summaryrefslogtreecommitdiff
diff options
context:
space:
mode:
authorRoger Frank <rfrank@pglaf.org>2025-10-14 19:58:15 -0700
committerRoger Frank <rfrank@pglaf.org>2025-10-14 19:58:15 -0700
commit4e49a1a671a2e3ef8eaa16218e59b224529ed79f (patch)
tree63c7e58b3c08c20b75cd829e13371451c54d3aab
initial commit of ebook 32797HEADmain
-rw-r--r--.gitattributes3
-rw-r--r--32797-0.txt7668
-rw-r--r--32797-0.zipbin0 -> 110731 bytes
-rw-r--r--LICENSE.txt11
-rw-r--r--README.md2
5 files changed, 7684 insertions, 0 deletions
diff --git a/.gitattributes b/.gitattributes
new file mode 100644
index 0000000..6833f05
--- /dev/null
+++ b/.gitattributes
@@ -0,0 +1,3 @@
+* text=auto
+*.txt text
+*.md text
diff --git a/32797-0.txt b/32797-0.txt
new file mode 100644
index 0000000..1672e03
--- /dev/null
+++ b/32797-0.txt
@@ -0,0 +1,7668 @@
+The Project Gutenberg EBook of Othello, by William Shakespeare
+
+This eBook is for the use of anyone anywhere at no cost and with
+almost no restrictions whatsoever. You may copy it, give it away or
+re-use it under the terms of the Project Gutenberg License included
+with this eBook or online at www.gutenberg.org
+
+
+Title: Othello
+ Shakespeare's Tragedies Part B'
+
+Author: William Shakespeare
+
+Translator: Demetrios Vikelas
+
+Release Date: June 13, 2010 [EBook #32797]
+
+Language: Greek
+
+Character set encoding: UTF-8
+
+*** START OF THIS PROJECT GUTENBERG EBOOK OTHELLO ***
+
+
+
+
+Produced by Sophia Canoni. First two corrections by George Canonis
+
+
+
+
+Note: The tonic system has been changed from polytonic to monotonic.
+The spelling of the book has not been changed otherwise. Bold words
+have been included in &&. Words in italics have been included in _.
+
+Σημείωση: Το τονικό σύστημα έχει αλλάξει από πολυτονικό σε
+μονοτονικό. Η ορθογραφία του βιβλίου κατά τα άλλα παραμένει ως έχει.
+Λέξεις με έντονους χαρακτήρες έχουν συμπεριληφθεί σε &&. Λέξεις με
+πλάγιους χαρακτήρες έχουν συμπεριληφθεί σε _.
+
+
+
+ΤΡΑΓΩΔΙΑI
+ΣΑΙΚΣΠΕΙΡΟΥ
+
+
+ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ,
+EΚ ΤΟΥ ΤΥΠΟΓΡΑΦΕΙΟΥ ΤΩΝ ΑΔΕΛΦΩΝ ΠΕΡΡΗ.
+
+
+
+ΣΑΙΚΣΠΕΙΡΟY
+ΤΡΑΓΩΔIΑΙ
+
+
+
+ΕΚ TΟΥ ΑΓΓΛΙΚΟY ΜΕΤΑΦΡΑΣΘΕIΣΑI
+YΠO
+ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΒΙΚΕΛΑ.
+
+
+
+ΜΕΡΟΣ Β'.
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+
+ΑΔΕΛΦΟΙ ΔΕΠΑΣΤΑ
+ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΑΙ
+ΚΑΙ
+ΕΚΔΟΤΑΙ
+ΕΝ
+ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΙ
+
+ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ
+1876
+
+
+
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ,
+Ο ΜΑΥΡΟΣ ΤΗΣ ΒΕΝΕΤΙΑΣ,
+ΤΡΑΓΩΔΙΑ. (1)
+
+ΤΑ ΤΗΣ ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ ΠΡΟΣΩΠΑ.
+ΟΘΕΛΛΟΣ, ο Μαύρος της Βενετίας.
+ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ, πατήρ της Δυσδαιμόνας.
+ΚΑΣΙΟΣ, υπασπιστής.
+ΙΑΓΟΣ, σημαιοφόρος.
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ, ευγενής Βενετός.
+Ο ΔΟΓΗΣ της Βενετίας.
+ΑΡΧΟΝΤΕΣ γερουσιασταί.
+ΜΟΝΤΑΝΟΣ, διοικητής της Κύπρου.
+ΑΡΧΟΝΤΕΣ Κύπριοι.
+ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ, αδελφός του Βραβαντίου.
+ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ, συγγενής του Βραβαντίου.
+ΝΑΥΤΑΙ.
+ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ, υπηρέτης του Οθέλλου.
+ΚΗΡΥΞ.
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ, σύζυγος του Οθέλλου.
+ΑΙΜΙΛΙΑ, σύζυγος του Ιάγου.
+ΒΙΑΓΚΑ, εταίρα.
+
+ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΙ, ΑΡΧΟΝΤΕΣ, ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΙ, ΜΟΥΣΙΚΟΙ,
+ΥΠΗΡΕΤΑΙ, ΝΑΥΤΑΙ, Κ.Τ.Λ.
+
+Η σκηνή κατά μεν την πρώτην πράξιν εν Βενετία,
+μετέπειτα δ' εν Κύπρω.
+
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ,
+Ο ΜΑΥΡΟΣ ΤΗΣ ΒΕΝΕΤΙΑΣ,
+ΤΡΑΓΩΔΙΑ. (1)
+
+
+
+
+ΠΡΑΞΙΣ ΠΡΩΤΗ
+
+
+
+
+ΣΚΗΝΗ Α'.
+
+
+
+ Οδός εν Βενετία.
+ Εισέρχονται ο ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ και ο ΙΑΓΟΣ.
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Να μη μου δώκης είδησιν! (2) Δεν το 'λεγα ποτέ μου,
+ εσύ, που είχες πάντοτε πουγγί σου το πουγγί μου,
+ δεν το 'λεγα ότι εσύ μπορούσες να το ξεύρης!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Πλην δεν μ' ακούεις. Αν ποτέ μ' επέρασ' απ' τον νουν μου,
+ να στραβωθώ!
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Και μ' έλεγες ότι του έχεις έχθραν!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Κι' αν είπα ψεύμα, πτύσε με· — Επήγαν τρεις τρανοί μας
+ και τον επαρακάλεσαν, και είπαν να με κάμη
+ υπασπιστήν· και μα το Ναι! ηξεύρω πως τ' αξίζω!
+ Κ' εκείνος ούτε πείθεται, ούτε σκοπόν αλλάζει,
+ αλλά τους προφασίζεται το ένα και το άλλο,
+ με ύφος στρατιωτικόν και λόγια φουσκωμένα,
+ και τέλος τους το έκοψε τους καλοθελητάς μου,
+ διότι λέγει, έ κ λ ε ξ α ε γ ώ υ π α σ π ι σ τ ή ν μου!
+ Ποιος είν' αυτός που έκλεξε; Λογαριαστής μεγάλος!
+ Κάποιος Μιχάλης Κάσιος από την Φλωρεντίαν,
+ που δια 'μάτια γυναικός πουλεί και την ψυχήν του!
+ Ένας, που στράτευμα ποτέ 'ς τον πόλεμον δεν είδε,
+ ούτε γνωρίζει τι θα πη παράταξις εις μάχην.
+ Αν ήναι διά γράμματα, κι' αν φθάνουν τα βιβλία,
+ τότε ας κάμωμεν στρατόν από Καλαμαράδες!
+ 'ς τα λόγια είν' η τέχνη του· την πράξιν πού την ηύρε;
+ Και όμως επροτίμησεν εκείνον να εκλέξη,
+ κ' εγώ, που επολέμησα μαζή του τόσα χρόνια
+ και μ' είδε με τα 'μάτια του 'ς την Ρόδον, κ' εις την Κύπρον,
+ κ' εις άλλους τόπους χριστιανών κι' απίστων, εγώ πρέπει
+ ν' ακούω τας διαταγάς του κυρ καταστιχάρη,
+ που 'ξεύρει Δ ο ύ ν αι και Λ α β ε ί ν, διότι αυτός είναι
+ του στρατηγού υπασπιστής, κ' εγώ ... σημαιοφόρος!
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Μα τον Θεόν! καλλίτερα να ήμουν δήμιός του.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Υπομονή! Αυτό θα 'πη βρωμο-υπηρεσία.
+ Σου γίνονται προβιβασμοί προς χάριν, με συστάσεις,
+ και όχι, καθώς έπρεπε, με το δικαίωμά του
+ κατά σειράν ο δεύτερος ν' ακολουθή τον πρώτον.
+ Κρίνε και μόνος σου λοιπόν εάν αιτίαν έχω
+ τον Μαύρον να τον αγαπώ.
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Και πώς δεν τον αφίνεις;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ω! έννοια σου. Υπηρετώ, να κάμω τον σκοπόν μου.
+ Δεν ημπορεί τον κύριον να κάμη ο καθένας,
+ και ούτε κάθε κύριος δούλους πιστούς να έχη.
+ Θα ιδής πολλούς, που ταπεινοί και με λαιμόν σκυμμένον
+ δουλεύουν ημερόνυκτα, και το 'χουν προς τιμήν των
+ να ζουν 'σάν του κυρίου των τον γάιδαρον, που έχει
+ όσον δουλεύει άχυρον, κι' άμα γηράση: έξω!
+ Ξύλον που ήθελαν αυτοί οι τιμημένοι δούλοι!
+ Άλλους θα ιδής, καμόνονται τον αφοσιωμένον,
+ πλην την καρδιάν των την κρατούν διά τον εαυτόν των,
+ κ' ενώ εις τον αυθέντην των πουλούν ψευτολατρείαν,
+ παχαίνουν εις την ράχην του, κι' αφού καλοχορτάσουν
+ τον εαυτόν των προσκυνούν. Εκείνοι έχουν γνώσιν,
+ και απ' αυτούς είμαι κ' εγώ· διότι, κύριέ μου,
+ να είσαι βέβαιος, καθώς με βλέπεις και σε βλέπω,
+ πως Ιάγον δεν θα μ' έβλεπες, αν ήμουν ο Οθέλλος.
+ Εκείνον αν υπηρετώ, υπηρετώ εμένα.
+ Δεν με κρατούν κοντά 'ς αυτόν ή χρέος ή αγάπη,
+ πλην μόνον, σου τ' ορκίζομαι, οι μυστικοί σκοποί μου.
+ Αν ήναι με τους τρόπους μου και με το φέρσιμόν μου
+ να φανερόνω τα κρυφά που τρέφω 'ς την καρδιάν μου,
+ τότ' ας την βάλω την καρδιάν 'ς το χέρι μου επάνω
+ να την τσυμπούν οι κόρακες! Δεν είμ' εκείνος που 'μαι.
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Τύχην που έχει ο χειλάς να σου το καταφέρη!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Εξύπνα τον πατέρα της. Κυνήγησε τον Μαύρον·
+ φαρμάκευσέ του την χαράν και διαλάλησέ τον!
+ Φωτιάν να πάρουν κύτταξε οι συγγενείς της νέας.
+ Αν και το κλίμα όπου ζη ήναι τερπνόν, με μυίγαις
+ βασάνιζε και κέντα τον! Αν κ' η χαρά του ήναι
+ χαρά, εσύ προσπάθησε να την ανακατώσης
+ μ' όσους χωρέσης πειρασμούς, να του την ξεθωρίσης!
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Να! του πατρός της είν' εδώ το σπίτι. Θα φωνάξω.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Με παραζάλην φώναξε και με φωναίς τρομάρας,
+ καθώς οπόταν έξαφνα εις της νυκτός τα βάθη
+ φανή φωτιά εις γειτονιαίς πυκνοκατοικημέναις.
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Αι, κυρ Βραβάντιε, αι! αι! Βραβάντιε! Αυθέντα!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Αι, ξύπνα, κυρ Βραβάντιε! Έχε καλά τον νουν σου
+ 'ς το σπίτι, 'ς ταις σακκούλαις σου, 'ς την κόρην σου. Σε
+ [κλέπτουν!
+
+ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ (ανοίγων το παράθυρον).
+ Τι είν' αυτός ο τρομερός ο θόρυβος; τι τρέχει;
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Κανένας δεν σου έλειψε;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Είναι κλεισταίς αι θύραις;
+
+ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ
+ Τι μ' ερωτάτε; διατί;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Σε έκλεψαν, αυθέντα! 'πάγει η καρδιά σου!
+ Την 'μισήν ψυχήν σου σού την 'πήραν,
+ και τώρα, τώρα που λαλώ, ο μαύρος γερο-τράγος
+ την άσπρην προβατίναν σου την χαίρεται! Ενδύσου,
+ με σήμαντρα την γειτονιάν που ρουχαλίζει 'ξύπνα!
+ Κινήσου, 'ξύπνα, πριν παππούν ο διάβολος σε κάμη!
+ Κινήσου, λέγω.
+
+ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ
+ Άνθρωπε, πού έχεις τα μυαλά σου;
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Ω άρχον ευγενέστατε, γνωρίζεις την φωνήν μου;
+
+ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ
+ Όχι· ποιος είσαι;
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Είμ' εγώ, ο Ροδερίκος είμαι,
+
+ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ
+ Και τι ζητείς; 'ς την θύραν μου, μη τριγυρνάς σου είπα!
+ Σου είπα πως η κόρη μου δεν είναι δι' εσένα·
+ και σου το είπα παστρικά! Δαιμονισμένος είσαι,
+ κι' από το φαγοπότι σου καπνούς γεμάτος ήλθες
+ με την αναισχυντίαν σου να με ανησυχήσης;
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Αυθέντα μου, αυθέντα μου!
+
+ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ
+ Αλλ' όμως βεβαιώσου
+ πως τόσος είναι ο θυμός κ' η δύναμίς μου τόση,
+ που θα πληρώσης ακριβά αυτό σου...
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Άκουσέ με.
+
+ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ
+ Τι κράζεις ότι μ' έκλεψαν; αυτ' είν' η Βενετία,
+ δεν είν' αχούρι έρημον το σπίτι μου...
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Αυθέντα,
+ ήλθα εδώ με καθαράν καρδιάν, διά καλόν σου.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Είσαι και συ απ' εκείνους, οι οποίοι δεν δουλεύουν ούτε τον
+ Θεόν, αν ήναι ο διάβολος όπου τους το λέγει. Ερχόμεθα
+ να σου κάμωμεν δούλευσιν, και συ μας παίρνεις διά
+ νυκτοκλέπτας. Καλά! Την κόρην σου την χαίρεται έν άλογον
+ αράπικον. Θα έχης εγγονάκια να σου χρεμετίζουν, και
+ θα συμπεθερεύσης με φοράδαις.
+
+ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ
+ Τι βλάσφημος παληάνθρωπος εσύ 'σαι;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Είμαι ένας οπού έρχεται να σου ειπή, ότι η κόρη σου και ο
+ Μαύρος σου κάμνουν τώρα γάμους και χαραίς. (3)
+
+ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ
+ Είσ' ένας αδιάντροπος!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Είσ' ένας... σενατόρος!
+
+ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ
+ Θα δώσης λόγον δι' αυτό. Σε 'ξεύρω, Ροδερίκε.
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Εγώ σου αποκρίνομαι, αυθέντα μου, δι' όλα·
+ πλην δύο λόγια σου ζητώ. Αν ήναι μ' άδειάν σου
+ και μ' ιδικόν σου θέλημα (καθώς μισοπιστεύω),
+ που η ωραία κόρη σου εδιάλεξε την ώραν
+ ς' τα βάθη μέσα της νυκτός, με μόνην συνοδείαν
+ ενός ανθρώπου μισθωτού, ενός κοινού βαρκάρη,
+ κ' επήγε να παραδοθή 'ς την αγκαλιάν του Μαύρου,
+ αν είναι με την είδησιν και με το θέλημά σου,
+ τότ' εφερθήκαμεν κακά και δίκαια θυμόνεις.
+ Αν όμως δεν το ήξευρες, τότε, συμπάθησέ με,
+ μας επιπλήττεις άδικα. Μη σου περνά ιδέα
+ ότι εξέχασα εγώ τι πρέπει και αρμόζει,
+ κ' ήλθα εδώ να σε γελώ και να σε περιπαίζω.
+ Η κόρη σου, αν άδειαν δεν έχη απ' εσένα,
+ το ξαναλέγω, έκαμε παρακοήν μεγάλην,
+ χρέος και τύχην κ' ευμορφιάν και νουν να θυσιάση
+ δι' ένα κακορρίζικον τυχοδιώκτην ξένον,
+ οπού κυλά εδώ κ' εκεί αφότου εγεννήθη.
+ Αν ήναι 'ς το κρεββάτι της ή μέσα εις το σπίτι,
+ ας πέση 'ς το κεφάλι μου του Νόμου τιμωρία
+ διότι σε εγέλασα.
+
+ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ (προς τους εν τη οικία).
+ Φέρετε φως αμέσως!
+ Ξυπνήσατε τους δούλους μου! Ανάψατε τα φώτα!
+ Αυτό εδώ με τ' όνειρον που είδα ομοιάζει
+ κι' αρχίζει να μου φαίνεται ωσάν αλήθεια. — Φώτα!
+
+ (Αποσύρεται).
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ώρα καλή. Αναχωρώ διότι δεν αρμόζει,
+ ούτε συμφέρει 'ς τον βαθμόν που έχω, να με φέρουν
+ κατά του Μαύρου μάρτυρα, ως θα συμβή αν μείνω.
+ Διότι όσον κι' αν αυτά τον χανδακώσουν τώρα,
+ δεν ημπορεί χωρίς αυτόν να κάμη η Βενετία.
+ Θα έχουν την ανάγκην του 'ς τον πόλεμον της Κύπρου, (4)
+ κι' ούτ' έχουν άλλον άξιον 'ς τον τόπον του να βάλουν.
+ Ώστε κ' εγώ, κι' αν τον μισώ καθώς τα κρίματά μου,
+ αλλ' όμως η περίστασις το θέλει κ' η ανάγκη
+ κάπως φιλίας πρόσχημα και χρώμα να του δείχνω.
+ Πλην είναι μόνον πρόσχημα. — Αν θέλης να τον εύρης,
+ 'ς το Ναυαρχείον (5) φέρε τους να τον ανακαλύψουν.
+ Εκεί θα είμαι και εγώ μαζή του. Καλήν νύκτα.
+
+ (Απέρχεται).
+ (Εισέρχεται ο ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ μετά υπηρετών κρατούντων δάδας).
+
+
+ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ
+ Αλήθεια ήτον! Έφυγε! Από εδώ και πέρα
+ πικρή μου είναι η ζωή και καταφρονημένη. —
+ Ειπέ μου, πού την είδες; πού; — Δυστυχισμένη κόρη! —
+ Με τον Οθέλλον; — Ω! παιδιά ποιος θέλει ν' αποκτήση; —
+ Τους είδες; είσαι βέβαιος; ήτον εκείνη λέγεις; —
+ Ω! με ηπάτησε φρικτά! — Και τι σου είπε; — Φώτα!
+ Φέρετε φως! Ξυπνήσετε τους συγγενείς μου όλους! —
+ Ο γάμος τάχα έγεινε, νομίζεις;
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Το φοβούμαι.
+
+ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ
+ Πώς να ξεφύγη απ' εδώ! Θεέ, τι προδοσία!
+ Μη πιστευθήτε 'ς το εξής ταις κόραις σας, πατέρες!
+ Άλλα οι τρόποι μαρτυρούν, κι' άλλα 'ς τον νουν των έχουν!
+ Δεν έχει μάγια που πλανούν την παρθενιάν των νέων;
+ ειπέ μου, δεν εδιάβασες ποτέ σου περί τούτου;
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Και βέβαια, αυθέντα μου.
+
+ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ
+ Πού είν' ο αδελφός μου;
+ Ξυπνήσετέ τον. — Διατί εσέ να μη την δώσω! —
+ Εσείς πηγαίνετ' απ' εδώ, οι άλλοι άλλον δρόμον. —
+ Πού λέγεις θα τους εύρωμεν, εκείνην και τον Μαύρον;
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Θα τους ανακαλύψωμεν, νομίζω, εάν θέλης
+ με συνοδείαν αρκετήν να με ακολουθήσης.
+
+ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ
+ Οδήγησέ μας. Θα κτυπώ οπού περνώ ταις θύραις·
+ και να προστάζω ημπορώ, αν το καλέση χρεία,
+ 'ς τα όπλα! Νυκτοφύλακας φωνάξετε να έλθουν.
+ Εμπρός! Θα σου ανταμειφθούν οι κόποι, Ροδερίκε.
+
+ (Εξέρχονται).
+
+
+
+ΣΚΗΝΗ Β' .
+
+
+
+ Ετέρα οδός εν Βενετία
+
+ Εισέρχονται ο ΟΘΕΛΛΟΣ, ο ΙΑΓΟΣ και υπηρέται δαδούχοι.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Εάν κ' εσκότωσα πολλούς 'ς την τέχνην του πολέμου,
+ επάνω 'ς την συνείδησιν τρέχω, να μη κάμω
+ με προμελέτην φονικόν. Το άδικον δεν θέλω,
+ και ζημιόνομαι συχνά. Εννηά φοραίς ή δέκα
+ να του τρυπήσω τα πλευρά με το σπαθί μου ήλθε.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Καλά που δεν το έκαμες.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Αλλ' εμωρολογούσε,
+ και τόσα λόγια έλεγε προσβλητικά κι αχρεία
+ κατά της ευγενείας σου, που μόλις ημπορούσα,
+ με την ολίγην αρετήν κ' υπομονήν που έχω,
+ να τον αφίνω να λαλή. Αλλά, παρακαλώ σε,
+ ο γάμος έγεινε σωστά; Διότι, βεβαιώσου,
+ τον αγαπούν τον γέροντα, και η φωνή του έχει
+ και δύναμιν και πέρασιν 'σάν την φωνήν του Δόγη.
+ Θα σας χωρίση. Ή αλληώς είν' άξιος να φέρη
+ εμπόδια και βάσανα· και το σχοινί του Νόμου
+ να το τεντώση ημπορεί με την επιρροήν του.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ας κάμη ό,τι αγαπά. Αι εκδουλεύσεις πώχω
+ θ' αποστομώσουν ταις φωναίς και τα παράπονά του.
+ Και δεν ηξεύρουν κάθε τι ακόμη. Όταν μάθω
+ πως είναι τα καυχήματα τιμή, θα φανερώσω,
+ ότι μ' εγέννησαν γονείς εις θρόνον καθισμένοι,
+ κ' η τύχη που απέκτησα εδώ δεν μ' εξιππάζει!
+ Κι' ας είσαι, Ιάγο, βέβαιος, πως αν δεν αγαπούσα
+ την Δυσδαιμόναν την γλυκειάν, διά τον κόσμον όλον
+ ποτέ μου την ελεύθερην και άστεγην ζωήν μου
+ δεν την επεριόριζα εγώ, να την σκλαβώσω!
+ Αλλά, τι φώτα είν' αυτά που έρχονται; Ιδέ τα.
+
+ (Εισέρχονται μακρόθεν ο ΚΑΣΙΟΣ και αξιωματικοί κρατούντες
+δάδας).
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Θα είναι ο πατέρας της, κ' οι φίλοι του μαζή του.
+ Σου δίδω γνώμην να κρυφθής.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Όχι· να μ' εύρουν πρέπει.
+ Ο χαρακτήρ μου, ο βαθμός, και η συνείδησίς μου
+ με προστατεύουν αρκετά. — Αλλά δεν είν' εκείνοι.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Μα των πολέμων τον Θεόν, δεν είν' εκείνοι· όχι!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Είναι του Δόγη άνθρωποι, και ο υπασπιστής μου. —
+ Καλή σας νύκτα κι' αγαθή, ω φίλοι. Τι ζητείτε;
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Σε χαιρετά, ω στρατηγέ, ο Δόγης και αμέσως
+ επιθυμεί να σε ιδή.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Τι τρέχει; δεν ηξεύρεις;
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Της Κύπρου είναι πράγματα, μου φαίνεται, σπουδαία.
+ Του στόλου καταποδιαστά μηνύματα μας ήλθαν
+ αυτήν την νύκτα δώδεκα, το έν μετά το άλλο.
+ Πολλοί από τους άρχοντας εξύπνησαν ως τώρα,
+ και όλοι συναθροίζονται 'ς του Δόγη. Σ' εζητούσαν
+ επάνω κάτω, και αφού 'ς το σπίτι σου δεν σ' ηύραν,
+ τρεις συνοδείας έστειλαν να σε ζητούν 'ς την πόλιν.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Καλά λοιπόν που έτυχε να μ' εύρης συ. Δυο λόγια
+ πηγαίνω μέσα να ειπώ, κ' έρχομ' ευθύς μαζή σας.
+
+ (Εξέρχεται).
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Εδώ τι θέλει άραγε;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Επήρεν εξ εφόδου
+ μίαν φρεγάδα της ξηράς απόψε, και θα κάμη
+ μιαν και καλήν την τύχην του, εάν του την αφήσουν.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Τι πράγμα; δεν 'κατάλαβα.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Γυναίκα 'πήρε.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Ποίαν;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Την θυγατέρα...
+
+ (Επιστρέφει ο ΟΘΕΛΛΟΣ )
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Στρατηγέ, πηγαίνωμεν;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Οδήγει.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Ιδού, και άλλοι έρχονται να σ' εύρουν, στρατηγέ μου.
+
+ (Εισέρχονται ο ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ, ο ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ,
+ και αξιωματικοί φέροντες δάδας).
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Είν' ο Βραβάντιος αυτός. Φυλάξου· πρόσεχέ τον,
+ και ήλθε με κακούς σκοπούς.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Τι θέλετε; Σταθήτε!
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Να τος ο Μαύρος.
+
+ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ
+ Πιάσετε τον κλέπτην· πιάσετέ τον!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Α, Ροδερίκε, είσαι συ; εγώ σε διορθόνω.
+
+ (Σύρουν πάντες τα ξίφη.)
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ 'Σ ταις θήκαις μέσα τα σπαθιά, δροσιά μην τα σκουριάση!
+ Τ' άσπρα μαλλιά σου δύναμιν μεγαλειτέραν έχουν
+ από τα όπλα των.
+
+ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ
+ Ληστή, πού την κρατείς κρυμμένην
+ την κόρην μου; την 'μάγευσες εσύ ο κολασμένος.
+ Το πράγμα είναι φανερόν εις όποιον έχει γνώσιν.
+ Αν δεν την αλυσόδενες με τα κρυφά σου μάγια,
+ μια κόρη τόσον ευτυχής και τρυφερά κι' ωραία,
+ που 'πανδρειάν δεν ήθελε, και ούτε είχε 'μάτια
+ να ιδή τους πλέον εκλεκτούς γαμβρούς της Βενετίας,
+ τον γενικόν περίγελων του κόσμου θ' αψηφούσε,
+ και θ' άφινε την σκέπην της την πατρικήν, να τρέξη
+ 'ς ταις μαύραις αγκαλιαίς ενός καθώς εσέ, που φρίκην
+ εμπνέεις, όχι έρωτα! Ο κόσμος ας το κρίνη
+ αν φως δεν ήναι φανερόν, πως με φρικώδη μάγια,
+ με βότανα και μέταλλα, που εξυπνούν την σάρκα
+ και την νεότητα πλανούν, εμάγευσες την νέαν!
+ Το πράγμα θα εξετασθή· αλλ' όποιος εξετάση
+ θα το πεισθή χειροπιαστά! Λοιπόν σε συλλαμβάνω
+ ως πλάνον, που μ' αθέμιτα κ' εμποδισμένα μέσα
+ γελάς τον κόσμον! Πιάσετε τον πλάνον. Πιάσετέ τον! (6)
+ κι' αν τύχη κι' αντιστέκεται κακόν της κεφαλής του!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Τα χέρια κάτω όλοι σας, κ' οι φίλοι μου κ' οι άλλοι!
+ Σκοπόν αν είχα με σπαθιαίς απόκρισιν να δώσω,
+ ανάγκην άλλος να το 'πη δεν είχα. — Πού να 'πάγω
+ εις την κατηγορίαν σου απόκρισιν να δώσω;
+
+ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ
+ 'ς την φυλακήν! 'ς την φυλακήν, ως που να έλθη ώρα
+ 'ς αρμόδιον κριτήριον ο Νόμος να σε κρίνη.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Και αν σ' ακούσω, τι θα' πη ο Δόγης, οπού θέλει
+ δι' υποθέσεις σοβαράς να με ιδή του Κράτους,
+ και οι αποσταλμένοι του προσμένουν 'ς το πλευρόν μου;
+
+ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ
+ Αληθινά, συμβούλιον ο Δόγης έχει τώρα.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Βεβαίως θα εμήνυσε κ' εσένα, ω αυθέντα.
+
+ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ
+ Μεσάνυκτα συμβούλιον! Κι' αυτός εκεί ας έλθη!
+ Αυτό που έπαθα εγώ μικρόν δεν είναι πράγμα.
+ Ως ιδικήν του προσβολήν κι' ο Δόγης θα το πάρη,
+ κ' οι άλλοι μου συνάδελφοι, οι άρχοντες του Κράτους.
+ Αν μένουν ατιμώρητα καμώματα τοιούτα,
+ εις χέρια δούλων και ληστών θα πέση η Πολιτεία.
+
+ (Απέρχονται)
+
+
+
+ΣΚΗΝΗ Γ.
+
+
+
+ Το συμβούλιον του Δόγη.
+
+ (Ο ΔΟΓΗΣ και ΓΕΡΟΥΣΙΑΣΤΑΙ κάθηνται. Αξιωματικοί
+ ίστανται όπισθεν αυτών.)
+
+ΔΟΓΗΣ
+ Αλλά τα νέα ως εδώ δεν συμφωνούν διόλου
+ και φαίνονται απίστευτα.
+
+Α’. ΓΕΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ
+ Τω όντι διαφέρουν.
+ Τα πλοία εκατόν επτά εμένα με τα γράφουν.
+
+ΔΟΓΗΣ
+ Σαράντα κ' εκατόν εμέ·
+
+Β’ ΓΕΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ
+ Κ' εμένα διακόσια
+ Αλλά και αν 'ς τον αριθμόν διαφορά υπάρχη,
+ (και θα υπάρχη, επειδή συμπερασμούς μας γράφουν),
+ απ' όλα τα μηνύματα εξάγετ' εκ συμφώνου
+ πως ένας στόλος Τουρκικός κατά την Κύπρον πλέει.
+
+ΔΟΓΗΣ
+ Ναι τούτο είναι πιθανόν και έρχεται 'ς τον λόγον.
+ Των αριθμών τ' ασύμφωνον δεν με καθησυχάζει,
+ αλλά τον βλέπω φανερά τον κίνδυνον εμπρός μου.
+
+ (Εισέρχεται ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ συνοδεύων ΝΑΥΤΗΝ.)
+
+ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ
+ Από τον στόλον μήνυμα.
+
+ΔΟΓΗΣ
+ Τι νέα; τι μας φέρνεις;
+
+ΝΑΥΤΗΣ
+ Οι Τούρκοι έκαμαν πανιά προς τα νερά της Ρόδου.
+ Ο ναύαρχός σας μ' έστειλε την είδησιν να φέρω.
+
+ΔΟΓΗΣ
+ Περί αυτής της αλλαγής τι λέγετε, αυθένται;
+
+Α’. ΓΕΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ
+ Αδύνατον μου φαίνεται, κι' ούτε χωρεί 'ς τον νουν μου·
+ των Τούρκων είναι τέχνασμα διά να μας γελάσουν.
+ Αν λογαριάσωμεν 'ς αυτούς η Κύπρος τι σημαίνει,
+ και πόσον περισσότερον την θέλουν απ' την Ρόδον,
+ και πόσον ευκολώτερον τους είναι να την πάρουν,
+ διότι και τα φρούρια της Ρόδου δεν τα έχει,
+ και ούτε τόσην δύναμιν και προετοιμασίαν,
+ αν τα ζυγίσωμεν αυτά, πιστεύω θα μας πείσουν
+ ότι ο Τούρκος δεν 'μπορεί να κάμη τόσον λάθος,
+ το πρώτον του και κύριον 'ς το τέλος να το κάμη,
+ εκείνο δε που εύκολα μας παίρνει, να τ' αφήση,
+ και ν' αψηφά και να ζητή ανωφελείς κινδύνους. (7)
+
+ΔΟΓΗΣ
+ Δεν το πιστεύω ούτ' εγώ 'ς την Ρόδον να πηγαίνη.
+
+ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ
+ Ιδού και άλλο μήνυμα.
+
+ (Εισέρχεται έτερος Ναύτης.)
+
+Β’. ΝΑΥΤΗΣ
+ Αυθένται σεβαστοί μου,
+ οι Τούρκοι, οπού έπλεαν προς τα νερά της Ρόδου,
+ ενώθηκαν 'ς το πέλαγος με' τ' άλλα των τα πλοία.
+
+Α’. ΓΕΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ
+
+ Δεν σας το έλεγα εγώ; — Ως πόσα πλοία είναι;
+
+Β’. ΝΑΥΤΗΣ
+ Τριάντα πλοία· κ' ήλλαξαν τον δρόμον ενωμένοι
+ οι δύο στόλοι, και μαζή πηγαίνουν προς την Κύπρον.
+ Και ο Μοντάνος, ο πιστός κι' ανδρείος στρατηγός σας
+ με ταπεινούς προσκυνισμούς την είδησιν σας στέλνει,
+ και πίστιν να του δώσετε παρακαλεί, αυθένται.
+
+ΔΟΓΗΣ
+ Λοιπόν, 'ς την Κύπρον βέβαια πηγαίνουν! Ποιος ηξεύρει
+ εάν εδώ ευρίσκεται ο Μάρκος ο Λουκίκος; (8)
+
+Α’. ΓΕΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ
+ 'Σ την Φλωρεντίαν είν' αυτός ακόμη.
+
+ΔΟΓΗΣ
+ Γράψετέ του
+ ότι εδώ επιθυμώ αμέσως να γυρίση.
+
+Α’. ΓΕΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ
+ Ιδού και ο Βραβάντιος και ο γενναίος Μαύρος.
+
+ (Εισέρχονται ο ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ, ο ΟΘΕΛΛΟΣ, ο ΙΑΓΟΣ, ο ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ,
+ και έτεροι αξιωματικοί).
+
+ΔΟΓΗΣ
+ Έλα, γενναίε στρατηγέ, και σ' έχομεν ανάγκην
+ 'ς τον Τούρκον να σε στείλωμεν, τον γενικόν εχθρόν μας.
+
+ (Προς τον Βραβάντιον).
+
+ Α! δεν σ' επαρατήρησα, ω άρχον, καλώς ήλθες·
+ η γνώμη σου μας έλειπε και η βοήθειά σου.
+
+ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ
+ Εγώ, αυθένται μου, εγώ την ιδικήν σας θέλω.
+ Ούτε τα νέα του εχθρού, ούτε τ' αξίωμά μου
+ δεν μ' έκαμαν την κλίνην μου ν' αφήσω. Δεν με μέλει
+ διά συμφέροντα κοινά. Η λύπη η δική μου
+ μου πλημμυρίζει την καρδιάν και ξεχειλίζει τόσον,
+ που κάθε άλλην συλλογήν και λύπην καταπνίγει!
+
+ΔΟΓΗΣ
+ Τι έπαθες;
+
+ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ
+ Η κόρη μου! Η κόρη μου, αυθέντα!
+
+ΔΟΓΗΣ
+ Απέθανε;
+
+ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ
+ Απέθανε αλήθεια δι' εμένα!
+ Την 'πλάνεσαν, την έκλεψαν, την 'χάλασαν με μάγια,
+ με μάγια και με βότανα οπού πουλούν αγύρται!
+ Διότι τόσον τρομερά να πλανηθή εκείνη,
+ ενώ δεν είν' ούτε τυφλή, ούτε ο νους της λείπει,
+ ποτέ δεν ήτο δυνατόν χωρίς να την μαγεύσουν...
+
+ΔΟΓΗΣ
+ Όποιος κι' αν ήναι, που μ' αυτόν τον άνομον τον τρόπον
+ επλάνεσε την κόρην σου από τον εαυτόν της
+ κι' απ' τον πατέρα της, ιδού του Νόμου το βιβλίον
+ γραμμένον μ' αίμα. Την πικρήν σελίδα διάβασέ την
+ κ' εξήγησέ την μόνος σου, κ' εάν αυτός ο υιός μου
+ ήναι ο πταίστης!
+
+ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ
+ Ταπεινώς σ' ευχαριστώ, αυθέντα.
+ Ιδού ο πταίστης! Είν' αυτός, ο Μαύρος, οπού τώρα
+ εδώ τον επροσκάλεσες, καθώς πληροφορούμαι,
+ διά συμφέροντα κοινά.
+
+ΔΟΓΗΣ ΚΑΙ ΓΕΡΟΥΣΙΑΣΤΑΙ
+ Αυτός; Πολύ λυπούμαι!
+
+ΔΟΓΗΣ
+ Δεν έχεις τι ν' αποκριθής προς υπεράσπισίν σου
+ 'ς αυτά που λέγει;
+
+ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ
+ Τίποτε, παρά πως είν' αλήθεια!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Μεγάλοι, παντοδύναμοι και σεβαστοί αυθένται,
+ σεις όλοι, ευγενέστατοι και φίλοι άρχοντές μου,
+ την έκλεψα του γέροντος αυτού την θυγατέρα,
+ και την εστεφανώθηκα· αυτό είν' η αλήθεια·
+ το έγκλημά μου είν' αυτό· αυτό και όχι άλλο!
+ Χονδρά τα λέγω· εύμορφα να ομιλώ δεν 'ξεύρω·
+ 'ς ειρήνης γλυκομίλημα δεν είμαι γυμνασμένος.
+ Απ' τον καιρόν που έκαμαν αυτά εδώ τα χέρια
+ μόνον επτά ετών μυαλόν, ως προ μηνών εννέα,
+ δουλεύουν εις τον πόλεμον και παίζουν με τα όπλα,
+ κι' από τον κόσμον άλλο τι δεν 'ξεύρω τον μεγάλον
+ παρά πολέμων πράγματα και των μαχών συμβάντα·
+ ώστε κακά θα στολισθή η υπεράσπισίς μου
+ εάν την κάμω μόνος μου. Αλλά, με άδειάν σας,
+ μ' ολίγα λόγια στρογγυλά κι' αστόλιστα σας λέγω
+ πώς ήλθε η αγάπη μας· τι βότανα, τι μάγια,
+ (αφού ως μάγος σήμερα εδώ κατηγορούμαι),
+ επλάνεσαν την κόρην του.
+
+ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ
+ Μια κόρη σεμνοτάτη,
+ και ήσυχη, κ' εντροπαλή, που ως και την σκιάν της
+ εντρέπετο! Και γίνεται τα πάντα ν' αψηφήση,
+ την ηλικίαν, την τιμήν, τον τόπον της, την φύσιν,
+ και τώρα να ερωτευθή μ' αυτόν, που εφοβείτο
+ να τον ιδή; Πρέπει κανείς ή να μην έχη κρίσιν,
+ ή να την έχη παλαβήν, διά να το πιστεύση,
+ ότ' ημπορεί τους νόμους της η φύσις να πατήση,
+ και τόσον να παρεκτραπή απ' την εντέλειάν της,
+ εάν δεν ήναι Σατανά ενέργεια 'ς την μέσην,
+ οπού να κάμη το κακόν! Λοιπόν και πάλιν λέγω,
+ ότι αυτός με βότανα που ενεργούν 'ς το αίμα,
+ με δύναμιν σατανικήν και φίλτρα μαγευμένα
+ την 'πλάνεσε!
+
+ΔΟΓΗΣ
+ Ο λόγος σου απόδειξις δεν είναι.
+ Αντί με πιθανότητας και με συμπερασμούς σου,
+ πρέπει εδώ με ασφαλείς, γνησίας αποδείξεις
+ να έλθης εναντίον του.
+
+Α’. ΓΕΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ
+ Δεν ομιλείς, Οθέλλε;
+ Ειπέ μας αν μ' αφύσικα κ' εντροπιασμένα μέσα
+ 'φαρμάκευσες κ' εκέρδισες της κόρης την αγάπην,
+ ή με πειθώ και με γλυκά και τιμημένα λόγια
+ οπού ενόνουν δυο καρδιαίς;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Παρακαλώ, αυθένται,
+ 'ς το Ναυαρχείον στείλετε να φέρετε την νέαν,
+ κ' εμπρός εις τον πατέρα της η ίδια ας λαλήση.
+ Αν ένοχον με κρίνετε απ' τα 'δικά της λόγια,
+ τότ' όχι μόνον τον βαθμόν και την υπόληψίν μου
+ να με καταδικάσετε να χάσω, αλλ' ακόμη
+ και την ζωήν μου·
+
+ΔΟΓΗΣ
+ Φέρετε εδώ την Δυσδαιμόναν.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Οδήγησέ τους, Ιάγο μου· συ 'ξεύρεις πού την έχω.
+
+ (Εξέρχεται ο ΙΑΓΟΣ).
+
+ Κι' ως που να έλθη, καθαρά 'σάν να ξεμολογούμαι
+ 'ς την παρουσίαν του Θεού τα κρίματα που έχω,
+ με τόσην ειλικρίνειαν εμπρός σας θα εκθέσω
+ πώς έγινε κ' εκέρδισα της νέας την αγάπην,
+ και πώς κι' αυτή εκέρδισε την ιδικήν μου.
+
+ΔΟΓΗΣ
+ Λέγε
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Με αγαπούσ' ο γέροντας· συχνά μ' επροσκαλούσε·
+ την ιστορίαν μ' έβαζε να λέγω της ζωής μου·
+ τας μάχας, τους πολέμους μου και τας πολιορκίας,
+ τον δρόμον οπού πέρασα. Και του εδιηγούμην
+ από τα παιδιακίσια μου τα χρόνια την ζωήν μου,
+ ως την στιγμήν που 'κάθητο και μ' ήκουε να λέγω.
+ Και έλεγα την τύχην μου, τους φοβερούς κινδύνους,
+ τα τρομερά συμβάντα μου 'ς τον κάμπον ή 'ς το κύμα,
+ τους παρά τρίχα γλυτωμούς 'ς εφόδους και καρτέρια,
+ πώς έπεσα εις του εχθρού τ' αγριευμένα χέρια
+ και σκλάβος επωλήθηκα· την ελευθέρωσίν μου,
+ και τα ταξείδια τα πολλά που έκαμα κατόπιν.
+ Τα σπήλαια τ' απέραντα και τας ξηράς ερήμους,
+ τους βράχους, τα 'ψηλά βουνά που φθάνουν ως τα νέφη·
+ αυτά του επερίγραφα, και τους ανθρωποφάγους,
+ και τους αγρίους τους φρικτούς, και τέρατα που έχουν
+ την κεφαλήν ανάμεσα 'ς ταις πλάταις φυτρωμένην. (9)
+ Η Δυσδαιμόνα ήρχετο περίεργη ν' ακούη,
+ αλλ' αι φροντίδες του σπιτιού την έκαμναν να φεύγη,
+ και βιαστική επήγαινε τα χρέη της να κάμη,
+ κ' επέστρεφε, τα λόγια μου ν' ακούση διψασμένη.
+ Κ' εγώ το παρετήρησα και ηύρα ευκαιρίαν,
+ και ηύρα τρόπον μόνη της να μου ξεμυστερεύση
+ τον πόθον τον εγκάρδιον, να της εξιστορήσω
+ καταλεπτώς τον βίον μου απ' την αρχήν 'ς το τέλος,
+ που άκραις μέσαις ήξευρεν απ' όσα είχ' ακούσει.
+ Της είπα όλα· και συχνά της 'δάκρυσε το 'μάτι,
+ ενώ της πρώτης μου ζωής της έλεγα τα πάθη·
+ και όταν ετελείωσα, μ' επλήρωσε τον κόπον
+ με ένα κόσμον δάκρυα και αναστεναγμούς της.
+ Μου είπε πως εθαύμασε, εθαύμασε εις άκρον,
+ ότι λυπάται δι' εμέ, κατάκαρδα λυπάται,
+ πως ήθελε καλλίτερα να μη τα είχ' ακούσει,
+ κι' όμως μακάρι και αυτή να λάβη τέτοιον άνδρα.
+ Μου είπε πως μ' ευχαριστεί, κι' ανίσως έχω φίλον,
+ οπού την ερωτεύεται και θέλει την καρδιάν της,
+ να τον διδάξω να της' πη όσα εγώ της είπα.
+ 'Σ αυτήν την νύξιν της κ' εγώ ανοίχθηκα μαζή της.
+ Δι' όσα εκινδύνευσα μ' ηγάπησεν εκείνη,
+ και την ηγάπησα εγώ, διότι μ' ελυπήθη.
+ Τα μάγια που της έκαμα είναι αυτά και μόνα.
+ Ιδού, η νέα έρχεται και ας το μαρτυρήση. (10)
+
+ (Εισέρχονται η ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ, ο ΙΑΓΟΣ, και υπηρέται).
+
+ΔΟΓΗΣ
+ Νομίζω και την κόρην μου αυτά θα επλανούσαν.
+ Ω αγαθέ Βραβάντιε, μη τα παραξεσχίζης,
+ αλλ' όπως πλέον ημπορείς εξοικονόμησέ τα.
+ Κάλλια σπασμένα τ' άρματα, παρά γυμνά τα χέρια.
+
+ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ
+ Παρακαλώ, αφήσετε να ομιλήση πρώτα.
+ Αν 'πή ότι τον ήθελε και τον ενοστιμεύθη,
+ η κεφαλή μου να κοπή εάν κατηγορήσω
+ εις το εξής τον άνθρωπον. — Πλησίασε, Κυρία·
+ 'ς αυτήν εδώ την ευγενή ομήγυριν που βλέπεις,
+ που χρεωστείς υποταγήν προ πάντων. Αποκρίσου.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Ω σεβαστέ πατέρα μου, το βλέπω πως εις δύο
+ μοιράζεται το χρέος μου· διότι εις εσένα
+ και την ζωήν μου χρεωστώ και την ανατροφήν μου.
+ Κι' ανατροφή μου και ζωή μ' εδίδαξαν πως πρέπει
+ να σε τιμώ. Ο κύριος του χρέους μου συ είσαι·
+ είσαι πατέρας μου· αλλά, ιδού ο σύζυγός μου.
+ Την ίδιαν την υποταγήν οπού σου είχε δείξει
+ η μάνα μου, κ' επρόκρινε κι' από γονείς εσένα,
+ τώρα κ' εγώ την χρεωστώ 'ς τον άνδρα μου, τον Μαύρον.
