diff options
| author | Roger Frank <rfrank@pglaf.org> | 2025-10-14 20:13:00 -0700 |
|---|---|---|
| committer | Roger Frank <rfrank@pglaf.org> | 2025-10-14 20:13:00 -0700 |
| commit | 69b74abe48018af5d636e6aeda95381da5e982c2 (patch) | |
| tree | b4d13d3ced022a41562ca7d1d365f19162a36c38 | |
| -rw-r--r-- | .gitattributes | 3 | ||||
| -rw-r--r-- | 39536-0.txt | 2899 | ||||
| -rw-r--r-- | 39536-0.zip | bin | 0 -> 47480 bytes | |||
| -rw-r--r-- | 39536-h.zip | bin | 0 -> 196736 bytes | |||
| -rw-r--r-- | 39536-h/39536-h.htm | 2910 | ||||
| -rw-r--r-- | 39536-h/images/cover.jpg | bin | 0 -> 148259 bytes | |||
| -rw-r--r-- | LICENSE.txt | 11 | ||||
| -rw-r--r-- | README.md | 2 |
8 files changed, 5825 insertions, 0 deletions
diff --git a/.gitattributes b/.gitattributes new file mode 100644 index 0000000..6833f05 --- /dev/null +++ b/.gitattributes @@ -0,0 +1,3 @@ +* text=auto +*.txt text +*.md text diff --git a/39536-0.txt b/39536-0.txt new file mode 100644 index 0000000..437837b --- /dev/null +++ b/39536-0.txt @@ -0,0 +1,2899 @@ +The Project Gutenberg EBook of Agamemnon, by Aeschylous + +This eBook is for the use of anyone anywhere at no cost and with +almost no restrictions whatsoever. You may copy it, give it away or +re-use it under the terms of the Project Gutenberg License included +with this eBook or online at www.gutenberg.org + + +Title: Agamemnon + +Author: Aeschylous + +Translator: Ioannis Gryparis + +Release Date: April 25, 2012 [EBook #39536] + +Language: Greek + +Character set encoding: UTF-8 + +*** START OF THIS PROJECT GUTENBERG EBOOK AGAMEMNON *** + + + + +Produced by Sophia Canoni. Book provided by Iason Konstantinides + + + + +Note: The tonic system has been changed from polytonic to +monotonic. The spelling of the book has not been changed +otherwise. The translator has chosen not to assume the ancient +text that is missing, but to denote the gap by . . . . or * * * + +Σημείωση: Το τονικό σύστημα έχει αλλάξει από πολυτονικό σε +μονοτονικό. Η ορθογραφία του βιβλίου κατά τα άλλα παραμένει ως +έχει. Ο μεταφραστής έχει επιλέξει να μην υποθέσει τα λόγια για +μέρη του αρχαίου κειμένου που λείπουν, αλλά να υποδείξει την +έλλειψη με . . . . ή * * * + +ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ +ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ + + + +ΑΙΣΧΥΛΟΥ + + + +ΟΡΕΣΤΕΙΑ + + + +ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ + + + + +ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ +Ι.Ν. ΓΡΥΠΑΡΗ + + + + +ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΦΕΞΗ + +ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ +ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ + +ΑΙΣΧΥΛΟΥ + +ΟΡΕΣΤΕΙΑ + +ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ + +ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ +I. Ν. ΓΡΥΠΑΡΗ + +ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ +ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΦΕΞΗ +1911 + + + +ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ + + + +Φυσικώ τω λόγω η δολοφονία του Αγαμέμνονος υπό της συζύγου του +Κλυταιμνήστρας και του εραστού της Αιγίσθου ώφειλε ναποτελέση +το πρώτον δράμα της τριλογίας. Η Κλυταιμνήστρα με φοβεράν +ψυχραιμίαν και αγρίαν χαράν καυχάται διά την πράξιν της, την +οποίαν θεωρεί ως δικαιοτάτην εκδίκησιν διά την θυσίαν της κόρης +της Ιφιγενείας και διά τας συζυγικάς απιστίας του Αγαμέμνονος, +όστις δεν ώκνησε να παρουσιασθή επισήμως, κατά την επιστροφήν +του, μετά της παλλακής του Κασσάνδρας. Ο Χορός, όστις κατά την +απουσίαν του βασιλέως απετέλει το συμβούλιον του κράτους +(δώδεκα γέροντες) εκφράζει μεν απ' αρχής την ανησυχίαν του διά +την τελικήν έκβασιν της Τρωικής εκστρατείας, φοβείται την τύχην +του Αγαμέμνονος, επί του οποίου βλέπει επικρεμάμενον τον φθόνον +των θεών διά την αχαλίνωτον φιλοδοξίαν του και την υπεράνθρωπον +ευτυχίαν του, δεν απατάται όμως ως προς τα αληθή ελατήρια της +δολοφονίας, όταν εις το τέλος του δράματος παρουσιάζεται επί +της σκηνής γαυριών και κομπάζων ο εραστής Αίγισθος. Η σκηνή +τέλος, κατά την οποίαν η Κασσάνδρα, μένουσα μόνη μετά του Χορού +προ των ανακτόρων, καταλαμβάνεται υπό του προφητικού οίστρου +και αποκαλύπτει εις τον Χορόν το εκτελούμενον έγκλημα και +θρηνολογεί συγχρόνως την ιδίαν της τύχην, αποτελεί μίαν από τας +τραγικωτέρας και μεγαλοπρεπεστέρας σκηνάς του παγκοσμίου +θεάτρου. + +Εννοείται ότι αι λοιπαί μεταβολαί, τας οποίας επέφερεν ο +ποιητής εις τον μύθον, δεν υπηγορεύθησαν υπό πολιτικών λόγων· +κατ' ανάγκην έμελλον να προέλθωσιν εκ της συγκρούσεως της +παλαιάς δωρικής παραδόσεως προς το αττικόν πνεύμα. Ο νόμος του +αίματος, το δίκαιον των νεκρών (εις το οποίον κατά την δωρικήν +παράδοσιν επιβάλλει σιγήν η βιαία παρέμβασις του Απόλλωνος +αποκρούοντος τας Ερινύας διά των βελών του) ήτο πράγματα πολύ +σεβαστά διά τον Αττικόν τον Ε' αιώνος, ώστε να ικανοποιήται +ούτος διά της λύσεως ταύτης. Παρά τω Αισχύλω το έγκλημα του +Ορέστου δεν δικαιολογείται, δεν αθωούται· ο μητροκτόνος απλώς +λαμβάνει χάριν, διά της επεμβάσεως της Αθηνάς, η οποία +αντιπροσωπεύει το ανθρωπινώτερον συναίσθημα της επιεικείας. + + + +ΑΙΣΧΥΛΟΥ + +ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ + + + +Ο ΦΡΟΥΡΟΣ + + Απ' τους θεούς ζητώ να με γλυτώσουν τέλος + απ τα βάσαν' αυτά ολάκερο ένα χρόνο, + που σα σκυλλί στον άγκωνά μου πλαγιασμένος + φυλάω σκοπός πάνω στων Ατρειδών τη στέγη· + κ' έμαθα των νυχτερινών την σύναξι άστρων + κι αυτούς, που φέρνουν στους θνητούς χειμώνα ή θέρος, + τους άρχοντες που λαμπεροί ψηλά φαντάζουν. + Κι ακόμη καρτερώ το σύνθημα της φλόγας, + τη λάμψι της φωτιάς, να φέρη από την Τροία + την είδησι πως πάρθηκε, γιατί έτσι ορίζει + η ανδρόψυχη καρδιά που ελπίζει της γυναίκας. + Κι όταν το αβόλευτο και δροσομουσκεμένο + με διώχνει στρώμα μου, που όνειρα δε γνωρίζει — + και πώς; αφού μου στέκει δίπλα πάντα ο φόβος + για να μην κλείση ο ύπνος τα ματόφυλλά μου + όταν βαλθώ να ψάλλω ή να μουρμουρίσω + για νάβρω στο τραγούδι γιατρικό της νύστας, + πικρό μου γίνεται στο στόμα μοιρολόι + γι' αυτού του παλατιού τα πάθη, που σαν πρώτα + με τον καλύτερο δεν κυβερνιέται τρόπο. + Μα τώρ' ας πάρουν πια τα βάσανά μου τέλος, + που έλαμψε η καλοφάνερη φωτιά της νύχτας! + Χαίρε νυχτερινή λαμπάδα, που σαν μέρας + το φως σου δείχνεις και πολλούς χορούς μες στ' Άργος + μηνάς πως θα στηθούν για χάρι αυτής της τύχης. + Ε! ε! + Θα κράξω δυνατά στου Ατρείδη τη γυναίκα + ευθύς να σηκωθή απ' την κλίνη και στα σπίτια + φωνές χαράς, γι' αυτή τη λάμψι, να σηκώση + αν απ' αλήθεια πάρθηκε του Ιλίου η πόλι + καθώς αυτή τώρα η φωτιά θέλει να δείξη. + Και 'γώ καλήν αρχή στους χορούς κάνω πρώτος, + γιατί θα πω δική μου των κυρίων την τύχη + τώρα που τρία έξ της φλόγας ρίχτει ο κύβος· + κι άμποτε νάρθη ο αφέντης μας και να του σφίξω + το σεβαστό του χέρι μέσα στο δικό μου. + Για τάλλα δε μιλώ· βώδι πατάει επάνω + στη γλώσσα μου· μα αν έπαιρνε φωνή το σπίτι + ξάστερα θε να τάλεγε· με νοιώθουν όσοι + τα ξέρουν κι όποιος δεν τα ξέρει ας μη με νοιώση. + +ΧΟΡΟΣ + +ΠΑΡΟΔΟΣ + + Είναι αυτός τώρα ο δέκατος χρόνος, αφού + του Πριάμου ο αντίδικος ο δυνατός, + ο Μενέλαος κι ο Αγαμέμνων μαζί, + τιμημένο απ' το Δία ζευγάρι + με σκήπτρο και θρόνο διπλό, + απ' τη χώραν αυτή + χίλια Αργίτικα σήκωσαν πλοία, + να ζητήσουν το δίκιο τους στα όπλα. + Απ' τα στήθια τους κράζοντας άγριαν αμάχη + σαν τους γύπες, + που με πόνο βαρύ των παιδιών τους + από πάνω απ' την άδεια τους κοίτη + φτερολάμνοντας στριφογυρίζουν, + όταν έχουνε χάση + τη ζεστή της φωλιάς των φροντίδα. + Μα ένας ύψιστος, είτ' ο Απόλλωνας πης, + είτε ο Δίας, είτε ο Παν, + τους γειτόνους των τούτους γρικόντας πικρά + να θρηνούν και να σκούζουν, + την εκδίκησι θάρθη καιρός + στους ενόχους να στείλη. + Έτσι στέλλει κι ο ύψιστος ξένιος Δίας + του Ατρέα τους γυιούς + στον Αλέξαντρο· αγώνα να στήση βαρύ + για την πολυαγάπητη Ελένη, + που πολλά να λυγίσουνε γόνα στη γης + και προμάχων κοντάρια πολλά να τριφτούν + και Ελλήνων και Τρώων. + Κ' είναι τώρα το πράμα όπου είναι + και θα γίνη το τι είναι γραμμένο. + Με σφαχτά, με σπονδές και με δάκρυα κανείς + την αλύγιστη οργή + της απρόσδεκτης δε θα μαλάξη θυσίας. + Μόνου εμείς ανωφέλευτοι, κρέας παλιό, + ξεκινούσανε οι άλλοι κ' εμέναμε εδώ, + με μια δύναμη σαν των παιδιών, + να σερνόμαστε πάνω στα σκήπτρα· + γιατί, όπως σαν μόλις βλασταίνη ο μυαλός + στων παιδιών μες στα στήθια, + ό,τι ο γέρος αξίζουν στον πόλεμο, + έτσι πάλι και τι 'ναι τα στερνά γερατειά, + όταν πιάνουν και ρεύουν τα φύλλα; + Το δρόμο του σέρνει με πόδι τριπλό + κι όχι από 'να παιδί πιο καλός, + ωσάν όνειρο μέρας πλανιέται. + + Αλλά εσύ, του Τυνδάρου ω κόρη, + Κλυταιμνήστρα βασίλισσα, + τι συμβαίνει; τι νέο; τι έμαθες; ποια + νάχης τάχα αγγελία και γύρω παντού + για θυσίες ετοιμάζεις; + κι όλων τώρα οι βωμοί των θεών + αστυνόμων, υπάτων, χθονίων, + θυραίων, αγοραίων, + απ' τα δώρα σου καίουν; + Κι άλλη εδώ κι άλλη εκεί ανεβαίνει ψηλά + ως τα ουράνια φωτιά + με του αγίου θρεμμένη λαδιού τις αγνές + και καθάριες γητειές, + από του παλατιού τα κελλάρια. + Απ' αυτά λέγοντάς μου ό,τι θες και μπορείς + και ταιριάζει ν' ακούω, + γίνου συ μου γιατρός της φροντίδας αυτής, + που μια τώρα μου δέρνει το νου, + και μια πάλι απ' αυτές τις θυσίες, γλυκειά + η ελπίδα μου διώχτει + τον καρδιοσωμό + της αχόρταγης έγνοιας μου τούτης. + + Να ψάλλω νοιώθω πως μπορώ του δρόμου το σημάδι, + που με καλό ξεκίνησαν οι δυο μας στρατηγοί. + Γιατί μου εμπνέουν τα γερατειά ακόμη αυτή τη χάρι, + του τραγουδιού τη δύναμη, τη θεϊκή: + Πώς του πολέμου το πουλί ξεπροβοδάει και στέλλει + της νιότης της ελληνικής τη δίθρονη αρχή, + τους ομογνώμους αρχηγούς, με σίδερο στο χέρι, + και μ' εκδικήτρα δύναμη στη γη την Τρωική. + Δυο βασιλιάδες των πουλιών στων πλοίων τους βασιλιάδες + φάνηκαν, μ' άσπρη ο ένας τους κι ο άλλος με μαύρη ουρά + πλάι στα παλάτια, απ' το δεξί του κονταριού το χέρι, + σε πρόφαντη ψηλή μεριά, + κι αρπάζοντας σπαράζανε, στον τελευταίο της δρόμο, + μια λάγισσα, με πρόσβαρη της ώρας της κοιλιά. + Αίλινο, ψάλλετε αίλινο, και το καλό ας νικά. + + Κι ο σοφός μάντης του στρατού απείκασε άμα είδε + στους λαγοφάγους τους αητούς τους οδηγούς του δρόμου, + τους πολεμάρχους δυο αδερφούς κ' ισόψυχους Ατρείδες + και τέτοια λέει μαντεύοντας: «Θα πάρη, μα με χρόνο, + αυτός που ξεκινά ο στρατός την πόλι του Πριάμου + κι όλα των πύργων ταγαθά και του λαού τα πλούτη + θ' αρπάξει η Μοίρα με τη βιά, φθάνει μόνο απ' το φθόνο + το θεϊκό να μη βλαβή πριν απ' το τέλος τούτη + της Τροίας η ζώνη η δυνατή, γιατί η αγνή παρθένα. + η Αρτέμιδα η πονετικιά, + μάχεται του πατέρα της τα φτερωτά σκυλιά, + που πριν της γέννας σπάραξαν μ' όλη μαζί τη γέννα + τη λάγισσα την κακομοίρα + κ' εχθρεύεται των αητών τα δείπνα. + Αίλινο, ψάλλετε αίλινο, και το καλό ας νικά! + + Τόσο καλόβουλη η Καλή στις τρυφερές δροσιές + και των πυρών των λεονταριών και στις γαλαθηνές + τις γέννες όλων των αγρίων θηρίων, + ζητάει σε τέλος των πουλιών να φέρη τα σημάδια, + που αν και δεξιά, μα και πολλά γιομάτα 'ναι ψεγάδια. + Και τον Παιάνα εγώ καλώ βοηθό μας, μήπως στείλη + ενάντιους καιρούς στους Δαναούς και δέσουν τα καράβια + πολύν καιρό αταξίδευτα, για να ζητήση κάποια + άλλη θυσία ανίερη κι απρόσφορη, αφορμή + πολλών δεινών συγγενικών, γιατί η άφοβη η οργή + μένει στο σπίτι η δολερή, μια μέρα να ξυπνήση + κ' εκδίκησι θυμάμενη του τέκνου να ζητήση». + Τέτοια ο Κάλχας, με πολλά διαλάλησε αγαθά + μελλούμενα για τα βασιλικά παλάτια + απ' των πουλιών εκείνων τα σημάδια, + και σύμφωνα μ' αυτά + αίλινο, ψάλλετε αίλινο, και το καλό ας νικά. + + Ο Δίας — όποιος κι αν είναι — αν μ' αυτό + τόνομα αρέση να καλήται, + μ' αυτό κ' εγώ τον ονομάζω, + όλα στη στάθμη ταπεικάζω + κι όξω από το Δία δε βρίσκω άλλο + για να μπορέσω, αν πρέπει αλήθεια, + μες απ' τα στήθια + το βάρος της αμφιβολίας να βγάλω. + + Ουδ' όποιος ήτανε μεγάλος πριν + κι ακατανίκητος θρασομανούσε + ούτ' αν υπήρξε θα μνημονευτή· + κι όποιος κατόπιν ήρθε, βρήκε + τον τρίτο νικητή και πήγε. + Μα όποιος του Δία τη νίκη από καρδιάς τιμά + της γνώσεως τον καρπό τρυγά. + + Που ωδήγησε τον άνθρωπο στη γνώση + κ' έβαλε νόμο: πάθος μάθος, + που ως και στον ύπνο, στην καρδιά μας + στάζει τον πόνο, που θυμίζει + με τρόμο τα παθήματά μας + κι αθέλητα μας συνετίζει. + Μα κάνει χάρη ο θεός αλήθεια + που κυβερνά μ' αυστηροσύνη + τον κόσμο, απ' τα ψηλά του σπίτια. + Και τότε ο αρχηγός του στόλου, + ο μεγαλύτερος, δίχως καθόλου + νάχη να κάμη με το μάντη + τι τούρθαν οι καιροί ενάντιοι, + σαν άρχισε να τυραγνή η γαλήνη + κ' η πείνα των Αργείων το στρατό, + πούτανε περ' απ' τη Χαλκίδα + δεμένος μέσα στης Αυλίδας + το πολυτάραχο στενό. + + Κι ανέμοι πνέοντας απ' τον Στρυμόνα + μες στα κακόβουλα λιμάνια, + αργούς και νηστικούς στους ίδιους τόπους + ταλαιπωρούσαν τους ανθρώπους + κ' έφθειραν πλοία και παλαμάρια + και κάνοντας διπλό το χρόνο + ξενεύριζαν με την αργία + το άνθος της νιότης των Αργείων. + Μα όταν κι απ' τον πικρό χειμώνα + βαρύτερη γιατρειά είπε ο μάντης, + την Άρτεμη προφασισμένος, + τα σκήπτρα τους βροντόντας καταγίς + τα δάκρυα δεν κρατούν οι στρατηγοί. + + Και τότε λέει ο τρανός ο ρήγας: + Βαρύ κακό κι αν δεν το πράξω, + βαρύ κι αν το παιδί μου σφάξω, + πόχω καμάρι! και τα χέρια + με το παρθενικό της αίμα + στους βωμούς δίπλα να μολύνω. + Ω συμφορά μου απ' ολούθε, + προδότης πώς των πλοίων να γίνω + και τους συμμάχους μου ναφήσω; + Μ' όλο το δίκιο τους ζητούνε + το γαίμα το παρθενικό + για να λουφάξουνε οι ανέμοι, + κι άμποτε, θε μου, σε καλό! » + + Και μια που μπήκε στης ανάγκης το ζυγό + κι άνεμος δυσσεβείας γύρισε το νου του, + μηδ' όσιο μηδ' ιερό λογιάζει πιο + και τον νικά η αποκοτιά του λογισμού του· + γιατί το πρώτο βήμα στο άθλιο το κακό + είναι αχρείος σύμβουλος κι απομωραίνει + του ανθρώπου το συλλογικό. + Κ' έτσι λοιπόν για το γυναίκειο + τον πόλεμο, και να εγκαινιάση + των καραβιών το δρόμο + το βάσταξε την κόρη του να θυσιάση. + + Τα διπλοπαρακάλια της, πατέρα! πατέρα! + δεν λόγιασαν, κι ουδέ τα τρυφερά της νιάτα + οι πολεμόχαροι αρχηγοί, + και πρόσταξε τους δούλους ο πατέρας + να τη σηκώσουν ύστερ' από την ευχή + σαν ρίφι, μες στους πέπλους τυλιγμένη, + γοργά, ψηλά και προύμυτα + επάνω απ' τους βωμούς + και να της φράξουν τόμορφό της στόμα + με δύναμη του φίμωτρου βουβή, + μην τύχη και το σπίτι του καταραστή. + + Στη γης κυλά το φόρεμά της το ζαφρά + και η κόρη τους δημίους της χτυπά ένα ένα, + με των ματιώ της σαϊτιές πονετικές· + κι' έμοιαζε σαν σε ζουγραφιά + πως νάθελε να τους μιλήση· + γιατί στα πλούσια του πατέρα της τραπέζια + πολλές φορές τους είχε τραγουδήση + κι αγνή, με τη φωνή της την παρθενικιά + ταγαπητού πατέρα της από καρδιάς + τον καλοροίζικο έψαλλε παιάνα. + + Και το τι γένηκε ύστερα, δεν είδα, δε λέγω, + μα αλάθευτες του Κάλχαντα τις τέχνες ξέρω + κ' η Δίκη με τη βία το αναγκάζει + να μάθη εκείνος που θα πάθη. + Ό,τι είναι να γενή μπορείς νακούσης + αφού γενή, κι ας λείπη από πριν + γιατί είναι τ' όμοιο να στενάζης κι από πριν. + Θαλθή φως φανερό με της αυγής το φως + κι άμποτε νάβγουν όλα στο καλό, + καθώς ποθεί αυτή, που πλησιάζει τώρα. + μόνος μου πύργος της Απίας της χώρας! + + Ήρθα με σέβας, Κλυταιμνήστρα, της αρχής σου + γιατί σαν λείψη ο άρχοντας από το θρόνο + το δίκιο, τη γυναίκα του να προσκυνούμε. + Και τώρα, αν έχης τίποτε καλό ακουσμένα, + ή κ' έτσι για καλές ελπίδες θυσιάζεις, + πρόθυμα ακούω· κι αν σιωπάς, δικαίωμά σου. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Μάννας καλής κόρη καλή, που λέγει ο λόγος, + από τη νύχτα ας έβγη μέρα λαμπροφόρα, + κι ανέλπιστη χαρά ν' ακούσης ετοιμάσου· + γιατί του Πριάμου, οι Έλληνες πήραν την πόλη. + +ΧΟΡΟΣ + + Πώς λες! δεν άκουσα, ταυτιά μου δεν πιστεύω! + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Πως είναι η Τροία δική μας, καθαρά δεν τόπα; + +ΧΟΡΟΣ + + Πνίγει το στήθος μου η χαρά και δάκρυα φέρνει. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Τα μάτια την καλή σου γνώμη μαρτυρούνε. + +ΧΟΡΟΣ + + Μα νάχης και γι' αυτό που λες βέβαιο σημάδι; + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Έχω, πώς όχι; αν οι θεοί δεν μ' απατούνε . . + +ΧΟΡΟΣ + + Μήπως σ' ονειροφαντασίες έχεις πιστέψη; + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Σε καρωμένης κεφαλής καπνούς δεν στέργω. + +ΧΟΡΟΣ + + Ή μη σου σήκωσαν το νου λόγια τανέμου; + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Για κορασιά αλαφρόμυαλη βλέπω με πήρες. + +ΧΟΡΟΣ + + Κι από πότε λοιπόν είναι παρμένη η πόλη; + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Σου λέω: τη νύχτα πόχει αυτό το φως γεννήση. + +ΧΟΡΟΣ + + Και ποιος θα μπόρειε μηνυτής να φτάση αμέσως; + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Ο Ήφαιστος! στέλλοντας λαμπρή φωτιά απ' την Ίδα. + Και πάνω πανωτές φωτιές αγγαρεμένες + ξεπροβοδούν τη φλόγα εδώ· και πρώτη η Ίδα + στον κάβο Ερμή της Λήμνου, κι από κείθε τρίτο + τ' Αγιονόρος φωτιά τρανή παραλαβαίνει. + Και πεύκα αρίφνητη σκεπάζοντας ως πέρα, + σαν χρυσοφέγγισμα ήλιου, του πελάου τα πλάτη + στις βίγλες του Μακίστου αγγάρεψε τη φλόγα· + και κείνος όχι ανάμελλος ουδ' από ύπνο + βαριά παρμένος ξαστοχά τα χρέη ταγγέλου· + μα πέρα η λάμψη στου Εύριπου το ρέμμα φτάνει + και στου Μεσσάπιου τους σκοπούς τα νέα φέρνει· + και τούτοι αντιφωτούν και τα ξεπροβοδίζουν + πιο μπρος, ανάβοντας ξερά ταρείκια στίβες· + και πάντα φουντωμένη της φωτιάς η λάμψη + τους κάμπους του Ασωπού σαν μελιχρό φεγγάρι + περνά και στις ψηλές κορφές του Κιθαιρώνα + φωλιά καινούργια η ταξιδεύτρα η φλόγα στήνει· + και δεν αρνιέται η βίγλα, κι απ' το προσταγμένο + πιότερα ανάβοντας, πιο πέρα να τη στείλη· + κ' η λάμψη δρασκελόντας τη Γοργώπη λίμνη + και πέφτοντας στο Αιγίπλαγκτο, μηνάει την τάξι + να μη αμελούνε της φωτιάς, κι αυτοί με ζήλο + γλώσσες φλογών σηκώνουν τέτοιες, που περνόντας + τακρόβραχα, όπου το Σαρωνικό κοιτάζουν, + πέφτει σαν κεραυνός και φτάνει εδώ η λάμψη + στις βίγλες τις γειτονικές μας του Αραχναίου, + ως που σ' αυτές των Ατρειδών χτυπάει τις στέγες + το φως, που προπάππο έχει τη φωτιά της Ίδας. + Τέτοιους εγώ λαμπαδοφόρων έχω νόμους + να παίρνη και να δίνη ο ένας με τον άλλο + κι ο πρώτος που ήρθε νίκησε και τελευταίος. + Αυτά σου λέω τα σύμβολα και τα σημάδια + που μόχει στείλη ο άντρας μου απ' την Τρωάδα. + +ΧΟΡΟΣ + + Τις προσευχές μου στους θεούς κατόπι κάνω, + βασίλισσα, μα τώρ' αυτά που λες τα λόγια + νακούω θάθελα άπαυτα και να θαυμάζω. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Δική τους είναι σήμερα, η Τροία των Αχαιών! + φαντάζομαι, τι ασύσμιχτη βουή στη πόλη! + καθώς σαν χύσης μες σ' ένα πινάκι λάδι + και ξύδι, να ταράζουνται θα ιδής ανάρια, + έτσι χώρια των νικητών και νικημένων + ξεφωνητά θάχης νακούς ανόμοιας μοίρας. + Αυτοί απ' εδώ πεσμένοι επάνω στα κουφάρια + αντράδων κι αδερφών και των παιδιώ των γέροι + γονιοί θενά θρηνούνε των αγαπημένων + τη συμφορά, μα μ' όχι πια λεύτερο στόμα. + Τους άλλους πάλι νηστικούς από τη μάχη + νυχτοπλάνητος κόπος φέρνει στα τραπέζια + της πόλεως και τους στρώνει δίχως καμμιά τάξη + μα μ' όποιον ο καθένας τους λαχνό τραβήξη. + Τώρα τα σκλαβωμένα σπίτια τους στεγάζουν + των Τρώων και γλυτωμένοι απ' τανοιχτού του κάμπου + τις παγωνιές και τις δροσιές, όλη τη νύχτα, + πόσο ευτυχείς! αφύλαχτοι θα κοιμηθούνε. + Κι αν σεβαστούνε τους θεούς τους πολιούχους + της νικημένης χώρας και τα ιδρύματά των, + μια που νικήσαν δεν θα νικηθούνε πάλι· + φτάνει μην πιάση πριν το στρατό κακός πόθος + ναρπάζη όσα δεν πρέπει, απ' αγάπη κέρδους· + γιατί για τον καλό στα σπίτια γυρισμό του + έχει και τάλλο χέρι του σταδίου να στρίψη· + κι αν δίχως κρίμα στους θεούς γυρίσουν πίσω, + μα πάλι ακοίμητο μπορεί των σκοτωμένων + το αίμα να μένη, κι άλλη συμφορά αν δεν λάχη. + Άκου λοιπόν αυτά από μένα, τη γυναίκα· + και το καλό ας αξιωθώ να δω όπως θέλω, + γιατί απ' όλα ταγαθά αυτό θα ευχόμουν! + +ΧΟΡΟΣ + + Με γνώση αντρός, βασίλισσα, μιλείς φρονίμου, + κι αφού σημάδια αλάθευτα σου έχω ακούση + τώρα τους θεούς θα ετοιμαστώ να ευχαριστήσω, + γιατί άξιος δόθηκε ο μιστός για τόσους κόπους. + +ΠΡΩΤΟ ΣΤΑΣΙΜΟ + + Ω Δία παντοδύναμε και νύχτα αγαπητή, + οπόχεις ταναρίθμητα στολίδια, + πυκνά πλεμμάτια έρριξες στη γη την Τρωική + με σιδερένια δαχτυλίδια. + Μήτε μεγάλοι να μπορούν μήτ' άγουρα παιδιά. + — κι ανώφελα κανείς ας μη γυρεύη — + το δίχτυ να πηδήσουνε που ξάπλωσε η σκλαβιά + κι όλους τριγύρω μέσα του μαζεύει. + Σε τρέμω, ω Δία ξένιε, και τα έργα σου τιμώ, + που από καιρό τεντώνεις το δοξάρι + για να μη ρίξης άνεργο το δίκιο σου θυμό + επάνω στον αδικητή τον Πάρη! + Έχεις να πης κ' έχεις να κρίνης + το χέρι της Δικαιοσύνης· + τον βρήκε το άδικο στο δρόμο, + κι ας λέη κάποιος πως θ' αφήση + απλέρωτον όποιος τολμήση + το θείο της να πατήση νόμο. + Αργά ή νωρίς θαρθή μια μέρα + να πάθη ο γυιός για τον πατέρα, + που άδικο πόλεμο σηκώνει, + και που μ' ασήμι σκορπισμένο + και με χρυσάφι μαζεμένο + τα σπίτια του παραφορτώνει. + Ο φρόνιμος μονάχα αρκιέται + μ' όσο να μη στενοχωριέται· + γιατί οι θησαυροί οι περισσοί + δεν τον γλυτώνουν δίχως άλλο + όποιος της Δίκης το μεγάλο + βωμό θενά ποδοπατήση. + + Μας σπρώχνει των φρενών η βλάβη + κι άλλου κακού τον πόθο ανάβει, + μα τότε γιατριά δεν έχει· + δεν κρύβεται το κρίμα· βγαίνει + και σα φωτιά καταραμένη + φαντάζει ολόγυρα και τρέχει. + Έτσι το ψεύτικο χρυσάφι + με τη τριβή τέλος ξεβάφει + και μαύρη φαίνεται η θωριά του· + όπως μωρό παιδί να πιάση + πουλί ζητά — κ' έχει ντροπιάση + την πόλη και τα γονικά του. + Μα δεν ακούει τα παρακάλια + κανείς θεός, και στα κεφάλια + ταμαρτωλά φωτιά θα βρέξη. + Νά ο Πάρης! που ψωμί κι αλάτι + δεν ντράπηκε, απ' το παλάτι + γυναίκα φίλου του να κλέψη. + + Κι αφίνοντας λογχών κι ασπίδων κρότους + και ναυτικούς στην πύλη εξοπλισμούς + και στους Τρωαδίτες φέρνοντας + αντίς για προίκα, αφανισμό τους, + γοργά τις πύλες διάβηκε + όσα κανείς δεν τόλμησε τολμόντας! + Και πολυαναστενάζοντας + ελέγανε του παλατιού οι προφήτες: + Ω σπίτι, σπίτι κι άρχοντες + ω κλίνη, κερωτόθυμα του αντρός της χνάρια! + δήτε τον τώρα στη βουβή ατιμία του + κι απαραπόνευτο στη συμφορά του, + παρατημένο αδιάντροπα· + κι απ' τη λαχτάρα της φευγάτης + πως στα παλάτια μέσα ζη + φαντάζεται το φάντασμά της! + Χάρη δεν έχει άλλη εμορφιά + για το θλιμμένο, + και σβύνει κάθε αποθυμιά + στο μάτι του το στειρεμένο. + + Κέρχουνται ονειροφάνταχτοι + και θλιβεροί στους ύπνους ήσκιοι + φέρνοντας χάρη ανώφελη! + γιατί του κάκου! όταν κανείς νομίζει + πως βλέπει ένα καλό στα ονείρατά του + γλυστρά μες απ' τα χέρια τόραμα + και δεν αργεί νακολουθήση + το δρόμο του ύπνου του φευγάτου! + Τέτοιες μες στα παλάτια συμφορές + μα κι άλλες είναι πιο βαριές ακόμη· + για όσους ξεκίνησαν από τη χώρα, + σ' όλων τα σπίτια αβάσταγο + πένθος και θλίψη βασιλεύει τώρα· + πολλά ραγίζουν τις καρδιές, + γιατί καθένας ξέρει εκείνους + πόστειλε για τον πόλεμο, + μα τώρ’ αντίς για κείνους + στάχτη και νεκροδόχες μοναχά + στα σπίτια καθενός γυρίζουν! + + Κι ο Άρης, παλλάζει τα κορμιά με μάλαμα, + και που κρατάει ζυγαριά στις μάχες, + απ' το Ίλιο στέλλει πίσω στους δικούς + βαρυά και πικροθρήνητα + καρβουνωμένα θρύψαλα, + γιομίζοντας τα ευκολοβάσταγα λεβέτια + με στάχτη των ανθρώπω των· + κ' εγκωμιάζουν και θρηνούν τους άντρες των + τον ένα, τι άξιζε στη μάχη, + τον άλλο, πόπεσε στον πόλεμο + παλικαρίσια, για γυναίκα ξένη! + Έτσι κρυφά από κάποιο ψιθυρίζεται + κι ο φθόνος έχθρητα γιομάτος + σιγογλυστράει στους πρόμαχους Ατρείδες. + Μα κείνοι εκεί, στο τείχη ολόγυρα, + καλά κρατούν, οι πολυεπαινεμένοι, + της Τρωικής της γης τα μνήματα + που κρύβει τους εχθρούς της νικημένη. + + Βαρύς ο λόγος του λαού, βαριά η οργή + κι απλέρωτη η κατάρα του δε μένει· + η έγνοια μου κάτι μαύρο σκοτεινό + νακούση περιμένει. + Γιατί έτσι δεν αφίνουν οι θεοί + κείνους που χύνουν πολύ γαίμα. + Κι οι μαύρες Ερινύες με τον καιρό + την άδικη του ανθρώπου ευτυχία + μ' έν' αναποδογύρισμα της τύχης + μαυρίζουν· κι όταν ξεγραφή + δύναμη πια καμιά δεν έχει. + Βαρύ ναι φήμη αμέτρητη + νάχη κανείς, γιατί απ' του Δία + το μάτι πέφτει ο κεραυνός. + Προκρίνω αζήλευτη ευτυχία, + ούτε καταχτητής νάθελα γένω + μα ούτε κάτω απ' άλλους πάλι + να δω το βίο μου σκλαβωμένο! + + — Της καλοφάνερης φωτιάς τρέχει στη πόλη + γρήγορη η φήμη· μα κι αν είναι αληθινή + ποιος ξέρει, ή τάχα απάτη θεϊκή; + — Ποιος είν' έτσι παιδί και με κρίση λειψή + που να πυρώση πρώτα την καρδιά + με τα καινούργια της φωτιάς μαντάτα + για να θλιβή αν έβγη αλλιώς ο λόγος; + — Αυτό ναι το γυναίκειο φυσικό, + νανοίγη την καρδιά της στο καλό + και πρι φανερώση ακόμη. + — Και τώρα η προσταγή της γυναικός + ευκολοπίστευτη πολύ ξαπλώνει . . . . + μα σβήνει ταχυθάνατος + ο γυναικόσπαρτος ο λόγος. + +Ο ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ ΤΟΥ ΧΟΡΟΥ + + Όπου κι αν είσαι θενά μάθωμε αν ήταν + αληθινές οι επανωτές φωτιές και φλόγες + ή μήπως ήρθε το τερπνό το φως εκείνο + σαν όνειρο και μας ξεσήκωσε το νου μας. + Τον βλέπω, νά, που απ' το γιαλό προβαίνει ο κήρυξ + ελιάς κρατάει κλαδόφυλλα, και μάρτυράς μου + ο κορνιαχτός, της λάσπης το στεγνό ταδέρφι, + πως δε μου φέρνει, ανάβοντας βουνίσια ξύλα, + με των καψάλων τους καπνούς βουβά σημάδια, + και ή τη χαρά μας μ' ό,τι πη θα βεβαιώση, + ή — πιο καλά αμελέτητο το ενάντιο νάναι, + και το καλό που φάνηκε σε καλό νάβγη — + +ΧΟΡΟΣ + + Όποιος τανάντια εύχεται απ' αυτά στην πόλη + αυτός των λογισμών του ας τρυγάη το κρίμα. + +ΚΗΡΥΚΑΣ + + Χαίρε της πατρικής μου γης, του Άργους χώμα, + που σε πατώ πάλι ύστερ' από δέκα χρόνια + και μια καν απ' τις τόσες μου χάρηκα ελπίδες! + γιατί ποτέ δεν τόλεγα πως θαξιωνόμουν + τάγια μας χώματα νεκρό να με σκεπάσουν· + τώρα, χαίρε πατρίδα, χαίρε φως του ήλιου + και συ μεγάλε Δία της χώρας και συ Πύθιε, + χωρίς πια με τα βέλη σου να μας σαϊτεύης + φτάνει όσο εκεί στο Σκάμαντρο μας πολεμούσες· + τώρα βοηθός μας και σκεπός άμποτε νάσαι + Απόλλων! κι όλους τους θεούς τους α γ ω ν ί ο υ ς + προσκυνώ, και τον δικό μου τον προστάτη + τον Ερμή, φίλον κήρυκα, τιμήν κηρύκων· + κ' ήρωες, που μας στείλετε, καλοδεχτήτε + πάλι όσοι απ' το στρατό γλυτώσαν το κοντάρι. + Ω, ω, του βασιλιά τιμημένα παλάτια, + πολυσέβαστοι θρόνοι και θεοί προσήλιοι, + χαρούμενοι, αν και πριν, το βασιλιά από χρόνια + να τον δεχτήτε που έρχεται, σε σας και σ' όλους + εμάς στη μαύρη σκοτεινιά μας φως να φέρη· + χαρούμενοι δεχθήτε τον γιατί του πρέπει, + που με του Δία τη δίκελλα του δικαιοκρίτη + την Τροία γκρέμνισε και ρήξαμε τη γη τους, + και ρείπια οι βωμοί των θεών και τα ιερά τους + κι ουδέ σπόρος δε μένει απ' όλη τους τη χώρα· + τέτοιο ζυγό στον τράχηλο έβαλε της Τροίας + κ' έρχεται τώρα ο ευτυχισμένος βασιλιάς μας, + που μέσα σ' όσους τώρα ζουν τιμές του πρέπουν + γιατί ουδ' ο Πάρις ουδέ η Τροία είναι, να πούνε + αν άξιζε το πάθημα το κάμωμά τους· + και δεν μπορεί να πη πως δεν το βρήκε ως τόσο + το δίκιο του και με το παραπάνω ο κλέφτης, + αφού συθέμελα έσβησε το πατρικό του + και πλέρωσαν διπλά το κρίμα οι Πριαμίδες. + +ΧΟΡΟΣ + + Του αχαϊκού στρατού χαίρε, κήρυκα, χαίρε! + +ΚΗΡΥΚΑΣ + + Χαίρω· και τώρα, αν θέλουν οι θεοί, ας αποθάνω. + +ΧΟΡΟΣ + + Της πατρικής μας γης σε δάμασε ο πόθος; + +ΚΗΡΥΚΑΣ + + Τόσο, που απ' τη χαρά μου πλημμυρούν τα μάτια. + +ΧΟΡΟΣ + + Την ίδια θα είχετε και σεις γλυκειάν αρρώστεια. + +ΚΗΡΥΚΑΣ + + Τι πάει ο λόγος σου να πη; δος μου να νοιώσω. + +ΧΟΡΟΣ + + Πως έδερνε και σας και μας ο ίδιος πόθος. + +ΚΗΡΥΚΑΣ + + Η χώρα που εποθούσαμε λες μας ποθούσε; + +ΧΟΡΟΣ + + Ναι, και στενάζαμε συχνά απ' τα φυλλοκάρδια. + +ΚΗΡΥΚΑΣ + + Και πόθε αυτός ο μαύρος πόνος της καρδιάς σου; + +ΧΟΡΟΣ + + Τόσο καιρό τη σιωπή βρήκα γιατρειά μου. + +ΚΗΡΥΚΑΣ + + Μη, λείποντας ο βασιλιάς, κάποιο εφοβόσουν; + +ΧΟΡΟΣ + + Τόσο, που ως λες και συ, τώρα κ' εγώ ας ποθάνω! + +ΚΗΡΥΚΑΣ + + Τέλος καλόν όλα καλά· μέσα στο διάβα + του χρόνου, άλλα μας έρχουνται δεξιά και πάλι + άλλα ζερβά· γιατί έξω απ' τους θεούς ποιος άλλος + όλο το βίο του θα χαρή με δίχως πάθη; + Γιατί αν λέω τους κόπους και τις κακοπέρασες + τανάριο ξεμπαρκάρισμα, τα κακοστρώσια, + ποια μέρ' αστέναχτη είτανε να μη μας λάχουν; + Στη στεριά πάλι το κακό είταν ποιο μεγάλο: + Κάτω απ' τα κάστρα των εχθρών τόχαμε στρώση + και πια η δροσιά απ' τον ουρανό κι απ' τα λειβάδια + της γης, μας περεχούσε και μας είχε πάντα + ολόμουσγα τα ρούχα μας κι άγρια την τρίχα· + κι αν πης για τον χειμώνα, των πουλιώ το χάρο, + που αβάσταγο κατέβαζε η χιονιά της Ίδας, + ή για τη ζέστη, όταν ο πόντος δίχως κύμα + κι αγέρα στις μεσημερνές κοιμόνταν κοίτες . . . + Μα τι να κλαίω γι' αυτά; έχει περάση ο πόνος· + κι έχει περάση, τόσο για τους πεθαμένους, + που πια σκοπό δεν τόχουνε ναναστηθούνε· + τι να τους λογαριάζουμε τους πεθαμένους, + και τι να φέρνη ο ζωντανός τις λύπες πίσω; + τις συμφορές τις στέλλω στο καλό να πάνε, + γιατί σ' εμάς που μείναμεν απ' το στρατό μας + πλήθιο το κέρδος τη ζημία αντισηκώνει, + που αξίζει αλήθεια μπρος σ' αυτό το φως του ήλιου + να καυχηθούμε πάνω από στεριές και θάλασσες: + «Αφού την Τροία επήρε ο στόλος των Αργείων + αυτά για τους ελληνικούς θεούς τα λάφυρα + στις εκκλησιές των κρέμασε, λαμπρά στολίδια». + Κι όποιος ακούη αυτά θα πρέπει να παινεύη + την πόλη και τους στρατηγούς και χάρη νάχη + του Δία που τάφερε δεξιά· είπα ότι είχα. + +ΧΟΡΟΣ + + Με νίκησαν οι λόγοι σου και δεν ταρνιούμαι. + γιατί είναι πάντα ο γέρος νιος για να μαθαίνη, + μα αυτά την Κλυταιμνήστρα και ταρχοντικό της + πιότερο γνοιάζουν· μα και με συνάμα ευφραίνουν. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Απ' τη χαρά μου ερέκαξα και τότε αμέσως + που ήρθε το πρώτο μήνυμα της φλόγας, νύχτα, + κ' είπε της Τροίας το πάρσιμο κ' είπε το τέλος, + και κάποιος μ' επερίπαιξε: από τις φλόγες + γελάστηκες και πίστεψες πως η Τροία επάρθη; + ω πόσο τόχει ο νους να τρέχη της γυναίκας! + Μ' αυτά τα λόγια μέχανε πως πήρα πέρα, + όμως εγώ εθυσίαζα και στη γυναίκεια + υπάκουοι προσταγή, παντού μέσα στην πόλη + στις εκκλησιές, χαράς αλλαλαγμοί αντηχούσαν, + κι άλλοι τις φάουσες κοίμιζαν μυριστές φλόγες. + Και τώρα τι τα θέλω πιότερα από σένα; + Όλα τα πάντα από τον ίδιο θα τα μάθω, + και θα βιαστώ να κάμω τα καλύτερά μου + για τα καλά του σεβαστού μου αντρός δεξίμια· + γιατί ποιο φως γλυκύτερο θα ιδή γυναίκα, + παρ' απ' τον πόλεμο ο θεός τον άντρα αν σώση, + τις πόρτες να του ανοίξη; — πήγαινε και πε του + ναρθή το γρηγορώτερο, η χαρά της χώρας, + και να βρη, όπως την άφησε, πιστή γυναίκα + μες στα παλάτια του, που φύλαγε σαν σκύλα + καλή για κείνον και άγρια για τους εχθρούς του· + και σ' όλα τα ίδια πάντα, δίχως να χαλάση + καμιά, τόσον καιρό που έλειπε, σφραγίδα· + και τόση γνώρισα χαρά ή κακό λόγο + για άλλον άνδρα, όσο και το χαλκό πως βάφουν. + +ΚΗΡΥΚΑΣ + + Δεν είναι τέτοια καύχηση, γιομάτη αλήθεια, + αταίριαστη σε στόμα ευγενικής γυναίκας. + +ΧΟΡΟΣ + + Άκουσες τώρα κ' έμαθες έτσι που σου είπε + σαν ξάστερος εξηγητής τα ωραία της λόγια. + Μα εσύ για τον Μενέλαο θα σ' ερωτήσω — + πες μας, έχει γλυτώση, κήρυκα, και θάρθη + μαζί με σας, ο καλός άρχοντας της χώρας; + +ΚΗΡΥΚΑΣ + + Πώς να μπορέσω να το πω το έμορφο ψέμμα + και να το χαίρουνται πολύν καιρόν οι φίλοι; + +ΧΟΡΟΣ + + Άμποτε να μας πης καλά και νάν' κι αλήθεια + γιατί τόνα δεν κρύβεται χώρια από τάλλο + +ΚΗΡΥΚΑΣ + + Άφαντος μέσ' από το στόλο των Αργείων + κι αυτός και το καράβι του· αυτή ναι η αλήθεια. + +ΧΟΡΟΣ + + Σας άφησε απ' την Τροία φανερά, ή τάχα + μπόρα σας βρήκε και τον χώρισε απ' τους άλλους; + +ΚΗΡΥΚΑΣ + + Σαν άξιος πέτυχες τοξότης το σημάδι + και με δύο λόγια ιστόρησες κακό μεγάλο. + +ΧΟΡΟΣ + + Και δεν ακούστηκε απ' τους άλλους κανείς λόγος + αν είναι τάχα ζωντανός ή πεθαμένος; + +ΚΗΡΥΚΑΣ + + Δεν ξέρει τίποτε σωστό να πη κανείς γι' αυτό + έξω απ' τον ήλιο που τον κόσμον όλον θρέφει. + +ΧΟΡΟΣ + + Πες μας λοιπόν πώς βρήκε η χειμωνιά το στόλο + και πώς η θεϊκή η οργή επήρε τέλος; + +ΚΗΡΥΚΑΣ + + Μια τέτοια μέρα με κακές δεν πρέπει ειδήσεις + να βεβηλώσω· χώρια των θεών η χάρη· + γιατί όταν πάθη αδήγητα που ηύραν το στράτευμα + μ' όψη στυγνή ο μηνυτής φέρνει στην πόλη, + πρώτα είναι για όλους μια πληγή το κοινό πάθος, + και χώρια κι όσους ξέκαμε από τόσα σπίτια + με τη διπλή του μάστιγα, που ξέρει ο Άρης, + δίκοπη συμφορά, διπλού ζευγάρι ολέθρου· + κι όποιος τόσα κακά φορτωμένος θα φέρη + των Ερινύων του πρέπει αυτός Ύμνο να ψάλλη· + μα εγώ που άγγελος έρχομαι της σωτηρίας + στην πόλη τη χαρούμενη στο θρίαμβό της, + πώς στα καλά κακά να σμίξω, κι ιστορίσω + την τρικυμία, που απ' τη θεία οργή μας βρήκε; + Γιατί η φωτιά κ' η θάλασσα που είταν ως τότε + άσπονδοι εχθροί φιλιώθηκαν κ' έδωκαν όρκο + να φθείρουνε τον άθλιο των Αργείων στόλο. + Νύχτα, και το μεγάλο το κακό εσηκώθη + κι άμπωθε τόνα πάνω στάλλο τα καράβια + ο άγριος ο θρακιάς και τα βροντούσε αντάμα, + ως που απ' τη μάνητα της μπόρας και τη ζάλη + της ανεμόδαρτης βροχής, άφαντα πάνε + σαν νάταν και κακός βοσκός τα είχε προγγίξη. + Μα έδωκε και ξημέρωσε και βγήκε ο ήλιος + και βλέπομε ν' ανθή το πέλαγος το Αιγαίον + από Αχαιών κορμιά και καραβιών συντρίμια· + μα εμάς και το καράβι μας άβλαβο κάποιος + με μαστοριά ξεγλύτωσε κ' έβγαλε πέρα + θεός κι όχι άνθρωπος, κρατόντας το τιμόνι· + κι ο σωτήρας η Τύχη εκάθησε πιλότος + να μη μας λύση τους αρμούς τάγριο το κύμα, + ή κάπου σε ξερόβραχα έξω μας ρίξη. + Κ' έτσι απ' της θάλασσας το χάρο γλυτωμένοι + χωρίς να το πιστεύουμε, στη χρυσή μέρα + τη συμφορά μας βόσκαμε με έγνοιες καινούριες + για το στρατό πανεμοσκόρπισε κ' εχάθη. + Και τώρα αν ζη κανείς και πνέη κι από κείνους + θα μας λογιάζουν για χαμένους· και πώς όχι; + μήπως το ίδιο και γι' αυτούς και μεις δε λέμε; + όμως ας έβγη σε καλό, και πρώτο απ' όλους + και βέβαια το Μενέλαο να ιδής καρτέρει, + γιατί αν τον ξέρη κάπου μια του ήλιου αχτίνα + πως ζη και βασιλεύει, με του Δία τη γνώμη, + που δε θέλει το γένος του να σβύση ακόμη, + υπάρχει ελπίδα πάλι εδώ να μας γυρίση· + αυτή 'ναι, που είπα κι άκουσες η πάσα αλήθεια. + +ΧΟΡΟΣ + +ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΤΑΣΙΜΟ + + Ποιος να της τόδινε έτσι αυτό + τόνομα σ' όλα ταιριαστό; + μην κάποιος που δε βλέπομε + και ξέροντας το πεπρωμένο + τη γλώσσα ωδήγα στο σωστό; + Ελένη! νύφη με σπαθιά και φόνους γυρεμένη! + γιατί αλήθεια όλεθρος + ανδρών και πλοίων και κάστρων + απ' την παστάδα εκίνησε + την πολυξομπλιασμένη + με τις πνοές του γίγαντος + Ζεφύρου, η Ελένη! + Και κυνηγοί αναρίθμητοι + σιδεροφορεμένοι + πίσω απ' τα ίχνη τάφαντα + των καραβιών που αράξανε εκεί πέρα, + που οι όχθες του Σιμόεντα χλωρές + βλαστομανούνε από πολέμων αίμα. + + Έτσ' η εκδικήτρα η οργή + στην Τροία να φέρη δεν αργεί + συμπεθεριό, όνομα και πράμμα, + για να ξοφλήσουν με καιρό + του τραπεζιού την ατιμία + και του φιλόξενου του Δία + κείνοι που τότε από καρδιάς + έψαλλαν το νυφιάτικο τραγούδι + του υμεναίου, που η μοίρα τόφερνε + έτσι οι γαμπροί να τραγουδούνε· + τον ξέμαθε όμως ύστερα + τον ύμνο η πόλη του Πριάμου· + τώρα βαρυαστενάζει, πολυθρήνητο + καλόντας τον κακόγαμπρο τον Πάρη, + αλήθεια πολυθρήνητο + για τόσες πολιτών ψυχές + και το αίμα τάδικο που εχάθη. + + Έτσι στο σπίτι του έθρεψε + κάποιος γαλαθηνό λιοντάρι, + αποκομμένο απ' το βυζί της μάννας του· + στων πρώτων του ημερώ τη χάρη· + ήμερο στα παιδιά πασίχαρο, + και των γεροντοτέρων χάδι· + συχνά στην αγκαλιά του τόπερνε + σαν νάτανε νεογέννητο παιδάκι, + και χαρωπά χαϊδεύονταν + στο χέρι που του χόρταινε την πείνα. + + Μα ήρθε καιρός και χρόνισε + και τόδειξε από ποιους κρατούσε· + για το σπολλάτη της τροφής του, ακάλεστος + το γιόμα του ετοιμάζει + μες στα κοπάδια, πόπνιξε, + κ' αίμα πλημμύρισε το σπίτι — + κακό στους σπιτικούς αγιάτρευτο + και φονικό, ζημία μεγάλη. + Θεός τον είχε θρέψη επίτηδες + σαν ιερέα συμφοράς στο σπίτι! + + Έτσι και στις αρχές λέω πως νάρθε + στην Τροία σαν μια ιδέα ανάνεμης γαλήνης, + σαν ένα ατίμητο αρχοντιάς στολίδι + σαν μαλακό ματιών σαΐτεμα, + καρδιών λίγωμα, έρωτος άνθος. + Μ' άλλαξεν όψη κ' έφερε + πικρό στους γάμους τέλος, + κι ασύντυχη και κακοσύβαστη + σηκώθηκε στους Πριαμίδες, + σταλμένη από το Δία τον ξένιο + νυμφόκλαυτη Ερινύα! + + Είν' ένας λόγος παλαιός παμπάλαιος, + που όταν τανθρώπου η ευτυχία περσέψη + γεννά και δεν πεθαίνει άκλερη, + κι απ' την καλοτυχιά βλασταίνει + αχόρταγη στο γένος δυστυχία. + Μα εγώ χώρια απ' τους άλλους σκέπτομαι, + πως πιότερα παιδιά γεννά το κρίμα + που του γονιού των όλα μοιάζουν, + ενώ τα σπίτια τα καλά και δίκια + πάντα καλότυχη γεννιά θα βγάζουν. + + Τόχει το κρίμα το παλιό + καινούργιο να γεννοβολάη κρίμα + στους άδικους ανθρώπους, + — αργά ή νωρίς όταν θε νάρθη ημέρα + της γέννας η γραφτή — + και συμφορά απολέμητη ανίκητη κι ανίερη + στα σπίτια την απόκοτη μαύρη Εκδικήτρα, + με τους γονιούς της απαράλλακτη. + + Μα η Δίκη λάμπει στα φτωχά + κι άραχλα σπίτια + και του δικαίου το βίο τιμά, + ενώ απ' τα χρυσοστόλιστα με αδικίες παλάτια + φεύγει και δε γυρνάει τα μάτια + και πάει στα τιμημένα, δίχως να ψηφά + τη ψευτοφημισμένη δύναμη του πλούτου + κι όλα σε δίκιο τέλος κυβερνά. + + Τώρα εσέ, βασιλιά, νικητή της Τρωάδας + του Ατρέα γεννιά, + και το πώς να σε πω και πώς να τιμήσω, + χωρίς πέρα να πάω, μηδέ πίσω ναφήσω + των επαίνων το μέτρο; + Γιατί ξέρω, πολλοί προτιμούν + ό,τι φαίνεται μόνο + και το δίκιο αψηφούν· + κι ο καθένας στον πόνο σου είν έτοιμος τάχα + να στενάζη μαζί σου + ενώ δεν του ραγίζει η καρδιά του από μέσα· + και σου κάνει πως χαίρει με σένα ο άλλος + και το αγέλαστο πρόσωπο βιάζει. + Μα ο καλός ο βοσκός που γνωρίζει από τέτοια + δεν γελιέται απ' το μάτι ανθρώπου που δείχνει + τάχα γνώμη καλόκαρδη κι όμως + σε χαϊδεύει με αγάπη χλιαρή. + Και λοιπόν, όταν συ ξεκινούσες το στόλο + για τη μαύρη Ελένη, + δεν το κρύβω, γι' ανόητο σε είχα + και πως όχι σωστά κυβερνούσες το νου σου + σαν να επήαινες σ' ανθρώπους γραμμένους του χάρου + ανωφέλευτο θάρρος. + Όμως τώρα που βγήκαν σε τέλος καλό + αναγαλλιάζει η ψυχή μου απ' τα βάθη, + και συ πια δε θαργήσης ρωτόντας να μάθης + ποιος στην πόλη σου φύλαξε γνώμη πιστή + και ποιος όχι. + +ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ + + Το Άργος για πρώτα δίκιο 'ναι να χαιρετήσω + και τους εγχώριους τους θεούς που μου είν' αιτία + του γυρισμού και της εκδίκησης που πήρα + από την Τροία· γιατί οι θεοί, όχι από λόγια + γρικόντας, ρίξανε στην κάλπη του θανάτου + το ψήφο τους αμέραστο για της Τρωάδας + τον τέλειο το ξολοθρεμό, ενώ στην άλλη + σίμωνε η ελπίδα του χεριού κ' έμενεν άδεια. + Κι απ' τον καπνό γνωρίζεται η παρμένη η πόλη + και τώρα ακόμη· ζούνε του ολέθρου οι μπόρες + κ' η στάχτη η δυσκολόσβυστη, ψηλά και γύρω + παχιές σκορπίζει μυρωδιές του αρχαίου του πλούτου. + Και πρέπει χάρη αξέχαστη νάχουμε πάντα + για τούτα στους θεούς, που τα θεόργητά μας + στήσαμε δίχτυα και για χάρι μιας γυναίκας + ξολόθρεψε ταργείτικο θεριό την πόλη, + ο ασπιδοφόρος ο λαός, πουλάρι αλόγου, + πηδόντας τον καιρό που βασιλεύει η Πούλια· + και μες στα κάστρα πέφτοντας τωμό λιοντάρι + βασιλικόν εχόρτασε γλείφοντας αίμα. + Αυτά να πω για τους θεούς έπρεπε πρώτα. + Κι όσο για τη δική σου γνώμη, μες στη μνήμη + κρατώ όσα μούπες, κ' είμαι σύμφωνος με σένα· + αλήθεια, λίγοι άνθρωποι τόχουν φυσικό τους + την ευτυχία του φίλου τους να μη φθονούνε· + μα στην καρδιά κατασταλάζει το φαρμάκι + της ζούλιας και διπλαίνει του άρρωστου τον πόνο, + που, χώρια απ' της δικής του δυστυχίας το βάρος, + την ευτυχία του γείτονα βλέπει και σκάζει. + Ξέρω που σου μιλώ· γιατί πολλούς γνωρίζω + που η τόση αγάπη πόδειχναν είταν μονάχα + σαν του καθρέφτη ζουγραφιά και σκιάς εικόνα· + και μόνου ο Οδυσσέας, που ακλούθησε άθελά του + μια που ζεύχτηκε, πρόθυμος σύντροφός μου είταν + — καλή του η ώρα ή ζωντανός ή πεθαμένος — + Και τώρα τάλλα, για τους θεούς και για την πόλη, + σε σύνοδο κοινή, δουλειά μας κάνοντάς το, + μαζί θε να σκεφθούμε, κι ό,τι καλά στέκει + πρέπει να ιδούμε πως θα καλομείνη πάντα + κι ό,τι από γιατρειά και φάρμακα έχει ανάγκη + καίοντας και κόβοντας στοχαστικά με γνώση + θα δοκιμάσομε, αν μπορή, να φύγη η αρρώστεια. + Τώρα στων παλατιών την τιμημένη εστία + πηγαίνω, πρώτα τους θεούς να προσκυνήσω + που όπως με καταβόδωσαν μ' έφεραν πίσω· + κ' η νίκη μια π' ακλούθησε, ας στεριώση! + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Της πόλεως του Άργους τιμημένοι εσείς γερόντοι, + δε θα ντραπώ να πω σε σας την τόση αγάπη, + που αισθάνομαι του αντρός μου, γιατί ο χρόνος σβήνει + τη συστολή απ' τον άνθρωπο· δεν τάχω ακούση + απ' άλλους, τα δικά μου θα σου πω τα πάθη + όσον καιρόν έλειπε αυτός κάτω στην Τροία· + και πρώτα δίχως άντρα κ' έρμη μες στο σπίτι + είναι φριχτό κακό να κάθεται η γυναίκα + κι όλο ν' ακούη πολλά συφοριασμένα λόγια· + και μόλις μπαίνη ο ένας με κακά μαντάτα + χειρότερη άλλη συμφορά να φέρνη ο άλλος· + κι αν τόσες είταν οι λαβωματιές του, όσες + καθημερνά μας έφερνε στο σπίτι η φήμη + θάταν να πης πιο τρύπιος κι απ' το δίχτυ αλήθεια. + Κι αν όσες φορές τόπανε, είχε πεθάνη + σαν άλλος δεύτερος τρισώματος Γηρυόνης + [πολύ από πάνω, κι από κάτω πια δε λέγω] + τρίδιπλο ντύμα γης πως πήρε θα καυχιόνταν + για να πεθάνη μια φορά στο κάθε σχήμα. + Γι' αυτές λοιπόν και για τις τέτοιες κακές φήμες + πολλές κρεμάθρες άλλοι γύρω απ' το λαιμό μου + με το στανιό μου λύσανε που είχα σφιγμένες. + Γι αυτά δεν βρίσκεται κ' εμπρός σου εδώ κι ο γυιός σου + το ενέχυρον της πίστης μου και της δικής σου, + ο Ορέστης, καθώς έπρεπε, και μη απορήσης· + γιατί τον τρέφει καλοθελητής μας φίλος + απ' τη Φωκίδα ο Στρύφιος, προλέγοντάς μου + διπλά ενδεχόμενα κακά: και το δικό σου + κάτω στην Τροία τον κίντυνο, ή μήπως ρίξη + κάποια αναρχία του λαού την γερουσία, + ως καθώς τόχουν φυσικό οι άνθρωποι πάντα, + πιότερο να ποδοπατούν έναν που πέση. + Μια τέτοια βέβαια πρόφαση δεν κρύβει απάτη· + μα εμένα οι άφθονες πηγές των δάκρυών μου + έχουν στειρέψη και σταλαματιά δε μένει· + και ταργοκοίμητα μου βλάβηκαν τα μάτια + να κλαίω τις παραμελημένες φωταψίες + που πρόσμενα από σένα· και στα ονειρατά μου + από τανάλαφρο του κουνουπιού εξυπνούσα + φτεροσουσούρισμα, γιατί έβλεπα για σένα + πιότερα πάθη κι απ' του ύπνου μου τις ώρες. + Τώρα χαρούμενη που πέρασα όλα ετούτα, + πώς να μη λέω τον άντρα αυτό, σκύλλο της στάνης, + άγκυρα σωτηρίας του πλοίου, και ψηλής στέγης + στερεό στύλο, μονάκριβο παιδί, πατέρα, + στεριά που βλέπει ανέλπιστα ο θαλασσομάχος, + μέρα λαμπρότατη ύστερ' από κακωσύνη, + τρεχάμενο νερό στον δρομομαχισμένο! + Τέτοιων λοιπόν χαιρετισμών τιμή του αξίζει + κι ας λείπη ο φθόνος! φτάνουνε τα περασμένα + που τράβηξα· και τώρ' αγαπητό κεφάλι + κατέβαινε απ' τ' αμάξι σου, δίχως ναγγίξης + στη γης το πόδι σου, που χάλασε την Τροία! + Δούλες τι στέκεσθε; πόχω το χρέος προστάξη + να στρώσετε χαλιά στου δρόμου του τη στράτα; + ευθύς ας γίνη πορφυρόστρωτος ο δρόμος + κι ας τον φέρη στανέλπιστα παλάτια η Δίκη! + Για τάλλα — η έγνοια μου άγρυπνη, σε δίκιο τέλος + θα φέρη — πρώτα ο Θεός — τα πεπρωμένα. + +ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ + + Κόρη της Λήδας, των σπιτιών μου κυβερνήτρα, + σύμφωνα με της απουσίας μου το μάκρος + και τα λόγια σου μάκρυνες, αν και ταιριάζη + νάρχεται απ' άλλους η τιμή του δίκιου εμένα + κι απ' άλλο, με καμώματα γυναίκεια εμένα + μη θες να με χαλάσης και σα βάρβαρο άντρα + ταπεινοπροσκυνάς με χαμόσυρτα λόγια, + μηδέ στρώσης στο δρόμο μου, με τις πορφύρες, + το φθόνο· στους θεούς η τιμή τούτη πρέπει· + θνητός σε τέτια πολυξόμπλιαστα στολίδια + δεν πάει σ' εμένα να πατώ με δίχως φόβο· + σαν άνθρωπο, όχι σαν θεό να με τιμούνε· + και δίχως τα στρωσίματα κι αυτά τα ξόμπλια + η δόξα διαλαλεί· κ' η μετρημένη η γνώση + δώρο μεγάλο του θεού· να μακαρίζης + τον άνθρωπο απ' τα τέλη του τα ευτυχισμένα + κι αν έτσι πάντα φέρνομαι, φόβο δε θάχω! + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Όμως τώρα κι αυτή μη μου αρνηθής τη χάρη. + +ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ + + Ξέρε το, δε θα ιδής τη γνώμη μου ναλάξω. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Μην τύχης τάμμα στους θεούς, για κάπιο φόβο; + +ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ + + Παρά καθ άλλον, ξέροντας το λόγο μου είπα. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Και τι λες τάχα ο Πρίαμος, αν ενικούσε; . . . + +ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ + + Και βέβαια θα πατούσε πάνω στις πορφύρες + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Λοιπόν μη ντηρηθής το τι θα πη ο κόσμος. + +ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ + + Όμως και του λαού η φωνή πολύ βαραίνει. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Τον άνθρωπο που δε φθονούν, μην τον ζηλεύης. + +ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ + + Δεν πάει και στη γυναίκα να γυρεύη αμάχες. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Μα πρέπει κάπου κι ο ευτυχής να τον νικούνε. + +ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ + + Τόσο λοιπόν να με νικήσης επιμένεις; + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Σε με, μα με το θέλημά σου, ας μείνη η νίκη. + +ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ + + Μ' αφού το θες . . . γοργά ας μου λύσουν τις αρβύλες, + που ως σκλάβους τις πατάει και πορπατάει το πόδι· + κ' ενώ πάνω σ' αυτές θα φεύγω τις πορφύρες + ας μη με ιδή κανείς θεός με φθόνου μάτι· + ντροπή, σταλήθεια, τέτοια να ρημάζης πλούτη + κι ασημοζυγιασμένα φάδια μες στους δρόμους. + Τόσο γι' αυτά· την ξένη τώρα ετούτη δέξου + με καλωσύνη· από ψηλά θα καλοβλέπουν + πάντα οι θεοί, όποιος σκληρός δεν είναι αφέντης· + γιατί ποιος πέφτει στη σκλαβιά με θέλημά του; + αυτή, διαλεχτόν άνθος από τόσα πλούτη, + την έφερα μαζί μου, δώρο του στρατού μου· + κι αφού στο θέλημά σου μ' έχεις τέλος φέρη + πατόντας σε πορφύρες στο παλάτι ας εμπώ! + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Έχει κι αν έχει η θάλασσα! ποιος θα την σώση; + που ασημοζύγιαστη πολλήν πορφύρα θρέφει + καινούργια πάντα, για όσα θες να βάφης φάδια. + Και το σπίτι σου, ρήγα μου, τόχει για νάχη, + και πρώτα ο θεός φτώχεια τι πάει να πη δε ξέρει· + κι αν τέτοιο μου έφερναν χρησμό απ' τα μαντεία + θάταζα τόσα κι άλλα φάδια να πατιόνταν + για τα καλά σου, νάθε ταξιωθώ, δεξίμια· + γιατί σαν μένη η ρίζα, τα κλωνιά φουντώνουν + κι απλώνουν ήσκιο του σπιτιού, στο βαρύ κάμμα· + έτσι και σένα ο γυρισμός σταρχοντικό μας + σαν να μας φέρνη από χειμώνα καλωσύνη· + κι όταν γυαλίση απ' τη ξυνή την αγουρίδα + κρασάτη ρόγα, τότε πια η δροσιά γλυκειά 'ναι, + σαν κυβερνάει το σπίτι του ο ίδιος ο αφέντης. + Ω Δία μου τέλειε, δίνε στις ευχές μου τέλος + κι όπως συ θέλεις κάμε ό,τι να κάμης θέλεις. + +ΧΟΡΟΣ + +ΤΡΙΤΟ ΣΤΑΣΙΜΟ + + Γιατί με τόσο πείσμα πάντα εμπρός + στη 'λαφροΐκιωτή μου τη καρδιά + αυτός ο φόβος να πηδά + κι ακάλεστος κι αλέρωτος + μου ψέλνει προφητείες; + Γιατί σαν τα όνειρα τα σκοτεινά + να μην μπορώ να τον ξορκίσω + και το καλό το θάρρος μου ξανά + στο θρόνο της καρδιάς να στήσω; + κι όμως καιρός επέρασ' από τότε, + που σέρνοντας τα παλαμάρια + αφήσανε την αμουδένια ακρογιαλιά, + όταν κατά την Τροία ξεκίνησαν + με το στρατό μας τα καράβια. + + Τώρα ο ίδιος μάρτυρας εγώ + το γυρισμό τους με τα μάτια μου είδα· + μα πάλι από μέσα, και με δίχως λύρα, + ψάλλει αυτοδίδακτη η καρδιά μου + των Ερινύων το θρήνο + και γω δεν έχω αλάκερο + το καλό θάρρος της ελπίδας. + Γιατί έτσι μάταια δεν σπαρνούν + τα σπλάχνα μου, ουδέ στρέφει + μ' όχι του κάκου ταραγμούς + σε δίκιους η καρδιά μου λογισμούς. + Μα εύχομαι ψεύτικοι να βγουν + οι φόβοι παναμένω + και να γενούν τανέμου. + + Αχόρταγη είναι βέβαια η άκρα υγεία + γιατί η αρρώστεια * * * + γειτόνισσα ενός τοίχου συνορεύει + + * * * * * * + + και του θνητού η καλοτυχιά που πλέει πρίμα + χτύπησε απάνω στα κρυφά τα βράχια. + Μ' αν απ' τα κερδισμένα πλούτη + δεν ντηρηθή να κάμη χύση + με το πρεπούμενο το μέτρο, + δεν πήε κατά βυθού το σπίτι + μ' όλο της συμφοράς το παραφόρτωμα + και δεν εβούλιαξε το σκάφος. + Πολλά τάφθονα δώρα τουρανού + και της καλόχρονης σοδειάς + διώξαν την πείνα και τη φτώχεια. + + Όμως, μια να χυθή χάμω στη γης + το μαύρο αίμα ανθρώπου σκοτωμένου + ποιος να το φέρη πίσω με γητειές; + μήπως και κείνον, που με τη σοφία του + να ξαναζωντανεύη μπόρειε πεθαμένο. + δεν τούδωσε ο Δίας να μάθη; + Αν όμως η ωρισμένη μοίρα απ' τους θεούς + δεν μπόδιζε να ξεπερνούμε + τα σύνορα που έχουνε τάξη, + τη γλώσσα θα προλάβαινε η καρδιά + στο φως αυτά να φέρη· + τώρα στα σκοτεινά κρυφανταριάζει + χωρίς καμμιάν ελπίδα, η πονεμένη, + να ξεσκεπάση τίποτα σωστό + μες απ' τα φλογισμένα φρένα. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Και συ, σε σένα λέω Κασσάνδρα, έμπαινε μέσα, + αφού σούδωκε ο θεός ανόργητα εδώ μέσα + του σπιτιού μας να γίνης και με τόσες δούλες + μαζί να παραστέκης δίπλα στο βωμό μας, + κατέβαινε απ' ταμάξι, δίχως περηφάνεια. + Αφού κι ο γυιός ακόμα λέγουν της Αλκμήνης + ψωμί σκλαβιάς υπόφερε να δοκιμάση· + γιατί αν το φέρη η τύχη τέτοια νάρθη ανάγκη, + χαρά 'ς τον, που αρχαιόπλουτο κύριο θα λάχη. + Μα εκείνοι, όπου ανέλπιστα θερίσουν πλούτη, + πάντα σκληροί στους δούλους και με δίχως μέτρο + έχεις τώρ' από μέρους μας, ότι είναι δίκιο. + +ΧΟΡΟΣ + + Σούπε λόγια κοφτά και στρογγυλά και παύει· + και μια που στα πλεμμάτια είσαι της τύχης, + ό,τι σου λέει κάμε — αν θες — μα ίσως δεν θέλεις. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Μ' αν ίσως και δεν έχει σαν το χελιδόνι + βαρβαρικιά στη γλώσσα της φωνή και ξένη, + τα φρόνιμά μου νοιώθοντας θακούση λόγια. + +ΧΟΡΟΣ + + Εμπρός· σου λέει τα πιο καλά στη θέσι που 'σαι + κι ακλούθει αφίνοντας αυτή την έδρα τώρα. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Καιρό δεν έχω πλια εδώ έξω από τη θύρα + να χάνω· γιατί εμπρός εις τους βωμούς, στη μέση + του παλατιού, για σφάξιμο τ' αρνιά προσμένουν. + σαν να ποτέ μην έλπιζαν μια τέτοια χάρη· + και συ στο νου σου αν τόχης κάμε ό,τι θα κάμης + κι αν πάλι δεν τη νοιώθης, ξένη, αυτή τη γλώσσα + μίλησε αντίς με τη φωνή καν με το χέρι. + +ΧΟΡΟΣ + + Φαίνεται θέλει η ξένη έν' άξιο δραγομάνο + κι ο τρόπος της νεοσκλάβωτο την δείχνει αγρίμι. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Μα είναι τρελλή, κι ακούει κακά στο νου της φρένα, + 'π' αφού πάρθηκ' η χώρα της κ' εδώ μας ήρθε, + δε λέει στο χαλινάρι της να συνειθίση + πρι να ξαφρίση τους θυμούς του αίματός της. + Σκοπό δεν τόχω πιότερα να χάνω λόγια. + +ΧΟΡΟΣ + + Μα εγώ τη συμπονώ και δε θα της θυμώσω· + κατέβα πια ταλαίπωρη κι άφις τ' αμάξι + και κάνε της σκλαβιάς σου αρχή σαν είναι ανάγκη. + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Συμφορά μου ωιμέ συμφορά, + Απόλλων Απόλλων! + +ΧΟΡΟΣ + + 'Τι θέλουν τάχα οι θρήνοι αυτοί για το Λοξία; + δεν είναι τέτοιος να του πρέπουν μοιρολόγια. + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Συμφορά μου ωιμέ συμφορά, + Απόλλων Απόλλων! + +ΧΟΡΟΣ + + Πάλι με στόμα βλάστημο το θεό φωνάζει + που σε γόους να παραστέκη δεν του πρέπει. + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Απόλλων, + Απόλλων οδηγέ κ' η απώλειά μου! + δεύτερη αυτή φορά και για καλά με χάνεις. + +ΧΟΡΟΣ + + Για τα δικά της πάθη, λέω, θα προφητέψη. + μένει το θείο το χάρισμα και στη σκλαβιά της. + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Απόλλων, + Απόλλων οδηγέ κ' η απώλεια μου! + α, που τάχα μ' ωδήγησες; και σε ποια στέγη; + +ΧΟΡΟΣ + + Στων Ατρειδών τη στέγη· κι αν δε τόχης νοιώση + νά που σου λέω· και ψέμα δε θα πης πως σου είπα. + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Α, α, + θεομίσητο σπίτι, και πόσα ξέρει + φονικά, σκοτωμούς από δικών χέρι, + ανθρωπομακελλειό αιματορραντισμένο! + +ΧΟΡΟΣ + + Μοιάζει μύτη καλή σαν σκύλλα νάχη η ξένη, + και ψάχει νάβρη εκεί που οσμίζεται το γαίμα. + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Γιατί έχω μάρτυρες, νά, ιδού, ετούτα. + Βρέφη που σκούζουν κάτω απ' το μαχαίρι + κρέατα ψητά, απ' τον πατέρα φαγωμένα. + +ΧΟΡΟΣ + + Τη μαντική σου είχαμε ακουστά τη φήμη, + αλλά γι' αυτά δεν μας χρειάζονται προφήτες. + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Αλλοί κι απ' αλλοί, το τι έχει στο νου της; + τι 'ναι αυτό το καινούργιο κακό το μεγάλο, + το μεγάλο, που εδώ μέσα ετοιμάζει, κακό + για τους φίλους βαρύ + και δεν έχει γιατρειά + κ' είναι κάθε βοήθεια μακριά. + +ΧΟΡΟΣ + + Αυτά σου τα μαντεύματα δεν τα γνωρίζω· + τάλλα τα ξέρω· τα κηρύττει όλη η χώρα. + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Αλλοί σου αθλία, και το κάνεις αυτό; + τον άντρα, το δεξί σου το πλευρό, + ευφραίνεις με λουτρό — πώς να το πω το τέλος; + μα όπου και νάναι γίνεται· κι απλώνει + χέρι το χέρι γοργό. + +ΧΟΡΟΣ + + Δεν νοιώθω ακόμα· κ' ύστερα απ' τα αινίγματά σου + τώρα τους σκοτεινούς σου τους χρησμούς τρομάζω. + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Έ, ε, παπαί παπαί, τι 'ναι που φαίνεται; + δεν είναι δίχτυ του Ίδη; + μα δίχτυ 'ναι η γυναίκα του, η φόνισσά του· + κ' η κατάρα η αχόρταγη του γένους + ας κλάψη του φριχτού το θρήνο φονικού. + +ΧΟΡΟΣ + + Ποια τούτη η Ερινύα που προσκαλείς να υψώση + θρήνο στο σπίτι; δε μ' ευφραίνει αυτός σου ο λόγος + και μαύρη στην καρδιά μ' ανέβηκε σταλιά + το γαίμα — όπως με θανάσιμη πληγή + χυμένο πάει με το φως του βίου που σβύνει, + και δεν αργεί να φτάση το κακό. + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Α, α· ιδού ιδού· κράτα μακριά + τον ταύρο από την αγελάδα, + με δόλο μες στα βρόχια της τον πιάνει, + βαράει του μαύρου μια, και πέφτει + μες στα λεβέτια του λουτρού, όπως σου λέω. + +ΧΟΡΟΣ + + Δε θα το καυχηθώ πως νοιώθω τους χρησμούς σου + με κάτι όμως κακά μου φαίνεται να μοιάζουν. + Και πότε απ' τους χρησμούς βγήκε για τους θνητούς + λόγος καλός; — μέσα στις συμφορές + των μάντηδων οι περισσές οι τέχνες + το φόβο έρχουνται να φέρουν. + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Αλλοίμονο της άμοιρης μαύρη μου τύχη, + βάζω και κλαίω μαζί και τα δικά μου πάθη! + που ηύρες να φέρης την ταλαίπωρη κ' εμένα, + τι άλλο, πάρεξ να πεθάνω εδώ μαζί σου! + +ΧΟΡΟΣ + + Φρενοπαρμένη θάσαι και θεοπείραχτη, + μόνη σου για να ψάλλης θρήνον άνομο + του εαυτού σου, όπως η ξανθιά + κι αβάρετη στα κλάματα αηδόνα, + που κλαίοντας κλαίει πάντα τον Ίτυν Ίτυ + σ' όλη την πικραμένη τη ζωή της. + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Καλότυχη της λιγερής μοίρα αηδόνας! + αυτή την ντύσανε οι θεοί με φτερωτό κορμί + και μες τα κλάματα γλυκειά