diff options
| author | Roger Frank <rfrank@pglaf.org> | 2025-10-14 19:58:15 -0700 |
|---|---|---|
| committer | Roger Frank <rfrank@pglaf.org> | 2025-10-14 19:58:15 -0700 |
| commit | 4e49a1a671a2e3ef8eaa16218e59b224529ed79f (patch) | |
| tree | 63c7e58b3c08c20b75cd829e13371451c54d3aab | |
| -rw-r--r-- | .gitattributes | 3 | ||||
| -rw-r--r-- | 32797-0.txt | 7668 | ||||
| -rw-r--r-- | 32797-0.zip | bin | 0 -> 110731 bytes | |||
| -rw-r--r-- | LICENSE.txt | 11 | ||||
| -rw-r--r-- | README.md | 2 |
5 files changed, 7684 insertions, 0 deletions
diff --git a/.gitattributes b/.gitattributes new file mode 100644 index 0000000..6833f05 --- /dev/null +++ b/.gitattributes @@ -0,0 +1,3 @@ +* text=auto +*.txt text +*.md text diff --git a/32797-0.txt b/32797-0.txt new file mode 100644 index 0000000..1672e03 --- /dev/null +++ b/32797-0.txt @@ -0,0 +1,7668 @@ +The Project Gutenberg EBook of Othello, by William Shakespeare + +This eBook is for the use of anyone anywhere at no cost and with +almost no restrictions whatsoever. You may copy it, give it away or +re-use it under the terms of the Project Gutenberg License included +with this eBook or online at www.gutenberg.org + + +Title: Othello + Shakespeare's Tragedies Part B' + +Author: William Shakespeare + +Translator: Demetrios Vikelas + +Release Date: June 13, 2010 [EBook #32797] + +Language: Greek + +Character set encoding: UTF-8 + +*** START OF THIS PROJECT GUTENBERG EBOOK OTHELLO *** + + + + +Produced by Sophia Canoni. First two corrections by George Canonis + + + + +Note: The tonic system has been changed from polytonic to monotonic. +The spelling of the book has not been changed otherwise. Bold words +have been included in &&. Words in italics have been included in _. + +Σημείωση: Το τονικό σύστημα έχει αλλάξει από πολυτονικό σε +μονοτονικό. Η ορθογραφία του βιβλίου κατά τα άλλα παραμένει ως έχει. +Λέξεις με έντονους χαρακτήρες έχουν συμπεριληφθεί σε &&. Λέξεις με +πλάγιους χαρακτήρες έχουν συμπεριληφθεί σε _. + + + +ΤΡΑΓΩΔΙΑI +ΣΑΙΚΣΠΕΙΡΟΥ + + +ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ, +EΚ ΤΟΥ ΤΥΠΟΓΡΑΦΕΙΟΥ ΤΩΝ ΑΔΕΛΦΩΝ ΠΕΡΡΗ. + + + +ΣΑΙΚΣΠΕΙΡΟY +ΤΡΑΓΩΔIΑΙ + + + +ΕΚ TΟΥ ΑΓΓΛΙΚΟY ΜΕΤΑΦΡΑΣΘΕIΣΑI +YΠO +ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΒΙΚΕΛΑ. + + + +ΜΕΡΟΣ Β'. +ΟΘΕΛΛΟΣ + +ΑΔΕΛΦΟΙ ΔΕΠΑΣΤΑ +ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΑΙ +ΚΑΙ +ΕΚΔΟΤΑΙ +ΕΝ +ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΙ + +ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ +1876 + + + + +ΟΘΕΛΛΟΣ, +Ο ΜΑΥΡΟΣ ΤΗΣ ΒΕΝΕΤΙΑΣ, +ΤΡΑΓΩΔΙΑ. (1) + +ΤΑ ΤΗΣ ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ ΠΡΟΣΩΠΑ. +ΟΘΕΛΛΟΣ, ο Μαύρος της Βενετίας. +ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ, πατήρ της Δυσδαιμόνας. +ΚΑΣΙΟΣ, υπασπιστής. +ΙΑΓΟΣ, σημαιοφόρος. +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ, ευγενής Βενετός. +Ο ΔΟΓΗΣ της Βενετίας. +ΑΡΧΟΝΤΕΣ γερουσιασταί. +ΜΟΝΤΑΝΟΣ, διοικητής της Κύπρου. +ΑΡΧΟΝΤΕΣ Κύπριοι. +ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ, αδελφός του Βραβαντίου. +ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ, συγγενής του Βραβαντίου. +ΝΑΥΤΑΙ. +ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ, υπηρέτης του Οθέλλου. +ΚΗΡΥΞ. +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ, σύζυγος του Οθέλλου. +ΑΙΜΙΛΙΑ, σύζυγος του Ιάγου. +ΒΙΑΓΚΑ, εταίρα. + +ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΙ, ΑΡΧΟΝΤΕΣ, ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΙ, ΜΟΥΣΙΚΟΙ, +ΥΠΗΡΕΤΑΙ, ΝΑΥΤΑΙ, Κ.Τ.Λ. + +Η σκηνή κατά μεν την πρώτην πράξιν εν Βενετία, +μετέπειτα δ' εν Κύπρω. + + +ΟΘΕΛΛΟΣ, +Ο ΜΑΥΡΟΣ ΤΗΣ ΒΕΝΕΤΙΑΣ, +ΤΡΑΓΩΔΙΑ. (1) + + + + +ΠΡΑΞΙΣ ΠΡΩΤΗ + + + + +ΣΚΗΝΗ Α'. + + + + Οδός εν Βενετία. + Εισέρχονται ο ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ και ο ΙΑΓΟΣ. + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Να μη μου δώκης είδησιν! (2) Δεν το 'λεγα ποτέ μου, + εσύ, που είχες πάντοτε πουγγί σου το πουγγί μου, + δεν το 'λεγα ότι εσύ μπορούσες να το ξεύρης! + +ΙΑΓΟΣ + Πλην δεν μ' ακούεις. Αν ποτέ μ' επέρασ' απ' τον νουν μου, + να στραβωθώ! + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Και μ' έλεγες ότι του έχεις έχθραν! + +ΙΑΓΟΣ + Κι' αν είπα ψεύμα, πτύσε με· — Επήγαν τρεις τρανοί μας + και τον επαρακάλεσαν, και είπαν να με κάμη + υπασπιστήν· και μα το Ναι! ηξεύρω πως τ' αξίζω! + Κ' εκείνος ούτε πείθεται, ούτε σκοπόν αλλάζει, + αλλά τους προφασίζεται το ένα και το άλλο, + με ύφος στρατιωτικόν και λόγια φουσκωμένα, + και τέλος τους το έκοψε τους καλοθελητάς μου, + διότι λέγει, έ κ λ ε ξ α ε γ ώ υ π α σ π ι σ τ ή ν μου! + Ποιος είν' αυτός που έκλεξε; Λογαριαστής μεγάλος! + Κάποιος Μιχάλης Κάσιος από την Φλωρεντίαν, + που δια 'μάτια γυναικός πουλεί και την ψυχήν του! + Ένας, που στράτευμα ποτέ 'ς τον πόλεμον δεν είδε, + ούτε γνωρίζει τι θα πη παράταξις εις μάχην. + Αν ήναι διά γράμματα, κι' αν φθάνουν τα βιβλία, + τότε ας κάμωμεν στρατόν από Καλαμαράδες! + 'ς τα λόγια είν' η τέχνη του· την πράξιν πού την ηύρε; + Και όμως επροτίμησεν εκείνον να εκλέξη, + κ' εγώ, που επολέμησα μαζή του τόσα χρόνια + και μ' είδε με τα 'μάτια του 'ς την Ρόδον, κ' εις την Κύπρον, + κ' εις άλλους τόπους χριστιανών κι' απίστων, εγώ πρέπει + ν' ακούω τας διαταγάς του κυρ καταστιχάρη, + που 'ξεύρει Δ ο ύ ν αι και Λ α β ε ί ν, διότι αυτός είναι + του στρατηγού υπασπιστής, κ' εγώ ... σημαιοφόρος! + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Μα τον Θεόν! καλλίτερα να ήμουν δήμιός του. + +ΙΑΓΟΣ + Υπομονή! Αυτό θα 'πη βρωμο-υπηρεσία. + Σου γίνονται προβιβασμοί προς χάριν, με συστάσεις, + και όχι, καθώς έπρεπε, με το δικαίωμά του + κατά σειράν ο δεύτερος ν' ακολουθή τον πρώτον. + Κρίνε και μόνος σου λοιπόν εάν αιτίαν έχω + τον Μαύρον να τον αγαπώ. + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Και πώς δεν τον αφίνεις; + +ΙΑΓΟΣ + Ω! έννοια σου. Υπηρετώ, να κάμω τον σκοπόν μου. + Δεν ημπορεί τον κύριον να κάμη ο καθένας, + και ούτε κάθε κύριος δούλους πιστούς να έχη. + Θα ιδής πολλούς, που ταπεινοί και με λαιμόν σκυμμένον + δουλεύουν ημερόνυκτα, και το 'χουν προς τιμήν των + να ζουν 'σάν του κυρίου των τον γάιδαρον, που έχει + όσον δουλεύει άχυρον, κι' άμα γηράση: έξω! + Ξύλον που ήθελαν αυτοί οι τιμημένοι δούλοι! + Άλλους θα ιδής, καμόνονται τον αφοσιωμένον, + πλην την καρδιάν των την κρατούν διά τον εαυτόν των, + κ' ενώ εις τον αυθέντην των πουλούν ψευτολατρείαν, + παχαίνουν εις την ράχην του, κι' αφού καλοχορτάσουν + τον εαυτόν των προσκυνούν. Εκείνοι έχουν γνώσιν, + και απ' αυτούς είμαι κ' εγώ· διότι, κύριέ μου, + να είσαι βέβαιος, καθώς με βλέπεις και σε βλέπω, + πως Ιάγον δεν θα μ' έβλεπες, αν ήμουν ο Οθέλλος. + Εκείνον αν υπηρετώ, υπηρετώ εμένα. + Δεν με κρατούν κοντά 'ς αυτόν ή χρέος ή αγάπη, + πλην μόνον, σου τ' ορκίζομαι, οι μυστικοί σκοποί μου. + Αν ήναι με τους τρόπους μου και με το φέρσιμόν μου + να φανερόνω τα κρυφά που τρέφω 'ς την καρδιάν μου, + τότ' ας την βάλω την καρδιάν 'ς το χέρι μου επάνω + να την τσυμπούν οι κόρακες! Δεν είμ' εκείνος που 'μαι. + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Τύχην που έχει ο χειλάς να σου το καταφέρη! + +ΙΑΓΟΣ + Εξύπνα τον πατέρα της. Κυνήγησε τον Μαύρον· + φαρμάκευσέ του την χαράν και διαλάλησέ τον! + Φωτιάν να πάρουν κύτταξε οι συγγενείς της νέας. + Αν και το κλίμα όπου ζη ήναι τερπνόν, με μυίγαις + βασάνιζε και κέντα τον! Αν κ' η χαρά του ήναι + χαρά, εσύ προσπάθησε να την ανακατώσης + μ' όσους χωρέσης πειρασμούς, να του την ξεθωρίσης! + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Να! του πατρός της είν' εδώ το σπίτι. Θα φωνάξω. + +ΙΑΓΟΣ + Με παραζάλην φώναξε και με φωναίς τρομάρας, + καθώς οπόταν έξαφνα εις της νυκτός τα βάθη + φανή φωτιά εις γειτονιαίς πυκνοκατοικημέναις. + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Αι, κυρ Βραβάντιε, αι! αι! Βραβάντιε! Αυθέντα! + +ΙΑΓΟΣ + Αι, ξύπνα, κυρ Βραβάντιε! Έχε καλά τον νουν σου + 'ς το σπίτι, 'ς ταις σακκούλαις σου, 'ς την κόρην σου. Σε + [κλέπτουν! + +ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ (ανοίγων το παράθυρον). + Τι είν' αυτός ο τρομερός ο θόρυβος; τι τρέχει; + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Κανένας δεν σου έλειψε; + +ΙΑΓΟΣ + Είναι κλεισταίς αι θύραις; + +ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ + Τι μ' ερωτάτε; διατί; + +ΙΑΓΟΣ + Σε έκλεψαν, αυθέντα! 'πάγει η καρδιά σου! + Την 'μισήν ψυχήν σου σού την 'πήραν, + και τώρα, τώρα που λαλώ, ο μαύρος γερο-τράγος + την άσπρην προβατίναν σου την χαίρεται! Ενδύσου, + με σήμαντρα την γειτονιάν που ρουχαλίζει 'ξύπνα! + Κινήσου, 'ξύπνα, πριν παππούν ο διάβολος σε κάμη! + Κινήσου, λέγω. + +ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ + Άνθρωπε, πού έχεις τα μυαλά σου; + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Ω άρχον ευγενέστατε, γνωρίζεις την φωνήν μου; + +ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ + Όχι· ποιος είσαι; + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Είμ' εγώ, ο Ροδερίκος είμαι, + +ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ + Και τι ζητείς; 'ς την θύραν μου, μη τριγυρνάς σου είπα! + Σου είπα πως η κόρη μου δεν είναι δι' εσένα· + και σου το είπα παστρικά! Δαιμονισμένος είσαι, + κι' από το φαγοπότι σου καπνούς γεμάτος ήλθες + με την αναισχυντίαν σου να με ανησυχήσης; + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Αυθέντα μου, αυθέντα μου! + +ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ + Αλλ' όμως βεβαιώσου + πως τόσος είναι ο θυμός κ' η δύναμίς μου τόση, + που θα πληρώσης ακριβά αυτό σου... + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Άκουσέ με. + +ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ + Τι κράζεις ότι μ' έκλεψαν; αυτ' είν' η Βενετία, + δεν είν' αχούρι έρημον το σπίτι μου... + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Αυθέντα, + ήλθα εδώ με καθαράν καρδιάν, διά καλόν σου. + +ΙΑΓΟΣ + Είσαι και συ απ' εκείνους, οι οποίοι δεν δουλεύουν ούτε τον + Θεόν, αν ήναι ο διάβολος όπου τους το λέγει. Ερχόμεθα + να σου κάμωμεν δούλευσιν, και συ μας παίρνεις διά + νυκτοκλέπτας. Καλά! Την κόρην σου την χαίρεται έν άλογον + αράπικον. Θα έχης εγγονάκια να σου χρεμετίζουν, και + θα συμπεθερεύσης με φοράδαις. + +ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ + Τι βλάσφημος παληάνθρωπος εσύ 'σαι; + +ΙΑΓΟΣ + Είμαι ένας οπού έρχεται να σου ειπή, ότι η κόρη σου και ο + Μαύρος σου κάμνουν τώρα γάμους και χαραίς. (3) + +ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ + Είσ' ένας αδιάντροπος! + +ΙΑΓΟΣ + Είσ' ένας... σενατόρος! + +ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ + Θα δώσης λόγον δι' αυτό. Σε 'ξεύρω, Ροδερίκε. + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Εγώ σου αποκρίνομαι, αυθέντα μου, δι' όλα· + πλην δύο λόγια σου ζητώ. Αν ήναι μ' άδειάν σου + και μ' ιδικόν σου θέλημα (καθώς μισοπιστεύω), + που η ωραία κόρη σου εδιάλεξε την ώραν + ς' τα βάθη μέσα της νυκτός, με μόνην συνοδείαν + ενός ανθρώπου μισθωτού, ενός κοινού βαρκάρη, + κ' επήγε να παραδοθή 'ς την αγκαλιάν του Μαύρου, + αν είναι με την είδησιν και με το θέλημά σου, + τότ' εφερθήκαμεν κακά και δίκαια θυμόνεις. + Αν όμως δεν το ήξευρες, τότε, συμπάθησέ με, + μας επιπλήττεις άδικα. Μη σου περνά ιδέα + ότι εξέχασα εγώ τι πρέπει και αρμόζει, + κ' ήλθα εδώ να σε γελώ και να σε περιπαίζω. + Η κόρη σου, αν άδειαν δεν έχη απ' εσένα, + το ξαναλέγω, έκαμε παρακοήν μεγάλην, + χρέος και τύχην κ' ευμορφιάν και νουν να θυσιάση + δι' ένα κακορρίζικον τυχοδιώκτην ξένον, + οπού κυλά εδώ κ' εκεί αφότου εγεννήθη. + Αν ήναι 'ς το κρεββάτι της ή μέσα εις το σπίτι, + ας πέση 'ς το κεφάλι μου του Νόμου τιμωρία + διότι σε εγέλασα. + +ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ (προς τους εν τη οικία). + Φέρετε φως αμέσως! + Ξυπνήσατε τους δούλους μου! Ανάψατε τα φώτα! + Αυτό εδώ με τ' όνειρον που είδα ομοιάζει + κι' αρχίζει να μου φαίνεται ωσάν αλήθεια. — Φώτα! + + (Αποσύρεται). + +ΙΑΓΟΣ + Ώρα καλή. Αναχωρώ διότι δεν αρμόζει, + ούτε συμφέρει 'ς τον βαθμόν που έχω, να με φέρουν + κατά του Μαύρου μάρτυρα, ως θα συμβή αν μείνω. + Διότι όσον κι' αν αυτά τον χανδακώσουν τώρα, + δεν ημπορεί χωρίς αυτόν να κάμη η Βενετία. + Θα έχουν την ανάγκην του 'ς τον πόλεμον της Κύπρου, (4) + κι' ούτ' έχουν άλλον άξιον 'ς τον τόπον του να βάλουν. + Ώστε κ' εγώ, κι' αν τον μισώ καθώς τα κρίματά μου, + αλλ' όμως η περίστασις το θέλει κ' η ανάγκη + κάπως φιλίας πρόσχημα και χρώμα να του δείχνω. + Πλην είναι μόνον πρόσχημα. — Αν θέλης να τον εύρης, + 'ς το Ναυαρχείον (5) φέρε τους να τον ανακαλύψουν. + Εκεί θα είμαι και εγώ μαζή του. Καλήν νύκτα. + + (Απέρχεται). + (Εισέρχεται ο ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ μετά υπηρετών κρατούντων δάδας). + + +ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ + Αλήθεια ήτον! Έφυγε! Από εδώ και πέρα + πικρή μου είναι η ζωή και καταφρονημένη. — + Ειπέ μου, πού την είδες; πού; — Δυστυχισμένη κόρη! — + Με τον Οθέλλον; — Ω! παιδιά ποιος θέλει ν' αποκτήση; — + Τους είδες; είσαι βέβαιος; ήτον εκείνη λέγεις; — + Ω! με ηπάτησε φρικτά! — Και τι σου είπε; — Φώτα! + Φέρετε φως! Ξυπνήσετε τους συγγενείς μου όλους! — + Ο γάμος τάχα έγεινε, νομίζεις; + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Το φοβούμαι. + +ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ + Πώς να ξεφύγη απ' εδώ! Θεέ, τι προδοσία! + Μη πιστευθήτε 'ς το εξής ταις κόραις σας, πατέρες! + Άλλα οι τρόποι μαρτυρούν, κι' άλλα 'ς τον νουν των έχουν! + Δεν έχει μάγια που πλανούν την παρθενιάν των νέων; + ειπέ μου, δεν εδιάβασες ποτέ σου περί τούτου; + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Και βέβαια, αυθέντα μου. + +ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ + Πού είν' ο αδελφός μου; + Ξυπνήσετέ τον. — Διατί εσέ να μη την δώσω! — + Εσείς πηγαίνετ' απ' εδώ, οι άλλοι άλλον δρόμον. — + Πού λέγεις θα τους εύρωμεν, εκείνην και τον Μαύρον; + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Θα τους ανακαλύψωμεν, νομίζω, εάν θέλης + με συνοδείαν αρκετήν να με ακολουθήσης. + +ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ + Οδήγησέ μας. Θα κτυπώ οπού περνώ ταις θύραις· + και να προστάζω ημπορώ, αν το καλέση χρεία, + 'ς τα όπλα! Νυκτοφύλακας φωνάξετε να έλθουν. + Εμπρός! Θα σου ανταμειφθούν οι κόποι, Ροδερίκε. + + (Εξέρχονται). + + + +ΣΚΗΝΗ Β' . + + + + Ετέρα οδός εν Βενετία + + Εισέρχονται ο ΟΘΕΛΛΟΣ, ο ΙΑΓΟΣ και υπηρέται δαδούχοι. + +ΙΑΓΟΣ + Εάν κ' εσκότωσα πολλούς 'ς την τέχνην του πολέμου, + επάνω 'ς την συνείδησιν τρέχω, να μη κάμω + με προμελέτην φονικόν. Το άδικον δεν θέλω, + και ζημιόνομαι συχνά. Εννηά φοραίς ή δέκα + να του τρυπήσω τα πλευρά με το σπαθί μου ήλθε. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Καλά που δεν το έκαμες. + +ΙΑΓΟΣ + Αλλ' εμωρολογούσε, + και τόσα λόγια έλεγε προσβλητικά κι αχρεία + κατά της ευγενείας σου, που μόλις ημπορούσα, + με την ολίγην αρετήν κ' υπομονήν που έχω, + να τον αφίνω να λαλή. Αλλά, παρακαλώ σε, + ο γάμος έγεινε σωστά; Διότι, βεβαιώσου, + τον αγαπούν τον γέροντα, και η φωνή του έχει + και δύναμιν και πέρασιν 'σάν την φωνήν του Δόγη. + Θα σας χωρίση. Ή αλληώς είν' άξιος να φέρη + εμπόδια και βάσανα· και το σχοινί του Νόμου + να το τεντώση ημπορεί με την επιρροήν του. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ας κάμη ό,τι αγαπά. Αι εκδουλεύσεις πώχω + θ' αποστομώσουν ταις φωναίς και τα παράπονά του. + Και δεν ηξεύρουν κάθε τι ακόμη. Όταν μάθω + πως είναι τα καυχήματα τιμή, θα φανερώσω, + ότι μ' εγέννησαν γονείς εις θρόνον καθισμένοι, + κ' η τύχη που απέκτησα εδώ δεν μ' εξιππάζει! + Κι' ας είσαι, Ιάγο, βέβαιος, πως αν δεν αγαπούσα + την Δυσδαιμόναν την γλυκειάν, διά τον κόσμον όλον + ποτέ μου την ελεύθερην και άστεγην ζωήν μου + δεν την επεριόριζα εγώ, να την σκλαβώσω! + Αλλά, τι φώτα είν' αυτά που έρχονται; Ιδέ τα. + + (Εισέρχονται μακρόθεν ο ΚΑΣΙΟΣ και αξιωματικοί κρατούντες +δάδας). + +ΙΑΓΟΣ + Θα είναι ο πατέρας της, κ' οι φίλοι του μαζή του. + Σου δίδω γνώμην να κρυφθής. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Όχι· να μ' εύρουν πρέπει. + Ο χαρακτήρ μου, ο βαθμός, και η συνείδησίς μου + με προστατεύουν αρκετά. — Αλλά δεν είν' εκείνοι. + +ΙΑΓΟΣ + Μα των πολέμων τον Θεόν, δεν είν' εκείνοι· όχι! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Είναι του Δόγη άνθρωποι, και ο υπασπιστής μου. — + Καλή σας νύκτα κι' αγαθή, ω φίλοι. Τι ζητείτε; + +ΚΑΣΙΟΣ + Σε χαιρετά, ω στρατηγέ, ο Δόγης και αμέσως + επιθυμεί να σε ιδή. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Τι τρέχει; δεν ηξεύρεις; + +ΚΑΣΙΟΣ + Της Κύπρου είναι πράγματα, μου φαίνεται, σπουδαία. + Του στόλου καταποδιαστά μηνύματα μας ήλθαν + αυτήν την νύκτα δώδεκα, το έν μετά το άλλο. + Πολλοί από τους άρχοντας εξύπνησαν ως τώρα, + και όλοι συναθροίζονται 'ς του Δόγη. Σ' εζητούσαν + επάνω κάτω, και αφού 'ς το σπίτι σου δεν σ' ηύραν, + τρεις συνοδείας έστειλαν να σε ζητούν 'ς την πόλιν. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Καλά λοιπόν που έτυχε να μ' εύρης συ. Δυο λόγια + πηγαίνω μέσα να ειπώ, κ' έρχομ' ευθύς μαζή σας. + + (Εξέρχεται). + +ΚΑΣΙΟΣ + Εδώ τι θέλει άραγε; + +ΙΑΓΟΣ + Επήρεν εξ εφόδου + μίαν φρεγάδα της ξηράς απόψε, και θα κάμη + μιαν και καλήν την τύχην του, εάν του την αφήσουν. + +ΚΑΣΙΟΣ + Τι πράγμα; δεν 'κατάλαβα. + +ΙΑΓΟΣ + Γυναίκα 'πήρε. + +ΚΑΣΙΟΣ + Ποίαν; + +ΙΑΓΟΣ + Την θυγατέρα... + + (Επιστρέφει ο ΟΘΕΛΛΟΣ ) + +ΙΑΓΟΣ + Στρατηγέ, πηγαίνωμεν; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Οδήγει. + +ΚΑΣΙΟΣ + Ιδού, και άλλοι έρχονται να σ' εύρουν, στρατηγέ μου. + + (Εισέρχονται ο ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ, ο ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ, + και αξιωματικοί φέροντες δάδας). + +ΙΑΓΟΣ + Είν' ο Βραβάντιος αυτός. Φυλάξου· πρόσεχέ τον, + και ήλθε με κακούς σκοπούς. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Τι θέλετε; Σταθήτε! + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Να τος ο Μαύρος. + +ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ + Πιάσετε τον κλέπτην· πιάσετέ τον! + +ΙΑΓΟΣ + Α, Ροδερίκε, είσαι συ; εγώ σε διορθόνω. + + (Σύρουν πάντες τα ξίφη.) + +ΟΘΕΛΛΟΣ + 'Σ ταις θήκαις μέσα τα σπαθιά, δροσιά μην τα σκουριάση! + Τ' άσπρα μαλλιά σου δύναμιν μεγαλειτέραν έχουν + από τα όπλα των. + +ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ + Ληστή, πού την κρατείς κρυμμένην + την κόρην μου; την 'μάγευσες εσύ ο κολασμένος. + Το πράγμα είναι φανερόν εις όποιον έχει γνώσιν. + Αν δεν την αλυσόδενες με τα κρυφά σου μάγια, + μια κόρη τόσον ευτυχής και τρυφερά κι' ωραία, + που 'πανδρειάν δεν ήθελε, και ούτε είχε 'μάτια + να ιδή τους πλέον εκλεκτούς γαμβρούς της Βενετίας, + τον γενικόν περίγελων του κόσμου θ' αψηφούσε, + και θ' άφινε την σκέπην της την πατρικήν, να τρέξη + 'ς ταις μαύραις αγκαλιαίς ενός καθώς εσέ, που φρίκην + εμπνέεις, όχι έρωτα! Ο κόσμος ας το κρίνη + αν φως δεν ήναι φανερόν, πως με φρικώδη μάγια, + με βότανα και μέταλλα, που εξυπνούν την σάρκα + και την νεότητα πλανούν, εμάγευσες την νέαν! + Το πράγμα θα εξετασθή· αλλ' όποιος εξετάση + θα το πεισθή χειροπιαστά! Λοιπόν σε συλλαμβάνω + ως πλάνον, που μ' αθέμιτα κ' εμποδισμένα μέσα + γελάς τον κόσμον! Πιάσετε τον πλάνον. Πιάσετέ τον! (6) + κι' αν τύχη κι' αντιστέκεται κακόν της κεφαλής του! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Τα χέρια κάτω όλοι σας, κ' οι φίλοι μου κ' οι άλλοι! + Σκοπόν αν είχα με σπαθιαίς απόκρισιν να δώσω, + ανάγκην άλλος να το 'πη δεν είχα. — Πού να 'πάγω + εις την κατηγορίαν σου απόκρισιν να δώσω; + +ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ + 'ς την φυλακήν! 'ς την φυλακήν, ως που να έλθη ώρα + 'ς αρμόδιον κριτήριον ο Νόμος να σε κρίνη. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Και αν σ' ακούσω, τι θα' πη ο Δόγης, οπού θέλει + δι' υποθέσεις σοβαράς να με ιδή του Κράτους, + και οι αποσταλμένοι του προσμένουν 'ς το πλευρόν μου; + +ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ + Αληθινά, συμβούλιον ο Δόγης έχει τώρα. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Βεβαίως θα εμήνυσε κ' εσένα, ω αυθέντα. + +ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ + Μεσάνυκτα συμβούλιον! Κι' αυτός εκεί ας έλθη! + Αυτό που έπαθα εγώ μικρόν δεν είναι πράγμα. + Ως ιδικήν του προσβολήν κι' ο Δόγης θα το πάρη, + κ' οι άλλοι μου συνάδελφοι, οι άρχοντες του Κράτους. + Αν μένουν ατιμώρητα καμώματα τοιούτα, + εις χέρια δούλων και ληστών θα πέση η Πολιτεία. + + (Απέρχονται) + + + +ΣΚΗΝΗ Γ. + + + + Το συμβούλιον του Δόγη. + + (Ο ΔΟΓΗΣ και ΓΕΡΟΥΣΙΑΣΤΑΙ κάθηνται. Αξιωματικοί + ίστανται όπισθεν αυτών.) + +ΔΟΓΗΣ + Αλλά τα νέα ως εδώ δεν συμφωνούν διόλου + και φαίνονται απίστευτα. + +Α’. ΓΕΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ + Τω όντι διαφέρουν. + Τα πλοία εκατόν επτά εμένα με τα γράφουν. + +ΔΟΓΗΣ + Σαράντα κ' εκατόν εμέ· + +Β’ ΓΕΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ + Κ' εμένα διακόσια + Αλλά και αν 'ς τον αριθμόν διαφορά υπάρχη, + (και θα υπάρχη, επειδή συμπερασμούς μας γράφουν), + απ' όλα τα μηνύματα εξάγετ' εκ συμφώνου + πως ένας στόλος Τουρκικός κατά την Κύπρον πλέει. + +ΔΟΓΗΣ + Ναι τούτο είναι πιθανόν και έρχεται 'ς τον λόγον. + Των αριθμών τ' ασύμφωνον δεν με καθησυχάζει, + αλλά τον βλέπω φανερά τον κίνδυνον εμπρός μου. + + (Εισέρχεται ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ συνοδεύων ΝΑΥΤΗΝ.) + +ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ + Από τον στόλον μήνυμα. + +ΔΟΓΗΣ + Τι νέα; τι μας φέρνεις; + +ΝΑΥΤΗΣ + Οι Τούρκοι έκαμαν πανιά προς τα νερά της Ρόδου. + Ο ναύαρχός σας μ' έστειλε την είδησιν να φέρω. + +ΔΟΓΗΣ + Περί αυτής της αλλαγής τι λέγετε, αυθένται; + +Α’. ΓΕΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ + Αδύνατον μου φαίνεται, κι' ούτε χωρεί 'ς τον νουν μου· + των Τούρκων είναι τέχνασμα διά να μας γελάσουν. + Αν λογαριάσωμεν 'ς αυτούς η Κύπρος τι σημαίνει, + και πόσον περισσότερον την θέλουν απ' την Ρόδον, + και πόσον ευκολώτερον τους είναι να την πάρουν, + διότι και τα φρούρια της Ρόδου δεν τα έχει, + και ούτε τόσην δύναμιν και προετοιμασίαν, + αν τα ζυγίσωμεν αυτά, πιστεύω θα μας πείσουν + ότι ο Τούρκος δεν 'μπορεί να κάμη τόσον λάθος, + το πρώτον του και κύριον 'ς το τέλος να το κάμη, + εκείνο δε που εύκολα μας παίρνει, να τ' αφήση, + και ν' αψηφά και να ζητή ανωφελείς κινδύνους. (7) + +ΔΟΓΗΣ + Δεν το πιστεύω ούτ' εγώ 'ς την Ρόδον να πηγαίνη. + +ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ + Ιδού και άλλο μήνυμα. + + (Εισέρχεται έτερος Ναύτης.) + +Β’. ΝΑΥΤΗΣ + Αυθένται σεβαστοί μου, + οι Τούρκοι, οπού έπλεαν προς τα νερά της Ρόδου, + ενώθηκαν 'ς το πέλαγος με' τ' άλλα των τα πλοία. + +Α’. ΓΕΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ + + Δεν σας το έλεγα εγώ; — Ως πόσα πλοία είναι; + +Β’. ΝΑΥΤΗΣ + Τριάντα πλοία· κ' ήλλαξαν τον δρόμον ενωμένοι + οι δύο στόλοι, και μαζή πηγαίνουν προς την Κύπρον. + Και ο Μοντάνος, ο πιστός κι' ανδρείος στρατηγός σας + με ταπεινούς προσκυνισμούς την είδησιν σας στέλνει, + και πίστιν να του δώσετε παρακαλεί, αυθένται. + +ΔΟΓΗΣ + Λοιπόν, 'ς την Κύπρον βέβαια πηγαίνουν! Ποιος ηξεύρει + εάν εδώ ευρίσκεται ο Μάρκος ο Λουκίκος; (8) + +Α’. ΓΕΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ + 'Σ την Φλωρεντίαν είν' αυτός ακόμη. + +ΔΟΓΗΣ + Γράψετέ του + ότι εδώ επιθυμώ αμέσως να γυρίση. + +Α’. ΓΕΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ + Ιδού και ο Βραβάντιος και ο γενναίος Μαύρος. + + (Εισέρχονται ο ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ, ο ΟΘΕΛΛΟΣ, ο ΙΑΓΟΣ, ο ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ, + και έτεροι αξιωματικοί). + +ΔΟΓΗΣ + Έλα, γενναίε στρατηγέ, και σ' έχομεν ανάγκην + 'ς τον Τούρκον να σε στείλωμεν, τον γενικόν εχθρόν μας. + + (Προς τον Βραβάντιον). + + Α! δεν σ' επαρατήρησα, ω άρχον, καλώς ήλθες· + η γνώμη σου μας έλειπε και η βοήθειά σου. + +ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ + Εγώ, αυθένται μου, εγώ την ιδικήν σας θέλω. + Ούτε τα νέα του εχθρού, ούτε τ' αξίωμά μου + δεν μ' έκαμαν την κλίνην μου ν' αφήσω. Δεν με μέλει + διά συμφέροντα κοινά. Η λύπη η δική μου + μου πλημμυρίζει την καρδιάν και ξεχειλίζει τόσον, + που κάθε άλλην συλλογήν και λύπην καταπνίγει! + +ΔΟΓΗΣ + Τι έπαθες; + +ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ + Η κόρη μου! Η κόρη μου, αυθέντα! + +ΔΟΓΗΣ + Απέθανε; + +ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ + Απέθανε αλήθεια δι' εμένα! + Την 'πλάνεσαν, την έκλεψαν, την 'χάλασαν με μάγια, + με μάγια και με βότανα οπού πουλούν αγύρται! + Διότι τόσον τρομερά να πλανηθή εκείνη, + ενώ δεν είν' ούτε τυφλή, ούτε ο νους της λείπει, + ποτέ δεν ήτο δυνατόν χωρίς να την μαγεύσουν... + +ΔΟΓΗΣ + Όποιος κι' αν ήναι, που μ' αυτόν τον άνομον τον τρόπον + επλάνεσε την κόρην σου από τον εαυτόν της + κι' απ' τον πατέρα της, ιδού του Νόμου το βιβλίον + γραμμένον μ' αίμα. Την πικρήν σελίδα διάβασέ την + κ' εξήγησέ την μόνος σου, κ' εάν αυτός ο υιός μου + ήναι ο πταίστης! + +ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ + Ταπεινώς σ' ευχαριστώ, αυθέντα. + Ιδού ο πταίστης! Είν' αυτός, ο Μαύρος, οπού τώρα + εδώ τον επροσκάλεσες, καθώς πληροφορούμαι, + διά συμφέροντα κοινά. + +ΔΟΓΗΣ ΚΑΙ ΓΕΡΟΥΣΙΑΣΤΑΙ + Αυτός; Πολύ λυπούμαι! + +ΔΟΓΗΣ + Δεν έχεις τι ν' αποκριθής προς υπεράσπισίν σου + 'ς αυτά που λέγει; + +ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ + Τίποτε, παρά πως είν' αλήθεια! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Μεγάλοι, παντοδύναμοι και σεβαστοί αυθένται, + σεις όλοι, ευγενέστατοι και φίλοι άρχοντές μου, + την έκλεψα του γέροντος αυτού την θυγατέρα, + και την εστεφανώθηκα· αυτό είν' η αλήθεια· + το έγκλημά μου είν' αυτό· αυτό και όχι άλλο! + Χονδρά τα λέγω· εύμορφα να ομιλώ δεν 'ξεύρω· + 'ς ειρήνης γλυκομίλημα δεν είμαι γυμνασμένος. + Απ' τον καιρόν που έκαμαν αυτά εδώ τα χέρια + μόνον επτά ετών μυαλόν, ως προ μηνών εννέα, + δουλεύουν εις τον πόλεμον και παίζουν με τα όπλα, + κι' από τον κόσμον άλλο τι δεν 'ξεύρω τον μεγάλον + παρά πολέμων πράγματα και των μαχών συμβάντα· + ώστε κακά θα στολισθή η υπεράσπισίς μου + εάν την κάμω μόνος μου. Αλλά, με άδειάν σας, + μ' ολίγα λόγια στρογγυλά κι' αστόλιστα σας λέγω + πώς ήλθε η αγάπη μας· τι βότανα, τι μάγια, + (αφού ως μάγος σήμερα εδώ κατηγορούμαι), + επλάνεσαν την κόρην του. + +ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ + Μια κόρη σεμνοτάτη, + και ήσυχη, κ' εντροπαλή, που ως και την σκιάν της + εντρέπετο! Και γίνεται τα πάντα ν' αψηφήση, + την ηλικίαν, την τιμήν, τον τόπον της, την φύσιν, + και τώρα να ερωτευθή μ' αυτόν, που εφοβείτο + να τον ιδή; Πρέπει κανείς ή να μην έχη κρίσιν, + ή να την έχη παλαβήν, διά να το πιστεύση, + ότ' ημπορεί τους νόμους της η φύσις να πατήση, + και τόσον να παρεκτραπή απ' την εντέλειάν της, + εάν δεν ήναι Σατανά ενέργεια 'ς την μέσην, + οπού να κάμη το κακόν! Λοιπόν και πάλιν λέγω, + ότι αυτός με βότανα που ενεργούν 'ς το αίμα, + με δύναμιν σατανικήν και φίλτρα μαγευμένα + την 'πλάνεσε! + +ΔΟΓΗΣ + Ο λόγος σου απόδειξις δεν είναι. + Αντί με πιθανότητας και με συμπερασμούς σου, + πρέπει εδώ με ασφαλείς, γνησίας αποδείξεις + να έλθης εναντίον του. + +Α’. ΓΕΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ + Δεν ομιλείς, Οθέλλε; + Ειπέ μας αν μ' αφύσικα κ' εντροπιασμένα μέσα + 'φαρμάκευσες κ' εκέρδισες της κόρης την αγάπην, + ή με πειθώ και με γλυκά και τιμημένα λόγια + οπού ενόνουν δυο καρδιαίς; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Παρακαλώ, αυθένται, + 'ς το Ναυαρχείον στείλετε να φέρετε την νέαν, + κ' εμπρός εις τον πατέρα της η ίδια ας λαλήση. + Αν ένοχον με κρίνετε απ' τα 'δικά της λόγια, + τότ' όχι μόνον τον βαθμόν και την υπόληψίν μου + να με καταδικάσετε να χάσω, αλλ' ακόμη + και την ζωήν μου· + +ΔΟΓΗΣ + Φέρετε εδώ την Δυσδαιμόναν. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Οδήγησέ τους, Ιάγο μου· συ 'ξεύρεις πού την έχω. + + (Εξέρχεται ο ΙΑΓΟΣ). + + Κι' ως που να έλθη, καθαρά 'σάν να ξεμολογούμαι + 'ς την παρουσίαν του Θεού τα κρίματα που έχω, + με τόσην ειλικρίνειαν εμπρός σας θα εκθέσω + πώς έγινε κ' εκέρδισα της νέας την αγάπην, + και πώς κι' αυτή εκέρδισε την ιδικήν μου. + +ΔΟΓΗΣ + Λέγε + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Με αγαπούσ' ο γέροντας· συχνά μ' επροσκαλούσε· + την ιστορίαν μ' έβαζε να λέγω της ζωής μου· + τας μάχας, τους πολέμους μου και τας πολιορκίας, + τον δρόμον οπού πέρασα. Και του εδιηγούμην + από τα παιδιακίσια μου τα χρόνια την ζωήν μου, + ως την στιγμήν που 'κάθητο και μ' ήκουε να λέγω. + Και έλεγα την τύχην μου, τους φοβερούς κινδύνους, + τα τρομερά συμβάντα μου 'ς τον κάμπον ή 'ς το κύμα, + τους παρά τρίχα γλυτωμούς 'ς εφόδους και καρτέρια, + πώς έπεσα εις του εχθρού τ' αγριευμένα χέρια + και σκλάβος επωλήθηκα· την ελευθέρωσίν μου, + και τα ταξείδια τα πολλά που έκαμα κατόπιν. + Τα σπήλαια τ' απέραντα και τας ξηράς ερήμους, + τους βράχους, τα 'ψηλά βουνά που φθάνουν ως τα νέφη· + αυτά του επερίγραφα, και τους ανθρωποφάγους, + και τους αγρίους τους φρικτούς, και τέρατα που έχουν + την κεφαλήν ανάμεσα 'ς ταις πλάταις φυτρωμένην. (9) + Η Δυσδαιμόνα ήρχετο περίεργη ν' ακούη, + αλλ' αι φροντίδες του σπιτιού την έκαμναν να φεύγη, + και βιαστική επήγαινε τα χρέη της να κάμη, + κ' επέστρεφε, τα λόγια μου ν' ακούση διψασμένη. + Κ' εγώ το παρετήρησα και ηύρα ευκαιρίαν, + και ηύρα τρόπον μόνη της να μου ξεμυστερεύση + τον πόθον τον εγκάρδιον, να της εξιστορήσω + καταλεπτώς τον βίον μου απ' την αρχήν 'ς το τέλος, + που άκραις μέσαις ήξευρεν απ' όσα είχ' ακούσει. + Της είπα όλα· και συχνά της 'δάκρυσε το 'μάτι, + ενώ της πρώτης μου ζωής της έλεγα τα πάθη· + και όταν ετελείωσα, μ' επλήρωσε τον κόπον + με ένα κόσμον δάκρυα και αναστεναγμούς της. + Μου είπε πως εθαύμασε, εθαύμασε εις άκρον, + ότι λυπάται δι' εμέ, κατάκαρδα λυπάται, + πως ήθελε καλλίτερα να μη τα είχ' ακούσει, + κι' όμως μακάρι και αυτή να λάβη τέτοιον άνδρα. + Μου είπε πως μ' ευχαριστεί, κι' ανίσως έχω φίλον, + οπού την ερωτεύεται και θέλει την καρδιάν της, + να τον διδάξω να της' πη όσα εγώ της είπα. + 'Σ αυτήν την νύξιν της κ' εγώ ανοίχθηκα μαζή της. + Δι' όσα εκινδύνευσα μ' ηγάπησεν εκείνη, + και την ηγάπησα εγώ, διότι μ' ελυπήθη. + Τα μάγια που της έκαμα είναι αυτά και μόνα. + Ιδού, η νέα έρχεται και ας το μαρτυρήση. (10) + + (Εισέρχονται η ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ, ο ΙΑΓΟΣ, και υπηρέται). + +ΔΟΓΗΣ + Νομίζω και την κόρην μου αυτά θα επλανούσαν. + Ω αγαθέ Βραβάντιε, μη τα παραξεσχίζης, + αλλ' όπως πλέον ημπορείς εξοικονόμησέ τα. + Κάλλια σπασμένα τ' άρματα, παρά γυμνά τα χέρια. + +ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ + Παρακαλώ, αφήσετε να ομιλήση πρώτα. + Αν 'πή ότι τον ήθελε και τον ενοστιμεύθη, + η κεφαλή μου να κοπή εάν κατηγορήσω + εις το εξής τον άνθρωπον. — Πλησίασε, Κυρία· + 'ς αυτήν εδώ την ευγενή ομήγυριν που βλέπεις, + που χρεωστείς υποταγήν προ πάντων. Αποκρίσου. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Ω σεβαστέ πατέρα μου, το βλέπω πως εις δύο + μοιράζεται το χρέος μου· διότι εις εσένα + και την ζωήν μου χρεωστώ και την ανατροφήν μου. + Κι' ανατροφή μου και ζωή μ' εδίδαξαν πως πρέπει + να σε τιμώ. Ο κύριος του χρέους μου συ είσαι· + είσαι πατέρας μου· αλλά, ιδού ο σύζυγός μου. + Την ίδιαν την υποταγήν οπού σου είχε δείξει + η μάνα μου, κ' επρόκρινε κι' από γονείς εσένα, + τώρα κ' εγώ την χρεωστώ 'ς τον άνδρα μου, τον Μαύρον. + +ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ + Αρκεί· μαζή σου ο Θεός! 'τελείωσα· — Αυθέντα, + αν αγαπάς, ας έλθωμεν 'ς τα πράγματα του κράτους. — + Παρά παιδί, καλλίτερα να είχα ψυχοπαίδι! — + Άκουσε, Μαύρε· πάρε την με όλην την καρδιάν μου, + καθώς επίσης ήθελα με όλην την καρδιάν μου + να μη την δώσω εις εσέ, αν δεν την είχες πάρει. + Ως προς εσένα, χαίρομαι π' άλλα παιδιά δεν έχω, + διότι τύραννον 'ς αυτά θα μ' έκαμν' η φυγή σου, + να τα κρατώ 'ς τα σίδερα! — 'τελείωσα, Αυθέντα. + +ΔΟΓΗΣ + Ας ομιλήσω και εγώ και ας ειπώ μιαν γνώμην, + που ίσως χρήσιμη σταθή εις τούτο το ζευγάρι, + ως σκαλοπάτι ν' αναιβούν 'ς την εύνοιάν σου πάλιν. + Άμα που γίνη το κακόν κι' ούτ' έχει θεραπείαν, + αν πάρης την απόφασιν ο πόνος τελειόνει. + Το να θρηνής ένα κακόν που πέρασε και 'πάγει, + είναι ο τρόπος να ζητής νέον κακόν να φέρης. + Ό,τι δεν έχει γλυτωμόν αν σου το πάρ' η τύχη, + την τύχην την περιγελάς, υπομονήν αν δείξης. + Ένας κλεμμένος που γελά κάτι απ' τον κλέπτην κλέπτει· + αν όμως κλαίη του κακού, τον εαυτόν του κλέπτει. + +ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ + Την Κύπρον τώρα το λοιπόν ο Τούρκος ας την πάρη. + Όσω γελούμεν, βέβαια χαμένη δεν θα είναι. + Τα γνωμικά είναι καλά 'ς εκείνον οπού θέλει + ν' ακούη ανακούφισιν και άλλο δεν τον μέλει. + Αλλ' όποιος έχει τον καϋμόν δεν θέλει να του λέγουν + υπομονήν να δανεισθή, την λύπην να πληρώση! + Τα γνωμικά, είτε χολή ή μέλι, δεν αξίζουν· + έχουν εξήγησιν διπλήν. Τα λόγια είναι λόγια, + και δεν τρυπάτ' από τ' αυτί μία καρδιά καμμένη. — + Παρακαλώ ας έλθωμεν 'ς τα πράγματα του Κράτους. + +ΔΟΓΗΣ + Ο Τούρκος εκστρατεύει με μεγάλην δύναμιν εναντίον + της Κύπρου. Εσύ, Οθέλλε, γνωρίζεις από κάθε άλλον + καλλίτερα πού στέκει η δύναμίς της. Και μολονότι έχομεν + εκεί άξιον τοπορητήν, η κοινή όμως γνώμη, ο μέγας + αυτός Κυβερνήτης των πραγμάτων, αποζητεί εσένα διά + μεγαλειτέραν ασφάλειαν. Ανάγκη λοιπόν να σκιάσης την + λάμψιν της νέας σου ευτυχίας, με αυτής της εκστρατείας + την ανεμοζάλην. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Αυθένται μου, ο τύραννος, που λέγεται Συνήθεια, + μου κάμνει απαλώτατον, 'σαν πουπουλένιον στρώμα, + το σιδερένιον των μαχών ή λίθινον κρεββάτι. + Τ' ομολογώ· εις την ζωήν την σκληραγωγημένην + την φυσικήν μου την ορμήν κ' ενέργειαν ευρίσκω. + Μετά χαράς τον δέχομαι κ' επάνω μου τον παίρνω + τον νέον πόλεμον αυτόν κατά των Μουσουλμάνων! + 'Σ τους ορισμούς σας ταπεινώς την κεφαλήν μου κλίνω + και μόνον τούτο σας ζητώ: να έχη η σύζυγός μου + την πρέπουσαν περίθαλψιν, και ό,τι λάβη χρείαν + διά να ζη ανάλογα με το αξίωμά μου + και με το γένος της. + +ΔΟΓΗΣ + Ας ζη, αν θέλης, 'ς του πατρός της. + +ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ + Εγώ δεν θέλω. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ούτ' εγώ. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Και ούτ' εγώ δεν θέλω, + να μ' έχη ο πατέρας μου εμπρός του, να με βλέπη, + και να θυμόνη. Το αυτί 'ς την δέησίν μου κλίνε, + ω Δόγη κραταιότατε, και άφες με να εύρω + από την προστασίαν σου κι' από την δύναμίν σου + την φύλαξιν και σκέπην μου. + +ΔΟΓΗΣ + Τι θέλεις, Δυσδαιμόνα; + +ΔΥΣΔΑΙΜΌΝΑ + Ότι τον Μαύρον αγαπώ διά να ζω μαζί του, + τ' ορμητικόν μου κίνημα κι' αυτή η παραζάλη + τρανά το διελάλησαν 'ς τον κόσμον. Την καρδιάν μου + εγώ την αφιέρωσα 'ς την τύχην του ανδρός μου. + Εις του ΟΘέλλου την ψυχήν το πρόσωπόν του είδα, + και επιστεύθηκα το παν, και βίον και ψυχήν μου + εις την 'δικήν του την τιμήν και την παλλικαριάν του. + Κι' αν απομείνω 'γώ εδώ, ειρήνης πεταλούδα, + ενώ, αυθένται μου, αυτός πηγαίνει 'ς τους πολέμους + θα μου φανή πως αφαιρούν από τον έρωτά μου + τα δίκαιά του, κ' η ζωή βαρεία θα μου ήναι + χωρίς εκείνον. — Άφησε μαζή του να με πάρη. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ω άρχοντες, αφήσατε παρακαλώ να γείνη + το θέλημά της. Δεν ζητώ εγώ αυτήν την χάριν, + διά να θρέψω μ' ηδονήν το ιδικόν μου πάθος, + και ούτε της αγάπης μου την φλόγα να χορτάσω, + πλην μόνον επειδή ποθώ να γείνη όπως θέλει. + Και να φυλάξη ο θεός, 'ς τον νουν σας μη περάση + πως θ' αστοχήσω σοβαρά κ' επίσημά μου χρέη, + διότι θάχω 'ς το πλευρόν εκείνην. Εάν ήναι + του Έρωτος του πτερωτού τα ελαφρά παιγνίδια + να μου θολώσουν και τον νουν και την ενέργειάν μου + ή να χαλάσουν ηδοναί την τέχνην της ζωής μου, + τότε αγγείον μαγειρειού ας κάμουν αι γυναίκες + την περικεφαλαίαν μου, και την υπόληψίν μου + του κόσμου καταφρόνησις ας την καταμαυρίση! + +ΔΟΓΗΣ + Εσείς αποφασίσετε· ας μείνη ή ας φύγη. + Το πράγμα είναι βιαστικόν κι' αναβολήν δεν θέλει. + +Α’ ΓΕΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ + Απόψε φεύγεις απ' εδώ. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Με όλην την καρδιάν μου! + +ΔΟΓΗΣ (προς τους Γερουσιαστάς). + Εις τας εννέα την αυγήν εδώ σας περιμένω. — + + (Προς τον Οθέλλον). + + Εδώ κανένας ας σταθή αξιωματικός σου, + και με αυτόν σου στέλλομεν και τον διορισμόν σου + και ό,τι άλλο χρειασθή να σου σταλθή ακόμη. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Να ο σημαιοφόρος μου, αν ήναι ορισμός σας. + Είν' άνθρωπος ενάρετος και της εμπιστοσύνης. + Εις τούτον την γυναίκα μου θ' αφήσω να μου φέρη, + και ό,τι η εκλαμπρότης σου νομίση αναγκαίον. + +ΔΟΓΗΣ + Πολύ καλά. Σας εύχομαι εις όλους καλήν νύκτα. + + (Προς τον Βραβάντιον.) + + Και, άρχον ευγενέστατε, εάν δεν ήναι ψεύμα, + ότι δεν έχει ευμορφιάς η αρετή ανάγκην, + τότ' ο γαμβρός σου κάτασπρος και όχι μαύρος είναι. + +Α’ ΓΕΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ + Χαίρε, κι' αγάπα την καλά, γενναίε Μαύρε· χαίρε! + +ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ + Αν έχης 'μάτια κύτταζε, ω Μαύρε. Πρόσεχέ την· + καθώς εμένα 'γέλασε, 'μπορεί να σε γελάση. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Την παίρνω 'ς την ψυχήν μου! Ναι! + + (Απέρχονται, ο ΔΟΓΗΣ, οι ΓΕΡΟΥΣΙΑΣΤΑΙ, ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΙ κ.τ.λ.) + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Τώρα, πιστέ μου Ιάγο, + την Δυσδαιμόναν μου εγώ 'ς εσένα την αφίνω· + να βάλης την γυναίκα σου, παρακαλώ, κοντά της, + κι' όπως καλλίτερα 'μπορείς 'ς την Κύπρον να τας φέρης. + Έλα· μια ώρα μοναχή μου μένει, Δυσδαιμόνα, + μια ώρα έννοιας κ' έρωτος μαζή σου να περάσω. + Είμεθα σκλάβοι του καιρού. + + (Απέρχονται ο ΟΘΕΛΛΟΣ και η ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ). + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Ιάγο! + +ΙΑΓΟΣ + Τι λέγεις, παλλικαρά μου. + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Ηξεύρεις τι θα 'πάγω να κάμω τώρα; + +ΙΑΓΟΣ + Να πλαγιάσης και να κοιμηθής. + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Θα 'πάγω ίσα να πνιγώ! + +ΙΑΓΟΣ + Αν το κάμης, δεν θα σε αγαπώ ύστερα. Τι ανοησία + είναι αυτή; + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Ανοησία είναι να ζη κανείς, όταν η ζωή καταντήση + βάσανον. Το μόνον ιατρικόν είναι ο θάνατος, όταν γείνη + ιατρός μας ο Χάρος. + +ΙΑΓΟΣ + Ω τον άνανδρον! Τον κόσμον τον είδα τέσσαραις + φοραίς επτά χρόνους· και αφότου έμαθα να ξεχωρίζω τι + θα ειπή φίλος και τι θα ειπή εχθρός, ακόμη δεν ηύρα + τον άνθρωπον, ο οποίος να ηξεύρη ν' αγαπά τον εαυτόν + του! Καλλίτερα να γείνω πίθηκος, παρά να καταντήσω + να βάλω εις τον νουν μου να πνιγώ διά την αγάπην + ενός χηνοπούλου! + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Τι θέλεις να κάμω; Το ηξεύρω κ' εγώ ότι είναι + εντροπή να ήμαι τόσον ερωτευμένος, αλλά δεν είναι εις + την εξουσίαν μου ν' αλλάξω. + +ΙΑΓΟΣ + Δεν είναι εις την εξουσίαν σου! Κολοκύθια! Μόνοι + μας γινόμεθα τούτο ή εκείνο. Το σώμα μας είναι περιβόλι, + και περιβολάρης η θέλησίς μας. Θέλεις τσουκνίδα + να φυτεύσης, ή μαρούλι; Θέλεις να σπείρης ύσσωπον, ή + να φυτρώση θυμάρι; Θέλεις να έχης ένα μόνον είδος χόρτου, + ή λογής λογής βότανα; Θέλεις να το ερημώσης με + την ακαμωσιάν, ή να το κοπρίσης με τον ιδρώτα σου; Εις + την θέλησίν σου στέκει ό,τι θέλεις να το κάμης. — Εάν + η ζυγαριά της ζωής δεν είχε το βάρος του λογικού, + ν' αντιζυγίζη τα αισθητήριά μας, αλλοίμονον πού + θα μας εκουτρουβαλούσε το αίμα μας και η σιχαμένη η + φύσις μας! Αλλά το λογικόν το έχομεν διά να μας + δροσίζη τα αναμμένα αισθήματά μας, τας σαρκικάς ορέξεις + μας, τα αχαλίνωτα πάθη μας. Εκείνο λοιπόν, + οποίον εσύ ονομάζεις έρωτα, εγώ το ονομάζω φέλιασμα + και παραβλάσταρον. + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Άλλ' αντ' άλλων! + +ΙΑΓΟΣ + Ο έρωτας είναι ασωτεία του αίματος και χαλάρωσις + της θελήσεως, σου λέγω. Έλα· σε θέλω άνδρα! Ακούς + εκεί, να πνιγής! Πνίξιμον ταις γάταις και τα τυφλά + γατόπουλα! Εγώ σου έταξα φιλίαν και εδέθηκα μαζή + σου με σχοινιά σφιχτά και δυνατά. Αλλά δεν + ημπορούσα ποτέ να σου σταθώ τόσον χρήσιμος, καθώς τώρα. + Βάλε αργύριον εις το πουγγί σου, πήγαινε κατόπιν από + το στράτευμα, κρύψε τα κάλλη σου με γένεια ψεύτικα. + Σου λέγω βάλε αργύριον εις το πουγγί σου! Δεν είναι + δυνατόν να βαστάξη πολύν καιρόν η αγάπη της Δυσδαιμόνας + διά τον Μαύρον· — βάλε αργύριον εις το πουγγί + σου· — ούτε η ιδική του δι' εκείνην. Ήρχισαν ορμητικά, + και με τον ίδιον τρόπον θα τελειώσουν. Θα το ιδής! Βάλε + αργύριον εις το πουγγί σου μόνον. Αυτοί οι Μαύροι + αλλάζουν γνώμην εύκολα. — Παραγέμισε το πουγγί σου. — + Η τροφή οπού τώρα του φαίνεται γλυκειά ωσάν ξυλοκέρατον, + θα του φανή εις ολίγον άνοστη ωσάν ξυλάγγουρον. + Κ' εκείνη θ' αλλάξη, επειδή είναι τόσον νέα. + Αφού τον χορτάση τον Μαύρον της, θα ιδή ότι η εκλογή της + ήτο στραβή. — Βάλε λοιπόν αργύριον εις το πουγγί σου. — + Αν θέλης και καλά να κολασθής, εύρε κανένα τρόπον + καλλίτερον από το πνίξιμον. — Μάζευσε όσα περισσότερα + χρήματα ημπορείς. — Αν η ευλογία ενός παππά, και + ένας όρκος οπού επέρασε μεταξύ ενός βαρβάρου τυχοδιώκτου, + και μιας πονηράς Βενετής, δεν είναι με το παρεπάνω + δυνατά διά το μυαλόν μου και δι' όλα τα δαιμόνια + της Κολάσεως, θα την απολαύσης! Λοιπόν, εύρε + χρήματα. Να πάρη η ζάλη το πνίξιμον! Δεν είναι + δουλειά σου να πνιγής. Κύτταξε καλλίτερα να κρεμασθής + αφού χαρής τον πόθον σου, παρά να πνιγής πριν το καταφέρης. + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Και αν προσκολληθώ εις αυτήν την ελπίδα, θα μου + παρασταθής πιστά; + +ΙΑΓΟΣ + Μην έχης φόβον δι' εμένα. Πήγαινε να εύρης χρήματα. + Σου το είπα πολλαίς φοραίς και σου το ξαναλέγω! + Τον Μαύρον τον μισώ. Έχω λόγους να τον μισώ με την + καρδιάν μου. Δεν πηγαίνεις και συ παρακάτω. Ας γείνωμεν + και οι δύο μας ένα εις την εκδίκησίν μας. Αν κατορθώσης + να τον κερατώσης, εσύ θα το χαρής, και εγώ + θα το διασκεδάσω. Ο Καιρός είναι εγγαστρωμένος με + πολλά περιστατικά, και θα τα ξεγεννήση! Εμπρός! Πήγαινε + να εύρης χρήματα. Αύριον τα ξαναλέγομεν. Ώρα + καλή. + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Πού θα σ' εύρω την αυγήν; + +ΙΑΓΟΣ + Εις το κατάλυμά μου. + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Θα έλθω πρωί πρωί. + +ΙΑΓΟΣ + Καλά· ώρα σου καλή. — Ακούεις, Ροδερίκε; + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Τι είπες; + +ΙΑΓΟΣ + Δεν έχει πνίξιμον πλέον. Ακούεις; + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Ήλλαξα γνώμην. Πηγαίνω να πωλήσω τα χωράφια μου. + +ΙΑΓΟΣ + Καλά. Παραγέμισε το πουγγί σου. + + (Απέρχεται ο ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ) + +ΙΑΓΟΣ + Ας χρησιμεύη ο κουτός πουγγί μου να τον έχω. + Θα ήτο κρίμα, κ' εντροπή 'ς την πείραν και 'ς τον νουν μου, + να χάνω 'γώ την ώραν μου μ' αυτήν την καλοιακούδαν, + χωρίς ή διασκέδασις ή κέρδος να μου μένη. + Αλλά τον Μαύρον τον μισώ. Και τρέχει λόγος έξω + πως έλαβε την θέσιν μου εις τα 'παπλώματά μου. + Αν ήν' αλήθεια τ' αγνοώ· πλην κ' υποψία μόνη + μου φθάνει, ώστε να φερθώ ωσάν να ήν' αλήθεια! + Μ' έχει αυτός περί πολλού. Θα βοηθήση τούτο + να γείνουν ευκολώτερα κοντά του οι σκοποί μου. — + Ο Κάσιος είν' εύμορφος και νέος. Πώς να γείνη; + Να πάρω και την θέσιν του και την εκδίκησίν μου + με μιαν διπλήν κατεργαριάν. — Πλην πώς; Πώς να το + [κάμω; — + Με τον καιρόν εις το αυτί του Μαύρου να σφυρίξω, + πως τάχα ξεθαρρεύονται πολύ, η Δυσδαιμόνα + κι' ο Κάσιος. Το πρόσωπον, οι νόστιμοί του τρόποι + 'ς την υποψίαν έρχονται. Σου έχει ίσα ίσα + εκείνα που χρειάζονται γυναίκας να πλανέση. + Ο δε Οθέλλος είν' απλός, με την καρδιάν 'ς το χέρι, + κι' όποιον ως τίμιος περνά και τίμιον τον παίρνει. + Από την μύτην εύκολα 'σάν γάιδαρος τραβιέται. + Το ηύρα! Το κοιλοπονώ! Η Κόλασις κ' η Νύκτα + το τέρας τούτο εις το φως θα μου το ξεγεννήσουν! + + + + +ΠΡΑΞΙΣ ΔΕΥΤΕΡΑ + + + + +ΣΚΗΝΗ Α' . + Λιμήν εν Κύπρω (11) παρά τον αιγιαλόν. + Εισέρχονται ο ΜΟΝΤΑΝΟΣ και δύο άρχοντες ΚΥΠΡΙΟΙ. + +ΜΟΝΤΑΝΟΣ + Τι φαίνεται 'ς το πέλαγος από το ακρωτήρι; + +Α’. ΚΥΠΡΙΟΣ + Δεν διακρίνω τίποτε. Βουνόν το κάθε κύμα· + δεν ξεχωρίζω μεταξύ συννέφων και θαλάσσης + ούτε πανί. + +ΜΟΝΤΑΝΟΣ + Εις την ξηράν ο άνεμος μουγκρίζει. + Τόσον πολύ τους πύργους μας δεν έσεισε ποτέ του. + Εάν και εις το πέλαγος φυσά με τόσην λύσσαν, + ποια τάχα ξύλινα πλευρά θα δυνηθούν ν' ανθέξουν + εις τα βουνά οπού βουτούν! Να ιδούμεν τι θα γείνη; + +Β’. ΚΥΠΡΙΟΣ + Θα γείνη μέγας σκορπισμός του τουρκικού του στόλου. + Αν ημπορέσης να σταθής εις του 'γιαλού την άκρην, + θα ιδής τα νέφη να κτυπά μ' αφρούς το κάθε κύμα. + Η θάλασσ' ανεμόδαρτη, με χαίτην ορθωμένην, + να καταβρέξη προσπαθεί τ' αστέρια, και να σβύση + 'ς τον Ουρανόν τους φύλακας του ακινήτου πόλου. + Ποτέ μου τόσην ταραχήν 'ς το πέλαγος δεν είδα! + +ΜΟΝΤΑΝΟΣ + Εάν ο στόλος των εχθρών δεν ήναι αραγμένος + 'ς απανεμιάν, δεν θα σωθή· τον έχω και πνιγμένον. + Των αδυνάτων να βαστά 'ς ανεμοζάλην τόσην + + (Εισέρχεται τρίτος Κύπριος.) + +Γ’. ΚΥΠΡΙΟΣ + Νέα, παιδιά! Ο πόλεμος τελειωμένος είναι. + Τους Τούρκους τους επρόκοψεν αυτή η τρικυμία, + και τους χαλνά τα σχέδια. Βενέτικον καράβι + απήντησε τα τουρκικά και είδε την ζημίαν + και την φρικτήν καταστροφήν όλου σχεδόν του στόλου. + +ΜΟΝΤΑΝΟΣ + Αληθινά; + +Γ’. ΚΥΠΡΙΟΣ + Ναι· είν' εδώ αγκυροβολημένον. + Ο Μιχαήλ ο Κάσιος, του Μαύρου του Οθέλλου + υπασπιστής, ήλθε μ' αυτό. Κι' ο Μαύρος ταξειδεύει + και έρχεται διοικητής και στρατηγός της Κύπρου. + +ΜΟΝΤΑΝΟΣ + Πολύ το χαίρομαι. Καλόν διοικητήν μας στέλνουν. + +Γ’. ΚΥΠΡΙΟΣ + Αλλά ο Κάσιος αυτός, ενώ παρηγορίαν + μας φέρνει με την είδησιν πως 'χάθηκαν οι Τούρκοι, + είναι ανήσυχος πολύ και καταλυπημένος, + και τον Θεόν παρακαλεί να σώση τον Οθέλλον, + διότι τους εχώρισε φρικτή ανεμοζάλη. + +ΜΟΝΤΑΝΟΣ + Να τον φυλάγη ο Θεός! Εδούλευσα μαζή του + και είν' ανδρείος στρατηγός, αλήθεια παλλικάρι! + Ελάτε 'ς την ακρογιαλιάν τον Κάσιον να ιδούμεν, + και εις τον ίδιον καιρόν να ρίξωμεν το 'μάτι + έως εκεί που θάλασσα κ' αιθέρας δεν χωρίζουν, + με την ελπίδα μη φανή το πλοίον του Οθέλλου. + +Γ’. ΚΥΠΡΙΟΣ + Και άλλο ίσως φθάσιμον κάθε στιγμή μας φέρη. + Ελάτε! + + (Εισέρχεται ο ΚΑΣΙΟΣ ακολουθούμενος υπό Κυπρίων.) + +ΚΑΣΙΟΣ + Σας ευχαριστώ, της Κύπρου παλλικάρια, + που τόσον καλοδέχεσθε το όνομα του Μαύρου. + Παρακαλείτε τον Θεόν να τον κατευοδώση, + διότι 'χωρισθήκαμεν εις κίνδυνον μεγάλον. + +ΜΟΝΤΑΝΟΣ + Είναι το πλοίον του καλόν; + +ΚΑΣΙΟΣ + Γερόν το σκάφος είναι, + και ο πιλότος του γνωστός, και άνθρωπος της τέχνης· + εις τούτο την ελπίδα μου στηρίζω μέχρι τέλους. + + (Φωναί έξωθεν.) + + Ένα πανί! Ένα πανί. + +ΚΑΣΙΟΣ + Τι θόρυβος; τι τρέχει; + + Δ'. ΚΥΠΡΙΟΣ + Η πόλις όλη άδειασε· 'ς την άκρην της θαλάσσης + ο κόσμος εσωρεύθηκε, κ' έ ν α π α ν ί φωνάζουν. + +ΚΑΣΙΟΣ + Κάτι μου λέγει πως αυτό του στρατηγού θα ήναι + το πλοίον. + +Β’. ΚΥΠΡΙΟΣ + Κανονοβολούν χαιρετισμόν 'ς το Κάστρον + Φθάσιμον φίλου είν' αυτό. + +ΚΑΣΙΟΣ + Παρακαλώ πηγαίνεις + να μάθης ποίος έφθασε; κ' ειπέ μας το. + +Β’. ΚΥΠΡΙΟΣ + Πηγαίνω. + + (Εξέρχεται.) + +ΜΟΝΤΑΝΟΣ + Κι' ο στρατηγός, υπασπιστά, στεφανωμένος είναι; + +ΚΑΣΙΟΣ + Διά την ευτυχίαν του! Επέτυχε μιαν νέαν, + που ξεπερνά περιγραφάς, κι' ό,τι κι' αν 'πή η φήμη, + κι' ό,τι να γράψη ημπορεί εξακουστόν κονδύλι. + Χαριτωμένη και καλή κι' ωραία... + + (Επιστρέφει ο Β' . ΚΥΠΡΙΟΣ). + + Ποίος ήλθε; + +Β’. ΚΥΠΡΙΟΣ + Σημαιοφόρος είν' αυτός του Μαύρου· κάποιος Ιάγος. + +ΚΑΣΙΟΣ + Κατευοδώθη γρήγορα με την καλήν την ώραν! + Και πέλαγος, και κύματα, και η ανεμοζάλη, + βράχοι που βράζει το νερόν, και άμμοι σωριασμένοι, + προδόται που το άκακον παραμονεύουν σκάφος, + τα πάντα, 'σάν να ήξευραν τι κάλλος διαβαίνει, + την αγριάδα έχασαν που είναι φυσική των + κ' επέρασεν απείρακτη η θεία Δυσδαιμόνα! + +ΜΟΝΤΑΝΟΣ + Και ποία είναι; + +ΚΑΣΙΟΣ + Είν' αυτή που σ' έλεγα, ω φίλε· + του στρατηγού ο στρατηγός! Ο Ιάγος ο γενναίος + την εσυνόδευσεν εδώ. Αλλά το φθάσιμόν της + επρόλαβε τους πόθους μας κατά επτά ημέρας. + Θεέ μεγάλε, φύλαγε και σώσε τον Οθέλλον + εις τ' άρμενά του ας φυσά η δυνατή πνοή σου! + Αξίωσέ τον εις αυτόν ν' αράξη τον λιμένα, + της Δυσδαιμόνας την γλυκειάν αγκάλην ν' απολαύση, + εις το σβυσμένον θάρρος μας νέαν φωτιάν να δώση, + κι' όλον της Κύπρου το νησί να το παρηγορήση! + + (Εισέρχονται η ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ, η ΑΙΜΙΛΙΑ, ο ΙΑΓΟΣ, ο ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + και συνοδεία.) + +ΚΑΣΙΟΣ + Ιδού, κατέβη 'ς την ξηράν ο θησαυρός του πλοίου! + Της Κύπρου άνδρες, πέσατε 'ς τα γόνατα εμπρός της. + Κυρία, καλώς ώρισες. Η χάρις του Υψίστου + εμπρός, οπίσ' , από παντού να σε περικυκλόνη! + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Ευχαριστώ σε, Κάσιε γενναίε. Του ανδρός μου + τι νέα έχεις να μου 'πής; + +ΚΑΣΙΟΣ + Δεν έφθασεν ακόμη, + αλλά τον άφησα καλά, κ' ελπίζω δεν θ' αργήση. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Φοβούμαι όμως... Διατί δεν ήλθετε συγχρόνως; + +ΚΑΣΙΟΣ + Η Θάλασσα κι' ο Ουρανός επιάσθηκαν εις μάχην + κ' εχώρισαν τον δρόμον μας 'ς το πέλαγος... Ακούεις; + Ένα πανί! + + (Φωναί έξωθεν). + + Ένα πανί! Ένα πανί! + +Β’. ΚΥΠΡΙΟΣ + 'Σ το Κάστρον + το χαιρετούν με κανονιαίς. Και τώρα φίλος είναι. + +ΚΑΣΙΟΣ + Ιδέ τι τρέχει. + + (Εξέρχεται ο Κύπριος.) + (Πρoς τον Ιάγον.) + + Είσαι συ; Καλώς μας ήλθες, Ιάγο. + + (Προς την Αιμιλίαν.) + + Κυρά μου, καλώς ώρισες. + + (Την φιλεί.) + + Μη σε πειράζει, Ιάγο, + αν ξεθαρρεύωμαι πολύ. Οι τρόποι μου το έχουν + να ήμαι μάλλον τολμηρός εις την φιλοφροσύνην. + +ΙΑΓΟΣ + Αν τόσον σου εχάριζε κ' εσένα με τα χείλη, + όσον η γλώσσα της συχνά 'ς εμένα χαριτόνει, + θα σου εφαίνετο πολύ. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Καλέ, φωνήν δεν έχει. + +ΙΑΓΟΣ + Ω! έχει, μα την πίστιν μου, και με το παρεπάνω! + Εγώ το' ξεύρω πώς λαλεί όταν μου έρχετ' ύπνος. + Εμπρός 'ς την ευγενείαν σου την γλώσσαν, εννοείται, + την συμμαζεύει 'ς την καρδιάν, και μέσα της γρυνιάζει. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Αυτά να λέγης αφορμήν δεν έχεις. + +ΙΑΓΟΣ + Έλα, έλα· + σεις όλαις εικονίσματα είσθ' έξω απ' το σπίτι, + πλην μέσα αγριόγατοι, κ' η γλώσσα σας καμπάνα· + όταν πειράζετ' άγιοι, διαβόλοι αν σας πειράζουν, + και ακαμάτραις 'ς την δουλειάν, δουλεύτραις 'ς το κρεββάτι. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Ω! Εντροπή, κακόγλωσσε. + +ΙΑΓΟΣ + Αν σε γελώ τουρκεύω! + 'ς τον ύπνον σας δουλεύετε, και παίζετε 'ς τον ξύπνον. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Δεν σ' έβαλα εγκώμιον να γράψης. + +ΙΑΓΟΣ + Μη με βάλης. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Τι θάγραφες, εγκώμιον αν είχες να μου κάμης; + +ΙΑΓΟΣ + Παρακαλώ, Κυρία μου, μη μου ζητής επαίνους, + και δεν αξίζω τίποτε εάν δεν ψεγαδιάζω. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Εμπρός. Δοκίμασε. — Κανείς επήγε 'ς τον λιμένα; + +ΙΑΓΟΣ + Επήγε· ναι, Κυρία μου. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Διάθεσιν δεν έχω· + τον εαυτόν μου απατώ την εύθυμην αν κάμω. + Ας ήναι. — Λέγε μας λοιπόν· πώς θα μ' εγκωμιάσης; + +ΙΑΓΟΣ + Κοντεύω. Αλλ' η έμπνευσις 'βγαίνει απ' το καύκαλόν μου, + καθώς εβγαίνει ο ιξός απ' την προβιάν που πιάση· + μου ξεκολνά και τα μυαλά και κάθε τι. Εν τούτοις + η Μούσα μου κοιλοπονά. Να το ξεγέννημά της: + Η κάτασπρη και γνωστική έχει ευμορφιάν και γνώσιν· + το ένα είναι χρήσιμον το άλλο κάμνει χρήσιν. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Καλόν εγκώμιον αυτό. Κ' η γνωστική και μαύρη; + +ΙΑΓΟΣ + Αν ήναι μαύρη κ' έχη νουν, κ' εκείνη δίχως άλλο + θα εύρη την μαυρίλαν της με άσπρον να ταιριάξη. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Κακά τα πηγαίνομεν. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Και η κουτή και ωραία; + +ΙΑΓΟΣ + Ποτέ κουτή δεν ημπορεί να ήναι η ωραία, + αφού κ' η κουταμάδα της θα φέρη κληρονόμον. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Αυτά είναι παραδοξολογίαις να ταις ακούουν οι + βλάκες εις το καπηλειόν και να γελούν. Και τι κακορρίζικον + εγκώμιον έχεις να ειπής δι' εκείνην, η οποία είναι + και κουτή και άσχημη; + +ΙΑΓΟΣ + Κουτή γυναίκα κι' άσχημη δεν έχει, που δεν κάμνει + τα ίδια τα καμώματα με ξυπνηταίς κι' ωραίαις. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Ω, τι χονδρή αμάθεια! Το καλλίτερόν σου εγκώμιον + είναι διά την χειροτέραν γυναίκα! Και τι θα έλεγες δι' + εκείνην, η οποία πραγματικώς αξίζει, και δεν έχει να + φοβηθή ούτε την κακογλωσσιάν; + +ΙΑΓΟΣ + Εκείνη που είν' εύμορφη και όμως δεν το 'ξεύρει, + που έχει γλώσσαν και φωνήν και όμως δεν φωνάζει, + που δεν της λείπουν χρήματα αλλά δεν τα σκορπίζει, + που λέγ' είν' εις το χέρι μου και όμως δεν το κάμνει, + που αν και την επείραξαν δεν τιμωρεί, κι' αφίνει + να φύγ' η δυσαρέσκεια και τ' άδικον να μείνη, + που έχει γνώσιν, και τον νουν δεν έχασε ν' αλλάξη + διά ουράν του σολομού κεφάλι της μουρούνας, (12) + που της περνούν συλλογισμοί πλην 'ξεύρει να τους + [κρύπτη, + που αν κανείς την κυνηγά το νοιώθει, πλην δεν στρέφει, + τέτοια γυναίκα, αν ποτέ υπήρξε τέτοια, πρέπει... + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Να κάμη τι; + +ΙΑΓΟΣ + 'ς τους παλαβούς να δίδη το βυζί της, + και να πωλή 'ς το καπηλειόν κρασί με το ποτήρι. (13) + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Ω, τι μισερόν και ανούσιον συμπέρασμα! Μη τον + ακούης, Αιμιλία, και ας ήναι και άνδρας σου. Τι λέγεις + Κάσιε; Δεν είναι αδιάντροπα τα γνωμικά του; + +ΚΑΣΙΟΣ + Τα λέγει ξάστερα, Κυρία μου· είναι καλλίτερος διά + στρατιώτης παρά διά λογιώτατος. + + (Συνομιλεί μετά της Δυσδαιμόνας). + +ΙΑΓΟΣ + Την παίρνει από το χέρι... Μάλιστα! Λέγε τα + σιγαλά. Με αυτήν την μικρήν αραχνιάν θα πιάσω εγώ + μίαν μυίγαν μεγάλην μεγάλην, οπού την λέγουν Κάσιον! + — Βέβαια, χαμογέλα, θα σε μαγκώσω με ταις + νοστιμάδαις σου. — Τω όντι! Ωραία τα λέγεις! Αν με + αυτά σου τα τσακίσματα σε κάμω να χάσης τον βαθμόν + σου, καλά θα ήτο να μην είχες φιλήσει τόσαις φοραίς + τα τρία σου δάκτυλα, καθώς ετοιμάζεσαι να ξανακάμης + διά να μας δείξης την χάριν σου... Περίφημα! ωραίος + ασπασμός! Χαριέστατος χαιρετισμός! Ωραία, μα την + αλήθειαν!... Τι; πάλιν τα δάκτυλα εις τα χείλη; + Καλλίτερα δι' εσένα να ήσαν τόσα μασούρια γλυστηριού + τα δάκτυλά σου.... + + (Σάλπιγγες έξωθεν). + + Ο Μαύρος! Γνωρίζω την σάλπιγγά του. + +ΚΑΣΙΟΣ + Αλήθεια! + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Να τον προϋπαντήσωμεν, να τον δεχθώμεν! + +ΚΑΣΙΟΣ + Ιδού! έρχεται. + + (Εισέρχεται ο ΟΘΕΛΛΟΣ μετά της συνοδείας του). + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ωραία ηρωίνα μου! + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Αγαπητέ Οθέλλε! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Μεγάλος είν' ο θαυμασμός, μεγάλη κ' η χαρά μου + εδώ να σ' εύρω προ εμού φθασμένην, ω ψυχή μου! + Αν κάθ' ανεμοστρόβιλος τέτοιαν γαλήνην φέρνη, + μην παύης τότε να φυσάς αέρα, έως ότου + απ' τον βαθύν τον ύπνον του τον Χάρον να 'ξυπνήσης + κι' ας κουρασθή το σκάφος μου ν' αναιβοκαταιβαίνη + εις του πελάγους τα βουνά, κι' από την κορυφήν των, + ωσάν τον Όλυμπον 'ψηλά, να πέφτη — 'σαν να πέφτη + 'ς τον Άδην απ' τον Ουρανόν! Αν ήτο ν' αποθάνω, + απέθνησκα μετά χαράς αυτήν την ώραν! Τόσον + είν' η ψυχή μου ήσυχη κι' αναπαυμένη τώρα, + ώστε φοβούμαι μη ποτέ η άγνωστή μου Μοίρα + τόσην χαράν και ηδονήν δεν μου ξαναχαρίση! + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Να δώση πάντα ο Θεός ν' αυξάνουν με τα χρόνια + κ' οι έρωτές μας κ' η χαρά! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Αμήν, αγαπητή μου! + Δεν έχω λόγια να ειπώ την ευχαρίστησίν μου! + Είν' η χαρά τόσον πολλή, που πνίγει τον λαιμόν μου. + Κι' αυτό, κι' αυτό... + + (Την ασπάζεται επανειλημμένως). + + Ω! πάντοτε αυτήν την αρμονίαν + να κάμνουν αι καρδίαι μας! + +ΙΑΓΟΣ (καθ' εαυτόν). + Καλά τα 'πάτε τώρα· + όμως αυτήν την μουσικήν εγώ θα την χαλάσω, + ή να μην ήμαι άνθρωπος! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Πηγαίνωμεν 'ς το Κάστρον. + 'Τελείωσεν ο πόλεμος· επνίγησαν οι Τούρκοι. — + Τι γίνονται οι φίλοι μου οι παλαιοί της Κύπρου; — + Εσύ θα γείνης του νησιού η χαδευμένη τώρα. + Έχω πολλούς, που μ' αγαπούν εδώ, γλυκό μου μέλι. + Απ' την χαράν μωρολογώ και λέγω αλλ' αντ' άλλων. + Παρακαλώ σε, Ιάγο μου, καταίβα 'ς τον λιμένα, + ξεφόρτωσε τα πράγματα, και φέρε μου 'ς το Κάστρον + τον πλοίαρχον· πάσα τιμή και έπαινος του πρέπει· + είν' άξιος θαλασσινός. — Ω Δυσδαιμόνα, έλα· + και πάλιν καλώς ώρισες, αγάπη μου, 'ς την Κύπρον. + + (Εξέρχονται ο ΟΘΕΛΛΟΣ, η ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ και αι συνοδείαι των). + +ΙΑΓΟΣ + Έλα να μ' ενταμώσης αμέσως κάτω εις τον λιμένα. + Έλα εδώ. Αν ήσαι παλλικάρι — (αφού το λέγει ο λόγος + ότι, όταν κανείς ερωτευθή γίνεται καλλίτερος από + ό,τι είναι το φυσικόν του (14)), άκουσέ με. Απόψε ο + υπασπιστής φρουρεί εις την αυλήν του Κάστρου. Πρώτα + και αρχή όμως πρέπει να σου ειπώ το εξής: η Δυσδαιμόνα + είναι ερωτευμένη μαζή του. + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Μαζή του! Εκείνη; Αδύνατον! + +ΙΑΓΟΣ + Βάλε το δάκτυλόν σου εις τα χείλη και άκουε να μάθης. + Ενθυμήσου πόσον ορμητικά ερωτεύθηκεν απ' αρχής, + μόνον και μόνον από τα καυχήματα και τα παραμύθια + οπού της έλεγεν ο Μαύρος. Και θέλεις να εξακολουθή + ακόμη να τον αγαπά διά τα φλυαρήματά του; Αν έχης + άσπρου γνώσιν δεν θα το πιστεύσης αυτό. Το 'μάτι της + θέλει να χορτάση. Και τι ευχαρίστησιν θα έχη να βλέπη + εμπρός της τον Διάβολον; Αφού το αίμα κορεσθή και + ησυχάση, πρέπει να ελκυσθή από τίποτε θέλγητρον διά + να ξανανάψη και να του ανοίξη πάλιν η όρεξις· πρέπει + να εύρη κάποιαν συμπάθειαν εις την ευμορφιάν, εις τους + τρόπους, εις την ηλικίαν. Αλλά ο Μαύρος τίποτε από + αυτά δεν έχει. Αφού λοιπόν του λείπουν όλα τα συστατικά + διά να ευχαριστήση την τρυφερότητά της, είναι φυσικόν + να της έλθη αναγούλα, να τον σιχαθή και να τον + μισήση τον Μαύρον. Η φύσις θα την δασκαλεύση και + θα την σπρώξη να κάμη νέαν εκλογήν. Λοιπόν, Κύριέ + μου, αν τα παραδέχεσαι αυτά, — και είναι όλα σωστά + και αναμάρτητα, — ποίος άλλος θαρρείς ότι θα ωφεληθή + από την περίστασιν, παρά ο Κάσιος; ο ευλύγιστος + αυτός κατεργάρης, ο οποίος καμόνεται τον ευγενικόν και + τον φρόνιμον, μόνον και μόνον διά να καταφέρη + καλλίτερα τον ασελγή και μυστικόν σκοπόν του; — Κανείς + άλλος, κανείς! Αυτός μόνον, ο επιτήδειος κατεργάρης, + οπού ηξεύρει πώς να ωφεληθή από την ευκαιρίαν, και + έχει την τέχνην να προσποιήται κάθε αρετήν, αν και + αρετήν δεν έχη. Διάβολο-κατεργάρης! Και εκτός τούτου + είναι και εύμορφος ο κατεργάρης, είναι νέος και σου έχει + όλα τα συστατικά οπού αρέσουν τα ανόητα και κλούβια + κεφάλια. Πανούκλα να τον εύρη τον κατεργάρην! Τον + ηύρεν όμως προτήτερα η ευγενεία της. + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Δεν το πιστεύω απ' αυτήν· είναι τόσον καθώς πρέπει + νέα. + +ΙΑΓΟΣ + Κολοκύθια καθώς πρέπει! Το κρασί οπού πίνει είναι + καμωμένον από σταφύλι. Αν ήτο τόσον καθώς πρέπει + δεν θα έκαμνε την αγάπην με τον Μαύρον. Καθώς + πρέπει, λέγει! Δεν την είδες πώς έπαιζε με το χέρι του + Κασίου; Την παρετήρησες; + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Την είδα· και τι μ' αυτό; Ήτον απλή ευγένεια. + +ΙΑΓΟΣ + Αν δεν ήτο λαγνεία, να μου κόπτης το χέρι. Ήτον + ο κρυφός πρόλογος, η αρχή των αισχρών στοχασμών + και της ασελγείας. Τα στόματά των εσίμωσαν τόσον, + ώστε ανεκατώθησαν αι αναπνοαί των. Σιχαμένοι + στοχασμοί, Ροδερίκε! Όταν αυτά τα ξεθαρρεύματα ανοίξουν + μίαν φοράν τον δρόμον, δεν αργεί να έλθη και η κυρία + υπόθεσις, το συσσωματωμένον συμπέρασμα. Πιςτ! Αλλά + κάμε ό,τι σου λέγω εγώ· εγώ οπού σ' έφερα εδώ από + την Βενετίαν. Απόψε να έλθης εις την φρουράν το + σύνθημά σου το δίδω εγώ· ο Κάσιος δεν σε γνωρίζει· + εγώ θα ήμαι κοντά σου· κύτταξε να εύρης αφορμήν να + τον θυμώσης· είτε φώναζε δυνατά, είτε απείθησε εις την + διαταγήν του, είτε όπως η περίστασις το φέρει. + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Καλά. + +ΙΑΓΟΣ + Ο Κάσιος είναι αψύς και οξύθυμος. Ίσως σε κτυπήση. + Κύτταξε να τον θυμώσης, ώστε να σε κτυπήση. Από + το κτύπημα τούτο εγώ θα κάμω να σηκωθή η Κύπρος + εις το ποδάρι, και να μην έχη ησυχίαν ενόσω δεν τον + πετάξουν απ' εδώ τον Κάσιον. Και τότε θα σου εύρω + τρόπον να συντομεύσης τον δρόμον του πόθου σου, φθάνει + να έβγη από την μέσην το εμπόδιον αυτό. + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + θα κάμω καθώς μου λέγεις, αν μου το φέρης βολικά. + +ΙΑΓΟΣ + Σου το υπόσχομαι. Έλα εις ολίγον να μ' εύρης εις το + Κάστρον. Τώρα πηγαίνω να ξεφορτώσω τα πράγματά + του. Ώρα καλή. + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Έχε υγείαν. + + (Απέρχεται) + +ΙΑΓΟΣ + Ο Κάσιος την αγαπά· αυτό δεν τ' αμφιβάλλω. + Ότι κι' αυτή τον αγαπά, απίθανον δεν 'μοιάζει. + Ο Μαύρος, — πρέπει να το 'πώ και αν δεν τον χωνεύω, — + είν' άνθρωπος ειλικρινής, κ' ευαίσθητος, και ίσιος, + κι' άνδρα πιστόν και ακριβόν η Δυσδαιμόνα έχει. + Αλλά κ' εγώ την αγαπώ· κ' εγώ, μα την αλήθειαν! + Όχι με πόθον σαρκικόν μονάχα· (μολονότι + δεν είμαι αναμάρτητος και απ' αυτό το κρίμα·) + αλλά διά να κορεσθή και η εκδίκησίς μου. + Διότι φόβος μου περνά ότι ο λάγνος Μαύρος + εις το θρονί μου 'κάθησε· κ' εκείν' η υποψία + μου τρώγει τα εντόσθια και μου τα φαρμακεύει, + και ησυχίαν 'ς την ψυχήν ποτέ μου δεν θα έχω, + πριν ίσα κ' ίσα γίνωμεν γυναίκα με γυναίκα! + Ή, αν δεν γίνεται αυτό, τουλάχιστον να χώσω + μιαν ζήλειαν τόσον δυνατήν εις την ψυχήν του Μαύρου, + που ιατρικόν να μη χωρή! Διά να επιτύχω, + (εάν αυτός, οπού τραβώ 'σαν σκύλον 'ς το κυνήγι + όπου του δείξω μυρισθή και τρέξη όσον θέλω), (15) + πρέπει τον Κάσιον καλά 'ς το χέρι να τον βάλω, + και να τον κάμω μισητόν 'ς τα 'μάτια του Οθέλλου. + Διότι και ο Κάσιος τον νυκτικόν μου σκούφον + φοβούμαι τον εφόρεσε. Κ' ενώ θα καταστρέφω + μ' αυτά του Μαύρου και ζωήν, και νουν, και ησυχίαν, + και τον τρελλαίνω εξ ενός, εξ άλλου θα τον έχω + να μ' αγαπά, να με τιμά και να με ανταμείβη. + Τα έχω μέσα εις τον νουν, αλλά συγκεχυμένα. + Η πονηριά τα μούτρα της δεν θα τα ξεσκεπάση, + παρ' όταν έλθη 'ς την στιγμήν το πράγμα να ξεσπάση. + + (Εξέρχεται) + + + +ΣΚΗΝΗ Β' . + + + + Πλατεία εν Κύπρω. + (Εισέρχεται Κήρυξ αναγινώσχων προκήρυξιν, ακολουθούμενος δε + υπό του πλήθους.) + +ΚΗΡΥΞ + Ο ευγενής και γενναίος στρατηγός μας Οθέλλος θέλει + και ορίζει να δείξη ο καθένας την χαράν του, διά την + καλήν είδησιν, ότι εχάθηκε ο στόλος των Τούρκων. + Χορεύσετε, ανάψατε φωτιαίς, χαρήτε και ξεφαντώσετε, + ο καθένας κατά την προαίρεσίν του. Διότι εκτός της + καλής αυτής ειδήσεως, ο στρατηγός εορτάζει και τους + γάμους του σήμερα. Είναι θέλημα του στρατηγού να κηρύξω + αυτά. Τα μαγειρειά του κάστρου είναι ανοικτά, και + όποιος αγαπά ας ορίση να φάγη και να πιη από τώρα + πέντε η ώρα, έως να σημάνη η καμπάνα τας ένδεκα. + Ζήτω η Κύπρος και ο στρατηγός Οθέλλος! Πολλά τα + έτη του! + + (Απέρχονται πάντες.) + + + +ΣΚΗΝΗ Γ' . + + + + Αυλή εν τω φρουρίω. + (Εισέρχονται ο ΟΘΕΛΛΟΣ και η ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ μετά συνοδείας, + και ο ΚΑΣΙΟΣ) + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Έχε τον νουν σου 'ς την φρουράν απόψε, Κάσιέ μου, + και πρόσεχε να μείνωμεν έως εκεί που πρέπει· + να μη το παρακάμωμεν εις το ξεφάντωμά μας. + +ΚΑΣΙΟΣ + Τον Ιάγον τον ωδήγησα τι χρεωστεί να κάμη· + αλλά και με τα 'μάτια μου ο ίδιος θα προσέχω. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ο Ιάγος είναι άξιος. Μιχάλη, καλήν νύκτα, + και αύριον πρωί πρωί να σου 'μιλήσω έχω. — + Έλα, γυναίκα μου γλυκειά. Εκείνος π' αγοράση, + της αγοράς του τον καρπόν τον χαίρεται κατόπιν, + κ' είναι ανοικτοί λογαριασμοί ακόμη μεταξύ μας. — + Καλή σας νύκτα. + + (Απέρχονται ο ΟΘΕΛΛΟΣ, η ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ και η συνοδεία των.) + (Εισέρχεται ο ΙΑΓΟΣ.) + +ΚΑΣΙΟΣ + Καλώς τον Ιάγον! Ώρα διά την φρουράν. + +ΙΑΓΟΣ + Όχι από τώρα, υπασπιστά. Δεν είναι ακόμη δέκα η + ώρα. Ο στρατηγός μας εξεφορτώθη από τώρα διά την + αγάπην της Δυσδαιμόνας του. Ας τον συμπαθήσωμεν, + διότι ακόμη δεν εχάρηκε νύκτα μαζή της· και είναι + κομμάτι διά τον Δία αυτή! + +ΚΑΣΙΟΣ + Δεν έχει ταίρι! + +ΙΑΓΟΣ + Και γεμάτη παιγνίδι, να ήσαι βέβαιος. + +ΚΑΣΙΟΣ + Νόστιμον και τρυφερόν πλάσμα, τω όντι. + +ΙΑΓΟΣ + Σου έχει ένα 'μάτι· φωνάζει «έλα εδώ». + +ΚΑΣΙΟΣ + Ελκυστικόν 'μάτι, αλλ' εις τον ίδιον καιρόν και + σεμνότατον. + +ΙΑΓΟΣ + Και όταν λαλή, δεν είναι ωσάν σήμαντρον του έρωτος + η φωνή της; + +ΚΑΣΙΟΣ + Μα την αλήθειαν, είναι εντέλεια! + +ΙΑΓΟΣ + Ας ήναι. Μακαρίζω τα σεντόνια των. — Ορίζεις, + υπασπιστά; Έχω εδώ μίαν λαγήναν κρασάκι· και απ' έξω + περιμένουν δύο τρία παλλικάρια της Κύπρου, και + νοστιμεύονται να σφίξουν μίαν εις την υγείαν του Μαύρου +Οθέλλου. + +ΚΑΣΙΟΣ + Όχι απόψε, καλέ μου Ιάγο. Το μυαλόν μου είναι + αδύνατον και δεν αντέχει εις το κρασί. Καλά θα ήτο να + εφευρίσκετο κανένας άλλος τρόπος να φιλεύωνται οι + άνθρωποι, και όχι με το πιοτόν. + +ΙΑΓΟΣ + Είναι φίλοι αυτοί εδώ. Ένα ποτηράκι. Το πίνω εγώ + δι' εσένα. + +ΚΑΣΙΟΣ + Επήρα προτήτερα ένα ποτήρι, κ' εκείνο νερωμένον. + Και όμως βλέπεις τι αλλαγήν μου έφερεν εδώ. Έχω + την ατυχίαν να ήναι αδύνατον το κεφάλι μου, και δεν + τολμώ να το βάλω εις μεγαλείτερον πειρασμόν. + +ΙΑΓΟΣ + Έλα, άνθρωπε! Απόψε είναι ξεφάντωσις. Έλα· θα + υποχρεώσης τους φίλους μου. + +ΚΑΣΙΟΣ + Πού είναι; + +ΙΑΓΟΣ + Εδώ απ' έξω. Φέρε τους μέσα, να ζης. + +ΚΑΣΙΟΣ + Καλά· ας έλθουν. Αλλά δεν μου έρχεται το πράγμα. + + (Εξέρχεται). + +ΙΑΓΟΣ + Αν του καθίσω μέσα του και δεύτερον ποτήρι, + κοντά 'ς το άλλο το κρασί που 'πήρε προ ολίγου, + θα σου τον κάμω 'σάν σκυλί να γείνη χαδευμένον, + όλος θυμός και μάλωμα! Ο δε κυρ Ροδερίκος, + που ο πολύς ο έρωτας τον έχει άνω κάτω, + κανάταις εκεράσθηκεν απόψε 'ς την υγείαν + της Δυσδαιμόνας· και αυτός εις την φρουράν θα ήναι. + Και τρεις λεβένταις του νησιού, κεφάλια αναμμένα, + πώχουν το χέρι εύκολον και υψηλά την μύτην, + απόψε τους εζέσταινα μ' επανωτά ποτήρια· + κι' αυτοί θα ήναι 'ς την φρουράν. 