+
+ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ
+ Αρκεί· μαζή σου ο Θεός! 'τελείωσα· — Αυθέντα,
+ αν αγαπάς, ας έλθωμεν 'ς τα πράγματα του κράτους. —
+ Παρά παιδί, καλλίτερα να είχα ψυχοπαίδι! —
+ Άκουσε, Μαύρε· πάρε την με όλην την καρδιάν μου,
+ καθώς επίσης ήθελα με όλην την καρδιάν μου
+ να μη την δώσω εις εσέ, αν δεν την είχες πάρει.
+ Ως προς εσένα, χαίρομαι π' άλλα παιδιά δεν έχω,
+ διότι τύραννον 'ς αυτά θα μ' έκαμν' η φυγή σου,
+ να τα κρατώ 'ς τα σίδερα! — 'τελείωσα, Αυθέντα.
+
+ΔΟΓΗΣ
+ Ας ομιλήσω και εγώ και ας ειπώ μιαν γνώμην,
+ που ίσως χρήσιμη σταθή εις τούτο το ζευγάρι,
+ ως σκαλοπάτι ν' αναιβούν 'ς την εύνοιάν σου πάλιν.
+ Άμα που γίνη το κακόν κι' ούτ' έχει θεραπείαν,
+ αν πάρης την απόφασιν ο πόνος τελειόνει.
+ Το να θρηνής ένα κακόν που πέρασε και 'πάγει,
+ είναι ο τρόπος να ζητής νέον κακόν να φέρης.
+ Ό,τι δεν έχει γλυτωμόν αν σου το πάρ' η τύχη,
+ την τύχην την περιγελάς, υπομονήν αν δείξης.
+ Ένας κλεμμένος που γελά κάτι απ' τον κλέπτην κλέπτει·
+ αν όμως κλαίη του κακού, τον εαυτόν του κλέπτει.
+
+ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ
+ Την Κύπρον τώρα το λοιπόν ο Τούρκος ας την πάρη.
+ Όσω γελούμεν, βέβαια χαμένη δεν θα είναι.
+ Τα γνωμικά είναι καλά 'ς εκείνον οπού θέλει
+ ν' ακούη ανακούφισιν και άλλο δεν τον μέλει.
+ Αλλ' όποιος έχει τον καϋμόν δεν θέλει να του λέγουν
+ υπομονήν να δανεισθή, την λύπην να πληρώση!
+ Τα γνωμικά, είτε χολή ή μέλι, δεν αξίζουν·
+ έχουν εξήγησιν διπλήν. Τα λόγια είναι λόγια,
+ και δεν τρυπάτ' από τ' αυτί μία καρδιά καμμένη. —
+ Παρακαλώ ας έλθωμεν 'ς τα πράγματα του Κράτους.
+
+ΔΟΓΗΣ
+ Ο Τούρκος εκστρατεύει με μεγάλην δύναμιν εναντίον
+ της Κύπρου. Εσύ, Οθέλλε, γνωρίζεις από κάθε άλλον
+ καλλίτερα πού στέκει η δύναμίς της. Και μολονότι έχομεν
+ εκεί άξιον τοπορητήν, η κοινή όμως γνώμη, ο μέγας
+ αυτός Κυβερνήτης των πραγμάτων, αποζητεί εσένα διά
+ μεγαλειτέραν ασφάλειαν. Ανάγκη λοιπόν να σκιάσης την
+ λάμψιν της νέας σου ευτυχίας, με αυτής της εκστρατείας
+ την ανεμοζάλην.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Αυθένται μου, ο τύραννος, που λέγεται Συνήθεια,
+ μου κάμνει απαλώτατον, 'σαν πουπουλένιον στρώμα,
+ το σιδερένιον των μαχών ή λίθινον κρεββάτι.
+ Τ' ομολογώ· εις την ζωήν την σκληραγωγημένην
+ την φυσικήν μου την ορμήν κ' ενέργειαν ευρίσκω.
+ Μετά χαράς τον δέχομαι κ' επάνω μου τον παίρνω
+ τον νέον πόλεμον αυτόν κατά των Μουσουλμάνων!
+ 'Σ τους ορισμούς σας ταπεινώς την κεφαλήν μου κλίνω
+ και μόνον τούτο σας ζητώ: να έχη η σύζυγός μου
+ την πρέπουσαν περίθαλψιν, και ό,τι λάβη χρείαν
+ διά να ζη ανάλογα με το αξίωμά μου
+ και με το γένος της.
+
+ΔΟΓΗΣ
+ Ας ζη, αν θέλης, 'ς του πατρός της.
+
+ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ
+ Εγώ δεν θέλω.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ούτ' εγώ.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Και ούτ' εγώ δεν θέλω,
+ να μ' έχη ο πατέρας μου εμπρός του, να με βλέπη,
+ και να θυμόνη. Το αυτί 'ς την δέησίν μου κλίνε,
+ ω Δόγη κραταιότατε, και άφες με να εύρω
+ από την προστασίαν σου κι' από την δύναμίν σου
+ την φύλαξιν και σκέπην μου.
+
+ΔΟΓΗΣ
+ Τι θέλεις, Δυσδαιμόνα;
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΌΝΑ
+ Ότι τον Μαύρον αγαπώ διά να ζω μαζί του,
+ τ' ορμητικόν μου κίνημα κι' αυτή η παραζάλη
+ τρανά το διελάλησαν 'ς τον κόσμον. Την καρδιάν μου
+ εγώ την αφιέρωσα 'ς την τύχην του ανδρός μου.
+ Εις του ΟΘέλλου την ψυχήν το πρόσωπόν του είδα,
+ και επιστεύθηκα το παν, και βίον και ψυχήν μου
+ εις την 'δικήν του την τιμήν και την παλλικαριάν του.
+ Κι' αν απομείνω 'γώ εδώ, ειρήνης πεταλούδα,
+ ενώ, αυθένται μου, αυτός πηγαίνει 'ς τους πολέμους
+ θα μου φανή πως αφαιρούν από τον έρωτά μου
+ τα δίκαιά του, κ' η ζωή βαρεία θα μου ήναι
+ χωρίς εκείνον. — Άφησε μαζή του να με πάρη.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ω άρχοντες, αφήσατε παρακαλώ να γείνη
+ το θέλημά της. Δεν ζητώ εγώ αυτήν την χάριν,
+ διά να θρέψω μ' ηδονήν το ιδικόν μου πάθος,
+ και ούτε της αγάπης μου την φλόγα να χορτάσω,
+ πλην μόνον επειδή ποθώ να γείνη όπως θέλει.
+ Και να φυλάξη ο θεός, 'ς τον νουν σας μη περάση
+ πως θ' αστοχήσω σοβαρά κ' επίσημά μου χρέη,
+ διότι θάχω 'ς το πλευρόν εκείνην. Εάν ήναι
+ του Έρωτος του πτερωτού τα ελαφρά παιγνίδια
+ να μου θολώσουν και τον νουν και την ενέργειάν μου
+ ή να χαλάσουν ηδοναί την τέχνην της ζωής μου,
+ τότε αγγείον μαγειρειού ας κάμουν αι γυναίκες
+ την περικεφαλαίαν μου, και την υπόληψίν μου
+ του κόσμου καταφρόνησις ας την καταμαυρίση!
+
+ΔΟΓΗΣ
+ Εσείς αποφασίσετε· ας μείνη ή ας φύγη.
+ Το πράγμα είναι βιαστικόν κι' αναβολήν δεν θέλει.
+
+Α’ ΓΕΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ
+ Απόψε φεύγεις απ' εδώ.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Με όλην την καρδιάν μου!
+
+ΔΟΓΗΣ (προς τους Γερουσιαστάς).
+ Εις τας εννέα την αυγήν εδώ σας περιμένω. —
+
+ (Προς τον Οθέλλον).
+
+ Εδώ κανένας ας σταθή αξιωματικός σου,
+ και με αυτόν σου στέλλομεν και τον διορισμόν σου
+ και ό,τι άλλο χρειασθή να σου σταλθή ακόμη.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Να ο σημαιοφόρος μου, αν ήναι ορισμός σας.
+ Είν' άνθρωπος ενάρετος και της εμπιστοσύνης.
+ Εις τούτον την γυναίκα μου θ' αφήσω να μου φέρη,
+ και ό,τι η εκλαμπρότης σου νομίση αναγκαίον.
+
+ΔΟΓΗΣ
+ Πολύ καλά. Σας εύχομαι εις όλους καλήν νύκτα.
+
+ (Προς τον Βραβάντιον.)
+
+ Και, άρχον ευγενέστατε, εάν δεν ήναι ψεύμα,
+ ότι δεν έχει ευμορφιάς η αρετή ανάγκην,
+ τότ' ο γαμβρός σου κάτασπρος και όχι μαύρος είναι.
+
+Α’ ΓΕΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ
+ Χαίρε, κι' αγάπα την καλά, γενναίε Μαύρε· χαίρε!
+
+ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ
+ Αν έχης 'μάτια κύτταζε, ω Μαύρε. Πρόσεχέ την·
+ καθώς εμένα 'γέλασε, 'μπορεί να σε γελάση.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Την παίρνω 'ς την ψυχήν μου! Ναι!
+
+ (Απέρχονται, ο ΔΟΓΗΣ, οι ΓΕΡΟΥΣΙΑΣΤΑΙ, ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΙ κ.τ.λ.)
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Τώρα, πιστέ μου Ιάγο,
+ την Δυσδαιμόναν μου εγώ 'ς εσένα την αφίνω·
+ να βάλης την γυναίκα σου, παρακαλώ, κοντά της,
+ κι' όπως καλλίτερα 'μπορείς 'ς την Κύπρον να τας φέρης.
+ Έλα· μια ώρα μοναχή μου μένει, Δυσδαιμόνα,
+ μια ώρα έννοιας κ' έρωτος μαζή σου να περάσω.
+ Είμεθα σκλάβοι του καιρού.
+
+ (Απέρχονται ο ΟΘΕΛΛΟΣ και η ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ).
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Ιάγο!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Τι λέγεις, παλλικαρά μου.
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Ηξεύρεις τι θα 'πάγω να κάμω τώρα;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Να πλαγιάσης και να κοιμηθής.
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Θα 'πάγω ίσα να πνιγώ!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Αν το κάμης, δεν θα σε αγαπώ ύστερα. Τι ανοησία
+ είναι αυτή;
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Ανοησία είναι να ζη κανείς, όταν η ζωή καταντήση
+ βάσανον. Το μόνον ιατρικόν είναι ο θάνατος, όταν γείνη
+ ιατρός μας ο Χάρος.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ω τον άνανδρον! Τον κόσμον τον είδα τέσσαραις
+ φοραίς επτά χρόνους· και αφότου έμαθα να ξεχωρίζω τι
+ θα ειπή φίλος και τι θα ειπή εχθρός, ακόμη δεν ηύρα
+ τον άνθρωπον, ο οποίος να ηξεύρη ν' αγαπά τον εαυτόν
+ του! Καλλίτερα να γείνω πίθηκος, παρά να καταντήσω
+ να βάλω εις τον νουν μου να πνιγώ διά την αγάπην
+ ενός χηνοπούλου!
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Τι θέλεις να κάμω; Το ηξεύρω κ' εγώ ότι είναι
+ εντροπή να ήμαι τόσον ερωτευμένος, αλλά δεν είναι εις
+ την εξουσίαν μου ν' αλλάξω.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Δεν είναι εις την εξουσίαν σου! Κολοκύθια! Μόνοι
+ μας γινόμεθα τούτο ή εκείνο. Το σώμα μας είναι περιβόλι,
+ και περιβολάρης η θέλησίς μας. Θέλεις τσουκνίδα
+ να φυτεύσης, ή μαρούλι; Θέλεις να σπείρης ύσσωπον, ή
+ να φυτρώση θυμάρι; Θέλεις να έχης ένα μόνον είδος χόρτου,
+ ή λογής λογής βότανα; Θέλεις να το ερημώσης με
+ την ακαμωσιάν, ή να το κοπρίσης με τον ιδρώτα σου; Εις
+ την θέλησίν σου στέκει ό,τι θέλεις να το κάμης. — Εάν
+ η ζυγαριά της ζωής δεν είχε το βάρος του λογικού,
+ ν' αντιζυγίζη τα αισθητήριά μας, αλλοίμονον πού
+ θα μας εκουτρουβαλούσε το αίμα μας και η σιχαμένη η
+ φύσις μας! Αλλά το λογικόν το έχομεν διά να μας
+ δροσίζη τα αναμμένα αισθήματά μας, τας σαρκικάς ορέξεις
+ μας, τα αχαλίνωτα πάθη μας. Εκείνο λοιπόν,
+ οποίον εσύ ονομάζεις έρωτα, εγώ το ονομάζω φέλιασμα
+ και παραβλάσταρον.
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Άλλ' αντ' άλλων!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ο έρωτας είναι ασωτεία του αίματος και χαλάρωσις
+ της θελήσεως, σου λέγω. Έλα· σε θέλω άνδρα! Ακούς
+ εκεί, να πνιγής! Πνίξιμον ταις γάταις και τα τυφλά
+ γατόπουλα! Εγώ σου έταξα φιλίαν και εδέθηκα μαζή
+ σου με σχοινιά σφιχτά και δυνατά. Αλλά δεν
+ ημπορούσα ποτέ να σου σταθώ τόσον χρήσιμος, καθώς τώρα.
+ Βάλε αργύριον εις το πουγγί σου, πήγαινε κατόπιν από
+ το στράτευμα, κρύψε τα κάλλη σου με γένεια ψεύτικα.
+ Σου λέγω βάλε αργύριον εις το πουγγί σου! Δεν είναι
+ δυνατόν να βαστάξη πολύν καιρόν η αγάπη της Δυσδαιμόνας
+ διά τον Μαύρον· — βάλε αργύριον εις το πουγγί
+ σου· — ούτε η ιδική του δι' εκείνην. Ήρχισαν ορμητικά,
+ και με τον ίδιον τρόπον θα τελειώσουν. Θα το ιδής! Βάλε
+ αργύριον εις το πουγγί σου μόνον. Αυτοί οι Μαύροι
+ αλλάζουν γνώμην εύκολα. — Παραγέμισε το πουγγί σου. —
+ Η τροφή οπού τώρα του φαίνεται γλυκειά ωσάν ξυλοκέρατον,
+ θα του φανή εις ολίγον άνοστη ωσάν ξυλάγγουρον.
+ Κ' εκείνη θ' αλλάξη, επειδή είναι τόσον νέα.
+ Αφού τον χορτάση τον Μαύρον της, θα ιδή ότι η εκλογή της
+ ήτο στραβή. — Βάλε λοιπόν αργύριον εις το πουγγί σου. —
+ Αν θέλης και καλά να κολασθής, εύρε κανένα τρόπον
+ καλλίτερον από το πνίξιμον. — Μάζευσε όσα περισσότερα
+ χρήματα ημπορείς. — Αν η ευλογία ενός παππά, και
+ ένας όρκος οπού επέρασε μεταξύ ενός βαρβάρου τυχοδιώκτου,
+ και μιας πονηράς Βενετής, δεν είναι με το παρεπάνω
+ δυνατά διά το μυαλόν μου και δι' όλα τα δαιμόνια
+ της Κολάσεως, θα την απολαύσης! Λοιπόν, εύρε
+ χρήματα. Να πάρη η ζάλη το πνίξιμον! Δεν είναι
+ δουλειά σου να πνιγής. Κύτταξε καλλίτερα να κρεμασθής
+ αφού χαρής τον πόθον σου, παρά να πνιγής πριν το καταφέρης.
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Και αν προσκολληθώ εις αυτήν την ελπίδα, θα μου
+ παρασταθής πιστά;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Μην έχης φόβον δι' εμένα. Πήγαινε να εύρης χρήματα.
+ Σου το είπα πολλαίς φοραίς και σου το ξαναλέγω!
+ Τον Μαύρον τον μισώ. Έχω λόγους να τον μισώ με την
+ καρδιάν μου. Δεν πηγαίνεις και συ παρακάτω. Ας γείνωμεν
+ και οι δύο μας ένα εις την εκδίκησίν μας. Αν κατορθώσης
+ να τον κερατώσης, εσύ θα το χαρής, και εγώ
+ θα το διασκεδάσω. Ο Καιρός είναι εγγαστρωμένος με
+ πολλά περιστατικά, και θα τα ξεγεννήση! Εμπρός! Πήγαινε
+ να εύρης χρήματα. Αύριον τα ξαναλέγομεν. Ώρα
+ καλή.
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Πού θα σ' εύρω την αυγήν;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Εις το κατάλυμά μου.
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Θα έλθω πρωί πρωί.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Καλά· ώρα σου καλή. — Ακούεις, Ροδερίκε;
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Τι είπες;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Δεν έχει πνίξιμον πλέον. Ακούεις;
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Ήλλαξα γνώμην. Πηγαίνω να πωλήσω τα χωράφια μου.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Καλά. Παραγέμισε το πουγγί σου.
+
+ (Απέρχεται ο ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ)
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ας χρησιμεύη ο κουτός πουγγί μου να τον έχω.
+ Θα ήτο κρίμα, κ' εντροπή 'ς την πείραν και 'ς τον νουν μου,
+ να χάνω 'γώ την ώραν μου μ' αυτήν την καλοιακούδαν,
+ χωρίς ή διασκέδασις ή κέρδος να μου μένη.
+ Αλλά τον Μαύρον τον μισώ. Και τρέχει λόγος έξω
+ πως έλαβε την θέσιν μου εις τα 'παπλώματά μου.
+ Αν ήν' αλήθεια τ' αγνοώ· πλην κ' υποψία μόνη
+ μου φθάνει, ώστε να φερθώ ωσάν να ήν' αλήθεια!
+ Μ' έχει αυτός περί πολλού. Θα βοηθήση τούτο
+ να γείνουν ευκολώτερα κοντά του οι σκοποί μου. —
+ Ο Κάσιος είν' εύμορφος και νέος. Πώς να γείνη;
+ Να πάρω και την θέσιν του και την εκδίκησίν μου
+ με μιαν διπλήν κατεργαριάν. — Πλην πώς; Πώς να το
+ [κάμω; —
+ Με τον καιρόν εις το αυτί του Μαύρου να σφυρίξω,
+ πως τάχα ξεθαρρεύονται πολύ, η Δυσδαιμόνα
+ κι' ο Κάσιος. Το πρόσωπον, οι νόστιμοί του τρόποι
+ 'ς την υποψίαν έρχονται. Σου έχει ίσα ίσα
+ εκείνα που χρειάζονται γυναίκας να πλανέση.
+ Ο δε Οθέλλος είν' απλός, με την καρδιάν 'ς το χέρι,
+ κι' όποιον ως τίμιος περνά και τίμιον τον παίρνει.
+ Από την μύτην εύκολα 'σάν γάιδαρος τραβιέται.
+ Το ηύρα! Το κοιλοπονώ! Η Κόλασις κ' η Νύκτα
+ το τέρας τούτο εις το φως θα μου το ξεγεννήσουν!
+
+
+
+
+ΠΡΑΞΙΣ ΔΕΥΤΕΡΑ
+
+
+
+
+ΣΚΗΝΗ Α' .
+ Λιμήν εν Κύπρω (11) παρά τον αιγιαλόν.
+ Εισέρχονται ο ΜΟΝΤΑΝΟΣ και δύο άρχοντες ΚΥΠΡΙΟΙ.
+
+ΜΟΝΤΑΝΟΣ
+ Τι φαίνεται 'ς το πέλαγος από το ακρωτήρι;
+
+Α’. ΚΥΠΡΙΟΣ
+ Δεν διακρίνω τίποτε. Βουνόν το κάθε κύμα·
+ δεν ξεχωρίζω μεταξύ συννέφων και θαλάσσης
+ ούτε πανί.
+
+ΜΟΝΤΑΝΟΣ
+ Εις την ξηράν ο άνεμος μουγκρίζει.
+ Τόσον πολύ τους πύργους μας δεν έσεισε ποτέ του.
+ Εάν και εις το πέλαγος φυσά με τόσην λύσσαν,
+ ποια τάχα ξύλινα πλευρά θα δυνηθούν ν' ανθέξουν
+ εις τα βουνά οπού βουτούν! Να ιδούμεν τι θα γείνη;
+
+Β’. ΚΥΠΡΙΟΣ
+ Θα γείνη μέγας σκορπισμός του τουρκικού του στόλου.
+ Αν ημπορέσης να σταθής εις του 'γιαλού την άκρην,
+ θα ιδής τα νέφη να κτυπά μ' αφρούς το κάθε κύμα.
+ Η θάλασσ' ανεμόδαρτη, με χαίτην ορθωμένην,
+ να καταβρέξη προσπαθεί τ' αστέρια, και να σβύση
+ 'ς τον Ουρανόν τους φύλακας του ακινήτου πόλου.
+ Ποτέ μου τόσην ταραχήν 'ς το πέλαγος δεν είδα!
+
+ΜΟΝΤΑΝΟΣ
+ Εάν ο στόλος των εχθρών δεν ήναι αραγμένος
+ 'ς απανεμιάν, δεν θα σωθή· τον έχω και πνιγμένον.
+ Των αδυνάτων να βαστά 'ς ανεμοζάλην τόσην
+
+ (Εισέρχεται τρίτος Κύπριος.)
+
+Γ’. ΚΥΠΡΙΟΣ
+ Νέα, παιδιά! Ο πόλεμος τελειωμένος είναι.
+ Τους Τούρκους τους επρόκοψεν αυτή η τρικυμία,
+ και τους χαλνά τα σχέδια. Βενέτικον καράβι
+ απήντησε τα τουρκικά και είδε την ζημίαν
+ και την φρικτήν καταστροφήν όλου σχεδόν του στόλου.
+
+ΜΟΝΤΑΝΟΣ
+ Αληθινά;
+
+Γ’. ΚΥΠΡΙΟΣ
+ Ναι· είν' εδώ αγκυροβολημένον.
+ Ο Μιχαήλ ο Κάσιος, του Μαύρου του Οθέλλου
+ υπασπιστής, ήλθε μ' αυτό. Κι' ο Μαύρος ταξειδεύει
+ και έρχεται διοικητής και στρατηγός της Κύπρου.
+
+ΜΟΝΤΑΝΟΣ
+ Πολύ το χαίρομαι. Καλόν διοικητήν μας στέλνουν.
+
+Γ’. ΚΥΠΡΙΟΣ
+ Αλλά ο Κάσιος αυτός, ενώ παρηγορίαν
+ μας φέρνει με την είδησιν πως 'χάθηκαν οι Τούρκοι,
+ είναι ανήσυχος πολύ και καταλυπημένος,
+ και τον Θεόν παρακαλεί να σώση τον Οθέλλον,
+ διότι τους εχώρισε φρικτή ανεμοζάλη.
+
+ΜΟΝΤΑΝΟΣ
+ Να τον φυλάγη ο Θεός! Εδούλευσα μαζή του
+ και είν' ανδρείος στρατηγός, αλήθεια παλλικάρι!
+ Ελάτε 'ς την ακρογιαλιάν τον Κάσιον να ιδούμεν,
+ και εις τον ίδιον καιρόν να ρίξωμεν το 'μάτι
+ έως εκεί που θάλασσα κ' αιθέρας δεν χωρίζουν,
+ με την ελπίδα μη φανή το πλοίον του Οθέλλου.
+
+Γ’. ΚΥΠΡΙΟΣ
+ Και άλλο ίσως φθάσιμον κάθε στιγμή μας φέρη.
+ Ελάτε!
+
+ (Εισέρχεται ο ΚΑΣΙΟΣ ακολουθούμενος υπό Κυπρίων.)
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Σας ευχαριστώ, της Κύπρου παλλικάρια,
+ που τόσον καλοδέχεσθε το όνομα του Μαύρου.
+ Παρακαλείτε τον Θεόν να τον κατευοδώση,
+ διότι 'χωρισθήκαμεν εις κίνδυνον μεγάλον.
+
+ΜΟΝΤΑΝΟΣ
+ Είναι το πλοίον του καλόν;
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Γερόν το σκάφος είναι,
+ και ο πιλότος του γνωστός, και άνθρωπος της τέχνης·
+ εις τούτο την ελπίδα μου στηρίζω μέχρι τέλους.
+
+ (Φωναί έξωθεν.)
+
+ Ένα πανί! Ένα πανί.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Τι θόρυβος; τι τρέχει;
+
+ Δ'. ΚΥΠΡΙΟΣ
+ Η πόλις όλη άδειασε· 'ς την άκρην της θαλάσσης
+ ο κόσμος εσωρεύθηκε, κ' έ ν α π α ν ί φωνάζουν.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Κάτι μου λέγει πως αυτό του στρατηγού θα ήναι
+ το πλοίον.
+
+Β’. ΚΥΠΡΙΟΣ
+ Κανονοβολούν χαιρετισμόν 'ς το Κάστρον
+ Φθάσιμον φίλου είν' αυτό.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Παρακαλώ πηγαίνεις
+ να μάθης ποίος έφθασε; κ' ειπέ μας το.
+
+Β’. ΚΥΠΡΙΟΣ
+ Πηγαίνω.
+
+ (Εξέρχεται.)
+
+ΜΟΝΤΑΝΟΣ
+ Κι' ο στρατηγός, υπασπιστά, στεφανωμένος είναι;
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Διά την ευτυχίαν του! Επέτυχε μιαν νέαν,
+ που ξεπερνά περιγραφάς, κι' ό,τι κι' αν 'πή η φήμη,
+ κι' ό,τι να γράψη ημπορεί εξακουστόν κονδύλι.
+ Χαριτωμένη και καλή κι' ωραία...
+
+ (Επιστρέφει ο Β' . ΚΥΠΡΙΟΣ).
+
+ Ποίος ήλθε;
+
+Β’. ΚΥΠΡΙΟΣ
+ Σημαιοφόρος είν' αυτός του Μαύρου· κάποιος Ιάγος.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Κατευοδώθη γρήγορα με την καλήν την ώραν!
+ Και πέλαγος, και κύματα, και η ανεμοζάλη,
+ βράχοι που βράζει το νερόν, και άμμοι σωριασμένοι,
+ προδόται που το άκακον παραμονεύουν σκάφος,
+ τα πάντα, 'σάν να ήξευραν τι κάλλος διαβαίνει,
+ την αγριάδα έχασαν που είναι φυσική των
+ κ' επέρασεν απείρακτη η θεία Δυσδαιμόνα!
+
+ΜΟΝΤΑΝΟΣ
+ Και ποία είναι;
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Είν' αυτή που σ' έλεγα, ω φίλε·
+ του στρατηγού ο στρατηγός! Ο Ιάγος ο γενναίος
+ την εσυνόδευσεν εδώ. Αλλά το φθάσιμόν της
+ επρόλαβε τους πόθους μας κατά επτά ημέρας.
+ Θεέ μεγάλε, φύλαγε και σώσε τον Οθέλλον
+ εις τ' άρμενά του ας φυσά η δυνατή πνοή σου!
+ Αξίωσέ τον εις αυτόν ν' αράξη τον λιμένα,
+ της Δυσδαιμόνας την γλυκειάν αγκάλην ν' απολαύση,
+ εις το σβυσμένον θάρρος μας νέαν φωτιάν να δώση,
+ κι' όλον της Κύπρου το νησί να το παρηγορήση!
+
+ (Εισέρχονται η ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ, η ΑΙΜΙΛΙΑ, ο ΙΑΓΟΣ, ο ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ και συνοδεία.)
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Ιδού, κατέβη 'ς την ξηράν ο θησαυρός του πλοίου!
+ Της Κύπρου άνδρες, πέσατε 'ς τα γόνατα εμπρός της.
+ Κυρία, καλώς ώρισες. Η χάρις του Υψίστου
+ εμπρός, οπίσ' , από παντού να σε περικυκλόνη!
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Ευχαριστώ σε, Κάσιε γενναίε. Του ανδρός μου
+ τι νέα έχεις να μου 'πής;
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Δεν έφθασεν ακόμη,
+ αλλά τον άφησα καλά, κ' ελπίζω δεν θ' αργήση.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Φοβούμαι όμως... Διατί δεν ήλθετε συγχρόνως;
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Η Θάλασσα κι' ο Ουρανός επιάσθηκαν εις μάχην
+ κ' εχώρισαν τον δρόμον μας 'ς το πέλαγος... Ακούεις;
+ Ένα πανί!
+
+ (Φωναί έξωθεν).
+
+ Ένα πανί! Ένα πανί!
+
+Β’. ΚΥΠΡΙΟΣ
+ 'Σ το Κάστρον
+ το χαιρετούν με κανονιαίς. Και τώρα φίλος είναι.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Ιδέ τι τρέχει.
+
+ (Εξέρχεται ο Κύπριος.)
+ (Πρoς τον Ιάγον.)
+
+ Είσαι συ; Καλώς μας ήλθες, Ιάγο.
+
+ (Προς την Αιμιλίαν.)
+
+ Κυρά μου, καλώς ώρισες.
+
+ (Την φιλεί.)
+
+ Μη σε πειράζει, Ιάγο,
+ αν ξεθαρρεύωμαι πολύ. Οι τρόποι μου το έχουν
+ να ήμαι μάλλον τολμηρός εις την φιλοφροσύνην.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Αν τόσον σου εχάριζε κ' εσένα με τα χείλη,
+ όσον η γλώσσα της συχνά 'ς εμένα χαριτόνει,
+ θα σου εφαίνετο πολύ.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Καλέ, φωνήν δεν έχει.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ω! έχει, μα την πίστιν μου, και με το παρεπάνω!
+ Εγώ το' ξεύρω πώς λαλεί όταν μου έρχετ' ύπνος.
+ Εμπρός 'ς την ευγενείαν σου την γλώσσαν, εννοείται,
+ την συμμαζεύει 'ς την καρδιάν, και μέσα της γρυνιάζει.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Αυτά να λέγης αφορμήν δεν έχεις.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Έλα, έλα·
+ σεις όλαις εικονίσματα είσθ' έξω απ' το σπίτι,
+ πλην μέσα αγριόγατοι, κ' η γλώσσα σας καμπάνα·
+ όταν πειράζετ' άγιοι, διαβόλοι αν σας πειράζουν,
+ και ακαμάτραις 'ς την δουλειάν, δουλεύτραις 'ς το κρεββάτι.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Ω! Εντροπή, κακόγλωσσε.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Αν σε γελώ τουρκεύω!
+ 'ς τον ύπνον σας δουλεύετε, και παίζετε 'ς τον ξύπνον.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Δεν σ' έβαλα εγκώμιον να γράψης.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Μη με βάλης.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Τι θάγραφες, εγκώμιον αν είχες να μου κάμης;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Παρακαλώ, Κυρία μου, μη μου ζητής επαίνους,
+ και δεν αξίζω τίποτε εάν δεν ψεγαδιάζω.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Εμπρός. Δοκίμασε. — Κανείς επήγε 'ς τον λιμένα;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Επήγε· ναι, Κυρία μου.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Διάθεσιν δεν έχω·
+ τον εαυτόν μου απατώ την εύθυμην αν κάμω.
+ Ας ήναι. — Λέγε μας λοιπόν· πώς θα μ' εγκωμιάσης;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Κοντεύω. Αλλ' η έμπνευσις 'βγαίνει απ' το καύκαλόν μου,
+ καθώς εβγαίνει ο ιξός απ' την προβιάν που πιάση·
+ μου ξεκολνά και τα μυαλά και κάθε τι. Εν τούτοις
+ η Μούσα μου κοιλοπονά. Να το ξεγέννημά της:
+ Η κάτασπρη και γνωστική έχει ευμορφιάν και γνώσιν·
+ το ένα είναι χρήσιμον το άλλο κάμνει χρήσιν.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Καλόν εγκώμιον αυτό. Κ' η γνωστική και μαύρη;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Αν ήναι μαύρη κ' έχη νουν, κ' εκείνη δίχως άλλο
+ θα εύρη την μαυρίλαν της με άσπρον να ταιριάξη.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Κακά τα πηγαίνομεν.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Και η κουτή και ωραία;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ποτέ κουτή δεν ημπορεί να ήναι η ωραία,
+ αφού κ' η κουταμάδα της θα φέρη κληρονόμον.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Αυτά είναι παραδοξολογίαις να ταις ακούουν οι
+ βλάκες εις το καπηλειόν και να γελούν. Και τι κακορρίζικον
+ εγκώμιον έχεις να ειπής δι' εκείνην, η οποία είναι
+ και κουτή και άσχημη;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Κουτή γυναίκα κι' άσχημη δεν έχει, που δεν κάμνει
+ τα ίδια τα καμώματα με ξυπνηταίς κι' ωραίαις.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Ω, τι χονδρή αμάθεια! Το καλλίτερόν σου εγκώμιον
+ είναι διά την χειροτέραν γυναίκα! Και τι θα έλεγες δι'
+ εκείνην, η οποία πραγματικώς αξίζει, και δεν έχει να
+ φοβηθή ούτε την κακογλωσσιάν;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Εκείνη που είν' εύμορφη και όμως δεν το 'ξεύρει,
+ που έχει γλώσσαν και φωνήν και όμως δεν φωνάζει,
+ που δεν της λείπουν χρήματα αλλά δεν τα σκορπίζει,
+ που λέγ' είν' εις το χέρι μου και όμως δεν το κάμνει,
+ που αν και την επείραξαν δεν τιμωρεί, κι' αφίνει
+ να φύγ' η δυσαρέσκεια και τ' άδικον να μείνη,
+ που έχει γνώσιν, και τον νουν δεν έχασε ν' αλλάξη
+ διά ουράν του σολομού κεφάλι της μουρούνας, (12)
+ που της περνούν συλλογισμοί πλην 'ξεύρει να τους
+ [κρύπτη,
+ που αν κανείς την κυνηγά το νοιώθει, πλην δεν στρέφει,
+ τέτοια γυναίκα, αν ποτέ υπήρξε τέτοια, πρέπει...
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Να κάμη τι;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ 'ς τους παλαβούς να δίδη το βυζί της,
+ και να πωλή 'ς το καπηλειόν κρασί με το ποτήρι. (13)
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Ω, τι μισερόν και ανούσιον συμπέρασμα! Μη τον
+ ακούης, Αιμιλία, και ας ήναι και άνδρας σου. Τι λέγεις
+ Κάσιε; Δεν είναι αδιάντροπα τα γνωμικά του;
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Τα λέγει ξάστερα, Κυρία μου· είναι καλλίτερος διά
+ στρατιώτης παρά διά λογιώτατος.
+
+ (Συνομιλεί μετά της Δυσδαιμόνας).
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Την παίρνει από το χέρι... Μάλιστα! Λέγε τα
+ σιγαλά. Με αυτήν την μικρήν αραχνιάν θα πιάσω εγώ
+ μίαν μυίγαν μεγάλην μεγάλην, οπού την λέγουν Κάσιον!
+ — Βέβαια, χαμογέλα, θα σε μαγκώσω με ταις
+ νοστιμάδαις σου. — Τω όντι! Ωραία τα λέγεις! Αν με
+ αυτά σου τα τσακίσματα σε κάμω να χάσης τον βαθμόν
+ σου, καλά θα ήτο να μην είχες φιλήσει τόσαις φοραίς
+ τα τρία σου δάκτυλα, καθώς ετοιμάζεσαι να ξανακάμης
+ διά να μας δείξης την χάριν σου... Περίφημα! ωραίος
+ ασπασμός! Χαριέστατος χαιρετισμός! Ωραία, μα την
+ αλήθειαν!... Τι; πάλιν τα δάκτυλα εις τα χείλη;
+ Καλλίτερα δι' εσένα να ήσαν τόσα μασούρια γλυστηριού
+ τα δάκτυλά σου....
+
+ (Σάλπιγγες έξωθεν).
+
+ Ο Μαύρος! Γνωρίζω την σάλπιγγά του.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Αλήθεια!
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Να τον προϋπαντήσωμεν, να τον δεχθώμεν!
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Ιδού! έρχεται.
+
+ (Εισέρχεται ο ΟΘΕΛΛΟΣ μετά της συνοδείας του).
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ωραία ηρωίνα μου!
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Αγαπητέ Οθέλλε!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Μεγάλος είν' ο θαυμασμός, μεγάλη κ' η χαρά μου
+ εδώ να σ' εύρω προ εμού φθασμένην, ω ψυχή μου!
+ Αν κάθ' ανεμοστρόβιλος τέτοιαν γαλήνην φέρνη,
+ μην παύης τότε να φυσάς αέρα, έως ότου
+ απ' τον βαθύν τον ύπνον του τον Χάρον να 'ξυπνήσης
+ κι' ας κουρασθή το σκάφος μου ν' αναιβοκαταιβαίνη
+ εις του πελάγους τα βουνά, κι' από την κορυφήν των,
+ ωσάν τον Όλυμπον 'ψηλά, να πέφτη — 'σαν να πέφτη
+ 'ς τον Άδην απ' τον Ουρανόν! Αν ήτο ν' αποθάνω,
+ απέθνησκα μετά χαράς αυτήν την ώραν! Τόσον
+ είν' η ψυχή μου ήσυχη κι' αναπαυμένη τώρα,
+ ώστε φοβούμαι μη ποτέ η άγνωστή μου Μοίρα
+ τόσην χαράν και ηδονήν δεν μου ξαναχαρίση!
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Να δώση πάντα ο Θεός ν' αυξάνουν με τα χρόνια
+ κ' οι έρωτές μας κ' η χαρά!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Αμήν, αγαπητή μου!
+ Δεν έχω λόγια να ειπώ την ευχαρίστησίν μου!
+ Είν' η χαρά τόσον πολλή, που πνίγει τον λαιμόν μου.
+ Κι' αυτό, κι' αυτό...
+
+ (Την ασπάζεται επανειλημμένως).
+
+ Ω! πάντοτε αυτήν την αρμονίαν
+ να κάμνουν αι καρδίαι μας!
+
+ΙΑΓΟΣ (καθ' εαυτόν).
+ Καλά τα 'πάτε τώρα·
+ όμως αυτήν την μουσικήν εγώ θα την χαλάσω,
+ ή να μην ήμαι άνθρωπος!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Πηγαίνωμεν 'ς το Κάστρον.
+ 'Τελείωσεν ο πόλεμος· επνίγησαν οι Τούρκοι. —
+ Τι γίνονται οι φίλοι μου οι παλαιοί της Κύπρου; —
+ Εσύ θα γείνης του νησιού η χαδευμένη τώρα.
+ Έχω πολλούς, που μ' αγαπούν εδώ, γλυκό μου μέλι.
+ Απ' την χαράν μωρολογώ και λέγω αλλ' αντ' άλλων.
+ Παρακαλώ σε, Ιάγο μου, καταίβα 'ς τον λιμένα,
+ ξεφόρτωσε τα πράγματα, και φέρε μου 'ς το Κάστρον
+ τον πλοίαρχον· πάσα τιμή και έπαινος του πρέπει·
+ είν' άξιος θαλασσινός. — Ω Δυσδαιμόνα, έλα·
+ και πάλιν καλώς ώρισες, αγάπη μου, 'ς την Κύπρον.
+
+ (Εξέρχονται ο ΟΘΕΛΛΟΣ, η ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ και αι συνοδείαι των).
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Έλα να μ' ενταμώσης αμέσως κάτω εις τον λιμένα.
+ Έλα εδώ. Αν ήσαι παλλικάρι — (αφού το λέγει ο λόγος
+ ότι, όταν κανείς ερωτευθή γίνεται καλλίτερος από
+ ό,τι είναι το φυσικόν του (14)), άκουσέ με. Απόψε ο
+ υπασπιστής φρουρεί εις την αυλήν του Κάστρου. Πρώτα
+ και αρχή όμως πρέπει να σου ειπώ το εξής: η Δυσδαιμόνα
+ είναι ερωτευμένη μαζή του.
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Μαζή του! Εκείνη; Αδύνατον!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Βάλε το δάκτυλόν σου εις τα χείλη και άκουε να μάθης.
+ Ενθυμήσου πόσον ορμητικά ερωτεύθηκεν απ' αρχής,
+ μόνον και μόνον από τα καυχήματα και τα παραμύθια
+ οπού της έλεγεν ο Μαύρος. Και θέλεις να εξακολουθή
+ ακόμη να τον αγαπά διά τα φλυαρήματά του; Αν έχης
+ άσπρου γνώσιν δεν θα το πιστεύσης αυτό. Το 'μάτι της
+ θέλει να χορτάση. Και τι ευχαρίστησιν θα έχη να βλέπη
+ εμπρός της τον Διάβολον; Αφού το αίμα κορεσθή και
+ ησυχάση, πρέπει να ελκυσθή από τίποτε θέλγητρον διά
+ να ξανανάψη και να του ανοίξη πάλιν η όρεξις· πρέπει
+ να εύρη κάποιαν συμπάθειαν εις την ευμορφιάν, εις τους
+ τρόπους, εις την ηλικίαν. Αλλά ο Μαύρος τίποτε από
+ αυτά δεν έχει. Αφού λοιπόν του λείπουν όλα τα συστατικά
+ διά να ευχαριστήση την τρυφερότητά της, είναι φυσικόν
+ να της έλθη αναγούλα, να τον σιχαθή και να τον
+ μισήση τον Μαύρον. Η φύσις θα την δασκαλεύση και
+ θα την σπρώξη να κάμη νέαν εκλογήν. Λοιπόν, Κύριέ
+ μου, αν τα παραδέχεσαι αυτά, — και είναι όλα σωστά
+ και αναμάρτητα, — ποίος άλλος θαρρείς ότι θα ωφεληθή
+ από την περίστασιν, παρά ο Κάσιος; ο ευλύγιστος
+ αυτός κατεργάρης, ο οποίος καμόνεται τον ευγενικόν και
+ τον φρόνιμον, μόνον και μόνον διά να καταφέρη
+ καλλίτερα τον ασελγή και μυστικόν σκοπόν του; — Κανείς
+ άλλος, κανείς! Αυτός μόνον, ο επιτήδειος κατεργάρης,
+ οπού ηξεύρει πώς να ωφεληθή από την ευκαιρίαν, και
+ έχει την τέχνην να προσποιήται κάθε αρετήν, αν και
+ αρετήν δεν έχη. Διάβολο-κατεργάρης! Και εκτός τούτου
+ είναι και εύμορφος ο κατεργάρης, είναι νέος και σου έχει
+ όλα τα συστατικά οπού αρέσουν τα ανόητα και κλούβια
+ κεφάλια. Πανούκλα να τον εύρη τον κατεργάρην! Τον
+ ηύρεν όμως προτήτερα η ευγενεία της.
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Δεν το πιστεύω απ' αυτήν· είναι τόσον καθώς πρέπει
+ νέα.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Κολοκύθια καθώς πρέπει! Το κρασί οπού πίνει είναι
+ καμωμένον από σταφύλι. Αν ήτο τόσον καθώς πρέπει
+ δεν θα έκαμνε την αγάπην με τον Μαύρον. Καθώς
+ πρέπει, λέγει! Δεν την είδες πώς έπαιζε με το χέρι του
+ Κασίου; Την παρετήρησες;
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Την είδα· και τι μ' αυτό; Ήτον απλή ευγένεια.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Αν δεν ήτο λαγνεία, να μου κόπτης το χέρι. Ήτον
+ ο κρυφός πρόλογος, η αρχή των αισχρών στοχασμών
+ και της ασελγείας. Τα στόματά των εσίμωσαν τόσον,
+ ώστε ανεκατώθησαν αι αναπνοαί των. Σιχαμένοι
+ στοχασμοί, Ροδερίκε! Όταν αυτά τα ξεθαρρεύματα ανοίξουν
+ μίαν φοράν τον δρόμον, δεν αργεί να έλθη και η κυρία
+ υπόθεσις, το συσσωματωμένον συμπέρασμα. Πιςτ! Αλλά
+ κάμε ό,τι σου λέγω εγώ· εγώ οπού σ' έφερα εδώ από
+ την Βενετίαν. Απόψε να έλθης εις την φρουράν το
+ σύνθημά σου το δίδω εγώ· ο Κάσιος δεν σε γνωρίζει·
+ εγώ θα ήμαι κοντά σου· κύτταξε να εύρης αφορμήν να
+ τον θυμώσης· είτε φώναζε δυνατά, είτε απείθησε εις την
+ διαταγήν του, είτε όπως η περίστασις το φέρει.
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Καλά.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ο Κάσιος είναι αψύς και οξύθυμος. Ίσως σε κτυπήση.
+ Κύτταξε να τον θυμώσης, ώστε να σε κτυπήση. Από
+ το κτύπημα τούτο εγώ θα κάμω να σηκωθή η Κύπρος
+ εις το ποδάρι, και να μην έχη ησυχίαν ενόσω δεν τον
+ πετάξουν απ' εδώ τον Κάσιον. Και τότε θα σου εύρω
+ τρόπον να συντομεύσης τον δρόμον του πόθου σου, φθάνει
+ να έβγη από την μέσην το εμπόδιον αυτό.
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ θα κάμω καθώς μου λέγεις, αν μου το φέρης βολικά.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Σου το υπόσχομαι. Έλα εις ολίγον να μ' εύρης εις το
+ Κάστρον. Τώρα πηγαίνω να ξεφορτώσω τα πράγματά
+ του. Ώρα καλή.
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Έχε υγείαν.
+
+ (Απέρχεται)
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ο Κάσιος την αγαπά· αυτό δεν τ' αμφιβάλλω.
+ Ότι κι' αυτή τον αγαπά, απίθανον δεν 'μοιάζει.
+ Ο Μαύρος, — πρέπει να το 'πώ και αν δεν τον χωνεύω, —
+ είν' άνθρωπος ειλικρινής, κ' ευαίσθητος, και ίσιος,
+ κι' άνδρα πιστόν και ακριβόν η Δυσδαιμόνα έχει.
+ Αλλά κ' εγώ την αγαπώ· κ' εγώ, μα την αλήθειαν!
+ Όχι με πόθον σαρκικόν μονάχα· (μολονότι
+ δεν είμαι αναμάρτητος και απ' αυτό το κρίμα·)
+ αλλά διά να κορεσθή και η εκδίκησίς μου.
+ Διότι φόβος μου περνά ότι ο λάγνος Μαύρος
+ εις το θρονί μου 'κάθησε· κ' εκείν' η υποψία
+ μου τρώγει τα εντόσθια και μου τα φαρμακεύει,
+ και ησυχίαν 'ς την ψυχήν ποτέ μου δεν θα έχω,
+ πριν ίσα κ' ίσα γίνωμεν γυναίκα με γυναίκα!
+ Ή, αν δεν γίνεται αυτό, τουλάχιστον να χώσω
+ μιαν ζήλειαν τόσον δυνατήν εις την ψυχήν του Μαύρου,
+ που ιατρικόν να μη χωρή! Διά να επιτύχω,
+ (εάν αυτός, οπού τραβώ 'σαν σκύλον 'ς το κυνήγι
+ όπου του δείξω μυρισθή και τρέξη όσον θέλω), (15)
+ πρέπει τον Κάσιον καλά 'ς το χέρι να τον βάλω,
+ και να τον κάμω μισητόν 'ς τα 'μάτια του Οθέλλου.
