μην έχη να μας κατηγορήση ως
+σκληρούς και αγροίκους, ας της είπωμεν ότι από παλαιού χρονολογείται η διαφορά
+αυτή μεταξύ ποιήσεως και φιλοσοφίας· διότι και <b>η αλύχτρα</b> εκείνη <b>σκύλλα
+που γαυγίζει τον κύριόν της</b>, και ο <b>μεγάλος ανάμεσα ατά κούφια λόγια των
+μωρών</b>, και <b> ο&nbsp;&nbsp;τ ω ν&nbsp;&nbsp;δ ι α σ ό φ ω ν&nbsp;&nbsp;ό χ
+λ ο ς&nbsp;&nbsp;κ ρ α τ ώ ν</b>, και <b>εκείνοι των οποίων η πενία οξύνει το
+πνεύμα</b> και άλλα μύρια τοιαύτα, είναι σημεία της παλαιάς αυτών αντιθέσεως. Και
+πάλιν όμως διακηρύττομεν ότι, εάν η προς τέρψιν ποίησις και η μίμησις ημπορή να
+μας παρουσιάση κανένα επαρκή λόγον πως έχει την θέσιν της εις μίαν ευνομουμένην
+πόλιν, είμεθα πρόθυμοι να της επιτρέψωμεν την επάνοδόν της, επειδή δεν
+ημπορούμεν να αρνηθούμεν την γοητείαν τουλάχιστον που εξασκεί και εις ημάς τους
+ιδίους· δεν είναι όμως επιτετραμμένον να προδώσωμεν εκείνο που πιστεύομεν ως
+αληθινόν· και πραγματικώς και συ ο ίδιος, καλέ μου φίλε, δεν γοητεύεσαι υπ' αυτής,
+και μάλιστα όταν σου την παρουσιάζη ο Όμηρος; — Και πολύ μάλιστα. — Είναι λοιπόν
+δίκαιον να της δώσωμεν το δικαίωμα να εμφανισθή ενώπιόν μας, διά να απολογηθή
+είτε με κανένα λυρικόν είτε με οιονδήποτε άλλο ποίημα θέλει; — Πώς όχι; —
+Ημπορούμεν δε βέβαια να δώσωμεν την άδειαν και εις τους συνηγόρους της, οι
+οποίοι δεν είναι μεν οι ίδιοι ποιηταί, αγαπούν όμως την ποίησιν, να αναλάβουν την
+υπεράσπισίν της όχι εμμέτρως αλλά εις πεζόν λόγον, διά να μας αποδείξουν ότι, όχι
+μόνον ευχάριστος είναι, αλλά και ωφέλιμος εις τας πολιτείας και εν γένει εις τον
+ανθρώπινον βίον· και θα τους ακούσωμεν με ευμένειαν· διότι θα κερδίσωμεν και
+ημείς αν αποδειχθή ότι όχι μόνον τερπνή, αλλά και ωφέλιμος είναι. — Και βέβαια θα
+κερδίσωμεν και ημείς. — Ει δε μη, αγαπητέ μου φίλε, θα κάμωμεν και ημείς όπως οι
+ερασταί, οι οποίοι, με πολλήν μεν δυσκολίαν, όμως επί τέλους κατορθώνουν ν'
+αποσπάσουν τον έρωτα από την καρδίαν των, εάν βεβαιωθούν ότι τους είναι
+επιβλαβής· και ημείς λοιπόν προς χάριν μεν του παλαιού μας προς την ποίησιν
+έρωτος, που τον οφείλομεν εις την ανατροφήν που ελάβαμεν από τα λαμπρά μας
+πολιτεύματα, θα ευχώμεθα βέβαια να αποδειχθή καλλίστη και αληθεστάτη, εφ' όσον
+όμως δεν θα κατορθώση να απολογηθή καθώς πρέπει, θα την ακούωμεν, ενώ μέσα
+μας θα λέγωμεν, ως εξορκισμόν κατά των μαγγανειών της, τους λόγους και τα
+επιχειρήματα, που εξεθέσαμεν, από φόβον μήπως εμπέσωμεν πάλιν εις τον νεανικόν
+μας έρωτα, που οι πολλοί εξακολουθούν ακόμη να τρέφουν δι' αυτήν· εννοούμεν
+λοιπόν ότι δεν πρέπει να προσέχωμεν εις την τοιαύτην ποίησιν, ως να είχε καμμίαν
+αξίαν ή καμμίαν σχέσιν με την αλήθειαν, και ότι κάθε άνθρωπος, που φοβείται διά το
+εν τη ψυχή του πολίτευμα, πρέπει να την ακούη λαμβάνων όλας τας προφυλάξεις του
+και να πιστεύη ότι όσα είπαμεν περί της ποιήσεως είναι όλα αληθινά. — Και εγώ είμαι
+καθ' ολοκληρίαν σύμφωνος. — Διότι είναι μέγας ο αγών, φίλε μου Γλαύκων, πολύ
+περισσότερον μέγας απ' ό,τι φαντάζονται, να γίνη κανείς καλός ή κακός· και ούτε
+δόξα, ούτε πλούτη, ούτε αξιώματα, ούτε αυτή η ποίησις αξίζουν διά να μας κάμουν να
+παραμελήσωμεν την δικαιοσύνην και την αρετήν. — Δεν ημπορώ παρά να
+συμφωνήσω μαζί σου ύστερα απ' όσα είπαμεν και ούτε άλλος κανείς πιστεύω να
+κρίνη διαφορετικά.</p>
+
+<p>&nbsp;— Και όμως δεν εκάμαμεν ακόμη λόγον διά τας μεγαλυτέρας ανταμοιβάς
+και τα έπαθλα, που επιφυλάσσονται διά την αρετήν. — Πρέπει να είναι αφαντάστως
+μεγάλαι, αν θα είναι μεγαλύτεραι από όσας ανεφέραμεν ήδη. — Και τι μεγάλον
+ημπορεί να είναι ένα πράγμα, που βαστά ολίγον χρονικόν διάστημα; διότι πράγματι
+όλος αυτός ο χρόνος από την παιδικήν έως την γεροντικήν ηλικίαν είναι ελάχιστος εν
+συγκρίσει προς την αιωνιότητα. — Τίποτε μάλιστα, ημπορούμεν να ειπούμεν. — Πώς
+λοιπόν; φρονείς ότι ένα αθάνατον πράγμα οφείλει να περιορίση τας προσπαθείας του
+και τας βλέψεις του διά τόσον βραχύν χρόνον και όχι δι' όλην την αιωνιότητα; — Δεν
+το φρονώ εγώ· αλλά προς τι αυτά που λέγεις; — Δεν γνωρίζεις λοιπόν ότι είναι
+αθάνατος η ψυχή μας και ουδέποτε χάνεται; Εις αυτούς τους λόγους με εκύτταξεν ο
+Γλαύκων με έκπληξιν και μου είπε: — Όχι, μα την αλήθειαν, δεν γνωρίζω· μήπως εσύ
+ημπορείς να μου το αποδείξης; — Και βέβαια, εάν τουλάχιστον δεν σφάλλωμαι·
+νομίζω δε ότι και συ ο ίδιος ημπορείς να το κάμης· διότι δεν είναι καθόλου δύσκολον.
+— Δι' εμένα τουλάχιστον είναι· και θα μου έκανες μεγάλην ευχαρίστησιν να μου
+αποδείξης αυτό το όχι δύσκολον. — Άκουε λοιπόν. — Λέγε — Παραδέχεσαι ότι
+υπάρχει καλόν και κακόν; — Μάλιστα. — Και άραγε τα αντιλαμβάνεσαι αυτά όπως
+εγώ; — Πώς; — Ότι κακόν μεν είναι παν ό,τι επιφέρει φθοράν και αφανισμόν, καλόν
+δε παν ό,τι σώζει και ωφελεί. — Μάλιστα. — Έκαστον δε πράγμα δεν παραδέχεσαι ότι
+έχει το καλόν του και το κακόν του; παραδείγματος χάριν οι οφθαλμοί έχουν την
+οφθαλμίαν και εν γένει το σώμα τας νόσους, ο σίτος την ερυσίβην, τα ξύλα την σήψιν,
+ο χαλκός και ο σίδηρος την σκωρίαν· και μ' ένα λόγον τίποτε δεν υπάρχει εις την φύσιν
+που να μην έχη το κακόν του και την ιδιαιτέραν του ασθένειαν. — Έτσι είναι. — Όταν
+λοιπόν αυτό το κακόν προσβάλη ένα πράγμα, δεν το βλάπτει και εις το τέλος το
+διαλύει και το καταστρέφει εξ ολοκλήρου; — Πώς όχι; — Ώστε αυτό το ιδιαίτερον διά
+την φύσιν εκάστου πράγματος κακόν και νόσημα είναι που το καταστρέφει, και αν δεν
+το καταστρέψη αυτό, δεν υπάρχει τίποτε άλλο που να επιφέρη την καταστροφήν του·
+διότι βέβαια το καλόν δεν είναι ποτέ δυνατόν να προξενήση αυτό το αποτέλεσμα,
+ούτε επίσης εκείνο που δεν είναι ούτε καλόν ούτε κακόν. — Πώς βέβαια θα
+ημπορούσε;</p>
+
+<p>&nbsp;— Εάν λοιπόν εύρωμεν κανένα πράγμα, το οποίον να έχη μεν το ιδιαίτερόν
+του νόσημα, που το καθιστά χειρότερον απ' ό,τι είναι, που δεν ημπορεί όμως και να το
+διαλύση εξ ολοκλήρου και να το καταστρέψη, δεν πρέπει να συμπεράνωμεν τότε ότι
+αυτό το πράγμα εκ φύσεως δεν υπόκειται εις καταστροφήν; — Δεν υπάρχει αμφιβολία
+περί του πράγματος. — Ε, λοιπόν! δεν υπάρχει κάτι που κάμνει την ψυχήν κακήν; —
+Και βέβαια· όλα εκείνα, που ανεφέραμεν ήδη ημείς, η αδικία και η ακολασία και η
+δειλία και η αμάθεια. — Και μήπως τάχα είναι κανένα από αυτά που να διαλύη και
+καταστρέφη την ψυχήν; πρόσεχε όμως μήπως εξαπατηθώμεν και νομίσωμεν ότι ο
+άδικος και άφρων άνθρωπος, όταν καταδικασθή διά μίαν αδικίαν την οποίαν
+διέπραξεν, η απώλειά του είναι αποτέλεσμα της αδικίας, της ασθενείας δηλαδή της
+ψυχής του· αλλά ιδού πως πρέπει να θεωρήσης το πράγμα· όπως η ασθένεια, η οποία
+είναι η διαλυτική αρχή του σώματος, το υποσκάπτει μικρόν κατά μικρόν και το
+αφανίζει και το φέρει εις κατάστασιν ώστε ούτε σώμα να είναι πλέον· όπως ακόμη και
+όλα τα άλλα πράγματα, που είπαμεν πριν, έχουν την ιδιαιτέραν αυτών νόσον, η οποία
+προσκολλωμένη και διατρίβουσα εις αυτά τα φθείρει και τα κάμνει να μην είναι πλέον
+ό,τι ήσαν· δεν είναι έτσι; — Μάλιστα. — Κατά τον ίδιον λοιπόν τρόπον ας εξετάσωμεν
+και περί της ψυχής, εάν η αδικία και τα άλλα πάθη, όταν εισβάλουν και
+εγκατασταθούν εις αυτήν, την φθείρουν και την εξαφανίζουν, έως ότου την
+οδηγήσουν εις τον θάνατον, χωρίζοντα αυτήν από του σώματος. — Κατ' ουδένα
+τρόπον δεν ημπορεί να συμβαίνη αυτό διά την ψυχήν. — Αφ' ετέρου όμως θα ήτο