'Σ αυτό το μεθοκόπι + τον Κάσιον εις κάμωμα κανένα θα τον σπρώξω, + που το νησί να ταραχθή. — Αλλά, ιδού που ήλθαν. + Αν όσα ονειρεύωμαι καθώς τα θέλω έλθουν, + με φουσκωμένα τα πανιά τότ' αρμενίζω πρύμα! + + (Επιστρέφει ο ΚΑΣΙΟΣ μετά του ΜΟΝΤΑΝΌΥ και ετέρων + αξιωματικών). + +ΚΑΣΙΟΣ + Μα τον Θεόν! Ηθέλησαν και καλά να με κεράσουν. + +ΜΟΝΤΑΝΟΣ + Μικρόν πράγμα, μα την πίστιν μου. Να μην ήμαι + στρατιώτης αν ήτο περισσότερον από ένα ποτήρι. + +ΙΑΓΟΣ + Αι! φέρετέ μας κρασί. + + (Ψάλλει) + + Κλιγκ, κλιγκ, παιδιά μου· η πλώσκ' ας γυρίση + Μη άνδρας δεν είναι κι' ο στρατιώτης; + 'σάν αστραπή θα περάσ' η νεότης· + ο στρατιώτης λοιπόν ας μεθύση! + + Κρασί, παιδιά! + +ΚΑΣΙΟΣ + Μα τον Θεόν! ωραίον τραγούδι. + +ΙΑΓΟΣ + Το έμαθα εις την Αγγλίαν. Εκεί δα οι άνθρωποι δεν + την φοβούνται την κρασοκανάταν. Ο Δανός σου, και ο + Γερμανός σου, και ο κοιλάς ο Ολλανδός σου δεν αξίζουν + τίποτε εμπρός εις τον Άγγλον μου. + +ΚΑΣΙΟΣ + Τόσον παλλικαρίσια πίνει ο Άγγλος σου; + +ΙΑΓΟΣ + Σου καταπίνει ολάκαιρον τον Δανόν, ψόφιον από το + μεθύσι. Σου αναποδογυρίζει τον Γερμανόν πριν ιδρώση η + μύτη του. Και σου κάμνει τον Ολλανδόν να εμέση, ενώ + αυτός ξαναγεμίζει το ποτήρι του. + +ΚΑΣΙΟΣ + Εις την υγείαν του στρατηγού μας! + +ΜΟΝΤΑΝΟΣ + Κ' εγώ μαζή σου, υπασπιστά! Ως τον πάτον! + +ΙΑΓΟΣ + Ω γλυκειά μου Αγγλία! + + Ένα καιρόν ο Στέφανος εκεί + 'φορούσε το βασιλικόν στεφάνι + Μίαν φοράν παρήγγειλε βρακί, + πλην ακριβόν παρά πολύ του 'φάνη. + ο ράπτης του 'ζητούσεν ένα γρόσι· + του έκοψεν αυτός ένα παρά. + Να βασιλέας οπού είχε γνώσιν! + Να βασιληάς καλός μίαν φοράν! (16) + + Φέρετέ μας κρασί! Αι! + +ΚΑΣΙΟΣ + Αυτό σου το τραγούδι μου αρέσει περισσότερον από + τ' άλλο. + +ΙΑΓΟΣ + Να σου το ξαναπώ; + +ΚΑΣΙΟΣ + Όχι· διότι όποιος κάμνει τέτοια πράγματα δεν είναι + άξιος διά την θέσιν του. Ο Ουρανός είναι επάνω από + όλον τον κόσμον και μερικαί ψυχαί θα σωθούν, και + άλλαι δεν θα σωθούν. + +ΙΑΓΟΣ + Καλά λέγεις υπασπιστά μου + +ΚΑΣΙΟΣ + Όσον δι' εμένα, — μη προς βάρος του στρατηγού, ούτε + κανενός άλλου άρχοντος, — ελπίζω να σωθή η ψυχή μου. + +ΙΑΓΟΣ + Και η 'δική μου, υπασπιστά. + +ΚΑΣΙΟΣ + Καλά· αλλά, με συμπάθειον, ύστερα από την ιδικήν + μου. Πρώτα ο υπασπιστής και έπειτα ο σημαιοφόρος. + — Φθάνουν αυτά. Πηγαίνωμεν εις την δουλειάν + μας. — Άφες ημίν τας αμαρτίας ημών. — Κύριοι, να + κυττάξωμεν την δουλειάν μας. — Μη νομίζετε, Κύριοι, + ότι είμαι μεθυσμένος. Να, αυτός είναι ο σημαιοφόρος. + Να το δεξί μου χέρι - να το αριστερόν. Δεν είμαι + μεθυσμένος. Στέκομαι 'ς τα πόδια μου και ηξεύρω τι μου + γίνεται. + + ΠΑΝΤΕΣ + Και βέβαια, και βέβαια. + +ΚΑΣΙΟΣ + 'Πάγει καλά· λοιπόν μη με θαρρήτε μεθυσμένον. + + (Εξέρχεται). + +ΜΟΝΤΑΝΟΣ + Εις τον προμαχώνα Κύριοι. Ώρα αλλαγής. + +ΙΑΓΟΣ + Ιδέ τον άνθρωπον αυτόν που 'βγήκε τώρα έξω· + είν' άξιος να στέκεται 'ς του Καίσαρος το πλάγι + και να προστάζη. Αλλ' ιδέ και το ελάττωμά του! + Του κάμνει 'ς την αξίαν του σωστήν ισημερίαν, + και είναι ίσα και τα δυο: ελάττωμα κι' αξία. + Κρίμα 'ς τον νέον, κρίμα 'ς τον! Φοβούμαι καμμιάν ώραν, + καθώς του έχει τα πιστά ο στρατηγός μας, μήπως + αναστατώση το νησί. + +ΜΟΝΤΑΝΟΣ + Αλλά το συνειθίζει; + +ΙΑΓΟΣ + Ο πρόλογός του είν' αυτός ο τακτικός του ύπνου. + Κ' είν' άξιος 'μερόνυκτον σωστόν να ξαγρυπνήση, + εάν του λείψη το πιοτόν διά νανούρισμά του. + +ΜΟΝΤΑΝΟΣ + Πλην έπρεπεν ο στρατηγός να το γνωρίζη τούτο. + Δεν θα το παρετήρησε. Ή μήπως η καρδιά του + η αγαθή τας αρετάς κυττάζει του Κασίου + χωρίς να θέλη να ιδή τα ελαττώματά του; + + (Εισέρχεται ο ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ.) + +ΙΑΓΟΣ (κρυφίως προς τον Ροδερίκον.) + Εδώ τι θέλεις; Πήγαινε. Τον Κάσιον κηνύγα. + + (Εξέρχεται ο ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ.) + +ΜΟΝΤΑΝΟΣ + Αλλ' είναι κρίμα, και πολύ, ο ευγενής Οθέλλος + να εμπιστεύεται αυτήν την υψηλήν την θέσιν + εις άνθρωπον με φυσικόν παραλυμένον τόσον. + Σωστόν θα ήτο να το 'πή κανείς εις τον Οθέλλον. + +ΙΑΓΟΣ + Όχι εγώ, κι' ολάκαιρην την Κύπρον να μου δώσης. + Τον αγαπώ τον Κάσιον πολύ, κ' επιθυμούσα + να ιάτρευα το πάθος του... Αλλ' άκουσε. — Τι κρότος! + + (Εισέρχεται ο ΚΑΣΙΟΣ κυνηγών τον ΡΟΔΕΡΙΚΟΝ). + +ΚΑΣΙΟΣ + Α κατεργάρη! Κνώδαλον! + +ΜΟΝΤΑΝΟΣ + Τι τρέχ' υπασπιστά μου. + +ΚΑΣΙΟΣ + Το κάθαρμα! Τα χρέη μου εμένα θα μου μάθη! + Ακούς εκεί! Το κνώδαλον! Θα τον ξυλοφορτώσω! + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Ξύλον εμένα! + +ΚΑΣΙΟΣ + Φλυαρείς ακόμη; + +ΜΟΝΤΑΝΟΣ + Έλα, έλα. + Παρακαλώ, υπασπιστά, χαμήλωσε το χέρι. + +ΚΑΣΙΟΣ (προς τον Μοντάνον). + Φύγ' απ' εμπρός μου ειδεμή το καύκαλόν σου σπάνω. + +ΜΟΝΤΑΝΟΣ + Ησύχασε, ησύχασε και είσαι μεθυσμένος. + +ΚΑΣΙΟΣ + Τι! μεθυσμένος! + + (ο ΚΑΣΙΟΣ και ο ΜΟΝΤΑΝΟΣ σύρουσι τα ξίφη και μάχονται.) + +ΙΑΓΟΣ (κρυφίως προς τον Ροδερίκον) + Γρήγορα, τρέξε και κράξε «στάσις!» + + (Προς τους μαχομένους). + + Μη, μη καλέ υπασπιστά. Αλλοίμονον! Ω φίλοι! + Βοήθεια! Ω υπασπιστά καλέ μου! Ω Μοντάνε! + Βοήθεια! Να τι φοβερή φρουρά, μα την αλήθειαν! + Σταθήτε! Ποίος διάβολος σημαίνει ταις καμπάναις; + Θα εξυπνήση το νησί. Υπασπιστά μου, στάσου. + Θ' ατιμασθής επί ζωής! + + (Εισέρχεται ο ΟΘΕΛΛΟΣ μετά συνοδείας.) + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Τι τρέχει εδώ κάτω; + +ΜΟΝΤΑΝΟΣ + Μ' επλήγωσε θανάσιμα. Τα αίματά μου τρέχουν. + + (Εφορμά κατά του Κασίου) + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Σταθήτε, ή μα τον Θεόν!... + +ΙΑΓΟΣ + Ακούσατε, σταθήτε! + Υπασπιστά μου, — Κάσιε, — Μοντάνε, — Κύριοί μου! + Εχάσατε καθ' αίσθημα του χρέους, του βαθμού σας; + Ο στρατηγός σας ομιλεί. Σταθήτε. Εντροπή σας! + + (Χωρίζονται επί τέλους οι μαχόμενοι). + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Τι είν' αυτό; Τι έτρεξε, και πώς συνέβη τούτο; + Μη Τούρκοι εγενήκαμεν, και κάμνομεν μονάχοι + όσα δεν θέλει ο Θεός οι Τούρκοι να μας κάμουν; + Αφήτ', αν ήσθε χριστιανοί, το μαλοκόπημά σας! + Όποιος τολμήση από σας το χέρι να σηκώση + ζωήν δεν έχει! Έσφαξα εκείνον που σαλεύση! + Παύσατ' αυτήν την τρομερήν καμπάναν που ταράζει + την ησυχίαν του νησιού! — Τι έγεινε; τι τρέχει; + Αι Ιάγο; συ που φαίνεσαι νεκρός από την λύπην, + ειπέ μου, ποιος πρωτάρχισε; — Αν μ' αγαπάς ομίλει. + +ΙΑΓΟΣ + Δεν 'ξεύρω. Είμεθα εδώ αγαπημένοι όλοι, + φίλοι, 'σαν νύμφη και γαμβρός που 'πάν εις το κρεββάτι. + Κ' εκεί, 'σαν να 'ξεμυάλισαν τα άστρα τους ανθρώπους, + αμέσως έξω τα σπαθιά και δος του ένας τ' άλλου! + Κ' εγώ δεν 'ξεύρω να ειπώ ποιος ήρχισεν ο πρώτος. + Καλλίτερα 'ς τον πόλεμον χαμένα να τα είχα + τα πόδια αυτά μου, που εδώ με έφεραν κ' εμένα! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ω Κάσιε, πώς έγεινε να ξεχασθής; Ειπέ μου. + +ΚΑΣΙΟΣ + Συμπάθησέ με στρατηγέ. Τι να ειπώ δεν έχω. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Και συ, Μοντάνε; Άξιον και γνωστικόν σε ξεύρω· + τον τρόπον σου τον ήσυχον, τα φρόνιμά σου νειάτα + ο κόσμος όλος επαινεί, κ' οι γέροι τ' όνομά σου + το φέρνουν ως παράδειγμα 'ς τους νέους. Πώς συνέβη + αυτήν σου την υπόληψιν να ριψοκινδυνεύσης, + και τ' όνομά σου το καλόν να χάσης, και να γείνης + μαχαιροβγάλτης καπηλειού; Ν' αποκριθής προσμένω. + +ΜΟΝΤΑΝΟΣ + Οθέλλε, το αισθάνομαι· βαρειά είν' η πληγή μου. + 'ς τον Ιάγον έχεις τα πιστά, κι' ας σου ειπή εκείνος + (διότι τώρα τα πολλά τα λόγια με πειράζουν), + όσα θα είχα να σου 'πώ. Αλλ' όμως δεν ηξεύρω + να είπα ή να έκαμα τι άτοπον απόψε, + εκτός εάν το ν' αγαπά κανείς τον εαυτόν του, + ή να υπερασπίζεται οπόταν τον προσβάλλουν, + είν' άτοπον ή έγκλημα. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Μα τον Θεόν, αρχίζει + το αίμα μου την φρόνησιν να κυριεύη τώρα, + και να θολόνη ο θυμός τον καθαρόν τον νουν μου, + και να με σπρώχνη 'ς τα εμπρός! Αν μιαν φοράν κουνήση, + αν σηκωθή το χέρι μου, και τον καλλίτερόν σας + θέλει τον πάρει η οργή! Ειπήτε μου να μάθω + πώς ήρχισε το μάλωμα; Ποιος ήτον η αιτία; + Και όποιος κι' αν φανερωθή πως έπταισεν ο πρώτος, + και αδελφός μου δίδυμος να ήναι, θα με χάση. + Ακούς εκεί! Εις φρούριον ακόμη άνω κάτω, + με των κατοίκων την καρδιάν γεμάτην από φόβους, + να γίνωνται μαλώματα, και τα σπαθιά να βγαίνουν + 'ς του φρουραρχείου την αυλήν, εις την φρουράν, την νύκτα! + Τι φρίκη και τι εντροπή! Ποιος ήτον πρώτος, Ιάγο; + +ΜΟΝΤΑΝΟΣ + Εάν από συμπάθειαν ή φιλοπροσωπίαν, + ή 'πης ή κρύψης τίποτε, δεν σ' έχω στρατιώτην. + +ΙΑΓΟΣ + Μη με τα λόγια σου αυτά κατάκαρδα μ' εγγίζης. + Καλλίτερα να μ' έκοπταν την γλώσσαν απ' το στόμα, + παρά να 'πώ μιαν συλλαβήν προς βλάβην του Κασίου. + Αλλ' όμως, είμαι βέβαιος, δεν θα τον αδικήσω + αν την αλήθειαν ειπώ. — Ιδού, ω στρατηγέ μου. + Ενώ συνωμιλούσαμεν, εγώ και ο Μοντάνος, + Βλέπομεν ένα και ορμά κ' εφώναζε Βοήθεια! + Κι' ο Κάσιος κατόπιν του με το σπαθί 'ς το χέρι + να τον κτυπήση προσπαθεί. Αμέσως ο Μοντάνος + πηγαίνει προς τον Κάσιον να τον καθησύχαση, + ενώ τον άλλον κυνηγώ εγώ να τον προφθάσω + μη τύχη (καθώς έτυχε), και τα ξεφωνητά του + παραζαλίσουν το νησί. Πλην έτρεχεν εκείνος + και μου εξέφυγε. Κ' εγώ εγύρισα τρεχάτος + εδώ, που ήκουα σπαθιά να σμίγουν να κτυπιούνται, + και του Κασίου ταις φωναίς, και λόγια τα οποία + δεν ήκουσ' απ' το στόμα του άλλην φοράν ποτέ μου. + Γυρίζω, — και δεν ήργησα, — κ' ευρίσκω και τους δύο + πιασμένους εις το μάλωμα και να σπαθοκοπούνται, + εκεί που ήλθες, στρατηγέ, και συ να τους χωρίσης. + Τίποτε άλλο να ειπώ δεν έχω, ούτε 'ξεύρω. + Πλην όλοι άνθρωποι είμεθα. Καμμιάν φοράν ξεχνιέται + κι' ο πλέον αξιέπαινος. Και τώρα, μολονότι + κάπως εφέρθηκε κακά προς τον Μοντάνον ίσως, + (εις τον θυμόν κτυπά κανείς κ' εκείνον που λατρεύει,) + πλην βέβαια ο Κάσιος θα ήκουσε πιστεύω + από εκείνον πώφυγε κανένα τέτοιον λόγον, + οπού κανείς υπομονήν δεν έχει να χωνεύση. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Το βλέπω, Ιάγο, προσπαθείς 'σαν φίλος τιμημένος + να ελαφρώσης το κακόν. — Κάσιε, σ' έχω φίλον, + αλλ' όχι απ' εδώ κ' εμπρός αξιωματικόν μου. + + (Εισέρχεται η ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ μετά θεραπαινίδων.) + + Ιδέτε, κ' η αγάπη μου εξύπνησε. + + (Προς τον Κάσιον) + + Θα γείνη + το πάθημά σου μάθημα 'ς τους άλλους. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Τι συμβαίνει; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Όλα ησύχασαν, γλυκειά. Έλα να κοιμηθούμεν. + + (Προς τον Μοντάνον) + + Μη την πληγήν σου φοβηθής. Εγώ θα σε ιατρεύσω. + Σηκώσατέ τον. + + (Μεταφέρεται ο Μοντάνος έξω της σκηνής.) + + Πήγαινε 'ς την πόλιν μέσα, Ιάγο, + και κύτταξ' αν ετρόμαξαν, κ' ησύχασε τον κόσμον. + Έλα, καλή μου· η ζωή του στρατιώτου το 'χει, + μαλώματα του ύπνου του την γλύκαν να ταράζουν + + (Εξέρχονται πάντες εκτός του ΙΑΓΟΥ και του ΚΑΣΙΟΥ) + +ΙΑΓΟΣ + Είσαι πληγωμένος, υπασπιστά; + +ΚΑΣΙΟΣ + Πληγωμένος οπού δεν έχει θεραπείαν. + +ΙΑΓΟΣ + Θεός να φυλάγη! + +ΚΑΣΙΟΣ + Υπόληψις! υπόληψις! υπόληψις! Ω! έχασα την + υπόληψίν μου! Έχασα ό,τι είχα αθάνατον μέσα μου, + και τώρα δεν μου μένει παρά το κτήνος! Την υπόληψίν + μου, Ιάγο, την υπόληψίν μου! + +ΙΑΓΟΣ + Να μην ήμαι τίμιος άνθρωπος αν δεν επίστευα, ότι + έχεις αληθινήν πληγήν εις το κορμί σου. Εκείνο πονεί + περισσότερον από την υπόληψιν. Η υπόληψις είναι + πρόληψις, ψευτιά και ματαιότης. Συχνά κανείς την + αποκτά χωρίς να την αξίζη, και την χάνει χωρίς να + πταίη. Την υπόληψίν σου δεν την έχεις χαμένην, εκτός + εάν σου περάση από την φαντασίαν ότι την έχασες. + Έλα, άνθρωπε, και θα ευρεθή ο τρόπος να φιλιωθής + πάλιν με τον στρατηγόν. Σου κάμνει τώρα τον ωργισμένον + και σε παιδεύει από πολιτικήν, όχι από κακίαν, + καθώς κτυπά κανείς έν απείρακτον σκυλί διά να τρομάξη + κανένα φοβερόν λέοντα. Καλόπιασέ τον και θα + τον έχης πάλιν ιδικόν σου. + +ΚΑΣΙΟΣ + Καλλίτερα να έχω την καταφρόνησίν του, παρά να + τον καλοπιάσω ένα τέτοιον καλόν αρχηγόν, διά να + πάρη κοντά του ένα αξιωματικόν ανίκανον, ελαφρόμυαλον + και μεθύστακα! Μεθυσμένος, εγώ; και να παπαγαλίζω, + και να μαλοκοπώ; και να υβρίζω, και να + βλασφημώ; και να πιάνωμαι με τον ίσκιον μου; Ω + αόρατον πνεύμα του κρασιού, αν δεν έχης άλλο όνομα, + σου αξίζει να σε ονομάσουν διάβολον! + +ΙΑΓΟΣ + Ποιον εκυνηγούσες ξεσπαθωμένος; + +ΚΑΣΙΟΣ + Δεν γνωρίζω. + +ΙΑΓΟΣ + Πώς γίνεται; + +ΚΑΣΙΟΣ + Ενθυμούμαι ένα σωρόν πράγματα, όλα ανακατωμένα· + ένα μάλωμα, αλλ' αφορμήν... τίποτε. Ω! τι + βάζουν οι άνθρωποι μέσα εις το στόμα των τον εχθρόν, + διά να τους κλέπτη τα μυαλά; Και το έχομεν χαράν + μας και ηδονήν και ξεφάντωμα να γινώμεθα μόνοι μας + κτήνη! + +ΙΑΓΟΣ + Και όμως τώρα είσαι αξιόλογα. Πώς έκαμες και + συνήλθες; + +ΚΑΣΙΟΣ + Ο ένας διάβολος, η Μέθη, έδωκε τόπον εις τον + άλλον διάβολον, την οργήν. Το ένα ελάττωμα μου δείχνει + το άλλο, διά να σιχαθώ τον εαυτόν μου ολότελα. + +ΙΑΓΟΣ + Έλα, έλα· μην το παρακάμης. Καθώς ήλθαν τα + πράγματα, — η ώρα, ο τόπος, η κατάστασις της χώρας, + καλλίτερα ήτο να μη εγίνετο ό,τι έγεινε. Αλλ' αφού + έγεινε πλέον, κύτταξε τώρα να το διορθώσης. + +ΚΑΣΙΟΣ + Αν του ξαναζητήσω τον βαθμόν μου, θα μου ειπή + ότι είμαι ένας κρασοπότης. Και όλα τα στόματα της + Λερναίας Ύδρας να τα είχα, θα με απεστόμονε η + απόκρισίς του! — Να ήναι κανείς εις τα σωστά του, και + διά μιας να τα χάνη, και να γίνεται κτήνος! Τι πράγμα! + Κάθε ποτήρι περισσότερον οπού πίνει κανείς είναι + κατηραμένον, και έχει τον διάβολον μέσα του! + +ΙΑΓΟΣ + Έλα, έλα! Το κρασί είναι καλός φίλος, όταν κανείς + του φέρνεται καλά. Μη φωνάζης εναντίον του, και + άκουσε εμένα τι σου λέγω. Πιστεύω να πιστεύης ότι + σ' αγαπώ, υπασπιστά. + +ΚΑΣΙΟΣ + Μου το απέδειξες αρκετά, φίλε μου. — Εγώ μεθυσμένος! + +ΙΑΓΟΣ + Και συ και κάθε άλλος άνθρωπος ημπορεί να μεθύση + μίαν φοράν εις την ζωήν του, άνθρωπε! Άκουσε + τώρα τι να κάμης. Η γυναίκα του στρατηγού μας + είναι τώρα ο στρατηγός. Αυτό ημπορεί κανείς να το + λέγη, αφού είναι δοσμένος και αφιερωμένος εις το + να κυττάζη, να θαυμάζη και να λογαριάζη τα + προτερήματα και ταις χάραις της. Ειπέ της ελεύθερα τον + πόνον σου. Παρακάλεσέ την να σε βοηθήση διά να + ξαναλάβης τον βαθμόν σου. Είναι τόσον καλοδιάθετη, + τόσον υποχρεωτική, τόσον αγαθή, ώστε το έχει αμαρτίαν + να μη κάμη περισσότερον από ό,τι της ζητεί κανείς. + Παρακάλεσέ την λοιπόν να διορθώση εκείνη αυτήν την + χαλασμένην κλείδωσιν μεταξύ σου και του ανδρός της. + Και σου στοιχηματίζω — την τύχην μου με ό,τι + θέλεις, — ότι ύστερον από το χάλασμα τούτο, η φιλία σας + θα ξαναγείνη γερή περισσότερον από πριν. + +ΚΑΣΙΟΣ + Καλά με συμβουλεύεις. + +ΙΑΓΟΣ + Σου ομιλώ ως φίλος σου ειλικρινής και καλοθελητής + σου. + +ΚΑΣΙΟΣ + Το γνωρίζω, φίλε μου. Και αύριον πρωί πρωί θα + παρακαλέσω την ενάρετην Δυσδαιμόναν να μεσιτεύση + δι' εμένα. Αν αποτύχω εκεί, απελπισία τότε! + +ΙΑΓΟΣ + Αυτό είναι το σωστόν. Καλήν νύκτα, υπασπιστά. + Πρέπει να 'πάγω εις την φρουράν. + +ΚΑΣΙΟΣ + Καλήν νύχτα, τίμιε Ιάγο. + + (Απέρχεται ο ΚΑΣΙΟΣ) + +ΙΑΓΟΣ + Και ποίος τώρα θα μου 'πή πως είμαι κατεργάρης, + ενώ του δίδω συμβουλήν σωστήν και τιμημένην, + που έρχεται εις την πειθώ και είν' ο μόνος τρόπος + να ξανακάμη φίλον του τον χολωμένον Μαύρον; + Διότι ευκολόπιαστη η Δυσδαιμόνα είναι, + άμα κανείς διά καλόν ζητεί την συνδρομήν της· + έχει γενναίαν την καρδιάν και ανοικτόν το χέρι. + Και έπειτα τον άνδρα της τον κάμνει ό,τι θέλει· + κι' αν του ζητήση ν' αρνηθή ως και το βάπτισμά του + και όλα τα μυστήρια της θείας Σωτηρίας, + τον έχει 'ς την αγάππν της σφικτοδεμένον τόσον, + ώστε τα πάντα ημπορεί να κάμη, να ξεκάμη, + κι' ό,τι 'ς τον νουν της καταιβή, 'μπορεί να τ' απολαύση + απ' την αδυναμίαν του. — Πώς είμαι κατεργάρης + λοιπόν, αφού τον Κάσιον του έδειξα τον δρόμον + διά να φθάση ασφαλώς εις την επιτυχίαν; + Έχει κ' η Κόλασις Θεόν! Όταν εβγάζουν έξω + οι Δαίμονες τα κρίματα τα πλέον σκοτεινά των, + με χρώματα ουράνια να τα στολίζουν 'ξεύρουν. + Αυτό κατώρθωσα κ' εγώ. Διότι ενώ τώρα + αυτός ο τίμιος κουτός από την Δυσδαιμόναν + την συνδρομήν της θα ζητή και θα την καλοπιάνη, + κ' εκείνη θα φορτόνεται προς χάριν του τον Μαύρον, + εγώ 'ς τ' ανδρός της το αυτί θα στάζω το φαρμάκι + ότι αυτή επιθυμεί τον Κάσιον κοντά της + δι' όρεξίν της σαρκικήν και όσον επιμένει + να του ζητή την χάριν του και την συγχώρησίν του, + τόσον ο Μαύρος δι' αυτήν θα παίρνη υποψίαν, + και τόσον θα του φαίνεται η αρετή της πίσα. + Από την καλοσύνην της δίχτυ εγώ θα πλέξω, + και θα τους πιάσω όλους των! + + (Εισέρχεται ο ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ). + + Τι θέλεις Ροδερίκε; + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Είμαι εδώ, όχι ωσάν λαγωνικόν εις το κυνήγι, αλλ' + ωσάν σκύλος οπού δεν ηξεύρει άλλο παρά να γαυγίζη. + Τα χρήματά μου κοντεύω να τα ξεπατώσω, απόψε ταις + έφαγα όχι και καλλίτερα· και άλλο δεν βλέπω εμπρός + μου παρά ότι τα παθήματα θα μου γείνουν μαθήματα, + και ότι θα επιστρέψω εις την Βενετίαν χωρίς γρόσι, + αλλά με κάτι περισσοτέραν γνώσιν. + +ΙΑΓΟΣ + Όποιος δεν έχ' υπομονήν τι πτώχειαν που την έχει! + Και ποια πληγή να ιατρευθή δεν παίρνει τον καιρόν της; + Ημείς δουλεύομεν με νουν, και όχι με τα μάγια, + κι' ο νους χρειάζεται καιρόν. Και τι παραπονείσαι; + Μη δεν πηγαίνομεν καλά; Έφαγες ξύλον, λέγεις· + πλην παύεται ο Κάσιος διά το ξύλον τούτο. + Έχει φυτά που γρήγορα 'ς τον Ήλιον μεγαλόνουν· + αλλ' ό,τι πρωτοάνθησε και πρωτοωριμάζει. + Έχε λοιπόν υπομονήν. — Να! 'ξημερόνει κι' όλα! + Με την χαράν ή την δουλειάν πώς ξεγλιστρά η ώρα! + Τραβήξου τώρα· πήγαινε εις το κατάλυμά σου· + τραβήξου· περισσότερα θα μάθης μετ' ολίγον. + Ώρα καλή. + + (Απέρχεται ο ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ). + + Δυο πράγματα έχω να κάμω τώρα. + Θα βάλω την γυναίκα μου το μέρος του Κασίου + κοντά εις την κυρίαν της να πάρη. Και συγχρόνως + εγώ τον Μαύρον απ' εκεί θα τον απομακρύνω, + και θα τον φέρω έξαφνα, τον Κάσιον να εύρη + μαζή με την γυναίκα του, ενώ θα της γυρεύη + την προστασίαν της αυτός. Ιδού τα σχέδιά μου. + Μη τύχη κ' η αναβολή μου τα κρυολογήση! + + + + +ΠΡΑΞΙΣ ΤΡΙΤΗ + + + + +ΣΚΗΝΗ Α' . + + + + Έμπροσθεν του φρουρίου. + (Εισέρχεται ο ΚΑΣΙΟΣ μετά ΜΟΥΣΙΚΩΝ). + +ΚΑΣΙΟΣ + Παίζετ' εδώ, καλά παιδιά, και θα σας το πληρώσω. + Όχι πολύ· 'ς τον στρατηγόν ειπήτε καλή 'μέρα. (17) + + (Η μουσική παιανίζει. Εισέρχεται ο ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ). + +ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ + Αι, παιδιά, από την Νεάπολιν έρχονται τα όργανα + και λαλούν με την μύτην; + +Α’. ΜΟΥΣΙΚΟΣ + Τι, κύριε; τι; + +ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ + Αέρα φυσούν τα όργανα αυτά; + +Α’. ΜΟΥΣΙΚΟΣ + Μάλιστα, κύριε· μάλιστα. + +ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ + Εδώ έχουν την ουράν; (18) + +Α’. ΜΟΥΣΙΚΟΣ + Πού είδες ουράν, Κύριε; + +ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ + Πού! εις πολλά όργανα οπού φυσούν αέρα. Να, παιδιά + μου, χρήματα. Ο στρατηγός τόσον αρέσει την + μουσικήν σας, ώστε σας παρακαλεί και καλά να την αφήσετε + ήσυχην. + +Α’. ΜΟΥΣΙΚΟΣ + + Πολύ καλά· παύομεν. + +ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ + Αν έχετε μουσικήν να μην ακούεται, εμπρός παιδιά. + Αλλά την μουσικήν οπού ακούεται, δεν την + πολυνοστιμεύεται ο στρατηγός. + +Α’. ΜΟΥΣΙΚΟΣ + Δεν την ηξεύρομεν τέτοιαν μουσικήν, Κύριε. + +ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ + Τότε λοιπόν, την φλογέραν 'ς το σακκί, και σας + εχαιρέτησα! Πηγαίνετε 'ς τον άνεμον! Κατευόδιόν σας! + + (Εξέρχονται οι Μουσικοί.) + +ΚΑΣΙΟΣ + Ακούεις, καλό παιδί; + +ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ + Δεν ακούω _Καλό παιδί._ Εσένα ακούω. + +ΚΑΣΙΟΣ + Άφησε να ζης ταις νοστιμάδες. Πάρε αυτό το χρυσόν + κομματάκι· αν εξύπνησε η κυρά, η οποία υπηρετεί την + αρχόντισσαν του στρατηγού, ειπέ της, ότι ένας κάποιος + Κάσιος παρακαλεί να της ειπή δύο λογάκια. Μου κάμνεις + την χάριν; + +ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ + Εξύπνησε, Κύριε. Αν θέλη να κοπιάση εδώ, ίσως + της το ειπώ. + +ΚΑΣΙΟΣ + Ειπέ της το, καλό παιδί. + + (Εξέρχεται ο ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ. Εισέρχεται ο ΙΑΓΟΣ.) + +ΚΑΣΙΟΣ + Καλώς σε ηύρα, Ιάγο. + +ΙΑΓΟΣ + Και κάτι; δεν επλάγιασες λοιπόν απόψε; + +ΚΑΣΙΟΣ + Όχι. + Εχάραζ' όταν έφευγες . — 'Πήρα το θάρρος, Ιάγο, + να στείλω 'ς την γυναίκα σου. Θα την παρακαλέσω, + αν ήναι τρόπος κ' ημπορή, να με παρουσιάση + 'ς την Δυσδαιμόναν την καλήν. + +ΙΑΓΟΣ + Ευθύς να σου την στείλω. + Και εις τον ίδιον καιρόν εγώ θα προσπαθήσω + να τραβηχθή ο στρατηγός, διά να ημπορέσης + με την ελευθερίαν σου μαζή της να 'μιλήσης. + +ΚΑΣΙΟΣ + Με υπεχρέωσες πολύ. + + (Εξέρχεται ο ΙΑΓΟΣ.) + + Ποτέ 'ς την Φλωρεντίαν + δεν ηύρα φίλον 'σαν αυτόν, καλόν και τιμημένον. + + (Εισέρχεται η ΑΙΜΙΛΙΑ.) + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Καλή σου' μέρα, Κάσιε καλέ μου. Πώς λυπούμαι + μ' αυτά οπού σου έτυχαν. Αλλά θα 'σιάσουν όλα. + Ο Μαύρος κ' η γυναίκα του 'μιλούσαν δι' εσένα. + Αυτή σ' εδιαφέντευε· και έλεγεν ο Μαύρος, + ότι κ' υπόληψιν πολλήν και συγγενείς 'ς την Κύπρον + έχει αυτός που 'πλήγωσες, και γνωστικόν δεν είναι + να μείνης ατιμώρητος· αλλ' ότι σ' έχει φίλον, + και ότι δεν χρειάζεσαι καλλίτερον μεσίτην + απ' την καλήν του θέλησιν, εις πρώτην ευκαιρίαν + τον παλαιόν σου τον βαθμόν και πάλιν να σου δώση. + +ΚΑΣΙΟΣ + Αλλ' όμως σε παρακαλώ, εάν εσύ νομίζης, + ότι δεν είν' αταίρειαστον κι' ότι ημπορεί να γείνη, + κατάφερέ μου μοναχήν να ιδώ την Δυσδαιμόναν + κι' ολίγα λόγια να της πω. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Αν θέλης έλα μέσα, + κ' εγώ σου τα οικονομώ διά να της 'μιλήσης + ελεύθερα. + +ΚΑΣΙΟΣ + Σ' ευχαριστώ, καλή μου Αιμιλία. + + (Απέρχονται.) + + + +ΣΚΗΝΗ Β' . + + + + Θάλαμος εν τω φρουρίω. + (Εισέρχονται ο ΟΘΕΛΛΟΣ ο ΙΑΓΟΣ και ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΙ.) + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Τα γράμματά μου δόσε τα εις τον πιλότον, Ιάγο, + και ας ειπή 'ς τους άρχοντας τα προσκυνήματά μου. + Έλα να μ' εύρης έπειτα 'ς τα τείχη. + +ΙΑΓΟΣ + Ορισμός σου. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Λοιπόν, αυθένται, θέλετε τα τείχη να ιδούμεν; + +ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ + Ακολουθούμεν, στρατηγέ, την γενναιότητά σου. + + (Απέρχονται). + + + +ΣΚΗΝΗ Γ' . + + + + Έμπροσθεν του φρουρίου. + (Εισέρχονται η ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ, ο ΚΑΣΙΟΣ και η ΑΙΜΙΛΙΑ) + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Να ήσαι βεβαιότατος, ω Κάσιε, θα κάμω + ό,τι μου είναι δυνατόν προς χάριν ιδικήν σου. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Προσπάθησε, Κυρία μου. Ο Ιάγος το επήρε + κατάκαρδα, ωσάν αυτός ο ίδιος να επαύθη. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Τι άνθρωπος εξαίρετος που είν' αυτός! — Σου λέγω + ότι τον άνδρα μου εγώ, κ' εσένα, θα σας κάμω + και πάλιν φίλους καθώς πριν. + +ΚΑΣΙΟΣ + Καλότατη Κυρία, + ο Μιχαήλ ο Κάσιος, ό,τι και αν του τύχη, + θα ήναι πάντα, όσο ζη, πιστότατός σου δούλος. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Το 'ξεύρω και σ' ευχαριστώ. Τον άνδρα μου γνωρίζεις· + φίλος του είσαι παλαιός· να ήσαι πεπεισμένος + πως η ψυχρότης του με σε θα διαρκέση μόνον + ενόσω η πολιτική το απαιτεί. + +ΚΑΣΙΟΣ + Αλλ' όμως + αν ίσως η πολιτική αυτή πολυχρονίση, + εάν εις μάκρος τραβηχθή το πράγμα και παληώση, + και λείψω 'γώ, κι' άλλος κανείς με αντικαταστήση, + μη κ' εκδουλεύσεις ξεχασθούν και παλαιά φιλία; + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Ησύχασε και μη φοβού. Εμπρός 'ς την Αιμιλίαν + εγώ σου το υπόσχομαι· δεν χάνεις, τον βαθμόν σου. + Αν τάξω πράγμα μιαν φοράν εις φίλον, το πληρόνω. + Ω! ήσυχον τον άνδρα μου ούτε στιγμήν θ' αφήσω· + θα χάση και τον ύπνον του και την υπομονήν του· + νυστάζει θα καλαναρχώ, πεινά θα 'ξαγορεύω· + εις κάθε ομιλίαν του, εις κάθε πάτημά του + θα χώνω και τον Κάσιον. Λοιπόν παρηγορήσου, + αφού ο δικηγόρος σου καλλίτερ' αποθνήσκει, + ή την υπόθεσιν αυτήν να μη σου την κερδίση. + + (Εισέρχονται μακρόθεν ο ΟΘΕΛΛΟΣ και ο ΙΑΓΟΣ.) + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Κυρία, να ο στρατηγός. + +ΚΑΣΙΟΣ + Κυρία μου πηγαίνω. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Μείνε, ν' ακούσης τι θα 'πώ. + +ΚΑΣΙΟΣ + Κυρία, όχι τώρα· + είμ' άνω κάτω· δεν τολμώ· τι να ειπώ δεν' ξεύρω. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Ας ήναι· όπως αγαπάς. + + (Αναχωρεί ο ΚΑΣΙΟΣ.) + +ΙΑΓΟΣ + Α! τούτο δεν μ' αρέσει. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Τι λέγεις, Ιάγο; + +ΙΑΓΟΣ + Τίποτε. Ή, αν... Κ' εγώ δεν 'ξεύρω. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Αυτός, που τώρα έφευγε, ο Κάσιος δεν ήτο; + +ΙΑΓΟΣ + Ο Κάσιος, αυθέντα μου! Α! όχι· δεν πιστεύω, + ότι θα έφευγε κρυφά εκείνος, ωσάν κλέπτης, + άμα σε είδε να φανής. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Αυτός θαρρώ πως ήτο. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Καλώς τον άνδρα μου! Εδώ με ωμιλούσε κάποιος, + οπού την χάριν του ζητεί, και είν' απελπισμένος + διότι εψυχράθηκες μαζή του. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Και ποιος ήτο; + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Ποιος ήτον; Ο υπασπιστής, ο Κάσιος! Καλέ μου, + αν μ' αγαπάς, κι' ο λόγος μου έχη εμπρός σου χάριν, + συγχώρησε το σφάλμα του και συμφιλιωθήτε. + Διότι, αν δεν σ' αγαπά ειλικρινώς εκείνος, + και αν αυτό που έτυχε δεν έγειν' άθελά του, + δεν 'ξεύρω ποιος είν' ο καλός κι' ο τίμιος ποιος είναι. + Παρακαλώ σε, κράξε τον οπίσω να γυρίση. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Εκείνος έφευγ' απ' εδώ την ώραν οπού ήλθα; + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Εκείνος, βεβαιότατα· και τόσον πικραμένος, + οπού εκόλλησα κ' εγώ απ' την 'δικήν του λύπην, + και τον πονώ. Αγάπη μου, να έλθη μήνυσέ του. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Άλλην φοράν, γυναίκα μου γλυκειά μου· όχι τώρα. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Πλην γρήγορα; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Όσον 'μπορώ, αφού εσύ το θέλεις. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Απόψε εις το δείπνον μας; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Όχι απόψε, όχι. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + 'Σ το γεύμα τότε, αύριον; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Δεν θα γευθώ μαζή σου· + 'ς το Κάστρον έχω να δεχθώ αξιωματικούς μου. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Λοιπόν το βράδυ αύριον; ή την αυγήν την Τρίτην; + το μεσημέρι, ή αργά την Τρίτην; την Τετάρτην; + Την ώραν προσδιόρισε, παρακαλώ· πλην όχι + απ' την Τετάρτην ύστερα. Μετάνοιωσ' ο καϋμένος. + Αλλά η αμαρτία του, όσον χωρεί ο νους μου, + (εκτός οπού 'ς τον πόλεμον είναι ανάγκη, λέγουν, + να γίνωνται παράδειγμα και οι καλλίτεροί μας), + σφάλμα μου φαίνετ' ελαφρόν, και που αξίζει μόλις + μίαν επίπληξιν κρυφήν. Πότε λοιπόν να έλθη; + Λέγε, Οθέλλε. — Απορώ, κ' εντός μου εξετάζω, + αν ήναι πράγμα, που εγώ να σ' αρνηθώ 'μπορούσα, + ή καν να έχω δισταγμόν; Τι; τον Μιχάλην Κάσιον, + που ήτο φίλος σου πιστός και ήρχετο μαζή σου + 'ς του έρωτός σου τον καιρόν, κι' αν σ' εκακολογούσα + εκείνος πάντα έπαιρνε το μέρος σου; Και τώρα + διά να έλθη να σ' ιδή να θέλη τόσον κόπον; + Και ημπορούσα, πίστευσε... + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Παρακαλώ σε, φθάνει + και δεν θ' αρνούμαι τίποτε. Ας έλθη όταν θέλη. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Μήπως μ' αυτό που σου ζητώ κάμνεις 'ς εμένα χάριν; + Είναι ωσάν να γύρευα να μη κρυολογήσης, + να βάλης το χειρόφτι σου, κάτι καλόν να φάγης, + να κάμης κάτι δι' εσέ που θα σε ωφελήση. + Εάν ποτέ ζητήσω τι διά να δοκιμάσω + αλήθεια την αγάπην σου, θα σου ζητήσω πράγμα + πολύ βαρύ και φοβερόν και μέγα να μου κάμης. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ποτέ μου δεν θα σ' αρνηθώ. Πλην κάμε μου την χάριν + να με αφήσης μοναχόν, παρακαλώ, ολίγον. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Όχι να 'πώ; δεν γίνεται. Οθέλλε μου, πηγαίνω. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ώρα καλή, γυναίκα μου. Τώρα θα έλθω μέσα. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Όταν και όπως αγαπάς· 'ς τους ορισμούς σου είμαι + εις ό,τι κι' αν επιθυμής. — Ω Αιμιλία, έλα. + + (Απέρχεται μετά της ΑΙΜΙΛΙΑΣ). + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ω πλάσμα μου εξαίσιον! Να κολασθή η ψυχή μου, + εάν εγώ δεν σ' αγαπώ! Το παν θα ήναι χάος, + αν η αγάπη μου ποτέ περάση. + +ΙΑΓΟΣ + Στρατηγέ μου. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Τι λέγεις, Ιάγο; + +ΙΑΓΟΣ + Στρατηγέ, ο Μιχαήλ ο Κάσιος, + 'ς του έρωτός σας τον καιρόν, πριν να στεφανωθήτε, + τα ήξευρε τα πράγματα; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Απ' την αρχήν 'ς το τέλος· + τα πάντα τα εγνώριζε. Πλην το ερώτημά σου + προς τι; + +ΙΑΓΟΣ + Προς ευχαρίστησιν απλώς των στοχασμών μου. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Των στοχασμών σου; διατί; τι στοχασμών σου, Ιάγο; + +ΙΑΓΟΣ + Δεν ήξευρα ο Κάσιος πριν να στεφανωθήτε, + αν την εγνώριζε. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ω, ναι! Και αναμεταξύ μας + μας εχρησίμευσεν αυτός πολλαίς φοραίς. + +ΙΑΓΟΣ + Αλήθεια! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Αλήθεια! Ναι, αληθινά. Εις όλ' αυτά τι βλέπεις; + Μη δεν τον έχεις τίμιον; + +ΙΑΓΟΣ + Τίμιον, στρατηγέ μου; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Τίμιον! Ναίσκε, τίμιον! + +ΙΑΓΟΣ + Απ' όσον τον γνωρίζω. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ειπέ μου, τι στοχάζεσαι; + +ΙΑΓΟΣ + Στοχάζομαι, αυθέντα; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Στοχάζομαι! — (Μα τον Θεόν, κατήντησε ηχώ μου, + ωσάν να κρύπτη μέσα του κανέν φρικώδες τέρας, + οπού να δείξη δεν τολμά!) — Τι έχεις εις τον νουν σου + Τώρα σε ήκουσα εδώ να λέγης, «Δεν μ' αρέσει», + που έφευγεν ο Κάσιος. Τι πράγμα δεν σ' αρέσει; + Κι' όταν σου είπα πως αυτόν τον είχα σύμβουλόν μου + 'ς του έρωτός μου τον καιρόν, Εφώναξες, «Αλήθεια!» + κ' εσήκωσες το μέτωπον, κ' εσούφρωσες τα φρύδια, + ωσάν να κρυφοέκλειες εις το μυαλόν σου μέσα + καμμιάν ιδέαν τρομεράν! Αν θέλης το καλόν μου, + τους στοχασμούς σου δείξε μου. + +ΙΑΓΟΣ + Αυθέντα μου, το 'ξεύρεις + αν σ' αγαπώ. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Με αγαπάς· ναι, Ιάγο, το πιστεύω. + Και επειδή σε θεωρώ και τίμιον και φίλον, + κ' ηξεύρ' ότι τα λόγια σου ζυγίζεις πριν λαλήσης, + τρομάζω περισσότερον μ' αυτούς τους δισταγμούς σου. + Εις ένα ψεύτην ποταπόν θα ήτο φυσικόν του + αυτά τα πράγματα. Αλλά, όταν τα λέγη ένας, + οπού γνωρίζει το σωστόν, είναι κατηγορίαι + που να κρατήση δεν 'μπορεί κι' απ' την καρδιάν του 'βγαίνουν. + +ΙΑΓΟΣ + Ως προς τον Κάσιον, εγώ τον όρκον μου τον παίρνω + πως τον νομίζω τίμιον. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Κ' εγώ αυτό νομίζω. + +ΙΑΓΟΣ + Μακάρι όπως φαίνονται οι άνθρωποι να ήσαν, + ή να μη φαίνεται κανείς εκείνο που δεν είναι. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ναι· ό,τι φαίνεται κανείς και έπρεπε να ήναι. + +ΙΑΓΟΣ + Λοιπόν νομίζω τίμιος κι' ο Κάσιος να ήναι. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Όχι. Τα λόγια σου αυτά μου κρύπτουν κάτι άλλο. + Ομίλει όπως ομιλείς 'ς τον λογισμόν σου μέσα· + ειπέ μου ό,τι σου περνά από τον νουν, και δόσε + 'ς τους χειροτέρους στοχασμούς τας χειροτέρας λέξεις. + +ΙΑΓΟΣ + Αγαπητέ μου στρατηγέ, 'ς αυτό συμπάθησέ με. + Σου χρεωστώ υποταγήν εις κάθε τι, πλην όχι + 'ς εκείνο που ελεύθερος κι' ο κάθε σκλάβος είναι. + Τους στοχασμούς μου να ειπώ; Καλά· και πού ηξεύρεις + αν δεν ήν' άτοποι κ' αισχροί; Πού είναι το παλάτι, + ειπέ μου, όπου κάποτε δεν χώνονται και λέραις; + Ποια είν' η τόσον καθαρά καρδιά, οπού ποτέ της + σκέψεις δεν κρύπτει βρωμεράς κι' αδίκους υποψίας, + κοντά 'ς τους πλέον καθαρούς κ' εντίμους λογισμούς της; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Τον αδικείς τον φίλον σου, ω Ιάγο, αν νομίζης + πως άδικον τού έγεινε, και τους συλλογισμούς σου + δεν του ξεμυστηρεύεσαι. + +ΙΑΓΟΣ + Θερμοπαρακαλώ σε!.... + Ο νους μου ίσως άδικα εις το κακόν πηγαίνει, + διότι σου τ' ομολογώ, το φυσικόν μου είναι + να ψεγαδιάζω πάντοτε, και κάποτε να θέλω + ανύπαρκτα πταισίματα να βλέπω.... Σ' εξορκίζω + να μη πιστεύης ό,τι' πη ένας, που συνειθίζει + να συμπεραίνη 'ς τα τυφλά· κι' από παρατηρήσεις, + που έκαμα εδώ κ' εκεί αστόχαστα, μη πλάσης + το βάσανόν σου μόνος σου. Δεν πρέπει, δεν αρμόζει + ούτε 'ς την ευτυχίαν σου κ' εις την ανάπαυσίν σου, + ούτε 'ς την τιμιότητα και εις την φρόνησίν μου + τους λογισμούς μου να σου' πώ. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Τι έχεις εις τον νουν σου; + +ΙΑΓΟΣ + Αυθέντα, όνομα καλόν, εις άνδρα ή γυναίκα, + είναι το μόνον της ψυχής ατίμητον διαμάντι. + Όποιος μου κλέψει το πουγγί, πράγμα μικρόν μου κλέπτει· + κάτ' είναι, είναι τίποτε· το είχα, μου το πήραν + εις χίλια χέρια 'πέρασε και θα ξαναπεράση. + Πλην τ' όνομά μου το καλόν κανείς αν μου το κλέψη, + μου παίρνει πράγμα, που αυτόν, τον κλέπτην, δεν + [πλουτίζει, + και με αφίνει πάμπτωχον εμένα, τον κλεμμένον. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Από τον νουν τι σου περνά θέλω να μάθω. + +ΙΑΓΟΣ + Όχι· + δεν ημπορείς, 'ς το χέρι σου κι' αν είχες την καρδιάν μου· + κι' ούτε ποτέ θα δυνηθής, όσον εγώ την έχω. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Α! + +ΙΑΓΟΣ + Από ζήλειαν στρατηγέ, Θεός να σε φυλάγη! + Αυτ' είναι η δρακόντισα η πρασινοματούσα, + που μέσα εις τα σπλάγχνα της ευρίσκει την τροφήν της(19). + Ευτυχισμένην ζη ζωήν ο γελασμένος άνδρας, + που την κυράν δεν αγαπά, κ' ηξεύρει τι παθαίνει. + Αλλά τι κόλασιν περνά εκείνος, ο οποίος + έχ' υποψίαν κι' αγαπά, λατρεύει κι' αμφιβάλλει. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ω συμφορά! + +ΙΑΓΟΣ + Ο πάμπτωχος αλλ' ευχαριστημένος, + βαθύπλουτος, υπέρπλουτος εκείνος είναι. Όμως + τα πλούτη τ' αναρίθμητα πτώχεια και πάγος είναι, + 'ς εκείνον που αιώνια φοβείται μη πτωχεύση. + Να με φυλάγη ο Θεός, και όλην την φυλήν μου, + από την ζήλειαν! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Πλην προς τι, προς τι μου λέγεις τούτα; + Νομίζεις ότι δύναμαι να ζήσω με την ζήλειαν; + με καθ' αλλαξοφεγγαριάν να έχω νέους φόβους; + Α! όχι. Φθάνει μιαν φοράν να λάβω υποψίαν, + κι' αμέσως εσχημάτισα και την απόφασίν μου. + Ειπέ με τράγον, αν μ' ιδής να τρέφω την ψυχήν μου + μ' αυτάς τας υποψίας σου τας παραφουσκωμένας + και με τους φόβους σου. Εγώ δεν γίνομαι ζηλιάρης + αν ήναι η γυναίκα μου ωραία, ή αν βλέπω + πως αγαπά την συντροφιάν και τας διασκεδάσεις, + ότι χορεύει, τραγουδεί, κι' αρέσει ομιλίας. + Αυτά είν' όλα αρεταί 'ς ενάρετην γυναίκα. + Πλην και τα ελαττώματα που έχω δεν με κάμνουν + να φοβηθώ μην ήλλαξε· διότι 'μάτια είχε + και μ' είδε, και μ' εδιάλεξε. Α! Όχι, Ιάγο. Θέλω + πριν αμφιβάλω να ιδώ· αν αμφιβάλω, θέλω + απόδειξιν και αν πεισθώ, τότε μου φθάνει τούτο! + Εις το καλόν διά μιας και ζήλεια και αγάπη! + +ΙΑΓΟΣ + Τώρα σ' αρέσω. Κ' ημπορώ να σ' αποδείξω τώρα, + χωρίς διόλου δισταγμόν, τι σέβας και φιλίαν + τρέφω προς σε, ω στρατηγέ. Λοιπόν, αφού το θέλεις + σου λέγω ό,τι μου περνά. — Απόδειξιν δεν έχω, + πλην βλέπε την γυναίκα σου. Να την παρατηρήσης + πώς είναι με τον Κάσιον. Έχ' ανοικτά τα 'μάτια, + μη διά ζήλειαν έτοιμα, πλην ούτε ξεννοιασμένα. + Δεν θέλω η ευγενική κ' ειλικρινής ψυχή σου + απ' άκραν καλοσύνην σου να γελασθή. — Φυλάξου! + Εσπούδασα πολύ καλά του τόπου μας τα ήθη. + Τα κρύπτουν απ' τον άνδρα των, κι' ο κόσμος ας τα βλέπη, + τ' αναίσχυντα καμώματα· η δε μεγάλη τέχνη + είν' όχι να μη γίνωνται, αλλά πώς να τα κρύπτουν. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Νομίζεις; + +ΙΑΓΟΣ + Τον πατέρα της 'γελούσε και σ' επήρε· + κι' απ' ένα μέρος έκαμνε, ότι σε τρέμει τάχα, + ότι φοβείται να σ' ιδή, κι' απ' τ' άλλο σ' αγαπούσε. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Αληθινά· το έκαμνε. + +ΙΑΓΟΣ + Λοιπόν, τι περιμένεις; + Αν να καμόνεται αυτά 'μπορούσε, τόσον νέα, + και του πατρός της ήξευρε τα 'μάτια να τα κλείση + τόσον καλά... ενόμιζε πως ήσαν όλα μάγια... (20) + Πλην είμαι ασυγχώρητος, και να με συμπαθήσης + διά την αφοσίωσιν που σ' έχω. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Διά βίου + σου είμ' υπόχρεως. + +ΙΑΓΟΣ + Τον νουν σ' ετάραξα ολίγον. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ούτ' ένα ιώτα· τίποτε. + +ΙΑΓΟΣ + Σ' ετάραξα φοβούμαι. + Ελπίζω να ενόησες, ότι αυτά τα λέγω + μόνον διότι σ' αγαπώ. Πλην είσαι συγχυσμένος· + το βλέπω. Χρέος θεωρώ να σε παρακαλέσω + τα λόγια μου εις κίνημα κανέν να μη σε φέρουν· + μη λησμονής, ότι αυτά δεν είναι τίποτ' άλλο + πλην μόνον υποψίαι μου. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ω! έννοια σου. + +ΙΑΓΟΣ + Αλλέως, + θα έχουν αποτέλεσμα κακόν και σιχαμένον, + που δεν το έβαζα 'ς τον νουν. Είναι καλός μου φίλος + ο Κάσιος. — Αυθέντα μου, σε βλέπω συγχυσμένον. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Όχι, δεν εσυγχύσθηκα πολύ. Δεν το πιστεύω, + ότι πιστή κ' ενάρετη δεν είν' η Δυσδαιμόνα. + +ΙΑΓΟΣ + Χρόνους πολλούς να ζη πιστή, και συ να το πιστεύης. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Και όμως, πώς παραστρατεί η φύσις! + +ΙΑΓΟΣ + Να ο φόβος! + Αυτό δα είναι το κακόν! Διότι, μη προς βάρος, + το ν' αρνηθή τόσους γαμβρούς οπού την εζητούσαν + του τόπου της, του γένους της, της καταστάσεώς της, + πράγματα όλα ταιριαστά και που τα θέλ' η φύσις,... + φούχι! Αυτό σιχαμεραίς ορέξεις μου μυρίζει + κ' αισχρά επιθυμήματα, και στοχασμούς ατόπους... + Πλην σου ζητώ συμπάθειον· δεν λέγω δι' εκείνην + ότι θα κάμη και καλά τα ίδια· μολονότι + ο φόβος είναι μη στραφή 'ς τα παλαιά ο νους της, + και με τους συντοπίτας της αρχίση να συγκρίνη + τον άνδρα που εδιάλεξε, και να μετανοήση. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ώρα καλή. Να μου ειπής εάν ιδής και άλλο. + Και βάλε την γυναίκα σου να την παραμονεύη. + Τώρ' άφησέ με. + +ΙΑΓΟΣ + Στρατηγέ, 'ς τους ορισμούς σου είμαι. + + (Αποσύρεται). + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Τι την εστεφανώθηκα; Ω! το καταλαμβάνω, + αυτός ο νέος ο καλός και είδε και ηξεύρει + πολλά, και περισσότερα από αυτά που λέγει. + +ΙΑΓΟΣ (επιστρέφων). + Να σ' εξορκίσω, στρατηγέ, τολμώ, αυτό το πράγμα + να μείνη τώρα ως εδώ. Μη το παρασκαλίζης. + Περίμενε και πρόσεχε. Μη βία. Αν και πρέπη + την θέσιν του ο Κάσιος και πάλιν να την λάβη, — + διότι είναι ικανός κι' αξίζει να την έχη, — + αν αγαπάς, μου φαίνεται καλόν να τ' αναβάλης, + ώστε να λάβης αφορμήν να τον παρατήρησης + κ' εκείνον και τους τρόπους του. Την προσοχήν σου έχε· + αν η γυναίκα σου ζητή να λάβη τον βαθμόν του, + με ζωηρότητα πολλήν κι' ανυπομονησίαν, + από αυτό θα φωτισθής πολύ. Αλλ' εντοσούτω, + μη βάζης βάσιν, στρατηγέ, 'ς τους ιδικούς μου φόβους, + καθώς ελπίζω 'ς τον Θεόν ότι δεν έχουν βάσιν, + και άφησέ την ήσυχην εκείνην. Σ' εξορκίζω! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ησύχασε· θα κρατηθώ. + +ΙΑΓΟΣ + Σε προσκυνώ και πάλιν. + + (Αναχωρεί.) + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Αυτός ο άνθρωπος πιστός και τιμημένος είναι, + κ' ηξεύρει να παρατηρή με γυμνασμένον 'μάτι + τ' ανθρώπινα καμώματα. — Εάν την πιάσω ψεύτραν, + την αλυσίδα που μ' αυτήν με δένει θα την κόψω, + κι' αν μου κοπή και η καρδιά μαζή, και θα την 'ρίξω + εις τ' ανεμογυρίσματα της Τύχης! (21) Μήπως είναι + διά το μαύρον χρώμα μου; (22) Ή επειδή μου λείπει + η γλώσσα και το φέρσιμον των δουλομαθημένων; + Ή επειδή κατηφορώ 'ς των χρόνων την κοιλάδα; + Κι' αρκεί αυτό; Με απατά! Και άλλο δεν μου μένει, + παρά να την σιχαίνωμαι! Ω βάσανον του γάμου! + Αυτά τα πλάσματα κανείς να τα θαρρή 'δικά του, + και όμως η αγάπη των 'δική του να μην ήναι! + Χίλιαις φοραίς καλλίτερα να ήμουν μολυντήρι (23) + κ' εις τα υγρά μιάσματα μιας φυλακής να 'ζούσα, + παρά εις ό,τι αγαπώ, εγώ ν' αφίνω άλλον + και μίαν τρίχα να χαρή! Ιδού· αυτά παθαίνουν + οι άρχοντες! Καλλίτερα περνούν οι τιποτένιοι. + Αλλά την Μοίραν δεν 'μπορεί κανείς να την ξεφύγη. + Τα κέρατα 'ς το μέτωπον εκείνη μας χαράζει + από την πρώτην μας στιγμήν!... Ιδού η Δυσδαιμόνα. + + (Εισέρχονται η ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ και η ΑΙΜΙΛΙΑ) + + Αν μ' απατά!.. . Τότ' ο Θεός γελά τον εαυτόν του! + Δεν το πιστεύω! + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Άνδρα μου, τι έγεινες; Το γεύμα + και οι προσκαλεσμένοι σου νησιώται σε προσμένουν. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Πταίω εγώ. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Τι έπαθες; τι τρέμει η φωνή σου; + Καλά δεν είσαι; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Με πονεί εδώ, — το μέτωπόν μου. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Είναι διότι 'ξαγρυπνάς. Θα σου περάση τώρα. + Να σου το δέσω άφησε σφικτά. Θα σε περάση + αμέσως. + + (Προτείνει να του δέση την κεφαλήν.) + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Το μαντίλι σου είναι μικρόν δεν φθάνει. + + (Το ρίπτει καταγής.) + + Παραίτησέ το· έννοια σου. Έλα μαζή μου μέσα. + + (Εξέρχονται ο ΟΘΕΛΛΟΣ, και η ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ. Η ΑΙΜΙΛΙΑ + λαμβάνει εις χείρας το πεσόν χειρόμακτρον.) + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Καλά οπού μου έτυχε να εύρω το μαντίλι· + το πρώτον δώρον είν' αυτό που έλαβ' απ' τον Μαύρον. + Ο άνδρας μ' ο παράξενος χίλιαις φοραίς μου είπε + να της το κλέψω και καλά. Πλην τ' αγαπά εκείνη, + διότι της εσύστησε ποτέ να μη το χάση· + το αγαπά και πάντοτε επάνω της το έχει, + και το φιλεί, και του λαλεί. Το σχέδιον θα πάρω, + να κάμω απαράλλακτον μ' αυτό, να του το δώσω. + Τι να το θέλη; Ο Θεός (κι' όχι εγώ) το ξεύρει. + Αλλά την φαντασίαν του ας την ευχαριστήσω. + + (Εισέρχεται ο ΙΑΓΟΣ.) + +ΙΑΓΟΣ + Α! είσαι συ; Τι γίνεσαι; Κάτι εδώ μονάχη; + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Μη γρύναις σε παρακαλώ, και θα σου δώσω κάτι... + +ΙΑΓΟΣ + Εσύ εμένα; Από σε δεν περιμένω άλλο + παρά. .. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Παρά; + +ΙΑΓΟΣ + Λόγια κουτά. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Έχεις να' πης και άλλο; + Τι δίδεις, αν σου έφερα εκείνο το μαντίλι ... + +ΙΑΓΟΣ + Ποίον μαντίλι; + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Ποίον, αι; Εκείνο το μαντίλι, + το πρώτον πρώτον χάρισμα που έδωσε ο Μαύρος + 'ς την Δυσδαιμόναν, και που συ τόσαις φοραίς μου είπες + να της το κλέψω. + +ΙΑΓΟΣ + Το 'κλεψες; + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Το άφησε να πέση, + κ' εκεί ευρέθηκα κοντά και το επήρα. Να το· + το βλέπεις; + +ΙΑΓΟΣ + Δος μου το εδώ. Ιδού καλή γυναίκα! + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Τι θα το κάμης; Διατί τόσον πολύ το θέλεις, + που να το κλέψω μ' έβαζες; + +ΙΑΓΟΣ + Δος μου το. + + (Το αρπάζει εκ των χειρών αυτής.) + + Τι σε μέλει; + +ΑΙΜΙΛΙΑ. + Εάν δεν ήναι σοβαρός ο λόγος που το θέλεις, + δος μου το 'πίσω. Η πτωχή! Ο νους της θα της φύγη + όταν ιδή πως το 'χασε. + +ΙΑΓΟΣ + Να κάμης πως δεν 'ξεύρεις + πού είναι. Μου χρειάζεται. Τραβήξου. Άφησέ με. + + (Απέρχεται η ΑΙΜΙΛΙΑ.) + +ΙΑΓΟΣ + Θα' πάγω εις τον Κάσιον ν' αφήσω να μου πέση, + και να το εύρη έπειτα εκείνος το μαντίλι. + Του ψύλλου τα πηδήματα 'ς εκείνον που ζηλεύει + του φαίνοντ' ευαγγέλια, τεκμήρια τα έχει. + Κάτι θα έβγη απ' αυτό. Εις την ψυχήν του Μαύρου + δουλεύει το φαρμάκι μου κ' έγεινε άλλος τώρα. + Είναι οι μαύροι στοχασμοί αληθινόν φαρμάκι· + Όποιος το πίνει, 'ς την αρχήν την πίκραν δεν την νοιώθει· + πλην όταν φθάση και χυθή 'ς το αίμα του ανθρώπου, + ωσάν θειάφι την καρδιάν την καίει. — Δεν το είπα; + + (Έρχεται μακρόθεν ο ΟΘΕΛΛΟΣ.) + + Έρχεται. — Ούτ' η θερειακή, ούτε ο μανδραγόρας, + ούτ' όλα τα υπνωτικά και ιατρικά του κόσμου + δεν ημπορούν πλέον ποτέ τον ύπνον να σου δώσουν, + που χθες γλυκοκοιμήθηκες. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ω! Άπιστη 'ς εμένα! + +ΙΑΓΟΣ + Μη, στρατηγέ· ησύχασε και άφησέ τα τώρα. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Τραβήξου! Φύγε! Μ' έβαλες 'ς τον φάλαγγα επάνω! + Καλλίτερα κανείς πολύ να ήν' απατημένος, + παρά να υποπτεύεται ολίγον. + +ΙΑΓΟΣ + Στρατηγέ μου! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Τι μ' έμελαν οι έρωτες που μ' έκλεπτεν εμένα; + Δεν έβλεπα, δεν ήξευρα, αλλά και δεν 'πονούσα. + Καλά 'κοιμούμουν, έτρωγα, 'γελούσα, κ' ευθυμούσα. + Εκείνος που τον έκλεψαν, ενόσω δεν γνωρίζει + ότι του έγεινε κλοπή, κλεμμένος δεν λογιέται. + +ΙΑΓΟΣ + Πολύ με κακοφαίνεται ν' ακούω τέτοια λόγια. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Μακάρι όλη η φρουρά κ' οι στρατιώται όλοι + το εύμορφόν της το κορμί να είχαν δοκιμάσει, + κ' εγώ να μη το ήξευρα μονάχα! — Τώρα 'πάγει, + 'πάγει ο ήσυχός μου νους και η ανάπαυσίς μου, + και των πολέμων η βοή, και των σπαθιών η λάμψις, + και όσα κάμνουν αρετήν τον έρωτα της δόξης! + 'Παν τ' άλογα που χλημηντρούν, κι' ο ήχος των σαλπίγγων, + τα τύμπανα οπού καρδιάν 'ς τους στρατιώτας δίδουν, + και το παγιαύλι που τ' αυτιά ξεσχίζει, κ' αι σημαίαι, + κι' όλ' η χαρά, και η πομπή, κ' η δόξα του πολέμου! + Και σεις θανάτου μηχαναί που με τον λάρυγγά σας + του αθανάτου του Διός τους κεραυνούς μιμείσθε! + 'Παν όλα! Τώρα τίποτε δεν μέλει τον Οθέλλον! + +ΙΑΓΟΣ + Τι λέγεις; Είναι δυνατόν, ω στρατηγέ; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Αχρείε! + Σε θέλω την γυναίκα μου να μου την δείξης πόρνην! + Θέλω απόδειξιν να ιδούν τα 'μάτια μου! Ακούεις; + + (Τον αρπάζει από τον λαιμόν). + + Αλλέως, μα την άπλαστην ψυχήν μου, θα σε κάμω + να προτιμάς καλλίτερα να ήσουν ένας σκύλος, + ή 'ς την οργήν που 'ξύπνησες νάχης να δώσης λόγον! + +ΙΑΓΟΣ + Εις τούτο κατηντήσαμεν λοιπόν; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Να μου το δείξης! + Κι' αν δεν το ιδώ, τουλάχιστον απόδειξιν να φέρης, + αλλά χωρίς χαραγματιάν, ή άνοιγμα, ή τρύπαν + απ' την οποίαν να χωρή καμμιά αμφιβολία! + Ακούεις; ή άλλοίμονον 'ς εσένα! + +ΙΑΓΟΣ + Στρατηγέ μου! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Εκείνην αν συκοφαντής κ' εμένα βασανίζης, + μη κάμης πλέον προσευχήν, συνείδησιν μην έχης, + ταις φρίκαις όλαις σώρευσε 'ς την κεφαλήν της φρίκης + κάμε την γην να 'ξιππασθή, τον ουρανόν να κλαίη, + διότι τότε ξεπερνάς τον Άδην, κολασμένε! + + (Απολύει τον ΙΑΓΟΝ απωθών αυτόν.) + +ΙΑΓΟΣ + Καλέ! Θεέ μου φύλαγε! Τι πράγμα! Άνδρας είσαι; + Ψυχήν δεν έχεις, ούτε νουν; Α! ο Θεός μαζή σου. + Να σε δουλεύω έπαυσα. — Ανόητος που είμαι! + Να! Έχε τιμιότητα, να σου την κάμνουν κρίμα. + Ο κόσμος είν' αλλόκοτος! Ο κόσμος ας το μάθη, + δεν ωφελεί να ήναι τις και τίμιος και ίσιος. + Το μάθημα μ' ωφέλησε. Δεν θέλω πλέον φίλον, + αφού με τόσην προσβολήν πληρόνετ' η φιλία. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Μη φεύγης. Όχι. Τίμιος πρέπει να ήσαι, Ιάγο. + +ΙΑΓΟΣ + Θα ήμαι μόνον γνωστικός. Η τιμιότης τρέλλα, + και χάνεται ο κόπος της. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Μα τον Θεόν, πιστεύω + πως είναι η γυναίκα μου πιστή, και πως δεν είναι. + Πιστεύω τίμιος εσύ πως είσαι, και δεν είσαι. + Θέλω σημάδι να ιδώ! — Το όνομά μου ήτον (24) + λευκόν 'σάν της Αρτέμιδος την όψιν, κ' είναι τώρα + κατάμαυρον και σκοτεινόν ωσάν το πρόσωπόν μου! — + Σκοινί αν έχη, ή φωτιάν, μαχαίρι ή φαρμάκι, + ή ποταμούς και πνίξιμον, δεν θα το υποφέρω! + Θέλω να το βεβαιωθώ. + +ΙΑΓΟΣ + Σε τρώγ' η ζήλεια βλέπω. + Πολύ λυπούμαι, στρατηγέ, αν σ' έδωσα αιτίαν. + Ήθελες να βεβαιωθής. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ήθελα; Όχι. Θέλω! + +ΙΑΓΟΣ + Και ημπορείς. Άλλ' όμως πώς; πώς να σε βεβαιώσω; + Τι θέλεις; Απ' επάνω των να βλέπης και να χάσκης; + Να τους ιδής να... + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Θάνατος και Κόλασις! + +ΙΑΓΟΣ + Νομίζω + ότι θα ήναι δύσκολον αυτό να σου το δείξω. + Τι διάβολον! Πώς γίνεται ν' αφήσουν άλλα 'μάτια + τα μυστικά των να ιδούν και τα καμώματά των; + Λοιπόν τι θέλεις; Τι να 'πώ; Πώς να σε καταπείσω; + Είναι αδύνατον αυτό να το ιδής, κι' αν ήσαν + ωσάν τους τράγους βιαστικοί, ζεστοί 'σάν τους πιθήκους, + ή λυσασμένοι κι' άγριοι 'σάν λύκοι, ή κι' αν ήσαν + κτήνη χονδρά, 'σάν άνθρωπον κουτόν αφού μεθύση. + Αν όμως συμπεράσματα και πειστικά σημάδια + που οδηγούν ολόισια 'ς την θύραν της αλήθειας + είν' αρκετά, τότ' ημπορώ αυτά να σου τα δείξω. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Σημάδι της απάτης της, που να φωνάζη, θέλω! + +ΙΑΓΟΣ + Α! τούτο το υπούργημα διόλου δεν μ' αρέσει. + Αλλ' όμως αφού έγεινε κ' έως εδώ εμβήκα, + από ανοησίαν μου κι' από πολλήν φιλίαν, + ας ήναι. — Με τον Κάσιον επλάγιασα εσχάτως· + αλλ' επειδή πονόδοντος φρικτός μ' ετυραννούσε, + ολόνυκτα 'ς το πλάγι του δεν έκλεισα το 'μάτι. + Είν' άνθρωποι που την ψυχήν τόσον ρηχά την έχουν, + πού ό,τι έχουν εις τον νουν, 'ς τον ύπνον το φωνάζουν. + Ο Κάσιος είν' απ' αυτούς. Εκεί πού εκοιμάτο + τον ήκουσα που έλεγε: «Γλυκειά μου Δυσδαιμόνα! + τον έρωτά μας πρόσεχε κανείς να μη τον 'νοιώση.» + Και ύστερα μου ήρπασε και μ' έσφιγγε το χέρι + κ' εφώναζε: Αγάπη μου! — και μ' εθερμοφιλούσε, + 'σάν νάθελ' απ' τα χείλη μου φιλιά να ξερριζώση. + Κ' εκεί μ' εσφικταγκάλιασε κ' εστέναξε, και είπε: + Κατηραμέν' η Μοίρα σου που σ' έδωκε 'ς τον Μαύρον. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ω φρίκη, φρίκη! + +ΙΑΓΟΣ + Πλην αυτό εις τ' όνειρόν του ήτο. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Αλλ' όμως είν' ενθύμησις πραγμάτων περασμένων, + κι' ας ήναι όνειρον. Πολύ, πάρα πολύ σημαίνει. + +ΙΑΓΟΣ + Και ίσως κι' άλλα πράγματα μ' αυτό ξεκκαθαρίσουν, + που τώρα φαίνονται θολά. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Θα την καταξεσχίσω! + +ΙΑΓΟΣ + Μη! Έχε γνώσιν. Τίποτε δεν είδαμεν ακόμη, + και ίσως δεν σου έπταισεν εκείνη. — Δεν μου λέγεις, + είδες ποτέ σου να κρατή 'ς το χέρι της μαντίλι, + που έχει χαμοκέρασα 'ς ταις άκραις κεντημένα; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Της το εχάρισα εγώ. Το πρώτον χάρισμά μου. + +ΙΑΓΟΣ + Αυτό δεν το εγνώριζα· πλην με μαντίλι τέτοιον + (και είμαι βεβαιότατος της γυναικός σου ήτο), + τον Κάσιον τα γένεια του τον είδα να σκουπίζη. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Αν ήν' αυτό!... + +ΙΑΓΟΣ + Αν ήν' αυτό ή άλλο ιδικόν της, + τότ' εναντίον της λαλεί κι' αυτό κοντά εις τ' άλλα. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ω! Διατί χίλιαις ζωαίς ο σκύλος να μην έχη! + Η μία μόνη δεν αρκεί εις την εκδίκησίν μου! + Α! Τώρα την αλήθειαν την βλέπω, Ιάγο!...Ιάγο, + ιδέ με· εις τον άνεμον πετώ τον ερωτά μου. + Επέρασε. — Απ' τα βαθειά του άδου έλα τώρα + μαύρη Εκδίκησις! Και συ Αγάπη, εις το Μίσος + παράδοσε τα στέφανα και το θρονί που είχες + εις την καρδιάν μου. Φούσκωσε και συ βαρύ μου στήθος, + κ' είσαι γεμάτον έχιδναις! + +ΙΑΓΟΣ + Ησύχασε ολίγον. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ω! αίμα! αίμα! αίματα! + +ΙΑΓΟΣ + Ησύχασε ολίγον. + Ίσως αλλάξ' η γνώμη σου. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ποτέ! ποτέ μου, Ιάγο! + Ωσάν του Πόντου το γοργόν και παγωμένον ρεύμα, + οπού αιώνια κυλά 'ς την Προποντίδα κάτω + κ' εις τον Ελλήσποντον, χωρίς να οπισθοδρομήση, + και η 'δική μου η οργή παρόμοια θα τρέξη + χωρίς ποτέ της να σταθή κι' οπίσω να κυττάξη, + χωρίς ποτέ να ξαναϊδή του έρωτος γαλήνην! + Ποτέ, — ως που την δίψαν της βαθειά να την χορτάση + με φοβεράν εκδίκησιν! + + (Γονατίζει). + + Ιδού οπού τ' ομνύω, + κ' οι μαρμαρένιοι Ουρανοί επάνω 'κει ας ήναι + οι μάρτυρες του όρκου μου. + +ΙΑΓΟΣ (γονατίζων). + Μη σηκωθής ακόμη. — + Ω φώτα, σεις που λάμπετε αιώνια επάνω, + και σεις ολόγυρα 'ς την γην αόρατα στοιχεία, + να ήσθε μάρτυρες! Ιδού, εδώ αφιερόνει + ο Ιάγος σώμα και ψυχήν, νουν και καρδιάν και χέρι + εις του Οθέλλου την τιμήν κ' εις την εκδίκησίν του! + Ας διατάξη! πρόθυμος εγώ θα υπακούσω, + ό,τι κι' αν ήν' η προσταγή· και σκοτωμός να ήναι! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Την θέλω την αγάπην σου· και το ευχαριστώ μου + δεν είναι λόγια. Δέχομαι το φιλικόν σου τάγμα, + κι' αμέσως τώρα σου ζητώ να μου το ξεπληρώσης. + Εις τρεις ημέραις απ' εδώ, ν' ακούσω να μου λέγης + ότι ο Κάσιος δεν ζη. + +ΙΑΓΟΣ + Θα γείνη όπως θέλεις· + απέθανε ο φίλος μου· αλλά - ας ζη εκείνη. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Η βρώμα, η αναίσχυντη! Κατάρα να την εύρη! + Έλα μαζή μου. Ήθελα τρόπον ταχύν να εύρω + τον δαίμονα τον εύμορφον αυτόν να τον σκοτώσω. + Έλα· πηγαίνωμεν. Εσύ εις το εξής θα ήσαι + υπασπιστής μου. + +ΙΑΓΟΣ + Εις ζωήν και θάνατον 'δικός σου. + + (Απέρχονται). + + + +ΣΚΗΝΗ Δ' . + + + + Η αυτή σκηνογραφία. + (Εισέρχονται η ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ, η ΑΙΜΙΛΙΑ και ο ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ.) + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Ηξεύρεις του λόγου σου που καταλύει ο υπασπιστής, + ο Κάσιος; + +ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ + Δεν τολμώ να σου ειπώ πού καταλεί, Κυρά μου. (25) + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Και διατί, άνθρωπε; + +ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ + Διότι αυτός είναι αξιωματικός, και αν μάθη, ότι λέγω + πως καταλεί, θ' αρπάξω κατακεφαλιαίς. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Έλα, έλα· πού κατοικεί; + +ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ + Ό,τι σου ειπώ σε γελώ, αφού δεν ηξεύρω πού κατοικεί. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Πήγαινε, κ' ερώτησε να το μάθης. + +ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ + Θα κάμω ερωταποκρίσεις, καθώς τον παππάν εις την + κατήχησιν. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Εύρε τον και ειπέ του να έλθη εδώ. Ειπέ του, ότι ωμίλησα + του ανδρός μου, και ελπίζω όλα να διορθωθούν. + +ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ + Αυτά πού λέγεις τώρα τα χωρεί νους ανθρώπου, και + θα κάμω τα δυνατά μου να σου τα καταφέρω. + + (Εξέρχεται). + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Πού τάχα να το έχασα νομίζεις το μαντίλι; + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Κ' εγώ δεν 'ξεύρω. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Πίστευσε, να χάσω το πουγγί μου + είχα καλλίτερα πολύ, όλον φλωριά γεμάτον + Καλά οπού ο άνδρας μου κακόν 'ς τον νουν δεν βάζει, + ούτε το έχει φυσικόν 'ς την ζήλειαν να ξεπέφτη· + ειδέ θα είχεν αφορμήν να έμβη 'ς υποψίαν. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Τι; δεν ζηλεύει; + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Ποιος; αυτός; Μου φαίνεται ο Ήλιος, + εκεί που εγεννήθηκε, του 'ρούφησ' από μέσα + κάθε χυμόν τέτοιας λογής. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Να· έρχεται. Ιδέ τον. + + (Εισέρχεται ο ΟΘΕΛΛΟΣ). + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Δεν τον αφίνω ήσυχον εάν δεν προσκαλέση + τώρα τον Κάσιον εδώ. — Αυθέντα μου, πώς είσαι; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Καλά, γυναίκα μου. Και συ πώς είσαι, Δυσδαιμόνα; + (Δεν ημπορώ να κρύπτωμαι!) + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Πολύ καλά, Οθέλλε. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Δος μου το χέρι σου εδώ. — Τι απαλόν που είναι. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Δεν είδ' ακόμη γηρατειά και λύπην δεν γνωρίζει. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Αυτό θα 'πή, καλή καρδιά και απλοχεροσύνη. + Ζεστόν ζεστόν, και απαλόν, κ' υγρόν. Το χέρι τούτο + θέλει ταπείνωσιν ψυχής, μετάνοιαν, νηστείαν, + και κάκωσιν του σώματος, και συντριβήν καρδίας· + διότι ένας δαίμονας ιδροπερεχυμένος + είν' εδώ μέσα, και ζητεί να επαναστατήση. + Καλόκαρδον και ανοικτόν το χέρι τούτο είναι. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Τούτο 'μπορείς να το ειπής, διότι την καρδιάν μου + το χέρι σου την έδωκεν αυτό. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Γενναίον χέρι! + Ήτο καιρός που την καρδιάν την έδιδε το χέρι. + Το πράγμα τώρα ήλλαξε· καρδιαίς δεν έχει, χέρια! + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + 'Σ αυτά δεν έχω τι να 'πώ· δεν τα καταλαμβάνω. + Ειπέ μου, τι μου έταξες; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Τι σ' έταξα, πουλί μου; + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Εμήνυσα τον Κάσιον να έλθη να τα 'πήτε. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Μία κακή καταρροή με καταβασανίζει. + Μου δίδεις το μαντίλι σου; + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Ιδού, καλέ μου άνδρα. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Εκείνο που σ' εχάρισα. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Επάνω μου δεν το' χω. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Δεν το 'χεις; + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Όχι, άνδρα μου, αλήθεια δεν το έχω. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Αυτό δεν το 'καμες καλά. Εκείνο το μαντίλι + μια γύφτισσα την μάναν μου το έχει χαρισμένον. + Μάγισσα ήτο, κ' ήξευρε σχεδόν ν' αναγινώσκη + κάθε κρυμμένον λογισμόν και είπε της μητρός μου, + ότι ενόσω το κρατεί, θα ήν' αγαπημένη + και θα' χη τον πατέρα μου εις τα θελήματά της + υποταγμένον κι' αν ποτέ το χάση ή το χαρίση, + αμέσως θα την σιχαθούν τα 'μάτια του πατρός μου. + και νέους έρωτας αλλού εκείνος θα ζητήση. + Κ' εκείνη όταν 'πέθανε μου το 'δωσε και μ' είπε, + όταν θελήσ' η Μοίρα μου γυναίκα ν' αποκτήσω + να το χαρίσω εις αυτήν. Το έδωσα εσένα, + και έχε το πολύτιμον ωσάν τα δυο σου 'μάτια! + Εάν το χάσης, ή αλλού το δώσης, είναι κρίμα + που μεγαλείτερον ποτέ δεν γίνεται! + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Τι λέγεις! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Αλήθεια! Εις το ύφασμα εκείνο έχει μάγια. + Μία Σιβύλλα, που 'ς την γην εμέτρησε τον Ήλιον + διακόσια γυρίσματα να κάμη 'ς την ζωήν της, + εις έξαψιν προφητικήν το έχει κεντημένον. + Από σκουλήκια ιερά εβγήκε το μετάξι, + και η βαφή από καρδιαίς παρθένων μουμιασμέναις.(26) + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Τι λέγεις; Είναι δυνατόν; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Αληθινά σου λέγω· + να το προσέχης το λοιπόν καλά. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Μακάρι τότε + να μη το είχα ιδεί ποτέ! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Και διατί; + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Τι έχεις, + και μου λαλείς τόσον σκληρά κι' απότομα; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Εχάθη; + Ομίλει· τι το έκαμες; τι έγεινε; πού είναι; + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Ελέησόν με ο Θεός! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Τι είπες; + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Δεν εχάθη· + αλλά και αν εχάνετο; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Τι; + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Λέγω δεν εχάθη. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Να μου το δείξης! Φέρε το! + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + 'Μπορώ, πλην όχι τώρα.- + Τα κάμνεις εξεπίτηδες ν' αλλάξης ομιλίαν. + Την θέσιν του 'ς τον Κάσιον ξανάδοσέ την πάλιν. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Να φέρης το μαντίλι σου! — Κάτι κακόν θα γείνη! + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Ω έλα, κι' άλλον 'σάν αυτόν δεν θαύρης. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Το μαντίλι! + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Παρακαλώ, τον Κάσιον ειπέ μου... + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Το μαντίλι! + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Αυτόν που 'ς την αγάπην σου την τύχην του βασίζει, + και τόσον εκινδύνευσε μαζή σου.. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Το μαντίλι! + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Αλήθεια, το παράκαμες. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Να φύγης απ' εμπρός μου! + + (Αναχωρεί βιαίως). + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Αυτός ο άνδρας θα μου 'πής ζηλιάρης πως δεν είναι; + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Αυτό ποτέ άλλην φοράν, ποτέ μου, δεν το είδα! + Πρέπει να είχε μαγικό τω όντι το μαντίλι, + και ήτο δυστυχία μου μεγάλη να το χάσω. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Ούτ' ένας χρόνος ούτε δυο τον άνδρα δεν τον δείχνουν. + Οι άνδρες όλ' είναι κοιλιά, κι' όλαις ημείς τροφή των· + μας τρώγουν όσον που πεινούν· μας διώχνουν αν χορτάσουν. + Ο άνδρας μου κι' ο Κάσιος. (27) + + (Εισέρχονται ο ΙΑΓΟΣ κι' ο ΚΑΣΙΟΣ.) + +ΙΑΓΟΣ + Δεν έχει άλλον τρόπον· + εκείνη μόνον ημπορεί... Ιδού! τι ευτυχία! + Ομίλησέ της· πήγαινε, ειπέ της τα. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Τι κάμνεις; + Τι νέα έχεις, Κάσιε; + +ΚΑΣΙΟΣ + Κυρία μου, και πάλιν + τα ίδια έχω να ειπώ και να παρακαλέσω. + Βοήθησέ με την ζωήν την πρώτην μου να εύρω, + και ν' αποκτήσω από σε την παλαιάν αγάπην + εκείνου, οπού σέβομαι με όλην την ψυχήν μου. + Μ' εσκότωσ' η αναβολή. — Εάν το πταίσιμόν μου + τόσον το έχη τρομερόν και τόσον μέγα, ώστε + ούτ' εκδουλεύσεις παλαιαί, ούτε παρούσα λύπη, + ούτ' ο σκοπός μου 'ς το εξής καλλίτερος να γείνω, + την εύνοιάν του δεν 'μπορούν να την εξαγοράσουν, + ας το γνωρίζω τούτο καν. — Κέρδος κι' αυτό θα ήναι, + διότι την απόφασιν τουλάχιστον θα πάρω, + κ' εις άλλους δρόμους θα ζητώ να μ' ελεήσ' η Τύχη. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Αλλοίμονον ω Κάσιε, καλέ και τρις καλέ μου, + δεν έχει τώρα πέρασιν η μεσολάβησίς μου· + ο κύριός μου σήμερα δεν είναι κύριός μου, + και ούτε θα εγνώριζα πως είν' αυτός ο ίδιος, + αν με την γνώμην του μαζή του ήλλαζε κ' η όψις. + Να μην ιδώ απ' τον Θεόν καλόν, εάν δεν είπα + ό,τι ημπορούσα διά σε, και αν δεν είπα τόσα, + ώστ' εναντίον μου σκληρά εξέσπασ' η οργή του. + Έχε ακόμ' υπομονήν ό,τι ημπορώ θα κάμω· + θα κάμω περισσότερον παρά που θα' τολμούσα + και δι' εμένα. Με αυτό λοιπόν ευχαριστήσου. + +ΙΑΓΟΣ + Ο στρατηγός εθύμωσε; + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Έφυγε μόλις τώρα, + και άνω κάτω έφυγε και καταθυμωμένος. + +ΙΑΓΟΣ + Εθύμωσε! Πώς γίνεται; Τον είδα, το κανόνι + να του σκορπά 'ς τον άνεμον κομμάτια τους στρατούς του, + και μέσ' από τα χέρια του 'σαν Δαίμονας ν' αρπάζη + τον αδελφόν του! Πώς! Αυτός να ήναι θυμωμένος; + Κάτι θα τρέχη σοβαρόν. Να τον ιδώ πηγαίνω. + Κάτι θα ήναι φοβερόν, αν ήναι θυμωμένος. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Ω, πήγαινε, παρακαλώ. + + (Απέρχεται ο ΙΑΓΟΣ.) + + Ναι τίποτε του Κράτους + θα ήναι, — είτε είδησις από την Βενετίαν, + ή θ' ανεκάλυψεν εδώ κρυφήν συνωμοσίαν, + και τούτο θα εθόλωσε τον νουν του. Και καθένας + αν τον βαρύνουν συλλογαίς εις τα μικρά ξεσπάνει· + διότι αν το δάκτυλον ολίγον μας πονέση, + και τ' άλλα μέλη τα γερά αισθάνονται τον πόνον. (28) + Δεν είν' οι άνθρωποι Θεοί, ας μη το λησμονούμεν· + κι' ούτε κανένας απαιτεί τους άνδρας να τους βλέπη + να ήναι πάντα πρόσχαροι, καθώς εις ταις χαραίς των. + Αλήθεια, μάλωμα πολύ μου πρέπει, Αιμιλία· + είχα παράπονον κρυφόν εις την ψυχήν μου μέσα, + (τι στρατιώτης απειθής και άτακτος που είμαι), + ότι μ' εφέρθηκε κακά· αλλά το βλέπω τώρα, + ότι τον ψευδομαρτυρώ αν τον κατηγορήσω. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Μακάρι να τον 'τάραξεν υπόθεσις του Κράτους, + κι' όχ' υποψία του καμμιά ή ζήλεια δι' εσένα. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Αλλοίμονον, τι αφορμήν του έδωσα ποτέ μου; + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Δεν συλλογίζετ' απ' αυτά διόλου ο ζηλιάρης· + δεν του χρειάζετ' αφορμή κ' αιτία να ζηλεύση. + Ζηλεύει μόνον, επειδή το έχει να ζηλεύη. + Να μη το έχη μέσα του! Η ζήλεια είναι τέρας, + οπού γεννάται μοναχόν και μόνον μεγαλόνει. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Ω! του Οθέλλου την ψυχήν από αυτό το τέρας + να την φυλάγη ο Θεός! + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Αμήν, αμήν, Κυρία. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Πηγαίνω μέσα. — Κάσιε, εδώ περίμενέ με· + εάν τον εύρω ήσυχον θα του ξαναμιλήσω, + καθώς μ' επαρεκάλεσες. Θα κάμω δι' εσένα + ό,τι ημπορέσω. + +ΚΑΣΙΟΣ + Ταπεινώς σ' ευχαριστώ, Κυρία. + + (Απέρχονται η ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ και η ΑΙΜΙΛΙΑ ) + (Εισέρχεται η ΒΙΑΓΚΑ.) + +ΒΙΑΓΚΑ + Καλώς σε ηύρα, Κάσιε. + +ΚΑΣΙΟΣ + Συ είσαι; τι γυρεύεις + έξω εδώ; τι γίνεσαι αγαπητή μου Βιάγκα; + Τώρα ηρχόμην να σ' ιδώ, αγάπη μου, — αλήθεια. + +ΒΙΑΓΚΑ + Κ' εγώ ηρχόμην να' σ' ιδώ, εσένα, Κάσιέ μου. + Επτά 'μερόνυκτα σωστά να με ιδής δεν ήλθες! + Μιαν εβδομάδα! Εκατόν εξήντα τόσαις ώραις! + και φαίνονται χίλιαις φοραίς μακρύτεραις αι ώραις, + όταν δεν έχωμεν κοντά εκείνον π' αγαπούμεν· + όχι, δεν έχουν μετρημόν! + +ΚΑΣΙΟΣ + Συμπάθησέ με, Βιάγκα· + είχα μεγάλαις συλλογαίς αυτήν την εβδομάδα. + Αλλά θα εύρω τον καιρόν να σου ταις ξεπληρώσω + ταις ώραις οπού έλειψα. Να ζης, γλυκειά μου Βιάγκα, + αντίγραψε το σχέδιον αυτό. + + (Τη δίδει το χειρόμακτρον της Δυσδαιμόνας.) + +ΒΙΑΓΚΑ + Και πού το ηύρες; + Είν' από χέρι, Κάσιε, από αγάπην νέαν. + Τώρα το βλέπω διατί τόσον καιρόν δεν ήλθες. + Α! μ' εβαρέθηκες; Καλά! + +ΚΑΣΙΟΣ + Έλα, γυναίκα, έλα· + πέταξ' αυτούς τους στοχασμούς 'ς τα δόντια του διαβόλου, + εκεί απ' οπού σ' έρχονται. Θα με ζηλεύσης τώρα, + πως είναι τούτο χάρισμα απ' αγαπητικήν μου; + Όχι, αλήθεια, Βιάγκα μου. + +ΒΙΑΓΚΑ + Λοιπόν, και τίνος είναι; + +ΚΑΣΙΟΣ + Ούτε ηξεύρω να σου' πώ. 'Σ το σπίτι μου το ηύρα· + μου ήρεσε το κέντημα, και πριν μου το ζητήσουν + (καθώς πιστεύω θα συμβή), να τ' αντιγράψω θέλω. + Πάρε λοιπόν και βγάλε το. Και τώρα — άφησέ με. + +ΒΙΑΓΚΑ + Πώς να σ' αφήσω; διατί; + +ΚΑΣΙΟΣ + Διότι περιμένω + τον στρατηγόν, και σύστασις δεν είναι δι' εμένα + γυναικωμένον να μ' ιδή. + +ΒΙΑΓΚΑ + Και διατί, να ζήσης; + +ΚΑΣΙΟΣ + Όχι πως δεν σε αγαπώ. + +ΒΙΑΓΚΑ + Αλλ' ότι δεν με θέλεις. + Έλα μαζή, παρακαλώ· συντρόφευσέ μ' ολίγον, + κ' ειπέ μου αν θα σε ιδώ, πλην ενωρίς, απόψε; + +ΚΑΣΙΟΣ + Πολύ μακράν δεν ημπορώ νάλθω μαζή σου τώρα· + εδώ να μείνω χρεωστώ. Θα σε ιδώ απόψε. + +ΒΙΑΓΚΑ + Αφού δεν γίνεται αλληώς, ας γείνη όπως θέλεις. + + (Εξέρχονται). + + + + +ΠΡΑΞΙΣ ΤΕΤΑΡΤΗ + + + + +ΣΚΗΝΗ Α' . + + + + Έμπροσθεν του φρουρίου. + (Εισέρχονται ο ΟΘΕΛΛΟΣ και ο ΙΑΓΟΣ.) + +ΙΑΓΟΣ + Λοιπόν νομίζεις, στρατηγέ. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Αν το νομίζω, Ιάγο; + +ΙΑΓΟΣ + Τι; ένα μυστικόν φιλί; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Φιλί της ανομίας! + +ΙΑΓΟΣ + Ή με τον φίλον της γυμνή να ήναι 'ς το κρεββάτι + μιαν ώραν ή πλειότερον, χωρίς κακόν 'ς τον νουν των; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Εις το κρεββάτι, και γυμνοί, χωρίς κακόν 'ς τον νουν των; + Είναι ψευτιά! Τον διάβολον μ' αυτά θα τον γελάσουν; + Εκείνοι πώχουν αρετήν και κάμνουν τέτοιον πράγμα, + τους σκανδαλίζει ο Σατανάς την αρετήν που έχουν, + και σκανδαλίζουν τον Θεόν με τα καμώματά των! + +ΙΑΓΟΣ + Εάν δεν κάμουν τίποτε, είναι μικρόν το κρίμα. + αλλ' αν εις την γυναίκα μου ένα μαντίλι δώσω ... + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Αι, τι; + +ΙΑΓΟΣ + Της το εχάρισα, κι' αφού είν' ιδικόν της, + εις όποιον θέλει δύναται κ' εκείνη να το δώση. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Και την τιμήν 'ς το χέρι της την έχει. Να την δώση + κ' εκείνην; + +ΙΑΓΟΣ + Είναι η τιμή αόρατος ουσία· + πολλοί οπού την έχασαν περνούν ότι την έχουν. + Πλην το μαντίλι... + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ω Θεέ! ας το ελησμονούσα! + Μου είπες...(Επανέρχεται εις την ενθύμησίν μου + 'σαν κόρακας που έρχεται εις σπίτι μολυσμένον, + σημάδι της καταστροφής!) (29) Μου είπες, το μαντίλι + το είδες εις τα χέρια του; + +ΙΑΓΟΣ + Το είπα! τι με τούτο; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Είναι κακόν! + +ΙΑΓΟΣ + Κι' αν έλεγα πως είδα να σου κάμη + το άδικον; Κι' αν έλεγα πως ήκουσα να λέγη... + Υπάρχουν και παληάνθρωποι, που αν το καταφέρουν, + (ή με κυνήγημα πολύ, ή και ξελόγιασμά της), + και απατήσουν και χαρούν την αγαπητικήν των, + το θεωρούν 'σαν τίποτε να φλυαρούν κατόπιν. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Σου είπε τίποτε αυτός; + +ΙΑΓΟΣ + Και βέβαια μου είπε· + αλ' όμως θα σου ορκισθή, ότι δεν είπε λέξιν. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Τι είπε; + +ΙΑΓΟΣ + Ότι έκαμε... Τι έκαμε δεν 'ξεύρω. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Τι; τι; + +ΙΑΓΟΣ + Ότι εχάρηκε... + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Εκείνην; Αι; + +ΙΑΓΟΣ + Εκείνην, — + μ' εκείνην, — όπως αγαπάς. + + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Εχάρηκε μ' εκείνην! Εχάρηκεν εκείνην! Εχάρηκε + μ' εκείνην, θα ειπή εδιασκέδασε. Την εχάρηκε. Φρίκη! + Το μαντίλι! Να το ομολογήση! Το μαντίλι!... Να τον + κάμω να το ομολογήση και κρέμασμα! Πρώτα κρέμασμα + και έπειτα ας το ομολογήση! Ανατριχιάζω να το + συλλογίζωμαι! Δεν είναι φυσικόν να βλέπη κανείς εις τ' + όνειρόν του την σκιάν, χωρίς να υπάρχη το πράγμα. + Δεν είναι λόγια οπού με κάμνουν άνω κάτω... Πιστ!... + Μύταις, αυτιά, και χείλη!... Πώς γίνεται; Το μαντίλι!.. + Να το ομολογήση!... Το μαντίλι!... Ω διάβολε! + + (Πίπτει καταγής λειποθυμισμένος.) + +ΙΑΓΟΣ + Φαρμάκι, δούλευε! Ιδού, πώς οι κουτοί γελιούνται. + Ιδού ο τρόπος να χαθή μιας γυναικός τιμίας + και όνομα κ' υπόληψις, χωρίς αυτή να πταίη. — + Δεν με ακούεις, στρατηγέ; Ω στρατηγέ! Οθέλλε! + + (Εισέρχεται ο ΚΑΣΙΟΣ.) + +ΙΑΓΟΣ + Αι, Κάσιε! + +ΚΑΣΙΟΣ + Τι έπαθε; + +ΙΑΓΟΣ + Επιληψίαν έχει. + Είναι δευτέρα προσβολή· και χθες του ήλθεν άλλη. + +ΚΑΣΙΟΣ + Δεν τρίβεις τα μηλίγγια του; + +ΙΑΓΟΣ + Μη τον ταράξης. Όχι. + Καλλίτερα το βύθος του τον δρόμον του να κάμη. + Αν ταραχθή, το στόμα του αφρίζει, και κατόπιν + μία μανία φοβερά του έρχεται... Σαλεύει. + Απομακρύνσου μιαν στιγμήν. Αμέσως θα συνέλθη. + Και όταν φύγη απ' εδώ να σου μιλήσω έχω + κάτι πολύ σημαντικόν. + + (Αποσύρεται ο ΚΑΣΙΟΣ.) + + Πώς είσαι, στρατηγέ μου; + Εκτύπησες την κεφαλήν; πονεί; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Με περιπαίζεις; + +ΙΑΓΟΣ + Να περιπαίξω; ποιος; εγώ; Μα την ζωήν μου, όχι! + Να υποφέρης σ' ήθελα την τύχην σου 'σαν άνδρας. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ο άνδρας πώχει κέρατα ζώον και τέρας είναι. + +ΙΑΓΟΣ + Γεμάτη τέρατα λοιπόν η κάθε χώρα είναι, + γεμάτη ζώα λογικά. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Το εξωμολογήθη; + +ΙΑΓΟΣ + Σε θέλω άνδρα, στρατηγέ. Δεν συλλογείσαι, ότι + όποιος γενάτος εμπλεχθή εις τον ζυγόν του γάμου, + 'μπορεί σκυμμένος να τράβα ζευγαρωτά μ' εσένα; + Πόσαις χιλιάδες άνθρωποι πλαγιάζουν κάθε βράδυ + εις μολυσμένα στρώματα, και τα θαρρούν 'δικά των! + Πάλιν καλλίτερα εσύ! — Είναι διαβόλου πλάνη, + περίγελως του Σατανά, να σφίγγης μίαν βρώμαν + εις αγκαλιάν συζυγικήν, κι' αγνήν να την νομίζης! + Όχι· ας 'ξεύρω κάθε τι. Κι' αν 'ξεύρω τι μου κάμνει, + τότε κ' εγώ θα' ξεύρω καν τι πρέπει κ' εις εκείνην. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Εσύ 'σαι άνδρας γνωστικός, αληθινά. + +ΙΑΓΟΣ + Αν θέλης + κρύψου εδώ· πλην κύτταξε υπομονήν να έχης. + Ενώ εσύ εκείτεσο 'ς την λύπην βυθισμένος, + (πραγμ' άτοπον κι' αταίριαστον εις άνδρα 'σάν εσένα,) + ήλθεν ο Κάσιος εδώ. Τον έδιωξα αμέσως, + με τρόπον του εξήγησα το λιγοθύμισμά σου, + και τον επαρακάλεσα να επιστρέψη πάλιν + να του λαλήσω. Μ' έταξε, ότι θα έλθη. Κρύψου, + και βλέπε τον 'ς το πρόσωπον, τι μορφασμούς θα κάμη, + τι νεύματα, τι σχήματα. Διότι θα τον βάλω + να ξαναπή απ' την αρχήν την ιστορίαν όλην, + το πώς, και πού, πόσαις φοραίς, και πότε, κι' από πότε + με την γυναίκα σου μαζή τα 'ταίριαξε, και πότε + θα ξαναρχίση. Κύτταζε το κάθε κίνημά του. + Αλλά, να ζης, υπομονή! Αλλέως θα με κάμης + να λέγω πως τα έχασες κι' ότι δεν είσαι άνδρας. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Άκουσε, Ιάγο· θα μ' ιδής· υπομονή δεν λείπει, + πλην κ' αιμοβόρον θα μ' ιδής. Ακούεις; + +ΙΑΓΟΣ + Δεν πειράζει· + πλην 'ς τον καιρόν του κάθε τι. Αν αγαπάς τραβήξου. + + (Αποσύρεται ο ΟΘΕΛΛΟΣ και κρύπτεται) + +ΙΑΓΟΣ + Θα φέρω εις τον Κάσιον την ομιλίαν τώρα + της Βιάγκας. Η κυρά αυτή πουλεί την ευμορφιάν της + και αγοράζει το ψωμί και τα φορέματά της. + Αλλά διά τον Κάσιον τρελλαίνετ' η αθλία, + καθώς αυτών των γυναικών το 'χει συχνά η Μοίρα· + πολλοί τα χάνουν δι' αυταίς, κι' αυταίς δι' ένα μόνον. + Κι' ο Κάσιος κάθε φοράν π' ακούση τ' όνομά της + δεν ημπορεί να κρατηθή από τα γέλοια. — Νάτος + + (Εισέρχεται ο ΚΑΣΙΟΣ.) + + Το κάθε του χαμόγελον τον Μαύρον θα τρελλαίνη, + κ' η τυφλωμένη ζήλεια του στραβά θα εκλαμβάνη + κάθε του νεύμα ή ματιάν. — Υπασπιστά πώς είσαι; + +ΚΑΣΙΟΣ + Καλά να ήμαι ημπορώ ενώ μ' αυτόν τον τίτλον + με χαιρετάς; Μ' εσκότωσε η στέρησίς του, Ιάγο. + +ΙΑΓΟΣ + Τον έχεις, αν με το καλόν την Δυσδαιμόνας πιάσης. + + (Χαμηλή τη φωνή.) + + Αν ήτο εις της Βιάγκας σου το χέρι να τον λάβης, + τελειωμένην την δουλειάν την είχες. + +ΚΑΣΙΟΣ (γελών). + Η καϋμένη! + +ΟΘΕΛΛΟΣ (καθ' εαυτόν). + Ήρχισε κι' όλα να γελά. + +ΙΑΓΟΣ + Δεν μ' έτυχε ποτέ μου + γυναίκα τόσον ν' αγαπά, όσον αυτή εσένα. + +ΚΑΣΙΟΣ + Η κατεργάρα! Μ' αγαπά τω όντι· το πιστεύω. + +ΟΘΕΛΛΟΣ (καθ' εαυτόν). + Δεν το αρνείται, και γελά. + +ΙΑΓΟΣ + Ακούεις, Κάσιέ μου. + + (Συνομιλεί μετ' αυτού κρυφίως). + +ΟΘΕΛΛΟΣ (καθ' εαυτόν). + Του λέγει τώρα να τα 'πή. Εμπρός, εμπρός! Ωραία! + +ΙΑΓΟΣ + Κηρύττει και διαλαλεί πως θα στεφανωθήτε. + Σκοπόν το έχεις; + +ΚΑΣΙΟΣ (γελών). + Χα! χα! χα! + +ΟΘΕΛΛΟΣ (καθ' εαυτόν). + Σ' αρέσει; Αι; σ' αρέσει! + +ΚΑΣΙΟΣ + Να την στεφανωθώ! Μίαν νυκτογυρίστραν! Μη μ' έχης + δα, ότι τα έχω χαμένα όλως διόλου. Χα, χα, χα! + +ΟΘΕΛΛΟΣ (καθ' εαυτόν.) + Ω βέβαια! ω βέβαια! Γελά όποιος κερδίζει. + +ΙΑΓΟΣ + Αλήθεια σου λέγω· εβγήκε λόγος, ότι την στεφανόνεσαι. + +ΚΑΣΙΟΣ + Ομίλει με τα σωστά σου, παρακαλώ. + +ΙΑΓΟΣ + Να μην ήμαι άνθρωπος, αν δεν το ήκουσα. + +ΟΘΕΛΛΟΣ (καθ' εαυτόν). + Κ' εμένα μ' εξεβγάλετε; Καλά! + +ΚΑΣΙΟΣ + Η μαϊμού τα έβγαλεν αυτά! Η αγάπη της την + επλάνεσε και θαρρεί, ότι θα την πάρω γυναίκα μου· όχι + βέβαια ιδική μου υπόσχεσις. + +ΟΘΕΛΛΟΣ (καθ' εαυτόν.) + Ο Ιάγος νεύμα μ' έκαμε· Θ' αρχίση να τα λέγη. + +ΚΑΣΙΟΣ + Τώρα ήτον εδώ. Όπου ευρεθώ, νά σου την κατόπιν + μου! Προχθές ήμουν εις την ακρογιαλιάν με μερικούς + Βενετούς, και έξαφνα παρουσιάζεται η λωλή και χύνεται + επάνω μου... + +ΟΘΕΛΛΟΣ (καθ' εαυτόν.) + Και κράζει: ω αγάπη μου! αυτό λέγει η έκφρασίς του. + +ΚΑΣΙΟΣ + Και μ' αγκαλιάζει, σειστή και κουνιστή, και αρχίζει τα + κλαύματα, και με τραβά και με σκουντά ... Χα, χα, χα! + +ΟΘΕΛΛΟΣ (καθ' εαυτόν.) + Τώρα λέγει, πώς τον έσυρε εις το κρεββάτι μου. Ά! + την μύτην σου την βλέπω, αλλά πού είναι ο σκύλος εις + τον οποίον θα την πετάξω; + +ΚΑΣΙΟΣ + Μα την αλήθειαν, πρέπει πλέον να την παραιτήσω. + +ΙΑΓΟΣ + Κύτταξ' εμπρός μου. Να την κ' έρχεται. + + (Εισέρχεται η ΒΙΑΓΚΑ). + +ΚΑΣΙΟΣ + Τέτοια Αλωπού μοσχομυρωδάτη!... Τι θέλεις και με + κυνηγάς; + +ΒΙΑΓΚΑ + Να σε κυνηγήση ο Διάβολος και η μάνα του! Τι + μαντίλι ήτον εκείνο που μου έδωσες; Ανόητη εγώ να το + πάρω! Να σου αντιγράψω το σχέδιον! Ποίον τα πουλείς, + ότι το ηύρες εις το σπίτι σου, και ότι δεν ηξεύρεις ποίος + το άφησεν εκεί; Σου το εχάρισε καμμία βρώμα, και μου + το δίδεις εμένα να σου το αντιγράψω! Να, δος το εις την + φιληνάδα σου. Όπου κι' αν το ηύρες, σχέδιον εγώ δεν + σου βγάζω! + +ΚΑΣΙΟΣ + Τι είν' αυτά Βιάγκα μου γλυκειά; Τι είν' αυτά; Τι + είν' αυτά; + +ΟΘΕΛΛΟΣ (καθ' εαυτόν.) + Μα τον Θεόν! Το μαντίλι μου είναι τούτο. + +ΒΙΑΓΚΑ + Αν σου αρέση να δειπνήσης απόψε μαζή μου, κόπιασε. + Αν δεν σου αρέση, έλα όταν αγαπάς. + + (Αναχωρεί). + +ΙΑΓΟΣ + Το κατόπιν της! Το κατόπιν της! + +ΚΑΣΙΟΣ + Δεν ημπορώ να κάμω διαφορετικά. Ειδέ, δεν το έχει + τίποτε να βάλη ταις φωναίς μέσα εις τους δρόμους. + +ΙΑΓΟΣ + Θα δειπνήσης μαζή της; + +ΚΑΣΙΟΣ + Το έχω σκοπόν. + +ΙΑΓΟΣ + Καλά. Ίσως έλθω κ' εγώ να σ' εύρω εκεί· διότι έχω + να σου 'μιλήσω. + +ΚΑΣΙΟΣ + Έλα σε παρακαλώ. Έρχεσαι; + +ΙΑΓΟΣ + Πήγαινε, πήγαινε. Καλά! + + (Αναχωρεί ο ΚΑΣΙΟΣ.) + +ΟΘΕΛΛΟΣ (προχωρών επί της σκηνής.) + Πώς να τον σκοτώσω, Ιάγο; + +ΙΑΓΟΣ + Τον είδες πώς έπαιρνε εις το αστείον την + αισχρότητά του; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ω! Ιάγο! + +ΙΑΓΟΣ + Και το μαντίλι το είδες; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Το ιδικόν μου ήτο; + +ΙΑΓΟΣ + Το ιδικόν σου, μα το χέρι τούτο! Και ιδέ πώς την + έχει την ανόητην την γυναίκα σου. Του χαρίζει το μαντίλι + της, και αυτός το δίδει εις την λεγάμενήν του. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ήθελα να τον έχω εννέα χρόνους να τον σκοτόνω. — + Τέτοια εύμορφη γυναίκα, τέτοια νόστιμη, τέτοια + γλυκειά γυναίκα! + +ΙΑΓΟΣ + Αυτά να τα λησμονήσης τώρα. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ναι! Να σαπίση και να χαθή και να κολασθή — απόψε! + Δεν έχει ζωήν! Όχι! Η καρδιά μου έγεινε πέτρα· την + κτυπώ και μου πονεί το χέρι. — Ω! Δεν έχει ο κόσμος + πλάσμα γλυκύτερον. Της ήξιζε να κάθηται εις ενός + βασιλέως πλευρόν και να προστάζη! + +ΙΑΓΟΣ + Αυτά δεν είναι λόγια δι' εσένα. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Να χαθή! Λέγω μόνον το τι είναι. Τόσον επιτήδεια + εις το κέντημα! Και πώς ετραγωδούσε! Ω! Και αρκούδαις + ημέρονε το τραγούδημά της. Και τόσον ξυπνητή + και προκομμένη! + +ΙΑΓΟΣ + Τόσον χειρότερα, λοιπόν, δι' εκείνην. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ω, χίλιαις, χίλιαις φοραίς χειρότερα! Και τόσον + γλυκειά συμπεριφορά. + +ΙΑΓΟΣ + Γλυκειά με το παρεπάνω. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Έχεις δίκαιον. Και όμως τι κρίμα, Ιάγο! Ω Ιάγο, + τι κρίμα! + +ΙΑΓΟΣ + Αν σου αρέση η ανομία της, δος της την άδειαν να + εξακολουθήση. Αφού εσένα δεν σε πειράζει, ποίος έχει + να παραπονεθή; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Θα την κάμω κομμάτια! Να με κερατώση εμένα! + +ΙΑΓΟΣ + Εντροπή της! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Και με ποίον; με τον αξιωματικόν μου! + +ΙΑΓΟΣ + Ακόμη μεγαλειτέρα εντροπή της! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Εύρε μου φαρμάκι, Ιάγο, — απόψε ...Δεν θ' αλλάξω + λόγια μαζή της, μήπως μου γυρίση και πάλιν την γνώμην + το κορμί της και η ευμορφιά της... Απόψε, Ιάγο. + +ΙΑΓΟΣ + Μη με φαρμάκι. Πνίξε την εις το κρεββάτι της· το + κρεββάτι το οποίον σου εμόλυνε. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Καλά, καλά! Μου έρχεται αυτή η δικαιοσύνη. Πολύ + καλά! + +ΙΑΓΟΣ + Διά τον Κάσιον, εγώ επάνω μου τον παίρνω. + Κοντά εις τα μεσάνυκτα έχεις ν' ακούσης κι' άλλα. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Εξαίρετα! πολύ καλά! + + (Σάλπιγγες έξωθεν). + + Τι σάλπιγγες σημαίνουν; + +ΙΑΓΟΣ + Της Βενετίας τίποτε...Ο Λοδοβίκος είναι· + του Δόγη φέρνει μήνυμα· μαζή κ' η + Δυσδαιμόνα. + + (Εισέρχονται ο ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ, η ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ και συνοδεία). + +ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ + Καλώς σε ηύρα, στρατηγέ γενναίε. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Καλώς ήλθες. + +ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ + Ο Δόγης και οι άρχοντες χαιρετισμούς σου στέλλουν. + + (Τω εγχειρίζει φάκελλον) + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Τον υψηλόν των ορισμόν ασπάζομαι με σέβας. + + (Ανοίγει τον φάκελλον και αναγινώσκει). + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Τι νέα; Λέγ' εξάδελφε, καλέ μου Λοδοβίκε. + +ΙΑΓΟΣ + Αυθέντα μου σε χαιρετώ. Μετά χαράς σε βλέπω· + 'ς την Κύπρον καλώς ώρισες. + +ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ + Ευχαριστώ σε, Ιάγο, + Τι κάμνει ο υπασπιστής, ο Κάσιος; + +ΙΑΓΟΣ + Υπάρχει. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Εξάδελφέ μου, μεταξύ αυτού και του ανδρός μου + Έγεινε χάλασμα κακόν. Εσύ θα τους το 'σιάσης. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Είσαι βεβαία δι' αυτό; + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Αυθέντα μου; + +ΟΘΕΛΛΟΣ (αναγινώσκων). + «Και πρέπει + να πράξης ό,τι γράφομεν αφεύκτως, εάν θέλης»... + +ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ + Εσένα δεν ωμίλησε. Τα γράμματα διαβάζει. + Ο Κάσιος κι' ο άνδρας σου τα έχουν χαλασμένα; + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Ναι, δυστυχώς. Και ήθελα παραπολύ, — διότι + τον Κάσιον τον αγαπώ, — να τους συμφιλιώσω. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Φωτιά και λαύρα! + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Άνδρα μου; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + 'Σ τα λογικά σου είσαι; + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ, (προς τον Λοδοβίκον). + Εθύμωσε; + +ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ + Τα γράμματα φοβούμαι τον συγχύζουν, + διότι φέρνουν προσταγήν οπίσω να γυρίση, + και εις την θέσιν του εδώ τον Κάσιον ν' αφήση. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Ω! πίστευσε, το χαίρομαι... + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Αληθινά; + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Αυθέντα: + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Χαίρομαι που 'σαι παλαβή! + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Οθέλλε μου, τί έχεις; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ω Σατανά! + + (Την ραπίζει) + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Δεν τ' άξιζα! + +ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ + Ω! Δεν θα το πιστεύσουν + 'ς την Βενετίαν, κι' αν ειπώ με όρκους πως το είδα! + Ήτο πολύ. Συγχώρησιν να της ζητήσης. Κλαίει. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Τα δάκρυα σου, Σατανά, 'ς την γην εάν φυτρόνουν, + κάθε που πέφτει σταλαγμός, κροκόδειλος γεννάται! + Να μη σε ιδούν τα μάτια μου! + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Αν σε πειράζω φεύγω. + + (Αποσύρεται). + +ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ + Αληθινά υπήκοη γυναίκα! Στρατηγέ μου, + παρακαλώ σε, κάμε με την χάριν να την κράξης. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Εδώ, κυρά. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ (επιστρέφουσα.) + Αυθέντα μου. + +ΟΘΕΛΛΟΣ (προς τον Λοδοβίκον.) + Τι θέλεις να την κάμης; + +ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ + Ποίος; εγώ; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Εζήτησες οπίσω να γυρίση. + Ω! να γυρίση δύναται, και πάλιν να γυρίση, + και να πηγαίνη 'ς τα εμπρός, και να ξαναγυρίση. + Ω! και να κλαίη δύναται, να κλαίη· κι' όπως είπες + είναι υπήκοη πολύ, υπήκοη γυναίκα! + Πολύ υπήκοη! — Εμπρός· το κλαύσιμον μη παύης. — + Ως προς αυτό... — Καμόνεται καλά την λυπημένην! — + Οι άρχοντες με προσκαλούν 'ς την Βενετίαν. — Φύγε· + Όταν σε θέλω σε μηνώ. — 'Σ τους ορισμούς των κλίνω, + και όσον το ταχύτερον αναχωρώ. — Κρημνίσου! + + (Αναχωρεί η ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ.) + + Ο Κάσιος την θέσιν μου θα λάβη. Πλην απόψε + παρακαλώ, αν αγαπάς, μαζή μου να δειπνήσης. + 'Σ την Κύπρον καλώς ώρισες. — Ω! πίθηκοι και τράγοι! (30) + + (Εξέρχεται) + + +ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ + Αυτός ο άνθρωπος εδώ είν' ο γενναίος Μαύρος, + που καύχημα και στήριγμα τον έχ' η Βενετία; + Αυτή εδώ είν' η ψυχή που δεν καταπονείται; + Αυτό είναι τ' αδάμαστον το στήθος, το οποίον + ούτε κλονίζει συμφορά ούτε πληγόνει τύχη; + +ΙΑΓΟΣ + Δεν είν' ο ίδιος άνθρωπος. + +ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ + Αλλ' είναι 'ς τα σωστά του; + Μη του εσάλευσε ο νους; + +ΙΑΓΟΣ + Είναι αυτός που είναι. + Φωνήν δεν έχω να ειπώ το τι φρονώ. Μακάρι + να ήτον όπως έπρεπε... αν δεν ήν' όπως πρέπει. + +ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ + Να δείρη την γυναίκα του! + +ΙΑΓΟΣ + Μα την αλήθειαν, τούτο + δεν ήτο κάμωμα σωστόν. Και όμως ας 'μπορούσα + να σου ειπώ, πως απ' αυτό χειρότερα δεν έχει. + +ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ + Του έγεινε συνήθεια; Ή μήπως εξ αιτίας + του γράμματος που έλαβε του ήναψε το αίμα; + +ΙΑΓΟΣ + Αλλοίμονον, αλλοίμονον! 'Σ εμένα δεν αρμόζει + και ούτε πρέπει να ειπώ τι είδα και τι 'ξεύρω. + Θα τον ιδής, και περιττά τα λόγια τα 'δικά μου. + Τα ίδια του καμώματα θα σου τον μαρτυρήσουν· + Φθάνει να δώσης προσοχήν και θα ιδής τι κάμνει. + +ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ + Πολύ λυπούμαι εις αυτόν να έβγω γελασμένος. + + (Απέρχονται). + + + +ΣΚΗΝΗ Β' . + + + + Θάλαμος εν τω φρουρίω + (Εισέρχονται ο ΟΘΕΛΛΟΣ και η ΑΙΜΙΛΙΑ.) + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Λοιπόν δεν είδες τίποτε; + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Ούτ' ήκουσα, ούτ' είδα, + ούτ' υπωπτεύθηκα ποτέ. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ναι, πλην μαζή τους είδες, + εκείνην και τον Κάσιον. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Αλλά κακόν δεν είδα, + κ' ήκουσα κάθε συλλαβήν και κάθ' αναπνοήν των. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Κρυφά δεν εψιθύρισαν ποτέ; + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Ποτέ, αυθέντα. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Και δεν σε έστειλαν ποτέ να μακρυνθής; + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Ποτέ των! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Να φέρης τα χειρόφτια της, ή φυσερόν, ή άλλο; + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Ποτέ, ποτέ! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Παράδοξον! + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Αυθέντα, βεβαιώσου + είν' η γυναίκα σου πιστή. Την παίρνω 'ς την ψυχήν μου. + Αν άλλο υποπτεύεσαι, από τον νουν σου βγάλ' το + και άδικα κολάζεσαι. Αν το 'βαλε 'ς τον νουν σου + κανένας άνθρωπος κακός, κατάρα να τον εύρη! + Ναι, η κατάρα πώδωσε ο Πλάστης εις τον όφιν! + Αν τιμημένη και σεμνή δεν ήν' αυτή, ποιος άνδρας + θα λογισθή καλότυχος; Και ποιαν σεμνήν γυναίκα + δεν θα λερώση διαβολή; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + 'Πέ της εδώ να έλθη. + Πήγαινε. + + (Εξέρχεται η ΑΙΜΙΛΙΑ). + + Είπεν αρκετά. Αλλ' όμως ποια μαυλίστρα + τα ίδια δεν θα έλεγε; Εξεύρει την δουλειάν της + η πόρνη, — τα αισχρά κρυφά να κλειδομανταλόνη. + Και κάμνει ταις μετάνοιαίς της, και κάμνει τον σταυρόν της! + Την είδα να καμόνεται! + + (Επιστρέφει η ΑΙΜΙΛΙΑ μετά της ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑΣ). + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Αυθέντα μου, τι θέλεις; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Έλα, πουλάκι μου, εδώ. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Τι είν' ο ορισμός σου; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Θέλω τα 'μάτια σου να ιδώ. 'Σ το πρόσωπον ιδέ με. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Τι φαντασία σου φρικτή; + +ΟΘΕΛΛΟΣ (προς την Αιμιλίαν.) + Να 'πας εις την δουλειάν σου, + εσύ κυρά, και άφινε μονάχα τα ζευγάρια. + Κλείσε την θύραν. — Κράξε χμ, ή βήξε όποιος έλθη. + Την τέχνην σου! την τέχνην σου! Με ήκουσες; Να φεύγης! + + (Εξέρχεται η ΑΙΜΙΛΙΑ.) + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + 'Σ τα γόνατά μου σου ζητώ να μου ειπής τι έχεις; + Μίαν μανίαν εννοώ 'ς τα λόγια οπού λέγεις, + αλλ' όμως δεν τα εννοώ τα λόγια. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Δεν μου λέγεις + ποια είσαι συ; + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΟΑ + Αυθέντα μου, η σύζυγός σου είμαι· + η σύζυγός σου η πιστή και αφοσιωμένη. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Έλα, ορκίσου το λοιπόν ορκίσου και κολάσου, + μη γελασθούν οι δαίμονες, που 'μοιάζεις τους αγγέλους, + και να σ' αρπάξουν φοβηθούν 'ς την Κόλασιν. Ορκίσου, + διά να διπλοκολασθής, πως είσαι τιμημένη. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Ω! το ηξεύρει ο Θεός! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ναι, ο Θεός το 'ξεύρει, + πως είσαι 'σαν την Κόλασιν και άπιστη και ψεύτρα. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Με ποιόν είμ' άπιστη; με ποιον; Πώς; Άπιστη πώς είμαι; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Αχ, Δυσδαιμόνα, άφες με' φύγ' απ' εμένα· φύγε! + + (Κλαίει.) + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Αλλοίμονον! Ώρα κακή που είν' αυτή! Τι κλαίεις; + Μην είμ' εγώ η αφορμή διά τα δάκρυά σου; + Αν τύχη κ' υποπτεύεσαι πως την ανάκλησίν σου + την έκαμ' ο πατέρας μου, εγώ 'ς αυτό τι πταίω; + Εσύ αν δεν τον αγαπάς, δεν θέλω να τον 'ξεύρω. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Αν την ψυχήν μου ήθελε να μου την δοκιμάση + ο Ουρανός με βάσανα, αν ήθελε να βρέξη + εις την γυμνήν μου κεφαλήν καθ' εντροπήν και πίκραν, + να με βυθίση αν ήθελε 'ς την πτώχειαν ως τα χείλη, + κ' εμέ και τας ελπίδας μου εις την σκλαβιάν να θάψη, + κάπου, 'ς τα βάθη της ψυχής, θα είχα πού να εύρω + σταλαγματιάν υπομονής. Αλλά να καταντήσω + τώρα εγώ, (ω συμφορά!) το σταθερόν σημάδι, + οπού η καταφρόνησις το χέρι θα σηκόνη + να δείχνη, με το δάχτυλον το αργοκινημένον!... + Πλην το υπέφερα κι' αυτό! Ας ήναι, — ναι, ας ήναι! + Αλλά, εκεί που έβαλα να τρέφετ' η καρδιά μου, + έχει απ' όπου προσδοκώ να ζω ή ν' αποθάνω, + την βρύσιν όθεν χύνεται το ρεύμα της ζωής μου, + ή που στειρεύει, — απ' εκεί να με αποτινάξουν! + Ή στέρναν να την έχω 'γώ διά βρωμοβατράχους + να ζευγαρόνωνται εκεί και να γεννοβολούνται!... + Ω! Άλλαξε την όψιν σου, υπομονή, και γίνου + από αφράτον Χερουβήμ με δροσερά χειλάκια, + γίνου αγριοπρόσωπη και μαύρη 'σάν τον Άδην! + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Ελπίζω ο αυθέντης μου διά τιμίαν μ' έχει + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ω, ναι· 'σάν μυίγαν μακελειού 'ς το καλοκαίρι μέσα, + που μόνον με το φύσημα γγαστρόνεται... Ω άνθος, + χαριτωμένον κ' εύμορφον και γλυκομυρωδάτον, + τόσον που αν σε μυρισθή κανείς 'λιγοψυχίζει, + ω! να μην είχες γεννηθή ποτέ, ποτέ! + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Η μαύρη, + τι κρίμα είναι πώκαμα, χωρίς να το γνωρίζω; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + 'Σ αυτό το κάτασπρον χαρτί, το εύμορφον βιβλίον + πώς έγεινε νάχη κανείς να γράψη μέσα: «πόρνη»! + Τι κρίμα, λέγει, έκαμε! Τι κρίμα! — Δημοσία! + Θα μ' άναπταν τα μάγουλα 'σάν φλογερά καμίνια + να καύσουν κάθε εντροπήν και να την κάμουν στάκτην, + αν είχα στόμα να ειπώ τι έκαμες! Τι κρίμα; + Κρίμα, που τα ρουθούνια του ο Ουρανός τα φράζει, + και η Σελήνη κρύπτεται, κι' ο ασελγής Αέρας + που ό,τι απαντά φιλεί, εχώθη εντροπιασμένος + μέσα 'ς τα τάρταρα της γης, μη τύχη και τ' ακούση! + Τι κρίμα, λέγει, έκαμε! Ξεντροπιασμένη πόρνη! + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Μα τον Θεόν με αδικείς! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Τι; μη δεν ήσαι πόρνη; + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Ω! Να μην ήμαι χριστιανή αν ήμαι τέτοιον πράγμα! + Εάν διά τον άνδρα μου αυτό εδώ το σκεύος + να το κρατώ αμόλυντον κι' ανέγγικτον, — αν τούτο + πόρνη δεν λέγεται, κ' εγώ δεν είμαι τέτοια! Όχι! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Δεν είσαι πόρνη; + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Όχι, ή — να μη σωθή η ψυχή μου! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Συμπάθησέ με το λοιπόν σ' επήρα δι' εκείνην + την βρώμαν την παμπόνηρην από την Βενετίαν, + που του Οθέλλου έγεινε γυναίκα. + + (Προς την ΑΙΜΙΛΙΑΝ εισερχομένην.) + + Συ κυρία, + που κάμνεις την αντίθετην δουλειάν τ' Αγίου Πέτρου, + και που φυλάγεις τα κλειδιά του Άδου, — 'σένα λέγω· + ιδού διά τον κόπον σου· 'τελείωσ' η δουλειά μας· + γύρισε τώρα το κλειδί και... λέξιν να μη' βγάλης! + + (Εξέρχεται.) + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Αλλοίμονον, τι είν' αυτά; τι έχει μέσ' τον νουν του;- + Τι έπαθες Κυρία μου! Τι έπαθες Κυρία! + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Μισοκοιμούμαι· τίποτε. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Κυρία μου, τι έχει + ο κύριός μου; + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Ποιος σου; + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Ο κύριός μου λέγω, + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Και ποιον έχεις κύριον; + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Ποιον; τον ιδικόν σου, + γλυκειά κυρία μου. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Εγώ δεν έχω ιδικόν μου. + Μη, Αιμιλία, μου λαλείς. Δεν ημπορώ να κλαύσω, + και όμως άλλην δεν 'μπορώ απόκρισιν να δώσω, + παρά με μόνον δάκρυα. — Παρακαλώ, απόψε + τα νυμφικά σεντόνια μου να στρώσης. Μη ξεχάσης. + Και κράξε μου τον άνδρα σου. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Να αλλαγή, αλήθεια! + + (Εξέρχεται) + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Μ' αυτόν τον τρόπον να φερθή τ' αξίζω· ναι, τ' αξίζω. + Ω! πώς εστραβοπάτησα και έδωσα αιτίαν + να του περάση απ' τον νουν πως ημπορώ να πταίω; + + (Επανέρχεται η ΑΙΜΙΛΙΑ μετά τον ΙΑΓΟΝ.) + +ΙΑΓΟΣ + Τι αγαπάς, Κυρία μου; Τι έχεις; + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Δεν ηξεύρω. Όταν κανείς μωρόν παιδί να δασκαλεύση έχει, + με εύκολα μαθήματα, με το καλόν αρχίζει. + Κ' εμένα ας μ' εμάλονε με το καλόν διότι + είμαι 'ς το μάλωμα παιδί. + +ΙΑΓΟΣ + Τι έτρεξε, Κυρία; + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Καλέ, την εξεντρόπιασε, την είπε πόρνην, Ιάγο! (31) + Τόσαις της έρριξε 'βρυσιαίς και τόσα χονδρά λόγια, + που μια ευαίσθητη ψυχή ποτέ δεν υποφέρει. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Μ' αξίζει, Ιάγο, τ' όνομα; + +ΙΑΓΟΣ + Τι όνομα, Κυρία; + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Αυτό, που η γυναίκα σου σού λέγει πως με είπε + ο άνδρας μου; + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Να την ειπή μιαν πόρνην! Τέτοιον λόγον + δεν θα 'λεγε ς' το ταίρι του ζητιάνος μεθυσμένος. + +ΙΑΓΟΣ + Και διατί να το ειπή; + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Δεν ξεύρω· πλην δεν είμαι + τέτοια γυναίκα βέβαια! + +ΙΑΓΟΣ + Μη κλαίης, ω! μη κλαίης. + Αλλοίμονον! + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Παραίτησε τόσους που την 'ζητούσαν, + αφήκε τον πατέρα της και φίλους και πατρίδα, + διά να εξυβρίζεται! ...Πώς θέλεις να μην κλαίη; + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Ήτον της Μοίρας μου κι' αυτό! + +ΙΑΓΟΣ + Θα το μεταννοήση! + Πλην πώς του εκαταίβηκε; + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Αχ, ο Θεός το 'ξεύρει. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Κακόν να μ' έλθη αν κανείς αχρείος κατεργάρης, + κανένας επιτήδειος εις το να βάζη λόγια, + κανένας ασυνείδητος κ' αισχρός δεν εφευρήκε + αυτήν την βρωμοδιαβολήν διά σκοπούς 'δικούς του. + Αν δεν ήν' έτσι, να χαθώ! + +ΙΑΓΟΣ + Πώς γίνεται; Δεν έχει + 'ς τον κόσμον τέτοιον άνθρωπον. Αδύνατον! + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Αν ήναι + τέτοιος κανείς, απ' τον Θεόν συγχώρησιν να εύρη! + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Κρεμάλ' αντί συγχώρησιν! Και να του καταφάγη + τα κόκκαλα η κόλασις! Πώς να την κράξη πόρνην; + Ποιος είν' ο φίλος της; Πού; πώς; πού 'φάνηκε; ποιον + ['μοιάζει; + Τον Μαύρον τον εγέλασε κανένας κατεργάρης· + κανείς βρωμάνθρωπος κακός και κνώδαλον αχρείον! + Τέτοιους ανθρώπους, ω Θεέ, πώς δεν τους ξεσκεπάζεις; + Κ' εις κάθε χέρι τίμιον πώς βούνευρον δεν βάζεις, + να τους ξυλίζουν 'σάν σκυλιά, ολόγυμνους 'ς τους + [δρόμους, + 'ς τα τετραπέρατα της γης, 'ς Ανατολήν και Δύσιν; + +ΙΑΓΟΣ + Λέγε τα μέσα σου αυτά. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Κατάρα να τους εύρη! + Κανένας τέτοιος σύμβουλος περίφημος, κ' εσένα + σου 'γύρισε ανάποδα τον νουν, τα μέσα έξω, + οπόταν υποπτεύθηκες εμένα με τον Μαύρον. + +ΙΑΓΟΣ + Τα 'χεις χαμένα; Σώπαινε. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Αλλοίμονον, ω Ιάγο, + πώς ημπορώ τον άνδρα μου να τον ξανακερδίσω; + Πήγαινε, φίλε, κ' εύρε τον. Ναι, μα το φως που βλέπω, + δεν 'ξεύρω πώς τον έχασα. Ιδέ με· γονατίζω. + Εάν εις την αγάπην του ημάρτησα ποτέ μου, + εάν ποτέ με στοχασμόν, εάν ποτέ με πράξιν, + αν με τα 'μάτια μου, τ' αυτιά, με πάσαν αίσθησίν μου + ηύρα ποτέ μου ηδονήν 'ς άλλην μορφήν ανθρώπου, + ή αν και τώρα, ή και πριν, κι' όσον ακόμη ζήσω, + (και αν να με ξεφορτωθή θελήση, και με ρίψη + 'ς την συμφοράν του χωρισμού), αν 'ς όλην την ζωήν μου + δεν τον ηγάπησα πιστά και μ' όλην την καρδιάν μου, + τότ' ο Θεός παρηγοριάν κ' ελπίδα μη μου δώση! + Ω! η σκληρότης ημπορεί παραπολύ να κάμη, + και η σκληρότης του 'μπορεί να κόψη την ζωήν μου, + πλην την αγάπην μου ποτέ δεν θα μου την αλλάξη! + Την λέξιν π ό ρ ν η δεν 'μπορώ να την προφέρω. Φρίκην, + φρίκην μου φέρνει μοναχά και να την λέγω τώρα! + Αλλά, να κάμω το κακόν διά να την αξίζω... + όχι, δι' όλα τα καλά τα μάταια του κόσμου! + +ΙΑΓΟΣ + Ησύχασε, παρακαλώ· Θα ήτον συγχυσμένος. + Θα του ετάραξαν τον νουν τα πράγματα του κράτους, + κ' εξέσπασεν επάνω σου. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Αυτό να ήτο μόνον! + +ΙΑΓΟΣ + Αυτό είν', είμαι βέβαιος. + + (Σάλπιγγες έξωθεν). + + Ακούεις, που σημαίνει + του γεύματος η πρόσκλησις; Θα σε προσμένουν τώρα + 'ς την τράπεζαν οι άρχοντες από την Βενετίαν. + Πήγαινε μέσα· μη θρηνείς, και διορθόνοντ' όλα. + + (Εξέρχονται η ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ και η ΑΙΜΙΛΙΑ.) (32) + (Εισέρχεται ο ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ). + +ΙΑΓΟΣ + Τι γίνεσαι, Ροδερίκε; + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Δεν μου φαίνεται να μου φαίρνεσαι καλά, Ιάγο. + +ΙΑΓΟΣ + Και τι κακόν σου έκαμα; + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Με τραβάς εμπρός από ημέραν εις ημέραν, πότε + με το ένα και πότε με το άλλο. Και από ό,τι εκατάλαβα, + αντί να μου πληθαίνης τας ελπίδας μου, μου + ολιγοστεύεις το έχειν μου. Αλλά μου φθάνει έως εδώ. + Και ακόμη δεν το απεφάσισα, αν πρέπη να καθίσω + ήσυχος, ύστερον από όσα εξ αιτίας σου υπέφερα, σαν + κουτός. + +ΙΑΓΟΣ + Θέλεις να με ακούσης, Ροδερίκε; + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Σε ήκουσα με το παρεπάνω· και τα λόγια σου δεν + είναι εξαδέλφια με τα έργα σου. + +ΙΑΓΟΣ + Έχεις άδικον να με κατηγορής. + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Σου λέγω εκείνο οπού είναι. Εξωδεύθηκα περισσότερον + από τα μέσα μου. Τα διαμαντικά, τα οποία μου + επήρες να τα δώσης της Δυσδαιμόνας, ήσαν καλά να + πλανέσουν και μίαν ασκήτριαν. Μου είπες, ότι τα + εκαλοδέχθηκε και ότι μου λέγει να παρηγορούμαι και να + ελπίζω, ότι θα με καλοδεχθή κ' εμένα. Πού είναι όλα + αυτά; δεν τα βλέπω. + +ΙΑΓΟΣ + Καλά· πολύ καλά· εξακολούθει. + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Πολύ καλά! Εξακολούθει! — Δεν ημπορώ να εξακολουθώ, + άνθρωπε, και δεν είναι καθόλου π ο λ ύ κ α λ ά. + Εξ εναντίας, πολύ βρώμικα τα βλέπω, και αρχίζω να + καταλαμβάνω, ότι με παίζεις. + +ΙΑΓΟΣ + Πολύ καλά. + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Σου λέγω, ότι δεν είναι πολύ καλά! Θα 'πάγω να + την ιδώ, την Δυσδαιμόναν. Αν μου δώση οπίσω τα + διαμαντικά μου, θα παραιτηθώ από το κυνήγημά της + και θα μετανοήσω, ότι έβαλα κακόν εις τον νουν + μου. Αν όχι, ήξευρέ το καλά, ότι θα λογαριασθώ + μαζή σου. + +ΙΑΓΟΣ + Τα είπες όλα; + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Μάλιστα· και δεν είπα τίποτε, το οποίον να μην + ήμαι αποφασισμένος και να κάμω. + +ΙΑΓΟΣ + Α! Τώρα το βλέπω, ότι δεν σου λείπει νεύρον, και + από αυτήν την στιγμήν σε παίρνω εις υπόληψιν, + περισσότερον από πριν. Δος μου το χέρι σου, Ροδερίκε. + Είχες δίκαιον να τα βάλης μαζή μου, και όμως σου + ορκίζομαι, ότι την δουλειάν σου την εκύτταξα καλά. + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Αυτό δεν εφάνηκε διόλου. + +ΙΑΓΟΣ + Τ' ομολογώ, ότι δεν εφάνηκε. Και η υποψία σου έχει + τον λόγον της. Αλλά, Ροδερίκε, αν έχης μέσα σου + εκείνο, το οποίον μου έδωσες τώρα περισσότερον από + πριν αφορμήν να πιστεύω, ότι το έχεις, — αν έχης απόφασιν, + θάρρος και ανδρείαν, — απόδειξέ το απόψε, + και αν αύριον δεν την χαρής την Δυσδαιμόναν, ξεπάστρευσέ + με από τον κόσμον, και σοφίσου πώς να μου + κόψης την ζωήν. + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Και τι έχει να γείνη; Είναι πράγμα, οπού έρχεται + εις τον λογαριασμόν; + +ΙΑΓΟΣ + Ήλθε προσταγή από την Βενετίαν να λάβη ο Κάσιος + την θέσιν του Οθέλλου. + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Αλήθεια; Λοιπόν θα γυρίσουν εις την Βενετίαν ο + Οθέλλος και η Δυσδαιμόνα; + +ΙΑΓΟΣ + Όχι· πηγαίνει εις την Μαυριτανίαν ο Μαύρος, και + παίρνει μαζή του την ωραίαν Δυσδαιμόναν εκτός εάν + συμβή τίποτε και εμποδισθή. Και τι εμπόδιον καλλίτερον, + παρά να έβγη από την μέσην ο Κάσιος; + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Τι λογής να έβγη από την μέσην; + +ΙΑΓΟΣ + Εις τρόπον ώστε να μην ημπορή να πάρη την θέσιν + του Οθέλλου. Να ξεπατωθή! + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Και θέλεις εγώ να το κάμω; + +ΙΑΓΟΣ + Εσύ, αν έχης την καρδιάν να εύρης με μιαν και το + δίκαιόν σου και το κέρδος σου. — Απόψε δειπνά με μίαν + προκομένην, και θα υπάγω κ' εγώ να τον σμίξω. Ακόμη + δεν έμαθε τον προβιβασμόν του. Αν τον παραμονεύσης + όταν φεύγη απ' εκεί, (και θα καταφέρω να φύγη από + τα μεσάνυκτα έως την μίαν), ημπορείς εύκολα εύκολα + να τον διορθώσης. Θα ήμαι εκεί κοντά να σε βοηθήσω, + και οι δύο μας μαζή σου τον τελειόνομεν. Έλα· μη + στέκεσαι και χάσκεις. Έλα μαζή μου και θα σε καταπείσω + τόσον, ότι πρέπει ν' αποθάνη, ώστε θα το ιδής και + συ, ότι είναι χρέος σου να τον σκοτώσης. Κοντεύει η ώρα + του δείπνου, και η νύκτα περνά. Μη χάνωμεν καιρόν. + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Πρέπει να μου ειπής και άλλα διά να καταπεισθώ. + +ΙΑΓΟΣ + Θα σε καταπείσω! + + (Εξέρχονται). + + + +ΣΚΗΝΗ Γ' . + + + + Ετέρα αίθουσα εν τω φρουρίω. + (Εισέρχονται ο ΟΘΕΛΛΟΣ, η ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ, ο ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ, + η ΑΙΜΙΛΙΑ και συνοδεία.) + +ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ + Παρακαλώ, αυθέντα μου, μακρύτερα μην έλθης. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ω, άφησε· με ωφελεί περίπατος ολίγος. + +ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ + Ευχαριστώ σε ταπεινώς, Κυρία· καλήν νύκτα. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Καλώς μας ώρισες εδώ. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Λοιπόν περιπατούμεν; — + Αι, Δυσδαιμόνα. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Πρόσταξε. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Πήγαινε να πλαγιάσης ευθύς. Τώρα θα γυρίσω. Να + διώξης την παραστεκάμενήν σου αυτήν. Κύτταξε να + κάμης ό,τι σου λέγω. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Ορισμός σου, αυθέντα μου. + + (Εξέρχονται ο ΟΘΕΛΛΟΣ ο ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ και η συνοδεία). + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Πώς τα πηγαίνει; φαίνεται ημερωμένος τώρα. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Μου είπεν, ότι γρήγορα οπίσω θα γυρίση, + κι' αμέσως 'ς το κρεββάτι μου να 'πάγω να πλαγιάσω, + κ' εσένα με διέταξε να διώξω. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Να με διώξης; + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Μου το επρόσταξε. Λοιπόν, καλή μου Αιμιλία, + τα νυκτικά μου δόσε μου και πήγαινε. Δεν πρέπει + αιτίαν να του δώσωμεν δυσαρεσκείας τώρα. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Να μη τον είχες 'δει ποτέ! + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Ω! Δεν το λέγω τούτο, + διότι η αγάπη μου τον στέργει καθώς είναι. + Ως κ' εις το πείσμα, 'ς τον θυμόν, και 'ς τα μαλώματά του + (ξεκάρφωσέ μ' εδώ να ζης·) εις όλα του μ' αρέσει. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Καθώς μου είπες έστρωσα εκείνα τα σεντόνια. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Και τι εβγήκε απ' αυτό; Αλήθεια, τι κεφάλια + ανόητα που έχομεν! — Αν τύχη κι' αποθάνω + πριν απ' εσέ, μ' έν απ' αυτά τα ίδια τα σεντόνια + σαβάνωσέ μ' αν μ' αγαπάς. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Τι λόγια! Έλα, έλα. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Μιαν δούλαν είχ' η μάνα μου· την έλεγαν Βαρβάραν. + Ηγάπησε, κι' απίστησεν ο αγαπητικός της + και την 'παραίτησε. Αυτή συνείθιζε να λέγη + ένα τραγούδι της ιτιάς, — παμπάλαιον τραγούδι, + πλην έλεγε τον πόνον της. Κι' απέθαν' η καϋμένη + μ' εκείνο εις το στόμα της. Δεν 'ξεύρω πώς απόψε + δεν μου εβγαίνει απ' τον νουν διόλου, κι' όλον θέλω + να γείρω το κεφάλι μου, και να το τραγουδήσω + 'σάν την Βαρβάραν την πτωχήν... Πλην μην αργής, να + [ζήσης. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Το νυκτικόν σου φόρεμα να σου το φέρω; + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Όχι. + Ξεκάρφωσέ μου το αυτό. Αυτός ο Λοδοβίκος + τι καθώς πρέπει άνθρωπος. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Και τι ωραίος νέος! + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Τι νόστιμα που ομιλεί. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Γνωρίζω μίαν αρχόντισσαν εις την Βενετίαν· θα επήγαινε + γυμνοπόδι εις την Παλαιστίνην, διά ν' αξιωθή να + του εγγίση τα χείλη. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ (άδει). (33) + + Α’. + + «Η αθλία ψυχή καθήμενη σε χόρτο, σε λουλούδι, + »με μια φωνή νεκρώσιμη αρχίναε το τραγούδι. + »Ελάτε, τραγουδήσετε την πράσινην ιτιά. + »Ακίνητο το χέρι της εις την καρδιά βαστάει, + »την κεφαλήν 'ς τα γόνατα τ' αδύνατ' ακουμπάει. + »κι' ο ρύαξ εκεί 'ς τα πόδια της εφλοίσβιζε τερπνά. + + (Δίδει εις την ΑΙΜΙΛΙΑΝ κοσμήματά της τινά.) + + Κρύψε μου τα αυτά. + + »Ελάτε τραγουδήσετε την πράσινην ιτιά. + + Κάμε γρήγορα, σε παρακαλώ. Θα έλθη όπου και αν ήναι. + + »Όλοι, όλοι τραγουδήσετε ιτιά, ιτιά, ιτιά. + + Β’. + + »Έως που 'μιλεί το χείλι μου δεν φταίει θε να φωνάζη. + + Όχι· δεν έρχεται αυτός ο στίχος τώρα. — Ακούεις; + ποίος κτυπά; + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Αέρας ήτον. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + »Μια 'μέρα εγώ του 'κλαύθηκα πως πέφτει 'ς άλλα στήθη, + »κ' εμένα με παράτησε· κ' εκείνος απεκρίθη, + »μιμήσου με κι' αγάπησε άλλη και συ αγκαλιά.» + + Πλην φύγε· Καλήν νύκτα σου. Τα 'μάτια μου με τρώγουν. + Αυτό σημαίνει δάκρυα; + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Μήδ' άλλο, μήτε τούτο. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Κάπου το ήκουσα θαρρώ. — Οι άνδρες, ω! οι άνδρες!.. + Νομίζεις, — εις την πίστιν σου, ειπέ μου, Αιμιλία, — + είναι γυναίκες πού γελούν ξεντροπιασμένα τόσον + τους άνδρας των; + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Ω, βέβαια! Ευρίσκονται και τέτοιαις. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + 'Πέ μου, το έκαμνες εσύ, διά τον κόσμον όλον. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Συ δεν το έκαμνες; + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Ποτέ, μα τ' Ουρανού την λάμψιν. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Κ' εγώ 'ς την λάμψιν τ' Ουρανού δεν το 'καμνα ποτέ μου. + 'Σ τα σκοτεινά καλλίτερα 'μπορούσα να το κάμω. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Ημπορούσες να κάμης τέτοιον πράγμα, δι' όλον τον + κόσμον; + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Ο κόσμος είναι θεώρατον πράγμα. Θα ήτο μεγάλη + η πληρωμή διά τόσον μικρόν κρίμα. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Αληθινά, πιστεύω ότι δεν το έκαμνες. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Αληθινά, πιστεύω, ότι το έκαμνα, ...διά να το + ξεκάμω έπειτα. Δεν σου λέγω, — δεν το έκαμνα ούτε + δι' ένα δακτυλίδι, ούτε δι' ένα κομμάτι πανί, ούτε διά + φορέματα, ή φούσταις, ή σκούφιαις, ούτε διά μικρά + στολίδια, αλλά... δι' όλον τον κόσμον!... Καλέ, ποία + είναι εκείνη, οπού δεν έβαζε κέρατα του ανδρός της, + αν ήτο να του βάλη και μίαν κορώναν μαζή! Διά + τόσον κέρδος, εγώ έτρεχα την τύχην να μην ιδώ τον + παράδεισον. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Να μην έχω καλόν αν έκαμνα εγώ αυτό το άδικον, + διά τον κόσμον όλον; + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Το άδικον θα ήναι άδικον μέσα εις τον κόσμον. + Όταν έχης όμως ιδικόν σου τον κόσμον, το άδικον θα + γίνεται μέσα εις τον ιδικόν σου κόσμον, και εύκολα + το διορθόνεις. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Τέτοια γυναίκα εις την γην εγώ θαρρρώ δεν έχει. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Έχει καμμιά δωδεκαριά, και όσαις παρεπάνω + χωρεί ο κόσμος σου αυτός, αν πληρωμήν τον βάλης. + Πλην, να σου 'πώ την γνώμην μου; Αν σφάλουν αι γυναίκες + πταίουν οι άνδρες των. — Εάν μας αμελούν εκείνοι, + εάν εις ξέναις αγκαλιαίς σκορπούν τον θησαυρόν μας, + με ζήλειαν χωρίς νόημα εάν μας βασανίζουν, + και κλειδωμέναις μας κρατούν, ή αν σηκώσουν χέρι, + ή αν από το πείσμα των 'ς το έξοδον μας σφίξουν, + χολήν δεν έχομεν κ' ημείς; Η γλύκα δεν μας λείπει, + πλην έχομεν κ' εκδίκησιν. — Οι άνδρες ας το' ξεύρουν, + πως έχουν αι γυναίκες των καθώς αυτούς αισθήσεις. + Μυρίζομεν, και βλέπομεν, και νοιώθομεν την γεύσιν + και του ξυνού και του γλυκού, το ίδιον με τους άνδρας. — + Και όταν άλλαις κυνηγούν εκείνοι, τι γυρεύουν; + Γυρεύουν διασκέδασιν; Αυτό νομίζω θέλουν. + Και ποία είν' η αφορμή; Η κλίσις των νομίζω. + Και η αδυναμία των τους σπρώχνει; Έτσι λέγουν. — + — Κλίσεις δεν έχομεν κ' ημείς, κ' ημείς αδυναμίας, + κ' ημάς η διασκέδασις δεν μας αρέσει τάχα; + Ας μας μεταχειρίζωνται καλά, και ας το μάθουν + πως αν τους αδικήσωμεν, αυτοί μας δασκαλεύουν. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Καλήν σου νύκτα! Του Θεού την χάριν την γυρεύω + να μην ξεπέφτω 'ς το κακόν, πλην να καλλιτερεύω. + + (Εξέρχονται.) + + + + +ΠΡΑΞΙΣ ΠΕΜΠΤΗ + + + + +ΣΚΗΝΗ Α'. + + + + Οδός εν Κύπρω. + (Εισέρχονται ο ΙΑΓΟΣ και ο ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ). + +ΙΑΓΟΣ + Κρύψου οπίσω απ' εδώ. Να έλθη δεν θ' αργήση. + Βάστα το ξίφος σου γυμνόν, και χώσ' το καθώς πρέπει. + Εμπρός, εμπρός! Μη φοβηθής· θα ήμαι 'ς το πλευρόν σου. + Μ' αυτό ή εχαθήκαμεν ή θα σωθούμεν, ώστε + να πάρης την απόφασιν, και σφίξε την καρδιάν σου. + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Κοντά να ήσαι. Ημπορώ να μη τον επιτύχω. + +ΙΑΓΟΣ + θα ήμ' εδώ, 'ς το πλάγι σου, Καρδιά! Και ετοιμάσου. + + (Απομακρύνεται ολίγον.) + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Διά το επιχείρημα πολύ ζεστός δεν είμαι· + και όμως μου απέδειξε πως πρέπει να το κάμω. + Αι! Ένας ολιγώτερος 'ς την γην! Σπαθί μου έξω! + + (Κρύπτεται.) + +ΙΑΓΟΣ (καθ' εαυτόν.) + Τον έτριψα ως το κόκκαλον εκεί που επονούσε, + και τον ερέθισα καλά. — Είτε αυτός σκοτώση + τον Κάσιον, είτε αυτόν ο Κάσιος σκοτώση, + είτε κ' οι δύο σκοτωθούν, θα έβγω κερδισμένος. + Ο Ροδερίκος ζωντανός, θα μου γυρεύη 'πίσω + διαμαντικά και χρήματα, που έχω σουφρωμένα + να τα προσφέρω απ' αυτόν 'ς την Δυσδαιμόναν δώρα. + Δεν μου συμφέρει. — Αλλ' εάν ο άλλος απομείνη, + μια αιωνία ευμορφιά θα ήναι η ζωή του, + που θα με κάμνη άσχημον εμένα! Κ' εκτός τούτου + ο Μαύρος έξαφνα 'μπορεί να του τα ξεσκεπάση, + και τότε τρέχω κίνδυνον μεγάλον. Όχι, όχι! + Πρέπει αυτός να σκοτωθή. — Σιμόνει. Τον ακούω. + + (Κρύπτεται). + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Το πάτημά του· -Είν' αυτός. — Σ' εσκότωσα, αχρείε! + + (Εφορμά κατά του ΚΑΣΙΟΥ και τον πληγόνει). + +ΚΑΣΙΟΣ + Α! Η σπαθιά σου μ' έτρωγε τω όντι, αν δεν είχα + τον θώρακα καλλίτερον απ' ό,τι εθαρρούσες. + Τον ιδικόν σου να ιδώ. + + (Πληγόνει τον Ροδερίκον). + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Ω! Είμ' αποθαμένος! + + (Ο ΙΑΓΟΣ ορμά, πληγόνει όπισθεν τον ΚΑΣΙΟΝ εις τον μηρόν, και + φεύγει.) + +ΚΑΣΙΟΣ + Βοήθεια! Μ' εκολόβωσαν! ω! Φονικόν! Βοήθεια! + + (Ο ΟΘΕΛΛΟΣ εισέρχεται μακρόθεν). + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ο Κάσιος! Τον λόγον του εφύλαξεν ο Ιάγος. + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Ω! κακορρίζικος εγώ! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Αλήθεια είναι τούτο. + +ΚΑΣΙΟΣ + Βοήθεια! Αι! Φέρετε φως! Ένα ιατρόν! Βοήθεια! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Εκείνος είναι. — Δίκαιε, πιστέ, γενναίε Ιάγο, + που τ' άδικον του φίλου σου επάνω σου το 'πήρες. + Μου δίδεις το παράδειγμα. — Ο αγαπητικός σου + να τος, ω άπιστη, νεκρός! Η μαύρη σου η Μοίρα + σε κυνηγά. Επλάκωσεν η ώρα! — Ήλθα, πόρνη! + Ιδού! Τα εξερρίζωσα τα μάγια της καρδιάς μου, + τα 'μάτια σου! Την κλίνην σου, που 'λέρωσ' ανομία, + με τ' άνομον το αίμα σου απόψε θα την βάψω! + + (Εξέρχεται). + +ΚΑΣΙΟΣ + Εδώ! Τι έγειν' η φρουρά; ποιος είν' εκεί; Βοήθεια! + + (Εισέρχονται μακρόθεν ο ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ και ο ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ.) + +ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ + Κάποιος 'κακόπαθε· ακούς; Κραυγαί απελπισίας. + +ΚΑΣΙΟΣ + Εδώ! Βοήθεια! + +ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ + Ηχούσες; + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Ω! κακομοιριασμένος! + +ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ + Δύο ή τρεις βογγούν εδώ. Είναι βαθύ σκοτάδι· + μην ήναι παραμόνευμα; Της γνώσεως δεν είναι + να πολυπλησιάσωμεν πριν έλθη κανείς άλλος. + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Ποιος είν' εκεί; Το αίμα μου το έχασα. + +ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ + Ακούεις; + + (Εισέρχεται ο ΙΑΓΟΣ άνευ επενδύτου, κρατών δαυλόν και ξιφήρης.) + +ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ + Να ένας χωρίς φόρεμα· δαυλόν κρατεί και όπλα. + +ΙΑΓΟΣ + Ποιος είν' εκεί; Ποιος φονικόν φωνάζει και βοήθεια; + +ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ + Δεν 'ξεύρω + +ΙΑΓΟΣ + Δεν ηκούσατε να κράζουν εδώ κάτω; + +ΚΑΣΙΟΣ + Εδώ δι' όνομα Θεού! Εδώ. Βοήθησέ με. + +ΙΑΓΟΣ + Τι έτρεξε; + +ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ (προς τον Λοδοβίκον). + Είν' άνθρωπος νομίζω του Οθέλλου. + +ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ + Είν' ο σημαιοφόρος του. Γενναίον παλλικάρι! + +ΙΑΓΟΣ + Εσύ ποιος είσαι, που εκεί με τόσον πόνον κράζεις; + +ΚΑΣΙΟΣ + Ω Ιάγο, έλα· μ' έσφαξαν, μ' αφάνισαν κακούργοι. + Βοήθησέ με· + +ΙΑΓΟΣ + Συμφορά! Εσύ, υπασπιστά μου! + Ποιος σου το έκαμεν αυτό; + +ΚΑΣΙΟΣ + Εδώ νομίζω κάπου + είναι ο ένας απ' αυτούς, και δεν 'μπορεί να φύγη. + +ΙΑΓΟΣ + Ω τους προδότας! + + (Προς τον ΛΟΔΟΒΙΚΟΝ και τον ΓΡΑΤΙΑΝΟΝ). + + Αι, εσείς, ελάτε, βοηθήτε. + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Εδώ, βοήθεια! + +ΚΑΣΙΟΣ + Να! Αυτός είν' ένας απ' εκείνους. + +ΙΑΓΟΣ + Μαχαιροβγάλτη, μιαρέ! + + (Πληγόνει δι' εγχειριδίου τον ΡΟΔΕΡΙΚΟΝ.) + +ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ + Ω Ιάγο κολασμένε, + ω σκύλε άπιστε! + +ΙΑΓΟΣ + Ακούς! Τον κόσμον να σκοτόνουν + 'ς τα σκοτεινά! — Τι έγειναν, πού είν' οι σύντροφοί του; — + 'Σ όλην την χώραν σιωπή! — Αι, φονικόν! Σκοτόνουν! + + (Προς τον ΛΟΔΟΒΙΚΟΝ και τον ΓΡΑΤΙΑΝΟΝ). + + Ποιοι είσθε σεις; Καλοί; κακοί; Τι είσθε; τι ζητείτε; + +ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ + Δοκίμασέ μας να ιδής. + +ΙΑΓΟΣ + Συ είσαι, Λοδοβίκε; + +ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ + Εγώ. + +ΙΑΓΟΣ + Συμπάθειον ζητώ. — Επλήγωσαν κακούργοι + τον Κάσιον. + +ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ + Τον Κάσιον! + +ΙΑΓΟΣ (προς τον Κάσιον.) + Πώς είσαι, αδελφέ μου; + +ΚΑΣΙΟΣ + Μου έκοψαν το πόδι μου. (34) + +ΙΑΓΟΣ + Θεός φυλάξοι! — Φίλοι, + το φως εδώ. — Το δένω 'γώ με το 'ποκάμισόν μου. + + (Εισέρχεται η ΒΙΑΓΚΑ.) + +ΒΙΑΓΚΑ + Τι είναι τούτο το κακόν; Τι τρέχει; ποιος φωνάζει; + +ΙΑΓΟΣ + Ποιος φωνάζει; + +ΒΙΑΓΚΑ (αναγνωρίζουσα τον Κάσιον.) + Κάσιε! Ω Κάσιε, ζωή μου! + Γλυκέ μου Κάσιε, εσύ; Κάσιε, Κάσιέ μου! + +ΙΑΓΟΣ + Α! Σκρόφα συ πασίγνωστη! — Δεν έχεις υποψίαν + ποιοι τάχα σ' εμαχαίρωσαν, ω Κάσιέ μου; + +ΚΑΣΙΟΣ + Όχι. + +ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ + Με κακοφαίνεται πολύ εδώ να σ' απαντήσω + ς αυτήν την θέσιν, Κάσιε. Να σ' εύρω εζητούσα. + +ΙΑΓΟΣ + Μιαν καλτζοδέταν δότε μου. Καλά. — Ω! μιαν καθέκλαν + να τον σηκώσωμεν σιγά και χωρίς να πονέση. + +ΒΙΑΓΚΑ + Αλλοίμονον! Λιγοθυμά! — Ω Κάσιε, ψυχή μου! + +ΙΑΓΟΣ + Αυθένται, υποπτεύομαι αυτήν την σιχαμένην, + ότι 'ς αυτό το φονικόν είν' ανακατωμένη. — + Υπομονή, ω Κάσιε! — Ελάτ' εδώ, ελάτε. + + (Πλησιάζει προς το πτώμα του ΡΟΔΕΡΙΚΟΥ). + + Δότε μου φως. Ποιος είν' αυτός; Τον 'ξεύρομεν, ή όχι; + Αλλοί! Ο συντοπίτης μου και ο καλός μου φίλος, + ο Ροδερίκος! Όχι, — ναι! — Ο Ροδερίκος είναι! + +ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ + Ο Βενετός; + +ΙΑΓΟΣ + Εκείνος· ναι. Τον 'ξεύρεις; + +ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ + Αν τον 'ξεύρω! + +ΙΑΓΟΣ + Ο Γρατιάνος! Σου ζητώ συμπάθειον αυθέντα, + αν με αυτά τα φονικά εφάνηκα χωριάτης, + και δεν σε παρετήρησα. + +ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ + Δεν βλάπτει. Καλώς σ' ηύρα. + +ΙΑΓΟΣ + Πώς είσαι τώρα, Κάσιε; — Ω! δότε μιαν καθέκλαν. + +ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ + Ο Ροδερίκος! + +ΙΑΓΟΣ + Ναι· αυτός! — Ω! Ήλθεν η καθέκλα. + + (Την φέρουν επί της σκηνής.) + + Ας έχη δόξαν ο Θεός! — Καλά μου παλλικάρια + σηκώσατέ τον απ' εδώ με προσοχήν... αγάλια. + Εγώ θα τρέξω τον ιατρόν του στρατηγού να φέρω. + + (Προς την Βιάγκαν). + + Εσύ, Κυρά, τον κόπον σου τον χάνεις. — Κάσιέ μου, + αυτός που κείτεται νεκρός πιστός μου φίλος ήτο. + Πώς εμαλώσατε μαζύ; η αφορμή ποια ήτο. + +ΚΑΣΙΟΣ + Ούτε γνωρίζω αφορμήν, ούτε αυτόν τον 'ξεύρω. + +ΙΑΓΟΣ (προς την Βιάγκαν). + Τι εκιτρίνισες εσύ; — Ω, δότε του αέρα! + + (Μεταφέρονται έξω της σκηνής ο ΚΑΣΙΟΣ και ο ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ.) + + Σεις, άρχοντές μου, μείνατε. — Κυρά, τι κιτρινίζεις; - + Κυττάξετε το 'μάτι της πώς είναι θολωμένον. — + Κάτι θα 'ξεύρης βέβαια, διά να τρέμης τόσον. — + Παρατηρείτε την καλά· ιδέτε την, αυθένται. + Την είδατε; Έχει φωνήν το κρίμα και φωνάζει, + και αν ακόμ' ήναι βωβή και σιωπά η γλώσσα! + + (Εισέρχεται η ΑΙΜΙΛΙΑ). + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Αλλοίμονον, ω άνδρα μου, τι έγεινε; τι τρέχει; + +ΙΑΓΟΣ + 'Σ τα σκοτεινά τον Κάσιον ο Ροδερίκος, μ' άλλους + που 'ξέφυγαν, τον 'κτύπησε. Μισοθανατωμένος + έμείν' ο Κάσιος. Νεκρός ο Ροδερίκος είναι. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Αχ! Τον καλόν τον Κάσιον! Κρίμα 'ς τον νέον, κρίμα! + +ΙΑΓΟΣ + Να της πορνείας οι καρποί! — Προσπάθησ', Αιμιλία, + να μάθης πού εδείπνησεν ο Κάσιος απόψε. + + (Προς την Βιάγκαν). + + Εσύ τι τρέμεις εις αυτό; + +ΒΙΑΓΚΑ + Εδείπνησε μαζή μου, + αλλά δεν είναι δι' αυτό που τρέμω. + +ΙΑΓΟΣ + Α! Μαζή σου; + Τότ' ακολούθει με λοιπόν. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Ω εντροπή σου, βρώμα! + +ΒΙΑΓΚΑ + Βρώμα δεν είμαι. Ζω κ' εγώ εξ ίσου τιμημένα + μ' εσένα, που με ύβρισες. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Μ' εμένα; εντροπή σου! + +ΙΑΓΟΣ + Αυθένται, να φροντίσωμεν τον Κάσιον ελάτε. — + Εσύ, κυρά, έλα μαζή να μας ειπής και άλλα. — + Συ, Αιμιλία, πήγαινε κ' ειπέ του στρατηγού μας + και της κυρίας σου αυτά. Εμπρός! (Αυτήν την νύκτα + ή γίνεται η τύχη μου, ή η καταστροφή μου!) + + (Εξέρχονται πάντες). + + + +ΣΚΗΝΗ Β'. + + + + (Ο κοιτών της ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑΣ, ήτις κοιμάται επί της κλίνης. + Παρ' αυτήν λαμπάς καίουσα. Εισέρχεται ο ΟΘΕΛΛΟΣ). + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Το αίτιον! Το αίτιον! Αυτό είν', ω ψυχή μου! (35) + Ω άστρα σεις εντροπαλά, ας μη σας τ' ονομάσω! + Είναι το αίτιον! Αλλά, το αίμα δεν της χύνω, + και το κορμί δεν της χαλνώ, το άσπρον 'σάν το χιόνι, + τ' αφράτον και υαλιστερόν 'σάν μαρμαροκολώνα! + + (Αποθέτει το ξίφος). + + Πλην ν' αποθάνη! Ή αλληώς και άλλους θα προδώση. — + Το φως να σβύσω, κ' έπειτα... το φως αυτό να σβύσω! + Συ φωτοδότη λειτουργέ, αν τώρα σε φυσήσω, + την λάμψιν πάλιν ημπορώ να σου την ξαναδώσω, + αν μεταννοιώσω. Αλλ' εάν σου πάρω μιαν το φως σου, + σε, που η φύσις σ' έπλασε την τέχνην της να δείξη, + ποιος Προμηθεύς θα δυνηθή την φλόγα να μου φέρη + να ξανανάψω τέτοιον φως! Το ρόδον αν το κόψω, + δεν ημπορώ την βλάστησιν και πάλιν να του δώσω. + Θα μαραθή! — Εις το κλαδί επάνω ας σε μυρίσω. + + (Την φιλεί). + + Ω συ, μοσχάτη αναπνοή, που την δικαιοσύνην + την μισοπείθεις το σπαθί να σπάση, — έν ακόμη· + ακόμη έν. Παρόμοια κ' αποθαμένη μείνε, + να σ' αγαπώ και ύστερα.... αφού σε θανατώσω. + Ακόμη ένα, και αυτό να ήναι τελευταίον. + Δεν εξανάγεινε ποτέ τόσον γλυκειά η πίκρα! + Πρέπει να κλαύσω. Πλην σκληρά τα δάκρυά μου είναι· + είναι ωσάν τον Ουρανόν και η 'δική μου λύπη· + παιδεύει όπου αγαπά. — Εξύπνησε. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Ποιος είναι; + Ποιος είν' εκεί; Οθέλλε μου. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Εγώ 'μαι, Δυσδαιμόνα. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Αυθέντα μου, επιθυμείς να έλθης να πλαγιάσης; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Την προσευχήν σου σήμερα την είπες, Δυσδαιμόνα; + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Την είπα, ω αυθέντα μου. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Αν έχης να ζητήσης + από τον Θεόν συγχώρησιν διά κανένα κρίμα + που σου βαραίνει την ψυχήν, αμέσως προσευχήσου. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Αλλοίμονον! Τι είν' αυτά τα λόγια; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Προσευχήσου, + και σύντομα. Περιπατώ έως να τελειώσης. + Δεν θέλω ανετοίμαστην να πάρω την ψυχήν σου. + Και την ψυχήν σου δεν ζητώ να σου την θανατώσω. + Να με φυλάξη ο Θεός! + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Να θανατώσης είπες; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Το είπα. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Τότε ο Θεός λοιπόν να μ' ελεήση! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Αμήν εκ βάθους της ψυχής! + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Αφού το λέγης τούτο, + να με σκοτώσης το λοιπόν ελπίζω δεν σκοπεύεις. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ω! + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Κι' όμως είσαι φοβερός! Τι άγριος που είσαι! + Είναι τα 'μάτια σου θολά! Δεν 'ξεύρω τι φοβούμαι, + αφού δεν 'ξεύρω ένοχη να ήμ' εγώ, και όμως + φοβούμαι· το αισθάνομαι. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Τα κρίματά σου σκέψου. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Ότι σ' αγάπησα πολύ. Δεν έχω άλλο κρίμα. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Και θ' αποθάνης δι' αυτό. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Η φύσις δεν το θέλει + να θανατόνεται κανείς διά πολλήν αγάπην. + Αλλοίμονον! Τα χείλη σου τι τα δαγκάνεις έτσι; + Σου τρέμει όλον το κορμί από φρικτήν μανίαν! + Κακά σημάδια είν' αυτά. Ελπίζω πλην, ελπίζω, + ότι αν έρχεται κακόν δεν είναι δι' εμένα. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ησύχασε και σώπαινε. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Ησύχασα. Τι θέλεις; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Εκείνο το μαντίλι μου, που τόσον αγαπούσα + και που σ' εχάρισα εγώ, το έχεις χαρισμένον + 'ς τον Κάσιον. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Μα την ζωήν και την ψυχήν μου, όχι! + Κράξ' τον εδώ κ' ερώτησε. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ψυχίτσα μου, φυλάξου, + μη κάμης όρκον ψεύτικον, και θάνατος προσμένει. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Η ώρα του θανάτου μου δεν ήλθε. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ναι· αμέσως. + Λοιπόν την αμαρτίαν σου εξομολόγησέ την + ειλικρινώς. Το ν' αρνηθής τα πράγματα με όρκους + δεν πνίγει, ούτε αφαιρεί την βεβαιότητά μου, + που μου θερίζει μέσα μου τα σπλάγχνα. Θ' αποθάνης! + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Ελέησέ με ο Θεός, την μαύρην! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Αμήν, είπα. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Και συ ελέησε, και συ! Διότι 'ς την ζωήν μου + δεν σε αδίκησα, ποτέ! Τον Κάσιον ποτέ μου + δεν τον ηγάπησα, ποτέ, εκτός μ' αγάπην τόσην, + όσην το θέλει κι' ο Θεός και η συνείδησίς μου· + αλλά ποτέ του χάρισμα δεν έλαβ' απ' εμένα. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Μα τον Θεόν, 'ς τα χέρια του το είδα το μαντίλι! + Το είδα, ω επίορκη! Πετρόνεις την καρδιάν μου! + κ' εκείνο πώχω εις τον νουν, με θέλεις να το κάμω + ως φονικόν, ενώ εγώ το είχα ως θυσίαν! (36) + Το είδα το μαντίλι σου! + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Τότε λοιπόν το ηύρε· + δεν του το έδωσα ποτέ. Κράξ' τον εδώ να έλθη, + κ' εμπρός μου την αλήθειαν ας την ομολογήση. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Τα ωμολόγησεν αυτός. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Τι πράγμα; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ότι... ότι + σ' εχάρηκε ... + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Εμένα! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ναι! + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Δεν θα το 'πή ποτέ του! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Δεν θα το' πή. Το στόμα του είναι κλεισμένον τώρα. + Τα μέτρα του τα έλαβε ο τιμημένος Ιάγος. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Εμάντευσεν ο φόβος μου! Αποθαμένος είναι; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Εάν η κάθε τρίχα του και μια ζωή του ήτο, + δεν θα του άφινα εγώ ζωήν! + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Ω δυστυχία! + Αδικημένος είν' αυτός, κ' εγώ αφανισμένη! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Πόρνη! Δεν έχεις εντροπήν; Εμπρός μου θα τον κλαύσης; + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Ω! διώξέ με, αυθέντα μου, αλλά μη με σκοτώσης! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Αχρεία! πέσε. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Αύριον, αν θέλης, σκότωσέ με· + απόψε όμως άφησε να ζήσω. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Αν παλεύης ... + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Ολίγον μόνον... + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Έγεινε· αναβολήν δεν έχει! + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Μόνον να 'πώ μιαν προσευχήν. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Δεν είναι πλέον ώρα! + + (Την πνίγει διά του προσκεφαλαίου αυτής). + +ΑΙΜΙΛΙΑ, (έξωθεν). + Αυθέντα μου, αυθέντα μου! Ω! άνοιξε αυθέντα! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Τι είν' ο θόρυβος αυτός; — Ακόμη ζη; Ακόμη; + Εγώ, ο άγριος εγώ, θα δείξω ευσπλαγχνίαν. + Ιδού την αγωνίαν σου δεν σου την προμακρύνω. + Να, να! + + (Την μαχαιρώνει.) (37) + +ΑΙΜΙΛΙΑ (έξωθεν). + Αυθέντα, άκουσε· αυθέντα! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ποιος είναι; + +ΑΙΜΙΛΙΑ (Έξωθεν). + Εγώ, αυθέντα μου καλέ· να σου 'μιλήσω θέλω. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Η Αιμιλία. — Αι, καλά· ευθύς. — Αποθαμένη... + Θα ήλθεν ίσως να μου 'πή τον φόνον του Κασίου· + έγεινε θόρυβος πολύς. — Α! δεν σαλεύει πλέον... + Ωσάν τον τάφον ήσυχη. — Να την αφήσω τώρα + να έμβη; — Α! μου φαίνεται, ότι σαλεύει πάλιν. + Όχι .. . — Τι είναι το σωστόν; Αν έμβη, θα 'μιλήση + της γυναικός μου... Γυναικός; Ποιας γυναικός; Γυναίκα + εγώ δεν έχω. Τι φρικτόν! Ω! Δεν το υποφέρω! + Ώρα βαρειά! Μου φαίνεται μια έκλειψις μεγάλη + θα γείνη τώρα, να χαθή και Ήλιος και Σελήνη, + κ' εδώ κ' εκεί να κουτουλά η τρομασμένη Σφαίρα! + +ΑΙΜΙΛΙΑ (έξωθεν). + Αυθέντα μου, παρακαλώ, να σου 'μιλήσω θέλω. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Εσένα σ' ελησμόνησα. — Σ' ανοίγω, Αιμιλία. — + Σιγά. — Αμέσως έρχομαι. — Να κρύψω το κρεββάτι. + + (Καταβιβάζει τα παραπετάσματα της κλίνης. Ανοίγει την θύραν. + Εισέρχεται η ΑΙΜΙΛΙΑ). + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Πού είσαι; Αι; τι έπαθες; τι θέλεις; + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Ω αυθέντα, + έγεινε κάτω φονικόν φρικτόν! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Τι πράγμα; τώρα; + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Ναι, τώρα, ω αυθέντα μου! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Τα έχασ' η Σελήνη· + ήλθε σιμώτερα 'ς την γην απ' ό,τι συνειθίζει, + και τους ανθρώπους 'τρέλλανε. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Ο Κάσιος, αυθέντα, + εσκότωσ' ένα Βενετόν, που λέγουν Ροδερίκον. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Τον Ροδερίκον! Και αυτός επίσης σκοτωμένος; + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Ο Κάσιος εγλύτωσε· δεν είναι σκοτωμένος. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ο Κάσιος εγλύτωσε! Τότ' η δολοφονία + έχει χαμένα τα νερά, και η εκδίκησίς μου + παραστρατίζει. + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Άδικα, ω, άδικ' αποθνήσκω! + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Αλλοίμονον! Αυτ' η φωνή... + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ποία φωνή; Τι είναι; + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Ω! της Κυρίας μου φωνή ήτον αυτή. Βοήθεια! + Βοήθεια! Ω! τι συμφορά! Ομίλησε ακόμη, + Κυρία, Δυσδαιμόνα μου, Κυρία μου γλυκειά μου, + ομίλησέ με, λέγε μου! + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Αθώα αποθνήσκω. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Ποίος το έκαμεν αυτό; + +ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ + Κανείς. Εγώ μονάχη. + Να 'πής πολλά υπέρ εμού εις τον καλόν μου άνδρα. (38) + + (Αποθνήσκει). + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Πώς τάχα εσκοτώθηκε; + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Αλλοίμονον! Ποιος 'ξεύρει; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Την ήκουσες; Μονάχη της· όχι εγώ. Το είπε. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Το είπε. Την αλήθειαν να μαρτυρήσω πρέπει. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + 'Σ την φλογισμένην Κόλασιν 'σάν ψεύτρα οπού ήτο + πηγαίνει. Την εσκότωσα εγώ! + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Ω! Τότ' εκείνη + ακόμη πλέον άγγελος, κι' ακόμη πλέον μαύρος + εσύ, ω μαύρε Σατανά! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Εγύρισε 'ς την τρέλλαν + κ' έγεινε πόρνη. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Ψεύματα, ω κολασμένε! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ήτον + 'ς την απιστίαν θάλασσα. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Είσαι φωτιά και φλόγα, + εάν την λέγης άπιστην εκείνην, οπού ήτον + πιστή ωσάν τον Ουρανόν! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Την είχεν ιδικήν του + ο Κάσιος. Καλλίτερα τον άνδρα σου ερώτα. + Θα μ' ήξιζεν η Κόλασις και τα βαθύτερά της, + εάν δεν είχα δίκαιον εγώ να καταντήσω + έως εδώ. Ο άνδρας σου εγνώριζε τα πάντα. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Ο άνδρας μου; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ο άνδρας σου. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Ότι 'ς τα στέφανά της + αυτή απίστησεν; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Αυτή σου λέγω με τον Κάσιον. + Ω! Εάν έμενε πιστή!... Και ένα νέον κόσμον + να μου εχάριζ' ο Θεός, και όλον ζυμωμένον + από χρυσάφι καθαρόν, μ' αυτόν τον νέον κόσμον + ποτέ μου δεν την ήλλαζα! + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Ο άνδρας μου; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Εκείνος + μου είπεν όλ' απ' την αρχήν. Είν' άνδρας τιμημένος + εκείνος, κι' αποστρέφεται την λάσπην, οπού σέρνουν + τα βρωμερά καμώματα. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Ο άνδρας μου; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Τι είναι + η επανάληψις αυτή, γυναίκα; Σου το είπα· + ο άνδρας σου! + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Αλλοίμονον! Κυρία, την αγάπην + την έπαιξ' η κατεργαριά! — Ο άνδρας μου σου είπε, + πως ήτον άπιστη; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Αυτός, γυναίκα· σου το είπα, + ο άνδρας σου! Δεν εννοείς η λέξις τι σημαίνει; + Ο φίλος μου, ο άνδρας σου, ο τιμημένος Ιάγος! + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Αν το 'πε, η παμπόνηρη ψυχή του να σαπίζη + σπυρί σπυρί κάθε στιγμήν! Ψεύδος αισχρόν σου είπε! + Ηγάπησε παραπολύ τ' ακάθαρτόν της ταίρι! + +ΟΘΕΛΛΟΣ (απειλών αυτήν.) + Α! + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Κάμε ό,τι αγαπάς. Το κάμωμά σου τούτο + αξίζει τον παράδεισον, όσον εσύ εκείνην! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Διά καλόν σου σώπαινε. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + 'Σ το χέρι σου δεν είναι + ούτε το ήμισυ κακόν εμένα να μου κάμης, + από εκείνο πού 'μπορώ να υποφέρω τώρα. + Κουτέ! Βρωμοαπάτητε! Το κάμωμά σου είναι... + Δεν σου φοβούμαι το σπαθί. Ω! θα σε καταδώσω, + κι' ας είχα είκοσι ζωαίς να χάσω! Ω, βοήθεια! + Εδώ! βοήθεια! φονικόν! βοήθεια! Την κυράν μου + ο Μαύρος την εσκότωσε. Ω! φονικόν! βοήθεια! + + (Εισέρχονται ο ΜΟΝΤΑΝΟΣ, ο ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ, και ο ΙΑΓΟΣ.) + +ΜΟΝΤΑΝΟΣ + Τι τρέχει; τι ακολουθεί, ω στρατηγέ, + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Ω Ιάγο, + έλα. Τι έκαμες εσύ, και τα εγκλήματά των + τα ρίχνουν εις την ράχην σου οι άλλοι; + +ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ + Τι συνέβη; + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Τον ασυνειδήτον αυτόν απόδειξέ τον ψεύτην, + αν ήσαι άνδρας. Μ' έλεγεν, ότι εσύ του είπες, + πως ήτον η γυναίκα του μια άτιμη. Το 'ξεύρω, + συ δεν το είπες, επειδή τόσον πολύ αχρείος + δεν είσαι! 'Πέ μου, κ' η καρδιά μου ξεχειλίζει πλέον! + +ΙΑΓΟΣ + Του είπα ό,τι 'πίστευα· και άλλο δεν του είπα + παρ' ό,τι μόνος του αυτός και ήκουσε και είδε. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Αλλά πως ήτον άπιστη ποτέ σου του το είπες; + +ΙΑΓΟΣ + Το είπα. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Ήτο ψεύμα σου· αισχρόν και μαύρον ψεύμα! + Μα την ψυχήν μου, ψεύματα! ξεντροπιασμένον ψεύμα! + Εκείνη με τον Κάσιον! Τον Κάσιον; Το είπες; + +ΙΑΓΟΣ + Το είπα· με τον Κάσιον. Την γλώσσαν δεν μαζεύεις; + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Να ομιλήσω χρεωστώ. Την γλώσσαν δεν μαζεύω. + Εκεί, εις το κρεββάτι της επάνω, σκοτωμένη + είν' η κυρία μου, εκεί! + + ΠΑΝΤΕΣ + Θεός να μας φυλάξη! + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Κ' αιτία του θανάτου της, τα ιδικά σου λόγια! + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Μη, άρχοντες, 'ξιππάζεσθε. Σας λέγει την αλήθειαν. + +ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ + Μαύρη αλήθεια και φρικτή. + +ΜΟΝΤΑΝΟΣ + Τι πράξις τερατώδης! + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Ω, προδοσία έγεινε, Θεέ μου! προδοσία! + Τώρα το βλέπω η τυφλή· το βλέπω. Προδοσία! + Μ' είχε περάσει απ' τον νουν! Θα με σκοτώση η λύπη! + Ω! προδοσία! + +ΙΑΓΟΣ + Τα 'χασες; 'ς το σπίτι! Σε προστάζω. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Καλοί μου άρχοντες εσείς, αφήτε να λαλήσω. + Του χρεωστώ υποταγήν, αλλ' όμως όχι τώρα. + Ίσως ς' το σπίτι μου ποτέ δεν θα γυρίσω, Ιάγο. + +ΟΘΕΛΛΟΣ (πίπτων επί της κλίνης)· + Ω! Ω! Ω! Ω! + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Ναι, πέσ' εκεί και μούγγριζε, θηρίον, + αφού το εθανάτωσες το πλάσμα το αθώον, + οπού γλυκύτερον ποτέ ο Ουρανός δεν είδε. + +ΟΘΕΛΛΟΣ (εγειρόμενος). + Ω! έγεινε σιχαμερή! + + (Προς τον Γρατιάνον). + + Μόλις σε βλέπω, θείε. + Η ανεψιά σου είν' εκεί. Ναι, την αναπνοήν της + την εσταμάτησαν αυτά τα χέρια οπού βλέπεις. + Το κάμωμά μου φοβερόν σου φαίνεται· το 'ξεύρω. + +ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ + Η Δυσδαιμόνα η πτωχή! Ω! Τον Θεόν δοξάζω + που ο πατέρας σου δεν ζη. Ο γάμος σου του ήτο + θανατηφόρος, κ' έκοψε το νήμα της ζωής του + το γέρικον η λύπη του. Εάν εζούσε τώρα, + θα τον απέλπιζεν αυτό το θέαμα, και ίσως + τον αγαθόν του άγγελον θα τον εβλασφημούσε + και η αθλία του ψυχή θα 'πήγαινε 'ς τον Άδην. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ναι· είν' αξιοδάκρυτον. Αλλά ο Ιάγος 'ξεύρει + πως με τον Κάσιον αύτη της εντροπής την πράξιν + χίλιαις φοραίς την έκαμε. Το εξωμολογήθη + ο Κάσιος. Κ' επλήρωσε αυτή τους έρωτάς του + μ' εκείνο το τεκμήριον και δώρον της αγάπης, + που της επρωτοχάρισα· 'ς τα χέρια του το είδα· + ένα μαντίλι κεντητόν, ενθύμημα αρχαίον + που έδωσ' ο πατέρας μου 'ς την μάναν μου. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Θεέ μου, + Θεέ μου παντοδύναμε! + +ΙΑΓΟΣ + Σιώπησε σου λέγω. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Θα τα ειπώ, θα τα ειπώ. Να σιωπήσω; Όχι! + Ελεύθερη 'σάν τον Βορειάν θα πεταχθή η φωνή μου! + Κι' ο Ουρανός, κ' οι άνθρωποι, κ' οι διάβολοι, τα πάντα, + κι' αν κράζουν όλα εντροπή 'ς εμένα, θα λαλήσω! + +ΙΑΓΟΣ + Σου λέγω, έσο γνωστική και πήγαινε 'ς το σπίτι. + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Δεν σε ακούω. + + (Ο Ιάγος την απειλεί σύρων το ξίφος). + +ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ + Εντροπή! Σπαθί, εις μιαν γυναίκα! + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Ω Μαύρε συ ανόητε! Εκείνο το μαντίλι + το ηύρα κατά σύμπτωσιν και το 'δωσα τ' ανδρός μου, + αφού αυτός πολλαίς φοραίς, μ' επιμονήν μεγάλην + που τέτοιον πράγμ' ασήμαντον δεν ήξιζε βεβαίως, + μ' εθερμοπαρακάλεσε να της το κλέψω. + +ΙΑΓΟΣ + Βρώμα! + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Εκείνη εις τον Κάσιον να το χαρίση! Όχι! + Το ηύρα' γώ, ώρα κακή! και το 'δωσα τ' ανδρός μου. + +ΙΑΓΟΣ + Ω βρώμα, λέγεις ψεύματα! + +ΑΙΜΙΑΙΑ + Μα τον Θεόν δεν λέγω, + μα τον Θεόν μου, ψεύματα δεν λέγω, άρχοντές μου! + Ω συ, ανόητε φονηά! Τι ήθελε να πάρη + ένα μωρόν ωσάν κ' εσέ τέτοια καλή γυναίκα! + + (Ο ΙΑΓΟΣ πληγόνει την ΑΙΜΙΛΙΑΝ και φεύγει δρομαίος). + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Πώς τώρα δεν πετροβολεί εδώ τους κεραυνούς του + ο Ουρανός! Παμπόνηρε! + +ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ, (δεικνύων την Αιμιλίαν). + Κλονίζεται· θα πέση· + Ιδέτε! Την γυναίκα του εσκότωσ' ο αχρείος! + +ΑΙΜΙΛΙΑ + 'Σ το πλάγι της Κυρίας μου ξαπλώσατε κ' εμένα. + +ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ + Την 'σκότωσε κ' εξέφυγε! + +ΜΟΝΤΑΝΟΣ + Αισχρός κακούργος είναι! + Το ξίφος τούτο φύλαξε· το 'πήρ' από τον Μαύρον. + Απ' έξω έλα, φύλαγε την θύραν. Πρόσεχέ τον. + Μη τον αφήσης ζωντανόν από εδώ να φύγη. + Τον άλλον δαίμονα εγώ να κυνηγήσω τρέχω. + + (Εξέρχονται ο ΜΟΝΤΑΝΟΣ και ο ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ). + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ούτε ανδρείος είμαι καν, και μέσ' από τα χέρια + το πρώτον σάψαλον 'μπορεί να πάρη το σπαθί μου! + Πλην αφού πάγ' η αρετή και η τιμή ας πάγη, + και όλα! + +ΑΙΜΙΛΙΑ + Τι επρόλεγεν εκείνο το τραγούδι; + Μ' ακούεις, ω Κυρία μου; 'Μπορείς να με ακούσης; + Ιδού· κ' εγώ με μουσικήν να ξεψυχήσω θέλω, + 'σάν κύκνος. Ω! ι τ ι ά, ι τ ι ά! — Αγνή, ω Μαύρε, ήτο. + Μαύρε σκληρέ, ηγάπησεν εσένα κι' όχι άλλον. + Να μην ιδώ παράδεισον, αν δεν σου λέγω αλήθειαν. + Ό,τι πιστεύω σου λαλώ με την ψυχήν 'ς το στόμα. + + (Αποθνήσκει). + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ακόμη μου ευρίσκεται έν όπλον εδώ μέσα· + ένα σπαθί Ισπανικόν, 'ς το κρύσταλλον βαμμένον. + Το ηύρα· να το. — Άνοιξε. Θέλω να έβγω, θείε. + +ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ (Έξωθεν). + Θα το πληρώσης ακριβά εάν το δοκιμάσης. + Δεν έχεις όπλον πρόσεχε και ίσως κακοπάθης. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Έμβα λοιπόν να με ιδής και να σου ομιλήσω· + ή και γυμνός και άοπλος επάνω σου θα πέσω! + +ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ (Εισερχόμενος). + Τι θέλεις; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Κύτταξέ μ' εδώ. Κρατώ σπαθί 'ς το χέρι + 'ς την μέσην του δεν έζωσε ποτέ του στρατιώτης + καλλίτερον. Ήτο καιρός και είδα την ημέραν, + που το καλόν αυτό σπαθί 'ς αυτό το μικρόν χέρι + εμπόδια θα έκοπτε τον δρόμον να μ' ανοίξη, + μεγάλα είκοσι φοραίς 'σαν το εμπόδιόν σου! + Πλην, μάταια καυχήματα! Την Μοίραν ποιος ορίζει; + Δεν είμαι τώρα τίποτε. Να φοβηθής δεν έχεις, + και ας κρατώ και το σπαθί ολόγυμνον 'ς το χέρι. + Του ταξειδιού μου είν' εδώ το τέλος και η άκρη· + εδώ, εδώ το ύστερον πανί μου αρμενίζει! + Τι 'πίσω ετραβήχθηκες; Ο φόβος σου του κάκου. + Καμώσου ότι χύνεσαι 'ς το στήθος του Οθέλλου· + θα τον ιδής να τραβηχθή. Ο Μαύρος πού να' πάγη; + + (Προς το πτώμα της Δυσδαιμόνας.) + + Να σε ιδώ πώς φαίνεσαι; Δυστυχισμένη νέα! + Ωσάν το σάβανον χλωμή! Όταν ενταμωθώμεν + 'ς την κρίσιν μας την ύστερην, αυτή σου η χλωμάδα + θα μου κρημνίση την ψυχήν απ' τ' Ουρανού τα ύψη + να την αρπάξουν Δαίμονες! Κόρη μου! Κρύα, κρύα! + Ωσάν το μάρμαρον αγνή και κρύα!... Κολασμένε! + Ω! διώξατέ με, Δαίμονες, με ξύλα, με μαχαίρια, + κ' εβγάλετέ με απ' αυτήν την ουρανίαν θέαν! + Ω! ρίξετέ με να χαθώ εις την ανεμοζάλην! + 'ς του θειαφιού ολόγυμνον ταις φλόγαις ψήσατέ με! + Βουτήξατέ μ' εις πέλαγος από φωτιάν λυωμένην! + Ω Δυσδαιμόνα μου! Νεκρά, νεκρά — ω Δυσδαιμόνα! + + (Εισέρχονται ο ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ, ο ΜΟΝΤΑΝΟΣ, ο ΚΑΣΙΟΣ επί φορείου, + και αξιωματικοί συνοδεύοντες τον ΙΑΓΟΝ αλυσσόδετον.) + +ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ + Πού είναι ο ταλαίπωρος αυτός ο μανιώδης; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Αυτός που ήτο μιαν φοράν Οθέλλος; Εδώ είμαι. + +ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ + Πού είν' εκείν' η έχιδνα; Πού είναι ο κακούργος; + + (Ο ΙΑΓΟΣ φέρεται έμπροσθεν της σκηνής). + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Θέλω τα πόδια σου να ιδώ... πλην είναι παραμύθια. (39) + Δεν ημπορώ, ο Σατανάς αν ήσαι, να σε σφάξω. + + (Εφορμά και πληγόνει τον ΙΑΓΟΝ.) + +ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ + Α! πάρετέ του το σπαθί! + +ΙΑΓΟΣ + Τα αίματά μου τρέχουν, + αλλά δεν μ' εθανάτωσε. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Δεν το λυπούμαι· όχι· + έχω καλλίτερα να ζης· 'ς την γνώμην την 'δικήν μου + ο θάνατος ευτύχημα μου φαίνεται. + +ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ + Οθέλλε, + εσύ, που ήσουν μιαν φοράν τόσον καλός, και τώρα + 'ς τα δίκτυα έπεσες ενός κατηραμένου σκύλου, + τι περιμένεις να σε 'πή ο κόσμος; + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ό,τι θέλει· + και δολοφόνον ας με 'πούν, πλην έντιμον, διότι + τα πάντα χάριν της τιμής και όχι από έχθραν (40) + τα έκαμα. + +ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ + Ο άθλιος αυτός μας είπεν, ότι + εσυμφωνήσατε μαζή τον φόνον του Κασίου. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ναι. + +ΚΑΣΙΟΣ + Δεν σου έδωκ' αφορμήν ποτέ, ω στρατηγέ μου, + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Και σου ζητώ συγχώρησιν, διότι σε πιστεύω... + + (Προς τον Λοδοβίκον). + + Παρακαλώ, τον δαίμονα ερώτησέ τον τούτον, + να παγιδεύση διατί και σώμα και ψυχήν μου; + +ΙΑΓΟΣ + Μη μ' ερωτήσης τίποτε. Ηξεύρεις ό,τι 'ξεύρεις· + διότι απ' εδώ κ' εμπρός δεν θα προφέρω λέξιν. + +ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ + Τι; ούτε να προσευχηθής; + +ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ + Το στόμα θα σ' ανοίξουν τα βάσανα. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Καλλίτερα να κάμης όπως λέγεις. + +ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ + Να σ' εξηγήσω χρεωστώ πώς κάθε τι συνέβη, + που δεν τα 'ξεύρεις βέβαια. Αυτό εδώ το γράμμα + 'ς του Ροδερίκου του νεκρού το φόρεμα ευρέθη, + καθώς κι' αυτό το γράμμα του. Το πρώτον φανερόνει, + ότι επήρ' επάνω του τον φόνον του Κασίου + ο Ροδερίκος. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Μιαρέ! + +ΚΑΣΙΟΣ + Τι μαύρη προδοσία! + +ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ + Ιδού και τ' άλλο γράμμα του, παράπονα γεμάτον. + Ήτο επάνω του κι' αυτό. Ο Ροδερίκος τούτο + εσκόπευεν ως φαίνεται 'ς τον Ιάγον να το στείλη, + αλλ' εις το αναμεταξύ επρόκαμεν εκείνος + και τον μετέπεισε. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Ω συ, φαρμακερέ κακούργε! + Πλην το μαντίλι, Κάσιε, της γυναικός μου ήτο. + Πώς έτυχε 'ς τα χέρια σου; + +ΚΑΣΙΟΣ + 'Σ το σπίτι μου το ηύρα. + Και μας το εμαρτύρησεν ο ίδιος προ ολίγου, + πως τ' άφησεν επίτηδες εκεί διά σκοπούς του, + και ότι του επέτυχε καθώς επεθυμούσε. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Μωρός εγώ! Μωρός, μωρός! + +ΚΑΣΙΟΣ + Και εις το ίδιον γράμμα + 'ς τον Ιάγον με παράπονον ο Ροδερίκος γράφει, + πως να τον βάλη 'ς την φρουράν μαζή μου να μαλώση + τότε που έγειν' αφορμή να χάσω τον βαθμόν μου. + Κ' ενώ τον ενομίζαμεν νεκρόν τον Ροδερίκον, + πριν ξεψυχήση 'μίλησε: τον έβαλεν ο Ιάγος + να με σκοτώση, και αυτόν τον 'σκότωσεν ο Ιάγος. + +ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ (προς τον Οθέλλον.) + Πρέπει να φύγης απ' εδώ και να μας συνοδεύσης. + Σου αφαιρείται η αρχή και το αξίωμά σου, + και εις την Κύπρον 'ς το εξής ο Κάσιος ορίζει. + Ως προς τον άνομον αυτόν, ό,τ' η σκληρότης 'ξεύρει + ό,τ' ημπορεί πλειότερον να καταβασανίζη + και ζωντανόν να τον κρατή, θα έχη να το πάθη. + + (Προς τον Οθέλλον.) + + Θα μείνης εις τα σίδερα φυλακισμένος, έως + το έγκλημά σου να κριθή από την εξουσίαν + της Βενετίας. Πήγαινε. — Σεις οδηγήσατέ τον. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Σιγά. Προτού να φύγετε θέλω να' πώ δυο λέξεις. + Κάπως εδούλευσα εγώ το Κράτος, και το 'ξεύρει. + Ας ήναι. — Σας παρακαλώ, 'ς τα γράμματά σας τώρα, + που θ' αναφέρετε αυτά τα θλιβερά συμβάντα, + περί εμού παρακαλώ να γράψετε ως είμαι· + μη τίποτε μικραίνετε, αλλά και εις κακίαν + μη τίποτ' αποδώσετε. Να γράψετε δι' ένα + οπού ηγάπησε πολύ, αν όχι και με γνώσιν + δι' ένα, οπού εύκολα δεν 'ζήλευεν, αλλ' όμως + αφού ν' ανάψη έτυχεν, επήγεν ως την άκρην + δι' ένα, που 'τυφλώθηκε και 'σάν τον Ιουδαίον + επέταξ' απ' το χέρι του ένα μαργαριτάρι, + που ήξιζε πλειότερον απ' όλην την φυλήν του· (41) + δι' ένα, που τα 'μάτια του πεσμέν' από την λύπην, + αν ίσως κι' ασυνείθιστα ως τώρα να βουρκόνουν, + σταλάζουν δάκρυα πικρά, καθώς της Αραβίας + το δένδρον στάζει τον χυμόν, που ταις πληγαίς ιατρεύει. + Αυτά να γράψετε, αυτά. Και να ειπήτ' ακόμη, + ότι οπόταν μιαν φοράν εις το Χαλέπι μέσα + μου έτυχ' ένας άπιστος σαρικωμένος Τούρκος, + κ' εκτύπησ' ένα Βενετόν κ' επρόσβαλε το Κράτος, + απ' τον λαιμόν τον ήρπασα τον βρωμισμένον σκύλον + κ' ιδού πώς τον 'μαχαίρωσα. + + (Αυτοχειριάζεται). + +ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ + Ημέρα των αιμάτων! + +ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ + Χαμένοι λόγοι ό,τι 'πή κανείς. + +ΟΘΕΛΛΟΣ + Πριν σε σκοτώσω, + σ' εφίλησα, γυναίκα μου. Θα σε ξαναφιλήσω, + κ' επάνω εις τα χείλη σου κ' εγώ ας ξεψυχήσω. + + (Αποθνήσκει επί της κλίνης). + +ΚΑΣΙΟΣ + Αυτό το επερίμενα. Αλλ' όμως εθαρρούσα + πως ήτον άοπλος. Καρδιάν, καρδιάν μεγάλην είχε! + +ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ (προς τον Ιάγον). + Ω σκύλε ασυνείδητε! Ανήμερον θηρίον, (42) + χειρότερον κι' από φωτιάν και θάλασσαν και πείναν! + Ιδέ αυτού του κρεββατιού το τραγικόν φορτίον. + Είναι τα έργα σου αυτά! Τα 'μάτια φαρμακεύει + η θέα. Ας την κρύψωμεν. — + + (Σύρονται τα παραπετάσματα της κλίνης). + + Και τώρα, Γρατιάνε, + κλείσε το σπίτι. Φύλαξε τα πράγματα του Μαύρου + και την περιουσίαν του, διότι σου ανήκουν. — + Και εις εσέ, διοικητά, να τιμωρήσης μένει + αυτόν τον καταχθόνιον. Την ώραν να ορίσης, + το μέρος, και τα βάσανα· φρικτά να του τα κάμης! + Κ' εγώ ευθύς αναχωρώ, 'ς το Κράτος ν' αναφέρω + το πράγμα τούτο το βαρύ με την βαρειάν καρδιάν μου. + + (Απέρχονται). + + + + +ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ + + + +(1) Η τραγωδία του _Οθέλλου_, εδημοσιεύθη το πρώτον κατά το 1622 +μ.Χ., αλλά κατά τας εικασίας των νεωτέρων σχολιαστών εγράφη περί το +1602 ή το 1604. Τινές θεωρούσι αυτήν κατά τινα έτη μεταγενεστέραν. +Όπως δήποτε εγράφη δέκα τουλάχιστον έτη μετά την τραγωδίαν «του +Ρωμαίου και της Ιουλιέτας,» ο εστί κατά την ακμήν της ποιητικής του +Σαικσπείρου ενεργείας· θεωρείται δε δικαίως ως έν των +αριστουργημάτων του Άγγλου ποιητού. «Εξ απάντων αυτού των δραμάτων, +ως λέγει ο Γερβίνος, ουδέν τοσούτον εξεγείρει το ενδιαφέρον του +αναγνώστου ή του θεατού, όσον ο Οθέλλος· τούτο δε, διότι η μεν +πλοκή δεν είναι ουδαμώς περιπεπλεγμένη, η δ' έννοια είναι απλή και +η πράξις περιστρέφεται περί έν και μόνον μέγα πάθος, ούτινος την +αρχήν, την ανάπτυξιν, και τας περιπετείας ακολουθούμεν άνευ +διακοπής, καθ' όλην αυτού την διάρκειαν.» + +Και ταύτης δε της τραγωδίας η υπόθεσις ελήφθη εξ ιταλικής πηγής, εκ +των εκατομμύθων, (Hekatomithi) του Giraldi Cinthio. Επειδή δε +ουδεμία Αγγλική μετάφρασις του Ιταλού τούτου μυθογράφου περιεσώθη, +εικάζεται, ότι ο Σαικσπείρος ανέγνωσε αυτόν εν πρωτοτύπω. Αλλά και +εξ ετέρων τεκμηρίων εξάγουσί τινες το συμπέρασμα, ότι κατείχεν ο +μέγας δραματουργός την γνώσιν της Ιταλικής. + +(2) Αι πρώται του Οθέλλου εκδόσεις φέρουσι το πρώτον της τραγωδίας +ημιστίχιον ως εξής: «Never tell me.» Εις τας μετά ταύτα εκδόσεις +προσετέθη η λέξις Tush, και ούτω τινές των νεωτέρων εκδόσεων +φέρουσι: Tush, never tell me. Τούτο ο πρώτος Γάλλος μεταφραστής +Letourmeur εξήγησε: ne m' en parlez jammais. Μετ' αυτόν δε ο F.V. +Hugo (ως και ο Alfred de Vigny εις την έμμετρον αυτού μετάφρασιν), +εξήγησαν κατά τον αυτόν τρόπον το χωρίον τούτο. Ούτω και ο Γερμανός +μεταφραστής («Sag' mir nur nichts») και οι Ιταλοί Leoni και +Valetta, την αυτήν σημασίαν έδωκαν εις τας πρώτας ταύτας του +Ροδερίκου λέξεις. Αλλ' αι τρεις αύται λέξεις επιδέχονται και +διάφορον εξήγησιν, παραφραζόμεναι Αγγλιστί ως εξής: «never to have +told me.» Τούτο ήθελον εκφράσει οι Γάλλοι γράφοντες parler εν +απαρεμφάτω αντί της προστακτικής: Ne m' en parler jammais! όπερ +έχει πάντη αλλοίαν έννοιαν του «ne m'en parlez jammais. + +Εθεώρησα αναγκαίαν την επεξήγησιν ταύτην προς διεκδίκησιν της +μεταφράσεώς μου απέναντι των προτιθεμένων να παραβάλωσι αυτήν προς +ετέρας μεταφράσεις, όπως πείσω αυτούς, ότι δεν προέβην άνευ κόπου +και μελέτης εις την εξελλήνισιν των δυσκόλων του ποιητού χωρίων. +Αλλά δεν επαγγέλομαι, ότι επέτυχον πάντοτε και παντού εις την +κατάληψιν αυτών. Η δε δυσκολία περί την μεθερμήνευσιν των τριών +τούτων μονοσυλλάβων λέξεων, έστω ελάχιστον δείγμα των δυσκολιών, +προς ας ο μεταφραστής έχει να παλαίση, προς δε και δικαιολόγησίς +του, αν πού κατεβλήθη υπ' αυτών. Άλλως τε εις την μετάφρασιν των +τριών τούτων τραγωδιών η προσπάθειά μου ήτο, να μεταφράσω ακριβώς +την έννοιαν του κειμένου, αλλ' αποκαθιστών αυτό καταληπτόν εις τον +Έλληνα αναγνώστην. Ίσως δε χάριν του δευτέρου, διεκινδύνευσεν εστίν +ότε του πρώτου η επίτευξις. Αλλά περί τούτου άλλοι θα κρίνωσι. + +(3) Ως προς την συγκάλυψιν ή μετρίασιν των βωμολοχιών του Αγγλικού +κειμένου, παραπέμπω τον αναγνώστην εις την σημείωσιν (4) της +προλαβούσης τραγωδίας. + +(4) Οι Τούρκοι κατέκτησαν την Κύπρον από των Βενετών το 1571 μ.Χ, +ήτοι 30 περίπου έτη προ της εποχής, καθ' ην ο Σαικσπείρος έγραφε τον +Οθέλλον. Ώστε κατά την παιδικήν αυτού ηλικίαν ήκουσε βεβαίως ο +ποιητής αντηχούσαν εν Αγγλία την φήμην της αλώσεως της χριστιανικής +εκείνης νήσου. + +(5) Sagitary Αγγλιστί. Κατά τους σχολιαστάς τούτο ήτο παράρτημα του +εν Βενετία ναυστάθμου, χρησιμεύον ως κατάλυμα αξιωματικών. Επί της +θύρας δ' αυτού υπήρχε ξόανον τοξότου. Ένθεν η ονομασία του +οικοδομήματος. Ίσως το «Ναυαρχείον» ευλόγως θεωρηθή ως ελευθέρα +μάλλον της λέξεως μετάφρασις. + +(6) Επί Σαικσπείρου η μαγεία ήτο έγκλημα τιμωρούμενον υπό του νόμου. +Μετά την πρώτην έτι παράστασιν του Οθέλλου, ο της Αγγλίας βασιλεύς +Ιάκωβος Α' εξέδοτο νομοθέτημα, καθ' ο οι αναδεικνυόμενοι ένοχοι +χρήσεως φίλτρων ή μαγείας προς έμπνευσιν έρωτος παρανόμου, +ετιμωρούντο κατά πρώτον διά φυλακίσεως. Η δ' επανάληψις του +εγκλήματος ηδύνατο να επιφέρη εις τον ένοχον και θανάτου ποινήν. +Ώστε, η κατηγορία του Βραβαντίου είχεν ως προς τους πρώτους της +τραγωδίας θεατάς σημασίαν, την οποίαν την σήμερον δεν +καταλαμβάνομεν. Και εν Βενετία δε ο νόμος προέβλεπε και ετιμώρει +την χρήσιν φίλτρων ερωτικών, «maleficii amatorii». + +(7) Ο Δόγης και οι γερουσιασταί δεν ηδύναντο να λησμονήσωσιν, ότι η +Ρόδος ήτον ήδη Τουρκική, καθ' ην εποχήν εκινδύνευον οι Βενετοί ν' +απολέσωσι την Κύπρον. Η Ρόδος ηλώθη τω 1522 μ.Χ. υπό των Τούρκων. +Έκτοτε δε οι μεν ιππόται εγκατέστησαν εν Μελίτη, οι δε Τούρκοι +ανενοχλήτως κυριεύουσιν αυτής. Τοιούτου είδους λάθη δεν είναι +δύσκολον ν' ανεύρη τις εις τα έργα του Σαικσπείρου. Αλλά το +προτέρημα αυτών δεν είναι η ιστορική ακρίβεια, όσον η ζωή, την +οποίαν ανευρίσκει τις εις παν ό,τι η δημιουργός φαντασία του +μεγάλου ποιητού εκυοφόρησε. Τις αναγινώσκων τον Οθέλλον δεν +φαντάζεται, ότι θα ανεύρη εν Κύπρω τα ίχνη της διαβάσεως αυτού, και +την παράδοσιν της τραγικής της Δυσδαιμόνας ιστορίας; + +(8) «Μarcus Luccicos, κατά τας πρώτας του κειμένου εκδόσεις. Το +όνομα τούτο εκδόται τινές ηθέλησαν να μεταβάλωσιν εις Μarcus +Luchese, επί λόγω, ότι η κατάληξις icos δεν είναι Ιταλική. Αλλά τις +άραγε είναι ο υπό του Δόγη ζητούμενος; Κατά πάσαν πιθανότητα Έλλην +τις εκ Κύπρου οπλαρχηγός (Estradiote), δυνάμενος, καθ' ό εντόπιος, +να δώση χρησίμους περί των της νήσου πληροφορίας. Είναι δ' +επάναγκες μήπως να φέρη Ιταλικόν ο Έλλην όνομα; Και δεν συντελεί η +κατάληξις αυτή του ονόματος προς μεθερμήνευσιν του αληθούς του +ποιητού διανοήματος, κατά την προκειμένην περίστασιν;» Ταύτα +επιφέρει Άγγλος σχολιαστής περί του Μάρκου Λουκίκου, ή μάλλον ίσως +Λουτσίκου. + +(9) Περιγραφαί τοιούτων τεράτων απαντώνται εις τας αφηγήσεις των +περιηγητών της εποχής εκείνης. Ιδίως αναφέρουσιν οι σχολιασταί, ως +πηγήν των περί τούτου του κεφαλαίου γνώσεων του Σαικσπείρου, την +κατά το 1595 δημοσιευθείσαν υπό του Sir W. Raleigh περιήγησιν εις +Γουιάναν, εν η αναφέρονται και περιγράφονται ανθρωποφάγοι, αμαζόνες +και ακέφαλοι άνθρωποι. Ώστε του Οθέλλου η αφήγησις δεν εθεωρείτο ως +πάντη μυθώδης υπό των συγχρόνων του ποιητού, μολονότι ο δύσπιστος +Ιάγος έχει τας αμφιβολίας του και αποκαλεί βραδύτερον «παραμύθια» +τας διηγήσεις του ταύτας. + +(10) Παραθέτω και ενταύθα περιεργείας χάριν την εις αρχαίαν +Ελληνικήν έμμετρον του χωρίου τούτου μετάφρασιν, ποιηθείσαν μεν υπό +του Άγγλου W. Barham, βραβευθείσαν δε εν τω του έτους 1824 +διαγωνισμώ, εν τω Πανεπιστημίω της Κανταβριγίας. (Ίδε Greek and +Latin Prize Poems of the University of Cambridge from 1814 to +1837). + +0ΘΕΛΛΩΝ. ΤΑΓΟΣ ΕΝΕΤΩΝ. + +Οθ. Εν τώδε δ' , ώσπερ και θεοίς αεί λέγω + όσ', ιμέρου πλάναισιν, εξαμαρτάνω, + ούτω τα τούδ' έρωτος, ως κόρη τ' εμού + εμοί τ' εκείνης ήλθε, πάνθ' υμίν φράσω. + +ΤΑΓ. μάλιστ', Όθελλον, ειπέ ταύθ' όπως έχει. + +Οθ. εμοί πατήρ ο της δ' ετύγχανεν φίλος + γεγώς· καλεί δε πολλάκις προς δώματα, + και του βίου με ξυμφοράς ανιστορεί, + μάχας θ', όσων μετέσχον, αστέων τ' αεί + χρήζων ακούειν δυσμενείς προσεδρίας. + Άπαντα δ' αυτώ τον λόγον διέρχομαι, + και παιδός, ως ην, μέχρι της τόθ' ημέρας. + Ενταύθα δ' ηύδων τλημονεστάτας τύχας, + και πήματ' οικτρά, ναυσί καπί γης πέδου· + χώπως επ' άτης εσχάτοισι σώζομαι + όροισι, τειχέων θανασίμοις εν εισβολαίς· + χώπως υπ' ανδρών πολεμίων αλίσκομαι, + βίον τ' έχω δούλειον· είτ' ελεύθερος + πολλήν θάλασσαν γην τ' εποίχομαι πλάνης. + κανταύθ', (οράτε μηχανάς) λέγειν παρήν + μέγιστα τ' άντρα, καβάτους ερημίας, + κρημνούς, πέτρας τε, καξισούμεν' ουρανώ + ορέων κάρηνα· και τον ωμηστήν λεών, + ανθρωποφάγους, δάπτοντας αλλήλων κρέα, + και τους υπ' ώμοις τον πελώριον βρωτούς + κράτ' αυξάνοντας. Ταύτ' άρ' εξηγουμένου + κράτ' ην πρόθυμος Δεσδεμώνη μου κλύειν. + ου μην τα γ' οίκου των δε λιμπάνει χάριν, + αεί δε, πορσύνασα κείν' όσον τάχος, + πάλιν στραφείσ' άπληστον ους παρείχε μοι. + α 'γώ νοήσας, καιρίαν αυτήν ποτε + λαβών, πόρον τιν' εύρον άψασθαι φρενών, + ώστ' εκ προθύμου καρδίας μ' αιτείν κόρην + τέλειον ειπείν της εμής πλάνης λόγον, + ης ην εκείνη βραχέα μεν πεπυσμένη, + αλλ' ουκ ακριβώς, γ', ώσθ' άπασαν ειδέναι. + Καγώ μεν ουν επήνεσ', η δε πολλάκις + τέγγει κλύουσα δακρύοις παρηίδα, + εμού τι σημαίνοντος ων νέος πότ' ων + εδυστύχησα. Πάντα δ' ως ειρημέν' ην, + μισθόν δίδωσι μυρία στενάγματα· + ως ταύτ' αληθώς, φήσι, θαύματος πλέα, + ως δ' οίκτρ' έλεξας, και ποθείν' οδύρμασιν. + και μην πεπύσθαι μηδέν ηύχετ', αλλ' όμως + ίσον λαβείν θεών ηύχετ' άνδρα· και χάριν + τώνδ' έσχεν· είπε δ' , είτιν' οίδα που φίλον + αυτής ερώντα, τονδ', άπερ καγώ, λέγειν + πάντ' εκδιδάξαι, τάλλα δ' ην πεπεισμένα. + Προς ταύτα, τάμ' εξείπον· ηράσθη δε πως + εμού μεν αύτη, των δ' έκατι συμφορών, + κείνης δ' ανήρ όδ', οίκτον ως είδον φρενών· + τοιοίς δ' έγωγε φαρμάκοις εχρησάμην· + αύτη δ' ελέγξουσ' ήδε ταύτ' εγγύς γυνή. + +(11) Ο Σαικσπείρος δεν ορίζει εις οποίαν της Κύπρου πόλιν +διαδραματίζονται τα συμβεβηκότα των τεσσάρων τελευταίων πράξεων του +Οθέλλου. Πιθανώς αι γνώσεις αυτού ως προς την γεωγραφίαν της νήσου +περιωρίζοντο εις μόνον το όνομα αυτής. Αλλά τι προς τούτο; Μη διά +λεπτομερεστέρας γεωγραφικής ακριβείας ηδύνατο να εμφυσήση πλειοτέραν +εις το προϊόν της γονίμου φαντασίας αυτού ζωήν; Ή, εάν έθετε την +σκηνήν εν Αμμοχώστω αντί αορίστως εν Κύπρω, ήθελε πλειότερον διά +τούτου συγκινήσει τους αναγνώστας ή τους θεατάς, οίτινες επί δύο ήδη +εκατονταετηρίδας και ημίσειαν εδάκρυσαν και δακρύουσιν επί της +σκληράς μοίρας της εναρέτου Δυσδαιμόνας; + +(12) Η ουρά του σολομού είχε πολλήν παρά τοις γαστριμάργοις +υπόληψιν. Κατά τον Pope, η σημασία του αρχαίου τούτου Αγγλικού +ρητού είναι, ότι ο φρόνιμος προκρίνει πρωτοκαθεδρίαν εν ταπεινώ +κοινωνικώ κύκλω, ή την δευτέραν θέσιν εν υψηλοτέρα περιωπή. + +(13) Ιδού τι περί του διαλόγου τούτου λέγει ο Ιταλός μεταφραστής Μ. +Leoni. «Μολονότι η καταφορά αύτη του Ιάγου κατά του ωραίου φύλου +φαίνεται κατά πρώτην έποψιν απρεπής και άκαιρος, ανάγκη όμως να +ομολογήσωμεν, ότι διαφαίνεται καθ' όλον τον διάλογον τούτον πολλή +τέχνη δραματική. Εν πρώτοις, αντί να θέση εις το στόμα της +Δυσδαιμόνας κοινάς εκφράσεις θλίψεως και οδυρμούς επί της κινδύνοις +του θαλασσοπορούντος Οθέλλου, παριστά αυτήν ο ποιητής ως +προσπαθούσαν να διασκεδάση την ανησυχίαν και την ανυπομονησίαν και +να υποκρύψη την αδημονίαν αυτής. Και ερωτά ούτω τον Ιάγον τι περί +γυναικών φρονεί. Ο δε Ιάγος αποκρίνεται μετά παρρησίας δήθεν και +ειλικρινείας, επί σκοπώ να εξαπατήση την Δυσδαιμόναν και τον Κάσιον +ως προς το ύπουλον του δολίου αυτού χαρακτήρος. Προσλαμβάνει λοιπόν +ύφος στρατιωτικόν δήθεν και εκφράζεται μετά πάσης αυθαδείας, ωσεί +μη δυνάμενος να υποκριθή λέγων άλλα ή όσα ενδομύχως σκέπτεται. Οι +πρώτοι κατά της Αιμιλίας υπαινιγμοί είναι προοίμιον των γενικωτέρων +κατά του ωραίου φύλου προσβλητικών αυτού εκφράσεων. Φαίνεται ωσεί +αποστρεφόμενος παν ό,τι επαινετικόν, και προκειμένου περί εκφράσεως +της ιδίας αυτού γνώμης αρνείται ευθύς εξ υπαρχής πάσαν αρετήν εις +τας γυναίκας. Ούτω δε και ο Κάσιος αυτός εξαπατάται ως προς τον +χαρακτήρα του Ιάγου. Η δε Δυσδαιμόνα, όσω ενάρετος και αν υποτεθή, +είναι όμως γυνή. Καίτοι ανήσυχος ως εκ της μη αφίξεως του συζύγου +αυτής, δεν δύναται να περιστείλη την φυσικήν αυτής επιθυμίαν του ν' +ακούση την περιγραφήν αυτής, έστω και εκ χειλέων τοιούτων +γενομένην, επί τη ελπίδι, ότι θ' ακούση ίσως εαυτήν υπερυψουμένην. +Αλλ' εξαπατηθείσα δεν απελπίζεται, και επιμένει ζητούσα τουλάχιστον +εγκώμιόν τι υπέρ της αρετής. Και παρεκτός δε τούτων πάντων, δεν +είναι ουδαμώς άτεχνος η αναβολή της επί της σκηνής παρουσιάσεως του +Οθέλλου. Ούτως η προσδοκία της εμφανίσεως αυτού υπεκκαίεται, +δίδεται δε μεγαλειτέρα εις την άφιξιν αυτού επισημότης.» Ταύτα μεν +ο Ιταλός. Ως προς δε το κυνικόν του Ιάγου συμπέρασμα (to suckle +fools and chronicle small beer), αγνοώ κατά πόσον πολλοί των +Σαικσπειριστών θα παραδεχθώσι την παράφρασίν μου. + +(14) Την αυτήν ιδέαν εκφράζει και ο Κορνάρος εν τω Ερωτοκρίτω. + + Γροικήσετε του Έρωτος θαυμάσματα που κάνει, + εισέ θανάτους εκατόν τους αγαπούν τους βάνει..... + Κάνει τον ακριβό 'φθηνό, τον άσχημο ερωτάρη, + και κάνει τον ανήμπορον άνδρα και παλλικάρι, + τον φοβιτσιάρην άφοβον, πρόθυμον τον οκνιάρη, + κάνει και τον ακάτεχον να ξεύρη κάθε χάρι. + +(15) If this poor trash of Venice whom I trash κ.τ.λ. Την σημασίαν +των κυνηγετικών τούτων όρων ο αναγνώστης δύναται να ίδη εις τας +σημειώσεις των Αγγλικών εκδόσεων. Και ενταύθα, ως και εις έτερα τινα +τοιαύτα χωρία επροσπάθησα μόνον να διατηρήσω, το κατά δύναμιν, την +εικόνα του Άγγλου ποιητού, καίτοι μη ευρίσκων όρους ακριβώς +αντιστοιχούντας προς τους του κειμένου. + +(16) Τα άσματα, άτινα ο Σαικσπείρος παρενθέτει συχνάκις εις τα +δράματα αυτού, δεν είναι πάντοτε ίδια αυτού ποιήματα, αλλά δημοτικά +στιχουργήματα, γνωστά ήδη εις τους ακροατάς, χάριν των οποίων έγραφε +τα δράματά του εκείνα. Αι δύο στροφαί, την ετέραν μόνον των οποίων +μετέφρασα ενταύθα, ελήφθησαν εκ τοιούτου ποιήματος, περισωθέντος υπό +του Percy εν τη συλλογή αυτού: Relics of ancient English Poetry. +Ούτω και το άσμα της Δυσδαιμόνης εν τη τελευταία σκηνή της Δης +πράξεως. + +(17) Συνειθίζεται εισέτι, κατ' Άγγλον σχολιαστήν, είς τινας των +αρκτικών της Αγγλίας επαρχιών κατά τας νυκτερινάς συναυλίας (waits), +αφού οι μουσικοί παιανίσωσι, ν' ανακράζωσι «Καλή ημέρα κύριε ή κυρία +δείνα.» Εις δε το επιφώνημα τούτο προσθέτουσι και την ώραν, και +οποίος είναι ο καιρός. Φαίνεται, ότι και έκτοτε επεκράτει η συνήθεια +αύτη εις την πατρίδα του ποιητού. Μετεχειρίζοντο δε τότε εις τας +τοιαύτας συναυλίας αυλούς (hautboys), όργανα άτινα «φυσούν αέρα.» + +(18) Ενταύθα γίνεται λογοπαίγνιον επί των λέξεων tale και tail, μη +μεταφράσιμον και τούτο. + +(19) which doth make + the meat it feeds on. + +Ότι ο ζηλότυπος εφευρίσκει αφορμάς προς ζηλοτυπίαν. + +(20) «Οι συλλογισμοί ούτοι του Ιάγου είναι άξιοι παρατηρήσεως. Το +ψεύδος και ο δόλος όσω και αν κατά το φαινόμενον παράσχωσιν ωφέλειαν +επί τινα καιρόν, επί τέλους αντί να προάξωσι παρεμποδίζουσι την +ευτυχίαν του προσφεύγοντος εις ταύτα. Αυτοί οι εκ του ψεύδους +ωφελούμενοι δυσπιστούσι προς τον ψευδόμενον, το δε ψεύδος +καταστρέφει την εμπιστοσύνην και ότε είναι τούτο αγάπης απόρροια +και απόδειξις. Τούτο δ' εφαρμόζεται εν μέρει και επί συνοικεσίων +αναρμόστων, άτινα γίνονται εξ απερισκέπτου γενναιοφροσύνης. Αφού +παρέλθη η πρώτη του έρωτος ορμή, επέρχεται η υποψία. Αι δε +ορμητικαί εκείναι ροπαί, αφ' ων το πρώτον επήγασε σφάλμα, φέρουσιν +εις νέα λάθη, και οι δείξαντες ότι δεν έχουσι την απαιτουμένην +φρόνησιν προς χαλίνωσιν των παθών αυτών θα υποπέσωσιν εις την +κατηγορίαν, ότι δεν έχουσι και την απαιτουμένην αρετήν, όπως +νικήσωσι τα πάθη ταύτα. » Johnson. + +(21) Eνταύθα η παρομοίωσις του κειμένου βασίζεται επί εκφράσεων και +όρων αναγομένων εις την ιερακοτροφίαν. Η ακριβολογία περί την +μετάφρασιν του χωρίου τούτου, δεν ήθελε βοηθήσει τον Έλληνα +αναγνώστην προς κατάληψιν της ιδέας του ποιητού, όστις συχνάκις +ποιείται χρήσιν τοιούτων εικόνων. Ούτω και η Ιουλιέτα ήθελε να έχη +την φωνήν του ιερακοτρόφου, όπως προσκαλέση οπίσω τον ωραίον αυτής +ιέρακα. Και οι ημέτεροι δε ποιηταί, οι γράψαντες καθ' ην εποχήν η +διά των ιεράκων θήρα ήτο εν χρήσει, συχνάκις αναφέρουσι τους +ιέρακας εις τα στιχουργήματα αυτών. Ούτως ο Ερωτόκριτος εξέρχεται + + κάθε αυγή και κάθ' αργά 'ς τ' άλογο καβαλλάρης, + και με γεράκια και σκυλιά, σαν νάτον κυνηγάρης. + +Και εν τη Βυζαντινή δ' εποποιία του Διγενούς Ακρίτα, τη εσχάτως εν +Παρισίοις υπό των κ. κ. Σάθα και Legrand δημοσιευθείση, ο πενθερός +του Ακρίτα τω προσφέρει μεταξύ άλλων δώρων και «ιέρακας καν δώδεκα +μουτάτους.» (στ : 1,395). Άλλως τε εις τους Βυζαντινούς οφείλεται +και τούτο το συμπλήρωμα του μεσαιωνικού της Δύσεως πολιτισμού. Ο +Jean de Francières ο κατά τον 15ον αιώνα πρώτος γράψας γαλλιστί +συστηματικόν ιερακοσόφιον, ομολογεί εν προοιμίω, ότι συνέγραψε +τούτο επί τη βάσει του Ελληνικού ιερακοσοφίου του Αγαπητού +Κασσιανού. Ο Ρόδιος ούτος διετέλεσε ιερακοτρόφος των μεγάλων +Μαγίστρων του εν τη πατρίδι αυτού άρχοντος τότε τάγματος των +ιπποτών του Αγίου Ιωάννου. (Ίδε Σάθα, Νεοελληνικήν φιλολογίαν, σελ: +109.) Δεν είναι δε, ως φαίνεται, ο Κασσιανός ο μόνος συγγραφεύς +ιερακοσοφίων Έλλην. Παρά του Κου Σάθα πληροφορούμαι, ότι διεσώθησαν +πολλά χειρόγραφα Βυζαντινών τοιούτων ιερακοσοφίων, άτινα ούτε +εδημοσιεύθησαν, ούτε εξητάσθησαν μέχρις ώρας. + +(22) Πολλά εγράφησαν περί του χρώματος του Οθέλλου. Το επίθετον +χειλάς (thick-lips), διά του οποίου χαρακτηρίζει αυτόν ο Ροδερίκος, +ενισχύει προ πάντων τους θέλοντας να παραστήσωσι αυτόν ως καθ' εαυτό +Αιθίοπα. Εξ άλλου, η λέξις Μoor, Μαύρος, ισοδύναμος προς το Άραψ ή +Μαυριτανός, υποβοηθεί τους διεκδικούντας την καλαισθησίαν της +Δυσδαιμόνας και μη ανεχομένους, ότι ο τοσούτον εις εκείνην εμπνεύσας +έρωτα ηδύνατο να έχη γνησίαν Αιθίοπος μορφήν. Μεταξύ των τελευταίων +τούτων συγκαταριθμείται ο Γάλλος μεταφραστής Francois Victor Hugo, +όστις ανακράζει μετ' αγανακτήσεως: + + «Όχι! Ό,τι και αν λέγωσιν οι επικριταί εν + »Γερμανία και εν Αμερική, δεν ήτο Αιθίοψ ο εραστής της + »θυγατρός των Δογών. Επί της ευγενούς του Οθέλλου όψεως + »ο Σαικσπείρος επέρριψε το χρώμα της δείλης, ουχί το της + »νυκτός!» + +(23) Η έλλειψις ιδίας λέξεως εν τη κοινή (ή η άγνοιά μου λέξεως +τοιαύτης) προς διάκρισιν του φρύνου από του βατράχου, έστω η +δικαιολόγησίς μου δια την ληφθείσαν ενταύθα ελευθερίαν, του να +μεταβάλω εις σαύραν τον φρύνον. + +(24) Το όνομά μου. Αι πλείσται των νεωτέρων εκδόσεων (λέγει Άγγλος +σχολιαστής) φέρουσι: το όνομά της: her name. Αλλ' η τοιαύτη του +κειμένου γραφή αντίκειται εις την αληθή του χαρακτήρος του Οθέλλου +αντίληψιν. Το αίσθημα της _τιμής_ τω αποκαθιστά αφόρητον την +υποψίαν, ότι η σύζυγος αυτού είναι ένοχος. Ουχί της Δυσδαιμόνας το +όνομα, αλλά το ιδικόν του αμαυρούται και εξευτελίζεται. Το αίσθημα +τούτο, πρώτον ήδη ενταύθα υποδεικνύμενον, επικρατεί μέχρι τέλους, +ότε αληθώς λέγει, ότι ουδέν έπραξεν εκ μίσους αλλά τα πάντα υπέρ +της τιμής. + + For nought I did in hate, but all in honour. + +Αναλογιζόμενος ότι το άσπιλον αυτoύ όνομα εμολύνθη, παραφέρεται υπό +ακρατήτου μανίας. Εζήτει απόδειξιν. Ότε δε πείθεται, ότι ητιμάσθη, +γίνεται άλλος εξ άλλου.. + + If there be cords, or knives, + poison, or