+ Διότι και ο Κάσιος τον νυκτικόν μου σκούφον
+ φοβούμαι τον εφόρεσε. Κ' ενώ θα καταστρέφω
+ μ' αυτά του Μαύρου και ζωήν, και νουν, και ησυχίαν,
+ και τον τρελλαίνω εξ ενός, εξ άλλου θα τον έχω
+ να μ' αγαπά, να με τιμά και να με ανταμείβη.
+ Τα έχω μέσα εις τον νουν, αλλά συγκεχυμένα.
+ Η πονηριά τα μούτρα της δεν θα τα ξεσκεπάση,
+ παρ' όταν έλθη 'ς την στιγμήν το πράγμα να ξεσπάση.
+
+ (Εξέρχεται)
+
+
+
+ΣΚΗΝΗ Β' .
+
+
+
+ Πλατεία εν Κύπρω.
+ (Εισέρχεται Κήρυξ αναγινώσχων προκήρυξιν, ακολουθούμενος δε
+ υπό του πλήθους.)
+
+ΚΗΡΥΞ
+ Ο ευγενής και γενναίος στρατηγός μας Οθέλλος θέλει
+ και ορίζει να δείξη ο καθένας την χαράν του, διά την
+ καλήν είδησιν, ότι εχάθηκε ο στόλος των Τούρκων.
+ Χορεύσετε, ανάψατε φωτιαίς, χαρήτε και ξεφαντώσετε,
+ ο καθένας κατά την προαίρεσίν του. Διότι εκτός της
+ καλής αυτής ειδήσεως, ο στρατηγός εορτάζει και τους
+ γάμους του σήμερα. Είναι θέλημα του στρατηγού να κηρύξω
+ αυτά. Τα μαγειρειά του κάστρου είναι ανοικτά, και
+ όποιος αγαπά ας ορίση να φάγη και να πιη από τώρα
+ πέντε η ώρα, έως να σημάνη η καμπάνα τας ένδεκα.
+ Ζήτω η Κύπρος και ο στρατηγός Οθέλλος! Πολλά τα
+ έτη του!
+
+ (Απέρχονται πάντες.)
+
+
+
+ΣΚΗΝΗ Γ' .
+
+
+
+ Αυλή εν τω φρουρίω.
+ (Εισέρχονται ο ΟΘΕΛΛΟΣ και η ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ μετά συνοδείας,
+ και ο ΚΑΣΙΟΣ)
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Έχε τον νουν σου 'ς την φρουράν απόψε, Κάσιέ μου,
+ και πρόσεχε να μείνωμεν έως εκεί που πρέπει·
+ να μη το παρακάμωμεν εις το ξεφάντωμά μας.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Τον Ιάγον τον ωδήγησα τι χρεωστεί να κάμη·
+ αλλά και με τα 'μάτια μου ο ίδιος θα προσέχω.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ο Ιάγος είναι άξιος. Μιχάλη, καλήν νύκτα,
+ και αύριον πρωί πρωί να σου 'μιλήσω έχω. —
+ Έλα, γυναίκα μου γλυκειά. Εκείνος π' αγοράση,
+ της αγοράς του τον καρπόν τον χαίρεται κατόπιν,
+ κ' είναι ανοικτοί λογαριασμοί ακόμη μεταξύ μας. —
+ Καλή σας νύκτα.
+
+ (Απέρχονται ο ΟΘΕΛΛΟΣ, η ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ και η συνοδεία των.)
+ (Εισέρχεται ο ΙΑΓΟΣ.)
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Καλώς τον Ιάγον! Ώρα διά την φρουράν.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Όχι από τώρα, υπασπιστά. Δεν είναι ακόμη δέκα η
+ ώρα. Ο στρατηγός μας εξεφορτώθη από τώρα διά την
+ αγάπην της Δυσδαιμόνας του. Ας τον συμπαθήσωμεν,
+ διότι ακόμη δεν εχάρηκε νύκτα μαζή της· και είναι
+ κομμάτι διά τον Δία αυτή!
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Δεν έχει ταίρι!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Και γεμάτη παιγνίδι, να ήσαι βέβαιος.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Νόστιμον και τρυφερόν πλάσμα, τω όντι.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Σου έχει ένα 'μάτι· φωνάζει «έλα εδώ».
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Ελκυστικόν 'μάτι, αλλ' εις τον ίδιον καιρόν και
+ σεμνότατον.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Και όταν λαλή, δεν είναι ωσάν σήμαντρον του έρωτος
+ η φωνή της;
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Μα την αλήθειαν, είναι εντέλεια!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ας ήναι. Μακαρίζω τα σεντόνια των. — Ορίζεις,
+ υπασπιστά; Έχω εδώ μίαν λαγήναν κρασάκι· και απ' έξω
+ περιμένουν δύο τρία παλλικάρια της Κύπρου, και
+ νοστιμεύονται να σφίξουν μίαν εις την υγείαν του Μαύρου
+Οθέλλου.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Όχι απόψε, καλέ μου Ιάγο. Το μυαλόν μου είναι
+ αδύνατον και δεν αντέχει εις το κρασί. Καλά θα ήτο να
+ εφευρίσκετο κανένας άλλος τρόπος να φιλεύωνται οι
+ άνθρωποι, και όχι με το πιοτόν.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Είναι φίλοι αυτοί εδώ. Ένα ποτηράκι. Το πίνω εγώ
+ δι' εσένα.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Επήρα προτήτερα ένα ποτήρι, κ' εκείνο νερωμένον.
+ Και όμως βλέπεις τι αλλαγήν μου έφερεν εδώ. Έχω
+ την ατυχίαν να ήναι αδύνατον το κεφάλι μου, και δεν
+ τολμώ να το βάλω εις μεγαλείτερον πειρασμόν.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Έλα, άνθρωπε! Απόψε είναι ξεφάντωσις. Έλα· θα
+ υποχρεώσης τους φίλους μου.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Πού είναι;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Εδώ απ' έξω. Φέρε τους μέσα, να ζης.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Καλά· ας έλθουν. Αλλά δεν μου έρχεται το πράγμα.
+
+ (Εξέρχεται).
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Αν του καθίσω μέσα του και δεύτερον ποτήρι,
+ κοντά 'ς το άλλο το κρασί που 'πήρε προ ολίγου,
+ θα σου τον κάμω 'σάν σκυλί να γείνη χαδευμένον,
+ όλος θυμός και μάλωμα! Ο δε κυρ Ροδερίκος,
+ που ο πολύς ο έρωτας τον έχει άνω κάτω,
+ κανάταις εκεράσθηκεν απόψε 'ς την υγείαν
+ της Δυσδαιμόνας· και αυτός εις την φρουράν θα ήναι.
+ Και τρεις λεβένταις του νησιού, κεφάλια αναμμένα,
+ πώχουν το χέρι εύκολον και υψηλά την μύτην,
+ απόψε τους εζέσταινα μ' επανωτά ποτήρια·
+ κι' αυτοί θα ήναι 'ς την φρουράν. 'Σ αυτό το μεθοκόπι
+ τον Κάσιον εις κάμωμα κανένα θα τον σπρώξω,
+ που το νησί να ταραχθή. — Αλλά, ιδού που ήλθαν.
+ Αν όσα ονειρεύωμαι καθώς τα θέλω έλθουν,
+ με φουσκωμένα τα πανιά τότ' αρμενίζω πρύμα!
+
+ (Επιστρέφει ο ΚΑΣΙΟΣ μετά του ΜΟΝΤΑΝΌΥ και ετέρων
+ αξιωματικών).
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Μα τον Θεόν! Ηθέλησαν και καλά να με κεράσουν.
+
+ΜΟΝΤΑΝΟΣ
+ Μικρόν πράγμα, μα την πίστιν μου. Να μην ήμαι
+ στρατιώτης αν ήτο περισσότερον από ένα ποτήρι.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Αι! φέρετέ μας κρασί.
+
+ (Ψάλλει)
+
+ Κλιγκ, κλιγκ, παιδιά μου· η πλώσκ' ας γυρίση
+ Μη άνδρας δεν είναι κι' ο στρατιώτης;
+ 'σάν αστραπή θα περάσ' η νεότης·
+ ο στρατιώτης λοιπόν ας μεθύση!
+
+ Κρασί, παιδιά!
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Μα τον Θεόν! ωραίον τραγούδι.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Το έμαθα εις την Αγγλίαν. Εκεί δα οι άνθρωποι δεν
+ την φοβούνται την κρασοκανάταν. Ο Δανός σου, και ο
+ Γερμανός σου, και ο κοιλάς ο Ολλανδός σου δεν αξίζουν
+ τίποτε εμπρός εις τον Άγγλον μου.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Τόσον παλλικαρίσια πίνει ο Άγγλος σου;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Σου καταπίνει ολάκαιρον τον Δανόν, ψόφιον από το
+ μεθύσι. Σου αναποδογυρίζει τον Γερμανόν πριν ιδρώση η
+ μύτη του. Και σου κάμνει τον Ολλανδόν να εμέση, ενώ
+ αυτός ξαναγεμίζει το ποτήρι του.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Εις την υγείαν του στρατηγού μας!
+
+ΜΟΝΤΑΝΟΣ
+ Κ' εγώ μαζή σου, υπασπιστά! Ως τον πάτον!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ω γλυκειά μου Αγγλία!
+
+ Ένα καιρόν ο Στέφανος εκεί
+ 'φορούσε το βασιλικόν στεφάνι
+ Μίαν φοράν παρήγγειλε βρακί,
+ πλην ακριβόν παρά πολύ του 'φάνη.
+ ο ράπτης του 'ζητούσεν ένα γρόσι·
+ του έκοψεν αυτός ένα παρά.
+ Να βασιλέας οπού είχε γνώσιν!
+ Να βασιληάς καλός μίαν φοράν! (16)
+
+ Φέρετέ μας κρασί! Αι!
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Αυτό σου το τραγούδι μου αρέσει περισσότερον από
+ τ' άλλο.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Να σου το ξαναπώ;
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Όχι· διότι όποιος κάμνει τέτοια πράγματα δεν είναι
+ άξιος διά την θέσιν του. Ο Ουρανός είναι επάνω από
+ όλον τον κόσμον και μερικαί ψυχαί θα σωθούν, και
+ άλλαι δεν θα σωθούν.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Καλά λέγεις υπασπιστά μου
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Όσον δι' εμένα, — μη προς βάρος του στρατηγού, ούτε
+ κανενός άλλου άρχοντος, — ελπίζω να σωθή η ψυχή μου.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Και η 'δική μου, υπασπιστά.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Καλά· αλλά, με συμπάθειον, ύστερα από την ιδικήν
+ μου. Πρώτα ο υπασπιστής και έπειτα ο σημαιοφόρος.
+ — Φθάνουν αυτά. Πηγαίνωμεν εις την δουλειάν
+ μας. — Άφες ημίν τας αμαρτίας ημών. — Κύριοι, να
+ κυττάξωμεν την δουλειάν μας. — Μη νομίζετε, Κύριοι,
+ ότι είμαι μεθυσμένος. Να, αυτός είναι ο σημαιοφόρος.
+ Να το δεξί μου χέρι - να το αριστερόν. Δεν είμαι
+ μεθυσμένος. Στέκομαι 'ς τα πόδια μου και ηξεύρω τι μου
+ γίνεται.
+
+ ΠΑΝΤΕΣ
+ Και βέβαια, και βέβαια.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ 'Πάγει καλά· λοιπόν μη με θαρρήτε μεθυσμένον.
+
+ (Εξέρχεται).
+
+ΜΟΝΤΑΝΟΣ
+ Εις τον προμαχώνα Κύριοι. Ώρα αλλαγής.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ιδέ τον άνθρωπον αυτόν που 'βγήκε τώρα έξω·
+ είν' άξιος να στέκεται 'ς του Καίσαρος το πλάγι
+ και να προστάζη. Αλλ' ιδέ και το ελάττωμά του!
+ Του κάμνει 'ς την αξίαν του σωστήν ισημερίαν,
+ και είναι ίσα και τα δυο: ελάττωμα κι' αξία.
+ Κρίμα 'ς τον νέον, κρίμα 'ς τον! Φοβούμαι καμμιάν ώραν,
+ καθώς του έχει τα πιστά ο στρατηγός μας, μήπως
+ αναστατώση το νησί.
+
+ΜΟΝΤΑΝΟΣ
+ Αλλά το συνειθίζει;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ο πρόλογός του είν' αυτός ο τακτικός του ύπνου.
+ Κ' είν' άξιος 'μερόνυκτον σωστόν να ξαγρυπνήση,
+ εάν του λείψη το πιοτόν διά νανούρισμά του.
+
+ΜΟΝΤΑΝΟΣ
+ Πλην έπρεπεν ο στρατηγός να το γνωρίζη τούτο.
+ Δεν θα το παρετήρησε. Ή μήπως η καρδιά του
+ η αγαθή τας αρετάς κυττάζει του Κασίου
+ χωρίς να θέλη να ιδή τα ελαττώματά του;
+
+ (Εισέρχεται ο ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ.)
+
+ΙΑΓΟΣ (κρυφίως προς τον Ροδερίκον.)
+ Εδώ τι θέλεις; Πήγαινε. Τον Κάσιον κηνύγα.
+
+ (Εξέρχεται ο ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ.)
+
+ΜΟΝΤΑΝΟΣ
+ Αλλ' είναι κρίμα, και πολύ, ο ευγενής Οθέλλος
+ να εμπιστεύεται αυτήν την υψηλήν την θέσιν
+ εις άνθρωπον με φυσικόν παραλυμένον τόσον.
+ Σωστόν θα ήτο να το 'πή κανείς εις τον Οθέλλον.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Όχι εγώ, κι' ολάκαιρην την Κύπρον να μου δώσης.
+ Τον αγαπώ τον Κάσιον πολύ, κ' επιθυμούσα
+ να ιάτρευα το πάθος του... Αλλ' άκουσε. — Τι κρότος!
+
+ (Εισέρχεται ο ΚΑΣΙΟΣ κυνηγών τον ΡΟΔΕΡΙΚΟΝ).
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Α κατεργάρη! Κνώδαλον!
+
+ΜΟΝΤΑΝΟΣ
+ Τι τρέχ' υπασπιστά μου.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Το κάθαρμα! Τα χρέη μου εμένα θα μου μάθη!
+ Ακούς εκεί! Το κνώδαλον! Θα τον ξυλοφορτώσω!
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Ξύλον εμένα!
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Φλυαρείς ακόμη;
+
+ΜΟΝΤΑΝΟΣ
+ Έλα, έλα.
+ Παρακαλώ, υπασπιστά, χαμήλωσε το χέρι.
+
+ΚΑΣΙΟΣ (προς τον Μοντάνον).
+ Φύγ' απ' εμπρός μου ειδεμή το καύκαλόν σου σπάνω.
+
+ΜΟΝΤΑΝΟΣ
+ Ησύχασε, ησύχασε και είσαι μεθυσμένος.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Τι! μεθυσμένος!
+
+ (ο ΚΑΣΙΟΣ και ο ΜΟΝΤΑΝΟΣ σύρουσι τα ξίφη και μάχονται.)
+
+ΙΑΓΟΣ (κρυφίως προς τον Ροδερίκον)
+ Γρήγορα, τρέξε και κράξε «στάσις!»
+
+ (Προς τους μαχομένους).
+
+ Μη, μη καλέ υπασπιστά. Αλλοίμονον! Ω φίλοι!
+ Βοήθεια! Ω υπασπιστά καλέ μου! Ω Μοντάνε!
+ Βοήθεια! Να τι φοβερή φρουρά, μα την αλήθειαν!
+ Σταθήτε! Ποίος διάβολος σημαίνει ταις καμπάναις;
+ Θα εξυπνήση το νησί. Υπασπιστά μου, στάσου.
+ Θ' ατιμασθής επί ζωής!
+
+ (Εισέρχεται ο ΟΘΕΛΛΟΣ μετά συνοδείας.)
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Τι τρέχει εδώ κάτω;
+
+ΜΟΝΤΑΝΟΣ
+ Μ' επλήγωσε θανάσιμα. Τα αίματά μου τρέχουν.
+
+ (Εφορμά κατά του Κασίου)
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Σταθήτε, ή μα τον Θεόν!...
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ακούσατε, σταθήτε!
+ Υπασπιστά μου, — Κάσιε, — Μοντάνε, — Κύριοί μου!
+ Εχάσατε καθ' αίσθημα του χρέους, του βαθμού σας;
+ Ο στρατηγός σας ομιλεί. Σταθήτε. Εντροπή σας!
+
+ (Χωρίζονται επί τέλους οι μαχόμενοι).
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Τι είν' αυτό; Τι έτρεξε, και πώς συνέβη τούτο;
+ Μη Τούρκοι εγενήκαμεν, και κάμνομεν μονάχοι
+ όσα δεν θέλει ο Θεός οι Τούρκοι να μας κάμουν;
+ Αφήτ', αν ήσθε χριστιανοί, το μαλοκόπημά σας!
+ Όποιος τολμήση από σας το χέρι να σηκώση
+ ζωήν δεν έχει! Έσφαξα εκείνον που σαλεύση!
+ Παύσατ' αυτήν την τρομερήν καμπάναν που ταράζει
+ την ησυχίαν του νησιού! — Τι έγεινε; τι τρέχει;
+ Αι Ιάγο; συ που φαίνεσαι νεκρός από την λύπην,
+ ειπέ μου, ποιος πρωτάρχισε; — Αν μ' αγαπάς ομίλει.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Δεν 'ξεύρω. Είμεθα εδώ αγαπημένοι όλοι,
+ φίλοι, 'σαν νύμφη και γαμβρός που 'πάν εις το κρεββάτι.
+ Κ' εκεί, 'σαν να 'ξεμυάλισαν τα άστρα τους ανθρώπους,
+ αμέσως έξω τα σπαθιά και δος του ένας τ' άλλου!
+ Κ' εγώ δεν 'ξεύρω να ειπώ ποιος ήρχισεν ο πρώτος.
+ Καλλίτερα 'ς τον πόλεμον χαμένα να τα είχα
+ τα πόδια αυτά μου, που εδώ με έφεραν κ' εμένα!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ω Κάσιε, πώς έγεινε να ξεχασθής; Ειπέ μου.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Συμπάθησέ με στρατηγέ. Τι να ειπώ δεν έχω.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Και συ, Μοντάνε; Άξιον και γνωστικόν σε ξεύρω·
+ τον τρόπον σου τον ήσυχον, τα φρόνιμά σου νειάτα
+ ο κόσμος όλος επαινεί, κ' οι γέροι τ' όνομά σου
+ το φέρνουν ως παράδειγμα 'ς τους νέους. Πώς συνέβη
+ αυτήν σου την υπόληψιν να ριψοκινδυνεύσης,
+ και τ' όνομά σου το καλόν να χάσης, και να γείνης
+ μαχαιροβγάλτης καπηλειού; Ν' αποκριθής προσμένω.
+
+ΜΟΝΤΑΝΟΣ
+ Οθέλλε, το αισθάνομαι· βαρειά είν' η πληγή μου.
+ 'ς τον Ιάγον έχεις τα πιστά, κι' ας σου ειπή εκείνος
+ (διότι τώρα τα πολλά τα λόγια με πειράζουν),
+ όσα θα είχα να σου 'πώ. Αλλ' όμως δεν ηξεύρω
+ να είπα ή να έκαμα τι άτοπον απόψε,
+ εκτός εάν το ν' αγαπά κανείς τον εαυτόν του,
+ ή να υπερασπίζεται οπόταν τον προσβάλλουν,
+ είν' άτοπον ή έγκλημα.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Μα τον Θεόν, αρχίζει
+ το αίμα μου την φρόνησιν να κυριεύη τώρα,
+ και να θολόνη ο θυμός τον καθαρόν τον νουν μου,
+ και να με σπρώχνη 'ς τα εμπρός! Αν μιαν φοράν κουνήση,
+ αν σηκωθή το χέρι μου, και τον καλλίτερόν σας
+ θέλει τον πάρει η οργή! Ειπήτε μου να μάθω
+ πώς ήρχισε το μάλωμα; Ποιος ήτον η αιτία;
+ Και όποιος κι' αν φανερωθή πως έπταισεν ο πρώτος,
+ και αδελφός μου δίδυμος να ήναι, θα με χάση.
+ Ακούς εκεί! Εις φρούριον ακόμη άνω κάτω,
+ με των κατοίκων την καρδιάν γεμάτην από φόβους,
+ να γίνωνται μαλώματα, και τα σπαθιά να βγαίνουν
+ 'ς του φρουραρχείου την αυλήν, εις την φρουράν, την νύκτα!
+ Τι φρίκη και τι εντροπή! Ποιος ήτον πρώτος, Ιάγο;
+
+ΜΟΝΤΑΝΟΣ
+ Εάν από συμπάθειαν ή φιλοπροσωπίαν,
+ ή 'πης ή κρύψης τίποτε, δεν σ' έχω στρατιώτην.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Μη με τα λόγια σου αυτά κατάκαρδα μ' εγγίζης.
+ Καλλίτερα να μ' έκοπταν την γλώσσαν απ' το στόμα,
+ παρά να 'πώ μιαν συλλαβήν προς βλάβην του Κασίου.
+ Αλλ' όμως, είμαι βέβαιος, δεν θα τον αδικήσω
+ αν την αλήθειαν ειπώ. — Ιδού, ω στρατηγέ μου.
+ Ενώ συνωμιλούσαμεν, εγώ και ο Μοντάνος,
+ Βλέπομεν ένα και ορμά κ' εφώναζε Βοήθεια!
+ Κι' ο Κάσιος κατόπιν του με το σπαθί 'ς το χέρι
+ να τον κτυπήση προσπαθεί. Αμέσως ο Μοντάνος
+ πηγαίνει προς τον Κάσιον να τον καθησύχαση,
+ ενώ τον άλλον κυνηγώ εγώ να τον προφθάσω
+ μη τύχη (καθώς έτυχε), και τα ξεφωνητά του
+ παραζαλίσουν το νησί. Πλην έτρεχεν εκείνος
+ και μου εξέφυγε. Κ' εγώ εγύρισα τρεχάτος
+ εδώ, που ήκουα σπαθιά να σμίγουν να κτυπιούνται,
+ και του Κασίου ταις φωναίς, και λόγια τα οποία
+ δεν ήκουσ' απ' το στόμα του άλλην φοράν ποτέ μου.
+ Γυρίζω, — και δεν ήργησα, — κ' ευρίσκω και τους δύο
+ πιασμένους εις το μάλωμα και να σπαθοκοπούνται,
+ εκεί που ήλθες, στρατηγέ, και συ να τους χωρίσης.
+ Τίποτε άλλο να ειπώ δεν έχω, ούτε 'ξεύρω.
+ Πλην όλοι άνθρωποι είμεθα. Καμμιάν φοράν ξεχνιέται
+ κι' ο πλέον αξιέπαινος. Και τώρα, μολονότι
+ κάπως εφέρθηκε κακά προς τον Μοντάνον ίσως,
+ (εις τον θυμόν κτυπά κανείς κ' εκείνον που λατρεύει,)
+ πλην βέβαια ο Κάσιος θα ήκουσε πιστεύω
+ από εκείνον πώφυγε κανένα τέτοιον λόγον,
+ οπού κανείς υπομονήν δεν έχει να χωνεύση.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Το βλέπω, Ιάγο, προσπαθείς 'σαν φίλος τιμημένος
+ να ελαφρώσης το κακόν. — Κάσιε, σ' έχω φίλον,
+ αλλ' όχι απ' εδώ κ' εμπρός αξιωματικόν μου.
+
+ (Εισέρχεται η ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ μετά θεραπαινίδων.)
+
+ Ιδέτε, κ' η αγάπη μου εξύπνησε.
+
+ (Προς τον Κάσιον)
+
+ Θα γείνη
+ το πάθημά σου μάθημα 'ς τους άλλους.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Τι συμβαίνει;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Όλα ησύχασαν, γλυκειά. Έλα να κοιμηθούμεν.
+
+ (Προς τον Μοντάνον)
+
+ Μη την πληγήν σου φοβηθής. Εγώ θα σε ιατρεύσω.
+ Σηκώσατέ τον.
+
+ (Μεταφέρεται ο Μοντάνος έξω της σκηνής.)
+
+ Πήγαινε 'ς την πόλιν μέσα, Ιάγο,
+ και κύτταξ' αν ετρόμαξαν, κ' ησύχασε τον κόσμον.
+ Έλα, καλή μου· η ζωή του στρατιώτου το 'χει,
+ μαλώματα του ύπνου του την γλύκαν να ταράζουν
+
+ (Εξέρχονται πάντες εκτός του ΙΑΓΟΥ και του ΚΑΣΙΟΥ)
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Είσαι πληγωμένος, υπασπιστά;
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Πληγωμένος οπού δεν έχει θεραπείαν.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Θεός να φυλάγη!
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Υπόληψις! υπόληψις! υπόληψις! Ω! έχασα την
+ υπόληψίν μου! Έχασα ό,τι είχα αθάνατον μέσα μου,
+ και τώρα δεν μου μένει παρά το κτήνος! Την υπόληψίν
+ μου, Ιάγο, την υπόληψίν μου!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Να μην ήμαι τίμιος άνθρωπος αν δεν επίστευα, ότι
+ έχεις αληθινήν πληγήν εις το κορμί σου. Εκείνο πονεί
+ περισσότερον από την υπόληψιν. Η υπόληψις είναι
+ πρόληψις, ψευτιά και ματαιότης. Συχνά κανείς την
+ αποκτά χωρίς να την αξίζη, και την χάνει χωρίς να
+ πταίη. Την υπόληψίν σου δεν την έχεις χαμένην, εκτός
+ εάν σου περάση από την φαντασίαν ότι την έχασες.
+ Έλα, άνθρωπε, και θα ευρεθή ο τρόπος να φιλιωθής
+ πάλιν με τον στρατηγόν. Σου κάμνει τώρα τον ωργισμένον
+ και σε παιδεύει από πολιτικήν, όχι από κακίαν,
+ καθώς κτυπά κανείς έν απείρακτον σκυλί διά να τρομάξη
+ κανένα φοβερόν λέοντα. Καλόπιασέ τον και θα
+ τον έχης πάλιν ιδικόν σου.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Καλλίτερα να έχω την καταφρόνησίν του, παρά να
+ τον καλοπιάσω ένα τέτοιον καλόν αρχηγόν, διά να
+ πάρη κοντά του ένα αξιωματικόν ανίκανον, ελαφρόμυαλον
+ και μεθύστακα! Μεθυσμένος, εγώ; και να παπαγαλίζω,
+ και να μαλοκοπώ; και να υβρίζω, και να
+ βλασφημώ; και να πιάνωμαι με τον ίσκιον μου; Ω
+ αόρατον πνεύμα του κρασιού, αν δεν έχης άλλο όνομα,
+ σου αξίζει να σε ονομάσουν διάβολον!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ποιον εκυνηγούσες ξεσπαθωμένος;
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Δεν γνωρίζω.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Πώς γίνεται;
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Ενθυμούμαι ένα σωρόν πράγματα, όλα ανακατωμένα·
+ ένα μάλωμα, αλλ' αφορμήν... τίποτε. Ω! τι
+ βάζουν οι άνθρωποι μέσα εις το στόμα των τον εχθρόν,
+ διά να τους κλέπτη τα μυαλά; Και το έχομεν χαράν
+ μας και ηδονήν και ξεφάντωμα να γινώμεθα μόνοι μας
+ κτήνη!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Και όμως τώρα είσαι αξιόλογα. Πώς έκαμες και
+ συνήλθες;
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Ο ένας διάβολος, η Μέθη, έδωκε τόπον εις τον
+ άλλον διάβολον, την οργήν. Το ένα ελάττωμα μου δείχνει
+ το άλλο, διά να σιχαθώ τον εαυτόν μου ολότελα.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Έλα, έλα· μην το παρακάμης. Καθώς ήλθαν τα
+ πράγματα, — η ώρα, ο τόπος, η κατάστασις της χώρας,
+ καλλίτερα ήτο να μη εγίνετο ό,τι έγεινε. Αλλ' αφού
+ έγεινε πλέον, κύτταξε τώρα να το διορθώσης.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Αν του ξαναζητήσω τον βαθμόν μου, θα μου ειπή
+ ότι είμαι ένας κρασοπότης. Και όλα τα στόματα της
+ Λερναίας Ύδρας να τα είχα, θα με απεστόμονε η
+ απόκρισίς του! — Να ήναι κανείς εις τα σωστά του, και
+ διά μιας να τα χάνη, και να γίνεται κτήνος! Τι πράγμα!
+ Κάθε ποτήρι περισσότερον οπού πίνει κανείς είναι
+ κατηραμένον, και έχει τον διάβολον μέσα του!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Έλα, έλα! Το κρασί είναι καλός φίλος, όταν κανείς
+ του φέρνεται καλά. Μη φωνάζης εναντίον του, και
+ άκουσε εμένα τι σου λέγω. Πιστεύω να πιστεύης ότι
+ σ' αγαπώ, υπασπιστά.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Μου το απέδειξες αρκετά, φίλε μου. — Εγώ μεθυσμένος!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Και συ και κάθε άλλος άνθρωπος ημπορεί να μεθύση
+ μίαν φοράν εις την ζωήν του, άνθρωπε! Άκουσε
+ τώρα τι να κάμης. Η γυναίκα του στρατηγού μας
+ είναι τώρα ο στρατηγός. Αυτό ημπορεί κανείς να το
+ λέγη, αφού είναι δοσμένος και αφιερωμένος εις το
+ να κυττάζη, να θαυμάζη και να λογαριάζη τα
+ προτερήματα και ταις χάραις της. Ειπέ της ελεύθερα τον
+ πόνον σου. Παρακάλεσέ την να σε βοηθήση διά να
+ ξαναλάβης τον βαθμόν σου. Είναι τόσον καλοδιάθετη,
+ τόσον υποχρεωτική, τόσον αγαθή, ώστε το έχει αμαρτίαν
+ να μη κάμη περισσότερον από ό,τι της ζητεί κανείς.
+ Παρακάλεσέ την λοιπόν να διορθώση εκείνη αυτήν την
+ χαλασμένην κλείδωσιν μεταξύ σου και του ανδρός της.
+ Και σου στοιχηματίζω — την τύχην μου με ό,τι
+ θέλεις, — ότι ύστερον από το χάλασμα τούτο, η φιλία σας
+ θα ξαναγείνη γερή περισσότερον από πριν.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Καλά με συμβουλεύεις.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Σου ομιλώ ως φίλος σου ειλικρινής και καλοθελητής
+ σου.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Το γνωρίζω, φίλε μου. Και αύριον πρωί πρωί θα
+ παρακαλέσω την ενάρετην Δυσδαιμόναν να μεσιτεύση
+ δι' εμένα. Αν αποτύχω εκεί, απελπισία τότε!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Αυτό είναι το σωστόν. Καλήν νύκτα, υπασπιστά.
+ Πρέπει να 'πάγω εις την φρουράν.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Καλήν νύχτα, τίμιε Ιάγο.
+
+ (Απέρχεται ο ΚΑΣΙΟΣ)
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Και ποίος τώρα θα μου 'πή πως είμαι κατεργάρης,
+ ενώ του δίδω συμβουλήν σωστήν και τιμημένην,
+ που έρχεται εις την πειθώ και είν' ο μόνος τρόπος
+ να ξανακάμη φίλον του τον χολωμένον Μαύρον;
+ Διότι ευκολόπιαστη η Δυσδαιμόνα είναι,
+ άμα κανείς διά καλόν ζητεί την συνδρομήν της·
+ έχει γενναίαν την καρδιάν και ανοικτόν το χέρι.
+ Και έπειτα τον άνδρα της τον κάμνει ό,τι θέλει·
+ κι' αν του ζητήση ν' αρνηθή ως και το βάπτισμά του
+ και όλα τα μυστήρια της θείας Σωτηρίας,
+ τον έχει 'ς την αγάππν της σφικτοδεμένον τόσον,
+ ώστε τα πάντα ημπορεί να κάμη, να ξεκάμη,
+ κι' ό,τι 'ς τον νουν της καταιβή, 'μπορεί να τ' απολαύση
+ απ' την αδυναμίαν του. — Πώς είμαι κατεργάρης
+ λοιπόν, αφού τον Κάσιον του έδειξα τον δρόμον
+ διά να φθάση ασφαλώς εις την επιτυχίαν;
+ Έχει κ' η Κόλασις Θεόν! Όταν εβγάζουν έξω
+ οι Δαίμονες τα κρίματα τα πλέον σκοτεινά των,
+ με χρώματα ουράνια να τα στολίζουν 'ξεύρουν.
+ Αυτό κατώρθωσα κ' εγώ. Διότι ενώ τώρα
+ αυτός ο τίμιος κουτός από την Δυσδαιμόναν
+ την συνδρομήν της θα ζητή και θα την καλοπιάνη,
+ κ' εκείνη θα φορτόνεται προς χάριν του τον Μαύρον,
+ εγώ 'ς τ' ανδρός της το αυτί θα στάζω το φαρμάκι
+ ότι αυτή επιθυμεί τον Κάσιον κοντά της
+ δι' όρεξίν της σαρκικήν και όσον επιμένει
+ να του ζητή την χάριν του και την συγχώρησίν του,
+ τόσον ο Μαύρος δι' αυτήν θα παίρνη υποψίαν,
+ και τόσον θα του φαίνεται η αρετή της πίσα.
+ Από την καλοσύνην της δίχτυ εγώ θα πλέξω,
+ και θα τους πιάσω όλους των!
+
+ (Εισέρχεται ο ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ).
+
+ Τι θέλεις Ροδερίκε;
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Είμαι εδώ, όχι ωσάν λαγωνικόν εις το κυνήγι, αλλ'
+ ωσάν σκύλος οπού δεν ηξεύρει άλλο παρά να γαυγίζη.
+ Τα χρήματά μου κοντεύω να τα ξεπατώσω, απόψε ταις
+ έφαγα όχι και καλλίτερα· και άλλο δεν βλέπω εμπρός
+ μου παρά ότι τα παθήματα θα μου γείνουν μαθήματα,
+ και ότι θα επιστρέψω εις την Βενετίαν χωρίς γρόσι,
+ αλλά με κάτι περισσοτέραν γνώσιν.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Όποιος δεν έχ' υπομονήν τι πτώχειαν που την έχει!
+ Και ποια πληγή να ιατρευθή δεν παίρνει τον καιρόν της;
+ Ημείς δουλεύομεν με νουν, και όχι με τα μάγια,
+ κι' ο νους χρειάζεται καιρόν. Και τι παραπονείσαι;
+ Μη δεν πηγαίνομεν καλά; Έφαγες ξύλον, λέγεις·
+ πλην παύεται ο Κάσιος διά το ξύλον τούτο.
+ Έχει φυτά που γρήγορα 'ς τον Ήλιον μεγαλόνουν·
+ αλλ' ό,τι πρωτοάνθησε και πρωτοωριμάζει.
+ Έχε λοιπόν υπομονήν. — Να! 'ξημερόνει κι' όλα!
+ Με την χαράν ή την δουλειάν πώς ξεγλιστρά η ώρα!
+ Τραβήξου τώρα· πήγαινε εις το κατάλυμά σου·
+ τραβήξου· περισσότερα θα μάθης μετ' ολίγον.
+ Ώρα καλή.
+
+ (Απέρχεται ο ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ).
+
+ Δυο πράγματα έχω να κάμω τώρα.
+ Θα βάλω την γυναίκα μου το μέρος του Κασίου
+ κοντά εις την κυρίαν της να πάρη. Και συγχρόνως
+ εγώ τον Μαύρον απ' εκεί θα τον απομακρύνω,
+ και θα τον φέρω έξαφνα, τον Κάσιον να εύρη
+ μαζή με την γυναίκα του, ενώ θα της γυρεύη
+ την προστασίαν της αυτός. Ιδού τα σχέδιά μου.
+ Μη τύχη κ' η αναβολή μου τα κρυολογήση!
+
+
+
+
+ΠΡΑΞΙΣ ΤΡΙΤΗ
+
+
+
+
+ΣΚΗΝΗ Α' .
+
+
+
+ Έμπροσθεν του φρουρίου.
+ (Εισέρχεται ο ΚΑΣΙΟΣ μετά ΜΟΥΣΙΚΩΝ).
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Παίζετ' εδώ, καλά παιδιά, και θα σας το πληρώσω.
+ Όχι πολύ· 'ς τον στρατηγόν ειπήτε καλή 'μέρα. (17)
+
+ (Η μουσική παιανίζει. Εισέρχεται ο ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ).
+
+ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ
+ Αι, παιδιά, από την Νεάπολιν έρχονται τα όργανα
+ και λαλούν με την μύτην;
+
+Α’. ΜΟΥΣΙΚΟΣ
+ Τι, κύριε; τι;
+
+ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ
+ Αέρα φυσούν τα όργανα αυτά;
+
+Α’. ΜΟΥΣΙΚΟΣ
+ Μάλιστα, κύριε· μάλιστα.
+
+ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ
+ Εδώ έχουν την ουράν; (18)
+
+Α’. ΜΟΥΣΙΚΟΣ
+ Πού είδες ουράν, Κύριε;
+
+ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ
+ Πού! εις πολλά όργανα οπού φυσούν αέρα. Να, παιδιά
+ μου, χρήματα. Ο στρατηγός τόσον αρέσει την
+ μουσικήν σας, ώστε σας παρακαλεί και καλά να την αφήσετε
+ ήσυχην.
+
+Α’. ΜΟΥΣΙΚΟΣ
+
+ Πολύ καλά· παύομεν.
+
+ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ
+ Αν έχετε μουσικήν να μην ακούεται, εμπρός παιδιά.
+ Αλλά την μουσικήν οπού ακούεται, δεν την
+ πολυνοστιμεύεται ο στρατηγός.
+
+Α’. ΜΟΥΣΙΚΟΣ
+ Δεν την ηξεύρομεν τέτοιαν μουσικήν, Κύριε.
+
+ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ
+ Τότε λοιπόν, την φλογέραν 'ς το σακκί, και σας
+ εχαιρέτησα! Πηγαίνετε 'ς τον άνεμον! Κατευόδιόν σας!
+
+ (Εξέρχονται οι Μουσικοί.)
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Ακούεις, καλό παιδί;
+
+ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ
+ Δεν ακούω _Καλό παιδί._ Εσένα ακούω.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Άφησε να ζης ταις νοστιμάδες. Πάρε αυτό το χρυσόν
+ κομματάκι· αν εξύπνησε η κυρά, η οποία υπηρετεί την
+ αρχόντισσαν του στρατηγού, ειπέ της, ότι ένας κάποιος
+ Κάσιος παρακαλεί να της ειπή δύο λογάκια. Μου κάμνεις
+ την χάριν;
+
+ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ
+ Εξύπνησε, Κύριε. Αν θέλη να κοπιάση εδώ, ίσως
+ της το ειπώ.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Ειπέ της το, καλό παιδί.
+
+ (Εξέρχεται ο ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ. Εισέρχεται ο ΙΑΓΟΣ.)
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Καλώς σε ηύρα, Ιάγο.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Και κάτι; δεν επλάγιασες λοιπόν απόψε;
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Όχι.
+ Εχάραζ' όταν έφευγες . — 'Πήρα το θάρρος, Ιάγο,
+ να στείλω 'ς την γυναίκα σου. Θα την παρακαλέσω,
+ αν ήναι τρόπος κ' ημπορή, να με παρουσιάση
+ 'ς την Δυσδαιμόναν την καλήν.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ευθύς να σου την στείλω.
+ Και εις τον ίδιον καιρόν εγώ θα προσπαθήσω
+ να τραβηχθή ο στρατηγός, διά να ημπορέσης
+ με την ελευθερίαν σου μαζή της να 'μιλήσης.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Με υπεχρέωσες πολύ.
+
+ (Εξέρχεται ο ΙΑΓΟΣ.)
+
+ Ποτέ 'ς την Φλωρεντίαν
+ δεν ηύρα φίλον 'σαν αυτόν, καλόν και τιμημένον.
+
+ (Εισέρχεται η ΑΙΜΙΛΙΑ.)
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Καλή σου' μέρα, Κάσιε καλέ μου. Πώς λυπούμαι
+ μ' αυτά οπού σου έτυχαν. Αλλά θα 'σιάσουν όλα.
+ Ο Μαύρος κ' η γυναίκα του 'μιλούσαν δι' εσένα.
+ Αυτή σ' εδιαφέντευε· και έλεγεν ο Μαύρος,
+ ότι κ' υπόληψιν πολλήν και συγγενείς 'ς την Κύπρον
+ έχει αυτός που 'πλήγωσες, και γνωστικόν δεν είναι
+ να μείνης ατιμώρητος· αλλ' ότι σ' έχει φίλον,
+ και ότι δεν χρειάζεσαι καλλίτερον μεσίτην
+ απ' την καλήν του θέλησιν, εις πρώτην ευκαιρίαν
+ τον παλαιόν σου τον βαθμόν και πάλιν να σου δώση.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Αλλ' όμως σε παρακαλώ, εάν εσύ νομίζης,
+ ότι δεν είν' αταίρειαστον κι' ότι ημπορεί να γείνη,
+ κατάφερέ μου μοναχήν να ιδώ την Δυσδαιμόναν
+ κι' ολίγα λόγια να της πω.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Αν θέλης έλα μέσα,
+ κ' εγώ σου τα οικονομώ διά να της 'μιλήσης
+ ελεύθερα.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Σ' ευχαριστώ, καλή μου Αιμιλία.
+
+ (Απέρχονται.)
+
+
+
+ΣΚΗΝΗ Β' .
+
+
+
+ Θάλαμος εν τω φρουρίω.
+ (Εισέρχονται ο ΟΘΕΛΛΟΣ ο ΙΑΓΟΣ και ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΙ.)
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Τα γράμματά μου δόσε τα εις τον πιλότον, Ιάγο,
+ και ας ειπή 'ς τους άρχοντας τα προσκυνήματά μου.
+ Έλα να μ' εύρης έπειτα 'ς τα τείχη.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ορισμός σου.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Λοιπόν, αυθένται, θέλετε τα τείχη να ιδούμεν;
+
+ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ
+ Ακολουθούμεν, στρατηγέ, την γενναιότητά σου.
+
+ (Απέρχονται).
+
+
+
+ΣΚΗΝΗ Γ' .
+
+
+
+ Έμπροσθεν του φρουρίου.
+ (Εισέρχονται η ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ, ο ΚΑΣΙΟΣ και η ΑΙΜΙΛΙΑ)
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Να ήσαι βεβαιότατος, ω Κάσιε, θα κάμω
+ ό,τι μου είναι δυνατόν προς χάριν ιδικήν σου.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Προσπάθησε, Κυρία μου. Ο Ιάγος το επήρε
+ κατάκαρδα, ωσάν αυτός ο ίδιος να επαύθη.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Τι άνθρωπος εξαίρετος που είν' αυτός! — Σου λέγω
+ ότι τον άνδρα μου εγώ, κ' εσένα, θα σας κάμω
+ και πάλιν φίλους καθώς πριν.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Καλότατη Κυρία,
+ ο Μιχαήλ ο Κάσιος, ό,τι και αν του τύχη,
+ θα ήναι πάντα, όσο ζη, πιστότατός σου δούλος.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Το 'ξεύρω και σ' ευχαριστώ. Τον άνδρα μου γνωρίζεις·
+ φίλος του είσαι παλαιός· να ήσαι πεπεισμένος
+ πως η ψυχρότης του με σε θα διαρκέση μόνον
+ ενόσω η πολιτική το απαιτεί.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Αλλ' όμως
+ αν ίσως η πολιτική αυτή πολυχρονίση,
+ εάν εις μάκρος τραβηχθή το πράγμα και παληώση,
+ και λείψω 'γώ, κι' άλλος κανείς με αντικαταστήση,
+ μη κ' εκδουλεύσεις ξεχασθούν και παλαιά φιλία;
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Ησύχασε και μη φοβού. Εμπρός 'ς την Αιμιλίαν
+ εγώ σου το υπόσχομαι· δεν χάνεις, τον βαθμόν σου.
+ Αν τάξω πράγμα μιαν φοράν εις φίλον, το πληρόνω.
+ Ω! ήσυχον τον άνδρα μου ούτε στιγμήν θ' αφήσω·
+ θα χάση και τον ύπνον του και την υπομονήν του·
+ νυστάζει θα καλαναρχώ, πεινά θα 'ξαγορεύω·
+ εις κάθε ομιλίαν του, εις κάθε πάτημά του
+ θα χώνω και τον Κάσιον. Λοιπόν παρηγορήσου,
+ αφού ο δικηγόρος σου καλλίτερ' αποθνήσκει,
+ ή την υπόθεσιν αυτήν να μη σου την κερδίση.
+
+ (Εισέρχονται μακρόθεν ο ΟΘΕΛΛΟΣ και ο ΙΑΓΟΣ.)
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Κυρία, να ο στρατηγός.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Κυρία μου πηγαίνω.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Μείνε, ν' ακούσης τι θα 'πώ.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Κυρία, όχι τώρα·
+ είμ' άνω κάτω· δεν τολμώ· τι να ειπώ δεν' ξεύρω.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Ας ήναι· όπως αγαπάς.
+
+ (Αναχωρεί ο ΚΑΣΙΟΣ.)
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Α! τούτο δεν μ' αρέσει.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Τι λέγεις, Ιάγο;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Τίποτε. Ή, αν... Κ' εγώ δεν 'ξεύρω.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Αυτός, που τώρα έφευγε, ο Κάσιος δεν ήτο;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ο Κάσιος, αυθέντα μου! Α! όχι· δεν πιστεύω,
+ ότι θα έφευγε κρυφά εκείνος, ωσάν κλέπτης,
+ άμα σε είδε να φανής.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Αυτός θαρρώ πως ήτο.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Καλώς τον άνδρα μου! Εδώ με ωμιλούσε κάποιος,
+ οπού την χάριν του ζητεί, και είν' απελπισμένος
+ διότι εψυχράθηκες μαζή του.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Και ποιος ήτο;
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Ποιος ήτον; Ο υπασπιστής, ο Κάσιος! Καλέ μου,
+ αν μ' αγαπάς, κι' ο λόγος μου έχη εμπρός σου χάριν,
+ συγχώρησε το σφάλμα του και συμφιλιωθήτε.