+άλογον να είπωμεν, ότι ένα πράγμα καταστρέφεται από ένα ξένον νόσημα, αφού δεν
+καταστρέφεται από το ιδικόν του. — Βεβαίως άλογον — Συλλογίσου πράγματι,
+αγαπητέ μου Γλαύκων, ότι και όσον αφορά το σώμα, δεν παραδεχόμεθα ότι η
+καταστροφή του ημπορεί να είναι το άμεσον αποτέλεσμα της κακής ποιότητος των
+τροφών, είτε ένεκα της πολυκαιρίας των, είτε της αποσυνθέσεώς των, είτε οιασδήποτε
+άλλης αφορμής· αλλ' εάν η κακή ποιότης των τροφών γεννήση εις το σώμα την
+ασθένειαν, η οποία προσιδιάζει εις αυτό, θα είπωμεν, ότι εξ οποίας εκείνων
+κατεστράφη το σώμα υπό της ασθενείας, η οποία είναι το ιδικόν του κακόν· ουδέποτε
+δε θα ισχυρισθώμεν ότι αι τροφαί, που είναι ένα πράγμα όλως διόλου διαφορετικόν
+από το σώμα, ημπορούν διά της κακής των ποιότητος να επιφέρουν την καταστροφήν
+αυτού, εκτός εάν το ξένον τούτο κακόν δεν γεννήση το κακόν, που προσιδιάζει εις το
+σώμα. — Έχεις πληρέστατον δίκαιον. — Κατά τον ίδιον λοιπόν λόγον, εάν η ασθένεια
+του σώματος δεν γεννήση την ασθένειαν της ψυχής, ας μην ισχυρισθώμεν ποτέ ότι
+αύτη είναι δυνατόν να καταστραφή υπό ξένου κακού, χωρίς να μεσολαβήση το ιδικόν
+της το νόσημα. — Το πράγμα είναι λογικώτατον.</p>
+
+<p>&nbsp;— Ή λοιπόν πρέπει να εξελέγξωμεν αυτά μας τα επιχειρήματα ως μη
+λογικά, ή εφ' όσον μένουν ανεξέλεγκτα, ας μη τολμήσωμεν να είπωμεν, ότι είτε υπό
+του πυρετού, είτε υπό οιασδήποτε άλλης νόσου, είτε και υπό του σιδήρου, έστω και
+αν κατακόψωμεν ολόκληρον το σώμα εις ελάχιστα τεμάχια, είναι ποτέ δυνατόν και δι'
+όλων αυτών των μέσων να καταστραφή η ψυχή· εκτός εάν κανείς μας αποδείξη, ότι
+από αυτά τα παθήματα του σώματος γίνεται και αυτή η ιδία ψυχή αδικωτέρα και
+ανοσιωτέρα· και ας μην επιτρέψωμεν να μας ειπούν, ότι είτε η ψυχή, είτε οιονδήποτε
+άλλο πράγμα, αφανίζεται υπό ξένου κακού, χωρίς να επέλθη το κακόν το οποίον εκ
+φύσεως του προσιδιάζει. — Αλλ' αυτό όμως βέβαια κανείς δεν θα ημπορέση να το
+αποδείξη, ότι αι ψυχαί των αποθνησκόντων γίνονται αδικώτεραι ένεκα του θανάτου
+— Εάν κανείς μολαταύτα έχη την τόλμην να προσβάλη αυτήν την αλήθειαν και
+ισχυρισθή ότι ο θάνατος καθιστά τον άνθρωπον χειρότερον και αδικώτερον, διά να
+μην αναγκασθή κατά συνέπειαν τούτου να ομολογήση ότι αι ψυχαί είναι αθάνατοι, θα
+τον υποχρεώσωμεν να παραδεχθή, ότι, εάν είναι αλήθεια αυτό που λέγει, η αδικία
+οδηγεί φυσικώς εις τον θάνατον, όπως η νόσος, και ότι αυτή είναι που θανατώνει με
+την δύναμιν, που έχει εκ φύσεως, τους κατεχομένους υπ' αυτής, άλλους μεν αμέσως,
+άλλους δε αργότερον, αναλόγως του βαθμού της αδικίας, και όχι όπως αποδεικνύει η
+καθημερινή πείρα, ότι αιτία του θανάτου των αδίκων είναι η τιμωρία που τους
+επιβάλλουν άλλοι. — Και μα την αλήθειαν, εάν η αδικία ήτο εκείνη που δίδει τον
+θάνατον εις τους πονηρούς, δεν θα ήτο τότε τόσον πολύ φοβερόν πράγμα· διότι τότε
+θα ήτο απαλλαγή από όλα τα κακά· αλλά φρονώ απεναντίας ότι μάλλον τους άλλους
+φονεύει, όσον της είναι δυνατόν, καθιστά δε εκείνον, που την έχει, και πάρα πολύ
+μάλιστα ζωτικόν, προσέτι δε και άγρυπνον· τόσον πολύ απέχει, φαίνεται, του να είναι
+θανάσιμος. — Πολύ σωστά τα λέγεις· διότι, εάν η διαφθορά της ψυχής, εάν το
+ιδιαίτερον αυτής κακόν, δεν ημπορή να την θανατώση και να την καταστρέψη, πώς
+είναι ποτέ δυνατόν να επιφέρη αυτό το αποτέλεσμα επί της ψυχής, ή επί οιουδήποτε
+άλλου πράγματος ένα άλλο κακόν που είναι εκ φύσεως τεταγμένον να προξενή την
+καταστροφήν άλλου ωρισμένου πράγματος; — Αδύνατον βέβαια και εναντίον πάσης
+λογικής. — Επομένως αφού ένα πράγμα δεν καταστρέφεται από κανένα κακόν, ούτε
+ιδικόν του ούτε ξένον, είναι φανερόν ότι κατ' ανάγκην θα υπάρχη πάντοτε, και αφού
+θα υπάρχη πάντοτε, είναι αθάνατον. — Κατ' ανάγκην.</p>
+
+<p>&nbsp;— Ας το θεωρήσωμεν λοιπόν αυτό ως αναμφισβήτητον αλήθειαν και κατά
+συνέπειαν τούτου εννοείς, ότι αι ψυχαί θα είναι πάντοτε αι αυταί· διότι, αφού καμμία
+δεν χάνεται, δεν ημπορεί ούτε ολιγώτεραι να γίνουν, ούτε περισσότεραι· και
+πράγματι, εάν ο αριθμός των αθανάτων πραγμάτων ηύξανε, τα νέα αυτά όντα θα
+εγίνοντο από κάτι θνητόν, και τοιουτοτρόπως όλα τα πάντα εις το τέλος θα εγίνοντο
+αθάνατα. — Έχεις δίκαιον. — Αλλά ούτε τούτο θα μας επιτρέψη ο ορθός λόγος να το
+πιστεύσωμεν, ούτε προσέτι και να παραδεχθώμεν, ότι η ψυχή, θεωρουμένη κατά την
+αληθεστάτην αυτής φύσιν, ημπορεί να είναι πράγμα ποικιλόμορφον, γεμάτον από
+ανομοιότητα και διαφοράν. — Πώς λέγεις; — Δεν είναι εύκολον, πράγμα
+αποτελούμενον εκ της συνθέσεως πολλών μερών, να είναι αιώνιον, εκτός αν η
+σύνθεσις δεν είναι τόσον τελεία, όπως κατεδείξαμεν ήδη ότι είναι η της ψυχής. — Δεν
+είναι πράγματι πιθανόν, — Οι λόγοι λοιπόν που ανεφέραμεν προ μικρού και οι άλλοι
+μας αναγκάζουν να παραδεχθώμεν ότι η ψυχή είναι αθάνατος· αλλά διά να
+γνωρίσωμεν την αληθινήν αυτής φύσιν, δεν πρέπει να την ίδωμεν όπως την βλέπομεν
+ημείς σήμερον εις την κατάστασιν της διαφθοράς, που ευρίσκεται ένεκα της ενώσεώς
+της μετά του σώματος, και των άλλων κακών, αλλά πρέπει να την παρατηρήσωμεν
+προσεκτικά διά του λογισμού, οποία τις είναι κάθ' εαυτήν και απηλλαγμένη παντός
+ξένου στοιχείου, και τότε θα εννοήσωμεν πόσον απείρως ωραιοτέρα είναι και τότε
+προσέτι θα γνωρίσωμεν ακριβέστερον και την φύσιν της δικαιοσύνης και της αδικίας
+και όλων των άλλων, περί των οποίων ήδη εκάμαμεν λόγον· όσα δε είπαμεν τώρα περί
+αυτής είναι μεν αληθή, αλλ' εν σχέσει πάντοτε προς την παρούσαν αυτής κατάστασιν
+όπως πράγματι την είδαμεν, είναι καθώς εκείνοι που βλέπουν τον θαλάσσιον Γλαύκον
+και δεν ημπορούν να αναγνωρίσουν την πρώτην αυτού μορφήν, επειδή τα παλαιά
+μέρη του σώματος του είναι αλλά μεν σπασμένα, άλλα δε φαγωμένα και τελείως
+παραμορφωμένα υπό των κυμάτων, έχουν δε προσκολληθή επάνω του άλλα,
+κογχύλια και φύκη και πέτραι, εις τρόπον ώστε με κάθε άλλον θηρίον να ομοιάζη
+μάλλον, παρά όπως ήτο η αρχική αυτού φύσις· τοιουτοτρόπως παρουσιάζεται εις
+ημάς και η ψυχή, παραμορφωμένη από μύρια κακά· αλλά πρέπει, ω Γλαύκων, εκεί να
+αποβλέπωμεν. — Πού; — Εις τον έρωτα αυτής προς την αλήθειαν, και να λάβωμεν υπ'
+όψιν μας τα πράγματα προς τα οποία φέρεται και των οποίων την επικοινωνίαν
+επιζητεί, και την συγγένειαν την οποίαν έχει με παν ό,τι είναι αθάνατον και θείον και
+αιώνιον, διά να εννοήσωμεν οποία τις θα εγίνετο, όταν, παραδοθείσα εξ ολοκλήρου
+εις την επιδίωξιν παντός τοιούτου, και εκπηδήσασα με αυτήν την ορμήν έξω από τα
+βάθη της θαλάσσης, όπου τώρα ευρίσκεται, ήθελεν αποτινάξη πέτρας και κογχύλια, τα
+οποία τώρα είναι προσκολλημένα επάνω της επειδή τρέφεται από την γην με
+πράγματα γαιώδη και πετρώδη και άγρια εις τα μακαριστά υπό των πολλών
+θεωρούμενα γεύματά της· και τότε θα ιδής την αληθινήν αυτής φύσιν, είτε είναι
+πολυμερής είτε μονομερής, είτε ποία είναι η ουσία της και η υπόστασίς της· επί του
+παρόντος έχομεν, μου φαίνεται, αρκετά καλά εκθέση τα πάθη και τας μεταβολάς εις
+τας οποίας υπόκειται κατά τον ανθρώπινον αυτής βίον. — Πολύ λαμπρά. — Δεν
+απηλλάξαμεν λοιπόν εις αυτήν μας την έρευναν την δικαιοσύνην από παν το
+επουσιώδες και δεν εθέσαμεν κατά μέρος τιμάς και ανταμοιβάς και φήμας, που
+ανεφέρετε εσείς ακολουθούντες τον Όμηρον και τον Ησίοδον; δεν απεδείξαμεν, ότι η
