summaryrefslogtreecommitdiff
diff options
context:
space:
mode:
-rw-r--r--.gitattributes3
-rw-r--r--39476-0.txt3496
-rw-r--r--39476-0.zipbin0 -> 87335 bytes
-rw-r--r--39476-h.zipbin0 -> 178266 bytes
-rw-r--r--39476-h/39476-h.htm2904
-rw-r--r--39476-h/images/cover.jpgbin0 -> 90235 bytes
-rw-r--r--LICENSE.txt11
-rw-r--r--README.md2
8 files changed, 6416 insertions, 0 deletions
diff --git a/.gitattributes b/.gitattributes
new file mode 100644
index 0000000..6833f05
--- /dev/null
+++ b/.gitattributes
@@ -0,0 +1,3 @@
+* text=auto
+*.txt text
+*.md text
diff --git a/39476-0.txt b/39476-0.txt
new file mode 100644
index 0000000..5470655
--- /dev/null
+++ b/39476-0.txt
@@ -0,0 +1,3496 @@
+The Project Gutenberg EBook of Republic, Volume 1, by Plato
+
+This eBook is for the use of anyone anywhere at no cost and with
+almost no restrictions whatsoever. You may copy it, give it away or
+re-use it under the terms of the Project Gutenberg License included
+with this eBook or online at www.gutenberg.org
+
+
+Title: Republic, Volume 1
+
+Author: Plato
+
+Translator: Ioannis Gryparis
+
+Release Date: April 18, 2012 [EBook #39476]
+
+Language: Greek
+
+Character set encoding: UTF-8
+
+*** START OF THIS PROJECT GUTENBERG EBOOK REPUBLIC, VOLUME 1 ***
+
+
+
+
+Produced by Sophia Canoni. Thanks to George Canonis for
+his major work in proofreading. Book provided by Iason
+Konstantinides.
+
+
+
+
+
+Note: The tonic system has been changed from polytonic to
+monotonic, otherwise the spelling of the book has not been
+changed. Bold words have been included in &. Footnotes have
+been converted to endnotes.
+
+Σημείωση: Το τονικό σύστημα έχει αλλάξει από πολυτονικό σε
+μονοτονικό. Κατά τα άλλα έχει διατηρηθεί η ορθογραφία του
+βιβλίου. Λέξεις με έντονους χαρακτήρες περικλείονται σε &. Οι
+υποσημειώσεις των σελίδων έχουν μεταφερθεί στο τέλος του
+βιβλίου.
+
+
+
+ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ
+ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ
+
+
+
+
+ΠΛΑΤΩΝΟΣ
+ΠΟΛΙΤΕΙΑ
+
+
+
+ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ
+Ι. Ν. ΓΡΥΠΑΡΗ
+
+ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ
+
+
+
+ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ
+ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΦΕΞΗ
+
+1911
+
+
+
+ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ
+ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ
+
+ΠΛΑΤΩΝΟΣ
+
+ΠΟΛΙΤΕΙΑ
+
+ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ
+I. Ν. ΓΡΥΠΑΡΗ
+
+ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ
+
+ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ
+ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΦΕΕΗ
+1911
+
+
+
+
+ΠΡΟΛΟΓΟΣ
+
+
+
+Η θεμελιώδης βάσις της Πολιτείας του Πλάτωνος είναι η τελεία
+συνταύτισις της ευτυχίας και της δικαιοσύνης· το περιεχόμενον
+δηλαδή του πολυθρυλήτου αυτού έργου είναι καθαρώς ηθικόν, και
+μολαταύτα εκ των δύο τίτλων, που μας διέσωσεν η αρχαιοτάτη
+παράδοσις: Πολιτεία ή περί δικαίου, επεκράτησεν ο πρώτος, δια
+του οποίου εξαίρεται αποκλειστικώτερον το πολιτικόν και
+κοινωνικόν περιεχόμενον του διαλόγου.
+
+Ο Πλάτων λοιπόν αναλαμβάνει κυρίως την έρευναν περί της φύσεως
+του δικαίου και του αδίκου, δια να καταδείξη συγχρόνως την
+ηθικήν ανάγκην τόσον του κράτους όσον και του ατόμου να
+κανονίζουν πάσαν αυτών την διαγωγήν επί της δικαιοσύνης, η
+οποία κατά τον τελευταίον αυτής λόγον είναι αυτή η Ιδέα του
+αγαθού, η πηγή της τελείας ευδαιμονίας διά τα άτομα και τας
+κοινωνίας, ο θεός τον Πλάτωνος. Και αντιστρόφως όμως, επειδή η
+δικαιοσύνη εμφανίζεται κυρίως εις τας κοινωνικάς και πολιτικάς
+σχέσεις του ανθρώπου, πάσα αναζήτησις του αρίστου πολιτικού
+οργανισμού οδηγεί κατ' ανάγκην εις την ανάλυσιν αυτής της
+εννοίας της δικαιοσύνης, και επί τη βάσει αυτής εις τον
+καθορισμόν των πρακτικών εφαρμογών της. Η δικαιοσύνη είναι
+αρετή εφικτή εις τον άνθρωπον μόνον δι' ενός γενικού συστήματος
+εκπαιδεύσεως, του οποίου ο Πλάτων χαράσσει το σχέδιον εν τη
+Πολιτεία, συγχρόνως όμως η αληθής πολιτεία, το τέλειον κράτος,
+δεν είναι άλλο παρά η εφαρμογή και κατά συνέπειαν η μετά λόγου
+και επιστήμης γνώσις της δικαιοσύνης.
+
+Η απόδειξις της Πλατωνικής θέσεως ακολουθεί σχέδιον καθ' αυτό
+απλούστατον και αυστηρότατα διαγεγραμμένον, μολονότι η
+οικονομία αυτού φαίνεται πολλάκις διασπωμένη υπό της ελευθερίας
+του διαλόγου.
+
+Εις το πρώτον βιβλίον, το οποίον αποτελεί την εισαγωγήν εις το
+όλον έργον, ο Σωκράτης συζητεί διαφόρους ορισμούς της
+δικαιοσύνης μετά του Πολεμάρχου και του σοφιστού Θρασυμάχου,
+τους οποίους αναιρεί με ύφος ειρωνικόν μάλλον και με
+επιχειρήματα όχι σπανίως σοφιστικά· μόλις δε περί το τέλος του
+βιβλίου δίδει σοβαρωτέραν τροπήν εις τον λόγον, δια να δείξη
+ότι η προηγηθείσα συζήτησις ήτο εν μέρει ελαφρά και εν μέρει
+σοβαρά εισαγωγή εις την έρευναν περί της φύσεως του δικαίου.
+
+Οι αδελφοί του Πλάτωνος, Γλαύκων και Αδείμαντος, θέτουν
+ακολούθως επιστημονικώτατα το ζήτημα και προδιαγράφουν την
+αληθή μέθοδον της ερεύνης, ήτις συνίσταται εις το να απαλλαγή η
+έννοια της δικαιοσύνης παντός επουσιώδους στοιχείου αυτής (της
+καλής ή κακής υπολήψεως των ανθρώπων, αμοιβών, ποινών κτλ.) και
+να αντιπαραβληθή ο τελείως δίκαιος άνθρωπος προς τον τελείως
+άδικον· δεν πρόκειται δηλαδή κατ' αρχάς να εξετασθή ο ορισμός
+της δικαιοσύνης, αλλ' η ικανότης την οποίαν έχει απολύτως και
+καθ' εαυτήν να καθιστά τον άνθρωπον ευτυχή· αναλαμβάνοντες δε
+αυτοί την υποστήριξιν της υλιστικής θεωρίας του απολύτου
+εγωισμού, αφήνουν εις τον Σωκράτην ν' αποδείξη την εναντίαν
+θέσιν: Εάν πράγματι ο δίκαιος, μακράν του να καρπούται κανέν
+πλεονέκτημα εκ του εναρέτου αυτού βίου, παραγνωρίζεται καθ'
+όλην του την ζωήν, καταδιώκεται, προπηλακίζεται, βασανίζεται,
+και μολαταύτα είναι ευτυχέστερος του αδίκου, τότε η θέσις του
+Σωκράτους δύναται να θεωρηθή αποδεδειγμένη.
+
+Το από τούδε ο λόγος μένει μέχρι τέλους εις τον Σωκράτην ευθύς
+εξ αρχής δίδει ούτος την τροπήν εκείνην εις τον διάλογον, ήτις
+οδηγεί από του ατόμου εις την κοινωνίαν και όπου διατυπούται
+κατά πρώτην φοράν η αλήθεια, θεωρουμένη κοινός τύπος πλέον
+σήμερον, ότι το κράτος είναι οργανισμός. Ο Σωκράτης διακηρύττει
+ότι είναι ανίκανος να λύση το πρόβλημα, όπως ετέθη υπό του
+Αδειμάντου· εκείνο, το οποίον αποτελεί εν τη ατομική ψυχή την
+ουσίαν της δικαιοσύνης, θα καταστή εναργέστερον, εάν εν πρώτοις
+το μελετήσωμεν εκεί όπου φανερούται εν ηυξημένη αναλογία, εν τη
+πολιτεία δηλαδή· και τοιουτοτρόπως θα γνωρίσωμεν και την
+γένεσιν της δικαιοσύνης εν τη γενέσει της κοινωνίας.
+
+Ανάγκαι αποκλειστικώς οικονομικαί ωδήγησαν, κατά τον Πλάτωνα,
+τους ανθρώπους εις την σύμπηξιν της πρωτογενούς κοινωνίας,
+δικαίως δε θα ηδύνατο, μέχρι του σημείου τούτου, η
+πραγματιστική ιστορική σχολή να αντιποιηθή ως αρχηγόν αυτής τον
+μέγαν ιδεολόγον· αλλ' ούτος, αφού εκθέση τας μεταβολάς, τας
+οποίας ευθύς εξ αρχής επέφεραν εις την πρώτην &υγιά& κοινωνίαν
+η τρυφή και η αύξησις του πληθυσμού, αίτινες πάλιν αφ' ετέρου
+εξηγούν την αναπόφευκτον ανάγκην του πολέμου και την σύστασιν
+ιδίας τάξεως των πολεμιστών ή φυλάκων, αναλαμβάνει να διαγράψη
+την εκπαίδευσιν αυτών εις τρόπον ώστε, όπως οι αγαθοί κύνες, να
+είναι επίφοβοι διά τους ξένους, πραότατοι διά τους οικείους και
+εν γένει της πόλεως σωτήρες, και ούτω αποτελεσθή το πρότυπον
+ιδανικής πολιτείας· από της πραγματικότητος δηλαδή και του
+ιστορικού των γεγονότων μεταπηδά εις μίαν τελείως ιδανικήν
+κατασκευήν και αντί της φυσικής ούτως ειπείν ιστορίας την
+οποίαν ανέλαβε να μας δώση της κοινωνίας και του κράτους, διά
+να καταδείξη την εν αυτοίς γένεσιν και φύσιν της δικαιοσύνης,
+έρχεται να διδάξη οποία τις ώφειλε να είναι κατ' αυτόν η
+πολιτεία.
+
+Η κατά Πλάτωνα εκπαίδευσις της προνομιούχου των φυλάκων τάξεως,
+ήτις μόνη παρ' αυτώ λογίζεται και εξ ης θα ληφθώσι μίαν ημέραν
+οι ανώτατοι άρχοντες δεν θα μας απασχολήση εν τη συντόμω ταύτη
+αναλύσει περισσότερον. Η μυθολογία και η θεολογία, η γυμναστική
+και η μουσική λαμβάνουν παρά τω Πλάτωνι τον ιδανικόν αυτών
+παιδαγωγικόν τύπον, διά να καταστήσουν τελείους εκείνους,
+οίτινες διά της φυσικής ήδη προδιαθέσεως του πνεύματος και του
+χαρακτήρος είναι προωρισμένοι να αποτελέσουν την διοικούσαν
+τάξιν. Όσον αφορά τας άλλας διατάξεις, τας αποβλεπούσας τον
+βίον των πολεμιστών (ιδιοκτησίαν, γάμον, τεκνοποιίαν κτλ.), τον
+τρόπον της εκλογής των αρχόντων και άλλα συναφή ζητήματα,
+πάντων τούτων ακροθιγώς μόνον άπτεται ενταύθα. Περί δε της
+ανωτέρας διανοητικής και φιλοσοφικής μορφώσεως ούτε λόγον
+ποιείται ακόμη, πράγμα το οποίον ιδιαιτέρως θα μας εξένιζεν, αν
+δεν μας άφηνε να διίδωμεν επαρκώς ότι, επιφυλασσόμενος να
+επανέλθη επί τούτων λεπτομερέστερον, σπεύδει ήδη προς τον
+άμεσον αυτού σκοπόν· επρόκειτο να αναζητήση την δικαιοσύνην εν
+τη πραγματική πολιτεία: ήδη πρόκειται να την ανεύρη εν τη
+ιδανική αυτού, και δι' αυστηροτάτης λογικής μεθόδου,
+υποχρεούται να την ταυτίση με την αρχήν της «κατανομής της
+εργασίας ή της ειδικεύσεως των ικανοτήτων». Όταν έκαστος κατέχη
+ό,τι του ανήκει και αποδίδη τας συμφώνους προς την ειδικότητα
+αυτού υπηρεσίας, η ιδέα της δικαιοσύνης έχει πραγματοποιηθή·
+αύτη λοιπόν εκδηλούται εν τω κράτει διά της ακριβείας των
+αμοιβαίων σχέσεων μεταξύ πάντων των πολιτών και διά της ειδικής
+ενεργητικότητος εκάστης των τάξεων, των δημιουργών, των
+επικούρων και φυλάκων. Ο προσωρινός αυτός καθορισμός της
+δικαιοσύνης εν τη πολιτεία θα λάβη πάγιον κύρος, εάν ευρεθή
+επαληθεύων και επί του ατόμου, επί της ατομικής ψυχής.
+
+Και αύτη αποτελείται εκ τριών μερών, του επιθυμητικού, του
+θυμοειδούς και του λογιστικού, τα οποία αντιστοιχούν προς τας
+τρεις της πολιτείας τάξεις. Η απόδειξις της διαιρέσεως και
+αντιστοιχίας ταύτης γίνεται κατά τρόπον εξαιρετικώς επίπονον
+και βεβιασμένον, προκαλούντα δε πλήθος αντιρρήσεων και
+αμφιβολιών, αίτινες βεβαίως και τον Πλάτωνα θα ηδύναντο να
+σταματήσουν, αν δεν έσπευδεν αποφασιστικώς πλέον εις το τέρμα
+της ερεύνης του. Η κατανομή της εργασίας κατέδειξε την αληθή
+οδόν εις την γνώσιν της δικαιοσύνης· όπως τα επαγγέλματα εν τω
+κράτει, τοιουτοτρόπως και εις το εσωτερικόν της ψυχής αι τρεις
+τάξεις οφείλουν να είναι ακριβώς χωρισμέναι· η σωτηρία της
+απαιτεί να απαγορεύεται αυστηρώς πας σφετερισμός, πάσα
+επέμβασις των μεν εις τα δικαιώματα των άλλων και να
+συνεργάζωνται πάσαι εν τελεία αρμονία. Αύτη είναι η ουσία της
+δικαιοσύνης, ενώ το εναντίον, δηλαδή η στάσις του ενός μέρους
+εναντίον ολοκλήρου της ψυχής και η εξ αυτής προερχομένη
+διατάραξις της αρμονίας αποτελεί την αδικίαν· όπως δε η υγιεία
+του σώματος στηρίζεται επί των φυσικών σχέσεων των μερών αυτού,
+η δε ασθένεια αφορμήν έχει την ανατροπήν, την εναντίαν προς την
+φύσιν της τάξεως ταύτης, τοιουτοτρόπως και η αρετή φανερούται
+ως «η υγιεία, το κάλλος και η ρώμη» της ψυχής, η δε κακία ως «η
+νόσος, η ασχημία και η ασθένειά της». Η θέσις του Πλάτωνος
+δύναται πλέον, προσωρινώς τουλάχιστον, να θεωρηθή
+αποδεδειγμένη, διότι θα ήτο γελοίον να εγερθή κατόπιν τούτων το
+ζήτημα, αν η δικαιοσύνη είναι πράγματι επωφελής εις τον
+δίκαιον, ή εάν η αδικία επιζήμιος εις τον άδικον, είτε
+λανθάνουσι τους ανθρώπους, είτε μη.
+
+Αλλά το ιδανικόν κράτος του Πλάτωνος έμεινε μέχρι τούδε
+εστερημένον της βάσεως αυτού, ήτις είναι η διοργάνωσις της
+οικογενείας, και του επιστεγάσματος επίσης, το οποίον είναι η
+βασιλεία των φιλοσόφων· επομένως πρέπει να συμπληρωθή
+τοιουτοτρόπως το τέλειον πολιτειακόν οικοδόμημα, διά να δυνηθή
+να αντιπαραβληθή προς το αντίθετόν του: προς το ατελές,
+ελαττωματικόν κράτος υπό τας διαφόρους αυτού μορφάς, τας οποίας
+μας παρέχει η ιστορική πραγματικότης. Αφού λοιπόν πραγματευθή
+εν τοις εξής πρώτον τα πολυθρύλητα ζητήματα της χειραφετήσεως
+της γυναικός, της κοινότητος των γυναικών και των τέκνων, και
+της καταργήσεως της ιδιοκτησίας εν παντί, εγείρει ο ίδιος την
+αμφιβολίαν περί της πραγματοποιήσεως τοιαύτης ιδανικής
+πολιτείας, διά να παραδεχθή όμως μετ' ακλονήτου πίστεως το
+δυνατόν αυτής, υπό τον απαραίτητον όρον «ή οι φιλόσοφοι να
+βασιλεύσωσιν εν ταις πόλεσιν, ή οι βασιλείς γνησίως να
+φιλοσοφήσωσιν». Και η απαίτησις αύτη της γνησίας φιλοσοφικής
+εκπαιδεύσεως του βασιλέως οδηγεί τον Πλάτωνα εις την μακράν
+περί αυτής πραγματείαν, ήτις καταλαμβάνει μέρος του έκτου και
+ολόκληρον το έβδομον βιβλίον και παρέχει την αφορμήν, ή μάλλον
+την πρόφασιν εις τον συγγραφέα να εκθέση την περί των επιστημών
+θεωρίαν αυτού· απαράλλακτα όπως εις τα πρώτα βιβλία η
+στοιχειώδης εκπαίδευσις των φυλάκων έδωκεν αφορμήν εις τας
+μακράς εκείνας και εν μέρει ασχέτους προς τον κύριον σκοπόν
+παρεκβάσεις περί μυθολογίας, θρησκείας, μουσικής, ποιήσεως και
+γυμναστικής. Πάσαι αι επιστήμαι, των οποίων ακριβώς καθορίζει
+την ιεραρχίαν, σκοπόν έχουσι να ανυψώσουν την κεκαθαρμένην
+πλέον ψυχήν από του γίγνεσθαι εις το είναι, δηλαδή εις το
+βασίλειον των Ιδεών και την ανωτάτην αυτού κορυφήν, την ιδέαν
+του Αγαθού.
+
+Ήδη το πολιτειακόν σύνταγμα έχει την βάσιν και την κορωνίδα
+αυτού και είναι δυνατόν πλέον να αντιτεθώσι προς αυτό αι
+ελαττωματικαί μορφαί των υφισταμένων πολιτευμάτων (τιμαρχίας ή
+τιμοκρατίας, ολιγαρχίας, δημοκρατίας και τυραννίδος) και οι εις
+αυτά αντιστοιχούντες ανθρώπινοι τύποι, διά να καταδειχθή εν
+τέλει ότι η τυραννίς είναι το χείριστον των πολιτευμάτων και ο
+τύραννος ο χείριστος και αδικώτατος των ανθρώπων συνάμα δε και
+ο δυστυχέστατος. Η απόδειξις της Πλατωνικής θέσεως έχει πλέον
+τελείως και από πάσης απόψεως συντελεσθή. Το επόμενον δέκατον
+και τελευταίον βιβλίον είναι απλώς συμπληρωτικόν παράρτημα των
+προεκτεθέντων· εν αυτώ ο Πλάτων επανέρχεται αποτόμως εις την
+σφοδράν αυτού κατά της ποιήσεως πολεμικήν, την οποίαν ήδη
+διεξάγει αποτελεσματικώτερον, στηριζόμενος επί της
+προεκτεθείσης διαιρέσεως της ψυχής και της θεωρίας των ιδεών.
+Σκέψεις τινές θρησκευτικαί, αναφερόμενοι εις τας αμοιβάς των
+δικαίων και τας τιμωρίας των κακών, και ο μύθος του Ηρός του
+Παμφυλίου αποτελούσι το τέλος του όλου έργου.
+
+ * *
+ *
+
+Η πληθύς των ζητημάτων, τα οποία ανακινούνται εν τη Πολιτεία
+και σχετίζονται είτε αμέσως προς την Πλατωνικήν φιλοσοφίαν,
+είτε οπωσδήποτε εμμέσως προς την καθόλου ιστορίαν της
+ανθρωπίνης σκέψεως, καθιστά αδύνατον και να θίξωμεν μόνον αυτά
+ενταύθα. Απαραίτητος όμως είναι μία γενικωτέρα επισκόπησις της
+θεμελιώδους θέσεως του Πλάτωνος «της τελείας συνταυτίσεως της
+ευτυχίας προς την δικαιοσύνην», την οποίαν δίδομεν
+ακολουθούντες την φωτεινήν έκθεσιν του Th. Comperz.
+
+Με όλην την ζωηράν επιθυμίαν των καλώς προδιατεθειμένων
+αναγνωστών να θεωρήσουν την θέσιν ταύτην ως αποδεδειγμένην, ο
+αμερόληπτος κριτής δεν δύναται να αποφύγη την εντύπωσιν ότι η
+στερεότης της αποδείξεως δεν ανταποκρίνεται εις το μεγαλείον
+της προθέσεως του συγγραφέως. Είναι περιττόν σχεδόν και να
+παρατηρήση τις πόσον προφανής υπερβολή είναι να θεωρούνται ως
+μηδέν τα εξωτερικά αγαθά και να γίνεται λόγος περί ευτυχίας
+ανθρώπου καταδιωκομένου, προπηλακιζομένου, βασανιζομένου. Ο
+Αριστοτέλης, ο οποίος δεν έχει μικροτέραν έξαρσιν σκέψεως, αλλά
+και μείζονα συγχρόνως νηφαλιότητα του Πλάτωνος, την απεμάκρυνεν
+ήδη σιωπηλώς. Μολαταύτα όσον και αν την θεωρήσωμεν ήκιστα
+παραδεκτήν, περιέχει μίαν αλήθειαν καθ' εαυτήν βάσιμον και
+εξαιρέτως ενδιαφέρουσαν, ότι δηλαδή διά τους έχοντας έν
+ιδανικόν — αδιάφορον ποίον — υπάρχουν αξίαι, αι οποίαι δύνανται
+να χαρακτηρισθώσιν ως απεριόριστοι, ή τουλάχιστον προς τας
+οποίας ουδεμία άλλη δύναται να συγκριθή. Τι σημαίνει θάνατος,
+τι σημαίνουν οι σκληρότεροι εξωτερικοί πόνοι εμπρός εις την
+απώλειαν εκείνου, το οποίον αποτελεί το σέμνωμα και την αξίαν
+ημών; Τοιαύτη είναι, άνευ υπερβολής, η κραυγή της καρδίας
+πάντων εκείνων, όσοι έχουν μίαν ηθικήν μόρφωσιν.
+
+Αλλά η γνώσις εκείνου, όπερ αληθώς προσδίδει την μόνην της
+αξίαν εις την ζωήν, είναι καρπός της εκπαιδεύσεως και της
+μορφώσεως, την οποίαν το άτομον έλαβε παρά της κοινωνίας· το
+δυνατόν τοιαύτης μορφώσεως εξαρτάται αναμφιβόλως εκ της φύσεως
+του ατόμου και άνευ προδιαθέσεως η τοιαύτη ενέργεια της
+κοινωνίας θα ήτο αδύνατος· αφ' ετέρου όμως, άνευ της ενεργείας
+ταύτης, η προδιάθεσις, ήτις καθεύδει εν ημίν, ουδέποτε θα
+ανεπτύσσετο. Και η ανάπτυξις αύτη είναι όλως διόλου διάφορος
+και ανάλογος του περιβάλλοντος, εν τω οποίω η τύχη ετοποθέτησε
+τον άνθρωπον. Άλλη είναι, παραδείγματος χάριν, διά τους
+συμπολίτας του Πλάτωνος, οίτινες εκέκτηντο δούλους, και άλλη
+παρ' ημίν, εις τους οποίους η δουλεία εμπνέει φρίκην· άλλη διά
+τους Τουρκομάνους και Βεδουίνους, οίτινες θεωρούν την ληστείαν
+ως επιτετραμμένην και έντιμον μάλιστα, και άλλη παρ' ημίν,
+οίτινες την στιγματίζομεν και την τιμωρούμεν ως μυσαρόν
+έγκλημα. Η κοινωνική αρετή ή δικαιοσύνη στηρίζεται επί βάσεως
+φυσικής, δεν είναι όμως διόλου διά τούτο και προϊόν της φύσεως·
+η βαθεία γνώσις την οποίαν απεκτήσαμεν των διαφόρων φάσεων του
+πολιτισμού, κατ' ανάγκην διαφόρων — προ πάντων ως προς τα
+αντικείμενα και την ροπήν των ηθικών παραγγελμάτων — ουδέ σκιάν
+αμφιβολίας καταλείπει υπό την έποψιν ταύτην· άλλως τε οι
+πρεσβύτεροι του Πλάτωνος, ο ιστορικός Ηρόδοτος και ο σοφιστής
+Ιππίας, είχον ήδη σαφή και καθαράν επίγνωσιν του πράγματος. Ο
+ζήλος όμως, τον οποίον εκληρονόμησεν ο Πλάτων παρά του
+Σωκράτους, και τον οποίον του ενέπνεον τα καθαρώτερα ελατήρια,
+να στηρίξη επί αδιασαλεύτων θεμελίων την απολογίαν της
+δικαιοσύνης ή κοινωνικής αρετής, εθόλωσε την διαύγειαν του
+βλέμματός του, εις τρόπον ώστε να παρορά πράγματα προφανέστατα·
+ούτω μόνον εξηγείται το γεγονός ότι δύναται να συνταυτίζη την
+δικαιοσύνην άλλοτε μεν προς την ικανότητα άλλοτε δε προς την
+ισορροπίαν των ψυχικών δυνάμεων. Αισθανόμεθα τον πειρασμόν να
+υποστηρίξωμεν εναντίον του, ότι υπήρξαν τύραννοι, δουλέμποροι ή
+λήσταρχοι τελείως ευτυχείς, εφόσον ήσαν τελείως ενεργητικοί και
+κατείχον πάσας αυτών τας δυνάμεις εν πλήρει αναπτύξει. Άνθρωπος
+εμψυχούμενος υπό αισθημάτων αντικοινωνικών ή μισανθρωπικών υπό
+πάσας ή και υπό τινας μόνον επόψεις, δεν βλέπει
+διακινδυνεύουσαν, εξ αιτίας αυτών των αισθημάτων και κατά
+τρόπον άμεσον, ούτε την ικανότητά του να είναι ευτυχής, ούτε
+την ενεργητικότητά του· ή, διά να ομιλήσωμεν ακριβέστερον, δεν
+βλέπει αυτάς ελαττουμένας, παρά μόνον καθ' ήν ημέραν έχει
+συλλέξη εν εαυτώ το μέτρον των αλτρουιστικών αισθημάτων το
+αναγκαίον όπως παραβλάψη την εσωτερικήν του ενότητα και την
+ομοιογένειαν του χαρακτήρος του. Τότε γεννάται εν αυτώ η
+«στάσις» και η εσωτερική εκείνη διατάραξις, η έλλειψις της
+ψυχικής ισορροπίας, αίτινες διακυβεύουσι την ευτυχίαν του,
+εξασθενίζουσι την ενεργητικότητά του, και αίτινες είναι εξ ίσου
+ολέθριαι διά τον τελείως αντικοινωνικόν άνθρωπον, όσον και διά
+τον εμφορούμενον τελείως υπό κοινωνικών αισθημάτων.
+
+Η σκέψις αύτη, ήτις ρίπτει ούτως ειπείν γέφυραν μεταξύ της
+κοινωνικής ηθικής και της υγιεινής της ψυχής, επιδέχεται και
+πολύ γενικωτέραν έκφρασιν. Όταν έν οιονδήποτε αίσθημα
+επικρατούν εν τω χαρακτήρι ημών υποχωρή διά τινα λόγον και
+κατανικάται προσωρινώς, αναλαμβάνει, εκλιπούσης της αφορμής,
+την αρχαίαν αυτού θέσιν, αλλά συνοδεύεται ήδη υπό λυπηρών
+συναισθημάτων, τα οποία ονομάζομεν, κατά τας περιστάσεις,
+λύπην, απογοήτευσιν, μετάνοιαν ή τύψιν· δυσκόλως δε θα
+ευρίσκετο ο άνθρωπος, όστις θα είχε την γενναιότητα να υποστή
+την οξείαν οδύνην και να υποστηρίξη μέχρι τέλους την σύγκρουσιν
+των δύο εχθρικών τάσεων. Κατά την εναντίαν περίπτωσιν, η οξεία
+νόσος μεταβάλλεται εις χρονίαν ασθένειαν, ήτις βαθμηδόν
+απαμβλύνει και καταστρέφει την δύναμιν του αισθήματος και της
+θελήσεως· διότι αι συναισθηματικαί και βουλητικαί παρορμήσεις
+ευρισκόμενοι αδιαλείπτως απέναντι αλλήλων εξασθενίζονται
+αμοιβαίως, όπως δύο ρεύματα, τα οποία εν τω αυτώ αγωγώ βαίνουσι
+κατά αντίθετον διεύθυνσιν· η εξασθένισις άλλως τε υποβοηθείται
+εμμέσως και υπό της ακουσίας τάσεως προς αποφυγήν της
+συγκρούσεως, προς κατάργησιν δηλαδή των ιδεών, αίτινες
+αλληλοσυγκρούονται. Πράγματι η τάσις αύτη μη δυναμένη να
+περιορισθή εις στενήν ψυχικήν περιοχήν παραλύει αυτόν τον
+κανονικόν ρουν των ιδεών και αποτελεί μόνιμον βλάβην διά την
+λειτουργίαν της ψυχής. Ίσως κατορθωθή ημέραν τινά να
+καθορισθώσι μετά πλήρους ακριβείας διά της πειραματικής
+ψυχοφυσικής τα γεγονότα ταύτα, άτινα μας παρέχει η παρατήρησις
+και η αναλογία των φυσικών φαινομένων· τότε θα απεδεικνύετο
+πραγματικώς η &φυσική& βάσις, την οποίαν προησθάνθη ο Σωκράτης
+και ο Πλάτων, της κοινωνικής ηθικής καθ' εαυτήν, ανεξαρτήτως
+της ευτυχίας του ατόμου. Δύναταί τις αναμφιβόλως να φέρη την
+αντίρρησιν, ότι η θεραπεία της εσωτερικής συγκρούσεως δύναται
+να γίνη επίσης τελεσφόρως διά της καταργήσεως των κοινωνικών
+αισθημάτων, όπως και των αντικοινωνικών και η αντίρρησις είναι
+καθ' εαυτήν βάσιμος, αλλά πρακτικώς άνευ σημασίας· μόνον Κύκλωψ
+διαβιών εν τελεία απομονώσει και ερημία θα ηδύνατο να δοκιμάση
+το τοιούτον μέσον, αλλ' ουχί και μέλος της ανθρωπίνης κοινωνίας
+ευρισκόμενον εις αδιάλειπτον επαφήν μετά των ομοίων του και το
+οποίον, εφόσον τουλάχιστον δεν είναι τέρας, συνδέεται πάντοτε
+προς εκείνους διά δεσμών συμπαθείας και ακουσίως του
+δημιουργουμένων.
+
+Αναμφιβόλως ο Πλάτων επίστευεν, ότι ηδύνατο να παρακάμψη μίαν
+απόδειξιν, ήτις ενέκλειεν εν εαυτή τόσας άλλας διαμέσους·
+απέφυγε την ανάγκην ταύτην υποκαθιστών αντί αυτής της αδικίας
+τα ελατήρια της αδικίας· άδικος κατ' αυτόν είναι ο φιλόδοξος, ο
+άπληστος, ο δουλεύων εις τας ορμάς και τα πάθη του· και εις
+τους τύπους τούτους αντιτάσσει τους εναντίους και τοιουτοτρόπως
+δημιουργεί το ιδανικόν εκείνο, το οποίον απέκτησε την μεγίστην
+επίδρασιν και την υψίστην σημασίαν διά την ανθρωπότητα. Το
+μόνον πράγμα, το οποίον δεν δύναται να του παραχωρήση ο
+αμερόληπτος κριτής, είναι το να πιστεύη ότι απέδειξεν
+αναντιρρήτως την μεγαλυτέραν αξίαν των τύπων τούτων υπό την
+έποψιν της ευτυχίας· δύναται τις να παραδεχθή άνευ ενδοιασμού
+ότι ο κυριαρχών των παθών του είναι ευτυχέστερος του
+δουλεύοντος εις αυτά· αλλά ο θεωρητικός ή φιλοσοφικός βίος, ως
+μάλλον απηλλαγμένος επιθυμιών και παθών, καθιστά τον άνθρωπον
+ευτυχέστερον εκείνου, του οποίου η φύσις είναι να δρα προς τα
+έξω και να κυβερνά τους ανθρώπους; Αυτό ποτέ δεν θα ηδύνατο τις
+να το αποδείξη εις οιαδήποτε επιχειρήματα και αν προσέτρεχεν·
+επί του σημείου τούτου, εις τα αισθήματα ενός Πλάτωνος ή ενός
+Αριστοτέλους αντιτίθενται τα αισθήματα ενός Περικλέους ή ενός
+Επαμεινώνδου και εις μάτην ήθελέ τις αναζητήση τον διαιτητήν,
+όστις θα ηδύνατο εγκύρως να αποφανθή μεταξύ των δύο.
+
+
+
+
+ΠΛΑΤΩΝΟΣ
+ΠΟΛΙΤΕΙΑ
+
+[Ή περί του δικαίου: πολιτικός]
+
+
+
+ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ
+
+
+
+ΣΩΚΡΑΤΗΣ
+ΓΛΑΥΚΩΝ
+ΠΟΛΕΜΑΡΧΟΣ
+ΘΡΑΣΥΜΑΧΟΣ
+ΑΔΕΙΜΑΝΤΟΣ
+ΚΕΦΑΛΟΣ
+
+
+
+ΒΙΒΛΙΟΝ Α'.
+
+
+
+ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Κατέβηκα χθες εις τον Πειραιά μαζί με τον Γλαύκωνα
+τον υιόν του Αρίστωνος και διά να προσευχηθώ εις την θεάν και
+συγχρόνως διότι ηθέλησα να ίδω, πώς θα διεξαχθή η εορτή, την
+οποίαν κατά πρώτην φοράν επρόκειτο να πανηγυρίσουν. Και
+πραγματικώς ωραία μου εφάνη και των εντοπίων η πομπή, ουδόλως
+όμως κατά την γνώμην μου υπελείφθη ως προς την μεγαλοπρέπειαν
+και η πομπή των Θρακών.
+
+Αφού λοιπόν προσευχήθημεν και παρετηρήσαμεν την εορτήν,
+εγυρίζαμεν διά την πόλιν. Μόλις όμως μας είδεν από μακράν να
+ξεκινούμεν ο Πολέμαρχος, ο υιός του Κεφάλου, διέταξε τον δούλον
+του να τρέξη και να μας παρακαλέση να τον περιμένωμεν.
+
+Πλησιάσας λοιπόν από πίσω ο δούλος μ' έσυρε από το ιμάτιον και
+μου είπε: Σας παρακαλεί ο Πολέμαρχος να περιμείνετε. Και εγώ
+εγύρισα και τον ηρώτησα, πού ήτο. Νά τον, μου είπε, έρχεται από
+πίσω· περιμένετέ τον. Θα τον περιμένομεν, επρόσθεσεν ο Γλαύκων.
+
+Και σε λίγον έφθασαν πραγματικώς ο Πολέμαρχος και ο Αδείμαντος
+ο αδελφός του Γλαύκωνος και ο Νικήρατος του Νικίου ο υιός και
+μερικοί άλλοι, οι οποίοι επέστρεφον από την πομπήν. Και μας
+λέγει λοιπόν ο Πολέμαρχος· Μου φαίνεται, Σώκρατες, ότι
+εξεκινήσατε δια να επιστρέψετε εις την πόλιν. — Δεν ηπατήθης,
+του απήντησα εγώ.
+
+ — Μας βλέπεις καλά πόσοι είμεθα: — Αι, και τι; είπα εγώ. — Ή
+θα δειχθήτε ισχυρότεροι από αυτούς, ή τελείωσε — θα μένετε εδώ.
+— Μας αποκλείετε ακόμη και να ελπίζωμεν, είπα εγώ, ότι θα μας
+αφήσετε, αν κατορθώσωμεν να σας πείσωμεν; — Και πώς τάχα,
+απήντησεν εκείνος, θα ημπορέσετε να πείσετε ανθρώπους μη
+ακούοντας; — Διόλου βέβαια, είπεν ο Γλαύκων. — Πάρετέ το λοιπόν
+απόφασιν πως δεν θα σας ακούσωμεν.
+
+ — Άραγε, έλαβε τον λόγον ο Αδείμαντος, μήπως και δεν γνωρίζετε
+ότι προς το βράδυ θα γίνη έφιππος λαμπαδηδρομία προς τιμήν της
+Θεάς; — Έφιππος; ηρώτησα εγώ· αλήθεια, πρωτοφανές θέαμα αυτό·
+κρατούντες λαμπάδας θα τας μεταδίδουν από χείρα εις χείρα ενώ
+θα παρατρέχουν με τους ίππους; ή πώς αλλέως λέγεις;
+
+ — Έτσι όπως είπες, απήντησεν ο Πολέμαρχος, και ακόμη θα κάμουν
+και παννυχίδα την οποίαν αξίζει τον κόπον να ιδούμεν. Θα
+εξέλθωμεν μετά το δείπνον και θα συναντήσωμεν έξω και πολλούς
+από τους νέους, με τους οποίους θ' ανοίξωμεν ομιλίαν. Μείνετε
+λοιπόν και μη ζητήτε άλλα. — Καθώς φαίνεται, ανάγκη πάσα να
+μείνωμεν, είπεν ο Γλαύκων. — Αλλ' αφού το αποφασίζεις,
+επρόσθεσα και εγώ, ας γίνη κ' έτσι.
+
+Επήγαμεν λοιπόν εις την οικίαν του Πολεμάρχου, όπου ευρίσκομεν
+τον Λυσίαν και τον Ευθύδημον, τους αδελφούς του Πολεμάρχου και
+μάλιστα τον Θρασύμαχον τον Χαλκηδόνιον και τον Χαρμαντίδην τον
+Παιανιέα και τον Κλειτοφώντα του Αριστωνύμου. Μέσα ήσαν ακόμη
+και ο πατέρας του Πολεμάρχου ο Κέφαλος· μου εφάνη ότι είχε πάρα
+πολύ γηράση, καθώς είχα να τον ιδώ από καιρό. Εκάθητο δε επί
+δίφρου στηριζόμενος επί προσκεφαλαίου και με στέφανον εις την
+κεφαλήν· διότι είχε κάμη θυσίαν εις την αυλήν.
+
+Εκαθίσαμεν λοιπόν πλησίον του· διότι ήσαν τοποθετημένα εκεί
+γύρω του μερικά καθίσματα· μ' εχαιρέτησε εγκαρδίως ευθύς καθώς
+με είδεν ο Κέφαλος και είπε. — Πολύ σπανίως καταβαίνεις να μας
+επισκέπτεσαι εις τον Πειραιά, Σωκράτη· και όμως έπρεπε· αν
+βέβαια ήμην εγώ ακόμη εις θέσιν ν' αναβαίνω εύκολα εις την
+πόλιν, δεν θα σε υπεβάλλομεν εις τον κόπον να έρχεσαι εσύ εδώ,
+αλλ' ημείς θα ηρχόμεθα να σ' ευρίσκαμεν· τώρα όμως πρέπει να
+μας ενθυμήσαι συχνότερα· διότι πρέπει να γνωρίζης ότι δι' εμέ,
+όσον απομαραίνονται αι διάφοροι σωματικαί απολαύσεις, τόσον
+αυξάνουν η επιθυμία και η ευχαρίστησις των λόγων. Κάνε λοιπόν
+όπως σου λέγω· δεν εννοώ να μη συναναστρέφεσαι και με αυτούς
+τους νεανίσκους, αλλά έρχου κάποτε κ' εδώ να μας επισκέπτεσαι
+ως φίλους σου και πολύ οικείους.
+
+ — Και να ιδής, είπα εγώ, Κέφαλε, αισθάνομαι μεγάλην χαράν να
+συνδιαλέγωμαι με τους πολύ ηλικιωμένους· διότι μου φαίνεται ότι
+χρειάζεται να ζητώ από αυτούς διαφόρους πληροφορίας, ως να
+έχουν ήδη διατρέξη ένα δρόμον, τον οποίον ίσως γίνη ανάγκη να
+βαδίσωμεν και ημείς, οποίος τις να είναι αυτός τάχα, τραχύς και
+δύσκολος, ή εύκολος και ευδιάβατος. Κ' έτσι τώρα θα μου έκανες
+μεγάλην ευχαρίστησιν να μου μάθης, αφού δα ευρίσκεσαι εις το
+σημείον τούτο της ηλικίας, το οποίον κατώφλιον του γήρατος
+ονομάζουν οι ποιηταί, αν είναι δύσκολον αυτό το στάδιον της
+ζωής — ή πώς εσύ το κηρύττεις;
+
+ — Εγώ θα σου είπω την πάσαν αλήθειαν, Σωκράτη, πώς μου
+φαίνεται αυτό που ερωτάς· διότι πολλές φορές τυχαίνει και
+μαζευόμεθα μερικοί που έχομεν την αυτήν ηλικίαν, εφαρμόζοντες
+την παλαιάν παροιμίαν (όμοιος τον όμοιον). Οι περισσότεροι
+λοιπόν από ημάς δεν κάμνουν άλλο, παρά να θρηνολογούν,
+ενθυμούμενοι και ποθούντες τας ηδονάς της νεότητος, και τας
+περί τον έρωτα και τα συμπόσια και τας ευωχίας και τα άλλα τα
+ανάλογα και αγανακτούν, ως να έχουν στερηθή μεγάλα και σπουδαία
+πράγματα και ως να ήτο τότε αληθινά ευτυχισμένη η ζωή των, ενώ
+τώρα ούτε ζωή δεν αξίζει να την ονομάζη κανείς. Μερικοί δε
+οδύρονται και διά τους προπηλακισμούς που υφίσταται το γήρας εκ
+μέρους των οικείων, κ' επάνω εις όλ' αυτά ψάλλουν τον εξάψαλμον
+του γήρατος δι' όσα κακά τους είναι αιτία.
+
+Εμένα όμως μου φαίνεται, Σωκράτη, ότι δεν είναι αυτή η αληθινή
+αιτία που κατηγορούν· διότι αν πράγματι αυτό ήτο το αίτιον, και
+δι' εμέ βέβαια θα είχε τα ίδια κακά αποτελέσματα και δι' όλους
+τους άλλους που έφθασαν εις αυτήν την ηλικίαν. Και όμως έχω
+συναντήση ως τώρα ανθρώπους διαφορετικά σκεπτομένους, και
+άλλους και μάλιστα τον ποιητήν τον Σοφοκλή: Ήμην παρών κάποτε
+που τον ηρώτα κάποιος, εάν ήτο ακόμη ικανός να απολαμβάνη τας
+ερωτικάς ηδονάς· και εκείνος του απήντησε: «Δάγκασε τη γλώσσα
+σου, άνθρωπε! με την μεγαλυτέραν μου ευχαρίστησιν εγλύτωσα από
+αυτό το πράγμα, ως να απηλευθερώθην από τύραννον λυσσαμένον και
+άγριον. Και τότε λοιπόν έκρινα ότι είχε δίκαιον να ομιλήση κατ'
+αυτόν τον τρόπον, και τώρα με την ηλικίαν δεν ήλλαξα γνώμην·
+διότι πράγματι με το γήρας επέρχεται τελεία ειρήνη και
+απελευθέρωσις από τα τοιαύτα τουλάχιστον· αφού αι επιθυμίαι
+χάσουν την έντασίν των και χαλαρωθούν, πράγματι, καθώς το είπε
+και ο Σοφοκλής, είναι ως να απαλλαττώμεθα από ένα πλήθος
+τυράννων μαινομένων· αλλά και όλων αυτών και των προπηλακισμών
+ακόμη εκείνων, που παραπονούνται οι γέροντες, αφορμή δεν είναι
+το γήρας, Σώκρατες, αλλά ο χαρακτήρ των ανθρώπων αν έχουν
+χαρακτήρα μετρημένον και εύκολον, δεν τους είναι και το γήρας
+πάρα πολύ ανυπόφορον· ειδέ μη, διά τους άλλους, και το γήρας
+και η νεότης είναι πράγματα εξ ίσου επίμοχθα.
+
+Έμεινα καταμαγευμένος από τους λόγους αυτούς του γέροντος, και
+διά να τον κεντήσω να εξακολουθήση ακόμη, του είπα: Εγώ,
+Κέφαλε, στοχάζομαι ότι οι περισσότεροι, όταν σε ακούουν να
+ομιλής κατ' αυτόν τον τρόπον, δεν παραδέχονται τα επιχειρήματά
+σου, και φρονούν ότι, αν υποφέρης με τόσην ευκολίαν το γήρας,
+αυτό οφείλεται όχι τόσον εις τον χαρακτήρα, αλλά εις την
+μεγάλην περιουσίαν την οποίαν έχεις· διότι ο πλούτος,
+ισχυρίζονται, παρέχει πολλά τα ανακουφιστικά.
+
+ — Πράγματι, μου απήντησε, δεν το παραδέχονται· και έχουν μεν
+κάποιο δίκαιον εις τας αντιρρήσεις των, όχι όμως και όσον
+φαντάζονται. Εδώ εφαρμόζεται ο λόγος του Θεμιστοκλέους, που
+είπεν εις τον Σερίφιον εκείνον, ο οποίος τον επείραζε και του
+έλεγε, ότι την δόξαν του την χρεωστεί όχι εις την αξίαν του,
+αλλά εις την πατρίδα που είχε. «Και βέβαια, απεκρίθη ο
+Θεμιστοκλής, ούτε εγώ θα εγενόμην ονομαστός αν ήμην Σερίφιος,
+αλλ' ούτε και συ αν ήσο Αθηναίος». Τον ίδιον λοιπόν λόγον θα
+ημπορούσε να είπη κανείς και εις τους μη πλουσίους ανθρώπους,
+οι οποίοι με δυσκολίαν υποφέρουν το γήρας, ότι δηλαδή, αν η
+πτωχεία δεν δύναται βέβαια να καταστήση πολύ υποφερτόν το γήρας
+εις ένα άνθρωπον μετρημένον και φρόνιμον, ούτε όμως πάλιν
+άνθρωπος μη τοιούτος, με όλα τα πλούτη που θα απέκτα, θα
+ημπορούσε να παρασκευάση δι' εαυτόν γήρας ανεκτόν.
+
+ — Αλλά δεν μου λέγεις, Κέφαλε, — ηρώτησα πάλιν εγώ — τα πολλά
+αυτά πλούτη, που έχεις, τα εύρες έτοιμα, ή τα επηύξησες και ο
+ίδιος; — Τι τα επηύξησα, Σωκράτη; εγώ ως οικονομολόγος υπήρξα
+το μέσον μεταξύ του πάππου μου και του πατρός μου· διότι ο
+πάππος μου, του οποίου φέρω και το όνομα, παραλαβών όσην σχεδόν
+περιουσίαν έχω και εγώ τώρα, την έκαμε πολλές φορές
+περισσοτέραν. Ο πατέρας μου πάλιν ο Λυσανίας την έκαμε ακόμη
+μικροτέραν απ' ό,τι είναι τώρα· εγώ δε θα ήμουν ευχαριστημένος
+εάν δεν αφήσω ολιγώτερα εις αυτούς, αλλά και κάτι μάλιστα
+παραπάνω απ' όσα παρέλαβον.
+
+Σου έκαμα αυτήν την ερώτησιν — είπα εγώ — διότι πάντα μου
+εφάνης ότι δεν πολυαγαπάς τα χρήματα· πράγμα το οποίον συνήθως
+συμβαίνει εις εκείνους οι οποίοι δεν απέκτησαν οι ίδιοι τα
+πλούτη των· ενώ απεναντίας εκείνοι που τα αποκτούν μόνοι των,
+τα αγαπούν διπλάσια από τους άλλους· διότι καθώς οι ποιηταί
+αγαπούν τα ποιήματά των και οι πατέρες τα τέκνα των, κατά τον
+ίδιον τρόπον και οι αφοσιωθέντες εις την απόκτησιν χρημάτων τα
+αγαπούν ως δημιούργημά των, ακόμη δε, όπως και όλοι οι λοιποί
+άνθρωποι, και διότι τα χρησιμοποιούν κ' έτσι είναι και πολύ
+δύσκολοι εις τας σχέσεις των, διότι τίποτε άλλο δεν θέλουν να
+εκτιμούν έξω από τον πλούτον. — Έχεις δίκαιον, μου απήντησεν ο
+Κέφαλος. Και πολύ μεγάλον μάλιστα, επρόσθεσα εγώ· αλλά τόσον
+μόνον ειπέ μου ακόμη· ποίον είναι κατά την γνώμην σου το
+μέγιστον αγαθόν, που έχεις απολαύση από την μεγάλην σου
+περιουσίαν;
+
+ — Εκείνο, μου απήντησε, το οποίον ίσως και να μη μου
+πιστεύσουν οι πολλοί, αν το ακούσουν. Γνώριζε όμως, Σώκρατες,
+ότι, όταν ευρίσκεται κανείς περί τα τέλη της ζωής του, τον
+καταλαμβάνει ένας φόβος και μία συλλογή διά πράγματα, τα οποία
+ούτε έβαζε πριν εις τον νουν του· διότι όλα εκείνα που
+διηγούνται περί του Άδου και περί των τιμωριών, αι οποίαι
+περιμένουν εκεί όσους έπραξαν αδικίας εις αυτόν τον κόσμον, ενώ
+έως τώρα τα περιέπαιζε, τότε δα αρχίζουν και ανησυχούν την
+ψυχήν του, μήπως τάχα είναι αληθινά· και είτε ένεκα της
+αδυναμίας του γήρατος, είτε και διότι ευρίσκεται ίσως
+πλησιέστερον προς εκείνα, τα βλέπει κάπως τώρα καθαρώτερα.
+Ανησυχία λοιπόν και τρόμος γεμίζουν την ψυχήν του, και αρχίζει
+να εξετάζη και αναθεωρή τας πράξεις του, μήπως διέπραξε καμμίαν
+αδικίαν και όστις ευρίσκει εις την ζωήν του πολλά αδικήματα, ο
+φόβος τον κάμνει και μέσα εις τον ύπνον του να πηδά επάνω, όπως
+τα παιδιά, και να ζη πάντοτε εις απελπισίαν. Ενώ όσοι δεν έχουν
+εις την συνείδησίν των το βάρος καμμιάς αδικίας, τους
+παραστέκει πάντα μία ελπίς γλυκεία και αγαθή του γήρατος
+τροφός, καθώς λέγει και ο Πίνδαρος· διότι πράγματι με πολλήν
+χάριν το είπεν εκείνος, Σώκρατες, ότι όστις διέλθη την ζωήν του
+με δικαιοσύνην και ευσέβειαν,
+
+ γλυκειά η ελπίδα του ακλουθά
+ συντρόφισσα στα γερατειά του,
+ που θεραπεύει την καρδιά
+ και κυβερνάει τα λογικά
+ του ανθρώπου του αστάτου.
+
+Όπως πολύ θαυμάσια τα λέγει. Ως προς τούτο λοιπόν εγώ θεωρώ ότι
+τα πλούτη έχουν μεγάλην αξίαν, όχι διά κάθε άνθρωπον βέβαια,
+αλλά διά τον μετρημένον και φρόνιμον. Συντείνουν δηλαδή κατά
+μέγα μέρος εις το να μη εξαναγκασθή κανείς έστω και ακουσίως να
+εξαπατήση ή γελάση τον άλλον και να μη αναχωρήση διά τον άλλον
+κόσμον φοβισμένος εάν τύχη να οφείλη ή θυσίας εις θεόν τινα ή
+χρήματα εις άνθρωπον, και άλλας βεβαίως πολλάς ωφελείας
+παρέχουν^ αλλ' εγώ τουλάχιστον, αν τα σταθμίσω έν προς έν, θα
+έκρινα, ότι αυτή είναι όχι η μικροτέρα χρησιμότης του πλούτου
+δι' άνθρωπον όστις έχει νουν.
+
+ — Ωραιότατα λέγεις, είπον εγώ, Κέφαλε· αλλ' αυτό το πράγμα,
+την δικαιοσύνην, πώς τάχα θα το ορίσωμεν; ότι σημαίνει απλώς:
+να λέγωμεν την αλήθειαν και να αποδίδωμεν εκείνα τα οποία
+ηθέλομεν λάβη παρά τινος, ή μήπως ημπορεί και αυτά ενίοτε μεν
+να είναι δίκαια, ενίοτε όμως και άδικα; παραδείγματος χάριν,
+εάν τις ήθελε λάβη παρ' ενός φίλου του όπλα και έπειτα εκείνος
+ο φίλος τύχη και παραφρονήση, αν του τα ζητή οπίσω, πας τις
+βεβαίως οφείλει να παραδεχθή, ότι ούτε πρέπει να του τα
+αποδώση, ούτε δίκαιος θα ημπορούσε να ονομασθή αν του τα
+απέδιδε· επίσης και να λέγη πάσαν ανυποκρίτως την αλήθειαν εις
+άνθρωπον διατελούντα εν τοιαύτη καταστάσει. — Ορθά τα λέγεις,
+είπεν εκείνος. — Δεν είναι λοιπόν αυτός ο ορισμός της
+δικαιοσύνης, να λέγη τις την αλήθειαν και να αποδίδη εκείνα τα
+οποία ήθελε λάβη.
+
+ — Είναι και παραείναι, Σώκρατες, — είπεν ο Πολέμαρχος λαβών
+τον λόγον — εάν τουλάχιστον οφείλωμεν να πιστεύσωμεν τον
+Σιμωνίδην. — Κ' επάνω εις αυτό — είπεν ο Κέφαλος — σας παραδίδω
+τον λόγον· διότι πρέπει να πηγαίνω να φροντίσω διά την θυσίαν
+μου. — Και λοιπόν, είπον εγώ, ορίζεις τον Πολέμαρχον κληρονόμον
+σου; — Βεβαιότατα, απήντησεν εκείνος γελάσας· και συγχρόνως
+εξήλθε διά την θυσίαν του. — Λέγε μας λοιπόν, είπον εγώ, εσύ ο
+κληρονόμος του λόγου, τι λέγει ο Σιμωνίδης περί δικαιοσύνης, το
+οποίον συ παραδέχεσαι ότι είναι ορθόν; — Λέγει, απήντησεν
+εκείνος, ότι δίκαιον είναι το να αποδίδωμεν εις έκαστον τα
+οφειλόμενα· και εις τούτο ευρίσκω εγώ ότι έχει πληρέστατον
+δίκαιον. — Αλλά βέβαια, είπον εγώ, δεν είναι εύκολον να απιστή
+κανείς εις τον Σιμωνίδην· διότι είναι σοφός και θείος άνθρωπος.
+Τι είναι όμως ακριβώς εκείνο το οποίον λέγει, συ μεν ίσως,
+Πολέμαρχε, να το γνωρίζης, εγώ όμως το αγνοώ· διότι είναι
+φανερόν ότι δεν εννοεί βέβαια, αυτό που ελέγομεν ημείς προ
+ολίγου, ότι δηλ. οφείλει τις να αποδώση εις ένα άνθρωπον ο
+οποίος έχασε τας φρένας του μίαν παρακαταθήκην, την οποίαν του
+ενεπιστεύθη εκείνος όταν τας είχε ακόμη, διότι βέβαια και η
+παρακαταθήκη είναι πράγμα οφειλόμενον· ή όχι; — Ναι — Ώστε κατ'
+ουδένα τρόπον δεν πρέπει να το αποδώσωμεν, όταν το ζητή
+άνθρωπος μη ευρισκόμενος εις τα λογικά του; — Αυτό είναι
+βέβαιον, απήντησεν εκείνος. — Κάτι άλλο λοιπόν εννοεί, καθώς
+φαίνεται, ο Σιμωνίδης, όταν λέγη ότι είναι δίκαιον να
+αποδίδωμεν τα οφειλόμενα. — Χωρίς αμφιβολίαν, είπεν εκείνος·
+καθόσον φρονεί, ότι οφείλουν οι φίλοι να κάμνουν καλόν εις τους
+φίλους των, ουδέποτε όμως κακόν. — Α, τώρα ενόησα, είπα εγώ,
+ότι δηλ. δεν αποδίδει τα οφειλόμενα, εκείνος όστις π. χ.
+αποδίδει μίαν χρηματικήν παρακαταθήκην εις τον φίλον, που του
+την ενεπιστεύθη, εάν και η απόδοσις και η παραλαβή είναι
+βλαβερά· αυτό δεν λέγεις ότι είναι το νόημα του Σιμωνίδου; —
+Βεβαιότατα. — Εις τους εχθρούς του όμως οφείλει τις να αποδίδη
+ό,τι τύχη να τους οφείλη; — Αναμφιβόλως, απήντησεν, εκείνο
+τουλάχιστον που τους οφείλεται· οφείλεται δε, κατά την γνώμην
+μου, εις τον εχθρόν εκ μέρους του εχθρού, εκείνο ακριβώς και
+που του αρμόζει, δηλ. κακόν. — Διετύπωσε λοιπόν, καθώς
+φαίνεται, είπον εγώ, ο Σιμωνίδης ολίγον αινιγματωδώς, ως
+ποιητής που είναι, το δίκαιον, διότι είχε μεν εις τον νουν του
+κατά πάσαν πιθανότητα, ότι δίκαιον είναι το να αποδίδη τις εις
+έκαστον εκείνο που του αρμόζει, τούτο δε ωνόμασεν οφειλόμενον.
+— Αλλά τι άλλο νομίζεις; μου απήντησε. — Κάμε μου λοιπόν την
+χάριν και άκουσε. Εάν κανείς τον ηρώτα· «Ω Σιμωνίδη, ιατρική
+καλείται η τέχνη, η οποία εις τίνας και τι το οφειλόμενον ή
+αρμόζον αποδίδει;» τι νομίζεις ότι θα μας απεκρίνετο; — Φανερόν
+ότι, απήντησεν, εκείνη η οποία προσφέρει εις τα σώματα τα
+φάρμακα, τας τροφάς και τα ποτά. — Τέχνη πάλιν μαγειρική
+καλείται εκείνη η οποία εις τίνας και τι το οφειλόμενον ή
+αρμόζον αποδίδει; — Εις τα φαγητά τα καρυκεύματά των.
+
+ — Σύμφωνοι. Λοιπόν δικαιοσύνη θα εκαλείτο η τέχνη, η οποία εις
+τίνας τι αποδίδει; — Εάν πρέπη να είμεθα συνεπείς με εκείνα τα
+οποία είπομεν πριν, εκείνη η οποία αποδίδει εις τους φίλους και
+τους εχθρούς ωφελείας και βλάβας. — Το να ευεργετή λοιπόν
+κανείς τους φίλους του και να βλάπτη τους εχθρούς του, αυτό
+ονομάζει δικαιοσύνην; — Έτσι μου φαίνεται. — Ποίος λοιπόν είναι
+ικανώτατος να κάμνη καλόν εις φίλους ασθενούντας και κακόν εις
+τους εχθρούς εις ό,τι αποβλέπει την ασθένειαν και την υγιείαν;
+— Ο ιατρός. — Και ποίος εις τους ταξιδεύοντας, όσον αφορά τους
+κινδύνους της θαλάσσης; — Ο κυβερνήτης.
+
+ — Ο δε δίκαιος πάλιν, εις ποίαν πράξιν και όσον αφορά ποίον
+έργον είναι ικανώτατος να ωφελή τους φίλους και να βλάπτη τους
+εχθρούς; — Εις τον πόλεμον, μου φαίνεται, μαχόμενος μεν
+εναντίον αυτών, υπερασπιζόμενος δε εκείνους. — Έστω· εις τους
+μη ασθενούντας όμως, φίλε Πολέμαρχε, ο ιατρός είναι άχρηστος. —
+Πραγματικώς. — Και εις τους μη ταξιδεύοντας επίσης ο
+κυβερνήτης. — Ναι. Και ο δίκαιος άρα γε κατά τον αυτόν λόγον
+είναι άχρηστος εις τους μη πολεμούντας; — Δεν ημπορώ να το
+παραδεχθώ ολότελα αυτό. — Ώστε είναι χρήσιμον άρα γε πράγμα και
+εν ειρήνη η δικαιοσύνη; — Χρήσιμον. — Αλλά και η γεωργία είναι
+επίσης· ή όχι; — Ναι. — Διά την εσοδείαν βέβαια καρπού. — Ναι.
+— Αλλά και το επάγγελμα προσέτι του υποδηματοποιού; — Ναι. —
+Προς κατασκευήν βέβαια υποδημάτων, μου φαίνεται ότι θα απήντας.
+— Σωστά.
+
+ — Αι, λοιπόν! η δικαιοσύνη προς ποίαν χρήσιν ή προς ποίον
+έργον θα μου απαντούσες ότι είναι ωφέλιμος εν ειρήνη; — Εις τας
+συναλλαγάς, Σωκράτη. — Συναλλαγάς δε εννοείς τους
+συνεταιρισμούς, ή τίποτε άλλο; — Αυτό ακριβώς. — Άρα γε λοιπόν
+εις το παιγνίδιον των κύβων έξαφνα καλός και χρήσιμος σύντροφος
+θα ήτο ο δίκαιος, ή ο εξ επαγγέλματος παίκτης; — Ο παίκτης. —
+Και όσον αφορά την συναρμογήν πλίνθων και λίθων, ο δίκαιος θα
+ήτο χρησιμότερος και προτιμότερος να συνεργασθή μαζί σου, παρά
+ο οικοδόμος; — Κάθε άλλο βέβαια. — Αλλά περί τίνος λοιπόν
+πράγματος προκειμένου θα επεζήτεις την σύμπραξιν του δικαίου
+μάλλον παρά του μουσικού, όπως πάλιν έξαφνα θα ήτο μάλλον
+επιζήτητος ο μουσικός προκειμένου περί κανενός οργάνου; — Μα,
+μου φαίνεται, εάν επρόκειτο περί διαχειρίσεως χρημάτων. — Εκτός
+όμως πάλιν ίσως, Πολέμαρχε, όταν θα εχρειάζετο να κάμης χρήσιν
+χρημάτων, εις περίπτωσιν που απεφασίζετο να προβήτε από κοινού
+εις αγοράν ή πώλησιν κανενός ίππου· διότι τότε, νομίζω, θα
+εχρειάζετο ο ειδικός εμπειρογνώμων· ή όχι; — Φαίνεται. — Όπως
+και αν επρόκειτο περί πλοίου, ο ναυπηγός ή ο κυβερνήτης. —
+Μάλιστα. — Ποίαν λοιπόν από κοινού χρήσιν όταν θέλω να κάμω των
+χρημάτων μου, θα μου ήτο ο δίκαιος χρησιμώτερος από κάθε άλλον;
+— Όταν θέλης να τα βάλης παρακαταθήκην και να τα διαφυλάξης από
+πάσαν απώλειαν. — Α, ώστε λοιπόν λέγεις, όταν δεν θέλω να τα
+εργασθώ, αλλά να τα αφήσω να κάθωνται; — Εννοείται. — Όταν
+λοιπόν είναι άχρηστα τα χρήματα, τότε είναι χρήσιμος δι' αυτά η
+δικαιοσύνη. — Καθώς φαίνεται . . . — Και όταν λοιπόν πρέπη να
+διαφυλάξω και κανέν δρέπανον ή ιδικόν μου ή από κοινού με
+κανένα άλλον, και τότε θα μου χρησιμεύση η δικαιοσύνη· ενώ,
+όταν πρόκειται να το μεταχειρισθώ, η αμπελουργική. — Φαίνεται.
+— θα είπης επομένως, και όταν χρειασθή να φυλάξω καμμίαν ασπίδα
+και λύραν και να μην τα μεταχειρίζωμαι, ότι είναι χρήσιμος τότε
+η δικαιοσύνη, ενώ εις την εναντίαν περίπτωσιν η οπλομαχητική
+και η μουσική. — Κατ' ανάγκην. — Ώστε και δι' όλα τα άλλα η
+δικαιοσύνη άχρηστος μεν είναι διά την χρήσιν εκάστου πράγματος,
+χρήσιμος δε μόνον διά την αχρηστίαν του;
+
+ — Εκεί καταντά.
+
+ — Δεν θα ήτο λοιπόν, φίλε μου, και πάρα πολύ σπουδαίον πράγμα
+η δικαιοσύνη, εάν η χρησιμότης της περιωρίζετο μόνον εις τα
+άχρηστα· και παρακολούθησε τώρα αυτόν τον συλλογισμόν μου. Άρα
+γε εκείνος όστις, είτε εις την πυγμαχίαν είτε και εις άλλην
+τινά μάχην, είναι επιτηδειότατος να καταφέρη κτυπήματα, δεν
+είναι συγχρόνως και επιτηδειότατος να προφυλαχθή από τα
+πλήγματα του αντιπάλου του; — Είναι βεβαιότατα. — Άρα λοιπόν
+και εκείνος που είναι ικανώτατος να προφυλαχθή από νόσον, δεν
+είναι και ο πλέον επιτήδειος να την εμβάλη εις ένα άλλον: — Μου
+φαίνεται. — Τοιουτοτρόπως πρέπει να παραδεχθώμεν, ότι εκείνος
+είναι ο άριστος φύλαξ ενός στρατοπέδου, όστις δύναται να
+προβλέψη και να κλέψη τα σχέδια και τας λοιπάς πράξεις των
+εχθρών — Χωρίς αμφιβολίαν. — Κατά συνέπειαν ο καταλληλότατος
+φύλαξ ενός πράγματος είναι συνάμα και ο επιτηδειότατος κλέπτης
+αυτού. — Φαίνεται.
+
+ — Εάν επομένως ο δίκαιος είναι ικανός να φυλάξη χρήματα, θα
+ήτο επίσης και ικανώτατος να τα κλέψη. — Αυτό τουλάχιστον είναι
+το συμπέρασμα του συλλογισμού μας. — Νά λοιπόν που απεδείχθη
+κλέπτης ο δίκαιος· και φαίνεται να έλαβες αυτό το μάθημα από
+τον Όμηρον· διότι και εκείνος έχει ιδιαιτέραν στοργήν προς τον
+Αυτόλυκον, τον προς μητρός πάππον του Οδυσσέως, και λέγει ότι
+υπερέβαινεν όλους τους ανθρώπους εις την κλεπτοσύνην και την
+ψευδορκίαν· και φαίνεται επομένως και κατά σε και κατά τον
+Όμηρον και κατά τον Σιμωνίδην, ότι η δικαιοσύνη είναι κάποια
+τέχνη κλοπής, μόνον όπου γίνεται προς ωφέλειαν των φίλων και
+προς βλάβην των εχθρών· δεν έλεγες έτσι; — Όχι βέβαια, μα τον
+θεόν! Αλλά και εγώ δεν γνωρίζω τώρα τι έλεγα· εις αυτό όμως
+επιμένω ακόμη, ότι η δικαιοσύνη ωφελεί μεν τους φίλους βλάπτει
+δε τους εχθρούς.
+
+ — Αλλά τι εννοείς λέγων φίλους; εκείνους, οι οποίοι μας
+φαίνονται άνθρωποι χρηστοί, ή εκείνους, οι οποίοι είναι
+πράγματι χρηστοί, και αν ακόμη δεν τους θεωρούμεν τοιούτους; το
+ίδιον δε και περί των εχθρών; — Φυσικόν είναι, όσους θεωρούμεν
+χρηστούς να τους αγαπώμεν, και όσους πάλιν νομίζομεν φαύλους να
+τους μισώμεν. — Αλλά τάχα δεν συμβαίνει πολλές φορές να
+απατώνται οι άνθρωποι εις τας κρίσεις των και να νομίζουν
+χρηστούς πολλούς ανθρώπους δίχως να είναι, και το εναντίον; —
+Βεβαίως συμβαίνει. — Ώστε εις τους τοιούτους οι μεν αγαθοί
+είναι εχθροί, οι δε κακοί φίλοι. — Μάλιστα. — Αλλ' όμως έχουν
+δίκαιον τότε αυτοί να ωφελούν μεν τους πονηρούς, να βλάπτουν δε
+τους αγαθούς. — Φαίνεται. — Και όμως οι αγαθοί είναι δίκαιοι
+και ανίκανοι να προξενήσουν κακόν. — Αληθέστατον. — Σύμφωνα
+όμως με τον λόγον σου είναι δίκαιον να βλάπτωμεν ανθρώπους, που
+δεν μας κάμνουν κανένα κακόν. — Το αποκρούω αυτό διαρρήδην,
+Σώκρατες· είναι ημαρτημένον προφανώς το συμπέρασμα. — Τους
+αδίκους λοιπόν είναι δίκαιον να βλάπτωμεν, τους δε δικαίους να
+ωφελούμεν. — Αυτό φαίνεται σωστότερον. — Θα συμβή όμως εις
+πολλούς, Πολέμαρχε, οίτινες απατώνται εις τας περί των ανθρώπων
+κρίσεις των, να είναι δίκαιον τους μεν φίλους να βλάπτουν,
+διότι τους θεωρούν φαύλους, τους δε εχθρούς να ωφελούν, διότι
+είναι κατ' αυτούς χρηστοί. Και έτσι φθάνομεν εις το αντίθετον
+συμπέρασμα από εκείνο, που είπομεν ότι εννοεί ο Σιμωνίδης.
+
+ — Και πράγματι, είπεν, εκεί καταντώμεν αλλ' ας μεταβάλωμεν τον
+ορισμόν του φίλου και του εχθρού, αφού φαίνεται πως δεν τον
+εθέσαμεν εξ αρχής ορθώς. — Και πώς τον εθέσαμεν, Πολέμαρχε; —
+Ότι φίλος είναι εκείνος που τον θεωρούμεν ως χρηστόν. — Και
+τώρα πώς να τον μεταβάλωμεν; ηρώτησα εγώ. — Εκείνος ο οποίος
+και θεωρείται και είναι πράγματι χρηστός· ενώ εκείνος ο οποίος
+απλώς νομίζεται τοιούτος, χωρίς και να είναι πράγματι, μόνον
+κατά το φαινόμενον θα ήτο φίλος· το ίδιον δε ισχύει και περί
+του εχθρού. — Ώστε κατά τούτον τον λόγον, όπως φαίνεται, φίλος
+μεν θα είναι ο αγαθός άνθρωπος, εχθρός δε ο φαύλος. — Ναι. —
+Δίδεις λοιπόν την άδειαν να κάμωμεν μίαν προσθήκην και εις τον
+προηγούμενον εκείνον ορισμόν μας της δικαιοσύνης, κατά τον
+οποίον ελέγομεν ότι δίκαιον είναι να ωφελούμεν τον φίλον και να
+βλάπτωμεν τον εχθρόν; και να λέγωμεν τώρα, ότι δίκαιον είναι να
+ωφελούμεν τον φίλον, όταν ούτος είναι χρηστός άνθρωπος, να
+βλάπτωμεν δε τον εχθρόν, όταν είναι φαύλος; — Συμφωνότατος, μου
+απεκρίθη, κ' έτσι μάλιστα, καμμίαν αντιλογίαν δεν θα επεδέχετο
+το πράγμα.
+
+ — Αλλά πώς; είπον εγώ· είναι τάχα ίδιον του δικαίου, να κάμνη
+κακόν, έστω και εις οιονδήποτε άνθρωπον; — Αναμφιβόλως, μου
+απεκρίθη, οφείλει βέβαια τουλάχιστον εις τους εχθρούς οι οποίοι
+είναι φαύλοι. — Και δεν μου λέγεις, οι ίπποι εις τους οποίους
+κάμνουν κακόν, γίνονται καλύτεροι ή χειρότεροι: — Χειρότεροι. —
+Ως προς τι; ως προς τας αρετάς άρα γε που προσιδιάζουν εις
+αυτούς, ή εις τους σκύλους; — Εις αυτούς βέβαια.
+
+Και οι σκύλοι επομένως, όταν τους κάμνουν κακόν, γίνονται
+χειρότεροι ως προς τας αρετάς, αι οποίαι προσιδιάζουν εις
+αυτούς και όχι εις τους ίππους. — Κατ' ανάγκην. — Και περί των
+ανθρώπων λοιπόν, φίλε μου, δεν θα είπωμεν κατά τον ίδιον
+τρόπον, ότι βλαπτόμενοι γίνονται χειρότεροι εις την
+προσιδιάζουσαν εις αυτούς αρετήν; — Πολύ μάλιστα. — Αλλά η
+δικαιοσύνη δεν είναι ανθρωπίνη αρετή; — Δεν υπάρχει αντίρρησις.
+— Επομένως οι βλαπτόμενοι άνθρωποι ανάγκη πάσα να γίνωνται
+αδικώτεροι. — Φαίνεται.
+
+ — Αλλά οι μουσικοί εν τη ιδιότητι της τέχνης των ημπορούν να
+καταστήσουν τινά άμουσον; — Αδύνατον. — Και ένας διδάσκαλος της
+ιππικής ημπορεί με την τέχνην του να κάμη κάποιον ανίκανον εις
+αυτήν; — Δεν ημπορεί. — Αλλά με την δικαιοσύνην λοιπόν οι
+δίκαιοι να κάμουν αδίκους; ή και γενικώς οι αγαθοί με την
+αρετήν να κάμουν κακούς; — Αλλά αδύνατον. — Διότι βέβαια δεν
+είναι της θερμότητος το έργον να παράγη ψύχος, αλλά του
+αντιθέτου της. — Βέβαια. — Ούτε του αγαθού να προξενή κακόν,
+αλλά του εναντίου του. — Φαίνεται.
+
+ — Αλλά ο δίκαιος άνθρωπος είναι αγαθός; — Είναι βέβαια. — Δεν
+είναι λοιπόν του δικαίου το έργον να κάμνη κακόν, Πολέμαρχε,
+εις κανένα ούτε εις φίλον ούτε εις οποιονδήποτε άλλον, αλλά του
+εναντίου του, δηλ. του ανθρώπου του αδίκου. — Παραδέχομαι ότι
+έχεις πληρέστατον δίκαιον, Σωκράτη.