της δώσανε ζωή· + μα εμέ σφαγή με δίκοπο σπαθί προσμένει. + +ΧΟΡΟΣ + + Πούθ' έρχονται, από ποιο θεό σταλμένοι οι τρόμοι αυτοί, + και τα δεινά με σκούξιμο κακόσυρτο θρηνείς, + και με προφητικούς ψάλλεις μαζί σκοπούς; + πούθε τα μέτρα αυτής της τέχνης μαντικής + έχεις και κακομελετάς; + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Ω γάμοι γάμοι Πάριδος των φίλων συμφορά, + ω του Σκαμάντρου πατρικό νερό! + που μια φορά στις όχθες σου την άθλια + μ' έθρεφες και με τράνευες + και τώρα γρήγορα θαρρώ γύρω στον Κωκυτό + και στις οχθιές του Αχέροντα θα προφητέψω! + +ΧΟΡΟΣ + + Τι 'ναι αυτός τώρα ο φανερός πάρα πολύ χρησμός; + κ' ένα μωρό μπορεί να νοιώση· + και στη καρδιά με πλήγωσε σα δάγκαμα φιδιού + καθώς τη μαύρη μοίρα σου μοιρολογάς πικρά + και με σπαράζεις να σ' ακούω. + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Ω κρίμα οι κόποι, η χώρα μας κ' επήε κατά βυθού! + κρίμα οι θυσίες του πατέρα για τους πύργους + και τα σφαγμένα αρίθμητα παχιά κοπάδια + τίποτε δεν ωφέλησαν + για να μην πάθη ό,τι έπαθεν η πόλη. + Και γω το θερμόν αίμα μου ταχιά στη γη σκορπώ! + +ΧΟΡΟΣ + + Σύμφωνα μ' όσα μούψαλες κι αυτά που τώρα λες. + Και βέβαια κάποιος δαίμονας σε βάζει, + όπου κακό σου θέλει, πέφτοντας βαρύς, + για να θρηνής πικρά πάθη θανατικά· + και πού θα βγη δε ξέρω . . . + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Σε λίγο ακόμη κι ο χρησμός πια δε θα βλέπη + μέσ' από πέπλους σαν την νιόπαντρη τη νύφη· + μα θα χυθή, όπως φαίνεται, μ' ορμή μεγάλη + προς του ήλιου τις ανατολές, και σαν το κύμα + στο φως κακό θα βγάλη πιο μεγάλο απ' τάλλο. + Τώρα όχι πια μ' αινίγματα θα σου τα μάθω! + Και μάρτυρες μου νάσαστε, μαζί ακλουθόντας, + πως των αρχαίων οσμίζομαι κακών τα χνάρια· + γιατί ποτέ δεν απολείπει αυτή τη στέγη + χορός που ψάλλει μια κακόφωνη αρμονία. + Και μια που μάλιστα έχει πιή ανθρώπινο αίμα + κι αποδιαντράπη ολότελα, τόστρωσε μέσα + στο σπίτι για καλά, και πια δε λέει να φύγη + των Ερινύων των συγγενικών ο κώμος. + Κ* έτσι για πάντα θρονιασμένες τραγουδούνε + την πρώτη του κακού αφορμή, και καταριούνται + κλίνη, που ατίμασε αδελφός, προς όλεθρό του. + Αστόχησα ή το ηύρα σαν καλός τοξότης; + Ή ψευτομάντισσα είμαι φλύαρη δερνοθύρα; + αρνήσου το αν μπορής κι ορκίσου πως δε ξέρεις + απ' ακουστά τις πρώτες του σπιτιού αμαρτίες + +ΧΟΡΟΣ + + Ω και να μπόρειε ο στέρεος δεμένος όρκος + καμμιά θεράπεια νάφερνε! μα εσέ θαυμάζω + που όντας περατινή κι απ' αλλόγλωσση πόλη, + σαν νάσουν μπρος και τάβλεπες τα ξεδιαλύνεις. + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Το δώρο αυτό απ' το μάντη δέχτηκα το Φοίβο. + +ΧΟΡΟΣ + + Μην, και θεό, τον λάβωσε η αποθυμιά σου; + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Πριν, τόχα για ντροπή μου να τ' ομολογούσα. + +ΧΟΡΟΣ + + Τόχει ο καθείς να 'παίρεται στην ευτυχιά του. + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Μα είταν για μένα αγωνιστής γιομάτος φλόγα. + +ΧΟΡΟΣ + + Μην και σε κλίνη γάμου επλάγιασες μαζί του; + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Αφού είχα πη το ναι, τον γέλασα κατόπι. + +ΧΟΡΟΣ + + Ενώ είχες πια τη θεϊκιά τέχνη παρμένη; + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Στην πόλη πια προφήτευα τα ήθελε πάθη. + + ΧΟΡΌΣ + + Και πώς απλέρωτη έμεινες απ' την οργή του; + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Κανένας πια σε τίποτε δεν μου επιστεύαν. + +ΧΟΡΟΣ + + Μα εμείς αυτά που λες μας φαίνεται είν' αλήθεια. + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Αχ! Αχ! + Πάλι ο φριχτός ο πόνος της ορθομαντείας + μ' απαίσιο προανάκρουσμα μ' αναταράζει. + Βλέπετε εδώ τους νέους αυτούς τους θρονιασμένους + μέσα στο σπίτι ομοίους με μορφές ονείρων, + παιδιά που σαν δικοί τους τάχουνε σφαγμένα; + γιομάτα από φαΐ των σαρκών τους τα χέρια + μαζί άντερα και σπλάχνα — γιόμισμα τρισάθλιο, + φαίνονται να κρατούν, που γεύτηκε ο πατέρας! + Κ' εκδίκησί τους μελετά να πάρη κάποιος + λιόντας δειλός, που στρέφεται μες στα κρεβάτια + και στο σπίτι φυλάει, ωιμέ, πότε να στρέψη + ο αφέντης — ναι, ο αφέντης μου, αφού είμαι σκλάβα. + Κι ο στόλαρχος και νικητής της Τροίας δε ξέρει + τι με της γλώσσας της τα χάδια και τα λόγια + τα πρόσχαρα, του μαγερεύει η μαύρη σκύλλα, + σαν την κρυμμένη συμφορά, κακιά του μοίρα! + Τέτοια τολμά! γυναίκα να σκοτώση άντρα! + και ποιο όνομα στο μισητό το τέρας νάβρω + να του ταιριάζη; αμφίσβαινα ή τάχα Σκύλλα + που μες στους βράχους, θρήνος των ναυτών, φωλιάζει; + μάννα του Χάρου αλλόφρενη, που των δικών της + κρατάει αμάχη ασύβαστη; κ' ερέκαξε έτσι + σαν να είχε εχθρούς η απόκοτη κατατροπώση, + και χαρά τάχα δείχνει για το γυρισμό του; + Και αν θέλης πίστεψέ μου, κι αν δε μη . . τι τάχα; + Θαρθή που θάρθη· και συ μάρτυρας σε λίγο + σωστή πολύ προφήτισσα θε να με κλάψης. + +ΧΟΡΟΣ + + Το δείπνο του Θυέστη με παιδιών του σάρκες + τόνοιωσα κι ανατρίχιασα κ' έχω ένα φόβο! + Γι' αυτά σου που είπες, που δε μοιάζουν παραμύθια· + μα τάλλα πάκουσα — βγήκα και πάω απ' το δρόμο. + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Πώς του Αγαμέμνονα θα ιδής σου λέω το φόνο. + +ΧΟΡΟΣ + + Φράξε το στόμα σου, άθλια, στον κακό λόγο! + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Γιατρός κανείς δεν βρίσκεται γι' αυτό που σου είπα. + +ΧΟΡΟΣ + Όχι, αν θα γίνη· μα ο θεός να μην το δώση! + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Καλές οι ευχές· μα εκείνοι μελετούν τον φόνο. + +ΧΟΡΟΣ + + Ποιος νάναι ο άντρας που το κρίμα αυτό ετοιμάζει; + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Βλέπω οι χρησμοί μου αλήθεια πήγανε στο βρόντο. + +ΧΟΡΟΣ + + Ποιος είν' αυτός ο επίβουλος, δεν τόχω νοιώση. + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Κι όμως καλά τη γλώσσα ξέρω των Ελλήνων. + +ΧΟΡΟΣ + + Και η Πυθία επίσης, μα οι χρησμοί της, σκότος. + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Αλλοί μου! ω ποια φωτιά χυμίζει και μ' αδράχνει! + Οτοτοτοί, Απόλλων Λύκειε, αλλοίμονό μου! + Αυτή, λιόντισσα με δυο πόδια, που κοιμάται + με λύκο, ενώ το αρχοντικό λιοντάρι λείπει + θα με σκοτώση τη φτωχιά, κι ως να ετοιμάζη + φάρμακο, θε να χύση μέσα στην οργή της + και τη δικιά μου πλερωμή κ' ενώ ακονίζει + το σπαθί για τον άντρα της, θε να εγκωμιάζη + πως γιατί μ' έφερε μαζί τον εκδικιέται. + Και τι λοιπόν τα θέλω αυτά σα να μ' εμπαίζουν + τα σκήπτρα και τα μαντικά στεφάνια εμπρός μου; + Εσένα πριν του τέλους μου θα σε χαλάσω· + και στην οργή και σεις, κ' εγώ ταχιά ακλουθώ σας, + στολίσετε άλλη συμφορά αντίς για μένα. + Νά! με τα χέρια του ο Απόλλωνας μου βγάζει + το μαντικό το φόρεμα· κι αφού είδε πρώτα, + και μ' όλη αυτή μου τη στολή, τα περιγέλοια + που φίλοι εχθροί μου κάνανε, βέβαια του κάκου, + κ' υπόφερα σα μια ζητιάνα γυρολόγα + να με λένε φτωχιά, στρίγγλα και λιμασμένη — + και τώρα ο μάντης μάντισσα που μ' έχει κάμη, + μ' ωδήγησε σ' αυτές τις θανάσιμες τύχες! + Κι αντίς ο πατρικός βωμός, με περιμένει + ζεστό το κρεατοσάνιδο που θα με κόψουν. + Μα ακδίκητο οι θεοί το αίμα μου δε θαφήσουν, + γιατί άλλος πάλι εκδικητής θαρθή δικός μας + να πάρη από τη μάννα που τον γέννα πίσω + του πατέρα το γαίμα· κ' έρχεται διωγμένος + πλανημένος κι απόξενος αυτής της χώρας, + κορώνα στου σπιτιού τις συμφορές να βάλη. + Κ' εστέριωσε από τους θεούς μεγάλος όρκος + νάρθη του ξαπλωμένου ανάγερμα πατέρα. + Μα γιατί τάχα εδώ πονετικά να κλαίω + μια που είδα με τα μάτια μου του Ιλίου την πόλη + να πάθη ό,τι έπαθε; και κείνοι που την πήραν + έτσι με των θεών την κρίση ξεμπερδεύουν; + Πηγαίνω στο γραφτό μου και στο θάνατό μου + και χαιρετάω αυτές εδώ του Άδη τις πόρτες. + Μόνου άμποτε μια και καλή πληγή να λάβω + που να μπορέσω ασφάδαστη και με χυμένο + το γαίμα ευκολοθάνατη να ξεψυχήσω. + +ΧΟΡΟΣ + + Ω συ πολύ ταλαίπωρη και πολύ πάλι + σοφή γυναίκα, είπες πολλά, κι αν απ' αλήθεια + το θάνατό σου ξέρεις, πώς με τόση τόλμη + σα βώδι που οδηγάει θεός στο βωμό στέκεις; + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Δεν έχει γλυτωμό κι αν κερδήσουμε χρόνο. + +ΧΟΡΟΣ + + Μα η τελευταία η ώρα είναι όπου αξίζει. + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Ήρθεν η μέρα· τι θε να κερδίσω αν φύγω; + +ΧΟΡΟΣ + + Κακό σου φέρνει, ξέρε το, αυτή σου η τόλμη. + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Μα είναι ωραίο κανείς να ποθάνη με δόξα. + +ΧΟΡΟΣ + + Και ποιος τ' ακούει αυτά απ' τους ευτυχισμένους; + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Ωιμένα εσύ, και τάξια σου παιδιά, πατέρα! + +ΧΟΡΟΣ + + Τι 'ναι; Ποιος φόβος σου γυρνάει το νου σου πάλι; + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Αχ κι αχ! + +ΧΟΡΟΣ + + Τι πάλι αυτό το αχ; εκτός του νου σου αν βλάβη . . . , + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Φόνον αιματοστάλαχτο βγάζουν οι τοίχοι. + +ΧΟΡΟΣ + + Και πώς; Είν' τα σφαχτά που στους βωμούς μυρίζουν. + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Είν' όμοιος σαν αχνός που βγαίνει από τους τάφους. + +ΧΟΡΟΣ + + Δεν μοιάζει αυτό που λες με της Συρίας τα μύρα. + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Μα τώρα μέσα πάω τη μοίρα μου να κλάψω + και του Αγαμέμνονα· με φτάνει όσο έχω ζήση. + Αχ φίλοι! + Δε σκούζω σαν πουλί έτσι από μάταιο φόβο + σε θάμνο εμπρός· θε να πεθάνω· και σας θέλω + μάρτυρες, σαν πεθάνη αντίς για με γυναίκα + κι άντρας αντίς για τον κακότυχο τον άντρα· + ως ξένιο δώρο πριν πεθάνω αυτό σας θέλω. + +ΧΟΡΟΣ + + Αθλία, σου κλαίω τη μοίρα σου που προφητεύεις. + +ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ + + Ακόμη μια φορά θέλω να πω σαν θρήνο + έτσι εδικό μου. Μπρος στο στερνό φως του ήλιου + εύχομαι οι εκδικάτορες του βασιλιά μου + να θυμηθούν και τους δικούς μου τους φονιάδες + για το εύκολο κατόρθωμα φόνου μιας σκλάβας. + +ΧΟΡΟΣ + + Αχ και το τι 'ναι ο άνθρωπος! στην ευτυχία του + σα ζουγραφιά φαντάζει, πλην η δυστυχία + μια σα σφουγγάρι υγρό της δίνει και τη σβύνει· + κι αυτά από κείνα πιο πολύ ελεούμαι ακόμη. + Η ευτυχία είναι πράμα που δε λένε ποτέ + να χορτάσουν οι ανθρώποι + και δεν τη βαρέθηκε τόσο κανένας ποτέ + να της κλείση την πόρτα + απ' έξω απ' τα πλούσια παλάτια, + κράζοντάς της: μη μπαίνης. + Και σ' αυτόν έχουν δώση οι θεοί να νικήση + του Πριάμου την πόλη + και μας γύρισε πίσω γιομάτος με δόξα. + Μ' αν τώρα πλερώση το κρίμα των άλλων + κι αν άλλων θανάτων το γαίμα ξεπλύνη + αυτός με το φόνο του πάλι, + ποιος γρικόντας αυτά θα μπορέση να πη + πως με δίχως κακό εγεννήθη; + +ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ + + Ωιμένα μου και πάω! βαθιά με βρήκε μέσα! + +ΧΟΡΟΣ + + Σώπα! ποιος φωνάζει τάχα χτυπημένος στα γερά; + +ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ + + Πάλι ξανά μου αλλοίμονο με βρήκε κι η άλλη. + +ΧΟΡΟΣ + + Το έργο τέλειωσε! λογιάζω απ' τη φωνή του βασιλιά· + μα τουλάχιστον έλ' ας δούμε τι έχουμε να κάμουμε. + +ΧΟΡΟΥ ο α' + + Εμένα η γνώμη μου είναι σε βοήθεια αμέσως + να κράξομε όλη εδώ την πόλι στο παλάτι. + +ΧΟΡΟΥ ο β' + + Εγώ, μια ώρα αρχύτερα να μπούμε μέσα + και να τους πιάσομε με το σπαθί στο χέρι. + +ΧΟΡΟΥ ο γ'. + + Και γω μ' αύτη τη γνώμη, κάτι πρέπει λέω + να κάμουμε, καιρός για χάσιμο δεν είναι. + +ΧΟΡΟΥ ο δ' + + Φώς φανερό· όπως άρχισαν είναι σημείο + πως ετοιμάζουν τυραννίδα για την πόλη. + +ΧΟΡΟΥ ο ε' + + Η ώρα περνά, μα όσοι της άργητας πατούνε + στα πόδια τη ντροπή, έχουν το χέρι ξύπνιο. + +ΧΟΡΟΥ ο στ' + + Και γω δε ξέρω ποια βουλή να βρω να δώσω· + πρέπει να το σκεφθή ένας που κάνει κάτι. + +ΧΟΡΟΥ ο ζ' + + Τέτοιος είμαι κ' εγώ, γιατί δε ξέρω τρόπο + έναν που πέθανε, με λόγια ν' αναστήσω. + +ΧΟΡΟΥ ο η' + + Κ' έτσι όσο ζούμε το λοιπόν, στην κεφαλή μας + θάχουμε αυτούς τους άτιμους να μας ορίζουν; + +ΧΟΡΟΥ ο ι' + + Μα όχι! δεν είναι υποφερτό· κάλλιο ας πεθάνω + παρά σκλαβιά, γλυκύτερη μια τέτοια μοίρα. + +ΧΟΡΟΥ ο ι' + + Μα τάχα αυτά τα βογγητά να είταν σημάδι + να κρίνουμε πώς είναι κι όλας σκοτωμένος; + +ΧΟΡΟΥ ο ια' + + Ας μη μας παίρνη ο οργή πρι να βεβαιωθούμε· + άλλο να βάζης με το νου, κι άλλο η αλήθεια. + +ΧΟΡΟΥ ο ιβ' + + Απ' όλα τα πολλά μ' αυτή τη γνώμη κλίνω + να μάθουμε ακριβώς τι γένηκε ο Ατρείδης. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Απ' όλα πριν που από σκοπού έχω ειπωμένα + δε θε να το ντραπώ να πω τα ενάντια τώρα. + Γιατί και πώς αλλιώς κανείς, σαν ετοιμάζει + τον όλεθρο του εχθρού του, που περνά για φίλος, + να περιφράξη στέρεα του χαμού τα δίχτυα + σε ύψος που να είναι αδύνατο να το πηδήση; + Μα εμέ δε με ηύρε ανέτοιμη αυτός ο αγώνας + της έχθρας τέλος της παλιάς, αν και με χρόνια. + Και στέκω εδώ που χτύπησα, στο έργο μου επάνω. + Κ' έτσι έκαμα, και δεν τ' αρνιούμαι, που απ' το χάρο + να μην μπορέση να διαφεντευθή ή ξεφύγη. + Γύρω του δίχτυ ατέλειωτο, σαν ψαριών δίχτυ, + τυλίζω — πλουσιοπάροχη φορεσιά χάρου — + και δυο φορές τονέ χτυπώ· και με δυο βόγγους + πέφτει παράλυτο κορμί και σωριασμένος + τρίτη αποπάνω του χτυπώ, ταμμένη χάρη + του Δία σωτήρα των νεκρών κάτω στον Άδη. + Έτσι ξερνάει πεσμένος χάμω τη ψυχή του + και το αίμα του σαν ψιλή σφήνα ξεπετόντας + με μαύρες στάλες φονικής δροσιάς με ραίνει + κ' εύφρανε τη ψυχή μου όχι πιο λίγο απ' ό,τι + του θεού η βροχούλα τα σπαρτά στο πλούμισμά τους. + Τέτοια λοιπόν, πρόκριτοι σεβαστοί του Άργους, + κι αν σας βολή χαρήτε· καύχημα εγώ τόχω· + κι αν είταν πρέπον σε νεκρούς σπονδές να κάνουν, + δίκαια σ' αυτόν θα ταίριαζε και παραδίκαια. + Μόνος του το ποτήρι γιόμισε με τόσες + στο σπίτι συμφορές κ' ήλθε και τόπιε ο ίδιος. + +ΧΟΡΟΣ + + Θαυμάζομε τι αχρεία γλώσσα έχεις στο στόμα + που επάνω στον νεκρό του αντρός σου έτσι καυχιέσαι. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Σαν άμυαλη με δοκιμάζετε γυναίκα· + μα εγώ με ατρόμητη καρδιά σου λέω να ξέρης. + Και συ καν θες να μ' επαινής καν να με ψέγης, + το ίδιο μου κάνει· αυτός είν' ο Αγαμέμνων, άντρας + δικός μου, και νεκρός μ' αυτό το δεξί χέρι + που με το δίκιο ό,τι έκαμε . . . αυτό να ξέρης. + +ΧΟΡΟΣ + + Σαν τι κακό, γυναίκα, + να γεύτηκες βοτάνι από το γη θραμμένο, + ή τι φαρμάκι από τη θάλασσα βγαλμένο, + και πήρες τέτοια λύσσα και λαού κατάρα; + δίκασες κ' έκοψες, μα τώρα εξόριστη + βδέλυγμα θάσαι της χώρας. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Τώρ' απ' την πόλη μου δικάζεις εξορία, + μίσος των πολιτών και του λαού κατάρες, + ενώ κανένα φταίξιμο σ' αυτόν δε βρήκες, + που ούτε σα νάτανε σφαχτό λογιάζοντάς το, + όταν με γέννες καρπερές φτουρούν οι στάνες, + την κόρη του εθυσίασε — τον πιο γλυκό μου + καϋμό — για να γητέψη το βοριά της Θράκης. + Δεν είν' αυτός που τούπρεπε μακριά απ' τη χώρα + να διώχτης για το κρίμα του; και συ δικάζεις + σκληρά το έργο που μ' άκουσες. Μα σου το λέω: + Φοβέριζε κ' είμαι έτοιμη, μια σου και μια μου, + νάμαι στην εξουσία σου, αν με νικήσης. + Μ' αν πάλι δώση ο θεός κι αλλιώς τα κρίνη + θε να σου μάθω, αν κι αργά, να βάλης γνώση. + +ΧΟΡΟΣ + + Μεγάλα τα σοφίσματά σου, + κι άρρητα κλώθεις σαν να τάραξε + το νου σου το χυμένο αίμα, και θαρρείς + πως σου φαντάζει η βούλλα η κόκκινη στην όψη. + Μα κάπου θάρθη μέρα, δίχως φίλους + και καταφρονεμένη + μ' αίμα το αίμα να πλερώσης. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Μ' άκου τώρα κι αυτό τον όρκο που σου ομόνω + Έτσι ναι, μα της κόρης μου την τέλεια Δίκη, + πόσφαξα και της πρόσφερα θυσία ετούτον, + ούτε σκιά στο σπίτι μου φόβου δε θάμπη + όσο που της γωνιάς μου τη φωτιά θανάβη + ο Αίγισθος, σαν πάντα καλοθελητής μου· + γιατί ναι αυτός του θάρρους μας μεγάλη ασπίδα. + Νά τον! νεκρός, ο ατιμαστής της γυναικός του + και των Χρυσηίδων ο καλός κάτου στην Τροία. + νά την! και τούτη εδώ η αιχμάλωτη, η μαγίστρα + η χρησμολόγα και παρακοιμάμενή του + πιστή γυναίκα, πότριβαν μαζί το ίδιο + σκαμνί του καραβιού — μα ότι άξιζαν το βρήκαν· + αυτός από τη μια μεριά· κι αύτη αφού είπε + σαν κύκνος το στερνό θανάτου μοιρολόι + κείται στο πλάι του αγαπητού, που είχε τη φέρη + προσφάγι γλιχουδιάρικο του κοιμηθιού μας. + +ΧΟΡΟΣ + + Αλλοίμονο, ποια να είταν γρήγορη + δίχως κρεβάτωμα ουδ' αρρώστεια + νάρχουνταν μοίρα να μας έφερνε + για πάντα τον ατέλειωτο τον ύπνο, + τώρα που πάει εχάθη ο φύλακας + ο τρισκαλώτατός μου, + που όσα από μια γυναίκα υπόφερε, + κι από γυναίκα χάνει τη ζωή του. + Ω Ελένη εσύ, δίχως κρίση και νου, + που μια τις πολλές τις πάρα πολλές + ψυχές εθυσίασες κάτω απ' την Τροία, + και τώρα στο τέλος . . . + + . . . . . . . . . . . . . . . . . . . + . . . . . . . . . . . . . . . . . . . + + πολυθύμητον αίμα ανθολόγησεν άπλυτον + κάποια που θάτανε τότε στο σπίτι + οργή βαρυσύντυχη και συμφορά. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Μ' αυτά μη βαργομάς και πας και ζητάς + του θανάτου τη μοίρα· + κι ούτε μη στην Ελένη γυρνάς την οργή σου + πως χάλασε κόσμο, πως μια της αυτή + εθυσίασε τόσες ψυχές Δαναών + κ' έχει ανοίξη πληγή που δεν κλείνει. + +ΧΟΡΟΣ + + Δαίμονα, που στο σπίτι αυτό βαρύς + και στους διπλούς τους Τανταλίδες πέφτεις + και δίνεις στις γυναίκες τις ισόψυχες + νίκη, που την καρδιά σπαράζει εμένα! + Και ιδού την τώρα επάνω στο νεκρό + σαν κόρακας κακός εστάθη + και το καυχιέται με τα δίκια της + πως ψάλλει αυτό τον ύμνο . . . + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Τώρα μάλιστα τώπες σωστά + και με δίκιο τα ρίχτεις + στης γενεάς τον τετράπαχο δαίμονα, + γιατ' αλήθεια είναι αυτός που από μάννας κοιλιά + θρέφει τούτη τη λύσσα που γαίμα διψά + κι όπου πριν να τελειώση η παλιά συμφορά, + άλλο γαίμα χυμένο. + +ΧΟΡΟΣ + + Μεγάλο αλήθεια δαίμονα + κι οργή εγκωμιάζεις θεϊκιά στο σπίτι, + κακόν εγκώμιο, αλλοίμονο! + αχόρταγης και μαύρης τύχης. + Αχ κι αχ! εσύ 'σαι Δία + σ' όλα η αφορμή σ' όλα η αιτία· + τι γίνεται χωρίς το Δία στον κόσμο; + και ποιο απ' αυτά χωρίς θεού βουλή; + Αχ αλλοίμονο, αλλοίμονο, + βασιλιά μου καλέ, + και πώς να σε κλάψω και τι να σου πω + από μέσ' απ' τη δόλια καρδιά μου; + Μες σ' αυτά της αράχνης τα δίχτυα πεσμένος + τη ζωή σου με θάνατον άνομο χάνεις. + + Αλλοίμονό μου, ποιος σου μέλλονταν + θάνατος που δε σούπρεπε; + θάνατος δολερός σε δάμασε + με δίκοπο σπαθί στο χέρι + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Ναι, δικιά μου είναι η πράξη κ' έχεις δίκιο να λες + όμως πια μη με πης + του Αγαμέμνονος τάχα γυναίκα· + τη μορφή της γυναίκας αυτού του νεκρού + ο δριμύς ο αντίδικος πήρε ο παλιός + του απάνθρωπου δείπνου του Ατρέα, + κι αυτόν, άντρα σωστόν, θυσιάζει + πλερωμή για τα βρέφη. + +ΧΟΡΟΣ + + Πως είσαι καθαρή απ' αυτό το φόνο + ποιος θα βρεθή και θα το μαρτυρήση; + Πώς, πώς; μα ίσως και χέρι νάδωσε + ο αρχαίος εκδικητής από γενιάς. + Κι ανοίχει δρόμο, χύνοντας + αίμα συγγενικό καινούργιο πάντα, + η αρχαία η έχθρα, κι όπου προχωρέση + στο άδικο γαίμα των παιδιών θα πέση. + + Αχ αλλοίμονο, αλλοίμονο, + βασιλιά μου καλέ, + και πώς να σε κλάψω και τι να σου πω + από μέσ' απ' τη δόλια καρδιά μου; + που σ' αυτά της αράχνης τα δίχτυα πεσμένος + τη ζωή σου με θάνατον άνομο χάνεις. + + Αλλοίμονό μου, ποιος σου μέλλονταν + θάνατος που δε σούπρεπε; + θάνατος δολερός σε δάμασε + με δίκοπο σπαθί στο χέρι. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Μη δεν έμπασε τάχα στο σπίτι κι αυτός + δολερή συμφορά; + Μα δικό μου βλαστάρι, δικό του παιδί, + την πολύκλαυτη την Ιφιγένεια, + αν ό,τι της έκαμε βρήκε κι αυτός, + ας μην το καυχιέται στον Άδη, αφού + με θανάτου σπαθί + το ξεπλήρωσε ό,τι έπραξε πρώτος. + +ΧΟΡΟΣ + + Στέκομαι κι απορώ, του νου μου χάνω + τους ίσους λογισμούς· + πού να στραφώ; πέφτει το σπίτι! + τρέμω — δεν είναι πια ψιχάλα, + τρέμω της αιματοβροχής τον χτύπο, + που απ' τα θεμέλια σείει το σπίτι· + κ' η Δίκη σ' άλλα ακόνια τακονίζει + για άλλο κακό καινούργιο το σπαθί της. + Ω άμποτε, γη, και να με είχες δεχτή + πριν τον έβλεπ' αυτόν ξαπλωτό καταγίς + στ' ασημότοιχο μέσα λουτρό. + Να τον κλάψη και ποιος, να τον θάψη και ποιος; + τάχα θέλεις τολμήση εσύ + να το κάμης, αφού τον εσκότωσες πριν + μοιρολόγια του αντρός σου να πης, + κι αντίς σου γι' αυτά τα μεγάλα κακά + να προσφέρης στερνά + στη ψυχή του αχάριστη χάρη; + + Ποιος τον ασύγκριτον άντρα επιτύμβιος θρήνος + με κλάματα, από γνώμη + χυμένα αληθινή, θα υμνήση; + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Λεν είναι δουλειά σου να γνοιάζεσ' εσύ + γι αυτό· από μας + έπεσε, πέθανε· και θα τον θάψομε + με χωρίς μοιρολόγια απ' το σπίτι, + + . . . . . . . . . . . . . . . . . + + Η Ιφιγένεια όμως, με πόση χαρά, + σαν καλή θυγατέρα, + τον πατέρα της όταν δεχτή στο γοργό + ποταμό των καϋμών, + αγκαλιάζοντας θέλει φιλήση. + +ΧΟΡΟΣ + + Η μια αφορμή σ' άλλη αφορμή, + και δε μπορεί κανείς να κρίνη . . . + Χάρος στο χάρο, και ο φονιάς πλερώνει. + Κι όσο που μένει ο Δίας θα μένη + το κάνεις βρίσκεις — κ' είναι νόμος· + ποιος να τη βγάλη την κατάρα από το σπίτι; + και κόλλησε στη συμφορά το γένος . . . + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Για τούτον σταλήθεια ταιριάζει ο παλιός + ο λόγος· μα εγώ + το δαίμονα θέλω των Πλεισθενιδών + δένοντάς τον με ξόρκια, να στέργω σ' αυτά, + αν κι αβάσταγα είναι· μ' απέδω και μπρος + απ' το σπίτι να φύγη και μια άλλη γενιά + με δικούς της θανάτους να τρίβη. + Κ' ένα μέρος μικρό + απ' τους τόσους θα μ' έφτανε εδώ θησαυρούς, + ταλληλοσκοτωμού + την μανία αν ημπόρειου να σβύσω. + +ΑΙΓΙΣΘΟΣ + + Ω φως φαιδρόν ημέρας, που έφερε τη Δίκη! + τώρα μπορώ να πω, πως δεν αφίνουν έτσι + απλέρωτα οι θεοί και γνοιάζονται σταλήθεια + τα κακουργήματα της γης από κει πάνω, + αφού είδα, μες στων Ερινύων τα πλεχτά βρόχια + να κοίτεται αυτός εδώ — χαρά, χαρά μου, + και να πλερώνη του πατέρα του το κρίμα. + Γιατί ο Ατρέας, βασιλιάς αυτής της χώρας, + πατέρας αυτουνού, το δικό μου πατέρα + Θυέστη, κι αδελφό του — για να καταλάβης — + εξ αφορμής του θρόνου εξώρισε απ' τη χώρα. + Κι όταν εξαναγύρισε κ' έπεσε ικέτης + στην εστία, την γλύτωσε, αλήθεια, ο ίδιος + ο άθλιος Θυέστης μη σφαχτή κ' αιματοβρέξη + το πατρικό του χώμα· μ' αυτουνού ο πατέρας, + πώς τάχα, ο άθεος, ήθελε το γυρισμό του + μ' ένα πλούσιο χαράς τραπέζι να γιορτάση, + δείπνο του ετοίμασε τα κρέατα των παιδιών του· + τα πόδια και τα χτένια των χεριώ είχε κόψη + παράμερα, που να μην καταλάβουν και οι άλλοι, + καθώς καθόταν χωριστά, μα εκείνος παίρνει + κι ανίδεος καθώς είτανε, τρώει από κείνο + τάσωστ', όπως θωρείς, φαΐ για όλο το γένος. + Μα έπειτα μόλις τόνοιωσε το άθεο πράμα + έσκουζε κ' έπεσε ξερνόντας τα σφαχτάρια, + κι ευχιέται μοίρ' ασύντυχη στους Πελοπίδες, + με την κατάρα δίνοντας κλωτσιά στο δείπνος, + έτσι να πάη όλ' η γενιά και του Κλεισθένη. + Γι' αυτά 'ναι πούπεσε κι αυτός καθώς το βλέπεις + κ' είχαν το δίκιο εγώ το φόνο του να υφάνω + γιατί κι εμέ, τρίτο παιδί του αθλίου πατέρα, + μ' έδιωξε, βρέφος μες στα σπάργανα, μαζί του. + Μα ετράνεψα και μ' έφερε οπίσω η Δίκη· + και δίχως νάμαι εμπρός το χέρι μου έχω βάλη + κι όλο το σχέδιο της κακής του ύφανα μοίρας. + Έτσι κι ο θάνατος γλυκύς Θα μου είταν τώρα, + μια που τον είδα αυτόν μες στης Δίκης τα δίχτυα. + +ΧΟΡΟΣ + + Στις συμφορές να βρίζης, Αίγισθε, δεν πάει. + + . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . + + και λες πως το μελέτησες να τον σκοτώσης + και μόνος σου εσχεδίασες τον άθλιο φόνο; + Δε θα γλυτώση η κάρα σου, σου λέω και ξέρε, + απ' του λαού τη δίκια οργή κι από τις πέτρες. + +ΑΙΓΙΣΘΟΣ + + Εσύ τα λες, που βρίσκεσαι στην κάτω θέση + του πλοίου, κι άλλοι απάνωθέ σου κυβερνούνε; + Θα μάθης στα γεράματα πόσο βαρύ 'ναι + να βάζουνε με το στανιό του γέρου γνώση. + Μα οι αλυσίδες και τα βάσανα της νηστείας + άφευκτα γιατροσόφια και το γέρο ακόμα + να συνετίσουν έχεις μάτια και δε βλέπεις; + Μην πηδάς στα παλούκια μήπως και την πάθης. + +ΧΟΡΟΣ + + Γυναίκα εσύ, μέσ' απ' το σπίτι είχες καρτέρι + γι' αυτούς που από τον πόλεμο εγυρνούσαν + κ' ενώ την κλίνη ατίμαζες ενός γενναίου + το φόνο αυτό εσχεδίασες του στρατηγού των; + +ΑΙΓΙΣΘΟΣ + + Αρχή οδυρμών και θρήνων και τα λόγια αυτά σου + κ' έχεις τη γλώσσα ενάντια με τον Ορφέα· + με τη φωνή του γήτευε τα πάντα εκείνος· + μα εσύ γαυγίζοντας και τα ήμερα ερεθίζεις, + ως που δεμένος θες δε θες θα μαλακώσης. + +ΧΟΡΟΣ + + Τάχα πώς θα μου γίνης βασιλιάς μες στο Άργος + εσύ; που ενώ εσχεδίασες το θάνατό του + να τον σκοτώσης μόνος σου δεν είχες θάρρος. + +ΑΙΓΙΣΘΟΣ + + Γιατί έπρεπε γυναίκα βέβαια να δολώση, + ενώ εγώ ο παλιός εχθρός ύποπτος θα ήμουν. + + . . . . . . . . . . . . . . . . . . + + Τώρα με ταγαθά αυτουνού θα προσπαθήσω + την εξουσία μου να στεριώσω, κι όποιος κάνει + το δύσκολο, βαρύ ζυγό θα του φορτώσω, + όχι σαν βέβαια ελεύτερο θραφτό πουλάρι· + μα το κακό της σκοτεινιάς συντρόφι, η νήστεια, + θα μας τον δείξη μια χαρά μαλακωμένο. + +ΧΟΡΟΣ + + Γιατί μ' αυτή σου την κακιά ψυχή μονάχος + λοιπόν δεν τον εσκότωνες; μα μια γυναίκα, + της χώρας όλης κάθαρμα και των θεών μας, + τον σκότωσε; Μα βέβαια κάπου ζη ο Ορέστης + για να τον φέρη εδώ μια μέρα η καλή μοίρα + και να γενή τρανός εκδικητής των δυο σας. + +ΑΙΓΙΣΘΟΣ + + Αφού τέτοια λες και κάνεις, τώρα να σου μάθω εγώ· + . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . + μπρός λοιπόν, φίλοι σύντροφοι, κ' ήλθε η ώρα της δουλειάς. + +ΧΟΡΟΣ + + Μπρος, με τα σπαθιά στο χέρι έτοιμος νάναι ο καθείς. + +ΑΙΓΙΣΘΟΣ + + Με το σπαθί κ' εγώ στο χέρι να ποθάνω δε ψηφώ. + +ΧΟΡΟΣ + + Άμποτε ό,τι λες να γίνη, δέχομαι την τύχη αυτή. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Όχι κι άλλα, φίλτατέ μου, ας μη θελήσωμε κακά· + πολύς είν' κι ο τόσος θέρος της πανάθλιας 'σοδειάς· + οι συμφορές σωσμό δεν έχουν, άλλο γαίμ' ας μη χυθή. + Πήγαινε και συ κ' οι γέροι όπου η μοίρα έχει γραφτό, + πριν κακό κανένα πάθουν κι ό,τι κάμαμε αρκετό. + Θάθελ' άμποτε να μέναν ως εδώ οι συμφορές + κι αρκετά μας έχει ως τώρα των θεών χτυπήσ' η οργή· + έτσι λέω 'γω η γυναίκα, αν θελήσης να μ' ακούς. + +ΑΙΓΙΣΘΟΣ + + Μα έτσι αυτοί λοιπόν τη γλώσσα την κακιά τους να χαρούν; + να τα βάζουν με την τύχη από κακοκεφαλιά, + και σε με, που τώρα ορίζω, τέτοια λόγια να κοτούν; + +ΧΟΡΟΣ + + Δε θα ταίριαζε σε Αργείους έν' αχρείο να προσκυνούν. + +ΑΙΓΙΣΘΟΣ + + Μα έχομε καιρόν εμπρός μας να σου βάλω γνώσι εγώ. + +ΧΟΡΟΣ + + Όχι, αν στείλη τον Ορέστη του Θεού το χέρι εδώ. + +ΑΙΓΙΣΘΟΣ + + Ναι, το ξέρω πως μ' ελπίδες βόσκουνται οι εξόριστοι. + +ΧΟΡΟΣ + + Κάνε, χόρτασε, τη δίκη μόλυνε, αφού μπορείς. + +ΑΙΓΙΣΘΟΣ + + Έγνοια σου, θα μου πληρώσης την κακογνωμιά σου αυτή. + +ΧΟΡΟΣ + + Σαν τον κόκορα κορδώνου πλάι στην κόττα του και συ. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + + Ας τους, με τα μπόσικά τους γαυγητά· εγώ και συ + με την εξουσία στο χέρι θα βολέψομε όλα εδώ. + +Η Σειρά των Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων, των Εκδόσεων Φέξη, +υπήρξεν ένας σταθμός στα ελληνικά χρονικά. Για πρώτη φορά +προσφερόταν συστηματικά στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, η +αρχαία ελληνική σκέψη (ιστορία, φιλοσοφία, ποίηση, δράμα, +δικανικός και πολιτικός λόγος) σε δημιουργικές μεταφορές της, +από τους άριστους μεταφραστές του τόπου, στην πιο σύγχρονη +μορφή που πήρε εξελισσόμενο το γλωσσικό της όργανο. Ο Όμηρος, +οι Τραγικοί κι ο Αριστοφάνης, ο Ηρόδοτος, ο Θουκυδίδης, ο +Πλάτων, ο Ξενοφών, ο Αριστοτέλης, ο Θεόκριτος, ο Θεόφραστος, ο +Επίκτητος, ο Πλούταρχος, ο Λουκιανός κλπ. προσφέρονται και +σήμερα, στις κλασικές πια μεταφράσεις των Πολυλά, Ραγκαβή, +Μωραϊτίδη, Κονδυλάκη, Ποριώτη, Γρυπάρη, Τανάγρα, Πολέμη, +Καμπάνη, Καζαντζάκη, Βάρναλη, Αυγέρη, Βουτιερίδη, Ζερβού, +Φιλαδελφέως, Τσοκόπουλου, Σίγουρου, Κ. Χρηστομάνου κλπ, σε μια +σύγχρονη σειρά εκδόσεων βιβλίου τσέπης, πράγμα που επίσης +γίνεται για πρώτη φορά, συστηματικά, στην Ελλάδα. + +&Αγαμέμνων& Πρόκειται για το πρώτο δράμα της Τριλογίας +«Ορέστια» κι αναφέρεται στην δολοφονία του Αγαμέμνονα από την +σύζυγο του Κλυταιμνήστρα και τον εραστή της Αίγισθο. Η σκηνή +της προφήτιδος Κασσάνδρας, που οδύρεται για την αιχμαλωσία της, +ανήκει στις τραγικώτερες του παγκοσμίου Θεάτρου. Μετάφραση σε +στίχους, του Γρυπάρη. + +Η «ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ» ΑΝΑΤΥΠΩΘΗΚΕ ΑΠΟ +ΤΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ +ΒΙΒΛΙΟΥ. + +ΑΘΗΝΑΙ, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 36 +ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΤΣΙΜΙΣΚΗ 61 + +ΤΙΜΗ ΤΟΜΟΥ ΔΡΑΧΜΕΣ 10 + + + + + + + + +End of the Project Gutenberg EBook of Agamemnon, by Aeschylous + +*** END OF THIS PROJECT GUTENBERG EBOOK AGAMEMNON *** + +***** This file should be named 39536-0.txt or 39536-0.zip ***** +This and all associated files of various formats will be found in: + http://www.gutenberg.org/3/9/5/3/39536/ + +Produced by Sophia Canoni. Book provided by Iason Konstantinides + +Updated editions will replace the previous one--the old editions +will be renamed. + +Creating the works from public domain print editions means that no +one owns a United States copyright in these works, so the Foundation +(and you!) can copy and distribute it in the United States without +permission and without paying copyright royalties. Special rules, +set forth in the General Terms of Use part of this license, apply to +copying and distributing Project Gutenberg-tm electronic works to +protect the PROJECT GUTENBERG-tm concept and trademark. Project +Gutenberg is a registered trademark, and may not be used if you +charge for the eBooks, unless you receive specific permission. If you +do not charge anything for copies of this eBook, complying with the +rules is very easy. You may use this eBook for nearly any purpose +such as creation of derivative works, reports, performances and +research. They may be modified and printed and given away--you may do +practically ANYTHING with public domain eBooks. Redistribution is +subject to the trademark license, especially commercial +redistribution. + + + +*** START: FULL LICENSE *** + +THE FULL PROJECT GUTENBERG LICENSE +PLEASE READ THIS BEFORE YOU DISTRIBUTE OR USE THIS WORK + +To protect the Project Gutenberg-tm mission of promoting the free +distribution of electronic works, by using or distributing this work +(or any other work associated in any way with the phrase "Project +Gutenberg"), you agree to comply with all the terms of the Full Project +Gutenberg-tm License available with this file or online at + www.gutenberg.org/license. + + +Section 1. General Terms of Use and Redistributing Project Gutenberg-tm +electronic works + +1.A. By reading or using any part of this Project Gutenberg-tm +electronic work, you indicate that you have read, understand, agree to +and accept all the terms of this license and intellectual property +(trademark/copyright) agreement. If you do not agree to abide by all +the terms of this agreement, you must cease using and return or destroy +all copies of Project Gutenberg-tm electronic works in your possession. +If you paid a fee for obtaining a copy of or access to a Project +Gutenberg-tm electronic work and you do not agree to be bound by the +terms of this agreement, you may obtain a refund from the person or +entity to whom you paid the fee as set forth in paragraph 1.E.8. + +1.B. "Project Gutenberg" is a registered trademark. It may only be +used on or associated in any way with an electronic work by people who +agree to be bound by the terms of this agreement. There are a few +things that you can do with most Project Gutenberg-tm electronic works +even without complying with the full terms of this agreement. See +paragraph 1.C below. There are a lot of things you can do with Project +Gutenberg-tm electronic works if you follow the terms of this agreement +and help preserve free future access to Project Gutenberg-tm electronic +works. See paragraph 1.E below. + +1.C. The Project Gutenberg Literary Archive Foundation ("the Foundation" +or PGLAF), owns a compilation copyright in the collection of Project +Gutenberg-tm electronic works. Nearly all the individual works in the +collection are in the public domain in the United States. If an +individual work is in the public domain in the United States and you are +located in the United States, we do not claim a right to prevent you from +copying, distributing, performing, displaying or creating derivative +works based on the work as long as all references to Project Gutenberg +are removed. Of course, we hope that you will support the Project +Gutenberg-tm mission of promoting free access to electronic works by +freely sharing Project Gutenberg-tm works in compliance with the terms of +this agreement for keeping the Project Gutenberg-tm name associated with +the work. You can easily comply with the terms of this agreement by +keeping this work in the same format with its attached full Project +Gutenberg-tm License when you share it without charge with others. + +1.D. The copyright laws of the place where you are located also govern +what you can do with this work. Copyright laws in most countries are in +a constant state of change. If you are outside the United States, check +the laws of your country in addition to the terms of this agreement +before downloading, copying, displaying, performing, distributing or +creating derivative works based on this work or any other Project +Gutenberg-tm work. The Foundation makes no representations concerning +the copyright status of any work in any country outside the United +States. + +1.E. Unless you have removed all references to Project Gutenberg: + +1.E.1. The following sentence, with active links to, or other immediate +access to, the full Project Gutenberg-tm License must appear prominently +whenever any copy of a Project Gutenberg-tm work (any work on which the +phrase "Project Gutenberg" appears, or with which the phrase "Project +Gutenberg" is associated) is accessed, displayed, performed, viewed, +copied or distributed: + +This eBook is for the use of anyone anywhere at no cost and with +almost no restrictions whatsoever. You may copy it, give it away or +re-use it under the terms of the Project Gutenberg License included +with this eBook or online at www.gutenberg.org + +1.E.2. If an individual Project Gutenberg-tm electronic work is derived +from the public domain (does not contain a notice indicating that it is +posted with permission of the copyright holder), the work can be copied +and distributed to anyone in the United States without paying any fees +or charges. If you are redistributing or providing access to a work +with the phrase "Project Gutenberg" associated with or appearing on the +work, you must comply either with the requirements of paragraphs 1.E.1 +through 1.E.7 or obtain permission for the use of the work and the +Project Gutenberg-tm trademark as set forth in paragraphs 1.E.8 or +1.E.9. + +1.E.3. If an individual Project Gutenberg-tm electronic work is posted +with the permission of the copyright holder, your use and distribution +must comply with both paragraphs 1.E.1 through 1.E.7 and any additional +terms imposed by the copyright holder. Additional terms will be linked +to the Project Gutenberg-tm License for all works posted with the +permission of the copyright holder found at the beginning of this work. + +1.E.4. Do not unlink or detach or remove the full Project Gutenberg-tm +License terms from this work, or any files containing a part of this +work or any other work associated with Project Gutenberg-tm. + +1.E.5. Do not copy, display, perform, distribute or redistribute this +electronic work, or any part of this electronic work, without +prominently displaying the sentence set forth in paragraph 1.E.1 with +active links or immediate access to the full terms of the Project +Gutenberg-tm License. + +1.E.6. You may convert to and distribute this work in any binary, +compressed, marked up, nonproprietary or proprietary form, including any +word processing or hypertext form. However, if you provide access to or +distribute copies of a Project Gutenberg-tm work in a format other than +"Plain Vanilla ASCII" or other format used in the official version +posted on the official Project Gutenberg-tm web site (www.gutenberg.org), +you must, at no additional cost, fee or expense to the user, provide a +copy, a means of exporting a copy, or a means of obtaining a copy upon +request, of the work in its original "Plain Vanilla ASCII" or other +form. Any alternate format must include the full Project Gutenberg-tm +License as specified in paragraph 1.E.1. + +1.E.7. Do not charge a fee for access to, viewing, displaying, +performing, copying or distributing any Project Gutenberg-tm works +unless you comply with paragraph 1.E.8 or 1.E.9. + +1.E.8. You may charge a reasonable fee for copies of or providing +access to or distributing Project Gutenberg-tm electronic works provided +that + +- You pay a royalty fee of 20% of the gross profits you derive from + the use of Project Gutenberg-tm works calculated using the method + you already use to calculate your applicable taxes. The fee is + owed to the owner of the Project Gutenberg-tm trademark, but he + has agreed to donate royalties under this paragraph to the + Project Gutenberg Literary Archive Foundation. Royalty payments + must be paid within 60 days following each date on which you + prepare (or are legally required to prepare) your periodic tax + returns. Royalty payments should be clearly marked as such and + sent to the Project Gutenberg Literary Archive Foundation at the + address specified in Section 4, "Information about donations to + the Project Gutenberg Literary Archive Foundation." + +- You provide a full refund of any money paid by a user who notifies + you in writing (or by e-mail) within 30 days of receipt that s/he + does not agree to the terms of the full Project Gutenberg-tm + License. You must require such a user to return or + destroy all copies of the works possessed in a physical medium + and discontinue all use of and all access to other copies of + Project Gutenberg-tm works. + +- You provide, in accordance with paragraph 1.F.3, a full refund of any + money paid for a work or a replacement copy, if a defect in the + electronic work is discovered and reported to you within 90 days + of receipt of the work. + +- You comply with all other terms of this agreement for free + distribution of Project Gutenberg-tm works. + +1.E.9. If you wish to charge a fee or distribute a Project Gutenberg-tm +electronic work or group of works on different terms than are set +forth in this agreement, you must obtain permission in writing from +both the Project Gutenberg Literary Archive Foundation and Michael +Hart, the owner of the Project Gutenberg-tm trademark. Contact the +Foundation as set forth in Section 3 below. + +1.F. + +1.F.1. Project Gutenberg volunteers and employees expend considerable +effort to identify, do copyright research on, transcribe and proofread +public domain works in creating the Project Gutenberg-tm +collection. Despite these efforts, Project Gutenberg-tm electronic +works, and the medium on which they may be stored, may contain +"Defects," such as, but not limited to, incomplete, inaccurate or +corrupt data, transcription errors, a copyright or other intellectual +property infringement, a defective or damaged disk or other medium, a +computer virus, or computer codes that damage or cannot be read by +your equipment. + +1.F.2. LIMITED WARRANTY, DISCLAIMER OF DAMAGES - Except for the "Right +of Replacement or Refund" described in paragraph 1.F.3, the Project +Gutenberg Literary Archive Foundation, the owner of the Project +Gutenberg-tm trademark, and any other party distributing a Project +Gutenberg-tm electronic work under this agreement, disclaim all +liability to you for damages, costs and expenses, including legal +fees. YOU AGREE THAT YOU HAVE NO REMEDIES FOR NEGLIGENCE, STRICT +LIABILITY, BREACH OF WARRANTY OR BREACH OF CONTRACT EXCEPT THOSE +PROVIDED IN PARAGRAPH 1.F.3. YOU AGREE THAT THE FOUNDATION, THE +TRADEMARK OWNER, AND ANY DISTRIBUTOR UNDER THIS AGREEMENT WILL NOT BE +LIABLE TO YOU FOR ACTUAL, DIRECT, INDIRECT, CONSEQUENTIAL, PUNITIVE OR +INCIDENTAL DAMAGES EVEN IF YOU GIVE NOTICE OF THE POSSIBILITY OF SUCH +DAMAGE. + +1.F.3. LIMITED RIGHT OF REPLACEMENT OR REFUND - If you discover a +defect in this electronic work within 90 days of receiving it, you can +receive a refund of the money (if any) you paid for it by sending a +written explanation to the person you received the work from. If you +received the work on a physical medium, you must return the medium with +your written explanation. The person or entity that provided you with +the defective work may elect to provide a replacement copy in lieu of a +refund. If you received the work electronically, the person or entity +providing it to you may choose to give you a second opportunity to +receive the work electronically in lieu of a refund. If the second copy +is also defective, you may demand a refund in writing without further +opportunities to fix the problem. + +1.F.4. Except for the limited right of replacement or refund set forth +in paragraph 1.F.3, this work is provided to you 'AS-IS', WITH NO OTHER +WARRANTIES OF ANY KIND, EXPRESS OR IMPLIED, INCLUDING BUT NOT LIMITED TO +WARRANTIES OF MERCHANTABILITY OR FITNESS FOR ANY PURPOSE. + +1.F.5. Some states do not allow disclaimers of certain implied +warranties or the exclusion or limitation of certain types of damages. +If any disclaimer or limitation set forth in this agreement violates the +law of the state applicable to this agreement, the agreement shall be +interpreted to make the maximum disclaimer or limitation permitted by +the applicable state law. The invalidity or unenforceability of any +provision of this agreement shall not void the remaining provisions. + +1.F.6. INDEMNITY - You agree to indemnify and hold the Foundation, the +trademark owner, any agent or employee of the Foundation, anyone +providing copies of Project Gutenberg-tm electronic works in accordance +with this agreement, and any volunteers associated with the production, +promotion and distribution of Project Gutenberg-tm electronic works, +harmless from all liability, costs and expenses, including legal fees, +that arise directly or indirectly from any of the following which you do +or cause to occur: (a) distribution of this or any Project Gutenberg-tm +work, (b) alteration, modification, or additions or deletions to any +Project Gutenberg-tm work, and (c) any Defect you cause. + + +Section 2. Information about the Mission of Project Gutenberg-tm + +Project Gutenberg-tm is synonymous with the free distribution of +electronic works in formats readable by the widest variety of computers +including obsolete, old, middle-aged and new computers. It exists +because of the efforts of hundreds of volunteers and donations from +people in all walks of life. + +Volunteers and financial support to provide volunteers with the +assistance they need are critical to reaching Project Gutenberg-tm's +goals and ensuring that the Project Gutenberg-tm collection will +remain freely available for generations to come. In 2001, the Project +Gutenberg Literary Archive Foundation was created to provide a secure +and permanent future for Project Gutenberg-tm and future generations. +To learn more about the Project Gutenberg Literary Archive Foundation +and how your efforts and donations can help, see Sections 3 and 4 +and the Foundation information page at www.gutenberg.org + + +Section 3. Information about the Project Gutenberg Literary Archive +Foundation + +The Project Gutenberg Literary Archive Foundation is a non profit +501(c)(3) educational corporation organized under the laws of the +state of Mississippi and granted tax exempt status by the Internal +Revenue Service. The Foundation's EIN or federal tax identification +number is 64-6221541. Contributions to the Project Gutenberg +Literary Archive Foundation are tax deductible to the full extent +permitted by U.S. federal laws and your state's laws. + +The Foundation's principal office is located at 4557 Melan Dr. S. +Fairbanks, AK, 99712., but its volunteers and employees are scattered +throughout numerous locations. Its business office is located at 809 +North 1500 West, Salt Lake City, UT 84116, (801) 596-1887. Email +contact links and up to date contact information can be found at the +Foundation's web site and official page at www.gutenberg.org/contact + +For additional contact information: + Dr. Gregory B. Newby + Chief Executive and Director + gbnewby@pglaf.org + +Section 4. Information about Donations to the Project Gutenberg +Literary Archive Foundation + +Project Gutenberg-tm depends upon and cannot survive without wide +spread public support and donations to carry out its mission of +increasing the number of public domain and licensed works that can be +freely distributed in machine readable form accessible by the widest +array of equipment including outdated equipment. Many small donations +($1 to $5,000) are particularly important to maintaining tax exempt +status with the IRS. + +The Foundation is committed to complying with the laws regulating +charities and charitable donations in all 50 states of the United +States. Compliance requirements are not uniform and it takes a +considerable effort, much paperwork and many fees to meet and keep up +with these requirements. We do not solicit donations in locations +where we have not received written confirmation of compliance. To +SEND DONATIONS or determine the status of compliance for any +particular state visit www.gutenberg.org/donate + +While we cannot and do not solicit contributions from states where we +have not met the solicitation requirements, we know of no prohibition +against accepting unsolicited donations from donors in such states who +approach us with offers to donate. + +International donations are gratefully accepted, but we cannot make +any statements concerning tax treatment of donations received from +outside the United States. U.S. laws alone swamp our small staff. + +Please check the Project Gutenberg Web pages for current donation +methods and addresses. Donations are accepted in a number of other +ways including checks, online payments and credit card donations. +To donate, please visit: www.gutenberg.org/donate + + +Section 5. General Information About Project Gutenberg-tm electronic +works. + +Professor Michael S. Hart was the originator of the Project Gutenberg-tm +concept of a library of electronic works that could be freely shared +with anyone. For forty years, he produced and distributed Project +Gutenberg-tm eBooks with only a loose network of volunteer support. + +Project Gutenberg-tm eBooks are often created from several printed +editions, all of which are confirmed as Public Domain in the U.S. +unless a copyright notice is included. Thus, we do not necessarily +keep eBooks in compliance with any particular paper edition. + +Most people start at our Web site which has the main PG search facility: + + www.gutenberg.org + +This Web site includes information about Project Gutenberg-tm, +including how to make donations to the Project Gutenberg Literary +Archive Foundation, how to help produce our new eBooks, and how to +subscribe to our email newsletter to hear about new eBooks. diff --git a/39536-0.zip b/39536-0.zip Binary files differnew file mode 100644 index 0000000..a305315 --- /dev/null +++ b/39536-0.zip diff --git a/39536-h.zip b/39536-h.zip Binary files differnew file mode 100644 index 0000000..ee55938 --- /dev/null +++ b/39536-h.zip diff --git a/39536-h/39536-h.htm b/39536-h/39536-h.htm new file mode 100644 index 0000000..69e904b --- /dev/null +++ b/39536-h/39536-h.htm @@ -0,0 +1,2910 @@ +<?xml version="1.0"?> +<!DOCTYPE html PUBLIC "-//W3C//DTD XHTML 1.0 Transitional//EN" "http://www.w3.org/TR/xhtml1/DTD/xhtml1-transitional.dtd"> +<html xmlns="http://www.w3.org/1999/xhtml"> +<head> +<meta http-equiv="Content-Type" content="text/html; charset=utf-8" /> +<meta name="keywords" + content="Αισχύλος, Ορέστεια, Δράμα, Τραγωδία, Ι. Ν. Γρυπάρης" /> +<title>Αγαμέμνων</title> +</head> + +<body> + + +<pre> + +The Project Gutenberg EBook of Agamemnon, by Aeschylous + +This eBook is for the use of anyone anywhere at no cost and with +almost no restrictions whatsoever. You may copy it, give it away or +re-use it under the terms of the Project Gutenberg License included +with this eBook or online at www.gutenberg.org + + +Title: Agamemnon + +Author: Aeschylous + +Translator: Ioannis Gryparis + +Release Date: April 25, 2012 [EBook #39536] + +Language: Greek + +Character set encoding: UTF-8 + +*** START OF THIS PROJECT GUTENBERG EBOOK AGAMEMNON *** + + + + +Produced by Sophia Canoni. Book provided by Iason Konstantinides + + + + + +</pre> + + +<p>Note: The tonic system has been changed from polytonic to monotonic. The spelling +of the book has not been changed otherwise. The translator has chosen not to assume +the ancient text that is missing, but to denote the gap by . . . . or * * *</p> + +<p>Σημείωση: Το τονικό σύστημα έχει αλλάξει από πολυτονικό σε μονοτονικό. Η +ορθογραφία του βιβλίου κατά τα άλλα παραμένει ως έχει. Ο μεταφραστής έχει επιλέξει +να μην υποθέσει τα λόγια για μέρη του αρχαίου κειμένου που λείπουν, αλλά να +υποδείξει την έλλειψη με . . . . ή * * *</p> +<p style='text-align:center;'><br /><img src="images/cover.jpg" width="446" +height="650" alt="Εξώφυλλο" /><br /></p> + + +<h4 style="text-align: center; margin-top: 3em">ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ <br /> +ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ</h4> + +<h2 style="text-align: center; margin-top: 6em">ΑΙΣΧΥΛΟΥ</h2> + +<h3 style="text-align: center; margin-top: 3em">ΟΡΕΣΤΕΙΑ</h3> + +<h1 style="text-align: center; margin-top: 3em">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ</h1> + +<h3 style="text-align: center; margin-top: 5em">ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ<br /> +Ι.Ν. ΓΡΥΠΑΡΗ</h3> + +<h4 style="text-align: center; margin-top: 6em">ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΦΕΞΗ</h4> + +<p style="text-align: center; margin-top: 6em"> +<br />ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ<br /> +ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ<br /> +<br /> + +ΑΙΣΧΥΛΟΥ<br /><br /> + +ΟΡΕΣΤΕΙΑ<br /><br /> + +ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ<br /><br /> + +ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ<br /> +I. Ν. ΓΡΥΠΑΡΗ<br /><br /> + +ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ<br /> +ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΦΕΞΗ<br /> +1911</p> + +<h3 style="text-align: center; margin-top: 3em">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ</h3> + +<p> +<br /> +Φυσικώ τω λόγω η δολοφονία του Αγαμέμνονος υπό της συζύγου του Κλυταιμνήστρας +και του εραστού της Αιγίσθου ώφειλε ναποτελέση το πρώτον δράμα της τριλογίας. Η +Κλυταιμνήστρα με φοβεράν ψυχραιμίαν και αγρίαν χαράν καυχάται διά την πράξιν της, +την οποίαν θεωρεί ως δικαιοτάτην εκδίκησιν διά την θυσίαν της κόρης της Ιφιγενείας και +διά τας συζυγικάς απιστίας του Αγαμέμνονος, όστις δεν ώκνησε να παρουσιασθή +επισήμως, κατά την επιστροφήν του, μετά της παλλακής του Κασσάνδρας. Ο Χορός, +όστις κατά την απουσίαν του βασιλέως απετέλει το συμβούλιον του κράτους (δώδεκα +γέροντες) εκφράζει μεν απ' αρχής την ανησυχίαν του διά την τελικήν έκβασιν της +Τρωικής εκστρατείας, φοβείται την τύχην του Αγαμέμνονος, επί του οποίου βλέπει +επικρεμάμενον τον φθόνον των θεών διά την αχαλίνωτον φιλοδοξίαν του και την +υπεράνθρωπον ευτυχίαν του, δεν απατάται όμως ως προς τα αληθή ελατήρια της +δολοφονίας, όταν εις το τέλος του δράματος παρουσιάζεται επί της σκηνής γαυριών και +κομπάζων ο εραστής Αίγισθος. Η σκηνή τέλος, κατά την οποίαν η Κασσάνδρα, μένουσα +μόνη μετά του Χορού προ των ανακτόρων, καταλαμβάνεται υπό του προφητικού +οίστρου και αποκαλύπτει εις τον Χορόν το εκτελούμενον έγκλημα και θρηνολογεί +συγχρόνως την ιδίαν της τύχην, αποτελεί μίαν από τας τραγικωτέρας και +μεγαλοπρεπεστέρας σκηνάς του παγκοσμίου θεάτρου.</p> + +<p>Εννοείται ότι αι λοιπαί μεταβολαί, τας οποίας επέφερεν ο ποιητής εις τον μύθον, δεν +υπηγορεύθησαν υπό πολιτικών λόγων· κατ' ανάγκην έμελλον να προέλθωσιν εκ της +συγκρούσεως της παλαιάς δωρικής παραδόσεως προς το αττικόν πνεύμα. Ο νόμος του +αίματος, το δίκαιον των νεκρών (εις το οποίον κατά την δωρικήν παράδοσιν επιβάλλει +σιγήν η βιαία παρέμβασις του Απόλλωνος αποκρούοντος τας Ερινύας διά των βελών +του) ήτο πράγματα πολύ σεβαστά διά τον Αττικόν τον Ε' αιώνος, ώστε να ικανοποιήται +ούτος διά της λύσεως ταύτης. Παρά τω Αισχύλω το έγκλημα του Ορέστου δεν +δικαιολογείται, δεν αθωούται· ο μητροκτόνος απλώς λαμβάνει χάριν, διά της +επεμβάσεως της Αθηνάς, η οποία αντιπροσωπεύει το ανθρωπινώτερον συναίσθημα της +επιεικείας.</p> + +<h3 style="margin-top: 3em">ΑΙΣΧΥΛΟΥ</h3> + +<h3 style="margin-top: 3em">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ</h3> + +<p> +<br /> +Ο ΦΡΟΥΡΟΣ</p> + +<p>Απ' τους θεούς ζητώ να με γλυτώσουν τέλος<br /> +απ τα βάσαν' αυτά ολάκερο ένα χρόνο,<br /> +που σα σκυλλί στον άγκωνά μου πλαγιασμένος<br /> +φυλάω σκοπός πάνω στων Ατρειδών τη στέγη·<br /> +κ' έμαθα των νυχτερινών την σύναξι άστρων<br /> +κι αυτούς, που φέρνουν στους θνητούς χειμώνα ή θέρος,<br /> +τους άρχοντες που λαμπεροί ψηλά φαντάζουν.<br /> +Κι ακόμη καρτερώ το σύνθημα της φλόγας,<br /> +τη λάμψι της φωτιάς, να φέρη από την Τροία<br /> +την είδησι πως πάρθηκε, γιατί έτσι ορίζει<br /> +η ανδρόψυχη καρδιά που ελπίζει της γυναίκας.<br /> +Κι όταν το αβόλευτο και δροσομουσκεμένο<br /> +με διώχνει στρώμα μου, που όνειρα δε γνωρίζει — <br /> +και πώς; αφού μου στέκει δίπλα πάντα ο φόβος<br /> +για να μην κλείση ο ύπνος τα ματόφυλλά μου<br /> +όταν βαλθώ να ψάλλω ή να μουρμουρίσω<br /> +για νάβρω στο τραγούδι γιατρικό της νύστας,<br /> +πικρό μου γίνεται στο στόμα μοιρολόι<br /> +γι' αυτού του παλατιού τα πάθη, που σαν πρώτα<br /> +με τον καλύτερο δεν κυβερνιέται τρόπο.