+δικαιοσύνη καθ' εαυτήν είναι το μεγαλύτερον αγαθόν της ψυχής και ότι αύτη πρέπει
+να πράττη το δίκαιον, είτε κατέχει τον δακτύλιον του Γύγου, είτε όχι, ή και προσέτι
+εκτός αυτού και την περικεφαλαίαν του Άδου; — Αληθέστατα.</p>
+
+<p>&nbsp;— Θα ημπορούσε τάχα να μας κατηγορήση κανείς, φίλε Γλαύκων, εάν
+ηθέλαμεν αποδώση τώρα εις την δικαιοσύνην και τας λοιπάς αρετάς, εκτός των
+πλεονεκτημάτων τα οποία καθ' εαυτάς έχουν, και τας ανταμοιβάς, που εξασφαλίζουν
+εις την ψυχήν εκ μέρους και των ανθρώπων και των θεών και εν τη ζωή και μετά
+θάνατον; — Καθόλου, νομίζω. — Θέλετε λοιπόν να μου επιστρέψετε εκείνα που σας
+εδάνεισα εις την αρχήν της συζητήσεώς μας; — Τι πράγμα; — Συγκατετέθην να σας
+παραχωρήσω ότι ημπορεί να θεωρήται ο δίκαιος άνθρωπος άδικος, και ο άδικος
+δίκαιος· διότι σεις εζητήσετε, αν και εις τούτο δεν είναι δυνατόν να εξαπατήση τις
+θεούς και ανθρώπους, να κάμωμεν μολαταύτα αυτήν την υπόθεσιν χάριν του λόγου,
+διά να κριθή αυτή καθ' εαυτήν η δικαιοσύνη προς αυτήν την αδικίαν· ή δεν το
+ενθυμείσαι; — Θα είχα άδικον να μην το ενθυμούμαι. — Αφού λοιπόν ήδη πλέον
+έχουν κριθή καθ' εαυτάς, απαιτώ τώρα υπέρ της δικαιοσύνης, να της αποδώσωμεν τας
+τιμάς που έχει και εκ μέρους των θεών και εκ μέρους των ανθρώπων και να την
+αποκαταστήσωμεν εις τα δικαιώματά της, και αφού απεδείξαμεν τα πλεονεκτήματα
+που δίδει εις τους αληθινούς οπαδούς της και ότι ουδέποτε εξαπατά εκείνους που την
+εγκολπούνται πραγματικώς, να ομολογήσωμεν ότι και ως προς τα αγαθά που παρέχει
+εις τους έχοντας απλώς την φήμην δικαίου ανθρώπου υπερτερεί την αδικίαν και της
+αξίζει να λάβη τον νικητήριον στέφανον. — Είναι πολύ δικαία η απαίτησίς σου.</p>
+
+<p>Πρώτον μεν λοιπόν δεν θα μου παραχωρήσετε τούτο, ότι είναι αδύνατον να
+εξαπατηθούν οι θεοί, ποίος είναι δίκαιος άνθρωπος και ποίος άδικος; — Σου το
+παραχωρούμεν. — Και αφού το πράγμα έχει κατ' αυτόν τον τρόπον, ο μεν πρώτος δεν
+θα είναι αγαπητός εις τους θεούς ο δε άλλος μισητός, όπως και το παρεδέχθημεν εκ
+μιας αρχής; — Έτσι είναι. — Δεν θα ομολογήσωμεν δε, ότι ο άνθρωπος που αγαπούν
+οι θεοί, θα έχη να περιμένη τα μεγαλύτερα αγαθά, που εκ μέρους των
+παραχωρούνται, εκτός πλέον αν δεν έχη να πληρώση καμμίαν προγενεστέραν
+αμαρτίαν; — Αναμφιβόλως. — Πρέπει λοιπόν να έχωμεν την βεβαιότητα περί του
+δικαίου ανθρώπου, είτε πενία τον βασανίζει είτε ασθένεια είτε κανέν από τα άλλα
+θεωρούμενα κακά, ότι εις το τέλος όλα αυτά θα του έβγουν εις καλόν ενόσω ακόμη ζη
+ή και μετά τον θάνατον του· διότι ποτέ δεν εγκαταλείπει ο θεός εκείνον, ο οποίος
+προθυμοποιείται να γίνεται τέλειος και εξασκών την αρετήν να εξομοιούται, όσον
+είναι δυνατόν διά τον άνθρωπον, προς τον θεόν. — Βεβαίως δεν είναι φυσικόν ο
+τοιούτος να παραμελήται υπό του ομοίου του. — Όσον δε αφορά τον άδικον δεν
+πρέπει κατ' ανάγκην να έχωμεν όλως διόλου την εναντίαν ιδέαν; — Εννοείται βέβαια.
+— Τοιουτοτρόπως λοιπόν, εκ μέρους των θεών, ο στέφανος της νίκης θα είναι διά τον
+δίκαιον. — Αυτό τουλάχιστον είναι η γνώμη μου. </p>
+
+<p>&nbsp;— Και εκ μέρους δε των ανθρώπων τα ίδια δεν συμβαίνουν, αφού επί
+τέλους πρέπει να βάλωμεν τα πράγματα εις την θέσιν των; δεν παθαίνουν το ίδιον οι
+δόλιοι και οι άδικοι ό,τι και οι δρομείς εκείνοι, οι οποίοι τρέχουν μεν καλά κατά την
+αρχήν του δρόμου, όχι όμως και κατά την επιστροφήν; και κατά πρώτον μεν χύνονται
+με μεγάλην ορμήν, εις το τέλος όμως γίνονται καταγέλαστοι, όταν με κρεμασμένα τα
+αυτιά εις τους ώμους αποσύρωνται αστεφάνωτοι· ενώ οι αληθινοί δρομείς φθάνουν
+εις το τέρμα, λαμβάνουν τα άθλα και στεφανώνονται· δεν συμβαίνει δε το ίδιον ως επί
+το πλείστον και με τους δικαίους; εις το τέλος εκάστης επιχειρήσεώς των, εις το τέλος
+της σταδιοδρομίας των και του βίου των, δεν λαμβάνουν παρά των ανθρώπων τα
+έπαθλα της ευδοκιμήσεως και τας ανταμοιβάς, που τους ανήκουν; — Έχεις
+δίκαιον.</p>
+
+<p>&nbsp;— Θα δεχθής λοιπόν να εφαρμόσω εις τους δικαίους εκείνα τα οποία
+έλεγες εσύ περί των αδίκων; θα είπω δηλαδή ότι οι μεν δίκαιοι, όταν φθάσουν εις την
+ώριμον ηλικίαν, λαμβάνουν εις την πόλιν των όλα τα αξιώματα που ήθελον
+επιθυμήση, παίρνουν γυναίκα κατ' εκλογήν των απ' όπου θέλουν, νυμφεύουν επίσης
+τα τέκνα των εκεί που θελήσουν, και όλα όσα εσύ έλεγες τότε διά τους αδίκους, τα
+λέγω τώρα εγώ δι' αυτούς· απεναντίας δε οι άδικοι, και αν κατ' αρχάς πολλοί εξ αυτών
+κατορθώσουν να μην τους πάρουν είδησιν οι άνθρωποι, ξεσκεπάζονται όμως εις το
+τέλος του δρόμου των και γίνονται καταγέλαστοι, προπηλακίζονται εις τα γηρατειά
+των υπό των πολιτών και των ξένων, και, διά να μεταχειρισθώ τας εκφράσεις τας
+οποίας εύρισκες πολύ χονδράς — και είχες δίκαιον — όταν τας έλεγες περί του
+δικαίου, θα υποστούν και μαστιγώσεις και στρεβλώσεις και καυτηριασμούς και μ' ένα
+λόγον φαντάσου πως ακούεις από το στόμα μου όλα τα είδη των βασάνων, που
+ανέφερες τότε· αλλ' όπως σου είπα, κύτταξε αν θα τα παραδεχθής όλα αυτά. — Και
+πολύ προθύμως· διότι αναγνωρίζω πως έχεις δίκαιον.</p>
+
+<p>&nbsp;— Τοιαύτα λοιπόν είναι τα πλεονεκτήματα, δώρα, μισθοί και ανταμοιβαί,
+που έχει ο δίκαιος κατά την διάρκειαν της ζωής του εκ μέρους των θεών και των
+ανθρώπων, εκτός εκείνων, τα οποία, είπομεν, του παρέχει αυτή καθ' εαυτήν η
+δικαιοσύνη. — Πολύ ωραία και ασφαλή. — Και όμως τίποτε δεν είναι αυτά ούτε κατά
+ποιόν ούτε κατά ποσόν εμπρός εις εκείνα που περιμένουν και τον ένα και τον άλλον
+μετά θάνατον· πρέπει δε να λεχθούν και αυτά, διά να αποδώσωμεν τελείως και εις τον
+δίκαιον και εις τον άδικον ό,τι έχει δικαίωμα να ακούση ο καθένας των από αυτήν μας
+την συζήτησιν. — Λέγε λοιπόν, διότι ολίγα πράγματα υπάρχουν που θα ήκουα με
+περισσοτέραν ευχαρίστησιν.</p>
+
+<p>&nbsp;— Θα ακούσης λοιπόν τώρα την διήγησιν όχι του Αλκίνου αλλ' ανδρός
+ελλογίμου, του Ηρός του Αρμενίου, εκ Παμφυλίας το γένος έλκοντος. Αυτός εφονεύθη
+εις τον πόλεμον και όταν μετά δέκα ημέρας ήλθαν να παραλάβουν τα σώματα των
+νεκρών, που ευρίσκοντο πλέον εν τελεία αποσυνθέσει, το ιδικόν του ήτο ακόμη σώον
+και ακέραιον· τον μετέφεραν λοιπόν εις την πατρίδα προς ταφήν και ενώ την
+δωδεκάτην από του θανάτου του ημέραν έκειτο ήδη επί της πυράς, επανήλθεν εις την
+ζωήν και διηγήθη εις τους παρισταμένους όσα είχεν ιδή εις τον άλλον κόσμον· ευθύς,
+τους έλεγεν, που εβγήκεν η ψυχή του, εξεκίνησε με πολλούς άλλους και έφθασαν εις
+ένα θαυμάσιον τόπον, όπουν είδαν δύο χάσματα εις την γην, κοντά το ένα εις το άλλο,
+και δύο άλλα επάνω εις τον ουρανόν, κατάντικρυ εις τα πρώτα· μεταξύ δε αυτών
+εκάθηντο δικασταί, οι οποίοι εξέδιδον την απόφασίν των, και διέτασσον τους μεν
+δικαίους να ακολουθήσουν την προς τα δεξιά και άνω διά του ουρανού οδόν, αφού
+προηγουμένως τους εκρεμνούσαν απ' εμπρός μίαν πινακίδα, όπου εσημείωναν την
+απόφασίν των· τους δε αδίκους την προς τα κάτω και αριστερά, αφού και εις αυτούς
+εκρεμνούσαν ομοίαν πινακίδα, αλλ' από πίσω, περιέχουσαν την σημείωσιν όλων των
+πράξεών των· όταν παρουσιάσθη και ο ίδιος, του είπαν ότι οφείλει να έλθη και να
+φέρη εις τους ανθρώπους την είδησιν όλων που συμβαίνουν εκεί, και τον διέταξαν να
+περιμείνη διά να παρατηρήση και ακούση τα πάντα.</p>
+
+<p>Είδε λοιπόν εκεί πρώτον μεν τας ψυχάς, που εδικάσθησαν τότε, να αναχωρούν