+
+ — Εάν λοιπόν λέγη κανείς, ότι η δικαιοσύνη είναι το να αποδίδη
+τις εις έκαστον τα οφειλόμενα, και εννοεί δι' αυτού ότι ο
+δίκαιος άνθρωπος οφείλει εις μεν τους εχθρούς βλάβην, εις δε
+τους φίλους ωφέλειαν, δεν ήτο βέβαια σοφός εκείνος που το είπε·
+διότι δεν έλεγε την αλήθειαν, εύρομεν δε προ ολίγου ότι
+ουδέποτε είναι δίκαιον να βλάπτη τις. — Είμαι σύμφωνος. — Και
+θα αντικρούσωμεν επομένως από κοινού, εγώ και συ, πάντα όστις
+ήθελεν ισχυρισθή ότι είπε τοιούτον πράγμα ή ο Σιμωνίδης ή ο
+Βίας ή ο Πιττακός ή κανείς άλλος από τους σοφούς και μακαρίους
+άνδρας. — Έτοιμος να λάβω το μέρος μαζί σου, απεκρίθη. — Αλλά
+γνωρίζεις τίνος μου φαίνεται ότι είναι αυτό το αξίωμα, που
+λέγει ότι δίκαιον είναι τους μεν φίλους να ωφελούμεν, τους δε
+εχθρούς να βλάπτωμεν; Τίνος; ηρώτησε. — Στοχάζομαι ότι θα είναι
+ή του Περιάνδρου ή του Περδίκκα ή του Ξέρξου ή του Ισμηνίου του
+Θηβαίου ή κανενός άλλου πλουσίου, που είχε μεγάλην ιδέαν διά
+την δύναμίν του. — Αλήθεια λέγεις. — Έστω. είπα εγώ, αλλ' αφού
+ευρέθη ότι ουδέ εις τούτο έγκειται η δικαιοσύνη, πώς λοιπόν
+αλλέως να την ορίση κανείς;
+
+Καθ' όλον αυτόν τον διάλογόν μας πολλές φορές ο Θρασύμαχος
+έκαμε εν τω μεταξύ να μας διακόψη και να αναμιχθή, εις την
+συζήτησιν, συνεκρατείτο όμως υπό των παρακαθημένων, οι οποίοι
+ήθελον να μας ακούσουν ως το τέλος. Αφού όμως ετελειώσαμεν
+πλέον, και είπα εγώ αυτά, δεν ημπόρεσε πλέον να κρατηθή, αλλά
+συστραφείς ως θηρίον εχύθηκε κατ' επάνω μας, ως διά να μας
+διασπαράξη. Και εγώ και ο Πολέμαρχος εζαρώσαμεν από τον φόβον
+μας. Εκείνος δε ανέκραξεν εις το μέσον. — Τι είναι αυτή η
+φλυαρία που σας κρατεί τόση ώρα, Σωκράτη; Και τι μας παίζετε
+τους κουτούς, προσποιούμενοι πότε ο ένας πότε ο άλλος ότι
+πέφτει εις το πάλαιμα; Αλλ' αν θέλης αληθινά να γνωρίσης τι
+είναι το δίκαιον, να μη περιορίζεσαι να ερωτάς μόνον, και να
+ικανοποιής την ματαιοδοξίαν σου ελέγχων τας αποκρίσεις των
+άλλων, αλλά να αποκριθής και συ ο ίδιος και να μας ειπής, τι
+λέγεις ότι είναι το δίκαιον· πρόσεχε όμως μη μου απαντήσης ότι
+είναι το πρέπον, ή το ωφέλιμον, ή το επικερδές, ή το συμφέρον,
+αλλά να μου λέγης σαφώς και ακριβώς ό, τι έχεις να είπης· διότι
+δεν είμαι εγώ από εκείνους να τα χάφτω, εάν μας λέγης τέτοια
+αερολογήματα.
+
+Και εγώ εις το άκουσμα αυτό εξαφνίστηκα, τα έχασα, τον έβλεπα
+μετά τρόμου, και νομίζω και την φωνήν μου θα έχανα, αν δεν τον
+εκύτταζα εγώ πριν να με κυττάξη εκείνος· διότι ευτυχώς επρόλαβα
+και τον εκύτταξα πρώτος, μόλις ήρχισε να εξαγριώνεται, και έτσι
+ημπόρεσα να του αποκριθώ, και του είπα με μια κάποια τρεμούλα.
+— Μην είσαι, Θρασύμαχε, τόσον σκληρός μαζί μας! εάν υπεπέσαμεν
+εις κανένα σφάλμα κατά την εξέλιξιν του διαλόγου μας, έσο
+πεπεισμένος ότι δεν το εκάμαμεν εκουσίως. Εάν επρόκειτο έξαφνα
+περί αναζητήσεως χρυσίου, δεν θα επίστευες βέβαια ποτέ ότι θα
+ημπορούσαμεν να κάμνωμεν εκουσίως αυτάς τας αμοιβαίας
+υποχωρήσεις προς αλλήλους κατά την αναζήτησίν του και θα
+εχάναμεν άδικα τους κόπους μας διά να το εύρωμεν· πολλώ μάλλον
+αφού επρόκειτο περί δικαιοσύνης, που είναι από όλον τον χρυσόν
+του κόσμου πολυτιμότερον, δεν ήτο δυνατόν βέβαια να υποχωρούμεν
+τόσον ανόητα προς αλλήλους και να μη βάζωμεν όλα μας τα δυνατά
+διά να το ανακαλύψωμεν μίαν ώραν αρχύτερα· να είσαι πεπεισμένος
+δι' αυτό. φίλε μου· αλλά, φαίνεται, δεν έφθαναν ως εκεί αι
+δυνάμεις μας· και σεις οι σπουδαίοι είναι φυσικώτερον να
+οικτίρετε μάλλον την αδυναμίαν μας παρά να αγανακτήτε μαζί μας.
+
+ — Μα τον Ηρακλέα! είπε τότε ο Θρασύμαχος ανακαγχάζων με ένα
+προσποιημένον γέλωτα, νά την η συνηθισμένη εκείνη ειρωνεία του
+Σωκράτους· αλλά τα ήξευρα εγώ και τα προέλεγα εις αυτούς, ότι
+συ θα απέφευγες να απαντήσης και θα το εγύριζες εις τας
+ειρωνείας, και ότι κάθε άλλο θα έκανες παρά να αποκριθής, εάν
+σε ερωτήση κανείς. — Αληθινά σοφός είσαι, Θρασύμαχε, του είπα
+εγώ· το ήξευρες πολύ καλά ότι, αν ερωτούσες κανένα, «πόσα είναι
+τα δώδεκα», συγχρόνως όμως του προέλεγες· «κύτταξε μόνον να μη
+μου απαντήσης ότι είναι δύο φορές έξ ή τρείς φορές τέσσερα, ή
+έξ φορές δύο, ή τέσσαρες φορές τρία, διότι δεν θα παραδεχθώ να
+ακούσω τοιαύτας φλυαρίας», το ήξευρες, λέγω, εκ των προτέρων,
+ότι κανείς δεν θα ημπορούσε να σου απαντήση εις ερώτησιν την
+οποίαν έθεσες τοιουτοτρόπως· αλλ' αν σου έλεγε· «τι είναι αυτά,
+Θρασύμαχε; να μη σου δώσω καμμίαν από αυτάς τας αποκρίσεις, που
+απηγόρευσες, και αν ακόμη μέσα εις αυτάς περιείχετο η μόνη
+αληθινή, παρά να σου είπω άλλο τι, έξω από αυτήν;», τι θα του
+έλεγες;
+
+ — Ναι δα! απήντησεν ο Θρασύμαχος· πόσον είναι όμοιον μ'
+εκείνο! — Δεν έχει να κάμη τίποτε, είπα εγώ· διότι και αν δεν
+είναι όμοιον, φαίνεται όμως τοιούτον εις τον ερωτηθέντα,
+νομίζεις ότι δεν θα δώση εκείνος την απάντησιν που του φαίνεται
+ορθή, είτε του το απαγορεύσωμεν ημείς, είτε όχι; — Αυτό λοιπόν
+έχεις και συ σκοπόν να κάμης; μου είπε· σκέπτεσαι να δώσης
+καμμίαν από τας απαντήσεις που σου απηγόρευσα;
+
+ — Δεν θα ήτο διόλου παράξενον, του απήντησα εγώ, εάν, αφού
+εξήταζα καλά το ζήτημα, ελάμβανα τοιαύτην απόφασιν.
+
+ — Τι θα ειπής όμως, εάν εγώ σου δείξω άλλην απόκρισιν
+διαφορετικήν από όλας εκείνας και συγχρόνως καλυτέραν εν σχέσει
+με την δικαιοσύνην; τι δέχεσαι να πάθης; — Τι άλλο, απήντησα
+εγώ, παρά ό, τι ταιριάζει να παθαίνη εκείνος που δεν γνωρίζει
+κάτι; δηλαδή, να το μάθη από τον γνωρίζοντα· και εγώ λοιπόν
+δέχομαι να το πάθω αυτό.
+
+ — Είσαι νόστιμος, μου είπε· να μάθης βέβαια, αλλά να πληρώσης
+συγχρόνως και χρήματα. — Όταν μου ευρεθούν . . . — Ευρίσκονται,
+ευρίσκονται, είπεν ο Γλαύκων αν πρόκειται διά χρήματα, λέγε,
+Θρασύμαχε· διότι όλοι ημείς θα συνεισφέρωμεν διά τον Σωκράτη. —
+Ναι· πώς όχι, απήντησεν εκείνος, διά να κάμη πάλιν ο Σωκράτης
+τα συνηθισμένα του, να μην αποκρίνεται ο ίδιος, αλλά να λαμβάνη
+τον λόγον και να εξελέγχη τας αποκρίσεις του άλλου. — Μα και
+πώς, καλέ μου άνθρωπε, είπα εγώ, θέλεις να αποκρίνεται ένας ο
+οποίος πρώτον μεν δεν γνωρίζει και ομολογεί την άγνοιάν του,
+έπειτα, και αν έχη και καμμίαν ιδέαν περί αυτών, του απηγορεύθη
+από άνθρωπον όχι αξιοκαταφρόνητον να απαντήση τίποτε από εκείνα
+που νομίζει σωστά; Ώστε συ είναι φυσικώτερον να λάβης τον
+λόγον, αφού μάλιστα ισχυρίζεσαι ότι γνωρίζεις και έχεις να
+ειπής κάτι περί της δικαιοσύνης· μη θέλης λοιπόν παρακλήσεις,
+αλλά και εμένα κάμε μου την χάριν, και διά τον Γλαύκωνα αυτόν
+και τους άλλους μη φθονής τα φώτα σου.
+
+Αφού είπα αυτά, και ο Γλαύκων και οι άλλοι συνήνωσαν τας
+παρακλήσεις των· και ο Θρασύμαχος εφαίνετο μεν ότι διεφλέγετο
+υπό της επιθυμίας να ομιλήση, διά να επισπάση την επιδοκιμασίαν
+του ακροατηρίου, επειδή ήτο πεπεισμένος ότι θα έλεγε θαυμάσια
+πράγματα· αλλ' ακόμη έκαμνεν ότι επροσποιείτο και επέμενεν εις
+το ότι εγώ είμαι ο αποκρινόμενος.
+
+Εις το τέλος υπεχώρησε και — Αυτή δα, είπεν, είναι η σοφία του
+Σωκράτους, να μη θέλη ο ίδιος να διδάσκη, αλλά να γυρίζη και να
+μανθάνη από τους άλλους, χωρίς μάλιστα και να τους το γνωρίζη
+χάριν. — Ότι πράγματι μανθάνω από τους άλλους, είπα εγώ, αυτό
+είναι η αλήθεια, Θρασύμαχε· έχεις άδικον όμως να λέγης και ότι
+δεν τους το χρεωστώ χάριν· εγώ απεναντίας πληρώνω, όπως ημπορώ,
+το χρέος μου· και ημπορώ μόνον να επαινώ· διότι χρήματα δεν
+έχω· και πόσον πρόθυμα το κάμνω αυτό, θα το γνωρίσης και συ
+πολύ καλά αμέσως, αφού αποκριθής· διότι στοχάζομαι ότι θα είπης
+ωραία πράγματα.
+
+ — Άκουε λοιπόν, είπεν εκείνος. Λέγω ότι το δίκαιον δεν είναι
+τίποτε άλλο παρά το συμφέρον του ισχυροτέρου. Μα πώς; δεν
+επικροτείς λοιπόν; Δεν σε βλέπω πολύ πρόθυμον. — Πώς; του
+απήντησα· αφού όμως πρώτα καταλάβω τι εννοείς· διότι ακόμη δεν
+ενόησα· ισχυρίζεσαι ότι δίκαιον είναι το συμφέρον του
+ισχυροτέρου· και τι εννοείς μ' αυτό, Θρασύμαχε; διότι βέβαια
+δεν θέλεις να είπης ότι, αφού ο Πολυδάμας ο αθλητής είναι
+ισχυρότερός μας και τον συμφέρει προς διατήρησιν των σωματικών
+του δυνάμεων να τρώγη βωδινά κρέατα, το ίδιον είναι και δι'
+ημάς τους ασθενεστέρους του συμφέρον και δίκαιον.
+
+ — Είσαι άνοστος, Σωκράτη· και πάντα ζητείς να τα γυρίζης εις
+τρόπον που να καταστρέφης την συζήτησιν. — Κάθε άλλο, καλέ μου,
+του απήντησα εγώ· μόνον να μου ειπής σαφέστερον τι εννοείς. —
+Και δεν γνωρίζεις λοιπόν, μου είπεν, ότι άλλαι μεν πόλεις
+έχουσι μοναρχικά πολιτεύματα, άλλαι δε αριστοκρατικά και άλλαι
+τέλος, δημοκρατικά; — Το γνωρίζω.
+
+ — Λοιπόν εις εκάστην πολιτείαν δεν είναι ισχυρότερον εκείνο το
+οποίον έχει την κυβέρνησιν των πραγμάτων; — Βεβαιότατα.
+
+ — Και εκάστη κυβέρνησις δεν θέτει τους νόμους συμφώνως προς το
+συμφέρον της, η μεν δημοκρατία δημοκρατικούς, η βασιλεία
+μοναρχικούς, και αι λοιπαί ομοίως; Και αφού άπαξ τους θέσουν,
+ορίζουν ότι τούτο είναι δίκαιον διά τους υπηκόους, εκείνο δηλ.
+που συμφέρει εις τον εαυτόν τους, και όσοι τολμήσουν να
+εξέλθουν από αυτό τους τιμωρούν, ως παρανομούντας και
+αδικούντας· αυτό λοιπόν είναι, σοφολογιώτατέ μου, που λέγω ότι
+εις όλας τας πόλεις είναι το ίδιον το δίκαιον, δηλ. το συμφέρον
+της υφισταμένης εξουσίας· αυτή δε είναι, ως γνωστόν, το
+ισχυρότερον, ώστε συμβαίνει διά τον γνωρίζοντα να σκέπτεται, να
+είναι το αυτό παντού και πάντοτε το δίκαιον, δηλ. το συμφέρον
+του ισχυροτέρου.
+
+ — Τώρα μάλιστα, ενόησα τι λέγεις, είπα εγώ· αν όμως είναι και
+αληθές αυτό, ή όχι, θα προσπαθήσω να το καταλάβω. Το συμφέρον
+λοιπόν απεκρίθης και συ Θρασύμαχε, ότι είναι το δίκαιον· αν και
+εις εμένα απηγόρευες τότε να απαντήσω έτσι, με μόνην την
+διαφοράν ότι επρόσθεσες εσύ και του ισχυροτέρου. — Μικρά ίσως
+προσθήκη, είπεν εκείνος. — Δεν ηξεύρομεν ακόμη αν δεν είναι και
+μεγάλη· τούτο μόνον ηξεύρω, ότι πρέπει να εξετάσωμεν εάν είναι
+αληθές αυτό που λέγεις· διότι επειδή και εγώ οπωσδήποτε είμαι
+σύμφωνος, ότι το δίκαιον είναι κάποιο συμφέρον, εσύ δε
+προσθέτεις και λέγεις: το συμφέρον του ισχυροτέρου — πράγμα το
+οποίον εγώ αγνοώ — ανάγκη να το εξετάσωμεν. — Εξέταζε λοιπόν. —
+Αυτό και θα κάμω· αλλά ειπέ μου, και το να πείθεται κανείς εις
+τους άρχοντας, δεν λέγεις ότι είναι δίκαιον και αυτό; —
+Βεβαιότατα. — Αλλά οι άρχοντες εις τας διαφόρους πόλεις είναι
+τάχα αναμάρτητοι, ή δύνανται και αυτοί να υποπέσουν εις
+σφάλματα; — Βεβαίως δύνανται. — Ώστε όταν αναλαμβάνουν να
+θέσουν νόμους, άλλους μεν θέτουν ορθώς, μερικούς όμως και όχι.
+— Αυτό φρονώ και εγώ. — Και άραγε οι μεν ορθώς νομοθετημένοι θα
+είναι σύμφωνοι με το συμφέρον των, οι δε άλλοι ασύμφοροι δι'
+εαυτούς; ή πώς λέγεις; — Έτσι ακριβώς. — Όσα όμως νομοθετήσουν,
+οφείλουν να τα τηρώσιν οι υπήκοοι, και εις τούτο έγκειται το
+δίκαιον, καθώς είπομεν; — Πώς όχι; — Δίκαιον λοιπόν, κατά τον
+λόγον σου, είναι όχι μόνον το συμφέρον του ισχυροτέρου, αλλά
+και το εναντίον, το μη συμφέρον.
+
+ — Καλέ τι μας λέγεις! — Εκείνα που λέγεις εσύ, όπως μου
+φαίνεται· και ας εξετάσωμεν το πράγμα καλύτερα. Δεν εμείναμεν
+σύμφωνοι ότι οι άρχοντες επιβάλλοντες το πρακτέον εις τους
+υπηκόους των αστοχούν ενίοτε το συμφέρον των, είναι όμως
+δίκαιον οι υπήκοοι να πράττουν πάντοτε τα προστεταγμένα; δεν το
+παρεδέχθημεν αυτό; — Ναι, νομίζω. — Ομολόγησε λοιπόν ότι έχεις
+παραδεχθή, αφού λέγεις ότι δίκαιον είναι οι υπήκοοι να πράττουν
+όσα προστάττουν οι άρχοντες, ότι είναι δίκαιον επίσης να
+πράττουν και όσα είναι ασύμφορα διά τους άρχοντας και τους
+ισχυροτέρους, όταν ούτοι ακουσίως νομοθετήσουν πράγματα εναντία
+προς το συμφέρον των· ώστε δεν πρέπει τότε κατ' ανάγκην να
+συμβαίνη, σοφώτατε Θρασύμαχε, να είναι δίκαιον όλως διόλου το
+εναντίον από εκείνο που έλεγες; αφού λαμβάνει διαταγήν και
+είναι υποχρεωμένος ο ασθενέστερος να κάμνη εκείνο που είναι
+ασύμφορον διά τον ισχυρότερον;
+
+ — Δίχως αμφιβολίαν, Σώκρατες, διέκοψεν ο Πολέμαρχος, αυτό
+είναι προφανέστατον. — Χωρίς άλλο, έλαβε τον λόγον και είπεν ο
+Κλειτοφών, εάν και συ βέβαια το μαρτυρής. — Και τι ανάγκην έχει
+μάρτυρος, επανέλαβεν, αφού ο ίδιος ο Θρασύμαχος ομολογεί, ότι
+οι μεν άρχοντες προστάττουν ενίοτε πράγματα κακά διά τους
+εαυτούς των, οι δε υπήκοοι είναι δίκαιον να τα εκτελούν; — Το
+να πράττουν απλώς τα προσταττόμενα υπό των αρχόντων, Πολέμαρχε,
+ώρισεν ότι είναι δίκαιον ο Θρασύμαχος. — Ναι, αλλά ώρισε
+προσέτι, Κλειτοφών, ότι το συμφέρον του ισχυροτέρου είναι το
+δίκαιον· και αφού έθεσε τα δύο αυτά αξιώματα, ωμολόγησε πάλιν
+ότι ενίοτε οι ισχυρότεροι προστάττουν εις τους ασθενεστέρους να
+κάμνουν πράγματα ασύμφορα διά τους εαυτούς των· και από αυτάς
+τας δύο ομολογίας εξάγεται το συμπέρασμα, ότι το δίκαιον θα ήτο
+όχι περισσότερον εκείνο που συμφέρει τους ισχυροτέρους, παρά
+και εκείνο που δεν τους συμφέρει.
+
+ — Αλλά, είπεν ο Κλειτοφών, λέγων ο Θρασύμαχος το συμφέρον του
+ισχυροτέρου ενοούσε εκείνο που κρίνει ο ισχυρότερος ως συμφέρον
+του· και αυτό πρέπει να πράττη ο ασθενέστερος, και αυτό ώριζεν
+ότι είναι το δίκαιον. — Ναι, μα δεν έλεγε καθόλου έτσι, είπεν ο
+Πολέμαρχος. — Δεν σημαίνει δα και τίποτε, είπα εγώ, Πολέμαρχε,
+αλλ' αν θέλη να δώση τώρα αυτήν την εξήγησιν ο Θρασύμαχος,
+εμείς το δεχόμεθα και αυτό. Ειπέ μου λοιπόν, Θρασύμαχε, αυτό
+είναι που ενοούσες με το δίκαιον, το συμφέρον δηλαδή του
+ισχυροτέρου, όπως το κρίνει αυτός ο ίδιος, αδιάφορον εάν
+πράγματι τον συμφέρη, είτε και όχι;
+
+ — Εγώ; καθόλου! νομίζεις λοιπόν ότι ονομάζω ισχυρότερον έναν
+άνθρωπον σφαλλόμενον, εφ' όσον σφάλλεται; — Πραγματικώς, είπον,
+αυτό ενόμιζα πως έλεγες, όταν παρεδέχεσο ότι οι άρχοντες δεν
+είναι αναμάρτητοι, αλλά περιπίπτουν και εις σφάλματα κάποτε. —
+Βέβαια, διότι είσαι συκοφάντης εις τους λόγους, Σώκρατες· αλλά,
+δεν μου λέγεις, ιατρόν ονομάζεις εσύ έξαφνα έναν που απατάται
+ως προς τας ασθενείας, εφ' όσον εξαπατάται εις αυτό το πράγμα,
+ή λογιστήν έναν που κάμνει λάθη εις τους λογαριασμούς, εφ' όσον
+και όταν υποπίπτη εις αυτά τα λάθη; Είναι αληθές ότι λέγομεν
+εις την ομιλίαν συνήθως, ότι ο ιατρός ηπατήθη, ο λογιστής έκαμε
+λάθος, ο γραμματικός και ούτω καθ' εξής. Πράγματι όμως, φρονώ,
+έκαστος από αυτούς, εφ' όσον είναι εκείνο που τον λέγομεν ότι
+είναι, ουδέποτε υποπίπτει εις σφάλματα. Ώστε, ακριβώς ειπείν,
+αφού και συ τόσον ακριβολογείς, κανείς από τους κατόχους μιας
+τέχνης ή επιστήμης δεν περιπίπτει εις λάθη· διότι μόνον όταν
+τον εγκαταλίπη η επιστήμη του σφάλλεται, οπότε όμως δεν είναι
+πλέον επιστήμων. Ώστε είτε επιστήμων, είτε τεχνίτης, είτε
+σοφός, είτε άρχων ουδέποτε απατάται εφ' όσον είναι τοιούτος, αν
+και εις την κοινήν ομιλίαν λέγομεν ότι ο ιατρός ηπατήθη, ο
+άρχων έσφαλλε· και κάτι τοιούτο δέξου και συ τώρα ότι σου
+απήντησα· η ακριβολογία όμως του πράγματος είναι αυτή· ο άρχων,
+εφ' όσον είναι άρχων δεν σφάλλεται, και αφού επομένως δεν
+σφάλλεται, νομοθετεί το συμφερώτερον διά τον εαυτόν του, τούτο
+δε πρέπει να το εκτελούν οι υπήκοοι. Ώστε, όπως εξ αρχής ώρισα
+το δίκαιον, και τώρα επαναλαμβάνω ότι δίκαιον είναι το συμφέρον
+του ισχυροτέρου.
+
+ — Έστω, είπα εγώ, Θρασύμαχε· λοιπόν με θεωρείς συκοφάντην; —
+Και πολύ μάλιστα. — Νομίζεις δηλαδή ότι επιβούλως και διά να σε
+παγιδεύσω εις τους λόγους σε ηρώτησα όπως σε ηρώτησα; — Είμαι
+βεβαιότατος, αλλά και τίποτε δεν έχεις να κερδίσης με αυτό· δεν
+θα διαλάβουν πλέον την προσοχήν μου αι παγίδες σου, αλλά, και
+αν με διαλάθουν, δεν θα το καταφέρης να με πιάσης εις τα λόγια.
+— Ούτε καν θα το επιχειρήσω, ευλογημένε· αλλά διά να μη μας
+συμβή πάλιν τίποτε παρόμοιον, όρισε πώς λαμβάνεις τον άρχοντα
+και τον ισχυρότερον, κατά την κοινήν χρήσιν της λέξεως, ή με
+την πάσαν ακριβολογίαν εκείνον, του οποίου το συμφέρον, επειδή
+είναι ισχυρότερος, είναι δίκαιον να κανονίζη πάντοτε τας
+πράξεις του ασθενέστερου; — Ναι, αυτόν, τον με πάσαν την
+ακριβολογίαν της λέξεως άρχοντα· και συ, βάλε εις ενέργειαν όλα
+σου τα τεχνάσματα και τας συκοφαντίας, εάν ημπορής· όλα σου τα
+επιτρέπω· αλλά θα χάσης άδικα τους κόπους σου. — Και νομίζεις
+ότι είμαι τόσον τρελλός, ώστε να τολμήσω να κουρεύσω λέοντα ή
+να συκοφαντήσω τον Θρασύμαχον; — Και μολαταύτα και αυτό το
+εδοκίμασες, αν και ωραία τα κατάφερες.
+
+ — Ας τελειώνωμεν πλέον μ' αυτά, είπα εγώ· και λέγε μου τώρα· ο
+κατά την ακριβολογίαν της λέξεως ιατρός, όπως τον ώρισες, είναι
+τάχα χρηματιστής ή θεραπευτής των ασθενούντων; — Θεραπευτής των
+ασθενούντων; — Και ο κυβερνήτης πάλιν; ο ορθώς εννοούμενος
+κυβερνήτης, είναι αρχηγός των ναυτών, ή ναύτης; — Αργηγός των
+ναυτών. — Ουδέ πρέπει, νομίζω, να λάβωμεν υπ' όψιν ότι
+ταξιδεύει επί του αυτού πλοίου και ότι πρέπει διά τούτο να
+ονομασθή ναύτης· επειδή κυβερνήτης ονομάζεται όχι διότι
+ταξιδεύει, αλλά από την τέχνην του και από την εξουσίαν που
+έχει επί των ναυτών! — Είναι αλήθεια. — Και δεν υπάρχει δι'
+έκαστον εξ αυτών κάτι, που να του είναι το συμφέρον του; —
+Υπάρχει βέβαια. — Και ο σκοπός της τέχνης εκάστου δεν είναι
+αυτός, να ζητή το συμφέρον διά τον καθένα και να του το παρέχη;
+— Μάλιστα αυτός είναι. — Και μήπως άραγε άλλο τι είναι το
+συμφέρον εκάστης τέχνης παρά να επιδιώκη να γίνεται όσον το
+δυνατόν τελεία; — Τι εννοείς με την ερώτησίν σου; — Νά, όπως
+παραδείγματος χάριν, αν μ' ερωτούσες: εάν είναι αρκετόν εις το
+σώμα να είναι σώμα, ή έχη ανάγκην και άλλου τινός πράγματος, θα
+σου απαντούσα, ότι και πάρα έχει μάλιστα· και δι' αυτό ακριβώς
+ευρέθη και η ιατρική τέχνη, διότι το σώμα ενίοτε αρρωσταίνει
+και δεν το σηκώνει να είναι τοιούτον· διά να του παρέχη λοιπόν
+εκείνα που το συμφέρουν, εφευρέθη προς τον σκοπόν τούτον αυτή η
+τέχνη, θα είχα λοιπόν δίκαιον αν σου απαντούσα τοιουτοτρόπως, ή
+όχι; — Θα είχες.
+
+ — Τώρα σε ερωτώ. Αυτή η ιατρική, ή άλλη οιαδήποτε τέχνη, είναι
+καθ' εαυτήν ελαττωματική και έχει ανάγκην άλλου τινός πράγματος
+ή ιδιότητος, καθώς οι οφθαλμοί έχουν ανάγκην της οράσεως και τα
+ώτα της ακοής και διά τούτο χρειάζονται κάποιαν τέχνην που να
+εξετάζη τι είναι εκείνο που τους συμφέρει και να τους το
+παρέχη; έχει λοιπόν και η τέχνη αυτή κάποιαν έλλειψιν και
+χρειάζεται κάθε τέχνη μίαν άλλην, η οποία να εξετάζη το
+συμφέρον της, και πάλιν αυτή η τελευταία μίαν άλλην τοιαύτην
+και ούτω καθεξής επ' άπειρον; ή αυτή η ιδία θα είναι αρκετή να
+φροντίζη διά το ίδιον το συμφέρον της; ή ούτε του εαυτού της
+ούτε κανενός άλλου έχει ανάγκην να φροντίζη δι' εκείνο το
+οποίον είναι συμφέρον εις τας ελλείψεις της, διότι δεν υπάρχει
+καμμία έλλειψις ούτε κανένα ελάττωμα εις καμμίαν τέχνην, ουδέ
+αρμόζει εις την τέχνην να ζητή το συμφέρον κανενός άλλου
+πράγματος, παρά μόνον εκείνου του οποίου είναι τέχνη, αυτή δε
+μένει πάντοτε αβλαβής, ακεραία και τελεία, εφ' όσον τουλάχιστον
+διατηρεί αρτίαν την φυσικήν αυτής υπόστασιν; Και σκέψου με όλην
+εκείνην την ακριβολογίαν· ούτως έχει το πράγμα ή άλλως πως; —
+Ούτως έχει.
+
+ — Δεν επιδιώκει λοιπόν, είπα εγώ, η ιατρική το συμφέρον της
+ιατρικής αλλά του σώματος. — Ναι. — Ούτε η ιππευτική της
+ιππευτικής αλλά των ίππων· ούτε άλλη καμμία τέχνη το ιδικόν της
+συμφέρον, διότι ούτε έχει ανάγκην, αλλά εκείνου του οποίου
+είναι τέχνη. — Έτσι φαίνεται. — Αλλ' όμως, ω Θρασύμαχε,
+εξουσιάζουν αι τέχναι και είναι ανώτεραι από εκείνο, του οποίου
+είναι τέχναι; Συνεφώνησε και εις αυτό, αν και με κάποιαν
+δυσκολίαν. — Καμμία λοιπόν επιστήμη δεν αποβλέπει εις το
+συμφέρον του ισχυροτέρου ουδ' επιβάλλει αυτό, αλλ' απεναντίας
+του ασθενεστέρου και του υποκειμένου εις αυτήν. Έμεινεν εις το
+τέλος σύμφωνος και εις αυτό, επεχείρησεν όμως να φέρη κάποιας
+αντιρρήσεις.
+
+ — Τοιουτοτρόπως λοιπόν, εξηκολούθησα εγώ, κανείς ιατρός εφ'
+όσον είναι τοιούτος, δεν αποβλέπει εις το συμφέρον του ιατρού
+ουδ' επιβάλλει αυτό, αλλ' εις το συμφέρον του αρρώστου· διότι
+παρεδέχθημεν ότι ο πράγματι ιατρός έχει εις την δικαιοδοσίαν
+του τα σώματα, και δεν είναι χρηματιστής έξαφνα· δεν το
+παρεδέχθημεν αλήθεια; — Μάλιστα, απήντησε. — Και ο κυβερνήτης
+επίσης ο πραγματικός, ότι είναι αρχηγός των ναυτών και όχι
+ναύτης. — Το παρεδέχθημεν και αυτό. Δεν θα κυττάξη λοιπόν ούτε
+θα προστάξη ο τοιούτος κυβερνήτης και αρχηγός εκείνο που
+συμφέρει εις τον κυβερνήτην και τον αρχηγόν, αλλ' εκείνο που
+συμφέρει εις τον υπό την εξουσίαν του, εις τον ναύτην.
+Συνεφώνησε μόλις και μετά βίας.
+
+ — Και επομένως, Θρασύμαχε, και κανείς άλλος εις καμμίαν αρχήν,
+εφ' όσον είναι άρχων, δεν αποβλέπει ούτε επιβάλλει το ιδικόν
+του συμφέρον, αλλά το συμφέρον τον αρχομένου και του
+υποκειμένου εις την δικαιοδοσίαν του· και έχων πάντοτε προ
+οφθαλμών τι συμφέρει και τι του χρειάζεται, κανονίζει σύμφωνα
+με αυτό όλους του τους λόγους, όλας του τας πράξεις.
+
+Ενώ λοιπόν εφθάσαμεν εις αυτό το σημείον της συζητήσεως και
+όλοι έβλεπαν φανερά ότι η δικαιοσύνη παρουσιάσθη, όλως διόλου
+αντίθετος από τον ορισμόν του, ο Θρασύμαχος, αντί να απαντήση,
+με ερωτά έξαφνα. — Δεν μου λέγεις, Σωκράτη, έχεις παραμάννα; —
+Δεν άξιζε καλύτερα, του είπα εγώ, να μου απαντήσης, παρά να μου
+κάνης τοιαύτας ερωτήσεις; — Δεν κάνει καλά, εξηκολούθησεν
+εκείνος, να σ' αφήνη έτσι και να μη σε ξεμυξιάζη· κ' έχεις
+ανάγκην, μα το ναι, αφού δεν είσαι εις θέσιν να ξεχωρίσης τι
+είναι τα πρόβατα και τι είναι ο βοσκός. — Και πώς το ενόησες,
+παρακαλώ; — Επειδή πιστεύεις ότι οι βοσκοί και οι βουκόλοι δεν
+φροντίζουν παρά διά το καλόν των προβάτων και των βωδιών και τα
+παχύνουν και τα περιποιούνται διά κάθε άλλο, παρά διά το
+συμφέρον των κυρίων των και το ιδικόν των. Έτσι φαίνεται
+φαντάζεσαι πως και οι άρχοντες των πόλεων, εκείνοι που είναι
+πραγματικώς άρχοντες, άλλα αισθήματα τρέφουν προς τους υπηκόους
+των διαφορετικά από τας διαθέσεις που θα είχε κανείς διά τα
+πρόβατα, και ότι σκέπτονται νύκτα και ημέραν άλλο τίποτε, παρά
+πώς να ωφεληθούν από αυτούς· και τόσον μακράν είσαι από το να
+εννοής το δίκαιον και την δικαιοσύνην, το άδικον και την
+αδικίαν, ώστε αγνοείς ότι η μεν δικαιοσύνη και το δίκαιον είναι
+πράγμα καλόν όχι διά τον δίκαιον, αλλά δι' εκείνον που έχει την
+δύναμιν και εξουσιάζει, ενώ δι' εκείνον που υπακούει και
+δουλεύει προσιδιάζει η βλάβη· η δε αδικία το εναντίον έχει εις
+την εξουσίαν της τους αληθώς απλοϊκούς και αγαθούς ανθρώπους,
+αυτοί δε πράττουν κατά το συμφέρον του ισχυροτέρου, και τον
+κάμνουν ευτυχή με τας υπηρεσίας των, ενώ τον εαυτόν των κάθε
+άλλο. Και ιδού πώς πρέπει να εξετάζης τα πράγματα, αφελέστατε
+άνθρωπε: ο δίκαιος εις όλας τας περιστάσεις μειονεκτεί του
+αδίκου· πρώτον μεν εις τας ιδιωτικάς συναλλαγάς, όπου
+συνεταιρισθούν ο τοιούτος με τον τοιούτον, ποτέ εις την
+διάλυσιν δεν θα εύρης τον δίκαιον κερδημένον, αλλ' απεναντίας
+ζημιωμένον· έπειτα εις τα πολιτικά ζητήματα, όταν επιβληθώσιν
+εισφοραί, ο δίκαιος με ίσην περιουσίαν θα συνεισφέρη
+περισσότερα, ο άδικος ολιγώτερα· και όταν πάλιν πρόκειται περί
+αποδοχών, ο ένας τίποτε, ο άλλος πάμπολλα κερδίζει· εις τας
+διαχειρίσεις αφ' ετέρου δημοσίων λειτουργιών, ο δίκαιος, και αν
+συμβή να μη υποστή καμμίαν άλλην ζημίαν, αφήνει τα ιδιωτικά του
+συμφέροντα και παίρνουν τον κατήφορον, επειδή τα παραμελεί, από
+δε το δημόσιον τίποτε δεν ωφελείται, διότι είναι ακέραιος, προς
+τούτοις δε αποκτά και εχθρούς τους οικείους και τους γνωρίμους
+του, όταν δεν θελήση να τους κάμη καμμίαν ευκολίαν παρά το
+δίκαιον. Ενώ με τον άδικον θα ίδης όλως διόλου τα εναντία· και
+εννοώ εκείνον που έλεγα πριν, ότι έχει την δύναμιν και την
+ικανότητα να παίρνη εμπρός τους άλλους· αυτόν κύτταξε, εάν
+θέλης να κρίνης, πόσον τον συμφέρει περισσότερον να είναι
+άδικος παρά δίκαιος. Και απ' όλα καλύτερα θα το εννοήσης, εάν
+μεταβής αμέσως εις την τελειοτάτην αδικίαν, η οποία καθιστά
+ευτυχέστατον μεν εκείνον όστις την διαπράττει, αθλιωτάτους δε
+εκείνους οι οποίοι την υφίστανται και που δεν θέλουν οι ίδιοι
+να αδικήσουν· εννοώ δηλαδή την τυραννίδα, η οποία θέτει εις
+ενέργειαν και τον δόλον και την βίαν διά να βάλη εις το χέρι
+όχι μικρόν κατά μικρόν τα αγαθά του άλλου, αλλά χωρίς να
+σέβεται ούτε όσιον ούτε ιερόν σφετερίζεται άπαξ και διά μιας
+δημοσίας και ιδιωτικάς περιουσίας· κάθε άλλος ο οποίος ήθελε
+διαπράξη μονομερώς καμμίαν από αυτάς τας αδικίας και
+ανακαλυφθή, υφίσταται τας μεγίστας τιμωρίας και τους εσχάτους
+εξευτελισμούς· και αναλόγως του αδικήματος που ήθελε χωριστά ο
+καθένας κάμη, τους ονομάζουν και ιεροσύλους, και σωματεμπόρους,
+και τυμβωρύχους και κλέπτας και λωποδύτας και τα λοιπά. Εάν
+όμως κανείς εκτός της περιουσίας των πολιτών στερήση αυτούς και
+της προσωπικής των ελευθερίας και τους μεταβάλη εις ανδράποδα,
+αντί όλων αυτών των αισχρών ονομάτων, ευτυχής άνθρωπος και
+μακάριος ονομάζεται, όχι μόνον υπό των πολιτών αλλά και υπό των
+άλλων, όσοι λάβουν γνώσιν της αδικίας την οποίαν διέπραξε·
+διότι, αν καταφέρωνται κατά της αδικίας εκείνοι οι οποίοι
+καταφέρονται, το κάμνουν όχι διότι φοβούνται να την πράξουν,
+αλλά διότι φοβούνται να την υποστούν, καλέ μου Σωκράτη· τόσον
+είναι αληθές ότι η αδικία, όταν φθάνη εις ένα τοιούτον βαθμόν,
+είναι ισχυροτέρα και ελευθερωτέρα και δεσποτικωτέρα από την
+δικαιοσύνην, και όπως εξ αρχής έλεγα, δίκαιον μεν είναι το
+συμφέρον του ισχυροτέρου, άδικον δε εκείνο το οποίον ωφελεί και
+συμφέρει τον εαυτόν του.
+
+Ο Θρασύμαχος, αφού καθώς λουτράρης μας επλημμύρησε τα αυτιά μας
+με τον μακρόν και μαζευμένον αυτόν λόγον, έδειξε πως είχε την
+πρόθεσιν να αναχωρήση· δεν τον άφησαν όμως οι παριστάμενοι αλλά
+τον ηνάγκασαν να μείνη και να δικαιολογήση αυτά που είπε· και
+εγώ ακόμη ο ίδιος τον παρεκάλεσα πάρα πολύ και του είπα· — Ω
+ευλογημένε Θρασύμαχε, αφού μας έρριψες εις το μέσον ένα
+τοιούτον λόγον, σκέπτεσαι τώρα να αναχωρήσης, πριν να μας
+διδάξης επαρκώς ή και συ ο ίδιος να μάθης, αν είναι έτσι καθώς
+τα είπες, ή αλλέως; ή νομίζεις ότι αυτό το πράγμα που πρόκειται
+να καθορισθή έχει τόσον μικράν σημασίαν, και δεν είναι αυτός ο
+κανών του βίου, τον οποίον όταν ακολουθή ο καθένας μας, θα έχη
+την μεγαλυτέραν ωφέλειαν εις την ζωήν του; — Και ποιος σου
+λέγει, παρακαλώ, ότι εγώ έχω διαφορετικήν ιδέαν δι' αυτό; — Μου
+φαίνεται όμως σαν να μη σε μέλει καθόλου δι' ημάς, και ούτε
+φροντίζεις αν θα περάσωμεν καλύτερα ή χειρότερα την ζωήν μας,
+αφού δεν θα γνωρίζωμεν αυτό που λέγεις ότι γνωρίζεις εσύ. Αλλά,
+έλα, καλέ μας, λάβε την καλωσύνην να το υποδείξης και εις ημάς·
+δεν θα έχης να κάμης με αχαρίστους, αν κάμης αυτό το καλόν εις
+τόσους που είμεθα ημείς. Όσον διά το μέρος μου, εγώ σου το
+λέγω, πως ποτέ μου δεν πείθομαι ούτε το παραδέχομαι ότι η
+αδικία είναι επικερδεστέρα της δικαιοσύνης, και ούτε ακόμη εάν
+την αφήνη κανείς ελευθέραν και δεν την εμποδίζη να κάνη ό,τι
+θέλει. Ναι, Θρασύμαχε, ας είναι κανείς άδικος, ας έχη την
+δύναμιν να αδική είτε διά της βίας είτε με την επιτηδειότητά
+του· λοιπόν δεν ημπορής να με πείσης ότι αυτός θα είναι πλέον
+κερδημένος παρά εάν ήτο δίκαιος· και ίσως να μην είμαι μόνος
+εγώ που να έχω αυτήν την ιδέαν. Απόδειξέ μας λοιπόν ωρισμένως,
+καλέ μου, ότι πλανώμεθα να προτιμούμεν την δικαιοσύνην από την
+αδικίαν.
+
+ — Και πώς θέλεις να σε πείσω; απεκρίθη· εάν δεν έχης πεισθή με
+αυτά που σου είπα, τι θέλεις παραπάνω να σου κάμω; ή να φέρω
+μέσα εις την ψυχήν σου να σου βάλω τον λόγον; — Όχι, μα τον
+Θεόν, δεν έχω αυτήν την αξίωσιν· αλλά πρώτον μεν θέλω να
+εμμένης εις εκείνα που λέγεις· ή, εάν μεταβάλης τίποτε, να το
+κάμνης φανερά και να μη μας εξαπατάς· διότι τώρα βλέπεις,
+Θρασύμαχε, διά να επανέλθωμεν εις τα προηγούμενα εκείνα, ενώ
+κατ' αρχάς ώρισες τον πράγματι ιατρόν, δεν ενόμισες ότι έπρεπε
+να φυλάξης την αυτήν ακρίβειαν και εις τον ορισμόν του αληθινού
+βοσκού, αλλά νομίζεις ότι έργον έχει αυτός, εφ' όσον είναι
+βοσκός, να παχαίνη τα πρόβατα, χωρίς να αποβλέπη καθόλου διά το
+καλόν των προβάτων, ως να ήτο μάλλον κανείς πανηγυριστής που τα
+προορίζει διά καμμίαν εστίασιν ή ευωχίαν, ή κανένας
+επιχειρηματίας που τα έχει προς κερδοσκοπίαν· ενώ πραγματικώς η
+ποιμενική κανένα άλλον σκοπόν δεν έχει παρά να φροντίζη διά το
+καλύτερον εκείνου που της είναι εμπιστευμένον· επειδή, όσον
+αφορά την ιδικήν της την τελειότητα, είναι αρκετά βέβαια
+εφωδιασμένη, ώστε να μη χρειάζεται τίποτε διά να είναι
+πραγματικώς ποιμενική. Αυτό λοιπόν ενόμιζα και εγώ ότι ήτο
+ανάγκη να παραδεχθώμεν διά κάθε διοίκησιν, ότι δηλαδή εφ' όσον
+είναι τοιαύτη, και είτε ιδιωτική είναι είτε δημοσία, κανένα
+άλλον σκοπόν δεν έχει παρά να φροντίζη διά το καλύτερον εκείνου
+που έχει υπό την δικαιοδοσίαν της. Εσύ δε φαντάζεσαι ότι οι
+άρχοντες των πόλεων, και εννοώ τους πραγματικώς άρχοντας, με
+ευχαρίστησίν των κυβερνούν;
+
+ — Όχι το φαντάζομαι, είπε, αλλ' είμαι τελείως πεπεισμένος.
+
+ — Και πώς, Θρασύμαχε; δεν παρατηρείς ότι τας άλλας δημοσίας
+υπηρεσίας κανείς δεν τας αναλαμβάνει με ευχαρίστησίν του, αλλ'
+απαιτούν μισθόν δι' αυτάς, διότι δεν περιμένουν ωφέλειαν από
+αυτάς οι ίδιοι, αλλά μόνον εκείνοι διά τους οποίους τας
+εξασκούν; και τόσον μόνον, σε παρακαλώ, ειπέ μου· δεν λέγομεν
+πάντοτε ότι κατά τούτο είναι εκάστη τέχνη διαφορετική από μίαν
+άλλην, ότι έχει διάφορον δύναμιν και σκοπόν; μόνον μη μου
+απαντήσης, ευλογημένε, άλλο απ' ό,τι σκέπτεσαι, διά να φθάνωμεν
+επί τέλους και εις ένα τέλος. — Πραγματικώς, μου απεκρίθη,
+διαφέρουν κατά τούτο. — Επομένως και κάθε μία των μας παρέχει
+και κάποιαν ιδιαιτέραν ωφέλειαν και όχι κοινήν, παραδείγματος
+χάριν η ιατρική την υγιείαν, η κυβερνητική την ασφάλειαν εις τα
+ταξείδια και ούτω καθ' εξής; — Αναμφιβόλως — Λοιπόν και η
+μισθωτική δεν είναι διά να μας πορίζη μισθόν; διότι αυτή είναι
+η δύναμίς της· ή λέγεις εσύ το ίδιον πράγμα την ιατρικήν και
+την κυβερνητικήν; ή, εάν επιμένης εις τον ακριβή καθορισμόν των
+πραγμάτων, όπως ηθέλησες εξ αρχής, θα την ονομάσης τάχα
+ιατρικήν, εάν λάχη ένας κυβερνήτης να αποκτήση την υγιείαν του,
+επειδή τον ωφελούν τα θαλάσσια ταξίδια; — Όχι βέβαια, είπε. —
+Ούτε επίσης την τέχνην του εκμισθωτού, εάν ένας που εξασκεί
+αυτήν έχη την υγιείαν του; — Ούτε. — Και επομένως ημπορούμε να
+ονομάσωμεν εκμισθωτικήν την τέχνην την ιατρικήν, εάν κανείς
+εξασκών αυτήν λαμβάνη μισθόν; — Όχι, είπεν. — Λοιπόν
+παρεδέχθημεν ότι είναι ιδιαιτέρα η ωφέλεια εκάστης τέχνης; —
+Έστω. — Εάν λοιπόν υπάρχη κάποια κοινή ωφέλεια δι' όλους που
+εξασκούν μίαν τέχνην, είναι φανερόν ότι αύτη προέρχεται από
+κάτι τι κοινόν πράγμα έξω από την καθ' αυτό τέχνην των. — Έτσι
+φαίνεται. — Αυτή λοιπόν η κοινή δι' όλους ωφέλεια, αυτός ο
+μισθός που λαμβάνουν διά την τέχνην των, προέρχεται επειδή
+έκαστος εις την καθ' αυτό τέχνην του προσθέτει και την
+εκμισθωτικήν. — Εσυμφώνησε μόλις και μετά βίας. — Ώστε αυτή η
+ωφέλεια, η αποδοχή μισθού, δεν προέρχεται από την εξάσκησιν του
+κυρίως επαγγέλματος, αλλ' αν θέλωμεν να ορίζωμεν ακριβώς τα
+πράγματα, η μεν ιατρική παρέχει την υγιείαν, τον δε μισθόν η
+εκμισθωτική· επίσης η αρχιτεκτονική κατασκευάζει τας οικίας,
+τον μισθόν όμως τον παρέχει η εκμισθωτική, και ούτω καθ' εξής·
+ώστε κάθε τέχνη εξασκεί το έργον της και παρέχει εις άλλους την
+ωφέλειαν, διά την οποίαν είναι ωρισμένη, εάν όμως δεν
+προσυπάρχη και ο μισθός, δεν ωφελείται τίποτε ο εξασκών το
+επάγγελμα από την τέχνην του; — Τίποτε, καθώς, φαίνεται. —
+Επομένως ούτε ωφελεί τότε, όταν εξασκήται χάρισμα. — Έτσι
+νομίζω. — Τούτο λοιπόν έγινε φανερόν, Θρασύμαχε, ότι καμμία
+τέχνη και εξουσία δεν παρασκευάζει εκείνο που της είναι
+ωφέλιμον αυτής, αλλά, καθώς ελέγαμεν απ' αρχής, εκείνου που
+υπάγεται εις την δικαιοδοσίαν της και το επιβάλλει αυτό,
+αποβλέπουσα εις το συμφέρον αυτού, αν και είναι ασθενέστερος,
+και όχι εις το συμφέρον του ισχυροτέρου. Δι' αυτό λοιπόν είναι
+που έλεγα και προ ολίγου, φίλε μου Θρασύμαχε, ότι κανείς δεν
+αναλαμβάνει μίαν αρχήν με ευχαρίστησίν του, ούτε παίρνει επάνω
+του ξένες έγνοιες εις τα καλά καθούμενα, αλλ' απαιτεί μισθόν,
+επειδή ένας που πρόκειται να εξασκήση μίαν τέχνην καθώς πρέπει,
+δεν έχει να περιμένη τίποτε καλόν διά τον εαυτόν του απ' όσα
+πράττει και διατάσσει, αλλ' όλα γίνονται δι' εκείνον που έχει
+εις την εξουσίαν του. Δι' αυτό, καθώς φαίνεται, έγινε ανάγκη να
+ορισθή αμοιβή δι' όσους θέλουν ν' αναλάβουν μίαν εξουσίαν,
+χρήματα ή τιμαί, ή ακόμη και τιμωρία διά τους αρνουμένους να
+την αναλάβουν.
+
+ — Πώς το εννοείς αυτό, Σωκράτη; είπεν ο Γλαύκων· γνωρίζω
+πράγματι τα δύο είδη των αμοιβών, που είπες· δεν εννοώ όμως και
+την τιμωρίαν, που λέγεις, ως ένα τρίτον είδος αμοιβής. — Δεν
+γνωρίζεις λοιπόν την αμοιβήν των αρίστων, η οποία τους κάμνει
+και αποφασίζουν ν' αναλάβουν καμμίαν αρχήν, όταν την
+αναλαμβάνουν; ή δεν γνωρίζεις ότι το να αγαπά κανείς την αρχήν
+διά τα εξ αυτής κέρδη θεωρείται και είναι τωόντι πράγμα
+επονείδιστον; Το γνωρίζω, είπεν. — Διά τούτο λοιπόν οι άριστοι
+δεν επιζητούν την τιμήν της εξουσίας ούτε την θέλουν διά να
+ωφεληθούν εξ αυτής χρήματα· διότι δεν επιθυμούν, είτε
+λαμβάνοντες φανερά μισθόν διά την αρχήν να ονομάζωνται
+μισθωτοί, είτε κρυφά σφετερισμένοι τα δημόσια να λέγωνται
+κλέπται· ούτε πάλιν την επιζητούν διά την τιμήν· διότι δεν
+είναι φιλόδοξοι. Πρέπει λοιπόν να υπάρχη κάποια επιτακτική
+ανάγκη και ο φόβος τιμωρίας τινός, διά να αποφασίσουν ν'
+αναλάβουν εκουσίως μίαν αρχήν. Όθεν καταντά να νομίζεται
+αισχρόν πράγμα το να αναδέχεται κανείς εκουσίως μίαν αρχήν,
+χωρίς να του το επιβάλλη κάποια ανάγκη· η δε μεγίστη τιμωρία
+δι' αυτόν, όταν δεν θέλη να κυβερνήση ο ίδιος, είναι να
+κυβερνάται από άλλους, χειροτέρους του· και ένεκα αυτού του
+φόβου μου φαίνεται ότι αναλαμβάνουν την αρχήν οι άριστοι, όταν
+την αναλαμβάνουν, και όχι διότι την επιζητούν ως πράγμα καλόν
+δι' αυτούς, ούτε διά να τα καλοπεράσουν απ' αυτήν, αλλά διότι
+κατ' ανάγκην την αναδέχονται, αφού δεν έχουν να την αναθέσουν
+εις άλλους καλυτέρους των ή και ομοίους των. Ούτως ώστε, αν ήτο
+δυνατόν να ευρεθή μία πολιτεία όλο από ανθρώπους τελείους, θα
+ήτο πράγμα περιζήτητον να έμενε κανείς έξω της αρχής, όπως τώρα
+όλοι επιζητούν να την έχουν και τότε θα απεδεικνύετο
+προφανέστατα ότι το φυσικόν του πράγματι αληθινού άρχοντος
+είναι να αποβλέπη όχι εις το συμφέρον το ιδικόν του, αλλά των
+υπηκόων και κάθε άνθρωπος με γνώσιν θα επροτίμα να ωφελήται
+μάλλον αυτός υπό ενός άλλου, παρά να μοχθή και να βασανίζεται
+διά την ωφέλειαν των άλλων. Κάθε άλλο λοιπόν παρά να συμφωνήσω,
+εις αυτό με τον Θρασύμαχον, ότι δίκαιον είναι το συμφέρον του
+ισχυροτέρου· αλλ' αυτό θα το εξετάσωμεν και άλλοτε· πολύ όμως
+σπουδαιότερον μου φαίνεται αυτό που λέγει τώρα ο Θρασύμαχος,
+ότι δηλαδή ο βίος του αδίκου είναι προτιμότερος από του
+δικαίου. Εσύ δε, Γλαύκων, ποίον από τους δύο προτιμάς, και τι
+νομίζεις ότι είναι αληθέστερον; — Το να είναι κανείς δίκαιος
+μου φαίνεται ότι είναι ωφελιμώτερον, απήντησεν ο Γλαύκων. —
+Ήκουσες όμως πόσα αγαθά μας απηρίθμησε προ ολίγου ο Θρασύμαχος
+ότι έχει ο άδικος; — Ήκουσα, είπε, αλλά δεν μένω σύμφωνος. —
+Θέλεις λοιπόν να δοκιμάσωμεν μήπως εύρωμεν κανένα τρόπον να τον
+πείσωμεν ότι δεν είναι αληθινά αυτά που λέγει; — Διατί να μη
+θέλω; — Ναι, αν όμως εις τον μακρόν λόγον που ετέντωσεν αυτός,
+αντιπαρατάξωμεν και ημείς κανένα άλλον όμοιον, διά να
+απαριθμήσωμεν τα αγαθά της δικαιοσύνης, και έπειτα άλλον αυτός,
+και ημείς πάλιν άλλον, θα γίνη ανάγκη να μετρήσωμεν ένα προς
+ένα και να ζυγίσωμεν τα αγαθά της δικαιοσύνης και της αδικίας,
+και εις το τέλος θα χρειασθούμεν δικαστάς διά να βγάλουν την
+απόφασιν· ενώ, εάν, όπως εκάναμεν έως τώρα, προχωρούμεν εις την
+εξέτασιν συμφωνούντες αμοιβαίως προς αλλήλους, θα είμεθα
+δικασταί μαζί και δικηγόροι, οι ίδιοι. — Είναι αλήθεια, είπεν.
+— Τι σου αρέσει λοιπόν καλύτερ' από τα δύο; — Έτσι καθώς είπες.
+
+ — Εμπρός λοιπόν τώρα. Θρασύμαχε, απάντησέ μου εξ αρχής, του
+είπα· λέγεις ότι η τελεία αδικία ωφελεί περισσότερον από την
+τελείαν δικαιοσύνην; — Και, το λέγω, και σας είπα και τους
+λόγους. — Έλα τώρα να σε ερωτήσω κάτι άλλο· δεν ονομάζεις
+αλήθεια το ένα από αυτά τα δύο αρετήν και το άλλο κακίαν; —
+Αναμφιβόλως. — Και βέβαια την μεν δικαιοσύνην θα ονομάζης
+αρετήν, την δε αδικίαν κακίαν. — Ναι, είναι φυσικόν αλήθεια,
+εγώ που λέγω ότι η αδικία ωφελεί και η δικαιοσύνη όχι. — Αλλά
+τι λοιπόν; — Όλως διόλου το εναντίον. — Δηλαδή την δικαιοσύνην
+την ονομάζεις κακίαν; — Όχι, αλλά μεγαλοπρεπή ευήθειαν. — Και
+την αδικίαν λοιπόν κακοήθειαν; — Όχι, αλλά φρόνησιν. — Ώστε
+φρόνιμοι σου φαίνονται πως είναι και αγαθοί οι άδικοι; —
+Εκείνοι τουλάχιστον που ημπορούν τελείως να αδικούν και να
+κάμνουν υποχειρίους πόλεις και έθνη· εσύ όμως φαντάζεσαι ίσως
+πως ομιλώ διά τους βαλαντιοτόμους· όχι ότι δεν έχει και αυτή η
+τέχνη τας ωφελείας της, εφ' όσον τουλάχιστον εξασκείται με
+επιτηδειότητα· αλλά δεν αξίζουν και πολύ πράγμα, εμπρός εις τα
+άλλα εκείνα που έλεγα προ ολίγου.
+
+ — Πολύ καλά εννοώ τι θέλεις να ειπής· αυτό όμως με παραξενεύει
+που παραδέχεσαι την αδικίαν ως αρετήν και σοφίαν, την δε
+δικαιοσύνην το εναντίον. — Ναι, το παραδέχομαι. — Αυτός δα
+είναι τώρα ο στερεώτερος ισχυρισμός σου, και δεν είναι εύκολον
+να εύρη κανείς τα μέσα διά να τον ανατρέψη· διότι αν έλεγες
+απλώς ότι η αδικία ωφελεί, παραδέχεσο όμως συγχρόνως, όπως και
+άλλοι τινές, ότι είναι κακία και αισχρόν πράγμα, θα
+ημπορούσαμεν και ημείς να ειπούμεν κάτι, σύμφωνα με όσα
+νομίζομεν· τώρα όμως είναι φανερόν ότι δεν θα διστάσης να την
+ονομάσης και πράγμα ωραίον και ισχυρόν και όλας τας άλλας
+ιδιότητας να της αποδώσης, τας οποίας ημείς αποδίδομεν συνήθως
+εις την δικαιοσύνην, αφού ετόλμησες να την κατατάξης μεταξύ της
+αρετής και της σοφίας. — Πράγματι, ορθότατα μαντεύεις.
+
+ — Και μολαταύτα δεν πρέπει να διστάσω να αναλάβω την εξέτασιν
+του ζητήματος, εφ' όσον τουλάχιστον πιστεύω ότι λέγεις σοβαρώς
+εκείνα τα οποία και σκέπτεσαι· διότι πράγματι μου φαίνεται,
+Θρασύμαχε, ότι δεν υπάρχει ουδέ σκιά ειρωνείας εις τους λόγους
+σου, και λέγεις αληθινά εκείνα που φρονείς. — Και τι σε
+ενδιαφέρει είτε τα φρονώ είτε όχι, και δεν κυττάζεις απλώς να
+τα αναιρέσης; — Καλά λέγεις, του απήντησα· κάμε μου μόνον την
+χάριν να μου αποκριθής ακόμη εις αυτό· ένας δίκαιος νομίζεις
+ότι θα ήθελέ ποτε να ωφεληθή τίποτε εις βάρος ενός άλλου επίσης
+δικαίου; — Ποτέ βέβαια, διότι αλλέως δεν Θα ήτο καλόβολος και
+ευήθης, όπως τον παραδέχομαι τώρα.
+
+ — Και πώς; ούτε ακόμη αν επρόκειτο περί δικαίου πράγματος; —
+Ούτε, βέβαια. — Εις βάρος όμως ενός αδίκου ανθρώπου θα είχε την
+αξίωσιν τάχα ότι ημπορούσε να το κάμη, και θα το εθεωρούσε
+δίκαιον; ή όχι; — Θα το εθεωρούσε βέβαια, αλλά δεν θα είχε την
+ικανότητα να το κάμη. — Δεν σε ερωτώ αυτό, αλλ' απλώς εάν εις
+βάρος μεν ενός δικαίου δεν θα είχε αυτήν την αξίωσιν ουδέ την
+θέλησιν, εις βάρος όμως ενός αδίκου θα την είχε; — Μάλιστα, θα
+την είχε . . . — Ενώ ένας άδικος άνθρωπος θα είχε άραγε την
+αξίωσιν να ωφελήται αυτός εις βάρος του δικαίου ανθρώπου
+καταπατών την δικαιοσύνην;
+
+ — Πώς όχι; αφού εννοεί να υπερισχύη απ' όλους τους άλλους.
+
+ — Ώστε λοιπόν θα θέλη να επικρατήση και από ένα άλλον άδικον
+εις την αδικίαν και θα βάλη τα δυνατά του, δια να έχη αυτός
+περισσότερα απ' όλους; — Έτσι βέβαια.
+
+ — Λέγομεν λοιπόν ότι, ο μεν δίκαιος δεν θέλει να έχη παραπάνω
+από τον όμοιόν του, αλλά μόνον από τον ανόμοιόν του, ενώ ο
+άδικος και από τον όμοιόν του και από τον ανόμοιόν του. —
+Θαυμάσια τα λέγεις. — Είναι δε ακόμη ο μεν άδικος φρόνιμος και
+αγαθός, ενώ ο δίκαιος τίποτε απ' αυτά. — Και αυτό σωστόν. — Και
+ομοιάζει λοιπόν, είπα εγώ, ο μεν άδικος με τον φρόνιμον και
+αγαθόν, ο δε δίκαιος δεν ομοιάζει. — Και πώς να μη; ένας
+βέβαια, που είναι τοιούτος και αυτός, κατ' ανάγκην θα oμοιάζη
+με τους τοιούτους, και το εναντίον. — Πολύ καλά ο καθένας των
+λοιπόν είναι τοιούτος, όπως εκείνοι με τους οποίους ομοιάζει. —
+Αι, ναι, σου είπανε. — Έστω, Θρασύμαχε· τώρα άκουσέ μου· λέγεις
+δι' ένα άνθρωπον ότι είναι μουσικός, και δι' ένα άλλον ότι δεν
+είναι· ποίον από τους δύο ονομάζεις φρόνιμον, και ποίον το
+εναντίον; — Τον μουσικόν βέβαια θα είπω φρόνιμον, τον δεν άλλον
+το εναντίον. — Και επομένως, καθ' ό φρόνιμον, θα τον είπης
+καλόν και ικανόν, το εναντίον δε τον άλλον. — Ναι. — Δεν
+συμβαίνει το ίδιον και με τον ιατρόν; — Βεβαίως. — Λοιπόν
+νομίζεις ότι ένας μουσικός, όταν κορδίζη την κιθάραν, θα είχε
+την αξίωσιν να τεντώση ή να χαλαρώση τας χορδάς περισσότερον
+από ένα άλλον μουσικόν; — Όχι βέβαια — Από ένα όμως άλλον που
+δεν είναι μουσικός; — Κατ' ανάγκην. — Και ένας ιατρός, όταν
+πρόκειται να διαγράψη τι να φάγη ή τι να πίη ένας άρρωστος, θα
+ήθελε να το κάμη αυτό παραπάνω από έναν άλλον επίσης ιατρόν; —
+Όχι εννοείται. — Από ένα άλλον όμως που δεν είναι ιατρός; —
+Ναι. — Κύτταξε λοιπόν, διά πάσαν επιστήμην, εάν σου φαίνεται
+ότι ένας επιστήμων οτιδήποτε θα ήθελε να έχη το παραπάνω, και
+εις ό,τι λέγει και εις ό,τι πράττει, από ένα άλλον επιστήμονα,
+και να μη προτιμά να κάμνη και να λέγη τα ίδια με τον ομότεχνόν
+του. — Ίσως πράγματι να είναι κατ' ανάγκην όπως το λέγεις. —
+Ενώ απεναντίας ο ανεπιστήμων θα ήθελε να έχη ένα λόγον παραπάνω
+και από τον επιστήμονα και από τον ανεπιστήμονα. — Ίσως — Αλλά
+ο επιστήμων είναι σοφός. — Είναι — Και ο σοφός, καλός και
+ικανός. — Μάλιστα. — Λοιπόν ο καλός και ο σοφός δεν θα θέλη να
+είναι παραπάνω από τον όμοιόν του, αλλά μόνον από τον ανόμοιον
+και τον αντίθετόν του. — Έτσι φαίνεται. — Ενώ απεναντίας ο
+κακός και άσοφος, και από τον όμοιόν του και από τον ανόμοιόν
+του. — Μάλιστα. — Δεν παρεδέχθημεν όμως, Θρασύμαχε, ότι ο
+άδικος θέλει να έχη το παραπάνω και από τον όμοιον και από τον
+ανόμοιόν μου; ή δεν έλεγες έτσι; — Ναι, το έλεγα. — Ενώ
+απεναντίας ο δίκαιος μόνον από τον ανόμοιόν του, όχι όμως και
+από τον όμοιόν του. — Μάλιστα. — Ομοιάζει λοιπόν ο μεν δίκαιος
+με τον σοφόν και με τον καλόν, ο δε άδικος με τον κακόν και τον
+άσοφον. — Φαίνεται. — Αλλ' ημείς εσυμφωνήσαμεν ότι και ο ένας
+και ο άλλος είναι τοιούτοι, όπως και εκείνοι με τους οποίους
+ομοιάζουν. — Πράγματι εσυμφωνήσαμεν. — Νά λοιπόν που μας
+απεδείχθη φως φανερά, ότι ο δίκαιος είναι σοφός και καλός, ενώ
+ο άδικος αμαθής και κακός.
+
+Ο Θρασύμαχος ηναγκάσθη μεν να συμφωνήση εις όλα αυτά, όχι όμως
+τόσον εύκολα όσον τα διηγούμαι εγώ τώρα, αλλά μόλις και μετά
+βίας με το τράβ' απεδώ τράβ' απ' εκεί, ενώ έτρεχε ποτάμι ο
+ιδρώς του, διότι ήτο και καλοκαίρι. Τότε τον είδα εγώ διά
+πρώτην φοράν και να κοκκινίζη, πράγμα που δεν έπαθε ποτέ πριν.
+
+Αφού λοιπόν τοιουτοτρόπως εμείναμεν σύμφωνοι ότι η μεν
+δικαιοσύνη είναι αρετή και σοφία, η δε αδικία κακία και
+αμάθεια, — ας το θεωρήσωμεν τώρα αυτό λελυμένον ζήτημα, είπα·
+ελέγαμεν όμως ακόμη ότι η αδικία είναι και πράγμα ισχυρόν· ή
+δεν το ενθυμείσαι, Θρασύμαχε; — Το ενθυμούμαι, απήντησεν
+εκείνος, αλλά δεν μου αρέσουν ουδέ αυτά που λέγεις τώρα· και μη
+νομίζης ότι δεν έχω τι να ειπώ· αν θελήσω όμως να το κάμω,
+ξεύρω καλά ότι θα μου ειπής πως δημηγορώ· ή λοιπόν άφησέ με να
+ειπώ όσα θέλω, ή, εάν επιμένης να ερωτάς, ερώτα· και εγώ θα
+περιορισθώ να λέγω, καλά, ας είναι, και να κουνώ το κεφάλι μου,
+όπως κάμνουν εις τις γρηές που διηγούνται παραμύθια. — Καθόλου
+δεν το θέλω αυτό να γίνεται παρά τας πεποιθήσεις σου. — Διά να
+μη σε δυσαρεστώ τουλάχιστον, αφού δεν με αφήνεις να ομιλήσω· τι
+άλλο θέλεις να σου κάμω παραπάνω; — Τίποτε άλλο, μα την
+αλήθειαν μόνον, αν θέλης να κάμης αυτό που σου λέγω, κάμε το·
+και εγώ θα σε ερωτώ. — Ερώτα λοιπόν.
+
+ — Αυτό λοιπόν σε ερωτώ πάλιν, διά να εξακολουθήσωμεν την
+συνέχειαν της συζητήσεώς μας: τι πράγμα είναι η δικαιοσύνη εν
+σχέσει προς την αδικίαν; διότι έλεγες, μου φαίνεται, ότι η
+αδικία θα είναι τάχα και ισχυρότερον και δυνατώτερον πράγμα από
+την δικαιοσύνην ενώ τώρα, αφού είπαμεν ότι η δικαιοσύνη είναι
+αρετή και σοφία, εύκολα θα καταδειχθή ότι είναι και ισχυρότερον
+πράγμα η δικαιοσύνη από την αδικίαν, αφού αυτή είναι αμάθεια·
+και κανείς δεν είναι που να μη το παραδεχθή αυτό. Εγώ όμως δεν
+επιθυμώ να αρκεσθώ έτσι απλώς εις αυτό, αλλ' ας κάμωμεν και ένα
+άλλον συλλογισμόν: Δεν παραδέχεσαι ότι υπάρχουν πόλεις άδικοι,
+αι οποίαι επιβουλεύονται αδίκως την ελευθερίαν άλλων πόλεων,
+και κατορθώνουν μάλιστα και τας υποδουλώνουν και τας κάμνουν
+υποχειρίους των; — Πώς όχι; είπε· και αυτό μάλιστα το
+κατορθώνει μόνον η αρίστη και που είναι εις τον τελειότατον
+βαθμόν άδικος. — Το καταλαμβάνω ότι είναι η ιδική σου η
+πεποίθησις αυτή. Εγώ όμως εξετάζω το ζήτημα κατ' αυτόν τον
+τρόπον εάν δηλαδή η πόλις η οποία καθυποτάσσει μίαν άλλην, άνευ
+δικαιοσύνης αποκτά αυτήν την δύναμιν, ή κατ' ανάγκην μετά της
+δικαιοσύνης; — Εάν μεν, όπως παρεδέχθης εσύ, η δικαιοσύνη είναι
+σοφία, τότε κατ' ανάγκην μετά της δικαιοσύνης· εάν όμως το
+πράγμα είναι όπως το έλεγα εγώ, τότε μετά της αδικίας. — Είμαι
+πολύ ενθουσιασμένος, Θρασύμαχε, ότι δεν περιορίζεσαι μόνον να
+κινής την κεφαλήν σου, αλλά δίδεις και πολύ καλάς αποκρίσεις. —
+Διότι δεν θέλω να σε δυσαρεστήσω.
+
+ — Πολύ καλά κάνεις, του απήντησα. Αλλά κάμε μου ακόμη και
+αυτήν την χάριν και λέγε μου· νομίζεις ότι μία πόλις, ή ένα
+στράτευμα, ή μία συμμορία ληστών ή κλεπτών, ή οιαδήποτε άλλη
+ομάς από εκείνας που αναλαμβάνουν από κοινού μίαν άδικον
+επιχείρησιν, θα ημπορούσαν ποτέ να κατορθώσουν τίποτε, εάν τα
+μέλη που την αποτελούν εφέροντο αδίκως μεταξύ των; — Όχι
+βέβαια. — Ενώ, εάν εφέροντο δικαίως, δεν θα επετύχαιναν
+περισσότερον; — Και πολύ μάλιστα. — Διότι βέβαια, Θρασύμαχε, η
+αδικία γεννά μίση και διχονοίας και πολέμους μεταξύ των, ενώ η
+δικαιοσύνη ομόνοιαν και αγάπην δεν είναι έτσι; — Ας το
+παραδεχθώ, είπε, διά να μη φιλονεικώ μαζί σου. — Και καλά
+κάνεις, φίλε μου· λέγε μου τώρα: αφού αυτό είναι το έργον της
+αδικίας, να γεννά μίση και διχονοίας όπου εισχωρήση, δεν θα έχη
+τα αυτά αποτελέσματα και όπου παρουσιάζεται εν γένει μεταξύ των
+ανθρώπων, είτε δούλων είτε ελευθέρων, και δεν θα καθιστά,
+αδύνατον πάσαν από κοινού επιχείρησίν των; — Και πολύ μάλιστα.
+— Τι δε; εάν παρουσιασθή μεταξύ δύο ανθρώπων, δεν θα
+αναπτυχθούν μεταξύ των έριδες και διαφοραί και μίση, και δεν θα
+γίνουν εχθροί ο ένας με τον άλλον, όπως είναι και με τους
+δικαίους; — Θα γίνουν. — Και εάν τέλος την δεχθώμεν υπάρχουσαν
+εις ένα μόνον άνθρωπον, μήπως θα χάση τάχα αυτήν την ιδιότητα
+που έχει, ή και πάλιν θα την διατηρήση; — Ας ειπούμεν ότι θα
+την διατηρήση.
+
+ — Τοιαύτη λοιπόν επομένως φαίνεται ότι είναι η φύσις της
+αδικίας, ώστε, όπου παρουσιάζεται, είτε εις πόλιν, είτε εις
+στρατόπεδον, είτε εις οιονδήποτε άλλο άθροισμα ανθρώπων, πρώτον
+μεν να το καθιστά ανίκανον να αναλάβη καμμίαν επιχείρησιν ένεκα
+των διχονοιών και των ερίδων τας οποίας γεννά, έπειτα δε του
+αναπτύσσει την έχθραν και προς τον εαυτόν του, και προς κάθε τι
+που δεν είναι όμοιόν του και προς το δίκαιον δεν είναι έτσι; —
+Μάλιστα.