<br /> +Μα τώρ' ας πάρουν πια τα βάσανά μου τέλος,<br /> +που έλαμψε η καλοφάνερη φωτιά της νύχτας!<br /> +Χαίρε νυχτερινή λαμπάδα, που σαν μέρας<br /> +το φως σου δείχνεις και πολλούς χορούς μες στ' Άργος<br /> +μηνάς πως θα στηθούν για χάρι αυτής της τύχης.<br /> +Ε! ε!<br /> +Θα κράξω δυνατά στου Ατρείδη τη γυναίκα<br /> +ευθύς να σηκωθή απ' την κλίνη και στα σπίτια<br /> +φωνές χαράς, γι' αυτή τη λάμψι, να σηκώση<br /> +αν απ' αλήθεια πάρθηκε του Ιλίου η πόλι<br /> +καθώς αυτή τώρα η φωτιά θέλει να δείξη.<br /> +Και 'γώ καλήν αρχή στους χορούς κάνω πρώτος,<br /> +γιατί θα πω δική μου των κυρίων την τύχη<br /> +τώρα που τρία έξ της φλόγας ρίχτει ο κύβος·<br /> +κι άμποτε νάρθη ο αφέντης μας και να του σφίξω<br /> +το σεβαστό του χέρι μέσα στο δικό μου.<br /> +Για τάλλα δε μιλώ· βώδι πατάει επάνω<br /> +στη γλώσσα μου· μα αν έπαιρνε φωνή το σπίτι<br /> +ξάστερα θε να τάλεγε· με νοιώθουν όσοι<br /> +τα ξέρουν κι όποιος δεν τα ξέρει ας μη με νοιώση.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>ΠΑΡΟΔΟΣ</p> + +<p>Είναι αυτός τώρα ο δέκατος χρόνος, αφού<br /> +του Πριάμου ο αντίδικος ο δυνατός,<br /> +ο Μενέλαος κι ο Αγαμέμνων μαζί,<br /> +τιμημένο απ' το Δία ζευγάρι<br /> +με σκήπτρο και θρόνο διπλό,<br /> +απ' τη χώραν αυτή<br /> +χίλια Αργίτικα σήκωσαν πλοία,<br /> +να ζητήσουν το δίκιο τους στα όπλα.<br /> +Απ' τα στήθια τους κράζοντας άγριαν αμάχη <br /> +σαν τους γύπες,<br /> +που με πόνο βαρύ των παιδιών τους<br /> +από πάνω απ' την άδεια τους κοίτη<br /> +φτερολάμνοντας στριφογυρίζουν,<br /> +όταν έχουνε χάση<br /> +τη ζεστή της φωλιάς των φροντίδα.<br /> +Μα ένας ύψιστος, είτ' ο Απόλλωνας πης,<br /> +είτε ο Δίας, είτε ο Παν,<br /> +τους γειτόνους των τούτους γρικόντας πικρά<br /> +να θρηνούν και να σκούζουν,<br /> +την εκδίκησι θάρθη καιρός<br /> +στους ενόχους να στείλη.<br /> +Έτσι στέλλει κι ο ύψιστος ξένιος Δίας<br /> +του Ατρέα τους γυιούς<br /> +στον Αλέξαντρο· αγώνα να στήση βαρύ<br /> +για την πολυαγάπητη Ελένη,<br /> +που πολλά να λυγίσουνε γόνα στη γης<br /> +και προμάχων κοντάρια πολλά να τριφτούν<br /> +και Ελλήνων και Τρώων.<br /> +Κ' είναι τώρα το πράμα όπου είναι<br /> +και θα γίνη το τι είναι γραμμένο.<br /> +Με σφαχτά, με σπονδές και με δάκρυα κανείς<br /> +την αλύγιστη οργή<br /> +της απρόσδεκτης δε θα μαλάξη θυσίας.<br /> +Μόνου εμείς ανωφέλευτοι, κρέας παλιό,<br /> +ξεκινούσανε οι άλλοι κ' εμέναμε εδώ,<br /> +με μια δύναμη σαν των παιδιών,<br /> +να σερνόμαστε πάνω στα σκήπτρα·<br /> +γιατί, όπως σαν μόλις βλασταίνη ο μυαλός <br /> +στων παιδιών μες στα στήθια,<br /> +ό,τι ο γέρος αξίζουν στον πόλεμο,<br /> +έτσι πάλι και τι 'ναι τα στερνά γερατειά,<br /> +όταν πιάνουν και ρεύουν τα φύλλα;<br /> +Το δρόμο του σέρνει με πόδι τριπλό<br /> +κι όχι από 'να παιδί πιο καλός,<br /> +ωσάν όνειρο μέρας πλανιέται.</p> + +<p>Αλλά εσύ, του Τυνδάρου ω κόρη,<br /> +Κλυταιμνήστρα βασίλισσα,<br /> +τι συμβαίνει; τι νέο; τι έμαθες; ποια<br /> +νάχης τάχα αγγελία και γύρω παντού<br /> +για θυσίες ετοιμάζεις;<br /> +κι όλων τώρα οι βωμοί των θεών<br /> +αστυνόμων, υπάτων, χθονίων,<br /> +θυραίων, αγοραίων,<br /> +απ' τα δώρα σου καίουν;<br /> +Κι άλλη εδώ κι άλλη εκεί ανεβαίνει ψηλά<br /> +ως τα ουράνια φωτιά<br /> +με του αγίου θρεμμένη λαδιού τις αγνές<br /> +και καθάριες γητειές,<br /> +από του παλατιού τα κελλάρια.<br /> +Απ' αυτά λέγοντάς μου ό,τι θες και μπορείς<br /> +και ταιριάζει ν' ακούω,<br /> +γίνου συ μου γιατρός της φροντίδας αυτής,<br /> +που μια τώρα μου δέρνει το νου,<br /> +και μια πάλι απ' αυτές τις θυσίες, γλυκειά<br /> +η ελπίδα μου διώχτει<br /> +τον καρδιοσωμό<br /> +της αχόρταγης έγνοιας μου τούτης.</p> + +<p>Να ψάλλω νοιώθω πως μπορώ του δρόμου το σημάδι,<br /> +που με καλό ξεκίνησαν οι δυο μας στρατηγοί.<br /> +Γιατί μου εμπνέουν τα γερατειά ακόμη αυτή τη χάρι,<br /> +του τραγουδιού τη δύναμη, τη θεϊκή:<br /> +Πώς του πολέμου το πουλί ξεπροβοδάει και στέλλει<br /> +της νιότης της ελληνικής τη δίθρονη αρχή,<br /> +τους ομογνώμους αρχηγούς, με σίδερο στο χέρι,<br /> +και μ' εκδικήτρα δύναμη στη γη την Τρωική.<br /> +Δυο βασιλιάδες των πουλιών στων πλοίων τους βασιλιάδες<br /> +φάνηκαν, μ' άσπρη ο ένας τους κι ο άλλος με μαύρη ουρά <br /> +πλάι στα παλάτια, απ' το δεξί του κονταριού το χέρι,<br /> +σε πρόφαντη ψηλή μεριά,<br /> +κι αρπάζοντας σπαράζανε, στον τελευταίο της δρόμο,<br /> +μια λάγισσα, με πρόσβαρη της ώρας της κοιλιά.<br /> +Αίλινο, ψάλλετε αίλινο, και το καλό ας νικά.</p> + +<p>Κι ο σοφός μάντης του στρατού απείκασε άμα είδε<br /> +στους λαγοφάγους τους αητούς τους οδηγούς του δρόμου,<br /> +τους πολεμάρχους δυο αδερφούς κ' ισόψυχους Ατρείδες<br /> +και τέτοια λέει μαντεύοντας: «Θα πάρη, μα με χρόνο,<br /> +αυτός που ξεκινά ο στρατός την πόλι του Πριάμου<br /> +κι όλα των πύργων ταγαθά και του λαού τα πλούτη<br /> +θ' αρπάξει η Μοίρα με τη βιά, φθάνει μόνο απ' το φθόνο<br /> +το θεϊκό να μη βλαβή πριν απ' το τέλος τούτη<br /> +της Τροίας η ζώνη η δυνατή, γιατί η αγνή παρθένα.<br /> +η Αρτέμιδα η πονετικιά,<br /> +μάχεται του πατέρα της τα φτερωτά σκυλιά,<br /> +που πριν της γέννας σπάραξαν μ' όλη μαζί τη γέννα<br /> +τη λάγισσα την κακομοίρα<br /> +κ' εχθρεύεται των αητών τα δείπνα.<br /> +Αίλινο, ψάλλετε αίλινο, και το καλό ας νικά!</p> + +<p>Τόσο καλόβουλη η Καλή στις τρυφερές δροσιές<br /> +και των πυρών των λεονταριών και στις γαλαθηνές<br /> +τις γέννες όλων των αγρίων θηρίων,<br /> +ζητάει σε τέλος των πουλιών να φέρη τα σημάδια,<br /> +που αν και δεξιά, μα και πολλά γιομάτα 'ναι ψεγάδια.<br /> +Και τον Παιάνα εγώ καλώ βοηθό μας, μήπως στείλη<br /> +ενάντιους καιρούς στους Δαναούς και δέσουν τα καράβια<br /> +πολύν καιρό αταξίδευτα, για να ζητήση κάποια<br /> +άλλη θυσία ανίερη κι απρόσφορη, αφορμή<br /> +πολλών δεινών συγγενικών, γιατί η άφοβη η οργή<br /> +μένει στο σπίτι η δολερή, μια μέρα να ξυπνήση<br /> +κ' εκδίκησι θυμάμενη του τέκνου να ζητήση».<br /> +Τέτοια ο Κάλχας, με πολλά διαλάλησε αγαθά<br /> +μελλούμενα για τα βασιλικά παλάτια<br /> +απ' των πουλιών εκείνων τα σημάδια,<br /> +και σύμφωνα μ' αυτά<br /> +αίλινο, ψάλλετε αίλινο, και το καλό ας νικά.</p> + +<p>Ο Δίας — όποιος κι αν είναι — αν μ' αυτό<br /> +τόνομα αρέση να καλήται,<br /> +μ' αυτό κ' εγώ τον ονομάζω,<br /> +όλα στη στάθμη ταπεικάζω<br /> +κι όξω από το Δία δε βρίσκω άλλο<br /> +για να μπορέσω, αν πρέπει αλήθεια,<br /> +μες απ' τα στήθια<br /> +το βάρος της αμφιβολίας να βγάλω.</p> + +<p>Ουδ' όποιος ήτανε μεγάλος πριν<br /> +κι ακατανίκητος θρασομανούσε<br /> +ούτ' αν υπήρξε θα μνημονευτή·<br /> +κι όποιος κατόπιν ήρθε, βρήκε<br /> +τον τρίτο νικητή και πήγε.<br /> +Μα όποιος του Δία τη νίκη από καρδιάς τιμά <br /> +της γνώσεως τον καρπό τρυγά.</p> + +<p>Που ωδήγησε τον άνθρωπο στη γνώση<br /> +κ' έβαλε νόμο: πάθος μάθος,<br /> +που ως και στον ύπνο, στην καρδιά μας<br /> +στάζει τον πόνο, που θυμίζει<br /> +με τρόμο τα παθήματά μας<br /> +κι αθέλητα μας συνετίζει.<br /> +Μα κάνει χάρη ο θεός αλήθεια<br /> +που κυβερνά μ' αυστηροσύνη<br /> +τον κόσμο, απ' τα ψηλά του σπίτια.<br /> +Και τότε ο αρχηγός του στόλου,<br /> +ο μεγαλύτερος, δίχως καθόλου<br /> +νάχη να κάμη με το μάντη<br /> +τι τούρθαν οι καιροί ενάντιοι,<br /> +σαν άρχισε να τυραγνή η γαλήνη<br /> +κ' η πείνα των Αργείων το στρατό,<br /> +πούτανε περ' απ' τη Χαλκίδα<br /> +δεμένος μέσα στης Αυλίδας<br /> +το πολυτάραχο στενό.</p> + +<p>Κι ανέμοι πνέοντας απ' τον Στρυμόνα<br /> +μες στα κακόβουλα λιμάνια,<br /> +αργούς και νηστικούς στους ίδιους τόπους<br /> +ταλαιπωρούσαν τους ανθρώπους<br /> +κ' έφθειραν πλοία και παλαμάρια<br /> +και κάνοντας διπλό το χρόνο<br /> +ξενεύριζαν με την αργία<br /> +το άνθος της νιότης των Αργείων.<br /> +Μα όταν κι απ' τον πικρό χειμώνα<br /> +βαρύτερη γιατρειά είπε ο μάντης,<br /> +την Άρτεμη προφασισμένος,<br /> +τα σκήπτρα τους βροντόντας καταγίς<br /> +τα δάκρυα δεν κρατούν οι στρατηγοί.</p> + +<p>Και τότε λέει ο τρανός ο ρήγας:<br /> +Βαρύ κακό κι αν δεν το πράξω,<br /> +βαρύ κι αν το παιδί μου σφάξω,<br /> +πόχω καμάρι! και τα χέρια<br /> +με το παρθενικό της αίμα<br /> +στους βωμούς δίπλα να μολύνω.<br /> +Ω συμφορά μου απ' ολούθε,<br /> +προδότης πώς των πλοίων να γίνω<br /> +και τους συμμάχους μου ναφήσω;<br /> +Μ' όλο το δίκιο τους ζητούνε<br /> +το γαίμα το παρθενικό<br /> +για να λουφάξουνε οι ανέμοι,<br /> +κι άμποτε, θε μου, σε καλό! »</p> + +<p>Και μια που μπήκε στης ανάγκης το ζυγό<br /> +κι άνεμος δυσσεβείας γύρισε το νου του,<br /> +μηδ' όσιο μηδ' ιερό λογιάζει πιο<br /> +και τον νικά η αποκοτιά του λογισμού του·<br /> +γιατί το πρώτο βήμα στο άθλιο το κακό<br /> +είναι αχρείος σύμβουλος κι απομωραίνει<br /> +του ανθρώπου το συλλογικό.<br /> +Κ' έτσι λοιπόν για το γυναίκειο<br /> +τον πόλεμο, και να εγκαινιάση<br /> +των καραβιών το δρόμο<br /> +το βάσταξε την κόρη του να θυσιάση.</p> + +<p>Τα διπλοπαρακάλια της, πατέρα! πατέρα!<br /> +δεν λόγιασαν, κι ουδέ τα τρυφερά της νιάτα<br /> +οι πολεμόχαροι αρχηγοί,<br /> +και πρόσταξε τους δούλους ο πατέρας<br /> +να τη σηκώσουν ύστερ' από την ευχή<br /> +σαν ρίφι, μες στους πέπλους τυλιγμένη,<br /> +γοργά, ψηλά και προύμυτα<br /> +επάνω απ' τους βωμούς<br /> +και να της φράξουν τόμορφό της στόμα<br /> +με δύναμη του φίμωτρου βουβή,<br /> +μην τύχη και το σπίτι του καταραστή.</p> + +<p>Στη γης κυλά το φόρεμά της το ζαφρά<br /> +και η κόρη τους δημίους της χτυπά ένα ένα,<br /> +με των ματιώ της σαϊτιές πονετικές·<br /> +κι' έμοιαζε σαν σε ζουγραφιά<br /> +πως νάθελε να τους μιλήση·<br /> +γιατί στα πλούσια του πατέρα της τραπέζια<br /> +πολλές φορές τους είχε τραγουδήση<br /> +κι αγνή, με τη φωνή της την παρθενικιά<br /> +ταγαπητού πατέρα της από καρδιάς<br /> +τον καλοροίζικο έψαλλε παιάνα.</p> + +<p>Και το τι γένηκε ύστερα, δεν είδα, δε λέγω,<br /> +μα αλάθευτες του Κάλχαντα τις τέχνες ξέρω<br /> +κ' η Δίκη με τη βία το αναγκάζει<br /> +να μάθη εκείνος που θα πάθη.<br /> +Ό,τι είναι να γενή μπορείς νακούσης<br /> +αφού γενή, κι ας λείπη από πριν<br /> +γιατί είναι τ' όμοιο να στενάζης κι από πριν.<br /> +Θαλθή φως φανερό με της αυγής το φως<br /> +κι άμποτε νάβγουν όλα στο καλό,<br /> +καθώς ποθεί αυτή, που πλησιάζει τώρα.<br /> +μόνος μου πύργος της Απίας της χώρας!</p> + +<p>Ήρθα με σέβας, Κλυταιμνήστρα, της αρχής σου<br /> +γιατί σαν λείψη ο άρχοντας από το θρόνο<br /> +το δίκιο, τη γυναίκα του να προσκυνούμε.<br /> +Και τώρα, αν έχης τίποτε καλό ακουσμένα,<br /> +ή κ' έτσι για καλές ελπίδες θυσιάζεις,<br /> +πρόθυμα ακούω· κι αν σιωπάς, δικαίωμά σου.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Μάννας καλής κόρη καλή, που λέγει ο λόγος,<br /> +από τη νύχτα ας έβγη μέρα λαμπροφόρα,<br /> +κι ανέλπιστη χαρά ν' ακούσης ετοιμάσου·<br /> +γιατί του Πριάμου, οι Έλληνες πήραν την πόλη.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Πώς λες! δεν άκουσα, ταυτιά μου δεν πιστεύω!</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Πως είναι η Τροία δική μας, καθαρά δεν τόπα;</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Πνίγει το στήθος μου η χαρά και δάκρυα φέρνει.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Τα μάτια την καλή σου γνώμη μαρτυρούνε.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Μα νάχης και γι' αυτό που λες βέβαιο σημάδι;</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Έχω, πώς όχι; αν οι θεοί δεν μ' απατούνε . . </p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Μήπως σ' ονειροφαντασίες έχεις πιστέψη;</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Σε καρωμένης κεφαλής καπνούς δεν στέργω.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Ή μη σου σήκωσαν το νου λόγια τανέμου;</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Για κορασιά αλαφρόμυαλη βλέπω με πήρες.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Κι από πότε λοιπόν είναι παρμένη η πόλη;</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Σου λέω: τη νύχτα πόχει αυτό το φως γεννήση.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Και ποιος θα μπόρειε μηνυτής να φτάση αμέσως;</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Ο Ήφαιστος! στέλλοντας λαμπρή φωτιά απ' την Ίδα.<br /> +Και πάνω πανωτές φωτιές αγγαρεμένες<br /> +ξεπροβοδούν τη φλόγα εδώ· και πρώτη η Ίδα<br /> +στον κάβο Ερμή της Λήμνου, κι από κείθε τρίτο<br /> +τ' Αγιονόρος φωτιά τρανή παραλαβαίνει.<br /> +Και πεύκα αρίφνητη σκεπάζοντας ως πέρα,<br /> +σαν χρυσοφέγγισμα ήλιου, του πελάου τα πλάτη<br /> +στις βίγλες του Μακίστου αγγάρεψε τη φλόγα·<br /> +και κείνος όχι ανάμελλος ουδ' από ύπνο<br /> +βαριά παρμένος ξαστοχά τα χρέη ταγγέλου·<br /> +μα πέρα η λάμψη στου Εύριπου το ρέμμα φτάνει<br /> +και στου Μεσσάπιου τους σκοπούς τα νέα φέρνει·<br /> +και τούτοι αντιφωτούν και τα ξεπροβοδίζουν<br /> +πιο μπρος, ανάβοντας ξερά ταρείκια στίβες·<br /> +και πάντα φουντωμένη της φωτιάς η λάμψη<br /> +τους κάμπους του Ασωπού σαν μελιχρό φεγγάρι<br /> +περνά και στις ψηλές κορφές του Κιθαιρώνα<br /> +φωλιά καινούργια η ταξιδεύτρα η φλόγα στήνει·<br /> +και δεν αρνιέται η βίγλα, κι απ' το προσταγμένο<br /> +πιότερα ανάβοντας, πιο πέρα να τη στείλη·<br /> +κ' η λάμψη δρασκελόντας τη Γοργώπη λίμνη<br /> +και πέφτοντας στο Αιγίπλαγκτο, μηνάει την τάξι<br /> +να μη αμελούνε της φωτιάς, κι αυτοί με ζήλο<br /> +γλώσσες φλογών σηκώνουν τέτοιες, που περνόντας<br /> +τακρόβραχα, όπου το Σαρωνικό κοιτάζουν,<br /> +πέφτει σαν κεραυνός και φτάνει εδώ η λάμψη<br /> +στις βίγλες τις γειτονικές μας του Αραχναίου,<br /> +ως που σ' αυτές των Ατρειδών χτυπάει τις στέγες<br /> +το φως, που προπάππο έχει τη φωτιά της Ίδας.<br /> +Τέτοιους εγώ λαμπαδοφόρων έχω νόμους<br /> +να παίρνη και να δίνη ο ένας με τον άλλο<br /> +κι ο πρώτος που ήρθε νίκησε και τελευταίος.<br /> +Αυτά σου λέω τα σύμβολα και τα σημάδια<br /> +που μόχει στείλη ο άντρας μου απ' την Τρωάδα.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Τις προσευχές μου στους θεούς κατόπι κάνω,<br /> +βασίλισσα, μα τώρ' αυτά που λες τα λόγια<br /> +νακούω θάθελα άπαυτα και να θαυμάζω.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Δική τους είναι σήμερα, η Τροία των Αχαιών!<br /> +φαντάζομαι, τι ασύσμιχτη βουή στη πόλη!<br /> +καθώς σαν χύσης μες σ' ένα πινάκι λάδι<br /> +και ξύδι, να ταράζουνται θα ιδής ανάρια,<br /> +έτσι χώρια των νικητών και νικημένων<br /> +ξεφωνητά θάχης νακούς ανόμοιας μοίρας.<br /> +Αυτοί απ' εδώ πεσμένοι επάνω στα κουφάρια<br /> +αντράδων κι αδερφών και των παιδιώ των γέροι<br /> +γονιοί θενά θρηνούνε των αγαπημένων<br /> +τη συμφορά, μα μ' όχι πια λεύτερο στόμα.<br /> +Τους άλλους πάλι νηστικούς από τη μάχη<br /> +νυχτοπλάνητος κόπος φέρνει στα τραπέζια<br /> +της πόλεως και τους στρώνει δίχως καμμιά τάξη<br /> +μα μ' όποιον ο καθένας τους λαχνό τραβήξη.<br /> +Τώρα τα σκλαβωμένα σπίτια τους στεγάζουν<br /> +των Τρώων και γλυτωμένοι απ' τανοιχτού του κάμπου<br /> +τις παγωνιές και τις δροσιές, όλη τη νύχτα,<br /> +πόσο ευτυχείς! αφύλαχτοι θα κοιμηθούνε.<br /> +Κι αν σεβαστούνε τους θεούς τους πολιούχους<br /> +της νικημένης χώρας και τα ιδρύματά των,<br /> +μια που νικήσαν δεν θα νικηθούνε πάλι·<br /> +φτάνει μην πιάση πριν το στρατό κακός πόθος<br /> +ναρπάζη όσα δεν πρέπει, απ' αγάπη κέρδους·<br /> +γιατί για τον καλό στα σπίτια γυρισμό του<br /> +έχει και τάλλο χέρι του σταδίου να στρίψη·<br /> +κι αν δίχως κρίμα στους θεούς γυρίσουν πίσω,<br /> +μα πάλι ακοίμητο μπορεί των σκοτωμένων<br /> +το αίμα να μένη, κι άλλη συμφορά αν δεν λάχη.<br /> +Άκου λοιπόν αυτά από μένα, τη γυναίκα·<br /> +και το καλό ας αξιωθώ να δω όπως θέλω,<br /> +γιατί απ' όλα ταγαθά αυτό θα ευχόμουν!</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Με γνώση αντρός, βασίλισσα, μιλείς φρονίμου,<br /> +κι αφού σημάδια αλάθευτα σου έχω ακούση<br /> +τώρα τους θεούς θα ετοιμαστώ να ευχαριστήσω,<br /> +γιατί άξιος δόθηκε ο μιστός για τόσους κόπους.</p> + +<p>ΠΡΩΤΟ ΣΤΑΣΙΜΟ</p> + +<p>Ω Δία παντοδύναμε και νύχτα αγαπητή,<br /> +οπόχεις ταναρίθμητα στολίδια,<br /> +πυκνά πλεμμάτια έρριξες στη γη την Τρωική<br /> +με σιδερένια δαχτυλίδια.<br /> +Μήτε μεγάλοι να μπορούν μήτ' άγουρα παιδιά.<br /> + — κι ανώφελα κανείς ας μη γυρεύη — <br /> +το δίχτυ να πηδήσουνε που ξάπλωσε η σκλαβιά<br /> +κι όλους τριγύρω μέσα του μαζεύει.<br /> +Σε τρέμω, ω Δία ξένιε, και τα έργα σου τιμώ,<br /> +που από καιρό τεντώνεις το δοξάρι<br /> +για να μη ρίξης άνεργο το δίκιο σου θυμό<br /> +επάνω στον αδικητή τον Πάρη!<br /> +Έχεις να πης κ' έχεις να κρίνης<br /> +το χέρι της Δικαιοσύνης·<br /> +τον βρήκε το άδικο στο δρόμο,<br /> +κι ας λέη κάποιος πως θ' αφήση<br /> +απλέρωτον όποιος τολμήση<br /> +το θείο της να πατήση νόμο.<br /> +Αργά ή νωρίς θαρθή μια μέρα<br /> +να πάθη ο γυιός για τον πατέρα,<br /> +που άδικο πόλεμο σηκώνει,<br /> +και που μ' ασήμι σκορπισμένο<br /> +και με χρυσάφι μαζεμένο<br /> +τα σπίτια του παραφορτώνει.<br /> +Ο φρόνιμος μονάχα αρκιέται<br /> +μ' όσο να μη στενοχωριέται·<br /> +γιατί οι θησαυροί οι περισσοί<br /> +δεν τον γλυτώνουν δίχως άλλο<br /> +όποιος της Δίκης το μεγάλο<br /> +βωμό θενά ποδοπατήση.</p> + +<p>Μας σπρώχνει των φρενών η βλάβη<br /> +κι άλλου κακού τον πόθο ανάβει,<br /> +μα τότε γιατριά δεν έχει·<br /> +δεν κρύβεται το κρίμα· βγαίνει<br /> +και σα φωτιά καταραμένη<br /> +φαντάζει ολόγυρα και τρέχει.<br /> +Έτσι το ψεύτικο χρυσάφι<br /> +με τη τριβή τέλος ξεβάφει<br /> +και μαύρη φαίνεται η θωριά του·<br /> +όπως μωρό παιδί να πιάση<br /> +πουλί ζητά — κ' έχει ντροπιάση<br /> +την πόλη και τα γονικά του.<br /> +Μα δεν ακούει τα παρακάλια<br /> +κανείς θεός, και στα κεφάλια<br /> +ταμαρτωλά φωτιά θα βρέξη.<br /> +Νά ο Πάρης! που ψωμί κι αλάτι<br /> +δεν ντράπηκε, απ' το παλάτι<br /> +γυναίκα φίλου του να κλέψη.</p> + +<p>Κι αφίνοντας λογχών κι ασπίδων κρότους<br /> +και ναυτικούς στην πύλη εξοπλισμούς<br /> +και στους Τρωαδίτες φέρνοντας<br /> +αντίς για προίκα, αφανισμό τους,<br /> +γοργά τις πύλες διάβηκε<br /> +όσα κανείς δεν τόλμησε τολμόντας!<br /> +Και πολυαναστενάζοντας<br /> +ελέγανε του παλατιού οι προφήτες:<br /> +Ω σπίτι, σπίτι κι άρχοντες<br /> +ω κλίνη, κερωτόθυμα του αντρός της χνάρια!<br /> +δήτε τον τώρα στη βουβή ατιμία του<br /> +κι απαραπόνευτο στη συμφορά του,<br /> +παρατημένο αδιάντροπα·<br /> +κι απ' τη λαχτάρα της φευγάτης<br /> +πως στα παλάτια μέσα ζη<br /> +φαντάζεται το φάντασμά της!<br /> +Χάρη δεν έχει άλλη εμορφιά<br /> +για το θλιμμένο,<br /> +και σβύνει κάθε αποθυμιά<br /> +στο μάτι του το στειρεμένο.</p> + +<p>Κέρχουνται ονειροφάνταχτοι<br /> +και θλιβεροί στους ύπνους ήσκιοι<br /> +φέρνοντας χάρη ανώφελη!<br /> +γιατί του κάκου! όταν κανείς νομίζει<br /> +πως βλέπει ένα καλό στα ονείρατά του<br /> +γλυστρά μες απ' τα χέρια τόραμα<br /> +και δεν αργεί νακολουθήση<br /> +το δρόμο του ύπνου του φευγάτου!<br /> +Τέτοιες μες στα παλάτια συμφορές <br /> +μα κι άλλες είναι πιο βαριές ακόμη·<br /> +για όσους ξεκίνησαν από τη χώρα,<br /> +σ' όλων τα σπίτια αβάσταγο<br /> +πένθος και θλίψη βασιλεύει τώρα·<br /> +πολλά ραγίζουν τις καρδιές,<br /> +γιατί καθένας ξέρει εκείνους<br /> +πόστειλε για τον πόλεμο,<br /> +μα τώρ’ αντίς για κείνους<br /> +στάχτη και νεκροδόχες μοναχά<br /> +στα σπίτια καθενός γυρίζουν!</p> + +<p>Κι ο Άρης, παλλάζει τα κορμιά με μάλαμα, <br /> +και που κρατάει ζυγαριά στις μάχες,<br /> +απ' το Ίλιο στέλλει πίσω στους δικούς<br /> +βαρυά και πικροθρήνητα<br /> +καρβουνωμένα θρύψαλα,<br /> +γιομίζοντας τα ευκολοβάσταγα λεβέτια<br /> +με στάχτη των ανθρώπω των·<br /> +κ' εγκωμιάζουν και θρηνούν τους άντρες των<br /> +τον ένα, τι άξιζε στη μάχη,<br /> +τον άλλο, πόπεσε στον πόλεμο<br /> +παλικαρίσια, για γυναίκα ξένη!<br /> +Έτσι κρυφά από κάποιο ψιθυρίζεται<br /> +κι ο φθόνος έχθρητα γιομάτος<br /> +σιγογλυστράει στους πρόμαχους Ατρείδες.<br /> +Μα κείνοι εκεί, στο τείχη ολόγυρα,<br /> +καλά κρατούν, οι πολυεπαινεμένοι,<br /> +της Τρωικής της γης τα μνήματα<br /> +που κρύβει τους εχθρούς της νικημένη.</p> + +<p>Βαρύς ο λόγος του λαού, βαριά η οργή<br /> +κι απλέρωτη η κατάρα του δε μένει·<br /> +η έγνοια μου κάτι μαύρο σκοτεινό<br /> +νακούση περιμένει.<br /> +Γιατί έτσι δεν αφίνουν οι θεοί<br /> +κείνους που χύνουν πολύ γαίμα.<br /> +Κι οι μαύρες Ερινύες με τον καιρό<br /> +την άδικη του ανθρώπου ευτυχία<br /> +μ' έν' αναποδογύρισμα της τύχης<br /> +μαυρίζουν· κι όταν ξεγραφή<br /> +δύναμη πια καμιά δεν έχει.<br /> +Βαρύ ναι φήμη αμέτρητη<br /> +νάχη κανείς, γιατί απ' του Δία<br /> +το μάτι πέφτει ο κεραυνός.<br /> +Προκρίνω αζήλευτη ευτυχία,<br /> +ούτε καταχτητής νάθελα γένω<br /> +μα ούτε κάτω απ' άλλους πάλι<br /> +να δω το βίο μου σκλαβωμένο!</p> + +<p> — Της καλοφάνερης φωτιάς τρέχει στη πόλη<br /> +γρήγορη η φήμη· μα κι αν είναι αληθινή<br /> +ποιος ξέρει, ή τάχα απάτη θεϊκή;<br /> + — Ποιος είν' έτσι παιδί και με κρίση λειψή<br /> +που να πυρώση πρώτα την καρδιά<br /> +με τα καινούργια της φωτιάς μαντάτα<br /> +για να θλιβή αν έβγη αλλιώς ο λόγος;<br /> + — Αυτό ναι το γυναίκειο φυσικό,<br /> +νανοίγη την καρδιά της στο καλό<br /> +και πρι φανερώση ακόμη.<br /> + — Και τώρα η προσταγή της γυναικός<br /> +ευκολοπίστευτη πολύ ξαπλώνει . . . . <br /> +μα σβήνει ταχυθάνατος<br /> +ο γυναικόσπαρτος ο λόγος.</p> + +<p>Ο ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ ΤΟΥ ΧΟΡΟΥ</p> + +<p>Όπου κι αν είσαι θενά μάθωμε αν ήταν<br /> +αληθινές οι επανωτές φωτιές και φλόγες<br /> +ή μήπως ήρθε το τερπνό το φως εκείνο<br /> +σαν όνειρο και μας ξεσήκωσε το νου μας.<br /> +Τον βλέπω, νά, που απ' το γιαλό προβαίνει ο κήρυξ<br /> +ελιάς κρατάει κλαδόφυλλα, και μάρτυράς μου<br /> +ο κορνιαχτός, της λάσπης το στεγνό ταδέρφι,<br /> +πως δε μου φέρνει, ανάβοντας βουνίσια ξύλα,<br /> +με των καψάλων τους καπνούς βουβά σημάδια,<br /> +και ή τη χαρά μας μ' ό,τι πη θα βεβαιώση,<br /> +ή — πιο καλά αμελέτητο το ενάντιο νάναι,<br /> +και το καλό που φάνηκε σε καλό νάβγη — </p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Όποιος τανάντια εύχεται απ' αυτά στην πόλη<br /> +αυτός των λογισμών του ας τρυγάη το κρίμα.</p> + +<p>ΚΗΡΥΚΑΣ</p> + +<p>Χαίρε της πατρικής μου γης, του Άργους χώμα,<br /> +που σε πατώ πάλι ύστερ' από δέκα χρόνια<br /> +και μια καν απ' τις τόσες μου χάρηκα ελπίδες!<br /> +γιατί ποτέ δεν τόλεγα πως θαξιωνόμουν<br /> +τάγια μας χώματα νεκρό να με σκεπάσουν·<br /> +τώρα, χαίρε πατρίδα, χαίρε φως του ήλιου<br /> +και συ μεγάλε Δία της χώρας και συ Πύθιε,<br /> +χωρίς πια με τα βέλη σου να μας σαϊτεύης<br /> +φτάνει όσο εκεί στο Σκάμαντρο μας πολεμούσες·<br /> +τώρα βοηθός μας και σκεπός άμποτε νάσαι<br /> +Απόλλων! κι όλους τους θεούς τους α γ ω ν ί ο υ ς<br /> +προσκυνώ, και τον δικό μου τον προστάτη<br /> +τον Ερμή, φίλον κήρυκα, τιμήν κηρύκων·<br /> +κ' ήρωες, που μας στείλετε, καλοδεχτήτε<br /> +πάλι όσοι απ' το στρατό γλυτώσαν το κοντάρι.<br /> +Ω, ω, του βασιλιά τιμημένα παλάτια,<br /> +πολυσέβαστοι θρόνοι και θεοί προσήλιοι,<br /> +χαρούμενοι, αν και πριν, το βασιλιά από χρόνια<br /> +να τον δεχτήτε που έρχεται, σε σας και σ' όλους<br /> +εμάς στη μαύρη σκοτεινιά μας φως να φέρη·<br /> +χαρούμενοι δεχθήτε τον γιατί του πρέπει,<br /> +που με του Δία τη δίκελλα του δικαιοκρίτη<br /> +την Τροία γκρέμνισε και ρήξαμε τη γη τους,<br /> +και ρείπια οι βωμοί των θεών και τα ιερά τους<br /> +κι ουδέ σπόρος δε μένει απ' όλη τους τη χώρα·<br /> +τέτοιο ζυγό στον τράχηλο έβαλε της Τροίας<br /> +κ' έρχεται τώρα ο ευτυχισμένος βασιλιάς μας,<br /> +που μέσα σ' όσους τώρα ζουν τιμές του πρέπουν<br /> +γιατί ουδ' ο Πάρις ουδέ η Τροία είναι, να πούνε<br /> +αν άξιζε το πάθημα το κάμωμά τους·<br /> +και δεν μπορεί να πη πως δεν το βρήκε ως τόσο<br /> +το δίκιο του και με το παραπάνω ο κλέφτης,<br /> +αφού συθέμελα έσβησε το πατρικό του<br /> +και πλέρωσαν διπλά το κρίμα οι Πριαμίδες.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Του αχαϊκού στρατού χαίρε, κήρυκα, χαίρε!</p> + +<p>ΚΗΡΥΚΑΣ</p> + +<p>Χαίρω· και τώρα, αν θέλουν οι θεοί, ας αποθάνω.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Της πατρικής μας γης σε δάμασε ο πόθος;</p> + +<p>ΚΗΡΥΚΑΣ</p> + +<p>Τόσο, που απ' τη χαρά μου πλημμυρούν τα μάτια.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Την ίδια θα είχετε και σεις γλυκειάν αρρώστεια.</p> + +<p>ΚΗΡΥΚΑΣ</p> + +<p>Τι πάει ο λόγος σου να πη; δος μου να νοιώσω.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Πως έδερνε και σας και μας ο ίδιος πόθος.</p> + +<p>ΚΗΡΥΚΑΣ</p> + +<p>Η χώρα που εποθούσαμε λες μας ποθούσε;</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Ναι, και στενάζαμε συχνά απ' τα φυλλοκάρδια.</p> + +<p>ΚΗΡΥΚΑΣ</p> + +<p>Και πόθε αυτός ο μαύρος πόνος της καρδιάς σου;</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Τόσο καιρό τη σιωπή βρήκα γιατρειά μου.</p> + +<p>ΚΗΡΥΚΑΣ</p> + +<p>Μη, λείποντας ο βασιλιάς, κάποιο εφοβόσουν;</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Τόσο, που ως λες και συ, τώρα κ' εγώ ας ποθάνω!</p> + +<p>ΚΗΡΥΚΑΣ</p> + +<p>Τέλος καλόν όλα καλά· μέσα στο διάβα<br /> +του χρόνου, άλλα μας έρχουνται δεξιά και πάλι<br /> +άλλα ζερβά· γιατί έξω απ' τους θεούς ποιος άλλος <br /> +όλο το βίο του θα χαρή με δίχως πάθη;<br /> +Γιατί αν λέω τους κόπους και τις κακοπέρασες<br /> +τανάριο ξεμπαρκάρισμα, τα κακοστρώσια,<br /> +ποια μέρ' αστέναχτη είτανε να μη μας λάχουν;<br /> +Στη στεριά πάλι το κακό είταν ποιο μεγάλο:<br /> +Κάτω απ' τα κάστρα των εχθρών τόχαμε στρώση<br /> +και πια η δροσιά απ' τον ουρανό κι απ' τα λειβάδια<br /> +της γης, μας περεχούσε και μας είχε πάντα<br /> +ολόμουσγα τα ρούχα μας κι άγρια την τρίχα·<br /> +κι αν πης για τον χειμώνα, των πουλιώ το χάρο,<br /> +που αβάσταγο κατέβαζε η χιονιά της Ίδας,<br /> +ή για τη ζέστη, όταν ο πόντος δίχως κύμα<br /> +κι αγέρα στις μεσημερνές κοιμόνταν κοίτες . . . <br /> +Μα τι να κλαίω γι' αυτά; έχει περάση ο πόνος·<br /> +κι έχει περάση, τόσο για τους πεθαμένους, <br /> +που πια σκοπό δεν τόχουνε ναναστηθούνε·<br /> +τι να τους λογαριάζουμε τους πεθαμένους,<br /> +και τι να φέρνη ο ζωντανός τις λύπες πίσω;<br /> +τις συμφορές τις στέλλω στο καλό να πάνε,<br /> +γιατί σ' εμάς που μείναμεν απ' το στρατό μας<br /> +πλήθιο το κέρδος τη ζημία αντισηκώνει,<br /> +που αξίζει αλήθεια μπρος σ' αυτό το φως του ήλιου<br /> +να καυχηθούμε πάνω από στεριές και θάλασσες:<br /> +«Αφού την Τροία επήρε ο στόλος των Αργείων<br /> +αυτά για τους ελληνικούς θεούς τα λάφυρα<br /> +στις εκκλησιές των κρέμασε, λαμπρά στολίδια».<br /> +Κι όποιος ακούη αυτά θα πρέπει να παινεύη<br /> +την πόλη και τους στρατηγούς και χάρη νάχη<br /> +του Δία που τάφερε δεξιά· είπα ότι είχα.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Με νίκησαν οι λόγοι σου και δεν ταρνιούμαι.<br /> +γιατί είναι πάντα ο γέρος νιος για να μαθαίνη,<br /> +μα αυτά την Κλυταιμνήστρα και ταρχοντικό της<br /> +πιότερο γνοιάζουν· μα και με συνάμα ευφραίνουν.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Απ' τη χαρά μου ερέκαξα και τότε αμέσως<br /> +που ήρθε το πρώτο μήνυμα της φλόγας, νύχτα,<br /> +κ' είπε της Τροίας το πάρσιμο κ' είπε το τέλος,<br /> +και κάποιος μ' επερίπαιξε: από τις φλόγες<br /> +γελάστηκες και πίστεψες πως η Τροία επάρθη;<br /> +ω πόσο τόχει ο νους να τρέχη της γυναίκας!