+ Διότι, αν δεν σ' αγαπά ειλικρινώς εκείνος,
+ και αν αυτό που έτυχε δεν έγειν' άθελά του,
+ δεν 'ξεύρω ποιος είν' ο καλός κι' ο τίμιος ποιος είναι.
+ Παρακαλώ σε, κράξε τον οπίσω να γυρίση.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Εκείνος έφευγ' απ' εδώ την ώραν οπού ήλθα;
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Εκείνος, βεβαιότατα· και τόσον πικραμένος,
+ οπού εκόλλησα κ' εγώ απ' την 'δικήν του λύπην,
+ και τον πονώ. Αγάπη μου, να έλθη μήνυσέ του.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Άλλην φοράν, γυναίκα μου γλυκειά μου· όχι τώρα.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Πλην γρήγορα;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Όσον 'μπορώ, αφού εσύ το θέλεις.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Απόψε εις το δείπνον μας;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Όχι απόψε, όχι.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ 'Σ το γεύμα τότε, αύριον;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Δεν θα γευθώ μαζή σου·
+ 'ς το Κάστρον έχω να δεχθώ αξιωματικούς μου.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Λοιπόν το βράδυ αύριον; ή την αυγήν την Τρίτην;
+ το μεσημέρι, ή αργά την Τρίτην; την Τετάρτην;
+ Την ώραν προσδιόρισε, παρακαλώ· πλην όχι
+ απ' την Τετάρτην ύστερα. Μετάνοιωσ' ο καϋμένος.
+ Αλλά η αμαρτία του, όσον χωρεί ο νους μου,
+ (εκτός οπού 'ς τον πόλεμον είναι ανάγκη, λέγουν,
+ να γίνωνται παράδειγμα και οι καλλίτεροί μας),
+ σφάλμα μου φαίνετ' ελαφρόν, και που αξίζει μόλις
+ μίαν επίπληξιν κρυφήν. Πότε λοιπόν να έλθη;
+ Λέγε, Οθέλλε. — Απορώ, κ' εντός μου εξετάζω,
+ αν ήναι πράγμα, που εγώ να σ' αρνηθώ 'μπορούσα,
+ ή καν να έχω δισταγμόν; Τι; τον Μιχάλην Κάσιον,
+ που ήτο φίλος σου πιστός και ήρχετο μαζή σου
+ 'ς του έρωτός σου τον καιρόν, κι' αν σ' εκακολογούσα
+ εκείνος πάντα έπαιρνε το μέρος σου; Και τώρα
+ διά να έλθη να σ' ιδή να θέλη τόσον κόπον;
+ Και ημπορούσα, πίστευσε...
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Παρακαλώ σε, φθάνει
+ και δεν θ' αρνούμαι τίποτε. Ας έλθη όταν θέλη.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Μήπως μ' αυτό που σου ζητώ κάμνεις 'ς εμένα χάριν;
+ Είναι ωσάν να γύρευα να μη κρυολογήσης,
+ να βάλης το χειρόφτι σου, κάτι καλόν να φάγης,
+ να κάμης κάτι δι' εσέ που θα σε ωφελήση.
+ Εάν ποτέ ζητήσω τι διά να δοκιμάσω
+ αλήθεια την αγάπην σου, θα σου ζητήσω πράγμα
+ πολύ βαρύ και φοβερόν και μέγα να μου κάμης.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ποτέ μου δεν θα σ' αρνηθώ. Πλην κάμε μου την χάριν
+ να με αφήσης μοναχόν, παρακαλώ, ολίγον.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Όχι να 'πώ; δεν γίνεται. Οθέλλε μου, πηγαίνω.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ώρα καλή, γυναίκα μου. Τώρα θα έλθω μέσα.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Όταν και όπως αγαπάς· 'ς τους ορισμούς σου είμαι
+ εις ό,τι κι' αν επιθυμής. — Ω Αιμιλία, έλα.
+
+ (Απέρχεται μετά της ΑΙΜΙΛΙΑΣ).
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ω πλάσμα μου εξαίσιον! Να κολασθή η ψυχή μου,
+ εάν εγώ δεν σ' αγαπώ! Το παν θα ήναι χάος,
+ αν η αγάπη μου ποτέ περάση.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Στρατηγέ μου.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Τι λέγεις, Ιάγο;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Στρατηγέ, ο Μιχαήλ ο Κάσιος,
+ 'ς του έρωτός σας τον καιρόν, πριν να στεφανωθήτε,
+ τα ήξευρε τα πράγματα;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Απ' την αρχήν 'ς το τέλος·
+ τα πάντα τα εγνώριζε. Πλην το ερώτημά σου
+ προς τι;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Προς ευχαρίστησιν απλώς των στοχασμών μου.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Των στοχασμών σου; διατί; τι στοχασμών σου, Ιάγο;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Δεν ήξευρα ο Κάσιος πριν να στεφανωθήτε,
+ αν την εγνώριζε.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ω, ναι! Και αναμεταξύ μας
+ μας εχρησίμευσεν αυτός πολλαίς φοραίς.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Αλήθεια!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Αλήθεια! Ναι, αληθινά. Εις όλ' αυτά τι βλέπεις;
+ Μη δεν τον έχεις τίμιον;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Τίμιον, στρατηγέ μου;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Τίμιον! Ναίσκε, τίμιον!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Απ' όσον τον γνωρίζω.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ειπέ μου, τι στοχάζεσαι;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Στοχάζομαι, αυθέντα;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Στοχάζομαι! — (Μα τον Θεόν, κατήντησε ηχώ μου,
+ ωσάν να κρύπτη μέσα του κανέν φρικώδες τέρας,
+ οπού να δείξη δεν τολμά!) — Τι έχεις εις τον νουν σου
+ Τώρα σε ήκουσα εδώ να λέγης, «Δεν μ' αρέσει»,
+ που έφευγεν ο Κάσιος. Τι πράγμα δεν σ' αρέσει;
+ Κι' όταν σου είπα πως αυτόν τον είχα σύμβουλόν μου
+ 'ς του έρωτός μου τον καιρόν, Εφώναξες, «Αλήθεια!»
+ κ' εσήκωσες το μέτωπον, κ' εσούφρωσες τα φρύδια,
+ ωσάν να κρυφοέκλειες εις το μυαλόν σου μέσα
+ καμμιάν ιδέαν τρομεράν! Αν θέλης το καλόν μου,
+ τους στοχασμούς σου δείξε μου.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Αυθέντα μου, το 'ξεύρεις
+ αν σ' αγαπώ.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Με αγαπάς· ναι, Ιάγο, το πιστεύω.
+ Και επειδή σε θεωρώ και τίμιον και φίλον,
+ κ' ηξεύρ' ότι τα λόγια σου ζυγίζεις πριν λαλήσης,
+ τρομάζω περισσότερον μ' αυτούς τους δισταγμούς σου.
+ Εις ένα ψεύτην ποταπόν θα ήτο φυσικόν του
+ αυτά τα πράγματα. Αλλά, όταν τα λέγη ένας,
+ οπού γνωρίζει το σωστόν, είναι κατηγορίαι
+ που να κρατήση δεν 'μπορεί κι' απ' την καρδιάν του 'βγαίνουν.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ως προς τον Κάσιον, εγώ τον όρκον μου τον παίρνω
+ πως τον νομίζω τίμιον.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Κ' εγώ αυτό νομίζω.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Μακάρι όπως φαίνονται οι άνθρωποι να ήσαν,
+ ή να μη φαίνεται κανείς εκείνο που δεν είναι.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ναι· ό,τι φαίνεται κανείς και έπρεπε να ήναι.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Λοιπόν νομίζω τίμιος κι' ο Κάσιος να ήναι.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Όχι. Τα λόγια σου αυτά μου κρύπτουν κάτι άλλο.
+ Ομίλει όπως ομιλείς 'ς τον λογισμόν σου μέσα·
+ ειπέ μου ό,τι σου περνά από τον νουν, και δόσε
+ 'ς τους χειροτέρους στοχασμούς τας χειροτέρας λέξεις.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Αγαπητέ μου στρατηγέ, 'ς αυτό συμπάθησέ με.
+ Σου χρεωστώ υποταγήν εις κάθε τι, πλην όχι
+ 'ς εκείνο που ελεύθερος κι' ο κάθε σκλάβος είναι.
+ Τους στοχασμούς μου να ειπώ; Καλά· και πού ηξεύρεις
+ αν δεν ήν' άτοποι κ' αισχροί; Πού είναι το παλάτι,
+ ειπέ μου, όπου κάποτε δεν χώνονται και λέραις;
+ Ποια είν' η τόσον καθαρά καρδιά, οπού ποτέ της
+ σκέψεις δεν κρύπτει βρωμεράς κι' αδίκους υποψίας,
+ κοντά 'ς τους πλέον καθαρούς κ' εντίμους λογισμούς της;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Τον αδικείς τον φίλον σου, ω Ιάγο, αν νομίζης
+ πως άδικον τού έγεινε, και τους συλλογισμούς σου
+ δεν του ξεμυστηρεύεσαι.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Θερμοπαρακαλώ σε!....
+ Ο νους μου ίσως άδικα εις το κακόν πηγαίνει,
+ διότι σου τ' ομολογώ, το φυσικόν μου είναι
+ να ψεγαδιάζω πάντοτε, και κάποτε να θέλω
+ ανύπαρκτα πταισίματα να βλέπω.... Σ' εξορκίζω
+ να μη πιστεύης ό,τι' πη ένας, που συνειθίζει
+ να συμπεραίνη 'ς τα τυφλά· κι' από παρατηρήσεις,
+ που έκαμα εδώ κ' εκεί αστόχαστα, μη πλάσης
+ το βάσανόν σου μόνος σου. Δεν πρέπει, δεν αρμόζει
+ ούτε 'ς την ευτυχίαν σου κ' εις την ανάπαυσίν σου,
+ ούτε 'ς την τιμιότητα και εις την φρόνησίν μου
+ τους λογισμούς μου να σου' πώ.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Τι έχεις εις τον νουν σου;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Αυθέντα, όνομα καλόν, εις άνδρα ή γυναίκα,
+ είναι το μόνον της ψυχής ατίμητον διαμάντι.
+ Όποιος μου κλέψει το πουγγί, πράγμα μικρόν μου κλέπτει·
+ κάτ' είναι, είναι τίποτε· το είχα, μου το πήραν
+ εις χίλια χέρια 'πέρασε και θα ξαναπεράση.
+ Πλην τ' όνομά μου το καλόν κανείς αν μου το κλέψη,
+ μου παίρνει πράγμα, που αυτόν, τον κλέπτην, δεν
+ [πλουτίζει,
+ και με αφίνει πάμπτωχον εμένα, τον κλεμμένον.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Από τον νουν τι σου περνά θέλω να μάθω.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Όχι·
+ δεν ημπορείς, 'ς το χέρι σου κι' αν είχες την καρδιάν μου·
+ κι' ούτε ποτέ θα δυνηθής, όσον εγώ την έχω.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Α!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Από ζήλειαν στρατηγέ, Θεός να σε φυλάγη!
+ Αυτ' είναι η δρακόντισα η πρασινοματούσα,
+ που μέσα εις τα σπλάγχνα της ευρίσκει την τροφήν της(19).
+ Ευτυχισμένην ζη ζωήν ο γελασμένος άνδρας,
+ που την κυράν δεν αγαπά, κ' ηξεύρει τι παθαίνει.
+ Αλλά τι κόλασιν περνά εκείνος, ο οποίος
+ έχ' υποψίαν κι' αγαπά, λατρεύει κι' αμφιβάλλει.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ω συμφορά!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ο πάμπτωχος αλλ' ευχαριστημένος,
+ βαθύπλουτος, υπέρπλουτος εκείνος είναι. Όμως
+ τα πλούτη τ' αναρίθμητα πτώχεια και πάγος είναι,
+ 'ς εκείνον που αιώνια φοβείται μη πτωχεύση.
+ Να με φυλάγη ο Θεός, και όλην την φυλήν μου,
+ από την ζήλειαν!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Πλην προς τι, προς τι μου λέγεις τούτα;
+ Νομίζεις ότι δύναμαι να ζήσω με την ζήλειαν;
+ με καθ' αλλαξοφεγγαριάν να έχω νέους φόβους;
+ Α! όχι. Φθάνει μιαν φοράν να λάβω υποψίαν,
+ κι' αμέσως εσχημάτισα και την απόφασίν μου.
+ Ειπέ με τράγον, αν μ' ιδής να τρέφω την ψυχήν μου
+ μ' αυτάς τας υποψίας σου τας παραφουσκωμένας
+ και με τους φόβους σου. Εγώ δεν γίνομαι ζηλιάρης
+ αν ήναι η γυναίκα μου ωραία, ή αν βλέπω
+ πως αγαπά την συντροφιάν και τας διασκεδάσεις,
+ ότι χορεύει, τραγουδεί, κι' αρέσει ομιλίας.
+ Αυτά είν' όλα αρεταί 'ς ενάρετην γυναίκα.
+ Πλην και τα ελαττώματα που έχω δεν με κάμνουν
+ να φοβηθώ μην ήλλαξε· διότι 'μάτια είχε
+ και μ' είδε, και μ' εδιάλεξε. Α! Όχι, Ιάγο. Θέλω
+ πριν αμφιβάλω να ιδώ· αν αμφιβάλω, θέλω
+ απόδειξιν και αν πεισθώ, τότε μου φθάνει τούτο!
+ Εις το καλόν διά μιας και ζήλεια και αγάπη!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Τώρα σ' αρέσω. Κ' ημπορώ να σ' αποδείξω τώρα,
+ χωρίς διόλου δισταγμόν, τι σέβας και φιλίαν
+ τρέφω προς σε, ω στρατηγέ. Λοιπόν, αφού το θέλεις
+ σου λέγω ό,τι μου περνά. — Απόδειξιν δεν έχω,
+ πλην βλέπε την γυναίκα σου. Να την παρατηρήσης
+ πώς είναι με τον Κάσιον. Έχ' ανοικτά τα 'μάτια,
+ μη διά ζήλειαν έτοιμα, πλην ούτε ξεννοιασμένα.
+ Δεν θέλω η ευγενική κ' ειλικρινής ψυχή σου
+ απ' άκραν καλοσύνην σου να γελασθή. — Φυλάξου!
+ Εσπούδασα πολύ καλά του τόπου μας τα ήθη.
+ Τα κρύπτουν απ' τον άνδρα των, κι' ο κόσμος ας τα βλέπη,
+ τ' αναίσχυντα καμώματα· η δε μεγάλη τέχνη
+ είν' όχι να μη γίνωνται, αλλά πώς να τα κρύπτουν.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Νομίζεις;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Τον πατέρα της 'γελούσε και σ' επήρε·
+ κι' απ' ένα μέρος έκαμνε, ότι σε τρέμει τάχα,
+ ότι φοβείται να σ' ιδή, κι' απ' τ' άλλο σ' αγαπούσε.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Αληθινά· το έκαμνε.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Λοιπόν, τι περιμένεις;
+ Αν να καμόνεται αυτά 'μπορούσε, τόσον νέα,
+ και του πατρός της ήξευρε τα 'μάτια να τα κλείση
+ τόσον καλά... ενόμιζε πως ήσαν όλα μάγια... (20)
+ Πλην είμαι ασυγχώρητος, και να με συμπαθήσης
+ διά την αφοσίωσιν που σ' έχω.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Διά βίου
+ σου είμ' υπόχρεως.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Τον νουν σ' ετάραξα ολίγον.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ούτ' ένα ιώτα· τίποτε.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Σ' ετάραξα φοβούμαι.
+ Ελπίζω να ενόησες, ότι αυτά τα λέγω
+ μόνον διότι σ' αγαπώ. Πλην είσαι συγχυσμένος·
+ το βλέπω. Χρέος θεωρώ να σε παρακαλέσω
+ τα λόγια μου εις κίνημα κανέν να μη σε φέρουν·
+ μη λησμονής, ότι αυτά δεν είναι τίποτ' άλλο
+ πλην μόνον υποψίαι μου.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ω! έννοια σου.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Αλλέως,
+ θα έχουν αποτέλεσμα κακόν και σιχαμένον,
+ που δεν το έβαζα 'ς τον νουν. Είναι καλός μου φίλος
+ ο Κάσιος. — Αυθέντα μου, σε βλέπω συγχυσμένον.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Όχι, δεν εσυγχύσθηκα πολύ. Δεν το πιστεύω,
+ ότι πιστή κ' ενάρετη δεν είν' η Δυσδαιμόνα.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Χρόνους πολλούς να ζη πιστή, και συ να το πιστεύης.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Και όμως, πώς παραστρατεί η φύσις!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Να ο φόβος!
+ Αυτό δα είναι το κακόν! Διότι, μη προς βάρος,
+ το ν' αρνηθή τόσους γαμβρούς οπού την εζητούσαν
+ του τόπου της, του γένους της, της καταστάσεώς της,
+ πράγματα όλα ταιριαστά και που τα θέλ' η φύσις,...
+ φούχι! Αυτό σιχαμεραίς ορέξεις μου μυρίζει
+ κ' αισχρά επιθυμήματα, και στοχασμούς ατόπους...
+ Πλην σου ζητώ συμπάθειον· δεν λέγω δι' εκείνην
+ ότι θα κάμη και καλά τα ίδια· μολονότι
+ ο φόβος είναι μη στραφή 'ς τα παλαιά ο νους της,
+ και με τους συντοπίτας της αρχίση να συγκρίνη
+ τον άνδρα που εδιάλεξε, και να μετανοήση.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ώρα καλή. Να μου ειπής εάν ιδής και άλλο.
+ Και βάλε την γυναίκα σου να την παραμονεύη.
+ Τώρ' άφησέ με.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Στρατηγέ, 'ς τους ορισμούς σου είμαι.
+
+ (Αποσύρεται).
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Τι την εστεφανώθηκα; Ω! το καταλαμβάνω,
+ αυτός ο νέος ο καλός και είδε και ηξεύρει
+ πολλά, και περισσότερα από αυτά που λέγει.
+
+ΙΑΓΟΣ (επιστρέφων).
+ Να σ' εξορκίσω, στρατηγέ, τολμώ, αυτό το πράγμα
+ να μείνη τώρα ως εδώ. Μη το παρασκαλίζης.
+ Περίμενε και πρόσεχε. Μη βία. Αν και πρέπη
+ την θέσιν του ο Κάσιος και πάλιν να την λάβη, —
+ διότι είναι ικανός κι' αξίζει να την έχη, —
+ αν αγαπάς, μου φαίνεται καλόν να τ' αναβάλης,
+ ώστε να λάβης αφορμήν να τον παρατήρησης
+ κ' εκείνον και τους τρόπους του. Την προσοχήν σου έχε·
+ αν η γυναίκα σου ζητή να λάβη τον βαθμόν του,
+ με ζωηρότητα πολλήν κι' ανυπομονησίαν,
+ από αυτό θα φωτισθής πολύ. Αλλ' εντοσούτω,
+ μη βάζης βάσιν, στρατηγέ, 'ς τους ιδικούς μου φόβους,
+ καθώς ελπίζω 'ς τον Θεόν ότι δεν έχουν βάσιν,
+ και άφησέ την ήσυχην εκείνην. Σ' εξορκίζω!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ησύχασε· θα κρατηθώ.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Σε προσκυνώ και πάλιν.
+
+ (Αναχωρεί.)
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Αυτός ο άνθρωπος πιστός και τιμημένος είναι,
+ κ' ηξεύρει να παρατηρή με γυμνασμένον 'μάτι
+ τ' ανθρώπινα καμώματα. — Εάν την πιάσω ψεύτραν,
+ την αλυσίδα που μ' αυτήν με δένει θα την κόψω,
+ κι' αν μου κοπή και η καρδιά μαζή, και θα την 'ρίξω
+ εις τ' ανεμογυρίσματα της Τύχης! (21) Μήπως είναι
+ διά το μαύρον χρώμα μου; (22) Ή επειδή μου λείπει
+ η γλώσσα και το φέρσιμον των δουλομαθημένων;
+ Ή επειδή κατηφορώ 'ς των χρόνων την κοιλάδα;
+ Κι' αρκεί αυτό; Με απατά! Και άλλο δεν μου μένει,
+ παρά να την σιχαίνωμαι! Ω βάσανον του γάμου!
+ Αυτά τα πλάσματα κανείς να τα θαρρή 'δικά του,
+ και όμως η αγάπη των 'δική του να μην ήναι!
+ Χίλιαις φοραίς καλλίτερα να ήμουν μολυντήρι (23)
+ κ' εις τα υγρά μιάσματα μιας φυλακής να 'ζούσα,
+ παρά εις ό,τι αγαπώ, εγώ ν' αφίνω άλλον
+ και μίαν τρίχα να χαρή! Ιδού· αυτά παθαίνουν
+ οι άρχοντες! Καλλίτερα περνούν οι τιποτένιοι.
+ Αλλά την Μοίραν δεν 'μπορεί κανείς να την ξεφύγη.
+ Τα κέρατα 'ς το μέτωπον εκείνη μας χαράζει
+ από την πρώτην μας στιγμήν!... Ιδού η Δυσδαιμόνα.
+
+ (Εισέρχονται η ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ και η ΑΙΜΙΛΙΑ)
+
+ Αν μ' απατά!.. . Τότ' ο Θεός γελά τον εαυτόν του!
+ Δεν το πιστεύω!
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Άνδρα μου, τι έγεινες; Το γεύμα
+ και οι προσκαλεσμένοι σου νησιώται σε προσμένουν.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Πταίω εγώ.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Τι έπαθες; τι τρέμει η φωνή σου;
+ Καλά δεν είσαι;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Με πονεί εδώ, — το μέτωπόν μου.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Είναι διότι 'ξαγρυπνάς. Θα σου περάση τώρα.
+ Να σου το δέσω άφησε σφικτά. Θα σε περάση
+ αμέσως.
+
+ (Προτείνει να του δέση την κεφαλήν.)
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Το μαντίλι σου είναι μικρόν δεν φθάνει.
+
+ (Το ρίπτει καταγής.)
+
+ Παραίτησέ το· έννοια σου. Έλα μαζή μου μέσα.
+
+ (Εξέρχονται ο ΟΘΕΛΛΟΣ, και η ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ. Η ΑΙΜΙΛΙΑ
+ λαμβάνει εις χείρας το πεσόν χειρόμακτρον.)
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Καλά οπού μου έτυχε να εύρω το μαντίλι·
+ το πρώτον δώρον είν' αυτό που έλαβ' απ' τον Μαύρον.
+ Ο άνδρας μ' ο παράξενος χίλιαις φοραίς μου είπε
+ να της το κλέψω και καλά. Πλην τ' αγαπά εκείνη,
+ διότι της εσύστησε ποτέ να μη το χάση·
+ το αγαπά και πάντοτε επάνω της το έχει,
+ και το φιλεί, και του λαλεί. Το σχέδιον θα πάρω,
+ να κάμω απαράλλακτον μ' αυτό, να του το δώσω.
+ Τι να το θέλη; Ο Θεός (κι' όχι εγώ) το ξεύρει.
+ Αλλά την φαντασίαν του ας την ευχαριστήσω.
+
+ (Εισέρχεται ο ΙΑΓΟΣ.)
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Α! είσαι συ; Τι γίνεσαι; Κάτι εδώ μονάχη;
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Μη γρύναις σε παρακαλώ, και θα σου δώσω κάτι...
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Εσύ εμένα; Από σε δεν περιμένω άλλο
+ παρά. ..
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Παρά;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Λόγια κουτά.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Έχεις να' πης και άλλο;
+ Τι δίδεις, αν σου έφερα εκείνο το μαντίλι ...
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ποίον μαντίλι;
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Ποίον, αι; Εκείνο το μαντίλι,
+ το πρώτον πρώτον χάρισμα που έδωσε ο Μαύρος
+ 'ς την Δυσδαιμόναν, και που συ τόσαις φοραίς μου είπες
+ να της το κλέψω.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Το 'κλεψες;
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Το άφησε να πέση,
+ κ' εκεί ευρέθηκα κοντά και το επήρα. Να το·
+ το βλέπεις;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Δος μου το εδώ. Ιδού καλή γυναίκα!
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Τι θα το κάμης; Διατί τόσον πολύ το θέλεις,
+ που να το κλέψω μ' έβαζες;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Δος μου το.
+
+ (Το αρπάζει εκ των χειρών αυτής.)
+
+ Τι σε μέλει;
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ.
+ Εάν δεν ήναι σοβαρός ο λόγος που το θέλεις,
+ δος μου το 'πίσω. Η πτωχή! Ο νους της θα της φύγη
+ όταν ιδή πως το 'χασε.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Να κάμης πως δεν 'ξεύρεις
+ πού είναι. Μου χρειάζεται. Τραβήξου. Άφησέ με.
+
+ (Απέρχεται η ΑΙΜΙΛΙΑ.)
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Θα' πάγω εις τον Κάσιον ν' αφήσω να μου πέση,
+ και να το εύρη έπειτα εκείνος το μαντίλι.
+ Του ψύλλου τα πηδήματα 'ς εκείνον που ζηλεύει
+ του φαίνοντ' ευαγγέλια, τεκμήρια τα έχει.
+ Κάτι θα έβγη απ' αυτό. Εις την ψυχήν του Μαύρου
+ δουλεύει το φαρμάκι μου κ' έγεινε άλλος τώρα.
+ Είναι οι μαύροι στοχασμοί αληθινόν φαρμάκι·
+ Όποιος το πίνει, 'ς την αρχήν την πίκραν δεν την νοιώθει·
+ πλην όταν φθάση και χυθή 'ς το αίμα του ανθρώπου,
+ ωσάν θειάφι την καρδιάν την καίει. — Δεν το είπα;
+
+ (Έρχεται μακρόθεν ο ΟΘΕΛΛΟΣ.)
+
+ Έρχεται. — Ούτ' η θερειακή, ούτε ο μανδραγόρας,
+ ούτ' όλα τα υπνωτικά και ιατρικά του κόσμου
+ δεν ημπορούν πλέον ποτέ τον ύπνον να σου δώσουν,
+ που χθες γλυκοκοιμήθηκες.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ω! Άπιστη 'ς εμένα!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Μη, στρατηγέ· ησύχασε και άφησέ τα τώρα.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Τραβήξου! Φύγε! Μ' έβαλες 'ς τον φάλαγγα επάνω!
+ Καλλίτερα κανείς πολύ να ήν' απατημένος,
+ παρά να υποπτεύεται ολίγον.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Στρατηγέ μου!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Τι μ' έμελαν οι έρωτες που μ' έκλεπτεν εμένα;
+ Δεν έβλεπα, δεν ήξευρα, αλλά και δεν 'πονούσα.
+ Καλά 'κοιμούμουν, έτρωγα, 'γελούσα, κ' ευθυμούσα.
+ Εκείνος που τον έκλεψαν, ενόσω δεν γνωρίζει
+ ότι του έγεινε κλοπή, κλεμμένος δεν λογιέται.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Πολύ με κακοφαίνεται ν' ακούω τέτοια λόγια.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Μακάρι όλη η φρουρά κ' οι στρατιώται όλοι
+ το εύμορφόν της το κορμί να είχαν δοκιμάσει,
+ κ' εγώ να μη το ήξευρα μονάχα! — Τώρα 'πάγει,
+ 'πάγει ο ήσυχός μου νους και η ανάπαυσίς μου,
+ και των πολέμων η βοή, και των σπαθιών η λάμψις,
+ και όσα κάμνουν αρετήν τον έρωτα της δόξης!
+ 'Παν τ' άλογα που χλημηντρούν, κι' ο ήχος των σαλπίγγων,
+ τα τύμπανα οπού καρδιάν 'ς τους στρατιώτας δίδουν,
+ και το παγιαύλι που τ' αυτιά ξεσχίζει, κ' αι σημαίαι,
+ κι' όλ' η χαρά, και η πομπή, κ' η δόξα του πολέμου!
+ Και σεις θανάτου μηχαναί που με τον λάρυγγά σας
+ του αθανάτου του Διός τους κεραυνούς μιμείσθε!
+ 'Παν όλα! Τώρα τίποτε δεν μέλει τον Οθέλλον!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Τι λέγεις; Είναι δυνατόν, ω στρατηγέ;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Αχρείε!
+ Σε θέλω την γυναίκα μου να μου την δείξης πόρνην!
+ Θέλω απόδειξιν να ιδούν τα 'μάτια μου! Ακούεις;
+
+ (Τον αρπάζει από τον λαιμόν).
+
+ Αλλέως, μα την άπλαστην ψυχήν μου, θα σε κάμω
+ να προτιμάς καλλίτερα να ήσουν ένας σκύλος,
+ ή 'ς την οργήν που 'ξύπνησες νάχης να δώσης λόγον!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Εις τούτο κατηντήσαμεν λοιπόν;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Να μου το δείξης!
+ Κι' αν δεν το ιδώ, τουλάχιστον απόδειξιν να φέρης,
+ αλλά χωρίς χαραγματιάν, ή άνοιγμα, ή τρύπαν
+ απ' την οποίαν να χωρή καμμιά αμφιβολία!
+ Ακούεις; ή άλλοίμονον 'ς εσένα!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Στρατηγέ μου!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Εκείνην αν συκοφαντής κ' εμένα βασανίζης,
+ μη κάμης πλέον προσευχήν, συνείδησιν μην έχης,
+ ταις φρίκαις όλαις σώρευσε 'ς την κεφαλήν της φρίκης
+ κάμε την γην να 'ξιππασθή, τον ουρανόν να κλαίη,
+ διότι τότε ξεπερνάς τον Άδην, κολασμένε!
+
+ (Απολύει τον ΙΑΓΟΝ απωθών αυτόν.)
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Καλέ! Θεέ μου φύλαγε! Τι πράγμα! Άνδρας είσαι;
+ Ψυχήν δεν έχεις, ούτε νουν; Α! ο Θεός μαζή σου.
+ Να σε δουλεύω έπαυσα. — Ανόητος που είμαι!
+ Να! Έχε τιμιότητα, να σου την κάμνουν κρίμα.
+ Ο κόσμος είν' αλλόκοτος! Ο κόσμος ας το μάθη,
+ δεν ωφελεί να ήναι τις και τίμιος και ίσιος.
+ Το μάθημα μ' ωφέλησε. Δεν θέλω πλέον φίλον,
+ αφού με τόσην προσβολήν πληρόνετ' η φιλία.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Μη φεύγης. Όχι. Τίμιος πρέπει να ήσαι, Ιάγο.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Θα ήμαι μόνον γνωστικός. Η τιμιότης τρέλλα,
+ και χάνεται ο κόπος της.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Μα τον Θεόν, πιστεύω
+ πως είναι η γυναίκα μου πιστή, και πως δεν είναι.
+ Πιστεύω τίμιος εσύ πως είσαι, και δεν είσαι.
+ Θέλω σημάδι να ιδώ! — Το όνομά μου ήτον (24)
+ λευκόν 'σάν της Αρτέμιδος την όψιν, κ' είναι τώρα
+ κατάμαυρον και σκοτεινόν ωσάν το πρόσωπόν μου! —
+ Σκοινί αν έχη, ή φωτιάν, μαχαίρι ή φαρμάκι,
+ ή ποταμούς και πνίξιμον, δεν θα το υποφέρω!
+ Θέλω να το βεβαιωθώ.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Σε τρώγ' η ζήλεια βλέπω.
+ Πολύ λυπούμαι, στρατηγέ, αν σ' έδωσα αιτίαν.
+ Ήθελες να βεβαιωθής.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ήθελα; Όχι. Θέλω!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Και ημπορείς. Άλλ' όμως πώς; πώς να σε βεβαιώσω;
+ Τι θέλεις; Απ' επάνω των να βλέπης και να χάσκης;
+ Να τους ιδής να...
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Θάνατος και Κόλασις!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Νομίζω
+ ότι θα ήναι δύσκολον αυτό να σου το δείξω.
+ Τι διάβολον! Πώς γίνεται ν' αφήσουν άλλα 'μάτια
+ τα μυστικά των να ιδούν και τα καμώματά των;
+ Λοιπόν τι θέλεις; Τι να 'πώ; Πώς να σε καταπείσω;
+ Είναι αδύνατον αυτό να το ιδής, κι' αν ήσαν
+ ωσάν τους τράγους βιαστικοί, ζεστοί 'σάν τους πιθήκους,
+ ή λυσασμένοι κι' άγριοι 'σάν λύκοι, ή κι' αν ήσαν
+ κτήνη χονδρά, 'σάν άνθρωπον κουτόν αφού μεθύση.
+ Αν όμως συμπεράσματα και πειστικά σημάδια
+ που οδηγούν ολόισια 'ς την θύραν της αλήθειας
+ είν' αρκετά, τότ' ημπορώ αυτά να σου τα δείξω.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Σημάδι της απάτης της, που να φωνάζη, θέλω!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Α! τούτο το υπούργημα διόλου δεν μ' αρέσει.
+ Αλλ' όμως αφού έγεινε κ' έως εδώ εμβήκα,
+ από ανοησίαν μου κι' από πολλήν φιλίαν,
+ ας ήναι. — Με τον Κάσιον επλάγιασα εσχάτως·
+ αλλ' επειδή πονόδοντος φρικτός μ' ετυραννούσε,
+ ολόνυκτα 'ς το πλάγι του δεν έκλεισα το 'μάτι.
+ Είν' άνθρωποι που την ψυχήν τόσον ρηχά την έχουν,
+ πού ό,τι έχουν εις τον νουν, 'ς τον ύπνον το φωνάζουν.
+ Ο Κάσιος είν' απ' αυτούς. Εκεί πού εκοιμάτο
+ τον ήκουσα που έλεγε: «Γλυκειά μου Δυσδαιμόνα!
+ τον έρωτά μας πρόσεχε κανείς να μη τον 'νοιώση.»
+ Και ύστερα μου ήρπασε και μ' έσφιγγε το χέρι
+ κ' εφώναζε: Αγάπη μου! — και μ' εθερμοφιλούσε,
+ 'σάν νάθελ' απ' τα χείλη μου φιλιά να ξερριζώση.
+ Κ' εκεί μ' εσφικταγκάλιασε κ' εστέναξε, και είπε:
+ Κατηραμέν' η Μοίρα σου που σ' έδωκε 'ς τον Μαύρον.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ω φρίκη, φρίκη!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Πλην αυτό εις τ' όνειρόν του ήτο.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Αλλ' όμως είν' ενθύμησις πραγμάτων περασμένων,
+ κι' ας ήναι όνειρον. Πολύ, πάρα πολύ σημαίνει.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Και ίσως κι' άλλα πράγματα μ' αυτό ξεκκαθαρίσουν,
+ που τώρα φαίνονται θολά.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Θα την καταξεσχίσω!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Μη! Έχε γνώσιν. Τίποτε δεν είδαμεν ακόμη,
+ και ίσως δεν σου έπταισεν εκείνη. — Δεν μου λέγεις,
+ είδες ποτέ σου να κρατή 'ς το χέρι της μαντίλι,
+ που έχει χαμοκέρασα 'ς ταις άκραις κεντημένα;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Της το εχάρισα εγώ. Το πρώτον χάρισμά μου.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Αυτό δεν το εγνώριζα· πλην με μαντίλι τέτοιον
+ (και είμαι βεβαιότατος της γυναικός σου ήτο),
+ τον Κάσιον τα γένεια του τον είδα να σκουπίζη.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Αν ήν' αυτό!...
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Αν ήν' αυτό ή άλλο ιδικόν της,
+ τότ' εναντίον της λαλεί κι' αυτό κοντά εις τ' άλλα.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ω! Διατί χίλιαις ζωαίς ο σκύλος να μην έχη!
+ Η μία μόνη δεν αρκεί εις την εκδίκησίν μου!
+ Α! Τώρα την αλήθειαν την βλέπω, Ιάγο!...Ιάγο,
+ ιδέ με· εις τον άνεμον πετώ τον ερωτά μου.
+ Επέρασε. — Απ' τα βαθειά του άδου έλα τώρα
+ μαύρη Εκδίκησις! Και συ Αγάπη, εις το Μίσος
+ παράδοσε τα στέφανα και το θρονί που είχες
+ εις την καρδιάν μου. Φούσκωσε και συ βαρύ μου στήθος,
+ κ' είσαι γεμάτον έχιδναις!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ησύχασε ολίγον.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ω! αίμα! αίμα! αίματα!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ησύχασε ολίγον.
+ Ίσως αλλάξ' η γνώμη σου.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ποτέ! ποτέ μου, Ιάγο!
+ Ωσάν του Πόντου το γοργόν και παγωμένον ρεύμα,
+ οπού αιώνια κυλά 'ς την Προποντίδα κάτω
+ κ' εις τον Ελλήσποντον, χωρίς να οπισθοδρομήση,
+ και η 'δική μου η οργή παρόμοια θα τρέξη
+ χωρίς ποτέ της να σταθή κι' οπίσω να κυττάξη,
+ χωρίς ποτέ να ξαναϊδή του έρωτος γαλήνην!
+ Ποτέ, — ως που την δίψαν της βαθειά να την χορτάση
+ με φοβεράν εκδίκησιν!
+
+ (Γονατίζει).
+
+ Ιδού οπού τ' ομνύω,
+ κ' οι μαρμαρένιοι Ουρανοί επάνω 'κει ας ήναι
+ οι μάρτυρες του όρκου μου.
+
+ΙΑΓΟΣ (γονατίζων).
+ Μη σηκωθής ακόμη. —
+ Ω φώτα, σεις που λάμπετε αιώνια επάνω,
+ και σεις ολόγυρα 'ς την γην αόρατα στοιχεία,
+ να ήσθε μάρτυρες! Ιδού, εδώ αφιερόνει
+ ο Ιάγος σώμα και ψυχήν, νουν και καρδιάν και χέρι
+ εις του Οθέλλου την τιμήν κ' εις την εκδίκησίν του!
+ Ας διατάξη! πρόθυμος εγώ θα υπακούσω,
+ ό,τι κι' αν ήν' η προσταγή· και σκοτωμός να ήναι!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Την θέλω την αγάπην σου· και το ευχαριστώ μου
+ δεν είναι λόγια. Δέχομαι το φιλικόν σου τάγμα,
+ κι' αμέσως τώρα σου ζητώ να μου το ξεπληρώσης.
+ Εις τρεις ημέραις απ' εδώ, ν' ακούσω να μου λέγης
+ ότι ο Κάσιος δεν ζη.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Θα γείνη όπως θέλεις·
+ απέθανε ο φίλος μου· αλλά - ας ζη εκείνη.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Η βρώμα, η αναίσχυντη! Κατάρα να την εύρη!
+ Έλα μαζή μου. Ήθελα τρόπον ταχύν να εύρω
+ τον δαίμονα τον εύμορφον αυτόν να τον σκοτώσω.
+ Έλα· πηγαίνωμεν. Εσύ εις το εξής θα ήσαι
+ υπασπιστής μου.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Εις ζωήν και θάνατον 'δικός σου.
+
+ (Απέρχονται).
+
+
+
+ΣΚΗΝΗ Δ' .
+
+
+
+ Η αυτή σκηνογραφία.
+ (Εισέρχονται η ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ, η ΑΙΜΙΛΙΑ και ο ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ.)
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Ηξεύρεις του λόγου σου που καταλύει ο υπασπιστής,
+ ο Κάσιος;
+
+ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ
+ Δεν τολμώ να σου ειπώ πού καταλεί, Κυρά μου. (25)
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Και διατί, άνθρωπε;
+
+ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ
+ Διότι αυτός είναι αξιωματικός, και αν μάθη, ότι λέγω
+ πως καταλεί, θ' αρπάξω κατακεφαλιαίς.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Έλα, έλα· πού κατοικεί;
+
+ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ
+ Ό,τι σου ειπώ σε γελώ, αφού δεν ηξεύρω πού κατοικεί.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Πήγαινε, κ' ερώτησε να το μάθης.
+
+ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ
+ Θα κάμω ερωταποκρίσεις, καθώς τον παππάν εις την
+ κατήχησιν.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Εύρε τον και ειπέ του να έλθη εδώ. Ειπέ του, ότι ωμίλησα
+ του ανδρός μου, και ελπίζω όλα να διορθωθούν.
+
+ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ
+ Αυτά πού λέγεις τώρα τα χωρεί νους ανθρώπου, και
+ θα κάμω τα δυνατά μου να σου τα καταφέρω.
+
+ (Εξέρχεται).
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Πού τάχα να το έχασα νομίζεις το μαντίλι;
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Κ' εγώ δεν 'ξεύρω.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Πίστευσε, να χάσω το πουγγί μου
+ είχα καλλίτερα πολύ, όλον φλωριά γεμάτον
+ Καλά οπού ο άνδρας μου κακόν 'ς τον νουν δεν βάζει,
+ ούτε το έχει φυσικόν 'ς την ζήλειαν να ξεπέφτη·
+ ειδέ θα είχεν αφορμήν να έμβη 'ς υποψίαν.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Τι; δεν ζηλεύει;
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Ποιος; αυτός; Μου φαίνεται ο Ήλιος,
+ εκεί που εγεννήθηκε, του 'ρούφησ' από μέσα
+ κάθε χυμόν τέτοιας λογής.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Να· έρχεται. Ιδέ τον.
+
+ (Εισέρχεται ο ΟΘΕΛΛΟΣ).
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Δεν τον αφίνω ήσυχον εάν δεν προσκαλέση
+ τώρα τον Κάσιον εδώ. — Αυθέντα μου, πώς είσαι;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Καλά, γυναίκα μου. Και συ πώς είσαι, Δυσδαιμόνα;
+ (Δεν ημπορώ να κρύπτωμαι!)
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Πολύ καλά, Οθέλλε.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Δος μου το χέρι σου εδώ. — Τι απαλόν που είναι.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Δεν είδ' ακόμη γηρατειά και λύπην δεν γνωρίζει.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Αυτό θα 'πή, καλή καρδιά και απλοχεροσύνη.
+ Ζεστόν ζεστόν, και απαλόν, κ' υγρόν. Το χέρι τούτο
+ θέλει ταπείνωσιν ψυχής, μετάνοιαν, νηστείαν,
+ και κάκωσιν του σώματος, και συντριβήν καρδίας·
+ διότι ένας δαίμονας ιδροπερεχυμένος
+ είν' εδώ μέσα, και ζητεί να επαναστατήση.
+ Καλόκαρδον και ανοικτόν το χέρι τούτο είναι.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Τούτο 'μπορείς να το ειπής, διότι την καρδιάν μου
+ το χέρι σου την έδωκεν αυτό.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Γενναίον χέρι!
+ Ήτο καιρός που την καρδιάν την έδιδε το χέρι.
+ Το πράγμα τώρα ήλλαξε· καρδιαίς δεν έχει, χέρια!
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ 'Σ αυτά δεν έχω τι να 'πώ· δεν τα καταλαμβάνω.
+ Ειπέ μου, τι μου έταξες;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Τι σ' έταξα, πουλί μου;
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Εμήνυσα τον Κάσιον να έλθη να τα 'πήτε.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Μία κακή καταρροή με καταβασανίζει.
+ Μου δίδεις το μαντίλι σου;
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Ιδού, καλέ μου άνδρα.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Εκείνο που σ' εχάρισα.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Επάνω μου δεν το' χω.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Δεν το 'χεις;
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Όχι, άνδρα μου, αλήθεια δεν το έχω.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Αυτό δεν το 'καμες καλά. Εκείνο το μαντίλι
+ μια γύφτισσα την μάναν μου το έχει χαρισμένον.
+ Μάγισσα ήτο, κ' ήξευρε σχεδόν ν' αναγινώσκη
+ κάθε κρυμμένον λογισμόν και είπε της μητρός μου,
+ ότι ενόσω το κρατεί, θα ήν' αγαπημένη
+ και θα' χη τον πατέρα μου εις τα θελήματά της
+ υποταγμένον κι' αν ποτέ το χάση ή το χαρίση,
+ αμέσως θα την σιχαθούν τα 'μάτια του πατρός μου.
+ και νέους έρωτας αλλού εκείνος θα ζητήση.
+ Κ' εκείνη όταν 'πέθανε μου το 'δωσε και μ' είπε,
+ όταν θελήσ' η Μοίρα μου γυναίκα ν' αποκτήσω
+ να το χαρίσω εις αυτήν. Το έδωσα εσένα,
+ και έχε το πολύτιμον ωσάν τα δυο σου 'μάτια!
+ Εάν το χάσης, ή αλλού το δώσης, είναι κρίμα
+ που μεγαλείτερον ποτέ δεν γίνεται!
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Τι λέγεις!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Αλήθεια! Εις το ύφασμα εκείνο έχει μάγια.
+ Μία Σιβύλλα, που 'ς την γην εμέτρησε τον Ήλιον
+ διακόσια γυρίσματα να κάμη 'ς την ζωήν της,
+ εις έξαψιν προφητικήν το έχει κεντημένον.
+ Από σκουλήκια ιερά εβγήκε το μετάξι,
+ και η βαφή από καρδιαίς παρθένων μουμιασμέναις.(26)
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Τι λέγεις; Είναι δυνατόν;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Αληθινά σου λέγω·
+ να το προσέχης το λοιπόν καλά.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Μακάρι τότε
+ να μη το είχα ιδεί ποτέ!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Και διατί;
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Τι έχεις,
+ και μου λαλείς τόσον σκληρά κι' απότομα;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Εχάθη;
+ Ομίλει· τι το έκαμες; τι έγεινε; πού είναι;
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Ελέησόν με ο Θεός!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Τι είπες;
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Δεν εχάθη·
+ αλλά και αν εχάνετο;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Τι;
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Λέγω δεν εχάθη.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Να μου το δείξης! Φέρε το!
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ 'Μπορώ, πλην όχι τώρα.-
+ Τα κάμνεις εξεπίτηδες ν' αλλάξης ομιλίαν.
+ Την θέσιν του 'ς τον Κάσιον ξανάδοσέ την πάλιν.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Να φέρης το μαντίλι σου! — Κάτι κακόν θα γείνη!
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Ω έλα, κι' άλλον 'σάν αυτόν δεν θαύρης.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Το μαντίλι!
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Παρακαλώ, τον Κάσιον ειπέ μου...
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Το μαντίλι!
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Αυτόν που 'ς την αγάπην σου την τύχην του βασίζει,
+ και τόσον εκινδύνευσε μαζή σου..
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Το μαντίλι!
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Αλήθεια, το παράκαμες.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Να φύγης απ' εμπρός μου!
+
+ (Αναχωρεί βιαίως).
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Αυτός ο άνδρας θα μου 'πής ζηλιάρης πως δεν είναι;
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Αυτό ποτέ άλλην φοράν, ποτέ μου, δεν το είδα!
+ Πρέπει να είχε μαγικό τω όντι το μαντίλι,
+ και ήτο δυστυχία μου μεγάλη να το χάσω.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Ούτ' ένας χρόνος ούτε δυο τον άνδρα δεν τον δείχνουν.