+
+ — Και εις ένα λοιπόν μόνον, είπαμεν, όταν ενυπάρχη, τα αυτά θα
+έχη αποτελέσματα, σύμφωνα με την φύσιν της· πρώτον μεν θα τον
+καταστήση ανίκανον διά κάθε επιχείρησιν, διότι θα ευρίσκεται
+πάντα εις διάστασιν και διχογνωμίαν με τον εαυτόν του· έπειτα
+θα τον κάμη εχθρόν και με τον εαυτόν του και με τους δικαίους·
+ναι ή όχι; — Ναι. — Οι θεοί όμως, φίλε μου, παραδέχεσαι βέβαια
+ότι είναι δίκαιοι. — Ας το παραδεχθώμεν. — Και με τους θεούς
+επομένως εχθρός θα είναι ο άδικος, ενώ ο δίκαιος θα είναι φίλος
+των.
+
+ — Χόρταινε όλην την ηδονήν της συζητήσεως, είπε τότε ο
+Θρασύμαχος, χωρίς κανένα φόβον· διότι εγώ τουλάχιστον δεν εννοώ
+να σου την διακόψω, μήπως και τα χαλάσω με αυτούς. —
+Εξακολούθησε λοιπόν να δεικνύης αυτήν σου την συγκατάβασιν και
+εις τα επίλοιπα, και απάντα μου όπως το έκαμνες, έως τώρα.
+Είδομεν ότι οι δίκαιοι φαίνονται και σοφώτεροι και ικανώτεροι
+και δυνατώτεροι, εις ό,τι πράττουν, από τους αδίκους· οι δε
+άδικοι απεναντίας ουδέ να αναλάβουν καμμίαν κοινήν επιχείρησιν
+με άλλους είναι ικανοί· και όταν όμως ακόμη παραδεχώμεθα ότι θα
+ημπορούσαν να φέρουν εις πέρας μίαν κοινήν επιχείρησιν
+επιτυχώς, και πάλιν λέγω ότι δεν θα ήτο αληθινόν αυτό· διότι
+εάν ήσαν πράγματι όλως διόλου άδικοι, δεν θα ήτο δυνατόν να μη
+στραφούν ο ένας εναντίον του άλλου· αλλά είναι πρόδηλον ότι θα
+έμενεν ακόμη μέσα των κάποιο ίχνος δικαιοσύνης, η οποία θα τους
+ημπόδιζε τουλάχιστον να αδικούνται και μεταξύ των, καθ' όν
+χρόνον επεχείρουν να αδικήσουν κάποιους άλλους· και μόνον κατ'
+αυτόν τον τρόπον θα κατώρθωσαν, εάν κατώρθωσαν τίποτε, εις μίαν
+άδικον επιχείρησιν που ανέλαβαν, διότι δεν θα ήσαν εξ ολοκλήρου
+ίσως αλλά μόνον εξ ημισείας κυριευμένοι από την αδικίαν· επειδή
+οι παμπόνηροι και τελείως άδικοι είναι και τελείως ανίκανοι να
+κατορθώσουν τίποτε. Τοιουτοτρόπως εγώ αντιλαμβάνομαι τα
+πράγματα, και όχι όπως τα έθεσες εσύ κατά πρώτον. Μας
+υπολείπεται να εξετάσωμεν, το οποίον το αφήσαμεν και
+τελευταίον, αν ζουν και καλύτερα οι δίκαιοι από τους αδίκους
+και εάν είναι ευτυχέστεροι. Και ναι μεν, αυτό είναι φανερόν και
+αυταπόδεικτον, όπως νομίζω, και εξ όσων είπαμεν μέχρι τούδε· ας
+το εξετάσωμεν όμως και καλύτερα. — Εξέτασέ το λοιπόν, μου
+είπεν.
+
+ — Αυτό κάμνω τώρα· παραδέχεσαι, σε ερωτώ, ότι ο ίππος έχει
+κάποιο ωρισμένον έργον; — Έχει. — Και τούτο μόνον παραδέχεσαι
+ότι είναι έργον του ίππου, ή και οιουδήποτε άλλου ζώου, το
+οποίον θα ηδύνατο να εκτελεσθή ή υπ' αυτού, ή τουλάχιστον υπό
+μόνου αυτού καλύτερα; — Δεν σε εννοώ. Νά, παραδείγματος χάριν·
+ημπορείς να ίδης αλλέως παρά με τους οφθαλμούς; — Δεν ημπορώ
+βέβαια. — Και να ακούσης αλλέως παρά με τα ώτα σου; — Ούτε. —
+Ώστε δυνάμεθα να είπωμεν δικαίως ότι αυτό είναι το έργον των. —
+Μάλιστα. — Τι δε; θα ημπορούσες να κλαδεύσης ένα κλήμα ή με το
+μαχαίρι, ή με το σμιλάρι ή με πολλά άλλα τέτοια εργαλεία; — Και
+πώς όχι; — Αλλά με κανένα άλλο, νομίζω, ότι δεν θα το έκαμνες
+τόσον καλά, όσον με το δρέπανον, το οποίον επίτηδες
+κατεσκευάσθη προς τον σκοπόν τούτον. — Είναι αλήθεια αυτό που
+λέγεις. — Δεν θα είπωμεν λοιπόν ότι αυτό είναι το αποκλειστικόν
+του έργον; — Ναι, θα το ειπούμεν.
+
+ — Τώρα λοιπόν, υποθέτω, θα ενόησες καλύτερα αυτό που σε
+ηρώτησα πριν, εάν δηλαδή δεν είναι έργον εκάστου πράγματος
+εκείνο το οποίον ή μόνον αυτό ημπορεί να εκτελέση, ή
+τουλάχιστον καλύτερα από κάθε άλλο. — Αλλά ναι, τώρα σε εννοώ·
+και αυτό παραδέχομαι πως είναι το έργον εκάστου πράγματος. —
+Πολύ καλά. Λοιπόν παραδέχεσαι ακόμη ότι έχει και μίαν
+ιδιάζουσαν αρετήν κάθε πράγμα, εις το οποίον είναι ανατεθειμένη
+μία λειτουργία; και ας επανέλθωμεν εις τα ίδια παραδείγματα.
+Είπομεν ότι οι οφθαλμοί έχουν μίαν ωρισμένην λειτουργίαν· έχουν
+λοιπόν και μίαν αρετήν, η οποία προσιδιάζει εις αυτούς μόνον; —
+Έχουν. — Επίσης τα ώτα; — Και αυτά. — Και όλα τα άλλα πράγματα
+κατ' αυτόν τον τρόπον; — Επίσης.
+
+ — Στάσου τώρα μίαν στιγμήν· θα ημπορούσαν ποτέ οι οφθαλμοί να
+εκτελέσουν καλά το έργον των, εάν δεν είχαν την προσιδιάζουσαν
+εις αυτούς αρετήν, αλλά την αντίθετον κακίαν; — Και πώς είναι
+δυνατόν; δηλαδή εννοείς, εάν είχαν τάχα τυφλότητα αντί της
+ικανότητος του οράν; — Οιαδήποτε και αν ήτο η αρετή των· διότι
+δεν είναι αυτό που θέλω τώρα να μάθω, αλλ' αν με την ιδιάζουσαν
+αρετήν του εκτελή ένα πράγμα καλώς το έργον του, με την
+αντίθετον δε κακίαν κακώς. — Είναι βέβαια έτσι όπως το λέγεις.
+— Λοιπόν και τα ώτα, εάν στερηθούν την αρετήν που τους
+προσιδιάζει, δεν θα κάμουν καλά το έργον που έχουν να κάμουν. —
+Πράγματι, όχι. — Τοιουτοτρόπως και όλα τα άλλα, δεν ημπορούμεν
+να τα θέσωμεν εις την αυτήν κατηγορίαν; — Μου φαίνεται.
+
+ — Έλα λοιπόν τώρα και ακολούθησε αυτόν τον συλλογισμόν: Έχει
+τάχα και η ψυχή κανέν ωρισμένον έργον, το οποίον με κανένα άλλο
+πράγμα δεν θα ημπορούσες να εκτελέσης; παραδείγματος χάριν, το
+να σκεπτώμεθα, το να κυβερνώμεν, το να αποφασίζωμεν, θα
+ημπορούσαμεν δικαίως να τα αποδώσωμεν εις αυτήν και να λέγωμεν
+ότι αυτά είναι το έργον της; — Μάλιστα, είπεν. — Ώστε
+παραδεχόμεθα ότι και η ψυχή έχει μίαν αρετήν, η οποία της
+προσιδιάζει; — Το παραδεχόμεθα. — Ημπορεί λοιπόν ποτε,
+Θρασύμαχε, η ψυχή να εκτελέση καλώς τα έργα της, εάν στερήται
+την προσιδιάζουσαν εις αυτήν αρετήν; — Αδύνατον. — Κατ' ανάγκην
+λοιπόν η κακή ψυχή και κακώς θα σκέπτεται και κακώς θα κυβερνά,
+ενώ απεναντίας η καλή ψυχή όλα αυτά θα εκτελή καλώς. — Ανάγκη
+πάσα. — Δεν παρεδέχθημεν όμως ότι η αρετή της ψυχής είναι η
+δικαιοσύνη, η δε κακία της η αδικία; — Αι ναι, το παρεδέχθημεν.
+— Η δικαία λοιπόν ψυχή και ο δίκαιος άνθρωπος θα ζη καλά, το
+εναντίον δε ο άδικος. — Φαίνεται, είπε, συμφώνως με αυτά που
+λέγεις. — Αλλά εκείνος που ζη καλά, είναι ευτυχής και ευδαίμων,
+τουναντίον δε εκείνος που ζη κακά. — Πώς όχι; — Λοιπόν ο μεν
+δίκαιος είναι ευτυχής, ο δε άδικος άθλιος και δυστυχής. — Ας
+είναι κ' έτσι. — Αλλ' όμως δεν τον ωφελεί βέβαια κανένα να
+είναι δυστυχής; — Όχι, εννοείται. — Και επομένως, ευλογημένε
+μου Θρασύμαχε, ουδέποτε η αδικία είναι ωφελιμώτερον πράγμα από
+την δικαιοσύνην. — Πάρε την τώρα, Σωκράτη, αυτήν την συζήτησιν
+ως συμπόσιον το οποίον σου παρετέθη διά την σημερινήν εορτήν
+των Βενδιδείων (1). — Και το χρεωστώ εις εσένα, Θρασύμαχε,
+διότι παρήτησες εκείνην την αγριότητα που μου έδειξες κατ'
+αρχάς, και έγινες τόσον ήμερος . . . Δεν ήτο όμως και τελεία,
+όπως θα την ήθελα, η εστίασις· όχι από φταίξιμον ιδικόν σου,
+αλλά από ιδικόν μου μάλλον· επειδή την έπαθα όπως οι
+κοιλιόδουλοι, οι οποίοι πέφτουν επάνω αρπακτικά εις το κάθε
+νέον φαγητόν που σερβίρεται, πριν να απολαύσουν οπωσδήποτε το
+προηγούμενον έτσι κ' εγώ, πριν να ευρούμεν εκείνο που
+εσυζητούσαμεν πρώτον, &τι πράγμα δηλαδή είναι η δικαιοσύνη&, το
+παρήτησα αυτό εις την μέσην και εβάλθηκα να εξετάζω εάν είναι
+κακία ή αμάθεια, ή σοφία ή αρετή· και επειδή έτυχε ύστερα να
+παρεμπέση άλλος λόγος, ότι η αδικία είναι ωφελιμώτερον πράγμα
+από την δικαιοσύνην, δεν ημπόρεσα να συγκρατήσω τον εαυτόν μου
+και να μην περάσω από τον πρώτον εις αυτόν τον άλλον. Ώστε εις
+το τέλος κατήντησα να μη μάθω τίποτε από αυτήν την συζήτησιν
+διότι, όταν δεν γνωρίζω, ποία είναι &αυτή η ουσία της
+δικαιοσύνης&, πώς θα ημπορώ να ηξεύρω αν είναι αρετή, είτε όχι,
+και αν είναι ευτυχής εκείνος που την έχει, ή το εναντίον.
+
+&ΒΙΒΛΙΟΝ Β'.&
+
+Και εγώ μεν λοιπόν, αφού είπα αυτά, επίστευσα ότι είχα γλυτώση
+πλέον από την συζήτησιν· ήτο όμως, καθώς φαίνεται, το προοίμιον
+μόνον αυτό· διότι ο Γλαύκων, ο οποίος πάντοτε και εις όλας τας
+περιστάσεις είναι πραγματικώς ανδρειότατος, δεν του εκαλοφάνη
+που κατέθεσε τότε τα όπλα ο Θρασύμαχος, αλλά, λαμβάνων τον
+λόγον — Θέλεις, είπε, Σωκράτη, να φαίνεται πως μας έπεισες ότι
+κατά πάντα τρόπον είναι προτιμότερον η δικαιοσύνη από την
+αδικίαν, ή θέλεις και πραγματικώς να μας πείσης; — Αυτό βέβαια
+θα επροτιμούσα και εγώ, αν ήτο εις την εξουσίαν μου.
+
+ — Δεν κάμνεις λοιπόν τότε εκείνο το οποίον θέλεις· διότι, λέγε
+μου· παραδέχεσαι ότι υπάρχει ένα είδος αγαθών, τα οποία θα
+ηυχόμεθα να έχωμεν, αποβλέποντες όχι εις τα αποτελέσματά των,
+αλλ' απλώς και μόνον δι' αυτά τα ίδια; όπως παραδείγματος
+χάριν, η χαρά και αι αβλαβείς ηδοναί και που καμμίαν άλλην
+συνέπειαν δεν έχουν κατόπιν, παρά μόνον μας δίδουν την
+ευχαρίστησιν να τας απολαμβάνωμεν. — Μάλιστα υπάρχει ένα
+τοιούτον είδος αγαθών. — Δεν υπάρχει και ένα άλλο, το οποίον
+αγαπώμεν και δι' αυτό το ίδιον και διά τα αποτελέσματά του;
+όπως είναι η ευθυκρισία, η δράσις, η υγιεία, τα οποία
+επιζητούμεν και διά τους δύο αυτούς λόγους. — Μάλιστα. — Δεν
+βλέπεις δε και ένα τρίτον είδος αγαθών, όπως είναι η εκγύμνασις
+του σώματος, η διά της σκληραγωγίας θεραπεία αυτού, η εξάσκησις
+της ιατρικής και κάθε άλλου προσοδοφόρου επαγγέλματος; διότι
+αυτά είναι μεν κοπιαστικά, μας ωφελούν όμως, και τα επιζητούμεν
+όχι δι' αυτά τα ίδια, αλλά διά τα κέρδη και τας άλλας ωφελείας
+που μας παρέχουν. — Πράγματι υπάρχει και αυτό το τρίτον είδος
+των αγαθών. Αλλά προς τι αυταί αι ερωτήσεις; — Εις ποίον από
+αυτά τα είδη κατατάσσεις την δικαιοσύνην; — Εγώ; εις το
+καλύτερον βέβαια από τα τρία, εις εκείνα δηλαδή τα αγαθά, που
+πρέπει να τα επιζητούν και δι' αυτά τα ίδια και διά τα
+αποτελέσματά των, όσοι θέλουν να είναι πραγματικώς ευτυχείς. —
+Δεν το νομίζει όμως έτσι και ο κόσμος, αλλά κατατάσσουν την
+δικαιοσύνην εις τα κοπιαστικά αγαθά, τα οποία μόνον διά τα
+κέρδη και διά την δόξαν που παρέχουν ημπορεί κανείς να τα
+επιζητή, και που πρέπει να τα αποφεύγη αυτά καθ' εαυτά, επειδή
+είναι αληθώς αφόρητα.
+
+ — Το γνωρίζω, είπα εγώ, ότι αυτή είναι η ιδέα του κόσμου, και
+δι' αυτό και ο Θρασύμαχος της έψαλε πριν τον εξάψαλμον της
+δικαιοσύνης· εγώ όμως φαίνεται να είμαι βαρυκέφαλος. — Στάσου
+λοιπόν να ιδούμεν, εάν θα επιμένης εις την γνώμην σου, αφού
+ακούσης και εμένα· διότι ο Θρασύμαχος, μου φαίνεται πως τον
+εγήτεψες πολύ γρήγορα σαν το φείδι· εγώ όμως, δεν μου εγέμισαν
+το κεφάλι όσα είπετε διά την δικαιοσύνην και την αδικίαν·
+επιθυμώ να ακούσω ποία είναι η φύσις του καθενός, ποίαν δύναμιν
+έχουν καθ' εαυτά όταν ενυπάρχουν εις την ψυχήν, ανεξαρτήτως από
+τας ωφελείας και τα αποτελέσματα, που ημπορεί να έχουν. Ιδού
+λοιπόν πώς εννοώ να επιληφθώ του ζητήματος, εάν μου το
+επιτρέπης. Θα αρχίσω εκ νέου τον λόγον του Θρασυμάχου, και
+πρώτον μεν θα ειπώ τι πράγμα είναι η δικαιοσύνη κατά την κοινήν
+αντίληψιν του κόσμου και ποία είναι η αρχή της· έπειτα θα
+αποδείξω, ότι όλοι όσοι την εξασκούν το κάμνουν κατ' ανάγκην
+και όχι διότι είναι πράγμα καλόν· τρίτον, ότι έχουν πολύ
+δίκαιον να φρονούν τοιουτοτρόπως, διότι είναι πολύ προτιμότερος
+ο βίος του αδίκου από του δικαίου, καθώς τουλάχιστον λέγουν·
+εγώ ίσως και να μην το παραδέχωμαι αυτό· δεν ηξεύρω όμως και
+καλά καλά τι να αποφασίσω, καθώς μου έχουν γεμίση τα αυτιά ο
+Θρασύμαχος και χίλιοι άλλοι επαναλαμβάνοντες τα ίδια, ενώ
+κανένα ακόμη δεν ήκουσα να αναλαμβάνη, καθώς θα ήθελα, την
+υπεράσπισιν της δικαιοσύνης, διά να αποδείξη ότι είναι
+προτιμοτέρα της αδικίας· και θα ήθελα να την ήκουα να
+εγκωμιάζεται διά τον εαυτόν της μόνον· και να σου ειπώ, από
+σένα είναι που περιμένω ν' ακούσω αυτό το εγκώμιον· διά τούτο
+και εγώ θέλω να εκταθώ εις τον έπαινον του αδίκου βίου, διά να
+σου υποδείξω πώς εννοώ και εγώ να ακούσω από σένα την
+κατηγορίαν μεν της αδικίας, τον πανηγυρικόν δε της δικαιοσύνης.
+Από σένα τώρα εξαρτάται να συμμορφωθής με την επιθυμίαν μου. —
+Με όλην μου την ευχαρίστησιν· διότι διά ποιον άλλο πράγμα θα
+επροτιμούσε ένας άνθρωπος με νουν να ομιλή και να ακούη
+συχνότερα;
+
+ — Πολύ λαμπρά λέγεις. Άκουε λοιπόν τώρα εκείνο το πρώτον που
+έλεγα πως θα ειπώ, ποία είναι η φύσις και ποία είναι η αρχή της
+δικαιοσύνης· το να αδική κανείς, λέγουν, είναι καλόν πράγμα,
+ενώ το να αδικήται είναι κακόν, και μάλιστα πολύ περισσότερον
+κακόν από ό,τι είναι καλόν το να αδική. Ώστε οι άνθρωποι, αφού
+εδοκίμασαν και τα δύο αδικούντες και αδικούμενοι μεταξύ των,
+όσοι δεν είχον την δύναμιν ούτε ν' αποκρούσουν τας αδικίας των
+άλλων, ούτε οι ίδιοι να αδικούν, εσκέφθησαν ότι τους είναι
+συμφερώτερον να συμφωνήσουν μεταξύ των μήτε να αδικούν μήτε να
+αδικούνται· και από τότε άρχισαν να βάζουν νόμους και να
+κάμνουν συμβάσεις μεταξύ των και ωνόμασαν δίκαιον και νόμιμον
+εκείνα που διατάσσει ο νόμος· και αυτό είναι η γένεσις και η
+ουσία της δικαιοσύνης, η οποία είναι το μέσον μεταξύ του
+καλυτέρου πράγματος, δηλαδή να αδική κανείς ατιμωρητί, και του
+χειροτέρου, δηλαδή να μην έχη κανείς την δύναμιν να εκδικήται
+αδικούμενος, το δίκαιον λοιπόν, το οποίον κείται εις το μέσον
+αμφοτέρων τούτων, τιμάται όχι διότι είναι αγαθόν καθ' εαυτό,
+αλλά διότι η αδυναμία πολλών να αδικούν το κάμνει να το θεωρούν
+τοιούτο· διότι ένας που ημπορεί να το κάμνη και είναι άνδρας
+πραγματικώς, είναι αδύνατον να έλθη με κανένα εις τοιούτον
+συμβιβασμόν, ώστε μήτε να αδική μήτε να αδικήται· διότι θα ήτο
+τρέλλα αυτό εκ μέρους του. Αυτή λοιπόν είναι, Σωκράτη, η φύσις
+της δικαιοσύνης, και αυτά είναι τα στοιχεία από τα οποία, καθώς
+είπαμεν, προήλθεν.
+
+Και διά να εννοήσωμεν ακόμη καλύτερα, ότι και όσοι εξασκούν την
+δικαιοσύνην από αδυναμίαν των, επειδή δεν είναι ικανοί να
+αδικούν, το κάμνουν όχι με ευχαρίστησίν των, ας κάμωμεν την
+εξής υπόθεσιν: δίδομεν και εις τους δύο, και εις τον δίκαιον
+και εις τον άδικον, εξουσίαν να κάμουν ό,τι θέλουν, και ημείς
+τους παρακολουθούμεν διά να ίδωμεν πού θα οδηγήση τον καθένα η
+επιθυμία του· είναι αδύνατον να μη συλλάβωμεν επ' αυτοφώρω τον
+δίκαιον να βαδίζη επί τα ίχνη του αδίκου, απ' την φυσικήν
+πλεονεξίαν την οποίαν επιδιώκει μεν πας άνθρωπος, εξαναγκάζεται
+όμως διά της βίας του νόμου να σέβεται την ισότητα· και να
+είναι μάλιστα η εξουσία, που λέγω να τους δώσωμεν, τέτοια, όπως
+ήτο η δύναμις που έλαβε, λέγουν, μίαν φοράν ο Γύγης ο πρόγονος
+του Λυδού· διηγούνται δηλαδή ότι αυτός ήτο ποιμήν εις την
+υπηρεσίαν του τότε βασιλέως της Λυδίας, και ότι μίαν φοράν
+κατόπιν μεγάλης βροχής και σεισμού, ο οποίος επηκολούθησεν,
+ερράγισεν η γη και εσχημάτισεν ένα χάσμα εις το μέρος ακριβώς
+που έβοσκεν· αυτός από περιέργειαν κατέβηκε μέσα, όπου βλέπει,
+καθώς διηγούνται, και άλλα θαυμαστά πράγματα και ένα χάλκινον
+ίππον, που είχεν εις τας πλευράς του κάτι παραθυράκια· σκύφτει
+λοιπόν από αυτά και βλέπει μέσα ένα νεκρόν, καθώς εφαίνετο,
+αλλά πολύ μεγαλύτερον από τους κοινούς ανθρώπους, και ο οποίος
+τίποτε άλλο δεν εφορούσε, παρά μόνον ένα χρυσό δακτυλίδι εις το
+χέρι· του το παίρνει λοιπόν από το δάκτυλον και βγαίνει έξω.
+Όταν κατόπιν μετά μερικάς ημέρας συνηθροίσθησαν οι ποιμένες,
+όπως εσυνήθιζαν κάθε μήνα, διά να αναφέρουν εις τον βασιλέα διά
+την κατάστασιν των ποιμνίων, ήλθε και εκείνος με το δακτυλίδι
+εις το χέρι· καθώς λοιπόν εκάθητο με τους άλλους έτυχε να
+στρέψη την πέτραν του δακτυλιδιού από το μέσα μέρος· και αμέσως
+έγινεν άφαντος εις τους άλλους που ευρίσκοντο εκεί και ήρχισαν
+να ομιλούν δι' αυτόν ως να είχε φύγη και να μην ήτο εμπρός·
+εκείνος παρεξενεύθη και ψηλαφητά έστρεψε πάλιν το δακτυλίδι
+προς το έξω μέρος και αμέσως έγινε φανερός· αφού λοιπόν ενόησε
+τι συμβαίνει, ηθέλησε να βεβαιωθή με επανειλημμένας δοκιμάς,
+εάν έχη αυτήν την δύναμιν το δακτυλίδι, όταν το στρέψη προς τα
+μέσα να χάνεται από τα μάτια των άλλων, και όταν προς τα έξω να
+παρουσιάζεται πάλιν· αφού το εβεβαιώθη ενήργησε να σταλή και
+αυτός με τους άλλους ποιμένας οι οποίοι επρόκειτο να δώσουν
+τους λογαριασμούς εις τον βασιλέα· έρχεται πραγματικώς,
+κατορθώνει και τα ψήνει με την βασίλισσαν, φονεύουν οι δύο των
+μαζί τον βασιλέα και λαμβάνει αυτός τον θρόνον.
+
+Εάν λοιπόν υπήρχον δύο τέτοια δακτυλίδια και εφορούσε το ένα ο
+δίκαιος και το άλλο ο άδικος, κανείς δεν θα ευρίσκετο
+χαρακτήρος τόσον αδαμαντίνου, ώστε να διατηρηθή εις την
+δικαιοσύνην και να έχη την γενναιότητα να κρατήση το χέρι του
+και να μη εγγίση το δίκαιον του άλλου· ενώ θα είχε την εξουσίαν
+και από την αγοράν να παίρνη χωρίς φόβον ό,τι θα ήθελε και μέσα
+εις τα ξένα σπίτια να εισέρχεται και να κάνη ό,τι θέλει, και να
+φονεύη τον ένα, και να λυτρώνη τον άλλον από τα σίδερα και να
+έχη πραγματικώς ισόθεον δύναμιν μεταξύ των ανθρώπων· και εν
+γένει τίποτε διαφορετικόν δεν θα έκαμνεν από τον άλλον, τον
+άδικον, αλλά και οι δύο τον ίδιον δρόμον θα έπαιρναν· τίποτε
+λοιπόν δεν ημπορούσε να αποδείξη καλύτερα από αυτό το
+παράδειγμα, ότι κανείς δεν είναι δίκαιος με ευχαρίστησίν του,
+αλλά από ανάγκην, επειδή δεν είναι πράγμα αγαθόν καθ' εαυτό,
+και όπου κανείς νομίζει ότι είναι ικανός να αδικήση το κάμνει·
+διότι πας άνθρωπος πιστεύει, και δικαίως, όπως θα είπουν οι
+παραδεχόμενοι τον λόγον τούτον, ότι πολύ περισσότερον τον
+ωφελεί η αδικία από την δικαιοσύνην· και εάν κανείς, όστις θα
+ελάμβανε τοιαύτην εξουσίαν, δεν θα ήθελέ ποτε να αδικήση μηδέ
+να βάλη χέρι εις ξένον πράγμα, αθλιώτατος και ανοητότατος θα
+εθεωρείτο από εκείνους που έχουν κρίσιν· το πολύ, να τον
+επαινούν εις τα φανερά και να γελούν έτσι ο ένας τον άλλον, από
+φόβον μήπως αδικηθούν και οι ίδιοι.
+
+Όσον αφορά τώρα τον βίον των δύο τούτων ανθρώπων, διά τους
+οποίους ομιλούμεν, θα είμεθα εις θέσιν να εκφέρωμεν ορθήν την
+κρίσιν μας, εάν πάρωμεν και εξετάσωμεν χωριστά ένα δικαιότατον
+και ένα αδικώτατον· αλλέως, όχι· και πώς θα το κάμωμεν αυτό; ως
+εξής· τίποτε να μη αφαιρέσωμεν του αδίκου από την αδικίαν του,
+μήτε του δικαίου από την δικαιοσύνην του, αλλά να λάβωμεν και
+τον ένα και τον άλλον τέλειον εις το είδος του βίου που
+ακολουθεί· πρώτον μεν ο άδικος, όπως ένας τελειότατος
+κυβερνήτης παραδείγματος χάριν ή ένας περιφημότατος ιατρός, ο
+οποίος μ' ένα βλέμμα αντιλαμβάνεται αμέσως ποία είναι τα δυνατά
+και ποία είναι τα αδύνατα εις την τέχνην του και εκείνα μεν τα
+επιχειρίζεται, παραιτείται δε από τα άλλα, ακόμη δε και εάν
+υποπέση καμμίαν φοράν εις κανένα λάθος, είναι εις θέσιν να το
+επανορθώση — τοιουτοτρόπως, λέγω, και ο άδικος πρέπει με τόσην
+δεξιότητα να διεξάγη τας αδίκους επιχειρήσεις του, ώστε να
+είναι αδύνατον να φωραθή· και εάν αφήση να τον πιάσουν, δεν θα
+είναι πλέον ο τέλειος άδικος, που τον εδέχθημεν, αλλ' άξιος
+πάσης περιφρονήσεως· επειδή το άκρον άωτον της αδικίας είναι να
+θεωρήται κανείς δίκαιος χωρίς να είναι· ας δώσωμεν λοιπόν εις
+τον τελείως άδικον την τελειοτάτην αδικίαν, και να μην του
+αφαιρέσωμεν, αλλ' ας του αφήσωμεν ώστε, αν και διαπράττων τας
+μεγίστας αδικίας, να αποκτήση την μεγίστην υπόληψιν ανθρώπου
+δικαίου· και αν αποτύχη κάπου, να είναι ικανός να επανορθώση το
+λάθος του, να έχη δε αρκετήν ευγλωττίαν ώστε να πείθη περί της
+αθωότητός του τους δικαστάς, αν τύχη και οδηγηθή εμπρός των διά
+τα αδικήματά του· και ακόμη, αν η χρεία το καλέση, και την βίαν
+να ημπορέση να μεταχειρισθή, διότι και ο ίδιος θα έχη την
+τόλμην και την δύναμιν, και φίλους και περιουσίαν θα έχη
+παρασκευάση.
+
+Τώρα πλάγι εις αυτόν ας θέσωμεν, κατά την υπόθεσίν μας, τον
+άλλον τον άνθρωπον, τον άκακον και ειλικρινή, ο οποίος, καθώς
+λέγει και ο Αισχύλος,
+
+ &θέλει να είναι κι' όχι να θεωρήται ανδρείος.&
+
+Ας του αφαιρέσωμεν λοιπόν το να θεωρήται δίκαιος· διότι, αν
+περνά διά τέτοιος, θα τον φορτώνουν κατά συνέπειαν με δώρα και
+με τιμάς· και δεν θα είμεθα πλέον βέβαιοι αν θα είναι τοιούτος
+διά τα δώρα και τας τιμάς, ή από αγάπην της δικαιοσύνης· ας τον
+απογυμνώσωμεν λοιπόν από όλα τα άλλα εκτός από την δικαιοσύνην
+και ας τον κάμωμεν να είναι όλως διόλου το αντίθετον από
+εκείνον τον πρώτον· τοιουτοτρόπως, χωρίς να έχη ποτέ κάμη την
+παραμικροτέραν αδικίαν, ας θεωρείται πως είναι ο χειρότερος
+κακούργος, διά να περάση η αρετή του από τας μεγίστας
+δοκιμασίας δίχως να την επηρεάζη η κακή ιδέα του κόσμου και όσα
+προέρχονται από αυτήν· και ας μην παρασαλεύση από τον δρόμον
+του αυτόν μέχρι τάφου, θεωρούμενος καθ' όλην την ζωήν του
+άδικος, ενώ αυτός ήτο δίκαιος. Κατ' αυτόν λοιπόν τον τρόπον
+έχοντες υπ' όψιν μας τα δύο αυτά πρότυπα, της τελειοτάτης
+δικαιοσύνης τον ένα και της τελειοτάτης αδικίας τον άλλον, θα
+κρίνωμεν τίνος ο βίος είναι ευτυχέστερος.
+
+ — Πω; πω; καλέ μου Γλαύκων, με πόσον μεγάλην ακρίβειαν και
+τέχνην τους καθαρίζεις, ως να ήσαν αγάλματα, και τους δύο από
+το κάθε τι, διά να υποβληθούν υπό την κρίσιν μας!
+
+ — Όσον ημπορώ καλύτερα, είπε· και αφού τους ελάβαμεν
+τοιούτους, δεν είναι καθόλου δύσκολον, φρονώ, να εκθέσωμεν την
+ζωήν που περιμένει τον καθένα τους· μόνον σε παρακαλώ, Σωκράτη,
+αν τα λέγω κάπως χονδρά, μην το παίρνης πως τα λέγω εγώ, αλλά
+εκείνοι που προτιμούν την αδικίαν από την δικαιοσύνην· και
+λοιπόν θα ειπούν αυτοί, ότι ο δίκαιός μας θα μαστιγωθή, θα
+ριφθή εις τα σίδερα, θα τυφλωθή, και τελευταίον, αφού υποστή
+όλα τα βασανιστήρια, θα ανασκολοπισθή κ' έτσι θα μάθη ότι δεν
+είναι ανάγκη να θέλη να είναι κανείς δίκαιος, αλλά να θεωρήται
+τοιούτος· και ο στίχος επομένως του Αισχύλου ορθότερον θα ήτο
+να εφαρμόζεται διά τον άδικον· ούτος τωόντι, επειδή κυνηγά ένα
+πράγμα, που έχει αληθινήν υπόστασιν και δεν ζη διά την υπόληψιν
+του κόσμου, θέλει όχι να θεωρήται άδικος αλλά να είναι
+τοιούτος,
+
+&βαθύ καρπολογόντας μες στο νου του αυλάκι,
+που μέσαθέ του οι πάνσοφες βουλές βλασταίνουν.&
+
+Και εν πρώτοις, επειδή θα περνά διά δίκαιος, θα έχη τα ανώτατα
+αξιώματα της πολιτείας, θα παίρνη γυναίκα απ' όποιο σπίτι
+θέλει, θα αποκαθιστά κατ' αυτόν τον τρόπον και τα παιδιά του,
+θα γίνεται μέτοχος εις όσας επιχειρήσεις θέλει, και εις όλα
+αυτά θα βγαίνη πάντα κερδημένος, διότι βέβαια δεν θα
+δυσκολεύεται διόλου να εκμεταλλεύεται τους άλλους κατά τον
+αισχρότερον τρόπον και εις δικαστικούς αγώνας αν περιπλεχθή,
+είτε ιδιωτικούς είτε δημοσίους, θα τα ξεκεφαλώση μια χαρά με
+ζημίαν των αντιπάλων του και ωφέλειαν ιδικήν του· με την
+μεγάλην περιουσίαν που θ' αποκτήση αφεύκτως με την
+αισχροκέρδειάν του, θα είναι εις θέσιν τους φίλους του να
+ευεργετή, τους εχθρούς του να βλάπτη, μεγαλοπρεπείς θυσίας και
+πλούσια αφιερώματα να κάμνη εις τους θεούς, και να εξασφαλίζη
+την εύνοιαν των θεών και όσων ανθρώπων θέλει πολύ ασφαλέστερα
+και βεβαιότερα παρ' ό,τι ημπορεί να το κάμη ο δίκαιος· ώστε,
+κατά φυσικόν λόγον, και πολύ θεοφιλέστερος του ανήκει να είναι
+από τον δίκαιον. Τοιούτος λοιπόν βίος, λέγουν, έχει ετοιμασθή
+και εκ μέρους των θεών και εκ μέρους των ανθρώπων διά τον
+άδικον, πολύ βέβαια ευτυχέστερος από τον βίον του δικαίου.
+
+Αφού είπεν αυτά ο Γλαύκων, εγώ μεν κάτι είχα εις τον νουν μου
+να του απαντήσω· αλλά ο αδελφός του ο Αδείμαντος, λαβών τον
+λόγον, με ηρώτησε· — Νομίζεις, Σωκράτη, να έχη αναπτυχθή
+επαρκώς το θέμα; — Και διατί όχι; — Εγώ λέγω ότι παρελείφθη
+ακριβώς το ουσιωδέστερον. — Αι λοιπόν, όπως λέγει και η
+παροιμία, αδελφός αδελφόν βοηθά· ώστε και συ, αν αυτός
+παρέλειψε τίποτε, έλα εις βοήθειάν του· αν και αρκούν και όσα
+είπε να με θέσουν, εμένα, εκτός μάχης και να με καταστήσουν
+ανίκανον να υπερασπισθώ την δικαιοσύνην. — Άφηνέ τα αυτά, και
+άκουε τώρα τι θα ειπώ και εγώ· διότι πρέπει να εξετάσωμεν το
+ζήτημα και από την αντίθετον όψιν του και να ακούσωμεν και τα
+επιχειρήματα εκείνων, οι οποίοι παίρνουν το μέρος της
+δικαιοσύνης εναντίον της αδικίας, διά να καταδειχθή, σαφέστερον
+εκείνο το οποίον μου φαίνεται πως ήθελεν ο Γλαύκων.
+
+Συνιστούν λοιπόν γενικώς και συμβουλεύουν οι πατέρες τα τέκνα
+των και όλοι όσοι αναλαμβάνουν την φροντίδα της ανατροφής των
+νέων, ότι πρέπει να είναι κανείς δίκαιος, όχι διότι με αυτό
+θέλουν να επαινέσουν αυτήν την δικαιοσύνην, αλλά τας ωφελείας
+που παρέχει· ούτως ώστε, όταν κατορθώση τις να θεωρήται
+δίκαιος, να αποκτά με αυτήν την υπόληψιν αξιώματα και γάμους
+και όλα όσα απηρίθμησε προ μικρού ο Γλαύκων ότι κερδίζει ο
+άδικος· προχωρούν όμως και πάρα πέρα αυτοί, και προσθέτουν τα
+άφθονα αγαθά τα οποία θα έχουν, εξασφαλίζοντες την ευμένειαν
+των θεών, όπως λέγει και ο καλός μας Ησίοδος και ο Όμηρος·
+διότι, κατά τον πρώτον, οι θεοί έκαμαν τις βελανιδιές διά τους
+δικαίους, διά τους οποίους
+
+ &έχει η κορφή τους τον καρπό κ' έχει ο κορμός μελίσσια
+ και μέσα στο παχύ μαλλί πνίγουνται οι προβατίνες,&
+
+και άλλα πολλά παρόμοια αγαθά· τα ίδια δε και ο δεύτερος· διότι
+λέγει διά κάποιον ότι
+
+ &σαν τον καλό τον βασιλιά που, σα θεός, μοιράζει
+ τη δικιοσύνη στους λαούς, η παχειά γη του φέρνει
+ σιτάρι και γεννήματα, πλήθιους καρπούς τα δέντρα,
+ πάντα φτουρούν οι στάνες του, ψάρια οι γιαλοί του βγάζουν.&
+
+Ο δε Μουσαίος και ο υιός του ακόμη γενναιότερα αγαθά υπόσχονται
+εις τους δικαίους εκ μέρους των θεών· διότι αφού τους οδηγήσουν
+μετά θάνατον εις τον Άδην, τους παρακαθίζουν εις το συμπόσιον
+των ευσεβών, το οποίον παρασκευάζουν εκεί, και τους παριστάνουν
+να περνούν όλον τον καιρόν των πίνοντες και διασκεδάζοντες
+στεφανωμένοι, ως να ήτο η καλυτέρα αμοιβή διά την αρετήν των η
+αιωνία μέθη. Άλλοι πάλιν ποιηταί δεν περιορίζουν έως εκεί μόνον
+τας εκ μέρους των θεών αμοιβάς· διότι λέγουν ότι οι ευσεβείς
+και οι εύορκοι αφήνουν οπίσω των παιδιά των παιδιών των και
+γενεάς γενεών· με αυτά και άλλα τοιαύτα εγκωμιάζουν την
+δικαιοσύνην· τους δε ασεβείς πάλιν και τους αδίκους τους χώνουν
+εις τον Άδην μέσα εις μίαν λάσπην, ή τους αναγκάζουν να
+κουβαλλούν νερό με το κόσκινον· και όσον είναι ακόμη εις την
+ζωήν τους φορτώνουν με όλους τους εξευτελισμούς και τας
+περιφρονήσεις και τους υποβάλλουν εις όλα τα βασανιστήρια, τα
+οποία διεξετραγώδησεν ο Γλαύκων ότι υφίστανται εκείνοι, οι
+οποίοι ενώ είναι δίκαιοι θεωρούνται άδικοι· αυτά λέγουν διά
+τους αδίκους και άλλα δεν έχουν να προσθέσουν, αυτός δε είναι ο
+έπαινος και η κατηγορία του δικαίου και του αδίκου.
+
+Εκτός όμως αυτών άκουσε τώρα, Σωκράτη, και ένα άλλο είδος λόγων
+περί δικαιοσύνης και αδικίας, τους οποίους λέγουν και οι κοινοί
+άνθρωποι και οι ποιηταί· όλοι δηλαδή με ένα στόμα κηρύττουν ότι
+είναι μεν ωραίον πράγμα η σωφροσύνη και η δικαιοσύνη, δύσκολον
+όμως και επίπονον· ενώ η αδικία και η ακολασία είναι μεν
+ευχάριστα και δεν στοιχίζουν τίποτε να τα αποκτήση κανείς,
+είναι όμως επονείδιστα μόνον κατά την ιδέαν του κόσμου και
+επειδή έτσι το θέλει ο νόμος· ότι όμως είναι τα άδικα
+ωφελιμώτερα από τα δίκαια κανείς, λέγουν, δεν ημπορεί να το
+αρνηθή· και οι περισσότεροι δεν δυσκολεύονται να μακαρίζουν και
+να τιμούν και κατ' ιδίαν και δημοσία τους φαύλους εκείνους που
+έχουν τα πλούτη και την δύναμιν, ενώ απεναντίας ελεεινολογούν
+και περιφρονούν τους άλλους, όταν τύχη να είναι αδύνατοι και
+πτωχοί, όσον και αν παραδέχονται πως είναι καλύτεροι από τους
+αδίκους· αλλ' απ' όλους αυτούς τους λόγους οι πλέον παράξενοι
+είναι εκείνοι που λέγονται σχετικώς με τους θεούς και με την
+αρετήν, ότι τάχα και οι ίδιοι οι θεοί παρέχουν πολλάκις όλα τα
+κακά και τας δυστυχίας της ζωής εις τους εναρέτους ανθρώπους,
+ενώ εις τους κακούς επιφυλάττουν την εναντίαν μοίραν· αφ'
+ετέρου πάλιν γόητες και μάντεις, κρούοντες συχνάκις τας θύρας
+των πλουσίων, τους πείθουν ότι έχουν την δύναμιν, κατά θείαν
+παραχώρησιν, εάν υπέπεσαν εις καμμίαν αμαρτίαν ή αυτοί και οι
+πρόγονοί των, να την εξιλεώνουν με θυσίας και με διαβάσματα, με
+τελετάς και άλλα τοιαύτα· και αν θέλουν να βλάψουν κανένα
+εχθρόν των, δίκαιον ή άδικον αδιάφορον, με μικράν δαπάνην
+ημπορούν να το επιτύχουν, διότι αυτοί με μαγικούς εξορκισμούς
+και με άλλας μαγγανείας καταφέρνουν ώστε να τους εξυπηρετούν οι
+θεοί· όλων δε αυτών των λόγων μάρτυρας φέρουν πάλιν τους
+ποιητάς, διά να αποδείξουν μεν πόσον εύκολον πράγμα είναι η
+κακία,
+
+ &γιατί μπορείς με το σακκί να πάρης την κακία
+ εύκολα· ίσια η στράτα της, δεν καίγεται δι' αλάργου
+ μα μπρος στην αρετή οι θεοί έχουν ιδρώτα βάλη&
+
+και ένα δρόμον μακρόν και ανηφορικόν· άλλοι δε φέρουν μάρτυρα
+τον Όμηρον, ότι ημπορούν οι άνθρωποι να στρέψουν με το θέλημά
+των τους θεούς, διότι και εκείνος είπεν ότι
+
+ &και των θεών γυρνάει η γνώμη,
+ κι αυτούς μπορούν με προσευχές και ευπρόσδεκτες θυσίες
+ με κνίσσα και με τις σπονδές οι άνθρωποι να λυγίζουν
+ παρακαλόντας, αν κανείς καμμιά αμαρτία κάμη.&
+
+Ακόμη δε παρουσιάζουν ένα σωρόν βιβλία του Μουσαίου και του
+Ορφέως — οι οποίοι, λέγουν, ότι κατάγονται από τας Μούσας και
+από την Σελήνην — που περιέχουν τας ιεροτελεστίας αυτών των
+θυσιών, και πείθουν όχι μόνον τους ιδιώτας αλλά και ολοκλήρους
+πόλεις ακόμη ότι με θυσίας και με τερπνά παιγνίδια ημπορούν να
+επιτύχουν τον εξαγνισμόν και την άφεσιν των αμαρτημάτων όχι
+μόνον των ζωντανών αλλά και των αποθαμμένων· ονομάζουν δε
+&τελετάς& όλα αυτά τα μέσα με τα οποία μας απαλλάττουν από τα
+βασανιστήρια του άλλου κόσμου, που δεν θα τα διαφύγουν όσοι τας
+παραμελούν.
+
+Όλα λοιπόν αυτά, αγαπητέ μου Σωκράτη, τα οποία λέγονται περί
+της αρετής και της κακίας και περί της ιδέας την οποίαν έχουν
+δι' αυτά οι θεοί και οι άνθρωποι, ποίαν εντύπωσιν νομίζεις ότι
+θα έχουν επί της ψυχής των νέων, όσοι εκ φύσεως είναι
+πεπροικισμένοι με την ικανότητα να ημπορούν να εξάγουν
+συμπεράσματα εξ όσων ακούουν, εν σχέσει με αυτό το ζήτημα;
+οποίος τις πρέπει να είναι ο άνθρωπος και ποίαν οδόν να
+ακολουθήση διά να είναι ευτυχής εις την ζωήν του; Δεν είναι
+πιθανόν ότι θα ειπή προς τον εαυτόν του εκείνο που λέγει ο
+Πίνδαρος;
+
+ &Ποίο δρόμο νακλουθήσω
+ για νανεβώ στον πύργο ψηλά και πιο ψηλά;
+ της δικιοσύνης τον ίσιο
+ ή τη λοξή γυροβολιά;&
+
+και αφού ανεβώ και κλεισθώ εκεί μέσα να διέλθω ασφαλής την ζωήν
+μου; διότι απ' όλα όσα ακούω να λέγουν, τίποτε δεν θα με
+ωφελήση να είμαι δίκαιος, αν δεν θεωρούμαι και τοιούτος, ζημίας
+δε μόνον και βάσανα φανερά θα έχω· επειδή λοιπόν αρκεί να
+θεωρήται μόνον κανείς δίκαιος, όπως με διαβεβαιούν οι σοφοί,
+και αυτό είναι ανώτερον από την αλήθειαν και το μόνον που δίδει
+εις τον άνθρωπον την ευτυχίαν, προς αυτό λοιπόν και εγώ θα
+στραφώ εξ ολοκλήρου· θα περιβληθώ λοιπόν ολόγυρα μου με όλα τα
+προσχήματα και την επίφασιν της αρετής και θα σέρνω από πίσω
+μου την πονηράν εκείνην και πανούργον αλώπεκα, που λέγει ο
+σοφώτατος Αρχίλοχος· θα μου ειπή ίσως κάποιος, ότι δεν είναι
+εύκολον να είναι κανείς πάντα κακός χωρίς να τον πάρουν
+είδησιν· ναι, αλλά και όλα τα μεγάλα πράγματα έχουν τας
+δυσκολίας των, θα του απαντήσωμεν· και ό,τι και αν είναι, αν
+θέλωμεν να ευτυχήσωμεν, ας πάρωμεν αυτόν τον δρόμον, του οποίου
+τα ίχνη τα χαράζουν αυτοί οι λόγοι που ακούομεν· άλλως τε, διά
+να μείνωμεν ασύλληπτοι, θα συγκεντρώσωμεν γύρω μας συντρόφους
+και συνενόχους, υπάρχουν δε και διδάσκαλοι να μας μάθουν πώς να
+εξαπατώμεν και τα πλήθη και τους δικαστάς με την τέχνην της
+ρητορικής, και τοιουτοτρόπως, άλλοτε με την απάτην, άλλοτε με
+την βίαν, θα κατορθώνωμεν να μένωμεν ατιμώρητοι διά τα
+αδικήματά μας· ναι, τους θεούς όμως δεν ημπορούμεν ούτε να τους
+διαφύγωμεν ούτε να τους εκβιάσωμεν· αλλ' αν δεν υπάρχουν θεοί,
+ή εάν δεν εν διαφέρωνται διόλου διά τους ανθρώπους, τι μας
+μέλει και ημάς αν μας νοιώσουν ή δεν μας νοιώσουν; εάν πάλιν
+υπάρχουν και ενδιαφέρωνται, γνωρίζομεν την ύπαρξίν των εξ ακοής
+και από τους λόγους των ποιητών, οι οποίοι μας έκαμαν και την
+γενεαλογίαν των· αλλ' οι ίδιοι πάλιν οι ποιηταί μας διδάσκουν,
+ότι τους θεούς ημπορούμεν να τους εξιλεώσωμεν και να
+εξευμενίσωμεν την οργήν των με θυσίας και με ευπρόσδεκτα
+ταξίματα και με προσευχάς· ή λοιπόν πρέπει να τους πιστεύσωμεν
+εις όλα όσα λέγουν, ή εις τίποτε από αυτά· και αν επομένως τους
+πιστεύσωμεν, ας είμεθα άδικοι· δεν έχομεν παρά να προσφέρωμεν
+θυσίας και εις τους θεούς από τους καρπούς της αδικίας μας·
+είναι αληθές ότι, αν είμεθα δίκαιοι, δεν έχομεν να φοβώμεθα
+τίποτε εκ μέρους των θεών, θα απαρνηθώμεν όμως συγχρόνως και
+όλα τα κέρδη που προέρχονται από την αδικίαν· ενώ, εάν είμεθα
+άδικοι, πρώτον δεν θα χάσωμεν αυτά τα κέρδη, έπειτα
+εξαγοράζοντες τα κρίματά μας με προσευχάς και θυσίας, θα την
+περάσωμεν ατιμώρητοι· ναι, αλλά θα πληρώσωμεν εις τον Άδην, ή
+ημείς οι ίδιοι ή τα τέκνα μας, όσας αμαρτίας εκάμαμεν εις αυτήν
+την ζωήν· υπάρχουν όμως πάλιν οι εξαγνισμοί και αι τελεταί, που
+έχουν μεγάλην δύναμιν διά τους θεούς του κάτω κόσμου, όπως το
+παραδέχονται και ολόκληροι πόλεις και όπως το διακηρύττουν οι
+ποιηταί, οι οποίοι είναι τέκνα και προφήται συγχρόνως των θεών.
+Με ποίαν λοιπόν λογικήν θα ημπορούσαμεν πλέον να προτιμήσωμεν
+την δικαιοσύνην από την μεγίστην αδικίαν, την οποίαν εάν
+περικαλύψωμεν εύμορφα με το κίβδηλον πρόσχημα της αρετής, όλα
+θα μας έρχονται κατ' ευχήν και εκ μέρους των θεών και εκ μέρους
+των ανθρώπων και εις αυτήν την ζωήν και εις την άλλην, κατά την
+κοινήν ομολογίαν και των πολλών και των σοφών;
+
+Από όλα λοιπόν όσα είπαμεν, πώς ημπορεί ποτε, Σωκράτη, να
+προτιμήση την δικαιοσύνην ένας άνθρωπος με ανώτερα ψυχικά και
+σωματικά προτερήματα, με καταγωγήν, με περιουσίαν, και να μην
+την περιγελά απεναντίας όταν ακούη να την εγκωμιάζουν, αφού
+μάλιστα, και αν ημπορή ακόμη να αποδείξη κανείς ότι όλα αυτά
+που είπαμε είναι ψεύματα, και είναι τελείως πεπεισμένος ότι η
+δικαιοσύνη είναι το καλύτερον πράγμα, πάλιν δεν ημπορεί παρά να
+είναι συγκαταβατικός προς τους αδίκους και να τους συγχωρή εν
+μέρει· διότι γνωρίζει ότι, εκτός ίσως εκείνων οίτινες
+προικισθέντες με εξαιρετικήν τινα και θείαν φύσιν ή γνώσιν
+αποτροπιάζονται την αδικίαν, κανείς άλλος δεν είναι δίκαιος
+εκουσίως, αλλά είτε από ανανδρίαν είτε από γηρατειά είτε από
+άλλην καμμίαν αδυναμίαν κατηγορεί την αδικίαν, επειδή δεν
+ημπορεί, ο ίδιος να αδικήση· και ιδού η απόδειξις· ο πρώτος από
+αυτούς που θα ελάμβανε την δύναμιν, αμέσως θα τον έβλεπες να
+αδική, όσον θα του επερνούσε.
+
+Και όλων αυτών καμμία άλλη αιτία δεν είναι, παρά εκείνη ακριβώς
+από την οποίαν ωρμήθη και η συζήτησίς μας, του Γλαύκωνος και
+εμού, μαζί σου· ότι δηλαδή κανείς από σας που παρουσιάζεσθε
+εξυμνηταί της δικαιοσύνης, αν αρχίσωμεν από τους παλαιοτάτους
+ήρωας, των οποίων λόγοι έχουν διασωθή εις την μνήμην των
+ανθρώπων, έως σήμερα, κανείς, λέγω, δεν κατηγόρησε την αδικίαν
+ούτε εγκωμίασε την δικαιοσύνην αλλέως πως παρά διά τας δόξας
+και τας τιμάς και τας αμοιβάς αυτών. Κανείς όμως έως τώρα δεν
+εξήτασε την δικαιοσύνην και την αδικίαν όπως ενυπάρχουν καθ'
+εαυτάς εις την ψυχήν των ανθρώπων και με την ιδιαιτέραν των
+εκείνην ουσίαν την άγνωστον και εις τους θεούς και εις τους
+ανθρώπους, και κανείς ακόμη δεν επραγματεύθη επαρκώς είτε διά
+της ποιήσεως είτε εν πεζώ λόγω, ότι η μεν δικαιοσύνη είναι το
+μέγιστον αγαθόν απ' όσα έχει μέσα της η ψυχή, η δε αδικία το
+μέγιστον κακόν. Διότι αν το εκάμνετε αυτό απ' αρχής και μας
+επείθετε από νεαράς ηλικίας, δεν θα ήτο ανάγκη να φυλάττη ο
+ένας τον άλλον μήπως αδικήση, αλλ' έκαστος θα ήτο φύλαξ του
+εαυτού του, διότι θα εφοβείτο να τρέφη μέσα εις την ψυχήν του
+το μέγιστον αυτό κακόν, την αδικίαν.
+
+Ταύτα και άλλα ίσως περισσότερα απ' αυτά θα είχαν να λέγουν ο
+Θρασύμαχος, και όποιος άλλος, περί της δικαιοσύνης και της
+αδικίας, συγχέοντες βέβαια, καθώς μου φαίνεται, ολίγον
+βεβιασμένως την φύσιν της μιας και της άλλης. Εγώ όμως, και δεν
+έχω καμμίαν ανάγκην να σου το κρύψω, δι' αυτό ακριβώς εξέτεινα
+τόσον πολύ τον λόγον μου, διότι επιθυμώ να ακούσω εσένα, πώς θα
+τα αντικρούσης όλα αυτά· μη περιορισθής λοιπόν μόνον να μας
+αποδείξης ότι η δικαιοσύνη είναι προτιμοτέρα της αδικίας, αλλά
+να μας εξηγήσης πώς ενεργεί καθ' εαυτήν επί της ψυχής του
+ανθρώπου, ώστε να είναι αγαθόν η μία και κακόν η άλλη· θα
+αφαιρέσης, εννοείται, τα φαινόμενα και το τι φρονεί ο ένας και
+ο άλλος, όπως το εσύστησε και ο Γλαύκων διότι αν δεν αφαιρέσης
+μεν έστω και τα αληθή, και δεν προσθέσης απεναντίας τα ψευδή,
+θα είπωμεν ότι δεν επαινείς την δικαιοσύνην, ούτε ότι κατηγορής
+την αδικίαν, αλλ' εκείνο το οποίον θεωρείται δικαιοσύνη και
+αδικία· και ότι μας επιτρέπεις επομένως να αδικούμεν, φθάνει
+μόνον να μη μας παίρνουν είδησιν και ότι εις το τέλος είσαι
+σύμφωνος με τον Θρασύμαχον, ότι η δικαιοσύνη δεν είναι αγαθόν
+δι' εκείνον που την έχει, αλλά είναι το συμφέρον του
+ισχυροτέρου, ενώ απεναντίας η αδικία είναι πράγμα ωφέλιμον και
+συμφέρον δι' εαυτήν, μόνον δε διά τον ασθενέστερον ασύμφορον.
+Αφού λοιπόν παρεδεχθής ότι η δικαιοσύνη είναι από τα μέγιστα
+αγαθά, τα οποία αξίζει να αποκτά κανείς διά τα αποτελέσματά
+των, αλλά και πολύ περισσότερον δι' αυτά τα ίδια, όπως είναι η
+όρασις, η ακοή, η φρόνησις, η υγιεία και όσα άλλα αγαθά είναι
+γόνιμα απ' αυτήν την φύσιν των και όχι διότι τα θεωρούν τοιαύτα
+οι άνθρωποι, εγκωμίασε λοιπόν την δικαιοσύνην διά την ωφέλειαν
+την οποίαν παρέχει αυτή καθ' εαυτήν εις τον άνθρωπον και
+κατηγόρησε την αδικίαν διά την βλάβην της. Τας δε ανταμοιβάς
+και τας ιδέας του κόσμου περί αυτών, άφες άλλους να τα
+επαινούν, επειδή εγώ θα ημπορούσα να ανεχθώ κάθε άλλον να
+εγκωμιάζη κατ' αυτόν τον τρόπον την δικαιοσύνην και να κατηγορή
+την αδικίαν από τα εξωτερικά των αυτά αποτελέσματα, όχι όμως
+και σένα — εκτός αν μου το διέτασσες — αφού εσύ επέρασες όλην
+την ζωήν αποκλειστικώς με αυτήν την μελέτην και την εξέτασιν.
+Ώστε, μη μας αποδείξης μόνον ότι η δικαιοσύνη είναι προτιμοτέρα
+από την αδικίαν, αλλά και πώς επενεργεί καθ' εαυτήν επί του
+ανθρώπου, ώστε να είναι αγαθόν πράγμα η μία, και κακόν η άλλη.
+
+Πάντοτε μεν είχα εξαιρετικήν συμπάθειαν εις τον Γλαύκωνα και
+τον Αδείμαντον διά τα καλά φυσικά των· τώρα όμως, που ήκουσα
+αυτά, κατεγοητεύθην τελείως και είπα· — Δεν είχε άδικον, τέκνα
+εκείνου του πατρός, ο ποιητής ο φίλος του Γλαύκωνος, ο οποίος
+ήρχισεν ως εξής την ελεγείαν που σας έκαμεν ότε ηνδραγαθήσατε
+εις την μάχην των Μεγάρων:
+
+ &Τέκνα του Αρίστωνος, πατρός ενδόξου θείον γένος·&
+
+και πολύ σωστά μου φαίνεται πως το είπε· διότι θα έχετε
+πράγματι κάτι τι το θείον μέσα σας, διά να μη παραδέχεσθε ότι
+είναι καλύτερον πράγμα από την δικαιοσύνην η αδικία, ενώ έχετε
+την δύναμιν να αναλαμβάνετε κατ' αυτόν τον τρόπον την
+συνηγορίαν της· και αληθινά μου φαίνεται ότι δεν το
+παραδέχεσθε· και το συμπεραίνω από όλην την άλλην διαγωγήν σας,
+διότι από αυτούς τουλάχιστον τους λόγους που είπετε θα είναι το
+δικαίωμα να απιστώ· αλλ' όσον μάλλον το πιστεύω, τόσον και εις
+μεγαλυτέραν αμηχανίαν ευρίσκομαι, πώς να κάμω· αφ' ενός, δεν
+γνωρίζω τώρα πώς να αναλάβω την υπεράσπισιν της δικαιοσύνης και
+ομολογώ ότι δεν αισθάνομαι επαρκείς τας δυνάμεις μου προς
+τούτο· και απόδειξις, ότι δεν σας ικανοποίησαν εσάς τα
+επιχειρήματα με τα οποία ενόμιζα πως απέδειξα εις τον
+Θρασύμαχον ότι είναι καλύτερον πράγμα η δικαιοσύνη από την
+αδικίαν· αφ' ετέρου όμως, πώς να αφήσω πάλιν αβοήθητον και
+ανυπεράσπιστον την δικαιοσύνην; διότι φοβούμαι μήπως είναι και
+ασέβεια εκ μέρους μου, να τύχω εμπρός να κατηγορούν την
+δικαιοσύνην και να αποδειλιάσω να αναλάβω την υπεράσπισίν της,
+ενώ έχω ακόμη μέσα μου πνοήν και ημπορώ να ομιλήσω^ το
+καλύτερον λοιπόν είναι να το επιχειρήσω όπως ημπορώ.
+
+Και πράγματι ο Γλαύκων και οι άλλοι συνήνωσαν τας παρακλήσεις
+των διά να αναλάβω με όλην μου την δύναμιν την υπεράσπισίν της
+και να μη παραιτήσω την συζήτησιν, αλλά να διευκρινήσωμεν μαζί
+ποία είναι η φύσις της δικαιοσύνης και αδικίας και ποία είναι η
+αλήθεια όσον αφορά τας ωφελείας που αποδίδουν εις την μίαν και
+εις την άλλην.
+
+Τους είπα λοιπόν: — Μου φαίνεται ότι το ζήτημα περί ου
+πρόκειται δεν είναι του τυχόντος, αλλ' απαιτεί εξαιρετικήν
+οξυδέρκειαν πνεύματος, κατά την ιδέαν μου· επειδή λοιπόν ημείς
+δεν είμεθα τοιούτοι, μου φαίνεται ότι ημπορούμεν να κάμωμεν το
+εξής εις αυτήν την εξέτασιν: εάν κανείς έδιδεν εις ανθρώπους μη
+έχοντας πολύ ισχυράν όρασιν να αναγνώσουν από μακράν γράμματα
+πολύ μικρά, και έπειτα κάποιος από αυτούς ανεκάλυπτεν ότι τα
+ίδια γράμματα ευρίσκοντο και κάπου αλλού με μεγαλυτέρους
+χαρακτήρας, νομίζω ότι θα τους εφαίνετο εύρημα, αφού αναγνώσουν
+πρώτον εκείνα, να προσπαθήσουν τότε να αναγνώσουν και τα
+μικρότερα, αφού έτυχε να είναι τα ίδια. — Πολύ σωστά, απήντησεν
+ο Αδείμαντος· αλλά τι σχέσιν έχει αυτό με το ζήτημά μας; — Θα
+σου το ειπώ· δεν λέγομεν ότι υπάρχει δικαιοσύνη ενός ανθρώπου,
+και δικαιοσύνη ολοκλήρου πόλεως; — Μάλιστα. — Και μία πόλις δεν
+είναι μεγαλύτερον πράγμα από ένα άνθρωπον; — Είναι. — Ίσως
+λοιπόν να υπάρχη και περισσοτέρα δικαιοσύνη εις το μεγαλύτερον
+και επομένως να είναι ευκολώτερον να μελετηθή εις αυτό· εάν
+λοιπόν θέλετε, λέγω να εξετάσωμεν πρώτον εις τας πόλεις ποία
+είναι η φύσις της δικαιοσύνης· και έπειτα μεταβαίνομεν και εις
+ένα έκαστον άτομον, εξετάζοντες το όμοιόν πράγμα του
+μεγαλυτέρου και εις την περιοχήν του μικροτέρου. — Πολύ ορθά
+μου φαίνεται να το λέγης. — Εάν τώρα φαντασθώμεν μίαν πόλιν εν
+τω γίγνεσθαι, δεν θα ημπορέσωμεν να παρακολουθήσωμεν και την
+γένεσιν εν αυτή της δικαιοσύνης και της αδικίας; — Υποθέτω. —
+Και θα υπήρχε τότε ελπίς να εύρωμεν ευκολώτερον εκείνο που
+ζητούμεν. — Βεβαιότατα. — Τι λέγετε λοιπόν; δοκιμάζομεν να
+βγάλωμε πέρα την επιχείρησιν; διότι μου φαίνεται πως δεν είναι
+μικρόν έργον αυτό· αποφασίσατε λοιπόν. — Απεφασίσθη, είπεν ο
+Αδείμαντος, και λοιπόν, εμπρός.
+
+ — Η πόλις, κατά την ιδέαν μου, εγεννήθη από την αδυναμίαν, εις
+την οποίαν ευρίσκεται ο άνθρωπος να επαρκέση μόνος του εις τας
+πολυειδείς αυτού ανάγκας· ή νομίζεις ότι άλλη υπήρξεν η αρχή
+της κοινωνίας; — Καμμία άλλη. — Τοιουτοτρόπως λοιπόν, επειδή η
+ανάγκη ενός πράγματος υπεχρέωνε τον ένα να καταφύγη εις την
+συνδρομήν ενός άλλου, και τον άλλον εις την βοήθειαν ενός
+τρίτου, αι πολλαί αύται ανάγκαι ήνωσαν πολλούς εις ένα κοινόν
+συνοικισμόν, διά να αλληλοβοηθούνται· και αυτόν τον συνοικισμόν
+τον ωνομάσαμεν πόλιν· δεν είναι έτσι; — Μάλιστα. — Ο ένας
+λοιπόν μεταδίδει εις τον άλλον, ό,τι είναι εκείνο, και παίρνει
+πάλιν από αυτόν άλλο πράγμα, επειδή βέβαια πιστεύει ότι είναι
+διά το καλόν του αυτό που γίνεται. — Εννοείται. — Ας
+ανιδρύσωμεν λοιπόν εξ αρχής διά της φαντασίας μας την πόλιν· θα
+την ανιδρύσουν δε, καθώς λέγομεν, αι ανάγκαι μας. —
+Αναμφιβόλως. — Αλλά η πρωτίστη και η μεγίστη ανάγκη μας είναι
+βέβαια η της τροφής, από την οποίαν εξαρτάται η ζωή μας και η
+ύπαρξίς μας. — Μάλιστα. — Δευτέρα η ανάγκη της κατοικίας, τρίτη
+της ενδυμασίας και τα τοιαύτα. — Πράγματι. — Ας ίδωμεν λοιπόν,
+πώς θα επαρκέση η πόλις εις την πλήρωσιν τόσων αναγκών^ δεν θα
+χρειασθή ένας να είναι γεωργός, άλλος οικοδόμος, και ένας
+τρίτος υφαντής; δεν θα προσθέσωμεν και ένα υποδηματοποιόν, ή
+και κάποιον άλλον ακόμη διά τας τοιαύτας ανάγκας του σώματος; —
+Βεβαίως.
+
+ — Ώστε λοιπόν απαραιτήτως η πόλις πρέπει να αποτελεσθή από
+τέσσαρας ή πέντε ανθρώπους. — Φαίνεται. — Αλλά πώς; έκαστος εξ
+αυτών πρέπει να καταθέτη την εργασίαν του εις το μέσον προς
+κοινήν χρήσιν όλων; ο γεωργός παραδείγματος χάριν, να
+παρασκευάζη, ένας αυτός, την τροφήν διά τέσσαρας και να εξοδεύη
+τετραπλάσιον χρόνον και κόπον διά τους άλλους; ή αντί να
+φροντίζη και δι' αυτούς, να χρησιμοποιή το τέταρτον μόνον του
+χρόνου διά την παρασκευήν της ιδικής του τροφής, τα δε άλλα
+τρία τέταρτα διά να κτίση την οικίαν του, να κατασκευάση τα
+ενδύματά του και τα υποδήματά του, και τοιουτοτρόπως χωρίς να
+σκοτίζεται με τας υποθέσεις των άλλων να απασχολήται μόνος του
+και αποκλειστικώς με τας ιδικάς του; Και ο Αδείμαντος είπε: —
+Αλλά νομίζω ότι θα ήτο ευκολώτερον το πρώτον. — Και μα την
+αλήθειαν δεν θα έχης άδικον διότι μου έρχεται και εμένα εις τον
+νουν τώρα, ότι δεν είναι πάρα πολύ εκ φύσεως όμοιος ο ένας με
+τον άλλον, αλλ' ο καθείς έχει και διαφορετικήν ιδιοφυίαν δι'
+ωρισμένον έργον^ ή δεν το παραδέχεσαι και συ; — Πώς; — Και τι
+θα ήτο καλύτερον, όταν ένας άνθρωπος θα έκαμνε πολλάς εργασίας,
+ή όταν περιωρίζετο εις μίαν μόνην; — Όταν μίαν μόνην. — Αλλ'
+ακόμη και τούτο είναι φανερόν, ότι αν μίαν εργασίαν παραλείψης
+να την κάμης εις τον καιρόν της, πάει χαμένη. — Πραγματικώς. —
+Διότι ποτέ μία εργασία δεν ημπορεί να περιμένη την διάθεσιν και
+την ευκαιρίαν του εργάτου, αλλ' αυτός πρέπει να κυνηγά και να
+συμμορφώνεται με όλας τας απαιτήσεις του έργου. — Κατ' ανάγκην.
+— Εξ ου έπεται, ότι και περισσοτέρα εργασία και καλυτέρα αλλά
+και ευκολωτέρα γίνεται, όταν ένας μόνος περιορίζεται
+αποκλειστικώς εις ένα έργον, διά το οποίον έχει και ιδιοφυίαν
+και το κάμνει εις τον καιρόν που χρειάζεται, χωρίς από τίποτε
+άλλο να απασχολήται. — Ουδεμία αμφιβολία, δύναται να υπάρχη.
+
+ — Περισσοτέρους λοιπόν πολίτας χρειαζόμεθα, Αδείμαντε, από
+τους τέσσαρας διά τας ανάγκας που ελέγαμεν^ διότι ο γεωργός δεν
+θα κατασκευάση βέβαια μόνος του το άροτρόν του, αν πρόκειται να
+αξίζη τίποτε, ούτε την δίκελλάν του, ουδέ τα άλλα γεωργικά του
+εργαλεία· το ίδιον και τα τόσα που χρειάζεται ο οικοδόμος, το
+ίδιον και ο υφαντής και ο υποδηματοποιός. — Βεβαίως. — Ιδού
+λοιπόν και ξυλουργοί και σιδηρουργοί και πολλοί άλλοι τοιούτοι
+τεχνίται, οι οποίοι κατ' ανάγκην προσλαμβανόμενοι εις την
+μικράν μας πόλιν, θα αυξήσουν τον αριθμόν των ανθρώπων της. —
+Εννοείται. — Αλλά δεν θα είναι δα και μεγάλη η αύξησις, αν
+επροσθέταμεν ακόμη και βουκόλους και ποιμένας και βοσκούς κάθε
+είδους, διά να έχουν και οι γεωργοί βώδια να αροτριούν, και οι
+οικοδόμοι φορτηγά ζώα προς μεταφοράν του υλικού, και οι υφανταί
+και οι υποδηματοποιοί μαλλιά και δέρματα. — Δεν θα ήτο βέβαια,
+είπεν εκείνος, μικρά πλέον η πόλις, που θα είχεν όλα αυτά.
+
+ — Ναι, αλλά σκέψου, ότι θα ήτο αδύνατον σχεδόν να κτίσωμεν
+πόλιν εις ένα μέρος τοιούτον, ώστε να μη έχη ανάγκην εισαγωγής
+έξωθεν κανενός πράγματος. — Πράγματι είναι αδύνατον. — Ώστε θα
+χρειασθή και άλλους ακόμη, διά να κομίζουν από άλλα μέρη όσα
+της αναγκαιούν. — θα χρειασθή. — Αν όμως αυτός που πρόκειται να
+εξυπηρετήση την ανάγκην ταύτην έλθη με άδεια χέρια, χωρίς να
+φέρη τίποτε απ' όσα χριάζονται, και με άδεια χέρια θα επανέλθη
+εις εκείνους, από τους οποίους προμηθεύονται τα αναγκαιούντα· ή
+όχι; — Έτσι φαίνεται. — Πρέπει λοιπόν εκάστη πόλις να μη
+παρασκευάζη μόνον όσα θα επαρκούν δα τας ιδικάς της ανάγκας,
+αλλά και όσα χρειάζονται εις εκείνους, που έχει και αυτή την
+ανάγκην των. — Βεβαίως πρέπει. — Ώστε θα χρειασθούμεν επομένως
+διά την πόλιν μας μεγαλύτερον αριθμόν γεωργών και των άλλων εν
+γένει τεχνιτών. — Μεγαλύτερον βέβαια. — Θα χρειασθούμεν ακόμη
+και περισσοτέρους από εκείνους που θα αναλάβουν την εισαγωγήν
+και την εξαγωγήν κάθε πράγματος· και είναι αυτοί που ονομάζομεν
+εμπόρους· ή όχι; — θα χρειασθούμεν βέβαια, και από αυτούς
+περισσοτέρους. — Εάν δε προσέτι το εμπόριον διεξάγεται κατά
+θάλασσαν, θα χρειασθούμεν και ένα σωρόν άλλους, που να
+γνωρίζουν από την εργασίαν της θαλάσσης. — Πραγματικώς, ένα
+σωρόν.
+
+ — Αλλά και εντός αυτής της πόλεως, πώς θα ανταλλάσσουν μεταξύ
+των τα προϊόντα της εργασίας των; το οποίον ακριβώς είναι και ο
+κυριώτατος λόγος διά τον οποίον προέβημεν εις την σύστασιν της
+κοινωνίας, της αποτελούσης την πόλιν. — Αγοράζοντες βεβαίως και
+πωλούντες αυτά αναμεταξύ των. — Ώστε θα χρειασθούμεν ακόμη και
+μίαν αγοράν και νόμισμα, ως σύμβολον αξίας των ανταλλασσομένων
+πραγμάτων. — Αναμφιβόλως.