<br /> +Μ' αυτά τα λόγια μέχανε πως πήρα πέρα,<br /> +όμως εγώ εθυσίαζα και στη γυναίκεια<br /> +υπάκουοι προσταγή, παντού μέσα στην πόλη<br /> +στις εκκλησιές, χαράς αλλαλαγμοί αντηχούσαν,<br /> +κι άλλοι τις φάουσες κοίμιζαν μυριστές φλόγες.<br /> +Και τώρα τι τα θέλω πιότερα από σένα;<br /> +Όλα τα πάντα από τον ίδιο θα τα μάθω,<br /> +και θα βιαστώ να κάμω τα καλύτερά μου<br /> +για τα καλά του σεβαστού μου αντρός δεξίμια·<br /> +γιατί ποιο φως γλυκύτερο θα ιδή γυναίκα,<br /> +παρ' απ' τον πόλεμο ο θεός τον άντρα αν σώση,<br /> +τις πόρτες να του ανοίξη; — πήγαινε και πε του<br /> +ναρθή το γρηγορώτερο, η χαρά της χώρας,<br /> +και να βρη, όπως την άφησε, πιστή γυναίκα<br /> +μες στα παλάτια του, που φύλαγε σαν σκύλα<br /> +καλή για κείνον και άγρια για τους εχθρούς του·<br /> +και σ' όλα τα ίδια πάντα, δίχως να χαλάση<br /> +καμιά, τόσον καιρό που έλειπε, σφραγίδα·<br /> +και τόση γνώρισα χαρά ή κακό λόγο<br /> +για άλλον άνδρα, όσο και το χαλκό πως βάφουν.</p> + +<p>ΚΗΡΥΚΑΣ</p> + +<p>Δεν είναι τέτοια καύχηση, γιομάτη αλήθεια,<br /> +αταίριαστη σε στόμα ευγενικής γυναίκας.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Άκουσες τώρα κ' έμαθες έτσι που σου είπε<br /> +σαν ξάστερος εξηγητής τα ωραία της λόγια.<br /> +Μα εσύ για τον Μενέλαο θα σ' ερωτήσω — <br /> +πες μας, έχει γλυτώση, κήρυκα, και θάρθη<br /> +μαζί με σας, ο καλός άρχοντας της χώρας;</p> + +<p>ΚΗΡΥΚΑΣ</p> + +<p>Πώς να μπορέσω να το πω το έμορφο ψέμμα<br /> +και να το χαίρουνται πολύν καιρόν οι φίλοι;</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Άμποτε να μας πης καλά και νάν' κι αλήθεια<br /> +γιατί τόνα δεν κρύβεται χώρια από τάλλο</p> + +<p>ΚΗΡΥΚΑΣ</p> + +<p>Άφαντος μέσ' από το στόλο των Αργείων<br /> +κι αυτός και το καράβι του· αυτή ναι η αλήθεια.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Σας άφησε απ' την Τροία φανερά, ή τάχα<br /> +μπόρα σας βρήκε και τον χώρισε απ' τους άλλους;</p> + +<p>ΚΗΡΥΚΑΣ</p> + +<p>Σαν άξιος πέτυχες τοξότης το σημάδι<br /> +και με δύο λόγια ιστόρησες κακό μεγάλο.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Και δεν ακούστηκε απ' τους άλλους κανείς λόγος<br /> +αν είναι τάχα ζωντανός ή πεθαμένος;</p> + +<p>ΚΗΡΥΚΑΣ</p> + +<p>Δεν ξέρει τίποτε σωστό να πη κανείς γι' αυτό<br /> +έξω απ' τον ήλιο που τον κόσμον όλον θρέφει.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Πες μας λοιπόν πώς βρήκε η χειμωνιά το στόλο<br /> +και πώς η θεϊκή η οργή επήρε τέλος;</p> + +<p>ΚΗΡΥΚΑΣ</p> + +<p>Μια τέτοια μέρα με κακές δεν πρέπει ειδήσεις<br /> +να βεβηλώσω· χώρια των θεών η χάρη·<br /> +γιατί όταν πάθη αδήγητα που ηύραν το στράτευμα<br /> +μ' όψη στυγνή ο μηνυτής φέρνει στην πόλη,<br /> +πρώτα είναι για όλους μια πληγή το κοινό πάθος,<br /> +και χώρια κι όσους ξέκαμε από τόσα σπίτια<br /> +με τη διπλή του μάστιγα, που ξέρει ο Άρης,<br /> +δίκοπη συμφορά, διπλού ζευγάρι ολέθρου·<br /> +κι όποιος τόσα κακά φορτωμένος θα φέρη<br /> +των Ερινύων του πρέπει αυτός Ύμνο να ψάλλη·<br /> +μα εγώ που άγγελος έρχομαι της σωτηρίας<br /> +στην πόλη τη χαρούμενη στο θρίαμβό της,<br /> +πώς στα καλά κακά να σμίξω, κι ιστορίσω<br /> +την τρικυμία, που απ' τη θεία οργή μας βρήκε;<br /> +Γιατί η φωτιά κ' η θάλασσα που είταν ως τότε<br /> +άσπονδοι εχθροί φιλιώθηκαν κ' έδωκαν όρκο<br /> +να φθείρουνε τον άθλιο των Αργείων στόλο.<br /> +Νύχτα, και το μεγάλο το κακό εσηκώθη<br /> +κι άμπωθε τόνα πάνω στάλλο τα καράβια<br /> +ο άγριος ο θρακιάς και τα βροντούσε αντάμα,<br /> +ως που απ' τη μάνητα της μπόρας και τη ζάλη<br /> +της ανεμόδαρτης βροχής, άφαντα πάνε<br /> +σαν νάταν και κακός βοσκός τα είχε προγγίξη.<br /> +Μα έδωκε και ξημέρωσε και βγήκε ο ήλιος<br /> +και βλέπομε ν' ανθή το πέλαγος το Αιγαίον<br /> +από Αχαιών κορμιά και καραβιών συντρίμια·<br /> +μα εμάς και το καράβι μας άβλαβο κάποιος<br /> +με μαστοριά ξεγλύτωσε κ' έβγαλε πέρα<br /> +θεός κι όχι άνθρωπος, κρατόντας το τιμόνι·<br /> +κι ο σωτήρας η Τύχη εκάθησε πιλότος<br /> +να μη μας λύση τους αρμούς τάγριο το κύμα,<br /> +ή κάπου σε ξερόβραχα έξω μας ρίξη.<br /> +Κ' έτσι απ' της θάλασσας το χάρο γλυτωμένοι<br /> +χωρίς να το πιστεύουμε, στη χρυσή μέρα<br /> +τη συμφορά μας βόσκαμε με έγνοιες καινούριες<br /> +για το στρατό πανεμοσκόρπισε κ' εχάθη.<br /> +Και τώρα αν ζη κανείς και πνέη κι από κείνους<br /> +θα μας λογιάζουν για χαμένους· και πώς όχι;<br /> +μήπως το ίδιο και γι' αυτούς και μεις δε λέμε;<br /> +όμως ας έβγη σε καλό, και πρώτο απ' όλους<br /> +και βέβαια το Μενέλαο να ιδής καρτέρει,<br /> +γιατί αν τον ξέρη κάπου μια του ήλιου αχτίνα<br /> +πως ζη και βασιλεύει, με του Δία τη γνώμη,<br /> +που δε θέλει το γένος του να σβύση ακόμη,<br /> +υπάρχει ελπίδα πάλι εδώ να μας γυρίση·<br /> +αυτή 'ναι, που είπα κι άκουσες η πάσα αλήθεια.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΤΑΣΙΜΟ</p> + +<p>Ποιος να της τόδινε έτσι αυτό<br /> +τόνομα σ' όλα ταιριαστό;<br /> +μην κάποιος που δε βλέπομε<br /> +και ξέροντας το πεπρωμένο<br /> +τη γλώσσα ωδήγα στο σωστό;<br /> +Ελένη! νύφη με σπαθιά και φόνους γυρεμένη!<br /> +γιατί αλήθεια όλεθρος<br /> +ανδρών και πλοίων και κάστρων<br /> +απ' την παστάδα εκίνησε<br /> +την πολυξομπλιασμένη<br /> +με τις πνοές του γίγαντος<br /> +Ζεφύρου, η Ελένη!<br /> +Και κυνηγοί αναρίθμητοι<br /> +σιδεροφορεμένοι<br /> +πίσω απ' τα ίχνη τάφαντα<br /> +των καραβιών που αράξανε εκεί πέρα,<br /> +που οι όχθες του Σιμόεντα χλωρές<br /> +βλαστομανούνε από πολέμων αίμα.</p> + +<p>Έτσ' η εκδικήτρα η οργή<br /> +στην Τροία να φέρη δεν αργεί<br /> +συμπεθεριό, όνομα και πράμμα,<br /> +για να ξοφλήσουν με καιρό<br /> +του τραπεζιού την ατιμία<br /> +και του φιλόξενου του Δία<br /> +κείνοι που τότε από καρδιάς<br /> +έψαλλαν το νυφιάτικο τραγούδι<br /> +του υμεναίου, που η μοίρα τόφερνε<br /> +έτσι οι γαμπροί να τραγουδούνε·<br /> +τον ξέμαθε όμως ύστερα<br /> +τον ύμνο η πόλη του Πριάμου·<br /> +τώρα βαρυαστενάζει, πολυθρήνητο<br /> +καλόντας τον κακόγαμπρο τον Πάρη,<br /> +αλήθεια πολυθρήνητο<br /> +για τόσες πολιτών ψυχές<br /> +και το αίμα τάδικο που εχάθη.</p> + +<p>Έτσι στο σπίτι του έθρεψε<br /> +κάποιος γαλαθηνό λιοντάρι,<br /> +αποκομμένο απ' το βυζί της μάννας του·<br /> +στων πρώτων του ημερώ τη χάρη·<br /> +ήμερο στα παιδιά πασίχαρο,<br /> +και των γεροντοτέρων χάδι·<br /> +συχνά στην αγκαλιά του τόπερνε<br /> +σαν νάτανε νεογέννητο παιδάκι,<br /> +και χαρωπά χαϊδεύονταν<br /> +στο χέρι που του χόρταινε την πείνα.</p> + +<p>Μα ήρθε καιρός και χρόνισε<br /> +και τόδειξε από ποιους κρατούσε·<br /> +για το σπολλάτη της τροφής του, ακάλεστος<br /> +το γιόμα του ετοιμάζει<br /> +μες στα κοπάδια, πόπνιξε,<br /> +κ' αίμα πλημμύρισε το σπίτι — <br /> +κακό στους σπιτικούς αγιάτρευτο<br /> +και φονικό, ζημία μεγάλη.<br /> +Θεός τον είχε θρέψη επίτηδες<br /> +σαν ιερέα συμφοράς στο σπίτι!</p> + +<p>Έτσι και στις αρχές λέω πως νάρθε<br /> +στην Τροία σαν μια ιδέα ανάνεμης γαλήνης,<br /> +σαν ένα ατίμητο αρχοντιάς στολίδι<br /> +σαν μαλακό ματιών σαΐτεμα,<br /> +καρδιών λίγωμα, έρωτος άνθος.<br /> +Μ' άλλαξεν όψη κ' έφερε<br /> +πικρό στους γάμους τέλος,<br /> +κι ασύντυχη και κακοσύβαστη<br /> +σηκώθηκε στους Πριαμίδες,<br /> +σταλμένη από το Δία τον ξένιο<br /> +νυμφόκλαυτη Ερινύα!</p> + +<p>Είν' ένας λόγος παλαιός παμπάλαιος,<br /> +που όταν τανθρώπου η ευτυχία περσέψη<br /> +γεννά και δεν πεθαίνει άκλερη,<br /> +κι απ' την καλοτυχιά βλασταίνει<br /> +αχόρταγη στο γένος δυστυχία.<br /> +Μα εγώ χώρια απ' τους άλλους σκέπτομαι,<br /> +πως πιότερα παιδιά γεννά το κρίμα<br /> +που του γονιού των όλα μοιάζουν,<br /> +ενώ τα σπίτια τα καλά και δίκια<br /> +πάντα καλότυχη γεννιά θα βγάζουν.</p> + +<p>Τόχει το κρίμα το παλιό<br /> +καινούργιο να γεννοβολάη κρίμα<br /> +στους άδικους ανθρώπους,<br /> + — αργά ή νωρίς όταν θε νάρθη ημέρα<br /> +της γέννας η γραφτή — <br /> +και συμφορά απολέμητη ανίκητη κι ανίερη<br /> +στα σπίτια την απόκοτη μαύρη Εκδικήτρα,<br /> +με τους γονιούς της απαράλλακτη.</p> + +<p>Μα η Δίκη λάμπει στα φτωχά<br /> +κι άραχλα σπίτια<br /> +και του δικαίου το βίο τιμά,<br /> +ενώ απ' τα χρυσοστόλιστα με αδικίες παλάτια<br /> +φεύγει και δε γυρνάει τα μάτια<br /> +και πάει στα τιμημένα, δίχως να ψηφά<br /> +τη ψευτοφημισμένη δύναμη του πλούτου<br /> +κι όλα σε δίκιο τέλος κυβερνά.</p> + +<p>Τώρα εσέ, βασιλιά, νικητή της Τρωάδας<br /> +του Ατρέα γεννιά,<br /> +και το πώς να σε πω και πώς να τιμήσω,<br /> +χωρίς πέρα να πάω, μηδέ πίσω ναφήσω<br /> +των επαίνων το μέτρο;<br /> +Γιατί ξέρω, πολλοί προτιμούν<br /> +ό,τι φαίνεται μόνο<br /> +και το δίκιο αψηφούν·<br /> +κι ο καθένας στον πόνο σου είν έτοιμος τάχα<br /> +να στενάζη μαζί σου<br /> +ενώ δεν του ραγίζει η καρδιά του από μέσα·<br /> +και σου κάνει πως χαίρει με σένα ο άλλος<br /> +και το αγέλαστο πρόσωπο βιάζει.<br /> +Μα ο καλός ο βοσκός που γνωρίζει από τέτοια<br /> +δεν γελιέται απ' το μάτι ανθρώπου που δείχνει<br /> +τάχα γνώμη καλόκαρδη κι όμως<br /> +σε χαϊδεύει με αγάπη χλιαρή.<br /> +Και λοιπόν, όταν συ ξεκινούσες το στόλο<br /> +για τη μαύρη Ελένη,<br /> +δεν το κρύβω, γι' ανόητο σε είχα<br /> +και πως όχι σωστά κυβερνούσες το νου σου<br /> +σαν να επήαινες σ' ανθρώπους γραμμένους του χάρου<br /> +ανωφέλευτο θάρρος.<br /> +Όμως τώρα που βγήκαν σε τέλος καλό<br /> +αναγαλλιάζει η ψυχή μου απ' τα βάθη,<br /> +και συ πια δε θαργήσης ρωτόντας να μάθης<br /> +ποιος στην πόλη σου φύλαξε γνώμη πιστή<br /> +και ποιος όχι.</p> + +<p>ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ</p> + +<p>Το Άργος για πρώτα δίκιο 'ναι να χαιρετήσω<br /> +και τους εγχώριους τους θεούς που μου είν' αιτία<br /> +του γυρισμού και της εκδίκησης που πήρα<br /> +από την Τροία· γιατί οι θεοί, όχι από λόγια <br /> +γρικόντας, ρίξανε στην κάλπη του θανάτου<br /> +το ψήφο τους αμέραστο για της Τρωάδας<br /> +τον τέλειο το ξολοθρεμό, ενώ στην άλλη<br /> +σίμωνε η ελπίδα του χεριού κ' έμενεν άδεια.<br /> +Κι απ' τον καπνό γνωρίζεται η παρμένη η πόλη<br /> +και τώρα ακόμη· ζούνε του ολέθρου οι μπόρες<br /> +κ' η στάχτη η δυσκολόσβυστη, ψηλά και γύρω<br /> +παχιές σκορπίζει μυρωδιές του αρχαίου του πλούτου.<br /> +Και πρέπει χάρη αξέχαστη νάχουμε πάντα<br /> +για τούτα στους θεούς, που τα θεόργητά μας<br /> +στήσαμε δίχτυα και για χάρι μιας γυναίκας<br /> +ξολόθρεψε ταργείτικο θεριό την πόλη,<br /> +ο ασπιδοφόρος ο λαός, πουλάρι αλόγου,<br /> +πηδόντας τον καιρό που βασιλεύει η Πούλια·<br /> +και μες στα κάστρα πέφτοντας τωμό λιοντάρι<br /> +βασιλικόν εχόρτασε γλείφοντας αίμα.<br /> +Αυτά να πω για τους θεούς έπρεπε πρώτα.<br /> +Κι όσο για τη δική σου γνώμη, μες στη μνήμη<br /> +κρατώ όσα μούπες, κ' είμαι σύμφωνος με σένα·<br /> +αλήθεια, λίγοι άνθρωποι τόχουν φυσικό τους<br /> +την ευτυχία του φίλου τους να μη φθονούνε·<br /> +μα στην καρδιά κατασταλάζει το φαρμάκι<br /> +της ζούλιας και διπλαίνει του άρρωστου τον πόνο,<br /> +που, χώρια απ' της δικής του δυστυχίας το βάρος,<br /> +την ευτυχία του γείτονα βλέπει και σκάζει.<br /> +Ξέρω που σου μιλώ· γιατί πολλούς γνωρίζω<br /> +που η τόση αγάπη πόδειχναν είταν μονάχα<br /> +σαν του καθρέφτη ζουγραφιά και σκιάς εικόνα·<br /> +και μόνου ο Οδυσσέας, που ακλούθησε άθελά του<br /> +μια που ζεύχτηκε, πρόθυμος σύντροφός μου είταν<br /> + — καλή του η ώρα ή ζωντανός ή πεθαμένος — <br /> +Και τώρα τάλλα, για τους θεούς και για την πόλη,<br /> +σε σύνοδο κοινή, δουλειά μας κάνοντάς το,<br /> +μαζί θε να σκεφθούμε, κι ό,τι καλά στέκει<br /> +πρέπει να ιδούμε πως θα καλομείνη πάντα<br /> +κι ό,τι από γιατρειά και φάρμακα έχει ανάγκη<br /> +καίοντας και κόβοντας στοχαστικά με γνώση<br /> +θα δοκιμάσομε, αν μπορή, να φύγη η αρρώστεια.<br /> +Τώρα στων παλατιών την τιμημένη εστία<br /> +πηγαίνω, πρώτα τους θεούς να προσκυνήσω<br /> +που όπως με καταβόδωσαν μ' έφεραν πίσω·<br /> +κ' η νίκη μια π' ακλούθησε, ας στεριώση!</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Της πόλεως του Άργους τιμημένοι εσείς γερόντοι,<br /> +δε θα ντραπώ να πω σε σας την τόση αγάπη,<br /> +που αισθάνομαι του αντρός μου, γιατί ο χρόνος σβήνει<br /> +τη συστολή απ' τον άνθρωπο· δεν τάχω ακούση<br /> +απ' άλλους, τα δικά μου θα σου πω τα πάθη<br /> +όσον καιρόν έλειπε αυτός κάτω στην Τροία·<br /> +και πρώτα δίχως άντρα κ' έρμη μες στο σπίτι<br /> +είναι φριχτό κακό να κάθεται η γυναίκα<br /> +κι όλο ν' ακούη πολλά συφοριασμένα λόγια·<br /> +και μόλις μπαίνη ο ένας με κακά μαντάτα<br /> +χειρότερη άλλη συμφορά να φέρνη ο άλλος·<br /> +κι αν τόσες είταν οι λαβωματιές του, όσες<br /> +καθημερνά μας έφερνε στο σπίτι η φήμη<br /> +θάταν να πης πιο τρύπιος κι απ' το δίχτυ αλήθεια.<br /> +Κι αν όσες φορές τόπανε, είχε πεθάνη<br /> +σαν άλλος δεύτερος τρισώματος Γηρυόνης<br /> +[πολύ από πάνω, κι από κάτω πια δε λέγω]<br /> +τρίδιπλο ντύμα γης πως πήρε θα καυχιόνταν<br /> +για να πεθάνη μια φορά στο κάθε σχήμα.<br /> +Γι' αυτές λοιπόν και για τις τέτοιες κακές φήμες<br /> +πολλές κρεμάθρες άλλοι γύρω απ' το λαιμό μου<br /> +με το στανιό μου λύσανε που είχα σφιγμένες.<br /> +Γι αυτά δεν βρίσκεται κ' εμπρός σου εδώ κι ο γυιός σου<br /> +το ενέχυρον της πίστης μου και της δικής σου,<br /> +ο Ορέστης, καθώς έπρεπε, και μη απορήσης·<br /> +γιατί τον τρέφει καλοθελητής μας φίλος<br /> +απ' τη Φωκίδα ο Στρύφιος, προλέγοντάς μου<br /> +διπλά ενδεχόμενα κακά: και το δικό σου<br /> +κάτω στην Τροία τον κίντυνο, ή μήπως ρίξη<br /> +κάποια αναρχία του λαού την γερουσία,<br /> +ως καθώς τόχουν φυσικό οι άνθρωποι πάντα,<br /> +πιότερο να ποδοπατούν έναν που πέση.<br /> +Μια τέτοια βέβαια πρόφαση δεν κρύβει απάτη·<br /> +μα εμένα οι άφθονες πηγές των δάκρυών μου<br /> +έχουν στειρέψη και σταλαματιά δε μένει·<br /> +και ταργοκοίμητα μου βλάβηκαν τα μάτια<br /> +να κλαίω τις παραμελημένες φωταψίες<br /> +που πρόσμενα από σένα· και στα ονειρατά μου<br /> +από τανάλαφρο του κουνουπιού εξυπνούσα<br /> +φτεροσουσούρισμα, γιατί έβλεπα για σένα<br /> +πιότερα πάθη κι απ' του ύπνου μου τις ώρες.<br /> +Τώρα χαρούμενη που πέρασα όλα ετούτα,<br /> +πώς να μη λέω τον άντρα αυτό, σκύλλο της στάνης,<br /> +άγκυρα σωτηρίας του πλοίου, και ψηλής στέγης<br /> +στερεό στύλο, μονάκριβο παιδί, πατέρα,<br /> +στεριά που βλέπει ανέλπιστα ο θαλασσομάχος,<br /> +μέρα λαμπρότατη ύστερ' από κακωσύνη,<br /> +τρεχάμενο νερό στον δρομομαχισμένο!<br /> +Τέτοιων λοιπόν χαιρετισμών τιμή του αξίζει<br /> +κι ας λείπη ο φθόνος! φτάνουνε τα περασμένα<br /> +που τράβηξα· και τώρ' αγαπητό κεφάλι<br /> +κατέβαινε απ' τ' αμάξι σου, δίχως ναγγίξης<br /> +στη γης το πόδι σου, που χάλασε την Τροία!<br /> +Δούλες τι στέκεσθε; πόχω το χρέος προστάξη<br /> +να στρώσετε χαλιά στου δρόμου του τη στράτα;<br /> +ευθύς ας γίνη πορφυρόστρωτος ο δρόμος<br /> +κι ας τον φέρη στανέλπιστα παλάτια η Δίκη!<br /> +Για τάλλα — η έγνοια μου άγρυπνη, σε δίκιο τέλος<br /> +θα φέρη — πρώτα ο Θεός — τα πεπρωμένα.</p> + +<p>ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ</p> + +<p>Κόρη της Λήδας, των σπιτιών μου κυβερνήτρα,<br /> +σύμφωνα με της απουσίας μου το μάκρος<br /> +και τα λόγια σου μάκρυνες, αν και ταιριάζη<br /> +νάρχεται απ' άλλους η τιμή του δίκιου εμένα<br /> +κι απ' άλλο, με καμώματα γυναίκεια εμένα<br /> +μη θες να με χαλάσης και σα βάρβαρο άντρα<br /> +ταπεινοπροσκυνάς με χαμόσυρτα λόγια,<br /> +μηδέ στρώσης στο δρόμο μου, με τις πορφύρες,<br /> +το φθόνο· στους θεούς η τιμή τούτη πρέπει·<br /> +θνητός σε τέτια πολυξόμπλιαστα στολίδια<br /> +δεν πάει σ' εμένα να πατώ με δίχως φόβο·<br /> +σαν άνθρωπο, όχι σαν θεό να με τιμούνε·<br /> +και δίχως τα στρωσίματα κι αυτά τα ξόμπλια<br /> +η δόξα διαλαλεί· κ' η μετρημένη η γνώση<br /> +δώρο μεγάλο του θεού· να μακαρίζης<br /> +τον άνθρωπο απ' τα τέλη του τα ευτυχισμένα<br /> +κι αν έτσι πάντα φέρνομαι, φόβο δε θάχω!</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Όμως τώρα κι αυτή μη μου αρνηθής τη χάρη.</p> + +<p>ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ</p> + +<p>Ξέρε το, δε θα ιδής τη γνώμη μου ναλάξω.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Μην τύχης τάμμα στους θεούς, για κάπιο φόβο;</p> + +<p>ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ</p> + +<p>Παρά καθ άλλον, ξέροντας το λόγο μου είπα.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Και τι λες τάχα ο Πρίαμος, αν ενικούσε; . . . </p> + +<p>ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ</p> + +<p>Και βέβαια θα πατούσε πάνω στις πορφύρες</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Λοιπόν μη ντηρηθής το τι θα πη ο κόσμος.</p> + +<p>ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ</p> + +<p>Όμως και του λαού η φωνή πολύ βαραίνει.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Τον άνθρωπο που δε φθονούν, μην τον ζηλεύης.</p> + +<p>ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ</p> + +<p>Δεν πάει και στη γυναίκα να γυρεύη αμάχες.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Μα πρέπει κάπου κι ο ευτυχής να τον νικούνε.</p> + +<p>ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ</p> + +<p>Τόσο λοιπόν να με νικήσης επιμένεις;</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Σε με, μα με το θέλημά σου, ας μείνη η νίκη.</p> + +<p>ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ</p> + +<p>Μ' αφού το θες . . . γοργά ας μου λύσουν τις αρβύλες,<br /> +που ως σκλάβους τις πατάει και πορπατάει το πόδι·<br /> +κ' ενώ πάνω σ' αυτές θα φεύγω τις πορφύρες<br /> +ας μη με ιδή κανείς θεός με φθόνου μάτι·<br /> +ντροπή, σταλήθεια, τέτοια να ρημάζης πλούτη<br /> +κι ασημοζυγιασμένα φάδια μες στους δρόμους.<br /> +Τόσο γι' αυτά· την ξένη τώρα ετούτη δέξου<br /> +με καλωσύνη· από ψηλά θα καλοβλέπουν<br /> +πάντα οι θεοί, όποιος σκληρός δεν είναι αφέντης·<br /> +γιατί ποιος πέφτει στη σκλαβιά με θέλημά του;<br /> +αυτή, διαλεχτόν άνθος από τόσα πλούτη,<br /> +την έφερα μαζί μου, δώρο του στρατού μου·<br /> +κι αφού στο θέλημά σου μ' έχεις τέλος φέρη<br /> +πατόντας σε πορφύρες στο παλάτι ας εμπώ!</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Έχει κι αν έχει η θάλασσα! ποιος θα την σώση;<br /> +που ασημοζύγιαστη πολλήν πορφύρα θρέφει<br /> +καινούργια πάντα, για όσα θες να βάφης φάδια.<br /> +Και το σπίτι σου, ρήγα μου, τόχει για νάχη,<br /> +και πρώτα ο θεός φτώχεια τι πάει να πη δε ξέρει·<br /> +κι αν τέτοιο μου έφερναν χρησμό απ' τα μαντεία<br /> +θάταζα τόσα κι άλλα φάδια να πατιόνταν<br /> +για τα καλά σου, νάθε ταξιωθώ, δεξίμια·<br /> +γιατί σαν μένη η ρίζα, τα κλωνιά φουντώνουν<br /> +κι απλώνουν ήσκιο του σπιτιού, στο βαρύ κάμμα·<br /> +έτσι και σένα ο γυρισμός σταρχοντικό μας<br /> +σαν να μας φέρνη από χειμώνα καλωσύνη·<br /> +κι όταν γυαλίση απ' τη ξυνή την αγουρίδα<br /> +κρασάτη ρόγα, τότε πια η δροσιά γλυκειά 'ναι,<br /> +σαν κυβερνάει το σπίτι του ο ίδιος ο αφέντης.<br /> +Ω Δία μου τέλειε, δίνε στις ευχές μου τέλος<br /> +κι όπως συ θέλεις κάμε ό,τι να κάμης θέλεις.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>ΤΡΙΤΟ ΣΤΑΣΙΜΟ</p> + +<p>Γιατί με τόσο πείσμα πάντα εμπρός<br /> +στη 'λαφροΐκιωτή μου τη καρδιά<br /> +αυτός ο φόβος να πηδά<br /> +κι ακάλεστος κι αλέρωτος<br /> +μου ψέλνει προφητείες;<br /> +Γιατί σαν τα όνειρα τα σκοτεινά<br /> +να μην μπορώ να τον ξορκίσω<br /> +και το καλό το θάρρος μου ξανά<br /> +στο θρόνο της καρδιάς να στήσω;<br /> +κι όμως καιρός επέρασ' από τότε,<br /> +που σέρνοντας τα παλαμάρια<br /> +αφήσανε την αμουδένια ακρογιαλιά,<br /> +όταν κατά την Τροία ξεκίνησαν<br /> +με το στρατό μας τα καράβια.</p> + +<p>Τώρα ο ίδιος μάρτυρας εγώ<br /> +το γυρισμό τους με τα μάτια μου είδα·<br /> +μα πάλι από μέσα, και με δίχως λύρα,<br /> +ψάλλει αυτοδίδακτη η καρδιά μου<br /> +των Ερινύων το θρήνο<br /> +και γω δεν έχω αλάκερο<br /> +το καλό θάρρος της ελπίδας.<br /> +Γιατί έτσι μάταια δεν σπαρνούν<br /> +τα σπλάχνα μου, ουδέ στρέφει<br /> +μ' όχι του κάκου ταραγμούς<br /> +σε δίκιους η καρδιά μου λογισμούς.<br /> +Μα εύχομαι ψεύτικοι να βγουν<br /> +οι φόβοι παναμένω<br /> +και να γενούν τανέμου.</p> + +<p>Αχόρταγη είναι βέβαια η άκρα υγεία<br /> +γιατί η αρρώστεια * * *<br /> +γειτόνισσα ενός τοίχου συνορεύει</p> + +<p>* * * * * *</p> + +<p>και του θνητού η καλοτυχιά που πλέει πρίμα<br /> +χτύπησε απάνω στα κρυφά τα βράχια.<br /> +Μ' αν απ' τα κερδισμένα πλούτη<br /> +δεν ντηρηθή να κάμη χύση<br /> +με το πρεπούμενο το μέτρο,<br /> +δεν πήε κατά βυθού το σπίτι<br /> +μ' όλο της συμφοράς το παραφόρτωμα<br /> +και δεν εβούλιαξε το σκάφος.<br /> +Πολλά τάφθονα δώρα τουρανού<br /> +και της καλόχρονης σοδειάς<br /> +διώξαν την πείνα και τη φτώχεια.</p> + +<p>Όμως, μια να χυθή χάμω στη γης<br /> +το μαύρο αίμα ανθρώπου σκοτωμένου<br /> +ποιος να το φέρη πίσω με γητειές;<br /> +μήπως και κείνον, που με τη σοφία του<br /> +να ξαναζωντανεύη μπόρειε πεθαμένο.<br /> +δεν τούδωσε ο Δίας να μάθη;<br /> +Αν όμως η ωρισμένη μοίρα απ' τους θεούς<br /> +δεν μπόδιζε να ξεπερνούμε<br /> +τα σύνορα που έχουνε τάξη,<br /> +τη γλώσσα θα προλάβαινε η καρδιά<br /> +στο φως αυτά να φέρη·<br /> +τώρα στα σκοτεινά κρυφανταριάζει<br /> +χωρίς καμμιάν ελπίδα, η πονεμένη,<br /> +να ξεσκεπάση τίποτα σωστό<br /> +μες απ' τα φλογισμένα φρένα.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Και συ, σε σένα λέω Κασσάνδρα, έμπαινε μέσα,<br /> +αφού σούδωκε ο θεός ανόργητα εδώ μέσα<br /> +του σπιτιού μας να γίνης και με τόσες δούλες<br /> +μαζί να παραστέκης δίπλα στο βωμό μας,<br /> +κατέβαινε απ' ταμάξι, δίχως περηφάνεια.<br /> +Αφού κι ο γυιός ακόμα λέγουν της Αλκμήνης<br /> +ψωμί σκλαβιάς υπόφερε να δοκιμάση·<br /> +γιατί αν το φέρη η τύχη τέτοια νάρθη ανάγκη,<br /> +χαρά 'ς τον, που αρχαιόπλουτο κύριο θα λάχη.<br /> +Μα εκείνοι, όπου ανέλπιστα θερίσουν πλούτη,<br /> +πάντα σκληροί στους δούλους και με δίχως μέτρο<br /> +έχεις τώρ' από μέρους μας, ότι είναι δίκιο.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Σούπε λόγια κοφτά και στρογγυλά και παύει·<br /> +και μια που στα πλεμμάτια είσαι της τύχης,<br /> +ό,τι σου λέει κάμε — αν θες — μα ίσως δεν θέλεις.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Μ' αν ίσως και δεν έχει σαν το χελιδόνι<br /> +βαρβαρικιά στη γλώσσα της φωνή και ξένη,<br /> +τα φρόνιμά μου νοιώθοντας θακούση λόγια.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Εμπρός· σου λέει τα πιο καλά στη θέσι που 'σαι<br /> +κι ακλούθει αφίνοντας αυτή την έδρα τώρα.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Καιρό δεν έχω πλια εδώ έξω από τη θύρα<br /> +να χάνω· γιατί εμπρός εις τους βωμούς, στη μέση<br /> +του παλατιού, για σφάξιμο τ' αρνιά προσμένουν.<br /> +σαν να ποτέ μην έλπιζαν μια τέτοια χάρη·<br /> +και συ στο νου σου αν τόχης κάμε ό,τι θα κάμης<br /> +κι αν πάλι δεν τη νοιώθης, ξένη, αυτή τη γλώσσα<br /> +μίλησε αντίς με τη φωνή καν με το χέρι.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Φαίνεται θέλει η ξένη έν' άξιο δραγομάνο<br /> +κι ο τρόπος της νεοσκλάβωτο την δείχνει αγρίμι.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Μα είναι τρελλή, κι ακούει κακά στο νου της φρένα,<br /> +'π' αφού πάρθηκ' η χώρα της κ' εδώ μας ήρθε,<br /> +δε λέει στο χαλινάρι της να συνειθίση<br /> +πρι να ξαφρίση τους θυμούς του αίματός της.<br /> +Σκοπό δεν τόχω πιότερα να χάνω λόγια.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Μα εγώ τη συμπονώ και δε θα της θυμώσω·<br /> +κατέβα πια ταλαίπωρη κι άφις τ' αμάξι<br /> +και κάνε της σκλαβιάς σου αρχή σαν είναι ανάγκη.</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Συμφορά μου ωιμέ συμφορά,<br /> +Απόλλων Απόλλων!</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>'Τι θέλουν τάχα οι θρήνοι αυτοί για το Λοξία;<br /> +δεν είναι τέτοιος να του πρέπουν μοιρολόγια.</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Συμφορά μου ωιμέ συμφορά,<br /> +Απόλλων Απόλλων!</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Πάλι με στόμα βλάστημο το θεό φωνάζει<br /> +που σε γόους να παραστέκη δεν του πρέπει.</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Απόλλων,<br /> +Απόλλων οδηγέ κ' η απώλειά μου!<br /> +δεύτερη αυτή φορά και για καλά με χάνεις.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Για τα δικά της πάθη, λέω, θα προφητέψη.<br /> +μένει το θείο το χάρισμα και στη σκλαβιά της.</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Απόλλων,<br /> +Απόλλων οδηγέ κ' η απώλεια μου!<br /> +α, που τάχα μ' ωδήγησες; και σε ποια στέγη;</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Στων Ατρειδών τη στέγη· κι αν δε τόχης νοιώση<br /> +νά που σου λέω· και ψέμα δε θα πης πως σου είπα.</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Α, α,<br /> +θεομίσητο σπίτι, και πόσα ξέρει<br /> +φονικά, σκοτωμούς από δικών χέρι,<br /> +ανθρωπομακελλειό αιματορραντισμένο!</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Μοιάζει μύτη καλή σαν σκύλλα νάχη η ξένη,<br /> +και ψάχει νάβρη εκεί που οσμίζεται το γαίμα.</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Γιατί έχω μάρτυρες, νά, ιδού, ετούτα.<br /> +Βρέφη που σκούζουν κάτω απ' το μαχαίρι<br /> +κρέατα ψητά, απ' τον πατέρα φαγωμένα.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Τη μαντική σου είχαμε ακουστά τη φήμη,<br /> +αλλά γι' αυτά δεν μας χρειάζονται προφήτες.</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Αλλοί κι απ' αλλοί, το τι έχει στο νου της;<br /> +τι 'ναι αυτό το καινούργιο κακό το μεγάλο,<br /> +το μεγάλο, που εδώ μέσα ετοιμάζει, κακό<br /> +για τους φίλους βαρύ<br /> +και δεν έχει γιατρειά<br /> +κ' είναι κάθε βοήθεια μακριά.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Αυτά σου τα μαντεύματα δεν τα γνωρίζω·<br /> +τάλλα τα ξέρω· τα κηρύττει όλη η χώρα.</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Αλλοί σου αθλία, και το κάνεις αυτό;<br /> +τον άντρα, το δεξί σου το πλευρό,<br /> +ευφραίνεις με λουτρό — πώς να το πω το τέλος;<br /> +μα όπου και νάναι γίνεται· κι απλώνει<br /> +χέρι το χέρι γοργό.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Δεν νοιώθω ακόμα· κ' ύστερα απ' τα αινίγματά σου<br /> +τώρα τους σκοτεινούς σου τους χρησμούς τρομάζω.</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Έ, ε, παπαί παπαί, τι 'ναι που φαίνεται;<br /> +δεν είναι δίχτυ του Ίδη;<br /> +μα δίχτυ 'ναι η γυναίκα του, η φόνισσά του·<br /> +κ' η κατάρα η αχόρταγη του γένους<br /> +ας κλάψη του φριχτού το θρήνο φονικού.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Ποια τούτη η Ερινύα που προσκαλείς να υψώση<br /> +θρήνο στο σπίτι; δε μ' ευφραίνει αυτός σου ο λόγος<br /> +και μαύρη στην καρδιά μ' ανέβηκε σταλιά<br /> +το γαίμα — όπως με θανάσιμη πληγή<br /> +χυμένο πάει με το φως του βίου που σβύνει,<br /> +και δεν αργεί να φτάση το κακό.</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Α, α· ιδού ιδού· κράτα μακριά<br /> +τον ταύρο από την αγελάδα,<br /> +με δόλο μες στα βρόχια της τον πιάνει,<br /> +βαράει του μαύρου μια, και πέφτει<br /> +μες στα λεβέτια του λουτρού, όπως σου λέω.