+από τα δύο αντικρυνά χάσματα του ουρανού και της γης, και από τα δύο άλλα πάλιν,
+από το ένα της γης να αναβαίνουν ψυχαί γεμάται από σκόνην και ακαθαρσίαν, από το
+άλλο δε του ουρανού να κατεβαίνουν άλλαι ωραίαι και καθαραί· όλαι δε εφαίνοντο
+ως να έφθαναν από μακρυνόν δρόμον και με ευχαρίστησιν ήρχοντο να
+κατασκηνώσουν εις τον λειμώνα, ως εις τόπον συγκεντρώσεως· όσαι εξ αυτών
+εγνωρίζοντο, αντήλλασον εγκάρδιον χαιρετισμόν και εζήτουν πληροφορίας μεταξύ
+των, εκείναι από τον ουρανόν, αι άλλαι από την γην και διηγούντο πλέον αι μεν
+πρώται με δάκρυα και με κοπετούς όσα έπαθαν και είδαν κατά την πορείαν των κάτω
+από την γην — ήτο δε η διάρκεια της πορείας χιλίων ετών — όσαι δε έφθαναν από τον
+ουρανόν, τας μοναδικάς ηδονάς που απήλαυσαν, και το άφραστον κάλλος των
+θεαμάτων που είδαν.</p>
+
+<p>Πολύς καιρός θα εχρειάζετο, φίλε μου Γλαύκων, να καθήσω να σου τα διηγηθώ
+τώρα όλα· το συμπέρασμα της διηγήσεώς του ήτο το εξής· δι' όλας τας αδικίας, που
+διέπραξεν έκαστος εν τη ζωή, ετιμωρείτο η ψυχή του δεκαπλασίως δι' εκάστην
+χωριστά, η δε διάρκεια εκάστης τιμωρίας ήτο εκατόν ετών, όση είναι και η φυσική
+διάρκεια της ανθρωπίνης ζωής, διά να πληρώνουν δεκάκις την πληρωμήν εκάστου
+αδικήματος. Κατ' αυτόν τον τρόπον, εκείνοι που έγιναν αίτιοι πολλών θανάτων, που
+είτε επρόδωσαν πόλεις και στρατόπεδα και υπήρξαν αφορμή να περιπέσουν εις
+δουλείαν, είτε έγιναν ένοχοι άλλων τοιούτων κακουργημάτων, δι' όλα αυτά
+υπεβάλλοντο εις δεκαπλάσια δι' έκαστον βασανιστήρια, ενώ εκείνοι απ' εναντίας που
+προσέφεραν μεγάλας ευεργεσίας εις τους ανθρώπους και διετέλεσαν καθ' όλην την
+ζωήν των ενάρετοι και δίκαιοι ελάμβανον κατά την αυτήν αναλογίαν την ανταμοιβήν
+των καλών των πράξεων· όσον δε αφορά εκείνους που απέθνησκον ολίγον χρόνον
+μετά την γέννησιν των, έλεγεν άλλα που δεν αξίζει τον κόπον να αναφέρω· υπήρχον δε
+ακόμη ανταμοιβαί πολύ μεγαλύτεραι δι' εκείνους που εσέβοντο τους θεούς και ετίμων
+τους γονείς των εις την ζωήν, καθώς και εξαιρετικά βασανιστήρια διά τους ασεβείς,
+τους πατροκτόνους και δι' όσους ιδία χειρί διέπραξαν φόνους.</p>
+
+<p>Μεταξύ άλλων έλεγεν ότι ήτο παρών εκεί, όταν κάποιος ηρώτησεν έναν άλλον,
+πού ευρίσκετο ο μέγας Αρδιαίος· αυτός δε ο Αρδιαίος είχε χρηματίση τύραννος εις
+μίαν πόλιν της Παμφυλίας, χίλια έτη πριν, είχε δε φονεύση τον γέροντα πατέρα του
+και τον μεγαλύτερον αδελφόν του και άλλα δε πολλά, καθώς ελέγετο, εγκλήματα
+διέπραξε. «Δεν έφθασεν, απεκρίθη ο ερωτηθείς, και ούτε θα φθάση ποτέ εδώ».
+Είδαμεν όμως ένα από τα φοβερώτερα εκεί θεάματα. Ότε ήμεθα πλέον κοντά να
+εξέλθωμεν από το υπόγειον χάσμα, αφού συνεπληρώσαμεν όλας τας ποινάς μας,
+βλέπομεν αίφνης τον Αρδιαίον εκείνον και άλλους πολλούς, των οποίων οι
+περισσότεροι σχεδόν επίσης υπήρξαν τύραννοι· ήσαν όμως και μερικοί ιδιώται, οι
+οποίοι διέπραξαν εις την ζωήν των μεγάλα κακουργήματα· καθ' ήν στιγμήν ούτοι
+ενόμιζαν πλέον ότι θα εξέλθουν, το στόμιον του χάσματος δεν τους επέτρεπε την
+διάβασιν, αλλ' ήρχισε να μυκάται, όπως έκαμνε και κάθε φορά που ένας από εκείνους
+τους αθλίους, των οποίων τα αμαρτήματα ήσαν ανίατα, ή που δεν είχεν υποστή πλήρη
+την ποινήν του, εδοκίμαζε να εξέλθη· μόλις δε ηκούσθη εκείνος ο μυκηθμός,
+προσέτρεξαν αμέσως κάτι αγριάνθρωποι, που να τους έβλεπες ήσαν κατακόκκινοι σαν
+φλόγα, και τους μεν άλλους τους άρπαξαν και τους επήραν από εκεί, τον δε Αρδιαίον
+και μερικούς ακόμη τους έδεσαν χέρια, πόδια και κεφαλήν, τους έρριξαν καταγής και
+τους εξέγδαραν και ήρχισαν να τους σύρουν έξω από τον δρόμον επάνω εις
+ασπαλάθρους και αγκάθια, όπου εξεσχίζοντο σκληρά αι σάρκες των· εις όσους δε
+συνήντων έκαμνον γνωστούς τους λόγους, διά τους οποίους τους μετεχειρίζοντο κατ'
+αυτόν τον τρόπον, και τους έλεγαν πού θα επήγαιναν να τους πετάξουν· απ' όλους
+λοιπόν, λέγει, τους τόσους και παντοειδείς φόβους, που κατέχουν εκεί τας ψυχάς,
+κανείς δεν ημπορούσε να συγκριθή με αυτόν, μήπως, κατά την ώραν που επρόκειτο
+πλέον να περάσουν το στόμιον, ακουσθή εκείνος ο μυκηθμός, και ότι απερίγραπτος
+ήτο η χαρά των να ανεβή κανείς, χωρίς να αντηχήση.</p>
+
+<p>Αύται λοιπόν ήσαν περίπου αι κρίσεις και αι τιμωρίαι και αι αντίστοιχοι αμοιβαί,
+τας οποίας διηγείτο· αφού δε παρέμενον επτά ημέρας εις τον λειμώνα εκείνον,
+έπρεπε να αναχωρήσουν εκείθεν την ογδόην και μετά τεσσάρων ημερών πορείαν
+έφθανον εις ένα τόπον, από τον οποίον έβλεπαν ένα φως το οποίον διέσχιζεν
+ολόκληρον τον ουρανόν και την γην, ευθύ ως στήλη, και όμοιον με την ίριδα, αλλά
+λαμπρότερον και καθαρώτερον· έφθασαν δε εις το φως τούτο μετά πορείαν άλλης
+μιας ημέρας· εκεί δε είδον ότι τα άκρα του ουρανού επερατούντο εις το μέσον του
+φωτός εκείνου, το οποίον εχρησίμευεν ως σύνδεσμος αυτού και περιέβαλλεν όλην
+αυτού την περιφέρειαν, απαράλλακτα όπως τα υποζώματα των τριήρων· από δε τα
+άκρα του εκρέμετο ο άτρακτος της Ανάγκης, που έδιδε την κίνησιν εις όλας τας
+ουρανίους περιστροφάς· και η μεν ηλακάτη και το άγκιστρον αυτού ήσαν από χάλυβα,
+ο δε σφόνδυλος από μίγμα χάλυβος και άλλων μετάλλων.</p>
+
+<p>Ως προς το σχήμα ο σφόνδυλος ωμοίαζεν με τους ιδικούς μας εδώ· διά να λάβης
+δε ακριβεστέραν ιδέαν, εξ όσων έλεγε, πρέπει να φαντασθής ένα μεγάλον σφόνδυλον
+κοίλον και σκαλισμένον εις όλην του την εσωτερικήν περιφέρειαν, εντός του οποίου
+προσηρμόζετο ένας άλλος μικρότερος, όπως οι κάδοι που εισέρχονται ο ένας μέσα εις
+τον άλλον· εντός του δευτέρου άλλος τρίτος, και πάλιν ένας τέταρτος και ακόμη άλλοι
+τέσσαρες· διότι εν συνόλω ήσαν οκτώ, κείμενοι ο είς εντός του άλλου συγκεντρικώς·
+άνωθεν εφαίνοντο τα χείλη εκάστου ως κύκλοι, έξωθεν δε παρουσίαζον συνεχή
+επιφάνειαν ως ενός μόνου σφονδύλου πέριξ της ηλακάτης, της οποίας ο άξων
+διήρχετο καταμεσίς από το κέντρον του ογδόου. Και ο μεν πρώτος προς τα έξω
+σφόνδυλος είχε τον κύκλον του χείλους πλατύτερον απ' όλους, κατά δεύτερον δε
+λόγον ο έκτος, έπειτα ο τέταρτος, ακολούθως ο όγδοος, πέμπτον ο έβδομος, έκτον ο
+πέμπτος, και τελευταίον ο δεύτερος. Και ο μεν κύκλος ο σχηματιζόμενος υπό των
+χειλέων του μεγίστου σφονδύλου ήτο ποικίλων χρωμάτων, του δε εβδόμου
+λαμπρότατος, ο όγδοος ελάμβανεν από τον έβδομον το χρώμα του και την λάμψιν
+του, ο δεύτερος και ο πέμπτος είχον τα αυτά χρώματα, αλλ' αποκλίνοντα μάλλον προς
+το ξανθόν, του τρίτου το χρώμα ήτο το λευκότερον απ' όλων, του τετάρτου
+υπέρυθρον, δεύτερον δε κατά την λευκότητα του έκτου. Ολόκληρος ο άτρακτος
+εστρέφετο περί τον άξονά του κατά την αυτήν φοράν, ενώ εσωτερικώς οι επτά
+συγκεντρικοί κύκλοι περιεστρέφοντο ηρέμα κατ' εναντίαν διεύθυνσιν· εξ αυτών πάλιν
+τάχιστα μεν εκινείτο ο όγδοος κατά δεύτερον δε λόγον και ισοχρόνως σχεδόν προς
+αλλήλους ο έβδομος, έκτος και πέμπτος· ο τέταρτος, όπως τους εφαίνετο, ήτο τρίτος
+κατά την ταχύτητα, και ο τρίτος τέταρτος, πέμπτος δε και τελευταίος ο δεύτερος·
+αυτός δε ο άτρακτος εστρέφετο επάνω εις τα γόνατα της Ανάγκης. Επάνω εις έκαστον
+εκ των κύκλων αυτού επέβαινεν από μία Σειρήν, η οποία περιεστρέφετο και αυτή, και
+έψαλλε με φωνήν επί ενός και του αυτού τόνου πάντοτε· ούτως ώστε από τας οκτώ
+που ήσαν απετελείτο μία πλήρης συμφωνία.</p>
+
+<p>Πέριξ δε του ατράκτου και εις ίσας αποστάσεις εκάθηντο επί θρόνων αι τρεις
+Μοίραι, θυγατέρες της Ανάγκης, η Λάχεσις, η Κλωθώ και η Άτροπος με φορέματα