+
+ — Αλλ' αν ο γεωργός, ή και από τους άλλους τεχνίτας κανείς,
+φέρη εις την αγοράν τα προϊόντα της εργασίας του όχι εις τον
+κατάλληλον καιρόν που τα χρειάζονται όσοι θέλουν να τ'
+ανταλλάξουν με τα ιδικά των, θα διακόψη τάχα την τέχνην του και
+θα καθίση αργός εις την αγοράν; — Καθόλου, διότι υπάρχουν άλλοι
+οι οποίοι, βλέποντες το άτοπον τούτο, ανέλαβαν να εξυπηρετήσουν
+αυτήν την ανάγκην και αυτοί, εις τας πόλεις τας καλώς
+διωργανωμένας είναι οι ασθενέστεροι σωματικώς και ανίκανοι δι'
+άλλην εργασίαν· μένουν λοιπόν κατ' ανάγκην εις την αγοράν και
+από άλλους μεν αγοράζουν με χρήματα ό,τι έχουν προς πώλησιν,
+εις άλλους δε πάλιν πωλούν ό,τι τους χρειάζεται. — Αυτός
+πράγματι ο λόγος, είπα εγώ, εδημιούργησε την ανάγκην των
+μεταπωλητών εις τας πόλεις· ή μήπως δεν είναι αυτό το όνομα που
+δίδομεν εις εκείνους που μένουν επί τόπου και εξυπηρετούν την
+αγοροπωλησίαν, κατ' αντίθεσιν εκείνων που γυρίζουν από πόλιν
+εις πόλιν και τους ονομάζομεν εμπόρους; — Μάλιστα — Ακόμη δε
+υπάρχουν και άλλοι, μου φαίνεται, οι οποίοι δεν είναι πολύ
+χρήσιμοι διανοητικώς εις την κοινωνίαν, αλλ' οι οποίοι με το
+σώμα των είναι ικανοί διά τους βαρυτέρους κόπους· πωλούν λοιπόν
+εις τους άλλους, που την χρειάζονται, αυτήν την δύναμίν των και
+λαμβάνουν απέναντι μισθόν, καθώς τον λέγουν, και ονομάζονται
+διά τούτο μισθωτοί· ή όχι; — Βεβαιότατα. — Είναι λοιπόν
+συμπλήρωμα της πόλεως και οι μισθωτοί. — Μου φαίνεται. — Τώρα
+λοιπόν, Αδείμαντε, έλαβεν αρκετήν αύξησιν η πόλις μας, ώστε να
+θεωρηθή τελεία; — Ίσως. — Και πού τάχα να υπάρχη μέσα εις αυτήν
+η δικαιοσύνη και η αδικία; και με τι άραγε από αυτά που
+ανεφέραμεν να εγεννήθη μαζί; — Εγώ αλήθεια δεν το βλέπω,
+Σωκράτη, εκτός αν ίσως με καμμίαν από αυτάς τας αμοιβαίας
+ανάγκας που έχουν οι πολίται. — Πιθανόν να έχης δίκαιον^ και
+πρέπει να το εξετάσωμεν δίχως άλλο· και πρώτον ας ίδωμεν κατά
+ποίον τρόπον θα ζουν αυτοί που τους ελάβαμεν ως κατοίκους της
+πόλεώς μας. Τι άλλο βέβαια θα έχουν να κάμνουν παρά να
+φροντίζουν να έχουν την τροφήν των, το κρασί των, τα φορέματα,
+τα υποδήματα, και μίαν κατοικίαν; και το μεν θέρος, θα
+εργάζωνται σχεδόν γυμνοί και ανυπόδητοι, τον δε χειμώνα καλά
+φορεμένοι και υποδημένοι· θα τρέφωνται με άλευρα κριθής και
+σίτου, από τα οποία θα ζυμώνουν και θα πλάθουν της καρδιάς των
+ψωμιά και πήττες· θα τα απλώνουν εμπρός των επάνω εις κλαδιά
+και καθαρά φύλλα και ξαπλωμένοι σε στρωμένες στοίβες από
+σμιλακιά και μερσίνες, θα χορταίνουν και αυτοί και τα παιδιά
+των· θα πίνουν αποπάνω και το κρασάκι των και με στεφάνια εις
+την κεφαλήν θα ψάλλουν ύμνους εις τους θεούς και θα περνούν
+ευχάριστα μεταξύ των· παιδιά θα αποκτούν όσα τους επιτρέπει η
+περιουσία των, από φόβον της φτώχειας ή του πολέμου.
+
+ — Ναι, αλλά μου φαίνεται, διέκοψεν ο Γλαύκων, ότι τους έκαμες
+να τρώγουν το ψωμί των δίχως προσφάγι. — Αλήθεια, είπον,
+ελησμόνησα ότι θα έχουν προσφάγι, άλας δηλαδή και ελιές και
+τυρί και βολβούς και λάχανα και τα άλλα αυτά που βγαίνουν εις
+τους αγρούς. Θα τους παραθέσωμεν ακόμη και τα επιδόρπιά των,
+σύκα και ροβίθια και κουκιά, και κάστανα (2)· να τα σιγοψήνουν
+κοντά στη φωτιά, διά να τραυούν και από καμμιά· και κατ' αυτόν
+τον τρόπον αφού περάσουν την ζωήν των, με ειρήνην και υγείαν,
+και αποθάνουν, φυσικά, εις βαθύ γήρας, θα αφήσουν κληρονομίαν
+εις τα τέκνα των ένα παρόμοιον βίον.
+
+ — Και αν κατεσκεύαζες, Σωκράτη, μίαν πόλιν χοίρων, πώς αλλέως
+θα τους έβαζες να τρώγουν, παρά όπως είπες; — Αλλά πώς έπρεπε
+λοιπόν, Γλαύκων; — Όπως τώρα συνηθίζεται· εάν ήθελες να μη
+ταλαιπωρούνται, έπρεπε να τους κάμης να δειπνούν επάνω εις
+τραπέζια εξαπλωμένοι εις κλίνας, και να τους παραθέσης όσα
+προσφάγια και επιδόρπια μεταχειριζόμεθα σήμερα. — Α, καλά,
+ενόησα· δεν εξετάζομεν, φαίνεται, απλώς πώς γεννάται μία πόλις,
+αλλά την θέλομεν να πλέη και μέσα εις την καλοπέρασιν· ίσως να
+μην είναι άσχημα κ' έτσι· ίσως μέσα εις μίαν τοιαύτην πόλιν να
+ημπορέσωμεν να ίδωμεν πώς και πόθεν ξεφυτρώνει η δικαιοσύνη και
+η αδικία εις τας πόλεις· όπως και αν έχη το πράγμα, μου
+φαίνεται ότι η αληθινή πόλις είναι αυτή που επεριγράψαμεν πριν,
+διότι είναι η υγιής· αλλά αν θέλετε πάλιν να εξετάσωμεν μίαν
+πόλιν την οποίαν κατέχει ο πυρετός και η αρρώστεια, τίποτε δεν
+μας εμποδίζει· διότι πράγματι αυτός ο τρόπος της ζωής δεν είναι
+διά να ευχαριστή όλους, αλλά θα χρειασθούμεν δι' αυτούς και
+κλίνας και τραπέζας και άλλα έπιπλα, και ορεκτικά και αρώματα
+και θυμιάματα και γυναίκας και λιχνεύματα, παντός είδους και εν
+αφθονία. Και λοιπόν δεν θα θέσωμεν πλέον ως της πρώτης ανάγκης
+εκείνα που ελέγαμεν εις την αρχήν, αλλά θα βάλωμεν εις
+ενέργειαν και την ζωγραφικήν, και τον χρυσόν και τον ελέφαντα,
+και όλα τα τοιαύτα πρέπει να τα αποκτήσωμεν^ αλήθεια λέγω; —
+Ναι. — Δεν πρέπει λοιπόν συγχρόνως να κατασκευάσωμεν και
+μεγαλυτέραν την πόλιν; διότι εκείνη η πρώτη μας, η υγιής, δεν
+θα επαρκή πλέον, αλλά πρέπει να της δώσωμεν τώρα όγκον και να
+την γεμίσωμεν μ' ένα πλήθος ανθρώπων, οι οποίοι δεν είναι και
+της πρώτης ανάγκης εις τας πόλεις· καθώς οι διάφοροι κυνηγοί,
+όλοι όσοι εξασκούν τας μιμητικάς τέχνας είτε με χρώματα είτε με
+σχήματα είτε με ήχους, επίσης οι ποιηταί με όλην την ακολουθίαν
+των, ραψωδοί, υποκριταί, χορευταί, εργολάβοι, κατασκευασταί
+παντοειδών πραγμάτων και προ πάντων του γυναικείου στολισμού·
+ακόμη θα λάβωμεν ανάγκην και περισσοτέρων υπηρετών· ή δεν
+παραδέχεσαι ότι θα μας χρειασθούν και παιδαγωγοί, τροφοί,
+κομμώτριαι, κουρείς, μάγειροι και ζαχαροπλάσται; μέσα εις όλα
+θα χρειασθούμεν ακόμη και χοιροβοσκούς· διότι αυτό το πράγμα
+δεν υπήρχεν εις την πρώτην μας εκείνην πόλιν· ήτο τελείως
+αχρείαστον· αλλ' εις αυτήν τώρα πώς να τους παραλείψωμεν, αφού
+και άλλα πάμπολλα ζώα ακόμη θα χρειασθούμε, δι' όσους θα έχουν
+όρεξιν να τρώγουν; δεν είναι έτσι; — Βεβαίως. — Αλλά λοιπόν και
+ιατρών θα λάβωμεν πολύ μεγαλυτέραν ανάγκην, αφού θα διαιτώμεθα
+τόσον διαφορετικά από πριν. — Είναι αλήθεια.
+
+ — Και η χώρα επομένως η οποία επήρκει έως τώρα εις την
+διατροφήν των πρώτων εκείνων κατοίκων της, θα είναι πλέον πολύ
+μικρά· ή όχι; — Θα είναι βέβαια. — Θα γίνη λοιπόν ανάγκη να
+καταπατήσωμεν μέρος της χώρας των γειτόνων μας, εάν θέλωμεν να
+έχωμεν επαρκή προς καλλιέργειαν και βοσκήν, και οι γείτονές μας
+πάλιν θα κάμουν το ίδιον, εάν υπερβαίνοντες και εκείνοι τα όρια
+του απολύτως αναγκαίου, ριφθούν εις την ικανοποίησιν ακορέστου
+πλεονεξίας. — Ανάγκη πάσα. — Κατά συνέπειαν θα περιέλθωμεν εις
+πόλεμον, Γλαύκων· ή τι άλλο; — Εις πόλεμον, μάλιστα.
+
+ — Και ας μη κάμωμεν λόγον ακόμη διά τα καλά ή τα κακά που
+ημπορεί να προξενή ο πόλεμος, αλλά ας αρκεσθώμεν εις αυτό, ότι
+ευρήκαμεν την γένεσιν του πολέμου, εκ του οποίου προέρχονται
+τόσα κακά και εις το κράτος και εις τους ιδιώτας, όταν
+προέρχωνται. — Ορθότατα. — Ακόμη λοιπόν, φίλε μου, χρειάζεται
+να αυξήσωμεν την πόλιν μας όχι ολίγον, αλλά με ολόκληρον
+στράτευμα, το οποίον θα εξέλθη εις συνάντησιν του εχθρού και
+διά να υπερασπίση τα υπάρχοντα αγαθά και διά τα άλλα εκείνα που
+είπαμεν. — Και πώς; δεν θα είναι αυτοί οι ίδιοι ικανοί; — Όχι,
+εάν τουλάχιστον είναι ορθή η αρχή, που παρεδέχθης και συ και
+όλοι ημείς, όταν εχαράξαμεν το αρχικόν σχέδιον της πόλεως·
+παρεδέχθημεν δηλαδή, καθώς θα ενθυμείσαι βέβαια, ότι είναι
+αδύνατον ένας και ο αυτός να εξασκή καλώς πολλάς τέχνας. —
+Αλήθεια λέγεις. — Τι λοιπόν; η περί τον πόλεμον ενασχόλησις δεν
+σου φαίνεται ότι είναι έργον ειδικής τέχνης; — Και πάρα πολύ
+μάλιστα. — Ή τάχα χρειάζεται περισσοτέραν επιμέλειαν η
+υποδηματοποιία από την πολεμικήν τέχνην; — Καθόλου. — Και όμως
+δεν εδώσαμεν την άδειαν εις τον υποδηματοποιόν να αναλαμβάνη
+έξαφνα και την εργασίαν του γεωργού συγχρόνως ή του υφαντού ή
+του οικοδόμου, διά να εκτελήται καλώς η εργασία του
+επαγγέλματός του· επίσης και εις έκαστον των άλλων ανεθέσαμεν
+μίαν μόνον εργασίαν, διά την οποίαν έχει και φυσικήν κλίσιν,
+διά να την εξασκή καθ' όλην την ζωήν του και να την τελειοποιή,
+χωρίς να αναμιγνύεται εις καμμίαν άλλην και παραμελή
+τοιουτοτρόπως την ιδικήν του· και λοιπόν η ακριβής και τελεία
+εξάσκησις της τέχνης του πολέμου δεν έχει μεγίστην
+σπουδαιότητα; ή είναι τόσον εύκολη, ώστε να ημπορή ένας γεωργός
+ή υποδηματοποιός ή οιοσδήποτε άλλος τεχνίτης να είναι συγχρόνως
+και πολεμιστής; εις τα παιγνίδια των κύβων και των πεσσών δεν
+είναι δυνατόν να διακριθή κανείς, εάν δεν εξακολουθή να
+καταγίνεται και χωρίς διακοπήν από την παιδικήν του ηλικίαν·
+και έπειτα θα έφθανε να πάρη κανείς εις τας χείρας του την
+ασπίδα ή οτιδήποτε άλλο από τα πολεμικά όπλα και όργανα διά να
+γίνη αυθημερόν δεξιός χειριστής των όπλων, ή έμπειρος κάθε
+άλλου είδους της πολεμικής; αλλά κανένα άλλο εργαλείον δεν
+αρκεί να το πάρη κανείς εις τας χείρας του, διά να τον κάμη
+αμέσως τεχνίτην και δεξιόν χειριστήν του, ούτε θα του είναι
+χρήσιμον, εάν δεν μάθη κατά βάθος την χρήσιν του και καταγίνη
+με όλην του την επιμέλειαν — Αν ήτο βέβαια έτσι, θα είχαν
+μεγάλην αξίαν τα εργαλεία.
+
+ — Τοιουτοτρόπως, όσον σπουδαιότερον είναι το έργον των φρουρών
+της πόλεως, τόσον είναι ανάγκη να μη περισπάται από καμμίαν
+άλλην ενασχόλησιν, αλλά να γίνεται με όλην την σπουδήν και την
+επιμέλειαν. — Και εγώ αυτό νομίζω. — Δεν χρειάζεται ακόμη και
+κατάλληλος φυσική προδιάθεσις δι' αυτό το επάγγελμα; — Πώς όχι;
+— Εις ημάς λοιπόν ανήκει τώρα, εάν ημπορούμεν, να εκλέξωμεν
+ποίαι και τι είδους φύσεις είναι κατάλληλοι προς φρούρησιν της
+πόλεως. — Πράγματι. — Μα την αλήθειαν, επιφορτιζόμεθα με όχι
+αξιοκαταφρόνητον επιχείρημα· ας μην αποδειλιάσωμεν όμως, και
+εμπρός, όσον μας το επιτρέπουν αι δυνάμεις μας. — Εμπρός
+λοιπόν. — Όσον αφορά την φρούρησιν, ευρίσκεις ότι υπάρχει
+διαφορά φυσικής προδιαθέσεως μεταξύ ενός σκύλου και ενός νέου,
+καλής καταγωγής και των δύο; — Τι εννοείς δηλαδή; — Θέλω να
+είπω ότι και ο ένας και ο άλλος πρέπει να έχη οξείαν την
+αίσθησιν προς ανακάλυψιν του εχθρού, ελαφρότητα προς καταδίωξίν
+του, και δύναμιν, διά να τον καταβάλη, όταν ήθελε τον προφθάση.
+— Πράγματι, είναι απαραίτητα όλα αυτά. — Ακόμη πρέπει να έχη
+και ανδρείαν, διά να πολεμά με γενναιότητα. — Πώς όχι; — Αλλά
+ημπορεί ποτε να είναι γενναίος ένας ίππος, ή ένας σκύλος ή και
+οιονδήποτε άλλο ζώον, εάν δεν είναι θυμοειδούς χαρακτήρος; ή
+δεν έχεις παρατηρήση ότι ο θυμός είναι ένα πράγμα
+ακαταδάμαστον, και το οποίον καθιστά την ψυχήν άφοβον και
+ανίκανον να υποχωρήση εμπρός εις οιονδήποτε κίνδυνον; —
+Μάλιστα, το έχω παρατηρήση. — Αυτά λοιπόν είναι προφανώς τα
+σωματικά προτερήματα που πρέπει να έχη ένας φρουρός της πόλεως.
+— Ναι. — Φανερόν επίσης ότι και η ψυχή του πρέπει να είναι
+ομοίως θυμοειδής. — Και αυτό. — Αλλά, Γλαύκων, με αυτόν τον
+κύριον χαρακτήρα που τους απεδώσαμεν, δεν θα είναι άγριοι και
+μεταξύ των και προς τους άλλους πολίτας; — Δύσκολον, μα την
+αλήθειαν, να το αρνηθή κανείς. — Και μολαταύτα πρέπει να είναι
+ήμεροι προς τους συμπολίτας των, και άγριοι μόνον απέναντι των
+εχθρών· ειδεμή, δεν θα είναι ανάγκη να περιμένουν άλλους να
+έλθουν να τους χαλάσουν, αλλά θα προλάβουν να το κάμουν οι
+ίδιοι αναμεταξύ των. — Αλήθεια. — Πώς να κάμωμεν λοιπόν; πού να
+εύρωμεν ένα χαρακτήρα που να είναι συγχρόνως και ήμερος και
+θυμοειδής, αφού αυτά είναι δύο πράγματα εναντία και
+ασυμβίβαστα; και όμως είναι αδύνατον να θεωρηθή καλός φρουρός
+εάν στερήται ή το ένα ή το άλλο από αυτά· και επειδή είναι των
+αδυνάτων αδύνατον, κατ' ανάγκην πρέπει να παραδεχθούμεν ότι
+είναι και αδύνατον να ευρεθή καλός φρουρός. — Εκεί καταντά.
+
+Αφού εσταμάτησα ολίγο και εσκέφθηκα μέσα μου επάνω εις αυτό που
+είπαμεν πριν, — δικαίως, είπα, φίλε μου, εσκοντάψαμεν· διότι
+απεμακρύνθημεν από το παράδειγμα που είχαμε λάβη. — Πώς αυτό; —
+Δεν ελάβαμεν υπ' όψιν μας, ότι υπάρχουν πραγματικώς τοιαύται
+φύσεις, που ημείς τας εφανταζόμεθα αδυνάτους, και που
+συνδυάζουν αυτάς τας δύο αντιθέτους ιδιότητας. — Και πού
+υπάρχουν; — Ημπορεί κανείς να τας συναντήση και εις άλλα ζώα,
+αλλά προ πάντων εις εκείνο ακριβώς προς το οποίον ημείς
+παρεβάλαμεν τον φρουρόν της πόλεως· διότι γνωρίζεις βέβαια ότι
+ενός σκύλου από ράτσα αυτό είναι το φυσικόν του, να είναι
+ημερώτατος με εκείνους που γνωρίζει και έχει συνηθίση, το
+εναντίον δε με όσους δεν γνωρίζει. — Το ηξεύρω. — Είναι λοιπόν,
+καθώς βλέπεις, δυνατόν και δεν ζητούμεν τίποτε αφύσικον πράγμα
+να είναι τοιούτος και ο φρουρός. — Όχι πράγματι.
+
+ — Δεν σου φαίνεται όμως ότι λείπει ακόμη κάτι από τον φρουρόν
+μας, και ότι, εκτός του θυμοειδούς, πρέπει να είναι και εκ
+φύσεως φιλόσοφος; — Πώς δηλαδή; δεν σε εννοώ καλά. — Θα
+παρατηρήσης εις τους σκύλους και αυτό ακόμη το φυσικόν, το
+οποίον πραγματικώς αξίζει κανείς να θαυμάση. — Το ποίον; — Όταν
+βλέπη κανένα που δεν γνωρίζει, αμέσως αγριεύει, αν και δεν του
+έχει κάμη κανένα κακόν, ενώ απεναντίας όταν ιδή κανένα
+γνώριμον, είναι όλος χαρά και περιποίησις και χωρίς να του έχη
+κάμη ποτέ καλόν^ ή δεν εθαύμασες ποτέ αυτό το πράγμα; — Δεν
+έδωσα και μεγάλην προσοχήν αλλά πράγματι είναι όπως το λέγεις.
+— Και όμως είναι πολύ αξιοθαύμαστον αυτό το ιδίωμά του και
+μαρτυρεί φύσιν αληθώς φιλοσοφικήν. — Και πώς, παρακαλώ; — Καθ'
+όσον, δεν διακρίνει αλλέως ένα πρόσωπον αν είναι φίλος ή
+εχθρός, παρά από το ότι, τον ένα μεν τον γνωρίζει, τον δε άλλον
+όχι· πως λοιπόν να μην του αποδώσωμεν φιλομάθειαν, αφού ως όρον
+διακρίσεως του οικείου και του ξένου έχει την γνώσιν και την
+άγνοιαν; — Πραγματικώς δεν ημπορεί να είναι αλλέως. — Αλλ' όμως
+δεν είναι το ίδιον η φιλομάθεια και η φιλοσοφία; — Το ίδιον. —
+Λοιπόν μετά πεποιθήσεως ας είπωμεν και περί του ανθρώπου ότι,
+διά να είναι ήμερος προς τους οικείους και τους γνωρίμους,
+πρέπει να είναι εκ φύσεως φιλόσοφος και φιλομαθής. — Έστω. —
+Ώστε φιλόσοφος και θυμοειδής και ταχύς και δυνατός πρέπει να
+είναι εκ φύσεως, διά να υπάρξη καθ' όλα τέλειος ο φρουρός της
+πόλεως; — Χωρίς καμμίαν αμφιβολίαν.
+
+ — Τοιούτος λοιπόν θα είναι ο χαρακτήρ των πολεμιστών μας·
+τώρα, κατά ποίον τρόπον θα τους αναθρέψωμεν και θα τους
+εκπαιδεύσωμεν: και άραγε θα συντείνη αυτή η εξέτασις διά να
+εύρωμεν εκείνο εις το οποίον αποβλέπουν όλαι μας αυταί αι
+έρευναι, πώς δηλαδή γεννάται η δικαιοσύνη και η αδικία εις τας
+πόλεις; διά να μην την παραιτήσωμεν, εάν πρόκειται να μας
+βοηθήση εις τούτο, ή αλλέως να την παρατρέξωμεν.
+
+Και ο αδελφός του Γλαύκωνος, — Εγώ, είπε, φρονώ, ότι και πολύ
+μάλιστα θα μας βοηθήση εις αυτό που ζητούμεν. — Ας μην την
+παραιτήσωμεν λοιπόν, φίλε μου Αδείμαντε, και αν ακόμη αυτή η
+εξέτασις πρόκειται να μας φέρη πολύ μακράν. — Βεβαίως. — Ας
+αρχίσωμεν λοιπόν με όλην την άνεσίν μας και υπό τύπον απλής
+συνδιαλέξεως να εκπαιδεύωμεν τους ανθρώπους μας. — Έτσι πρέπει
+να κάμωμεν.
+
+ — Ποία λοιπόν θα είναι αύτη η ανατροφή; εγώ νομίζω ότι θα
+είναι δύσκολον να εύρωμεν άλλην καλυτέραν από αυτήν που είναι
+καθιερωμένη από μακρού χρόνου, και η οποία συνίσταται εις την
+γυμναστικήν διά τα σώματα και εις την μουσικήν διά την ψυχήν. —
+Πραγματικώς. — Και δεν θα αρχίσωμεν την εκπαίδευσιν από την
+μουσικήν μάλλον, παρά από την γυμναστικήν; — Πώς όχι; — Και
+μουσικήν όταν λέγης, δεν θεωρείς μέρος αυτής και τους λόγους; —
+Μάλιστα. — Λόγων πάλιν δεν υπάρχουν δύο είδη, οι αληθείς και οι
+ψευδείς; — Ναι. — Και με τα δύο λοιπόν αυτά είδη θα
+εκπαιδεύσωμεν τους νέους, και μάλιστα με τους ψευδείς πρώτα; —
+Δεν σε εννοώ τι θέλεις να είπης. — Δεν γνωρίζεις ότι πρώτα
+πρώτα διηγούμεθα εις τα παιδιά μύθους, οι οποίοι εν συνόλω δεν
+είναι τίποτε άλλο παρά ψεύδος, αν και περιέχουν και μερικάς
+αληθείας; πρώτον λοιπόν αρχίζομεν τα παιδία με μύθους, πριν να
+αρχίσωμεν την γυμναστικήν. — Είναι αλήθεια. — Δι' αυτό λοιπόν
+έλεγα, ότι πρωτύτερα πρέπει να αρχίσωμεν την μουσικήν από την
+γυμναστικήν. — Σωστά. — Αλλά γνωρίζεις βέβαια ότι η αρχή παντός
+έργου έχει μεγίστην σπουδαιότητα, όταν μάλιστα πρόκειται περί
+οιουδήποτε πράγματος νεαρού και τρυφερού· διότι τότε προ πάντων
+διαπλάσσεται και μορφώνεται ο τύπος, τον οποίον θα επεθύμει τις
+να εγχαράξη εις έκαστον. — Αναμφισβήτητος αλήθεια. — Θα
+επιτρέψωμεν λοιπόν έτσι εύκολα να ακούουν τα παιδιά ό,τι λάχη
+μύθους, που τους έκαμεν ο πρώτος τυχών, και να δέχωνται εις τας
+ψυχάς των εντυπώσεις ως επί το πολύ εναντίας προς τας ιδέας,
+τας οποίας νομίζομεν ότι πρέπει να έχουν, όταν γίνουν τέλειοι
+άνδρες; — Διόλου μάλιστα δεν θα το επιτρέψωμεν. — Πρέπει λοιπόν
+εν πρώτοις να επιστήσωμεν την προσοχήν μας εις τους μυθοποιούς,
+και να εγκρίνωμεν μεν ό,τι καλόν θα εύρωμεν εις αυτούς, να
+απορρίψωμεν δε όλα τα άλλα· τους δε εγκριθέντας μύθους θα
+υποχρεώσωμεν τας τροφούς και τας μητέρας να τους διηγούνται εις
+τα παιδιά και να διαπλάττουν με τους μύθους τας ψυχάς των με
+περισσοτέραν φροντίδα ή ίσην καταβάλλουν προς διάπλασιν των
+σωμάτων· εννοείται τους περισσοτέρους από τους μύθους που τους
+διηγούνται σήμερα θα τους αποσκορακίσωμεν. — Ποίους δηλαδή; —
+Από τους μεγαλυτέρους θα καταλάβωμεν και τους μικροτέρους·
+διότι κατ' ανάγκην όλοι πρέπει να είναι χυμένοι εις τον ίδιον
+τύπον επάνω και να έχουν την ιδίαν δύναμιν και οι μεγαλύτεροι
+και οι μικρότεροι. — Πολύ καλά, αλλά δεν εννοώ ούτε ποίοι είναι
+αυτοί οι μεγαλύτεροι που λέγεις.
+
+ — Εκείνοι τους οποίους μας διηγούνται ο Ησίοδος και ο Όμηρος
+και οι άλλοι ποιηταί· διότι αυτοί συνέθετον και εξακολουθούν να
+συνθέτουν προς τέρψιν των ανθρώπων μύθους ψευδείς. — Ποίους
+μύθους; και τι έχεις να τους κατηγορήσης μ' αυτά που λέγεις; —
+Εκείνο που αξίζει πρώτα πρώτα και παρά κάθε άλλο να ακούση
+ένας, που δεν γνωρίζει καν να λέγη εύμορφα ψεύματα. — Τι θέλεις
+να ειπής; Όταν δεν απεικονίζη τις επιτυχώς, και όπως
+πραγματικώς είναι, τους θεούς και τους ήρωας, καθώς έξαφνα ένας
+ζωγράφος ο οποίος δεν αποδίδει την ομοιότητα του
+απεικονιζομένου προσώπου. — Δικαία βεβαίως θα ήτο αυτή η
+κατηγορία, αλλά πώς και κατά τι εφαρμόζεται εις τους ποιητάς; —
+Εν πρώτοις, δεν είναι από τα μεγαλύτερα και βαρύτερα ψεύματα
+που ημπορούν να γίνουν εκείνα που διηγείται ο Ησίοδος, ότι
+έκαμε τάχα ο Ουρανός, και πώς πάλιν τον εξεδικήθη ο Κρόνος; τα
+όσα δε έκαμεν ο τελευταίος ούτος προς τον υιόν του και όσα
+ακολούθως έπαθεν υπ' αυτού, και αληθινά ακόμη αν ήσαν, νομίζω
+ότι δεν έπρεπε να λέγωνται τόσον εύκολα προς νέους εστερημένους
+κρίσεως· εάν δε ήτο ανάγκη οπωσδήποτε να γίνεται λόγος περί
+αυτών, να τα ακούουν ολίγιστοι μόνον εν κρυπτώ και υπό
+αυστηροτάτην εχεμύθειαν, και κατόπιν θυσίας όχι πλέον χοίρου
+αλλά του πολυτιμοτάτου και σπανιωτάτου θύματος, διά να
+περιορίζεται εις όσον το δυνατόν ολιγίστους ο αριθμός των
+ακουόντων. — Πραγματικώς, είπεν ο Αδείμαντος, τοιαύται
+διηγήσεις είναι επικίνδυνοι.
+
+ — Και δεν πρέπει να ακουσθούν ποτέ εις την ιδικήν μας πόλιν,
+ούτε θα επιτραπή να λέγεται επί παρουσία των νέων ότι, και τα
+μέγιστα κακουργήματα αν διαπράττη κανείς, και τον πατέρα του
+ακόμη αν υποβάλη εις τα σκληρότερα βασανιστήρια προς
+αντεκδίκησιν, δεν θα έκαμνε τίποτε το έκτακτον, αλλά πράγμα το
+οποίον έκαμαν και οι πρώτοι και μέγιστοι των θεών. — Και εγώ,
+μα την αλήθειαν, φρονώ ότι δεν θα είναι διόλου εποικοδομητικαί
+τοιαύται διηγήσεις διά τους νέους. — Και ούτε ο ελάχιστος
+λόγος, εννοείται, δεν θα γίνη διά τους πολέμους και τας
+επιβουλάς και τας μάχας των θεών προς αλλήλους — διότι δεν
+είναι και αληθή — αν τουλάχιστον θέλωμεν οι μέλλοντες
+υπερασπισταί της πόλεώς μας να αποστρέφωνται ως το αισχρότερον
+των πραγμάτων τας μεταξύ των διαφοράς και έχθρας. Κατά μείζονα
+λίγον, απαγορεύεται να διηγούμεθα και να εξιστορούμεν εις τους
+νέους τας γιγαντομαχίας, και τας άλλας παντοειδείς έχθρας των
+θεών και των ηρώων προς τους συγγενείς και τους οικείους αυτών.
+Αλλ' αν ο σκοπός μας είναι να τους πείσωμεν, ότι ουδέποτε
+υπήρξε διχόνοια και έχθρα μεταξύ των κατοίκων της αυτής πόλεως,
+και ούτε είναι όσιον να υπάρχη, πρέπει να αναγκάσωμεν και τους
+γέροντας και τας γραίας να διηγούνται μύθους εις τα παιδιά υπ'
+αυτό το πνεύμα, αναλόγους δε να συνθέτουν και οι ποιηταί. Τα
+δεσίματα δε της Ήρας από τον υιόν της και τα ριψίματα του
+Ηφαίστου από τον πατέρα του, διότι ηθέλησε να παρέμβη εις το
+ξυλοκόπημα της μητέρας του, και όλα τα μαλλώματα των θεών που
+διηγείται ο Όμηρος, θα είναι τελείως απαράδεκτα εις την πόλιν
+μας, ούτε αν υποκρύπτουν ούτε αν δεν υποκρύπτουν αλληγορίας
+αυτοί οι μύθοι· διότι το παιδί δεν είναι εις θέσιν να διακρίνη
+ποίον είναι αλληγορία και ποίον δεν είναι, αλλ' ό,τι εντυπωθή
+από αυτήν την ηλικίαν εις το πνεύμα του, δύσκολον είναι συνήθως
+να εξαλειφθή χωρίς να αφήση ίχνη· ένεκα του οποίου ίσως πρέπει
+να θεωρηθή μεγίστης σημασίας, οι πρώτοι λόγοι τους οποίους
+ακούει, το παιδί, να είναι όσον ημπορεί καταλληλότεροι διά να
+το οδηγούν εις την αρετήν.
+
+ — Είναι λογικώτατα αυτά που λέγεις, είπεν ο Αδείμαντος· αλλ'
+αν κανείς μας ερωτούσε, οποίοι τίνες πρέπει να είναι αυτοί οι
+μύθοι, τι θα του απαντήσωμεν; — Δεν είμεθα ποιηταί, Αδείμαντε,
+επί του παρόντος εγώ και συ, αλλά οικισταί πόλεως· οι δε
+οικισταί χρειάζεται να γνωρίζουν μόνον τους τύπους, επάνω εις
+τους οποίους θα συνθέσουν τους μύθους των οι ποιηταί, και από
+τους οποίους δεν θα τους επιτρέπουν να απομακρύνωνται· δεν θα
+συνθέτουν όμως και οι ίδιοι τους μύθους. — Πολύ σωστά· αλλ'
+αυτό ακριβώς, ποίοι θα είναι οι τύποι των μύθων των σχετικών με
+τους θεούς; — Τοιούτοι επάνω-κάτω· πάντοτε πρέπει να
+παριστάνεται ο θεός, ακριβώς απαράλλακτα όπως είναι, είτε εις
+τα επικά ποιήματα είτε εις τας τραγωδίας. — Βέβαια πρέπει. —
+Αλλ' ο θεός δεν είναι πραγματικώς αγαθός και δεν πρέπει
+επομένως και να παριστάνεται τοιούτος; — Ποίος αμφιβάλλει; —
+Κάθε τι που είναι αγαθόν ημπορεί ποτε να είναι, βλαβερόν; — Δεν
+μου φαίνεται. — Και ένα πράγμα που δεν είναι βλαβερόν ημπορεί
+να προξενήση βλάβην; — Διόλου. — Επομένως κάμνει ποτέ κακόν; —
+Ούτε. — Ή, δύναται ποτε να γίνη αφορμή κακού; — Ποτέ. — Το δε
+αγαθόν είναι ωφέλιμον; — Ναι. — Επομένως δεν είναι η αφορμή
+ενός καλού που γίνεται; — Ναι. — Ώστε λοιπόν το αγαθόν δεν
+είναι η αφορμή όλων όσα γίνονται, αλλά μόνον των καλών, όχι δε
+και των κακών. — Βεβαιότατα. — Ούτε επομένως ο θεός, αφού είναι
+αγαθός, ημπορεί να είναι η αφορμή όλων, όπως λέγουν κοινώς·
+αλλ' ολίγων μεν πραγμάτων είναι αίτιος εις τους ανθρώπους,
+πολλών δε αναίτιος· διότι είναι πολύ ολιγώτερα τα καλά που
+έχουν οι άνθρωποι από τα κακά· και τα μεν καλά εις κανένα άλλον
+δεν ημπορούμεν να τα αποδώσωμεν εκτός του θεού, των κακών όμως
+πρέπει να αναζητήσωμεν άλλας αφορμάς και όχι τον θεόν. — Μου
+φαίνεται ότι έχεις πληρέστατον δίκαιον.
+
+ — Δεν πρέπει λοιπόν να δώσωμεν πίστιν εις τον Όμηρον ούτε εις
+άλλον ποιητήν, όταν ανοήτως εκστομίζη αυτήν την βλασφημίαν περί
+των θεών, ότι τάχα υπάρχουν δύο πίθοι
+
+ &στου Δία το κατώφλι
+ γεμάτοι ο ένας με καλές κι ο άλλος με κακές μοίρες·&
+
+και ότι εις όποιον ο Ζευς ανακατώση και δώση και από τους δύο,
+
+ &πότε του έρχονται δεξά και πότε ζερβά πάλι&
+
+εις όποιον όμως δώση μόνον από τον ένα, τον δεύτερον, χωρίς να
+αναναιώση και από τον πρώτον,
+
+ &φάουσσα πείνα λυσιακή παντού στη γης τον διώχτει·&
+
+ούτε ότι ο Ζευς είναι ο διανομεύς των καλών και των κακών εις
+τους ανθρώπους.
+
+Εάν δε ειπή κανείς ότι καθ' υποκίνησιν του Διός και της Αθηνάς
+παρεβίασε τους όρκους ο Πάνδαρος και έγινε αφορμή να λυθή η
+ανακωχή, δεν θα το παραδεχθούμεν· ούτε επίσης την έριδα των
+θεών, η οποία διελύθη διά της παρεμβάσεως της Θέμιδος και του
+Διός· ούτε πάλιν θα επιτρέψωμεν εις τους νέους να ακούουν
+εκείνα που λέει ο Αισχύλος, ότι τάχα
+
+ &ο θεός αφορμή βρίσκει
+ σαν θέλη σύρριζα να ξεπατώση σπίτι·&
+
+αλλ' εάν ένας ποιητής διεκτραγωδή με τους ιάμβους του τα πάθη
+της Νιόβης ή των Πελοπιδών, ή τα Τρωικά, ή άλλα παρόμοια, δεν
+θα τον αφήνωμεν να λέγη ότι είναι έργα του θεού αυτά, ή
+τουλάχιστον πρέπει θα ανευρεθή ο λόγος που ζητούμεν ημείς τώρα
+και να λέγωμεν, ότι δίκαια και αγαθά είναι του θεού τα έργα,
+και ότι τα παθήματα είναι προς ωφέλειαν των τιμωρουμένων· ας
+λέγουν, εάν θέλουν, ότι είναι άθλιοι οι κακοί επειδή
+εχρειάσθησαν τιμωρίαν, τιμωρηθέντες όμως ωφελήθησαν υπό του
+θεού· ότι όμως είναι δυστυχείς οι τιμωρούμενοι και της
+δυστυχίας των είναι παραίτιος ο θεός, δεν πρέπει να επιτρέψωμεν
+εις τον ποιητήν να το επαναλάβη και εν γένει να λέγουν εμπρός
+μας ότι ο θεός, όστις είναι αγαθός, ημπορεί να κάμη κακόν εις
+κανένα, αυτό πρέπει με όλας τας δυνάμεις μας να το
+αντικρούσωμεν, εάν πρόκειται να έχωμεν πόλιν καλώς
+διωργανωμένην και δεν θα δώσωμεν ποτέ την άδειαν, ούτε εις τους
+πρεσβυτέρους ούτε εις τους νεωτέρους, ούτε να λέγουν ούτε να
+ακούουν τοιούτους λόγους είτε με στίχους είτε και χωρίς
+στίχους, διότι και ανόσιοι είναι περί του θεού λεγόμενοι, εάν
+λέγωνται, και δι' ημάς επιβλαβείς, αλλά και μεταξύ των
+ασύμφωνοι· — Μου αρέσει αυτός ο νόμος και τον συνυπογράφω και
+εγώ. — Ο πρώτος μας λοιπόν νόμος και ο τύπος, σύμφωνα με τον
+οποίον θα ρυθμίζουν ό,τι λέγουν ή ό,τι γράφουν περί του θεού,
+θα είναι ο εξής: ο θεός δεν είναι ο αίτιος όλων των πραγμάτων,
+αλλά μόνον των καλών. — Και είναι πράγματι αναγκαιότατος.
+
+ — Τώρα τι λέγεις περί αυτού του δευτέρου; πιστεύεις τάχα ότι ο
+θεός είναι κανένας μάγος, ώστε, όπως του καταβαίνη εις την
+φαντασίαν, να παρουσιάζεται υπό πολλάς και διαφόρους μορφάς,
+και άλλοτε μεν να γίνεται και να μεταβάλλη το είδος του εις
+πολλά σχήματα, άλλοτε δε να απατά τας αισθήσεις μας και να μας
+φαίνεται τοιούτος, ή ότι απεναντίας είναι απλούς και από όλα τα
+όντα ολιγώτερον υπόκειται εις οιανδήποτε αλλοίωσιν της μορφής
+του; — Δεν ημπορώ να σου απαντήσω έτσι εκ του προχείρου τώρα. —
+Τουλάχιστον αυτό; όταν ένα πράγμα υφίσταται μεταβολήν της
+φυσικής του μορφής, δεν θα προέρχεται κατ' ανάγκην η μεταβολή
+αύτη ή από αυτό το ίδιον ή από ένα άλλο; — Κατ' ανάγκην. — Τα
+πράγματα όμως που έχουν την αρίστην κατασκευήν δεν αλλοιούνται
+και μετατρέπονται ολιγώτερον από τας εξωτερικάς αιτίας;
+παραδείγματος χάριν, τα σώματα τα υγιέστατα και ισχυρότατα δεν
+αλλοιούνται ολιγώτερον από τας τροφάς και τα πιοτά και τους
+κόπους, όπως επίσης και τα φυτά από τους ανέμους και τους
+καύσωνας και τας λοιπάς ατμοσφαιρικάς επηρείας; — Πώς όχι; —
+Και η ψυχή επίσης δεν ταράσσεται και αλλοιούται τόσον
+ολιγώτερον από τας εξωτερικάς επιδράσεις, όσον γενναιοτέρα και
+φρονιμωτέρα είναι; — Ναι. — Αλλ' ακόμη και αυτά τα έργα της
+ανθρωπίνης χειρός, σκεύη και οικοδομήματα, κατά τον αυτόν
+λόγον, όσα μεν είναι καλώς κατεσκευασμένα και από καλά υλικά,
+ελάχιστα αλλοιούνται υπό του χρόνοι και των λοιπών περιστάσεων.
+— Έτσι είναι. — Ώστε και γενικώς, κάθε πράγμα που είναι
+τέλειον, είτε εκ φύσεως, είτε από τέχνην, είτε και από τα δύο
+μαζί, υπόκειται εις ελαχίστην μεταβολήν από εξωτερικάς αιτίας.
+— Φαίνεται. — Ο θεός όμως, και ό,τι ανάγεται εις την φύσιν του
+θεού, είναι κατά πάντα τέλειος. — Πώς όχι; — Ώστε λοιπόν, υπ'
+αυτήν την έποψιν, δεν θα ήτο διόλου δυνατόν να λαμβάνη ο θεός
+πολλάς μορφάς. — Διόλου πραγματικώς.
+
+ — Αλλά μήπως τάχα θα ήτο δυνατόν να μεταβάλλη και μεταμορφώνη
+ο ίδιος τον εαυτόν του; — Φανερόν ότι μόνον κατ' αυτόν τον
+τρόπον θα ημπορούσε να γίνη, αν εγίνετο. — Και θα εγίνετο αυτή
+η μεταβολή εις το καλύτερον, ή εις το χειρότερον; — Κατ'
+ανάγκην εις το χειρότερον· διότι δεν δυνάμεθα να είπωμεν ότι
+λείπει από τον θεόν καμμία δυνατή ωραιότης και τελειότης. —
+Είναι ορθότατον αυτό που λέγεις· και τούτου τεθέντος,
+φαντάζεσαί ποτε, Αδείμαντε, ότι είναι δυνατόν ή θεός ή άνθρωπος
+να κάμη εκουσίως τον εαυτόν του χειρότερον οπωσδήποτε απ' ό,τι
+είναι; — Αδύνατον. — Αδύνατον λοιπόν είναι και να θέλη ο θεός
+να μεταβάλλη τον εαυτόν του· αλλ' έκαστος εξ αυτών, κάτοχος
+πάσης της δυνατής ωραιότητος και τελειότητος, διατηρεί πάντοτε
+και αμεταβλήτως την ιδίαν αυτού μορφήν. — Μου φαίνεται ότι δεν
+ημπορεί να είναι διαφορετικά.
+
+ — Κανείς λοιπόν ποιητής ας μη τολμήση να μας λέγει ότι
+
+ &ξένη οι Θεοί παίρνουν μορφή, σαν τάχα εξωμερίτες
+ κι αλλοίωτικοι, λογής κοπής, γυρνούν τις πολιτείες·&
+
+μήτε να ψευδολογή διά τας μεταμορφώσεις του Πρωτέως και της
+Θέτιδος, μήτε να παρουσιάζη εις τας τραγωδίας και εις άλλα
+ποιήματα την Ήραν υπό μορφήν ιερείας να μαζεύη ελέη και
+συνδρομάς διά τα ευτυχισμένα τέκνα του Αργείου ποταμού Ι ν ά χ
+ο υ, μήτε εν γένει να μας αραδιάζουν πολλά τοιαύτα
+ψευδολογήματα. Ας προσέξουν ακόμη και αι μητέρες να μη γίνωνται
+θύματα της ευπιστίας των και να εκφοβίζουν με τέτοια παραμύθια,
+τα παιδιά των, ότι τάχα πολλοί θεοί τριγυρνούν την νύκτα με
+διαφόρους ξένας μορφάς, διότι αυτά και βλασφημίαν κατά των θεών
+αποτελούν, κάμνουν δε και τα παιδιά συγχρόνως δειλότερα. — Ας
+απαγορεύσουν λοιπόν.
+
+ — Αλλά δεν ημπορεί τάχα, αυτοί μεν οι θεοί να είναι πράγματι
+ανεπίδεκτοι μεταβολής και αλλοιώσεως, αλλά να εξαπατούν ημάς
+και να μαγεύουν τας αισθήσεις μας, ώστε να φανταζώμεθα ότι
+παρουσιάζονται εμπρός μας υπό πολλάς και διαφόρους μορφάς; —
+Ίσως και αυτό. — Αλλά πώς; θα ήθελέ ποτε ένας θεός να εξαπατήση
+ή με λόγον ή με έργον και να παρουσιάζη φαντάσματα αντί του
+εαυτού του; — Δεν γνωρίζω. — Δεν γνωρίζεις ότι το αληθινόν
+ψεύμα — εάν επιτρέπεται το οξύμωρον — το αποστρέφονται όλοι και
+θεοί και άνθρωποι; — Τι εννοείς με τούτο; — Εννοώ ότι κανείς
+δεν επιτρέπει εκουσίως να εισέρχεται το ψεύδος εις την
+ευγενεστέραν μερίδα του εαυτού του και αναφορικώς μάλιστα με τα
+σπουδαιότερα των πραγμάτων, αλλά παρά κάθε άλλο φοβείται να το
+έχη εκεί· — Ούτε τώρα ενόησα περισσοτέρων. — Διότι φαντάζεσαι
+ίσως ότι πρόκειται διά τίποτε μυστήρια της αποκαλύψεως· ενώ εγώ
+λέγω απλώς ότι, να εισχωρήση εις την ψυχήν το ψεύδος όσον αφορά
+την ουσίαν των όντων και να διατελή επομένως αυτή εν απάτη και
+αγνοία, είναι πράγμα που κανείς ποτε δεν θα εδέχετο· και ότι
+τίποτε δεν μισούν όλοι περισσότερον, παρά να έχουν
+ενθρονισμένον ένα τοιούτον ψεύδος μέσα εις τοιούτον μέρος. —
+Πολύ σωστά. — Τούτο λοιπόν ορθότατα, όπως έλεγα και πριν, θα
+εκαλείτο αληθινόν ψεύμα, η εν τη ψυχή άγνοια ενός πράγματος
+ηπατημένου· διότι, αυτό το οποίον λέγομεν συνήθως ψεύμα, είναι
+η διά λόγων εξωτερίκευσις του εν τη ψυχή αισθήματος, και όχι
+καθαρόν ψεύμα, αλλά ούτως ειπείν είδωλον, το οποίον γεννάται
+κατόπιν· ή δεν είναι έτσι; — Είναι μάλιστα.
+
+ — Το αληθινόν λοιπόν και πραγματικόν ψεύμα το αποστρέφονται
+όχι μόνον οι θεοί αλλά και οι άνθρωποι. — Το πιστεύω. — Τώρα,
+το διά των λόγων ψεύδος πότε και εις ποίον είναι χρήσιμον, ώστε
+να μην είναι και αυτό άξιον μίσους και αποστροφής; μήπως τάχα
+προς τους εχθρούς ή και προς τους φίλους, όσοι από μανίαν ή
+παραφροσύνην είναι έτοιμοι να κάμουν κανένα κακόν, ημπορεί να
+είναι χρήσιμον ως φάρμακον προληπτικόν; ή και εις τα
+μυθολογήματα, διά τα οποία ωμιλούσαμεν πριν, επειδή δεν
+γνωρίζομεν πώς έχει ακριβώς η αλήθεια προκειμένου περί
+πραγμάτων τόσον παλαιών, μήπως ημπορούμεν να το
+χρησιμοποιήσωμεν το ψεύδος, δίδοντες εις αυτό όλην την επίφασιν
+της αληθείας; — Έτσι πράγματι θα είναι. — Αλλά διά ποίον από
+αυτούς τους λόγους θα ήτο χρήσιμον το ψεύδος εις τον θεόν;
+μήπως τάχα από άγνοιαν των παλαιών πραγμάτων θα κατέφευγεν και
+αυτός εις το ψεύδος, εις το οποίον θα έδιδε την επίφασιν της
+αληθείας; — Γελοίον θα ήτο να το φαντασθώμεν. — Δεν είναι
+λοιπόν ο θεός ποιητής ψευδολόγος. — Δεν μου φαίνεται. — Ή μήπως
+τάχα μανία ή παραφροσύνη φίλων θα τον ηνάγκαζε να καταφύγη εις
+το ψεύδος; Αλλά κανείς παράφρων ή μανιακός δεν ημπορεί να είναι
+φίλος του θεού. — Δεν υπάρχει λοιπόν κανείς λόγος διά να ψευσθή
+ποτε ο θεός. — Δεν υπάρχει. — Ώστε είναι ο θεός όλως διόλου
+απλούς και αληθινός και εις τα έργα και εις τους λόγους και
+ούτε ο ίδιος μεταβάλλεται ούτε τους άλλους εξαπατά είτε με
+λόγια είτε με σημεία που τάχα τους στέλλει είτε εις τον ύπνον
+είτε εις τον ξύπνον. — Και εγώ είμαι σύμφωνος όπως τα λέγεις. —
+Ώστε επιδοκιμάζεις και αυτόν τον δεύτερον τύπον, σύμφωνα με τον
+οποίον οφείλομεν και να ομιλούμεν και να γράφωμεν περί των
+θεών, ότι δηλαδή ούτε αυτοί είναι μάγοι ώστε να
+μεταμορφώνωνται, ούτε και ημάς εξαπατούν με ψευδείς λόγους ή
+πράξεις; — Επιδοκιμάζω — Ώστε, αν και πολλά άλλα έχομεν να
+επαινέσωμεν του Ομήρου, δεν θα επαινέσωμεν όμως και εκείνα που
+διηγείται περί του ονείρου, το οποίον έστειλεν ο Ζευς εις τον
+Αγαμέμνονα· ούτε του Αισχύλου, εκεί όπου λέγει η Θέτις πως ο
+Απόλλων της έψαλλεν εις τους γάμους της:
+
+ &μάννα παιδιών ευτυχισμένη
+ που αρρώστεια δε θα δουν και χρόνια πολλά θάχουν·
+ η αγάπη των θεών θα μου χαρίζη πάντα
+ μοίρα, μούπε, χρυσή — κ' έκρουξε τον παιάνα
+ και γιόμισε χαρά κ' ελπίδες τη ψυχή μου·
+ γιατί δεν πίστευα ποτέ πως θάβγη ψέμα
+ από το στόμα του θεού της μαντωσύνης·
+ μα αυτός ο ίδιος πώψαλε, αυτός ο ίδιος
+ που ήτανε στο τραπέζι, αυτός που τάπε ο ίδιος,
+ αυτός είναι που σκότωσε το γυιό μου. . .&
+
+Όταν κανείς μας λέγη τοιαύτα περί των θεών, θα του γυρίσωμεν
+την πλάτην και δεν θα του δώσωμεν τα ψαλτικά του· ούτε εις τους
+διδασκάλους θα επιτρέψωμεν να τα μεταχειρίζωνται διά την
+ανατροφήν των νέων, εάν θέλωμεν μίαν ημέραν να έχωμεν
+πολεμιστάς θεοσεβείς και ομοίους με τους θεούς — όσον
+τουλάχιστον είναι δυνατόν διά τον άνθρωπον. — Επιδοκιμάζω καθ'
+όλα και εγώ τους τύπους αυτούς, και τους λαμβάνω ως νόμους.
+
+ * *
+ *
+
+Η Σειρά των Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων, των Εκδόσεων Φέξη,
+υπήρξεν ένας σταθμός στα ελληνικά χρονικά. Για πρώτη φορά
+προσφερόταν συστηματικά στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, η
+αρχαία ελληνική σκέψη (ιστορία, φιλοσοφία, ποίηση, δράμα,
+δικανικός και πολιτικός λόγος) σε δημιουργικές μεταφορές της,
+από τους άριστους μεταφραστές του τόπου, στην πιο σύγχρονη
+μορφή που πήρε εξελισσόμενο το γλωσσικό της όργανο. Ο Όμηρος,
+οι Τραγικοί κι ο Αριστοφάνης, ο Ηρόδοτος, ο Θουκυδίδης, ο
+Πλάτων, ο Ξενοφών, ο Αριστοτέλης, ο Θεόκριτος, ο Θεόφραστος, ο
+Επίκτητος, ο Πλούταρχος, ο Λουκιανός κλπ. προσφέρονται και
+σήμερα, στις κλασικές πια μεταφράσεις των Πολυλά, Ραγκαβή,
+Μωραϊτίδη, Κονδυλάκη, Ποριώτη, Γρυπάρη, Τανάγρα, Πολέμη,
+Καμπάνη, Καζαντζάκη, Βάρναλη, Αυγέρη, Βουτιερίδη, Ζερβού,
+Φιλαδελφέως, Τσοκόπουλου, Σίγουρου, Κ. Χρηστομάνου κλπ, σε μια
+σύγχρονη σειρά εκδόσεων βιβλίου τσέπης, πράγμα που επίσης
+γίνεται για πρώτη φορά, συστηματικά, στην Ελλάδα,
+
+&Πολιτεία.& Το πρωτοτυπώτερον και πλαστικώτερον των πλατωνικών
+έργων, αποτελούμενον εκ 10 βιβλίων. Το πρώτον βιβλίον
+πραγματευόμενον περί δικαιοσύνης είναι αφετηρία διατυπώσεως
+έπειτα ιδανικού πολιτεύματος. Η οριζομένη ισότης δικαιωμάτων
+των πολιτών, η διακανόνισις ίσης εργασίας, η κατανομή των
+πολιτών εις τρεις τάξεις, η εξίσωσις ανδρών και γυναικών, η
+κοινογαμία και κοινοκτημοσύνη, ο αποκλεισμός των ποιητών, ο
+περιορισμός της αυξήσεως του πληθυσμού, αι πρωτόρρυθμοι γενικαί
+περί του κοινωνικού και του αστικού δικαίου αρχαί συνδιαζόμεναι
+εις οργανικόν σύστημα εις την «Πολιτείαν» του Πλάτωνος, υπήρξαν
+αφετηρίαι πλείστων φιλοσοφικών, κοινωνιολογικών και πολιτικών
+θεωριών. Ώστε και από της απόψεως ταύτης είναι εκ των
+σημαντικοτέρων δημιουργημάτων της ανθρωπίνης σκέψεως.
+
+Η μετάφρασις πιστή, σαφής και γλαφυρά υπό του κ. I. Ν. Γρυπάρη.
+Τόμος Α' 10 δρχ., Τόμος Β' 10 δρχ., Τόμος Γ' 10 δρχ., Τόμος Δ'
+10 δρχ.
+
+ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΠΩΛΗΣΙΣ
+
+ΛΑΔΙΑΣ ΚΑΙ Σια Ο.Ε.
+
+ΙΠΠΟΚΡΑΤΟΥΣ 22 ΤΗΛ. 614.686, 634.506
+
+ΤΙΜΑΤΑΙ
+ΔΡΧ. 10
+
+ * *
+ *
+
+1) Η εορτή, περί της οποίας κάμνει λόγον ευθύς εις την αρχήν
+του διαλόγου και χάριν της οποίας κατήλθον εις τον Πειραιά, ήτο
+προς τιμήν της Βενδίδος, θρακικής Θεότητος αναλόγου προς την
+Αρτέμιδα των Ελλήνων.
+
+2) Εις το κείμενον έχει &«μύρτα και φηγούς»&.
+
+
+
+
+
+
+End of the Project Gutenberg EBook of Republic, Volume 1, by Plato
+
+*** END OF THIS PROJECT GUTENBERG EBOOK REPUBLIC, VOLUME 1 ***
+
+***** This file should be named 39476-0.txt or 39476-0.zip *****
+This and all associated files of various formats will be found in:
+ http://www.gutenberg.org/3/9/4/7/39476/
+
+Produced by Sophia Canoni. Thanks to George Canonis for
+his major work in proofreading. Book provided by Iason
+Konstantinides.
+
+
+Updated editions will replace the previous one--the old editions
+will be renamed.
+
+Creating the works from public domain print editions means that no
+one owns a United States copyright in these works, so the Foundation
+(and you!) can copy and distribute it in the United States without
+permission and without paying copyright royalties. Special rules,
+set forth in the General Terms of Use part of this license, apply to
+copying and distributing Project Gutenberg-tm electronic works to
+protect the PROJECT GUTENBERG-tm concept and trademark. Project
+Gutenberg is a registered trademark, and may not be used if you
+charge for the eBooks, unless you receive specific permission. If you
+do not charge anything for copies of this eBook, complying with the
+rules is very easy. You may use this eBook for nearly any purpose
+such as creation of derivative works, reports, performances and
+research. They may be modified and printed and given away--you may do
+practically ANYTHING with public domain eBooks. Redistribution is
+subject to the trademark license, especially commercial
+redistribution.
+
+
+
+*** START: FULL LICENSE ***
+
+THE FULL PROJECT GUTENBERG LICENSE
+PLEASE READ THIS BEFORE YOU DISTRIBUTE OR USE THIS WORK
+
+To protect the Project Gutenberg-tm mission of promoting the free
+distribution of electronic works, by using or distributing this work
+(or any other work associated in any way with the phrase "Project
+Gutenberg"), you agree to comply with all the terms of the Full Project
+Gutenberg-tm License available with this file or online at
+ www.gutenberg.org/license.
+
+
+Section 1. General Terms of Use and Redistributing Project Gutenberg-tm
+electronic works
+
+1.A. By reading or using any part of this Project Gutenberg-tm
+electronic work, you indicate that you have read, understand, agree to
+and accept all the terms of this license and intellectual property
+(trademark/copyright) agreement. If you do not agree to abide by all
+the terms of this agreement, you must cease using and return or destroy
+all copies of Project Gutenberg-tm electronic works in your possession.
+If you paid a fee for obtaining a copy of or access to a Project
+Gutenberg-tm electronic work and you do not agree to be bound by the
+terms of this agreement, you may obtain a refund from the person or
+entity to whom you paid the fee as set forth in paragraph 1.E.8.
+
+1.B. "Project Gutenberg" is a registered trademark. It may only be
+used on or associated in any way with an electronic work by people who
+agree to be bound by the terms of this agreement. There are a few
+things that you can do with most Project Gutenberg-tm electronic works
+even without complying with the full terms of this agreement. See
+paragraph 1.C below. There are a lot of things you can do with Project
+Gutenberg-tm electronic works if you follow the terms of this agreement
+and help preserve free future access to Project Gutenberg-tm electronic
+works. See paragraph 1.E below.
+
+1.C. The Project Gutenberg Literary Archive Foundation ("the Foundation"
+or PGLAF), owns a compilation copyright in the collection of Project
+Gutenberg-tm electronic works. Nearly all the individual works in the
+collection are in the public domain in the United States. If an
+individual work is in the public domain in the United States and you are
+located in the United States, we do not claim a right to prevent you from
+copying, distributing, performing, displaying or creating derivative
+works based on the work as long as all references to Project Gutenberg
+are removed. Of course, we hope that you will support the Project
+Gutenberg-tm mission of promoting free access to electronic works by
+freely sharing Project Gutenberg-tm works in compliance with the terms of
+this agreement for keeping the Project Gutenberg-tm name associated with
+the work. You can easily comply with the terms of this agreement by
+keeping this work in the same format with its attached full Project
+Gutenberg-tm License when you share it without charge with others.
+
+1.D. The copyright laws of the place where you are located also govern
+what you can do with this work. Copyright laws in most countries are in
+a constant state of change. If you are outside the United States, check
+the laws of your country in addition to the terms of this agreement
+before downloading, copying, displaying, performing, distributing or
+creating derivative works based on this work or any other Project
+Gutenberg-tm work. The Foundation makes no representations concerning
+the copyright status of any work in any country outside the United
+States.
+
+1.E. Unless you have removed all references to Project Gutenberg:
+
+1.E.1. The following sentence, with active links to, or other immediate
+access to, the full Project Gutenberg-tm License must appear prominently
+whenever any copy of a Project Gutenberg-tm work (any work on which the
+phrase "Project Gutenberg" appears, or with which the phrase "Project
+Gutenberg" is associated) is accessed, displayed, performed, viewed,
+copied or distributed:
+
+This eBook is for the use of anyone anywhere at no cost and with
+almost no restrictions whatsoever. You may copy it, give it away or
+re-use it under the terms of the Project Gutenberg License included
+with this eBook or online at www.gutenberg.org
+
+1.E.2. If an individual Project Gutenberg-tm electronic work is derived
+from the public domain (does not contain a notice indicating that it is
+posted with permission of the copyright holder), the work can be copied
+and distributed to anyone in the United States without paying any fees
+or charges. If you are redistributing or providing access to a work
+with the phrase "Project Gutenberg" associated with or appearing on the
+work, you must comply either with the requirements of paragraphs 1.E.1
+through 1.E.7 or obtain permission for the use of the work and the
+Project Gutenberg-tm trademark as set forth in paragraphs 1.E.8 or
+1.E.9.
+
+1.E.3. If an individual Project Gutenberg-tm electronic work is posted
+with the permission of the copyright holder, your use and distribution
+must comply with both paragraphs 1.E.1 through 1.E.7 and any additional
+terms imposed by the copyright holder. Additional terms will be linked
+to the Project Gutenberg-tm License for all works posted with the
+permission of the copyright holder found at the beginning of this work.
+
+1.E.4. Do not unlink or detach or remove the full Project Gutenberg-tm
+License terms from this work, or any files containing a part of this
+work or any other work associated with Project Gutenberg-tm.
+
+1.E.5. Do not copy, display, perform, distribute or redistribute this
+electronic work, or any part of this electronic work, without
+prominently displaying the sentence set forth in paragraph 1.E.1 with
+active links or immediate access to the full terms of the Project
+Gutenberg-tm License.
+
+1.E.6. You may convert to and distribute this work in any binary,
+compressed, marked up, nonproprietary or proprietary form, including any
+word processing or hypertext form. However, if you provide access to or
+distribute copies of a Project Gutenberg-tm work in a format other than
+"Plain Vanilla ASCII" or other format used in the official version
+posted on the official Project Gutenberg-tm web site (www.gutenberg.org),
+you must, at no additional cost, fee or expense to the user, provide a
+copy, a means of exporting a copy, or a means of obtaining a copy upon
+request, of the work in its original "Plain Vanilla ASCII" or other
+form. Any alternate format must include the full Project Gutenberg-tm
+License as specified in paragraph 1.E.1.
+
+1.E.7. Do not charge a fee for access to, viewing, displaying,
+performing, copying or distributing any Project Gutenberg-tm works
+unless you comply with paragraph 1.E.8 or 1.E.9.
+
+1.E.8. You may charge a reasonable fee for copies of or providing
+access to or distributing Project Gutenberg-tm electronic works provided
+that
+
+- You pay a royalty fee of 20% of the gross profits you derive from
+ the use of Project Gutenberg-tm works calculated using the method
+ you already use to calculate your applicable taxes. The fee is
+ owed to the owner of the Project Gutenberg-tm trademark, but he
+ has agreed to donate royalties under this paragraph to the
+ Project Gutenberg Literary Archive Foundation. Royalty payments
+ must be paid within 60 days following each date on which you
+ prepare (or are legally required to prepare) your periodic tax
+ returns. Royalty payments should be clearly marked as such and
+ sent to the Project Gutenberg Literary Archive Foundation at the
+ address specified in Section 4, "Information about donations to
+ the Project Gutenberg Literary Archive Foundation."
+
+- You provide a full refund of any money paid by a user who notifies
+ you in writing (or by e-mail) within 30 days of receipt that s/he
+ does not agree to the terms of the full Project Gutenberg-tm
+ License. You must require such a user to return or
+ destroy all copies of the works possessed in a physical medium
+ and discontinue all use of and all access to other copies of
+ Project Gutenberg-tm works.
+
+- You provide, in accordance with paragraph 1.F.3, a full refund of any
+ money paid for a work or a replacement copy, if a defect in the
+ electronic work is discovered and reported to you within 90 days
+ of receipt of the work.
+
+- You comply with all other terms of this agreement for free
+ distribution of Project Gutenberg-tm works.
+
+1.E.9. If you wish to charge a fee or distribute a Project Gutenberg-tm
+electronic work or group of works on different terms than are set
+forth in this agreement, you must obtain permission in writing from
+both the Project Gutenberg Literary Archive Foundation and Michael
+Hart, the owner of the Project Gutenberg-tm trademark. Contact the
+Foundation as set forth in Section 3 below.
+
+1.F.
+
+1.F.1. Project Gutenberg volunteers and employees expend considerable
+effort to identify, do copyright research on, transcribe and proofread
+public domain works in creating the Project Gutenberg-tm
+collection. Despite these efforts, Project Gutenberg-tm electronic
+works, and the medium on which they may be stored, may contain
+"Defects," such as, but not limited to, incomplete, inaccurate or
+corrupt data, transcription errors, a copyright or other intellectual
+property infringement, a defective or damaged disk or other medium, a
+computer virus, or computer codes that damage or cannot be read by
+your equipment.
+
+1.F.2. LIMITED WARRANTY, DISCLAIMER OF DAMAGES - Except for the "Right
+of Replacement or Refund" described in paragraph 1.F.3, the Project
+Gutenberg Literary Archive Foundation, the owner of the Project
+Gutenberg-tm trademark, and any other party distributing a Project
+Gutenberg-tm electronic work under this agreement, disclaim all
+liability to you for damages, costs and expenses, including legal
+fees. YOU AGREE THAT YOU HAVE NO REMEDIES FOR NEGLIGENCE, STRICT
+LIABILITY, BREACH OF WARRANTY OR BREACH OF CONTRACT EXCEPT THOSE
+PROVIDED IN PARAGRAPH 1.F.3. YOU AGREE THAT THE FOUNDATION, THE
+TRADEMARK OWNER, AND ANY DISTRIBUTOR UNDER THIS AGREEMENT WILL NOT BE
+LIABLE TO YOU FOR ACTUAL, DIRECT, INDIRECT, CONSEQUENTIAL, PUNITIVE OR
+INCIDENTAL DAMAGES EVEN IF YOU GIVE NOTICE OF THE POSSIBILITY OF SUCH
+DAMAGE.
+
+1.F.3. LIMITED RIGHT OF REPLACEMENT OR REFUND - If you discover a
+defect in this electronic work within 90 days of receiving it, you can
+receive a refund of the money (if any) you paid for it by sending a
+written explanation to the person you received the work from. If you
+received the work on a physical medium, you must return the medium with
+your written explanation. The person or entity that provided you with
+the defective work may elect to provide a replacement copy in lieu of a
+refund. If you received the work electronically, the person or entity
+providing it to you may choose to give you a second opportunity to
+receive the work electronically in lieu of a refund. If the second copy
+is also defective, you may demand a refund in writing without further
+opportunities to fix the problem.
+
+1.F.4. Except for the limited right of replacement or refund set forth
+in paragraph 1.F.3, this work is provided to you 'AS-IS', WITH NO OTHER
+WARRANTIES OF ANY KIND, EXPRESS OR IMPLIED, INCLUDING BUT NOT LIMITED TO
+WARRANTIES OF MERCHANTABILITY OR FITNESS FOR ANY PURPOSE.
+
+1.F.5. Some states do not allow disclaimers of certain implied
+warranties or the exclusion or limitation of certain types of damages.
+If any disclaimer or limitation set forth in this agreement violates the
+law of the state applicable to this agreement, the agreement shall be
+interpreted to make the maximum disclaimer or limitation permitted by
+the applicable state law. The invalidity or unenforceability of any
+provision of this agreement shall not void the remaining provisions.
+
+1.F.6. INDEMNITY - You agree to indemnify and hold the Foundation, the
+trademark owner, any agent or employee of the Foundation, anyone
+providing copies of Project Gutenberg-tm electronic works in accordance
+with this agreement, and any volunteers associated with the production,
+promotion and distribution of Project Gutenberg-tm electronic works,
+harmless from all liability, costs and expenses, including legal fees,
+that arise directly or indirectly from any of the following which you do
+or cause to occur: (a) distribution of this or any Project Gutenberg-tm
+work, (b) alteration, modification, or additions or deletions to any
+Project Gutenberg-tm work, and (c) any Defect you cause.
+
+
+Section 2. Information about the Mission of Project Gutenberg-tm
+
+Project Gutenberg-tm is synonymous with the free distribution of
+electronic works in formats readable by the widest variety of computers
+including obsolete, old, middle-aged and new computers. It exists
+because of the efforts of hundreds of volunteers and donations from
+people in all walks of life.
+
+Volunteers and financial support to provide volunteers with the
+assistance they need are critical to reaching Project Gutenberg-tm's
+goals and ensuring that the Project Gutenberg-tm collection will
+remain freely available for generations to come. In 2001, the Project
+Gutenberg Literary Archive Foundation was created to provide a secure
+and permanent future for Project Gutenberg-tm and future generations.
+To learn more about the Project Gutenberg Literary Archive Foundation
+and how your efforts and donations can help, see Sections 3 and 4
+and the Foundation information page at www.gutenberg.org
+
+
+Section 3. Information about the Project Gutenberg Literary Archive
+Foundation
+
+The Project Gutenberg Literary Archive Foundation is a non profit
+501(c)(3) educational corporation organized under the laws of the
+state of Mississippi and granted tax exempt status by the Internal
+Revenue Service. The Foundation's EIN or federal tax identification
+number is 64-6221541. Contributions to the Project Gutenberg
+Literary Archive Foundation are tax deductible to the full extent
+permitted by U.S. federal laws and your state's laws.
+
+The Foundation's principal office is located at 4557 Melan Dr. S.
+Fairbanks, AK, 99712., but its volunteers and employees are scattered
+throughout numerous locations. Its business office is located at 809
+North 1500 West, Salt Lake City, UT 84116, (801) 596-1887. Email
+contact links and up to date contact information can be found at the
+Foundation's web site and official page at www.gutenberg.org/contact
+
+For additional contact information:
+ Dr. Gregory B. Newby
+ Chief Executive and Director
+ gbnewby@pglaf.org
+
+Section 4. Information about Donations to the Project Gutenberg
+Literary Archive Foundation
+
+Project Gutenberg-tm depends upon and cannot survive without wide
+spread public support and donations to carry out its mission of
+increasing the number of public domain and licensed works that can be
+freely distributed in machine readable form accessible by the widest
+array of equipment including outdated equipment. Many small donations
+($1 to $5,000) are particularly important to maintaining tax exempt
+status with the IRS.
+
+The Foundation is committed to complying with the laws regulating
+charities and charitable donations in all 50 states of the United
+States. Compliance requirements are not uniform and it takes a
+considerable effort, much paperwork and many fees to meet and keep up
+with these requirements. We do not solicit donations in locations
+where we have not received written confirmation of compliance. To
+SEND DONATIONS or determine the status of compliance for any
+particular state visit www.gutenberg.org/donate
+
+While we cannot and do not solicit contributions from states where we
+have not met the solicitation requirements, we know of no prohibition
+against accepting unsolicited donations from donors in such states who
+approach us with offers to donate.
+
+International donations are gratefully accepted, but we cannot make
+any statements concerning tax treatment of donations received from
+outside the United States. U.S. laws alone swamp our small staff.
+
+Please check the Project Gutenberg Web pages for current donation
+methods and addresses. Donations are accepted in a number of other
+ways including checks, online payments and credit card donations.
+To donate, please visit: www.gutenberg.org/donate
+
+
+Section 5. General Information About Project Gutenberg-tm electronic
+works.
+
+Professor Michael S. Hart was the originator of the Project Gutenberg-tm
+concept of a library of electronic works that could be freely shared
+with anyone. For forty years, he produced and distributed Project
+Gutenberg-tm eBooks with only a loose network of volunteer support.
+
+Project Gutenberg-tm eBooks are often created from several printed
+editions, all of which are confirmed as Public Domain in the U.S.
+unless a copyright notice is included. Thus, we do not necessarily
+keep eBooks in compliance with any particular paper edition.
+
+Most people start at our Web site which has the main PG search facility:
+
+ www.gutenberg.org
+
+This Web site includes information about Project Gutenberg-tm,
+including how to make donations to the Project Gutenberg Literary
+Archive Foundation, how to help produce our new eBooks, and how to
+subscribe to our email newsletter to hear about new eBooks.
diff --git a/39476-0.zip b/39476-0.zip
new file mode 100644
index 0000000..010d3af
--- /dev/null
+++ b/39476-0.zip
Binary files differ
diff --git a/39476-h.zip b/39476-h.zip
new file mode 100644
index 0000000..0bc815a
--- /dev/null
+++ b/39476-h.zip
Binary files differ
diff --git a/39476-h/39476-h.htm b/39476-h/39476-h.htm
new file mode 100644
index 0000000..31c47f7
--- /dev/null
+++ b/39476-h/39476-h.htm
@@ -0,0 +1,2904 @@
+<?xml version="1.0"?>
+<!DOCTYPE html PUBLIC "-//W3C//DTD XHTML 1.0 Transitional//EN" "http://www.w3.org/TR/xhtml1/DTD/xhtml1-transitional.dtd">
+<html xmlns="http://www.w3.org/1999/xhtml">
+<head>
+<meta http-equiv="Content-Type" content="text/html; charset=utf-8" />
+<meta name="keywords"
+ content="Πλάτων, Πολιτεία, Ι. Ν. Γρυπάρης, Φιλοσοφία" />
+
+<title>Πολιτεία</title>
+
+<style type="text/css">
+
+body {
+font-family: verdana, geneva, arial, helvetica, sans-serif;
+line-height: 20px;
+margin-left: 5%;
+margin-right: 5%;
+}
+
+p{
+ text-align: justify;
+ margin-top: 1em;
+ margin-bottom: 1em;
+}
+
+hr{
+ width: 65%;
+}
+.poem {
+ FONT-SIZE: 95%; margin-left: 30%;
+}
+</style>
+
+</head>
+
+<body>
+
+
+<pre>
+
+The Project Gutenberg EBook of Republic, Volume 1, by Plato
+
+This eBook is for the use of anyone anywhere at no cost and with
+almost no restrictions whatsoever. You may copy it, give it away or
+re-use it under the terms of the Project Gutenberg License included
+with this eBook or online at www.gutenberg.org
+
+
+Title: Republic, Volume 1
+
+Author: Plato
+
+Translator: Ioannis Gryparis
+
+Release Date: April 18, 2012 [EBook #39476]
+
+Language: Greek
+
+Character set encoding: UTF-8
+
+*** START OF THIS PROJECT GUTENBERG EBOOK REPUBLIC, VOLUME 1 ***
+
+
+
+
+Produced by Sophia Canoni. Thanks to George Canonis for
+his major work in proofreading. Book provided by Iason
+Konstantinides.