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Δε θα το καυχηθώ πως νοιώθω τους χρησμούς σου<br /> +με κάτι όμως κακά μου φαίνεται να μοιάζουν.<br /> +Και πότε απ' τους χρησμούς βγήκε για τους θνητούς <br /> +λόγος καλός; — μέσα στις συμφορές<br /> +των μάντηδων οι περισσές οι τέχνες<br /> +το φόβο έρχουνται να φέρουν.</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Αλλοίμονο της άμοιρης μαύρη μου τύχη,<br /> +βάζω και κλαίω μαζί και τα δικά μου πάθη!<br /> +που ηύρες να φέρης την ταλαίπωρη κ' εμένα,<br /> +τι άλλο, πάρεξ να πεθάνω εδώ μαζί σου!</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Φρενοπαρμένη θάσαι και θεοπείραχτη,<br /> +μόνη σου για να ψάλλης θρήνον άνομο<br /> +του εαυτού σου, όπως η ξανθιά<br /> +κι αβάρετη στα κλάματα αηδόνα,<br /> +που κλαίοντας κλαίει πάντα τον Ίτυν Ίτυ<br /> +σ' όλη την πικραμένη τη ζωή της.</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Καλότυχη της λιγερής μοίρα αηδόνας!<br /> +αυτή την ντύσανε οι θεοί με φτερωτό κορμί<br /> +και μες τα κλάματα γλυκειά της δώσανε ζωή·<br /> +μα εμέ σφαγή με δίκοπο σπαθί προσμένει.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Πούθ' έρχονται, από ποιο θεό σταλμένοι οι τρόμοι αυτοί,<br /> +και τα δεινά με σκούξιμο κακόσυρτο θρηνείς,<br /> +και με προφητικούς ψάλλεις μαζί σκοπούς;<br /> +πούθε τα μέτρα αυτής της τέχνης μαντικής<br /> +έχεις και κακομελετάς;</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Ω γάμοι γάμοι Πάριδος των φίλων συμφορά,<br /> +ω του Σκαμάντρου πατρικό νερό!<br /> +που μια φορά στις όχθες σου την άθλια<br /> +μ' έθρεφες και με τράνευες<br /> +και τώρα γρήγορα θαρρώ γύρω στον Κωκυτό<br /> +και στις οχθιές του Αχέροντα θα προφητέψω!</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Τι 'ναι αυτός τώρα ο φανερός πάρα πολύ χρησμός;<br /> +κ' ένα μωρό μπορεί να νοιώση·<br /> +και στη καρδιά με πλήγωσε σα δάγκαμα φιδιού<br /> +καθώς τη μαύρη μοίρα σου μοιρολογάς πικρά<br /> +και με σπαράζεις να σ' ακούω.</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Ω κρίμα οι κόποι, η χώρα μας κ' επήε κατά βυθού!<br /> +κρίμα οι θυσίες του πατέρα για τους πύργους<br /> +και τα σφαγμένα αρίθμητα παχιά κοπάδια<br /> +τίποτε δεν ωφέλησαν<br /> +για να μην πάθη ό,τι έπαθεν η πόλη.<br /> +Και γω το θερμόν αίμα μου ταχιά στη γη σκορπώ!</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Σύμφωνα μ' όσα μούψαλες κι αυτά που τώρα λες.<br /> +Και βέβαια κάποιος δαίμονας σε βάζει,<br /> +όπου κακό σου θέλει, πέφτοντας βαρύς,<br /> +για να θρηνής πικρά πάθη θανατικά·<br /> +και πού θα βγη δε ξέρω . . .</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Σε λίγο ακόμη κι ο χρησμός πια δε θα βλέπη<br /> +μέσ' από πέπλους σαν την νιόπαντρη τη νύφη·<br /> +μα θα χυθή, όπως φαίνεται, μ' ορμή μεγάλη<br /> +προς του ήλιου τις ανατολές, και σαν το κύμα<br /> +στο φως κακό θα βγάλη πιο μεγάλο απ' τάλλο.<br /> +Τώρα όχι πια μ' αινίγματα θα σου τα μάθω!<br /> +Και μάρτυρες μου νάσαστε, μαζί ακλουθόντας,<br /> +πως των αρχαίων οσμίζομαι κακών τα χνάρια·<br /> +γιατί ποτέ δεν απολείπει αυτή τη στέγη<br /> +χορός που ψάλλει μια κακόφωνη αρμονία.<br /> +Και μια που μάλιστα έχει πιή ανθρώπινο αίμα<br /> +κι αποδιαντράπη ολότελα, τόστρωσε μέσα<br /> +στο σπίτι για καλά, και πια δε λέει να φύγη <br /> +των Ερινύων των συγγενικών ο κώμος.<br /> +Κ* έτσι για πάντα θρονιασμένες τραγουδούνε<br /> +την πρώτη του κακού αφορμή, και καταριούνται<br /> +κλίνη, που ατίμασε αδελφός, προς όλεθρό του.<br /> +Αστόχησα ή το ηύρα σαν καλός τοξότης;<br /> +Ή ψευτομάντισσα είμαι φλύαρη δερνοθύρα;<br /> +αρνήσου το αν μπορής κι ορκίσου πως δε ξέρεις<br /> +απ' ακουστά τις πρώτες του σπιτιού αμαρτίες</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Ω και να μπόρειε ο στέρεος δεμένος όρκος<br /> +καμμιά θεράπεια νάφερνε! μα εσέ θαυμάζω<br /> +που όντας περατινή κι απ' αλλόγλωσση πόλη,<br /> +σαν νάσουν μπρος και τάβλεπες τα ξεδιαλύνεις.</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Το δώρο αυτό απ' το μάντη δέχτηκα το Φοίβο.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Μην, και θεό, τον λάβωσε η αποθυμιά σου;</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Πριν, τόχα για ντροπή μου να τ' ομολογούσα.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Τόχει ο καθείς να 'παίρεται στην ευτυχιά του.</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Μα είταν για μένα αγωνιστής γιομάτος φλόγα.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Μην και σε κλίνη γάμου επλάγιασες μαζί του;</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Αφού είχα πη το ναι, τον γέλασα κατόπι.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Ενώ είχες πια τη θεϊκιά τέχνη παρμένη;</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Στην πόλη πια προφήτευα τα ήθελε πάθη.</p> + +<p>ΧΟΡΌΣ</p> + +<p>Και πώς απλέρωτη έμεινες απ' την οργή του;</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Κανένας πια σε τίποτε δεν μου επιστεύαν.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Μα εμείς αυτά που λες μας φαίνεται είν' αλήθεια.</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Αχ! Αχ!<br /> +Πάλι ο φριχτός ο πόνος της ορθομαντείας<br /> +μ' απαίσιο προανάκρουσμα μ' αναταράζει.<br /> +Βλέπετε εδώ τους νέους αυτούς τους θρονιασμένους <br /> +μέσα στο σπίτι ομοίους με μορφές ονείρων,<br /> +παιδιά που σαν δικοί τους τάχουνε σφαγμένα;<br /> +γιομάτα από φαΐ των σαρκών τους τα χέρια<br /> +μαζί άντερα και σπλάχνα — γιόμισμα τρισάθλιο,<br /> +φαίνονται να κρατούν, που γεύτηκε ο πατέρας!<br /> +Κ' εκδίκησί τους μελετά να πάρη κάποιος<br /> +λιόντας δειλός, που στρέφεται μες στα κρεβάτια<br /> +και στο σπίτι φυλάει, ωιμέ, πότε να στρέψη<br /> +ο αφέντης — ναι, ο αφέντης μου, αφού είμαι σκλάβα.<br /> +Κι ο στόλαρχος και νικητής της Τροίας δε ξέρει<br /> +τι με της γλώσσας της τα χάδια και τα λόγια<br /> +τα πρόσχαρα, του μαγερεύει η μαύρη σκύλλα,<br /> +σαν την κρυμμένη συμφορά, κακιά του μοίρα!<br /> +Τέτοια τολμά! γυναίκα να σκοτώση άντρα!<br /> +και ποιο όνομα στο μισητό το τέρας νάβρω<br /> +να του ταιριάζη; αμφίσβαινα ή τάχα Σκύλλα<br /> +που μες στους βράχους, θρήνος των ναυτών, φωλιάζει; <br /> +μάννα του Χάρου αλλόφρενη, που των δικών της<br /> +κρατάει αμάχη ασύβαστη; κ' ερέκαξε έτσι<br /> +σαν να είχε εχθρούς η απόκοτη κατατροπώση,<br /> +και χαρά τάχα δείχνει για το γυρισμό του;<br /> +Και αν θέλης πίστεψέ μου, κι αν δε μη . . τι τάχα;<br /> +Θαρθή που θάρθη· και συ μάρτυρας σε λίγο<br /> +σωστή πολύ προφήτισσα θε να με κλάψης.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Το δείπνο του Θυέστη με παιδιών του σάρκες<br /> +τόνοιωσα κι ανατρίχιασα κ' έχω ένα φόβο!<br /> +Γι' αυτά σου που είπες, που δε μοιάζουν παραμύθια·<br /> +μα τάλλα πάκουσα — βγήκα και πάω απ' το δρόμο.</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Πώς του Αγαμέμνονα θα ιδής σου λέω το φόνο.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Φράξε το στόμα σου, άθλια, στον κακό λόγο!</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Γιατρός κανείς δεν βρίσκεται γι' αυτό που σου είπα.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<br /> +Όχι, αν θα γίνη· μα ο θεός να μην το δώση!</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Καλές οι ευχές· μα εκείνοι μελετούν τον φόνο.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Ποιος νάναι ο άντρας που το κρίμα αυτό ετοιμάζει;</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Βλέπω οι χρησμοί μου αλήθεια πήγανε στο βρόντο.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Ποιος είν' αυτός ο επίβουλος, δεν τόχω νοιώση.</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Κι όμως καλά τη γλώσσα ξέρω των Ελλήνων.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Και η Πυθία επίσης, μα οι χρησμοί της, σκότος.</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Αλλοί μου! ω ποια φωτιά χυμίζει και μ' αδράχνει!<br /> +Οτοτοτοί, Απόλλων Λύκειε, αλλοίμονό μου!<br /> +Αυτή, λιόντισσα με δυο πόδια, που κοιμάται<br /> +με λύκο, ενώ το αρχοντικό λιοντάρι λείπει<br /> +θα με σκοτώση τη φτωχιά, κι ως να ετοιμάζη<br /> +φάρμακο, θε να χύση μέσα στην οργή της<br /> +και τη δικιά μου πλερωμή κ' ενώ ακονίζει<br /> +το σπαθί για τον άντρα της, θε να εγκωμιάζη<br /> +πως γιατί μ' έφερε μαζί τον εκδικιέται.<br /> +Και τι λοιπόν τα θέλω αυτά σα να μ' εμπαίζουν<br /> +τα σκήπτρα και τα μαντικά στεφάνια εμπρός μου;<br /> +Εσένα πριν του τέλους μου θα σε χαλάσω·<br /> +και στην οργή και σεις, κ' εγώ ταχιά ακλουθώ σας,<br /> +στολίσετε άλλη συμφορά αντίς για μένα.<br /> +Νά! με τα χέρια του ο Απόλλωνας μου βγάζει<br /> +το μαντικό το φόρεμα· κι αφού είδε πρώτα,<br /> +και μ' όλη αυτή μου τη στολή, τα περιγέλοια<br /> +που φίλοι εχθροί μου κάνανε, βέβαια του κάκου,<br /> +κ' υπόφερα σα μια ζητιάνα γυρολόγα<br /> +να με λένε φτωχιά, στρίγγλα και λιμασμένη — <br /> +και τώρα ο μάντης μάντισσα που μ' έχει κάμη,<br /> +μ' ωδήγησε σ' αυτές τις θανάσιμες τύχες!<br /> +Κι αντίς ο πατρικός βωμός, με περιμένει<br /> +ζεστό το κρεατοσάνιδο που θα με κόψουν.<br /> +Μα ακδίκητο οι θεοί το αίμα μου δε θαφήσουν,<br /> +γιατί άλλος πάλι εκδικητής θαρθή δικός μας<br /> +να πάρη από τη μάννα που τον γέννα πίσω<br /> +του πατέρα το γαίμα· κ' έρχεται διωγμένος<br /> +πλανημένος κι απόξενος αυτής της χώρας,<br /> +κορώνα στου σπιτιού τις συμφορές να βάλη.<br /> +Κ' εστέριωσε από τους θεούς μεγάλος όρκος<br /> +νάρθη του ξαπλωμένου ανάγερμα πατέρα.<br /> +Μα γιατί τάχα εδώ πονετικά να κλαίω<br /> +μια που είδα με τα μάτια μου του Ιλίου την πόλη<br /> +να πάθη ό,τι έπαθε; και κείνοι που την πήραν<br /> +έτσι με των θεών την κρίση ξεμπερδεύουν;<br /> +Πηγαίνω στο γραφτό μου και στο θάνατό μου<br /> +και χαιρετάω αυτές εδώ του Άδη τις πόρτες.<br /> +Μόνου άμποτε μια και καλή πληγή να λάβω<br /> +που να μπορέσω ασφάδαστη και με χυμένο<br /> +το γαίμα ευκολοθάνατη να ξεψυχήσω.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Ω συ πολύ ταλαίπωρη και πολύ πάλι<br /> +σοφή γυναίκα, είπες πολλά, κι αν απ' αλήθεια<br /> +το θάνατό σου ξέρεις, πώς με τόση τόλμη<br /> +σα βώδι που οδηγάει θεός στο βωμό στέκεις;</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Δεν έχει γλυτωμό κι αν κερδήσουμε χρόνο.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Μα η τελευταία η ώρα είναι όπου αξίζει.</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Ήρθεν η μέρα· τι θε να κερδίσω αν φύγω;</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Κακό σου φέρνει, ξέρε το, αυτή σου η τόλμη.</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Μα είναι ωραίο κανείς να ποθάνη με δόξα.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Και ποιος τ' ακούει αυτά απ' τους ευτυχισμένους;</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Ωιμένα εσύ, και τάξια σου παιδιά, πατέρα!</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Τι 'ναι; Ποιος φόβος σου γυρνάει το νου σου πάλι;</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Αχ κι αχ!</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Τι πάλι αυτό το αχ; εκτός του νου σου αν βλάβη . . . ,</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Φόνον αιματοστάλαχτο βγάζουν οι τοίχοι.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Και πώς; Είν' τα σφαχτά που στους βωμούς μυρίζουν.</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Είν' όμοιος σαν αχνός που βγαίνει από τους τάφους.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Δεν μοιάζει αυτό που λες με της Συρίας τα μύρα.</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Μα τώρα μέσα πάω τη μοίρα μου να κλάψω<br /> +και του Αγαμέμνονα· με φτάνει όσο έχω ζήση.<br /> +Αχ φίλοι!<br /> +Δε σκούζω σαν πουλί έτσι από μάταιο φόβο<br /> +σε θάμνο εμπρός· θε να πεθάνω· και σας θέλω<br /> +μάρτυρες, σαν πεθάνη αντίς για με γυναίκα<br /> +κι άντρας αντίς για τον κακότυχο τον άντρα·<br /> +ως ξένιο δώρο πριν πεθάνω αυτό σας θέλω.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Αθλία, σου κλαίω τη μοίρα σου που προφητεύεις.</p> + +<p>ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</p> + +<p>Ακόμη μια φορά θέλω να πω σαν θρήνο<br /> +έτσι εδικό μου. Μπρος στο στερνό φως του ήλιου<br /> +εύχομαι οι εκδικάτορες του βασιλιά μου<br /> +να θυμηθούν και τους δικούς μου τους φονιάδες<br /> +για το εύκολο κατόρθωμα φόνου μιας σκλάβας.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Αχ και το τι 'ναι ο άνθρωπος! στην ευτυχία του<br /> +σα ζουγραφιά φαντάζει, πλην η δυστυχία<br /> +μια σα σφουγγάρι υγρό της δίνει και τη σβύνει·<br /> +κι αυτά από κείνα πιο πολύ ελεούμαι ακόμη.<br /> +Η ευτυχία είναι πράμα που δε λένε ποτέ<br /> +να χορτάσουν οι ανθρώποι<br /> +και δεν τη βαρέθηκε τόσο κανένας ποτέ<br /> +να της κλείση την πόρτα<br /> +απ' έξω απ' τα πλούσια παλάτια,<br /> +κράζοντάς της: μη μπαίνης.<br /> +Και σ' αυτόν έχουν δώση οι θεοί να νικήση<br /> +του Πριάμου την πόλη<br /> +και μας γύρισε πίσω γιομάτος με δόξα.<br /> +Μ' αν τώρα πλερώση το κρίμα των άλλων<br /> +κι αν άλλων θανάτων το γαίμα ξεπλύνη<br /> +αυτός με το φόνο του πάλι,<br /> +ποιος γρικόντας αυτά θα μπορέση να πη<br /> +πως με δίχως κακό εγεννήθη;</p> + +<p>ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ</p> + +<p>Ωιμένα μου και πάω! βαθιά με βρήκε μέσα!</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Σώπα! ποιος φωνάζει τάχα χτυπημένος στα γερά;</p> + +<p>ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ</p> + +<p>Πάλι ξανά μου αλλοίμονο με βρήκε κι η άλλη.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Το έργο τέλειωσε! λογιάζω απ' τη φωνή του βασιλιά·<br /> +μα τουλάχιστον έλ' ας δούμε τι έχουμε να κάμουμε.</p> + +<p>ΧΟΡΟΥ ο α'</p> + +<p>Εμένα η γνώμη μου είναι σε βοήθεια αμέσως<br /> +να κράξομε όλη εδώ την πόλι στο παλάτι.</p> + +<p>ΧΟΡΟΥ ο β'</p> + +<p>Εγώ, μια ώρα αρχύτερα να μπούμε μέσα<br /> +και να τους πιάσομε με το σπαθί στο χέρι.</p> + +<p>ΧΟΡΟΥ ο γ'.</p> + +<p>Και γω μ' αύτη τη γνώμη, κάτι πρέπει λέω<br /> +να κάμουμε, καιρός για χάσιμο δεν είναι.</p> + +<p>ΧΟΡΟΥ ο δ'</p> + +<p>Φώς φανερό· όπως άρχισαν είναι σημείο<br /> +πως ετοιμάζουν τυραννίδα για την πόλη.</p> + +<p>ΧΟΡΟΥ ο ε'</p> + +<p>Η ώρα περνά, μα όσοι της άργητας πατούνε<br /> +στα πόδια τη ντροπή, έχουν το χέρι ξύπνιο.</p> + +<p>ΧΟΡΟΥ ο στ'</p> + +<p>Και γω δε ξέρω ποια βουλή να βρω να δώσω·<br /> +πρέπει να το σκεφθή ένας που κάνει κάτι.</p> + +<p>ΧΟΡΟΥ ο ζ'</p> + +<p>Τέτοιος είμαι κ' εγώ, γιατί δε ξέρω τρόπο<br /> +έναν που πέθανε, με λόγια ν' αναστήσω.</p> + +<p>ΧΟΡΟΥ ο η'</p> + +<p>Κ' έτσι όσο ζούμε το λοιπόν, στην κεφαλή μας<br /> +θάχουμε αυτούς τους άτιμους να μας ορίζουν;</p> + +<p>ΧΟΡΟΥ ο ι'</p> + +<p>Μα όχι! δεν είναι υποφερτό· κάλλιο ας πεθάνω<br /> +παρά σκλαβιά, γλυκύτερη μια τέτοια μοίρα.</p> + +<p>ΧΟΡΟΥ ο ι'</p> + +<p>Μα τάχα αυτά τα βογγητά να είταν σημάδι<br /> +να κρίνουμε πώς είναι κι όλας σκοτωμένος;</p> + +<p>ΧΟΡΟΥ ο ια'</p> + +<p>Ας μη μας παίρνη ο οργή πρι να βεβαιωθούμε·<br /> +άλλο να βάζης με το νου, κι άλλο η αλήθεια.</p> + +<p>ΧΟΡΟΥ ο ιβ'</p> + +<p>Απ' όλα τα πολλά μ' αυτή τη γνώμη κλίνω<br /> +να μάθουμε ακριβώς τι γένηκε ο Ατρείδης.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Απ' όλα πριν που από σκοπού έχω ειπωμένα<br /> +δε θε να το ντραπώ να πω τα ενάντια τώρα.<br /> +Γιατί και πώς αλλιώς κανείς, σαν ετοιμάζει<br /> +τον όλεθρο του εχθρού του, που περνά για φίλος,<br /> +να περιφράξη στέρεα του χαμού τα δίχτυα<br /> +σε ύψος που να είναι αδύνατο να το πηδήση;<br /> +Μα εμέ δε με ηύρε ανέτοιμη αυτός ο αγώνας<br /> +της έχθρας τέλος της παλιάς, αν και με χρόνια.<br /> +Και στέκω εδώ που χτύπησα, στο έργο μου επάνω.<br /> +Κ' έτσι έκαμα, και δεν τ' αρνιούμαι, που απ' το χάρο<br /> +να μην μπορέση να διαφεντευθή ή ξεφύγη.<br /> +Γύρω του δίχτυ ατέλειωτο, σαν ψαριών δίχτυ,<br /> +τυλίζω — πλουσιοπάροχη φορεσιά χάρου — <br /> +και δυο φορές τονέ χτυπώ· και με δυο βόγγους<br /> +πέφτει παράλυτο κορμί και σωριασμένος<br /> +τρίτη αποπάνω του χτυπώ, ταμμένη χάρη<br /> +του Δία σωτήρα των νεκρών κάτω στον Άδη.<br /> +Έτσι ξερνάει πεσμένος χάμω τη ψυχή του<br /> +και το αίμα του σαν ψιλή σφήνα ξεπετόντας<br /> +με μαύρες στάλες φονικής δροσιάς με ραίνει<br /> +κ' εύφρανε τη ψυχή μου όχι πιο λίγο απ' ό,τι<br /> +του θεού η βροχούλα τα σπαρτά στο πλούμισμά τους.<br /> +Τέτοια λοιπόν, πρόκριτοι σεβαστοί του Άργους,<br /> +κι αν σας βολή χαρήτε· καύχημα εγώ τόχω· <br /> +κι αν είταν πρέπον σε νεκρούς σπονδές να κάνουν,<br /> +δίκαια σ' αυτόν θα ταίριαζε και παραδίκαια.<br /> +Μόνος του το ποτήρι γιόμισε με τόσες<br /> +στο σπίτι συμφορές κ' ήλθε και τόπιε ο ίδιος.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Θαυμάζομε τι αχρεία γλώσσα έχεις στο στόμα<br /> +που επάνω στον νεκρό του αντρός σου έτσι καυχιέσαι.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Σαν άμυαλη με δοκιμάζετε γυναίκα·<br /> +μα εγώ με ατρόμητη καρδιά σου λέω να ξέρης.<br /> +Και συ καν θες να μ' επαινής καν να με ψέγης,<br /> +το ίδιο μου κάνει· αυτός είν' ο Αγαμέμνων, άντρας <br /> +δικός μου, και νεκρός μ' αυτό το δεξί χέρι<br /> +που με το δίκιο ό,τι έκαμε . . . αυτό να ξέρης.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Σαν τι κακό, γυναίκα,<br /> +να γεύτηκες βοτάνι από το γη θραμμένο,<br /> +ή τι φαρμάκι από τη θάλασσα βγαλμένο,<br /> +και πήρες τέτοια λύσσα και λαού κατάρα;<br /> +δίκασες κ' έκοψες, μα τώρα εξόριστη<br /> +βδέλυγμα θάσαι της χώρας.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Τώρ' απ' την πόλη μου δικάζεις εξορία,<br /> +μίσος των πολιτών και του λαού κατάρες,<br /> +ενώ κανένα φταίξιμο σ' αυτόν δε βρήκες,<br /> +που ούτε σα νάτανε σφαχτό λογιάζοντάς το,<br /> +όταν με γέννες καρπερές φτουρούν οι στάνες,<br /> +την κόρη του εθυσίασε — τον πιο γλυκό μου<br /> +καϋμό — για να γητέψη το βοριά της Θράκης.<br /> +Δεν είν' αυτός που τούπρεπε μακριά απ' τη χώρα<br /> +να διώχτης για το κρίμα του; και συ δικάζεις<br /> +σκληρά το έργο που μ' άκουσες. Μα σου το λέω:<br /> +Φοβέριζε κ' είμαι έτοιμη, μια σου και μια μου,<br /> +νάμαι στην εξουσία σου, αν με νικήσης.<br /> +Μ' αν πάλι δώση ο θεός κι αλλιώς τα κρίνη<br /> +θε να σου μάθω, αν κι αργά, να βάλης γνώση.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Μεγάλα τα σοφίσματά σου,<br /> +κι άρρητα κλώθεις σαν να τάραξε<br /> +το νου σου το χυμένο αίμα, και θαρρείς<br /> +πως σου φαντάζει η βούλλα η κόκκινη στην όψη.<br /> +Μα κάπου θάρθη μέρα, δίχως φίλους<br /> +και καταφρονεμένη<br /> +μ' αίμα το αίμα να πλερώσης.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Μ' άκου τώρα κι αυτό τον όρκο που σου ομόνω<br /> +Έτσι ναι, μα της κόρης μου την τέλεια Δίκη,<br /> +πόσφαξα και της πρόσφερα θυσία ετούτον,<br /> +ούτε σκιά στο σπίτι μου φόβου δε θάμπη<br /> +όσο που της γωνιάς μου τη φωτιά θανάβη<br /> +ο Αίγισθος, σαν πάντα καλοθελητής μου·<br /> +γιατί ναι αυτός του θάρρους μας μεγάλη ασπίδα.<br /> +Νά τον! νεκρός, ο ατιμαστής της γυναικός του<br /> +και των Χρυσηίδων ο καλός κάτου στην Τροία.<br /> +νά την! και τούτη εδώ η αιχμάλωτη, η μαγίστρα<br /> +η χρησμολόγα και παρακοιμάμενή του<br /> +πιστή γυναίκα, πότριβαν μαζί το ίδιο<br /> +σκαμνί του καραβιού — μα ότι άξιζαν το βρήκαν·<br /> +αυτός από τη μια μεριά· κι αύτη αφού είπε<br /> +σαν κύκνος το στερνό θανάτου μοιρολόι<br /> +κείται στο πλάι του αγαπητού, που είχε τη φέρη<br /> +προσφάγι γλιχουδιάρικο του κοιμηθιού μας.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Αλλοίμονο, ποια να είταν γρήγορη<br /> +δίχως κρεβάτωμα ουδ' αρρώστεια<br /> +νάρχουνταν μοίρα να μας έφερνε<br /> +για πάντα τον ατέλειωτο τον ύπνο,<br /> +τώρα που πάει εχάθη ο φύλακας<br /> +ο τρισκαλώτατός μου,<br /> +που όσα από μια γυναίκα υπόφερε,<br /> +κι από γυναίκα χάνει τη ζωή του.<br /> +Ω Ελένη εσύ, δίχως κρίση και νου,<br /> +που μια τις πολλές τις πάρα πολλές<br /> +ψυχές εθυσίασες κάτω απ' την Τροία,<br /> +και τώρα στο τέλος . . . </p> + +<p>. . . . . . . . . . . . . . . . . . .<br /> +. . . . . . . . . . . . . . . . . . .</p> + +<p>πολυθύμητον αίμα ανθολόγησεν άπλυτον<br /> +κάποια που θάτανε τότε στο σπίτι<br /> +οργή βαρυσύντυχη και συμφορά.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Μ' αυτά μη βαργομάς και πας και ζητάς<br /> +του θανάτου τη μοίρα·<br /> +κι ούτε μη στην Ελένη γυρνάς την οργή σου<br /> +πως χάλασε κόσμο, πως μια της αυτή<br /> +εθυσίασε τόσες ψυχές Δαναών<br /> +κ' έχει ανοίξη πληγή που δεν κλείνει.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Δαίμονα, που στο σπίτι αυτό βαρύς<br /> +και στους διπλούς τους Τανταλίδες πέφτεις<br /> +και δίνεις στις γυναίκες τις ισόψυχες<br /> +νίκη, που την καρδιά σπαράζει εμένα!<br /> +Και ιδού την τώρα επάνω στο νεκρό<br /> +σαν κόρακας κακός εστάθη<br /> +και το καυχιέται με τα δίκια της<br /> +πως ψάλλει αυτό τον ύμνο . . . </p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Τώρα μάλιστα τώπες σωστά<br /> +και με δίκιο τα ρίχτεις<br /> +στης γενεάς τον τετράπαχο δαίμονα,<br /> +γιατ' αλήθεια είναι αυτός που από μάννας κοιλιά<br /> +θρέφει τούτη τη λύσσα που γαίμα διψά<br /> +κι όπου πριν να τελειώση η παλιά συμφορά,<br /> +άλλο γαίμα χυμένο.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Μεγάλο αλήθεια δαίμονα<br /> +κι οργή εγκωμιάζεις θεϊκιά στο σπίτι,<br /> +κακόν εγκώμιο, αλλοίμονο!<br /> +αχόρταγης και μαύρης τύχης.<br /> +Αχ κι αχ! εσύ 'σαι Δία<br /> +σ' όλα η αφορμή σ' όλα η αιτία·<br /> +τι γίνεται χωρίς το Δία στον κόσμο;<br /> +και ποιο απ' αυτά χωρίς θεού βουλή;<br /> +Αχ αλλοίμονο, αλλοίμονο,<br /> +βασιλιά μου καλέ,<br /> +και πώς να σε κλάψω και τι να σου πω <br /> +από μέσ' απ' τη δόλια καρδιά μου;<br /> +Μες σ' αυτά της αράχνης τα δίχτυα πεσμένος<br /> +τη ζωή σου με θάνατον άνομο χάνεις.</p> + +<p>Αλλοίμονό μου, ποιος σου μέλλονταν<br /> +θάνατος που δε σούπρεπε;<br /> +θάνατος δολερός σε δάμασε<br /> +με δίκοπο σπαθί στο χέρι</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Ναι, δικιά μου είναι η πράξη κ' έχεις δίκιο να λες <br /> +όμως πια μη με πης<br /> +του Αγαμέμνονος τάχα γυναίκα·<br /> +τη μορφή της γυναίκας αυτού του νεκρού<br /> +ο δριμύς ο αντίδικος πήρε ο παλιός<br /> +του απάνθρωπου δείπνου του Ατρέα,<br /> +κι αυτόν, άντρα σωστόν, θυσιάζει<br /> +πλερωμή για τα βρέφη.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Πως είσαι καθαρή απ' αυτό το φόνο<br /> +ποιος θα βρεθή και θα το μαρτυρήση;<br /> +Πώς, πώς; μα ίσως και χέρι νάδωσε<br /> +ο αρχαίος εκδικητής από γενιάς.<br /> +Κι ανοίχει δρόμο, χύνοντας<br /> +αίμα συγγενικό καινούργιο πάντα,<br /> +η αρχαία η έχθρα, κι όπου προχωρέση<br /> +στο άδικο γαίμα των παιδιών θα πέση.</p> + +<p>Αχ αλλοίμονο, αλλοίμονο,<br /> +βασιλιά μου καλέ,<br /> +και πώς να σε κλάψω και τι να σου πω<br /> +από μέσ' απ' τη δόλια καρδιά μου;<br /> +που σ' αυτά της αράχνης τα δίχτυα πεσμένος<br /> +τη ζωή σου με θάνατον άνομο χάνεις.</p> + +<p>Αλλοίμονό μου, ποιος σου μέλλονταν<br /> +θάνατος που δε σούπρεπε;<br /> +θάνατος δολερός σε δάμασε<br /> +με δίκοπο σπαθί στο χέρι.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Μη δεν έμπασε τάχα στο σπίτι κι αυτός<br /> +δολερή συμφορά;<br /> +Μα δικό μου βλαστάρι, δικό του παιδί,<br /> +την πολύκλαυτη την Ιφιγένεια,<br /> +αν ό,τι της έκαμε βρήκε κι αυτός,<br /> +ας μην το καυχιέται στον Άδη, αφού<br /> +με θανάτου σπαθί<br /> +το ξεπλήρωσε ό,τι έπραξε πρώτος.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Στέκομαι κι απορώ, του νου μου χάνω<br /> +τους ίσους λογισμούς·<br /> +πού να στραφώ; πέφτει το σπίτι!<br /> +τρέμω — δεν είναι πια ψιχάλα,<br /> +τρέμω της αιματοβροχής τον χτύπο,<br /> +που απ' τα θεμέλια σείει το σπίτι·<br /> +κ' η Δίκη σ' άλλα ακόνια τακονίζει<br /> +για άλλο κακό καινούργιο το σπαθί της.<br /> +Ω άμποτε, γη, και να με είχες δεχτή<br /> +πριν τον έβλεπ' αυτόν ξαπλωτό καταγίς<br /> +στ' ασημότοιχο μέσα λουτρό.<br /> +Να τον κλάψη και ποιος, να τον θάψη και ποιος;<br /> +τάχα θέλεις τολμήση εσύ<br /> +να το κάμης, αφού τον εσκότωσες πριν<br /> +μοιρολόγια του αντρός σου να πης,<br /> +κι αντίς σου γι' αυτά τα μεγάλα κακά<br /> +να προσφέρης στερνά<br /> +στη ψυχή του αχάριστη χάρη;</p> + +<p>Ποιος τον ασύγκριτον άντρα επιτύμβιος θρήνος<br /> +με κλάματα, από γνώμη<br /> +χυμένα αληθινή, θα υμνήση;</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Λεν είναι δουλειά σου να γνοιάζεσ' εσύ<br /> +γι αυτό· από μας<br /> +έπεσε, πέθανε· και θα τον θάψομε<br /> +με χωρίς μοιρολόγια απ' το σπίτι,</p> + +<p>. . . . . . . . . . . . . . . . . </p> + +<p>Η Ιφιγένεια όμως, με πόση χαρά,<br /> +σαν καλή θυγατέρα,<br /> +τον πατέρα της όταν δεχτή στο γοργό<br /> +ποταμό των καϋμών,<br /> +αγκαλιάζοντας θέλει φιλήση.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Η μια αφορμή σ' άλλη αφορμή,<br /> +και δε μπορεί κανείς να κρίνη . . . <br /> +Χάρος στο χάρο, και ο φονιάς πλερώνει.<br /> +Κι όσο που μένει ο Δίας θα μένη<br /> +το κάνεις βρίσκεις — κ' είναι νόμος·<br /> +ποιος να τη βγάλη την κατάρα από το σπίτι;<br /> +και κόλλησε στη συμφορά το γένος . . . </p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Για τούτον σταλήθεια ταιριάζει ο παλιός<br /> +ο λόγος· μα εγώ<br /> +το δαίμονα θέλω των Πλεισθενιδών<br /> +δένοντάς τον με ξόρκια, να στέργω σ' αυτά,<br /> +αν κι αβάσταγα είναι· μ' απέδω και μπρος<br /> +απ' το σπίτι να φύγη και μια άλλη γενιά<br /> +με δικούς της θανάτους να τρίβη.<br /> +Κ' ένα μέρος μικρό<br /> +απ' τους τόσους θα μ' έφτανε εδώ θησαυρούς,<br /> +ταλληλοσκοτωμού<br /> +την μανία αν ημπόρειου να σβύσω.</p> + +<p>ΑΙΓΙΣΘΟΣ</p> + +<p>Ω φως φαιδρόν ημέρας, που έφερε τη Δίκη!<br /> +τώρα μπορώ να πω, πως δεν αφίνουν έτσι <br /> +απλέρωτα οι θεοί και γνοιάζονται σταλήθεια<br /> +τα κακουργήματα της γης από κει πάνω,<br /> +αφού είδα, μες στων Ερινύων τα πλεχτά βρόχια<br /> +να κοίτεται αυτός εδώ — χαρά, χαρά μου,<br /> +και να πλερώνη του πατέρα του το κρίμα.<br /> +Γιατί ο Ατρέας, βασιλιάς αυτής της χώρας,<br /> +πατέρας αυτουνού, το δικό μου πατέρα<br /> +Θυέστη, κι αδελφό του — για να καταλάβης — <br /> +εξ αφορμής του θρόνου εξώρισε απ' τη χώρα.<br /> +Κι όταν εξαναγύρισε κ' έπεσε ικέτης<br /> +στην εστία, την γλύτωσε, αλήθεια, ο ίδιος<br /> +ο άθλιος Θυέστης μη σφαχτή κ' αιματοβρέξη<br /> +το πατρικό του χώμα· μ' αυτουνού ο πατέρας,<br /> +πώς τάχα, ο άθεος, ήθελε το γυρισμό του<br /> +μ' ένα πλούσιο χαράς τραπέζι να γιορτάση,<br /> +δείπνο του ετοίμασε τα κρέατα των παιδιών του·<br /> +τα πόδια και τα χτένια των χεριώ είχε κόψη<br /> +παράμερα, που να μην καταλάβουν και οι άλλοι,<br /> +καθώς καθόταν χωριστά, μα εκείνος παίρνει<br /> +κι ανίδεος καθώς είτανε, τρώει από κείνο<br /> +τάσωστ', όπως θωρείς, φαΐ για όλο το γένος.<br /> +Μα έπειτα μόλις τόνοιωσε το άθεο πράμα<br /> +έσκουζε κ' έπεσε ξερνόντας τα σφαχτάρια,<br /> +κι ευχιέται μοίρ' ασύντυχη στους Πελοπίδες,<br /> +με την κατάρα δίνοντας κλωτσιά στο δείπνος,<br /> +έτσι να πάη όλ' η γενιά και του Κλεισθένη.