+λευκά και με στέμματα εις την κεφαλήν· συνώδευον δε με το άσμα των την αρμονίαν
+των Σειρήνων και έψαλλον η μεν Λάχεσις τα παρελθόντα, η Κλωθώ τα παρόντα και η
+Άτροπος τα μέλλοντα· και η μεν Κλωθώ μετέδιδεν, εγγίζουσα κατά διαλείμματα με την
+δεξιάν της χείρα τον άτρακτον, την εξωτερικήν περιστροφήν εις αυτόν, η Άτροπος
+πάλιν με την αριστεράν χείρα εις τους εσωτερικούς σφονδύλους, η δε Λάχεσις πότε με
+την μίαν πότε με την άλλην χείρα ήγγιζε και τον άτρακτον και τους σφονδύλους.</p>
+
+<p>Ευθύς λοιπόν που έφθασαν εκεί, έπρεπε να παρουσιασθούν εμπρός εις την
+Λάχεσιν· και πρώτον μεν ένας προφήτης υπέδειξεν εις έκαστον την θέσιν του και την
+σειράν του, και αφού έλαβεν από τα γόνατα της Λαχέσεως κλήρους και παραδείγματα
+ανθρωπίνων βίων, ανέβηκεν επάνω εις ένα υψηλόν βήμα και είπε, «Τάδε λέγει
+Λάχεσις η παρθένος, της Ανάγκης θυγάτηρ. Ψυχαί εφήμεροι, μέλλετε να αρχίσετε
+άλλην περίοδον ζωής, εντός σώματος θνητού· δεν θα σας εκλέξη η τύχη, αλλά σεις θα
+εκλέξετε την τύχην σας· ο πρώτος που θα υποδείξη ο κλήρος, θα εκλέξη πρώτος τον
+βίον του, τον οποίον αμετακλήτως θα είναι αναγκασμένος να ακολουθήση. Η αρετή
+είναι κτήμα αδέσποτον και αναλόγως που την τιμά ή την περιφρονεί έκαστος, θα λάβη
+και την σχετικήν του μερίδα, μεγαλυτέραν ή μικροτέραν, από αυτήν· έκαστος είναι
+υπεύθυνος διά την εκλογήν του· ο θεός είναι αναίτιος». Αφού είπεν αυτά, έρριψεν
+επάνω εις όλους τους κλήρους, και ο καθένας επήρεν εκείνον που έπεσεν εμπρός του,
+εκτός του Ηρός, εις τον οποίον απηγορεύθη, καθώς έλεγε, να πάρη· έκαστος λοιπόν
+εγνώριζεν από τον κλήρον του, ποία ήτο η σειρά του διά να εκλέξη· ακολούθως λοιπόν
+ο προφήτης έβαλεν εμπρός των καταγής τα παραδείγματα των βίων, πολύ
+περισσότερα από τον αριθμόν των παρόντων, που έμελλον να εκλέξουν, και κάθε
+είδους και λογής· διότι υπήρχον και των ζώων όλων και των ανθρώπων όλων
+ανεξαιρέτως· υπήρχον λοιπόν μεταξύ αυτών τυραννίδες, άλλαι μεν ισόβιοι, άλλαι δε
+καταλυόμεναι εν τω μεταξύ και καταντώσαι εις πενίαν και εξορίαν και επαιτείαν·
+υπήρχον επίσης και βίοι ανδρών επιφανών, άλλων μεν διά την καλλονήν της μορφής
+και τα ωραία των σώματα, άλλων διά την καταγωγήν των και τας αρετάς των
+προγόνων· ωσαύτως δε και ασήμων ανθρώπων υπό πάσαν τοιαύτην έποψιν και
+γυναικών δε ομοίως· τάξις όμως ωρισμένη διά τας ψυχάς δεν υπήρχε καμμία, διότι
+έπρεπε κατ' ανάγκην εκάστη να μεταβάλη την φύσιν της αναλόγως της εκλογής που
+θα έκαμνε· άλλως τε τα πλούτη και η πενία, αι νόσοι και η υγεία ήσαν κατανεμημένα
+εις όλους τους βίους, εις άλλους μεν χωρίς καμμίαν διάκρισιν, εις άλλους δε κατά
+δικαίαν αναλογίαν.</p>
+
+<p>Εδώ λοιπόν είναι, αγαπητέ Γλαύκων, πού έγκειται ο μεγαλύτερος κίνδυνος διά τον
+άνθρωπον· και δι' αυτό πρέπει έκαστος εξ ημών, παραμελών κάθε άλλο μάθημα, να
+αφοσιωθή εξ ολοκλήρου εις εκείνο μόνον, που θα τον κάμη ικανόν να αναζητήση και
+να εύρη τον άνθρωπον, ο οποίος θα ημπορέση να του μάθη να είναι εις θέσιν, να
+διακρίνη μετ' επιστήμης τον βίον τον χρηστόν και πονηρόν, και να εκλέγη πανταχού
+και πάντοτε εκ των δυνατών τον καλύτερον, και λαμβάνων υπ' όψει του όλα, όσα
+ημείς ήδη ανεφέραμεν, να κρίνη κατά πόσον, είτε ομού είτε χωριστά θεωρούμενα,
+συντελούν εις την αληθινήν ευτυχίαν της ζωής· τοιουτοτρόπως θα γνωρίζη,
+παραδείγματος χάριν, πόσον κάλλος αναμιγνυόμενον μετά βαθμού τινος πενίας ή
+πλούτου και μετά ποίας τινός διαθέσεως της ψυχής καθιστά τον άνθρωπον καλόν ή
+κακόν· ποίον αποτέλεσμα ημπορεί να έχουν η ευγενής και η ταπεινή καταγωγή και ο
+ιδιωτικός βίος και τα αξιώματα, αι σωματικαί δυνάμεις και αι ασθένειαι, η ευμάθεια
+και η δυσμάθεια και μ' ένα λόγον αι διάφοροι της ψυχής φυσικαί ή επίκτητοι
+ιδιότητες, συναρμοζόμεναι προς αλλήλας· εις τρόπον ώστε, αφού συλλογισθή περί
+όλων αυτών, να είναι εις θέσιν να εκλέγη, αποβλέπων προς την φύσιν της ψυχής, τον
+χειρότερον και τον καλύτερον βίον, με την βεβαιότητα, ότι χειρότερος μεν είναι
+εκείνος που την φέρει εις το σημείον να γίνεται αδικωτέρα, καλύτερος δε εκείνος που
+την κάμνει δικαιοτέραν· όλα δε τα άλλα θα τα θεωρήση διά τίποτε· διότι είδαμεν ότι
+αυτή είναι η καλυτέρα εκλογή, που έχει να κάμη, είτε δι' αυτήν την ζωήν, είτε διά την
+άλλην· πρέπει λοιπόν να διατηρή αδιάσειστον αυτήν την πεποίθησιν μέχρι τάφου,
+ώστε να μην τον θαμβώσουν και εκεί κάτω πλούτη και άλλα τοιαύτα κακά, και εμπέση
+εις τυραννίδας και άλλας ομοίας πράξεις, εκ των οποίων και εις τους άλλους θα
+προξενήση πολλά και ανήκεστα κακά, όχι δε ολιγώτερα θα πάθη και ο ίδιος· αλλά
+μάλλον να γνωρίζη πάντοτε να εκλέγη τον μέσον όρον μεταξύ αυτών των βίων και να
+αποφεύγη εξ ίσου και τα δύο εκατέρωθεν άκρα και εις αυτήν την ζωήν κατά το
+δυνατόν και εις όλην έπειτα την μετά ταύτα· διότι μόνον τοιουτοτρόπως γίνεται
+ευδαιμονέστατος ο άνθρωπος.</p>
+
+<p>Και λοιπόν και τότε, καθώς διηγείτο ο εκείθεν αποσταλείς άγγελος, είπεν ο
+προφήτης προς τας ψυχάς: «Και δι' εκείνον που μείνη τελευταίος, αρκεί να κάμη την
+εκλογήν του με περίσκεψιν, επιφυλάσσεται βίος υποφερτός, που από την καλήν του
+θέλησιν εξαρτάται να είναι όχι κακός· και εκείνος λοιπόν που θα κάμη πρώτος εκλογήν
+ας προσέξη, και ο τελευταίος ας μην απελπίζεται». Και αφού είπεν αυτά, εκείνος εις
+τον οποίον έλαχεν ο πρώτος κλήρος, ευθύς ώρμησε και χωρίς να υπολογίση επαρκώς
+τα πάντα, εξέλεξε την μεγαλυτέραν τυραννίδα, παρασυρθείς υπό της αφροσύνης και
+της απληστίας· αφού όμως έλαβε καιρόν να σκεφθή και είδεν ότι το πεπρωμένον του
+ήτο να φάγη τα ίδιά του τέκνα και να διαπράξη και άλλα φρικτά κακουργήματα,
+ήρχισε να κόπτεται και να οδύρεται διά την εκλογήν του και, λησμονών όσα του
+προείπεν ο προφήτης, να αιτιάται την τύχην, τους θεούς και τους δαίμονας και πάντα
+άλλον μάλλον παρά τον εαυτόν του. Και μολαταύτα αυτός ήτο από εκείνους που
+ήλθαν από τον ουρανόν και είχε ζήση την προτέραν του ζωήν εις πολιτείαν
+συντεταγμένην καλώς, ήτο δε όχι αμέτοχος αρετής, την οποίαν όμως ώφειλε μάλλον
+εις συνήθειαν παρά εις την φιλοσοφίαν· πρέπει δε άλλως τε να ρηθή, ότι και πολλαί
+άλλαι από τας ψυχάς, που επέστρεφαν από τον δρόμον του ουρανού, ηπατώντο
+επίσης εις την εκλογήν των, διότι δεν είχαν την πείραν των κακών του βίου· ενώ
+απεναντίας όσοι επέστρεφαν από τον υπόγειον δρόμον, επειδή και οι ίδιοι είχον
+υποφέρη πολλά και άλλους είχον ιδή να υποφέρουν, δεν προέβαινον απερίσκεπτα εις
+την εκλογήν των· δι' αυτόν δε τον λόγον και ανεξαρτήτως της τύχης του κλήρου,
+συνέβαινεν ώστε εις το πλείστον των ψυχών να επέρχεται μεταβολή του βίου των, από
+καλού εις κακόν και τανάπαλιν· διότι, εάν ένας, κάθε φορά που θα έφθανεν εις αυτόν
+τον κόσμον, ήθελεν αφοσιώνεται εις την υγιά φιλοσοφίαν, αρκεί μόνον να μην ήρχετο
+μεταξύ των τελευταίων εις την σειράν της εκλογής, μεγάλη υπάρχει πιθανότης, εκ των
+διηγήσεων του Ηρός του Αρμενίου, όχι μόνον ενταύθα να ζήση ευτυχής, αλλά και κατά
+την εντεύθεν προς τα εκεί πορείαν του και κατά την επιστροφήν του εκείθεν να πάρη
+τον ομαλόν δρόμον του ουρανού και όχι τον υπόγειον και τραχύν.</p>
+
+<p>Ήξιζε λοιπόν, καθώς διηγείτο, να ίδη κανείς το θέαμα εκείνο, πώς εκάστη ψυχή
+εξέλεγε τον βίον της· το περίεργον του πράγματος σου επροξένει και οίκτον και