+
+
+
+
+
+
+</pre>
+
+
+
+<p style='font-size: small;'>Note: The tonic system has been changed from polytonic to
+monotonic, otherwise the spelling of the book has not been changed. Footnotes have
+been converted to endnotes. // Σημείωση: Το τονικό σύστημα έχει αλλάξει από
+πολυτονικό σε μονοτονικό. Κατά τα άλλα έχει διατηρηθεί η ορθογραφία του βιβλίου. Οι
+υποσημειώσεις των σελίδων έχουν μεταφερθεί στο τέλος του βιβλίου.</p>
+<p style='text-align:center;'><br /><img src ="images/cover.jpg" width="457"
+height="650"
+alt="Εξώφυλλο" border="2" /><br /></p>
+
+<h4 style="text-align: center; margin-top: 3em">ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ<br />
+<u>ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ</u></h4>
+
+<p>
+</p>
+
+<h1 style="text-align: center; margin-top: 3em">ΠΛΑΤΩΝΟΣ</h1>
+<h2 style="text-align: center; margin-top: 3em">ΠΟΛΙΤΕΙΑ</h2>
+
+<h3 style="text-align: center; margin-top: 6em">ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ<br />
+Ι. Ν. ΓΡΥΠΑΡΗ<br /><br /><br />
+
+ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ</h3>
+
+<h4 style="text-align: center; margin-top: 8em">ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ<br />
+ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΦΕΞΗ<br />
+1911</h4>
+
+
+<h4 style="text-align: center; margin-top: 8em">ΠΡΟΛΟΓΟΣ</h4>
+
+<p>
+<br />
+Η θεμελιώδης βάσις της Πολιτείας του Πλάτωνος είναι η τελεία συνταύτισις της ευτυχίας
+και της δικαιοσύνης· το περιεχόμενον δηλαδή του πολυθρυλήτου αυτού έργου είναι
+καθαρώς ηθικόν, και μολαταύτα εκ των δύο τίτλων, που μας διέσωσεν η αρχαιοτάτη
+παράδοσις: Πολιτεία ή περί δικαίου, επεκράτησεν ο πρώτος, δια του οποίου εξαίρεται
+αποκλειστικώτερον το πολιτικόν και κοινωνικόν περιεχόμενον του διαλόγου.</p>
+
+<p>Ο Πλάτων λοιπόν αναλαμβάνει κυρίως την έρευναν περί της φύσεως του δικαίου και
+του αδίκου, δια να καταδείξη συγχρόνως την ηθικήν ανάγκην τόσον του κράτους όσον
+και του ατόμου να κανονίζουν πάσαν αυτών την διαγωγήν επί της δικαιοσύνης, η οποία
+κατά τον τελευταίον αυτής λόγον είναι αυτή η Ιδέα του αγαθού, η πηγή της τελείας
+ευδαιμονίας διά τα άτομα και τας κοινωνίας, ο θεός τον Πλάτωνος. Και αντιστρόφως
+όμως, επειδή η δικαιοσύνη εμφανίζεται κυρίως εις τας κοινωνικάς και πολιτικάς σχέσεις
+του ανθρώπου, πάσα αναζήτησις του αρίστου πολιτικού οργανισμού οδηγεί κατ'
+ανάγκην εις την ανάλυσιν αυτής της εννοίας της δικαιοσύνης, και επί τη βάσει αυτής εις
+τον καθορισμόν των πρακτικών εφαρμογών της. Η δικαιοσύνη είναι αρετή εφικτή εις τον
+άνθρωπον μόνον δι' ενός γενικού συστήματος εκπαιδεύσεως, του οποίου ο Πλάτων
+χαράσσει το σχέδιον εν τη Πολιτεία, συγχρόνως όμως η αληθής πολιτεία, το τέλειον
+κράτος, δεν είναι άλλο παρά η εφαρμογή και κατά συνέπειαν η μετά λόγου και
+επιστήμης γνώσις της δικαιοσύνης.</p>
+
+<p>Η απόδειξις της Πλατωνικής θέσεως ακολουθεί σχέδιον καθ' αυτό απλούστατον και
+αυστηρότατα διαγεγραμμένον, μολονότι η οικονομία αυτού φαίνεται πολλάκις
+διασπωμένη υπό της ελευθερίας του διαλόγου.</p>
+
+<p>Εις το πρώτον βιβλίον, το οποίον αποτελεί την εισαγωγήν εις το όλον έργον, ο
+Σωκράτης συζητεί διαφόρους ορισμούς της δικαιοσύνης μετά του Πολεμάρχου και του
+σοφιστού Θρασυμάχου, τους οποίους αναιρεί με ύφος ειρωνικόν μάλλον και με
+επιχειρήματα όχι σπανίως σοφιστικά· μόλις δε περί το τέλος του βιβλίου δίδει
+σοβαρωτέραν τροπήν εις τον λόγον, δια να δείξη ότι η προηγηθείσα συζήτησις ήτο εν
+μέρει ελαφρά και εν μέρει σοβαρά εισαγωγή εις την έρευναν περί της φύσεως του
+δικαίου.</p>
+
+<p>Οι αδελφοί του Πλάτωνος, Γλαύκων και Αδείμαντος, θέτουν ακολούθως
+επιστημονικώτατα το ζήτημα και προδιαγράφουν την αληθή μέθοδον της ερεύνης, ήτις
+συνίσταται εις το να απαλλαγή η έννοια της δικαιοσύνης παντός επουσιώδους στοιχείου
+αυτής (της καλής ή κακής υπολήψεως των ανθρώπων, αμοιβών, ποινών κτλ.) και να
+αντιπαραβληθή ο τελείως δίκαιος άνθρωπος προς τον τελείως άδικον· δεν πρόκειται
+δηλαδή κατ' αρχάς να εξετασθή ο ορισμός της δικαιοσύνης, αλλ' η ικανότης την οποίαν
+έχει απολύτως και καθ' εαυτήν να καθιστά τον άνθρωπον ευτυχή· αναλαμβάνοντες δε
+αυτοί την υποστήριξιν της υλιστικής θεωρίας του απολύτου εγωισμού, αφήνουν εις τον
+Σωκράτην ν' αποδείξη την εναντίαν θέσιν: Εάν πράγματι ο δίκαιος, μακράν του να
+καρπούται κανέν πλεονέκτημα εκ του εναρέτου αυτού βίου, παραγνωρίζεται καθ' όλην
+του την ζωήν, καταδιώκεται, προπηλακίζεται, βασανίζεται, και μολαταύτα είναι
+ευτυχέστερος του αδίκου, τότε η θέσις του Σωκράτους δύναται να θεωρηθή
+αποδεδειγμένη.</p>
+
+<p>Το από τούδε ο λόγος μένει μέχρι τέλους εις τον Σωκράτην ευθύς εξ αρχής δίδει
+ούτος την τροπήν εκείνην εις τον διάλογον, ήτις οδηγεί από του ατόμου εις την
+κοινωνίαν και όπου διατυπούται κατά πρώτην φοράν η αλήθεια, θεωρουμένη κοινός
+τύπος πλέον σήμερον, ότι το κράτος είναι οργανισμός. Ο Σωκράτης διακηρύττει ότι είναι
+ανίκανος να λύση το πρόβλημα, όπως ετέθη υπό του Αδειμάντου· εκείνο, το οποίον
+αποτελεί εν τη ατομική ψυχή την ουσίαν της δικαιοσύνης, θα καταστή εναργέστερον,
+εάν εν πρώτοις το μελετήσωμεν εκεί όπου φανερούται εν ηυξημένη αναλογία, εν τη
+πολιτεία δηλαδή· και τοιουτοτρόπως θα γνωρίσωμεν και την γένεσιν της δικαιοσύνης εν
+τη γενέσει της κοινωνίας.</p>
+
+<p>Ανάγκαι αποκλειστικώς οικονομικαί ωδήγησαν, κατά τον Πλάτωνα, τους ανθρώπους
+εις την σύμπηξιν της πρωτογενούς κοινωνίας, δικαίως δε θα ηδύνατο, μέχρι του σημείου
+τούτου, η πραγματιστική ιστορική σχολή να αντιποιηθή ως αρχηγόν αυτής τον μέγαν
+ιδεολόγον· αλλ' ούτος, αφού εκθέση τας μεταβολάς, τας οποίας ευθύς εξ αρχής
+επέφεραν εις την πρώτην <b>υγιά</b> κοινωνίαν η τρυφή και η αύξησις του
+πληθυσμού, αίτινες πάλιν αφ' ετέρου εξηγούν την αναπόφευκτον ανάγκην του πολέμου
+και την σύστασιν ιδίας τάξεως των πολεμιστών ή φυλάκων, αναλαμβάνει να διαγράψη
+την εκπαίδευσιν αυτών εις τρόπον ώστε, όπως οι αγαθοί κύνες, να είναι επίφοβοι διά
+τους ξένους, πραότατοι διά τους οικείους και εν γένει της πόλεως σωτήρες, και ούτω
+αποτελεσθή το πρότυπον ιδανικής πολιτείας· από της πραγματικότητος δηλαδή και του
+ιστορικού των γεγονότων μεταπηδά εις μίαν τελείως ιδανικήν κατασκευήν και αντί της
+φυσικής ούτως ειπείν ιστορίας την οποίαν ανέλαβε να μας δώση της κοινωνίας και του
+κράτους, διά να καταδείξη την εν αυτοίς γένεσιν και φύσιν της δικαιοσύνης, έρχεται να
+διδάξη οποία τις ώφειλε να είναι κατ' αυτόν η πολιτεία.</p>
+
+<p>Η κατά Πλάτωνα εκπαίδευσις της προνομιούχου των φυλάκων τάξεως, ήτις μόνη
+παρ' αυτώ λογίζεται και εξ ης θα ληφθώσι μίαν ημέραν οι ανώτατοι άρχοντες δεν θα μας
+απασχολήση εν τη συντόμω ταύτη αναλύσει περισσότερον. Η μυθολογία και η θεολογία,
+η γυμναστική και η μουσική λαμβάνουν παρά τω Πλάτωνι τον ιδανικόν αυτών
+παιδαγωγικόν τύπον, διά να καταστήσουν τελείους εκείνους, οίτινες διά της φυσικής
+ήδη προδιαθέσεως του πνεύματος και του χαρακτήρος είναι προωρισμένοι να
+αποτελέσουν την διοικούσαν τάξιν. Όσον αφορά τας άλλας διατάξεις, τας
+αποβλεπούσας τον βίον των πολεμιστών (ιδιοκτησίαν, γάμον, τεκνοποιίαν κτλ.), τον
+τρόπον της εκλογής των αρχόντων και άλλα συναφή ζητήματα, πάντων τούτων
+ακροθιγώς μόνον άπτεται ενταύθα. Περί δε της ανωτέρας διανοητικής και φιλοσοφικής
+μορφώσεως ούτε λόγον ποιείται ακόμη, πράγμα το οποίον ιδιαιτέρως θα μας εξένιζεν,
+αν δεν μας άφηνε να διίδωμεν επαρκώς ότι, επιφυλασσόμενος να επανέλθη επί τούτων
+λεπτομερέστερον, σπεύδει ήδη προς τον άμεσον αυτού σκοπόν· επρόκειτο να
+αναζητήση την δικαιοσύνην εν τη πραγματική πολιτεία: ήδη πρόκειται να την ανεύρη εν
+τη ιδανική αυτού, και δι' αυστηροτάτης λογικής μεθόδου, υποχρεούται να την ταυτίση
+με την αρχήν της «κατανομής της εργασίας ή της ειδικεύσεως των ικανοτήτων». Όταν
+έκαστος κατέχη ό,τι του ανήκει και αποδίδη τας συμφώνους προς την ειδικότητα αυτού
+υπηρεσίας, η ιδέα της δικαιοσύνης έχει πραγματοποιηθή· αύτη λοιπόν εκδηλούται εν τω
+κράτει διά της ακριβείας των αμοιβαίων σχέσεων μεταξύ πάντων των πολιτών και διά
+της ειδικής ενεργητικότητος εκάστης των τάξεων, των δημιουργών, των επικούρων και
+φυλάκων. Ο προσωρινός αυτός καθορισμός της δικαιοσύνης εν τη πολιτεία θα λάβη
+πάγιον κύρος, εάν ευρεθή επαληθεύων και επί του ατόμου, επί της ατομικής
+ψυχής.</p>
+
+<p>Και αύτη αποτελείται εκ τριών μερών, του επιθυμητικού, του θυμοειδούς και του
+λογιστικού, τα οποία αντιστοιχούν προς τας τρεις της πολιτείας τάξεις. Η απόδειξις της
+διαιρέσεως και αντιστοιχίας ταύτης γίνεται κατά τρόπον εξαιρετικώς επίπονον και
+βεβιασμένον, προκαλούντα δε πλήθος αντιρρήσεων και αμφιβολιών, αίτινες βεβαίως
+και τον Πλάτωνα θα ηδύναντο να σταματήσουν, αν δεν έσπευδεν αποφασιστικώς πλέον
+εις το τέρμα της ερεύνης του. Η κατανομή της εργασίας κατέδειξε την αληθή οδόν εις
+την γνώσιν της δικαιοσύνης· όπως τα επαγγέλματα εν τω κράτει, τοιουτοτρόπως και εις
+το εσωτερικόν της ψυχής αι τρεις τάξεις οφείλουν να είναι ακριβώς χωρισμέναι· η
+σωτηρία της απαιτεί να απαγορεύεται αυστηρώς πας σφετερισμός, πάσα επέμβασις των
+μεν εις τα δικαιώματα των άλλων και να συνεργάζωνται πάσαι εν τελεία αρμονία. Αύτη
+είναι η ουσία της δικαιοσύνης, ενώ το εναντίον, δηλαδή η στάσις του ενός μέρους
+εναντίον ολοκλήρου της ψυχής και η εξ αυτής προερχομένη διατάραξις της αρμονίας
+αποτελεί την αδικίαν· όπως δε η υγιεία του σώματος στηρίζεται επί των φυσικών
+σχέσεων των μερών αυτού, η δε ασθένεια αφορμήν έχει την ανατροπήν, την εναντίαν
+προς την φύσιν της τάξεως ταύτης, τοιουτοτρόπως και η αρετή φανερούται ως «η
+υγιεία, το κάλλος και η ρώμη» της ψυχής, η δε κακία ως «η νόσος, η ασχημία και η
+ασθένειά της». Η θέσις του Πλάτωνος δύναται πλέον, προσωρινώς τουλάχιστον, να
+θεωρηθή αποδεδειγμένη, διότι θα ήτο γελοίον να εγερθή κατόπιν τούτων το ζήτημα, αν
+η δικαιοσύνη είναι πράγματι επωφελής εις τον δίκαιον, ή εάν η αδικία επιζήμιος εις τον
+άδικον, είτε λανθάνουσι τους ανθρώπους, είτε μη.</p>
+
+<p>Αλλά το ιδανικόν κράτος του Πλάτωνος έμεινε μέχρι τούδε εστερημένον της βάσεως
+αυτού, ήτις είναι η διοργάνωσις της οικογενείας, και του επιστεγάσματος επίσης, το
+οποίον είναι η βασιλεία των φιλοσόφων· επομένως πρέπει να συμπληρωθή
+τοιουτοτρόπως το τέλειον πολιτειακόν οικοδόμημα, διά να δυνηθή να αντιπαραβληθή
+προς το αντίθετόν του: προς το ατελές, ελαττωματικόν κράτος υπό τας διαφόρους αυτού
+μορφάς, τας οποίας μας παρέχει η ιστορική πραγματικότης. Αφού λοιπόν πραγματευθή
+εν τοις εξής πρώτον τα πολυθρύλητα ζητήματα της χειραφετήσεως της γυναικός, της
+κοινότητος των γυναικών και των τέκνων, και της καταργήσεως της ιδιοκτησίας εν παντί,
+εγείρει ο ίδιος την αμφιβολίαν περί της πραγματοποιήσεως τοιαύτης ιδανικής πολιτείας,
+διά να παραδεχθή όμως μετ' ακλονήτου πίστεως το δυνατόν αυτής, υπό τον
+απαραίτητον όρον «ή οι φιλόσοφοι να βασιλεύσωσιν εν ταις πόλεσιν, ή οι βασιλείς
+γνησίως να φιλοσοφήσωσιν». Και η απαίτησις αύτη της γνησίας φιλοσοφικής
+εκπαιδεύσεως του βασιλέως οδηγεί τον Πλάτωνα εις την μακράν περί αυτής
+πραγματείαν, ήτις καταλαμβάνει μέρος του έκτου και ολόκληρον το έβδομον βιβλίον και
+παρέχει την αφορμήν, ή μάλλον την πρόφασιν εις τον συγγραφέα να εκθέση την περί
+των επιστημών θεωρίαν αυτού· απαράλλακτα όπως εις τα πρώτα βιβλία η στοιχειώδης
+εκπαίδευσις των φυλάκων έδωκεν αφορμήν εις τας μακράς εκείνας και εν μέρει
+ασχέτους προς τον κύριον σκοπόν παρεκβάσεις περί μυθολογίας, θρησκείας, μουσικής,
+ποιήσεως και γυμναστικής. Πάσαι αι επιστήμαι, των οποίων ακριβώς καθορίζει την
+ιεραρχίαν, σκοπόν έχουσι να ανυψώσουν την κεκαθαρμένην πλέον ψυχήν από του
+γίγνεσθαι εις το είναι, δηλαδή εις το βασίλειον των Ιδεών και την ανωτάτην αυτού
+κορυφήν, την ιδέαν του Αγαθού.</p>
+
+<p>Ήδη το πολιτειακόν σύνταγμα έχει την βάσιν και την κορωνίδα αυτού και είναι
+δυνατόν πλέον να αντιτεθώσι προς αυτό αι ελαττωματικαί μορφαί των υφισταμένων
+πολιτευμάτων (τιμαρχίας ή τιμοκρατίας, ολιγαρχίας, δημοκρατίας και τυραννίδος) και οι
+εις αυτά αντιστοιχούντες ανθρώπινοι τύποι, διά να καταδειχθή εν τέλει ότι η τυραννίς
+είναι το χείριστον των πολιτευμάτων και ο τύραννος ο χείριστος και αδικώτατος των
+ανθρώπων συνάμα δε και ο δυστυχέστατος. Η απόδειξις της Πλατωνικής θέσεως έχει
+πλέον τελείως και από πάσης απόψεως συντελεσθή. Το επόμενον δέκατον και
+τελευταίον βιβλίον είναι απλώς συμπληρωτικόν παράρτημα των προεκτεθέντων· εν
+αυτώ ο Πλάτων επανέρχεται αποτόμως εις την σφοδράν αυτού κατά της ποιήσεως
+πολεμικήν, την οποίαν ήδη διεξάγει αποτελεσματικώτερον, στηριζόμενος επί της
+προεκτεθείσης διαιρέσεως της ψυχής και της θεωρίας των ιδεών. Σκέψεις τινές
+θρησκευτικαί, αναφερόμενοι εις τας αμοιβάς των δικαίων και τας τιμωρίας των κακών,
+και ο μύθος του Ηρός του Παμφυλίου αποτελούσι το τέλος του όλου έργου.</p>
+
+
+<p style="text-align: center;">* *<br />
+*</p>
+
+<p>
+Η πληθύς των ζητημάτων, τα οποία ανακινούνται εν τη Πολιτεία και σχετίζονται είτε
+αμέσως προς την Πλατωνικήν φιλοσοφίαν, είτε οπωσδήποτε εμμέσως προς την καθόλου
+ιστορίαν της ανθρωπίνης σκέψεως, καθιστά αδύνατον και να θίξωμεν μόνον αυτά
+ενταύθα. Απαραίτητος όμως είναι μία γενικωτέρα επισκόπησις της θεμελιώδους θέσεως
+του Πλάτωνος «της τελείας συνταυτίσεως της ευτυχίας προς την δικαιοσύνην», την
+οποίαν δίδομεν ακολουθούντες την φωτεινήν έκθεσιν του Th. Comperz.</p>
+
+<p>Με όλην την ζωηράν επιθυμίαν των καλώς προδιατεθειμένων αναγνωστών να
+θεωρήσουν την θέσιν ταύτην ως αποδεδειγμένην, ο αμερόληπτος κριτής δεν δύναται να
+αποφύγη την εντύπωσιν ότι η στερεότης της αποδείξεως δεν ανταποκρίνεται εις το
+μεγαλείον της προθέσεως του συγγραφέως. Είναι περιττόν σχεδόν και να παρατηρήση
+τις πόσον προφανής υπερβολή είναι να θεωρούνται ως μηδέν τα εξωτερικά αγαθά και
+να γίνεται λόγος περί ευτυχίας ανθρώπου καταδιωκομένου, προπηλακιζομένου,
+βασανιζομένου. Ο Αριστοτέλης, ο οποίος δεν έχει μικροτέραν έξαρσιν σκέψεως, αλλά
+και μείζονα συγχρόνως νηφαλιότητα του Πλάτωνος, την απεμάκρυνεν ήδη σιωπηλώς.
+Μολαταύτα όσον και αν την θεωρήσωμεν ήκιστα παραδεκτήν, περιέχει μίαν αλήθειαν
+καθ' εαυτήν βάσιμον και εξαιρέτως ενδιαφέρουσαν, ότι δηλαδή διά τους έχοντας έν
+ιδανικόν — αδιάφορον ποίον — υπάρχουν αξίαι, αι οποίαι δύνανται να
+χαρακτηρισθώσιν ως απεριόριστοι, ή τουλάχιστον προς τας οποίας ουδεμία άλλη
+δύναται να συγκριθή. Τι σημαίνει θάνατος, τι σημαίνουν οι σκληρότεροι εξωτερικοί
+πόνοι εμπρός εις την απώλειαν εκείνου, το οποίον αποτελεί το σέμνωμα και την αξίαν
+ημών; Τοιαύτη είναι, άνευ υπερβολής, η κραυγή της καρδίας πάντων εκείνων, όσοι
+έχουν μίαν ηθικήν μόρφωσιν.</p>
+
+<p>Αλλά η γνώσις εκείνου, όπερ αληθώς προσδίδει την μόνην της αξίαν εις την ζωήν,
+είναι καρπός της εκπαιδεύσεως και της μορφώσεως, την οποίαν το άτομον έλαβε παρά
+της κοινωνίας· το δυνατόν τοιαύτης μορφώσεως εξαρτάται αναμφιβόλως εκ της φύσεως
+του ατόμου και άνευ προδιαθέσεως η τοιαύτη ενέργεια της κοινωνίας θα ήτο αδύνατος·
+αφ' ετέρου όμως, άνευ της ενεργείας ταύτης, η προδιάθεσις, ήτις καθεύδει εν ημίν,
+ουδέποτε θα ανεπτύσσετο. Και η ανάπτυξις αύτη είναι όλως διόλου διάφορος και
+ανάλογος του περιβάλλοντος, εν τω οποίω η τύχη ετοποθέτησε τον άνθρωπον. Άλλη
+είναι, παραδείγματος χάριν, διά τους συμπολίτας του Πλάτωνος, οίτινες εκέκτηντο
+δούλους, και άλλη παρ' ημίν, εις τους οποίους η δουλεία εμπνέει φρίκην· άλλη διά τους
+Τουρκομάνους και Βεδουίνους, οίτινες θεωρούν την ληστείαν ως επιτετραμμένην και
+έντιμον μάλιστα, και άλλη παρ' ημίν, οίτινες την στιγματίζομεν και την τιμωρούμεν ως
+μυσαρόν έγκλημα. Η κοινωνική αρετή ή δικαιοσύνη στηρίζεται επί βάσεως φυσικής, δεν
+είναι όμως διόλου διά τούτο και προϊόν της φύσεως· η βαθεία γνώσις την οποίαν
+απεκτήσαμεν των διαφόρων φάσεων του πολιτισμού, κατ' ανάγκην διαφόρων — προ
+πάντων ως προς τα αντικείμενα και την ροπήν των ηθικών παραγγελμάτων — ουδέ
+σκιάν αμφιβολίας καταλείπει υπό την έποψιν ταύτην· άλλως τε οι πρεσβύτεροι του
+Πλάτωνος, ο ιστορικός Ηρόδοτος και ο σοφιστής Ιππίας, είχον ήδη σαφή και καθαράν
+επίγνωσιν του πράγματος. Ο ζήλος όμως, τον οποίον εκληρονόμησεν ο Πλάτων παρά
+του Σωκράτους, και τον οποίον του ενέπνεον τα καθαρώτερα ελατήρια, να στηρίξη επί
+αδιασαλεύτων θεμελίων την απολογίαν της δικαιοσύνης ή κοινωνικής αρετής, εθόλωσε
+την διαύγειαν του βλέμματός του, εις τρόπον ώστε να παρορά πράγματα
+προφανέστατα· ούτω μόνον εξηγείται το γεγονός ότι δύναται να συνταυτίζη την
+δικαιοσύνην άλλοτε μεν προς την ικανότητα άλλοτε δε προς την ισορροπίαν των
+ψυχικών δυνάμεων. Αισθανόμεθα τον πειρασμόν να υποστηρίξωμεν εναντίον του, ότι
+υπήρξαν τύραννοι, δουλέμποροι ή λήσταρχοι τελείως ευτυχείς, εφόσον ήσαν τελείως
+ενεργητικοί και κατείχον πάσας αυτών τας δυνάμεις εν πλήρει αναπτύξει. Άνθρωπος
+εμψυχούμενος υπό αισθημάτων αντικοινωνικών ή μισανθρωπικών υπό πάσας ή και υπό
+τινας μόνον επόψεις, δεν βλέπει διακινδυνεύουσαν, εξ αιτίας αυτών των αισθημάτων
+και κατά τρόπον άμεσον, ούτε την ικανότητά του να είναι ευτυχής, ούτε την
+ενεργητικότητά του· ή, διά να ομιλήσωμεν ακριβέστερον, δεν βλέπει αυτάς
+ελαττουμένας, παρά μόνον καθ' ήν ημέραν έχει συλλέξη εν εαυτώ το μέτρον των
+αλτρουιστικών αισθημάτων το αναγκαίον όπως παραβλάψη την εσωτερικήν του
+ενότητα και την ομοιογένειαν του χαρακτήρος του. Τότε γεννάται εν αυτώ η «στάσις»
+και η εσωτερική εκείνη διατάραξις, η έλλειψις της ψυχικής ισορροπίας, αίτινες
+διακυβεύουσι την ευτυχίαν του, εξασθενίζουσι την ενεργητικότητά του, και αίτινες είναι
+εξ ίσου ολέθριαι διά τον τελείως αντικοινωνικόν άνθρωπον, όσον και διά τον
+εμφορούμενον τελείως υπό κοινωνικών αισθημάτων.</p>
+
+<p>Η σκέψις αύτη, ήτις ρίπτει ούτως ειπείν γέφυραν μεταξύ της κοινωνικής ηθικής και
+της υγιεινής της ψυχής, επιδέχεται και πολύ γενικωτέραν έκφρασιν. Όταν έν οιονδήποτε
+αίσθημα επικρατούν εν τω χαρακτήρι ημών υποχωρή διά τινα λόγον και κατανικάται
+προσωρινώς, αναλαμβάνει, εκλιπούσης της αφορμής, την αρχαίαν αυτού θέσιν, αλλά
+συνοδεύεται ήδη υπό λυπηρών συναισθημάτων, τα οποία ονομάζομεν, κατά τας
+περιστάσεις, λύπην, απογοήτευσιν, μετάνοιαν ή τύψιν· δυσκόλως δε θα ευρίσκετο ο
+άνθρωπος, όστις θα είχε την γενναιότητα να υποστή την οξείαν οδύνην και να
+υποστηρίξη μέχρι τέλους την σύγκρουσιν των δύο εχθρικών τάσεων. Κατά την εναντίαν
+περίπτωσιν, η οξεία νόσος μεταβάλλεται εις χρονίαν ασθένειαν, ήτις βαθμηδόν
+απαμβλύνει και καταστρέφει την δύναμιν του αισθήματος και της θελήσεως· διότι αι
+συναισθηματικαί και βουλητικαί παρορμήσεις ευρισκόμενοι αδιαλείπτως απέναντι
+αλλήλων εξασθενίζονται αμοιβαίως, όπως δύο ρεύματα, τα οποία εν τω αυτώ αγωγώ
+βαίνουσι κατά αντίθετον διεύθυνσιν· η εξασθένισις άλλως τε υποβοηθείται εμμέσως και
+υπό της ακουσίας τάσεως προς αποφυγήν της συγκρούσεως, προς κατάργησιν δηλαδή
+των ιδεών, αίτινες αλληλοσυγκρούονται. Πράγματι η τάσις αύτη μη δυναμένη να
+περιορισθή εις στενήν ψυχικήν περιοχήν παραλύει αυτόν τον κανονικόν ρουν των ιδεών
+και αποτελεί μόνιμον βλάβην διά την λειτουργίαν της ψυχής. Ίσως κατορθωθή ημέραν
+τινά να καθορισθώσι μετά πλήρους ακριβείας διά της πειραματικής ψυχοφυσικής τα
+γεγονότα ταύτα, άτινα μας παρέχει η παρατήρησις και η αναλογία των φυσικών
+φαινομένων· τότε θα απεδεικνύετο πραγματικώς η <b>φυσική</b> βάσις, την οποίαν
+προησθάνθη ο Σωκράτης και ο Πλάτων, της κοινωνικής ηθικής καθ' εαυτήν,
+ανεξαρτήτως της ευτυχίας του ατόμου. Δύναταί τις αναμφιβόλως να φέρη την
+αντίρρησιν, ότι η θεραπεία της εσωτερικής συγκρούσεως δύναται να γίνη επίσης
+τελεσφόρως διά της καταργήσεως των κοινωνικών αισθημάτων, όπως και των
+αντικοινωνικών και η αντίρρησις είναι καθ' εαυτήν βάσιμος, αλλά πρακτικώς άνευ
+σημασίας· μόνον Κύκλωψ διαβιών εν τελεία απομονώσει και ερημία θα ηδύνατο να
+δοκιμάση το τοιούτον μέσον, αλλ' ουχί και μέλος της ανθρωπίνης κοινωνίας
+ευρισκόμενον εις αδιάλειπτον επαφήν μετά των ομοίων του και το οποίον, εφόσον
+τουλάχιστον δεν είναι τέρας, συνδέεται πάντοτε προς εκείνους διά δεσμών συμπαθείας
+και ακουσίως του δημιουργουμένων.</p>
+
+
+<p>Αναμφιβόλως ο Πλάτων επίστευεν, ότι ηδύνατο να παρακάμψη μίαν απόδειξιν, ήτις
+ενέκλειεν εν εαυτή τόσας άλλας διαμέσους· απέφυγε την ανάγκην ταύτην υποκαθιστών
+αντί αυτής της αδικίας τα ελατήρια της αδικίας· άδικος κατ' αυτόν είναι ο φιλόδοξος, ο
+άπληστος, ο δουλεύων εις τας ορμάς και τα πάθη του· και εις τους τύπους τούτους
+αντιτάσσει τους εναντίους και τοιουτοτρόπως δημιουργεί το ιδανικόν εκείνο, το οποίον
+απέκτησε την μεγίστην επίδρασιν και την υψίστην σημασίαν διά την ανθρωπότητα. Το
+μόνον πράγμα, το οποίον δεν δύναται να του παραχωρήση ο αμερόληπτος κριτής, είναι
+το να πιστεύη ότι απέδειξεν αναντιρρήτως την μεγαλυτέραν αξίαν των τύπων τούτων
+υπό την έποψιν της ευτυχίας· δύναται τις να παραδεχθή άνευ ενδοιασμού ότι ο
+κυριαρχών των παθών του είναι ευτυχέστερος του δουλεύοντος εις αυτά· αλλά ο
+θεωρητικός ή φιλοσοφικός βίος, ως μάλλον απηλλαγμένος επιθυμιών και παθών,
+καθιστά τον άνθρωπον ευτυχέστερον εκείνου, του οποίου η φύσις είναι να δρα προς τα
+έξω και να κυβερνά τους ανθρώπους; Αυτό ποτέ δεν θα ηδύνατο τις να το αποδείξη εις
+οιαδήποτε επιχειρήματα και αν προσέτρεχεν· επί του σημείου τούτου, εις τα αισθήματα
+ενός Πλάτωνος ή ενός Αριστοτέλους αντιτίθενται τα αισθήματα ενός Περικλέους ή ενός
+Επαμεινώνδου και εις μάτην ήθελέ τις αναζητήση τον διαιτητήν, όστις θα ηδύνατο
+εγκύρως να αποφανθή μεταξύ των δύο.</p>
+
+<h3 style="text-align: center; margin-top: 8em">ΠΛΑΤΩΝΟΣ<br />
+ΠΟΛΙΤΕΙΑ<br /><br />
+
+[Ή περί του δικαίου: πολιτικός]</h3>
+
+<h4 style="text-align: center; margin-top: 3em">ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ</h4>
+
+<p>
+<br />
+ΣΩΚΡΑΤΗΣ <br />
+ΓΛΑΥΚΩΝ<br />
+ΠΟΛΕΜΑΡΧΟΣ <br />
+ΘΡΑΣΥΜΑΧΟΣ <br />
+ΑΔΕΙΜΑΝΤΟΣ<br />
+ΚΕΦΑΛΟΣ</p>
+
+<h4 style="text-align: center; margin-top: 3em">ΒΙΒΛΙΟΝ Α'.</h4>
+
+<p>
+<br />
+ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Κατέβηκα χθες εις τον Πειραιά μαζί με τον Γλαύκωνα τον υιόν του Αρίστωνος
+και διά να προσευχηθώ εις την θεάν και συγχρόνως διότι ηθέλησα να ίδω, πώς θα
+διεξαχθή η εορτή, την οποίαν κατά πρώτην φοράν επρόκειτο να πανηγυρίσουν. Και
+πραγματικώς ωραία μου εφάνη και των εντοπίων η πομπή, ουδόλως όμως κατά την
+γνώμην μου υπελείφθη ως προς την μεγαλοπρέπειαν και η πομπή των Θρακών.</p>
+
+<p>Αφού λοιπόν προσευχήθημεν και παρετηρήσαμεν την εορτήν, εγυρίζαμεν διά την
+πόλιν. Μόλις όμως μας είδεν από μακράν να ξεκινούμεν ο Πολέμαρχος, ο υιός του
+Κεφάλου, διέταξε τον δούλον του να τρέξη και να μας παρακαλέση να τον
+περιμένωμεν.</p>
+
+<p>Πλησιάσας λοιπόν από πίσω ο δούλος μ' έσυρε από το ιμάτιον και μου είπε: Σας
+παρακαλεί ο Πολέμαρχος να περιμείνετε. Και εγώ εγύρισα και τον ηρώτησα, πού ήτο.
+Νά τον, μου είπε, έρχεται από πίσω· περιμένετέ τον. Θα τον περιμένομεν, επρόσθεσεν ο
+Γλαύκων.</p>
+
+<p>Και σε λίγον έφθασαν πραγματικώς ο Πολέμαρχος και ο Αδείμαντος ο αδελφός του
+Γλαύκωνος και ο Νικήρατος του Νικίου ο υιός και μερικοί άλλοι, οι οποίοι επέστρεφον
+από την πομπήν. Και μας λέγει λοιπόν ο Πολέμαρχος· Μου φαίνεται, Σώκρατες, ότι
+εξεκινήσατε δια να επιστρέψετε εις την πόλιν. — Δεν ηπατήθης, του απήντησα εγώ.</p>
+
+<p>&nbsp;— Μας βλέπεις καλά πόσοι είμεθα: — Αι, και τι; είπα εγώ. — Ή θα δειχθήτε
+ισχυρότεροι από αυτούς, ή τελείωσε — θα μένετε εδώ. — Μας αποκλείετε ακόμη και να
+ελπίζωμεν, είπα εγώ, ότι θα μας αφήσετε, αν κατορθώσωμεν να σας πείσωμεν; — Και
+πώς τάχα, απήντησεν εκείνος, θα ημπορέσετε να πείσετε ανθρώπους μη ακούοντας; —
+Διόλου βέβαια, είπεν ο Γλαύκων. — Πάρετέ το λοιπόν απόφασιν πως δεν θα σας
+ακούσωμεν. </p>
+
+<p>&nbsp;— Άραγε, έλαβε τον λόγον ο Αδείμαντος, μήπως και δεν γνωρίζετε ότι προς το
+βράδυ θα γίνη έφιππος λαμπαδηδρομία προς τιμήν της Θεάς; — Έφιππος; ηρώτησα
+εγώ· αλήθεια, πρωτοφανές θέαμα αυτό· κρατούντες λαμπάδας θα τας μεταδίδουν από
+χείρα εις χείρα ενώ θα παρατρέχουν με τους ίππους; ή πώς αλλέως λέγεις;</p>
+
+<p>&nbsp;— Έτσι όπως είπες, απήντησεν ο Πολέμαρχος, και ακόμη θα κάμουν και
+παννυχίδα την οποίαν αξίζει τον κόπον να ιδούμεν. Θα εξέλθωμεν μετά το δείπνον και
+θα συναντήσωμεν έξω και πολλούς από τους νέους, με τους οποίους θ' ανοίξωμεν
+ομιλίαν. Μείνετε λοιπόν και μη ζητήτε άλλα. — Καθώς φαίνεται, ανάγκη πάσα να
+μείνωμεν, είπεν ο Γλαύκων. — Αλλ' αφού το αποφασίζεις, επρόσθεσα και εγώ, ας γίνη κ'
+έτσι.</p>
+
+<p>Επήγαμεν λοιπόν εις την οικίαν του Πολεμάρχου, όπου ευρίσκομεν τον Λυσίαν και
+τον Ευθύδημον, τους αδελφούς του Πολεμάρχου και μάλιστα τον Θρασύμαχον τον
+Χαλκηδόνιον και τον Χαρμαντίδην τον Παιανιέα και τον Κλειτοφώντα του Αριστωνύμου.
+Μέσα ήσαν ακόμη και ο πατέρας του Πολεμάρχου ο Κέφαλος· μου εφάνη ότι είχε πάρα
+πολύ γηράση, καθώς είχα να τον ιδώ από καιρό. Εκάθητο δε επί δίφρου στηριζόμενος
+επί προσκεφαλαίου και με στέφανον εις την κεφαλήν· διότι είχε κάμη θυσίαν εις την
+αυλήν.</p>
+
+<p>Εκαθίσαμεν λοιπόν πλησίον του· διότι ήσαν τοποθετημένα εκεί γύρω του μερικά
+καθίσματα· μ' εχαιρέτησε εγκαρδίως ευθύς καθώς με είδεν ο Κέφαλος και είπε. — Πολύ
+σπανίως καταβαίνεις να μας επισκέπτεσαι εις τον Πειραιά, Σωκράτη· και όμως έπρεπε·
+αν βέβαια ήμην εγώ ακόμη εις θέσιν ν' αναβαίνω εύκολα εις την πόλιν, δεν θα σε
+υπεβάλλομεν εις τον κόπον να έρχεσαι εσύ εδώ, αλλ' ημείς θα ηρχόμεθα να σ'
+ευρίσκαμεν· τώρα όμως πρέπει να μας ενθυμήσαι συχνότερα· διότι πρέπει να γνωρίζης
+ότι δι' εμέ, όσον απομαραίνονται αι διάφοροι σωματικαί απολαύσεις, τόσον αυξάνουν η
+επιθυμία και η ευχαρίστησις των λόγων. Κάνε λοιπόν όπως σου λέγω· δεν εννοώ να μη
+συναναστρέφεσαι και με αυτούς τους νεανίσκους, αλλά έρχου κάποτε κ' εδώ να μας
+επισκέπτεσαι ως φίλους σου και πολύ οικείους.</p>
+
+<p>&nbsp;— Και να ιδής, είπα εγώ, Κέφαλε, αισθάνομαι μεγάλην χαράν να
+συνδιαλέγωμαι με τους πολύ ηλικιωμένους· διότι μου φαίνεται ότι χρειάζεται να ζητώ
+από αυτούς διαφόρους πληροφορίας, ως να έχουν ήδη διατρέξη ένα δρόμον, τον οποίον
+ίσως γίνη ανάγκη να βαδίσωμεν και ημείς, οποίος τις να είναι αυτός τάχα, τραχύς και
+δύσκολος, ή εύκολος και ευδιάβατος. Κ' έτσι τώρα θα μου έκανες μεγάλην ευχαρίστησιν
+να μου μάθης, αφού δα ευρίσκεσαι εις το σημείον τούτο της ηλικίας, το οποίον
+κατώφλιον του γήρατος ονομάζουν οι ποιηταί, αν είναι δύσκολον αυτό το στάδιον της
+ζωής — ή πώς εσύ το κηρύττεις;</p>
+
+<p>&nbsp;— Εγώ θα σου είπω την πάσαν αλήθειαν, Σωκράτη, πώς μου φαίνεται αυτό
+που ερωτάς· διότι πολλές φορές τυχαίνει και μαζευόμεθα μερικοί που έχομεν την αυτήν
+ηλικίαν, εφαρμόζοντες την παλαιάν παροιμίαν (όμοιος τον όμοιον). Οι περισσότεροι
+λοιπόν από ημάς δεν κάμνουν άλλο, παρά να θρηνολογούν, ενθυμούμενοι και
+ποθούντες τας ηδονάς της νεότητος, και τας περί τον έρωτα και τα συμπόσια και τας
+ευωχίας και τα άλλα τα ανάλογα και αγανακτούν, ως να έχουν στερηθή μεγάλα και
+σπουδαία πράγματα και ως να ήτο τότε αληθινά ευτυχισμένη η ζωή των, ενώ τώρα ούτε
+ζωή δεν αξίζει να την ονομάζη κανείς. Μερικοί δε οδύρονται και διά τους
+προπηλακισμούς που υφίσταται το γήρας εκ μέρους των οικείων, κ' επάνω εις όλ' αυτά
+ψάλλουν τον εξάψαλμον του γήρατος δι' όσα κακά τους είναι αιτία.</p>
+
+<p>Εμένα όμως μου φαίνεται, Σωκράτη, ότι δεν είναι αυτή η αληθινή αιτία που
+κατηγορούν· διότι αν πράγματι αυτό ήτο το αίτιον, και δι' εμέ βέβαια θα είχε τα ίδια
+κακά αποτελέσματα και δι' όλους τους άλλους που έφθασαν εις αυτήν την ηλικίαν. Και
+όμως έχω συναντήση ως τώρα ανθρώπους διαφορετικά σκεπτομένους, και άλλους και
+μάλιστα τον ποιητήν τον Σοφοκλή: Ήμην παρών κάποτε που τον ηρώτα κάποιος, εάν ήτο
+ακόμη ικανός να απολαμβάνη τας ερωτικάς ηδονάς· και εκείνος του απήντησε:
+«Δάγκασε τη γλώσσα σου, άνθρωπε! με την μεγαλυτέραν μου ευχαρίστησιν εγλύτωσα
+από αυτό το πράγμα, ως να απηλευθερώθην από τύραννον λυσσαμένον και άγριον. Και
+τότε λοιπόν έκρινα ότι είχε δίκαιον να ομιλήση κατ' αυτόν τον τρόπον, και τώρα με την
+ηλικίαν δεν ήλλαξα γνώμην· διότι πράγματι με το γήρας επέρχεται τελεία ειρήνη και
+απελευθέρωσις από τα τοιαύτα τουλάχιστον· αφού αι επιθυμίαι χάσουν την έντασίν των
+και χαλαρωθούν, πράγματι, καθώς το είπε και ο Σοφοκλής, είναι ως να απαλλαττώμεθα
+από ένα πλήθος τυράννων μαινομένων· αλλά και όλων αυτών και των προπηλακισμών
+ακόμη εκείνων, που παραπονούνται οι γέροντες, αφορμή δεν είναι το γήρας, Σώκρατες,
+αλλά ο χαρακτήρ των ανθρώπων αν έχουν χαρακτήρα μετρημένον και εύκολον, δεν τους
+είναι και το γήρας πάρα πολύ ανυπόφορον· ειδέ μη, διά τους άλλους, και το γήρας και η
+νεότης είναι πράγματα εξ ίσου επίμοχθα.</p>
+
+<p>Έμεινα καταμαγευμένος από τους λόγους αυτούς του γέροντος, και διά να τον
+κεντήσω να εξακολουθήση ακόμη, του είπα: Εγώ, Κέφαλε, στοχάζομαι ότι οι
+περισσότεροι, όταν σε ακούουν να ομιλής κατ' αυτόν τον τρόπον, δεν παραδέχονται τα
+επιχειρήματά σου, και φρονούν ότι, αν υποφέρης με τόσην ευκολίαν το γήρας, αυτό
+οφείλεται όχι τόσον εις τον χαρακτήρα, αλλά εις την μεγάλην περιουσίαν την οποίαν
+έχεις· διότι ο πλούτος, ισχυρίζονται, παρέχει πολλά τα ανακουφιστικά.</p>
+
+<p>&nbsp;— Πράγματι, μου απήντησε, δεν το παραδέχονται· και έχουν μεν κάποιο
+δίκαιον εις τας αντιρρήσεις των, όχι όμως και όσον φαντάζονται. Εδώ εφαρμόζεται ο
+λόγος του Θεμιστοκλέους, που είπεν εις τον Σερίφιον εκείνον, ο οποίος τον επείραζε και
+του έλεγε, ότι την δόξαν του την χρεωστεί όχι εις την αξίαν του, αλλά εις την πατρίδα
+που είχε. «Και βέβαια, απεκρίθη ο Θεμιστοκλής, ούτε εγώ θα εγενόμην ονομαστός αν
+ήμην Σερίφιος, αλλ' ούτε και συ αν ήσο Αθηναίος». Τον ίδιον λοιπόν λόγον θα
+ημπορούσε να είπη κανείς και εις τους μη πλουσίους ανθρώπους, οι οποίοι με
+δυσκολίαν υποφέρουν το γήρας, ότι δηλαδή, αν η πτωχεία δεν δύναται βέβαια να
+καταστήση πολύ υποφερτόν το γήρας εις ένα άνθρωπον μετρημένον και φρόνιμον, ούτε
+όμως πάλιν άνθρωπος μη τοιούτος, με όλα τα πλούτη που θα απέκτα, θα ημπορούσε να
+παρασκευάση δι' εαυτόν γήρας ανεκτόν.</p>
+
+<p>&nbsp;— Αλλά δεν μου λέγεις, Κέφαλε, — ηρώτησα πάλιν εγώ — τα πολλά αυτά
+πλούτη, που έχεις, τα εύρες έτοιμα, ή τα επηύξησες και ο ίδιος; — Τι τα επηύξησα,
+Σωκράτη; εγώ ως οικονομολόγος υπήρξα το μέσον μεταξύ του πάππου μου και του
+πατρός μου· διότι ο πάππος μου, του οποίου φέρω και το όνομα, παραλαβών όσην
+σχεδόν περιουσίαν έχω και εγώ τώρα, την έκαμε πολλές φορές περισσοτέραν. Ο
+πατέρας μου πάλιν ο Λυσανίας την έκαμε ακόμη μικροτέραν απ' ό,τι είναι τώρα· εγώ δε
+θα ήμουν ευχαριστημένος εάν δεν αφήσω ολιγώτερα εις αυτούς, αλλά και κάτι μάλιστα
+παραπάνω απ' όσα παρέλαβον.</p>
+
+<p>Σου έκαμα αυτήν την ερώτησιν — είπα εγώ — διότι πάντα μου εφάνης ότι δεν
+πολυαγαπάς τα χρήματα· πράγμα το οποίον συνήθως συμβαίνει εις εκείνους οι οποίοι
+δεν απέκτησαν οι ίδιοι τα πλούτη των· ενώ απεναντίας εκείνοι που τα αποκτούν μόνοι
+των, τα αγαπούν διπλάσια από τους άλλους· διότι καθώς οι ποιηταί αγαπούν τα
+ποιήματά των και οι πατέρες τα τέκνα των, κατά τον ίδιον τρόπον και οι αφοσιωθέντες
+εις την απόκτησιν χρημάτων τα αγαπούν ως δημιούργημά των, ακόμη δε, όπως και όλοι
+οι λοιποί άνθρωποι, και διότι τα χρησιμοποιούν κ' έτσι είναι και πολύ δύσκολοι εις τας
+σχέσεις των, διότι τίποτε άλλο δεν θέλουν να εκτιμούν έξω από τον πλούτον. — Έχεις
+δίκαιον, μου απήντησεν ο Κέφαλος. Και πολύ μεγάλον μάλιστα, επρόσθεσα εγώ· αλλά
+τόσον μόνον ειπέ μου ακόμη· ποίον είναι κατά την γνώμην σου το μέγιστον αγαθόν, που
+έχεις απολαύση από την μεγάλην σου περιουσίαν;</p>
+
+<p>&nbsp;— Εκείνο, μου απήντησε, το οποίον ίσως και να μη μου πιστεύσουν οι πολλοί,
+αν το ακούσουν. Γνώριζε όμως, Σώκρατες, ότι, όταν ευρίσκεται κανείς περί τα τέλη της
+ζωής του, τον καταλαμβάνει ένας φόβος και μία συλλογή διά πράγματα, τα οποία ούτε
+έβαζε πριν εις τον νουν του· διότι όλα εκείνα που διηγούνται περί του Άδου και περί των
+τιμωριών, αι οποίαι περιμένουν εκεί όσους έπραξαν αδικίας εις αυτόν τον κόσμον, ενώ
+έως τώρα τα περιέπαιζε, τότε δα αρχίζουν και ανησυχούν την ψυχήν του, μήπως τάχα
+είναι αληθινά· και είτε ένεκα της αδυναμίας του γήρατος, είτε και διότι ευρίσκεται ίσως
+πλησιέστερον προς εκείνα, τα βλέπει κάπως τώρα καθαρώτερα. Ανησυχία λοιπόν και
+τρόμος γεμίζουν την ψυχήν του, και αρχίζει να εξετάζη και αναθεωρή τας πράξεις του,
+μήπως διέπραξε καμμίαν αδικίαν και όστις ευρίσκει εις την ζωήν του πολλά αδικήματα,
+ο φόβος τον κάμνει και μέσα εις τον ύπνον του να πηδά επάνω, όπως τα παιδιά, και να
+ζη πάντοτε εις απελπισίαν. Ενώ όσοι δεν έχουν εις την συνείδησίν των το βάρος καμμιάς
+αδικίας, τους παραστέκει πάντα μία ελπίς γλυκεία και αγαθή του γήρατος τροφός,
+καθώς λέγει και ο Πίνδαρος· διότι πράγματι με πολλήν χάριν το είπεν εκείνος, Σώκρατες,
+ότι όστις διέλθη την ζωήν του με δικαιοσύνην και ευσέβειαν, </p>
+
+<p class="poem">γλυκειά η ελπίδα του ακλουθά<br />
+συντρόφισσα στα γερατειά του,<br />
+που θεραπεύει την καρδιά<br />
+και κυβερνάει τα λογικά<br />
+του ανθρώπου του αστάτου. </p>
+
+<p>Όπως πολύ θαυμάσια τα λέγει. Ως προς τούτο λοιπόν εγώ θεωρώ ότι τα πλούτη
+έχουν μεγάλην αξίαν, όχι διά κάθε άνθρωπον βέβαια, αλλά διά τον μετρημένον και
+φρόνιμον. Συντείνουν δηλαδή κατά μέγα μέρος εις το να μη εξαναγκασθή κανείς έστω
+και ακουσίως να εξαπατήση ή γελάση τον άλλον και να μη αναχωρήση διά τον άλλον
+κόσμον φοβισμένος εάν τύχη να οφείλη ή θυσίας εις θεόν τινα ή χρήματα εις άνθρωπον,
+και άλλας βεβαίως πολλάς ωφελείας παρέχουν^ αλλ' εγώ τουλάχιστον, αν τα σταθμίσω
+έν προς έν, θα έκρινα, ότι αυτή είναι όχι η μικροτέρα χρησιμότης του πλούτου δι'
+άνθρωπον όστις έχει νουν.</p>
+
+<p>&nbsp;— Ωραιότατα λέγεις, είπον εγώ, Κέφαλε· αλλ' αυτό το πράγμα, την
+δικαιοσύνην, πώς τάχα θα το ορίσωμεν; ότι σημαίνει απλώς: να λέγωμεν την αλήθειαν
+και να αποδίδωμεν εκείνα τα οποία ηθέλομεν λάβη παρά τινος, ή μήπως ημπορεί και
+αυτά ενίοτε μεν να είναι δίκαια, ενίοτε όμως και άδικα; παραδείγματος χάριν, εάν τις
+ήθελε λάβη παρ' ενός φίλου του όπλα και έπειτα εκείνος ο φίλος τύχη και
+παραφρονήση, αν του τα ζητή οπίσω, πας τις βεβαίως οφείλει να παραδεχθή, ότι ούτε
+πρέπει να του τα αποδώση, ούτε δίκαιος θα ημπορούσε να ονομασθή αν του τα
+απέδιδε· επίσης και να λέγη πάσαν ανυποκρίτως την αλήθειαν εις άνθρωπον
+διατελούντα εν τοιαύτη καταστάσει. — Ορθά τα λέγεις, είπεν εκείνος. — Δεν είναι
+λοιπόν αυτός ο ορισμός της δικαιοσύνης, να λέγη τις την αλήθειαν και να αποδίδη
+εκείνα τα οποία ήθελε λάβη.</p>
+
+<p>&nbsp;— Είναι και παραείναι, Σώκρατες, — είπεν ο Πολέμαρχος λαβών τον λόγον —
+εάν τουλάχιστον οφείλωμεν να πιστεύσωμεν τον Σιμωνίδην. — Κ' επάνω εις αυτό —
+είπεν ο Κέφαλος — σας παραδίδω τον λόγον· διότι πρέπει να πηγαίνω να φροντίσω διά
+την θυσίαν μου. — Και λοιπόν, είπον εγώ, ορίζεις τον Πολέμαρχον κληρονόμον σου; —
+Βεβαιότατα, απήντησεν εκείνος γελάσας· και συγχρόνως εξήλθε διά την θυσίαν του. —
+Λέγε μας λοιπόν, είπον εγώ, εσύ ο κληρονόμος του λόγου, τι λέγει ο Σιμωνίδης περί
+δικαιοσύνης, το οποίον συ παραδέχεσαι ότι είναι ορθόν; — Λέγει, απήντησεν εκείνος,
+ότι δίκαιον είναι το να αποδίδωμεν εις έκαστον τα οφειλόμενα· και εις τούτο ευρίσκω
+εγώ ότι έχει πληρέστατον δίκαιον. — Αλλά βέβαια, είπον εγώ, δεν είναι εύκολον να
+απιστή κανείς εις τον Σιμωνίδην· διότι είναι σοφός και θείος άνθρωπος. Τι είναι όμως
+ακριβώς εκείνο το οποίον λέγει, συ μεν ίσως, Πολέμαρχε, να το γνωρίζης, εγώ όμως το
+αγνοώ· διότι είναι φανερόν ότι δεν εννοεί βέβαια, αυτό που ελέγομεν ημείς προ ολίγου,
+ότι δηλ. οφείλει τις να αποδώση εις ένα άνθρωπον ο οποίος έχασε τας φρένας του μίαν
+παρακαταθήκην, την οποίαν του ενεπιστεύθη εκείνος όταν τας είχε ακόμη, διότι βέβαια
+και η παρακαταθήκη είναι πράγμα οφειλόμενον· ή όχι; — Ναι — Ώστε κατ' ουδένα
+τρόπον δεν πρέπει να το αποδώσωμεν, όταν το ζητή άνθρωπος μη ευρισκόμενος εις τα
+λογικά του; — Αυτό είναι βέβαιον, απήντησεν εκείνος. — Κάτι άλλο λοιπόν εννοεί,
+καθώς φαίνεται, ο Σιμωνίδης, όταν λέγη ότι είναι δίκαιον να αποδίδωμεν τα
+οφειλόμενα. — Χωρίς αμφιβολίαν, είπεν εκείνος· καθόσον φρονεί, ότι οφείλουν οι φίλοι
+να κάμνουν καλόν εις τους φίλους των, ουδέποτε όμως κακόν. — Α, τώρα ενόησα, είπα
+εγώ, ότι δηλ. δεν αποδίδει τα οφειλόμενα, εκείνος όστις π. χ. αποδίδει μίαν χρηματικήν
+παρακαταθήκην εις τον φίλον, που του την ενεπιστεύθη, εάν και η απόδοσις και η
+παραλαβή είναι βλαβερά· αυτό δεν λέγεις ότι είναι το νόημα του Σιμωνίδου; —
+Βεβαιότατα. — Εις τους εχθρούς του όμως οφείλει τις να αποδίδη ό,τι τύχη να τους
+οφείλη; — Αναμφιβόλως, απήντησεν, εκείνο τουλάχιστον που τους οφείλεται· οφείλεται
+δε, κατά την γνώμην μου, εις τον εχθρόν εκ μέρους του εχθρού, εκείνο ακριβώς και που
+του αρμόζει, δηλ. κακόν. — Διετύπωσε λοιπόν, καθώς φαίνεται, είπον εγώ, ο Σιμωνίδης
+ολίγον αινιγματωδώς, ως ποιητής που είναι, το δίκαιον, διότι είχε μεν εις τον νουν του
+κατά πάσαν πιθανότητα, ότι δίκαιον είναι το να αποδίδη τις εις έκαστον εκείνο που του
+αρμόζει, τούτο δε ωνόμασεν οφειλόμενον. — Αλλά τι άλλο νομίζεις; μου απήντησε. —
+Κάμε μου λοιπόν την χάριν και άκουσε. Εάν κανείς τον ηρώτα· «Ω Σιμωνίδη, ιατρική
+καλείται η τέχνη, η οποία εις τίνας και τι το οφειλόμενον ή αρμόζον αποδίδει;» τι
+νομίζεις ότι θα μας απεκρίνετο; — Φανερόν ότι, απήντησεν, εκείνη η οποία προσφέρει
+εις τα σώματα τα φάρμακα, τας τροφάς και τα ποτά. — Τέχνη πάλιν μαγειρική καλείται
+εκείνη η οποία εις τίνας και τι το οφειλόμενον ή αρμόζον αποδίδει; — Εις τα φαγητά τα
+καρυκεύματά των.</p>
+
+<p>&nbsp;— Σύμφωνοι. Λοιπόν δικαιοσύνη θα εκαλείτο η τέχνη, η οποία εις τίνας τι
+αποδίδει; — Εάν πρέπη να είμεθα συνεπείς με εκείνα τα οποία είπομεν πριν, εκείνη η
+οποία αποδίδει εις τους φίλους και τους εχθρούς ωφελείας και βλάβας. — Το να
+ευεργετή λοιπόν κανείς τους φίλους του και να βλάπτη τους εχθρούς του, αυτό ονομάζει
+δικαιοσύνην; — Έτσι μου φαίνεται. — Ποίος λοιπόν είναι ικανώτατος να κάμνη καλόν εις
+φίλους ασθενούντας και κακόν εις τους εχθρούς εις ό,τι αποβλέπει την ασθένειαν και
+την υγιείαν; — Ο ιατρός. — Και ποίος εις τους ταξιδεύοντας, όσον αφορά τους
+κινδύνους της θαλάσσης; — Ο κυβερνήτης.</p>
+
+<p>&nbsp;— Ο δε δίκαιος πάλιν, εις ποίαν πράξιν και όσον αφορά ποίον έργον είναι
+ικανώτατος να ωφελή τους φίλους και να βλάπτη τους εχθρούς; — Εις τον πόλεμον, μου
+φαίνεται, μαχόμενος μεν εναντίον αυτών, υπερασπιζόμενος δε εκείνους. — Έστω· εις
+τους μη ασθενούντας όμως, φίλε Πολέμαρχε, ο ιατρός είναι άχρηστος. — Πραγματικώς.
+— Και εις τους μη ταξιδεύοντας επίσης ο κυβερνήτης. — Ναι. Και ο δίκαιος άρα γε κατά
+τον αυτόν λόγον είναι άχρηστος εις τους μη πολεμούντας; — Δεν ημπορώ να το
+παραδεχθώ ολότελα αυτό. — Ώστε είναι χρήσιμον άρα γε πράγμα και εν ειρήνη η
+δικαιοσύνη; — Χρήσιμον. — Αλλά και η γεωργία είναι επίσης· ή όχι; — Ναι. — Διά την
+εσοδείαν βέβαια καρπού. — Ναι. — Αλλά και το επάγγελμα προσέτι του
+υποδηματοποιού; — Ναι. — Προς κατασκευήν βέβαια υποδημάτων, μου φαίνεται ότι
+θα απήντας. — Σωστά.</p>
+
+<p>&nbsp;— Αι, λοιπόν! η δικαιοσύνη προς ποίαν χρήσιν ή προς ποίον έργον θα μου
+απαντούσες ότι είναι ωφέλιμος εν ειρήνη; — Εις τας συναλλαγάς, Σωκράτη. —
+Συναλλαγάς δε εννοείς τους συνεταιρισμούς, ή τίποτε άλλο; — Αυτό ακριβώς. — Άρα γε
+λοιπόν εις το παιγνίδιον των κύβων έξαφνα καλός και χρήσιμος σύντροφος θα ήτο ο
+δίκαιος, ή ο εξ επαγγέλματος παίκτης; — Ο παίκτης. — Και όσον αφορά την συναρμογήν
+πλίνθων και λίθων, ο δίκαιος θα ήτο χρησιμότερος και προτιμότερος να συνεργασθή
+μαζί σου, παρά ο οικοδόμος; — Κάθε άλλο βέβαια. — Αλλά περί τίνος λοιπόν πράγματος
+προκειμένου θα επεζήτεις την σύμπραξιν του δικαίου μάλλον παρά του μουσικού, όπως
+πάλιν έξαφνα θα ήτο μάλλον επιζήτητος ο μουσικός προκειμένου περί κανενός οργάνου;
+— Μα, μου φαίνεται, εάν επρόκειτο περί διαχειρίσεως χρημάτων. — Εκτός όμως πάλιν
+ίσως, Πολέμαρχε, όταν θα εχρειάζετο να κάμης χρήσιν χρημάτων, εις περίπτωσιν που
+απεφασίζετο να προβήτε από κοινού εις αγοράν ή πώλησιν κανενός ίππου· διότι τότε,
+νομίζω, θα εχρειάζετο ο ειδικός εμπειρογνώμων· ή όχι; — Φαίνεται. — Όπως και αν
+επρόκειτο περί πλοίου, ο ναυπηγός ή ο κυβερνήτης. — Μάλιστα. — Ποίαν λοιπόν από
+κοινού χρήσιν όταν θέλω να κάμω των χρημάτων μου, θα μου ήτο ο δίκαιος
+χρησιμώτερος από κάθε άλλον; — Όταν θέλης να τα βάλης παρακαταθήκην και να τα
+διαφυλάξης από πάσαν απώλειαν. — Α, ώστε λοιπόν λέγεις, όταν δεν θέλω να τα
+εργασθώ, αλλά να τα αφήσω να κάθωνται; — Εννοείται. — Όταν λοιπόν είναι άχρηστα
+τα χρήματα, τότε είναι χρήσιμος δι' αυτά η δικαιοσύνη. — Καθώς φαίνεται . . . — Και
+όταν λοιπόν πρέπη να διαφυλάξω και κανέν δρέπανον ή ιδικόν μου ή από κοινού με
+κανένα άλλον, και τότε θα μου χρησιμεύση η δικαιοσύνη· ενώ, όταν πρόκειται να το
+μεταχειρισθώ, η αμπελουργική. — Φαίνεται. — θα είπης επομένως, και όταν χρειασθή
+να φυλάξω καμμίαν ασπίδα και λύραν και να μην τα μεταχειρίζωμαι, ότι είναι χρήσιμος
+τότε η δικαιοσύνη, ενώ εις την εναντίαν περίπτωσιν η οπλομαχητική και η μουσική. —
+Κατ' ανάγκην. — Ώστε και δι' όλα τα άλλα η δικαιοσύνη άχρηστος μεν είναι διά την
+χρήσιν εκάστου πράγματος, χρήσιμος δε μόνον διά την αχρηστίαν του;</p>
+
+<p>&nbsp;— Εκεί καταντά.</p>
+
+<p>&nbsp;— Δεν θα ήτο λοιπόν, φίλε μου, και πάρα πολύ σπουδαίον πράγμα η
+δικαιοσύνη, εάν η χρησιμότης της περιωρίζετο μόνον εις τα άχρηστα· και
+παρακολούθησε τώρα αυτόν τον συλλογισμόν μου. Άρα γε εκείνος όστις, είτε εις την
+πυγμαχίαν είτε και εις άλλην τινά μάχην, είναι επιτηδειότατος να καταφέρη κτυπήματα,
+δεν είναι συγχρόνως και επιτηδειότατος να προφυλαχθή από τα πλήγματα του
+αντιπάλου του; — Είναι βεβαιότατα. — Άρα λοιπόν και εκείνος που είναι ικανώτατος να
+προφυλαχθή από νόσον, δεν είναι και ο πλέον επιτήδειος να την εμβάλη εις ένα άλλον:
+— Μου φαίνεται. — Τοιουτοτρόπως πρέπει να παραδεχθώμεν, ότι εκείνος είναι ο
+άριστος φύλαξ ενός στρατοπέδου, όστις δύναται να προβλέψη και να κλέψη τα σχέδια
+και τας λοιπάς πράξεις των εχθρών — Χωρίς αμφιβολίαν. — Κατά συνέπειαν ο
+καταλληλότατος φύλαξ ενός πράγματος είναι συνάμα και ο επιτηδειότατος κλέπτης
+αυτού. — Φαίνεται.</p>
+
+<p>&nbsp;— Εάν επομένως ο δίκαιος είναι ικανός να φυλάξη χρήματα, θα ήτο επίσης
+και ικανώτατος να τα κλέψη. — Αυτό τουλάχιστον είναι το συμπέρασμα του
+συλλογισμού μας. — Νά λοιπόν που απεδείχθη κλέπτης ο δίκαιος· και φαίνεται να
+έλαβες αυτό το μάθημα από τον Όμηρον· διότι και εκείνος έχει ιδιαιτέραν στοργήν προς
+τον Αυτόλυκον, τον προς μητρός πάππον του Οδυσσέως, και λέγει ότι υπερέβαινεν
+όλους τους ανθρώπους εις την κλεπτοσύνην και την ψευδορκίαν· και φαίνεται επομένως
+και κατά σε και κατά τον Όμηρον και κατά τον Σιμωνίδην, ότι η δικαιοσύνη είναι κάποια
+τέχνη κλοπής, μόνον όπου γίνεται προς ωφέλειαν των φίλων και προς βλάβην των
+εχθρών· δεν έλεγες έτσι; — Όχι βέβαια, μα τον θεόν! Αλλά και εγώ δεν γνωρίζω τώρα τι
+έλεγα· εις αυτό όμως επιμένω ακόμη, ότι η δικαιοσύνη ωφελεί μεν τους φίλους βλάπτει
+δε τους εχθρούς.</p>
+
+<p>&nbsp;— Αλλά τι εννοείς λέγων φίλους; εκείνους, οι οποίοι μας φαίνονται άνθρωποι
+χρηστοί, ή εκείνους, οι οποίοι είναι πράγματι χρηστοί, και αν ακόμη δεν τους
+θεωρούμεν τοιούτους; το ίδιον δε και περί των εχθρών; — Φυσικόν είναι, όσους
+θεωρούμεν χρηστούς να τους αγαπώμεν, και όσους πάλιν νομίζομεν φαύλους να τους
+μισώμεν. — Αλλά τάχα δεν συμβαίνει πολλές φορές να απατώνται οι άνθρωποι εις τας
+κρίσεις των και να νομίζουν χρηστούς πολλούς ανθρώπους δίχως να είναι, και το
+εναντίον; — Βεβαίως συμβαίνει. — Ώστε εις τους τοιούτους οι μεν αγαθοί είναι εχθροί,
+οι δε κακοί φίλοι. — Μάλιστα. — Αλλ' όμως έχουν δίκαιον τότε αυτοί να ωφελούν μεν
+τους πονηρούς, να βλάπτουν δε τους αγαθούς. — Φαίνεται. — Και όμως οι αγαθοί είναι
+δίκαιοι και ανίκανοι να προξενήσουν κακόν. — Αληθέστατον. — Σύμφωνα όμως με τον
+λόγον σου είναι δίκαιον να βλάπτωμεν ανθρώπους, που δεν μας κάμνουν κανένα κακόν.
+— Το αποκρούω αυτό διαρρήδην, Σώκρατες· είναι ημαρτημένον προφανώς το
+συμπέρασμα. — Τους αδίκους λοιπόν είναι δίκαιον να βλάπτωμεν, τους δε δικαίους να
+ωφελούμεν. — Αυτό φαίνεται σωστότερον. — Θα συμβή όμως εις πολλούς, Πολέμαρχε,
+οίτινες απατώνται εις τας περί των ανθρώπων κρίσεις των, να είναι δίκαιον τους μεν
+φίλους να βλάπτουν, διότι τους θεωρούν φαύλους, τους δε εχθρούς να ωφελούν, διότι
+είναι κατ' αυτούς χρηστοί. Και έτσι φθάνομεν εις το αντίθετον συμπέρασμα από εκείνο,
+που είπομεν ότι εννοεί ο Σιμωνίδης.</p>
+
+<p>&nbsp;— Και πράγματι, είπεν, εκεί καταντώμεν αλλ' ας μεταβάλωμεν τον ορισμόν
+του φίλου και του εχθρού, αφού φαίνεται πως δεν τον εθέσαμεν εξ αρχής ορθώς. — Και
+πώς τον εθέσαμεν, Πολέμαρχε; — Ότι φίλος είναι εκείνος που τον θεωρούμεν ως
+χρηστόν. — Και τώρα πώς να τον μεταβάλωμεν; ηρώτησα εγώ. — Εκείνος ο οποίος και
+θεωρείται και είναι πράγματι χρηστός· ενώ εκείνος ο οποίος απλώς νομίζεται τοιούτος,
+χωρίς και να είναι πράγματι, μόνον κατά το φαινόμενον θα ήτο φίλος· το ίδιον δε ισχύει
+και περί του εχθρού. — Ώστε κατά τούτον τον λόγον, όπως φαίνεται, φίλος μεν θα είναι
+ο αγαθός άνθρωπος, εχθρός δε ο φαύλος. — Ναι. — Δίδεις λοιπόν την άδειαν να
+κάμωμεν μίαν προσθήκην και εις τον προηγούμενον εκείνον ορισμόν μας της
+δικαιοσύνης, κατά τον οποίον ελέγομεν ότι δίκαιον είναι να ωφελούμεν τον φίλον και να
+βλάπτωμεν τον εχθρόν; και να λέγωμεν τώρα, ότι δίκαιον είναι να ωφελούμεν τον φίλον,
+όταν ούτος είναι χρηστός άνθρωπος, να βλάπτωμεν δε τον εχθρόν, όταν είναι φαύλος;
+— Συμφωνότατος, μου απεκρίθη, κ' έτσι μάλιστα, καμμίαν αντιλογίαν δεν θα επεδέχετο
+το πράγμα.</p>
+
+<p>&nbsp;— Αλλά πώς; είπον εγώ· είναι τάχα ίδιον του δικαίου, να κάμνη κακόν, έστω
+και εις οιονδήποτε άνθρωπον; — Αναμφιβόλως, μου απεκρίθη, οφείλει βέβαια
+τουλάχιστον εις τους εχθρούς οι οποίοι είναι φαύλοι. — Και δεν μου λέγεις, οι ίπποι εις
+τους οποίους κάμνουν κακόν, γίνονται καλύτεροι ή χειρότεροι: — Χειρότεροι. — Ως προς
+τι; ως προς τας αρετάς άρα γε που προσιδιάζουν εις αυτούς, ή εις τους σκύλους; — Εις
+αυτούς βέβαια.<br />
+&nbsp;<br />
+Και οι σκύλοι επομένως, όταν τους κάμνουν κακόν, γίνονται χειρότεροι ως προς τας
+αρετάς, αι οποίαι προσιδιάζουν εις αυτούς και όχι εις τους ίππους. — Κατ' ανάγκην. —
+Και περί των ανθρώπων λοιπόν, φίλε μου, δεν θα είπωμεν κατά τον ίδιον τρόπον, ότι
+βλαπτόμενοι γίνονται χειρότεροι εις την προσιδιάζουσαν εις αυτούς αρετήν; — Πολύ
+μάλιστα. — Αλλά η δικαιοσύνη δεν είναι ανθρωπίνη αρετή; — Δεν υπάρχει αντίρρησις.