+ Οι άνδρες όλ' είναι κοιλιά, κι' όλαις ημείς τροφή των·
+ μας τρώγουν όσον που πεινούν· μας διώχνουν αν χορτάσουν.
+ Ο άνδρας μου κι' ο Κάσιος. (27)
+
+ (Εισέρχονται ο ΙΑΓΟΣ κι' ο ΚΑΣΙΟΣ.)
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Δεν έχει άλλον τρόπον·
+ εκείνη μόνον ημπορεί... Ιδού! τι ευτυχία!
+ Ομίλησέ της· πήγαινε, ειπέ της τα.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Τι κάμνεις;
+ Τι νέα έχεις, Κάσιε;
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Κυρία μου, και πάλιν
+ τα ίδια έχω να ειπώ και να παρακαλέσω.
+ Βοήθησέ με την ζωήν την πρώτην μου να εύρω,
+ και ν' αποκτήσω από σε την παλαιάν αγάπην
+ εκείνου, οπού σέβομαι με όλην την ψυχήν μου.
+ Μ' εσκότωσ' η αναβολή. — Εάν το πταίσιμόν μου
+ τόσον το έχη τρομερόν και τόσον μέγα, ώστε
+ ούτ' εκδουλεύσεις παλαιαί, ούτε παρούσα λύπη,
+ ούτ' ο σκοπός μου 'ς το εξής καλλίτερος να γείνω,
+ την εύνοιάν του δεν 'μπορούν να την εξαγοράσουν,
+ ας το γνωρίζω τούτο καν. — Κέρδος κι' αυτό θα ήναι,
+ διότι την απόφασιν τουλάχιστον θα πάρω,
+ κ' εις άλλους δρόμους θα ζητώ να μ' ελεήσ' η Τύχη.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Αλλοίμονον ω Κάσιε, καλέ και τρις καλέ μου,
+ δεν έχει τώρα πέρασιν η μεσολάβησίς μου·
+ ο κύριός μου σήμερα δεν είναι κύριός μου,
+ και ούτε θα εγνώριζα πως είν' αυτός ο ίδιος,
+ αν με την γνώμην του μαζή του ήλλαζε κ' η όψις.
+ Να μην ιδώ απ' τον Θεόν καλόν, εάν δεν είπα
+ ό,τι ημπορούσα διά σε, και αν δεν είπα τόσα,
+ ώστ' εναντίον μου σκληρά εξέσπασ' η οργή του.
+ Έχε ακόμ' υπομονήν ό,τι ημπορώ θα κάμω·
+ θα κάμω περισσότερον παρά που θα' τολμούσα
+ και δι' εμένα. Με αυτό λοιπόν ευχαριστήσου.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ο στρατηγός εθύμωσε;
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Έφυγε μόλις τώρα,
+ και άνω κάτω έφυγε και καταθυμωμένος.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Εθύμωσε! Πώς γίνεται; Τον είδα, το κανόνι
+ να του σκορπά 'ς τον άνεμον κομμάτια τους στρατούς του,
+ και μέσ' από τα χέρια του 'σαν Δαίμονας ν' αρπάζη
+ τον αδελφόν του! Πώς! Αυτός να ήναι θυμωμένος;
+ Κάτι θα τρέχη σοβαρόν. Να τον ιδώ πηγαίνω.
+ Κάτι θα ήναι φοβερόν, αν ήναι θυμωμένος.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Ω, πήγαινε, παρακαλώ.
+
+ (Απέρχεται ο ΙΑΓΟΣ.)
+
+ Ναι τίποτε του Κράτους
+ θα ήναι, — είτε είδησις από την Βενετίαν,
+ ή θ' ανεκάλυψεν εδώ κρυφήν συνωμοσίαν,
+ και τούτο θα εθόλωσε τον νουν του. Και καθένας
+ αν τον βαρύνουν συλλογαίς εις τα μικρά ξεσπάνει·
+ διότι αν το δάκτυλον ολίγον μας πονέση,
+ και τ' άλλα μέλη τα γερά αισθάνονται τον πόνον. (28)
+ Δεν είν' οι άνθρωποι Θεοί, ας μη το λησμονούμεν·
+ κι' ούτε κανένας απαιτεί τους άνδρας να τους βλέπη
+ να ήναι πάντα πρόσχαροι, καθώς εις ταις χαραίς των.
+ Αλήθεια, μάλωμα πολύ μου πρέπει, Αιμιλία·
+ είχα παράπονον κρυφόν εις την ψυχήν μου μέσα,
+ (τι στρατιώτης απειθής και άτακτος που είμαι),
+ ότι μ' εφέρθηκε κακά· αλλά το βλέπω τώρα,
+ ότι τον ψευδομαρτυρώ αν τον κατηγορήσω.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Μακάρι να τον 'τάραξεν υπόθεσις του Κράτους,
+ κι' όχ' υποψία του καμμιά ή ζήλεια δι' εσένα.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Αλλοίμονον, τι αφορμήν του έδωσα ποτέ μου;
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Δεν συλλογίζετ' απ' αυτά διόλου ο ζηλιάρης·
+ δεν του χρειάζετ' αφορμή κ' αιτία να ζηλεύση.
+ Ζηλεύει μόνον, επειδή το έχει να ζηλεύη.
+ Να μη το έχη μέσα του! Η ζήλεια είναι τέρας,
+ οπού γεννάται μοναχόν και μόνον μεγαλόνει.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Ω! του Οθέλλου την ψυχήν από αυτό το τέρας
+ να την φυλάγη ο Θεός!
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Αμήν, αμήν, Κυρία.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Πηγαίνω μέσα. — Κάσιε, εδώ περίμενέ με·
+ εάν τον εύρω ήσυχον θα του ξαναμιλήσω,
+ καθώς μ' επαρεκάλεσες. Θα κάμω δι' εσένα
+ ό,τι ημπορέσω.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Ταπεινώς σ' ευχαριστώ, Κυρία.
+
+ (Απέρχονται η ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ και η ΑΙΜΙΛΙΑ )
+ (Εισέρχεται η ΒΙΑΓΚΑ.)
+
+ΒΙΑΓΚΑ
+ Καλώς σε ηύρα, Κάσιε.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Συ είσαι; τι γυρεύεις
+ έξω εδώ; τι γίνεσαι αγαπητή μου Βιάγκα;
+ Τώρα ηρχόμην να σ' ιδώ, αγάπη μου, — αλήθεια.
+
+ΒΙΑΓΚΑ
+ Κ' εγώ ηρχόμην να' σ' ιδώ, εσένα, Κάσιέ μου.
+ Επτά 'μερόνυκτα σωστά να με ιδής δεν ήλθες!
+ Μιαν εβδομάδα! Εκατόν εξήντα τόσαις ώραις!
+ και φαίνονται χίλιαις φοραίς μακρύτεραις αι ώραις,
+ όταν δεν έχωμεν κοντά εκείνον π' αγαπούμεν·
+ όχι, δεν έχουν μετρημόν!
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Συμπάθησέ με, Βιάγκα·
+ είχα μεγάλαις συλλογαίς αυτήν την εβδομάδα.
+ Αλλά θα εύρω τον καιρόν να σου ταις ξεπληρώσω
+ ταις ώραις οπού έλειψα. Να ζης, γλυκειά μου Βιάγκα,
+ αντίγραψε το σχέδιον αυτό.
+
+ (Τη δίδει το χειρόμακτρον της Δυσδαιμόνας.)
+
+ΒΙΑΓΚΑ
+ Και πού το ηύρες;
+ Είν' από χέρι, Κάσιε, από αγάπην νέαν.
+ Τώρα το βλέπω διατί τόσον καιρόν δεν ήλθες.
+ Α! μ' εβαρέθηκες; Καλά!
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Έλα, γυναίκα, έλα·
+ πέταξ' αυτούς τους στοχασμούς 'ς τα δόντια του διαβόλου,
+ εκεί απ' οπού σ' έρχονται. Θα με ζηλεύσης τώρα,
+ πως είναι τούτο χάρισμα απ' αγαπητικήν μου;
+ Όχι, αλήθεια, Βιάγκα μου.
+
+ΒΙΑΓΚΑ
+ Λοιπόν, και τίνος είναι;
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Ούτε ηξεύρω να σου' πώ. 'Σ το σπίτι μου το ηύρα·
+ μου ήρεσε το κέντημα, και πριν μου το ζητήσουν
+ (καθώς πιστεύω θα συμβή), να τ' αντιγράψω θέλω.
+ Πάρε λοιπόν και βγάλε το. Και τώρα — άφησέ με.
+
+ΒΙΑΓΚΑ
+ Πώς να σ' αφήσω; διατί;
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Διότι περιμένω
+ τον στρατηγόν, και σύστασις δεν είναι δι' εμένα
+ γυναικωμένον να μ' ιδή.
+
+ΒΙΑΓΚΑ
+ Και διατί, να ζήσης;
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Όχι πως δεν σε αγαπώ.
+
+ΒΙΑΓΚΑ
+ Αλλ' ότι δεν με θέλεις.
+ Έλα μαζή, παρακαλώ· συντρόφευσέ μ' ολίγον,
+ κ' ειπέ μου αν θα σε ιδώ, πλην ενωρίς, απόψε;
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Πολύ μακράν δεν ημπορώ νάλθω μαζή σου τώρα·
+ εδώ να μείνω χρεωστώ. Θα σε ιδώ απόψε.
+
+ΒΙΑΓΚΑ
+ Αφού δεν γίνεται αλληώς, ας γείνη όπως θέλεις.
+
+ (Εξέρχονται).
+
+
+
+
+ΠΡΑΞΙΣ ΤΕΤΑΡΤΗ
+
+
+
+
+ΣΚΗΝΗ Α' .
+
+
+
+ Έμπροσθεν του φρουρίου.
+ (Εισέρχονται ο ΟΘΕΛΛΟΣ και ο ΙΑΓΟΣ.)
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Λοιπόν νομίζεις, στρατηγέ.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Αν το νομίζω, Ιάγο;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Τι; ένα μυστικόν φιλί;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Φιλί της ανομίας!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ή με τον φίλον της γυμνή να ήναι 'ς το κρεββάτι
+ μιαν ώραν ή πλειότερον, χωρίς κακόν 'ς τον νουν των;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Εις το κρεββάτι, και γυμνοί, χωρίς κακόν 'ς τον νουν των;
+ Είναι ψευτιά! Τον διάβολον μ' αυτά θα τον γελάσουν;
+ Εκείνοι πώχουν αρετήν και κάμνουν τέτοιον πράγμα,
+ τους σκανδαλίζει ο Σατανάς την αρετήν που έχουν,
+ και σκανδαλίζουν τον Θεόν με τα καμώματά των!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Εάν δεν κάμουν τίποτε, είναι μικρόν το κρίμα.
+ αλλ' αν εις την γυναίκα μου ένα μαντίλι δώσω ...
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Αι, τι;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Της το εχάρισα, κι' αφού είν' ιδικόν της,
+ εις όποιον θέλει δύναται κ' εκείνη να το δώση.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Και την τιμήν 'ς το χέρι της την έχει. Να την δώση
+ κ' εκείνην;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Είναι η τιμή αόρατος ουσία·
+ πολλοί οπού την έχασαν περνούν ότι την έχουν.
+ Πλην το μαντίλι...
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ω Θεέ! ας το ελησμονούσα!
+ Μου είπες...(Επανέρχεται εις την ενθύμησίν μου
+ 'σαν κόρακας που έρχεται εις σπίτι μολυσμένον,
+ σημάδι της καταστροφής!) (29) Μου είπες, το μαντίλι
+ το είδες εις τα χέρια του;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Το είπα! τι με τούτο;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Είναι κακόν!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Κι' αν έλεγα πως είδα να σου κάμη
+ το άδικον; Κι' αν έλεγα πως ήκουσα να λέγη...
+ Υπάρχουν και παληάνθρωποι, που αν το καταφέρουν,
+ (ή με κυνήγημα πολύ, ή και ξελόγιασμά της),
+ και απατήσουν και χαρούν την αγαπητικήν των,
+ το θεωρούν 'σαν τίποτε να φλυαρούν κατόπιν.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Σου είπε τίποτε αυτός;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Και βέβαια μου είπε·
+ αλ' όμως θα σου ορκισθή, ότι δεν είπε λέξιν.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Τι είπε;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ότι έκαμε... Τι έκαμε δεν 'ξεύρω.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Τι; τι;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ότι εχάρηκε...
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Εκείνην; Αι;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Εκείνην, —
+ μ' εκείνην, — όπως αγαπάς.
+
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Εχάρηκε μ' εκείνην! Εχάρηκεν εκείνην! Εχάρηκε
+ μ' εκείνην, θα ειπή εδιασκέδασε. Την εχάρηκε. Φρίκη!
+ Το μαντίλι! Να το ομολογήση! Το μαντίλι!... Να τον
+ κάμω να το ομολογήση και κρέμασμα! Πρώτα κρέμασμα
+ και έπειτα ας το ομολογήση! Ανατριχιάζω να το
+ συλλογίζωμαι! Δεν είναι φυσικόν να βλέπη κανείς εις τ'
+ όνειρόν του την σκιάν, χωρίς να υπάρχη το πράγμα.
+ Δεν είναι λόγια οπού με κάμνουν άνω κάτω... Πιστ!...
+ Μύταις, αυτιά, και χείλη!... Πώς γίνεται; Το μαντίλι!..
+ Να το ομολογήση!... Το μαντίλι!... Ω διάβολε!
+
+ (Πίπτει καταγής λειποθυμισμένος.)
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Φαρμάκι, δούλευε! Ιδού, πώς οι κουτοί γελιούνται.
+ Ιδού ο τρόπος να χαθή μιας γυναικός τιμίας
+ και όνομα κ' υπόληψις, χωρίς αυτή να πταίη. —
+ Δεν με ακούεις, στρατηγέ; Ω στρατηγέ! Οθέλλε!
+
+ (Εισέρχεται ο ΚΑΣΙΟΣ.)
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Αι, Κάσιε!
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Τι έπαθε;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Επιληψίαν έχει.
+ Είναι δευτέρα προσβολή· και χθες του ήλθεν άλλη.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Δεν τρίβεις τα μηλίγγια του;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Μη τον ταράξης. Όχι.
+ Καλλίτερα το βύθος του τον δρόμον του να κάμη.
+ Αν ταραχθή, το στόμα του αφρίζει, και κατόπιν
+ μία μανία φοβερά του έρχεται... Σαλεύει.
+ Απομακρύνσου μιαν στιγμήν. Αμέσως θα συνέλθη.
+ Και όταν φύγη απ' εδώ να σου μιλήσω έχω
+ κάτι πολύ σημαντικόν.
+
+ (Αποσύρεται ο ΚΑΣΙΟΣ.)
+
+ Πώς είσαι, στρατηγέ μου;
+ Εκτύπησες την κεφαλήν; πονεί;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Με περιπαίζεις;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Να περιπαίξω; ποιος; εγώ; Μα την ζωήν μου, όχι!
+ Να υποφέρης σ' ήθελα την τύχην σου 'σαν άνδρας.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ο άνδρας πώχει κέρατα ζώον και τέρας είναι.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Γεμάτη τέρατα λοιπόν η κάθε χώρα είναι,
+ γεμάτη ζώα λογικά.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Το εξωμολογήθη;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Σε θέλω άνδρα, στρατηγέ. Δεν συλλογείσαι, ότι
+ όποιος γενάτος εμπλεχθή εις τον ζυγόν του γάμου,
+ 'μπορεί σκυμμένος να τράβα ζευγαρωτά μ' εσένα;
+ Πόσαις χιλιάδες άνθρωποι πλαγιάζουν κάθε βράδυ
+ εις μολυσμένα στρώματα, και τα θαρρούν 'δικά των!
+ Πάλιν καλλίτερα εσύ! — Είναι διαβόλου πλάνη,
+ περίγελως του Σατανά, να σφίγγης μίαν βρώμαν
+ εις αγκαλιάν συζυγικήν, κι' αγνήν να την νομίζης!
+ Όχι· ας 'ξεύρω κάθε τι. Κι' αν 'ξεύρω τι μου κάμνει,
+ τότε κ' εγώ θα' ξεύρω καν τι πρέπει κ' εις εκείνην.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Εσύ 'σαι άνδρας γνωστικός, αληθινά.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Αν θέλης
+ κρύψου εδώ· πλην κύτταξε υπομονήν να έχης.
+ Ενώ εσύ εκείτεσο 'ς την λύπην βυθισμένος,
+ (πραγμ' άτοπον κι' αταίριαστον εις άνδρα 'σάν εσένα,)
+ ήλθεν ο Κάσιος εδώ. Τον έδιωξα αμέσως,
+ με τρόπον του εξήγησα το λιγοθύμισμά σου,
+ και τον επαρακάλεσα να επιστρέψη πάλιν
+ να του λαλήσω. Μ' έταξε, ότι θα έλθη. Κρύψου,
+ και βλέπε τον 'ς το πρόσωπον, τι μορφασμούς θα κάμη,
+ τι νεύματα, τι σχήματα. Διότι θα τον βάλω
+ να ξαναπή απ' την αρχήν την ιστορίαν όλην,
+ το πώς, και πού, πόσαις φοραίς, και πότε, κι' από πότε
+ με την γυναίκα σου μαζή τα 'ταίριαξε, και πότε
+ θα ξαναρχίση. Κύτταζε το κάθε κίνημά του.
+ Αλλά, να ζης, υπομονή! Αλλέως θα με κάμης
+ να λέγω πως τα έχασες κι' ότι δεν είσαι άνδρας.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Άκουσε, Ιάγο· θα μ' ιδής· υπομονή δεν λείπει,
+ πλην κ' αιμοβόρον θα μ' ιδής. Ακούεις;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Δεν πειράζει·
+ πλην 'ς τον καιρόν του κάθε τι. Αν αγαπάς τραβήξου.
+
+ (Αποσύρεται ο ΟΘΕΛΛΟΣ και κρύπτεται)
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Θα φέρω εις τον Κάσιον την ομιλίαν τώρα
+ της Βιάγκας. Η κυρά αυτή πουλεί την ευμορφιάν της
+ και αγοράζει το ψωμί και τα φορέματά της.
+ Αλλά διά τον Κάσιον τρελλαίνετ' η αθλία,
+ καθώς αυτών των γυναικών το 'χει συχνά η Μοίρα·
+ πολλοί τα χάνουν δι' αυταίς, κι' αυταίς δι' ένα μόνον.
+ Κι' ο Κάσιος κάθε φοράν π' ακούση τ' όνομά της
+ δεν ημπορεί να κρατηθή από τα γέλοια. — Νάτος
+
+ (Εισέρχεται ο ΚΑΣΙΟΣ.)
+
+ Το κάθε του χαμόγελον τον Μαύρον θα τρελλαίνη,
+ κ' η τυφλωμένη ζήλεια του στραβά θα εκλαμβάνη
+ κάθε του νεύμα ή ματιάν. — Υπασπιστά πώς είσαι;
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Καλά να ήμαι ημπορώ ενώ μ' αυτόν τον τίτλον
+ με χαιρετάς; Μ' εσκότωσε η στέρησίς του, Ιάγο.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Τον έχεις, αν με το καλόν την Δυσδαιμόνας πιάσης.
+
+ (Χαμηλή τη φωνή.)
+
+ Αν ήτο εις της Βιάγκας σου το χέρι να τον λάβης,
+ τελειωμένην την δουλειάν την είχες.
+
+ΚΑΣΙΟΣ (γελών).
+ Η καϋμένη!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ (καθ' εαυτόν).
+ Ήρχισε κι' όλα να γελά.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Δεν μ' έτυχε ποτέ μου
+ γυναίκα τόσον ν' αγαπά, όσον αυτή εσένα.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Η κατεργάρα! Μ' αγαπά τω όντι· το πιστεύω.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ (καθ' εαυτόν).
+ Δεν το αρνείται, και γελά.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ακούεις, Κάσιέ μου.
+
+ (Συνομιλεί μετ' αυτού κρυφίως).
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ (καθ' εαυτόν).
+ Του λέγει τώρα να τα 'πή. Εμπρός, εμπρός! Ωραία!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Κηρύττει και διαλαλεί πως θα στεφανωθήτε.
+ Σκοπόν το έχεις;
+
+ΚΑΣΙΟΣ (γελών).
+ Χα! χα! χα!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ (καθ' εαυτόν).
+ Σ' αρέσει; Αι; σ' αρέσει!
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Να την στεφανωθώ! Μίαν νυκτογυρίστραν! Μη μ' έχης
+ δα, ότι τα έχω χαμένα όλως διόλου. Χα, χα, χα!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ (καθ' εαυτόν.)
+ Ω βέβαια! ω βέβαια! Γελά όποιος κερδίζει.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Αλήθεια σου λέγω· εβγήκε λόγος, ότι την στεφανόνεσαι.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Ομίλει με τα σωστά σου, παρακαλώ.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Να μην ήμαι άνθρωπος, αν δεν το ήκουσα.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ (καθ' εαυτόν).
+ Κ' εμένα μ' εξεβγάλετε; Καλά!
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Η μαϊμού τα έβγαλεν αυτά! Η αγάπη της την
+ επλάνεσε και θαρρεί, ότι θα την πάρω γυναίκα μου· όχι
+ βέβαια ιδική μου υπόσχεσις.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ (καθ' εαυτόν.)
+ Ο Ιάγος νεύμα μ' έκαμε· Θ' αρχίση να τα λέγη.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Τώρα ήτον εδώ. Όπου ευρεθώ, νά σου την κατόπιν
+ μου! Προχθές ήμουν εις την ακρογιαλιάν με μερικούς
+ Βενετούς, και έξαφνα παρουσιάζεται η λωλή και χύνεται
+ επάνω μου...
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ (καθ' εαυτόν.)
+ Και κράζει: ω αγάπη μου! αυτό λέγει η έκφρασίς του.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Και μ' αγκαλιάζει, σειστή και κουνιστή, και αρχίζει τα
+ κλαύματα, και με τραβά και με σκουντά ... Χα, χα, χα!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ (καθ' εαυτόν.)
+ Τώρα λέγει, πώς τον έσυρε εις το κρεββάτι μου. Ά!
+ την μύτην σου την βλέπω, αλλά πού είναι ο σκύλος εις
+ τον οποίον θα την πετάξω;
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Μα την αλήθειαν, πρέπει πλέον να την παραιτήσω.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Κύτταξ' εμπρός μου. Να την κ' έρχεται.
+
+ (Εισέρχεται η ΒΙΑΓΚΑ).
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Τέτοια Αλωπού μοσχομυρωδάτη!... Τι θέλεις και με
+ κυνηγάς;
+
+ΒΙΑΓΚΑ
+ Να σε κυνηγήση ο Διάβολος και η μάνα του! Τι
+ μαντίλι ήτον εκείνο που μου έδωσες; Ανόητη εγώ να το
+ πάρω! Να σου αντιγράψω το σχέδιον! Ποίον τα πουλείς,
+ ότι το ηύρες εις το σπίτι σου, και ότι δεν ηξεύρεις ποίος
+ το άφησεν εκεί; Σου το εχάρισε καμμία βρώμα, και μου
+ το δίδεις εμένα να σου το αντιγράψω! Να, δος το εις την
+ φιληνάδα σου. Όπου κι' αν το ηύρες, σχέδιον εγώ δεν
+ σου βγάζω!
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Τι είν' αυτά Βιάγκα μου γλυκειά; Τι είν' αυτά; Τι
+ είν' αυτά;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ (καθ' εαυτόν.)
+ Μα τον Θεόν! Το μαντίλι μου είναι τούτο.
+
+ΒΙΑΓΚΑ
+ Αν σου αρέση να δειπνήσης απόψε μαζή μου, κόπιασε.
+ Αν δεν σου αρέση, έλα όταν αγαπάς.
+
+ (Αναχωρεί).
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Το κατόπιν της! Το κατόπιν της!
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Δεν ημπορώ να κάμω διαφορετικά. Ειδέ, δεν το έχει
+ τίποτε να βάλη ταις φωναίς μέσα εις τους δρόμους.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Θα δειπνήσης μαζή της;
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Το έχω σκοπόν.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Καλά. Ίσως έλθω κ' εγώ να σ' εύρω εκεί· διότι έχω
+ να σου 'μιλήσω.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Έλα σε παρακαλώ. Έρχεσαι;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Πήγαινε, πήγαινε. Καλά!
+
+ (Αναχωρεί ο ΚΑΣΙΟΣ.)
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ (προχωρών επί της σκηνής.)
+ Πώς να τον σκοτώσω, Ιάγο;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Τον είδες πώς έπαιρνε εις το αστείον την
+ αισχρότητά του;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ω! Ιάγο!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Και το μαντίλι το είδες;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Το ιδικόν μου ήτο;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Το ιδικόν σου, μα το χέρι τούτο! Και ιδέ πώς την
+ έχει την ανόητην την γυναίκα σου. Του χαρίζει το μαντίλι
+ της, και αυτός το δίδει εις την λεγάμενήν του.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ήθελα να τον έχω εννέα χρόνους να τον σκοτόνω. —
+ Τέτοια εύμορφη γυναίκα, τέτοια νόστιμη, τέτοια
+ γλυκειά γυναίκα!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Αυτά να τα λησμονήσης τώρα.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ναι! Να σαπίση και να χαθή και να κολασθή — απόψε!
+ Δεν έχει ζωήν! Όχι! Η καρδιά μου έγεινε πέτρα· την
+ κτυπώ και μου πονεί το χέρι. — Ω! Δεν έχει ο κόσμος
+ πλάσμα γλυκύτερον. Της ήξιζε να κάθηται εις ενός
+ βασιλέως πλευρόν και να προστάζη!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Αυτά δεν είναι λόγια δι' εσένα.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Να χαθή! Λέγω μόνον το τι είναι. Τόσον επιτήδεια
+ εις το κέντημα! Και πώς ετραγωδούσε! Ω! Και αρκούδαις
+ ημέρονε το τραγούδημά της. Και τόσον ξυπνητή
+ και προκομμένη!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Τόσον χειρότερα, λοιπόν, δι' εκείνην.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ω, χίλιαις, χίλιαις φοραίς χειρότερα! Και τόσον
+ γλυκειά συμπεριφορά.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Γλυκειά με το παρεπάνω.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Έχεις δίκαιον. Και όμως τι κρίμα, Ιάγο! Ω Ιάγο,
+ τι κρίμα!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Αν σου αρέση η ανομία της, δος της την άδειαν να
+ εξακολουθήση. Αφού εσένα δεν σε πειράζει, ποίος έχει
+ να παραπονεθή;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Θα την κάμω κομμάτια! Να με κερατώση εμένα!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Εντροπή της!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Και με ποίον; με τον αξιωματικόν μου!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ακόμη μεγαλειτέρα εντροπή της!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Εύρε μου φαρμάκι, Ιάγο, — απόψε ...Δεν θ' αλλάξω
+ λόγια μαζή της, μήπως μου γυρίση και πάλιν την γνώμην
+ το κορμί της και η ευμορφιά της... Απόψε, Ιάγο.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Μη με φαρμάκι. Πνίξε την εις το κρεββάτι της· το
+ κρεββάτι το οποίον σου εμόλυνε.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Καλά, καλά! Μου έρχεται αυτή η δικαιοσύνη. Πολύ
+ καλά!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Διά τον Κάσιον, εγώ επάνω μου τον παίρνω.
+ Κοντά εις τα μεσάνυκτα έχεις ν' ακούσης κι' άλλα.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Εξαίρετα! πολύ καλά!
+
+ (Σάλπιγγες έξωθεν).
+
+ Τι σάλπιγγες σημαίνουν;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Της Βενετίας τίποτε...Ο Λοδοβίκος είναι·
+ του Δόγη φέρνει μήνυμα· μαζή κ' η
+ Δυσδαιμόνα.
+
+ (Εισέρχονται ο ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ, η ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ και συνοδεία).
+
+ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ
+ Καλώς σε ηύρα, στρατηγέ γενναίε.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Καλώς ήλθες.
+
+ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ
+ Ο Δόγης και οι άρχοντες χαιρετισμούς σου στέλλουν.
+
+ (Τω εγχειρίζει φάκελλον)
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Τον υψηλόν των ορισμόν ασπάζομαι με σέβας.
+
+ (Ανοίγει τον φάκελλον και αναγινώσκει).
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Τι νέα; Λέγ' εξάδελφε, καλέ μου Λοδοβίκε.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Αυθέντα μου σε χαιρετώ. Μετά χαράς σε βλέπω·
+ 'ς την Κύπρον καλώς ώρισες.
+
+ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ
+ Ευχαριστώ σε, Ιάγο,
+ Τι κάμνει ο υπασπιστής, ο Κάσιος;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Υπάρχει.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Εξάδελφέ μου, μεταξύ αυτού και του ανδρός μου
+ Έγεινε χάλασμα κακόν. Εσύ θα τους το 'σιάσης.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Είσαι βεβαία δι' αυτό;
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Αυθέντα μου;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ (αναγινώσκων).
+ «Και πρέπει
+ να πράξης ό,τι γράφομεν αφεύκτως, εάν θέλης»...
+
+ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ
+ Εσένα δεν ωμίλησε. Τα γράμματα διαβάζει.
+ Ο Κάσιος κι' ο άνδρας σου τα έχουν χαλασμένα;
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Ναι, δυστυχώς. Και ήθελα παραπολύ, — διότι
+ τον Κάσιον τον αγαπώ, — να τους συμφιλιώσω.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Φωτιά και λαύρα!
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Άνδρα μου;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ 'Σ τα λογικά σου είσαι;
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ, (προς τον Λοδοβίκον).
+ Εθύμωσε;
+
+ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ
+ Τα γράμματα φοβούμαι τον συγχύζουν,
+ διότι φέρνουν προσταγήν οπίσω να γυρίση,
+ και εις την θέσιν του εδώ τον Κάσιον ν' αφήση.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Ω! πίστευσε, το χαίρομαι...
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Αληθινά;
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Αυθέντα:
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Χαίρομαι που 'σαι παλαβή!
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Οθέλλε μου, τί έχεις;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ω Σατανά!
+
+ (Την ραπίζει)
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Δεν τ' άξιζα!
+
+ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ
+ Ω! Δεν θα το πιστεύσουν
+ 'ς την Βενετίαν, κι' αν ειπώ με όρκους πως το είδα!
+ Ήτο πολύ. Συγχώρησιν να της ζητήσης. Κλαίει.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Τα δάκρυα σου, Σατανά, 'ς την γην εάν φυτρόνουν,
+ κάθε που πέφτει σταλαγμός, κροκόδειλος γεννάται!
+ Να μη σε ιδούν τα μάτια μου!
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Αν σε πειράζω φεύγω.
+
+ (Αποσύρεται).
+
+ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ
+ Αληθινά υπήκοη γυναίκα! Στρατηγέ μου,
+ παρακαλώ σε, κάμε με την χάριν να την κράξης.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Εδώ, κυρά.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ (επιστρέφουσα.)
+ Αυθέντα μου.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ (προς τον Λοδοβίκον.)
+ Τι θέλεις να την κάμης;
+
+ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ
+ Ποίος; εγώ;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Εζήτησες οπίσω να γυρίση.
+ Ω! να γυρίση δύναται, και πάλιν να γυρίση,
+ και να πηγαίνη 'ς τα εμπρός, και να ξαναγυρίση.
+ Ω! και να κλαίη δύναται, να κλαίη· κι' όπως είπες
+ είναι υπήκοη πολύ, υπήκοη γυναίκα!
+ Πολύ υπήκοη! — Εμπρός· το κλαύσιμον μη παύης. —
+ Ως προς αυτό... — Καμόνεται καλά την λυπημένην! —
+ Οι άρχοντες με προσκαλούν 'ς την Βενετίαν. — Φύγε·
+ Όταν σε θέλω σε μηνώ. — 'Σ τους ορισμούς των κλίνω,
+ και όσον το ταχύτερον αναχωρώ. — Κρημνίσου!
+
+ (Αναχωρεί η ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ.)
+
+ Ο Κάσιος την θέσιν μου θα λάβη. Πλην απόψε
+ παρακαλώ, αν αγαπάς, μαζή μου να δειπνήσης.
+ 'Σ την Κύπρον καλώς ώρισες. — Ω! πίθηκοι και τράγοι! (30)
+
+ (Εξέρχεται)
+
+
+ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ
+ Αυτός ο άνθρωπος εδώ είν' ο γενναίος Μαύρος,
+ που καύχημα και στήριγμα τον έχ' η Βενετία;
+ Αυτή εδώ είν' η ψυχή που δεν καταπονείται;
+ Αυτό είναι τ' αδάμαστον το στήθος, το οποίον
+ ούτε κλονίζει συμφορά ούτε πληγόνει τύχη;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Δεν είν' ο ίδιος άνθρωπος.
+
+ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ
+ Αλλ' είναι 'ς τα σωστά του;
+ Μη του εσάλευσε ο νους;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Είναι αυτός που είναι.
+ Φωνήν δεν έχω να ειπώ το τι φρονώ. Μακάρι
+ να ήτον όπως έπρεπε... αν δεν ήν' όπως πρέπει.
+
+ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ
+ Να δείρη την γυναίκα του!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Μα την αλήθειαν, τούτο
+ δεν ήτο κάμωμα σωστόν. Και όμως ας 'μπορούσα
+ να σου ειπώ, πως απ' αυτό χειρότερα δεν έχει.
+
+ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ
+ Του έγεινε συνήθεια; Ή μήπως εξ αιτίας
+ του γράμματος που έλαβε του ήναψε το αίμα;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Αλλοίμονον, αλλοίμονον! 'Σ εμένα δεν αρμόζει
+ και ούτε πρέπει να ειπώ τι είδα και τι 'ξεύρω.
+ Θα τον ιδής, και περιττά τα λόγια τα 'δικά μου.
+ Τα ίδια του καμώματα θα σου τον μαρτυρήσουν·
+ Φθάνει να δώσης προσοχήν και θα ιδής τι κάμνει.
+
+ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ
+ Πολύ λυπούμαι εις αυτόν να έβγω γελασμένος.
+
+ (Απέρχονται).
+
+
+
+ΣΚΗΝΗ Β' .
+
+
+
+ Θάλαμος εν τω φρουρίω
+ (Εισέρχονται ο ΟΘΕΛΛΟΣ και η ΑΙΜΙΛΙΑ.)
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Λοιπόν δεν είδες τίποτε;
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Ούτ' ήκουσα, ούτ' είδα,
+ ούτ' υπωπτεύθηκα ποτέ.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ναι, πλην μαζή τους είδες,
+ εκείνην και τον Κάσιον.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Αλλά κακόν δεν είδα,
+ κ' ήκουσα κάθε συλλαβήν και κάθ' αναπνοήν των.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Κρυφά δεν εψιθύρισαν ποτέ;
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Ποτέ, αυθέντα.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Και δεν σε έστειλαν ποτέ να μακρυνθής;
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Ποτέ των!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Να φέρης τα χειρόφτια της, ή φυσερόν, ή άλλο;
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Ποτέ, ποτέ!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Παράδοξον!
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Αυθέντα, βεβαιώσου
+ είν' η γυναίκα σου πιστή. Την παίρνω 'ς την ψυχήν μου.
+ Αν άλλο υποπτεύεσαι, από τον νουν σου βγάλ' το
+ και άδικα κολάζεσαι. Αν το 'βαλε 'ς τον νουν σου
+ κανένας άνθρωπος κακός, κατάρα να τον εύρη!
+ Ναι, η κατάρα πώδωσε ο Πλάστης εις τον όφιν!
+ Αν τιμημένη και σεμνή δεν ήν' αυτή, ποιος άνδρας
+ θα λογισθή καλότυχος; Και ποιαν σεμνήν γυναίκα
+ δεν θα λερώση διαβολή;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ 'Πέ της εδώ να έλθη.
+ Πήγαινε.
+
+ (Εξέρχεται η ΑΙΜΙΛΙΑ).
+
+ Είπεν αρκετά. Αλλ' όμως ποια μαυλίστρα
+ τα ίδια δεν θα έλεγε; Εξεύρει την δουλειάν της
+ η πόρνη, — τα αισχρά κρυφά να κλειδομανταλόνη.
+ Και κάμνει ταις μετάνοιαίς της, και κάμνει τον σταυρόν της!
+ Την είδα να καμόνεται!
+
+ (Επιστρέφει η ΑΙΜΙΛΙΑ μετά της ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑΣ).
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Αυθέντα μου, τι θέλεις;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Έλα, πουλάκι μου, εδώ.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Τι είν' ο ορισμός σου;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Θέλω τα 'μάτια σου να ιδώ. 'Σ το πρόσωπον ιδέ με.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Τι φαντασία σου φρικτή;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ (προς την Αιμιλίαν.)
+ Να 'πας εις την δουλειάν σου,
+ εσύ κυρά, και άφινε μονάχα τα ζευγάρια.
+ Κλείσε την θύραν. — Κράξε χμ, ή βήξε όποιος έλθη.
+ Την τέχνην σου! την τέχνην σου! Με ήκουσες; Να φεύγης!
+
+ (Εξέρχεται η ΑΙΜΙΛΙΑ.)
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ 'Σ τα γόνατά μου σου ζητώ να μου ειπής τι έχεις;
+ Μίαν μανίαν εννοώ 'ς τα λόγια οπού λέγεις,
+ αλλ' όμως δεν τα εννοώ τα λόγια.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Δεν μου λέγεις
+ ποια είσαι συ;
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΟΑ
+ Αυθέντα μου, η σύζυγός σου είμαι·
+ η σύζυγός σου η πιστή και αφοσιωμένη.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Έλα, ορκίσου το λοιπόν ορκίσου και κολάσου,
+ μη γελασθούν οι δαίμονες, που 'μοιάζεις τους αγγέλους,
+ και να σ' αρπάξουν φοβηθούν 'ς την Κόλασιν. Ορκίσου,
+ διά να διπλοκολασθής, πως είσαι τιμημένη.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Ω! το ηξεύρει ο Θεός!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ναι, ο Θεός το 'ξεύρει,
+ πως είσαι 'σαν την Κόλασιν και άπιστη και ψεύτρα.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Με ποιόν είμ' άπιστη; με ποιον; Πώς; Άπιστη πώς είμαι;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Αχ, Δυσδαιμόνα, άφες με' φύγ' απ' εμένα· φύγε!
+
+ (Κλαίει.)
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Αλλοίμονον! Ώρα κακή που είν' αυτή! Τι κλαίεις;
+ Μην είμ' εγώ η αφορμή διά τα δάκρυά σου;
+ Αν τύχη κ' υποπτεύεσαι πως την ανάκλησίν σου
+ την έκαμ' ο πατέρας μου, εγώ 'ς αυτό τι πταίω;
+ Εσύ αν δεν τον αγαπάς, δεν θέλω να τον 'ξεύρω.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Αν την ψυχήν μου ήθελε να μου την δοκιμάση
+ ο Ουρανός με βάσανα, αν ήθελε να βρέξη
+ εις την γυμνήν μου κεφαλήν καθ' εντροπήν και πίκραν,
+ να με βυθίση αν ήθελε 'ς την πτώχειαν ως τα χείλη,
+ κ' εμέ και τας ελπίδας μου εις την σκλαβιάν να θάψη,
+ κάπου, 'ς τα βάθη της ψυχής, θα είχα πού να εύρω
+ σταλαγματιάν υπομονής. Αλλά να καταντήσω
+ τώρα εγώ, (ω συμφορά!) το σταθερόν σημάδι,
+ οπού η καταφρόνησις το χέρι θα σηκόνη
+ να δείχνη, με το δάχτυλον το αργοκινημένον!...
+ Πλην το υπέφερα κι' αυτό! Ας ήναι, — ναι, ας ήναι!
+ Αλλά, εκεί που έβαλα να τρέφετ' η καρδιά μου,
+ έχει απ' όπου προσδοκώ να ζω ή ν' αποθάνω,
+ την βρύσιν όθεν χύνεται το ρεύμα της ζωής μου,
+ ή που στειρεύει, — απ' εκεί να με αποτινάξουν!
+ Ή στέρναν να την έχω 'γώ διά βρωμοβατράχους
+ να ζευγαρόνωνται εκεί και να γεννοβολούνται!...
+ Ω! Άλλαξε την όψιν σου, υπομονή, και γίνου
+ από αφράτον Χερουβήμ με δροσερά χειλάκια,
+ γίνου αγριοπρόσωπη και μαύρη 'σάν τον Άδην!
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Ελπίζω ο αυθέντης μου διά τιμίαν μ' έχει
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ω, ναι· 'σάν μυίγαν μακελειού 'ς το καλοκαίρι μέσα,
+ που μόνον με το φύσημα γγαστρόνεται... Ω άνθος,
+ χαριτωμένον κ' εύμορφον και γλυκομυρωδάτον,
+ τόσον που αν σε μυρισθή κανείς 'λιγοψυχίζει,
+ ω! να μην είχες γεννηθή ποτέ, ποτέ!
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Η μαύρη,
+ τι κρίμα είναι πώκαμα, χωρίς να το γνωρίζω;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ 'Σ αυτό το κάτασπρον χαρτί, το εύμορφον βιβλίον
+ πώς έγεινε νάχη κανείς να γράψη μέσα: «πόρνη»!
+ Τι κρίμα, λέγει, έκαμε! Τι κρίμα! — Δημοσία!
+ Θα μ' άναπταν τα μάγουλα 'σάν φλογερά καμίνια
+ να καύσουν κάθε εντροπήν και να την κάμουν στάκτην,
+ αν είχα στόμα να ειπώ τι έκαμες! Τι κρίμα;
+ Κρίμα, που τα ρουθούνια του ο Ουρανός τα φράζει,
+ και η Σελήνη κρύπτεται, κι' ο ασελγής Αέρας
+ που ό,τι απαντά φιλεί, εχώθη εντροπιασμένος
+ μέσα 'ς τα τάρταρα της γης, μη τύχη και τ' ακούση!
+ Τι κρίμα, λέγει, έκαμε! Ξεντροπιασμένη πόρνη!
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Μα τον Θεόν με αδικείς!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Τι; μη δεν ήσαι πόρνη;
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Ω! Να μην ήμαι χριστιανή αν ήμαι τέτοιον πράγμα!
+ Εάν διά τον άνδρα μου αυτό εδώ το σκεύος
+ να το κρατώ αμόλυντον κι' ανέγγικτον, — αν τούτο
+ πόρνη δεν λέγεται, κ' εγώ δεν είμαι τέτοια! Όχι!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Δεν είσαι πόρνη;
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Όχι, ή — να μη σωθή η ψυχή μου!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Συμπάθησέ με το λοιπόν σ' επήρα δι' εκείνην
+ την βρώμαν την παμπόνηρην από την Βενετίαν,
+ που του Οθέλλου έγεινε γυναίκα.
+
+ (Προς την ΑΙΜΙΛΙΑΝ εισερχομένην.)
+
+ Συ κυρία,
+ που κάμνεις την αντίθετην δουλειάν τ' Αγίου Πέτρου,
+ και που φυλάγεις τα κλειδιά του Άδου, — 'σένα λέγω·
+ ιδού διά τον κόπον σου· 'τελείωσ' η δουλειά μας·
+ γύρισε τώρα το κλειδί και... λέξιν να μη' βγάλης!
+
+ (Εξέρχεται.)
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Αλλοίμονον, τι είν' αυτά; τι έχει μέσ' τον νουν του;-
+ Τι έπαθες Κυρία μου! Τι έπαθες Κυρία!
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Μισοκοιμούμαι· τίποτε.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Κυρία μου, τι έχει
+ ο κύριός μου;
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Ποιος σου;
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Ο κύριός μου λέγω,
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Και ποιον έχεις κύριον;
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Ποιον; τον ιδικόν σου,
+ γλυκειά κυρία μου.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Εγώ δεν έχω ιδικόν μου.
+ Μη, Αιμιλία, μου λαλείς. Δεν ημπορώ να κλαύσω,
+ και όμως άλλην δεν 'μπορώ απόκρισιν να δώσω,
+ παρά με μόνον δάκρυα. — Παρακαλώ, απόψε
+ τα νυμφικά σεντόνια μου να στρώσης. Μη ξεχάσης.
+ Και κράξε μου τον άνδρα σου.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Να αλλαγή, αλήθεια!
+
+ (Εξέρχεται)
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Μ' αυτόν τον τρόπον να φερθή τ' αξίζω· ναι, τ' αξίζω.
+ Ω! πώς εστραβοπάτησα και έδωσα αιτίαν
+ να του περάση απ' τον νουν πως ημπορώ να πταίω;
+
+ (Επανέρχεται η ΑΙΜΙΛΙΑ μετά τον ΙΑΓΟΝ.)
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Τι αγαπάς, Κυρία μου; Τι έχεις;
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Δεν ηξεύρω. Όταν κανείς μωρόν παιδί να δασκαλεύση έχει,
+ με εύκολα μαθήματα, με το καλόν αρχίζει.
+ Κ' εμένα ας μ' εμάλονε με το καλόν διότι
+ είμαι 'ς το μάλωμα παιδί.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Τι έτρεξε, Κυρία;
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Καλέ, την εξεντρόπιασε, την είπε πόρνην, Ιάγο! (31)
+ Τόσαις της έρριξε 'βρυσιαίς και τόσα χονδρά λόγια,
+ που μια ευαίσθητη ψυχή ποτέ δεν υποφέρει.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Μ' αξίζει, Ιάγο, τ' όνομα;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Τι όνομα, Κυρία;
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Αυτό, που η γυναίκα σου σού λέγει πως με είπε
+ ο άνδρας μου;
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Να την ειπή μιαν πόρνην! Τέτοιον λόγον
+ δεν θα 'λεγε ς' το ταίρι του ζητιάνος μεθυσμένος.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Και διατί να το ειπή;
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Δεν ξεύρω· πλην δεν είμαι
+ τέτοια γυναίκα βέβαια!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Μη κλαίης, ω! μη κλαίης.
+ Αλλοίμονον!
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Παραίτησε τόσους που την 'ζητούσαν,
+ αφήκε τον πατέρα της και φίλους και πατρίδα,
+ διά να εξυβρίζεται! ...Πώς θέλεις να μην κλαίη;
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Ήτον της Μοίρας μου κι' αυτό!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Θα το μεταννοήση!
+ Πλην πώς του εκαταίβηκε;
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Αχ, ο Θεός το 'ξεύρει.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Κακόν να μ' έλθη αν κανείς αχρείος κατεργάρης,
+ κανένας επιτήδειος εις το να βάζη λόγια,
+ κανένας ασυνείδητος κ' αισχρός δεν εφευρήκε
+ αυτήν την βρωμοδιαβολήν διά σκοπούς 'δικούς του.