fire, or suffocating streams, + I' ll not endure it. + +(25) Ατυχής και αύτη απόπειρα προς διατήρησιν του ύφους του +κειμένου, όπου ο διάλογος βασίζεται επί σειράς λογοπαιγνίων επί της +λέξεως lies; he lies= μένει, κατοικεί. Lies = ψεύδη και he lies +πάλιν = ψεύδεται. + +(26) Το αποστάζον εκ των μωμιών εκχύλισμα εθεωρείτο ως φάρμακον κατά +της επιληψίας. Καίτοι απωλέσαν την φήμην της τοιαύτης ιδιότητος, το +μυθολογικον τούτο υγρόν, λέγει Άγγλος σχολιαστής, πωλείται όμως +εισέτι είς τινα φαρμακεία, οι δε ζωγράφοι εκτιμώσιν αυτό προς +χρωματισμόν σκιών. + +(27) Ούτω και το δημοτικόν δίστιχον: + + «Εσείς οι νέοι τόχετε, το δένδρον ν' αγαπάτε, + κι' απόντες φάτε τον καρπόν, το δένδρον λησμονάτε.» + (Passow. Disticha Νο 321.) + +(28) Ούτω και εν Ερωτοκρίτω (σελ: 241). + + «Αν και βαρής 'ς την χέρα σου τόνα δαχτύλι μόνον, + γροικάς εις όλον το κορμί το βάρος και τον πόνον.» + +(29) Κατ' αρχαίαν Αγγλικήν πρόληψιν, οι κόρακες περιίπταντο άνωθι +των οικιών, ένθα μόλυσμά τι υπήρχε. + +(30) «Το επιφώνημα τούτο του Οθέλλου μαρτυρεί την δραματικήν του +Σαικσπείρου τέχνην. Ότε πρώτον ο Ιάγος (εν σκηνή Γ' της τρίτης +πράξεως) προσπαθεί να εξάψη την ζηλοτυπίαν του Οθέλλου, ούτος δε +ζητεί αποδείξεις, ο Ιάγος αποκρίνεται, ότι είναι δύσκολον να τω φέρη +απόδειξιν οίαν ζητεί, και αν έτι οι δύο ερωμένοι ήσαν + +«Ωσάν τους τράγους βιαστικοί, ζεστοί 'σάν τους πιθήκους.» + +Αι λέξεις εκείναι αντηχούσιν έτι εις τα ώτα του Οθέλλου, όστις +πεπεισμένος ήδη περί της απιστίας της συζύγου αυτού, απέρχεται άλλος +εξ άλλου, εκφωνών τας λέξεις ταύτας ωσεί έλεγε: Είχε δίκαιον ο +Ιάγος· το βλέπω τώρα, ότι είναι ωσάν πίθηκοι και τράγοι!» Malone. + +(31) Η Αιμιλία έχει, ως φαίνεται, την κακήν του ωτακουστείν +συνήθειαν. Άλλως θα ηγνόει οποίας λέξεις απηύθυνε προς την ατυχή +αυτού σύζυγον ο Οθέλλος. + +(32) Εις τας Αγγλικάς εκδόσεις δεν σημειούται ενταύθα νέα σκηνή, +ούτε μεταβολή σκηνογραφίας. Αλλ' ο Ιάγος και ο Ροδερίκος δεν +ηδύναντο ευκόλως να συναντηθώσιν εντός της κατοικίας αυτής του +Οθέλλου, όπως κατ' αυτού συνομόσωσι. Καθ' α παρατηρεί ο Γάλλος +μεταφραστής Fr. V. Hugo, η μεταβολή σκηνής διορθοί την δυσκολίαν +ταύτην. Δεν ετόλμησα όμως να παραδεχθώ την τοιαύτην διόρθωσιν και +να διχοτομήσω την σκηνήν, εναντίον της γενικής των Άγγλων εκδοτών +παραδόσεως. + +(33) Παρενθέτω ενταύθα τους στίχους του Σολωμού. Διά της μεταφράσεώς +του ο μέγας της Ζακύνθου ποιητής έδωκε δια παντός την Ελληνικήν +αυτού μορφήν εις το άσμα της Δυσδαιμόνας. + +(34) Ο Ιάγος επλήγωσεν εκ προθέσεως τον Κάσιον κατά τον μηρόν, αφού +ήκουσεν αυτού λέγοντος, ότι έχει άτρωτον τον θώρακα. + +(35) «Ο μονόλογος ούτος αποκαθίσταται σκοτεινός ως εκ της συντομίας +αυτού. Η έννοια, νομίζω, είναι η εξής: Ιδού εγώ ενταύθα, λέγει ο +Οθέλλος καθ' εαυτόν, καταβεβλημένος υπό φρίκης. Τις ο λόγος της +ταραχής μου; Ο δισταγμός μου προς τιμωρίαν της ενόχου; ή ο φόβος μη +χύσω αίμα; Ουχί. Δεν με καταβάλλει η πράξις αύτη, αλλά το αίτιον +ένεκα του οποίου διαπράττεται!» Johnson. Είς των επιτυχεστέρων κατά +τους τελευταίους τούτους χρόνους διερμηνευτών του προσώπου του +Οθέλλου επί της Αγγλικής σκηνής έδιδε, καθ' α πληροφορούμαι, ετέραν +εις το χωρίον τούτο εξήγησιν. Εισήρχετο εν τω θαλάμω της κοιμωμένης +Δυσδαιμόνας κρατών κάτοπτρον ανά χείρας. Βλέπων δ' εν αυτώ το μέλαν +πρόσωπόν του ανέκραζε: «Το αίτιον! Τούτο είναι το αίτιον!» +Επαναλαμβάνων δ' εν τω τρίτω στίχω τας λέξεις ταύτας έρριπτε μετ' +απελπισίας το κάτοπτρον κατά γης και συνέτριβεν αυτό. + +(36) Αποσπώ την εξής περικοπήν εκ της του Γερβίνου φιλοσοφικωτάτης +του όλου δράματος αναλύσεως. «Ο Οθέλλος αποφασίζει τον φόνον της +συζύγου του, μεθ' όσης αταραξίας ήθελε καταδικάσει αυτήν εις +θάνατον, εάν επείχε θέσιν απλώς δικαστού. Αλλά τούτο δεν καταπνίγει +εν αυτώ τα αισθήματα του ανδρός, του συζύγου· ουδέ σμικρύνει την +συναίσθησιν της γενομένης εις την τιμήν και εις τον έρωτα αυτού +προσβολής. Όπως υπό την ιδίαν αυτού έποψιν εννοήσωμεν τους λόγους +της αποφάσεώς του, ανάγκη να αναπολήσωμεν μεθ' οπόσης αυστηρότητος +εξετέλει τα προς την εν Βενετία αρχήν καθήκοντα αυτού και μεθ' +οπόσης πειθαρχικής αμεροληψίας ετιμώρησε του Κασίου το ατόπημα... +Ηθέλησε να παραδειγματίση τον Κάσιον ουχί υπό της οργής κινούμενος, +αλλ' υπό της φρονήσεως και υπό του αισθήματος του καθήκοντος. Κατ' +εκείνην την περίστασιν, ότε η ψυχή αυτού ούτε υπό έρωτος ούτε υπό +ζηλοτυπίας επηρεάζεται, τιμωρεί τον Κάσιον, ως ήδη τιμωρεί την +Δυσδαιμόναν. Ναι μεν και τότε και ήδη παροργίζεται. Ήδη πιστεύει, +ότι έχει αποδείξεις της συζυγικής της Δυσδαιμόνας απιστίας. Αλλά το +καθήκον ουχί η οργή κινεί την τιμωρόν αυτού χείρα. Δεν τον ωθεί, +λέγει εν τω μονολόγω αυτού το πάθος, αλλά το αίτιον. Ουδέ τον +αναχαιτίζει η σκέψις μη μετανοήση αφού φονεύση αυτήν. Η θέα του +κάλλους της κοιμωμένης Δυσδαιμόνας συγκινεί αυτόν μέχρι δακρύων, +αλλά δεν κλονίζει την απόφασίν του. Γοητεύεται υπό ηδυπαθείας +ασπαζόμενος αυτήν και αισθανόμενος την ευώδη αναπνοήν, ήτις πείθει +σχεδόν αυτόν να θραύση το ξίφος της Δικαιοσύνης, αλλά μένει +ακλόνητος. Υψηλή τις Δικαιοσύνη ενυπάρχει εις τα σκληρά αυτού +δάκρυα. Η λύπη του είναι καθώς ο Ουρανός· παιδεύει όπου αγαπά.» +(Gervinus, Shakespeare Commentaries. σελ. 542). + +(37) Ο Οθέλλος έρχεται με την απόφασιν να μη χύση το αίμα της +συζύγου αυτού και πνίγει αυτήν διά του προσκεφαλαίου, διά του +οποίου κρύπτει συγχρόνως και το πρόσωπον αυτής, όπως μη το βλέπη +και κλονισθή. Αλλά διά να μη προμακρύνηται η αγωνία αυτής, καθόσον +δεν είχεν εντελώς θανατωθή διά της ασφυξίας, προσφεύγει εις την +μάχαιραν αυτού και την πληγόνει θανασίμως. Αι πληγαί αύται +αποκαθιστώσι πιθανήν την προφοράν των λέξεων, τας οποίας προ του +θανάτου αυτής λέγει. Άλλως, εάν η πρώτη του προσκεφαλαίου απόπειρα +επετύγχανε, δεν ηδύνατο να λαλήση πλέον. Εις τας Αγγλικάς του +κειμένου εκδόσεις ουδεμία συνήθως προστίθεται προς τον ηθοποιόν +οδηγία μετά τους στίχους τούτους του Οθέλλου. + + I would not have thee linger in thy pain. + So. So. + +Ως εκ της τοιαύτης δ' ελλείψεως και σχολιασταί τινες και ηθοποιοί +αποδίδουσιν εις τον Σαικσπείρον το λάθος, ότι δήθεν η Δυσδαιμόνα +ομιλεί αφού άπαξ επνίγη. — Αλλ' οι στίχοι ούτοι φαίνονται προφανώς +μαρτυρούντες, ότι ο Οθέλλος βλέπων την Δυσδαιμόναν ζώσαν έτι και +αναπνέουσαν, αποφασίζει διά μιας να την αποτελειώση, λησμονών δε την +προτέραν αυτού απόφασιν, «της χύνει το αίμα και της χαλνά το κορμί.» + +(38) «Το πρόσωπον της Δυσδαιμόνας, λέγει ο Mezières, είναι εκ των +θελκτικοτέρων του Σαικσπείρου πλασμάτων. Κατά την διάνυσιν της +ειμαρμένης αυτής η σύζυγος του Οθέλλου δεν αναδεικνύει ούτε την +επιδεξιότητα, ούτε την δραστικότητα Ιταλίδος γυναικός, ουδέ φαίνεται +ουδαμώς ανήκουσα εις την αυτήν ως ο Ιάγος φυλήν. Αφού άπαξ υπό ενός +κυριευθή αισθήματος, καταβάλλεται και απορροφάται υπ' αυτού, ωσεί +ήτο της Άρκτου γέννημα. Ο έρως, όστις συνήθως αποκαθιστά τας +γυναίκας τοσούτον ευμηχάνους, πληροί την καρδίαν αλλά δεν εξεγείρει +την διάνοιαν αυτής. Τα συζυγικά καθήκοντα περικλείουσι πανταχόθεν +τον ορίζοντα αυτής, πέραν δε του ορίζοντος εκείνου, ουδέν βλέπει +ειμή σκότος. Ούτω δεν υποπτεύεται τους επαπειλούντας αυτήν +κινδύνους, ουδέ φροντίζει να υπερνικήση αυτούς. Δεν απητείτο πολλή +οξύνοια, όπως εννοηθώσιν οι σκοποί του Ιάγου. Αλλ' η Δυσδαιμόνα +καταβάλλεται άνευ αμύνης. Εν πλήρει αθωότητι φέρεται προς τον +σύζυγον αυτής εις τρόπον ώστε να τον παροξύνη, και παρέχει εις +αυτόν αφορμάς υποψίας, τας οποίας άλλη επιδεξιωτέρα γυνή ήθελε +διεκφύγει. Υπερασπίζεται τον Κάσιον, αναφέρει το όνομα αυτού εις +πάσαν μετά του Οθέλλου συνομιλίαν, και μέχρι της εσχάτης αυτής +πνοής έτι. Το απόνηρον αυτής γίνεται του θανάτου της η αιτία. Αλλά +το απόνηρον ήτο ανέκαθεν το ιδιάζον αυτής χαρακτηριστικόν. Κατά τον +ηθικόν νόμον, καθ' ον διελίσσονται πάντες οι εν τω Σαικσπειρείω +θεάτρω χαρακτήρες, η Δυσδαιμόνα, καίτοι αθώα, τιμωρείται ένεκα του +πρώτου αυτής παραπτώματος. Καθώς ο Ρωμαίος και η Ιουλιέτα, +υπεχώρησε και αύτη εις του πάθους την ορμήν, παρήτησε τον πατέρα, +περιεφρόνησε το καθήκον. Η κόρη, ήτις αποδιδράσκει εκ της πατρικής +οικίας, όπως παρακολουθήση τον σύζυγον, τον οποίον αυτή μόνη +εξελέξατο, δεν θα ευδαιμονήση. Η αρά του γέροντος γερουσιαστού +μένει επί της κεφαλής της Δυσδαιμόνης. «Πρόσεχε, λέγει προς τον +Οθέλλον ο Βραβάντιος· ως ηπάτησε τον πατέρα, δύναται και τον +σύζυγον ν' απατήση.» Τα πάντα όσα υπέρ του έρωτος εθυσίασεν, η +τρυφερότης, η γενναιότης αυτής, τα πάντα στρέφονται εις +καταμαρτυρίας κατ' αυτής. Καθ' ο εξ αρχής αγαπήσασα τοσούτον +αυτογνωμόνως, θα εκληφθή ως δολία κατόπιν. Παραιτεί την πατρίδα· και +επί ξένης γης, μακράν πάσης προστασίας, ακούει εαυτήν εξυβριζομένην· +βλέπει σύνοφρυν τον Οθέλλον και κυριεύεται υπό αθυμίας. Ουδεμία τη +απολείπεται πικρία. Προσβάλλεται και ο έρως και η τιμή αυτής. Η αβρά +και ευαίσθητος νέα, ήτις ούτε δυσανασχετεί ούτε παραπονείται, αλλά +προσπαθεί να εφεύρη δικαιολογήματα προς συγκάλυψιν της αδικίας του +ανδρός αυτής, κατηγορείται ως άτιμος και περιφρονείται δημοσία, +μέχρις ου επί τέλους εν τη ακμή της νεότητος θανατόνεται υπ' αυτού +εκείνου, χάριν του οποίου τα πάντα εθυσίασε. Εκ τούτου δεν έπεται, +ότι ο Σαικσπείρος καταδικάζει το ψυχικόν πάθος. Απ' εναντίας και +αισθάνεται και εμπνέει βαθείαν υπέρ των θυμάτων του τοιούτου πάθους +συμπάθειαν. Αλλ' υποδεικνύει εις ημάς πού το πάθος απολήγει, ότε +χάριν αυτού θραύονται οι κοινωνικοί δεσμοί και καταπατούνται τα +οικογενειακά καθήκοντα. (Mezières: Shakespeare, ses œuvres et ses +critiques.) + +(39) θέλει να ίδη αν ο Ιάγος ήναι τραγόπους, ως ο Διάβολος· αλλά τα +περί τούτου λεγόμενα είναι μύθοι, επιλέγει. + +(40) «Η υπερέχουσα εν τω βίω του Οθέλλου αρχή, είναι η συναίσθησις +της τιμής. Το συνοικέσιον αυτού το θεωρεί ως σύνδεσμον στηριζόμενον +επί της τιμής και της αμοιβαίας υπολήψεως. Ενταύθα έχομεν νέαν τινά +και διάφορον του έρωτος φάσιν· ουχί την ορμητικήν και ακάθεκτον +μέθην, ήτις παραφέρει τον Ρωμαίον και την Ιουλιέταν, αλλά κλίσιν +πηγάζουσαν εκατέρωθεν εξ απεριορίστου εμπιστοσύνης εις τον έντιμον +εκατέρου χαρακτήρα. Αμφότεροι, παραδιδόμενοι εις την φοράν του +αισθήματος αυτών, γινώσκουσιν εκ προκαταβολής, ότι απαιτούνται +εκατέρωθεν θυσίαι, όπως οι δύο αυτών βίοι εις έν συνενωθώσιν. Ότε δε +η υπόληψις και η εμπιστοσύνη εκλείπουσι, παύει και η ευτυχία, ήτις +επί τούτων εστηρίζετο. Την δ' ευτυχίαν εκείνην καταστρέφει η +ζηλοτυπία, ήτις έξωθεν διά σατανικών δολοπλοκιών εισχωρεί εντός της +συζυγικής ταύτης δυάδος· καθόσον εντός αυτής, και εν μέσω της +απεριορίστου εκατέρωθεν εμπιστοσύνης, δεν δύναται να παραχθή αίτιον +προς διατάραξιν της ευδαιμονίας αυτών. Όπως δ' εξεγερθή η ζηλοτυπία, +απαιτείται η δολία διαγωγή του Ιάγου, επωφελουμένου της ακακίας των +δύο συζύγων και αποδίδοντος αισχράς εννοίας εις πράγματα, άτινα η +Δυσδαιμόνα εν πλήρει αθωότητι και απειρία πράττει. Αι ελάχισται +συμπτώσεις, πράγματα, άτινα έτερός τις έχων πλειοτέραν των του +κόσμου πείραν ουδέ ήθελε παρατηρήσει, προξενούσιν εις τον απλοϊκόν +και άπειρον Οθέλλον βαθυτάτην εντύπωσιν, ότε ο δόλιος Ιάγος +πειράται να δώση εις ταύτα σημασίαν μεγαλειτέραν, αφ' όσην ηδύναντο +άλλως να έχωσι. Προσπαθεί ο δυστυχής να μην αφεθή εις το πάθος της +ζηλοτυπίας, αλλά κατακυριεύεται υπ' αυτού. Θέλει να κρίνη δικαίως +το πταίσμα της γυναικός, εις την οποίαν ενεπιστεύθη την τιμήν +αυτού. Λησμονεί, όμως, ότι είναι επισφαλές να γείνη τις συνάμα +ενάγων, κατήγορος και κριτής. Δεν είναι δολοφονία ο θάνατος της +Δυσδαιμόνης, αλλά θυσία εις την Δικαιοσύνην. Η οργή όμως παραφέρει +τον Οθέλλον, ότε η Δυσδαιμόνα εν τη συναισθήσει της αθωότητος αυτής +τε και του Κασίου, και επιλήσμων του ιδίου κινδύνου, θρηνεί του +Κασίου τον θάνατον, και τότε τελείται η δολοφονία. (W. Wagner. +Shakespeare und die neûste Kritik.) + +(41) Οι σχολιασταί διαφέρουσι ως προς την εξήγησιν του χωρίου +τούτου. Τινές μεν εκλαμβάνουσιν αυτό ως αναγόμενον εις τον Ηρώδην, +φονεύσαντα εν στιγμή ζηλοτυπίας την σύζυγον αυτού Μαριάμ, έτεροι δε +ως εις Ιουδαίον καταστρέψαντα μαργαρίτην πολύτιμον, τον οποίον δεν +εύρισκε να πωλήση κατ' αξίαν. Αλλ' ίσως άνευ σχολίων εννοείται αφ' +εαυτής η παρομοίωσις του Οθέλλου. + +(42) Ο Λοδοβίκος αποκαλεί τον Ιάγον Σπαρτιάτην κύνα: o Spartan dog! +Διατί Σπαρτιάτην; Οι κύνες της Σπάρτης ήσαν περιβόητοι διά την +ωμότητα και την εν τω διώκειν ταχύτητα. Ώστε καλείται ούτως ο Ιάγος +ως διώκων σκληρώς και μέχρι θανάτου τα ατυχή αυτού θύματα. +Οπωςδήποτε, αν μετέφραζα μετ' ακριβείας «Σκύλε της Σπάρτης,» +υποπτεύομαι, ότι δεν θα μετεφέρετο η έννοια του κειμένου εις την +μετάφρασίν μου. + + + + + +End of the Project Gutenberg EBook of Othello, by William Shakespeare + +*** END OF THIS PROJECT GUTENBERG EBOOK OTHELLO *** + +***** This file should be named 32797-0.txt or 32797-0.zip ***** +This and all associated files of various formats will be found in: + http://www.gutenberg.org/3/2/7/9/32797/ + +Produced by Sophia Canoni. First two corrections by George Canonis + +Updated editions will replace the previous one--the old editions +will be renamed. + +Creating the works from public domain print editions means that no +one owns a United States copyright in these works, so the Foundation +(and you!) can copy and distribute it in the United States without +permission and without paying copyright royalties. Special rules, +set forth in the General Terms of Use part of this license, apply to +copying and distributing Project Gutenberg-tm electronic works to +protect the PROJECT GUTENBERG-tm concept and trademark. Project +Gutenberg is a registered trademark, and may not be used if you +charge for the eBooks, unless you receive specific permission. If you +do not charge anything for copies of this eBook, complying with the +rules is very easy. You may use this eBook for nearly any purpose +such as creation of derivative works, reports, performances and +research. They may be modified and printed and given away--you may do +practically ANYTHING with public domain eBooks. Redistribution is +subject to the trademark license, especially commercial +redistribution. + + + +*** START: FULL LICENSE *** + +THE FULL PROJECT GUTENBERG LICENSE +PLEASE READ THIS BEFORE YOU DISTRIBUTE OR USE THIS WORK + +To protect the Project Gutenberg-tm mission of promoting the free +distribution of electronic works, by using or distributing this work +(or any other work associated in any way with the phrase "Project +Gutenberg"), you agree to comply with all the terms of the Full Project +Gutenberg-tm License (available with this file or online at +http://gutenberg.org/license). + + +Section 1. General Terms of Use and Redistributing Project Gutenberg-tm +electronic works + +1.A. By reading or using any part of this Project Gutenberg-tm +electronic work, you indicate that you have read, understand, agree to +and accept all the terms of this license and intellectual property +(trademark/copyright) agreement. If you do not agree to abide by all +the terms of this agreement, you must cease using and return or destroy +all copies of Project Gutenberg-tm electronic works in your possession. +If you paid a fee for obtaining a copy of or access to a Project +Gutenberg-tm electronic work and you do not agree to be bound by the +terms of this agreement, you may obtain a refund from the person or +entity to whom you paid the fee as set forth in paragraph 1.E.8. + +1.B. "Project Gutenberg" is a registered trademark. It may only be +used on or associated in any way with an electronic work by people who +agree to be bound by the terms of this agreement. There are a few +things that you can do with most Project Gutenberg-tm electronic works +even without complying with the full terms of this agreement. See +paragraph 1.C below. There are a lot of things you can do with Project +Gutenberg-tm electronic works if you follow the terms of this agreement +and help preserve free future access to Project Gutenberg-tm electronic +works. See paragraph 1.E below. + +1.C. The Project Gutenberg Literary Archive Foundation ("the Foundation" +or PGLAF), owns a compilation copyright in the collection of Project +Gutenberg-tm electronic works. Nearly all the individual works in the +collection are in the public domain in the United States. If an +individual work is in the public domain in the United States and you are +located in the United States, we do not claim a right to prevent you from +copying, distributing, performing, displaying or creating derivative +works based on the work as long as all references to Project Gutenberg +are removed. Of course, we hope that you will support the Project +Gutenberg-tm mission of promoting free access to electronic works by +freely sharing Project Gutenberg-tm works in compliance with the terms of +this agreement for keeping the Project Gutenberg-tm name associated with +the work. You can easily comply with the terms of this agreement by +keeping this work in the same format with its attached full Project +Gutenberg-tm License when you share it without charge with others. + +1.D. The copyright laws of the place where you are located also govern +what you can do with this work. Copyright laws in most countries are in +a constant state of change. If you are outside the United States, check +the laws of your country in addition to the terms of this agreement +before downloading, copying, displaying, performing, distributing or +creating derivative works based on this work or any other Project +Gutenberg-tm work. The Foundation makes no representations concerning +the copyright status of any work in any country outside the United +States. + +1.E. Unless you have removed all references to Project Gutenberg: + +1.E.1. The following sentence, with active links to, or other immediate +access to, the full Project Gutenberg-tm License must appear prominently +whenever any copy of a Project Gutenberg-tm work (any work on which the +phrase "Project Gutenberg" appears, or with which the phrase "Project +Gutenberg" is associated) is accessed, displayed, performed, viewed, +copied or distributed: + +This eBook is for the use of anyone anywhere at no cost and with +almost no restrictions whatsoever. You may copy it, give it away or +re-use it under the terms of the Project Gutenberg License included +with this eBook or online at www.gutenberg.org + +1.E.2. If an individual Project Gutenberg-tm electronic work is derived +from the public domain (does not contain a notice indicating that it is +posted with permission of the copyright holder), the work can be copied +and distributed to anyone in the United States without paying any fees +or charges. If you are redistributing or providing access to a work +with the phrase "Project Gutenberg" associated with or appearing on the +work, you must comply either with the requirements of paragraphs 1.E.1 +through 1.E.7 or obtain permission for the use of the work and the +Project Gutenberg-tm trademark as set forth in paragraphs 1.E.8 or +1.E.9. + +1.E.3. If an individual Project Gutenberg-tm electronic work is posted +with the permission of the copyright holder, your use and distribution +must comply with both paragraphs 1.E.1 through 1.E.7 and any additional +terms imposed by the copyright holder. Additional terms will be linked +to the Project Gutenberg-tm License for all works posted with the +permission of the copyright holder found at the beginning of this work. + +1.E.4. Do not unlink or detach or remove the full Project Gutenberg-tm +License terms from this work, or any files containing a part of this +work or any other work associated with Project Gutenberg-tm. + +1.E.5. Do not copy, display, perform, distribute or redistribute this +electronic work, or any part of this electronic work, without +prominently displaying the sentence set forth in paragraph 1.E.1 with +active links or immediate access to the full terms of the Project +Gutenberg-tm License. + +1.E.6. You may convert to and distribute this work in any binary, +compressed, marked up, nonproprietary or proprietary form, including any +word processing or hypertext form. However, if you provide access to or +distribute copies of a Project Gutenberg-tm work in a format other than +"Plain Vanilla ASCII" or other format used in the official version +posted on the official Project Gutenberg-tm web site (www.gutenberg.org), +you must, at no additional cost, fee or expense to the user, provide a +copy, a means of exporting a copy, or a means of obtaining a copy upon +request, of the work in its original "Plain Vanilla ASCII" or other +form. Any alternate format must include the full Project Gutenberg-tm +License as specified in paragraph 1.E.1. + +1.E.7. Do not charge a fee for access to, viewing, displaying, +performing, copying or distributing any Project Gutenberg-tm works +unless you comply with paragraph 1.E.8 or 1.E.9. + +1.E.8. You may charge a reasonable fee for copies of or providing +access to or distributing Project Gutenberg-tm electronic works provided +that + +- You pay a royalty fee of 20% of the gross profits you derive from + the use of Project Gutenberg-tm works calculated using the method + you already use to calculate your applicable taxes. The fee is + owed to the owner of the Project Gutenberg-tm trademark, but he + has agreed to donate royalties under this paragraph to the + Project Gutenberg Literary Archive Foundation. Royalty payments + must be paid within 60 days following each date on which you + prepare (or are legally required to prepare) your periodic tax + returns. Royalty payments should be clearly marked as such and + sent to the Project Gutenberg Literary Archive Foundation at the + address specified in Section 4, "Information about donations to + the Project Gutenberg Literary Archive Foundation." + +- You provide a full refund of any money paid by a user who notifies + you in writing (or by e-mail) within 30 days of receipt that s/he + does not agree to the terms of the full Project Gutenberg-tm + License. You must require such a user to return or + destroy all copies of the works possessed in a physical medium + and discontinue all use of and all access to other copies of + Project Gutenberg-tm works. + +- You provide, in accordance with paragraph 1.F.3, a full refund of any + money paid for a work or a replacement copy, if a defect in the + electronic work is discovered and reported to you within 90 days + of receipt of the work. + +- You comply with all other terms of this agreement for free + distribution of Project Gutenberg-tm works. + +1.E.9. If you wish to charge a fee or distribute a Project Gutenberg-tm +electronic work or group of works on different terms than are set +forth in this agreement, you must obtain permission in writing from +both the Project Gutenberg Literary Archive Foundation and Michael +Hart, the owner of the Project Gutenberg-tm trademark. Contact the +Foundation as set forth in Section 3 below. + +1.F. + +1.F.1. Project Gutenberg volunteers and employees expend considerable +effort to identify, do copyright research on, transcribe and proofread +public domain works in creating the Project Gutenberg-tm +collection. Despite these efforts, Project Gutenberg-tm electronic +works, and the medium on which they may be stored, may contain +"Defects," such as, but not limited to, incomplete, inaccurate or +corrupt data, transcription errors, a copyright or other intellectual +property infringement, a defective or damaged disk or other medium, a +computer virus, or computer codes that damage or cannot be read by +your equipment. + +1.F.2. LIMITED WARRANTY, DISCLAIMER OF DAMAGES - Except for the "Right +of Replacement or Refund" described in paragraph 1.F.3, the Project +Gutenberg Literary Archive Foundation, the owner of the Project +Gutenberg-tm trademark, and any other party distributing a Project +Gutenberg-tm electronic work under this agreement, disclaim all +liability to you for damages, costs and expenses, including legal +fees. YOU AGREE THAT YOU HAVE NO REMEDIES FOR NEGLIGENCE, STRICT +LIABILITY, BREACH OF WARRANTY OR BREACH OF CONTRACT EXCEPT THOSE +PROVIDED IN PARAGRAPH F3. YOU AGREE THAT THE FOUNDATION, THE +TRADEMARK OWNER, AND ANY DISTRIBUTOR UNDER THIS AGREEMENT WILL NOT BE +LIABLE TO YOU FOR ACTUAL, DIRECT, INDIRECT, CONSEQUENTIAL, PUNITIVE OR +INCIDENTAL DAMAGES EVEN IF YOU GIVE NOTICE OF THE POSSIBILITY OF SUCH +DAMAGE. + +1.F.3. LIMITED RIGHT OF REPLACEMENT OR REFUND - If you discover a +defect in this electronic work within 90 days of receiving it, you can +receive a refund of the money (if any) you paid for it by sending a +written explanation to the person you received the work from. If you +received the work on a physical medium, you must return the medium with +your written explanation. The person or entity that provided you with +the defective work may elect to provide a replacement copy in lieu of a +refund. If you received the work electronically, the person or entity +providing it to you may choose to give you a second opportunity to +receive the work electronically in lieu of a refund. If the second copy +is also defective, you may demand a refund in writing without further +opportunities to fix the problem. + +1.F.4. Except for the limited right of replacement or refund set forth +in paragraph 1.F.3, this work is provided to you 'AS-IS' WITH NO OTHER +WARRANTIES OF ANY KIND, EXPRESS OR IMPLIED, INCLUDING BUT NOT LIMITED TO +WARRANTIES OF MERCHANTIBILITY OR FITNESS FOR ANY PURPOSE. + +1.F.5. Some states do not allow disclaimers of certain implied +warranties or the exclusion or limitation of certain types of damages. +If any disclaimer or limitation set forth in this agreement violates the +law of the state applicable to this agreement, the agreement shall be +interpreted to make the maximum disclaimer or limitation permitted by +the applicable state law. The invalidity or unenforceability of any +provision of this agreement shall not void the remaining provisions. + +1.F.6. INDEMNITY - You agree to indemnify and hold the Foundation, the +trademark owner, any agent or employee of the Foundation, anyone +providing copies of Project Gutenberg-tm electronic works in accordance +with this agreement, and any volunteers associated with the production, +promotion and distribution of Project Gutenberg-tm electronic works, +harmless from all liability, costs and expenses, including legal fees, +that arise directly or indirectly from any of the following which you do +or cause to occur: (a) distribution of this or any Project Gutenberg-tm +work, (b) alteration, modification, or additions or deletions to any +Project Gutenberg-tm work, and (c) any Defect you cause. + + +Section 2. Information about the Mission of Project Gutenberg-tm + +Project Gutenberg-tm is synonymous with the free distribution of +electronic works in formats readable by the widest variety of computers +including obsolete, old, middle-aged and new computers. It exists +because of the efforts of hundreds of volunteers and donations from +people in all walks of life. + +Volunteers and financial support to provide volunteers with the +assistance they need, are critical to reaching Project Gutenberg-tm's +goals and ensuring that the Project Gutenberg-tm collection will +remain freely available for generations to come. In 2001, the Project +Gutenberg Literary Archive Foundation was created to provide a secure +and permanent future for Project Gutenberg-tm and future generations. +To learn more about the Project Gutenberg Literary Archive Foundation +and how your efforts and donations can help, see Sections 3 and 4 +and the Foundation web page at http://www.pglaf.org. + + +Section 3. Information about the Project Gutenberg Literary Archive +Foundation + +The Project Gutenberg Literary Archive Foundation is a non profit +501(c)(3) educational corporation organized under the laws of the +state of Mississippi and granted tax exempt status by the Internal +Revenue Service. The Foundation's EIN or federal tax identification +number is 64-6221541. Its 501(c)(3) letter is posted at +http://pglaf.org/fundraising. Contributions to the Project Gutenberg +Literary Archive Foundation are tax deductible to the full extent +permitted by U.S. federal laws and your state's laws. + +The Foundation's principal office is located at 4557 Melan Dr. S. +Fairbanks, AK, 99712., but its volunteers and employees are scattered +throughout numerous locations. Its business office is located at +809 North 1500 West, Salt Lake City, UT 84116, (801) 596-1887, email +business@pglaf.org. Email contact links and up to date contact +information can be found at the Foundation's web site and official +page at http://pglaf.org + +For additional contact information: + Dr. Gregory B. Newby + Chief Executive and Director + gbnewby@pglaf.org + + +Section 4. Information about Donations to the Project Gutenberg +Literary Archive Foundation + +Project Gutenberg-tm depends upon and cannot survive without wide +spread public support and donations to carry out its mission of +increasing the number of public domain and licensed works that can be +freely distributed in machine readable form accessible by the widest +array of equipment including outdated equipment. Many small donations +($1 to $5,000) are particularly important to maintaining tax exempt +status with the IRS. + +The Foundation is committed to complying with the laws regulating +charities and charitable donations in all 50 states of the United +States. Compliance requirements are not uniform and it takes a +considerable effort, much paperwork and many fees to meet and keep up +with these requirements. We do not solicit donations in locations +where we have not received written confirmation of compliance. To +SEND DONATIONS or determine the status of compliance for any +particular state visit http://pglaf.org + +While we cannot and do not solicit contributions from states where we +have not met the solicitation requirements, we know of no prohibition +against accepting unsolicited donations from donors in such states who +approach us with offers to donate. + +International donations are gratefully accepted, but we cannot make +any statements concerning tax treatment of donations received from +outside the United States. U.S. laws alone swamp our small staff. + +Please check the Project Gutenberg Web pages for current donation +methods and addresses. Donations are accepted in a number of other +ways including checks, online payments and credit card donations. +To donate, please visit: http://pglaf.org/donate + + +Section 5. General Information About Project Gutenberg-tm electronic +works. + +Professor Michael S. Hart is the originator of the Project Gutenberg-tm +concept of a library of electronic works that could be freely shared +with anyone. For thirty years, he produced and distributed Project +Gutenberg-tm eBooks with only a loose network of volunteer support. + + +Project Gutenberg-tm eBooks are often created from several printed +editions, all of which are confirmed as Public Domain in the U.S. +unless a copyright notice is included. Thus, we do not necessarily +keep eBooks in compliance with any particular paper edition. + + +Most people start at our Web site which has the main PG search facility: + + http://www.gutenberg.org + +This Web site includes information about Project Gutenberg-tm, +including how to make donations to the Project Gutenberg Literary +Archive Foundation, how to help produce our new eBooks, and how to +subscribe to our email newsletter to hear about new eBooks. diff --git a/32797-0.zip b/32797-0.zip Binary files differnew file mode 100644 index 0000000..22ec905 --- /dev/null +++ b/32797-0.zip diff --git a/LICENSE.txt b/LICENSE.txt new file mode 100644 index 0000000..6312041 --- /dev/null +++ b/LICENSE.txt @@ -0,0 +1,11 @@ +This eBook, including all associated images, markup, improvements, +metadata, and any other content or labor, has been confirmed to be +in the PUBLIC DOMAIN IN THE UNITED STATES. + +Procedures for determining public domain status are described in +the "Copyright How-To" at https://www.gutenberg.org. + +No investigation has been made concerning possible copyrights in +jurisdictions other than the United States. Anyone seeking to utilize +this eBook outside of the United States should confirm copyright +status under the laws that apply to them. diff --git a/README.md b/README.md new file mode 100644 index 0000000..8788b48 --- /dev/null +++ b/README.md @@ -0,0 +1,2 @@ +Project Gutenberg (https://www.gutenberg.org) public repository for +eBook #32797 (https://www.gutenberg.org/ebooks/32797) |