+— Επομένως οι βλαπτόμενοι άνθρωποι ανάγκη πάσα να γίνωνται αδικώτεροι. —
+Φαίνεται.</p>
+
+<p>&nbsp;— Αλλά οι μουσικοί εν τη ιδιότητι της τέχνης των ημπορούν να καταστήσουν
+τινά άμουσον; — Αδύνατον. — Και ένας διδάσκαλος της ιππικής ημπορεί με την τέχνην
+του να κάμη κάποιον ανίκανον εις αυτήν; — Δεν ημπορεί. — Αλλά με την δικαιοσύνην
+λοιπόν οι δίκαιοι να κάμουν αδίκους; ή και γενικώς οι αγαθοί με την αρετήν να κάμουν
+κακούς; — Αλλά αδύνατον. — Διότι βέβαια δεν είναι της θερμότητος το έργον να
+παράγη ψύχος, αλλά του αντιθέτου της. — Βέβαια. — Ούτε του αγαθού να προξενή
+κακόν, αλλά του εναντίου του. — Φαίνεται.</p>
+
+<p>&nbsp;— Αλλά ο δίκαιος άνθρωπος είναι αγαθός; — Είναι βέβαια. — Δεν είναι
+λοιπόν του δικαίου το έργον να κάμνη κακόν, Πολέμαρχε, εις κανένα ούτε εις φίλον ούτε
+εις οποιονδήποτε άλλον, αλλά του εναντίου του, δηλ. του ανθρώπου του αδίκου. —
+Παραδέχομαι ότι έχεις πληρέστατον δίκαιον, Σωκράτη.</p>
+
+<p>&nbsp;— Εάν λοιπόν λέγη κανείς, ότι η δικαιοσύνη είναι το να αποδίδη τις εις
+έκαστον τα οφειλόμενα, και εννοεί δι' αυτού ότι ο δίκαιος άνθρωπος οφείλει εις μεν
+τους εχθρούς βλάβην, εις δε τους φίλους ωφέλειαν, δεν ήτο βέβαια σοφός εκείνος που
+το είπε· διότι δεν έλεγε την αλήθειαν, εύρομεν δε προ ολίγου ότι ουδέποτε είναι δίκαιον
+να βλάπτη τις. — Είμαι σύμφωνος. — Και θα αντικρούσωμεν επομένως από κοινού, εγώ
+και συ, πάντα όστις ήθελεν ισχυρισθή ότι είπε τοιούτον πράγμα ή ο Σιμωνίδης ή ο Βίας ή
+ο Πιττακός ή κανείς άλλος από τους σοφούς και μακαρίους άνδρας. — Έτοιμος να λάβω
+το μέρος μαζί σου, απεκρίθη. — Αλλά γνωρίζεις τίνος μου φαίνεται ότι είναι αυτό το
+αξίωμα, που λέγει ότι δίκαιον είναι τους μεν φίλους να ωφελούμεν, τους δε εχθρούς να
+βλάπτωμεν; Τίνος; ηρώτησε. — Στοχάζομαι ότι θα είναι ή του Περιάνδρου ή του
+Περδίκκα ή του Ξέρξου ή του Ισμηνίου του Θηβαίου ή κανενός άλλου πλουσίου, που
+είχε μεγάλην ιδέαν διά την δύναμίν του. — Αλήθεια λέγεις. — Έστω. είπα εγώ, αλλ'
+αφού ευρέθη ότι ουδέ εις τούτο έγκειται η δικαιοσύνη, πώς λοιπόν αλλέως να την ορίση
+κανείς;</p>
+
+<p>Καθ' όλον αυτόν τον διάλογόν μας πολλές φορές ο Θρασύμαχος έκαμε εν τω μεταξύ
+να μας διακόψη και να αναμιχθή, εις την συζήτησιν, συνεκρατείτο όμως υπό των
+παρακαθημένων, οι οποίοι ήθελον να μας ακούσουν ως το τέλος. Αφού όμως
+ετελειώσαμεν πλέον, και είπα εγώ αυτά, δεν ημπόρεσε πλέον να κρατηθή, αλλά
+συστραφείς ως θηρίον εχύθηκε κατ' επάνω μας, ως διά να μας διασπαράξη. Και εγώ και
+ο Πολέμαρχος εζαρώσαμεν από τον φόβον μας. Εκείνος δε ανέκραξεν εις το μέσον. — Τι
+είναι αυτή η φλυαρία που σας κρατεί τόση ώρα, Σωκράτη; Και τι μας παίζετε τους
+κουτούς, προσποιούμενοι πότε ο ένας πότε ο άλλος ότι πέφτει εις το πάλαιμα; Αλλ' αν
+θέλης αληθινά να γνωρίσης τι είναι το δίκαιον, να μη περιορίζεσαι να ερωτάς μόνον, και
+να ικανοποιής την ματαιοδοξίαν σου ελέγχων τας αποκρίσεις των άλλων, αλλά να
+αποκριθής και συ ο ίδιος και να μας ειπής, τι λέγεις ότι είναι το δίκαιον· πρόσεχε όμως
+μη μου απαντήσης ότι είναι το πρέπον, ή το ωφέλιμον, ή το επικερδές, ή το συμφέρον,
+αλλά να μου λέγης σαφώς και ακριβώς ό, τι έχεις να είπης· διότι δεν είμαι εγώ από
+εκείνους να τα χάφτω, εάν μας λέγης τέτοια αερολογήματα.</p>
+
+<p>Και εγώ εις το άκουσμα αυτό εξαφνίστηκα, τα έχασα, τον έβλεπα μετά τρόμου, και
+νομίζω και την φωνήν μου θα έχανα, αν δεν τον εκύτταζα εγώ πριν να με κυττάξη
+εκείνος· διότι ευτυχώς επρόλαβα και τον εκύτταξα πρώτος, μόλις ήρχισε να
+εξαγριώνεται, και έτσι ημπόρεσα να του αποκριθώ, και του είπα με μια κάποια
+τρεμούλα. — Μην είσαι, Θρασύμαχε, τόσον σκληρός μαζί μας! εάν υπεπέσαμεν εις
+κανένα σφάλμα κατά την εξέλιξιν του διαλόγου μας, έσο πεπεισμένος ότι δεν το
+εκάμαμεν εκουσίως. Εάν επρόκειτο έξαφνα περί αναζητήσεως χρυσίου, δεν θα
+επίστευες βέβαια ποτέ ότι θα ημπορούσαμεν να κάμνωμεν εκουσίως αυτάς τας
+αμοιβαίας υποχωρήσεις προς αλλήλους κατά την αναζήτησίν του και θα εχάναμεν άδικα
+τους κόπους μας διά να το εύρωμεν· πολλώ μάλλον αφού επρόκειτο περί δικαιοσύνης,
+που είναι από όλον τον χρυσόν του κόσμου πολυτιμότερον, δεν ήτο δυνατόν βέβαια να
+υποχωρούμεν τόσον ανόητα προς αλλήλους και να μη βάζωμεν όλα μας τα δυνατά διά
+να το ανακαλύψωμεν μίαν ώραν αρχύτερα· να είσαι πεπεισμένος δι' αυτό. φίλε μου·
+αλλά, φαίνεται, δεν έφθαναν ως εκεί αι δυνάμεις μας· και σεις οι σπουδαίοι είναι
+φυσικώτερον να οικτίρετε μάλλον την αδυναμίαν μας παρά να αγανακτήτε μαζί
+μας.</p>
+
+<p>&nbsp;— Μα τον Ηρακλέα! είπε τότε ο Θρασύμαχος ανακαγχάζων με ένα
+προσποιημένον γέλωτα, νά την η συνηθισμένη εκείνη ειρωνεία του Σωκράτους· αλλά τα
+ήξευρα εγώ και τα προέλεγα εις αυτούς, ότι συ θα απέφευγες να απαντήσης και θα το
+εγύριζες εις τας ειρωνείας, και ότι κάθε άλλο θα έκανες παρά να αποκριθής, εάν σε
+ερωτήση κανείς. — Αληθινά σοφός είσαι, Θρασύμαχε, του είπα εγώ· το ήξευρες πολύ
+καλά ότι, αν ερωτούσες κανένα, «πόσα είναι τα δώδεκα», συγχρόνως όμως του
+προέλεγες· «κύτταξε μόνον να μη μου απαντήσης ότι είναι δύο φορές έξ ή τρείς φορές
+τέσσερα, ή έξ φορές δύο, ή τέσσαρες φορές τρία, διότι δεν θα παραδεχθώ να ακούσω
+τοιαύτας φλυαρίας», το ήξευρες, λέγω, εκ των προτέρων, ότι κανείς δεν θα ημπορούσε
+να σου απαντήση εις ερώτησιν την οποίαν έθεσες τοιουτοτρόπως· αλλ' αν σου έλεγε· «τι
+είναι αυτά, Θρασύμαχε; να μη σου δώσω καμμίαν από αυτάς τας αποκρίσεις, που
+απηγόρευσες, και αν ακόμη μέσα εις αυτάς περιείχετο η μόνη αληθινή, παρά να σου
+είπω άλλο τι, έξω από αυτήν;», τι θα του έλεγες;</p>
+
+<p>&nbsp;— Ναι δα! απήντησεν ο Θρασύμαχος· πόσον είναι όμοιον μ' εκείνο! — Δεν
+έχει να κάμη τίποτε, είπα εγώ· διότι και αν δεν είναι όμοιον, φαίνεται όμως τοιούτον εις
+τον ερωτηθέντα, νομίζεις ότι δεν θα δώση εκείνος την απάντησιν που του φαίνεται
+ορθή, είτε του το απαγορεύσωμεν ημείς, είτε όχι; — Αυτό λοιπόν έχεις και συ σκοπόν να
+κάμης; μου είπε· σκέπτεσαι να δώσης καμμίαν από τας απαντήσεις που σου
+απηγόρευσα;</p>
+
+<p>&nbsp;— Δεν θα ήτο διόλου παράξενον, του απήντησα εγώ, εάν, αφού εξήταζα καλά
+το ζήτημα, ελάμβανα τοιαύτην απόφασιν.</p>
+
+<p>&nbsp;— Τι θα ειπής όμως, εάν εγώ σου δείξω άλλην απόκρισιν διαφορετικήν από
+όλας εκείνας και συγχρόνως καλυτέραν εν σχέσει με την δικαιοσύνην; τι δέχεσαι να
+πάθης; — Τι άλλο, απήντησα εγώ, παρά ό, τι ταιριάζει να παθαίνη εκείνος που δεν
+γνωρίζει κάτι; δηλαδή, να το μάθη από τον γνωρίζοντα· και εγώ λοιπόν δέχομαι να το
+πάθω αυτό.</p>
+
+<p>&nbsp;— Είσαι νόστιμος, μου είπε· να μάθης βέβαια, αλλά να πληρώσης συγχρόνως
+και χρήματα. — Όταν μου ευρεθούν . . . — Ευρίσκονται, ευρίσκονται, είπεν ο Γλαύκων
+αν πρόκειται διά χρήματα, λέγε, Θρασύμαχε· διότι όλοι ημείς θα συνεισφέρωμεν διά τον
+Σωκράτη. — Ναι· πώς όχι, απήντησεν εκείνος, διά να κάμη πάλιν ο Σωκράτης τα
+συνηθισμένα του, να μην αποκρίνεται ο ίδιος, αλλά να λαμβάνη τον λόγον και να
+εξελέγχη τας αποκρίσεις του άλλου. — Μα και πώς, καλέ μου άνθρωπε, είπα εγώ, θέλεις
+να αποκρίνεται ένας ο οποίος πρώτον μεν δεν γνωρίζει και ομολογεί την άγνοιάν του,
+έπειτα, και αν έχη και καμμίαν ιδέαν περί αυτών, του απηγορεύθη από άνθρωπον όχι
+αξιοκαταφρόνητον να απαντήση τίποτε από εκείνα που νομίζει σωστά; Ώστε συ είναι
+φυσικώτερον να λάβης τον λόγον, αφού μάλιστα ισχυρίζεσαι ότι γνωρίζεις και έχεις να
+ειπής κάτι περί της δικαιοσύνης· μη θέλης λοιπόν παρακλήσεις, αλλά και εμένα κάμε
+μου την χάριν, και διά τον Γλαύκωνα αυτόν και τους άλλους μη φθονής τα φώτα
+σου.</p>
+
+<p>Αφού είπα αυτά, και ο Γλαύκων και οι άλλοι συνήνωσαν τας παρακλήσεις των· και ο
+Θρασύμαχος εφαίνετο μεν ότι διεφλέγετο υπό της επιθυμίας να ομιλήση, διά να
+επισπάση την επιδοκιμασίαν του ακροατηρίου, επειδή ήτο πεπεισμένος ότι θα έλεγε
+θαυμάσια πράγματα· αλλ' ακόμη έκαμνεν ότι επροσποιείτο και επέμενεν εις το ότι εγώ
+είμαι ο αποκρινόμενος.</p>
+
+<p>Εις το τέλος υπεχώρησε και — Αυτή δα, είπεν, είναι η σοφία του Σωκράτους, να μη
+θέλη ο ίδιος να διδάσκη, αλλά να γυρίζη και να μανθάνη από τους άλλους, χωρίς
+μάλιστα και να τους το γνωρίζη χάριν. — Ότι πράγματι μανθάνω από τους άλλους, είπα
+εγώ, αυτό είναι η αλήθεια, Θρασύμαχε· έχεις άδικον όμως να λέγης και ότι δεν τους το
+χρεωστώ χάριν· εγώ απεναντίας πληρώνω, όπως ημπορώ, το χρέος μου· και ημπορώ
+μόνον να επαινώ· διότι χρήματα δεν έχω· και πόσον πρόθυμα το κάμνω αυτό, θα το
+γνωρίσης και συ πολύ καλά αμέσως, αφού αποκριθής· διότι στοχάζομαι ότι θα είπης
+ωραία πράγματα.</p>
+
+<p>&nbsp;— Άκουε λοιπόν, είπεν εκείνος. Λέγω ότι το δίκαιον δεν είναι τίποτε άλλο
+παρά το συμφέρον του ισχυροτέρου. Μα πώς; δεν επικροτείς λοιπόν; Δεν σε βλέπω
+πολύ πρόθυμον. — Πώς; του απήντησα· αφού όμως πρώτα καταλάβω τι εννοείς· διότι
+ακόμη δεν ενόησα· ισχυρίζεσαι ότι δίκαιον είναι το συμφέρον του ισχυροτέρου· και τι
+εννοείς μ' αυτό, Θρασύμαχε; διότι βέβαια δεν θέλεις να είπης ότι, αφού ο Πολυδάμας ο
+αθλητής είναι ισχυρότερός μας και τον συμφέρει προς διατήρησιν των σωματικών του
+δυνάμεων να τρώγη βωδινά κρέατα, το ίδιον είναι και δι' ημάς τους ασθενεστέρους του
+συμφέρον και δίκαιον.</p>
+
+<p>&nbsp;— Είσαι άνοστος, Σωκράτη· και πάντα ζητείς να τα γυρίζης εις τρόπον που να
+καταστρέφης την συζήτησιν. — Κάθε άλλο, καλέ μου, του απήντησα εγώ· μόνον να μου
+ειπής σαφέστερον τι εννοείς. — Και δεν γνωρίζεις λοιπόν, μου είπεν, ότι άλλαι μεν
+πόλεις έχουσι μοναρχικά πολιτεύματα, άλλαι δε αριστοκρατικά και άλλαι τέλος,
+δημοκρατικά; — Το γνωρίζω.</p>
+
+<p>&nbsp;— Λοιπόν εις εκάστην πολιτείαν δεν είναι ισχυρότερον εκείνο το οποίον έχει
+την κυβέρνησιν των πραγμάτων; — Βεβαιότατα.</p>
+
+<p>&nbsp;— Και εκάστη κυβέρνησις δεν θέτει τους νόμους συμφώνως προς το
+συμφέρον της, η μεν δημοκρατία δημοκρατικούς, η βασιλεία μοναρχικούς, και αι λοιπαί
+ομοίως; Και αφού άπαξ τους θέσουν, ορίζουν ότι τούτο είναι δίκαιον διά τους υπηκόους,
+εκείνο δηλ. που συμφέρει εις τον εαυτόν τους, και όσοι τολμήσουν να εξέλθουν από
+αυτό τους τιμωρούν, ως παρανομούντας και αδικούντας· αυτό λοιπόν είναι,
+σοφολογιώτατέ μου, που λέγω ότι εις όλας τας πόλεις είναι το ίδιον το δίκαιον, δηλ. το
+συμφέρον της υφισταμένης εξουσίας· αυτή δε είναι, ως γνωστόν, το ισχυρότερον, ώστε
+συμβαίνει διά τον γνωρίζοντα να σκέπτεται, να είναι το αυτό παντού και πάντοτε το
+δίκαιον, δηλ. το συμφέρον του ισχυροτέρου.</p>
+
+<p>&nbsp;— Τώρα μάλιστα, ενόησα τι λέγεις, είπα εγώ· αν όμως είναι και αληθές αυτό,
+ή όχι, θα προσπαθήσω να το καταλάβω. Το συμφέρον λοιπόν απεκρίθης και συ
+Θρασύμαχε, ότι είναι το δίκαιον· αν και εις εμένα απηγόρευες τότε να απαντήσω έτσι,
+με μόνην την διαφοράν ότι επρόσθεσες εσύ και του ισχυροτέρου. — Μικρά ίσως
+προσθήκη, είπεν εκείνος. — Δεν ηξεύρομεν ακόμη αν δεν είναι και μεγάλη· τούτο μόνον
+ηξεύρω, ότι πρέπει να εξετάσωμεν εάν είναι αληθές αυτό που λέγεις· διότι επειδή και
+εγώ οπωσδήποτε είμαι σύμφωνος, ότι το δίκαιον είναι κάποιο συμφέρον, εσύ δε
+προσθέτεις και λέγεις: το συμφέρον του ισχυροτέρου — πράγμα το οποίον εγώ αγνοώ
+— ανάγκη να το εξετάσωμεν. — Εξέταζε λοιπόν. — Αυτό και θα κάμω· αλλά ειπέ μου,
+και το να πείθεται κανείς εις τους άρχοντας, δεν λέγεις ότι είναι δίκαιον και αυτό; —
+Βεβαιότατα. — Αλλά οι άρχοντες εις τας διαφόρους πόλεις είναι τάχα αναμάρτητοι, ή
+δύνανται και αυτοί να υποπέσουν εις σφάλματα; — Βεβαίως δύνανται. — Ώστε όταν
+αναλαμβάνουν να θέσουν νόμους, άλλους μεν θέτουν ορθώς, μερικούς όμως και όχι. —
+Αυτό φρονώ και εγώ. — Και άραγε οι μεν ορθώς νομοθετημένοι θα είναι σύμφωνοι με
+το συμφέρον των, οι δε άλλοι ασύμφοροι δι' εαυτούς; ή πώς λέγεις; — Έτσι ακριβώς. —
+Όσα όμως νομοθετήσουν, οφείλουν να τα τηρώσιν οι υπήκοοι, και εις τούτο έγκειται το
+δίκαιον, καθώς είπομεν; — Πώς όχι; — Δίκαιον λοιπόν, κατά τον λόγον σου, είναι όχι
+μόνον το συμφέρον του ισχυροτέρου, αλλά και το εναντίον, το μη συμφέρον.</p>
+
+<p>&nbsp;— Καλέ τι μας λέγεις! — Εκείνα που λέγεις εσύ, όπως μου φαίνεται· και ας
+εξετάσωμεν το πράγμα καλύτερα. Δεν εμείναμεν σύμφωνοι ότι οι άρχοντες
+επιβάλλοντες το πρακτέον εις τους υπηκόους των αστοχούν ενίοτε το συμφέρον των,
+είναι όμως δίκαιον οι υπήκοοι να πράττουν πάντοτε τα προστεταγμένα; δεν το
+παρεδέχθημεν αυτό; — Ναι, νομίζω. — Ομολόγησε λοιπόν ότι έχεις παραδεχθή, αφού
+λέγεις ότι δίκαιον είναι οι υπήκοοι να πράττουν όσα προστάττουν οι άρχοντες, ότι είναι
+δίκαιον επίσης να πράττουν και όσα είναι ασύμφορα διά τους άρχοντας και τους
+ισχυροτέρους, όταν ούτοι ακουσίως νομοθετήσουν πράγματα εναντία προς το
+συμφέρον των· ώστε δεν πρέπει τότε κατ' ανάγκην να συμβαίνη, σοφώτατε Θρασύμαχε,
+να είναι δίκαιον όλως διόλου το εναντίον από εκείνο που έλεγες; αφού λαμβάνει
+διαταγήν και είναι υποχρεωμένος ο ασθενέστερος να κάμνη εκείνο που είναι
+ασύμφορον διά τον ισχυρότερον;</p>
+
+<p>&nbsp;— Δίχως αμφιβολίαν, Σώκρατες, διέκοψεν ο Πολέμαρχος, αυτό είναι
+προφανέστατον. — Χωρίς άλλο, έλαβε τον λόγον και είπεν ο Κλειτοφών, εάν και συ
+βέβαια το μαρτυρής. — Και τι ανάγκην έχει μάρτυρος, επανέλαβεν, αφού ο ίδιος ο
+Θρασύμαχος ομολογεί, ότι οι μεν άρχοντες προστάττουν ενίοτε πράγματα κακά διά τους
+εαυτούς των, οι δε υπήκοοι είναι δίκαιον να τα εκτελούν; — Το να πράττουν απλώς τα
+προσταττόμενα υπό των αρχόντων, Πολέμαρχε, ώρισεν ότι είναι δίκαιον ο Θρασύμαχος.
+— Ναι, αλλά ώρισε προσέτι, Κλειτοφών, ότι το συμφέρον του ισχυροτέρου είναι το
+δίκαιον· και αφού έθεσε τα δύο αυτά αξιώματα, ωμολόγησε πάλιν ότι ενίοτε οι
+ισχυρότεροι προστάττουν εις τους ασθενεστέρους να κάμνουν πράγματα ασύμφορα διά
+τους εαυτούς των· και από αυτάς τας δύο ομολογίας εξάγεται το συμπέρασμα, ότι το
+δίκαιον θα ήτο όχι περισσότερον εκείνο που συμφέρει τους ισχυροτέρους, παρά και
+εκείνο που δεν τους συμφέρει.</p>
+
+<p>&nbsp;— Αλλά, είπεν ο Κλειτοφών, λέγων ο Θρασύμαχος το συμφέρον του
+ισχυροτέρου ενοούσε εκείνο που κρίνει ο ισχυρότερος ως συμφέρον του· και αυτό
+πρέπει να πράττη ο ασθενέστερος, και αυτό ώριζεν ότι είναι το δίκαιον. — Ναι, μα δεν
+έλεγε καθόλου έτσι, είπεν ο Πολέμαρχος. — Δεν σημαίνει δα και τίποτε, είπα εγώ,
+Πολέμαρχε, αλλ' αν θέλη να δώση τώρα αυτήν την εξήγησιν ο Θρασύμαχος, εμείς το
+δεχόμεθα και αυτό. Ειπέ μου λοιπόν, Θρασύμαχε, αυτό είναι που ενοούσες με το
+δίκαιον, το συμφέρον δηλαδή του ισχυροτέρου, όπως το κρίνει αυτός ο ίδιος,
+αδιάφορον εάν πράγματι τον συμφέρη, είτε και όχι;</p>
+
+<p>&nbsp;— Εγώ; καθόλου! νομίζεις λοιπόν ότι ονομάζω ισχυρότερον έναν άνθρωπον
+σφαλλόμενον, εφ' όσον σφάλλεται; — Πραγματικώς, είπον, αυτό ενόμιζα πως έλεγες,
+όταν παρεδέχεσο ότι οι άρχοντες δεν είναι αναμάρτητοι, αλλά περιπίπτουν και εις
+σφάλματα κάποτε. — Βέβαια, διότι είσαι συκοφάντης εις τους λόγους, Σώκρατες· αλλά,
+δεν μου λέγεις, ιατρόν ονομάζεις εσύ έξαφνα έναν που απατάται ως προς τας
+ασθενείας, εφ' όσον εξαπατάται εις αυτό το πράγμα, ή λογιστήν έναν που κάμνει λάθη
+εις τους λογαριασμούς, εφ' όσον και όταν υποπίπτη εις αυτά τα λάθη; Είναι αληθές ότι
+λέγομεν εις την ομιλίαν συνήθως, ότι ο ιατρός ηπατήθη, ο λογιστής έκαμε λάθος, ο
+γραμματικός και ούτω καθ' εξής. Πράγματι όμως, φρονώ, έκαστος από αυτούς, εφ' όσον
+είναι εκείνο που τον λέγομεν ότι είναι, ουδέποτε υποπίπτει εις σφάλματα. Ώστε,
+ακριβώς ειπείν, αφού και συ τόσον ακριβολογείς, κανείς από τους κατόχους μιας τέχνης
+ή επιστήμης δεν περιπίπτει εις λάθη· διότι μόνον όταν τον εγκαταλίπη η επιστήμη του
+σφάλλεται, οπότε όμως δεν είναι πλέον επιστήμων. Ώστε είτε επιστήμων, είτε τεχνίτης,
+είτε σοφός, είτε άρχων ουδέποτε απατάται εφ' όσον είναι τοιούτος, αν και εις την κοινήν
+ομιλίαν λέγομεν ότι ο ιατρός ηπατήθη, ο άρχων έσφαλλε· και κάτι τοιούτο δέξου και συ
+τώρα ότι σου απήντησα· η ακριβολογία όμως του πράγματος είναι αυτή· ο άρχων, εφ'
+όσον είναι άρχων δεν σφάλλεται, και αφού επομένως δεν σφάλλεται, νομοθετεί το
+συμφερώτερον διά τον εαυτόν του, τούτο δε πρέπει να το εκτελούν οι υπήκοοι. Ώστε,
+όπως εξ αρχής ώρισα το δίκαιον, και τώρα επαναλαμβάνω ότι δίκαιον είναι το
+συμφέρον του ισχυροτέρου. </p>
+
+<p>&nbsp;— Έστω, είπα εγώ, Θρασύμαχε· λοιπόν με θεωρείς συκοφάντην; — Και πολύ
+μάλιστα. — Νομίζεις δηλαδή ότι επιβούλως και διά να σε παγιδεύσω εις τους λόγους σε
+ηρώτησα όπως σε ηρώτησα; — Είμαι βεβαιότατος, αλλά και τίποτε δεν έχεις να
+κερδίσης με αυτό· δεν θα διαλάβουν πλέον την προσοχήν μου αι παγίδες σου, αλλά, και
+αν με διαλάθουν, δεν θα το καταφέρης να με πιάσης εις τα λόγια. — Ούτε καν θα το
+επιχειρήσω, ευλογημένε· αλλά διά να μη μας συμβή πάλιν τίποτε παρόμοιον, όρισε πώς
+λαμβάνεις τον άρχοντα και τον ισχυρότερον, κατά την κοινήν χρήσιν της λέξεως, ή με την
+πάσαν ακριβολογίαν εκείνον, του οποίου το συμφέρον, επειδή είναι ισχυρότερος, είναι
+δίκαιον να κανονίζη πάντοτε τας πράξεις του ασθενέστερου; — Ναι, αυτόν, τον με
+πάσαν την ακριβολογίαν της λέξεως άρχοντα· και συ, βάλε εις ενέργειαν όλα σου τα
+τεχνάσματα και τας συκοφαντίας, εάν ημπορής· όλα σου τα επιτρέπω· αλλά θα χάσης
+άδικα τους κόπους σου. — Και νομίζεις ότι είμαι τόσον τρελλός, ώστε να τολμήσω να
+κουρεύσω λέοντα ή να συκοφαντήσω τον Θρασύμαχον; — Και μολαταύτα και αυτό το
+εδοκίμασες, αν και ωραία τα κατάφερες.</p>
+
+<p>&nbsp;— Ας τελειώνωμεν πλέον μ' αυτά, είπα εγώ· και λέγε μου τώρα· ο κατά την
+ακριβολογίαν της λέξεως ιατρός, όπως τον ώρισες, είναι τάχα χρηματιστής ή θεραπευτής
+των ασθενούντων; — Θεραπευτής των ασθενούντων; — Και ο κυβερνήτης πάλιν; ο
+ορθώς εννοούμενος κυβερνήτης, είναι αρχηγός των ναυτών, ή ναύτης; — Αργηγός των
+ναυτών. — Ουδέ πρέπει, νομίζω, να λάβωμεν υπ' όψιν ότι ταξιδεύει επί του αυτού
+πλοίου και ότι πρέπει διά τούτο να ονομασθή ναύτης· επειδή κυβερνήτης ονομάζεται
+όχι διότι ταξιδεύει, αλλά από την τέχνην του και από την εξουσίαν που έχει επί των
+ναυτών! — Είναι αλήθεια. — Και δεν υπάρχει δι' έκαστον εξ αυτών κάτι, που να του
+είναι το συμφέρον του; — Υπάρχει βέβαια. — Και ο σκοπός της τέχνης εκάστου δεν είναι
+αυτός, να ζητή το συμφέρον διά τον καθένα και να του το παρέχη; — Μάλιστα αυτός
+είναι. — Και μήπως άραγε άλλο τι είναι το συμφέρον εκάστης τέχνης παρά να επιδιώκη
+να γίνεται όσον το δυνατόν τελεία; — Τι εννοείς με την ερώτησίν σου; — Νά, όπως
+παραδείγματος χάριν, αν μ' ερωτούσες: εάν είναι αρκετόν εις το σώμα να είναι σώμα, ή
+έχη ανάγκην και άλλου τινός πράγματος, θα σου απαντούσα, ότι και πάρα έχει μάλιστα·
+και δι' αυτό ακριβώς ευρέθη και η ιατρική τέχνη, διότι το σώμα ενίοτε αρρωσταίνει και
+δεν το σηκώνει να είναι τοιούτον· διά να του παρέχη λοιπόν εκείνα που το συμφέρουν,
+εφευρέθη προς τον σκοπόν τούτον αυτή η τέχνη, θα είχα λοιπόν δίκαιον αν σου
+απαντούσα τοιουτοτρόπως, ή όχι; — Θα είχες.</p>
+
+<p>&nbsp;— Τώρα σε ερωτώ. Αυτή η ιατρική, ή άλλη οιαδήποτε τέχνη, είναι καθ'
+εαυτήν ελαττωματική και έχει ανάγκην άλλου τινός πράγματος ή ιδιότητος, καθώς οι
+οφθαλμοί έχουν ανάγκην της οράσεως και τα ώτα της ακοής και διά τούτο χρειάζονται
+κάποιαν τέχνην που να εξετάζη τι είναι εκείνο που τους συμφέρει και να τους το παρέχη;
+έχει λοιπόν και η τέχνη αυτή κάποιαν έλλειψιν και χρειάζεται κάθε τέχνη μίαν άλλην, η
+οποία να εξετάζη το συμφέρον της, και πάλιν αυτή η τελευταία μίαν άλλην τοιαύτην και
+ούτω καθεξής επ' άπειρον; ή αυτή η ιδία θα είναι αρκετή να φροντίζη διά το ίδιον το
+συμφέρον της; ή ούτε του εαυτού της ούτε κανενός άλλου έχει ανάγκην να φροντίζη δι'
+εκείνο το οποίον είναι συμφέρον εις τας ελλείψεις της, διότι δεν υπάρχει καμμία
+έλλειψις ούτε κανένα ελάττωμα εις καμμίαν τέχνην, ουδέ αρμόζει εις την τέχνην να ζητή
+το συμφέρον κανενός άλλου πράγματος, παρά μόνον εκείνου του οποίου είναι τέχνη,
+αυτή δε μένει πάντοτε αβλαβής, ακεραία και τελεία, εφ' όσον τουλάχιστον διατηρεί
+αρτίαν την φυσικήν αυτής υπόστασιν; Και σκέψου με όλην εκείνην την ακριβολογίαν·
+ούτως έχει το πράγμα ή άλλως πως; — Ούτως έχει.</p>
+
+<p>&nbsp;— Δεν επιδιώκει λοιπόν, είπα εγώ, η ιατρική το συμφέρον της ιατρικής αλλά
+του σώματος. — Ναι. — Ούτε η ιππευτική της ιππευτικής αλλά των ίππων· ούτε άλλη
+καμμία τέχνη το ιδικόν της συμφέρον, διότι ούτε έχει ανάγκην, αλλά εκείνου του οποίου
+είναι τέχνη. — Έτσι φαίνεται. — Αλλ' όμως, ω Θρασύμαχε, εξουσιάζουν αι τέχναι και
+είναι ανώτεραι από εκείνο, του οποίου είναι τέχναι; Συνεφώνησε και εις αυτό, αν και με
+κάποιαν δυσκολίαν. — Καμμία λοιπόν επιστήμη δεν αποβλέπει εις το συμφέρον του
+ισχυροτέρου ουδ' επιβάλλει αυτό, αλλ' απεναντίας του ασθενεστέρου και του
+υποκειμένου εις αυτήν. Έμεινεν εις το τέλος σύμφωνος και εις αυτό, επεχείρησεν όμως
+να φέρη κάποιας αντιρρήσεις.</p>
+
+<p>&nbsp;— Τοιουτοτρόπως λοιπόν, εξηκολούθησα εγώ, κανείς ιατρός εφ' όσον είναι
+τοιούτος, δεν αποβλέπει εις το συμφέρον του ιατρού ουδ' επιβάλλει αυτό, αλλ' εις το
+συμφέρον του αρρώστου· διότι παρεδέχθημεν ότι ο πράγματι ιατρός έχει εις την
+δικαιοδοσίαν του τα σώματα, και δεν είναι χρηματιστής έξαφνα· δεν το παρεδέχθημεν
+αλήθεια; — Μάλιστα, απήντησε. — Και ο κυβερνήτης επίσης ο πραγματικός, ότι είναι
+αρχηγός των ναυτών και όχι ναύτης. — Το παρεδέχθημεν και αυτό. Δεν θα κυττάξη
+λοιπόν ούτε θα προστάξη ο τοιούτος κυβερνήτης και αρχηγός εκείνο που συμφέρει εις
+τον κυβερνήτην και τον αρχηγόν, αλλ' εκείνο που συμφέρει εις τον υπό την εξουσίαν
+του, εις τον ναύτην. Συνεφώνησε μόλις και μετά βίας.</p>
+
+<p>&nbsp;— Και επομένως, Θρασύμαχε, και κανείς άλλος εις καμμίαν αρχήν, εφ' όσον
+είναι άρχων, δεν αποβλέπει ούτε επιβάλλει το ιδικόν του συμφέρον, αλλά το συμφέρον
+τον αρχομένου και του υποκειμένου εις την δικαιοδοσίαν του· και έχων πάντοτε προ
+οφθαλμών τι συμφέρει και τι του χρειάζεται, κανονίζει σύμφωνα με αυτό όλους του
+τους λόγους, όλας του τας πράξεις.</p>
+
+<p>Ενώ λοιπόν εφθάσαμεν εις αυτό το σημείον της συζητήσεως και όλοι έβλεπαν
+φανερά ότι η δικαιοσύνη παρουσιάσθη, όλως διόλου αντίθετος από τον ορισμόν του, ο
+Θρασύμαχος, αντί να απαντήση, με ερωτά έξαφνα. — Δεν μου λέγεις, Σωκράτη, έχεις
+παραμάννα; — Δεν άξιζε καλύτερα, του είπα εγώ, να μου απαντήσης, παρά να μου
+κάνης τοιαύτας ερωτήσεις; — Δεν κάνει καλά, εξηκολούθησεν εκείνος, να σ' αφήνη έτσι
+και να μη σε ξεμυξιάζη· κ' έχεις ανάγκην, μα το ναι, αφού δεν είσαι εις θέσιν να
+ξεχωρίσης τι είναι τα πρόβατα και τι είναι ο βοσκός. — Και πώς το ενόησες, παρακαλώ;
+— Επειδή πιστεύεις ότι οι βοσκοί και οι βουκόλοι δεν φροντίζουν παρά διά το καλόν των
+προβάτων και των βωδιών και τα παχύνουν και τα περιποιούνται διά κάθε άλλο, παρά
+διά το συμφέρον των κυρίων των και το ιδικόν των. Έτσι φαίνεται φαντάζεσαι πως και οι
+άρχοντες των πόλεων, εκείνοι που είναι πραγματικώς άρχοντες, άλλα αισθήματα
+τρέφουν προς τους υπηκόους των διαφορετικά από τας διαθέσεις που θα είχε κανείς
+διά τα πρόβατα, και ότι σκέπτονται νύκτα και ημέραν άλλο τίποτε, παρά πώς να
+ωφεληθούν από αυτούς· και τόσον μακράν είσαι από το να εννοής το δίκαιον και την
+δικαιοσύνην, το άδικον και την αδικίαν, ώστε αγνοείς ότι η μεν δικαιοσύνη και το
+δίκαιον είναι πράγμα καλόν όχι διά τον δίκαιον, αλλά δι' εκείνον που έχει την δύναμιν
+και εξουσιάζει, ενώ δι' εκείνον που υπακούει και δουλεύει προσιδιάζει η βλάβη· η δε
+αδικία το εναντίον έχει εις την εξουσίαν της τους αληθώς απλοϊκούς και αγαθούς
+ανθρώπους, αυτοί δε πράττουν κατά το συμφέρον του ισχυροτέρου, και τον κάμνουν
+ευτυχή με τας υπηρεσίας των, ενώ τον εαυτόν των κάθε άλλο. Και ιδού πώς πρέπει να
+εξετάζης τα πράγματα, αφελέστατε άνθρωπε: ο δίκαιος εις όλας τας περιστάσεις
+μειονεκτεί του αδίκου· πρώτον μεν εις τας ιδιωτικάς συναλλαγάς, όπου συνεταιρισθούν
+ο τοιούτος με τον τοιούτον, ποτέ εις την διάλυσιν δεν θα εύρης τον δίκαιον κερδημένον,
+αλλ' απεναντίας ζημιωμένον· έπειτα εις τα πολιτικά ζητήματα, όταν επιβληθώσιν
+εισφοραί, ο δίκαιος με ίσην περιουσίαν θα συνεισφέρη περισσότερα, ο άδικος
+ολιγώτερα· και όταν πάλιν πρόκειται περί αποδοχών, ο ένας τίποτε, ο άλλος πάμπολλα
+κερδίζει· εις τας διαχειρίσεις αφ' ετέρου δημοσίων λειτουργιών, ο δίκαιος, και αν συμβή
+να μη υποστή καμμίαν άλλην ζημίαν, αφήνει τα ιδιωτικά του συμφέροντα και παίρνουν
+τον κατήφορον, επειδή τα παραμελεί, από δε το δημόσιον τίποτε δεν ωφελείται, διότι
+είναι ακέραιος, προς τούτοις δε αποκτά και εχθρούς τους οικείους και τους γνωρίμους
+του, όταν δεν θελήση να τους κάμη καμμίαν ευκολίαν παρά το δίκαιον. Ενώ με τον
+άδικον θα ίδης όλως διόλου τα εναντία· και εννοώ εκείνον που έλεγα πριν, ότι έχει την
+δύναμιν και την ικανότητα να παίρνη εμπρός τους άλλους· αυτόν κύτταξε, εάν θέλης να
+κρίνης, πόσον τον συμφέρει περισσότερον να είναι άδικος παρά δίκαιος. Και απ' όλα
+καλύτερα θα το εννοήσης, εάν μεταβής αμέσως εις την τελειοτάτην αδικίαν, η οποία
+καθιστά ευτυχέστατον μεν εκείνον όστις την διαπράττει, αθλιωτάτους δε εκείνους οι
+οποίοι την υφίστανται και που δεν θέλουν οι ίδιοι να αδικήσουν· εννοώ δηλαδή την
+τυραννίδα, η οποία θέτει εις ενέργειαν και τον δόλον και την βίαν διά να βάλη εις το
+χέρι όχι μικρόν κατά μικρόν τα αγαθά του άλλου, αλλά χωρίς να σέβεται ούτε όσιον ούτε
+ιερόν σφετερίζεται άπαξ και διά μιας δημοσίας και ιδιωτικάς περιουσίας· κάθε άλλος ο
+οποίος ήθελε διαπράξη μονομερώς καμμίαν από αυτάς τας αδικίας και ανακαλυφθή,
+υφίσταται τας μεγίστας τιμωρίας και τους εσχάτους εξευτελισμούς· και αναλόγως του
+αδικήματος που ήθελε χωριστά ο καθένας κάμη, τους ονομάζουν και ιεροσύλους, και
+σωματεμπόρους, και τυμβωρύχους και κλέπτας και λωποδύτας και τα λοιπά. Εάν όμως
+κανείς εκτός της περιουσίας των πολιτών στερήση αυτούς και της προσωπικής των
+ελευθερίας και τους μεταβάλη εις ανδράποδα, αντί όλων αυτών των αισχρών ονομάτων,
+ευτυχής άνθρωπος και μακάριος ονομάζεται, όχι μόνον υπό των πολιτών αλλά και υπό
+των άλλων, όσοι λάβουν γνώσιν της αδικίας την οποίαν διέπραξε· διότι, αν
+καταφέρωνται κατά της αδικίας εκείνοι οι οποίοι καταφέρονται, το κάμνουν όχι διότι
+φοβούνται να την πράξουν, αλλά διότι φοβούνται να την υποστούν, καλέ μου Σωκράτη·
+τόσον είναι αληθές ότι η αδικία, όταν φθάνη εις ένα τοιούτον βαθμόν, είναι ισχυροτέρα
+και ελευθερωτέρα και δεσποτικωτέρα από την δικαιοσύνην, και όπως εξ αρχής έλεγα,
+δίκαιον μεν είναι το συμφέρον του ισχυροτέρου, άδικον δε εκείνο το οποίον ωφελεί και
+συμφέρει τον εαυτόν του.</p>
+
+<p>Ο Θρασύμαχος, αφού καθώς λουτράρης μας επλημμύρησε τα αυτιά μας με τον
+μακρόν και μαζευμένον αυτόν λόγον, έδειξε πως είχε την πρόθεσιν να αναχωρήση· δεν
+τον άφησαν όμως οι παριστάμενοι αλλά τον ηνάγκασαν να μείνη και να δικαιολογήση
+αυτά που είπε· και εγώ ακόμη ο ίδιος τον παρεκάλεσα πάρα πολύ και του είπα· — Ω
+ευλογημένε Θρασύμαχε, αφού μας έρριψες εις το μέσον ένα τοιούτον λόγον, σκέπτεσαι
+τώρα να αναχωρήσης, πριν να μας διδάξης επαρκώς ή και συ ο ίδιος να μάθης, αν είναι
+έτσι καθώς τα είπες, ή αλλέως; ή νομίζεις ότι αυτό το πράγμα που πρόκειται να
+καθορισθή έχει τόσον μικράν σημασίαν, και δεν είναι αυτός ο κανών του βίου, τον
+οποίον όταν ακολουθή ο καθένας μας, θα έχη την μεγαλυτέραν ωφέλειαν εις την ζωήν
+του; — Και ποιος σου λέγει, παρακαλώ, ότι εγώ έχω διαφορετικήν ιδέαν δι' αυτό; —
+Μου φαίνεται όμως σαν να μη σε μέλει καθόλου δι' ημάς, και ούτε φροντίζεις αν θα
+περάσωμεν καλύτερα ή χειρότερα την ζωήν μας, αφού δεν θα γνωρίζωμεν αυτό που
+λέγεις ότι γνωρίζεις εσύ. Αλλά, έλα, καλέ μας, λάβε την καλωσύνην να το υποδείξης και
+εις ημάς· δεν θα έχης να κάμης με αχαρίστους, αν κάμης αυτό το καλόν εις τόσους που
+είμεθα ημείς. Όσον διά το μέρος μου, εγώ σου το λέγω, πως ποτέ μου δεν πείθομαι ούτε
+το παραδέχομαι ότι η αδικία είναι επικερδεστέρα της δικαιοσύνης, και ούτε ακόμη εάν
+την αφήνη κανείς ελευθέραν και δεν την εμποδίζη να κάνη ό,τι θέλει. Ναι, Θρασύμαχε,
+ας είναι κανείς άδικος, ας έχη την δύναμιν να αδική είτε διά της βίας είτε με την
+επιτηδειότητά του· λοιπόν δεν ημπορής να με πείσης ότι αυτός θα είναι πλέον
+κερδημένος παρά εάν ήτο δίκαιος· και ίσως να μην είμαι μόνος εγώ που να έχω αυτήν
+την ιδέαν. Απόδειξέ μας λοιπόν ωρισμένως, καλέ μου, ότι πλανώμεθα να προτιμούμεν
+την δικαιοσύνην από την αδικίαν.</p>
+
+<p>&nbsp;— Και πώς θέλεις να σε πείσω; απεκρίθη· εάν δεν έχης πεισθή με αυτά που
+σου είπα, τι θέλεις παραπάνω να σου κάμω; ή να φέρω μέσα εις την ψυχήν σου να σου
+βάλω τον λόγον; — Όχι, μα τον Θεόν, δεν έχω αυτήν την αξίωσιν· αλλά πρώτον μεν θέλω
+να εμμένης εις εκείνα που λέγεις· ή, εάν μεταβάλης τίποτε, να το κάμνης φανερά και να
+μη μας εξαπατάς· διότι τώρα βλέπεις, Θρασύμαχε, διά να επανέλθωμεν εις τα
+προηγούμενα εκείνα, ενώ κατ' αρχάς ώρισες τον πράγματι ιατρόν, δεν ενόμισες ότι
+έπρεπε να φυλάξης την αυτήν ακρίβειαν και εις τον ορισμόν του αληθινού βοσκού, αλλά
+νομίζεις ότι έργον έχει αυτός, εφ' όσον είναι βοσκός, να παχαίνη τα πρόβατα, χωρίς να
+αποβλέπη καθόλου διά το καλόν των προβάτων, ως να ήτο μάλλον κανείς πανηγυριστής
+που τα προορίζει διά καμμίαν εστίασιν ή ευωχίαν, ή κανένας επιχειρηματίας που τα έχει
+προς κερδοσκοπίαν· ενώ πραγματικώς η ποιμενική κανένα άλλον σκοπόν δεν έχει παρά
+να φροντίζη διά το καλύτερον εκείνου που της είναι εμπιστευμένον· επειδή, όσον
+αφορά την ιδικήν της την τελειότητα, είναι αρκετά βέβαια εφωδιασμένη, ώστε να μη
+χρειάζεται τίποτε διά να είναι πραγματικώς ποιμενική. Αυτό λοιπόν ενόμιζα και εγώ ότι
+ήτο ανάγκη να παραδεχθώμεν διά κάθε διοίκησιν, ότι δηλαδή εφ' όσον είναι τοιαύτη,
+και είτε ιδιωτική είναι είτε δημοσία, κανένα άλλον σκοπόν δεν έχει παρά να φροντίζη
+διά το καλύτερον εκείνου που έχει υπό την δικαιοδοσίαν της. Εσύ δε φαντάζεσαι ότι οι
+άρχοντες των πόλεων, και εννοώ τους πραγματικώς άρχοντας, με ευχαρίστησίν των
+κυβερνούν;</p>
+
+<p>&nbsp;— Όχι το φαντάζομαι, είπε, αλλ' είμαι τελείως πεπεισμένος.</p>
+
+<p>&nbsp;— Και πώς, Θρασύμαχε; δεν παρατηρείς ότι τας άλλας δημοσίας υπηρεσίας
+κανείς δεν τας αναλαμβάνει με ευχαρίστησίν του, αλλ' απαιτούν μισθόν δι' αυτάς, διότι
+δεν περιμένουν ωφέλειαν από αυτάς οι ίδιοι, αλλά μόνον εκείνοι διά τους οποίους τας
+εξασκούν; και τόσον μόνον, σε παρακαλώ, ειπέ μου· δεν λέγομεν πάντοτε ότι κατά τούτο
+είναι εκάστη τέχνη διαφορετική από μίαν άλλην, ότι έχει διάφορον δύναμιν και σκοπόν;
+μόνον μη μου απαντήσης, ευλογημένε, άλλο απ' ό,τι σκέπτεσαι, διά να φθάνωμεν επί
+τέλους και εις ένα τέλος. — Πραγματικώς, μου απεκρίθη, διαφέρουν κατά τούτο. —
+Επομένως και κάθε μία των μας παρέχει και κάποιαν ιδιαιτέραν ωφέλειαν και όχι
+κοινήν, παραδείγματος χάριν η ιατρική την υγιείαν, η κυβερνητική την ασφάλειαν εις τα
+ταξείδια και ούτω καθ' εξής; — Αναμφιβόλως — Λοιπόν και η μισθωτική δεν είναι διά να
+μας πορίζη μισθόν; διότι αυτή είναι η δύναμίς της· ή λέγεις εσύ το ίδιον πράγμα την
+ιατρικήν και την κυβερνητικήν; ή, εάν επιμένης εις τον ακριβή καθορισμόν των
+πραγμάτων, όπως ηθέλησες εξ αρχής, θα την ονομάσης τάχα ιατρικήν, εάν λάχη ένας
+κυβερνήτης να αποκτήση την υγιείαν του, επειδή τον ωφελούν τα θαλάσσια ταξίδια; —
+Όχι βέβαια, είπε. — Ούτε επίσης την τέχνην του εκμισθωτού, εάν ένας που εξασκεί
+αυτήν έχη την υγιείαν του; — Ούτε. — Και επομένως ημπορούμε να ονομάσωμεν
+εκμισθωτικήν την τέχνην την ιατρικήν, εάν κανείς εξασκών αυτήν λαμβάνη μισθόν; —
+Όχι, είπεν. — Λοιπόν παρεδέχθημεν ότι είναι ιδιαιτέρα η ωφέλεια εκάστης τέχνης; —
+Έστω. — Εάν λοιπόν υπάρχη κάποια κοινή ωφέλεια δι' όλους που εξασκούν μίαν τέχνην,
+είναι φανερόν ότι αύτη προέρχεται από κάτι τι κοινόν πράγμα έξω από την καθ' αυτό
+τέχνην των. — Έτσι φαίνεται. — Αυτή λοιπόν η κοινή δι' όλους ωφέλεια, αυτός ο μισθός
+που λαμβάνουν διά την τέχνην των, προέρχεται επειδή έκαστος εις την καθ' αυτό τέχνην
+του προσθέτει και την εκμισθωτικήν. — Εσυμφώνησε μόλις και μετά βίας. — Ώστε αυτή
+η ωφέλεια, η αποδοχή μισθού, δεν προέρχεται από την εξάσκησιν του κυρίως
+επαγγέλματος, αλλ' αν θέλωμεν να ορίζωμεν ακριβώς τα πράγματα, η μεν ιατρική
+παρέχει την υγιείαν, τον δε μισθόν η εκμισθωτική· επίσης η αρχιτεκτονική κατασκευάζει
+τας οικίας, τον μισθόν όμως τον παρέχει η εκμισθωτική, και ούτω καθ' εξής· ώστε κάθε
+τέχνη εξασκεί το έργον της και παρέχει εις άλλους την ωφέλειαν, διά την οποίαν είναι
+ωρισμένη, εάν όμως δεν προσυπάρχη και ο μισθός, δεν ωφελείται τίποτε ο εξασκών το
+επάγγελμα από την τέχνην του; — Τίποτε, καθώς, φαίνεται. — Επομένως ούτε ωφελεί
+τότε, όταν εξασκήται χάρισμα. — Έτσι νομίζω. — Τούτο λοιπόν έγινε φανερόν,
+Θρασύμαχε, ότι καμμία τέχνη και εξουσία δεν παρασκευάζει εκείνο που της είναι
+ωφέλιμον αυτής, αλλά, καθώς ελέγαμεν απ' αρχής, εκείνου που υπάγεται εις την
+δικαιοδοσίαν της και το επιβάλλει αυτό, αποβλέπουσα εις το συμφέρον αυτού, αν και
+είναι ασθενέστερος, και όχι εις το συμφέρον του ισχυροτέρου. Δι' αυτό λοιπόν είναι που
+έλεγα και προ ολίγου, φίλε μου Θρασύμαχε, ότι κανείς δεν αναλαμβάνει μίαν αρχήν με
+ευχαρίστησίν του, ούτε παίρνει επάνω του ξένες έγνοιες εις τα καλά καθούμενα, αλλ'
+απαιτεί μισθόν, επειδή ένας που πρόκειται να εξασκήση μίαν τέχνην καθώς πρέπει, δεν
+έχει να περιμένη τίποτε καλόν διά τον εαυτόν του απ' όσα πράττει και διατάσσει, αλλ'
+όλα γίνονται δι' εκείνον που έχει εις την εξουσίαν του. Δι' αυτό, καθώς φαίνεται, έγινε
+ανάγκη να ορισθή αμοιβή δι' όσους θέλουν ν' αναλάβουν μίαν εξουσίαν, χρήματα ή
+τιμαί, ή ακόμη και τιμωρία διά τους αρνουμένους να την αναλάβουν.</p>
+
+<p>&nbsp;— Πώς το εννοείς αυτό, Σωκράτη; είπεν ο Γλαύκων· γνωρίζω πράγματι τα δύο
+είδη των αμοιβών, που είπες· δεν εννοώ όμως και την τιμωρίαν, που λέγεις, ως ένα
+τρίτον είδος αμοιβής. — Δεν γνωρίζεις λοιπόν την αμοιβήν των αρίστων, η οποία τους
+κάμνει και αποφασίζουν ν' αναλάβουν καμμίαν αρχήν, όταν την αναλαμβάνουν; ή δεν
+γνωρίζεις ότι το να αγαπά κανείς την αρχήν διά τα εξ αυτής κέρδη θεωρείται και είναι
+τωόντι πράγμα επονείδιστον; Το γνωρίζω, είπεν. — Διά τούτο λοιπόν οι άριστοι δεν
+επιζητούν την τιμήν της εξουσίας ούτε την θέλουν διά να ωφεληθούν εξ αυτής χρήματα·
+διότι δεν επιθυμούν, είτε λαμβάνοντες φανερά μισθόν διά την αρχήν να ονομάζωνται
+μισθωτοί, είτε κρυφά σφετερισμένοι τα δημόσια να λέγωνται κλέπται· ούτε πάλιν την
+επιζητούν διά την τιμήν· διότι δεν είναι φιλόδοξοι. Πρέπει λοιπόν να υπάρχη κάποια
+επιτακτική ανάγκη και ο φόβος τιμωρίας τινός, διά να αποφασίσουν ν' αναλάβουν
+εκουσίως μίαν αρχήν. Όθεν καταντά να νομίζεται αισχρόν πράγμα το να αναδέχεται
+κανείς εκουσίως μίαν αρχήν, χωρίς να του το επιβάλλη κάποια ανάγκη· η δε μεγίστη
+τιμωρία δι' αυτόν, όταν δεν θέλη να κυβερνήση ο ίδιος, είναι να κυβερνάται από
+άλλους, χειροτέρους του· και ένεκα αυτού του φόβου μου φαίνεται ότι αναλαμβάνουν
+την αρχήν οι άριστοι, όταν την αναλαμβάνουν, και όχι διότι την επιζητούν ως πράγμα
+καλόν δι' αυτούς, ούτε διά να τα καλοπεράσουν απ' αυτήν, αλλά διότι κατ' ανάγκην την
+αναδέχονται, αφού δεν έχουν να την αναθέσουν εις άλλους καλυτέρους των ή και
+ομοίους των. Ούτως ώστε, αν ήτο δυνατόν να ευρεθή μία πολιτεία όλο από ανθρώπους
+τελείους, θα ήτο πράγμα περιζήτητον να έμενε κανείς έξω της αρχής, όπως τώρα όλοι
+επιζητούν να την έχουν και τότε θα απεδεικνύετο προφανέστατα ότι το φυσικόν του
+πράγματι αληθινού άρχοντος είναι να αποβλέπη όχι εις το συμφέρον το ιδικόν του, αλλά
+των υπηκόων και κάθε άνθρωπος με γνώσιν θα επροτίμα να ωφελήται μάλλον αυτός
+υπό ενός άλλου, παρά να μοχθή και να βασανίζεται διά την ωφέλειαν των άλλων. Κάθε
+άλλο λοιπόν παρά να συμφωνήσω, εις αυτό με τον Θρασύμαχον, ότι δίκαιον είναι το
+συμφέρον του ισχυροτέρου· αλλ' αυτό θα το εξετάσωμεν και άλλοτε· πολύ όμως
+σπουδαιότερον μου φαίνεται αυτό που λέγει τώρα ο Θρασύμαχος, ότι δηλαδή ο βίος
+του αδίκου είναι προτιμότερος από του δικαίου. Εσύ δε, Γλαύκων, ποίον από τους δύο
+προτιμάς, και τι νομίζεις ότι είναι αληθέστερον; — Το να είναι κανείς δίκαιος μου
+φαίνεται ότι είναι ωφελιμώτερον, απήντησεν ο Γλαύκων. — Ήκουσες όμως πόσα αγαθά
+μας απηρίθμησε προ ολίγου ο Θρασύμαχος ότι έχει ο άδικος; — Ήκουσα, είπε, αλλά δεν
+μένω σύμφωνος. — Θέλεις λοιπόν να δοκιμάσωμεν μήπως εύρωμεν κανένα τρόπον να
+τον πείσωμεν ότι δεν είναι αληθινά αυτά που λέγει; — Διατί να μη θέλω; — Ναι, αν
+όμως εις τον μακρόν λόγον που ετέντωσεν αυτός, αντιπαρατάξωμεν και ημείς κανένα
+άλλον όμοιον, διά να απαριθμήσωμεν τα αγαθά της δικαιοσύνης, και έπειτα άλλον
+αυτός, και ημείς πάλιν άλλον, θα γίνη ανάγκη να μετρήσωμεν ένα προς ένα και να
+ζυγίσωμεν τα αγαθά της δικαιοσύνης και της αδικίας, και εις το τέλος θα χρειασθούμεν
+δικαστάς διά να βγάλουν την απόφασιν· ενώ, εάν, όπως εκάναμεν έως τώρα,
+προχωρούμεν εις την εξέτασιν συμφωνούντες αμοιβαίως προς αλλήλους, θα είμεθα
+δικασταί μαζί και δικηγόροι, οι ίδιοι. — Είναι αλήθεια, είπεν. — Τι σου αρέσει λοιπόν
+καλύτερ' από τα δύο; — Έτσι καθώς είπες.</p>
+
+<p>&nbsp;— Εμπρός λοιπόν τώρα. Θρασύμαχε, απάντησέ μου εξ αρχής, του είπα· λέγεις
+ότι η τελεία αδικία ωφελεί περισσότερον από την τελείαν δικαιοσύνην; — Και, το λέγω,
+και σας είπα και τους λόγους. — Έλα τώρα να σε ερωτήσω κάτι άλλο· δεν ονομάζεις
+αλήθεια το ένα από αυτά τα δύο αρετήν και το άλλο κακίαν; — Αναμφιβόλως. — Και
+βέβαια την μεν δικαιοσύνην θα ονομάζης αρετήν, την δε αδικίαν κακίαν. — Ναι, είναι
+φυσικόν αλήθεια, εγώ που λέγω ότι η αδικία ωφελεί και η δικαιοσύνη όχι. — Αλλά τι
+λοιπόν; — Όλως διόλου το εναντίον. — Δηλαδή την δικαιοσύνην την ονομάζεις κακίαν;
+— Όχι, αλλά μεγαλοπρεπή ευήθειαν. — Και την αδικίαν λοιπόν κακοήθειαν; — Όχι, αλλά
+φρόνησιν. — Ώστε φρόνιμοι σου φαίνονται πως είναι και αγαθοί οι άδικοι; — Εκείνοι
+τουλάχιστον που ημπορούν τελείως να αδικούν και να κάμνουν υποχειρίους πόλεις και
+έθνη· εσύ όμως φαντάζεσαι ίσως πως ομιλώ διά τους βαλαντιοτόμους· όχι ότι δεν έχει
+και αυτή η τέχνη τας ωφελείας της, εφ' όσον τουλάχιστον εξασκείται με επιτηδειότητα·
+αλλά δεν αξίζουν και πολύ πράγμα, εμπρός εις τα άλλα εκείνα που έλεγα προ
+ολίγου.</p>
+
+<p>&nbsp;— Πολύ καλά εννοώ τι θέλεις να ειπής· αυτό όμως με παραξενεύει που
+παραδέχεσαι την αδικίαν ως αρετήν και σοφίαν, την δε δικαιοσύνην το εναντίον. — Ναι,
+το παραδέχομαι. — Αυτός δα είναι τώρα ο στερεώτερος ισχυρισμός σου, και δεν είναι
+εύκολον να εύρη κανείς τα μέσα διά να τον ανατρέψη· διότι αν έλεγες απλώς ότι η
+αδικία ωφελεί, παραδέχεσο όμως συγχρόνως, όπως και άλλοι τινές, ότι είναι κακία και
+αισχρόν πράγμα, θα ημπορούσαμεν και ημείς να ειπούμεν κάτι, σύμφωνα με όσα
+νομίζομεν· τώρα όμως είναι φανερόν ότι δεν θα διστάσης να την ονομάσης και πράγμα
+ωραίον και ισχυρόν και όλας τας άλλας ιδιότητας να της αποδώσης, τας οποίας ημείς
+αποδίδομεν συνήθως εις την δικαιοσύνην, αφού ετόλμησες να την κατατάξης μεταξύ
+της αρετής και της σοφίας. — Πράγματι, ορθότατα μαντεύεις.</p>
+
+<p>&nbsp;— Και μολαταύτα δεν πρέπει να διστάσω να αναλάβω την εξέτασιν του
+ζητήματος, εφ' όσον τουλάχιστον πιστεύω ότι λέγεις σοβαρώς εκείνα τα οποία και
+σκέπτεσαι· διότι πράγματι μου φαίνεται, Θρασύμαχε, ότι δεν υπάρχει ουδέ σκιά
+ειρωνείας εις τους λόγους σου, και λέγεις αληθινά εκείνα που φρονείς. — Και τι σε
+ενδιαφέρει είτε τα φρονώ είτε όχι, και δεν κυττάζεις απλώς να τα αναιρέσης; — Καλά
+λέγεις, του απήντησα· κάμε μου μόνον την χάριν να μου αποκριθής ακόμη εις αυτό· ένας
+δίκαιος νομίζεις ότι θα ήθελέ ποτε να ωφεληθή τίποτε εις βάρος ενός άλλου επίσης
+δικαίου; — Ποτέ βέβαια, διότι αλλέως δεν Θα ήτο καλόβολος και ευήθης, όπως τον
+παραδέχομαι τώρα.</p>
+
+<p>&nbsp;— Και πώς; ούτε ακόμη αν επρόκειτο περί δικαίου πράγματος; — Ούτε,
+βέβαια. — Εις βάρος όμως ενός αδίκου ανθρώπου θα είχε την αξίωσιν τάχα ότι
+ημπορούσε να το κάμη, και θα το εθεωρούσε δίκαιον; ή όχι; — Θα το εθεωρούσε
+βέβαια, αλλά δεν θα είχε την ικανότητα να το κάμη. — Δεν σε ερωτώ αυτό, αλλ' απλώς
+εάν εις βάρος μεν ενός δικαίου δεν θα είχε αυτήν την αξίωσιν ουδέ την θέλησιν, εις
+βάρος όμως ενός αδίκου θα την είχε; — Μάλιστα, θα την είχε . . . — Ενώ ένας άδικος
+άνθρωπος θα είχε άραγε την αξίωσιν να ωφελήται αυτός εις βάρος του δικαίου
+ανθρώπου καταπατών την δικαιοσύνην;</p>
+
+<p>&nbsp;— Πώς όχι; αφού εννοεί να υπερισχύη απ' όλους τους άλλους.</p>
+
+<p>&nbsp;— Ώστε λοιπόν θα θέλη να επικρατήση και από ένα άλλον άδικον εις την
+αδικίαν και θα βάλη τα δυνατά του, δια να έχη αυτός περισσότερα απ' όλους; — Έτσι
+βέβαια.</p>
+
+<p>&nbsp;— Λέγομεν λοιπόν ότι, ο μεν δίκαιος δεν θέλει να έχη παραπάνω από τον
+όμοιόν του, αλλά μόνον από τον ανόμοιόν του, ενώ ο άδικος και από τον όμοιόν του και
+από τον ανόμοιόν του. — Θαυμάσια τα λέγεις. — Είναι δε ακόμη ο μεν άδικος φρόνιμος
+και αγαθός, ενώ ο δίκαιος τίποτε απ' αυτά. — Και αυτό σωστόν. — Και ομοιάζει λοιπόν,
+είπα εγώ, ο μεν άδικος με τον φρόνιμον και αγαθόν, ο δε δίκαιος δεν ομοιάζει. — Και
+πώς να μη; ένας βέβαια, που είναι τοιούτος και αυτός, κατ' ανάγκην θα oμοιάζη με τους
+τοιούτους, και το εναντίον. — Πολύ καλά ο καθένας των λοιπόν είναι τοιούτος, όπως
+εκείνοι με τους οποίους ομοιάζει. — Αι, ναι, σου είπανε. — Έστω, Θρασύμαχε· τώρα
+άκουσέ μου· λέγεις δι' ένα άνθρωπον ότι είναι μουσικός, και δι' ένα άλλον ότι δεν είναι·
+ποίον από τους δύο ονομάζεις φρόνιμον, και ποίον το εναντίον; — Τον μουσικόν βέβαια
+θα είπω φρόνιμον, τον δεν άλλον το εναντίον. — Και επομένως, καθ' ό φρόνιμον, θα τον
+είπης καλόν και ικανόν, το εναντίον δε τον άλλον. — Ναι. — Δεν συμβαίνει το ίδιον και
+με τον ιατρόν; — Βεβαίως. — Λοιπόν νομίζεις ότι ένας μουσικός, όταν κορδίζη την
+κιθάραν, θα είχε την αξίωσιν να τεντώση ή να χαλαρώση τας χορδάς περισσότερον από
+ένα άλλον μουσικόν; — Όχι βέβαια — Από ένα όμως άλλον που δεν είναι μουσικός; —
+Κατ' ανάγκην. — Και ένας ιατρός, όταν πρόκειται να διαγράψη τι να φάγη ή τι να πίη
+ένας άρρωστος, θα ήθελε να το κάμη αυτό παραπάνω από έναν άλλον επίσης ιατρόν; —
+Όχι εννοείται. — Από ένα άλλον όμως που δεν είναι ιατρός; — Ναι. — Κύτταξε λοιπόν,
+διά πάσαν επιστήμην, εάν σου φαίνεται ότι ένας επιστήμων οτιδήποτε θα ήθελε να έχη
+το παραπάνω, και εις ό,τι λέγει και εις ό,τι πράττει, από ένα άλλον επιστήμονα, και να
+μη προτιμά να κάμνη και να λέγη τα ίδια με τον ομότεχνόν του. — Ίσως πράγματι να
+είναι κατ' ανάγκην όπως το λέγεις. — Ενώ απεναντίας ο ανεπιστήμων θα ήθελε να έχη
+ένα λόγον παραπάνω και από τον επιστήμονα και από τον ανεπιστήμονα. — Ίσως —
+Αλλά ο επιστήμων είναι σοφός. — Είναι — Και ο σοφός, καλός και ικανός. — Μάλιστα.
+— Λοιπόν ο καλός και ο σοφός δεν θα θέλη να είναι παραπάνω από τον όμοιόν του,
+αλλά μόνον από τον ανόμοιον και τον αντίθετόν του. — Έτσι φαίνεται. — Ενώ
+απεναντίας ο κακός και άσοφος, και από τον όμοιόν του και από τον ανόμοιόν του. —
+Μάλιστα. — Δεν παρεδέχθημεν όμως, Θρασύμαχε, ότι ο άδικος θέλει να έχη το
+παραπάνω και από τον όμοιον και από τον ανόμοιόν μου; ή δεν έλεγες έτσι; — Ναι, το
+έλεγα. — Ενώ απεναντίας ο δίκαιος μόνον από τον ανόμοιόν του, όχι όμως και από τον
+όμοιόν του. — Μάλιστα. — Ομοιάζει λοιπόν ο μεν δίκαιος με τον σοφόν και με τον
+καλόν, ο δε άδικος με τον κακόν και τον άσοφον. — Φαίνεται. — Αλλ' ημείς
+εσυμφωνήσαμεν ότι και ο ένας και ο άλλος είναι τοιούτοι, όπως και εκείνοι με τους
+οποίους ομοιάζουν. — Πράγματι εσυμφωνήσαμεν. — Νά λοιπόν που μας απεδείχθη
+φως φανερά, ότι ο δίκαιος είναι σοφός και καλός, ενώ ο άδικος αμαθής και κακός.</p>
+
+<p>Ο Θρασύμαχος ηναγκάσθη μεν να συμφωνήση εις όλα αυτά, όχι όμως τόσον εύκολα
+όσον τα διηγούμαι εγώ τώρα, αλλά μόλις και μετά βίας με το τράβ' απεδώ τράβ' απ'
+εκεί, ενώ έτρεχε ποτάμι ο ιδρώς του, διότι ήτο και καλοκαίρι. Τότε τον είδα εγώ διά
+πρώτην φοράν και να κοκκινίζη, πράγμα που δεν έπαθε ποτέ πριν.</p>
+
+<p>Αφού λοιπόν τοιουτοτρόπως εμείναμεν σύμφωνοι ότι η μεν δικαιοσύνη είναι αρετή
+και σοφία, η δε αδικία κακία και αμάθεια, — ας το θεωρήσωμεν τώρα αυτό λελυμένον
+ζήτημα, είπα· ελέγαμεν όμως ακόμη ότι η αδικία είναι και πράγμα ισχυρόν· ή δεν το
+ενθυμείσαι, Θρασύμαχε; — Το ενθυμούμαι, απήντησεν εκείνος, αλλά δεν μου αρέσουν
+ουδέ αυτά που λέγεις τώρα· και μη νομίζης ότι δεν έχω τι να ειπώ· αν θελήσω όμως να
+το κάμω, ξεύρω καλά ότι θα μου ειπής πως δημηγορώ· ή λοιπόν άφησέ με να ειπώ όσα
+θέλω, ή, εάν επιμένης να ερωτάς, ερώτα· και εγώ θα περιορισθώ να λέγω, καλά, ας
+είναι, και να κουνώ το κεφάλι μου, όπως κάμνουν εις τις γρηές που διηγούνται
+παραμύθια. — Καθόλου δεν το θέλω αυτό να γίνεται παρά τας πεποιθήσεις σου. — Διά
+να μη σε δυσαρεστώ τουλάχιστον, αφού δεν με αφήνεις να ομιλήσω· τι άλλο θέλεις να
+σου κάμω παραπάνω; — Τίποτε άλλο, μα την αλήθειαν μόνον, αν θέλης να κάμης αυτό
+που σου λέγω, κάμε το· και εγώ θα σε ερωτώ. — Ερώτα λοιπόν.</p>
+
+<p>&nbsp;— Αυτό λοιπόν σε ερωτώ πάλιν, διά να εξακολουθήσωμεν την συνέχειαν της
+συζητήσεώς μας: τι πράγμα είναι η δικαιοσύνη εν σχέσει προς την αδικίαν; διότι έλεγες,
+μου φαίνεται, ότι η αδικία θα είναι τάχα και ισχυρότερον και δυνατώτερον πράγμα από
+την δικαιοσύνην ενώ τώρα, αφού είπαμεν ότι η δικαιοσύνη είναι αρετή και σοφία,
+εύκολα θα καταδειχθή ότι είναι και ισχυρότερον πράγμα η δικαιοσύνη από την αδικίαν,
+αφού αυτή είναι αμάθεια· και κανείς δεν είναι που να μη το παραδεχθή αυτό. Εγώ όμως
+δεν επιθυμώ να αρκεσθώ έτσι απλώς εις αυτό, αλλ' ας κάμωμεν και ένα άλλον
+συλλογισμόν: Δεν παραδέχεσαι ότι υπάρχουν πόλεις άδικοι, αι οποίαι επιβουλεύονται
+αδίκως την ελευθερίαν άλλων πόλεων, και κατορθώνουν μάλιστα και τας
+υποδουλώνουν και τας κάμνουν υποχειρίους των; — Πώς όχι; είπε· και αυτό μάλιστα το
+κατορθώνει μόνον η αρίστη και που είναι εις τον τελειότατον βαθμόν άδικος. — Το
+καταλαμβάνω ότι είναι η ιδική σου η πεποίθησις αυτή. Εγώ όμως εξετάζω το ζήτημα κατ'
+αυτόν τον τρόπον εάν δηλαδή η πόλις η οποία καθυποτάσσει μίαν άλλην, άνευ
+δικαιοσύνης αποκτά αυτήν την δύναμιν, ή κατ' ανάγκην μετά της δικαιοσύνης; — Εάν
+μεν, όπως παρεδέχθης εσύ, η δικαιοσύνη είναι σοφία, τότε κατ' ανάγκην μετά της
+δικαιοσύνης· εάν όμως το πράγμα είναι όπως το έλεγα εγώ, τότε μετά της αδικίας. —
+Είμαι πολύ ενθουσιασμένος, Θρασύμαχε, ότι δεν περιορίζεσαι μόνον να κινής την
+κεφαλήν σου, αλλά δίδεις και πολύ καλάς αποκρίσεις. — Διότι δεν θέλω να σε
+δυσαρεστήσω.</p>
+
+<p>&nbsp;— Πολύ καλά κάνεις, του απήντησα. Αλλά κάμε μου ακόμη και αυτήν την
+χάριν και λέγε μου· νομίζεις ότι μία πόλις, ή ένα στράτευμα, ή μία συμμορία ληστών ή
+κλεπτών, ή οιαδήποτε άλλη ομάς από εκείνας που αναλαμβάνουν από κοινού μίαν
+άδικον επιχείρησιν, θα ημπορούσαν ποτέ να κατορθώσουν τίποτε, εάν τα μέλη που την
+αποτελούν εφέροντο αδίκως μεταξύ των; — Όχι βέβαια. — Ενώ, εάν εφέροντο δικαίως,
+δεν θα επετύχαιναν περισσότερον; — Και πολύ μάλιστα. — Διότι βέβαια, Θρασύμαχε, η
+αδικία γεννά μίση και διχονοίας και πολέμους μεταξύ των, ενώ η δικαιοσύνη ομόνοιαν
+και αγάπην δεν είναι έτσι; — Ας το παραδεχθώ, είπε, διά να μη φιλονεικώ μαζί σου. —
+Και καλά κάνεις, φίλε μου· λέγε μου τώρα: αφού αυτό είναι το έργον της αδικίας, να
+γεννά μίση και διχονοίας όπου εισχωρήση, δεν θα έχη τα αυτά αποτελέσματα και όπου
+παρουσιάζεται εν γένει μεταξύ των ανθρώπων, είτε δούλων είτε ελευθέρων, και δεν θα
+καθιστά, αδύνατον πάσαν από κοινού επιχείρησίν των; — Και πολύ μάλιστα. — Τι δε;
+εάν παρουσιασθή μεταξύ δύο ανθρώπων, δεν θα αναπτυχθούν μεταξύ των έριδες και
+διαφοραί και μίση, και δεν θα γίνουν εχθροί ο ένας με τον άλλον, όπως είναι και με τους
+δικαίους; — Θα γίνουν. — Και εάν τέλος την δεχθώμεν υπάρχουσαν εις ένα μόνον
+άνθρωπον, μήπως θα χάση τάχα αυτήν την ιδιότητα που έχει, ή και πάλιν θα την
+διατηρήση; — Ας ειπούμεν ότι θα την διατηρήση.</p>
+
+<p>&nbsp;— Τοιαύτη λοιπόν επομένως φαίνεται ότι είναι η φύσις της αδικίας, ώστε,
+όπου παρουσιάζεται, είτε εις πόλιν, είτε εις στρατόπεδον, είτε εις οιονδήποτε άλλο
+άθροισμα ανθρώπων, πρώτον μεν να το καθιστά ανίκανον να αναλάβη καμμίαν
+επιχείρησιν ένεκα των διχονοιών και των ερίδων τας οποίας γεννά, έπειτα δε του
+αναπτύσσει την έχθραν και προς τον εαυτόν του, και προς κάθε τι που δεν είναι όμοιόν
+του και προς το δίκαιον δεν είναι έτσι; — Μάλιστα.</p>
+
+<p>&nbsp;— Και εις ένα λοιπόν μόνον, είπαμεν, όταν ενυπάρχη, τα αυτά θα έχη
+αποτελέσματα, σύμφωνα με την φύσιν της· πρώτον μεν θα τον καταστήση ανίκανον διά
+κάθε επιχείρησιν, διότι θα ευρίσκεται πάντα εις διάστασιν και διχογνωμίαν με τον
+εαυτόν του· έπειτα θα τον κάμη εχθρόν και με τον εαυτόν του και με τους δικαίους· ναι
+ή όχι; — Ναι. — Οι θεοί όμως, φίλε μου, παραδέχεσαι βέβαια ότι είναι δίκαιοι. — Ας το
+παραδεχθώμεν. — Και με τους θεούς επομένως εχθρός θα είναι ο άδικος, ενώ ο δίκαιος
+θα είναι φίλος των.</p>
+
+<p>&nbsp;— Χόρταινε όλην την ηδονήν της συζητήσεως, είπε τότε ο Θρασύμαχος, χωρίς
+κανένα φόβον· διότι εγώ τουλάχιστον δεν εννοώ να σου την διακόψω, μήπως και τα
+χαλάσω με αυτούς. — Εξακολούθησε λοιπόν να δεικνύης αυτήν σου την συγκατάβασιν
+και εις τα επίλοιπα, και απάντα μου όπως το έκαμνες, έως τώρα. Είδομεν ότι οι δίκαιοι
+φαίνονται και σοφώτεροι και ικανώτεροι και δυνατώτεροι, εις ό,τι πράττουν, από τους
+αδίκους· οι δε άδικοι απεναντίας ουδέ να αναλάβουν καμμίαν κοινήν επιχείρησιν με
+άλλους είναι ικανοί· και όταν όμως ακόμη παραδεχώμεθα ότι θα ημπορούσαν να
+φέρουν εις πέρας μίαν κοινήν επιχείρησιν επιτυχώς, και πάλιν λέγω ότι δεν θα ήτο
+αληθινόν αυτό· διότι εάν ήσαν πράγματι όλως διόλου άδικοι, δεν θα ήτο δυνατόν να μη
+στραφούν ο ένας εναντίον του άλλου· αλλά είναι πρόδηλον ότι θα έμενεν ακόμη μέσα
+των κάποιο ίχνος δικαιοσύνης, η οποία θα τους ημπόδιζε τουλάχιστον να αδικούνται και
+μεταξύ των, καθ' όν χρόνον επεχείρουν να αδικήσουν κάποιους άλλους· και μόνον κατ'
+αυτόν τον τρόπον θα κατώρθωσαν, εάν κατώρθωσαν τίποτε, εις μίαν άδικον επιχείρησιν
+που ανέλαβαν, διότι δεν θα ήσαν εξ ολοκλήρου ίσως αλλά μόνον εξ ημισείας
+κυριευμένοι από την αδικίαν· επειδή οι παμπόνηροι και τελείως άδικοι είναι και τελείως
+ανίκανοι να κατορθώσουν τίποτε. Τοιουτοτρόπως εγώ αντιλαμβάνομαι τα πράγματα,
+και όχι όπως τα έθεσες εσύ κατά πρώτον. Μας υπολείπεται να εξετάσωμεν, το οποίον το
+αφήσαμεν και τελευταίον, αν ζουν και καλύτερα οι δίκαιοι από τους αδίκους και εάν
+είναι ευτυχέστεροι. Και ναι μεν, αυτό είναι φανερόν και αυταπόδεικτον, όπως νομίζω,
+και εξ όσων είπαμεν μέχρι τούδε· ας το εξετάσωμεν όμως και καλύτερα. — Εξέτασέ το
+λοιπόν, μου είπεν.</p>
+
+<p>&nbsp;— Αυτό κάμνω τώρα· παραδέχεσαι, σε ερωτώ, ότι ο ίππος έχει κάποιο
+ωρισμένον έργον; — Έχει. — Και τούτο μόνον παραδέχεσαι ότι είναι έργον του ίππου, ή
+και οιουδήποτε άλλου ζώου, το οποίον θα ηδύνατο να εκτελεσθή ή υπ' αυτού, ή
+τουλάχιστον υπό μόνου αυτού καλύτερα; — Δεν σε εννοώ. Νά, παραδείγματος χάριν·
+ημπορείς να ίδης αλλέως παρά με τους οφθαλμούς; — Δεν ημπορώ βέβαια. — Και να
+ακούσης αλλέως παρά με τα ώτα σου; — Ούτε. — Ώστε δυνάμεθα να είπωμεν δικαίως
+ότι αυτό είναι το έργον των. — Μάλιστα. — Τι δε; θα ημπορούσες να κλαδεύσης ένα
+κλήμα ή με το μαχαίρι, ή με το σμιλάρι ή με πολλά άλλα τέτοια εργαλεία; — Και πώς όχι;
+— Αλλά με κανένα άλλο, νομίζω, ότι δεν θα το έκαμνες τόσον καλά, όσον με το
+δρέπανον, το οποίον επίτηδες κατεσκευάσθη προς τον σκοπόν τούτον. — Είναι αλήθεια
+αυτό που λέγεις. — Δεν θα είπωμεν λοιπόν ότι αυτό είναι το αποκλειστικόν του έργον;
+— Ναι, θα το ειπούμεν.</p>
+
+<p>&nbsp;— Τώρα λοιπόν, υποθέτω, θα ενόησες καλύτερα αυτό που σε ηρώτησα πριν,
+εάν δηλαδή δεν είναι έργον εκάστου πράγματος εκείνο το οποίον ή μόνον αυτό ημπορεί
+να εκτελέση, ή τουλάχιστον καλύτερα από κάθε άλλο. — Αλλά ναι, τώρα σε εννοώ· και
+αυτό παραδέχομαι πως είναι το έργον εκάστου πράγματος. — Πολύ καλά. Λοιπόν
+παραδέχεσαι ακόμη ότι έχει και μίαν ιδιάζουσαν αρετήν κάθε πράγμα, εις το οποίον
+είναι ανατεθειμένη μία λειτουργία; και ας επανέλθωμεν εις τα ίδια παραδείγματα.