+γέλωτα· διότι έκαμνον την εκλογήν οδηγούμενοι ως επί το πλείστον από τας
+συνηθείας του προγενεστέρου βίου· είδεν έξαφνα μίαν ψυχήν, η οποία ήτο άλλοτε
+του Ορφέως, να εκλέξη τον βίον του κύκνου από μίσος των γυναικών, διότι ευρών
+άλλοτε τον θάνατον υπ' αυτών, δεν ήθελε να οφείλη την γέννησίν του εις γυναίκα· του
+δε Θαμύρου την ψυχήν να εκλέγη τον βίον της αηδόνος· ένα κύκνον πάλιν να
+ανταλλάσση τον ιδικόν του με ανθρώπινον βίον, καθώς και άλλα ωδικά πτηνά· μία δε
+ψυχή, η οποία έλαχε τον εικοστόν κλήρον, εξέλεξε βίον λέοντος· και αυτή ήτο του
+Αίαντος του Τελαμωνίου, ήτις ενθυμουμένη την κρίσιν των όπλων απέστεργε να γίνη
+πάλιν άνθρωπος· η κατόπιν ήτο του Αγαμέμνονος· και αυτή δε από έχθραν του
+ανθρωπίνου γένους, δι' όσα είχε πάθη, επροτίμησε βίον αετού· η δε ψυχή της
+Αταλάντης, η οποία είχε λάβη έναν από τους μέσους κλήρους, αναλογιζομένη τας
+μεγάλας τιμάς των αθλητών, δεν ηδυνήθη να αντιστή εις την επιθυμίαν να εκλέξη και
+αυτή τοιούτον βίον· και μετ' αυτήν είδε την ψυχήν του Επειού του υιού του Πανοπέως
+να προτιμά φύσιν γυναικός επιτηδείας εις τα έργα της χειρός· μακράν δε, μεταξύ των
+τελευταίων, του γελωτοποιού Θερσίτου ενδυομένην το σχήμα πιθήκου· κατά τύχην δε
+και η ψυχή του Οδυσσέως, εις την οποίαν έλαχεν ο έσχατος κλήρος, προσήλθε και
+αυτή να εκλέξη· ενθυμουμένη δε τας παρελθούσας δυστυχίας και απηυδισμένη πλέον
+από την φιλοδοξίαν, ανεζήτει επί μακρόν και μόλις και μετά βίας, ανεκάλυψε τέλος
+κάπου τον ήσυχον βίον απλού ιδιώτου, τον οποίον είχον παρατρέξη όλαι αι άλλαι
+ψυχαί, και μόλις τον είδεν ανέκραξεν, ότι και αν επρόκειτο να εκλέξη πρώτη, μετά της
+αυτής ευχαριστήσεως θα έκαμνε την ιδίαν εκλογήν· και εκ των άλλων δε ζώων επίσης
+πολλά μετέβαλλον το βίον των προς τον ανθρώπινον και μεταξύ των, τα μεν άδικα εις
+τα άγρια τα δε δίκαια εις τα ήμερα, ούτως ώστε να γίνωνται παντοειδείς
+αναμίξεις.</p>
+
+<p>Αφού δε πάσαι αι ψυχαί εξέλεξαν τους βίους των, κατά την σειράν που υπέδειξεν
+ο κλήρος των, ακολούθως προσήλθον κατά την αυτήν τάξιν εμπρός εις την Λάχεσιν, η
+οποία έδωσεν εις έκαστον τον δαίμονα που εξέλεξε, διά να του χρησιμεύη ως φύλαξ
+κατά την νέαν του ζωήν και να τον βοηθή να εκπληρώση τον προορισμόν της εκλογής
+του. Αυτός δε κατά πρώτον ωδήγει την ψυχήν προς την Κλωθώ, ίνα, διά της χειρός της
+και μιας περιστροφής του ατράκτου, επικυρώση την μοίραν που εξέλεξε· μετά ταύτα
+δε την έφερεν εις την Άτροπον η οποία έγνεθε το νήμα και έκαμνε τοιουτοτρόπως
+ανέκκλητα όσα επέκλωσεν η Κλωθώ. Και εκείθεν, χωρίς πλέον να είναι
+επιτετραμμένον να στρέψουν οπίσω, επήγαιναν και επερνούσαν κάτω από τον θρόνον
+της Ανάγκης· αφού δε επερνούσαν και όλοι οι άλλοι, επορεύοντο εις το πεδίον της
+λήθης, όπου επεκράτει φοβερός και πνιγηρότατος καύσων, διότι δεν υπήρχεν ούτε
+δένδρον ούτε τίποτε απ' όσα φύονται εις την γην. Όταν έφθανε τέλος η εσπέρα
+κατεσκήνουν παρά τας όχθας του Αμέλητος ποταμού, του οποίου το ύδωρ κανέν
+αγγείον δεν ημπορεί να κρατήση· εκάστη ψυχή ήτο υποχρεωμένη να πίη ένα
+ωρισμένον μέτρον από αυτό το ύδωρ, μερικοί όμως δεν είχον αρκετήν φρόνησιν να
+κρατηθούν διά να μη πίουν περισσότερον· και τότε έχανον εξ ολοκλήρου πάσαν των
+προηγουμένων ανάμνησιν· κατόπιν παρεδόθησαν εις τον ύπνον και κατά τα
+μεσάνυκτα ηκούσθη φοβερά βροντή συνοδευομένη υπό σεισμού· και τότε εξαφνικά
+εξεσφενδονίσθησαν, ως διάττοντες αστέρες, άλλος εδώ, άλλος εκεί, εις τους
+διαφόρους τόπους, όπου έμελλε να αρχίση η νέα των ζωή. Εις τον Αρμένιον, καθώς
+έλεγεν ο ίδιος, απηγορεύθη να πίη από το ύδωρ· από πού όμως και πώς επανήλθεν η
+ψυχή εις το σώμα του, δεν ήξευρε ούτε αυτός, αλλ' έξαφνα ήνοιξε τους οφθαλμούς
+του την αυγήν και είδεν ότι ευρίσκετο εξηπλωμένος επί της πυράς.</p>
+
+<p>Και τοιουτοτρόπως, αγαπητέ μου Γλαύκων, εσώθη μέχρις ημών ο μύθος ούτος και
+δεν εχάθη, ημπορεί δε και ημάς να σώση, αν δώσωμεν πίστιν εις αυτόν και διέλθωμεν
+αισίως τον ποταμόν της λήθης διαφυλάττοντας την ψυχήν μας καθαράν από παντός
+ρύπου. Εάν λοιπόν θέλης να με πιστεύσης, παραδεχόμενοι ότι η ψυχή είναι αθάνατος
+και εκ φύσεως δεκτική όλων των κακών και όλων των αγαθών συγχρόνως, δεν θα
+παρεκκλίνωμεν ποτέ από την προς τα άνω άγουσαν οδόν, και με όλας τας δυνάμεις
+μας θα εξασκώμεν την δικαιοσύνην μετά φρονήσεως· τοιουτοτρόπως και με τον
+εαυτόν μας θα είμεθα πάντοτε φίλοι και με τους θεούς, και αφού αποκομίσωμεν επί
+της γης τα άθλα της αρετής, όμοιοι με τους νικηφόρους αθλητάς, τους οποίους εν
+θριάμβω περιάγουν, θα είμεθα ευτυχείς και ενταύθα και κατά την διάρκειαν της
+χιλιετούς πορείας, την οποίαν ανεφέραμεν.</p>
+
+<p style='text-align:center;'>
+<br /><b>
+ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ.</b><br /><br /><br />
+*<br />
+**</p>
+
+<p>Η Σειρά των Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων, των Εκδόσεων Φέξη, υπήρξαν ένας
+σταθμός στα ελληνικά χρονικά. Για πρώτη φορά προσφερόταν συστηματικά στο
+ελληνικό αναγνωστικό κοινό, η αρχαία ελληνική σκέψη (ιστορία, φιλοσοφία, ποίηση,
+δράμα, δικανικός και πολιτικός λόγος) σε δημιουργικές μεταφορές της, από τους
+άριστους μεταφραστές του τόπου, στην πιο σύγχρονη μορφή που πήρε εξελισσόμενο
+το γλωσσικό της όργανο. Ο Όμηρος, οι Τραγικοί κι ο Αριστοφάνης, ο Ηρόδοτος, ο
+Θουκυδίδης, ο Πλάτων, ο Ξενοφών, ο Αριστοτέλης, ο Θεόκριτος, ο Θεόφραστος, ο
+Επίκτητος, ο Πλούταρχος, ο Λουκιανός κλπ. προσφέρονται και σήμερα, στις κλασικές
+πια μεταφράσεις των Πολυλά, Ραγκαβή, Μωραϊτίδη, Κονδυλάκη, Ποριώτη, Γρυπάρη,
+Τανάγρα, Πολέμη, Καμπάνη, Καζαντζάκη, Βάρναλη, Αυγέρη, Βουτιερίδη, Ζερβού,
+Φιλαδελφέως, Τσοκόπουλου, Σίγουρου, Κ. Χρηστομάνου κλπ, σε μια σύγχρονη σειρά
+εκδόσεων βιβλίου τσέπης, πράγμα που επίσης γίνεται για πρώτη φορά, συστηματικά,
+στην Ελλάδα.</p>
+
+<p><b>Πολιτεία.</b> Το πρωτυπώτερον και πλαστικώτερον των πλατωνικών έργων,
+αποτελούμενον εκ 10 βιβλίων. Το πρώτον βιβλίον πραγματευόμενον περί δικαιοσύνης
+είναι αφετηρία διατυπώσεως έπειτα ιδανικού πολιτεύματος. Η οριζομένη ισότης
+δικαιωμάτων των πολιτών, η διακανόνισις ίσης εργασίας, η κατανομή των πολιτών εις
+τρεις τάξεις, η εξίσωσις ανδρών και γυναικών, η κοινογαμία και κοινοκτημοσύνη, ο
+αποκλεισμός των ποιητών, ο περιορισμός της αυξήσεως του πληθυσμού, αι
+πρωτόρρυθμοι γενικαί περί του κοινωνικού και του αστικού δικαίου αρχαί,
+συνδυαζόμεναι εις οργανικόν σύστημα εις την «Πολιτείαν» του Πλάτωνος, υπήρξαν
+αφετηρίαι πλείστων φιλοσοφικών, κοινωνιολογικών και πολιτικών θεωριών. Ώστε και
+από της απόψεως ταύτης είναι εκ των σημαντικωτέρων δημιουργημάτων της
+ανθρωπίνης σκέψεως.</p>
+
+<p>Η μετάφρασις πιστή, σαφής και γλαφυρά υπό του κ. Ι. Ν. Γρυπάρη.<br />
+Τόμος Α' 10 δρχ., Τόμος Β΄ 10 δρχ., Τόμος Γ' 10 δρχ. Τόμος Δ' 10 δρχ.</p>
+
+<p>ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΠΩΛΗΣΙΣ<br />
+ΛΑΔΙΑΣ ΚΑΙ ΣΙΑ Ο.Ε.<br />
+ΙΠΠΟΚΡΑΤΟΥΣ 22 — ΤΗΛ. 614.686, 634.506</p>
+
+<p>ΤΙΜΑΤΑΙ ΔΡΧ. 10</p>
+
+<hr></hr>
+
+<p id='fn1'>1) Πρόκειται εδώ περί του πολυθρυλήτου <b>Πλατωνικού αριθμού</b>,
+περί του οποίου εγράφησαν και παρά των αρχαίων και των νεωτέρων. Τα υπομνήματα
+τον Πρόκλου Π,36 κ. ε. έκδ. Kroll δεν συνετέλεσαν και πολύ εις την ακριβή εξήγησιν
+του σχετικού χωρίου, του οποίου την μετάφρασιν και ημείς ούτε καν επεχειρήσαμεν.