<br /> +Γι' αυτά 'ναι πούπεσε κι αυτός καθώς το βλέπεις<br /> +κ' είχαν το δίκιο εγώ το φόνο του να υφάνω<br /> +γιατί κι εμέ, τρίτο παιδί του αθλίου πατέρα,<br /> +μ' έδιωξε, βρέφος μες στα σπάργανα, μαζί του.<br /> +Μα ετράνεψα και μ' έφερε οπίσω η Δίκη·<br /> +και δίχως νάμαι εμπρός το χέρι μου έχω βάλη<br /> +κι όλο το σχέδιο της κακής του ύφανα μοίρας.<br /> +Έτσι κι ο θάνατος γλυκύς Θα μου είταν τώρα,<br /> +μια που τον είδα αυτόν μες στης Δίκης τα δίχτυα.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Στις συμφορές να βρίζης, Αίγισθε, δεν πάει.</p> + +<p>. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .</p> + +<p>και λες πως το μελέτησες να τον σκοτώσης<br /> +και μόνος σου εσχεδίασες τον άθλιο φόνο;<br /> +Δε θα γλυτώση η κάρα σου, σου λέω και ξέρε,<br /> +απ' του λαού τη δίκια οργή κι από τις πέτρες.</p> + +<p>ΑΙΓΙΣΘΟΣ</p> + +<p>Εσύ τα λες, που βρίσκεσαι στην κάτω θέση<br /> +του πλοίου, κι άλλοι απάνωθέ σου κυβερνούνε;<br /> +Θα μάθης στα γεράματα πόσο βαρύ 'ναι<br /> +να βάζουνε με το στανιό του γέρου γνώση.<br /> +Μα οι αλυσίδες και τα βάσανα της νηστείας<br /> +άφευκτα γιατροσόφια και το γέρο ακόμα<br /> +να συνετίσουν έχεις μάτια και δε βλέπεις;<br /> +Μην πηδάς στα παλούκια μήπως και την πάθης.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Γυναίκα εσύ, μέσ' απ' το σπίτι είχες καρτέρι<br /> +γι' αυτούς που από τον πόλεμο εγυρνούσαν<br /> +κ' ενώ την κλίνη ατίμαζες ενός γενναίου<br /> +το φόνο αυτό εσχεδίασες του στρατηγού των;</p> + +<p>ΑΙΓΙΣΘΟΣ</p> + +<p>Αρχή οδυρμών και θρήνων και τα λόγια αυτά σου<br /> +κ' έχεις τη γλώσσα ενάντια με τον Ορφέα·<br /> +με τη φωνή του γήτευε τα πάντα εκείνος·<br /> +μα εσύ γαυγίζοντας και τα ήμερα ερεθίζεις,<br /> +ως που δεμένος θες δε θες θα μαλακώσης.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Τάχα πώς θα μου γίνης βασιλιάς μες στο Άργος<br /> +εσύ; που ενώ εσχεδίασες το θάνατό του <br /> +να τον σκοτώσης μόνος σου δεν είχες θάρρος.</p> + +<p>ΑΙΓΙΣΘΟΣ</p> + +<p>Γιατί έπρεπε γυναίκα βέβαια να δολώση,<br /> +ενώ εγώ ο παλιός εχθρός ύποπτος θα ήμουν.</p> + +<p>. . . . . . . . . . . . . . . . . . </p> + +<p>Τώρα με ταγαθά αυτουνού θα προσπαθήσω<br /> +την εξουσία μου να στεριώσω, κι όποιος κάνει<br /> +το δύσκολο, βαρύ ζυγό θα του φορτώσω,<br /> +όχι σαν βέβαια ελεύτερο θραφτό πουλάρι·<br /> +μα το κακό της σκοτεινιάς συντρόφι, η νήστεια,<br /> +θα μας τον δείξη μια χαρά μαλακωμένο.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Γιατί μ' αυτή σου την κακιά ψυχή μονάχος<br /> +λοιπόν δεν τον εσκότωνες; μα μια γυναίκα,<br /> +της χώρας όλης κάθαρμα και των θεών μας,<br /> +τον σκότωσε; Μα βέβαια κάπου ζη ο Ορέστης<br /> +για να τον φέρη εδώ μια μέρα η καλή μοίρα<br /> +και να γενή τρανός εκδικητής των δυο σας.</p> + +<p>ΑΙΓΙΣΘΟΣ</p> + +<p>Αφού τέτοια λες και κάνεις, τώρα να σου μάθω εγώ·<br /> +. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .<br /> +μπρός λοιπόν, φίλοι σύντροφοι, κ' ήλθε η ώρα της δουλειάς.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Μπρος, με τα σπαθιά στο χέρι έτοιμος νάναι ο καθείς.</p> + +<p>ΑΙΓΙΣΘΟΣ</p> + +<p>Με το σπαθί κ' εγώ στο χέρι να ποθάνω δε ψηφώ.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Άμποτε ό,τι λες να γίνη, δέχομαι την τύχη αυτή.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Όχι κι άλλα, φίλτατέ μου, ας μη θελήσωμε κακά·<br /> +πολύς είν' κι ο τόσος θέρος της πανάθλιας 'σοδειάς·<br /> +οι συμφορές σωσμό δεν έχουν, άλλο γαίμ' ας μη χυθή.<br /> +Πήγαινε και συ κ' οι γέροι όπου η μοίρα έχει γραφτό,<br /> +πριν κακό κανένα πάθουν κι ό,τι κάμαμε αρκετό.<br /> +Θάθελ' άμποτε να μέναν ως εδώ οι συμφορές<br /> +κι αρκετά μας έχει ως τώρα των θεών χτυπήσ' η οργή·<br /> +έτσι λέω 'γω η γυναίκα, αν θελήσης να μ' ακούς.</p> + +<p>ΑΙΓΙΣΘΟΣ</p> + +<p>Μα έτσι αυτοί λοιπόν τη γλώσσα την κακιά τους να χαρούν;<br /> +να τα βάζουν με την τύχη από κακοκεφαλιά,<br /> +και σε με, που τώρα ορίζω, τέτοια λόγια να κοτούν;</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Δε θα ταίριαζε σε Αργείους έν' αχρείο να προσκυνούν.</p> + +<p>ΑΙΓΙΣΘΟΣ</p> + +<p>Μα έχομε καιρόν εμπρός μας να σου βάλω γνώσι εγώ.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Όχι, αν στείλη τον Ορέστη του Θεού το χέρι εδώ.</p> + +<p>ΑΙΓΙΣΘΟΣ</p> + +<p>Ναι, το ξέρω πως μ' ελπίδες βόσκουνται οι εξόριστοι.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Κάνε, χόρτασε, τη δίκη μόλυνε, αφού μπορείς.</p> + +<p>ΑΙΓΙΣΘΟΣ</p> + +<p>Έγνοια σου, θα μου πληρώσης την κακογνωμιά σου αυτή.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p>Σαν τον κόκορα κορδώνου πλάι στην κόττα του και συ.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</p> + +<p>Ας τους, με τα μπόσικά τους γαυγητά· εγώ και συ<br /> +με την εξουσία στο χέρι θα βολέψομε όλα εδώ.</p> + + +<p style="margin-top: 6em">Η Σειρά των Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων, των Εκδόσεων +Φέξη, υπήρξεν ένας σταθμός στα ελληνικά χρονικά. Για πρώτη φορά προσφερόταν +συστηματικά στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, η αρχαία ελληνική σκέψη (ιστορία, +φιλοσοφία, ποίηση, δράμα, δικανικός και πολιτικός λόγος) σε δημιουργικές μεταφορές +της, από τους άριστους μεταφραστές του τόπου, στην πιο σύγχρονη μορφή που πήρε +εξελισσόμενο το γλωσσικό της όργανο. Ο Όμηρος, οι Τραγικοί κι ο Αριστοφάνης, ο +Ηρόδοτος, ο Θουκυδίδης, ο Πλάτων, ο Ξενοφών, ο Αριστοτέλης, ο Θεόκριτος, ο +Θεόφραστος, ο Επίκτητος, ο Πλούταρχος, ο Λουκιανός κλπ. προσφέρονται και σήμερα, +στις κλασικές πια μεταφράσεις των Πολυλά, Ραγκαβή, Μωραϊτίδη, Κονδυλάκη, Ποριώτη, +Γρυπάρη, Τανάγρα, Πολέμη, Καμπάνη, Καζαντζάκη, Βάρναλη, Αυγέρη, Βουτιερίδη, +Ζερβού, Φιλαδελφέως, Τσοκόπουλου, Σίγουρου, Κ. Χρηστομάνου κλπ, σε μια σύγχρονη +σειρά εκδόσεων βιβλίου τσέπης, πράγμα που επίσης γίνεται για πρώτη φορά, +συστηματικά, στην Ελλάδα. </p> + +<p><b>Αγαμέμνων</b> Πρόκειται για το πρώτο δράμα της Τριλογίας «Ορέστια» κι +αναφέρεται στην δολοφονία του Αγαμέμνονα από την σύζυγο του Κλυταιμνήστρα και +τον εραστή της Αίγισθο. Η σκηνή της προφήτιδος Κασσάνδρας, που οδύρεται για την +αιχμαλωσία της, ανήκει στις τραγικώτερες του παγκοσμίου Θεάτρου. Μετάφραση σε +στίχους, του Γρυπάρη.</p> + +<p>Η «ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ» ΑΝΑΤΥΠΩΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ +ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ<br /> +ΒΙΒΛΙΟΥ.</p> + +<p>ΑΘΗΝΑΙ, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 36<br /> +ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΤΣΙΜΙΣΚΗ 61</p> + +<p>ΤΙΜΗ ΤΟΜΟΥ ΔΡΑΧΜΕΣ 10</p> + + + + + + + + +<pre> + + + + + +End of the Project Gutenberg EBook of Agamemnon, by Aeschylous + +*** END OF THIS PROJECT GUTENBERG EBOOK AGAMEMNON *** + +***** This file should be named 39536-h.htm or 39536-h.zip ***** +This and all associated files of various formats will be found in: + http://www.gutenberg.org/3/9/5/3/39536/ + +Produced by Sophia Canoni. Book provided by Iason Konstantinides + +Updated editions will replace the previous one--the old editions +will be renamed. + +Creating the works from public domain print editions means that no +one owns a United States copyright in these works, so the Foundation +(and you!) can copy and distribute it in the United States without +permission and without paying copyright royalties. Special rules, +set forth in the General Terms of Use part of this license, apply to +copying and distributing Project Gutenberg-tm electronic works to +protect the PROJECT GUTENBERG-tm concept and trademark. Project +Gutenberg is a registered trademark, and may not be used if you +charge for the eBooks, unless you receive specific permission. If you +do not charge anything for copies of this eBook, complying with the +rules is very easy. You may use this eBook for nearly any purpose +such as creation of derivative works, reports, performances and +research. They may be modified and printed and given away--you may do +practically ANYTHING with public domain eBooks. Redistribution is +subject to the trademark license, especially commercial +redistribution. + + + +*** START: FULL LICENSE *** + +THE FULL PROJECT GUTENBERG LICENSE +PLEASE READ THIS BEFORE YOU DISTRIBUTE OR USE THIS WORK + +To protect the Project Gutenberg-tm mission of promoting the free +distribution of electronic works, by using or distributing this work +(or any other work associated in any way with the phrase "Project +Gutenberg"), you agree to comply with all the terms of the Full Project +Gutenberg-tm License available with this file or online at + www.gutenberg.org/license. + + +Section 1. General Terms of Use and Redistributing Project Gutenberg-tm +electronic works + +1.A. By reading or using any part of this Project Gutenberg-tm +electronic work, you indicate that you have read, understand, agree to +and accept all the terms of this license and intellectual property +(trademark/copyright) agreement. If you do not agree to abide by all +the terms of this agreement, you must cease using and return or destroy +all copies of Project Gutenberg-tm electronic works in your possession. +If you paid a fee for obtaining a copy of or access to a Project +Gutenberg-tm electronic work and you do not agree to be bound by the +terms of this agreement, you may obtain a refund from the person or +entity to whom you paid the fee as set forth in paragraph 1.E.8. + +1.B. "Project Gutenberg" is a registered trademark. It may only be +used on or associated in any way with an electronic work by people who +agree to be bound by the terms of this agreement. There are a few +things that you can do with most Project Gutenberg-tm electronic works +even without complying with the full terms of this agreement. See +paragraph 1.C below. There are a lot of things you can do with Project +Gutenberg-tm electronic works if you follow the terms of this agreement +and help preserve free future access to Project Gutenberg-tm electronic +works. See paragraph 1.E below. + +1.C. The Project Gutenberg Literary Archive Foundation ("the Foundation" +or PGLAF), owns a compilation copyright in the collection of Project +Gutenberg-tm electronic works. Nearly all the individual works in the +collection are in the public domain in the United States. If an +individual work is in the public domain in the United States and you are +located in the United States, we do not claim a right to prevent you from +copying, distributing, performing, displaying or creating derivative +works based on the work as long as all references to Project Gutenberg +are removed. Of course, we hope that you will support the Project +Gutenberg-tm mission of promoting free access to electronic works by +freely sharing Project Gutenberg-tm works in compliance with the terms of +this agreement for keeping the Project Gutenberg-tm name associated with +the work. You can easily comply with the terms of this agreement by +keeping this work in the same format with its attached full Project +Gutenberg-tm License when you share it without charge with others. + +1.D. The copyright laws of the place where you are located also govern +what you can do with this work. Copyright laws in most countries are in +a constant state of change. If you are outside the United States, check +the laws of your country in addition to the terms of this agreement +before downloading, copying, displaying, performing, distributing or +creating derivative works based on this work or any other Project +Gutenberg-tm work. The Foundation makes no representations concerning +the copyright status of any work in any country outside the United +States. + +1.E. Unless you have removed all references to Project Gutenberg: + +1.E.1. The following sentence, with active links to, or other immediate +access to, the full Project Gutenberg-tm License must appear prominently +whenever any copy of a Project Gutenberg-tm work (any work on which the +phrase "Project Gutenberg" appears, or with which the phrase "Project +Gutenberg" is associated) is accessed, displayed, performed, viewed, +copied or distributed: + +This eBook is for the use of anyone anywhere at no cost and with +almost no restrictions whatsoever. You may copy it, give it away or +re-use it under the terms of the Project Gutenberg License included +with this eBook or online at www.gutenberg.org + +1.E.2. If an individual Project Gutenberg-tm electronic work is derived +from the public domain (does not contain a notice indicating that it is +posted with permission of the copyright holder), the work can be copied +and distributed to anyone in the United States without paying any fees +or charges. If you are redistributing or providing access to a work +with the phrase "Project Gutenberg" associated with or appearing on the +work, you must comply either with the requirements of paragraphs 1.E.1 +through 1.E.7 or obtain permission for the use of the work and the +Project Gutenberg-tm trademark as set forth in paragraphs 1.E.8 or +1.E.9. + +1.E.3. If an individual Project Gutenberg-tm electronic work is posted +with the permission of the copyright holder, your use and distribution +must comply with both paragraphs 1.E.1 through 1.E.7 and any additional +terms imposed by the copyright holder. Additional terms will be linked +to the Project Gutenberg-tm License for all works posted with the +permission of the copyright holder found at the beginning of this work. + +1.E.4. Do not unlink or detach or remove the full Project Gutenberg-tm +License terms from this work, or any files containing a part of this +work or any other work associated with Project Gutenberg-tm. + +1.E.5. Do not copy, display, perform, distribute or redistribute this +electronic work, or any part of this electronic work, without +prominently displaying the sentence set forth in paragraph 1.E.1 with +active links or immediate access to the full terms of the Project +Gutenberg-tm License. + +1.E.6. You may convert to and distribute this work in any binary, +compressed, marked up, nonproprietary or proprietary form, including any +word processing or hypertext form. However, if you provide access to or +distribute copies of a Project Gutenberg-tm work in a format other than +"Plain Vanilla ASCII" or other format used in the official version +posted on the official Project Gutenberg-tm web site (www.gutenberg.org), +you must, at no additional cost, fee or expense to the user, provide a +copy, a means of exporting a copy, or a means of obtaining a copy upon +request, of the work in its original "Plain Vanilla ASCII" or other +form. Any alternate format must include the full Project Gutenberg-tm +License as specified in paragraph 1.E.1. + +1.E.7. Do not charge a fee for access to, viewing, displaying, +performing, copying or distributing any Project Gutenberg-tm works +unless you comply with paragraph 1.E.8 or 1.E.9. + +1.E.8. You may charge a reasonable fee for copies of or providing +access to or distributing Project Gutenberg-tm electronic works provided +that + +- You pay a royalty fee of 20% of the gross profits you derive from + the use of Project Gutenberg-tm works calculated using the method + you already use to calculate your applicable taxes. The fee is + owed to the owner of the Project Gutenberg-tm trademark, but he + has agreed to donate royalties under this paragraph to the + Project Gutenberg Literary Archive Foundation. Royalty payments + must be paid within 60 days following each date on which you + prepare (or are legally required to prepare) your periodic tax + returns. Royalty payments should be clearly marked as such and + sent to the Project Gutenberg Literary Archive Foundation at the + address specified in Section 4, "Information about donations to + the Project Gutenberg Literary Archive Foundation." + +- You provide a full refund of any money paid by a user who notifies + you in writing (or by e-mail) within 30 days of receipt that s/he + does not agree to the terms of the full Project Gutenberg-tm + License. You must require such a user to return or + destroy all copies of the works possessed in a physical medium + and discontinue all use of and all access to other copies of + Project Gutenberg-tm works. + +- You provide, in accordance with paragraph 1.F.3, a full refund of any + money paid for a work or a replacement copy, if a defect in the + electronic work is discovered and reported to you within 90 days + of receipt of the work. + +- You comply with all other terms of this agreement for free + distribution of Project Gutenberg-tm works. + +1.E.9. If you wish to charge a fee or distribute a Project Gutenberg-tm +electronic work or group of works on different terms than are set +forth in this agreement, you must obtain permission in writing from +both the Project Gutenberg Literary Archive Foundation and Michael +Hart, the owner of the Project Gutenberg-tm trademark. Contact the +Foundation as set forth in Section 3 below. + +1.F. + +1.F.1. Project Gutenberg volunteers and employees expend considerable +effort to identify, do copyright research on, transcribe and proofread +public domain works in creating the Project Gutenberg-tm +collection. Despite these efforts, Project Gutenberg-tm electronic +works, and the medium on which they may be stored, may contain +"Defects," such as, but not limited to, incomplete, inaccurate or +corrupt data, transcription errors, a copyright or other intellectual +property infringement, a defective or damaged disk or other medium, a +computer virus, or computer codes that damage or cannot be read by +your equipment. + +1.F.2. LIMITED WARRANTY, DISCLAIMER OF DAMAGES - Except for the "Right +of Replacement or Refund" described in paragraph 1.F.3, the Project +Gutenberg Literary Archive Foundation, the owner of the Project +Gutenberg-tm trademark, and any other party distributing a Project +Gutenberg-tm electronic work under this agreement, disclaim all +liability to you for damages, costs and expenses, including legal +fees. YOU AGREE THAT YOU HAVE NO REMEDIES FOR NEGLIGENCE, STRICT +LIABILITY, BREACH OF WARRANTY OR BREACH OF CONTRACT EXCEPT THOSE +PROVIDED IN PARAGRAPH 1.F.3. YOU AGREE THAT THE FOUNDATION, THE +TRADEMARK OWNER, AND ANY DISTRIBUTOR UNDER THIS AGREEMENT WILL NOT BE +LIABLE TO YOU FOR ACTUAL, DIRECT, INDIRECT, CONSEQUENTIAL, PUNITIVE OR +INCIDENTAL DAMAGES EVEN IF YOU GIVE NOTICE OF THE POSSIBILITY OF SUCH +DAMAGE. + +1.F.3. LIMITED RIGHT OF REPLACEMENT OR REFUND - If you discover a +defect in this electronic work within 90 days of receiving it, you can +receive a refund of the money (if any) you paid for it by sending a +written explanation to the person you received the work from. If you +received the work on a physical medium, you must return the medium with +your written explanation. The person or entity that provided you with +the defective work may elect to provide a replacement copy in lieu of a +refund. If you received the work electronically, the person or entity +providing it to you may choose to give you a second opportunity to +receive the work electronically in lieu of a refund. If the second copy +is also defective, you may demand a refund in writing without further +opportunities to fix the problem. + +1.F.4. Except for the limited right of replacement or refund set forth +in paragraph 1.F.3, this work is provided to you 'AS-IS', WITH NO OTHER +WARRANTIES OF ANY KIND, EXPRESS OR IMPLIED, INCLUDING BUT NOT LIMITED TO +WARRANTIES OF MERCHANTABILITY OR FITNESS FOR ANY PURPOSE. + +1.F.5. Some states do not allow disclaimers of certain implied +warranties or the exclusion or limitation of certain types of damages. +If any disclaimer or limitation set forth in this agreement violates the +law of the state applicable to this agreement, the agreement shall be +interpreted to make the maximum disclaimer or limitation permitted by +the applicable state law. The invalidity or unenforceability of any +provision of this agreement shall not void the remaining provisions. + +1.F.6. INDEMNITY - You agree to indemnify and hold the Foundation, the +trademark owner, any agent or employee of the Foundation, anyone +providing copies of Project Gutenberg-tm electronic works in accordance +with this agreement, and any volunteers associated with the production, +promotion and distribution of Project Gutenberg-tm electronic works, +harmless from all liability, costs and expenses, including legal fees, +that arise directly or indirectly from any of the following which you do +or cause to occur: (a) distribution of this or any Project Gutenberg-tm +work, (b) alteration, modification, or additions or deletions to any +Project Gutenberg-tm work, and (c) any Defect you cause. + + +Section 2. Information about the Mission of Project Gutenberg-tm + +Project Gutenberg-tm is synonymous with the free distribution of +electronic works in formats readable by the widest variety of computers +including obsolete, old, middle-aged and new computers. It exists +because of the efforts of hundreds of volunteers and donations from +people in all walks of life. + +Volunteers and financial support to provide volunteers with the +assistance they need are critical to reaching Project Gutenberg-tm's +goals and ensuring that the Project Gutenberg-tm collection will +remain freely available for generations to come. In 2001, the Project +Gutenberg Literary Archive Foundation was created to provide a secure +and permanent future for Project Gutenberg-tm and future generations. +To learn more about the Project Gutenberg Literary Archive Foundation +and how your efforts and donations can help, see Sections 3 and 4 +and the Foundation information page at www.gutenberg.org + + +Section 3. Information about the Project Gutenberg Literary Archive +Foundation + +The Project Gutenberg Literary Archive Foundation is a non profit +501(c)(3) educational corporation organized under the laws of the +state of Mississippi and granted tax exempt status by the Internal +Revenue Service. The Foundation's EIN or federal tax identification +number is 64-6221541. Contributions to the Project Gutenberg +Literary Archive Foundation are tax deductible to the full extent +permitted by U.S. federal laws and your state's laws. + +The Foundation's principal office is located at 4557 Melan Dr. S. +Fairbanks, AK, 99712., but its volunteers and employees are scattered +throughout numerous locations. Its business office is located at 809 +North 1500 West, Salt Lake City, UT 84116, (801) 596-1887. Email +contact links and up to date contact information can be found at the +Foundation's web site and official page at www.gutenberg.org/contact + +For additional contact information: + Dr. Gregory B. Newby + Chief Executive and Director + gbnewby@pglaf.org + +Section 4. Information about Donations to the Project Gutenberg +Literary Archive Foundation + +Project Gutenberg-tm depends upon and cannot survive without wide +spread public support and donations to carry out its mission of +increasing the number of public domain and licensed works that can be +freely distributed in machine readable form accessible by the widest +array of equipment including outdated equipment. Many small donations +($1 to $5,000) are particularly important to maintaining tax exempt +status with the IRS. + +The Foundation is committed to complying with the laws regulating +charities and charitable donations in all 50 states of the United +States. Compliance requirements are not uniform and it takes a +considerable effort, much paperwork and many fees to meet and keep up +with these requirements. We do not solicit donations in locations +where we have not received written confirmation of compliance. To +SEND DONATIONS or determine the status of compliance for any +particular state visit www.gutenberg.org/donate + +While we cannot and do not solicit contributions from states where we +have not met the solicitation requirements, we know of no prohibition +against accepting unsolicited donations from donors in such states who +approach us with offers to donate. + +International donations are gratefully accepted, but we cannot make +any statements concerning tax treatment of donations received from +outside the United States. U.S. laws alone swamp our small staff. + +Please check the Project Gutenberg Web pages for current donation +methods and addresses. Donations are accepted in a number of other +ways including checks, online payments and credit card donations. +To donate, please visit: www.gutenberg.org/donate + + +Section 5. General Information About Project Gutenberg-tm electronic +works. + +Professor Michael S. Hart was the originator of the Project Gutenberg-tm +concept of a library of electronic works that could be freely shared +with anyone. For forty years, he produced and distributed Project +Gutenberg-tm eBooks with only a loose network of volunteer support. + +Project Gutenberg-tm eBooks are often created from several printed +editions, all of which are confirmed as Public Domain in the U.S. +unless a copyright notice is included. Thus, we do not necessarily +keep eBooks in compliance with any particular paper edition. + +Most people start at our Web site which has the main PG search facility: + + www.gutenberg.org + +This Web site includes information about Project Gutenberg-tm, +including how to make donations to the Project Gutenberg Literary +Archive Foundation, how to help produce our new eBooks, and how to +subscribe to our email newsletter to hear about new eBooks. + + +</pre> + +</body> +</html> + + + diff --git a/39536-h/images/cover.jpg b/39536-h/images/cover.jpg Binary files differnew file mode 100644 index 0000000..8073779 --- /dev/null +++ b/39536-h/images/cover.jpg diff --git a/LICENSE.txt b/LICENSE.txt new file mode 100644 index 0000000..6312041 --- /dev/null +++ b/LICENSE.txt @@ -0,0 +1,11 @@ +This eBook, including all associated images, markup, improvements, +metadata, and any other content or labor, has been confirmed to be +in the PUBLIC DOMAIN IN THE UNITED STATES. + +Procedures for determining public domain status are described in +the "Copyright How-To" at https://www.gutenberg.org. + +No investigation has been made concerning possible copyrights in +jurisdictions other than the United States. Anyone seeking to utilize +this eBook outside of the United States should confirm copyright +status under the laws that apply to them. diff --git a/README.md b/README.md new file mode 100644 index 0000000..ee023f9 --- /dev/null +++ b/README.md @@ -0,0 +1,2 @@ +Project Gutenberg (https://www.gutenberg.org) public repository for +eBook #39536 (https://www.gutenberg.org/ebooks/39536) |