+Είπομεν ότι οι οφθαλμοί έχουν μίαν ωρισμένην λειτουργίαν· έχουν λοιπόν και μίαν
+αρετήν, η οποία προσιδιάζει εις αυτούς μόνον; — Έχουν. — Επίσης τα ώτα; — Και αυτά.
+— Και όλα τα άλλα πράγματα κατ' αυτόν τον τρόπον; — Επίσης.</p>
+
+<p>&nbsp;— Στάσου τώρα μίαν στιγμήν· θα ημπορούσαν ποτέ οι οφθαλμοί να
+εκτελέσουν καλά το έργον των, εάν δεν είχαν την προσιδιάζουσαν εις αυτούς αρετήν,
+αλλά την αντίθετον κακίαν; — Και πώς είναι δυνατόν; δηλαδή εννοείς, εάν είχαν τάχα
+τυφλότητα αντί της ικανότητος του οράν; — Οιαδήποτε και αν ήτο η αρετή των· διότι
+δεν είναι αυτό που θέλω τώρα να μάθω, αλλ' αν με την ιδιάζουσαν αρετήν του εκτελή
+ένα πράγμα καλώς το έργον του, με την αντίθετον δε κακίαν κακώς. — Είναι βέβαια έτσι
+όπως το λέγεις. — Λοιπόν και τα ώτα, εάν στερηθούν την αρετήν που τους προσιδιάζει,
+δεν θα κάμουν καλά το έργον που έχουν να κάμουν. — Πράγματι, όχι. — Τοιουτοτρόπως
+και όλα τα άλλα, δεν ημπορούμεν να τα θέσωμεν εις την αυτήν κατηγορίαν; — Μου
+φαίνεται.</p>
+
+<p>&nbsp;— Έλα λοιπόν τώρα και ακολούθησε αυτόν τον συλλογισμόν: Έχει τάχα και η
+ψυχή κανέν ωρισμένον έργον, το οποίον με κανένα άλλο πράγμα δεν θα ημπορούσες να
+εκτελέσης; παραδείγματος χάριν, το να σκεπτώμεθα, το να κυβερνώμεν, το να
+αποφασίζωμεν, θα ημπορούσαμεν δικαίως να τα αποδώσωμεν εις αυτήν και να
+λέγωμεν ότι αυτά είναι το έργον της; — Μάλιστα, είπεν. — Ώστε παραδεχόμεθα ότι και
+η ψυχή έχει μίαν αρετήν, η οποία της προσιδιάζει; — Το παραδεχόμεθα. — Ημπορεί
+λοιπόν ποτε, Θρασύμαχε, η ψυχή να εκτελέση καλώς τα έργα της, εάν στερήται την
+προσιδιάζουσαν εις αυτήν αρετήν; — Αδύνατον. — Κατ' ανάγκην λοιπόν η κακή ψυχή
+και κακώς θα σκέπτεται και κακώς θα κυβερνά, ενώ απεναντίας η καλή ψυχή όλα αυτά
+θα εκτελή καλώς. — Ανάγκη πάσα. — Δεν παρεδέχθημεν όμως ότι η αρετή της ψυχής
+είναι η δικαιοσύνη, η δε κακία της η αδικία; — Αι ναι, το παρεδέχθημεν. — Η δικαία
+λοιπόν ψυχή και ο δίκαιος άνθρωπος θα ζη καλά, το εναντίον δε ο άδικος. — Φαίνεται,
+είπε, συμφώνως με αυτά που λέγεις. — Αλλά εκείνος που ζη καλά, είναι ευτυχής και
+ευδαίμων, τουναντίον δε εκείνος που ζη κακά. — Πώς όχι; — Λοιπόν ο μεν δίκαιος είναι
+ευτυχής, ο δε άδικος άθλιος και δυστυχής. — Ας είναι κ' έτσι. — Αλλ' όμως δεν τον
+ωφελεί βέβαια κανένα να είναι δυστυχής; — Όχι, εννοείται. — Και επομένως,
+ευλογημένε μου Θρασύμαχε, ουδέποτε η αδικία είναι ωφελιμώτερον πράγμα από την
+δικαιοσύνην. — Πάρε την τώρα, Σωκράτη, αυτήν την συζήτησιν ως συμπόσιον το οποίον
+σου παρετέθη διά την σημερινήν εορτήν των Βενδιδείων
+(<span style='font-size: small;'><a href='#fn1' id='ref1'>1</a></span>). — Και το χρεωστώ
+εις εσένα, Θρασύμαχε, διότι παρήτησες εκείνην την αγριότητα που μου έδειξες κατ'
+αρχάς, και έγινες τόσον ήμερος . . . Δεν ήτο όμως και τελεία, όπως θα την ήθελα, η
+εστίασις· όχι από φταίξιμον ιδικόν σου, αλλά από ιδικόν μου μάλλον· επειδή την έπαθα
+όπως οι κοιλιόδουλοι, οι οποίοι πέφτουν επάνω αρπακτικά εις το κάθε νέον φαγητόν
+που σερβίρεται, πριν να απολαύσουν οπωσδήποτε το προηγούμενον έτσι κ' εγώ, πριν να
+ευρούμεν εκείνο που εσυζητούσαμεν πρώτον, <b>τι πράγμα δηλαδή είναι η
+δικαιοσύνη</b>, το παρήτησα αυτό εις την μέσην και εβάλθηκα να εξετάζω εάν είναι
+κακία ή αμάθεια, ή σοφία ή αρετή· και επειδή έτυχε ύστερα να παρεμπέση άλλος λόγος,
+ότι η αδικία είναι ωφελιμώτερον πράγμα από την δικαιοσύνην, δεν ημπόρεσα να
+συγκρατήσω τον εαυτόν μου και να μην περάσω από τον πρώτον εις αυτόν τον άλλον.
+Ώστε εις το τέλος κατήντησα να μη μάθω τίποτε από αυτήν την συζήτησιν διότι, όταν δεν
+γνωρίζω, ποία είναι <b>αυτή η ουσία της δικαιοσύνης</b>, πώς θα ημπορώ να ηξεύρω
+αν είναι αρετή, είτε όχι, και αν είναι ευτυχής εκείνος που την έχει, ή το εναντίον.</p>
+
+<h4 style="text-align: center; margin-top: 3em">ΒΙΒΛΙΟΝ Β'.</h4>
+
+<p><br />Και εγώ μεν λοιπόν, αφού είπα αυτά, επίστευσα ότι είχα γλυτώση πλέον από
+την συζήτησιν· ήτο όμως, καθώς φαίνεται, το προοίμιον μόνον αυτό· διότι ο Γλαύκων, ο
+οποίος πάντοτε και εις όλας τας περιστάσεις είναι πραγματικώς ανδρειότατος, δεν του
+εκαλοφάνη που κατέθεσε τότε τα όπλα ο Θρασύμαχος, αλλά, λαμβάνων τον λόγον —
+Θέλεις, είπε, Σωκράτη, να φαίνεται πως μας έπεισες ότι κατά πάντα τρόπον είναι
+προτιμότερον η δικαιοσύνη από την αδικίαν, ή θέλεις και πραγματικώς να μας πείσης;
+— Αυτό βέβαια θα επροτιμούσα και εγώ, αν ήτο εις την εξουσίαν μου.</p>
+
+<p>&nbsp;— Δεν κάμνεις λοιπόν τότε εκείνο το οποίον θέλεις· διότι, λέγε μου·
+παραδέχεσαι ότι υπάρχει ένα είδος αγαθών, τα οποία θα ηυχόμεθα να έχωμεν,
+αποβλέποντες όχι εις τα αποτελέσματά των, αλλ' απλώς και μόνον δι' αυτά τα ίδια;
+όπως παραδείγματος χάριν, η χαρά και αι αβλαβείς ηδοναί και που καμμίαν άλλην
+συνέπειαν δεν έχουν κατόπιν, παρά μόνον μας δίδουν την ευχαρίστησιν να τας
+απολαμβάνωμεν. — Μάλιστα υπάρχει ένα τοιούτον είδος αγαθών. — Δεν υπάρχει και
+ένα άλλο, το οποίον αγαπώμεν και δι' αυτό το ίδιον και διά τα αποτελέσματά του; όπως
+είναι η ευθυκρισία, η δράσις, η υγιεία, τα οποία επιζητούμεν και διά τους δύο αυτούς
+λόγους. — Μάλιστα. — Δεν βλέπεις δε και ένα τρίτον είδος αγαθών, όπως είναι η
+εκγύμνασις του σώματος, η διά της σκληραγωγίας θεραπεία αυτού, η εξάσκησις της
+ιατρικής και κάθε άλλου προσοδοφόρου επαγγέλματος; διότι αυτά είναι μεν κοπιαστικά,
+μας ωφελούν όμως, και τα επιζητούμεν όχι δι' αυτά τα ίδια, αλλά διά τα κέρδη και τας
+άλλας ωφελείας που μας παρέχουν. — Πράγματι υπάρχει και αυτό το τρίτον είδος των
+αγαθών. Αλλά προς τι αυταί αι ερωτήσεις; — Εις ποίον από αυτά τα είδη κατατάσσεις
+την δικαιοσύνην; — Εγώ; εις το καλύτερον βέβαια από τα τρία, εις εκείνα δηλαδή τα
+αγαθά, που πρέπει να τα επιζητούν και δι' αυτά τα ίδια και διά τα αποτελέσματά των,
+όσοι θέλουν να είναι πραγματικώς ευτυχείς. — Δεν το νομίζει όμως έτσι και ο κόσμος,
+αλλά κατατάσσουν την δικαιοσύνην εις τα κοπιαστικά αγαθά, τα οποία μόνον διά τα
+κέρδη και διά την δόξαν που παρέχουν ημπορεί κανείς να τα επιζητή, και που πρέπει να
+τα αποφεύγη αυτά καθ' εαυτά, επειδή είναι αληθώς αφόρητα.</p>
+
+<p>&nbsp;— Το γνωρίζω, είπα εγώ, ότι αυτή είναι η ιδέα του κόσμου, και δι' αυτό και ο
+Θρασύμαχος της έψαλε πριν τον εξάψαλμον της δικαιοσύνης· εγώ όμως φαίνεται να
+είμαι βαρυκέφαλος. — Στάσου λοιπόν να ιδούμεν, εάν θα επιμένης εις την γνώμην σου,
+αφού ακούσης και εμένα· διότι ο Θρασύμαχος, μου φαίνεται πως τον εγήτεψες πολύ
+γρήγορα σαν το φείδι· εγώ όμως, δεν μου εγέμισαν το κεφάλι όσα είπετε διά την
+δικαιοσύνην και την αδικίαν· επιθυμώ να ακούσω ποία είναι η φύσις του καθενός, ποίαν
+δύναμιν έχουν καθ' εαυτά όταν ενυπάρχουν εις την ψυχήν, ανεξαρτήτως από τας
+ωφελείας και τα αποτελέσματα, που ημπορεί να έχουν. Ιδού λοιπόν πώς εννοώ να
+επιληφθώ του ζητήματος, εάν μου το επιτρέπης. Θα αρχίσω εκ νέου τον λόγον του
+Θρασυμάχου, και πρώτον μεν θα ειπώ τι πράγμα είναι η δικαιοσύνη κατά την κοινήν
+αντίληψιν του κόσμου και ποία είναι η αρχή της· έπειτα θα αποδείξω, ότι όλοι όσοι την
+εξασκούν το κάμνουν κατ' ανάγκην και όχι διότι είναι πράγμα καλόν· τρίτον, ότι έχουν
+πολύ δίκαιον να φρονούν τοιουτοτρόπως, διότι είναι πολύ προτιμότερος ο βίος του
+αδίκου από του δικαίου, καθώς τουλάχιστον λέγουν· εγώ ίσως και να μην το
+παραδέχωμαι αυτό· δεν ηξεύρω όμως και καλά καλά τι να αποφασίσω, καθώς μου
+έχουν γεμίση τα αυτιά ο Θρασύμαχος και χίλιοι άλλοι επαναλαμβάνοντες τα ίδια, ενώ
+κανένα ακόμη δεν ήκουσα να αναλαμβάνη, καθώς θα ήθελα, την υπεράσπισιν της
+δικαιοσύνης, διά να αποδείξη ότι είναι προτιμοτέρα της αδικίας· και θα ήθελα να την
+ήκουα να εγκωμιάζεται διά τον εαυτόν της μόνον· και να σου ειπώ, από σένα είναι που
+περιμένω ν' ακούσω αυτό το εγκώμιον· διά τούτο και εγώ θέλω να εκταθώ εις τον
+έπαινον του αδίκου βίου, διά να σου υποδείξω πώς εννοώ και εγώ να ακούσω από σένα
+την κατηγορίαν μεν της αδικίας, τον πανηγυρικόν δε της δικαιοσύνης. Από σένα τώρα
+εξαρτάται να συμμορφωθής με την επιθυμίαν μου. — Με όλην μου την ευχαρίστησιν·
+διότι διά ποιον άλλο πράγμα θα επροτιμούσε ένας άνθρωπος με νουν να ομιλή και να
+ακούη συχνότερα;</p>
+
+<p>&nbsp;— Πολύ λαμπρά λέγεις. Άκουε λοιπόν τώρα εκείνο το πρώτον που έλεγα πως
+θα ειπώ, ποία είναι η φύσις και ποία είναι η αρχή της δικαιοσύνης· το να αδική κανείς,
+λέγουν, είναι καλόν πράγμα, ενώ το να αδικήται είναι κακόν, και μάλιστα πολύ
+περισσότερον κακόν από ό,τι είναι καλόν το να αδική. Ώστε οι άνθρωποι, αφού
+εδοκίμασαν και τα δύο αδικούντες και αδικούμενοι μεταξύ των, όσοι δεν είχον την
+δύναμιν ούτε ν' αποκρούσουν τας αδικίας των άλλων, ούτε οι ίδιοι να αδικούν,
+εσκέφθησαν ότι τους είναι συμφερώτερον να συμφωνήσουν μεταξύ των μήτε να
+αδικούν μήτε να αδικούνται· και από τότε άρχισαν να βάζουν νόμους και να κάμνουν
+συμβάσεις μεταξύ των και ωνόμασαν δίκαιον και νόμιμον εκείνα που διατάσσει ο
+νόμος· και αυτό είναι η γένεσις και η ουσία της δικαιοσύνης, η οποία είναι το μέσον
+μεταξύ του καλυτέρου πράγματος, δηλαδή να αδική κανείς ατιμωρητί, και του
+χειροτέρου, δηλαδή να μην έχη κανείς την δύναμιν να εκδικήται αδικούμενος, το
+δίκαιον λοιπόν, το οποίον κείται εις το μέσον αμφοτέρων τούτων, τιμάται όχι διότι είναι
+αγαθόν καθ' εαυτό, αλλά διότι η αδυναμία πολλών να αδικούν το κάμνει να το θεωρούν
+τοιούτο· διότι ένας που ημπορεί να το κάμνη και είναι άνδρας πραγματικώς, είναι
+αδύνατον να έλθη με κανένα εις τοιούτον συμβιβασμόν, ώστε μήτε να αδική μήτε να
+αδικήται· διότι θα ήτο τρέλλα αυτό εκ μέρους του. Αυτή λοιπόν είναι, Σωκράτη, η φύσις
+της δικαιοσύνης, και αυτά είναι τα στοιχεία από τα οποία, καθώς είπαμεν,
+προήλθεν.</p>
+
+<p>Και διά να εννοήσωμεν ακόμη καλύτερα, ότι και όσοι εξασκούν την δικαιοσύνην από
+αδυναμίαν των, επειδή δεν είναι ικανοί να αδικούν, το κάμνουν όχι με ευχαρίστησίν
+των, ας κάμωμεν την εξής υπόθεσιν: δίδομεν και εις τους δύο, και εις τον δίκαιον και εις
+τον άδικον, εξουσίαν να κάμουν ό,τι θέλουν, και ημείς τους παρακολουθούμεν διά να
+ίδωμεν πού θα οδηγήση τον καθένα η επιθυμία του· είναι αδύνατον να μη συλλάβωμεν
+επ' αυτοφώρω τον δίκαιον να βαδίζη επί τα ίχνη του αδίκου, απ' την φυσικήν πλεονεξίαν
+την οποίαν επιδιώκει μεν πας άνθρωπος, εξαναγκάζεται όμως διά της βίας του νόμου να
+σέβεται την ισότητα· και να είναι μάλιστα η εξουσία, που λέγω να τους δώσωμεν,
+τέτοια, όπως ήτο η δύναμις που έλαβε, λέγουν, μίαν φοράν ο Γύγης ο πρόγονος του
+Λυδού· διηγούνται δηλαδή ότι αυτός ήτο ποιμήν εις την υπηρεσίαν του τότε βασιλέως
+της Λυδίας, και ότι μίαν φοράν κατόπιν μεγάλης βροχής και σεισμού, ο οποίος
+επηκολούθησεν, ερράγισεν η γη και εσχημάτισεν ένα χάσμα εις το μέρος ακριβώς που
+έβοσκεν· αυτός από περιέργειαν κατέβηκε μέσα, όπου βλέπει, καθώς διηγούνται, και
+άλλα θαυμαστά πράγματα και ένα χάλκινον ίππον, που είχεν εις τας πλευράς του κάτι
+παραθυράκια· σκύφτει λοιπόν από αυτά και βλέπει μέσα ένα νεκρόν, καθώς εφαίνετο,
+αλλά πολύ μεγαλύτερον από τους κοινούς ανθρώπους, και ο οποίος τίποτε άλλο δεν
+εφορούσε, παρά μόνον ένα χρυσό δακτυλίδι εις το χέρι· του το παίρνει λοιπόν από το
+δάκτυλον και βγαίνει έξω. Όταν κατόπιν μετά μερικάς ημέρας συνηθροίσθησαν οι
+ποιμένες, όπως εσυνήθιζαν κάθε μήνα, διά να αναφέρουν εις τον βασιλέα διά την
+κατάστασιν των ποιμνίων, ήλθε και εκείνος με το δακτυλίδι εις το χέρι· καθώς λοιπόν
+εκάθητο με τους άλλους έτυχε να στρέψη την πέτραν του δακτυλιδιού από το μέσα
+μέρος· και αμέσως έγινεν άφαντος εις τους άλλους που ευρίσκοντο εκεί και ήρχισαν να
+ομιλούν δι' αυτόν ως να είχε φύγη και να μην ήτο εμπρός· εκείνος παρεξενεύθη και
+ψηλαφητά έστρεψε πάλιν το δακτυλίδι προς το έξω μέρος και αμέσως έγινε φανερός·
+αφού λοιπόν ενόησε τι συμβαίνει, ηθέλησε να βεβαιωθή με επανειλημμένας δοκιμάς,
+εάν έχη αυτήν την δύναμιν το δακτυλίδι, όταν το στρέψη προς τα μέσα να χάνεται από
+τα μάτια των άλλων, και όταν προς τα έξω να παρουσιάζεται πάλιν· αφού το εβεβαιώθη
+ενήργησε να σταλή και αυτός με τους άλλους ποιμένας οι οποίοι επρόκειτο να δώσουν
+τους λογαριασμούς εις τον βασιλέα· έρχεται πραγματικώς, κατορθώνει και τα ψήνει με
+την βασίλισσαν, φονεύουν οι δύο των μαζί τον βασιλέα και λαμβάνει αυτός τον
+θρόνον.</p>
+
+<p>Εάν λοιπόν υπήρχον δύο τέτοια δακτυλίδια και εφορούσε το ένα ο δίκαιος και το
+άλλο ο άδικος, κανείς δεν θα ευρίσκετο χαρακτήρος τόσον αδαμαντίνου, ώστε να
+διατηρηθή εις την δικαιοσύνην και να έχη την γενναιότητα να κρατήση το χέρι του και
+να μη εγγίση το δίκαιον του άλλου· ενώ θα είχε την εξουσίαν και από την αγοράν να
+παίρνη χωρίς φόβον ό,τι θα ήθελε και μέσα εις τα ξένα σπίτια να εισέρχεται και να κάνη
+ό,τι θέλει, και να φονεύη τον ένα, και να λυτρώνη τον άλλον από τα σίδερα και να έχη
+πραγματικώς ισόθεον δύναμιν μεταξύ των ανθρώπων· και εν γένει τίποτε διαφορετικόν
+δεν θα έκαμνεν από τον άλλον, τον άδικον, αλλά και οι δύο τον ίδιον δρόμον θα
+έπαιρναν· τίποτε λοιπόν δεν ημπορούσε να αποδείξη καλύτερα από αυτό το
+παράδειγμα, ότι κανείς δεν είναι δίκαιος με ευχαρίστησίν του, αλλά από ανάγκην,
+επειδή δεν είναι πράγμα αγαθόν καθ' εαυτό, και όπου κανείς νομίζει ότι είναι ικανός να
+αδικήση το κάμνει· διότι πας άνθρωπος πιστεύει, και δικαίως, όπως θα είπουν οι
+παραδεχόμενοι τον λόγον τούτον, ότι πολύ περισσότερον τον ωφελεί η αδικία από την
+δικαιοσύνην· και εάν κανείς, όστις θα ελάμβανε τοιαύτην εξουσίαν, δεν θα ήθελέ ποτε
+να αδικήση μηδέ να βάλη χέρι εις ξένον πράγμα, αθλιώτατος και ανοητότατος θα
+εθεωρείτο από εκείνους που έχουν κρίσιν· το πολύ, να τον επαινούν εις τα φανερά και
+να γελούν έτσι ο ένας τον άλλον, από φόβον μήπως αδικηθούν και οι ίδιοι.</p>
+
+<p>Όσον αφορά τώρα τον βίον των δύο τούτων ανθρώπων, διά τους οποίους
+ομιλούμεν, θα είμεθα εις θέσιν να εκφέρωμεν ορθήν την κρίσιν μας, εάν πάρωμεν και
+εξετάσωμεν χωριστά ένα δικαιότατον και ένα αδικώτατον· αλλέως, όχι· και πώς θα το
+κάμωμεν αυτό; ως εξής· τίποτε να μη αφαιρέσωμεν του αδίκου από την αδικίαν του,
+μήτε του δικαίου από την δικαιοσύνην του, αλλά να λάβωμεν και τον ένα και τον άλλον
+τέλειον εις το είδος του βίου που ακολουθεί· πρώτον μεν ο άδικος, όπως ένας
+τελειότατος κυβερνήτης παραδείγματος χάριν ή ένας περιφημότατος ιατρός, ο οποίος μ'
+ένα βλέμμα αντιλαμβάνεται αμέσως ποία είναι τα δυνατά και ποία είναι τα αδύνατα εις
+την τέχνην του και εκείνα μεν τα επιχειρίζεται, παραιτείται δε από τα άλλα, ακόμη δε και
+εάν υποπέση καμμίαν φοράν εις κανένα λάθος, είναι εις θέσιν να το επανορθώση —
+τοιουτοτρόπως, λέγω, και ο άδικος πρέπει με τόσην δεξιότητα να διεξάγη τας αδίκους
+επιχειρήσεις του, ώστε να είναι αδύνατον να φωραθή· και εάν αφήση να τον πιάσουν,
+δεν θα είναι πλέον ο τέλειος άδικος, που τον εδέχθημεν, αλλ' άξιος πάσης
+περιφρονήσεως· επειδή το άκρον άωτον της αδικίας είναι να θεωρήται κανείς δίκαιος
+χωρίς να είναι· ας δώσωμεν λοιπόν εις τον τελείως άδικον την τελειοτάτην αδικίαν, και
+να μην του αφαιρέσωμεν, αλλ' ας του αφήσωμεν ώστε, αν και διαπράττων τας μεγίστας
+αδικίας, να αποκτήση την μεγίστην υπόληψιν ανθρώπου δικαίου· και αν αποτύχη
+κάπου, να είναι ικανός να επανορθώση το λάθος του, να έχη δε αρκετήν ευγλωττίαν
+ώστε να πείθη περί της αθωότητός του τους δικαστάς, αν τύχη και οδηγηθή εμπρός των
+διά τα αδικήματά του· και ακόμη, αν η χρεία το καλέση, και την βίαν να ημπορέση να
+μεταχειρισθή, διότι και ο ίδιος θα έχη την τόλμην και την δύναμιν, και φίλους και
+περιουσίαν θα έχη παρασκευάση.</p>
+
+<p>Τώρα πλάγι εις αυτόν ας θέσωμεν, κατά την υπόθεσίν μας, τον άλλον τον άνθρωπον,
+τον άκακον και ειλικρινή, ο οποίος, καθώς λέγει και ο Αισχύλος, </p>
+
+<p class="poem">θέλει να είναι κι' όχι να θεωρήται ανδρείος.</p>
+
+<p>Ας του αφαιρέσωμεν λοιπόν το να θεωρήται δίκαιος· διότι, αν περνά διά τέτοιος, θα
+τον φορτώνουν κατά συνέπειαν με δώρα και με τιμάς· και δεν θα είμεθα πλέον βέβαιοι
+αν θα είναι τοιούτος διά τα δώρα και τας τιμάς, ή από αγάπην της δικαιοσύνης· ας τον
+απογυμνώσωμεν λοιπόν από όλα τα άλλα εκτός από την δικαιοσύνην και ας τον
+κάμωμεν να είναι όλως διόλου το αντίθετον από εκείνον τον πρώτον· τοιουτοτρόπως,
+χωρίς να έχη ποτέ κάμη την παραμικροτέραν αδικίαν, ας θεωρείται πως είναι ο
+χειρότερος κακούργος, διά να περάση η αρετή του από τας μεγίστας δοκιμασίας δίχως
+να την επηρεάζη η κακή ιδέα του κόσμου και όσα προέρχονται από αυτήν· και ας μην
+παρασαλεύση από τον δρόμον του αυτόν μέχρι τάφου, θεωρούμενος καθ' όλην την
+ζωήν του άδικος, ενώ αυτός ήτο δίκαιος. Κατ' αυτόν λοιπόν τον τρόπον έχοντες υπ' όψιν
+μας τα δύο αυτά πρότυπα, της τελειοτάτης δικαιοσύνης τον ένα και της τελειοτάτης
+αδικίας τον άλλον, θα κρίνωμεν τίνος ο βίος είναι ευτυχέστερος.</p>
+
+<p>&nbsp;— Πω; πω; καλέ μου Γλαύκων, με πόσον μεγάλην ακρίβειαν και τέχνην τους
+καθαρίζεις, ως να ήσαν αγάλματα, και τους δύο από το κάθε τι, διά να υποβληθούν υπό
+την κρίσιν μας!</p>
+
+<p>&nbsp;— Όσον ημπορώ καλύτερα, είπε· και αφού τους ελάβαμεν τοιούτους, δεν
+είναι καθόλου δύσκολον, φρονώ, να εκθέσωμεν την ζωήν που περιμένει τον καθένα
+τους· μόνον σε παρακαλώ, Σωκράτη, αν τα λέγω κάπως χονδρά, μην το παίρνης πως τα
+λέγω εγώ, αλλά εκείνοι που προτιμούν την αδικίαν από την δικαιοσύνην· και λοιπόν θα
+ειπούν αυτοί, ότι ο δίκαιός μας θα μαστιγωθή, θα ριφθή εις τα σίδερα, θα τυφλωθή, και
+τελευταίον, αφού υποστή όλα τα βασανιστήρια, θα ανασκολοπισθή κ' έτσι θα μάθη ότι
+δεν είναι ανάγκη να θέλη να είναι κανείς δίκαιος, αλλά να θεωρήται τοιούτος· και ο
+στίχος επομένως του Αισχύλου ορθότερον θα ήτο να εφαρμόζεται διά τον άδικον· ούτος
+τωόντι, επειδή κυνηγά ένα πράγμα, που έχει αληθινήν υπόστασιν και δεν ζη διά την
+υπόληψιν του κόσμου, θέλει όχι να θεωρήται άδικος αλλά να είναι τοιούτος, </p>
+
+<p class="poem">βαθύ καρπολογόντας μες στο νου του αυλάκι, <br />
+που μέσαθέ του οι πάνσοφες βουλές βλασταίνουν.</p>
+
+<p>Και εν πρώτοις, επειδή θα περνά διά δίκαιος, θα έχη τα ανώτατα αξιώματα της
+πολιτείας, θα παίρνη γυναίκα απ' όποιο σπίτι θέλει, θα αποκαθιστά κατ' αυτόν τον
+τρόπον και τα παιδιά του, θα γίνεται μέτοχος εις όσας επιχειρήσεις θέλει, και εις όλα
+αυτά θα βγαίνη πάντα κερδημένος, διότι βέβαια δεν θα δυσκολεύεται διόλου να
+εκμεταλλεύεται τους άλλους κατά τον αισχρότερον τρόπον και εις δικαστικούς αγώνας
+αν περιπλεχθή, είτε ιδιωτικούς είτε δημοσίους, θα τα ξεκεφαλώση μια χαρά με ζημίαν
+των αντιπάλων του και ωφέλειαν ιδικήν του· με την μεγάλην περιουσίαν που θ'
+αποκτήση αφεύκτως με την αισχροκέρδειάν του, θα είναι εις θέσιν τους φίλους του να
+ευεργετή, τους εχθρούς του να βλάπτη, μεγαλοπρεπείς θυσίας και πλούσια αφιερώματα
+να κάμνη εις τους θεούς, και να εξασφαλίζη την εύνοιαν των θεών και όσων ανθρώπων
+θέλει πολύ ασφαλέστερα και βεβαιότερα παρ' ό,τι ημπορεί να το κάμη ο δίκαιος· ώστε,
+κατά φυσικόν λόγον, και πολύ θεοφιλέστερος του ανήκει να είναι από τον δίκαιον.
+Τοιούτος λοιπόν βίος, λέγουν, έχει ετοιμασθή και εκ μέρους των θεών και εκ μέρους των
+ανθρώπων διά τον άδικον, πολύ βέβαια ευτυχέστερος από τον βίον του δικαίου.</p>
+
+<p>Αφού είπεν αυτά ο Γλαύκων, εγώ μεν κάτι είχα εις τον νουν μου να του απαντήσω·
+αλλά ο αδελφός του ο Αδείμαντος, λαβών τον λόγον, με ηρώτησε· — Νομίζεις, Σωκράτη,
+να έχη αναπτυχθή επαρκώς το θέμα; — Και διατί όχι; — Εγώ λέγω ότι παρελείφθη
+ακριβώς το ουσιωδέστερον. — Αι λοιπόν, όπως λέγει και η παροιμία, αδελφός αδελφόν
+βοηθά· ώστε και συ, αν αυτός παρέλειψε τίποτε, έλα εις βοήθειάν του· αν και αρκούν
+και όσα είπε να με θέσουν, εμένα, εκτός μάχης και να με καταστήσουν ανίκανον να
+υπερασπισθώ την δικαιοσύνην. — Άφηνέ τα αυτά, και άκουε τώρα τι θα ειπώ και εγώ·
+διότι πρέπει να εξετάσωμεν το ζήτημα και από την αντίθετον όψιν του και να
+ακούσωμεν και τα επιχειρήματα εκείνων, οι οποίοι παίρνουν το μέρος της δικαιοσύνης
+εναντίον της αδικίας, διά να καταδειχθή, σαφέστερον εκείνο το οποίον μου φαίνεται
+πως ήθελεν ο Γλαύκων.</p>
+
+<p>Συνιστούν λοιπόν γενικώς και συμβουλεύουν οι πατέρες τα τέκνα των και όλοι όσοι
+αναλαμβάνουν την φροντίδα της ανατροφής των νέων, ότι πρέπει να είναι κανείς
+δίκαιος, όχι διότι με αυτό θέλουν να επαινέσουν αυτήν την δικαιοσύνην, αλλά τας
+ωφελείας που παρέχει· ούτως ώστε, όταν κατορθώση τις να θεωρήται δίκαιος, να
+αποκτά με αυτήν την υπόληψιν αξιώματα και γάμους και όλα όσα απηρίθμησε προ
+μικρού ο Γλαύκων ότι κερδίζει ο άδικος· προχωρούν όμως και πάρα πέρα αυτοί, και
+προσθέτουν τα άφθονα αγαθά τα οποία θα έχουν, εξασφαλίζοντες την ευμένειαν των
+θεών, όπως λέγει και ο καλός μας Ησίοδος και ο Όμηρος· διότι, κατά τον πρώτον, οι θεοί
+έκαμαν τις βελανιδιές διά τους δικαίους, διά τους οποίους</p>
+
+<p class="poem">έχει η κορφή τους τον καρπό κ' έχει ο κορμός μελίσσια<br />
+και μέσα στο παχύ μαλλί πνίγουνται οι προβατίνες,</p>
+
+<p>και άλλα πολλά παρόμοια αγαθά· τα ίδια δε και ο δεύτερος· διότι λέγει διά κάποιον
+ότι</p>
+
+<p class="poem">σαν τον καλό τον βασιλιά που, σα θεός, μοιράζει<br />
+τη δικιοσύνη στους λαούς, η παχειά γη του φέρνει<br />
+σιτάρι και γεννήματα, πλήθιους καρπούς τα δέντρα, <br />
+πάντα φτουρούν οι στάνες του, ψάρια οι γιαλοί του βγάζουν.</p>
+
+<p>Ο δε Μουσαίος και ο υιός του ακόμη γενναιότερα αγαθά υπόσχονται εις τους
+δικαίους εκ μέρους των θεών· διότι αφού τους οδηγήσουν μετά θάνατον εις τον Άδην,
+τους παρακαθίζουν εις το συμπόσιον των ευσεβών, το οποίον παρασκευάζουν εκεί, και
+τους παριστάνουν να περνούν όλον τον καιρόν των πίνοντες και διασκεδάζοντες
+στεφανωμένοι, ως να ήτο η καλυτέρα αμοιβή διά την αρετήν των η αιωνία μέθη. Άλλοι
+πάλιν ποιηταί δεν περιορίζουν έως εκεί μόνον τας εκ μέρους των θεών αμοιβάς· διότι
+λέγουν ότι οι ευσεβείς και οι εύορκοι αφήνουν οπίσω των παιδιά των παιδιών των και
+γενεάς γενεών· με αυτά και άλλα τοιαύτα εγκωμιάζουν την δικαιοσύνην· τους δε
+ασεβείς πάλιν και τους αδίκους τους χώνουν εις τον Άδην μέσα εις μίαν λάσπην, ή τους
+αναγκάζουν να κουβαλλούν νερό με το κόσκινον· και όσον είναι ακόμη εις την ζωήν τους
+φορτώνουν με όλους τους εξευτελισμούς και τας περιφρονήσεις και τους υποβάλλουν
+εις όλα τα βασανιστήρια, τα οποία διεξετραγώδησεν ο Γλαύκων ότι υφίστανται εκείνοι,
+οι οποίοι ενώ είναι δίκαιοι θεωρούνται άδικοι· αυτά λέγουν διά τους αδίκους και άλλα
+δεν έχουν να προσθέσουν, αυτός δε είναι ο έπαινος και η κατηγορία του δικαίου και του
+αδίκου.</p>
+
+<p>Εκτός όμως αυτών άκουσε τώρα, Σωκράτη, και ένα άλλο είδος λόγων περί
+δικαιοσύνης και αδικίας, τους οποίους λέγουν και οι κοινοί άνθρωποι και οι ποιηταί·
+όλοι δηλαδή με ένα στόμα κηρύττουν ότι είναι μεν ωραίον πράγμα η σωφροσύνη και η
+δικαιοσύνη, δύσκολον όμως και επίπονον· ενώ η αδικία και η ακολασία είναι μεν
+ευχάριστα και δεν στοιχίζουν τίποτε να τα αποκτήση κανείς, είναι όμως επονείδιστα
+μόνον κατά την ιδέαν του κόσμου και επειδή έτσι το θέλει ο νόμος· ότι όμως είναι τα
+άδικα ωφελιμώτερα από τα δίκαια κανείς, λέγουν, δεν ημπορεί να το αρνηθή· και οι
+περισσότεροι δεν δυσκολεύονται να μακαρίζουν και να τιμούν και κατ' ιδίαν και
+δημοσία τους φαύλους εκείνους που έχουν τα πλούτη και την δύναμιν, ενώ απεναντίας
+ελεεινολογούν και περιφρονούν τους άλλους, όταν τύχη να είναι αδύνατοι και πτωχοί,
+όσον και αν παραδέχονται πως είναι καλύτεροι από τους αδίκους· αλλ' απ' όλους
+αυτούς τους λόγους οι πλέον παράξενοι είναι εκείνοι που λέγονται σχετικώς με τους
+θεούς και με την αρετήν, ότι τάχα και οι ίδιοι οι θεοί παρέχουν πολλάκις όλα τα κακά και
+τας δυστυχίας της ζωής εις τους εναρέτους ανθρώπους, ενώ εις τους κακούς
+επιφυλάττουν την εναντίαν μοίραν· αφ' ετέρου πάλιν γόητες και μάντεις, κρούοντες
+συχνάκις τας θύρας των πλουσίων, τους πείθουν ότι έχουν την δύναμιν, κατά θείαν
+παραχώρησιν, εάν υπέπεσαν εις καμμίαν αμαρτίαν ή αυτοί και οι πρόγονοί των, να την
+εξιλεώνουν με θυσίας και με διαβάσματα, με τελετάς και άλλα τοιαύτα· και αν θέλουν
+να βλάψουν κανένα εχθρόν των, δίκαιον ή άδικον αδιάφορον, με μικράν δαπάνην
+ημπορούν να το επιτύχουν, διότι αυτοί με μαγικούς εξορκισμούς και με άλλας
+μαγγανείας καταφέρνουν ώστε να τους εξυπηρετούν οι θεοί· όλων δε αυτών των λόγων
+μάρτυρας φέρουν πάλιν τους ποιητάς, διά να αποδείξουν μεν πόσον εύκολον πράγμα
+είναι η κακία, </p>
+
+<p class="poem">γιατί μπορείς με το σακκί να πάρης την κακία<br />
+εύκολα· ίσια η στράτα της, δεν καίγεται δι' αλάργου<br />
+μα μπρος στην αρετή οι θεοί έχουν ιδρώτα βάλη</p>
+
+<p>και ένα δρόμον μακρόν και ανηφορικόν· άλλοι δε φέρουν μάρτυρα τον Όμηρον, ότι
+ημπορούν οι άνθρωποι να στρέψουν με το θέλημά των τους θεούς, διότι και εκείνος
+είπεν ότι</p>
+
+<p
+class="poem">&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;
+&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;και των θεών γυρνάει η γνώμη, <br />
+κι αυτούς μπορούν με προσευχές και ευπρόσδεκτες θυσίες<br />
+με κνίσσα και με τις σπονδές οι άνθρωποι να λυγίζουν<br />
+παρακαλόντας, αν κανείς καμμιά αμαρτία κάμη.</p>
+
+<p>Ακόμη δε παρουσιάζουν ένα σωρόν βιβλία του Μουσαίου και του Ορφέως — οι
+οποίοι, λέγουν, ότι κατάγονται από τας Μούσας και από την Σελήνην — που περιέχουν
+τας ιεροτελεστίας αυτών των θυσιών, και πείθουν όχι μόνον τους ιδιώτας αλλά και
+ολοκλήρους πόλεις ακόμη ότι με θυσίας και με τερπνά παιγνίδια ημπορούν να
+επιτύχουν τον εξαγνισμόν και την άφεσιν των αμαρτημάτων όχι μόνον των ζωντανών
+αλλά και των αποθαμμένων· ονομάζουν δε <b>τελετάς</b> όλα αυτά τα μέσα με τα
+οποία μας απαλλάττουν από τα βασανιστήρια του άλλου κόσμου, που δεν θα τα
+διαφύγουν όσοι τας παραμελούν.</p>
+
+<p>Όλα λοιπόν αυτά, αγαπητέ μου Σωκράτη, τα οποία λέγονται περί της αρετής και της
+κακίας και περί της ιδέας την οποίαν έχουν δι' αυτά οι θεοί και οι άνθρωποι, ποίαν
+εντύπωσιν νομίζεις ότι θα έχουν επί της ψυχής των νέων, όσοι εκ φύσεως είναι
+πεπροικισμένοι με την ικανότητα να ημπορούν να εξάγουν συμπεράσματα εξ όσων
+ακούουν, εν σχέσει με αυτό το ζήτημα; οποίος τις πρέπει να είναι ο άνθρωπος και ποίαν
+οδόν να ακολουθήση διά να είναι ευτυχής εις την ζωήν του; Δεν είναι πιθανόν ότι θα
+ειπή προς τον εαυτόν του εκείνο που λέγει ο Πίνδαρος;</p>
+
+<p class="poem">Ποίο δρόμο νακλουθήσω<br />
+για νανεβώ στον πύργο ψηλά και πιο ψηλά;<br />
+της δικιοσύνης τον ίσιο<br />
+ή τη λοξή γυροβολιά;</p>
+
+<p>και αφού ανεβώ και κλεισθώ εκεί μέσα να διέλθω ασφαλής την ζωήν μου; διότι απ'
+όλα όσα ακούω να λέγουν, τίποτε δεν θα με ωφελήση να είμαι δίκαιος, αν δεν
+θεωρούμαι και τοιούτος, ζημίας δε μόνον και βάσανα φανερά θα έχω· επειδή λοιπόν
+αρκεί να θεωρήται μόνον κανείς δίκαιος, όπως με διαβεβαιούν οι σοφοί, και αυτό είναι
+ανώτερον από την αλήθειαν και το μόνον που δίδει εις τον άνθρωπον την ευτυχίαν,
+προς αυτό λοιπόν και εγώ θα στραφώ εξ ολοκλήρου· θα περιβληθώ λοιπόν ολόγυρα μου
+με όλα τα προσχήματα και την επίφασιν της αρετής και θα σέρνω από πίσω μου την
+πονηράν εκείνην και πανούργον αλώπεκα, που λέγει ο σοφώτατος Αρχίλοχος· θα μου
+ειπή ίσως κάποιος, ότι δεν είναι εύκολον να είναι κανείς πάντα κακός χωρίς να τον
+πάρουν είδησιν· ναι, αλλά και όλα τα μεγάλα πράγματα έχουν τας δυσκολίας των, θα
+του απαντήσωμεν· και ό,τι και αν είναι, αν θέλωμεν να ευτυχήσωμεν, ας πάρωμεν αυτόν
+τον δρόμον, του οποίου τα ίχνη τα χαράζουν αυτοί οι λόγοι που ακούομεν· άλλως τε, διά
+να μείνωμεν ασύλληπτοι, θα συγκεντρώσωμεν γύρω μας συντρόφους και συνενόχους,
+υπάρχουν δε και διδάσκαλοι να μας μάθουν πώς να εξαπατώμεν και τα πλήθη και τους
+δικαστάς με την τέχνην της ρητορικής, και τοιουτοτρόπως, άλλοτε με την απάτην, άλλοτε
+με την βίαν, θα κατορθώνωμεν να μένωμεν ατιμώρητοι διά τα αδικήματά μας· ναι, τους
+θεούς όμως δεν ημπορούμεν ούτε να τους διαφύγωμεν ούτε να τους εκβιάσωμεν· αλλ'
+αν δεν υπάρχουν θεοί, ή εάν δεν εν διαφέρωνται διόλου διά τους ανθρώπους, τι μας
+μέλει και ημάς αν μας νοιώσουν ή δεν μας νοιώσουν; εάν πάλιν υπάρχουν και
+ενδιαφέρωνται, γνωρίζομεν την ύπαρξίν των εξ ακοής και από τους λόγους των ποιητών,
+οι οποίοι μας έκαμαν και την γενεαλογίαν των· αλλ' οι ίδιοι πάλιν οι ποιηταί μας
+διδάσκουν, ότι τους θεούς ημπορούμεν να τους εξιλεώσωμεν και να εξευμενίσωμεν την
+οργήν των με θυσίας και με ευπρόσδεκτα ταξίματα και με προσευχάς· ή λοιπόν πρέπει
+να τους πιστεύσωμεν εις όλα όσα λέγουν, ή εις τίποτε από αυτά· και αν επομένως τους
+πιστεύσωμεν, ας είμεθα άδικοι· δεν έχομεν παρά να προσφέρωμεν θυσίας και εις τους
+θεούς από τους καρπούς της αδικίας μας· είναι αληθές ότι, αν είμεθα δίκαιοι, δεν
+έχομεν να φοβώμεθα τίποτε εκ μέρους των θεών, θα απαρνηθώμεν όμως συγχρόνως
+και όλα τα κέρδη που προέρχονται από την αδικίαν· ενώ, εάν είμεθα άδικοι, πρώτον δεν
+θα χάσωμεν αυτά τα κέρδη, έπειτα εξαγοράζοντες τα κρίματά μας με προσευχάς και
+θυσίας, θα την περάσωμεν ατιμώρητοι· ναι, αλλά θα πληρώσωμεν εις τον Άδην, ή ημείς
+οι ίδιοι ή τα τέκνα μας, όσας αμαρτίας εκάμαμεν εις αυτήν την ζωήν· υπάρχουν όμως
+πάλιν οι εξαγνισμοί και αι τελεταί, που έχουν μεγάλην δύναμιν διά τους θεούς του κάτω
+κόσμου, όπως το παραδέχονται και ολόκληροι πόλεις και όπως το διακηρύττουν οι
+ποιηταί, οι οποίοι είναι τέκνα και προφήται συγχρόνως των θεών. Με ποίαν λοιπόν
+λογικήν θα ημπορούσαμεν πλέον να προτιμήσωμεν την δικαιοσύνην από την μεγίστην
+αδικίαν, την οποίαν εάν περικαλύψωμεν εύμορφα με το κίβδηλον πρόσχημα της αρετής,
+όλα θα μας έρχονται κατ' ευχήν και εκ μέρους των θεών και εκ μέρους των ανθρώπων
+και εις αυτήν την ζωήν και εις την άλλην, κατά την κοινήν ομολογίαν και των πολλών και
+των σοφών;</p>
+
+<p>Από όλα λοιπόν όσα είπαμεν, πώς ημπορεί ποτε, Σωκράτη, να προτιμήση την
+δικαιοσύνην ένας άνθρωπος με ανώτερα ψυχικά και σωματικά προτερήματα, με
+καταγωγήν, με περιουσίαν, και να μην την περιγελά απεναντίας όταν ακούη να την
+εγκωμιάζουν, αφού μάλιστα, και αν ημπορή ακόμη να αποδείξη κανείς ότι όλα αυτά που
+είπαμε είναι ψεύματα, και είναι τελείως πεπεισμένος ότι η δικαιοσύνη είναι το
+καλύτερον πράγμα, πάλιν δεν ημπορεί παρά να είναι συγκαταβατικός προς τους
+αδίκους και να τους συγχωρή εν μέρει· διότι γνωρίζει ότι, εκτός ίσως εκείνων οίτινες
+προικισθέντες με εξαιρετικήν τινα και θείαν φύσιν ή γνώσιν αποτροπιάζονται την
+αδικίαν, κανείς άλλος δεν είναι δίκαιος εκουσίως, αλλά είτε από ανανδρίαν είτε από
+γηρατειά είτε από άλλην καμμίαν αδυναμίαν κατηγορεί την αδικίαν, επειδή δεν
+ημπορεί, ο ίδιος να αδικήση· και ιδού η απόδειξις· ο πρώτος από αυτούς που θα
+ελάμβανε την δύναμιν, αμέσως θα τον έβλεπες να αδική, όσον θα του επερνούσε.</p>
+
+<p>Και όλων αυτών καμμία άλλη αιτία δεν είναι, παρά εκείνη ακριβώς από την οποίαν
+ωρμήθη και η συζήτησίς μας, του Γλαύκωνος και εμού, μαζί σου· ότι δηλαδή κανείς από
+σας που παρουσιάζεσθε εξυμνηταί της δικαιοσύνης, αν αρχίσωμεν από τους
+παλαιοτάτους ήρωας, των οποίων λόγοι έχουν διασωθή εις την μνήμην των ανθρώπων,
+έως σήμερα, κανείς, λέγω, δεν κατηγόρησε την αδικίαν ούτε εγκωμίασε την δικαιοσύνην
+αλλέως πως παρά διά τας δόξας και τας τιμάς και τας αμοιβάς αυτών. Κανείς όμως έως
+τώρα δεν εξήτασε την δικαιοσύνην και την αδικίαν όπως ενυπάρχουν καθ' εαυτάς εις
+την ψυχήν των ανθρώπων και με την ιδιαιτέραν των εκείνην ουσίαν την άγνωστον και
+εις τους θεούς και εις τους ανθρώπους, και κανείς ακόμη δεν επραγματεύθη επαρκώς
+είτε διά της ποιήσεως είτε εν πεζώ λόγω, ότι η μεν δικαιοσύνη είναι το μέγιστον αγαθόν
+απ' όσα έχει μέσα της η ψυχή, η δε αδικία το μέγιστον κακόν. Διότι αν το εκάμνετε αυτό
+απ' αρχής και μας επείθετε από νεαράς ηλικίας, δεν θα ήτο ανάγκη να φυλάττη ο ένας
+τον άλλον μήπως αδικήση, αλλ' έκαστος θα ήτο φύλαξ του εαυτού του, διότι θα
+εφοβείτο να τρέφη μέσα εις την ψυχήν του το μέγιστον αυτό κακόν, την αδικίαν.</p>
+
+<p>Ταύτα και άλλα ίσως περισσότερα απ' αυτά θα είχαν να λέγουν ο Θρασύμαχος, και
+όποιος άλλος, περί της δικαιοσύνης και της αδικίας, συγχέοντες βέβαια, καθώς μου
+φαίνεται, ολίγον βεβιασμένως την φύσιν της μιας και της άλλης. Εγώ όμως, και δεν έχω
+καμμίαν ανάγκην να σου το κρύψω, δι' αυτό ακριβώς εξέτεινα τόσον πολύ τον λόγον
+μου, διότι επιθυμώ να ακούσω εσένα, πώς θα τα αντικρούσης όλα αυτά· μη περιορισθής
+λοιπόν μόνον να μας αποδείξης ότι η δικαιοσύνη είναι προτιμοτέρα της αδικίας, αλλά να
+μας εξηγήσης πώς ενεργεί καθ' εαυτήν επί της ψυχής του ανθρώπου, ώστε να είναι
+αγαθόν η μία και κακόν η άλλη· θα αφαιρέσης, εννοείται, τα φαινόμενα και το τι φρονεί
+ο ένας και ο άλλος, όπως το εσύστησε και ο Γλαύκων διότι αν δεν αφαιρέσης μεν έστω
+και τα αληθή, και δεν προσθέσης απεναντίας τα ψευδή, θα είπωμεν ότι δεν επαινείς την
+δικαιοσύνην, ούτε ότι κατηγορής την αδικίαν, αλλ' εκείνο το οποίον θεωρείται
+δικαιοσύνη και αδικία· και ότι μας επιτρέπεις επομένως να αδικούμεν, φθάνει μόνον να
+μη μας παίρνουν είδησιν και ότι εις το τέλος είσαι σύμφωνος με τον Θρασύμαχον, ότι η
+δικαιοσύνη δεν είναι αγαθόν δι' εκείνον που την έχει, αλλά είναι το συμφέρον του
+ισχυροτέρου, ενώ απεναντίας η αδικία είναι πράγμα ωφέλιμον και συμφέρον δι' εαυτήν,
+μόνον δε διά τον ασθενέστερον ασύμφορον. Αφού λοιπόν παρεδεχθής ότι η δικαιοσύνη
+είναι από τα μέγιστα αγαθά, τα οποία αξίζει να αποκτά κανείς διά τα αποτελέσματά των,
+αλλά και πολύ περισσότερον δι' αυτά τα ίδια, όπως είναι η όρασις, η ακοή, η φρόνησις,
+η υγιεία και όσα άλλα αγαθά είναι γόνιμα απ' αυτήν την φύσιν των και όχι διότι τα
+θεωρούν τοιαύτα οι άνθρωποι, εγκωμίασε λοιπόν την δικαιοσύνην διά την ωφέλειαν την
+οποίαν παρέχει αυτή καθ' εαυτήν εις τον άνθρωπον και κατηγόρησε την αδικίαν διά την
+βλάβην της. Τας δε ανταμοιβάς και τας ιδέας του κόσμου περί αυτών, άφες άλλους να
+τα επαινούν, επειδή εγώ θα ημπορούσα να ανεχθώ κάθε άλλον να εγκωμιάζη κατ' αυτόν
+τον τρόπον την δικαιοσύνην και να κατηγορή την αδικίαν από τα εξωτερικά των αυτά
+αποτελέσματα, όχι όμως και σένα — εκτός αν μου το διέτασσες — αφού εσύ επέρασες
+όλην την ζωήν αποκλειστικώς με αυτήν την μελέτην και την εξέτασιν. Ώστε, μη μας
+αποδείξης μόνον ότι η δικαιοσύνη είναι προτιμοτέρα από την αδικίαν, αλλά και πώς
+επενεργεί καθ' εαυτήν επί του ανθρώπου, ώστε να είναι αγαθόν πράγμα η μία, και
+κακόν η άλλη.</p>
+
+<p>Πάντοτε μεν είχα εξαιρετικήν συμπάθειαν εις τον Γλαύκωνα και τον Αδείμαντον διά
+τα καλά φυσικά των· τώρα όμως, που ήκουσα αυτά, κατεγοητεύθην τελείως και είπα· —
+Δεν είχε άδικον, τέκνα εκείνου του πατρός, ο ποιητής ο φίλος του Γλαύκωνος, ο οποίος
+ήρχισεν ως εξής την ελεγείαν που σας έκαμεν ότε ηνδραγαθήσατε εις την μάχην των
+Μεγάρων:</p>
+
+<p class="poem">Τέκνα του Αρίστωνος, πατρός ενδόξου θείον γένος·</p>
+
+<p>και πολύ σωστά μου φαίνεται πως το είπε· διότι θα έχετε πράγματι κάτι τι το θείον
+μέσα σας, διά να μη παραδέχεσθε ότι είναι καλύτερον πράγμα από την δικαιοσύνην η
+αδικία, ενώ έχετε την δύναμιν να αναλαμβάνετε κατ' αυτόν τον τρόπον την συνηγορίαν
+της· και αληθινά μου φαίνεται ότι δεν το παραδέχεσθε· και το συμπεραίνω από όλην την
+άλλην διαγωγήν σας, διότι από αυτούς τουλάχιστον τους λόγους που είπετε θα είναι το
+δικαίωμα να απιστώ· αλλ' όσον μάλλον το πιστεύω, τόσον και εις μεγαλυτέραν
+αμηχανίαν ευρίσκομαι, πώς να κάμω· αφ' ενός, δεν γνωρίζω τώρα πώς να αναλάβω την
+υπεράσπισιν της δικαιοσύνης και ομολογώ ότι δεν αισθάνομαι επαρκείς τας δυνάμεις
+μου προς τούτο· και απόδειξις, ότι δεν σας ικανοποίησαν εσάς τα επιχειρήματα με τα
+οποία ενόμιζα πως απέδειξα εις τον Θρασύμαχον ότι είναι καλύτερον πράγμα η
+δικαιοσύνη από την αδικίαν· αφ' ετέρου όμως, πώς να αφήσω πάλιν αβοήθητον και
+ανυπεράσπιστον την δικαιοσύνην; διότι φοβούμαι μήπως είναι και ασέβεια εκ μέρους
+μου, να τύχω εμπρός να κατηγορούν την δικαιοσύνην και να αποδειλιάσω να αναλάβω
+την υπεράσπισίν της, ενώ έχω ακόμη μέσα μου πνοήν και ημπορώ να ομιλήσω^ το
+καλύτερον λοιπόν είναι να το επιχειρήσω όπως ημπορώ.</p>
+
+<p>Και πράγματι ο Γλαύκων και οι άλλοι συνήνωσαν τας παρακλήσεις των διά να
+αναλάβω με όλην μου την δύναμιν την υπεράσπισίν της και να μη παραιτήσω την
+συζήτησιν, αλλά να διευκρινήσωμεν μαζί ποία είναι η φύσις της δικαιοσύνης και αδικίας
+και ποία είναι η αλήθεια όσον αφορά τας ωφελείας που αποδίδουν εις την μίαν και εις
+την άλλην.</p>
+
+<p>Τους είπα λοιπόν: — Μου φαίνεται ότι το ζήτημα περί ου πρόκειται δεν είναι του
+τυχόντος, αλλ' απαιτεί εξαιρετικήν οξυδέρκειαν πνεύματος, κατά την ιδέαν μου· επειδή
+λοιπόν ημείς δεν είμεθα τοιούτοι, μου φαίνεται ότι ημπορούμεν να κάμωμεν το εξής εις
+αυτήν την εξέτασιν: εάν κανείς έδιδεν εις ανθρώπους μη έχοντας πολύ ισχυράν όρασιν
+να αναγνώσουν από μακράν γράμματα πολύ μικρά, και έπειτα κάποιος από αυτούς
+ανεκάλυπτεν ότι τα ίδια γράμματα ευρίσκοντο και κάπου αλλού με μεγαλυτέρους
+χαρακτήρας, νομίζω ότι θα τους εφαίνετο εύρημα, αφού αναγνώσουν πρώτον εκείνα, να
+προσπαθήσουν τότε να αναγνώσουν και τα μικρότερα, αφού έτυχε να είναι τα ίδια. —
+Πολύ σωστά, απήντησεν ο Αδείμαντος· αλλά τι σχέσιν έχει αυτό με το ζήτημά μας; — Θα
+σου το ειπώ· δεν λέγομεν ότι υπάρχει δικαιοσύνη ενός ανθρώπου, και δικαιοσύνη
+ολοκλήρου πόλεως; — Μάλιστα. — Και μία πόλις δεν είναι μεγαλύτερον πράγμα από
+ένα άνθρωπον; — Είναι. — Ίσως λοιπόν να υπάρχη και περισσοτέρα δικαιοσύνη εις το
+μεγαλύτερον και επομένως να είναι ευκολώτερον να μελετηθή εις αυτό· εάν λοιπόν
+θέλετε, λέγω να εξετάσωμεν πρώτον εις τας πόλεις ποία είναι η φύσις της δικαιοσύνης·
+και έπειτα μεταβαίνομεν και εις ένα έκαστον άτομον, εξετάζοντες το όμοιόν πράγμα του
+μεγαλυτέρου και εις την περιοχήν του μικροτέρου. — Πολύ ορθά μου φαίνεται να το
+λέγης. — Εάν τώρα φαντασθώμεν μίαν πόλιν εν τω γίγνεσθαι, δεν θα ημπορέσωμεν να
+παρακολουθήσωμεν και την γένεσιν εν αυτή της δικαιοσύνης και της αδικίας; —
+Υποθέτω. — Και θα υπήρχε τότε ελπίς να εύρωμεν ευκολώτερον εκείνο που ζητούμεν. —
+Βεβαιότατα. — Τι λέγετε λοιπόν; δοκιμάζομεν να βγάλωμε πέρα την επιχείρησιν; διότι
+μου φαίνεται πως δεν είναι μικρόν έργον αυτό· αποφασίσατε λοιπόν. — Απεφασίσθη,
+είπεν ο Αδείμαντος, και λοιπόν, εμπρός.</p>
+
+<p>&nbsp;— Η πόλις, κατά την ιδέαν μου, εγεννήθη από την αδυναμίαν, εις την οποίαν
+ευρίσκεται ο άνθρωπος να επαρκέση μόνος του εις τας πολυειδείς αυτού ανάγκας· ή
+νομίζεις ότι άλλη υπήρξεν η αρχή της κοινωνίας; — Καμμία άλλη. — Τοιουτοτρόπως
+λοιπόν, επειδή η ανάγκη ενός πράγματος υπεχρέωνε τον ένα να καταφύγη εις την
+συνδρομήν ενός άλλου, και τον άλλον εις την βοήθειαν ενός τρίτου, αι πολλαί αύται
+ανάγκαι ήνωσαν πολλούς εις ένα κοινόν συνοικισμόν, διά να αλληλοβοηθούνται· και
+αυτόν τον συνοικισμόν τον ωνομάσαμεν πόλιν· δεν είναι έτσι; — Μάλιστα. — Ο ένας
+λοιπόν μεταδίδει εις τον άλλον, ό,τι είναι εκείνο, και παίρνει πάλιν από αυτόν άλλο
+πράγμα, επειδή βέβαια πιστεύει ότι είναι διά το καλόν του αυτό που γίνεται. —
+Εννοείται. — Ας ανιδρύσωμεν λοιπόν εξ αρχής διά της φαντασίας μας την πόλιν· θα την
+ανιδρύσουν δε, καθώς λέγομεν, αι ανάγκαι μας. — Αναμφιβόλως. — Αλλά η πρωτίστη
+και η μεγίστη ανάγκη μας είναι βέβαια η της τροφής, από την οποίαν εξαρτάται η ζωή
+μας και η ύπαρξίς μας. — Μάλιστα. — Δευτέρα η ανάγκη της κατοικίας, τρίτη της
+ενδυμασίας και τα τοιαύτα. — Πράγματι. — Ας ίδωμεν λοιπόν, πώς θα επαρκέση η πόλις
+εις την πλήρωσιν τόσων αναγκών^ δεν θα χρειασθή ένας να είναι γεωργός, άλλος
+οικοδόμος, και ένας τρίτος υφαντής; δεν θα προσθέσωμεν και ένα υποδηματοποιόν, ή
+και κάποιον άλλον ακόμη διά τας τοιαύτας ανάγκας του σώματος; — Βεβαίως.</p>
+
+<p>&nbsp;— Ώστε λοιπόν απαραιτήτως η πόλις πρέπει να αποτελεσθή από τέσσαρας ή
+πέντε ανθρώπους. — Φαίνεται. — Αλλά πώς; έκαστος εξ αυτών πρέπει να καταθέτη την
+εργασίαν του εις το μέσον προς κοινήν χρήσιν όλων; ο γεωργός παραδείγματος χάριν, να
+παρασκευάζη, ένας αυτός, την τροφήν διά τέσσαρας και να εξοδεύη τετραπλάσιον
+χρόνον και κόπον διά τους άλλους; ή αντί να φροντίζη και δι' αυτούς, να χρησιμοποιή το
+τέταρτον μόνον του χρόνου διά την παρασκευήν της ιδικής του τροφής, τα δε άλλα τρία
+τέταρτα διά να κτίση την οικίαν του, να κατασκευάση τα ενδύματά του και τα
+υποδήματά του, και τοιουτοτρόπως χωρίς να σκοτίζεται με τας υποθέσεις των άλλων να
+απασχολήται μόνος του και αποκλειστικώς με τας ιδικάς του; Και ο Αδείμαντος είπε: —
+Αλλά νομίζω ότι θα ήτο ευκολώτερον το πρώτον. — Και μα την αλήθειαν δεν θα έχης
+άδικον διότι μου έρχεται και εμένα εις τον νουν τώρα, ότι δεν είναι πάρα πολύ εκ
+φύσεως όμοιος ο ένας με τον άλλον, αλλ' ο καθείς έχει και διαφορετικήν ιδιοφυίαν δι'
+ωρισμένον έργον^ ή δεν το παραδέχεσαι και συ; — Πώς; — Και τι θα ήτο καλύτερον,
+όταν ένας άνθρωπος θα έκαμνε πολλάς εργασίας, ή όταν περιωρίζετο εις μίαν μόνην; —
+Όταν μίαν μόνην. — Αλλ' ακόμη και τούτο είναι φανερόν, ότι αν μίαν εργασίαν
+παραλείψης να την κάμης εις τον καιρόν της, πάει χαμένη. — Πραγματικώς. — Διότι
+ποτέ μία εργασία δεν ημπορεί να περιμένη την διάθεσιν και την ευκαιρίαν του εργάτου,
+αλλ' αυτός πρέπει να κυνηγά και να συμμορφώνεται με όλας τας απαιτήσεις του έργου.