+— Ας προσέξη εδώ ακόμη ο αναγνώστης εις κάποιαν αναλογίαν, μακρυνήν βέβαια,
+που υπάρχει μεταξύ της πλατωνικής θεωρίας των «περιτροπών» και της αιωνίας
+επαναφοράς του Νίτσε.<a href='#ref1' title='πίσω'>&#8617;</a></p>
+
+<p id='fn2'>2) Ο στίχος του Αισχύλου είναι: λέγε άλλον τώρα σ' άλλες κληρωμένο
+πύλες. Επτ. Θήβ. σελ. 24 ημετέρας μεταφράσεως εκδ. Φέξη.<a href='#ref2'
+title='πίσω'>&#8617;</a></p>
+
+<p id='fn3'>3) Ο αριθμητικός ούτος υπολογισμός του πυθαγορίζοντος Πλάτωνος
+αναχωρεί εκ της υποθέσεως, ότι η ευτυχία του ηθικώς ανωτέρου ανθρώπου — του
+βασιλέως φιλοσόφου — έχει προς την ευτυχίαν του ανθρώπου του κειμένου δύο
+βαθμούς κατωτέρω — δηλ. του ολιγαρχικού — ως η του ολιγαρχικού προς την του
+τυράννου, ήτις ευρίσκεται επίσης δύο βαθμούς κατωτέρω. Η τελευταία αύτη αξία,
+επειδή πρόκειται περί απλής σκιάς (ειδώλου) εστερημένης πάσης στερεότητας,
+παρίσταται διά του αριθμού της επιφανείας, όστις είναι το 9, 3 &gt;&lt; 3 και ούτω
+έχομεν την αναλογίαν 9: 81 = 81: 729. Εκ τούτου εξάγεται ότι εις τους πέντε βαθμους
+της αρετής και ευτυχίας αντιστοιχούν αι πέντε πρώται δυνάμεις του 3 (3, 9, 27, 81,
+243, 729). Μεθ' όλον το αυθαίρετον και το κάπως παράξενον των διαβεβαιώσεων
+τούτων, οφείλομεν να μη παρίδωμεν την βαθύτητα της βλέψεως, ήτις επέτρεψεν εις
+τον φιλόσοφον να προαισθανθή την ύπαρξιν νόμων εν τω συνόλω του φυσικού
+κόσμου, όπως και του ψυχικού, τον οποίον έχει δίκαιον να μη χωρίζη απ' εκείνου». (T.
+Comperz.)<a href='#ref3' title='πίσω'>&#8617;</a></p>
+
+<p></p>
+
+
+
+
+
+
+
+<pre>
+
+
+
+
+
+End of the Project Gutenberg EBook of Republic Volume 4 (of 4), by Plato
+
+*** END OF THIS PROJECT GUTENBERG EBOOK REPUBLIC VOLUME 4 (OF 4) ***
+
+***** This file should be named 39530-h.htm or 39530-h.zip *****
+This and all associated files of various formats will be found in:
+ http://www.gutenberg.org/3/9/5/3/39530/
+
+Produced by Sophia Canoni. Book provided by Iason
+Konstantinides. Thanks to George Canonis for his major
+work in proofreading.
+
+
+Updated editions will replace the previous one--the old editions
+will be renamed.
+
+Creating the works from public domain print editions means that no
+one owns a United States copyright in these works, so the Foundation
+(and you!) can copy and distribute it in the United States without
+permission and without paying copyright royalties. Special rules,
+set forth in the General Terms of Use part of this license, apply to
+copying and distributing Project Gutenberg-tm electronic works to
+protect the PROJECT GUTENBERG-tm concept and trademark. Project
+Gutenberg is a registered trademark, and may not be used if you
+charge for the eBooks, unless you receive specific permission. If you
+do not charge anything for copies of this eBook, complying with the
+rules is very easy. You may use this eBook for nearly any purpose
+such as creation of derivative works, reports, performances and
+research. They may be modified and printed and given away--you may do
+practically ANYTHING with public domain eBooks. Redistribution is
+subject to the trademark license, especially commercial
+redistribution.
+
+
+
+*** START: FULL LICENSE ***
+
+THE FULL PROJECT GUTENBERG LICENSE
+PLEASE READ THIS BEFORE YOU DISTRIBUTE OR USE THIS WORK
+
+To protect the Project Gutenberg-tm mission of promoting the free
+distribution of electronic works, by using or distributing this work
+(or any other work associated in any way with the phrase "Project
+Gutenberg"), you agree to comply with all the terms of the Full Project
+Gutenberg-tm License available with this file or online at
+ www.gutenberg.org/license.
+
+
+Section 1. General Terms of Use and Redistributing Project Gutenberg-tm
+electronic works
+
+1.A. By reading or using any part of this Project Gutenberg-tm
+electronic work, you indicate that you have read, understand, agree to
+and accept all the terms of this license and intellectual property
+(trademark/copyright) agreement. If you do not agree to abide by all
+the terms of this agreement, you must cease using and return or destroy
+all copies of Project Gutenberg-tm electronic works in your possession.
+If you paid a fee for obtaining a copy of or access to a Project
+Gutenberg-tm electronic work and you do not agree to be bound by the
+terms of this agreement, you may obtain a refund from the person or
+entity to whom you paid the fee as set forth in paragraph 1.E.8.
+
+1.B. "Project Gutenberg" is a registered trademark. It may only be
+used on or associated in any way with an electronic work by people who
+agree to be bound by the terms of this agreement. There are a few
+things that you can do with most Project Gutenberg-tm electronic works
+even without complying with the full terms of this agreement. See
+paragraph 1.C below. There are a lot of things you can do with Project
+Gutenberg-tm electronic works if you follow the terms of this agreement
+and help preserve free future access to Project Gutenberg-tm electronic
+works. See paragraph 1.E below.
+
+1.C. The Project Gutenberg Literary Archive Foundation ("the Foundation"
+or PGLAF), owns a compilation copyright in the collection of Project
+Gutenberg-tm electronic works. Nearly all the individual works in the
+collection are in the public domain in the United States. If an
+individual work is in the public domain in the United States and you are
+located in the United States, we do not claim a right to prevent you from
+copying, distributing, performing, displaying or creating derivative
+works based on the work as long as all references to Project Gutenberg
+are removed. Of course, we hope that you will support the Project
+Gutenberg-tm mission of promoting free access to electronic works by
+freely sharing Project Gutenberg-tm works in compliance with the terms of
+this agreement for keeping the Project Gutenberg-tm name associated with
+the work. You can easily comply with the terms of this agreement by
+keeping this work in the same format with its attached full Project
+Gutenberg-tm License when you share it without charge with others.
+
+1.D. The copyright laws of the place where you are located also govern
+what you can do with this work. Copyright laws in most countries are in
+a constant state of change. If you are outside the United States, check
+the laws of your country in addition to the terms of this agreement
+before downloading, copying, displaying, performing, distributing or
+creating derivative works based on this work or any other Project
+Gutenberg-tm work. The Foundation makes no representations concerning
+the copyright status of any work in any country outside the United
+States.
+
+1.E. Unless you have removed all references to Project Gutenberg:
+
+1.E.1. The following sentence, with active links to, or other immediate
+access to, the full Project Gutenberg-tm License must appear prominently
+whenever any copy of a Project Gutenberg-tm work (any work on which the
+phrase "Project Gutenberg" appears, or with which the phrase "Project
+Gutenberg" is associated) is accessed, displayed, performed, viewed,
+copied or distributed:
+
+This eBook is for the use of anyone anywhere at no cost and with
+almost no restrictions whatsoever. You may copy it, give it away or
+re-use it under the terms of the Project Gutenberg License included
+with this eBook or online at www.gutenberg.org
+
+1.E.2. If an individual Project Gutenberg-tm electronic work is derived
+from the public domain (does not contain a notice indicating that it is
+posted with permission of the copyright holder), the work can be copied
+and distributed to anyone in the United States without paying any fees
+or charges. If you are redistributing or providing access to a work
+with the phrase "Project Gutenberg" associated with or appearing on the
+work, you must comply either with the requirements of paragraphs 1.E.1
+through 1.E.7 or obtain permission for the use of the work and the
+Project Gutenberg-tm trademark as set forth in paragraphs 1.E.8 or
+1.E.9.
+
+1.E.3. If an individual Project Gutenberg-tm electronic work is posted
+with the permission of the copyright holder, your use and distribution
+must comply with both paragraphs 1.E.1 through 1.E.7 and any additional
+terms imposed by the copyright holder. Additional terms will be linked
+to the Project Gutenberg-tm License for all works posted with the
+permission of the copyright holder found at the beginning of this work.
+
+1.E.4. Do not unlink or detach or remove the full Project Gutenberg-tm
+License terms from this work, or any files containing a part of this
+work or any other work associated with Project Gutenberg-tm.
+
+1.E.5. Do not copy, display, perform, distribute or redistribute this
+electronic work, or any part of this electronic work, without
+prominently displaying the sentence set forth in paragraph 1.E.1 with
+active links or immediate access to the full terms of the Project
+Gutenberg-tm License.
+
+1.E.6. You may convert to and distribute this work in any binary,
+compressed, marked up, nonproprietary or proprietary form, including any
+word processing or hypertext form. However, if you provide access to or
+distribute copies of a Project Gutenberg-tm work in a format other than
+"Plain Vanilla ASCII" or other format used in the official version
+posted on the official Project Gutenberg-tm web site (www.gutenberg.org),
+you must, at no additional cost, fee or expense to the user, provide a
+copy, a means of exporting a copy, or a means of obtaining a copy upon
+request, of the work in its original "Plain Vanilla ASCII" or other
+form. Any alternate format must include the full Project Gutenberg-tm
+License as specified in paragraph 1.E.1.