+ Αν δεν ήν' έτσι, να χαθώ!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Πώς γίνεται; Δεν έχει
+ 'ς τον κόσμον τέτοιον άνθρωπον. Αδύνατον!
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Αν ήναι
+ τέτοιος κανείς, απ' τον Θεόν συγχώρησιν να εύρη!
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Κρεμάλ' αντί συγχώρησιν! Και να του καταφάγη
+ τα κόκκαλα η κόλασις! Πώς να την κράξη πόρνην;
+ Ποιος είν' ο φίλος της; Πού; πώς; πού 'φάνηκε; ποιον
+ ['μοιάζει;
+ Τον Μαύρον τον εγέλασε κανένας κατεργάρης·
+ κανείς βρωμάνθρωπος κακός και κνώδαλον αχρείον!
+ Τέτοιους ανθρώπους, ω Θεέ, πώς δεν τους ξεσκεπάζεις;
+ Κ' εις κάθε χέρι τίμιον πώς βούνευρον δεν βάζεις,
+ να τους ξυλίζουν 'σάν σκυλιά, ολόγυμνους 'ς τους
+ [δρόμους,
+ 'ς τα τετραπέρατα της γης, 'ς Ανατολήν και Δύσιν;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Λέγε τα μέσα σου αυτά.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Κατάρα να τους εύρη!
+ Κανένας τέτοιος σύμβουλος περίφημος, κ' εσένα
+ σου 'γύρισε ανάποδα τον νουν, τα μέσα έξω,
+ οπόταν υποπτεύθηκες εμένα με τον Μαύρον.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Τα 'χεις χαμένα; Σώπαινε.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Αλλοίμονον, ω Ιάγο,
+ πώς ημπορώ τον άνδρα μου να τον ξανακερδίσω;
+ Πήγαινε, φίλε, κ' εύρε τον. Ναι, μα το φως που βλέπω,
+ δεν 'ξεύρω πώς τον έχασα. Ιδέ με· γονατίζω.
+ Εάν εις την αγάπην του ημάρτησα ποτέ μου,
+ εάν ποτέ με στοχασμόν, εάν ποτέ με πράξιν,
+ αν με τα 'μάτια μου, τ' αυτιά, με πάσαν αίσθησίν μου
+ ηύρα ποτέ μου ηδονήν 'ς άλλην μορφήν ανθρώπου,
+ ή αν και τώρα, ή και πριν, κι' όσον ακόμη ζήσω,
+ (και αν να με ξεφορτωθή θελήση, και με ρίψη
+ 'ς την συμφοράν του χωρισμού), αν 'ς όλην την ζωήν μου
+ δεν τον ηγάπησα πιστά και μ' όλην την καρδιάν μου,
+ τότ' ο Θεός παρηγοριάν κ' ελπίδα μη μου δώση!
+ Ω! η σκληρότης ημπορεί παραπολύ να κάμη,
+ και η σκληρότης του 'μπορεί να κόψη την ζωήν μου,
+ πλην την αγάπην μου ποτέ δεν θα μου την αλλάξη!
+ Την λέξιν π ό ρ ν η δεν 'μπορώ να την προφέρω. Φρίκην,
+ φρίκην μου φέρνει μοναχά και να την λέγω τώρα!
+ Αλλά, να κάμω το κακόν διά να την αξίζω...
+ όχι, δι' όλα τα καλά τα μάταια του κόσμου!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ησύχασε, παρακαλώ· Θα ήτον συγχυσμένος.
+ Θα του ετάραξαν τον νουν τα πράγματα του κράτους,
+ κ' εξέσπασεν επάνω σου.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Αυτό να ήτο μόνον!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Αυτό είν', είμαι βέβαιος.
+
+ (Σάλπιγγες έξωθεν).
+
+ Ακούεις, που σημαίνει
+ του γεύματος η πρόσκλησις; Θα σε προσμένουν τώρα
+ 'ς την τράπεζαν οι άρχοντες από την Βενετίαν.
+ Πήγαινε μέσα· μη θρηνείς, και διορθόνοντ' όλα.
+
+ (Εξέρχονται η ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ και η ΑΙΜΙΛΙΑ.) (32)
+ (Εισέρχεται ο ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ).
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Τι γίνεσαι, Ροδερίκε;
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Δεν μου φαίνεται να μου φαίρνεσαι καλά, Ιάγο.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Και τι κακόν σου έκαμα;
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Με τραβάς εμπρός από ημέραν εις ημέραν, πότε
+ με το ένα και πότε με το άλλο. Και από ό,τι εκατάλαβα,
+ αντί να μου πληθαίνης τας ελπίδας μου, μου
+ ολιγοστεύεις το έχειν μου. Αλλά μου φθάνει έως εδώ.
+ Και ακόμη δεν το απεφάσισα, αν πρέπη να καθίσω
+ ήσυχος, ύστερον από όσα εξ αιτίας σου υπέφερα, σαν
+ κουτός.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Θέλεις να με ακούσης, Ροδερίκε;
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Σε ήκουσα με το παρεπάνω· και τα λόγια σου δεν
+ είναι εξαδέλφια με τα έργα σου.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Έχεις άδικον να με κατηγορής.
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Σου λέγω εκείνο οπού είναι. Εξωδεύθηκα περισσότερον
+ από τα μέσα μου. Τα διαμαντικά, τα οποία μου
+ επήρες να τα δώσης της Δυσδαιμόνας, ήσαν καλά να
+ πλανέσουν και μίαν ασκήτριαν. Μου είπες, ότι τα
+ εκαλοδέχθηκε και ότι μου λέγει να παρηγορούμαι και να
+ ελπίζω, ότι θα με καλοδεχθή κ' εμένα. Πού είναι όλα
+ αυτά; δεν τα βλέπω.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Καλά· πολύ καλά· εξακολούθει.
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Πολύ καλά! Εξακολούθει! — Δεν ημπορώ να εξακολουθώ,
+ άνθρωπε, και δεν είναι καθόλου π ο λ ύ κ α λ ά.
+ Εξ εναντίας, πολύ βρώμικα τα βλέπω, και αρχίζω να
+ καταλαμβάνω, ότι με παίζεις.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Πολύ καλά.
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Σου λέγω, ότι δεν είναι πολύ καλά! Θα 'πάγω να
+ την ιδώ, την Δυσδαιμόναν. Αν μου δώση οπίσω τα
+ διαμαντικά μου, θα παραιτηθώ από το κυνήγημά της
+ και θα μετανοήσω, ότι έβαλα κακόν εις τον νουν
+ μου. Αν όχι, ήξευρέ το καλά, ότι θα λογαριασθώ
+ μαζή σου.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Τα είπες όλα;
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Μάλιστα· και δεν είπα τίποτε, το οποίον να μην
+ ήμαι αποφασισμένος και να κάμω.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Α! Τώρα το βλέπω, ότι δεν σου λείπει νεύρον, και
+ από αυτήν την στιγμήν σε παίρνω εις υπόληψιν,
+ περισσότερον από πριν. Δος μου το χέρι σου, Ροδερίκε.
+ Είχες δίκαιον να τα βάλης μαζή μου, και όμως σου
+ ορκίζομαι, ότι την δουλειάν σου την εκύτταξα καλά.
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Αυτό δεν εφάνηκε διόλου.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Τ' ομολογώ, ότι δεν εφάνηκε. Και η υποψία σου έχει
+ τον λόγον της. Αλλά, Ροδερίκε, αν έχης μέσα σου
+ εκείνο, το οποίον μου έδωσες τώρα περισσότερον από
+ πριν αφορμήν να πιστεύω, ότι το έχεις, — αν έχης απόφασιν,
+ θάρρος και ανδρείαν, — απόδειξέ το απόψε,
+ και αν αύριον δεν την χαρής την Δυσδαιμόναν, ξεπάστρευσέ
+ με από τον κόσμον, και σοφίσου πώς να μου
+ κόψης την ζωήν.
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Και τι έχει να γείνη; Είναι πράγμα, οπού έρχεται
+ εις τον λογαριασμόν;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ήλθε προσταγή από την Βενετίαν να λάβη ο Κάσιος
+ την θέσιν του Οθέλλου.
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Αλήθεια; Λοιπόν θα γυρίσουν εις την Βενετίαν ο
+ Οθέλλος και η Δυσδαιμόνα;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Όχι· πηγαίνει εις την Μαυριτανίαν ο Μαύρος, και
+ παίρνει μαζή του την ωραίαν Δυσδαιμόναν εκτός εάν
+ συμβή τίποτε και εμποδισθή. Και τι εμπόδιον καλλίτερον,
+ παρά να έβγη από την μέσην ο Κάσιος;
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Τι λογής να έβγη από την μέσην;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Εις τρόπον ώστε να μην ημπορή να πάρη την θέσιν
+ του Οθέλλου. Να ξεπατωθή!
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Και θέλεις εγώ να το κάμω;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Εσύ, αν έχης την καρδιάν να εύρης με μιαν και το
+ δίκαιόν σου και το κέρδος σου. — Απόψε δειπνά με μίαν
+ προκομένην, και θα υπάγω κ' εγώ να τον σμίξω. Ακόμη
+ δεν έμαθε τον προβιβασμόν του. Αν τον παραμονεύσης
+ όταν φεύγη απ' εκεί, (και θα καταφέρω να φύγη από
+ τα μεσάνυκτα έως την μίαν), ημπορείς εύκολα εύκολα
+ να τον διορθώσης. Θα ήμαι εκεί κοντά να σε βοηθήσω,
+ και οι δύο μας μαζή σου τον τελειόνομεν. Έλα· μη
+ στέκεσαι και χάσκεις. Έλα μαζή μου και θα σε καταπείσω
+ τόσον, ότι πρέπει ν' αποθάνη, ώστε θα το ιδής και
+ συ, ότι είναι χρέος σου να τον σκοτώσης. Κοντεύει η ώρα
+ του δείπνου, και η νύκτα περνά. Μη χάνωμεν καιρόν.
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Πρέπει να μου ειπής και άλλα διά να καταπεισθώ.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Θα σε καταπείσω!
+
+ (Εξέρχονται).
+
+
+
+ΣΚΗΝΗ Γ' .
+
+
+
+ Ετέρα αίθουσα εν τω φρουρίω.
+ (Εισέρχονται ο ΟΘΕΛΛΟΣ, η ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ, ο ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ,
+ η ΑΙΜΙΛΙΑ και συνοδεία.)
+
+ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ
+ Παρακαλώ, αυθέντα μου, μακρύτερα μην έλθης.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ω, άφησε· με ωφελεί περίπατος ολίγος.
+
+ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ
+ Ευχαριστώ σε ταπεινώς, Κυρία· καλήν νύκτα.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Καλώς μας ώρισες εδώ.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Λοιπόν περιπατούμεν; —
+ Αι, Δυσδαιμόνα.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Πρόσταξε.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Πήγαινε να πλαγιάσης ευθύς. Τώρα θα γυρίσω. Να
+ διώξης την παραστεκάμενήν σου αυτήν. Κύτταξε να
+ κάμης ό,τι σου λέγω.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Ορισμός σου, αυθέντα μου.
+
+ (Εξέρχονται ο ΟΘΕΛΛΟΣ ο ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ και η συνοδεία).
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Πώς τα πηγαίνει; φαίνεται ημερωμένος τώρα.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Μου είπεν, ότι γρήγορα οπίσω θα γυρίση,
+ κι' αμέσως 'ς το κρεββάτι μου να 'πάγω να πλαγιάσω,
+ κ' εσένα με διέταξε να διώξω.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Να με διώξης;
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Μου το επρόσταξε. Λοιπόν, καλή μου Αιμιλία,
+ τα νυκτικά μου δόσε μου και πήγαινε. Δεν πρέπει
+ αιτίαν να του δώσωμεν δυσαρεσκείας τώρα.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Να μη τον είχες 'δει ποτέ!
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Ω! Δεν το λέγω τούτο,
+ διότι η αγάπη μου τον στέργει καθώς είναι.
+ Ως κ' εις το πείσμα, 'ς τον θυμόν, και 'ς τα μαλώματά του
+ (ξεκάρφωσέ μ' εδώ να ζης·) εις όλα του μ' αρέσει.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Καθώς μου είπες έστρωσα εκείνα τα σεντόνια.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Και τι εβγήκε απ' αυτό; Αλήθεια, τι κεφάλια
+ ανόητα που έχομεν! — Αν τύχη κι' αποθάνω
+ πριν απ' εσέ, μ' έν απ' αυτά τα ίδια τα σεντόνια
+ σαβάνωσέ μ' αν μ' αγαπάς.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Τι λόγια! Έλα, έλα.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Μιαν δούλαν είχ' η μάνα μου· την έλεγαν Βαρβάραν.
+ Ηγάπησε, κι' απίστησεν ο αγαπητικός της
+ και την 'παραίτησε. Αυτή συνείθιζε να λέγη
+ ένα τραγούδι της ιτιάς, — παμπάλαιον τραγούδι,
+ πλην έλεγε τον πόνον της. Κι' απέθαν' η καϋμένη
+ μ' εκείνο εις το στόμα της. Δεν 'ξεύρω πώς απόψε
+ δεν μου εβγαίνει απ' τον νουν διόλου, κι' όλον θέλω
+ να γείρω το κεφάλι μου, και να το τραγουδήσω
+ 'σάν την Βαρβάραν την πτωχήν... Πλην μην αργής, να
+ [ζήσης.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Το νυκτικόν σου φόρεμα να σου το φέρω;
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Όχι.
+ Ξεκάρφωσέ μου το αυτό. Αυτός ο Λοδοβίκος
+ τι καθώς πρέπει άνθρωπος.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Και τι ωραίος νέος!
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Τι νόστιμα που ομιλεί.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Γνωρίζω μίαν αρχόντισσαν εις την Βενετίαν· θα επήγαινε
+ γυμνοπόδι εις την Παλαιστίνην, διά ν' αξιωθή να
+ του εγγίση τα χείλη.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ (άδει). (33)
+
+ Α’.
+
+ «Η αθλία ψυχή καθήμενη σε χόρτο, σε λουλούδι,
+ »με μια φωνή νεκρώσιμη αρχίναε το τραγούδι.
+ »Ελάτε, τραγουδήσετε την πράσινην ιτιά.
+ »Ακίνητο το χέρι της εις την καρδιά βαστάει,
+ »την κεφαλήν 'ς τα γόνατα τ' αδύνατ' ακουμπάει.
+ »κι' ο ρύαξ εκεί 'ς τα πόδια της εφλοίσβιζε τερπνά.
+
+ (Δίδει εις την ΑΙΜΙΛΙΑΝ κοσμήματά της τινά.)
+
+ Κρύψε μου τα αυτά.
+
+ »Ελάτε τραγουδήσετε την πράσινην ιτιά.
+
+ Κάμε γρήγορα, σε παρακαλώ. Θα έλθη όπου και αν ήναι.
+
+ »Όλοι, όλοι τραγουδήσετε ιτιά, ιτιά, ιτιά.
+
+ Β’.
+
+ »Έως που 'μιλεί το χείλι μου δεν φταίει θε να φωνάζη.
+
+ Όχι· δεν έρχεται αυτός ο στίχος τώρα. — Ακούεις;
+ ποίος κτυπά;
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Αέρας ήτον.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ »Μια 'μέρα εγώ του 'κλαύθηκα πως πέφτει 'ς άλλα στήθη,
+ »κ' εμένα με παράτησε· κ' εκείνος απεκρίθη,
+ »μιμήσου με κι' αγάπησε άλλη και συ αγκαλιά.»
+
+ Πλην φύγε· Καλήν νύκτα σου. Τα 'μάτια μου με τρώγουν.
+ Αυτό σημαίνει δάκρυα;
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Μήδ' άλλο, μήτε τούτο.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Κάπου το ήκουσα θαρρώ. — Οι άνδρες, ω! οι άνδρες!..
+ Νομίζεις, — εις την πίστιν σου, ειπέ μου, Αιμιλία, —
+ είναι γυναίκες πού γελούν ξεντροπιασμένα τόσον
+ τους άνδρας των;
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Ω, βέβαια! Ευρίσκονται και τέτοιαις.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ 'Πέ μου, το έκαμνες εσύ, διά τον κόσμον όλον.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Συ δεν το έκαμνες;
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Ποτέ, μα τ' Ουρανού την λάμψιν.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Κ' εγώ 'ς την λάμψιν τ' Ουρανού δεν το 'καμνα ποτέ μου.
+ 'Σ τα σκοτεινά καλλίτερα 'μπορούσα να το κάμω.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Ημπορούσες να κάμης τέτοιον πράγμα, δι' όλον τον
+ κόσμον;
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Ο κόσμος είναι θεώρατον πράγμα. Θα ήτο μεγάλη
+ η πληρωμή διά τόσον μικρόν κρίμα.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Αληθινά, πιστεύω ότι δεν το έκαμνες.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Αληθινά, πιστεύω, ότι το έκαμνα, ...διά να το
+ ξεκάμω έπειτα. Δεν σου λέγω, — δεν το έκαμνα ούτε
+ δι' ένα δακτυλίδι, ούτε δι' ένα κομμάτι πανί, ούτε διά
+ φορέματα, ή φούσταις, ή σκούφιαις, ούτε διά μικρά
+ στολίδια, αλλά... δι' όλον τον κόσμον!... Καλέ, ποία
+ είναι εκείνη, οπού δεν έβαζε κέρατα του ανδρός της,
+ αν ήτο να του βάλη και μίαν κορώναν μαζή! Διά
+ τόσον κέρδος, εγώ έτρεχα την τύχην να μην ιδώ τον
+ παράδεισον.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Να μην έχω καλόν αν έκαμνα εγώ αυτό το άδικον,
+ διά τον κόσμον όλον;
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Το άδικον θα ήναι άδικον μέσα εις τον κόσμον.
+ Όταν έχης όμως ιδικόν σου τον κόσμον, το άδικον θα
+ γίνεται μέσα εις τον ιδικόν σου κόσμον, και εύκολα
+ το διορθόνεις.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Τέτοια γυναίκα εις την γην εγώ θαρρρώ δεν έχει.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Έχει καμμιά δωδεκαριά, και όσαις παρεπάνω
+ χωρεί ο κόσμος σου αυτός, αν πληρωμήν τον βάλης.
+ Πλην, να σου 'πώ την γνώμην μου; Αν σφάλουν αι γυναίκες
+ πταίουν οι άνδρες των. — Εάν μας αμελούν εκείνοι,
+ εάν εις ξέναις αγκαλιαίς σκορπούν τον θησαυρόν μας,
+ με ζήλειαν χωρίς νόημα εάν μας βασανίζουν,
+ και κλειδωμέναις μας κρατούν, ή αν σηκώσουν χέρι,
+ ή αν από το πείσμα των 'ς το έξοδον μας σφίξουν,
+ χολήν δεν έχομεν κ' ημείς; Η γλύκα δεν μας λείπει,
+ πλην έχομεν κ' εκδίκησιν. — Οι άνδρες ας το' ξεύρουν,
+ πως έχουν αι γυναίκες των καθώς αυτούς αισθήσεις.
+ Μυρίζομεν, και βλέπομεν, και νοιώθομεν την γεύσιν
+ και του ξυνού και του γλυκού, το ίδιον με τους άνδρας. —
+ Και όταν άλλαις κυνηγούν εκείνοι, τι γυρεύουν;
+ Γυρεύουν διασκέδασιν; Αυτό νομίζω θέλουν.
+ Και ποία είν' η αφορμή; Η κλίσις των νομίζω.
+ Και η αδυναμία των τους σπρώχνει; Έτσι λέγουν. —
+ — Κλίσεις δεν έχομεν κ' ημείς, κ' ημείς αδυναμίας,
+ κ' ημάς η διασκέδασις δεν μας αρέσει τάχα;
+ Ας μας μεταχειρίζωνται καλά, και ας το μάθουν
+ πως αν τους αδικήσωμεν, αυτοί μας δασκαλεύουν.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Καλήν σου νύκτα! Του Θεού την χάριν την γυρεύω
+ να μην ξεπέφτω 'ς το κακόν, πλην να καλλιτερεύω.
+
+ (Εξέρχονται.)
+
+
+
+
+ΠΡΑΞΙΣ ΠΕΜΠΤΗ
+
+
+
+
+ΣΚΗΝΗ Α'.
+
+
+
+ Οδός εν Κύπρω.
+ (Εισέρχονται ο ΙΑΓΟΣ και ο ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ).
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Κρύψου οπίσω απ' εδώ. Να έλθη δεν θ' αργήση.
+ Βάστα το ξίφος σου γυμνόν, και χώσ' το καθώς πρέπει.
+ Εμπρός, εμπρός! Μη φοβηθής· θα ήμαι 'ς το πλευρόν σου.
+ Μ' αυτό ή εχαθήκαμεν ή θα σωθούμεν, ώστε
+ να πάρης την απόφασιν, και σφίξε την καρδιάν σου.
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Κοντά να ήσαι. Ημπορώ να μη τον επιτύχω.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ θα ήμ' εδώ, 'ς το πλάγι σου, Καρδιά! Και ετοιμάσου.
+
+ (Απομακρύνεται ολίγον.)
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Διά το επιχείρημα πολύ ζεστός δεν είμαι·
+ και όμως μου απέδειξε πως πρέπει να το κάμω.
+ Αι! Ένας ολιγώτερος 'ς την γην! Σπαθί μου έξω!
+
+ (Κρύπτεται.)
+
+ΙΑΓΟΣ (καθ' εαυτόν.)
+ Τον έτριψα ως το κόκκαλον εκεί που επονούσε,
+ και τον ερέθισα καλά. — Είτε αυτός σκοτώση
+ τον Κάσιον, είτε αυτόν ο Κάσιος σκοτώση,
+ είτε κ' οι δύο σκοτωθούν, θα έβγω κερδισμένος.
+ Ο Ροδερίκος ζωντανός, θα μου γυρεύη 'πίσω
+ διαμαντικά και χρήματα, που έχω σουφρωμένα
+ να τα προσφέρω απ' αυτόν 'ς την Δυσδαιμόναν δώρα.
+ Δεν μου συμφέρει. — Αλλ' εάν ο άλλος απομείνη,
+ μια αιωνία ευμορφιά θα ήναι η ζωή του,
+ που θα με κάμνη άσχημον εμένα! Κ' εκτός τούτου
+ ο Μαύρος έξαφνα 'μπορεί να του τα ξεσκεπάση,
+ και τότε τρέχω κίνδυνον μεγάλον. Όχι, όχι!
+ Πρέπει αυτός να σκοτωθή. — Σιμόνει. Τον ακούω.
+
+ (Κρύπτεται).
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Το πάτημά του· -Είν' αυτός. — Σ' εσκότωσα, αχρείε!
+
+ (Εφορμά κατά του ΚΑΣΙΟΥ και τον πληγόνει).
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Α! Η σπαθιά σου μ' έτρωγε τω όντι, αν δεν είχα
+ τον θώρακα καλλίτερον απ' ό,τι εθαρρούσες.
+ Τον ιδικόν σου να ιδώ.
+
+ (Πληγόνει τον Ροδερίκον).
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Ω! Είμ' αποθαμένος!
+
+ (Ο ΙΑΓΟΣ ορμά, πληγόνει όπισθεν τον ΚΑΣΙΟΝ εις τον μηρόν, και
+ φεύγει.)
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Βοήθεια! Μ' εκολόβωσαν! ω! Φονικόν! Βοήθεια!
+
+ (Ο ΟΘΕΛΛΟΣ εισέρχεται μακρόθεν).
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ο Κάσιος! Τον λόγον του εφύλαξεν ο Ιάγος.
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Ω! κακορρίζικος εγώ!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Αλήθεια είναι τούτο.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Βοήθεια! Αι! Φέρετε φως! Ένα ιατρόν! Βοήθεια!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Εκείνος είναι. — Δίκαιε, πιστέ, γενναίε Ιάγο,
+ που τ' άδικον του φίλου σου επάνω σου το 'πήρες.
+ Μου δίδεις το παράδειγμα. — Ο αγαπητικός σου
+ να τος, ω άπιστη, νεκρός! Η μαύρη σου η Μοίρα
+ σε κυνηγά. Επλάκωσεν η ώρα! — Ήλθα, πόρνη!
+ Ιδού! Τα εξερρίζωσα τα μάγια της καρδιάς μου,
+ τα 'μάτια σου! Την κλίνην σου, που 'λέρωσ' ανομία,
+ με τ' άνομον το αίμα σου απόψε θα την βάψω!
+
+ (Εξέρχεται).
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Εδώ! Τι έγειν' η φρουρά; ποιος είν' εκεί; Βοήθεια!
+
+ (Εισέρχονται μακρόθεν ο ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ και ο ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ.)
+
+ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ
+ Κάποιος 'κακόπαθε· ακούς; Κραυγαί απελπισίας.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Εδώ! Βοήθεια!
+
+ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ
+ Ηχούσες;
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Ω! κακομοιριασμένος!
+
+ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ
+ Δύο ή τρεις βογγούν εδώ. Είναι βαθύ σκοτάδι·
+ μην ήναι παραμόνευμα; Της γνώσεως δεν είναι
+ να πολυπλησιάσωμεν πριν έλθη κανείς άλλος.
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Ποιος είν' εκεί; Το αίμα μου το έχασα.
+
+ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ
+ Ακούεις;
+
+ (Εισέρχεται ο ΙΑΓΟΣ άνευ επενδύτου, κρατών δαυλόν και ξιφήρης.)
+
+ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ
+ Να ένας χωρίς φόρεμα· δαυλόν κρατεί και όπλα.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ποιος είν' εκεί; Ποιος φονικόν φωνάζει και βοήθεια;
+
+ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ
+ Δεν 'ξεύρω
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Δεν ηκούσατε να κράζουν εδώ κάτω;
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Εδώ δι' όνομα Θεού! Εδώ. Βοήθησέ με.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Τι έτρεξε;
+
+ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ (προς τον Λοδοβίκον).
+ Είν' άνθρωπος νομίζω του Οθέλλου.
+
+ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ
+ Είν' ο σημαιοφόρος του. Γενναίον παλλικάρι!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Εσύ ποιος είσαι, που εκεί με τόσον πόνον κράζεις;
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Ω Ιάγο, έλα· μ' έσφαξαν, μ' αφάνισαν κακούργοι.
+ Βοήθησέ με·
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Συμφορά! Εσύ, υπασπιστά μου!
+ Ποιος σου το έκαμεν αυτό;
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Εδώ νομίζω κάπου
+ είναι ο ένας απ' αυτούς, και δεν 'μπορεί να φύγη.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ω τους προδότας!
+
+ (Προς τον ΛΟΔΟΒΙΚΟΝ και τον ΓΡΑΤΙΑΝΟΝ).
+
+ Αι, εσείς, ελάτε, βοηθήτε.
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Εδώ, βοήθεια!
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Να! Αυτός είν' ένας απ' εκείνους.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Μαχαιροβγάλτη, μιαρέ!
+
+ (Πληγόνει δι' εγχειριδίου τον ΡΟΔΕΡΙΚΟΝ.)
+
+ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ
+ Ω Ιάγο κολασμένε,
+ ω σκύλε άπιστε!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ακούς! Τον κόσμον να σκοτόνουν
+ 'ς τα σκοτεινά! — Τι έγειναν, πού είν' οι σύντροφοί του; —
+ 'Σ όλην την χώραν σιωπή! — Αι, φονικόν! Σκοτόνουν!
+
+ (Προς τον ΛΟΔΟΒΙΚΟΝ και τον ΓΡΑΤΙΑΝΟΝ).
+
+ Ποιοι είσθε σεις; Καλοί; κακοί; Τι είσθε; τι ζητείτε;
+
+ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ
+ Δοκίμασέ μας να ιδής.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Συ είσαι, Λοδοβίκε;
+
+ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ
+ Εγώ.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Συμπάθειον ζητώ. — Επλήγωσαν κακούργοι
+ τον Κάσιον.
+
+ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ
+ Τον Κάσιον!
+
+ΙΑΓΟΣ (προς τον Κάσιον.)
+ Πώς είσαι, αδελφέ μου;
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Μου έκοψαν το πόδι μου. (34)
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Θεός φυλάξοι! — Φίλοι,
+ το φως εδώ. — Το δένω 'γώ με το 'ποκάμισόν μου.
+
+ (Εισέρχεται η ΒΙΑΓΚΑ.)
+
+ΒΙΑΓΚΑ
+ Τι είναι τούτο το κακόν; Τι τρέχει; ποιος φωνάζει;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ποιος φωνάζει;
+
+ΒΙΑΓΚΑ (αναγνωρίζουσα τον Κάσιον.)
+ Κάσιε! Ω Κάσιε, ζωή μου!
+ Γλυκέ μου Κάσιε, εσύ; Κάσιε, Κάσιέ μου!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Α! Σκρόφα συ πασίγνωστη! — Δεν έχεις υποψίαν
+ ποιοι τάχα σ' εμαχαίρωσαν, ω Κάσιέ μου;
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Όχι.
+
+ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ
+ Με κακοφαίνεται πολύ εδώ να σ' απαντήσω
+ ς αυτήν την θέσιν, Κάσιε. Να σ' εύρω εζητούσα.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Μιαν καλτζοδέταν δότε μου. Καλά. — Ω! μιαν καθέκλαν
+ να τον σηκώσωμεν σιγά και χωρίς να πονέση.
+
+ΒΙΑΓΚΑ
+ Αλλοίμονον! Λιγοθυμά! — Ω Κάσιε, ψυχή μου!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Αυθένται, υποπτεύομαι αυτήν την σιχαμένην,
+ ότι 'ς αυτό το φονικόν είν' ανακατωμένη. —
+ Υπομονή, ω Κάσιε! — Ελάτ' εδώ, ελάτε.
+
+ (Πλησιάζει προς το πτώμα του ΡΟΔΕΡΙΚΟΥ).
+
+ Δότε μου φως. Ποιος είν' αυτός; Τον 'ξεύρομεν, ή όχι;
+ Αλλοί! Ο συντοπίτης μου και ο καλός μου φίλος,
+ ο Ροδερίκος! Όχι, — ναι! — Ο Ροδερίκος είναι!
+
+ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ
+ Ο Βενετός;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Εκείνος· ναι. Τον 'ξεύρεις;
+
+ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ
+ Αν τον 'ξεύρω!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ο Γρατιάνος! Σου ζητώ συμπάθειον αυθέντα,
+ αν με αυτά τα φονικά εφάνηκα χωριάτης,
+ και δεν σε παρετήρησα.
+
+ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ
+ Δεν βλάπτει. Καλώς σ' ηύρα.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Πώς είσαι τώρα, Κάσιε; — Ω! δότε μιαν καθέκλαν.
+
+ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ
+ Ο Ροδερίκος!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ναι· αυτός! — Ω! Ήλθεν η καθέκλα.
+
+ (Την φέρουν επί της σκηνής.)
+
+ Ας έχη δόξαν ο Θεός! — Καλά μου παλλικάρια
+ σηκώσατέ τον απ' εδώ με προσοχήν... αγάλια.
+ Εγώ θα τρέξω τον ιατρόν του στρατηγού να φέρω.
+
+ (Προς την Βιάγκαν).
+
+ Εσύ, Κυρά, τον κόπον σου τον χάνεις. — Κάσιέ μου,
+ αυτός που κείτεται νεκρός πιστός μου φίλος ήτο.
+ Πώς εμαλώσατε μαζύ; η αφορμή ποια ήτο.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Ούτε γνωρίζω αφορμήν, ούτε αυτόν τον 'ξεύρω.
+
+ΙΑΓΟΣ (προς την Βιάγκαν).
+ Τι εκιτρίνισες εσύ; — Ω, δότε του αέρα!
+
+ (Μεταφέρονται έξω της σκηνής ο ΚΑΣΙΟΣ και ο ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ.)
+
+ Σεις, άρχοντές μου, μείνατε. — Κυρά, τι κιτρινίζεις; -
+ Κυττάξετε το 'μάτι της πώς είναι θολωμένον. —
+ Κάτι θα 'ξεύρης βέβαια, διά να τρέμης τόσον. —
+ Παρατηρείτε την καλά· ιδέτε την, αυθένται.
+ Την είδατε; Έχει φωνήν το κρίμα και φωνάζει,
+ και αν ακόμ' ήναι βωβή και σιωπά η γλώσσα!
+
+ (Εισέρχεται η ΑΙΜΙΛΙΑ).
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Αλλοίμονον, ω άνδρα μου, τι έγεινε; τι τρέχει;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ 'Σ τα σκοτεινά τον Κάσιον ο Ροδερίκος, μ' άλλους
+ που 'ξέφυγαν, τον 'κτύπησε. Μισοθανατωμένος
+ έμείν' ο Κάσιος. Νεκρός ο Ροδερίκος είναι.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Αχ! Τον καλόν τον Κάσιον! Κρίμα 'ς τον νέον, κρίμα!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Να της πορνείας οι καρποί! — Προσπάθησ', Αιμιλία,
+ να μάθης πού εδείπνησεν ο Κάσιος απόψε.
+
+ (Προς την Βιάγκαν).
+
+ Εσύ τι τρέμεις εις αυτό;
+
+ΒΙΑΓΚΑ
+ Εδείπνησε μαζή μου,
+ αλλά δεν είναι δι' αυτό που τρέμω.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Α! Μαζή σου;
+ Τότ' ακολούθει με λοιπόν.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Ω εντροπή σου, βρώμα!
+
+ΒΙΑΓΚΑ
+ Βρώμα δεν είμαι. Ζω κ' εγώ εξ ίσου τιμημένα
+ μ' εσένα, που με ύβρισες.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Μ' εμένα; εντροπή σου!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Αυθένται, να φροντίσωμεν τον Κάσιον ελάτε. —
+ Εσύ, κυρά, έλα μαζή να μας ειπής και άλλα. —
+ Συ, Αιμιλία, πήγαινε κ' ειπέ του στρατηγού μας
+ και της κυρίας σου αυτά. Εμπρός! (Αυτήν την νύκτα
+ ή γίνεται η τύχη μου, ή η καταστροφή μου!)
+
+ (Εξέρχονται πάντες).
+
+
+
+ΣΚΗΝΗ Β'.
+
+
+
+ (Ο κοιτών της ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑΣ, ήτις κοιμάται επί της κλίνης.
+ Παρ' αυτήν λαμπάς καίουσα. Εισέρχεται ο ΟΘΕΛΛΟΣ).
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Το αίτιον! Το αίτιον! Αυτό είν', ω ψυχή μου! (35)
+ Ω άστρα σεις εντροπαλά, ας μη σας τ' ονομάσω!
+ Είναι το αίτιον! Αλλά, το αίμα δεν της χύνω,
+ και το κορμί δεν της χαλνώ, το άσπρον 'σάν το χιόνι,
+ τ' αφράτον και υαλιστερόν 'σάν μαρμαροκολώνα!
+
+ (Αποθέτει το ξίφος).
+
+ Πλην ν' αποθάνη! Ή αλληώς και άλλους θα προδώση. —
+ Το φως να σβύσω, κ' έπειτα... το φως αυτό να σβύσω!
+ Συ φωτοδότη λειτουργέ, αν τώρα σε φυσήσω,
+ την λάμψιν πάλιν ημπορώ να σου την ξαναδώσω,
+ αν μεταννοιώσω. Αλλ' εάν σου πάρω μιαν το φως σου,
+ σε, που η φύσις σ' έπλασε την τέχνην της να δείξη,
+ ποιος Προμηθεύς θα δυνηθή την φλόγα να μου φέρη
+ να ξανανάψω τέτοιον φως! Το ρόδον αν το κόψω,
+ δεν ημπορώ την βλάστησιν και πάλιν να του δώσω.
+ Θα μαραθή! — Εις το κλαδί επάνω ας σε μυρίσω.
+
+ (Την φιλεί).
+
+ Ω συ, μοσχάτη αναπνοή, που την δικαιοσύνην
+ την μισοπείθεις το σπαθί να σπάση, — έν ακόμη·
+ ακόμη έν. Παρόμοια κ' αποθαμένη μείνε,
+ να σ' αγαπώ και ύστερα.... αφού σε θανατώσω.
+ Ακόμη ένα, και αυτό να ήναι τελευταίον.
+ Δεν εξανάγεινε ποτέ τόσον γλυκειά η πίκρα!
+ Πρέπει να κλαύσω. Πλην σκληρά τα δάκρυά μου είναι·
+ είναι ωσάν τον Ουρανόν και η 'δική μου λύπη·
+ παιδεύει όπου αγαπά. — Εξύπνησε.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Ποιος είναι;
+ Ποιος είν' εκεί; Οθέλλε μου.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Εγώ 'μαι, Δυσδαιμόνα.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Αυθέντα μου, επιθυμείς να έλθης να πλαγιάσης;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Την προσευχήν σου σήμερα την είπες, Δυσδαιμόνα;
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Την είπα, ω αυθέντα μου.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Αν έχης να ζητήσης
+ από τον Θεόν συγχώρησιν διά κανένα κρίμα
+ που σου βαραίνει την ψυχήν, αμέσως προσευχήσου.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Αλλοίμονον! Τι είν' αυτά τα λόγια;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Προσευχήσου,
+ και σύντομα. Περιπατώ έως να τελειώσης.
+ Δεν θέλω ανετοίμαστην να πάρω την ψυχήν σου.
+ Και την ψυχήν σου δεν ζητώ να σου την θανατώσω.
+ Να με φυλάξη ο Θεός!
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Να θανατώσης είπες;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Το είπα.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Τότε ο Θεός λοιπόν να μ' ελεήση!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Αμήν εκ βάθους της ψυχής!
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Αφού το λέγης τούτο,
+ να με σκοτώσης το λοιπόν ελπίζω δεν σκοπεύεις.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ω!
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Κι' όμως είσαι φοβερός! Τι άγριος που είσαι!
+ Είναι τα 'μάτια σου θολά! Δεν 'ξεύρω τι φοβούμαι,
+ αφού δεν 'ξεύρω ένοχη να ήμ' εγώ, και όμως
+ φοβούμαι· το αισθάνομαι.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Τα κρίματά σου σκέψου.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Ότι σ' αγάπησα πολύ. Δεν έχω άλλο κρίμα.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Και θ' αποθάνης δι' αυτό.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Η φύσις δεν το θέλει
+ να θανατόνεται κανείς διά πολλήν αγάπην.
+ Αλλοίμονον! Τα χείλη σου τι τα δαγκάνεις έτσι;
+ Σου τρέμει όλον το κορμί από φρικτήν μανίαν!
+ Κακά σημάδια είν' αυτά. Ελπίζω πλην, ελπίζω,
+ ότι αν έρχεται κακόν δεν είναι δι' εμένα.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ησύχασε και σώπαινε.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Ησύχασα. Τι θέλεις;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Εκείνο το μαντίλι μου, που τόσον αγαπούσα
+ και που σ' εχάρισα εγώ, το έχεις χαρισμένον
+ 'ς τον Κάσιον.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Μα την ζωήν και την ψυχήν μου, όχι!
+ Κράξ' τον εδώ κ' ερώτησε.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ψυχίτσα μου, φυλάξου,
+ μη κάμης όρκον ψεύτικον, και θάνατος προσμένει.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Η ώρα του θανάτου μου δεν ήλθε.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ναι· αμέσως.
+ Λοιπόν την αμαρτίαν σου εξομολόγησέ την
+ ειλικρινώς. Το ν' αρνηθής τα πράγματα με όρκους
+ δεν πνίγει, ούτε αφαιρεί την βεβαιότητά μου,
+ που μου θερίζει μέσα μου τα σπλάγχνα. Θ' αποθάνης!
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Ελέησέ με ο Θεός, την μαύρην!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Αμήν, είπα.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Και συ ελέησε, και συ! Διότι 'ς την ζωήν μου
+ δεν σε αδίκησα, ποτέ! Τον Κάσιον ποτέ μου
+ δεν τον ηγάπησα, ποτέ, εκτός μ' αγάπην τόσην,
+ όσην το θέλει κι' ο Θεός και η συνείδησίς μου·
+ αλλά ποτέ του χάρισμα δεν έλαβ' απ' εμένα.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Μα τον Θεόν, 'ς τα χέρια του το είδα το μαντίλι!
+ Το είδα, ω επίορκη! Πετρόνεις την καρδιάν μου!
+ κ' εκείνο πώχω εις τον νουν, με θέλεις να το κάμω
+ ως φονικόν, ενώ εγώ το είχα ως θυσίαν! (36)
+ Το είδα το μαντίλι σου!
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Τότε λοιπόν το ηύρε·
+ δεν του το έδωσα ποτέ. Κράξ' τον εδώ να έλθη,
+ κ' εμπρός μου την αλήθειαν ας την ομολογήση.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Τα ωμολόγησεν αυτός.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Τι πράγμα;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ότι... ότι
+ σ' εχάρηκε ...
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Εμένα!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ναι!
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Δεν θα το 'πή ποτέ του!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Δεν θα το' πή. Το στόμα του είναι κλεισμένον τώρα.
+ Τα μέτρα του τα έλαβε ο τιμημένος Ιάγος.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Εμάντευσεν ο φόβος μου! Αποθαμένος είναι;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Εάν η κάθε τρίχα του και μια ζωή του ήτο,
+ δεν θα του άφινα εγώ ζωήν!
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Ω δυστυχία!
+ Αδικημένος είν' αυτός, κ' εγώ αφανισμένη!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Πόρνη! Δεν έχεις εντροπήν; Εμπρός μου θα τον κλαύσης;
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Ω! διώξέ με, αυθέντα μου, αλλά μη με σκοτώσης!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Αχρεία! πέσε.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Αύριον, αν θέλης, σκότωσέ με·
+ απόψε όμως άφησε να ζήσω.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Αν παλεύης ...
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Ολίγον μόνον...
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Έγεινε· αναβολήν δεν έχει!
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Μόνον να 'πώ μιαν προσευχήν.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Δεν είναι πλέον ώρα!
+
+ (Την πνίγει διά του προσκεφαλαίου αυτής).
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ, (έξωθεν).
+ Αυθέντα μου, αυθέντα μου! Ω! άνοιξε αυθέντα!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Τι είν' ο θόρυβος αυτός; — Ακόμη ζη; Ακόμη;
+ Εγώ, ο άγριος εγώ, θα δείξω ευσπλαγχνίαν.
+ Ιδού την αγωνίαν σου δεν σου την προμακρύνω.
+ Να, να!
+
+ (Την μαχαιρώνει.) (37)
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ (έξωθεν).
+ Αυθέντα, άκουσε· αυθέντα!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ποιος είναι;
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ (Έξωθεν).
+ Εγώ, αυθέντα μου καλέ· να σου 'μιλήσω θέλω.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Η Αιμιλία. — Αι, καλά· ευθύς. — Αποθαμένη...
+ Θα ήλθεν ίσως να μου 'πή τον φόνον του Κασίου·
+ έγεινε θόρυβος πολύς. — Α! δεν σαλεύει πλέον...
+ Ωσάν τον τάφον ήσυχη. — Να την αφήσω τώρα
+ να έμβη; — Α! μου φαίνεται, ότι σαλεύει πάλιν.
+ Όχι .. . — Τι είναι το σωστόν; Αν έμβη, θα 'μιλήση
+ της γυναικός μου... Γυναικός; Ποιας γυναικός; Γυναίκα
+ εγώ δεν έχω. Τι φρικτόν! Ω! Δεν το υποφέρω!
+ Ώρα βαρειά! Μου φαίνεται μια έκλειψις μεγάλη
+ θα γείνη τώρα, να χαθή και Ήλιος και Σελήνη,
+ κ' εδώ κ' εκεί να κουτουλά η τρομασμένη Σφαίρα!
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ (έξωθεν).
+ Αυθέντα μου, παρακαλώ, να σου 'μιλήσω θέλω.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Εσένα σ' ελησμόνησα. — Σ' ανοίγω, Αιμιλία. —
+ Σιγά. — Αμέσως έρχομαι. — Να κρύψω το κρεββάτι.
+
+ (Καταβιβάζει τα παραπετάσματα της κλίνης. Ανοίγει την θύραν.
+ Εισέρχεται η ΑΙΜΙΛΙΑ).
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Πού είσαι; Αι; τι έπαθες; τι θέλεις;
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Ω αυθέντα,
+ έγεινε κάτω φονικόν φρικτόν!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Τι πράγμα; τώρα;
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Ναι, τώρα, ω αυθέντα μου!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Τα έχασ' η Σελήνη·
+ ήλθε σιμώτερα 'ς την γην απ' ό,τι συνειθίζει,
+ και τους ανθρώπους 'τρέλλανε.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Ο Κάσιος, αυθέντα,
+ εσκότωσ' ένα Βενετόν, που λέγουν Ροδερίκον.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Τον Ροδερίκον! Και αυτός επίσης σκοτωμένος;
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Ο Κάσιος εγλύτωσε· δεν είναι σκοτωμένος.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ο Κάσιος εγλύτωσε! Τότ' η δολοφονία
+ έχει χαμένα τα νερά, και η εκδίκησίς μου
+ παραστρατίζει.
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Άδικα, ω, άδικ' αποθνήσκω!
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Αλλοίμονον! Αυτ' η φωνή...
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ποία φωνή; Τι είναι;
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Ω! της Κυρίας μου φωνή ήτον αυτή. Βοήθεια!
+ Βοήθεια! Ω! τι συμφορά! Ομίλησε ακόμη,
+ Κυρία, Δυσδαιμόνα μου, Κυρία μου γλυκειά μου,
+ ομίλησέ με, λέγε μου!
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Αθώα αποθνήσκω.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Ποίος το έκαμεν αυτό;
+
+ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ
+ Κανείς. Εγώ μονάχη.
+ Να 'πής πολλά υπέρ εμού εις τον καλόν μου άνδρα. (38)
+
+ (Αποθνήσκει).
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Πώς τάχα εσκοτώθηκε;
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Αλλοίμονον! Ποιος 'ξεύρει;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Την ήκουσες; Μονάχη της· όχι εγώ. Το είπε.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Το είπε. Την αλήθειαν να μαρτυρήσω πρέπει.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ 'Σ την φλογισμένην Κόλασιν 'σάν ψεύτρα οπού ήτο
+ πηγαίνει. Την εσκότωσα εγώ!
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Ω! Τότ' εκείνη
+ ακόμη πλέον άγγελος, κι' ακόμη πλέον μαύρος
+ εσύ, ω μαύρε Σατανά!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Εγύρισε 'ς την τρέλλαν
+ κ' έγεινε πόρνη.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Ψεύματα, ω κολασμένε!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ήτον
+ 'ς την απιστίαν θάλασσα.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Είσαι φωτιά και φλόγα,
+ εάν την λέγης άπιστην εκείνην, οπού ήτον
+ πιστή ωσάν τον Ουρανόν!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Την είχεν ιδικήν του
+ ο Κάσιος. Καλλίτερα τον άνδρα σου ερώτα.