+— Κατ' ανάγκην. — Εξ ου έπεται, ότι και περισσοτέρα εργασία και καλυτέρα αλλά και
+ευκολωτέρα γίνεται, όταν ένας μόνος περιορίζεται αποκλειστικώς εις ένα έργον, διά το
+οποίον έχει και ιδιοφυίαν και το κάμνει εις τον καιρόν που χρειάζεται, χωρίς από τίποτε
+άλλο να απασχολήται. — Ουδεμία αμφιβολία, δύναται να υπάρχη.</p>
+
+<p>&nbsp;— Περισσοτέρους λοιπόν πολίτας χρειαζόμεθα, Αδείμαντε, από τους
+τέσσαρας διά τας ανάγκας που ελέγαμεν^ διότι ο γεωργός δεν θα κατασκευάση βέβαια
+μόνος του το άροτρόν του, αν πρόκειται να αξίζη τίποτε, ούτε την δίκελλάν του, ουδέ τα
+άλλα γεωργικά του εργαλεία· το ίδιον και τα τόσα που χρειάζεται ο οικοδόμος, το ίδιον
+και ο υφαντής και ο υποδηματοποιός. — Βεβαίως. — Ιδού λοιπόν και ξυλουργοί και
+σιδηρουργοί και πολλοί άλλοι τοιούτοι τεχνίται, οι οποίοι κατ' ανάγκην
+προσλαμβανόμενοι εις την μικράν μας πόλιν, θα αυξήσουν τον αριθμόν των ανθρώπων
+της. — Εννοείται. — Αλλά δεν θα είναι δα και μεγάλη η αύξησις, αν επροσθέταμεν
+ακόμη και βουκόλους και ποιμένας και βοσκούς κάθε είδους, διά να έχουν και οι
+γεωργοί βώδια να αροτριούν, και οι οικοδόμοι φορτηγά ζώα προς μεταφοράν του
+υλικού, και οι υφανταί και οι υποδηματοποιοί μαλλιά και δέρματα. — Δεν θα ήτο
+βέβαια, είπεν εκείνος, μικρά πλέον η πόλις, που θα είχεν όλα αυτά.</p>
+
+<p>&nbsp;— Ναι, αλλά σκέψου, ότι θα ήτο αδύνατον σχεδόν να κτίσωμεν πόλιν εις ένα
+μέρος τοιούτον, ώστε να μη έχη ανάγκην εισαγωγής έξωθεν κανενός πράγματος. —
+Πράγματι είναι αδύνατον. — Ώστε θα χρειασθή και άλλους ακόμη, διά να κομίζουν από
+άλλα μέρη όσα της αναγκαιούν. — θα χρειασθή. — Αν όμως αυτός που πρόκειται να
+εξυπηρετήση την ανάγκην ταύτην έλθη με άδεια χέρια, χωρίς να φέρη τίποτε απ' όσα
+χριάζονται, και με άδεια χέρια θα επανέλθη εις εκείνους, από τους οποίους
+προμηθεύονται τα αναγκαιούντα· ή όχι; — Έτσι φαίνεται. — Πρέπει λοιπόν εκάστη πόλις
+να μη παρασκευάζη μόνον όσα θα επαρκούν δα τας ιδικάς της ανάγκας, αλλά και όσα
+χρειάζονται εις εκείνους, που έχει και αυτή την ανάγκην των. — Βεβαίως πρέπει. —
+Ώστε θα χρειασθούμεν επομένως διά την πόλιν μας μεγαλύτερον αριθμόν γεωργών και
+των άλλων εν γένει τεχνιτών. — Μεγαλύτερον βέβαια. — Θα χρειασθούμεν ακόμη και
+περισσοτέρους από εκείνους που θα αναλάβουν την εισαγωγήν και την εξαγωγήν κάθε
+πράγματος· και είναι αυτοί που ονομάζομεν εμπόρους· ή όχι; — θα χρειασθούμεν
+βέβαια, και από αυτούς περισσοτέρους. — Εάν δε προσέτι το εμπόριον διεξάγεται κατά
+θάλασσαν, θα χρειασθούμεν και ένα σωρόν άλλους, που να γνωρίζουν από την
+εργασίαν της θαλάσσης. — Πραγματικώς, ένα σωρόν.</p>
+
+<p>&nbsp;— Αλλά και εντός αυτής της πόλεως, πώς θα ανταλλάσσουν μεταξύ των τα
+προϊόντα της εργασίας των; το οποίον ακριβώς είναι και ο κυριώτατος λόγος διά τον
+οποίον προέβημεν εις την σύστασιν της κοινωνίας, της αποτελούσης την πόλιν. —
+Αγοράζοντες βεβαίως και πωλούντες αυτά αναμεταξύ των. — Ώστε θα χρειασθούμεν
+ακόμη και μίαν αγοράν και νόμισμα, ως σύμβολον αξίας των ανταλλασσομένων
+πραγμάτων. — Αναμφιβόλως.</p>
+
+<p>&nbsp;— Αλλ' αν ο γεωργός, ή και από τους άλλους τεχνίτας κανείς, φέρη εις την
+αγοράν τα προϊόντα της εργασίας του όχι εις τον κατάλληλον καιρόν που τα χρειάζονται
+όσοι θέλουν να τ' ανταλλάξουν με τα ιδικά των, θα διακόψη τάχα την τέχνην του και θα
+καθίση αργός εις την αγοράν; — Καθόλου, διότι υπάρχουν άλλοι οι οποίοι, βλέποντες το
+άτοπον τούτο, ανέλαβαν να εξυπηρετήσουν αυτήν την ανάγκην και αυτοί, εις τας πόλεις
+τας καλώς διωργανωμένας είναι οι ασθενέστεροι σωματικώς και ανίκανοι δι' άλλην
+εργασίαν· μένουν λοιπόν κατ' ανάγκην εις την αγοράν και από άλλους μεν αγοράζουν με
+χρήματα ό,τι έχουν προς πώλησιν, εις άλλους δε πάλιν πωλούν ό,τι τους χρειάζεται. —
+Αυτός πράγματι ο λόγος, είπα εγώ, εδημιούργησε την ανάγκην των μεταπωλητών εις τας
+πόλεις· ή μήπως δεν είναι αυτό το όνομα που δίδομεν εις εκείνους που μένουν επί
+τόπου και εξυπηρετούν την αγοροπωλησίαν, κατ' αντίθεσιν εκείνων που γυρίζουν από
+πόλιν εις πόλιν και τους ονομάζομεν εμπόρους; — Μάλιστα — Ακόμη δε υπάρχουν και
+άλλοι, μου φαίνεται, οι οποίοι δεν είναι πολύ χρήσιμοι διανοητικώς εις την κοινωνίαν,
+αλλ' οι οποίοι με το σώμα των είναι ικανοί διά τους βαρυτέρους κόπους· πωλούν λοιπόν
+εις τους άλλους, που την χρειάζονται, αυτήν την δύναμίν των και λαμβάνουν απέναντι
+μισθόν, καθώς τον λέγουν, και ονομάζονται διά τούτο μισθωτοί· ή όχι; — Βεβαιότατα. —
+Είναι λοιπόν συμπλήρωμα της πόλεως και οι μισθωτοί. — Μου φαίνεται. — Τώρα
+λοιπόν, Αδείμαντε, έλαβεν αρκετήν αύξησιν η πόλις μας, ώστε να θεωρηθή τελεία; —
+Ίσως. — Και πού τάχα να υπάρχη μέσα εις αυτήν η δικαιοσύνη και η αδικία; και με τι
+άραγε από αυτά που ανεφέραμεν να εγεννήθη μαζί; — Εγώ αλήθεια δεν το βλέπω,
+Σωκράτη, εκτός αν ίσως με καμμίαν από αυτάς τας αμοιβαίας ανάγκας που έχουν οι
+πολίται. — Πιθανόν να έχης δίκαιον^ και πρέπει να το εξετάσωμεν δίχως άλλο· και
+πρώτον ας ίδωμεν κατά ποίον τρόπον θα ζουν αυτοί που τους ελάβαμεν ως κατοίκους
+της πόλεώς μας. Τι άλλο βέβαια θα έχουν να κάμνουν παρά να φροντίζουν να έχουν την
+τροφήν των, το κρασί των, τα φορέματα, τα υποδήματα, και μίαν κατοικίαν; και το μεν
+θέρος, θα εργάζωνται σχεδόν γυμνοί και ανυπόδητοι, τον δε χειμώνα καλά φορεμένοι
+και υποδημένοι· θα τρέφωνται με άλευρα κριθής και σίτου, από τα οποία θα ζυμώνουν
+και θα πλάθουν της καρδιάς των ψωμιά και πήττες· θα τα απλώνουν εμπρός των επάνω
+εις κλαδιά και καθαρά φύλλα και ξαπλωμένοι σε στρωμένες στοίβες από σμιλακιά και
+μερσίνες, θα χορταίνουν και αυτοί και τα παιδιά των· θα πίνουν αποπάνω και το
+κρασάκι των και με στεφάνια εις την κεφαλήν θα ψάλλουν ύμνους εις τους θεούς και θα
+περνούν ευχάριστα μεταξύ των· παιδιά θα αποκτούν όσα τους επιτρέπει η περιουσία
+των, από φόβον της φτώχειας ή του πολέμου.</p>
+
+<p>&nbsp;— Ναι, αλλά μου φαίνεται, διέκοψεν ο Γλαύκων, ότι τους έκαμες να τρώγουν
+το ψωμί των δίχως προσφάγι. — Αλήθεια, είπον, ελησμόνησα ότι θα έχουν προσφάγι,
+άλας δηλαδή και ελιές και τυρί και βολβούς και λάχανα και τα άλλα αυτά που βγαίνουν
+εις τους αγρούς. Θα τους παραθέσωμεν ακόμη και τα επιδόρπιά των, σύκα και ροβίθια
+και κουκιά, και κάστανα
+(<span style='font-size: small;'><a href='#fn2' id='ref2'>2</a></span>)· να τα σιγοψήνουν
+κοντά στη φωτιά, διά να τραυούν και από καμμιά· και κατ' αυτόν τον τρόπον αφού
+περάσουν την ζωήν των, με ειρήνην και υγείαν, και αποθάνουν, φυσικά, εις βαθύ γήρας,
+θα αφήσουν κληρονομίαν εις τα τέκνα των ένα παρόμοιον βίον.</p>
+
+<p>&nbsp;— Και αν κατεσκεύαζες, Σωκράτη, μίαν πόλιν χοίρων, πώς αλλέως θα τους
+έβαζες να τρώγουν, παρά όπως είπες; — Αλλά πώς έπρεπε λοιπόν, Γλαύκων; — Όπως
+τώρα συνηθίζεται· εάν ήθελες να μη ταλαιπωρούνται, έπρεπε να τους κάμης να
+δειπνούν επάνω εις τραπέζια εξαπλωμένοι εις κλίνας, και να τους παραθέσης όσα
+προσφάγια και επιδόρπια μεταχειριζόμεθα σήμερα. — Α, καλά, ενόησα· δεν εξετάζομεν,
+φαίνεται, απλώς πώς γεννάται μία πόλις, αλλά την θέλομεν να πλέη και μέσα εις την
+καλοπέρασιν· ίσως να μην είναι άσχημα κ' έτσι· ίσως μέσα εις μίαν τοιαύτην πόλιν να
+ημπορέσωμεν να ίδωμεν πώς και πόθεν ξεφυτρώνει η δικαιοσύνη και η αδικία εις τας
+πόλεις· όπως και αν έχη το πράγμα, μου φαίνεται ότι η αληθινή πόλις είναι αυτή που
+επεριγράψαμεν πριν, διότι είναι η υγιής· αλλά αν θέλετε πάλιν να εξετάσωμεν μίαν
+πόλιν την οποίαν κατέχει ο πυρετός και η αρρώστεια, τίποτε δεν μας εμποδίζει· διότι
+πράγματι αυτός ο τρόπος της ζωής δεν είναι διά να ευχαριστή όλους, αλλά θα
+χρειασθούμεν δι' αυτούς και κλίνας και τραπέζας και άλλα έπιπλα, και ορεκτικά και
+αρώματα και θυμιάματα και γυναίκας και λιχνεύματα, παντός είδους και εν αφθονία.
+Και λοιπόν δεν θα θέσωμεν πλέον ως της πρώτης ανάγκης εκείνα που ελέγαμεν εις την
+αρχήν, αλλά θα βάλωμεν εις ενέργειαν και την ζωγραφικήν, και τον χρυσόν και τον
+ελέφαντα, και όλα τα τοιαύτα πρέπει να τα αποκτήσωμεν^ αλήθεια λέγω; — Ναι. — Δεν
+πρέπει λοιπόν συγχρόνως να κατασκευάσωμεν και μεγαλυτέραν την πόλιν; διότι εκείνη
+η πρώτη μας, η υγιής, δεν θα επαρκή πλέον, αλλά πρέπει να της δώσωμεν τώρα όγκον
+και να την γεμίσωμεν μ' ένα πλήθος ανθρώπων, οι οποίοι δεν είναι και της πρώτης
+ανάγκης εις τας πόλεις· καθώς οι διάφοροι κυνηγοί, όλοι όσοι εξασκούν τας μιμητικάς
+τέχνας είτε με χρώματα είτε με σχήματα είτε με ήχους, επίσης οι ποιηταί με όλην την
+ακολουθίαν των, ραψωδοί, υποκριταί, χορευταί, εργολάβοι, κατασκευασταί παντοειδών
+πραγμάτων και προ πάντων του γυναικείου στολισμού· ακόμη θα λάβωμεν ανάγκην και
+περισσοτέρων υπηρετών· ή δεν παραδέχεσαι ότι θα μας χρειασθούν και παιδαγωγοί,
+τροφοί, κομμώτριαι, κουρείς, μάγειροι και ζαχαροπλάσται; μέσα εις όλα θα
+χρειασθούμεν ακόμη και χοιροβοσκούς· διότι αυτό το πράγμα δεν υπήρχεν εις την
+πρώτην μας εκείνην πόλιν· ήτο τελείως αχρείαστον· αλλ' εις αυτήν τώρα πώς να τους
+παραλείψωμεν, αφού και άλλα πάμπολλα ζώα ακόμη θα χρειασθούμε, δι' όσους θα
+έχουν όρεξιν να τρώγουν; δεν είναι έτσι; — Βεβαίως. — Αλλά λοιπόν και ιατρών θα
+λάβωμεν πολύ μεγαλυτέραν ανάγκην, αφού θα διαιτώμεθα τόσον διαφορετικά από
+πριν. — Είναι αλήθεια.</p>
+
+<p>&nbsp;— Και η χώρα επομένως η οποία επήρκει έως τώρα εις την διατροφήν των
+πρώτων εκείνων κατοίκων της, θα είναι πλέον πολύ μικρά· ή όχι; — Θα είναι βέβαια. —
+Θα γίνη λοιπόν ανάγκη να καταπατήσωμεν μέρος της χώρας των γειτόνων μας, εάν
+θέλωμεν να έχωμεν επαρκή προς καλλιέργειαν και βοσκήν, και οι γείτονές μας πάλιν θα
+κάμουν το ίδιον, εάν υπερβαίνοντες και εκείνοι τα όρια του απολύτως αναγκαίου,
+ριφθούν εις την ικανοποίησιν ακορέστου πλεονεξίας. — Ανάγκη πάσα. — Κατά
+συνέπειαν θα περιέλθωμεν εις πόλεμον, Γλαύκων· ή τι άλλο; — Εις πόλεμον,
+μάλιστα.</p>
+
+<p>&nbsp;— Και ας μη κάμωμεν λόγον ακόμη διά τα καλά ή τα κακά που ημπορεί να
+προξενή ο πόλεμος, αλλά ας αρκεσθώμεν εις αυτό, ότι ευρήκαμεν την γένεσιν του
+πολέμου, εκ του οποίου προέρχονται τόσα κακά και εις το κράτος και εις τους ιδιώτας,
+όταν προέρχωνται. — Ορθότατα. — Ακόμη λοιπόν, φίλε μου, χρειάζεται να αυξήσωμεν
+την πόλιν μας όχι ολίγον, αλλά με ολόκληρον στράτευμα, το οποίον θα εξέλθη εις
+συνάντησιν του εχθρού και διά να υπερασπίση τα υπάρχοντα αγαθά και διά τα άλλα
+εκείνα που είπαμεν. — Και πώς; δεν θα είναι αυτοί οι ίδιοι ικανοί; — Όχι, εάν
+τουλάχιστον είναι ορθή η αρχή, που παρεδέχθης και συ και όλοι ημείς, όταν εχαράξαμεν
+το αρχικόν σχέδιον της πόλεως· παρεδέχθημεν δηλαδή, καθώς θα ενθυμείσαι βέβαια,
+ότι είναι αδύνατον ένας και ο αυτός να εξασκή καλώς πολλάς τέχνας. — Αλήθεια λέγεις.
+— Τι λοιπόν; η περί τον πόλεμον ενασχόλησις δεν σου φαίνεται ότι είναι έργον ειδικής
+τέχνης; — Και πάρα πολύ μάλιστα. — Ή τάχα χρειάζεται περισσοτέραν επιμέλειαν η
+υποδηματοποιία από την πολεμικήν τέχνην; — Καθόλου. — Και όμως δεν εδώσαμεν την
+άδειαν εις τον υποδηματοποιόν να αναλαμβάνη έξαφνα και την εργασίαν του γεωργού
+συγχρόνως ή του υφαντού ή του οικοδόμου, διά να εκτελήται καλώς η εργασία του
+επαγγέλματός του· επίσης και εις έκαστον των άλλων ανεθέσαμεν μίαν μόνον εργασίαν,
+διά την οποίαν έχει και φυσικήν κλίσιν, διά να την εξασκή καθ' όλην την ζωήν του και να
+την τελειοποιή, χωρίς να αναμιγνύεται εις καμμίαν άλλην και παραμελή τοιουτοτρόπως
+την ιδικήν του· και λοιπόν η ακριβής και τελεία εξάσκησις της τέχνης του πολέμου δεν
+έχει μεγίστην σπουδαιότητα; ή είναι τόσον εύκολη, ώστε να ημπορή ένας γεωργός ή
+υποδηματοποιός ή οιοσδήποτε άλλος τεχνίτης να είναι συγχρόνως και πολεμιστής; εις
+τα παιγνίδια των κύβων και των πεσσών δεν είναι δυνατόν να διακριθή κανείς, εάν δεν
+εξακολουθή να καταγίνεται και χωρίς διακοπήν από την παιδικήν του ηλικίαν· και έπειτα
+θα έφθανε να πάρη κανείς εις τας χείρας του την ασπίδα ή οτιδήποτε άλλο από τα
+πολεμικά όπλα και όργανα διά να γίνη αυθημερόν δεξιός χειριστής των όπλων, ή
+έμπειρος κάθε άλλου είδους της πολεμικής; αλλά κανένα άλλο εργαλείον δεν αρκεί να
+το πάρη κανείς εις τας χείρας του, διά να τον κάμη αμέσως τεχνίτην και δεξιόν χειριστήν
+του, ούτε θα του είναι χρήσιμον, εάν δεν μάθη κατά βάθος την χρήσιν του και καταγίνη
+με όλην του την επιμέλειαν — Αν ήτο βέβαια έτσι, θα είχαν μεγάλην αξίαν τα
+εργαλεία.</p>
+
+<p>&nbsp;— Τοιουτοτρόπως, όσον σπουδαιότερον είναι το έργον των φρουρών της
+πόλεως, τόσον είναι ανάγκη να μη περισπάται από καμμίαν άλλην ενασχόλησιν, αλλά να
+γίνεται με όλην την σπουδήν και την επιμέλειαν. — Και εγώ αυτό νομίζω. — Δεν
+χρειάζεται ακόμη και κατάλληλος φυσική προδιάθεσις δι' αυτό το επάγγελμα; — Πώς
+όχι; — Εις ημάς λοιπόν ανήκει τώρα, εάν ημπορούμεν, να εκλέξωμεν ποίαι και τι είδους
+φύσεις είναι κατάλληλοι προς φρούρησιν της πόλεως. — Πράγματι. — Μα την αλήθειαν,
+επιφορτιζόμεθα με όχι αξιοκαταφρόνητον επιχείρημα· ας μην αποδειλιάσωμεν όμως,
+και εμπρός, όσον μας το επιτρέπουν αι δυνάμεις μας. — Εμπρός λοιπόν. — Όσον αφορά
+την φρούρησιν, ευρίσκεις ότι υπάρχει διαφορά φυσικής προδιαθέσεως μεταξύ ενός
+σκύλου και ενός νέου, καλής καταγωγής και των δύο; — Τι εννοείς δηλαδή; — Θέλω να
+είπω ότι και ο ένας και ο άλλος πρέπει να έχη οξείαν την αίσθησιν προς ανακάλυψιν του
+εχθρού, ελαφρότητα προς καταδίωξίν του, και δύναμιν, διά να τον καταβάλη, όταν
+ήθελε τον προφθάση. — Πράγματι, είναι απαραίτητα όλα αυτά. — Ακόμη πρέπει να έχη
+και ανδρείαν, διά να πολεμά με γενναιότητα. — Πώς όχι; — Αλλά ημπορεί ποτε να είναι
+γενναίος ένας ίππος, ή ένας σκύλος ή και οιονδήποτε άλλο ζώον, εάν δεν είναι
+θυμοειδούς χαρακτήρος; ή δεν έχεις παρατηρήση ότι ο θυμός είναι ένα πράγμα
+ακαταδάμαστον, και το οποίον καθιστά την ψυχήν άφοβον και ανίκανον να υποχωρήση
+εμπρός εις οιονδήποτε κίνδυνον; — Μάλιστα, το έχω παρατηρήση. — Αυτά λοιπόν είναι
+προφανώς τα σωματικά προτερήματα που πρέπει να έχη ένας φρουρός της πόλεως. —
+Ναι. — Φανερόν επίσης ότι και η ψυχή του πρέπει να είναι ομοίως θυμοειδής. — Και
+αυτό. — Αλλά, Γλαύκων, με αυτόν τον κύριον χαρακτήρα που τους απεδώσαμεν, δεν θα
+είναι άγριοι και μεταξύ των και προς τους άλλους πολίτας; — Δύσκολον, μα την
+αλήθειαν, να το αρνηθή κανείς. — Και μολαταύτα πρέπει να είναι ήμεροι προς τους
+συμπολίτας των, και άγριοι μόνον απέναντι των εχθρών· ειδεμή, δεν θα είναι ανάγκη να
+περιμένουν άλλους να έλθουν να τους χαλάσουν, αλλά θα προλάβουν να το κάμουν οι
+ίδιοι αναμεταξύ των. — Αλήθεια. — Πώς να κάμωμεν λοιπόν; πού να εύρωμεν ένα
+χαρακτήρα που να είναι συγχρόνως και ήμερος και θυμοειδής, αφού αυτά είναι δύο
+πράγματα εναντία και ασυμβίβαστα; και όμως είναι αδύνατον να θεωρηθή καλός
+φρουρός εάν στερήται ή το ένα ή το άλλο από αυτά· και επειδή είναι των αδυνάτων
+αδύνατον, κατ' ανάγκην πρέπει να παραδεχθούμεν ότι είναι και αδύνατον να ευρεθή
+καλός φρουρός. — Εκεί καταντά.</p>
+
+<p>Αφού εσταμάτησα ολίγο και εσκέφθηκα μέσα μου επάνω εις αυτό που είπαμεν πριν,
+— δικαίως, είπα, φίλε μου, εσκοντάψαμεν· διότι απεμακρύνθημεν από το παράδειγμα
+που είχαμε λάβη. — Πώς αυτό; — Δεν ελάβαμεν υπ' όψιν μας, ότι υπάρχουν
+πραγματικώς τοιαύται φύσεις, που ημείς τας εφανταζόμεθα αδυνάτους, και που
+συνδυάζουν αυτάς τας δύο αντιθέτους ιδιότητας. — Και πού υπάρχουν; — Ημπορεί
+κανείς να τας συναντήση και εις άλλα ζώα, αλλά προ πάντων εις εκείνο ακριβώς προς το
+οποίον ημείς παρεβάλαμεν τον φρουρόν της πόλεως· διότι γνωρίζεις βέβαια ότι ενός
+σκύλου από ράτσα αυτό είναι το φυσικόν του, να είναι ημερώτατος με εκείνους που
+γνωρίζει και έχει συνηθίση, το εναντίον δε με όσους δεν γνωρίζει. — Το ηξεύρω. — Είναι
+λοιπόν, καθώς βλέπεις, δυνατόν και δεν ζητούμεν τίποτε αφύσικον πράγμα να είναι
+τοιούτος και ο φρουρός. — Όχι πράγματι.</p>
+
+<p>&nbsp;— Δεν σου φαίνεται όμως ότι λείπει ακόμη κάτι από τον φρουρόν μας, και
+ότι, εκτός του θυμοειδούς, πρέπει να είναι και εκ φύσεως φιλόσοφος; — Πώς δηλαδή;
+δεν σε εννοώ καλά. — Θα παρατηρήσης εις τους σκύλους και αυτό ακόμη το φυσικόν, το
+οποίον πραγματικώς αξίζει κανείς να θαυμάση. — Το ποίον; — Όταν βλέπη κανένα που
+δεν γνωρίζει, αμέσως αγριεύει, αν και δεν του έχει κάμη κανένα κακόν, ενώ απεναντίας
+όταν ιδή κανένα γνώριμον, είναι όλος χαρά και περιποίησις και χωρίς να του έχη κάμη
+ποτέ καλόν^ ή δεν εθαύμασες ποτέ αυτό το πράγμα; — Δεν έδωσα και μεγάλην
+προσοχήν αλλά πράγματι είναι όπως το λέγεις. — Και όμως είναι πολύ αξιοθαύμαστον
+αυτό το ιδίωμά του και μαρτυρεί φύσιν αληθώς φιλοσοφικήν. — Και πώς, παρακαλώ; —
+Καθ' όσον, δεν διακρίνει αλλέως ένα πρόσωπον αν είναι φίλος ή εχθρός, παρά από το
+ότι, τον ένα μεν τον γνωρίζει, τον δε άλλον όχι· πως λοιπόν να μην του αποδώσωμεν
+φιλομάθειαν, αφού ως όρον διακρίσεως του οικείου και του ξένου έχει την γνώσιν και
+την άγνοιαν; — Πραγματικώς δεν ημπορεί να είναι αλλέως. — Αλλ' όμως δεν είναι το
+ίδιον η φιλομάθεια και η φιλοσοφία; — Το ίδιον. — Λοιπόν μετά πεποιθήσεως ας
+είπωμεν και περί του ανθρώπου ότι, διά να είναι ήμερος προς τους οικείους και τους
+γνωρίμους, πρέπει να είναι εκ φύσεως φιλόσοφος και φιλομαθής. — Έστω. — Ώστε
+φιλόσοφος και θυμοειδής και ταχύς και δυνατός πρέπει να είναι εκ φύσεως, διά να
+υπάρξη καθ' όλα τέλειος ο φρουρός της πόλεως; — Χωρίς καμμίαν αμφιβολίαν.</p>
+
+<p>&nbsp;— Τοιούτος λοιπόν θα είναι ο χαρακτήρ των πολεμιστών μας· τώρα, κατά
+ποίον τρόπον θα τους αναθρέψωμεν και θα τους εκπαιδεύσωμεν: και άραγε θα
+συντείνη αυτή η εξέτασις διά να εύρωμεν εκείνο εις το οποίον αποβλέπουν όλαι μας
+αυταί αι έρευναι, πώς δηλαδή γεννάται η δικαιοσύνη και η αδικία εις τας πόλεις; διά να
+μην την παραιτήσωμεν, εάν πρόκειται να μας βοηθήση εις τούτο, ή αλλέως να την
+παρατρέξωμεν.</p>
+
+<p>Και ο αδελφός του Γλαύκωνος, — Εγώ, είπε, φρονώ, ότι και πολύ μάλιστα θα μας
+βοηθήση εις αυτό που ζητούμεν. — Ας μην την παραιτήσωμεν λοιπόν, φίλε μου
+Αδείμαντε, και αν ακόμη αυτή η εξέτασις πρόκειται να μας φέρη πολύ μακράν. —
+Βεβαίως. — Ας αρχίσωμεν λοιπόν με όλην την άνεσίν μας και υπό τύπον απλής
+συνδιαλέξεως να εκπαιδεύωμεν τους ανθρώπους μας. — Έτσι πρέπει να κάμωμεν.</p>
+
+<p>&nbsp;— Ποία λοιπόν θα είναι αύτη η ανατροφή; εγώ νομίζω ότι θα είναι δύσκολον
+να εύρωμεν άλλην καλυτέραν από αυτήν που είναι καθιερωμένη από μακρού χρόνου,
+και η οποία συνίσταται εις την γυμναστικήν διά τα σώματα και εις την μουσικήν διά την
+ψυχήν. — Πραγματικώς. — Και δεν θα αρχίσωμεν την εκπαίδευσιν από την μουσικήν
+μάλλον, παρά από την γυμναστικήν; — Πώς όχι; — Και μουσικήν όταν λέγης, δεν
+θεωρείς μέρος αυτής και τους λόγους; — Μάλιστα. — Λόγων πάλιν δεν υπάρχουν δύο
+είδη, οι αληθείς και οι ψευδείς; — Ναι. — Και με τα δύο λοιπόν αυτά είδη θα
+εκπαιδεύσωμεν τους νέους, και μάλιστα με τους ψευδείς πρώτα; — Δεν σε εννοώ τι
+θέλεις να είπης. — Δεν γνωρίζεις ότι πρώτα πρώτα διηγούμεθα εις τα παιδιά μύθους, οι
+οποίοι εν συνόλω δεν είναι τίποτε άλλο παρά ψεύδος, αν και περιέχουν και μερικάς
+αληθείας; πρώτον λοιπόν αρχίζομεν τα παιδία με μύθους, πριν να αρχίσωμεν την
+γυμναστικήν. — Είναι αλήθεια. — Δι' αυτό λοιπόν έλεγα, ότι πρωτύτερα πρέπει να
+αρχίσωμεν την μουσικήν από την γυμναστικήν. — Σωστά. — Αλλά γνωρίζεις βέβαια ότι η
+αρχή παντός έργου έχει μεγίστην σπουδαιότητα, όταν μάλιστα πρόκειται περί
+οιουδήποτε πράγματος νεαρού και τρυφερού· διότι τότε προ πάντων διαπλάσσεται και
+μορφώνεται ο τύπος, τον οποίον θα επεθύμει τις να εγχαράξη εις έκαστον. —
+Αναμφισβήτητος αλήθεια. — Θα επιτρέψωμεν λοιπόν έτσι εύκολα να ακούουν τα
+παιδιά ό,τι λάχη μύθους, που τους έκαμεν ο πρώτος τυχών, και να δέχωνται εις τας
+ψυχάς των εντυπώσεις ως επί το πολύ εναντίας προς τας ιδέας, τας οποίας νομίζομεν ότι
+πρέπει να έχουν, όταν γίνουν τέλειοι άνδρες; — Διόλου μάλιστα δεν θα το επιτρέψωμεν.
+— Πρέπει λοιπόν εν πρώτοις να επιστήσωμεν την προσοχήν μας εις τους μυθοποιούς,
+και να εγκρίνωμεν μεν ό,τι καλόν θα εύρωμεν εις αυτούς, να απορρίψωμεν δε όλα τα
+άλλα· τους δε εγκριθέντας μύθους θα υποχρεώσωμεν τας τροφούς και τας μητέρας να
+τους διηγούνται εις τα παιδιά και να διαπλάττουν με τους μύθους τας ψυχάς των με
+περισσοτέραν φροντίδα ή ίσην καταβάλλουν προς διάπλασιν των σωμάτων· εννοείται
+τους περισσοτέρους από τους μύθους που τους διηγούνται σήμερα θα τους
+αποσκορακίσωμεν. — Ποίους δηλαδή; — Από τους μεγαλυτέρους θα καταλάβωμεν και
+τους μικροτέρους· διότι κατ' ανάγκην όλοι πρέπει να είναι χυμένοι εις τον ίδιον τύπον
+επάνω και να έχουν την ιδίαν δύναμιν και οι μεγαλύτεροι και οι μικρότεροι. — Πολύ
+καλά, αλλά δεν εννοώ ούτε ποίοι είναι αυτοί οι μεγαλύτεροι που λέγεις.</p>
+
+<p>&nbsp;— Εκείνοι τους οποίους μας διηγούνται ο Ησίοδος και ο Όμηρος και οι άλλοι
+ποιηταί· διότι αυτοί συνέθετον και εξακολουθούν να συνθέτουν προς τέρψιν των
+ανθρώπων μύθους ψευδείς. — Ποίους μύθους; και τι έχεις να τους κατηγορήσης μ' αυτά
+που λέγεις; — Εκείνο που αξίζει πρώτα πρώτα και παρά κάθε άλλο να ακούση ένας, που
+δεν γνωρίζει καν να λέγη εύμορφα ψεύματα. — Τι θέλεις να ειπής; Όταν δεν απεικονίζη
+τις επιτυχώς, και όπως πραγματικώς είναι, τους θεούς και τους ήρωας, καθώς έξαφνα
+ένας ζωγράφος ο οποίος δεν αποδίδει την ομοιότητα του απεικονιζομένου προσώπου.
+— Δικαία βεβαίως θα ήτο αυτή η κατηγορία, αλλά πώς και κατά τι εφαρμόζεται εις τους
+ποιητάς; — Εν πρώτοις, δεν είναι από τα μεγαλύτερα και βαρύτερα ψεύματα που
+ημπορούν να γίνουν εκείνα που διηγείται ο Ησίοδος, ότι έκαμε τάχα ο Ουρανός, και πώς
+πάλιν τον εξεδικήθη ο Κρόνος; τα όσα δε έκαμεν ο τελευταίος ούτος προς τον υιόν του
+και όσα ακολούθως έπαθεν υπ' αυτού, και αληθινά ακόμη αν ήσαν, νομίζω ότι δεν
+έπρεπε να λέγωνται τόσον εύκολα προς νέους εστερημένους κρίσεως· εάν δε ήτο
+ανάγκη οπωσδήποτε να γίνεται λόγος περί αυτών, να τα ακούουν ολίγιστοι μόνον εν
+κρυπτώ και υπό αυστηροτάτην εχεμύθειαν, και κατόπιν θυσίας όχι πλέον χοίρου αλλά
+του πολυτιμοτάτου και σπανιωτάτου θύματος, διά να περιορίζεται εις όσον το δυνατόν
+ολιγίστους ο αριθμός των ακουόντων. — Πραγματικώς, είπεν ο Αδείμαντος, τοιαύται
+διηγήσεις είναι επικίνδυνοι.</p>
+
+<p>&nbsp;— Και δεν πρέπει να ακουσθούν ποτέ εις την ιδικήν μας πόλιν, ούτε θα
+επιτραπή να λέγεται επί παρουσία των νέων ότι, και τα μέγιστα κακουργήματα αν
+διαπράττη κανείς, και τον πατέρα του ακόμη αν υποβάλη εις τα σκληρότερα
+βασανιστήρια προς αντεκδίκησιν, δεν θα έκαμνε τίποτε το έκτακτον, αλλά πράγμα το
+οποίον έκαμαν και οι πρώτοι και μέγιστοι των θεών. — Και εγώ, μα την αλήθειαν,
+φρονώ ότι δεν θα είναι διόλου εποικοδομητικαί τοιαύται διηγήσεις διά τους νέους. —
+Και ούτε ο ελάχιστος λόγος, εννοείται, δεν θα γίνη διά τους πολέμους και τας επιβουλάς
+και τας μάχας των θεών προς αλλήλους — διότι δεν είναι και αληθή — αν τουλάχιστον
+θέλωμεν οι μέλλοντες υπερασπισταί της πόλεώς μας να αποστρέφωνται ως το
+αισχρότερον των πραγμάτων τας μεταξύ των διαφοράς και έχθρας. Κατά μείζονα λίγον,
+απαγορεύεται να διηγούμεθα και να εξιστορούμεν εις τους νέους τας γιγαντομαχίας, και
+τας άλλας παντοειδείς έχθρας των θεών και των ηρώων προς τους συγγενείς και τους
+οικείους αυτών. Αλλ' αν ο σκοπός μας είναι να τους πείσωμεν, ότι ουδέποτε υπήρξε
+διχόνοια και έχθρα μεταξύ των κατοίκων της αυτής πόλεως, και ούτε είναι όσιον να
+υπάρχη, πρέπει να αναγκάσωμεν και τους γέροντας και τας γραίας να διηγούνται
+μύθους εις τα παιδιά υπ' αυτό το πνεύμα, αναλόγους δε να συνθέτουν και οι ποιηταί. Τα
+δεσίματα δε της Ήρας από τον υιόν της και τα ριψίματα του Ηφαίστου από τον πατέρα
+του, διότι ηθέλησε να παρέμβη εις το ξυλοκόπημα της μητέρας του, και όλα τα
+μαλλώματα των θεών που διηγείται ο Όμηρος, θα είναι τελείως απαράδεκτα εις την
+πόλιν μας, ούτε αν υποκρύπτουν ούτε αν δεν υποκρύπτουν αλληγορίας αυτοί οι μύθοι·
+διότι το παιδί δεν είναι εις θέσιν να διακρίνη ποίον είναι αλληγορία και ποίον δεν είναι,
+αλλ' ό,τι εντυπωθή από αυτήν την ηλικίαν εις το πνεύμα του, δύσκολον είναι συνήθως
+να εξαλειφθή χωρίς να αφήση ίχνη· ένεκα του οποίου ίσως πρέπει να θεωρηθή μεγίστης
+σημασίας, οι πρώτοι λόγοι τους οποίους ακούει, το παιδί, να είναι όσον ημπορεί
+καταλληλότεροι διά να το οδηγούν εις την αρετήν.</p>
+
+<p>&nbsp;— Είναι λογικώτατα αυτά που λέγεις, είπεν ο Αδείμαντος· αλλ' αν κανείς μας
+ερωτούσε, οποίοι τίνες πρέπει να είναι αυτοί οι μύθοι, τι θα του απαντήσωμεν; — Δεν
+είμεθα ποιηταί, Αδείμαντε, επί του παρόντος εγώ και συ, αλλά οικισταί πόλεως· οι δε
+οικισταί χρειάζεται να γνωρίζουν μόνον τους τύπους, επάνω εις τους οποίους θα
+συνθέσουν τους μύθους των οι ποιηταί, και από τους οποίους δεν θα τους επιτρέπουν
+να απομακρύνωνται· δεν θα συνθέτουν όμως και οι ίδιοι τους μύθους. — Πολύ σωστά·
+αλλ' αυτό ακριβώς, ποίοι θα είναι οι τύποι των μύθων των σχετικών με τους θεούς; —
+Τοιούτοι επάνω-κάτω· πάντοτε πρέπει να παριστάνεται ο θεός, ακριβώς απαράλλακτα
+όπως είναι, είτε εις τα επικά ποιήματα είτε εις τας τραγωδίας. — Βέβαια πρέπει. — Αλλ'
+ο θεός δεν είναι πραγματικώς αγαθός και δεν πρέπει επομένως και να παριστάνεται
+τοιούτος; — Ποίος αμφιβάλλει; — Κάθε τι που είναι αγαθόν ημπορεί ποτε να είναι,
+βλαβερόν; — Δεν μου φαίνεται. — Και ένα πράγμα που δεν είναι βλαβερόν ημπορεί να
+προξενήση βλάβην; — Διόλου. — Επομένως κάμνει ποτέ κακόν; — Ούτε. — Ή, δύναται
+ποτε να γίνη αφορμή κακού; — Ποτέ. — Το δε αγαθόν είναι ωφέλιμον; — Ναι. —
+Επομένως δεν είναι η αφορμή ενός καλού που γίνεται; — Ναι. — Ώστε λοιπόν το αγαθόν
+δεν είναι η αφορμή όλων όσα γίνονται, αλλά μόνον των καλών, όχι δε και των κακών. —
+Βεβαιότατα. — Ούτε επομένως ο θεός, αφού είναι αγαθός, ημπορεί να είναι η αφορμή
+όλων, όπως λέγουν κοινώς· αλλ' ολίγων μεν πραγμάτων είναι αίτιος εις τους
+ανθρώπους, πολλών δε αναίτιος· διότι είναι πολύ ολιγώτερα τα καλά που έχουν οι
+άνθρωποι από τα κακά· και τα μεν καλά εις κανένα άλλον δεν ημπορούμεν να τα
+αποδώσωμεν εκτός του θεού, των κακών όμως πρέπει να αναζητήσωμεν άλλας
+αφορμάς και όχι τον θεόν. — Μου φαίνεται ότι έχεις πληρέστατον δίκαιον.</p>
+
+<p>&nbsp;— Δεν πρέπει λοιπόν να δώσωμεν πίστιν εις τον Όμηρον ούτε εις άλλον
+ποιητήν, όταν ανοήτως εκστομίζη αυτήν την βλασφημίαν περί των θεών, ότι τάχα
+υπάρχουν δύο πίθοι </p>
+
+<p class="poem">στου Δία το κατώφλι<br />
+γεμάτοι ο ένας με καλές κι ο άλλος με κακές μοίρες·</p>
+
+<p>και ότι εις όποιον ο Ζευς ανακατώση και δώση και από τους δύο,</p>
+
+<p class="poem">πότε του έρχονται δεξά και πότε ζερβά πάλι</p>
+
+<p>εις όποιον όμως δώση μόνον από τον ένα, τον δεύτερον, χωρίς να αναναιώση και
+από τον πρώτον, </p>
+
+<p class="poem">φάουσσα πείνα λυσιακή παντού στη γης τον διώχτει·</p>
+
+<p>ούτε ότι ο Ζευς είναι ο διανομεύς των καλών και των κακών εις τους
+ανθρώπους.</p>
+
+<p>Εάν δε ειπή κανείς ότι καθ' υποκίνησιν του Διός και της Αθηνάς παρεβίασε τους
+όρκους ο Πάνδαρος και έγινε αφορμή να λυθή η ανακωχή, δεν θα το παραδεχθούμεν·
+ούτε επίσης την έριδα των θεών, η οποία διελύθη διά της παρεμβάσεως της Θέμιδος και
+του Διός· ούτε πάλιν θα επιτρέψωμεν εις τους νέους να ακούουν εκείνα που λέει ο
+Αισχύλος, ότι τάχα</p>
+
+<p
+class="poem">&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;
+ο θεός αφορμή βρίσκει<br />
+σαν θέλη σύρριζα να ξεπατώση σπίτι·</p>
+
+<p>αλλ' εάν ένας ποιητής διεκτραγωδή με τους ιάμβους του τα πάθη της Νιόβης ή των
+Πελοπιδών, ή τα Τρωικά, ή άλλα παρόμοια, δεν θα τον αφήνωμεν να λέγη ότι είναι έργα
+του θεού αυτά, ή τουλάχιστον πρέπει θα ανευρεθή ο λόγος που ζητούμεν ημείς τώρα
+και να λέγωμεν, ότι δίκαια και αγαθά είναι του θεού τα έργα, και ότι τα παθήματα είναι
+προς ωφέλειαν των τιμωρουμένων· ας λέγουν, εάν θέλουν, ότι είναι άθλιοι οι κακοί
+επειδή εχρειάσθησαν τιμωρίαν, τιμωρηθέντες όμως ωφελήθησαν υπό του θεού· ότι
+όμως είναι δυστυχείς οι τιμωρούμενοι και της δυστυχίας των είναι παραίτιος ο θεός, δεν
+πρέπει να επιτρέψωμεν εις τον ποιητήν να το επαναλάβη και εν γένει να λέγουν εμπρός
+μας ότι ο θεός, όστις είναι αγαθός, ημπορεί να κάμη κακόν εις κανένα, αυτό πρέπει με
+όλας τας δυνάμεις μας να το αντικρούσωμεν, εάν πρόκειται να έχωμεν πόλιν καλώς
+διωργανωμένην και δεν θα δώσωμεν ποτέ την άδειαν, ούτε εις τους πρεσβυτέρους ούτε
+εις τους νεωτέρους, ούτε να λέγουν ούτε να ακούουν τοιούτους λόγους είτε με στίχους
+είτε και χωρίς στίχους, διότι και ανόσιοι είναι περί του θεού λεγόμενοι, εάν λέγωνται,
+και δι' ημάς επιβλαβείς, αλλά και μεταξύ των ασύμφωνοι· — Μου αρέσει αυτός ο νόμος
+και τον συνυπογράφω και εγώ. — Ο πρώτος μας λοιπόν νόμος και ο τύπος, σύμφωνα με
+τον οποίον θα ρυθμίζουν ό,τι λέγουν ή ό,τι γράφουν περί του θεού, θα είναι ο εξής: ο
+θεός δεν είναι ο αίτιος όλων των πραγμάτων, αλλά μόνον των καλών. — Και είναι
+πράγματι αναγκαιότατος. </p>
+
+<p>&nbsp;— Τώρα τι λέγεις περί αυτού του δευτέρου; πιστεύεις τάχα ότι ο θεός είναι
+κανένας μάγος, ώστε, όπως του καταβαίνη εις την φαντασίαν, να παρουσιάζεται υπό
+πολλάς και διαφόρους μορφάς, και άλλοτε μεν να γίνεται και να μεταβάλλη το είδος του
+εις πολλά σχήματα, άλλοτε δε να απατά τας αισθήσεις μας και να μας φαίνεται
+τοιούτος, ή ότι απεναντίας είναι απλούς και από όλα τα όντα ολιγώτερον υπόκειται εις
+οιανδήποτε αλλοίωσιν της μορφής του; — Δεν ημπορώ να σου απαντήσω έτσι εκ του
+προχείρου τώρα. — Τουλάχιστον αυτό; όταν ένα πράγμα υφίσταται μεταβολήν της
+φυσικής του μορφής, δεν θα προέρχεται κατ' ανάγκην η μεταβολή αύτη ή από αυτό το
+ίδιον ή από ένα άλλο; — Κατ' ανάγκην. — Τα πράγματα όμως που έχουν την αρίστην
+κατασκευήν δεν αλλοιούνται και μετατρέπονται ολιγώτερον από τας εξωτερικάς αιτίας;
+παραδείγματος χάριν, τα σώματα τα υγιέστατα και ισχυρότατα δεν αλλοιούνται
+ολιγώτερον από τας τροφάς και τα πιοτά και τους κόπους, όπως επίσης και τα φυτά από
+τους ανέμους και τους καύσωνας και τας λοιπάς ατμοσφαιρικάς επηρείας; — Πώς όχι;
+— Και η ψυχή επίσης δεν ταράσσεται και αλλοιούται τόσον ολιγώτερον από τας
+εξωτερικάς επιδράσεις, όσον γενναιοτέρα και φρονιμωτέρα είναι; — Ναι. — Αλλ' ακόμη
+και αυτά τα έργα της ανθρωπίνης χειρός, σκεύη και οικοδομήματα, κατά τον αυτόν
+λόγον, όσα μεν είναι καλώς κατεσκευασμένα και από καλά υλικά, ελάχιστα αλλοιούνται
+υπό του χρόνοι και των λοιπών περιστάσεων. — Έτσι είναι. — Ώστε και γενικώς, κάθε
+πράγμα που είναι τέλειον, είτε εκ φύσεως, είτε από τέχνην, είτε και από τα δύο μαζί,
+υπόκειται εις ελαχίστην μεταβολήν από εξωτερικάς αιτίας. — Φαίνεται. — Ο θεός όμως,
+και ό,τι ανάγεται εις την φύσιν του θεού, είναι κατά πάντα τέλειος. — Πώς όχι; — Ώστε
+λοιπόν, υπ' αυτήν την έποψιν, δεν θα ήτο διόλου δυνατόν να λαμβάνη ο θεός πολλάς
+μορφάς. — Διόλου πραγματικώς.</p>
+
+<p>&nbsp;— Αλλά μήπως τάχα θα ήτο δυνατόν να μεταβάλλη και μεταμορφώνη ο ίδιος
+τον εαυτόν του; — Φανερόν ότι μόνον κατ' αυτόν τον τρόπον θα ημπορούσε να γίνη, αν
+εγίνετο. — Και θα εγίνετο αυτή η μεταβολή εις το καλύτερον, ή εις το χειρότερον; — Κατ'
+ανάγκην εις το χειρότερον· διότι δεν δυνάμεθα να είπωμεν ότι λείπει από τον θεόν
+καμμία δυνατή ωραιότης και τελειότης. — Είναι ορθότατον αυτό που λέγεις· και τούτου
+τεθέντος, φαντάζεσαί ποτε, Αδείμαντε, ότι είναι δυνατόν ή θεός ή άνθρωπος να κάμη
+εκουσίως τον εαυτόν του χειρότερον οπωσδήποτε απ' ό,τι είναι; — Αδύνατον. —
+Αδύνατον λοιπόν είναι και να θέλη ο θεός να μεταβάλλη τον εαυτόν του· αλλ' έκαστος εξ
+αυτών, κάτοχος πάσης της δυνατής ωραιότητος και τελειότητος, διατηρεί πάντοτε και
+αμεταβλήτως την ιδίαν αυτού μορφήν. — Μου φαίνεται ότι δεν ημπορεί να είναι
+διαφορετικά.</p>
+
+<p>&nbsp;— Κανείς λοιπόν ποιητής ας μη τολμήση να μας λέγει ότι </p>
+
+<p class="poem">ξένη οι Θεοί παίρνουν μορφή, σαν τάχα εξωμερίτες<br />
+κι αλλοίωτικοι, λογής κοπής, γυρνούν τις πολιτείες·</p>
+
+<p>μήτε να ψευδολογή διά τας μεταμορφώσεις του Πρωτέως και της Θέτιδος, μήτε να
+παρουσιάζη εις τας τραγωδίας και εις άλλα ποιήματα την Ήραν υπό μορφήν ιερείας να
+μαζεύη ελέη και συνδρομάς διά τα ευτυχισμένα τέκνα του Αργείου ποταμού Ι ν ά χ ο υ,
+μήτε εν γένει να μας αραδιάζουν πολλά τοιαύτα ψευδολογήματα. Ας προσέξουν ακόμη
+και αι μητέρες να μη γίνωνται θύματα της ευπιστίας των και να εκφοβίζουν με τέτοια
+παραμύθια, τα παιδιά των, ότι τάχα πολλοί θεοί τριγυρνούν την νύκτα με διαφόρους
+ξένας μορφάς, διότι αυτά και βλασφημίαν κατά των θεών αποτελούν, κάμνουν δε και τα
+παιδιά συγχρόνως δειλότερα. — Ας απαγορεύσουν λοιπόν.</p>
+
+<p>&nbsp;— Αλλά δεν ημπορεί τάχα, αυτοί μεν οι θεοί να είναι πράγματι ανεπίδεκτοι
+μεταβολής και αλλοιώσεως, αλλά να εξαπατούν ημάς και να μαγεύουν τας αισθήσεις
+μας, ώστε να φανταζώμεθα ότι παρουσιάζονται εμπρός μας υπό πολλάς και διαφόρους
+μορφάς; — Ίσως και αυτό. — Αλλά πώς; θα ήθελέ ποτε ένας θεός να εξαπατήση ή με
+λόγον ή με έργον και να παρουσιάζη φαντάσματα αντί του εαυτού του; — Δεν γνωρίζω.
+— Δεν γνωρίζεις ότι το αληθινόν ψεύμα — εάν επιτρέπεται το οξύμωρον — το
+αποστρέφονται όλοι και θεοί και άνθρωποι; — Τι εννοείς με τούτο; — Εννοώ ότι κανείς
+δεν επιτρέπει εκουσίως να εισέρχεται το ψεύδος εις την ευγενεστέραν μερίδα του
+εαυτού του και αναφορικώς μάλιστα με τα σπουδαιότερα των πραγμάτων, αλλά παρά
+κάθε άλλο φοβείται να το έχη εκεί· — Ούτε τώρα ενόησα περισσοτέρων. — Διότι
+φαντάζεσαι ίσως ότι πρόκειται διά τίποτε μυστήρια της αποκαλύψεως· ενώ εγώ λέγω
+απλώς ότι, να εισχωρήση εις την ψυχήν το ψεύδος όσον αφορά την ουσίαν των όντων
+και να διατελή επομένως αυτή εν απάτη και αγνοία, είναι πράγμα που κανείς ποτε δεν
+θα εδέχετο· και ότι τίποτε δεν μισούν όλοι περισσότερον, παρά να έχουν ενθρονισμένον
+ένα τοιούτον ψεύδος μέσα εις τοιούτον μέρος. — Πολύ σωστά. — Τούτο λοιπόν
+ορθότατα, όπως έλεγα και πριν, θα εκαλείτο αληθινόν ψεύμα, η εν τη ψυχή άγνοια ενός
+πράγματος ηπατημένου· διότι, αυτό το οποίον λέγομεν συνήθως ψεύμα, είναι η διά
+λόγων εξωτερίκευσις του εν τη ψυχή αισθήματος, και όχι καθαρόν ψεύμα, αλλά ούτως
+ειπείν είδωλον, το οποίον γεννάται κατόπιν· ή δεν είναι έτσι; — Είναι μάλιστα. </p>
+
+<p>&nbsp;— Το αληθινόν λοιπόν και πραγματικόν ψεύμα το αποστρέφονται όχι μόνον
+οι θεοί αλλά και οι άνθρωποι. — Το πιστεύω. — Τώρα, το διά των λόγων ψεύδος πότε
+και εις ποίον είναι χρήσιμον, ώστε να μην είναι και αυτό άξιον μίσους και αποστροφής;
+μήπως τάχα προς τους εχθρούς ή και προς τους φίλους, όσοι από μανίαν ή
+παραφροσύνην είναι έτοιμοι να κάμουν κανένα κακόν, ημπορεί να είναι χρήσιμον ως
+φάρμακον προληπτικόν; ή και εις τα μυθολογήματα, διά τα οποία ωμιλούσαμεν πριν,
+επειδή δεν γνωρίζομεν πώς έχει ακριβώς η αλήθεια προκειμένου περί πραγμάτων τόσον
+παλαιών, μήπως ημπορούμεν να το χρησιμοποιήσωμεν το ψεύδος, δίδοντες εις αυτό
+όλην την επίφασιν της αληθείας; — Έτσι πράγματι θα είναι. — Αλλά διά ποίον από
+αυτούς τους λόγους θα ήτο χρήσιμον το ψεύδος εις τον θεόν; μήπως τάχα από άγνοιαν
+των παλαιών πραγμάτων θα κατέφευγεν και αυτός εις το ψεύδος, εις το οποίον θα έδιδε
+την επίφασιν της αληθείας; — Γελοίον θα ήτο να το φαντασθώμεν. — Δεν είναι λοιπόν ο
+θεός ποιητής ψευδολόγος. — Δεν μου φαίνεται. — Ή μήπως τάχα μανία ή παραφροσύνη
+φίλων θα τον ηνάγκαζε να καταφύγη εις το ψεύδος; Αλλά κανείς παράφρων ή μανιακός
+δεν ημπορεί να είναι φίλος του θεού. — Δεν υπάρχει λοιπόν κανείς λόγος διά να
+ψευσθή ποτε ο θεός. — Δεν υπάρχει. — Ώστε είναι ο θεός όλως διόλου απλούς και
+αληθινός και εις τα έργα και εις τους λόγους και ούτε ο ίδιος μεταβάλλεται ούτε τους
+άλλους εξαπατά είτε με λόγια είτε με σημεία που τάχα τους στέλλει είτε εις τον ύπνον
+είτε εις τον ξύπνον. — Και εγώ είμαι σύμφωνος όπως τα λέγεις. — Ώστε επιδοκιμάζεις
+και αυτόν τον δεύτερον τύπον, σύμφωνα με τον οποίον οφείλομεν και να ομιλούμεν και
+να γράφωμεν περί των θεών, ότι δηλαδή ούτε αυτοί είναι μάγοι ώστε να
+μεταμορφώνωνται, ούτε και ημάς εξαπατούν με ψευδείς λόγους ή πράξεις; —
+Επιδοκιμάζω — Ώστε, αν και πολλά άλλα έχομεν να επαινέσωμεν του Ομήρου, δεν θα
+επαινέσωμεν όμως και εκείνα που διηγείται περί του ονείρου, το οποίον έστειλεν ο Ζευς
+εις τον Αγαμέμνονα· ούτε του Αισχύλου, εκεί όπου λέγει η Θέτις πως ο Απόλλων της
+έψαλλεν εις τους γάμους της: </p>
+
+<p
+class="poem">&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;
+μάννα παιδιών ευτυχισμένη<br />
+που αρρώστεια δε θα δουν και χρόνια πολλά θάχουν·<br />
+η αγάπη των θεών θα μου χαρίζη πάντα<br />
+μοίρα, μούπε, χρυσή — κ' έκρουξε τον παιάνα<br />
+και γιόμισε χαρά κ' ελπίδες τη ψυχή μου·<br />
+γιατί δεν πίστευα ποτέ πως θάβγη ψέμα<br />
+από το στόμα του θεού της μαντωσύνης·<br />
+μα αυτός ο ίδιος πώψαλε, αυτός ο ίδιος<br />
+που ήτανε στο τραπέζι, αυτός που τάπε ο ίδιος, <br />
+αυτός είναι που σκότωσε το γυιό μου. . .</p>
+
+<p>Όταν κανείς μας λέγη τοιαύτα περί των θεών, θα του γυρίσωμεν την πλάτην και δεν
+θα του δώσωμεν τα ψαλτικά του· ούτε εις τους διδασκάλους θα επιτρέψωμεν να τα
+μεταχειρίζωνται διά την ανατροφήν των νέων, εάν θέλωμεν μίαν ημέραν να έχωμεν
+πολεμιστάς θεοσεβείς και ομοίους με τους θεούς — όσον τουλάχιστον είναι δυνατόν διά
+τον άνθρωπον. — Επιδοκιμάζω καθ' όλα και εγώ τους τύπους αυτούς, και τους λαμβάνω
+ως νόμους.</p>
+
+<p style="text-align: center;">* *<br />
+*</p>
+
+<p>Η Σειρά των Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων, των Εκδόσεων Φέξη, υπήρξεν ένας
+σταθμός στα ελληνικά χρονικά. Για πρώτη φορά προσφερόταν συστηματικά στο
+ελληνικό αναγνωστικό κοινό, η αρχαία ελληνική σκέψη (ιστορία, φιλοσοφία, ποίηση,
+δράμα, δικανικός και πολιτικός λόγος) σε δημιουργικές μεταφορές της, από τους
+άριστους μεταφραστές του τόπου, στην πιο σύγχρονη μορφή που πήρε εξελισσόμενο το
+γλωσσικό της όργανο. Ο Όμηρος, οι Τραγικοί κι ο Αριστοφάνης, ο Ηρόδοτος, ο
+Θουκυδίδης, ο Πλάτων, ο Ξενοφών, ο Αριστοτέλης, ο Θεόκριτος, ο Θεόφραστος, ο
+Επίκτητος, ο Πλούταρχος, ο Λουκιανός κλπ. προσφέρονται και σήμερα, στις κλασικές πια
+μεταφράσεις των Πολυλά, Ραγκαβή, Μωραϊτίδη, Κονδυλάκη, Ποριώτη, Γρυπάρη,
+Τανάγρα, Πολέμη, Καμπάνη, Καζαντζάκη, Βάρναλη, Αυγέρη, Βουτιερίδη, Ζερβού,
+Φιλαδελφέως, Τσοκόπουλου, Σίγουρου, Κ. Χρηστομάνου κλπ, σε μια σύγχρονη σειρά
+εκδόσεων βιβλίου τσέπης, πράγμα που επίσης γίνεται για πρώτη φορά, συστηματικά,
+στην Ελλάδα, </p>
+
+<p><b>Πολιτεία.</b> Το πρωτοτυπώτερον και πλαστικώτερον των πλατωνικών έργων,
+αποτελούμενον εκ 10 βιβλίων. Το πρώτον βιβλίον πραγματευόμενον περί δικαιοσύνης
+είναι αφετηρία διατυπώσεως έπειτα ιδανικού πολιτεύματος. Η οριζομένη ισότης
+δικαιωμάτων των πολιτών, η διακανόνισις ίσης εργασίας, η κατανομή των πολιτών εις
+τρεις τάξεις, η εξίσωσις ανδρών και γυναικών, η κοινογαμία και κοινοκτημοσύνη, ο
+αποκλεισμός των ποιητών, ο περιορισμός της αυξήσεως του πληθυσμού, αι
+πρωτόρρυθμοι γενικαί περί του κοινωνικού και του αστικού δικαίου αρχαί
+συνδιαζόμεναι εις οργανικόν σύστημα εις την «Πολιτείαν» του Πλάτωνος, υπήρξαν
+αφετηρίαι πλείστων φιλοσοφικών, κοινωνιολογικών και πολιτικών θεωριών. Ώστε και
+από της απόψεως ταύτης είναι εκ των σημαντικοτέρων δημιουργημάτων της
+ανθρωπίνης σκέψεως.</p>
+
+<p>Η μετάφρασις πιστή, σαφής και γλαφυρά υπό του κ. I. Ν. Γρυπάρη. Τόμος Α' 10 δρχ.,
+Τόμος Β' 10 δρχ., Τόμος Γ' 10 δρχ., Τόμος Δ' 10 δρχ.<br />
+&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;&nbsp;</p>
+<p style="text-align: center;">* *<br />
+*</p>
+<p>ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΠΩΛΗΣΙΣ</p>
+
+<p>ΛΑΔΙΑΣ ΚΑΙ Σια Ο.Ε.</p>
+
+<p>ΙΠΠΟΚΡΑΤΟΥΣ 22 ΤΗΛ. 614.686, 634.506</p>
+
+<p>ΤΙΜΑΤΑΙ<br />
+ΔΡΧ. 10</p>
+
+<hr></hr>
+
+<p id='fn1'>1) Η εορτή, περί της οποίας κάμνει λόγον ευθύς εις την αρχήν του διαλόγου
+και χάριν της οποίας κατήλθον εις τον Πειραιά, ήτο προς τιμήν της Βενδίδος, θρακικής
+Θεότητος αναλόγου προς την Αρτέμιδα των Ελλήνων.<a href='#ref1'
+title='πίσω'>&#8617;</a></p>
+
+<p id='fn2'>2) Εις το κείμενον έχει <b>«μύρτα και φηγούς»</b>.<a href='#ref2'
+title='πίσω'>&#8617;</a></p>
+
+
+
+
+
+
+
+
+
+<pre>
+
+
+
+
+
+End of the Project Gutenberg EBook of Republic, Volume 1, by Plato
+
+*** END OF THIS PROJECT GUTENBERG EBOOK REPUBLIC, VOLUME 1 ***
+
+***** This file should be named 39476-h.htm or 39476-h.zip *****
+This and all associated files of various formats will be found in:
+ http://www.gutenberg.org/3/9/4/7/39476/
+
+Produced by Sophia Canoni. Thanks to George Canonis for
+his major work in proofreading. Book provided by Iason
+Konstantinides.
+
+
+Updated editions will replace the previous one--the old editions
+will be renamed.
+
+Creating the works from public domain print editions means that no
+one owns a United States copyright in these works, so the Foundation
+(and you!) can copy and distribute it in the United States without
+permission and without paying copyright royalties. Special rules,
+set forth in the General Terms of Use part of this license, apply to
+copying and distributing Project Gutenberg-tm electronic works to
+protect the PROJECT GUTENBERG-tm concept and trademark. Project
+Gutenberg is a registered trademark, and may not be used if you
+charge for the eBooks, unless you receive specific permission. If you
+do not charge anything for copies of this eBook, complying with the
+rules is very easy. You may use this eBook for nearly any purpose
+such as creation of derivative works, reports, performances and
+research. They may be modified and printed and given away--you may do
+practically ANYTHING with public domain eBooks. Redistribution is
+subject to the trademark license, especially commercial
+redistribution.
+
+
+
+*** START: FULL LICENSE ***
+
+THE FULL PROJECT GUTENBERG LICENSE
+PLEASE READ THIS BEFORE YOU DISTRIBUTE OR USE THIS WORK
+
+To protect the Project Gutenberg-tm mission of promoting the free
+distribution of electronic works, by using or distributing this work
+(or any other work associated in any way with the phrase "Project
+Gutenberg"), you agree to comply with all the terms of the Full Project
+Gutenberg-tm License available with this file or online at
+ www.gutenberg.org/license.
+
+
+Section 1. General Terms of Use and Redistributing Project Gutenberg-tm
+electronic works
+
+1.A. By reading or using any part of this Project Gutenberg-tm
+electronic work, you indicate that you have read, understand, agree to
+and accept all the terms of this license and intellectual property
+(trademark/copyright) agreement. If you do not agree to abide by all
+the terms of this agreement, you must cease using and return or destroy
+all copies of Project Gutenberg-tm electronic works in your possession.
+If you paid a fee for obtaining a copy of or access to a Project
+Gutenberg-tm electronic work and you do not agree to be bound by the
+terms of this agreement, you may obtain a refund from the person or
+entity to whom you paid the fee as set forth in paragraph 1.E.8.
+
+1.B. "Project Gutenberg" is a registered trademark. It may only be
+used on or associated in any way with an electronic work by people who
+agree to be bound by the terms of this agreement. There are a few
+things that you can do with most Project Gutenberg-tm electronic works
+even without complying with the full terms of this agreement. See
+paragraph 1.C below. There are a lot of things you can do with Project
+Gutenberg-tm electronic works if you follow the terms of this agreement
+and help preserve free future access to Project Gutenberg-tm electronic
+works. See paragraph 1.E below.
+
+1.C. The Project Gutenberg Literary Archive Foundation ("the Foundation"
+or PGLAF), owns a compilation copyright in the collection of Project
+Gutenberg-tm electronic works. Nearly all the individual works in the
+collection are in the public domain in the United States. If an
+individual work is in the public domain in the United States and you are
+located in the United States, we do not claim a right to prevent you from
+copying, distributing, performing, displaying or creating derivative
+works based on the work as long as all references to Project Gutenberg
+are removed. Of course, we hope that you will support the Project
+Gutenberg-tm mission of promoting free access to electronic works by
+freely sharing Project Gutenberg-tm works in compliance with the terms of
+this agreement for keeping the Project Gutenberg-tm name associated with
+the work. You can easily comply with the terms of this agreement by
+keeping this work in the same format with its attached full Project
+Gutenberg-tm License when you share it without charge with others.
+
+1.D. The copyright laws of the place where you are located also govern
+what you can do with this work. Copyright laws in most countries are in
+a constant state of change. If you are outside the United States, check
+the laws of your country in addition to the terms of this agreement
+before downloading, copying, displaying, performing, distributing or
+creating derivative works based on this work or any other Project
+Gutenberg-tm work. The Foundation makes no representations concerning
+the copyright status of any work in any country outside the United
+States.
+
+1.E. Unless you have removed all references to Project Gutenberg:
+
+1.E.1. The following sentence, with active links to, or other immediate
+access to, the full Project Gutenberg-tm License must appear prominently
+whenever any copy of a Project Gutenberg-tm work (any work on which the
+phrase "Project Gutenberg" appears, or with which the phrase "Project
+Gutenberg" is associated) is accessed, displayed, performed, viewed,
+copied or distributed:
+
+This eBook is for the use of anyone anywhere at no cost and with
+almost no restrictions whatsoever. You may copy it, give it away or
+re-use it under the terms of the Project Gutenberg License included
+with this eBook or online at www.gutenberg.org
+
+1.E.2. If an individual Project Gutenberg-tm electronic work is derived
+from the public domain (does not contain a notice indicating that it is
+posted with permission of the copyright holder), the work can be copied
+and distributed to anyone in the United States without paying any fees
+or charges. If you are redistributing or providing access to a work
+with the phrase "Project Gutenberg" associated with or appearing on the
+work, you must comply either with the requirements of paragraphs 1.E.1
+through 1.E.7 or obtain permission for the use of the work and the
+Project Gutenberg-tm trademark as set forth in paragraphs 1.E.8 or
+1.E.9.
+
+1.E.3. If an individual Project Gutenberg-tm electronic work is posted
+with the permission of the copyright holder, your use and distribution
+must comply with both paragraphs 1.E.1 through 1.E.7 and any additional
+terms imposed by the copyright holder. Additional terms will be linked
+to the Project Gutenberg-tm License for all works posted with the
+permission of the copyright holder found at the beginning of this work.
+
+1.E.4. Do not unlink or detach or remove the full Project Gutenberg-tm
+License terms from this work, or any files containing a part of this
+work or any other work associated with Project Gutenberg-tm.
+
+1.E.5. Do not copy, display, perform, distribute or redistribute this
+electronic work, or any part of this electronic work, without
+prominently displaying the sentence set forth in paragraph 1.E.1 with
+active links or immediate access to the full terms of the Project
+Gutenberg-tm License.
+
+1.E.6. You may convert to and distribute this work in any binary,
+compressed, marked up, nonproprietary or proprietary form, including any
+word processing or hypertext form. However, if you provide access to or
+distribute copies of a Project Gutenberg-tm work in a format other than
+"Plain Vanilla ASCII" or other format used in the official version
+posted on the official Project Gutenberg-tm web site (www.gutenberg.org),
+you must, at no additional cost, fee or expense to the user, provide a
+copy, a means of exporting a copy, or a means of obtaining a copy upon
+request, of the work in its original "Plain Vanilla ASCII" or other
+form. Any alternate format must include the full Project Gutenberg-tm
+License as specified in paragraph 1.E.1.
+
+1.E.7. Do not charge a fee for access to, viewing, displaying,
+performing, copying or distributing any Project Gutenberg-tm works
+unless you comply with paragraph 1.E.8 or 1.E.9.
+
+1.E.8. You may charge a reasonable fee for copies of or providing
+access to or distributing Project Gutenberg-tm electronic works provided
+that
+
+- You pay a royalty fee of 20% of the gross profits you derive from
+ the use of Project Gutenberg-tm works calculated using the method
+ you already use to calculate your applicable taxes. The fee is
+ owed to the owner of the Project Gutenberg-tm trademark, but he
+ has agreed to donate royalties under this paragraph to the
+ Project Gutenberg Literary Archive Foundation. Royalty payments
+ must be paid within 60 days following each date on which you
+ prepare (or are legally required to prepare) your periodic tax
+ returns. Royalty payments should be clearly marked as such and
+ sent to the Project Gutenberg Literary Archive Foundation at the
+ address specified in Section 4, "Information about donations to
+ the Project Gutenberg Literary Archive Foundation."
+
+- You provide a full refund of any money paid by a user who notifies
+ you in writing (or by e-mail) within 30 days of receipt that s/he
+ does not agree to the terms of the full Project Gutenberg-tm
+ License. You must require such a user to return or
+ destroy all copies of the works possessed in a physical medium
+ and discontinue all use of and all access to other copies of
+ Project Gutenberg-tm works.
+
+- You provide, in accordance with paragraph 1.F.3, a full refund of any
+ money paid for a work or a replacement copy, if a defect in the
+ electronic work is discovered and reported to you within 90 days
+ of receipt of the work.
+
+- You comply with all other terms of this agreement for free
+ distribution of Project Gutenberg-tm works.
+
+1.E.9. If you wish to charge a fee or distribute a Project Gutenberg-tm
+electronic work or group of works on different terms than are set
+forth in this agreement, you must obtain permission in writing from
+both the Project Gutenberg Literary Archive Foundation and Michael
+Hart, the owner of the Project Gutenberg-tm trademark. Contact the
+Foundation as set forth in Section 3 below.
+
+1.F.
+
+1.F.1. Project Gutenberg volunteers and employees expend considerable
+effort to identify, do copyright research on, transcribe and proofread
+public domain works in creating the Project Gutenberg-tm
+collection. Despite these efforts, Project Gutenberg-tm electronic
+works, and the medium on which they may be stored, may contain
+"Defects," such as, but not limited to, incomplete, inaccurate or
+corrupt data, transcription errors, a copyright or other intellectual
+property infringement, a defective or damaged disk or other medium, a
+computer virus, or computer codes that damage or cannot be read by
+your equipment.
+
+1.F.2. LIMITED WARRANTY, DISCLAIMER OF DAMAGES - Except for the "Right
+of Replacement or Refund" described in paragraph 1.F.3, the Project
+Gutenberg Literary Archive Foundation, the owner of the Project
+Gutenberg-tm trademark, and any other party distributing a Project
+Gutenberg-tm electronic work under this agreement, disclaim all
+liability to you for damages, costs and expenses, including legal
+fees. YOU AGREE THAT YOU HAVE NO REMEDIES FOR NEGLIGENCE, STRICT
+LIABILITY, BREACH OF WARRANTY OR BREACH OF CONTRACT EXCEPT THOSE
+PROVIDED IN PARAGRAPH 1.F.3. YOU AGREE THAT THE FOUNDATION, THE
+TRADEMARK OWNER, AND ANY DISTRIBUTOR UNDER THIS AGREEMENT WILL NOT BE
+LIABLE TO YOU FOR ACTUAL, DIRECT, INDIRECT, CONSEQUENTIAL, PUNITIVE OR
+INCIDENTAL DAMAGES EVEN IF YOU GIVE NOTICE OF THE POSSIBILITY OF SUCH
+DAMAGE.
+
+1.F.3. LIMITED RIGHT OF REPLACEMENT OR REFUND - If you discover a
+defect in this electronic work within 90 days of receiving it, you can
+receive a refund of the money (if any) you paid for it by sending a
+written explanation to the person you received the work from. If you
+received the work on a physical medium, you must return the medium with
+your written explanation. The person or entity that provided you with
+the defective work may elect to provide a replacement copy in lieu of a
+refund. If you received the work electronically, the person or entity
+providing it to you may choose to give you a second opportunity to
+receive the work electronically in lieu of a refund. If the second copy
+is also defective, you may demand a refund in writing without further
+opportunities to fix the problem.
+
+1.F.4. Except for the limited right of replacement or refund set forth
+in paragraph 1.F.3, this work is provided to you 'AS-IS', WITH NO OTHER
+WARRANTIES OF ANY KIND, EXPRESS OR IMPLIED, INCLUDING BUT NOT LIMITED TO
+WARRANTIES OF MERCHANTABILITY OR FITNESS FOR ANY PURPOSE.
+
+1.F.5. Some states do not allow disclaimers of certain implied
+warranties or the exclusion or limitation of certain types of damages.
+If any disclaimer or limitation set forth in this agreement violates the
+law of the state applicable to this agreement, the agreement shall be
+interpreted to make the maximum disclaimer or limitation permitted by
+the applicable state law. The invalidity or unenforceability of any
+provision of this agreement shall not void the remaining provisions.
+
+1.F.6. INDEMNITY - You agree to indemnify and hold the Foundation, the
+trademark owner, any agent or employee of the Foundation, anyone
+providing copies of Project Gutenberg-tm electronic works in accordance
+with this agreement, and any volunteers associated with the production,
+promotion and distribution of Project Gutenberg-tm electronic works,
+harmless from all liability, costs and expenses, including legal fees,
+that arise directly or indirectly from any of the following which you do
+or cause to occur: (a) distribution of this or any Project Gutenberg-tm
+work, (b) alteration, modification, or additions or deletions to any
+Project Gutenberg-tm work, and (c) any Defect you cause.
+
+
+Section 2. Information about the Mission of Project Gutenberg-tm
+
+Project Gutenberg-tm is synonymous with the free distribution of
+electronic works in formats readable by the widest variety of computers
+including obsolete, old, middle-aged and new computers. It exists
+because of the efforts of hundreds of volunteers and donations from
+people in all walks of life.
+
+Volunteers and financial support to provide volunteers with the
+assistance they need are critical to reaching Project Gutenberg-tm's
+goals and ensuring that the Project Gutenberg-tm collection will
+remain freely available for generations to come. In 2001, the Project
+Gutenberg Literary Archive Foundation was created to provide a secure
+and permanent future for Project Gutenberg-tm and future generations.
+To learn more about the Project Gutenberg Literary Archive Foundation
+and how your efforts and donations can help, see Sections 3 and 4
+and the Foundation information page at www.gutenberg.org
+
+
+Section 3. Information about the Project Gutenberg Literary Archive
+Foundation
+
+The Project Gutenberg Literary Archive Foundation is a non profit
+501(c)(3) educational corporation organized under the laws of the
+state of Mississippi and granted tax exempt status by the Internal
+Revenue Service. The Foundation's EIN or federal tax identification
+number is 64-6221541. Contributions to the Project Gutenberg
+Literary Archive Foundation are tax deductible to the full extent
+permitted by U.S. federal laws and your state's laws.
+
+The Foundation's principal office is located at 4557 Melan Dr. S.
+Fairbanks, AK, 99712., but its volunteers and employees are scattered
+throughout numerous locations. Its business office is located at 809
+North 1500 West, Salt Lake City, UT 84116, (801) 596-1887. Email
+contact links and up to date contact information can be found at the
+Foundation's web site and official page at www.gutenberg.org/contact
+
+For additional contact information:
+ Dr. Gregory B. Newby
+ Chief Executive and Director
+ gbnewby@pglaf.org
+
+Section 4. Information about Donations to the Project Gutenberg
+Literary Archive Foundation
+
+Project Gutenberg-tm depends upon and cannot survive without wide
+spread public support and donations to carry out its mission of
+increasing the number of public domain and licensed works that can be
+freely distributed in machine readable form accessible by the widest
+array of equipment including outdated equipment. Many small donations
+($1 to $5,000) are particularly important to maintaining tax exempt
+status with the IRS.
+
+The Foundation is committed to complying with the laws regulating
+charities and charitable donations in all 50 states of the United
+States. Compliance requirements are not uniform and it takes a
+considerable effort, much paperwork and many fees to meet and keep up
+with these requirements. We do not solicit donations in locations
+where we have not received written confirmation of compliance. To
+SEND DONATIONS or determine the status of compliance for any
+particular state visit www.gutenberg.org/donate
+
+While we cannot and do not solicit contributions from states where we
+have not met the solicitation requirements, we know of no prohibition
+against accepting unsolicited donations from donors in such states who
+approach us with offers to donate.
+
+International donations are gratefully accepted, but we cannot make
+any statements concerning tax treatment of donations received from
+outside the United States. U.S. laws alone swamp our small staff.
+
+Please check the Project Gutenberg Web pages for current donation
+methods and addresses. Donations are accepted in a number of other
+ways including checks, online payments and credit card donations.
+To donate, please visit: www.gutenberg.org/donate
+
+
+Section 5. General Information About Project Gutenberg-tm electronic
+works.
+
+Professor Michael S. Hart was the originator of the Project Gutenberg-tm
+concept of a library of electronic works that could be freely shared
+with anyone. For forty years, he produced and distributed Project
+Gutenberg-tm eBooks with only a loose network of volunteer support.
+
+Project Gutenberg-tm eBooks are often created from several printed
+editions, all of which are confirmed as Public Domain in the U.S.
+unless a copyright notice is included. Thus, we do not necessarily
+keep eBooks in compliance with any particular paper edition.
+
+Most people start at our Web site which has the main PG search facility:
+
+ www.gutenberg.org
+
+This Web site includes information about Project Gutenberg-tm,
+including how to make donations to the Project Gutenberg Literary
+Archive Foundation, how to help produce our new eBooks, and how to
+subscribe to our email newsletter to hear about new eBooks.
+
+
+</pre>
+
+</body>
+</html>
+
+
+
diff --git a/39476-h/images/cover.jpg b/39476-h/images/cover.jpg
new file mode 100644
index 0000000..e563cf3
--- /dev/null
+++ b/39476-h/images/cover.jpg
Binary files differ
diff --git a/LICENSE.txt b/LICENSE.txt
new file mode 100644
index 0000000..6312041
--- /dev/null
+++ b/LICENSE.txt
@@ -0,0 +1,11 @@
+This eBook, including all associated images, markup, improvements,
+metadata, and any other content or labor, has been confirmed to be
+in the PUBLIC DOMAIN IN THE UNITED STATES.
+
+Procedures for determining public domain status are described in
+the "Copyright How-To" at https://www.gutenberg.org.
+
+No investigation has been made concerning possible copyrights in
+jurisdictions other than the United States. Anyone seeking to utilize
+this eBook outside of the United States should confirm copyright
+status under the laws that apply to them.
diff --git a/README.md b/README.md
new file mode 100644
index 0000000..ab5ecf3
--- /dev/null
+++ b/README.md
@@ -0,0 +1,2 @@
+Project Gutenberg (https://www.gutenberg.org) public repository for
+eBook #39476 (https://www.gutenberg.org/ebooks/39476)