+
+1.E.7. Do not charge a fee for access to, viewing, displaying,
+performing, copying or distributing any Project Gutenberg-tm works
+unless you comply with paragraph 1.E.8 or 1.E.9.
+
+1.E.8. You may charge a reasonable fee for copies of or providing
+access to or distributing Project Gutenberg-tm electronic works provided
+that
+
+- You pay a royalty fee of 20% of the gross profits you derive from
+ the use of Project Gutenberg-tm works calculated using the method
+ you already use to calculate your applicable taxes. The fee is
+ owed to the owner of the Project Gutenberg-tm trademark, but he
+ has agreed to donate royalties under this paragraph to the
+ Project Gutenberg Literary Archive Foundation. Royalty payments
+ must be paid within 60 days following each date on which you
+ prepare (or are legally required to prepare) your periodic tax
+ returns. Royalty payments should be clearly marked as such and
+ sent to the Project Gutenberg Literary Archive Foundation at the
+ address specified in Section 4, "Information about donations to
+ the Project Gutenberg Literary Archive Foundation."
+
+- You provide a full refund of any money paid by a user who notifies
+ you in writing (or by e-mail) within 30 days of receipt that s/he
+ does not agree to the terms of the full Project Gutenberg-tm
+ License. You must require such a user to return or
+ destroy all copies of the works possessed in a physical medium
+ and discontinue all use of and all access to other copies of
+ Project Gutenberg-tm works.
+
+- You provide, in accordance with paragraph 1.F.3, a full refund of any
+ money paid for a work or a replacement copy, if a defect in the
+ electronic work is discovered and reported to you within 90 days
+ of receipt of the work.
+
+- You comply with all other terms of this agreement for free
+ distribution of Project Gutenberg-tm works.
+
+1.E.9. If you wish to charge a fee or distribute a Project Gutenberg-tm
+electronic work or group of works on different terms than are set
+forth in this agreement, you must obtain permission in writing from
+both the Project Gutenberg Literary Archive Foundation and Michael
+Hart, the owner of the Project Gutenberg-tm trademark. Contact the
+Foundation as set forth in Section 3 below.
+
+1.F.
+
+1.F.1. Project Gutenberg volunteers and employees expend considerable
+effort to identify, do copyright research on, transcribe and proofread
+public domain works in creating the Project Gutenberg-tm
+collection. Despite these efforts, Project Gutenberg-tm electronic
+works, and the medium on which they may be stored, may contain
+"Defects," such as, but not limited to, incomplete, inaccurate or
+corrupt data, transcription errors, a copyright or other intellectual
+property infringement, a defective or damaged disk or other medium, a
+computer virus, or computer codes that damage or cannot be read by
+your equipment.
+
+1.F.2. LIMITED WARRANTY, DISCLAIMER OF DAMAGES - Except for the "Right
+of Replacement or Refund" described in paragraph 1.F.3, the Project
+Gutenberg Literary Archive Foundation, the owner of the Project
+Gutenberg-tm trademark, and any other party distributing a Project
+Gutenberg-tm electronic work under this agreement, disclaim all
+liability to you for damages, costs and expenses, including legal
+fees. YOU AGREE THAT YOU HAVE NO REMEDIES FOR NEGLIGENCE, STRICT
+LIABILITY, BREACH OF WARRANTY OR BREACH OF CONTRACT EXCEPT THOSE
+PROVIDED IN PARAGRAPH 1.F.3. YOU AGREE THAT THE FOUNDATION, THE
+TRADEMARK OWNER, AND ANY DISTRIBUTOR UNDER THIS AGREEMENT WILL NOT BE
+LIABLE TO YOU FOR ACTUAL, DIRECT, INDIRECT, CONSEQUENTIAL, PUNITIVE OR
+INCIDENTAL DAMAGES EVEN IF YOU GIVE NOTICE OF THE POSSIBILITY OF SUCH
+DAMAGE.
+
+1.F.3. LIMITED RIGHT OF REPLACEMENT OR REFUND - If you discover a
+defect in this electronic work within 90 days of receiving it, you can
+receive a refund of the money (if any) you paid for it by sending a
+written explanation to the person you received the work from. If you
+received the work on a physical medium, you must return the medium with
+your written explanation. The person or entity that provided you with
+the defective work may elect to provide a replacement copy in lieu of a
+refund. If you received the work electronically, the person or entity
+providing it to you may choose to give you a second opportunity to
+receive the work electronically in lieu of a refund. If the second copy
+is also defective, you may demand a refund in writing without further
+opportunities to fix the problem.
+
+1.F.4. Except for the limited right of replacement or refund set forth
+in paragraph 1.F.3, this work is provided to you 'AS-IS', WITH NO OTHER
+WARRANTIES OF ANY KIND, EXPRESS OR IMPLIED, INCLUDING BUT NOT LIMITED TO
+WARRANTIES OF MERCHANTABILITY OR FITNESS FOR ANY PURPOSE.
+
+1.F.5. Some states do not allow disclaimers of certain implied
+warranties or the exclusion or limitation of certain types of damages.
+If any disclaimer or limitation set forth in this agreement violates the
+law of the state applicable to this agreement, the agreement shall be
+interpreted to make the maximum disclaimer or limitation permitted by
+the applicable state law. The invalidity or unenforceability of any
+provision of this agreement shall not void the remaining provisions.
+
+1.F.6. INDEMNITY - You agree to indemnify and hold the Foundation, the
+trademark owner, any agent or employee of the Foundation, anyone
+providing copies of Project Gutenberg-tm electronic works in accordance
+with this agreement, and any volunteers associated with the production,
+promotion and distribution of Project Gutenberg-tm electronic works,
+harmless from all liability, costs and expenses, including legal fees,
+that arise directly or indirectly from any of the following which you do
+or cause to occur: (a) distribution of this or any Project Gutenberg-tm
+work, (b) alteration, modification, or additions or deletions to any
+Project Gutenberg-tm work, and (c) any Defect you cause.
+
+
+Section 2. Information about the Mission of Project Gutenberg-tm
+
+Project Gutenberg-tm is synonymous with the free distribution of
+electronic works in formats readable by the widest variety of computers
+including obsolete, old, middle-aged and new computers. It exists
+because of the efforts of hundreds of volunteers and donations from
+people in all walks of life.
+
+Volunteers and financial support to provide volunteers with the
+assistance they need are critical to reaching Project Gutenberg-tm's
+goals and ensuring that the Project Gutenberg-tm collection will
+remain freely available for generations to come. In 2001, the Project
+Gutenberg Literary Archive Foundation was created to provide a secure
+and permanent future for Project Gutenberg-tm and future generations.
+To learn more about the Project Gutenberg Literary Archive Foundation
+and how your efforts and donations can help, see Sections 3 and 4
+and the Foundation information page at www.gutenberg.org
+
+
+Section 3. Information about the Project Gutenberg Literary Archive
+Foundation
+
+The Project Gutenberg Literary Archive Foundation is a non profit
+501(c)(3) educational corporation organized under the laws of the
+state of Mississippi and granted tax exempt status by the Internal
+Revenue Service. The Foundation's EIN or federal tax identification
+number is 64-6221541. Contributions to the Project Gutenberg
+Literary Archive Foundation are tax deductible to the full extent
+permitted by U.S. federal laws and your state's laws.
+
+The Foundation's principal office is located at 4557 Melan Dr. S.
+Fairbanks, AK, 99712., but its volunteers and employees are scattered
+throughout numerous locations. Its business office is located at 809
+North 1500 West, Salt Lake City, UT 84116, (801) 596-1887. Email
+contact links and up to date contact information can be found at the
+Foundation's web site and official page at www.gutenberg.org/contact
+
+For additional contact information:
+ Dr. Gregory B. Newby
+ Chief Executive and Director
+ gbnewby@pglaf.org
+
+Section 4. Information about Donations to the Project Gutenberg
+Literary Archive Foundation
+
+Project Gutenberg-tm depends upon and cannot survive without wide
+spread public support and donations to carry out its mission of
+increasing the number of public domain and licensed works that can be
+freely distributed in machine readable form accessible by the widest
+array of equipment including outdated equipment. Many small donations
+($1 to $5,000) are particularly important to maintaining tax exempt
+status with the IRS.
+
+The Foundation is committed to complying with the laws regulating
+charities and charitable donations in all 50 states of the United
+States. Compliance requirements are not uniform and it takes a
+considerable effort, much paperwork and many fees to meet and keep up
+with these requirements. We do not solicit donations in locations
+where we have not received written confirmation of compliance. To
+SEND DONATIONS or determine the status of compliance for any
+particular state visit www.gutenberg.org/donate
+
+While we cannot and do not solicit contributions from states where we
+have not met the solicitation requirements, we know of no prohibition
+against accepting unsolicited donations from donors in such states who
+approach us with offers to donate.
+
+International donations are gratefully accepted, but we cannot make
+any statements concerning tax treatment of donations received from
+outside the United States. U.S. laws alone swamp our small staff.
+
+Please check the Project Gutenberg Web pages for current donation
+methods and addresses. Donations are accepted in a number of other
+ways including checks, online payments and credit card donations.
+To donate, please visit: www.gutenberg.org/donate
+
+
+Section 5. General Information About Project Gutenberg-tm electronic
+works.
+
+Professor Michael S. Hart was the originator of the Project Gutenberg-tm
+concept of a library of electronic works that could be freely shared
+with anyone. For forty years, he produced and distributed Project
+Gutenberg-tm eBooks with only a loose network of volunteer support.
+
+Project Gutenberg-tm eBooks are often created from several printed
+editions, all of which are confirmed as Public Domain in the U.S.
+unless a copyright notice is included. Thus, we do not necessarily
+keep eBooks in compliance with any particular paper edition.
+
+Most people start at our Web site which has the main PG search facility:
+
+ www.gutenberg.org
+
+This Web site includes information about Project Gutenberg-tm,
+including how to make donations to the Project Gutenberg Literary
+Archive Foundation, how to help produce our new eBooks, and how to
+
+
+</pre>
+
+</body>
+</html>
+
+
+
diff --git a/39530-h/images/cover.jpg b/39530-h/images/cover.jpg
new file mode 100644
index 0000000..a166e21
--- /dev/null
+++ b/39530-h/images/cover.jpg
Binary files differ
diff --git a/LICENSE.txt b/LICENSE.txt
new file mode 100644
index 0000000..6312041
--- /dev/null
+++ b/LICENSE.txt
@@ -0,0 +1,11 @@
+This eBook, including all associated images, markup, improvements,
+metadata, and any other content or labor, has been confirmed to be
+in the PUBLIC DOMAIN IN THE UNITED STATES.
+
+Procedures for determining public domain status are described in
+the "Copyright How-To" at https://www.gutenberg.org.
+
+No investigation has been made concerning possible copyrights in
+jurisdictions other than the United States. Anyone seeking to utilize
+this eBook outside of the United States should confirm copyright
+status under the laws that apply to them.
diff --git a/README.md b/README.md
new file mode 100644
index 0000000..fec3a1c
--- /dev/null
+++ b/README.md
@@ -0,0 +1,2 @@
+Project Gutenberg (https://www.gutenberg.org) public repository for
+eBook #39530 (https://www.gutenberg.org/ebooks/39530)