+ Θα μ' ήξιζεν η Κόλασις και τα βαθύτερά της,
+ εάν δεν είχα δίκαιον εγώ να καταντήσω
+ έως εδώ. Ο άνδρας σου εγνώριζε τα πάντα.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Ο άνδρας μου;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ο άνδρας σου.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Ότι 'ς τα στέφανά της
+ αυτή απίστησεν;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Αυτή σου λέγω με τον Κάσιον.
+ Ω! Εάν έμενε πιστή!... Και ένα νέον κόσμον
+ να μου εχάριζ' ο Θεός, και όλον ζυμωμένον
+ από χρυσάφι καθαρόν, μ' αυτόν τον νέον κόσμον
+ ποτέ μου δεν την ήλλαζα!
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Ο άνδρας μου;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Εκείνος
+ μου είπεν όλ' απ' την αρχήν. Είν' άνδρας τιμημένος
+ εκείνος, κι' αποστρέφεται την λάσπην, οπού σέρνουν
+ τα βρωμερά καμώματα.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Ο άνδρας μου;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Τι είναι
+ η επανάληψις αυτή, γυναίκα; Σου το είπα·
+ ο άνδρας σου!
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Αλλοίμονον! Κυρία, την αγάπην
+ την έπαιξ' η κατεργαριά! — Ο άνδρας μου σου είπε,
+ πως ήτον άπιστη;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Αυτός, γυναίκα· σου το είπα,
+ ο άνδρας σου! Δεν εννοείς η λέξις τι σημαίνει;
+ Ο φίλος μου, ο άνδρας σου, ο τιμημένος Ιάγος!
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Αν το 'πε, η παμπόνηρη ψυχή του να σαπίζη
+ σπυρί σπυρί κάθε στιγμήν! Ψεύδος αισχρόν σου είπε!
+ Ηγάπησε παραπολύ τ' ακάθαρτόν της ταίρι!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ (απειλών αυτήν.)
+ Α!
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Κάμε ό,τι αγαπάς. Το κάμωμά σου τούτο
+ αξίζει τον παράδεισον, όσον εσύ εκείνην!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Διά καλόν σου σώπαινε.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ 'Σ το χέρι σου δεν είναι
+ ούτε το ήμισυ κακόν εμένα να μου κάμης,
+ από εκείνο πού 'μπορώ να υποφέρω τώρα.
+ Κουτέ! Βρωμοαπάτητε! Το κάμωμά σου είναι...
+ Δεν σου φοβούμαι το σπαθί. Ω! θα σε καταδώσω,
+ κι' ας είχα είκοσι ζωαίς να χάσω! Ω, βοήθεια!
+ Εδώ! βοήθεια! φονικόν! βοήθεια! Την κυράν μου
+ ο Μαύρος την εσκότωσε. Ω! φονικόν! βοήθεια!
+
+ (Εισέρχονται ο ΜΟΝΤΑΝΟΣ, ο ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ, και ο ΙΑΓΟΣ.)
+
+ΜΟΝΤΑΝΟΣ
+ Τι τρέχει; τι ακολουθεί, ω στρατηγέ,
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Ω Ιάγο,
+ έλα. Τι έκαμες εσύ, και τα εγκλήματά των
+ τα ρίχνουν εις την ράχην σου οι άλλοι;
+
+ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ
+ Τι συνέβη;
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Τον ασυνειδήτον αυτόν απόδειξέ τον ψεύτην,
+ αν ήσαι άνδρας. Μ' έλεγεν, ότι εσύ του είπες,
+ πως ήτον η γυναίκα του μια άτιμη. Το 'ξεύρω,
+ συ δεν το είπες, επειδή τόσον πολύ αχρείος
+ δεν είσαι! 'Πέ μου, κ' η καρδιά μου ξεχειλίζει πλέον!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Του είπα ό,τι 'πίστευα· και άλλο δεν του είπα
+ παρ' ό,τι μόνος του αυτός και ήκουσε και είδε.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Αλλά πως ήτον άπιστη ποτέ σου του το είπες;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Το είπα.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Ήτο ψεύμα σου· αισχρόν και μαύρον ψεύμα!
+ Μα την ψυχήν μου, ψεύματα! ξεντροπιασμένον ψεύμα!
+ Εκείνη με τον Κάσιον! Τον Κάσιον; Το είπες;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Το είπα· με τον Κάσιον. Την γλώσσαν δεν μαζεύεις;
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Να ομιλήσω χρεωστώ. Την γλώσσαν δεν μαζεύω.
+ Εκεί, εις το κρεββάτι της επάνω, σκοτωμένη
+ είν' η κυρία μου, εκεί!
+
+ ΠΑΝΤΕΣ
+ Θεός να μας φυλάξη!
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Κ' αιτία του θανάτου της, τα ιδικά σου λόγια!
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Μη, άρχοντες, 'ξιππάζεσθε. Σας λέγει την αλήθειαν.
+
+ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ
+ Μαύρη αλήθεια και φρικτή.
+
+ΜΟΝΤΑΝΟΣ
+ Τι πράξις τερατώδης!
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Ω, προδοσία έγεινε, Θεέ μου! προδοσία!
+ Τώρα το βλέπω η τυφλή· το βλέπω. Προδοσία!
+ Μ' είχε περάσει απ' τον νουν! Θα με σκοτώση η λύπη!
+ Ω! προδοσία!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Τα 'χασες; 'ς το σπίτι! Σε προστάζω.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Καλοί μου άρχοντες εσείς, αφήτε να λαλήσω.
+ Του χρεωστώ υποταγήν, αλλ' όμως όχι τώρα.
+ Ίσως ς' το σπίτι μου ποτέ δεν θα γυρίσω, Ιάγο.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ (πίπτων επί της κλίνης)·
+ Ω! Ω! Ω! Ω!
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Ναι, πέσ' εκεί και μούγγριζε, θηρίον,
+ αφού το εθανάτωσες το πλάσμα το αθώον,
+ οπού γλυκύτερον ποτέ ο Ουρανός δεν είδε.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ (εγειρόμενος).
+ Ω! έγεινε σιχαμερή!
+
+ (Προς τον Γρατιάνον).
+
+ Μόλις σε βλέπω, θείε.
+ Η ανεψιά σου είν' εκεί. Ναι, την αναπνοήν της
+ την εσταμάτησαν αυτά τα χέρια οπού βλέπεις.
+ Το κάμωμά μου φοβερόν σου φαίνεται· το 'ξεύρω.
+
+ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ
+ Η Δυσδαιμόνα η πτωχή! Ω! Τον Θεόν δοξάζω
+ που ο πατέρας σου δεν ζη. Ο γάμος σου του ήτο
+ θανατηφόρος, κ' έκοψε το νήμα της ζωής του
+ το γέρικον η λύπη του. Εάν εζούσε τώρα,
+ θα τον απέλπιζεν αυτό το θέαμα, και ίσως
+ τον αγαθόν του άγγελον θα τον εβλασφημούσε
+ και η αθλία του ψυχή θα 'πήγαινε 'ς τον Άδην.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ναι· είν' αξιοδάκρυτον. Αλλά ο Ιάγος 'ξεύρει
+ πως με τον Κάσιον αύτη της εντροπής την πράξιν
+ χίλιαις φοραίς την έκαμε. Το εξωμολογήθη
+ ο Κάσιος. Κ' επλήρωσε αυτή τους έρωτάς του
+ μ' εκείνο το τεκμήριον και δώρον της αγάπης,
+ που της επρωτοχάρισα· 'ς τα χέρια του το είδα·
+ ένα μαντίλι κεντητόν, ενθύμημα αρχαίον
+ που έδωσ' ο πατέρας μου 'ς την μάναν μου.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Θεέ μου,
+ Θεέ μου παντοδύναμε!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Σιώπησε σου λέγω.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Θα τα ειπώ, θα τα ειπώ. Να σιωπήσω; Όχι!
+ Ελεύθερη 'σάν τον Βορειάν θα πεταχθή η φωνή μου!
+ Κι' ο Ουρανός, κ' οι άνθρωποι, κ' οι διάβολοι, τα πάντα,
+ κι' αν κράζουν όλα εντροπή 'ς εμένα, θα λαλήσω!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Σου λέγω, έσο γνωστική και πήγαινε 'ς το σπίτι.
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Δεν σε ακούω.
+
+ (Ο Ιάγος την απειλεί σύρων το ξίφος).
+
+ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ
+ Εντροπή! Σπαθί, εις μιαν γυναίκα!
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Ω Μαύρε συ ανόητε! Εκείνο το μαντίλι
+ το ηύρα κατά σύμπτωσιν και το 'δωσα τ' ανδρός μου,
+ αφού αυτός πολλαίς φοραίς, μ' επιμονήν μεγάλην
+ που τέτοιον πράγμ' ασήμαντον δεν ήξιζε βεβαίως,
+ μ' εθερμοπαρακάλεσε να της το κλέψω.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Βρώμα!
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Εκείνη εις τον Κάσιον να το χαρίση! Όχι!
+ Το ηύρα' γώ, ώρα κακή! και το 'δωσα τ' ανδρός μου.
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Ω βρώμα, λέγεις ψεύματα!
+
+ΑΙΜΙΑΙΑ
+ Μα τον Θεόν δεν λέγω,
+ μα τον Θεόν μου, ψεύματα δεν λέγω, άρχοντές μου!
+ Ω συ, ανόητε φονηά! Τι ήθελε να πάρη
+ ένα μωρόν ωσάν κ' εσέ τέτοια καλή γυναίκα!
+
+ (Ο ΙΑΓΟΣ πληγόνει την ΑΙΜΙΛΙΑΝ και φεύγει δρομαίος).
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Πώς τώρα δεν πετροβολεί εδώ τους κεραυνούς του
+ ο Ουρανός! Παμπόνηρε!
+
+ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ, (δεικνύων την Αιμιλίαν).
+ Κλονίζεται· θα πέση·
+ Ιδέτε! Την γυναίκα του εσκότωσ' ο αχρείος!
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ 'Σ το πλάγι της Κυρίας μου ξαπλώσατε κ' εμένα.
+
+ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ
+ Την 'σκότωσε κ' εξέφυγε!
+
+ΜΟΝΤΑΝΟΣ
+ Αισχρός κακούργος είναι!
+ Το ξίφος τούτο φύλαξε· το 'πήρ' από τον Μαύρον.
+ Απ' έξω έλα, φύλαγε την θύραν. Πρόσεχέ τον.
+ Μη τον αφήσης ζωντανόν από εδώ να φύγη.
+ Τον άλλον δαίμονα εγώ να κυνηγήσω τρέχω.
+
+ (Εξέρχονται ο ΜΟΝΤΑΝΟΣ και ο ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ).
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ούτε ανδρείος είμαι καν, και μέσ' από τα χέρια
+ το πρώτον σάψαλον 'μπορεί να πάρη το σπαθί μου!
+ Πλην αφού πάγ' η αρετή και η τιμή ας πάγη,
+ και όλα!
+
+ΑΙΜΙΛΙΑ
+ Τι επρόλεγεν εκείνο το τραγούδι;
+ Μ' ακούεις, ω Κυρία μου; 'Μπορείς να με ακούσης;
+ Ιδού· κ' εγώ με μουσικήν να ξεψυχήσω θέλω,
+ 'σάν κύκνος. Ω! ι τ ι ά, ι τ ι ά! — Αγνή, ω Μαύρε, ήτο.
+ Μαύρε σκληρέ, ηγάπησεν εσένα κι' όχι άλλον.
+ Να μην ιδώ παράδεισον, αν δεν σου λέγω αλήθειαν.
+ Ό,τι πιστεύω σου λαλώ με την ψυχήν 'ς το στόμα.
+
+ (Αποθνήσκει).
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ακόμη μου ευρίσκεται έν όπλον εδώ μέσα·
+ ένα σπαθί Ισπανικόν, 'ς το κρύσταλλον βαμμένον.
+ Το ηύρα· να το. — Άνοιξε. Θέλω να έβγω, θείε.
+
+ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ (Έξωθεν).
+ Θα το πληρώσης ακριβά εάν το δοκιμάσης.
+ Δεν έχεις όπλον πρόσεχε και ίσως κακοπάθης.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Έμβα λοιπόν να με ιδής και να σου ομιλήσω·
+ ή και γυμνός και άοπλος επάνω σου θα πέσω!
+
+ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ (Εισερχόμενος).
+ Τι θέλεις;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Κύτταξέ μ' εδώ. Κρατώ σπαθί 'ς το χέρι
+ 'ς την μέσην του δεν έζωσε ποτέ του στρατιώτης
+ καλλίτερον. Ήτο καιρός και είδα την ημέραν,
+ που το καλόν αυτό σπαθί 'ς αυτό το μικρόν χέρι
+ εμπόδια θα έκοπτε τον δρόμον να μ' ανοίξη,
+ μεγάλα είκοσι φοραίς 'σαν το εμπόδιόν σου!
+ Πλην, μάταια καυχήματα! Την Μοίραν ποιος ορίζει;
+ Δεν είμαι τώρα τίποτε. Να φοβηθής δεν έχεις,
+ και ας κρατώ και το σπαθί ολόγυμνον 'ς το χέρι.
+ Του ταξειδιού μου είν' εδώ το τέλος και η άκρη·
+ εδώ, εδώ το ύστερον πανί μου αρμενίζει!
+ Τι 'πίσω ετραβήχθηκες; Ο φόβος σου του κάκου.
+ Καμώσου ότι χύνεσαι 'ς το στήθος του Οθέλλου·
+ θα τον ιδής να τραβηχθή. Ο Μαύρος πού να' πάγη;
+
+ (Προς το πτώμα της Δυσδαιμόνας.)
+
+ Να σε ιδώ πώς φαίνεσαι; Δυστυχισμένη νέα!
+ Ωσάν το σάβανον χλωμή! Όταν ενταμωθώμεν
+ 'ς την κρίσιν μας την ύστερην, αυτή σου η χλωμάδα
+ θα μου κρημνίση την ψυχήν απ' τ' Ουρανού τα ύψη
+ να την αρπάξουν Δαίμονες! Κόρη μου! Κρύα, κρύα!
+ Ωσάν το μάρμαρον αγνή και κρύα!... Κολασμένε!
+ Ω! διώξατέ με, Δαίμονες, με ξύλα, με μαχαίρια,
+ κ' εβγάλετέ με απ' αυτήν την ουρανίαν θέαν!
+ Ω! ρίξετέ με να χαθώ εις την ανεμοζάλην!
+ 'ς του θειαφιού ολόγυμνον ταις φλόγαις ψήσατέ με!
+ Βουτήξατέ μ' εις πέλαγος από φωτιάν λυωμένην!
+ Ω Δυσδαιμόνα μου! Νεκρά, νεκρά — ω Δυσδαιμόνα!
+
+ (Εισέρχονται ο ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ, ο ΜΟΝΤΑΝΟΣ, ο ΚΑΣΙΟΣ επί φορείου,
+ και αξιωματικοί συνοδεύοντες τον ΙΑΓΟΝ αλυσσόδετον.)
+
+ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ
+ Πού είναι ο ταλαίπωρος αυτός ο μανιώδης;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Αυτός που ήτο μιαν φοράν Οθέλλος; Εδώ είμαι.
+
+ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ
+ Πού είν' εκείν' η έχιδνα; Πού είναι ο κακούργος;
+
+ (Ο ΙΑΓΟΣ φέρεται έμπροσθεν της σκηνής).
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Θέλω τα πόδια σου να ιδώ... πλην είναι παραμύθια. (39)
+ Δεν ημπορώ, ο Σατανάς αν ήσαι, να σε σφάξω.
+
+ (Εφορμά και πληγόνει τον ΙΑΓΟΝ.)
+
+ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ
+ Α! πάρετέ του το σπαθί!
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Τα αίματά μου τρέχουν,
+ αλλά δεν μ' εθανάτωσε.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Δεν το λυπούμαι· όχι·
+ έχω καλλίτερα να ζης· 'ς την γνώμην την 'δικήν μου
+ ο θάνατος ευτύχημα μου φαίνεται.
+
+ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ
+ Οθέλλε,
+ εσύ, που ήσουν μιαν φοράν τόσον καλός, και τώρα
+ 'ς τα δίκτυα έπεσες ενός κατηραμένου σκύλου,
+ τι περιμένεις να σε 'πή ο κόσμος;
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ό,τι θέλει·
+ και δολοφόνον ας με 'πούν, πλην έντιμον, διότι
+ τα πάντα χάριν της τιμής και όχι από έχθραν (40)
+ τα έκαμα.
+
+ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ
+ Ο άθλιος αυτός μας είπεν, ότι
+ εσυμφωνήσατε μαζή τον φόνον του Κασίου.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ναι.
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Δεν σου έδωκ' αφορμήν ποτέ, ω στρατηγέ μου,
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Και σου ζητώ συγχώρησιν, διότι σε πιστεύω...
+
+ (Προς τον Λοδοβίκον).
+
+ Παρακαλώ, τον δαίμονα ερώτησέ τον τούτον,
+ να παγιδεύση διατί και σώμα και ψυχήν μου;
+
+ΙΑΓΟΣ
+ Μη μ' ερωτήσης τίποτε. Ηξεύρεις ό,τι 'ξεύρεις·
+ διότι απ' εδώ κ' εμπρός δεν θα προφέρω λέξιν.
+
+ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ
+ Τι; ούτε να προσευχηθής;
+
+ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ
+ Το στόμα θα σ' ανοίξουν τα βάσανα.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Καλλίτερα να κάμης όπως λέγεις.
+
+ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ
+ Να σ' εξηγήσω χρεωστώ πώς κάθε τι συνέβη,
+ που δεν τα 'ξεύρεις βέβαια. Αυτό εδώ το γράμμα
+ 'ς του Ροδερίκου του νεκρού το φόρεμα ευρέθη,
+ καθώς κι' αυτό το γράμμα του. Το πρώτον φανερόνει,
+ ότι επήρ' επάνω του τον φόνον του Κασίου
+ ο Ροδερίκος.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Μιαρέ!
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Τι μαύρη προδοσία!
+
+ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ
+ Ιδού και τ' άλλο γράμμα του, παράπονα γεμάτον.
+ Ήτο επάνω του κι' αυτό. Ο Ροδερίκος τούτο
+ εσκόπευεν ως φαίνεται 'ς τον Ιάγον να το στείλη,
+ αλλ' εις το αναμεταξύ επρόκαμεν εκείνος
+ και τον μετέπεισε.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Ω συ, φαρμακερέ κακούργε!
+ Πλην το μαντίλι, Κάσιε, της γυναικός μου ήτο.
+ Πώς έτυχε 'ς τα χέρια σου;
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ 'Σ το σπίτι μου το ηύρα.
+ Και μας το εμαρτύρησεν ο ίδιος προ ολίγου,
+ πως τ' άφησεν επίτηδες εκεί διά σκοπούς του,
+ και ότι του επέτυχε καθώς επεθυμούσε.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Μωρός εγώ! Μωρός, μωρός!
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Και εις το ίδιον γράμμα
+ 'ς τον Ιάγον με παράπονον ο Ροδερίκος γράφει,
+ πως να τον βάλη 'ς την φρουράν μαζή μου να μαλώση
+ τότε που έγειν' αφορμή να χάσω τον βαθμόν μου.
+ Κ' ενώ τον ενομίζαμεν νεκρόν τον Ροδερίκον,
+ πριν ξεψυχήση 'μίλησε: τον έβαλεν ο Ιάγος
+ να με σκοτώση, και αυτόν τον 'σκότωσεν ο Ιάγος.
+
+ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ (προς τον Οθέλλον.)
+ Πρέπει να φύγης απ' εδώ και να μας συνοδεύσης.
+ Σου αφαιρείται η αρχή και το αξίωμά σου,
+ και εις την Κύπρον 'ς το εξής ο Κάσιος ορίζει.
+ Ως προς τον άνομον αυτόν, ό,τ' η σκληρότης 'ξεύρει
+ ό,τ' ημπορεί πλειότερον να καταβασανίζη
+ και ζωντανόν να τον κρατή, θα έχη να το πάθη.
+
+ (Προς τον Οθέλλον.)
+
+ Θα μείνης εις τα σίδερα φυλακισμένος, έως
+ το έγκλημά σου να κριθή από την εξουσίαν
+ της Βενετίας. Πήγαινε. — Σεις οδηγήσατέ τον.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Σιγά. Προτού να φύγετε θέλω να' πώ δυο λέξεις.
+ Κάπως εδούλευσα εγώ το Κράτος, και το 'ξεύρει.
+ Ας ήναι. — Σας παρακαλώ, 'ς τα γράμματά σας τώρα,
+ που θ' αναφέρετε αυτά τα θλιβερά συμβάντα,
+ περί εμού παρακαλώ να γράψετε ως είμαι·
+ μη τίποτε μικραίνετε, αλλά και εις κακίαν
+ μη τίποτ' αποδώσετε. Να γράψετε δι' ένα
+ οπού ηγάπησε πολύ, αν όχι και με γνώσιν
+ δι' ένα, οπού εύκολα δεν 'ζήλευεν, αλλ' όμως
+ αφού ν' ανάψη έτυχεν, επήγεν ως την άκρην
+ δι' ένα, που 'τυφλώθηκε και 'σάν τον Ιουδαίον
+ επέταξ' απ' το χέρι του ένα μαργαριτάρι,
+ που ήξιζε πλειότερον απ' όλην την φυλήν του· (41)
+ δι' ένα, που τα 'μάτια του πεσμέν' από την λύπην,
+ αν ίσως κι' ασυνείθιστα ως τώρα να βουρκόνουν,
+ σταλάζουν δάκρυα πικρά, καθώς της Αραβίας
+ το δένδρον στάζει τον χυμόν, που ταις πληγαίς ιατρεύει.
+ Αυτά να γράψετε, αυτά. Και να ειπήτ' ακόμη,
+ ότι οπόταν μιαν φοράν εις το Χαλέπι μέσα
+ μου έτυχ' ένας άπιστος σαρικωμένος Τούρκος,
+ κ' εκτύπησ' ένα Βενετόν κ' επρόσβαλε το Κράτος,
+ απ' τον λαιμόν τον ήρπασα τον βρωμισμένον σκύλον
+ κ' ιδού πώς τον 'μαχαίρωσα.
+
+ (Αυτοχειριάζεται).
+
+ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ
+ Ημέρα των αιμάτων!
+
+ΓΡΑΤΙΑΝΟΣ
+ Χαμένοι λόγοι ό,τι 'πή κανείς.
+
+ΟΘΕΛΛΟΣ
+ Πριν σε σκοτώσω,
+ σ' εφίλησα, γυναίκα μου. Θα σε ξαναφιλήσω,
+ κ' επάνω εις τα χείλη σου κ' εγώ ας ξεψυχήσω.
+
+ (Αποθνήσκει επί της κλίνης).
+
+ΚΑΣΙΟΣ
+ Αυτό το επερίμενα. Αλλ' όμως εθαρρούσα
+ πως ήτον άοπλος. Καρδιάν, καρδιάν μεγάλην είχε!
+
+ΛΟΔΟΒΙΚΟΣ (προς τον Ιάγον).
+ Ω σκύλε ασυνείδητε! Ανήμερον θηρίον, (42)
+ χειρότερον κι' από φωτιάν και θάλασσαν και πείναν!
+ Ιδέ αυτού του κρεββατιού το τραγικόν φορτίον.
+ Είναι τα έργα σου αυτά! Τα 'μάτια φαρμακεύει
+ η θέα. Ας την κρύψωμεν. —
+
+ (Σύρονται τα παραπετάσματα της κλίνης).
+
+ Και τώρα, Γρατιάνε,
+ κλείσε το σπίτι. Φύλαξε τα πράγματα του Μαύρου
+ και την περιουσίαν του, διότι σου ανήκουν. —
+ Και εις εσέ, διοικητά, να τιμωρήσης μένει
+ αυτόν τον καταχθόνιον. Την ώραν να ορίσης,
+ το μέρος, και τα βάσανα· φρικτά να του τα κάμης!
+ Κ' εγώ ευθύς αναχωρώ, 'ς το Κράτος ν' αναφέρω
+ το πράγμα τούτο το βαρύ με την βαρειάν καρδιάν μου.
+
+ (Απέρχονται).
+
+
+
+
+ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
+
+
+
+(1) Η τραγωδία του _Οθέλλου_, εδημοσιεύθη το πρώτον κατά το 1622
+μ.Χ., αλλά κατά τας εικασίας των νεωτέρων σχολιαστών εγράφη περί το
+1602 ή το 1604. Τινές θεωρούσι αυτήν κατά τινα έτη μεταγενεστέραν.
+Όπως δήποτε εγράφη δέκα τουλάχιστον έτη μετά την τραγωδίαν «του
+Ρωμαίου και της Ιουλιέτας,» ο εστί κατά την ακμήν της ποιητικής του
+Σαικσπείρου ενεργείας· θεωρείται δε δικαίως ως έν των
+αριστουργημάτων του Άγγλου ποιητού. «Εξ απάντων αυτού των δραμάτων,
+ως λέγει ο Γερβίνος, ουδέν τοσούτον εξεγείρει το ενδιαφέρον του
+αναγνώστου ή του θεατού, όσον ο Οθέλλος· τούτο δε, διότι η μεν
+πλοκή δεν είναι ουδαμώς περιπεπλεγμένη, η δ' έννοια είναι απλή και
+η πράξις περιστρέφεται περί έν και μόνον μέγα πάθος, ούτινος την
+αρχήν, την ανάπτυξιν, και τας περιπετείας ακολουθούμεν άνευ
+διακοπής, καθ' όλην αυτού την διάρκειαν.»
+
+Και ταύτης δε της τραγωδίας η υπόθεσις ελήφθη εξ ιταλικής πηγής, εκ
+των εκατομμύθων, (Hekatomithi) του Giraldi Cinthio. Επειδή δε
+ουδεμία Αγγλική μετάφρασις του Ιταλού τούτου μυθογράφου περιεσώθη,
+εικάζεται, ότι ο Σαικσπείρος ανέγνωσε αυτόν εν πρωτοτύπω. Αλλά και
+εξ ετέρων τεκμηρίων εξάγουσί τινες το συμπέρασμα, ότι κατείχεν ο
+μέγας δραματουργός την γνώσιν της Ιταλικής.
+
+(2) Αι πρώται του Οθέλλου εκδόσεις φέρουσι το πρώτον της τραγωδίας
+ημιστίχιον ως εξής: «Never tell me.» Εις τας μετά ταύτα εκδόσεις
+προσετέθη η λέξις Tush, και ούτω τινές των νεωτέρων εκδόσεων
+φέρουσι: Tush, never tell me. Τούτο ο πρώτος Γάλλος μεταφραστής
+Letourmeur εξήγησε: ne m' en parlez jammais. Μετ' αυτόν δε ο F.V.
+Hugo (ως και ο Alfred de Vigny εις την έμμετρον αυτού μετάφρασιν),
+εξήγησαν κατά τον αυτόν τρόπον το χωρίον τούτο. Ούτω και ο Γερμανός
+μεταφραστής («Sag' mir nur nichts») και οι Ιταλοί Leoni και
+Valetta, την αυτήν σημασίαν έδωκαν εις τας πρώτας ταύτας του
+Ροδερίκου λέξεις. Αλλ' αι τρεις αύται λέξεις επιδέχονται και
+διάφορον εξήγησιν, παραφραζόμεναι Αγγλιστί ως εξής: «never to have
+told me.» Τούτο ήθελον εκφράσει οι Γάλλοι γράφοντες parler εν
+απαρεμφάτω αντί της προστακτικής: Ne m' en parler jammais! όπερ
+έχει πάντη αλλοίαν έννοιαν του «ne m'en parlez jammais.
+
+Εθεώρησα αναγκαίαν την επεξήγησιν ταύτην προς διεκδίκησιν της
+μεταφράσεώς μου απέναντι των προτιθεμένων να παραβάλωσι αυτήν προς
+ετέρας μεταφράσεις, όπως πείσω αυτούς, ότι δεν προέβην άνευ κόπου
+και μελέτης εις την εξελλήνισιν των δυσκόλων του ποιητού χωρίων.
+Αλλά δεν επαγγέλομαι, ότι επέτυχον πάντοτε και παντού εις την
+κατάληψιν αυτών. Η δε δυσκολία περί την μεθερμήνευσιν των τριών
+τούτων μονοσυλλάβων λέξεων, έστω ελάχιστον δείγμα των δυσκολιών,
+προς ας ο μεταφραστής έχει να παλαίση, προς δε και δικαιολόγησίς
+του, αν πού κατεβλήθη υπ' αυτών. Άλλως τε εις την μετάφρασιν των
+τριών τούτων τραγωδιών η προσπάθειά μου ήτο, να μεταφράσω ακριβώς
+την έννοιαν του κειμένου, αλλ' αποκαθιστών αυτό καταληπτόν εις τον
+Έλληνα αναγνώστην. Ίσως δε χάριν του δευτέρου, διεκινδύνευσεν εστίν
+ότε του πρώτου η επίτευξις. Αλλά περί τούτου άλλοι θα κρίνωσι.
+
+(3) Ως προς την συγκάλυψιν ή μετρίασιν των βωμολοχιών του Αγγλικού
+κειμένου, παραπέμπω τον αναγνώστην εις την σημείωσιν (4) της
+προλαβούσης τραγωδίας.
+
+(4) Οι Τούρκοι κατέκτησαν την Κύπρον από των Βενετών το 1571 μ.Χ,
+ήτοι 30 περίπου έτη προ της εποχής, καθ' ην ο Σαικσπείρος έγραφε τον
+Οθέλλον. Ώστε κατά την παιδικήν αυτού ηλικίαν ήκουσε βεβαίως ο
+ποιητής αντηχούσαν εν Αγγλία την φήμην της αλώσεως της χριστιανικής
+εκείνης νήσου.
+
+(5) Sagitary Αγγλιστί. Κατά τους σχολιαστάς τούτο ήτο παράρτημα του
+εν Βενετία ναυστάθμου, χρησιμεύον ως κατάλυμα αξιωματικών. Επί της
+θύρας δ' αυτού υπήρχε ξόανον τοξότου. Ένθεν η ονομασία του
+οικοδομήματος. Ίσως το «Ναυαρχείον» ευλόγως θεωρηθή ως ελευθέρα
+μάλλον της λέξεως μετάφρασις.
+
+(6) Επί Σαικσπείρου η μαγεία ήτο έγκλημα τιμωρούμενον υπό του νόμου.
+Μετά την πρώτην έτι παράστασιν του Οθέλλου, ο της Αγγλίας βασιλεύς
+Ιάκωβος Α' εξέδοτο νομοθέτημα, καθ' ο οι αναδεικνυόμενοι ένοχοι
+χρήσεως φίλτρων ή μαγείας προς έμπνευσιν έρωτος παρανόμου,
+ετιμωρούντο κατά πρώτον διά φυλακίσεως. Η δ' επανάληψις του
+εγκλήματος ηδύνατο να επιφέρη εις τον ένοχον και θανάτου ποινήν.
+Ώστε, η κατηγορία του Βραβαντίου είχεν ως προς τους πρώτους της
+τραγωδίας θεατάς σημασίαν, την οποίαν την σήμερον δεν
+καταλαμβάνομεν. Και εν Βενετία δε ο νόμος προέβλεπε και ετιμώρει
+την χρήσιν φίλτρων ερωτικών, «maleficii amatorii».
+
+(7) Ο Δόγης και οι γερουσιασταί δεν ηδύναντο να λησμονήσωσιν, ότι η
+Ρόδος ήτον ήδη Τουρκική, καθ' ην εποχήν εκινδύνευον οι Βενετοί ν'
+απολέσωσι την Κύπρον. Η Ρόδος ηλώθη τω 1522 μ.Χ. υπό των Τούρκων.
+Έκτοτε δε οι μεν ιππόται εγκατέστησαν εν Μελίτη, οι δε Τούρκοι
+ανενοχλήτως κυριεύουσιν αυτής. Τοιούτου είδους λάθη δεν είναι
+δύσκολον ν' ανεύρη τις εις τα έργα του Σαικσπείρου. Αλλά το
+προτέρημα αυτών δεν είναι η ιστορική ακρίβεια, όσον η ζωή, την
+οποίαν ανευρίσκει τις εις παν ό,τι η δημιουργός φαντασία του
+μεγάλου ποιητού εκυοφόρησε. Τις αναγινώσκων τον Οθέλλον δεν
+φαντάζεται, ότι θα ανεύρη εν Κύπρω τα ίχνη της διαβάσεως αυτού, και
+την παράδοσιν της τραγικής της Δυσδαιμόνας ιστορίας;
+
+(8) «Μarcus Luccicos, κατά τας πρώτας του κειμένου εκδόσεις. Το
+όνομα τούτο εκδόται τινές ηθέλησαν να μεταβάλωσιν εις Μarcus
+Luchese, επί λόγω, ότι η κατάληξις icos δεν είναι Ιταλική. Αλλά τις
+άραγε είναι ο υπό του Δόγη ζητούμενος; Κατά πάσαν πιθανότητα Έλλην
+τις εκ Κύπρου οπλαρχηγός (Estradiote), δυνάμενος, καθ' ό εντόπιος,
+να δώση χρησίμους περί των της νήσου πληροφορίας. Είναι δ'
+επάναγκες μήπως να φέρη Ιταλικόν ο Έλλην όνομα; Και δεν συντελεί η
+κατάληξις αυτή του ονόματος προς μεθερμήνευσιν του αληθούς του
+ποιητού διανοήματος, κατά την προκειμένην περίστασιν;» Ταύτα
+επιφέρει Άγγλος σχολιαστής περί του Μάρκου Λουκίκου, ή μάλλον ίσως
+Λουτσίκου.
+
+(9) Περιγραφαί τοιούτων τεράτων απαντώνται εις τας αφηγήσεις των
+περιηγητών της εποχής εκείνης. Ιδίως αναφέρουσιν οι σχολιασταί, ως
+πηγήν των περί τούτου του κεφαλαίου γνώσεων του Σαικσπείρου, την
+κατά το 1595 δημοσιευθείσαν υπό του Sir W. Raleigh περιήγησιν εις
+Γουιάναν, εν η αναφέρονται και περιγράφονται ανθρωποφάγοι, αμαζόνες
+και ακέφαλοι άνθρωποι. Ώστε του Οθέλλου η αφήγησις δεν εθεωρείτο ως
+πάντη μυθώδης υπό των συγχρόνων του ποιητού, μολονότι ο δύσπιστος
+Ιάγος έχει τας αμφιβολίας του και αποκαλεί βραδύτερον «παραμύθια»
+τας διηγήσεις του ταύτας.
+
+(10) Παραθέτω και ενταύθα περιεργείας χάριν την εις αρχαίαν
+Ελληνικήν έμμετρον του χωρίου τούτου μετάφρασιν, ποιηθείσαν μεν υπό
+του Άγγλου W. Barham, βραβευθείσαν δε εν τω του έτους 1824
+διαγωνισμώ, εν τω Πανεπιστημίω της Κανταβριγίας. (Ίδε Greek and
+Latin Prize Poems of the University of Cambridge from 1814 to
+1837).
+
+0ΘΕΛΛΩΝ. ΤΑΓΟΣ ΕΝΕΤΩΝ.
+
+Οθ. Εν τώδε δ' , ώσπερ και θεοίς αεί λέγω
+ όσ', ιμέρου πλάναισιν, εξαμαρτάνω,
+ ούτω τα τούδ' έρωτος, ως κόρη τ' εμού
+ εμοί τ' εκείνης ήλθε, πάνθ' υμίν φράσω.
+
+ΤΑΓ. μάλιστ', Όθελλον, ειπέ ταύθ' όπως έχει.
+
+Οθ. εμοί πατήρ ο της δ' ετύγχανεν φίλος
+ γεγώς· καλεί δε πολλάκις προς δώματα,
+ και του βίου με ξυμφοράς ανιστορεί,
+ μάχας θ', όσων μετέσχον, αστέων τ' αεί
+ χρήζων ακούειν δυσμενείς προσεδρίας.
+ Άπαντα δ' αυτώ τον λόγον διέρχομαι,
+ και παιδός, ως ην, μέχρι της τόθ' ημέρας.
+ Ενταύθα δ' ηύδων τλημονεστάτας τύχας,
+ και πήματ' οικτρά, ναυσί καπί γης πέδου·
+ χώπως επ' άτης εσχάτοισι σώζομαι
+ όροισι, τειχέων θανασίμοις εν εισβολαίς·
+ χώπως υπ' ανδρών πολεμίων αλίσκομαι,
+ βίον τ' έχω δούλειον· είτ' ελεύθερος
+ πολλήν θάλασσαν γην τ' εποίχομαι πλάνης.
+ κανταύθ', (οράτε μηχανάς) λέγειν παρήν
+ μέγιστα τ' άντρα, καβάτους ερημίας,
+ κρημνούς, πέτρας τε, καξισούμεν' ουρανώ
+ ορέων κάρηνα· και τον ωμηστήν λεών,
+ ανθρωποφάγους, δάπτοντας αλλήλων κρέα,
+ και τους υπ' ώμοις τον πελώριον βρωτούς
+ κράτ' αυξάνοντας. Ταύτ' άρ' εξηγουμένου
+ κράτ' ην πρόθυμος Δεσδεμώνη μου κλύειν.
+ ου μην τα γ' οίκου των δε λιμπάνει χάριν,
+ αεί δε, πορσύνασα κείν' όσον τάχος,
+ πάλιν στραφείσ' άπληστον ους παρείχε μοι.
+ α 'γώ νοήσας, καιρίαν αυτήν ποτε
+ λαβών, πόρον τιν' εύρον άψασθαι φρενών,
+ ώστ' εκ προθύμου καρδίας μ' αιτείν κόρην
+ τέλειον ειπείν της εμής πλάνης λόγον,
+ ης ην εκείνη βραχέα μεν πεπυσμένη,
+ αλλ' ουκ ακριβώς, γ', ώσθ' άπασαν ειδέναι.
+ Καγώ μεν ουν επήνεσ', η δε πολλάκις
+ τέγγει κλύουσα δακρύοις παρηίδα,
+ εμού τι σημαίνοντος ων νέος πότ' ων
+ εδυστύχησα. Πάντα δ' ως ειρημέν' ην,
+ μισθόν δίδωσι μυρία στενάγματα·
+ ως ταύτ' αληθώς, φήσι, θαύματος πλέα,
+ ως δ' οίκτρ' έλεξας, και ποθείν' οδύρμασιν.
+ και μην πεπύσθαι μηδέν ηύχετ', αλλ' όμως
+ ίσον λαβείν θεών ηύχετ' άνδρα· και χάριν
+ τώνδ' έσχεν· είπε δ' , είτιν' οίδα που φίλον
+ αυτής ερώντα, τονδ', άπερ καγώ, λέγειν
+ πάντ' εκδιδάξαι, τάλλα δ' ην πεπεισμένα.
+ Προς ταύτα, τάμ' εξείπον· ηράσθη δε πως
+ εμού μεν αύτη, των δ' έκατι συμφορών,
+ κείνης δ' ανήρ όδ', οίκτον ως είδον φρενών·
+ τοιοίς δ' έγωγε φαρμάκοις εχρησάμην·
+ αύτη δ' ελέγξουσ' ήδε ταύτ' εγγύς γυνή.
+
+(11) Ο Σαικσπείρος δεν ορίζει εις οποίαν της Κύπρου πόλιν
+διαδραματίζονται τα συμβεβηκότα των τεσσάρων τελευταίων πράξεων του
+Οθέλλου. Πιθανώς αι γνώσεις αυτού ως προς την γεωγραφίαν της νήσου
+περιωρίζοντο εις μόνον το όνομα αυτής. Αλλά τι προς τούτο; Μη διά
+λεπτομερεστέρας γεωγραφικής ακριβείας ηδύνατο να εμφυσήση πλειοτέραν
+εις το προϊόν της γονίμου φαντασίας αυτού ζωήν; Ή, εάν έθετε την
+σκηνήν εν Αμμοχώστω αντί αορίστως εν Κύπρω, ήθελε πλειότερον διά
+τούτου συγκινήσει τους αναγνώστας ή τους θεατάς, οίτινες επί δύο ήδη
+εκατονταετηρίδας και ημίσειαν εδάκρυσαν και δακρύουσιν επί της
+σκληράς μοίρας της εναρέτου Δυσδαιμόνας;
+
+(12) Η ουρά του σολομού είχε πολλήν παρά τοις γαστριμάργοις
+υπόληψιν. Κατά τον Pope, η σημασία του αρχαίου τούτου Αγγλικού
+ρητού είναι, ότι ο φρόνιμος προκρίνει πρωτοκαθεδρίαν εν ταπεινώ
+κοινωνικώ κύκλω, ή την δευτέραν θέσιν εν υψηλοτέρα περιωπή.
+
+(13) Ιδού τι περί του διαλόγου τούτου λέγει ο Ιταλός μεταφραστής Μ.
+Leoni. «Μολονότι η καταφορά αύτη του Ιάγου κατά του ωραίου φύλου
+φαίνεται κατά πρώτην έποψιν απρεπής και άκαιρος, ανάγκη όμως να
+ομολογήσωμεν, ότι διαφαίνεται καθ' όλον τον διάλογον τούτον πολλή
+τέχνη δραματική. Εν πρώτοις, αντί να θέση εις το στόμα της
+Δυσδαιμόνας κοινάς εκφράσεις θλίψεως και οδυρμούς επί της κινδύνοις
+του θαλασσοπορούντος Οθέλλου, παριστά αυτήν ο ποιητής ως
+προσπαθούσαν να διασκεδάση την ανησυχίαν και την ανυπομονησίαν και
+να υποκρύψη την αδημονίαν αυτής. Και ερωτά ούτω τον Ιάγον τι περί
+γυναικών φρονεί. Ο δε Ιάγος αποκρίνεται μετά παρρησίας δήθεν και
+ειλικρινείας, επί σκοπώ να εξαπατήση την Δυσδαιμόναν και τον Κάσιον
+ως προς το ύπουλον του δολίου αυτού χαρακτήρος. Προσλαμβάνει λοιπόν
+ύφος στρατιωτικόν δήθεν και εκφράζεται μετά πάσης αυθαδείας, ωσεί
+μη δυνάμενος να υποκριθή λέγων άλλα ή όσα ενδομύχως σκέπτεται. Οι
+πρώτοι κατά της Αιμιλίας υπαινιγμοί είναι προοίμιον των γενικωτέρων
+κατά του ωραίου φύλου προσβλητικών αυτού εκφράσεων. Φαίνεται ωσεί
+αποστρεφόμενος παν ό,τι επαινετικόν, και προκειμένου περί εκφράσεως
+της ιδίας αυτού γνώμης αρνείται ευθύς εξ υπαρχής πάσαν αρετήν εις
+τας γυναίκας. Ούτω δε και ο Κάσιος αυτός εξαπατάται ως προς τον
+χαρακτήρα του Ιάγου. Η δε Δυσδαιμόνα, όσω ενάρετος και αν υποτεθή,
+είναι όμως γυνή. Καίτοι ανήσυχος ως εκ της μη αφίξεως του συζύγου
+αυτής, δεν δύναται να περιστείλη την φυσικήν αυτής επιθυμίαν του ν'
+ακούση την περιγραφήν αυτής, έστω και εκ χειλέων τοιούτων
+γενομένην, επί τη ελπίδι, ότι θ' ακούση ίσως εαυτήν υπερυψουμένην.
+Αλλ' εξαπατηθείσα δεν απελπίζεται, και επιμένει ζητούσα τουλάχιστον
+εγκώμιόν τι υπέρ της αρετής. Και παρεκτός δε τούτων πάντων, δεν
+είναι ουδαμώς άτεχνος η αναβολή της επί της σκηνής παρουσιάσεως του
+Οθέλλου. Ούτως η προσδοκία της εμφανίσεως αυτού υπεκκαίεται,
+δίδεται δε μεγαλειτέρα εις την άφιξιν αυτού επισημότης.» Ταύτα μεν
+ο Ιταλός. Ως προς δε το κυνικόν του Ιάγου συμπέρασμα (to suckle
+fools and chronicle small beer), αγνοώ κατά πόσον πολλοί των
+Σαικσπειριστών θα παραδεχθώσι την παράφρασίν μου.
+
+(14) Την αυτήν ιδέαν εκφράζει και ο Κορνάρος εν τω Ερωτοκρίτω.
+
+ Γροικήσετε του Έρωτος θαυμάσματα που κάνει,
+ εισέ θανάτους εκατόν τους αγαπούν τους βάνει.....
+ Κάνει τον ακριβό 'φθηνό, τον άσχημο ερωτάρη,
+ και κάνει τον ανήμπορον άνδρα και παλλικάρι,
+ τον φοβιτσιάρην άφοβον, πρόθυμον τον οκνιάρη,
+ κάνει και τον ακάτεχον να ξεύρη κάθε χάρι.
+
+(15) If this poor trash of Venice whom I trash κ.τ.λ. Την σημασίαν
+των κυνηγετικών τούτων όρων ο αναγνώστης δύναται να ίδη εις τας
+σημειώσεις των Αγγλικών εκδόσεων. Και ενταύθα, ως και εις έτερα τινα
+τοιαύτα χωρία επροσπάθησα μόνον να διατηρήσω, το κατά δύναμιν, την
+εικόνα του Άγγλου ποιητού, καίτοι μη ευρίσκων όρους ακριβώς
+αντιστοιχούντας προς τους του κειμένου.
+
+(16) Τα άσματα, άτινα ο Σαικσπείρος παρενθέτει συχνάκις εις τα
+δράματα αυτού, δεν είναι πάντοτε ίδια αυτού ποιήματα, αλλά δημοτικά
+στιχουργήματα, γνωστά ήδη εις τους ακροατάς, χάριν των οποίων έγραφε
+τα δράματά του εκείνα. Αι δύο στροφαί, την ετέραν μόνον των οποίων
+μετέφρασα ενταύθα, ελήφθησαν εκ τοιούτου ποιήματος, περισωθέντος υπό
+του Percy εν τη συλλογή αυτού: Relics of ancient English Poetry.
+Ούτω και το άσμα της Δυσδαιμόνης εν τη τελευταία σκηνή της Δης
+πράξεως.
+
+(17) Συνειθίζεται εισέτι, κατ' Άγγλον σχολιαστήν, είς τινας των
+αρκτικών της Αγγλίας επαρχιών κατά τας νυκτερινάς συναυλίας (waits),
+αφού οι μουσικοί παιανίσωσι, ν' ανακράζωσι «Καλή ημέρα κύριε ή κυρία
+δείνα.» Εις δε το επιφώνημα τούτο προσθέτουσι και την ώραν, και
+οποίος είναι ο καιρός. Φαίνεται, ότι και έκτοτε επεκράτει η συνήθεια
+αύτη εις την πατρίδα του ποιητού. Μετεχειρίζοντο δε τότε εις τας
+τοιαύτας συναυλίας αυλούς (hautboys), όργανα άτινα «φυσούν αέρα.»
+
+(18) Ενταύθα γίνεται λογοπαίγνιον επί των λέξεων tale και tail, μη
+μεταφράσιμον και τούτο.
+
+(19) which doth make
+ the meat it feeds on.
+
+Ότι ο ζηλότυπος εφευρίσκει αφορμάς προς ζηλοτυπίαν.
+
+(20) «Οι συλλογισμοί ούτοι του Ιάγου είναι άξιοι παρατηρήσεως. Το
+ψεύδος και ο δόλος όσω και αν κατά το φαινόμενον παράσχωσιν ωφέλειαν
+επί τινα καιρόν, επί τέλους αντί να προάξωσι παρεμποδίζουσι την
+ευτυχίαν του προσφεύγοντος εις ταύτα. Αυτοί οι εκ του ψεύδους
+ωφελούμενοι δυσπιστούσι προς τον ψευδόμενον, το δε ψεύδος
+καταστρέφει την εμπιστοσύνην και ότε είναι τούτο αγάπης απόρροια
+και απόδειξις. Τούτο δ' εφαρμόζεται εν μέρει και επί συνοικεσίων
+αναρμόστων, άτινα γίνονται εξ απερισκέπτου γενναιοφροσύνης. Αφού
+παρέλθη η πρώτη του έρωτος ορμή, επέρχεται η υποψία. Αι δε
+ορμητικαί εκείναι ροπαί, αφ' ων το πρώτον επήγασε σφάλμα, φέρουσιν
+εις νέα λάθη, και οι δείξαντες ότι δεν έχουσι την απαιτουμένην
+φρόνησιν προς χαλίνωσιν των παθών αυτών θα υποπέσωσιν εις την
+κατηγορίαν, ότι δεν έχουσι και την απαιτουμένην αρετήν, όπως
+νικήσωσι τα πάθη ταύτα. » Johnson.
+
+(21) Eνταύθα η παρομοίωσις του κειμένου βασίζεται επί εκφράσεων και
+όρων αναγομένων εις την ιερακοτροφίαν. Η ακριβολογία περί την
+μετάφρασιν του χωρίου τούτου, δεν ήθελε βοηθήσει τον Έλληνα
+αναγνώστην προς κατάληψιν της ιδέας του ποιητού, όστις συχνάκις
+ποιείται χρήσιν τοιούτων εικόνων. Ούτω και η Ιουλιέτα ήθελε να έχη
+την φωνήν του ιερακοτρόφου, όπως προσκαλέση οπίσω τον ωραίον αυτής
+ιέρακα. Και οι ημέτεροι δε ποιηταί, οι γράψαντες καθ' ην εποχήν η
+διά των ιεράκων θήρα ήτο εν χρήσει, συχνάκις αναφέρουσι τους
+ιέρακας εις τα στιχουργήματα αυτών. Ούτως ο Ερωτόκριτος εξέρχεται
+
+ κάθε αυγή και κάθ' αργά 'ς τ' άλογο καβαλλάρης,
+ και με γεράκια και σκυλιά, σαν νάτον κυνηγάρης.
+
+Και εν τη Βυζαντινή δ' εποποιία του Διγενούς Ακρίτα, τη εσχάτως εν
+Παρισίοις υπό των κ. κ. Σάθα και Legrand δημοσιευθείση, ο πενθερός
+του Ακρίτα τω προσφέρει μεταξύ άλλων δώρων και «ιέρακας καν δώδεκα
+μουτάτους.» (στ : 1,395). Άλλως τε εις τους Βυζαντινούς οφείλεται
+και τούτο το συμπλήρωμα του μεσαιωνικού της Δύσεως πολιτισμού. Ο
+Jean de Francières ο κατά τον 15ον αιώνα πρώτος γράψας γαλλιστί
+συστηματικόν ιερακοσόφιον, ομολογεί εν προοιμίω, ότι συνέγραψε
+τούτο επί τη βάσει του Ελληνικού ιερακοσοφίου του Αγαπητού
+Κασσιανού. Ο Ρόδιος ούτος διετέλεσε ιερακοτρόφος των μεγάλων
+Μαγίστρων του εν τη πατρίδι αυτού άρχοντος τότε τάγματος των
+ιπποτών του Αγίου Ιωάννου. (Ίδε Σάθα, Νεοελληνικήν φιλολογίαν, σελ:
+109.) Δεν είναι δε, ως φαίνεται, ο Κασσιανός ο μόνος συγγραφεύς
+ιερακοσοφίων Έλλην. Παρά του Κου Σάθα πληροφορούμαι, ότι διεσώθησαν
+πολλά χειρόγραφα Βυζαντινών τοιούτων ιερακοσοφίων, άτινα ούτε
+εδημοσιεύθησαν, ούτε εξητάσθησαν μέχρις ώρας.
+
+(22) Πολλά εγράφησαν περί του χρώματος του Οθέλλου. Το επίθετον
+χειλάς (thick-lips), διά του οποίου χαρακτηρίζει αυτόν ο Ροδερίκος,
+ενισχύει προ πάντων τους θέλοντας να παραστήσωσι αυτόν ως καθ' εαυτό
+Αιθίοπα. Εξ άλλου, η λέξις Μoor, Μαύρος, ισοδύναμος προς το Άραψ ή
+Μαυριτανός, υποβοηθεί τους διεκδικούντας την καλαισθησίαν της
+Δυσδαιμόνας και μη ανεχομένους, ότι ο τοσούτον εις εκείνην εμπνεύσας
+έρωτα ηδύνατο να έχη γνησίαν Αιθίοπος μορφήν. Μεταξύ των τελευταίων
+τούτων συγκαταριθμείται ο Γάλλος μεταφραστής Francois Victor Hugo,
+όστις ανακράζει μετ' αγανακτήσεως:
+
+ «Όχι! Ό,τι και αν λέγωσιν οι επικριταί εν
+ »Γερμανία και εν Αμερική, δεν ήτο Αιθίοψ ο εραστής της
+ »θυγατρός των Δογών. Επί της ευγενούς του Οθέλλου όψεως
+ »ο Σαικσπείρος επέρριψε το χρώμα της δείλης, ουχί το της
+ »νυκτός!»
+
+(23) Η έλλειψις ιδίας λέξεως εν τη κοινή (ή η άγνοιά μου λέξεως
+τοιαύτης) προς διάκρισιν του φρύνου από του βατράχου, έστω η
+δικαιολόγησίς μου δια την ληφθείσαν ενταύθα ελευθερίαν, του να
+μεταβάλω εις σαύραν τον φρύνον.
+
+(24) Το όνομά μου. Αι πλείσται των νεωτέρων εκδόσεων (λέγει Άγγλος
+σχολιαστής) φέρουσι: το όνομά της: her name. Αλλ' η τοιαύτη του
+κειμένου γραφή αντίκειται εις την αληθή του χαρακτήρος του Οθέλλου
+αντίληψιν. Το αίσθημα της _τιμής_ τω αποκαθιστά αφόρητον την
+υποψίαν, ότι η σύζυγος αυτού είναι ένοχος. Ουχί της Δυσδαιμόνας το
+όνομα, αλλά το ιδικόν του αμαυρούται και εξευτελίζεται. Το αίσθημα
+τούτο, πρώτον ήδη ενταύθα υποδεικνύμενον, επικρατεί μέχρι τέλους,
+ότε αληθώς λέγει, ότι ουδέν έπραξεν εκ μίσους αλλά τα πάντα υπέρ
+της τιμής.
+
+ For nought I did in hate, but all in honour.
+
+Αναλογιζόμενος ότι το άσπιλον αυτoύ όνομα εμολύνθη, παραφέρεται υπό
+ακρατήτου μανίας. Εζήτει απόδειξιν. Ότε δε πείθεται, ότι ητιμάσθη,
+γίνεται άλλος εξ άλλου..
+
+ If there be cords, or knives,
+ poison, or fire, or suffocating streams,
+ I' ll not endure it.
+
+(25) Ατυχής και αύτη απόπειρα προς διατήρησιν του ύφους του
+κειμένου, όπου ο διάλογος βασίζεται επί σειράς λογοπαιγνίων επί της
+λέξεως lies; he lies= μένει, κατοικεί. Lies = ψεύδη και he lies
+πάλιν = ψεύδεται.
+
+(26) Το αποστάζον εκ των μωμιών εκχύλισμα εθεωρείτο ως φάρμακον κατά
+της επιληψίας. Καίτοι απωλέσαν την φήμην της τοιαύτης ιδιότητος, το
+μυθολογικον τούτο υγρόν, λέγει Άγγλος σχολιαστής, πωλείται όμως
+εισέτι είς τινα φαρμακεία, οι δε ζωγράφοι εκτιμώσιν αυτό προς
+χρωματισμόν σκιών.
+
+(27) Ούτω και το δημοτικόν δίστιχον:
+
+ «Εσείς οι νέοι τόχετε, το δένδρον ν' αγαπάτε,
+ κι' απόντες φάτε τον καρπόν, το δένδρον λησμονάτε.»
+ (Passow. Disticha Νο 321.)
+
+(28) Ούτω και εν Ερωτοκρίτω (σελ: 241).
+
+ «Αν και βαρής 'ς την χέρα σου τόνα δαχτύλι μόνον,
+ γροικάς εις όλον το κορμί το βάρος και τον πόνον.»
+
+(29) Κατ' αρχαίαν Αγγλικήν πρόληψιν, οι κόρακες περιίπταντο άνωθι
+των οικιών, ένθα μόλυσμά τι υπήρχε.
+
+(30) «Το επιφώνημα τούτο του Οθέλλου μαρτυρεί την δραματικήν του
+Σαικσπείρου τέχνην. Ότε πρώτον ο Ιάγος (εν σκηνή Γ' της τρίτης
+πράξεως) προσπαθεί να εξάψη την ζηλοτυπίαν του Οθέλλου, ούτος δε
+ζητεί αποδείξεις, ο Ιάγος αποκρίνεται, ότι είναι δύσκολον να τω φέρη
+απόδειξιν οίαν ζητεί, και αν έτι οι δύο ερωμένοι ήσαν
+
+«Ωσάν τους τράγους βιαστικοί, ζεστοί 'σάν τους πιθήκους.»
+
+Αι λέξεις εκείναι αντηχούσιν έτι εις τα ώτα του Οθέλλου, όστις
+πεπεισμένος ήδη περί της απιστίας της συζύγου αυτού, απέρχεται άλλος
+εξ άλλου, εκφωνών τας λέξεις ταύτας ωσεί έλεγε: Είχε δίκαιον ο
+Ιάγος· το βλέπω τώρα, ότι είναι ωσάν πίθηκοι και τράγοι!» Malone.
+
+(31) Η Αιμιλία έχει, ως φαίνεται, την κακήν του ωτακουστείν
+συνήθειαν. Άλλως θα ηγνόει οποίας λέξεις απηύθυνε προς την ατυχή
+αυτού σύζυγον ο Οθέλλος.
+
+(32) Εις τας Αγγλικάς εκδόσεις δεν σημειούται ενταύθα νέα σκηνή,
+ούτε μεταβολή σκηνογραφίας. Αλλ' ο Ιάγος και ο Ροδερίκος δεν
+ηδύναντο ευκόλως να συναντηθώσιν εντός της κατοικίας αυτής του
+Οθέλλου, όπως κατ' αυτού συνομόσωσι. Καθ' α παρατηρεί ο Γάλλος
+μεταφραστής Fr. V. Hugo, η μεταβολή σκηνής διορθοί την δυσκολίαν
+ταύτην. Δεν ετόλμησα όμως να παραδεχθώ την τοιαύτην διόρθωσιν και
+να διχοτομήσω την σκηνήν, εναντίον της γενικής των Άγγλων εκδοτών
+παραδόσεως.
+
+(33) Παρενθέτω ενταύθα τους στίχους του Σολωμού. Διά της μεταφράσεώς
+του ο μέγας της Ζακύνθου ποιητής έδωκε δια παντός την Ελληνικήν
+αυτού μορφήν εις το άσμα της Δυσδαιμόνας.
+
+(34) Ο Ιάγος επλήγωσεν εκ προθέσεως τον Κάσιον κατά τον μηρόν, αφού
+ήκουσεν αυτού λέγοντος, ότι έχει άτρωτον τον θώρακα.
+
+(35) «Ο μονόλογος ούτος αποκαθίσταται σκοτεινός ως εκ της συντομίας
+αυτού. Η έννοια, νομίζω, είναι η εξής: Ιδού εγώ ενταύθα, λέγει ο
+Οθέλλος καθ' εαυτόν, καταβεβλημένος υπό φρίκης. Τις ο λόγος της
+ταραχής μου; Ο δισταγμός μου προς τιμωρίαν της ενόχου; ή ο φόβος μη
+χύσω αίμα; Ουχί. Δεν με καταβάλλει η πράξις αύτη, αλλά το αίτιον
+ένεκα του οποίου διαπράττεται!» Johnson. Είς των επιτυχεστέρων κατά
+τους τελευταίους τούτους χρόνους διερμηνευτών του προσώπου του
+Οθέλλου επί της Αγγλικής σκηνής έδιδε, καθ' α πληροφορούμαι, ετέραν
+εις το χωρίον τούτο εξήγησιν. Εισήρχετο εν τω θαλάμω της κοιμωμένης
+Δυσδαιμόνας κρατών κάτοπτρον ανά χείρας. Βλέπων δ' εν αυτώ το μέλαν
+πρόσωπόν του ανέκραζε: «Το αίτιον! Τούτο είναι το αίτιον!»
+Επαναλαμβάνων δ' εν τω τρίτω στίχω τας λέξεις ταύτας έρριπτε μετ'
+απελπισίας το κάτοπτρον κατά γης και συνέτριβεν αυτό.
+
+(36) Αποσπώ την εξής περικοπήν εκ της του Γερβίνου φιλοσοφικωτάτης
+του όλου δράματος αναλύσεως. «Ο Οθέλλος αποφασίζει τον φόνον της
+συζύγου του, μεθ' όσης αταραξίας ήθελε καταδικάσει αυτήν εις
+θάνατον, εάν επείχε θέσιν απλώς δικαστού. Αλλά τούτο δεν καταπνίγει
+εν αυτώ τα αισθήματα του ανδρός, του συζύγου· ουδέ σμικρύνει την
+συναίσθησιν της γενομένης εις την τιμήν και εις τον έρωτα αυτού
+προσβολής. Όπως υπό την ιδίαν αυτού έποψιν εννοήσωμεν τους λόγους
+της αποφάσεώς του, ανάγκη να αναπολήσωμεν μεθ' οπόσης αυστηρότητος
+εξετέλει τα προς την εν Βενετία αρχήν καθήκοντα αυτού και μεθ'
+οπόσης πειθαρχικής αμεροληψίας ετιμώρησε του Κασίου το ατόπημα...
+Ηθέλησε να παραδειγματίση τον Κάσιον ουχί υπό της οργής κινούμενος,
+αλλ' υπό της φρονήσεως και υπό του αισθήματος του καθήκοντος. Κατ'
+εκείνην την περίστασιν, ότε η ψυχή αυτού ούτε υπό έρωτος ούτε υπό
+ζηλοτυπίας επηρεάζεται, τιμωρεί τον Κάσιον, ως ήδη τιμωρεί την
+Δυσδαιμόναν. Ναι μεν και τότε και ήδη παροργίζεται. Ήδη πιστεύει,
+ότι έχει αποδείξεις της συζυγικής της Δυσδαιμόνας απιστίας. Αλλά το
+καθήκον ουχί η οργή κινεί την τιμωρόν αυτού χείρα. Δεν τον ωθεί,
+λέγει εν τω μονολόγω αυτού το πάθος, αλλά το αίτιον. Ουδέ τον
+αναχαιτίζει η σκέψις μη μετανοήση αφού φονεύση αυτήν. Η θέα του
+κάλλους της κοιμωμένης Δυσδαιμόνας συγκινεί αυτόν μέχρι δακρύων,
+αλλά δεν κλονίζει την απόφασίν του. Γοητεύεται υπό ηδυπαθείας
+ασπαζόμενος αυτήν και αισθανόμενος την ευώδη αναπνοήν, ήτις πείθει
+σχεδόν αυτόν να θραύση το ξίφος της Δικαιοσύνης, αλλά μένει
+ακλόνητος. Υψηλή τις Δικαιοσύνη ενυπάρχει εις τα σκληρά αυτού
+δάκρυα. Η λύπη του είναι καθώς ο Ουρανός· παιδεύει όπου αγαπά.»
+(Gervinus, Shakespeare Commentaries. σελ. 542).
+
+(37) Ο Οθέλλος έρχεται με την απόφασιν να μη χύση το αίμα της
+συζύγου αυτού και πνίγει αυτήν διά του προσκεφαλαίου, διά του
+οποίου κρύπτει συγχρόνως και το πρόσωπον αυτής, όπως μη το βλέπη
+και κλονισθή. Αλλά διά να μη προμακρύνηται η αγωνία αυτής, καθόσον
+δεν είχεν εντελώς θανατωθή διά της ασφυξίας, προσφεύγει εις την
+μάχαιραν αυτού και την πληγόνει θανασίμως. Αι πληγαί αύται
+αποκαθιστώσι πιθανήν την προφοράν των λέξεων, τας οποίας προ του
+θανάτου αυτής λέγει. Άλλως, εάν η πρώτη του προσκεφαλαίου απόπειρα
+επετύγχανε, δεν ηδύνατο να λαλήση πλέον. Εις τας Αγγλικάς του
+κειμένου εκδόσεις ουδεμία συνήθως προστίθεται προς τον ηθοποιόν
+οδηγία μετά τους στίχους τούτους του Οθέλλου.
+
+ I would not have thee linger in thy pain.
+ So. So.
+
+Ως εκ της τοιαύτης δ' ελλείψεως και σχολιασταί τινες και ηθοποιοί
+αποδίδουσιν εις τον Σαικσπείρον το λάθος, ότι δήθεν η Δυσδαιμόνα
+ομιλεί αφού άπαξ επνίγη. — Αλλ' οι στίχοι ούτοι φαίνονται προφανώς
+μαρτυρούντες, ότι ο Οθέλλος βλέπων την Δυσδαιμόναν ζώσαν έτι και
+αναπνέουσαν, αποφασίζει διά μιας να την αποτελειώση, λησμονών δε την
+προτέραν αυτού απόφασιν, «της χύνει το αίμα και της χαλνά το κορμί.»
+
+(38) «Το πρόσωπον της Δυσδαιμόνας, λέγει ο Mezières, είναι εκ των
+θελκτικοτέρων του Σαικσπείρου πλασμάτων. Κατά την διάνυσιν της
+ειμαρμένης αυτής η σύζυγος του Οθέλλου δεν αναδεικνύει ούτε την
+επιδεξιότητα, ούτε την δραστικότητα Ιταλίδος γυναικός, ουδέ φαίνεται
+ουδαμώς ανήκουσα εις την αυτήν ως ο Ιάγος φυλήν. Αφού άπαξ υπό ενός
+κυριευθή αισθήματος, καταβάλλεται και απορροφάται υπ' αυτού, ωσεί
+ήτο της Άρκτου γέννημα. Ο έρως, όστις συνήθως αποκαθιστά τας
+γυναίκας τοσούτον ευμηχάνους, πληροί την καρδίαν αλλά δεν εξεγείρει
+την διάνοιαν αυτής. Τα συζυγικά καθήκοντα περικλείουσι πανταχόθεν
+τον ορίζοντα αυτής, πέραν δε του ορίζοντος εκείνου, ουδέν βλέπει
+ειμή σκότος. Ούτω δεν υποπτεύεται τους επαπειλούντας αυτήν
+κινδύνους, ουδέ φροντίζει να υπερνικήση αυτούς. Δεν απητείτο πολλή
+οξύνοια, όπως εννοηθώσιν οι σκοποί του Ιάγου. Αλλ' η Δυσδαιμόνα
+καταβάλλεται άνευ αμύνης. Εν πλήρει αθωότητι φέρεται προς τον
+σύζυγον αυτής εις τρόπον ώστε να τον παροξύνη, και παρέχει εις
+αυτόν αφορμάς υποψίας, τας οποίας άλλη επιδεξιωτέρα γυνή ήθελε
+διεκφύγει. Υπερασπίζεται τον Κάσιον, αναφέρει το όνομα αυτού εις
+πάσαν μετά του Οθέλλου συνομιλίαν, και μέχρι της εσχάτης αυτής
+πνοής έτι. Το απόνηρον αυτής γίνεται του θανάτου της η αιτία. Αλλά
+το απόνηρον ήτο ανέκαθεν το ιδιάζον αυτής χαρακτηριστικόν. Κατά τον
+ηθικόν νόμον, καθ' ον διελίσσονται πάντες οι εν τω Σαικσπειρείω
+θεάτρω χαρακτήρες, η Δυσδαιμόνα, καίτοι αθώα, τιμωρείται ένεκα του
+πρώτου αυτής παραπτώματος. Καθώς ο Ρωμαίος και η Ιουλιέτα,
+υπεχώρησε και αύτη εις του πάθους την ορμήν, παρήτησε τον πατέρα,
+περιεφρόνησε το καθήκον. Η κόρη, ήτις αποδιδράσκει εκ της πατρικής
+οικίας, όπως παρακολουθήση τον σύζυγον, τον οποίον αυτή μόνη
+εξελέξατο, δεν θα ευδαιμονήση. Η αρά του γέροντος γερουσιαστού
+μένει επί της κεφαλής της Δυσδαιμόνης. «Πρόσεχε, λέγει προς τον
+Οθέλλον ο Βραβάντιος· ως ηπάτησε τον πατέρα, δύναται και τον
+σύζυγον ν' απατήση.» Τα πάντα όσα υπέρ του έρωτος εθυσίασεν, η
+τρυφερότης, η γενναιότης αυτής, τα πάντα στρέφονται εις
+καταμαρτυρίας κατ' αυτής. Καθ' ο εξ αρχής αγαπήσασα τοσούτον
+αυτογνωμόνως, θα εκληφθή ως δολία κατόπιν. Παραιτεί την πατρίδα· και
+επί ξένης γης, μακράν πάσης προστασίας, ακούει εαυτήν εξυβριζομένην·
+βλέπει σύνοφρυν τον Οθέλλον και κυριεύεται υπό αθυμίας. Ουδεμία τη
+απολείπεται πικρία. Προσβάλλεται και ο έρως και η τιμή αυτής. Η αβρά
+και ευαίσθητος νέα, ήτις ούτε δυσανασχετεί ούτε παραπονείται, αλλά
+προσπαθεί να εφεύρη δικαιολογήματα προς συγκάλυψιν της αδικίας του
+ανδρός αυτής, κατηγορείται ως άτιμος και περιφρονείται δημοσία,
+μέχρις ου επί τέλους εν τη ακμή της νεότητος θανατόνεται υπ' αυτού
+εκείνου, χάριν του οποίου τα πάντα εθυσίασε. Εκ τούτου δεν έπεται,
+ότι ο Σαικσπείρος καταδικάζει το ψυχικόν πάθος. Απ' εναντίας και
+αισθάνεται και εμπνέει βαθείαν υπέρ των θυμάτων του τοιούτου πάθους
+συμπάθειαν. Αλλ' υποδεικνύει εις ημάς πού το πάθος απολήγει, ότε
+χάριν αυτού θραύονται οι κοινωνικοί δεσμοί και καταπατούνται τα
+οικογενειακά καθήκοντα. (Mezières: Shakespeare, ses œuvres et ses
+critiques.)
+
+(39) θέλει να ίδη αν ο Ιάγος ήναι τραγόπους, ως ο Διάβολος· αλλά τα
+περί τούτου λεγόμενα είναι μύθοι, επιλέγει.
+
+(40) «Η υπερέχουσα εν τω βίω του Οθέλλου αρχή, είναι η συναίσθησις
+της τιμής. Το συνοικέσιον αυτού το θεωρεί ως σύνδεσμον στηριζόμενον
+επί της τιμής και της αμοιβαίας υπολήψεως. Ενταύθα έχομεν νέαν τινά
+και διάφορον του έρωτος φάσιν· ουχί την ορμητικήν και ακάθεκτον
+μέθην, ήτις παραφέρει τον Ρωμαίον και την Ιουλιέταν, αλλά κλίσιν
+πηγάζουσαν εκατέρωθεν εξ απεριορίστου εμπιστοσύνης εις τον έντιμον
+εκατέρου χαρακτήρα. Αμφότεροι, παραδιδόμενοι εις την φοράν του
+αισθήματος αυτών, γινώσκουσιν εκ προκαταβολής, ότι απαιτούνται
+εκατέρωθεν θυσίαι, όπως οι δύο αυτών βίοι εις έν συνενωθώσιν. Ότε δε
+η υπόληψις και η εμπιστοσύνη εκλείπουσι, παύει και η ευτυχία, ήτις
+επί τούτων εστηρίζετο. Την δ' ευτυχίαν εκείνην καταστρέφει η
+ζηλοτυπία, ήτις έξωθεν διά σατανικών δολοπλοκιών εισχωρεί εντός της
+συζυγικής ταύτης δυάδος· καθόσον εντός αυτής, και εν μέσω της
+απεριορίστου εκατέρωθεν εμπιστοσύνης, δεν δύναται να παραχθή αίτιον
+προς διατάραξιν της ευδαιμονίας αυτών. Όπως δ' εξεγερθή η ζηλοτυπία,
+απαιτείται η δολία διαγωγή του Ιάγου, επωφελουμένου της ακακίας των
+δύο συζύγων και αποδίδοντος αισχράς εννοίας εις πράγματα, άτινα η
+Δυσδαιμόνα εν πλήρει αθωότητι και απειρία πράττει. Αι ελάχισται
+συμπτώσεις, πράγματα, άτινα έτερός τις έχων πλειοτέραν των του
+κόσμου πείραν ουδέ ήθελε παρατηρήσει, προξενούσιν εις τον απλοϊκόν
+και άπειρον Οθέλλον βαθυτάτην εντύπωσιν, ότε ο δόλιος Ιάγος
+πειράται να δώση εις ταύτα σημασίαν μεγαλειτέραν, αφ' όσην ηδύναντο
+άλλως να έχωσι. Προσπαθεί ο δυστυχής να μην αφεθή εις το πάθος της
+ζηλοτυπίας, αλλά κατακυριεύεται υπ' αυτού. Θέλει να κρίνη δικαίως
+το πταίσμα της γυναικός, εις την οποίαν ενεπιστεύθη την τιμήν
+αυτού. Λησμονεί, όμως, ότι είναι επισφαλές να γείνη τις συνάμα
+ενάγων, κατήγορος και κριτής. Δεν είναι δολοφονία ο θάνατος της
+Δυσδαιμόνης, αλλά θυσία εις την Δικαιοσύνην. Η οργή όμως παραφέρει
+τον Οθέλλον, ότε η Δυσδαιμόνα εν τη συναισθήσει της αθωότητος αυτής
+τε και του Κασίου, και επιλήσμων του ιδίου κινδύνου, θρηνεί του
+Κασίου τον θάνατον, και τότε τελείται η δολοφονία. (W. Wagner.
+Shakespeare und die neûste Kritik.)
+
+(41) Οι σχολιασταί διαφέρουσι ως προς την εξήγησιν του χωρίου
+τούτου. Τινές μεν εκλαμβάνουσιν αυτό ως αναγόμενον εις τον Ηρώδην,
+φονεύσαντα εν στιγμή ζηλοτυπίας την σύζυγον αυτού Μαριάμ, έτεροι δε
+ως εις Ιουδαίον καταστρέψαντα μαργαρίτην πολύτιμον, τον οποίον δεν
+εύρισκε να πωλήση κατ' αξίαν. Αλλ' ίσως άνευ σχολίων εννοείται αφ'
+εαυτής η παρομοίωσις του Οθέλλου.
+
+(42) Ο Λοδοβίκος αποκαλεί τον Ιάγον Σπαρτιάτην κύνα: o Spartan dog!
+Διατί Σπαρτιάτην; Οι κύνες της Σπάρτης ήσαν περιβόητοι διά την
+ωμότητα και την εν τω διώκειν ταχύτητα. Ώστε καλείται ούτως ο Ιάγος
+ως διώκων σκληρώς και μέχρι θανάτου τα ατυχή αυτού θύματα.
+Οπωςδήποτε, αν μετέφραζα μετ' ακριβείας «Σκύλε της Σπάρτης,»
+υποπτεύομαι, ότι δεν θα μετεφέρετο η έννοια του κειμένου εις την
+μετάφρασίν μου.
+
+
+
+
+
+End of the Project Gutenberg EBook of Othello, by William Shakespeare
+
+*** END OF THIS PROJECT GUTENBERG EBOOK OTHELLO ***
+
+***** This file should be named 32797-0.txt or 32797-0.zip *****
+This and all associated files of various formats will be found in:
+ http://www.gutenberg.org/3/2/7/9/32797/
+
+Produced by Sophia Canoni. First two corrections by George Canonis
+
+Updated editions will replace the previous one--the old editions
+will be renamed.
+
+Creating the works from public domain print editions means that no
+one owns a United States copyright in these works, so the Foundation
+(and you!) can copy and distribute it in the United States without
+permission and without paying copyright royalties. Special rules,
+set forth in the General Terms of Use part of this license, apply to
+copying and distributing Project Gutenberg-tm electronic works to
+protect the PROJECT GUTENBERG-tm concept and trademark. Project
+Gutenberg is a registered trademark, and may not be used if you
+charge for the eBooks, unless you receive specific permission. If you
+do not charge anything for copies of this eBook, complying with the
+rules is very easy. You may use this eBook for nearly any purpose
+such as creation of derivative works, reports, performances and
+research. They may be modified and printed and given away--you may do
+practically ANYTHING with public domain eBooks. Redistribution is
+subject to the trademark license, especially commercial
+redistribution.
+
+
+
+*** START: FULL LICENSE ***
+
+THE FULL PROJECT GUTENBERG LICENSE
+PLEASE READ THIS BEFORE YOU DISTRIBUTE OR USE THIS WORK
+
+To protect the Project Gutenberg-tm mission of promoting the free
+distribution of electronic works, by using or distributing this work
+(or any other work associated in any way with the phrase "Project
+Gutenberg"), you agree to comply with all the terms of the Full Project
+Gutenberg-tm License (available with this file or online at
+http://gutenberg.org/license).
+
+
+Section 1. General Terms of Use and Redistributing Project Gutenberg-tm
+electronic works
+
+1.A. By reading or using any part of this Project Gutenberg-tm
+electronic work, you indicate that you have read, understand, agree to
+and accept all the terms of this license and intellectual property
+(trademark/copyright) agreement. If you do not agree to abide by all
+the terms of this agreement, you must cease using and return or destroy
+all copies of Project Gutenberg-tm electronic works in your possession.
+If you paid a fee for obtaining a copy of or access to a Project
+Gutenberg-tm electronic work and you do not agree to be bound by the
+terms of this agreement, you may obtain a refund from the person or
+entity to whom you paid the fee as set forth in paragraph 1.E.8.
+
+1.B. "Project Gutenberg" is a registered trademark. It may only be
+used on or associated in any way with an electronic work by people who
+agree to be bound by the terms of this agreement. There are a few
+things that you can do with most Project Gutenberg-tm electronic works
+even without complying with the full terms of this agreement. See
+paragraph 1.C below. There are a lot of things you can do with Project
+Gutenberg-tm electronic works if you follow the terms of this agreement
+and help preserve free future access to Project Gutenberg-tm electronic
+works. See paragraph 1.E below.
+
+1.C. The Project Gutenberg Literary Archive Foundation ("the Foundation"
+or PGLAF), owns a compilation copyright in the collection of Project
+Gutenberg-tm electronic works. Nearly all the individual works in the
+collection are in the public domain in the United States. If an
+individual work is in the public domain in the United States and you are
+located in the United States, we do not claim a right to prevent you from
+copying, distributing, performing, displaying or creating derivative
+works based on the work as long as all references to Project Gutenberg
+are removed. Of course, we hope that you will support the Project
+Gutenberg-tm mission of promoting free access to electronic works by
+freely sharing Project Gutenberg-tm works in compliance with the terms of
+this agreement for keeping the Project Gutenberg-tm name associated with
+the work. You can easily comply with the terms of this agreement by
+keeping this work in the same format with its attached full Project
+Gutenberg-tm License when you share it without charge with others.
+
+1.D. The copyright laws of the place where you are located also govern
+what you can do with this work. Copyright laws in most countries are in
+a constant state of change. If you are outside the United States, check
+the laws of your country in addition to the terms of this agreement
+before downloading, copying, displaying, performing, distributing or
+creating derivative works based on this work or any other Project
+Gutenberg-tm work. The Foundation makes no representations concerning
+the copyright status of any work in any country outside the United
+States.
+
+1.E. Unless you have removed all references to Project Gutenberg:
+
+1.E.1. The following sentence, with active links to, or other immediate
+access to, the full Project Gutenberg-tm License must appear prominently
+whenever any copy of a Project Gutenberg-tm work (any work on which the
+phrase "Project Gutenberg" appears, or with which the phrase "Project
+Gutenberg" is associated) is accessed, displayed, performed, viewed,
+copied or distributed:
+
+This eBook is for the use of anyone anywhere at no cost and with
+almost no restrictions whatsoever. You may copy it, give it away or
+re-use it under the terms of the Project Gutenberg License included
+with this eBook or online at www.gutenberg.org
+
+1.E.2. If an individual Project Gutenberg-tm electronic work is derived
+from the public domain (does not contain a notice indicating that it is
+posted with permission of the copyright holder), the work can be copied
+and distributed to anyone in the United States without paying any fees
+or charges. If you are redistributing or providing access to a work
+with the phrase "Project Gutenberg" associated with or appearing on the
+work, you must comply either with the requirements of paragraphs 1.E.1
+through 1.E.7 or obtain permission for the use of the work and the
+Project Gutenberg-tm trademark as set forth in paragraphs 1.E.8 or
+1.E.9.
+
+1.E.3. If an individual Project Gutenberg-tm electronic work is posted
+with the permission of the copyright holder, your use and distribution
+must comply with both paragraphs 1.E.1 through 1.E.7 and any additional
+terms imposed by the copyright holder. Additional terms will be linked
+to the Project Gutenberg-tm License for all works posted with the
+permission of the copyright holder found at the beginning of this work.
+
+1.E.4. Do not unlink or detach or remove the full Project Gutenberg-tm
+License terms from this work, or any files containing a part of this
+work or any other work associated with Project Gutenberg-tm.
+
+1.E.5. Do not copy, display, perform, distribute or redistribute this
+electronic work, or any part of this electronic work, without
+prominently displaying the sentence set forth in paragraph 1.E.1 with
+active links or immediate access to the full terms of the Project
+Gutenberg-tm License.
+
+1.E.6. You may convert to and distribute this work in any binary,
+compressed, marked up, nonproprietary or proprietary form, including any
+word processing or hypertext form. However, if you provide access to or
+distribute copies of a Project Gutenberg-tm work in a format other than
+"Plain Vanilla ASCII" or other format used in the official version
+posted on the official Project Gutenberg-tm web site (www.gutenberg.org),
+you must, at no additional cost, fee or expense to the user, provide a
+copy, a means of exporting a copy, or a means of obtaining a copy upon
+request, of the work in its original "Plain Vanilla ASCII" or other
+form. Any alternate format must include the full Project Gutenberg-tm
+License as specified in paragraph 1.E.1.
+
+1.E.7. Do not charge a fee for access to, viewing, displaying,
+performing, copying or distributing any Project Gutenberg-tm works
+unless you comply with paragraph 1.E.8 or 1.E.9.
+
+1.E.8. You may charge a reasonable fee for copies of or providing
+access to or distributing Project Gutenberg-tm electronic works provided
+that
+
+- You pay a royalty fee of 20% of the gross profits you derive from
+ the use of Project Gutenberg-tm works calculated using the method
+ you already use to calculate your applicable taxes. The fee is
+ owed to the owner of the Project Gutenberg-tm trademark, but he
+ has agreed to donate royalties under this paragraph to the
+ Project Gutenberg Literary Archive Foundation. Royalty payments
+ must be paid within 60 days following each date on which you
+ prepare (or are legally required to prepare) your periodic tax
+ returns. Royalty payments should be clearly marked as such and
+ sent to the Project Gutenberg Literary Archive Foundation at the
+ address specified in Section 4, "Information about donations to
+ the Project Gutenberg Literary Archive Foundation."
+
+- You provide a full refund of any money paid by a user who notifies
+ you in writing (or by e-mail) within 30 days of receipt that s/he
+ does not agree to the terms of the full Project Gutenberg-tm
+ License. You must require such a user to return or
+ destroy all copies of the works possessed in a physical medium
+ and discontinue all use of and all access to other copies of
+ Project Gutenberg-tm works.
+
+- You provide, in accordance with paragraph 1.F.3, a full refund of any
+ money paid for a work or a replacement copy, if a defect in the
+ electronic work is discovered and reported to you within 90 days
+ of receipt of the work.
+
+- You comply with all other terms of this agreement for free
+ distribution of Project Gutenberg-tm works.
+
+1.E.9. If you wish to charge a fee or distribute a Project Gutenberg-tm
+electronic work or group of works on different terms than are set
+forth in this agreement, you must obtain permission in writing from
+both the Project Gutenberg Literary Archive Foundation and Michael
+Hart, the owner of the Project Gutenberg-tm trademark. Contact the
+Foundation as set forth in Section 3 below.
+
+1.F.
+
+1.F.1. Project Gutenberg volunteers and employees expend considerable
+effort to identify, do copyright research on, transcribe and proofread
+public domain works in creating the Project Gutenberg-tm
+collection. Despite these efforts, Project Gutenberg-tm electronic
+works, and the medium on which they may be stored, may contain
+"Defects," such as, but not limited to, incomplete, inaccurate or
+corrupt data, transcription errors, a copyright or other intellectual
+property infringement, a defective or damaged disk or other medium, a
+computer virus, or computer codes that damage or cannot be read by
+your equipment.
+
+1.F.2. LIMITED WARRANTY, DISCLAIMER OF DAMAGES - Except for the "Right
+of Replacement or Refund" described in paragraph 1.F.3, the Project
+Gutenberg Literary Archive Foundation, the owner of the Project
+Gutenberg-tm trademark, and any other party distributing a Project
+Gutenberg-tm electronic work under this agreement, disclaim all
+liability to you for damages, costs and expenses, including legal
+fees. YOU AGREE THAT YOU HAVE NO REMEDIES FOR NEGLIGENCE, STRICT
+LIABILITY, BREACH OF WARRANTY OR BREACH OF CONTRACT EXCEPT THOSE
+PROVIDED IN PARAGRAPH F3. YOU AGREE THAT THE FOUNDATION, THE
+TRADEMARK OWNER, AND ANY DISTRIBUTOR UNDER THIS AGREEMENT WILL NOT BE
+LIABLE TO YOU FOR ACTUAL, DIRECT, INDIRECT, CONSEQUENTIAL, PUNITIVE OR
+INCIDENTAL DAMAGES EVEN IF YOU GIVE NOTICE OF THE POSSIBILITY OF SUCH
+DAMAGE.
+
+1.F.3. LIMITED RIGHT OF REPLACEMENT OR REFUND - If you discover a
+defect in this electronic work within 90 days of receiving it, you can
+receive a refund of the money (if any) you paid for it by sending a
+written explanation to the person you received the work from. If you
+received the work on a physical medium, you must return the medium with
+your written explanation. The person or entity that provided you with
+the defective work may elect to provide a replacement copy in lieu of a
+refund. If you received the work electronically, the person or entity
+providing it to you may choose to give you a second opportunity to
+receive the work electronically in lieu of a refund. If the second copy
+is also defective, you may demand a refund in writing without further
+opportunities to fix the problem.
+
+1.F.4. Except for the limited right of replacement or refund set forth
+in paragraph 1.F.3, this work is provided to you 'AS-IS' WITH NO OTHER
+WARRANTIES OF ANY KIND, EXPRESS OR IMPLIED, INCLUDING BUT NOT LIMITED TO
+WARRANTIES OF MERCHANTIBILITY OR FITNESS FOR ANY PURPOSE.
+
+1.F.5. Some states do not allow disclaimers of certain implied
+warranties or the exclusion or limitation of certain types of damages.
+If any disclaimer or limitation set forth in this agreement violates the
+law of the state applicable to this agreement, the agreement shall be
+interpreted to make the maximum disclaimer or limitation permitted by
+the applicable state law. The invalidity or unenforceability of any
+provision of this agreement shall not void the remaining provisions.
+
+1.F.6. INDEMNITY - You agree to indemnify and hold the Foundation, the
+trademark owner, any agent or employee of the Foundation, anyone
+providing copies of Project Gutenberg-tm electronic works in accordance
+with this agreement, and any volunteers associated with the production,
+promotion and distribution of Project Gutenberg-tm electronic works,
+harmless from all liability, costs and expenses, including legal fees,
+that arise directly or indirectly from any of the following which you do
+or cause to occur: (a) distribution of this or any Project Gutenberg-tm
+work, (b) alteration, modification, or additions or deletions to any
+Project Gutenberg-tm work, and (c) any Defect you cause.
+
+
+Section 2. Information about the Mission of Project Gutenberg-tm
+
+Project Gutenberg-tm is synonymous with the free distribution of
+electronic works in formats readable by the widest variety of computers
+including obsolete, old, middle-aged and new computers. It exists
+because of the efforts of hundreds of volunteers and donations from
+people in all walks of life.
+
+Volunteers and financial support to provide volunteers with the
+assistance they need, are critical to reaching Project Gutenberg-tm's
+goals and ensuring that the Project Gutenberg-tm collection will
+remain freely available for generations to come. In 2001, the Project
+Gutenberg Literary Archive Foundation was created to provide a secure
+and permanent future for Project Gutenberg-tm and future generations.
+To learn more about the Project Gutenberg Literary Archive Foundation
+and how your efforts and donations can help, see Sections 3 and 4
+and the Foundation web page at http://www.pglaf.org.
+
+
+Section 3. Information about the Project Gutenberg Literary Archive
+Foundation
+
+The Project Gutenberg Literary Archive Foundation is a non profit
+501(c)(3) educational corporation organized under the laws of the
+state of Mississippi and granted tax exempt status by the Internal
+Revenue Service. The Foundation's EIN or federal tax identification
+number is 64-6221541. Its 501(c)(3) letter is posted at
+http://pglaf.org/fundraising. Contributions to the Project Gutenberg
+Literary Archive Foundation are tax deductible to the full extent
+permitted by U.S. federal laws and your state's laws.
+
+The Foundation's principal office is located at 4557 Melan Dr. S.
+Fairbanks, AK, 99712., but its volunteers and employees are scattered
+throughout numerous locations. Its business office is located at
+809 North 1500 West, Salt Lake City, UT 84116, (801) 596-1887, email
+business@pglaf.org. Email contact links and up to date contact
+information can be found at the Foundation's web site and official
+page at http://pglaf.org
+
+For additional contact information:
+ Dr. Gregory B. Newby
+ Chief Executive and Director
+ gbnewby@pglaf.org
+
+
+Section 4. Information about Donations to the Project Gutenberg
+Literary Archive Foundation
+
+Project Gutenberg-tm depends upon and cannot survive without wide
+spread public support and donations to carry out its mission of
+increasing the number of public domain and licensed works that can be
+freely distributed in machine readable form accessible by the widest
+array of equipment including outdated equipment. Many small donations
+($1 to $5,000) are particularly important to maintaining tax exempt
+status with the IRS.
+
+The Foundation is committed to complying with the laws regulating
+charities and charitable donations in all 50 states of the United
+States. Compliance requirements are not uniform and it takes a
+considerable effort, much paperwork and many fees to meet and keep up
+with these requirements. We do not solicit donations in locations
+where we have not received written confirmation of compliance. To
+SEND DONATIONS or determine the status of compliance for any
+particular state visit http://pglaf.org
+
+While we cannot and do not solicit contributions from states where we
+have not met the solicitation requirements, we know of no prohibition
+against accepting unsolicited donations from donors in such states who
+approach us with offers to donate.
+
+International donations are gratefully accepted, but we cannot make
+any statements concerning tax treatment of donations received from
+outside the United States. U.S. laws alone swamp our small staff.
+
+Please check the Project Gutenberg Web pages for current donation
+methods and addresses. Donations are accepted in a number of other
+ways including checks, online payments and credit card donations.
+To donate, please visit: http://pglaf.org/donate
+
+
+Section 5. General Information About Project Gutenberg-tm electronic
+works.
+
+Professor Michael S. Hart is the originator of the Project Gutenberg-tm
+concept of a library of electronic works that could be freely shared
+with anyone. For thirty years, he produced and distributed Project
+Gutenberg-tm eBooks with only a loose network of volunteer support.
+
+
+Project Gutenberg-tm eBooks are often created from several printed
+editions, all of which are confirmed as Public Domain in the U.S.
+unless a copyright notice is included. Thus, we do not necessarily
+keep eBooks in compliance with any particular paper edition.
+
+
+Most people start at our Web site which has the main PG search facility:
+
+ http://www.gutenberg.org
+
+This Web site includes information about Project Gutenberg-tm,
+including how to make donations to the Project Gutenberg Literary
+Archive Foundation, how to help produce our new eBooks, and how to
+subscribe to our email newsletter to hear about new eBooks.
diff --git a/32797-0.zip b/32797-0.zip
new file mode 100644
index 0000000..22ec905
--- /dev/null
+++ b/32797-0.zip
Binary files differ
diff --git a/LICENSE.txt b/LICENSE.txt
new file mode 100644
index 0000000..6312041
--- /dev/null
+++ b/LICENSE.txt
@@ -0,0 +1,11 @@
+This eBook, including all associated images, markup, improvements,
+metadata, and any other content or labor, has been confirmed to be
+in the PUBLIC DOMAIN IN THE UNITED STATES.
+
+Procedures for determining public domain status are described in
+the "Copyright How-To" at https://www.gutenberg.org.
+
+No investigation has been made concerning possible copyrights in
+jurisdictions other than the United States. Anyone seeking to utilize
+this eBook outside of the United States should confirm copyright
+status under the laws that apply to them.
diff --git a/README.md b/README.md
new file mode 100644
index 0000000..8788b48
--- /dev/null
+++ b/README.md
@@ -0,0 +1,2 @@
+Project Gutenberg (https://www.gutenberg.org) public repository for
+eBook #32797 (https://www.gutenberg.org/ebooks/32797)